Μελχισεδέκ, Αρχιερεύς και Βασιλιάς της Σαλήμ (Ιερουσαλήμ)Στην Αγία Γραφή αναφέρεται ένα πρόσωπο με το Μελχισεδέκ, που αφορά τον ιερέα και βασιλέα της Σαλήμ (που ταυτίζεται με την πόλη, που αργότερα έγινε γνωστή ως Ιερουσαλήμ). Όταν ο Άβραμ (Αβραάμ) νίκησε το βασιλιά του αρχαίου Ελάμ, Χοδολλογομόρ και τους άλλους συμμάχους του στην κοιλάδα Σιδδίμ, ο Μελχισεδέκ έφερε στον πατριάρχη του Ισραήλ Αβραάμ «άρτο και οίνο» και τον ευλόγησε στο όνομα "του Θεού του Υψίστου". Ο Αβραάμ του έδωσε «το ένα δέκατο» από όλα τα λάφυρα των εχθρών του. (Γένεση 14:18-20).
Ο Μελχισεδέκ, αγνώστου γενεαλογίας θεωρείται ως προφητικός τύπος του Μεσσία καθώς με μοναδικό και άνευ προηγουμένου τρόπο υπήρξε ταυτόχρονα ιερέας και βασιλέας. Η ιερατική ιδιότητά του προηγείται κατά πολύ εκείνης του Ααρωνικού ιερατείου, μετά τη θέσπιση του Μωσαϊκού Νόμου. Στον Ψαλμό 110:4 αναφέρεται προφητικά για τον Μεσσία: «Σύ ει ιερεύς, εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ». Δηλαδή «Εσύ είσαι παντοτεινός ιερέας κατά θέση και αξίωμα Μελχισεδέκ» ή «Εσύ είσαι ιερέας για πάντα όπως ο Μελχισεδέκ» (ΜΠΚ). Το προφητικό αντίτυπο σχολιάζει ο απόστολος Παύλος προσδίδοντας στο όνομα τίτλο αλλά και θρησκευτικό βαθμό: «όπου πρόδρομος υπερ ημών εισήλθεν Ιησούς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ αρχιερεύς γενόμενος εις τον αιώνα» (Εβραίους 6:20) που κατά ΜΠΚ μεταφράζεται «Ο Ιησούς, αρχιερέας για πάντα όπως ο Μελχισεδέκ».
Πηγή: Από τη
Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια (el.wikipedia.org)
Μελχισεδέκ (Βασιλιάς Δικαιοσύνης)Μελχισεδέκ (το οποίο σημαίνει "βασιλεύς δικαιοσύνης"[1]), είναι το όνομα ενός βιβλικού προσώπου της Παλαιάς Διαθήκης (Γεν. 14,18-20) το οποίο εμφανίζεται ως προστάτης του Αβραάμ, προκάτοχος του Δαβίδ και προεικόνιση του Ιησού[2].
O Μελχισεδέκ ήταν σύγχρονος του Αβραάμ, βασιλιάς της χαναανιτικής πόλης Σαλήμ η οποία αργότερα ονομάστηκε Ιερουσαλήμ[3]. Επειδή Σαλήμ σημαίνει "ειρήνη", ο Μελχισεδέκ ήταν και βασιλιάς ειρήνης αλλά και "ιερεύς Θεού του Υψίστου", του αληθινού δηλαδή θεού, τον οποίο λάτρευε και ο Αβραάμ, και αποτελούσε φωτεινή εξαίρεση μεταξύ των Χαναναίων, οι οποίοι ήταν ειδωλολάτρες. Ο Μελχισεδέκ, ένας μη εβραίος ιερέας, έχει κυρίαρχο ρόλο αφού μπροστά του, ο Αβραάμ, πρόγονος των λευιτών ιερέων, περιορίζεται σε μιά κατώτερη βαθμίδα, κάτι που "η ραβινική ερμηνεία θα προσπαθήσει να το κάνει να ξεχαστεί, ενώ η χριστιανική θα το θυμάται"[4]: παλιοί Εβραίοι σχολιαστές, για να δικαιολογήσουν την υπεροχή του Μελχισεδέκ έναντι του Αβραάμ, επινόησαν, ότι ο βασιλιάς της Σαλήμ ήταν ο Σημ, ο πρωτότοκος γιος του Νώε[5].
Σύμφωνα με την Προς Εβραίους επιστολή, ο Μελχισεδέκ ήταν "απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων" (Εβρ. 7,3) και πράγματι, η Αγία Γραφή δεν κάνει λόγο για τον πατέρα, τη μητέρα, τη γέννηση, τη γενεαλογία ή το θάνατό του[6]. Αναφέρεται χωρίς προκάτοχο και διάδοχο, ως βασιλιάς και ιερέας ορισμένος από τον Θεό, με αποτέλεσμα τα χαρακτηριστικά αυτά να σκιαγραφούν τον Ιησού και να προτυπώνουν τον Χριστό[7] τον αιώνιο Ιερέα και Βασιλιά "κατά την τάξιν Μελχισεδέκ (Εβρ. 7,11) και όχι κατά την τάξη Ααρών, του ορισμένου από τον Θεό στο Σινά πρώτου αρχιερέα του Ισραήλ[8], ο οποίος ήταν "γνωστού βίου, καταγωγής, θανάτου και διαδοχής"[9].
Πηγή: OrthodoxWiki (el.orthodoxwiki.org)