Βασιλειών Γ' ~ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ

Ανάλυση και συζητήσεις γύρω από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Βασιλειών Γ' ~ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:28 pm

Εικόνα
Το Γ' Βασιλειών (ή Α' Βασιλέων όπως λέγεται στην εβραϊκή βίβλο) είναι ένα από τα βιβλία του κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Κατατάσσεται στα λεγόμενα «Ιστορικά Βιβλία» της Παλαιάς Διαθήκης, ενώ στην ιουδαϊκή βίβλο ανήκει στην ομάδα «Προγενέστεροι Προφήτες».
Το βιβλίο Γ' Βασιλειών συνεχίζει την ιστορία από το σημείο που αυτή διακόπτεται Β' Βασιλειών. Μαζί με το Δ' Βασιλειών αποτελούσε αρχικά ενιαίο έργο, που αργότερα για πρακτικούς λόγους χωρίστηκε σε δύο. Ο τίτλος τους οφείλεται στο περιεχόμενο τους, που αναφέρεται στην ιστορία των βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα.

Το βιβλίο αναφέρεται στη ζωή και τα έργα του Σολομώντα, του τελευταίου βασιλιά του ενιαίου βασιλείου και στους βασιλείς του Ισραήλ και του Ιούδα έως τον Οχοζία και τον Ιωσαφάτ. Μετά την εδραίωση του στο θρόνο και την οργάνωση του κράτους του, ο Σολομώντας προχώρησε στην οικοδόμηση του ναού της Ιερουσαλήμ, που συνιστά αναμφίβολα το σπουδαιότερο έργο της βασιλείας του.
Μετά το θάνατο του οι αντιπαραθέσεις βόρειων και νότιων φυλών εντάθηκαν και οδήγησαν στη διάσπαση του κράτους σε βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, και νότιο του Ιούδα. Το υπόλοιπο βιβλίο είναι αφιερωμένο στην παρουσίαση των ηγεμόνων των δύο βασιλείων. Η παρουσίαση της διαδοχής των βασιλιάδων διακόπτεται από τη δράση των προφητών Ηλία και Ελισαίου.

Ο συγγραφέας των βιβλίων Γ' και Δ' Βασιλειών δεν αναγράφεται σε αυτά. Η Ιουδαϊκή παράδοση διασώζει ότι τα βιβλία Γ' και Δ' Βασιλειών γράφτηκαν από τον προφήτη Ιερεμία γεγονός που αποδέχονται και κάποιοι νεώτεροι ερευνητές. Άλλοι τα απέδωσαν σε πρόσωπο που βρισκόταν κοντά στον Ιερεμία και άλλοι τον Έσδρα.
Και σε αυτό, όπως και στο Δ' βιβλίο, παρουσιάζεται η από μέρους των αρχόντων των δυο ανεξαρτήτων ισραηλιτικών βασιλείων αρνητική στάση απέναντι στον Γιαχβέ και τη λατρεία του, γεγονός που επιφυλάσσει δεινά για το λαό τους. Παρ' όλ' αυτά, ο Θεός παραμένει ανεκτικός αναμένοντας μετάνοια. Εντωμεταξύ, οι αληθινοί προφήτες και όχι οι ψευδοπροφήτες είναι οι γνήσιοι εκφραστές μονοθεϊσμού και επικρίνουν με παρρησία όσους δεν τηρούν το νόμο του Θεού, εξαγγέλλοντας την τιμωρία του αποστάτη λαού από τον Γιαχβέ. Η αμαρτία του Ισραήλ προέρχεται κυρίως από την αδυναμία του να ακούσει τους προφήτες.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- Τα γηρατειά του Δαβίδ. Ο Αδωνίας σφετερίζεται το θρόνο.
Ο Νάθαν με το μέρος του Σολομώντα. Ο Σολομών γίνεται βασιλιάς.
Η παραίτηση του Αδωνία.


Τα γηρατειά του Δαβίδ
Γ Βασ. 1,1 Καὶ ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ πρεσβύτερος προβεβηκὼς ἡμέραις, καὶ περιέβαλλον αὐτὸν ἱματίοις, καὶ οὐκ ἐθερμαίνετο.
Γ Βασ. 1,1 Ο βασιλεύς Δαυίδ, όταν εγήρασε και είχε προχωρήσει πολύ εις την ηλικίαν, δεν ημπορούσε να θερμανθή, αν και τον περιέβαλλαν με πολλά ενδύματα.
Γ Βασ. 1,2 καὶ εἶπον οἱ παῖδες αὐτοῦ· ζητησάτωσαν τῷ βασιλεῖ παρθένον νεάνιδα, καὶ παραστήσεται τῷ βασιλεῖ καὶ ἔσται αὐτὸν θάλπουσαν καὶ κοιμηθήσεται μετ᾿ αὐτοῦ καὶ θερμανθήσεται ὁ κύριός μου ὁ βασιλεύς.
Γ Βασ. 1,2 Οι δούλοι είπαν τότε αναμεταξύ των· “ας αναζητηθή και ας ευρεθή δια τον βασιλέα μας μία νεαρά παρθένος, η οποία θα ευρίσκεται πλησίον αυτού, δια να τον εξυπηρετή. Αυτή θα κοιμάται μαζή του και θα θερμαίνη τον κύριόν μας, τον βασιλέα”.
Γ Βασ. 1,3 καὶ ἐζήτησαν νεάνιδα καλὴν ἐκ παντὸς ὁρίου Ἰσραὴλ καὶ εὗρον τὴν Ἀβισὰγ τὴν Σωμανῖτιν καὶ ἤνεγκαν αὐτὴν πρὸς τὸν βασιλέα.
Γ Βασ. 1,3 Πράγματι ανεζήτησαν νεαράν παρθένον ωραίαν μεταξύ όλων των ορίων του Ισραηλιτικού λαού. Και ευρήκαν την Αβισάγ την Σωμανίτιδα, την οποίαν και έφεραν προς τον βασιλέα.
Γ Βασ. 1,4 καὶ ἡ νεᾶνις καλὴ ἕως σφόδρα· καὶ ἦν θάλπουσα τὸν βασιλέα καὶ ἐλειτούργει αὐτῷ, καὶ ὁ βασιλεὺς οὐκ ἔγνω αὐτήν.
Γ Βασ. 1,4 Η νεάνις αυτή ήτο πάρα πολύ ωραία. Αυτή λοιπόν εθέρμαινε τον βασιλέα και γενικώς τον εξυπηρετούσε. Ο δε βασιλεύς δεν ήλθε ποτέ εις σαρκικήν σχέσιν με αυτήν.

Ο Αδωνίας σφετερίζεται το θρόνο
Γ Βασ. 1,5 Καὶ Ἀδωνίας υἱὸς Ἀγγὶθ ἐπῄρετο λέγων· ἐγὼ βασιλεύσω· καὶ ἐποίησεν ἑαυτῷ ἅρματα καὶ ἱππεῖς καὶ πεντήκοντα ἄνδρας παρατρέχειν ἔμπροσθεν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 1,5 Ο Αδωνίας, ο υιός της Αγγίθ, υπερηφανεύετο και διαλαλούσε· “εγώ θα γίνω βασιλεύς”. Προς τούτο κατεσκεύασε δια τον εαυτόν του πολεμικά άρματα και προσέλαβεν ιππείς. Είχε δε ως σωματοφυλακήν του πενήντα άνδρας, οι οποίοι και έτρεχαν τιμητικώς εμπρός από αυτόν.
Γ Βασ. 1,6 καὶ οὐκ ἀπεκώλυσεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ οὐδέποτε λέγων· διατὶ σὺ ἐποίησας; καί γε αὐτὸς ὡραῖος τῇ ὄψει σφόδρα, καὶ αὐτὸν ἔτεκεν ὀπίσω Ἀβεσσαλώμ.
Γ Βασ. 1,6 Ο Δαυίδ, ο πατέρας, έβλεπεν όλα αυτά, άλλα ποτέ δεν ημπόδισε τον Αδωνίαν και ποτέ δεν του είπε· “διατί φέρεσαι έτσι;” Ο δε Αδωνίας ήτο ωραιότατος κατά την μορφήν και το παράστημα. Αυτόν είχε γεννήσει η Αγγίθ έπειτα από τον Αβεσσαλώμ.
Γ Βασ. 1,7 καὶ ἐγένοντο οἱ λόγοι αὐτοῦ μετὰ Ἰωὰβ τοῦ υἱοῦ Σαρουΐας καὶ μετὰ Ἀβιάθαρ τοῦ ἱερέως, καὶ ἐβοήθουν ὀπίσω Ἀδωνίου·
Γ Βασ. 1,7 Ο Αδωνίας συνενοήθηκε σχετικώς με τον Ιωάβ, τον υιόν της Σαρουΐας, και με τον αρχιερέα τον Αβιάθαρ, οι οποίοι και τον ηκολούθησαν.
Γ Βασ. 1,8 καὶ Σαδὼκ ὁ ἱερεὺς καὶ Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ καὶ Νάθαν ὁ προφήτης καὶ Σεμεΐ καὶ Ῥησὶ καὶ υἱοὶ δυνατοὶ τοῦ Δαυὶδ οὐκ ἦσαν ὀπίσω Ἀδωνίου.
Γ Βασ. 1,8 Ο αρχιερεύς όμως Σαδώκ, ο Βαναίας υιός του Ιωδαέ, ο προφήτης Ναθαν, ο Σεμεΐ, ο Ρησί και οι άλλοι ισχυροί άνδρες του Δαυίδ δεν ηκολούθουν τον Αδωνίαν. Ο Αδωνίας ήλθεν στον βράχον Ζωελεθί, ο οποίος ήτο πλησίον της πηγής Ρωγήλ,
Γ Βασ. 1,9 καὶ ἐθυσίασεν Ἀδωνίας πρόβατα καὶ μόσχους καὶ ἄρνας παρὰ τὸν λίθον τοῦ Ζωελεθί, ὃς ἦν ἐχόμενα τῆς Ῥωγήλ, καὶ ἐκάλεσε πάντας τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ καὶ πάντας τοὺς ἁδροὺς Ἰούδα παῖδας τοῦ βασιλέως·
Γ Βασ. 1,9 και εθυσίασε πρόβατα, μόσχους και αμνούς· εκεί προσεκάλεσεν όλους τους αδελφούς του, όλους τους επισήμους από τους Ιουδαίους, αυλικούς του βασιλέως.
Γ Βασ. 1,10 καὶ Νάθαν τὸν προφήτην καὶ Βαναίαν καὶ τοὺς δυνατούς, καὶ τὸν Σαλωμὼν ἀδελφὸν αὐτοῦ οὐκ ἐκάλεσε.
Γ Βασ. 1,10 Δεν προσεκάλεσεν όμως Ναθαν τον προφήτην, τον Βαναίαν, τους εμπειροπολέμους σωματοφύλακας του βασιλέως καίτόν Σολομώντα, τον αδελφόν αυτού.

Ο Νάθαν με το μέρος του Σολομώντα
Γ Βασ. 1,11 Καὶ εἶπε Νάθαν πρὸς Βηρσαβεὲ μητέρα Σαλωμὼν λέγων· οὐκ ἤκουσας ὅτι ἐβασίλευσεν Ἀδωνίας υἱὸς Ἀγγίθ; καὶ ὁ κύριος ἡμῶν Δαυὶδ οὐκ ἔγνω.
Γ Βασ. 1,11 Ο Ναθαν ο προφήτης είπε τότε προς την Βηρσαβεέ, την μητέρα του Σολομώντος· “δεν ήκούσες, ότι ο Αδωνίας, ο υιός της Αγγίθ, ανεκήρυξε τον εαυτόν του βασιλέα, ενώ ο κύριος ημών, ο βασιλεύς Δαυίδ, δεν έχει ουδεμίαν γνώσιν του γεγονότος αυτού;
Γ Βασ. 1,12 καὶ νῦν δεῦρο συμβουλεύσω σοι δὴ συμβουλίαν, καὶ ἐξελοῦ τὴν ψυχήν σου καὶ τὴν ψυχὴν τοῦ υἱοῦ σου Σαλωμών.
Γ Βασ. 1,12 Και τώρα άκουσε μίαν συμβουλήν, που θα σου δώσω, δια να ημπορέσης να σώσης την ζωήν σου και την ζωήν του παιδιού σου, του Σολομώντος.
Γ Βασ. 1,13 δεῦρο εἴσελθε πρὸς τὸν βασιλέα Δαυὶδ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτὸν λέγουσα· οὐχὶ σύ, κύριέ μου βασιλεῦ, ὤμοσας τῇ δούλῃ σου λέγων ὅτι ὁ υἱός σου Σαλωμὼν βασιλεύσει μετ᾿ ἐμὲ καὶ αὐτὸς καθιεῖται ἐπὶ τοῦ θρόνου μου; καὶ τί ὅτι ἐβασίλευσεν Ἀδωνίας;
Γ Βασ. 1,13 Πηγαινε αμέσως προς τον βασιλέα Δαυίδ και είπε προς αυτόν τα εξής· Κυριέ μου, βασιλεύ, συ δεν ωρκίσθης εις εμέ την δούλην σου λέγων ότι το παιδί σου, ο Σολομών, θα βασιλεύση ύστερα από εμέ και αυτός θα καθήση επί του θρόνου μου; Διατί λοιπόν τώρα εβασίλευσεν ο Αδωνίας;
Γ Βασ. 1,14 καὶ ἰδοὺ ἔτι λαλούσης σου ἐκεῖ μετὰ τοῦ βασιλέως καὶ ἐγὼ εἰσελεύσομαι ὀπίσω σου καὶ πληρώσω τοὺς λόγους σου.
Γ Βασ. 1,14 Την ώραν δέ, κατά την οποίαν συ θα ομιλής εκεί με τον βασιλέα, θα έλθω και εγώ έπειτα από σε και θα επιβεβαιώσω τα λόγια σου”.
Γ Βασ. 1,15 καὶ εἰσῆλθε Βηρσαβεὲ πρὸς τὸν βασιλέα εἰς τὸ ταμιεῖον, καὶ ὁ βασιλεὺς πρεσβύτης σφόδρα, καὶ Ἀβισὰγ ἡ Σωμανῖτις ἦν λειτουργοῦσα τῷ βασιλεῖ.
Γ Βασ. 1,15 Η Βηρσαβεέ εισήλθεν στο δωμάτιον, όπου ευρίσκετο ο βασιλεύς, ο οποίος ήτα πολύ προχωρημένος πλέον εις την ηλικίαν και δια τούτο εξυπηρετείτο από την Αβισάγ την Σωμανίτιδα.
Γ Βασ. 1,16 καὶ ἔκυψε Βηρσαβεὲ καὶ προσεκύνησε τῷ βασιλεῖ· καὶ εἶπεν ὁ βασιλεύς· τί ἔστι σοι;
Γ Βασ. 1,16 Η Βηρσαβεέ έσκυψε και προσεκύνησε τον βασιλέα. Εκείνος δε την ηρώτησε· “τι σου συμβαίνει;”
Γ Βασ. 1,17 ἡ δὲ εἶπε· κύριέ μου βασιλεῦ, σὺ ὤμοσας ἐν Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου τῇ δούλῃ σου λέγων· ὅτι ὁ υἱός σου Σαλωμὼν βασιλεύσει μετ᾿ ἐμὲ καὶ αὐτὸς καθήσεται ἐπὶ τοῦ θρόνου μου.
Γ Βασ. 1,17 Η Βηρσαβεέ απήντησε· “κύριέ μου βασιλεύ, συ ωρκίσθης στο όνομα Κυρίου του Θεού σου και υπεσχέθης εις εμέ την δούλην σου ειπών· Το παιδί σου, ο Σολομών, θα βασιλεύση έπειτα από εμέ. Αυτός θα καθήση στον θρόνον μου.
Γ Βασ. 1,18 καὶ νῦν ἰδοὺ Ἀδωνίας ἐβασίλευσε, καὶ σύ, κύριέ μου βασιλεῦ, οὐκ ἔγνως·
Γ Βασ. 1,18 Και ιδού τώρα ο Αδωνίας ανεκηρύχθη βασιλεύς, χωρίς συ, κύριέ μου και βασιλεύ, να πληροφορηθής το γεγονός.
Γ Βασ. 1,19 καὶ ἐθυσίασε μόσχους καὶ ἄρνας καὶ πρόβατα εἰς πλῆθος καὶ ἐκάλεσε πάντας τοὺς υἱοὺς τοῦ βασιλέως καὶ Ἀβιάθαρ τὸν ἱερέα καὶ Ἰωὰβ τὸν ἄρχοντα τῆς δυνάμεως, καὶ τὸν Σαλωμὼν τὸν δοῦλόν σου οὐκ ἐκάλεσε.
Γ Βασ. 1,19 Εκείνος εθυσίασε μοσχάρια, αρνιά και πολυάριθμα πρόβατα και προσεκάλεσεν εκεί όλους τους υιούς του βασιλέως, όπως επίσης τον αρχιερέα Αβιάθαρ, τον αρχιστράτηγον Ιωάβ· τον Σολομώντα όμως, τον υιόν σου, δεν τον εκάλεσε.
Γ Βασ. 1,20 καὶ σύ, κύριέ μου βασιλεῦ, οἱ ὀφθαλμοὶ παντὸς Ἰσραὴλ πρός σε. ἀπάγγειλαι αὐτοῖς τίς καθήσεται ἐπὶ τοῦ θρόνου τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως μετ᾿ αὐτόν.
Γ Βασ. 1,20 Προς σε δέ, κύριέ μου βασιλεύ, είναι εστραμμένοι οι οφθαλμοί όλου του Ισραηλιτικού λαού, δια να αναγγείλης εις αυτούς ποίος πράγματι θα καθήση στον θρόνον σου έπειτα από σέ.
Γ Βασ. 1,21 καὶ ἔσται ὡς ἂν κοιμηθῇ ὁ κύριός μου ὁ βασιλεὺς μετὰ τῶν πατέρων αὐτοῦ, καὶ ἔσομαι ἐγὼ καὶ Σαλωμὼν ὁ υἱὸς μου ἁμαρτωλοί.
Γ Βασ. 1,21 Εάν δε ο κύριός μου και ο βασιλεύς κοιμηθή και προστεθή στους προπάτορας αυτού, θελήση δε ο υιός μου ο Σολομών να διεκδικήση τον θρόνον, τότε αυτός και εγώ θα θεωρηθώμεν ως ένοχοι”.
Γ Βασ. 1,22 καὶ ἰδοὺ ἔτι αὐτῆς λαλούσης μετὰ τοῦ βασιλέως καὶ Νάθαν ὁ προφήτης ἦλθε.
Γ Βασ. 1,22 Και ιδού, ενώ ακόμη αυτή ωμιλούσε με τον βασιλέα, έφθασεν ο προφήτης Ναθαν.
Γ Βασ. 1,23 καὶ ἀνηγγέλη τῷ βασιλεῖ· ἰδοὺ Νάθαν ὁ προφήτης· καὶ εἰσῆλθε κατὰ πρόσωπον τοῦ βασιλέως καὶ προσεκύνησε τῷ βασιλεῖ κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ τὴν γῆν.
Γ Βασ. 1,23 Ανήγγειλαν στον βασιλέα· “ιδού, ο Ναθαν ο προφήτης ήλθε”. Εξήλθεν η Βηρσαβεέ και ο Ναθαν εισήλθε και παρουσιάσθη ενώπιον του βασιλέως, προσεκύνησεν αυτόν, κύψας το πρόσωπόν του μέχρις εδάφους.
Γ Βασ. 1,24 καὶ εἶπε Νάθαν· κύριέ μου βασιλεῦ, σὺ εἶπας Ἀδωνίας βασιλεύσει ὀπίσω μου καὶ αὐτὸς καθήσεται ἐπὶ τοῦ θρόνου μου;
Γ Βασ. 1,24 Ο Ναθαν ηρώτησε· “Κυριέ μου βασιλεύ, συ απεφάσισες και ανήγγειλες, ότι ο Αδωνίας θα βασιλεύση έπειτα από σε και θα καθήση στον θρόνον σου;
Γ Βασ. 1,25 ὅτι κατέβη σήμερον καὶ ἐθυσίασε μόσχους καὶ ἄρνας καὶ πρόβατα εἰς πλῆθος καὶ ἐκάλεσε πάντας τοὺς υἱοὺς τοῦ βασιλέως καὶ τοὺς ἄρχοντας τῆς δυνάμεως καὶ Ἀβιάθαρ τὸν ἱερέα, καὶ ἰδοὺ εἰσὶν ἐσθίοντες καὶ πίνοντες ἐνώπιον αὐτοῦ καὶ εἶπαν· ζήτω ὁ βασιλεὺς Ἀδωνίας.
Γ Βασ. 1,25 Διότι αυτός σήμερον κατέβηκε και εθυσίασε μοσχάρια, αρνιά και πρόβατα πολυάριθμα, προσεκάλεσεν εκεί όλους τους υιούς του βασιλέως, τους αρχηγούς του στρατού και τον αρχιερέα Αβιάθαρ. Και ιδού εκείνοι τρώγουν και πίνουν μαζή του και ανακράζουν· Ζητω ο βασιλεύς Αδωνίας.
Γ Βασ. 1,26 καὶ ἐμὲ αὐτὸν τὸν δοῦλόν σου καὶ Σαδὼκ τὸν ἱερέα καὶ Βαναίαν υἱὸν Ἰωδαὲ καὶ Σαλωμὼν τὸν δοῦλόν σου οὐκ ἐκάλεσεν.
Γ Βασ. 1,26 Εμέ δε τον δούλον σου και τον Σαδώκ τον αρχιερέα, τον Βαναίαν τον υιόν του Ιωδαέ και τον Σολομώντα τον υιόν σου δεν εκάλεσεν.
Γ Βασ. 1,27 εἰ διὰ τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως γέγονε τὸ ῥῆμα τοῦτο καὶ οὐκ ἐγνώρισας τῷ δούλῳ σου τίς καθήσεται ἐπὶ τὸν θρόνον τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως μετ᾿ αὐτόν;
Γ Βασ. 1,27 Εάν το πράγμα αυτό έγινε κατόπιν εντολής του κυρίου μου του βασιλέως, πως δεν μου το κατέστησες γνωστόν, ώστε να γνωρίζω και εγώ ο δούλός σου, ποίος θα καθίση στον θρόνον του κυρίου μου του βασιλέως έπειτα από αυτόν;”
Γ Βασ. 1,28 καὶ ἀπεκρίθη ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ καὶ εἶπε· καλέσατέ μοι τὴν Βηρσαβεέ· καὶ εἰσῆλθεν ἐνώπιον τοῦ βασιλέως καὶ ἔστη ἐνώπιον αὐτοῦ.

Ο Σολομών γίνεται βασιλιάς
Γ Βασ. 1,28 Απεκρίθη ο Δαυίδ και είπε· “φωνάξατε να έλθη η Βηρσαβεέ”. Η Βηρσαβεέ εισήλθε και εστάθη ενώπιον του βασιλέως.
Γ Βασ. 1,29 καὶ ὤμοσεν ὁ βασιλεὺς καὶ εἶπε· ζῇ Κύριος, ὃς ἐλυτρώσατο τὴν ψυχήν μου ἐκ πάσης θλίψεως,
Γ Βασ. 1,29 Ο βασιλεύς ενώπιον αυτής και του Ναθαν ωρκίσθη και είπεν· “ορκίζομαι στον ζώντα Κυριον και Θεόν, ο οποίος μέχρι σήμερον εγλύτωσε την ζωήν μου από πολλούς και διαφόρους κινδύνους,
Γ Βασ. 1,30 ὅτι καθὼς ὤμοσά σοι ἐν Κυρίῳ Θεῷ Ἰσραὴλ λέγων ὅτι Σαλωμὼν ὁ υἱός σου βασιλεύσει μετ᾿ ἐμὲ καὶ αὐτὸς καθήσεται ἐπὶ τοῦ θρόνου μου ἀντ᾿ ἐμοῦ, ὅτι οὕτω ποιήσω τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ.
Γ Βασ. 1,30 ότι, όπως υπεσχέθην εις σε ορκισθείς στο όνομα του Θεού του Ισραήλ λέγων, ότι ο Σολομών, ο υιός σου, θα βασιλεύση έπειτα από εμέ και αυτός θα καθήση στον θρόνον μου ως διάδοχός μου, έτσι σου λέγω και τώρα, ότι τούτο θα κάμω κατά την ημέραν αυτήν”.
Γ Βασ. 1,31 καὶ ἔκυψε Βηρσαβεὲ ἐπὶ πρόσωπον ἐπὶ τὴν γῆν καὶ προσεκύνησε τῷ βασιλεῖ καὶ εἶπε· ζήτω ὁ κύριός μου ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ εἰς τὸν αἰῶνα.
Γ Βασ. 1,31 Η Βηρσαβεέ έσκυψε το πρόσωπόν της μέχρις εδάφους, προσεκύνησε τον βασιλέα και είπε· “είθε να ζη ο κύριός μου και βασιλεύς Δαυίδ αιωνίως”.
Γ Βασ. 1,32 καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς Δαυίδ· καλέσατέ μοι Σαδὼκ τὸν ἱερέα καὶ Νάθαν τὸν προφήτην καὶ Βαναίαν υἱὸν Ἰωδαέ· καὶ εἰσῆλθον ἐνώπιον τοῦ βασιλέως,
Γ Βασ. 1,32 Ο βασιλεύς Δαυίδ είπε· “καλέσατε να παρουσιασθούν ενώπιόν μου ο αρχιερεύς Σαδώκ, ο προφήτης Ναθαν, ο Βαναίας ο υιός του Ιωδαέ”. Αυτοί δε και παρουσιάσθησαν ενώπιον του βασιλέως.
Γ Βασ. 1,33 καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς αὐτοῖς· λάβετε τοὺς δούλους τοῦ κυρίου ὑμῶν μεθ᾿ ὑμῶν καὶ ἐπιβιβάσατε τὸν υἱόν μου Σαλωμὼν ἐπὶ τὴν ἡμίονον τὴν ἐμὴν καὶ καταγάγετε αὐτὸν εἰς τὴν Γιών,
Γ Βασ. 1,33 Ο βασιλεύς είπε προς αυτούς· “πάρετε μαζή σας την σωματοφυλακήν εμού του κυρίου σας και αναβιβάσατε εις την ιδικήν μου ημίονον τον υιόν μου τον Σολομώντα και οδηγήσατε αυτόν εις την Γιών.
Γ Βασ. 1,34 καὶ χρισάτω αὐτὸν ἐκεῖ Σαδὼκ ὁ ἱερεὺς καὶ Νάθαν ὁ προφήτης εἰς βασιλέα ἐπὶ Ἰσραήλ, καὶ σαλπίσατε κερατίνῃ καὶ ἐρεῖτε· ζήτω ὁ βασιλεὺς Σαλωμών.
Γ Βασ. 1,34 Εκεί ο αρχιερεύς Σαδώκ ενώπιον και του προφήτου Ναθαν ας χρίση αυτόν ως βασιλέα του Ισραηλιτικού λαού. Κατόπιν με την κερατίνην σάλπιγγα σαλπίσατε και διαλαλήσατε· Ζητω ο βασιλεύς Σολομών.
Γ Βασ. 1,35 καὶ καθήσεται ἐπὶ τοῦ θρόνου μου καὶ βασιλεύσει ἀντ᾿ ἐμοῦ, καὶ ἐγὼ ἐνετειλάμην τοῦ εἶναι εἰς ἡγούμενον ἐπὶ Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδαν.
Γ Βασ. 1,35 Αυτός θα καθήση επί του θρόνου μου και θα βασιλεύση αντί εμού. Εγώ έδωσα την εντολήν να είναι αυτός άρχων εις όλον τον ισραηλιτικόν λαόν και εις την φυλήν του Ιούδα”.
Γ Βασ. 1,36 καὶ ἀπεκρίθη Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ τῷ βασιλεῖ καὶ εἶπε· γένοιτο οὕτως· πιστώσαι Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως.
Γ Βασ. 1,36 Ο Βαναίας, ο υιός του Ιωδαέ, απεκρίθη και είπε στον βασιλέα· “ας γίνη, όπως διέταξεν ο βασιλεύς. Κυριος ο Θεός του κυρίου μου του βασιλέως ας επαληθεύση και ας πραγματοποίηση τους λόγους σου.
Γ Βασ. 1,37 καθὼς ἦν Κύριος μετὰ τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως, οὕτως εἴη μετὰ Σαλωμὼν καὶ μεγαλύναι τὸν θρόνον αὐτοῦ ὑπὲρ τὸν θρόνον τοῦ κυρίου μου τοῦ βασιλέως Δαυίδ.
Γ Βασ. 1,37 Είθε δέ, όπως Κυριος ο Θεός ήτο μαζή με τον κύριόν μου τον βασιλέα, κατά παρόμοιον τρόπον να είναι μαζή με τον Σολομώντα, και να δοξάση την βασιλείαν του περισσότερον από την βασιλείαν του κυρίου μου του βασιλέως Δαυίδ”.
Γ Βασ. 1,38 καὶ κατέβη Σαδὼκ ὁ ἱερεὺς καὶ Νάθαν ὁ προφήτης καὶ Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ καὶ ὁ Χερεθὶ καὶ ὁ Φελεθὶ καὶ ἐπεκάθισαν τὸν Σαλωμὼν ἐπὶ τὴν ἡμίονον τοῦ βασιλέως Δαυὶδ καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὴν Γιών.
Γ Βασ. 1,38 Πράγματι ο αρχιερεύς Σαδώκ, ο προφήτης Ναθαν και ο Βαναίας ο υιός του Ιωδαέ, όπως επίσης και η βασιλική φρουρά, που απετελείτο από τα Χερεθί και Φελεθί, ήλθον. Αυτοί εβοήθησαν και εκάθησεν εις την ημίονον του βασιλέως Δαυίδ ο Σολομών και ωδήγησαν αυτόν εις την Γιών.
Γ Βασ. 1,39 καὶ ἔλαβε Σαδὼκ ὁ ἱερεὺς τὸ κέρας τοῦ ἐλαίου ἐκ τῆς σκηνῆς καὶ ἔχρισε τὸν Σαλωμὼν καὶ ἐσάλπισε τῇ κερατίνῃ, καὶ εἶπε πᾶς ὁ λαός· ζήτω ὁ βασιλεὺς Σαλωμών.
Γ Βασ. 1,39 Ο αρχιερεύς Σαδώκ επήρε την κερατίνην φιάλην, η οποία περιείχεν ιερόν έλαιον από την Σκηνήν του Μαρτυρίου και έχρισε τον Σολομώντα. Κατόπιν εσάλπισε με την κερατίνην σάλπιγγα και όλος ο παριστάμενος λαός εφώναζε· Ζητω ο βασιλεύς ο Σολομών.

Η παραίτηση του Αδωνία
Γ Βασ. 1,40 καὶ ἀνέβη πᾶς ὁ λαὸς ὀπίσω αὐτοῦ καὶ ἐχόρευον ἐν χοροῖς καὶ εὐφραινόμενοι εὐφροσύνην μεγάλην, καὶ ἐῤῥάγη ἡ γῆ ἐν τῇ φωνῇ αὐτῶν.
Γ Βασ. 1,40 Ολος ο Ισραηλιτικός λαός ανεγνώρισε και ηκολούθησε τον Σολομώντα ως βασιλέα. Οι Ισραηλίται εχόρευσαν τότε πολλούς χορούς και διεσκέδασαν με χαράν μεγάλην ζητωκραυγάζοντες, ώστε σαν να εσείετο και να εσχίζετο η γη από τας φωνάς αυτών.
Γ Βασ. 1,41 Καὶ ἤκουσεν Ἀδωνίας καὶ πάντες οἱ κλητοὶ αὐτοῦ, καὶ αὐτοὶ συνετέλεσαν φαγεῖν· καὶ ἤκουσεν Ἰωὰβ τὴν φωνὴν τῆς κερατίνης καὶ εἶπε· τίς ἡ φωνὴ τῆς πόλεως ἠχούσης;
Γ Βασ. 1,41 Ο Αδωνίας και όλοι οι επίσημοι άνδρες, που ήσαν μαζή του, ήκουσαν αυτόν τον θόρυβον, όταν πλέον είχε τελειώσει το συμπόσιόν των. Ο δε Ιωάβ, όταν ήκουσε τον ήχον της σάλπιγγος, ηρώτησε· “τι σημαίνουν αι κραυγαί αυταί, από τας οποίας αντηχεί ολόκληρος η πόλις;”
Γ Βασ. 1,42 ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος καὶ ἰδοὺ Ἰωνάθαν υἱὸς Ἀβιάθαρ τοῦ ἱερέως εἰσῆλθε, καὶ εἶπεν Ἀδωνίας· εἴσελθε, ὅτι ἀνὴρ δυνάμεως εἶ σύ, καὶ ἀγαθὰ εὐαγγέλισαι.
Γ Βασ. 1,42 Ενώ δε έλεγεν αυτά, ιδού ο Ιωνάθαν, ο υιός του αρχιερέως Αβιάθαρ, προσήλθεν εις την συγκέντρωσιν αυτήν και ο Αδωνίας του είπεν· “έλα, διότι είσαι γενναίος άνθρωπος και ασφαλώς αγγελιαφόρος καλών ειδήσεων”.
Γ Βασ. 1,43 καὶ ἀπεκρίθη Ἰωνάθαν καὶ εἶπε· καὶ μάλα ὁ κύριος ἡμῶν ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ ἐβασίλευσε τὸν Σαλωμών·
Γ Βασ. 1,43 Ο Ιωνάθαν απήντησε και είπε· “βεβαιότατα ο κύριος μας, ο βασιλεύς Δαυίδ, ανεκήρυξε τον Σολομώντα ως βασιλέα.
Γ Βασ. 1,44 καὶ ἀπέστειλε μετ᾿ αὐτοῦ ὁ βασιλεὺς τὸν Σαδὼκ τὸν ἱερέα καὶ Νάθαν τὸν προφήτην καὶ Βαναίαν τὸν υἱὸν Ἰωδαὲ καὶ τὸν Χερεθὶ καὶ τὸν Φελεθὶ καὶ ἐπεκάθισαν αὐτὸν ἐπὶ τὴν ἡμίονον τοῦ βασιλέως·
Γ Βασ. 1,44 Ο βασιλεύς έστειλε μαζή με τον Σολομώντα τον αρχιερέα Σαδώκ, τον προφήτην Ναθαν, τον Βαναίαν τον υιόν του Ιωδαέ, την βασιλικήν φρουράν των Χερεθί και Φελεθί, οι οποίοι εβοήθησαν τιμητικώς να ανεβή ο Σολομών εις την βασιλικήν ημίονον.
Γ Βασ. 1,45 καὶ ἔχρισαν αὐτὸν Σαδὼκ ὁ ἱερεὺς καὶ Νάθαν ὁ προφήτης ἐν τῇ Γιών, καὶ ἀνέβησαν ἐκεῖθεν εὐφραινόμενοι καὶ ἤχησεν ἡ πόλις· αὕτη ἡ φωνὴ ἣν ἠκούσατε.
Γ Βασ. 1,45 Ο αρχιερεύς Σαδώκ ενώπιον και του προφήτου Ναθαν έχρισε τον Σολομώντα βασιλέα εις την Γιών. Από εκεί επέστρεψαν ευφραινόμενοι εις την Ιερουσαλήμ και όλη η πόλις αντήχησεν από τας ζητωκραυγάς. Αυταί είναι αι φωναί τας οποίας ηκούσατε”.
Γ Βασ. 1,46 καὶ ἐκάθισε Σαλωμὼν ἐπὶ θρόνον βασιλείας,
Γ Βασ. 1,46 Ετσι ο Σολομών εκάθησεν στον βασιλικόν θρόνον.
Γ Βασ. 1,47 καὶ εἰσῆλθον οἱ δοῦλοι τοῦ βασιλέως εὐλογῆσαι τὸν κύριον ἡμῶν τὸν βασιλέα Δαυὶδ λέγοντες· ἀγαθύναι ὁ Θεὸς τὸ ὄνομα Σαλωμὼν ὑπὲρ τὸ ὄνομά σου καὶ μεγαλύναι τὸν θρόνον αὐτοῦ ὑπὲρ τὸν θρόνον σου· καὶ προσεκύνησεν ὁ βασιλεὺς ἐπὶ τὴν κοίτην,
Γ Βασ. 1,47 Ολοι δε οι αυλικοί και το περιβάλλον του βασιλέως Δαυίδ εισήλθεν εις την αίθουσαν αυτού, δια να τον τιμήσουν και τον δοξάσουν λέγοντες· “είθε ο Θεός να δοξάση το όνομα του Σολομώντος περισσότερον από το ιδικόν σου όνομα και να αναδείξη την βασιλείαν του ανωτέραν από την βασιλείαν την ιδικήν σου”. Ο δε βασιλεύς ηυχαριστήθη και προσεκύνησε από την κλίνην του τον Θεόν.
Γ Βασ. 1,48 καί γε οὕτως εἶπεν ὁ βασιλεύς· εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, ὃς ἔδωκε σήμερον ἐκ τοῦ σπέρματός μου καθήμενον ἐπὶ τοῦ θρόνου μου, καὶ οἱ ὀφθαλμοί μου βλέπουσι.
Γ Βασ. 1,48 Ο βασιλεύς ηυχήθη κατά τον ίδιον τρόπον και είπε· “δοξασμένος ας είναι Κυριος ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού, ο οποίος σήμερον έδωκεν από τους υιούς μου βασιλέα να καθήση στον θρόνον μου και τον οποίον βασιλέα βλέπω εγώ με τα ίδια μου τα μάτια”.
Γ Βασ. 1,49 Καὶ ἐξέστησαν πάντες οἱ κλητοὶ τοῦ Ἀδωνίου καὶ ἦλθον ἀνὴρ εἰς τὴν ὁδὸν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 1,49 Κατόπιν αυτών όλοι οι επίσημοι προσκεκλημένοι του Αδωνίου εταράχθησαν και διεσκορπίσθησαν και ο καθένας επήρε τον δρόμον δια το σπίτι του.
Γ Βασ. 1,50 καὶ Ἀδωνίας ἐφοβήθη ἀπὸ προσώπου Σαλωμὼν καὶ ἀνέστη καὶ ἀπῆλθε καὶ ἐπελάβετο τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου.
Γ Βασ. 1,50 Ο ίδιος ο Αδωνίας εφοβήθη τον Σολομώντα, εσηκώθη και ήλθεν στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων και έπιασε τα κέρατα του θυσιαστηρίου.
Γ Βασ. 1,51 καὶ ἀνηγγέλη τῷ Σαλωμὼν λέγοντες· ἰδοὺ Ἀδωνίας ἐφοβήθη τὸν βασιλέα Σαλωμὼν καὶ κατέχει τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου λέγων· ὀμοσάτω μοι σήμερον Σαλωμών, εἰ οὐ θανατώσει τὸν δοῦλον αὐτοῦ ἐν ῥομφαίᾳ.
Γ Βασ. 1,51 Αυτό ανέφεραν μερικοί στον Σολομώντα και του είπαν· “ιδού, ο Αδωνίας εφοβήθη τον βασιλέα Σολομώντα και κρατεί με τα χέρια του τα κέρατα του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων λέγων· Ας μου ορκισθή σήμερον ο Σολομών, ότι δεν θα θανατώση δια ρομφαίας εμέ, τον δούλον του”.
Γ Βασ. 1,52 καὶ εἶπε Σαλωμών· ἐὰν γένηται εἰς υἱὸν δυνάμεων, εἰ πεσεῖται τῶν τριχῶν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν γῆν· καὶ ἐὰν κακία εὑρεθῇ ἐν αὐτῷ, θανατωθήσεται.
Γ Βασ. 1,52 Ο Σολομών είπεν· “εάν στο μέλλον αναδειχθή καλός και τίμιος άνθρωπος, ούτε τρίχα δεν θα πέση από το κεφάλι του. Εάν όμως συλληφθή εις νέον ολίσθημα, θα καταδικασθή εις θάνατον”.
Γ Βασ. 1,53 καὶ ἀπέστειλεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν καὶ κατήνεγκαν αὐτὸν ἀπάνωθεν τοῦ θυσιαστηρίου· καὶ εἰσῆλθε καὶ προσεκύνησε τῷ βασιλεῖ Σαλωμών, καὶ εἶπεν αὐτῷ Σαλωμών· δεῦρο εἰς τὸν οἶκόν σου.
Γ Βασ. 1,53 Ο βασιλεύς Σολομών έστειλεν ανθρώπους, οι οποίοι κατέβασαν τον Αδωνίαν από το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Εκείνος παρουσιάσθη ενώπιον του βασιλέως Σολομώντος και τον προσεκύνησεν. Ο δε Σολομών του είπε· “πήγαινε στο σπίτι σου”.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:33 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- Οι τελευταίες οδηγίες του Δαβίδ στο Σολομώντα. Θάνατος του Δαβίδ.

Οι τελευταίες οδηγίες του Δαβίδ στο Σολομώντα.
Γ Βασ. 2,1 Καὶ ἤγγισαν αἱ ἡμέραι Δαυὶδ ἀποθανεῖν αὐτόν, καὶ ἀπεκρίνατο Σαλωμὼν υἱῷ αὐτοῦ λέγων·
Γ Βασ. 2,1 Επλησίασαν πλέον αι ημέραι, κατά τας οποίας ο Δαυίδ θα απέθνησκεν. Εκάλεσε τον Σολομώντα και κατά τρόπον επίσημον του είπε·
Γ Βασ. 2,2 ἐγώ εἰμι πορεύομαι ἐν ὁδῷ πάσης τῆς γῆς· καὶ ἰσχύσεις καὶ ἔσῃ εἰς ἄνδρα.
Γ Βασ. 2,2 “εγώ ο Δαυίδ βαδίζω τώρα τον δρόμον προς τον θάνατον, τον οποίον βαδίζουν και όλοι οι άνθρωποι της γης. Συ δε πρέπει να αναδειχθής ισχυρός και ανδρείος.
Γ Βασ. 2,3 καὶ φυλάξεις φυλακὴν Κυρίου Θεοῦ σου τοῦ πορεύεσθαι ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτοῦ, φυλάσσειν τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ καὶ τὰ δικαιώματα καὶ τὰ κρίματα τὰ γεγραμμένα ἐν τῶ νόμῳ Μωυσέως· ἵνα συνήσῃς ἃ ποιήσεις κατὰ πάντα, ὅσα ἂν ἐντείλωμαί σοι,
Γ Βασ. 2,3 Προς τούτο θα προσπαθήσης και θα καταβάλης κάθε φροντίδα να φυλάξης όλα, όσα διέταξε Κυριος ο Θεός σου, να πορεύεσαι στους δρόμους, τους οποίους αυτός σου εχάραξε. Αυτό δε θα το επιτύχης, αν τηρής τας εντολάς του, τα δικαιώματά του και τα κρίματά του, τα οποία είναι γραμμένα στον Νομον του Μωϋσέως. Ετσι όταν ζης και πορεύεσαι, θα ενοήσης όλα όσα εγώ σε διατάσσω να κάμης.
Γ Βασ. 2,4 ἵνα στήσῃ Κύριος τὸν λόγον αὐτοῦ, ὃν ἐλάλησε λέγων· ἐὰν φυλάξωσιν οἱ υἱοί σου τὴν ὁδὸν αὐτῶν πορεύεσθαι ἐνώπιόν μου ἐν ἀληθείᾳ ἐν ὅλῃ καρδίᾳ αὐτῶν λέγων· οὐκ ἐξολοθρευθήσεταί σοι ἀνὴρ ἐπάνωθεν θρόνου Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 2,4 Ετσι και ο Κυριος θα εκπληρώση την υπόσχεσίν του, την οποίαν έδωσε λέγων· Εάν τα παιδιά σου προσέξουν την πορείαν της ζωής των και βαδίζουν με όλην αυτών την καρδίαν κατά αλήθειαν ενώπιόν μου, τότε δεν θα εξολοθρευθή διάδοχός σου από τον βασιλικόν θρόνον επί του Ισραηλιτικού λαού.
Γ Βασ. 2,5 καί γε σὺ ἔγνως ὅσα ἐποίησέ μοι Ἰωὰβ υἱὸς Σαρουΐας, ὅσα ἐποίησε τοῖς δυσὶν ἄρχουσι τῶν δυνάμεων Ἰσραήλ, τῷ Ἀβεννὴρ υἱῷ Νὴρ καὶ τῷ Ἀμεσσαΐ υἱῷ Ἰεθέρ, καὶ ἀπέκτεινεν αὐτοὺς καὶ ἔταξε τὰ αἵματα πολέμου ἐν εἰρήνῃ καὶ ἔδωκεν αἷμα ἀθῷον ἐν τῇ ζώνῃ αὐτοῦ τῇ ἐν τῇ ὀσφύϊ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ ὑποδήματι αὐτοῦ τῷ ἐν τῶ ποδὶ αὐτοῦ·
Γ Βασ. 2,5 Γνωρίζεις δε και συ προσωπικώς, όσα κακά έκαμε εναντίον μου ο Ιωάβ, ο υιός της Σαρουΐας. Οσα έκαμε εναντίον των δύο στρατηγών του Ισραηλιτικού λαού, του Αβεννήρ, υιού του Νηρ, και του Αμεσσαΐ υιού του Ιεθέρ. Εφόνευσεν αυτούς κατά τρόπον δολοφονικόν, έχυσεν ανδρεία αίματα εις καιρόν ειρήνης και έτσι το αθώον αίμα των θυμάτων του έτρεξεν εις την ζώνην του, εις την ζώνην της οσφύος του και εις τα υποδήματά του, που εφορούσεν εις τα πόδια του.
Γ Βασ. 2,6 καὶ ποιήσεις κατὰ τὴν σοφίαν σου καὶ οὐ κατάξεις τὴν πολιὰν αὐτοῦ ἐν εἰρήνῃ εἰς ᾅδου·
Γ Βασ. 2,6 Θα πράξης και θα φερθής απέναντι του σύμφωνα με την σύνεσίν σου και σοφίαν σου και δεν θα αποθάνη αυτός, ο ασπρομάλλης γέρων, με φυσικόν θάνατον.
Γ Βασ. 2,7 καὶ τοῖς υἱοῖς Βερζελλὶ τοῦ Γαλααδίτου ποιήσεις ἔλεος, καὶ ἔσονται ἐν τοῖς ἐσθίουσι τὴν τράπεζάν σου, ὅτι οὕτως ἤγγισάν μοι ἐν τῷ με ἀποδιδράσκειν ἀπὸ προσώπου Ἀβεσσαλὼμ τοῦ ἀδελφοῦ σου.
Γ Βασ. 2,7 Εις τους υιούς όμως του Βερζελλί, ο οποίος κατάγεται από την Γαλαάδ, θα συμπεριφερθής με πολλήν καλωσύνην, διότι έτσι συμπεριεφέρθησαν και αυτοί απέναντί μου, όταν εδραπέτευσα από την πατρίδα μας φεύγων την καταδίωξιν του αδελφού σου, του Αβεσσαλώμ.
Γ Βασ. 2,8 καὶ ἰδοὺ μετὰ σοῦ Σεμεΐ υἱὸς Γηρὰ υἱὸς τοῦ Ἰεμενὶ ἐκ Βαουρίμ, καὶ αὐτὸς κατηράσατό με κατάραν ὀδυνηρὰν τῇ ἡμέρᾳ, ᾗ ἐπορευόμην εἰς Παρεμβολάς, καὶ αὐτὸς κατέβη εἰς ἀπαντήν μου εἰς τὸν Ἰορδάνην, καὶ ὤμοσα αὐτῷ ἐν Κυρίῳ λέγων· εἰ θανατώσω σε ἐν ῥομφαίᾳ·
Γ Βασ. 2,8 Ιδού, μαζή σου ευρίσκεται ο Σεμεΐ, ο υιός του Γηρά, ο Βενιαμίτης από την πόλιν Βαουρίμ. Αυτός αδίκως με κατηράσθη με φρικτήν κατάραν κατά την ημέραν, κατά την οποίαν έφευγα εις τας Παρεμβολάς. Αυτός όμως ο ίδιος κατά την επιστροφήν μου κατέβη εις προϋπάντησίν μου στον Ιορδάνην ποταμόν. Εγώ δε ωρκίσθηκα εις αυτόν ενώπιον του Κυρίου και είπα· Δια την ένοχον προτέραν διαγωγήν δεν θα διατάξω εγώ να σε εκτελέσουν με ρομφαίαν.
Γ Βασ. 2,9 καὶ οὐ μὴ ἀθῳώσῃς αὐτόν, ὅτι ἀνὴρ σοφὸς εἶ σὺ καὶ γνώσῃ ἃ ποιήσεις αὐτῷ, καὶ κατάξεις τὴν πολιὰν αὐτοῦ ἐν αἵματι εἰς ᾅδου.
Γ Βασ. 2,9 Συ όμως δεν θα τον αφήσης ατιμώρητον. Είσαι σοφός και γνωρίζεις, τι θα πράξης προς αυτόν, ώστε με βίαιον θάνατον να στείλης τον ασπρομάλλην αυτόν στον τάφον”

Θάνατος του Δαβίδ
Γ Βασ. 2,10 καὶ ἐκοιμήθη Δαυὶδ μετὰ τῶν πατέρων αὐτοῦ καὶ ἐτάφη ἐν πόλει Δαυίδ.
Γ Βασ. 2,10 Ο Δαυίδ εκοιμήθη και προσετέθη στους προπάτορας αυτού. Ετάφη δε εις την πόλιν Δαυίδ.
Γ Βασ. 2,11 καὶ αἱ ἡμέραι, ἃς ἐβασίλευσε Δαυὶδ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τεσσαράκοντα ἔτη· ἐν Χεβρὼν ἐβασίλευσεν ἑπτὰ ἔτη καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ τριακοντατρία ἔτη.
Γ Βασ. 2,11 Τα έτη, κατά τα οποία εβασίλευσεν ο Δαυίδ επί του ισραηλιτικού λαού, ήσαν τεσσαράκοντα. Επτά έτη εβασίλευσεν εις την Χεβρών και τριάκοντα τρία έτη εις την Ιερουσαλήμ.

Ο Σολομών εγκαθιστά τη βασιλεία του.
Η εκτέλεση του Αδωνία, του Ιωάβ και του Σεμεΐ.


Ο Σολομών εγκαθιστά τη βασιλεία του
Γ Βασ. 2,12 Καὶ Σαλωμὼν ἐκάθισεν ἐπὶ θρόνου Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ υἱὸς ἐτῶν δώδεκα καὶ ἡτοιμάσθη ἡ βασιλεία αὐτοῦ σφόδρα.
Γ Βασ. 2,12 Ο Σολομών εκάθισεν στον θρόνον του πατρός του Δαυίδ εις ηλικίαν δώδεκα ετών, η δε βασιλεία του ετακτοποιήθη και εστερεώθη πολύ.
Γ Βασ. 2,13 καὶ εἰσῆλθεν Ἀδωνίας υἱὸς Ἀγγὶθ πρὸς Βηρσαβεὲ μητέρα Σαλωμὼν καὶ προσεκύνησεν αὐτῇ. ἡ δὲ εἶπεν· εἰρήνη ἡ εἴσοδός σου; καὶ εἶπεν· εἰρήνη·
Γ Βασ. 2,13 Ο Αδωνίας, ο υιός της Αγγίθ, παρουσιάσθη προς την Βηρσαβεέ την μητέρα του Σολομώντος και την προσεκύνησεν. Εκείνη τον ηρώτησεν· “έρχεσαι δι' ειρηνικόν σκοπόν;” Εκείνος απήντησεν· “ο σκοπός μου είναι, ειρηνικός.
Γ Βασ. 2,14 λόγος μοι πρός σε· καὶ εἶπεν αὐτῷ· λάλησον.
Γ Βασ. 2,14 Εχω να ανακοινώσω κάτι προς σέ”. Εκείνη δε του είπε· “ομίλησε”.
Γ Βασ. 2,15 καὶ εἶπεν αὐτῇ· σὺ οἶδας, ὅτι ἐμοὶ ἦν βασιλεία καὶ ἐπ᾿ ἐμὲ ἔθετο πᾶς Ἰσραὴλ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ εἰς βασιλέα, καὶ ἐστράφη ἡ βασιλεία καὶ ἐγένετο τῷ ἀδελφῷ μου, ὅτι παρὰ Κυρίου ἐγενήθη αὐτῷ·
Γ Βασ. 2,15 Ο Αδωνίας ειπέ προς αυτήν· “συ γνωρίζεις ότι εις εμέ, ως προς πρεσβύτερον υιόν του Δαυίδ, ανήκεν η βασιλεία και προς εμέ εστράφησαν οι Ισραηλίται, οι οποίοι και με ανεκηρυξαν βασιλέα των. Ομως η βασιλεία αυτή περιήλθεν στον αδελφόν μου, διότι ο Κυριος ηθέλησε να περιέλθη εις αυτόν.
Γ Βασ. 2,16 καὶ νῦν αἴτησιν μίαν ἐγὼ αἰτοῦμαι παρὰ σοῦ, μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου. καὶ εἶπεν αὐτῷ Βηρσαβεέ· λάλει.
Γ Βασ. 2,16 Τωρα υποβάλλω προς σε μίαν αίτησιν, μίαν παράκλησιν. Μη αρνηθής να την ακούσης”. Η Βηρσαβεέ του είπε· “ομίλησε”.
Γ Βασ. 2,17 καὶ εἶπεν αὐτῇ· εἰπὸν δὴ πρὸς Σαλωμὼν τὸν βασιλέα, ὅτι οὐκ ἀποστρέψει τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἀπὸ σοῦ, καὶ δώσει μοι τὴν Ἀβισὰγ τὴν Σωμανῖτιν εἰς γυναῖκα.
Γ Βασ. 2,17 Εκείνος πονηρά σκεπτόμενος της είπε· “ειπέ, σε παρακαλώ, στον βασιλέα Σολομώντα συ, διότι θα σε ακούση εκείνος με ευμένειαν και προσοχήν, να μου δώση ως σύζυγον την Αβισάγ την Σωμανίτιδα”.
Γ Βασ. 2,18 καὶ εἶπε Βηρσαβεέ· καλῶς· ἐγὼ λαλήσω περὶ σοῦ τῷ βασιλεῖ.
Γ Βασ. 2,18 Η Βηρσαβεέ απονήρευτος απήντησε· “πολύ καλά. Εγώ θα ομιλήσω στον Σολομώντα δια σέ”.
Γ Βασ. 2,19 καὶ εἰσῆλθε Βηρσαβεὲ πρὸς τὸν βασιλέα Σαλωμὼν λαλῆσαι αὐτῷ περὶ Ἀδωνίου. καὶ ἐξανέστη ὁ βασιλεὺς εἰς ἀπαντὴν αὐτῇ καὶ κατεφίλησεν αὐτὴν καὶ ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ θρόνου, καὶ ἐτέθη θρόνος τῇ μητρὶ τοῦ βασιλέως καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 2,19 Η Βηρσαβεέ παρουσιάσθη πράγματι προς τον βασιλέα Σολομώντα, δια να ομιλήση προς αυτόν περί του Αδωνίου. Ο βασιλεύς ηγέρθη, δια να έλθη εις προϋπάντησίν της. Την ήσπάσθη με στοργήν και κατόπιν εκάθησεν στον θρόνον του. Επί δε τη ευκαιρία ετέθη δεξιά άλλος θρόνος δια την μητέρα του βασιλέως, η οποία έτσι και εκάθισεν εκ δεξιών αυτού.
Γ Βασ. 2,20 καὶ εἶπεν αὐτῷ· αἴτησιν μίαν μικρὰν ἐγὼ αἰτοῦμαι παρὰ σοῦ, μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου. καὶ εἶπεν αὐτῇ ὁ βασιλεύς· αἴτησαι, μῆτερ ἐμή, καὶ οὐκ ἀποστρέψω σε.
Γ Βασ. 2,20 Η Βηρσαβεέ είπεν εις αυτόν· “ζητώ εγώ από σε μίαν μικράν χάριν. Μη αρνηθής να μου την εκπληρώσης”. Ο βασιλεύς της είπε· “μητέρα μου, ζήτησέ μου ο,τι θέλεις και εγώ δεν θα σου το αρνηθώ”.
Γ Βασ. 2,21 καὶ εἶπε· δοθήτω δὴ Ἀβισὰγ ἡ Σωμανῖτις τῷ Ἀδωνίᾳ τῷ ἀδελφῷ σου εἰς γυναῖκα.
Γ Βασ. 2,21 Η Βηρσαβεέ είπε· “σε παρακαλώ να δοθή η Αβισάγ η Σωμανίτις ως σύζυγος στον αδελφόν σου τον Αδωνίαν”.
Γ Βασ. 2,22 καὶ ἀπεκρίθη ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν καὶ εἶπε τῇ μητρὶ αὐτοῦ· καὶ ἱνατί σὺ ᾔτησαι τὴν Ἀβισὰγ τῷ Ἀδωνίᾳ; καὶ αἴτησαι αὐτῷ τὴν βασιλείαν, ὅτι οὗτος ἀδελφός μου ὁ μέγας ὑπὲρ ἐμέ, καὶ αὐτῷ Ἀβιάθαρ ὁ ἱερεὺς καὶ αὐτῷ Ἰωὰβ υἱὸς Σαρουΐας ἀρχιστράτηγος ἑταῖρος.
Γ Βασ. 2,22 Ο βασιλεύς Σολομών, ο οποίος κατενόησε την πονηρίαν του Αδωνίου, απήντησε και είπεν εις την μητέρα του· “διατί συ εζήτησες την Αβισάγ σύζυγον δια τον Αδωνίαν; Είναι σαν να εζήτησες δι' αυτόν την βασιλείαν, αφού θέλεις να του δοθή ως σύζυγος εκείνη, η οποία εχρημάτισε λευκή σύζυγος του βασιλέως Δαυίδ. Γνωρίζεις δε ότι αυτός από απόψεως ηλικίας είναι μεγαλύτερος από εμέ και προς αυτόν έχει προσκολληθή ο Αβιάθαρ ο αρχιερεύς, ο δε αρχιστράτηγος Ιωάβ, ο υιός της Σαρουΐας, είναι φίλος και σύμβουλός του”.

Η εκτέλεση του Αδωνία
Γ Βασ. 2,23 καὶ ὤμοσεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν κατὰ τοῦ Κυρίου λέγων· τάδε ποιήσαι μοι ὁ Θεὸς καὶ τάδε προσθείη, ὅτι κατὰ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ ἐλάλησεν Ἀδωνίας τὸν λόγον τοῦτον·
Γ Βασ. 2,23 Τοτε ο βασιλεύς Σολομών ωρκίσθη στον Θεόν και είπεν· “ας με τιμωρήση ο Θεός με οιανδήποτε τιμωρίαν θέλει, αν δεν τιμωρήσω τον Αδωνίαν, διότι κατά τρόπον πονηρόν ωμίλησεν εναντίον αυτής ταύτης της ζωής του με το να υποβάλη την δολίαν αυτήν αίτησιν.
Γ Βασ. 2,24 καὶ νῦν ζῇ Κύριος, ὃς ἡτοίμασέ με καὶ ἔθετό με ἐπὶ τὸν θρόνον Δαυὶδ τοῦ πατρός μου, καὶ αὐτὸς ἐποίησέ μοι οἶκον, καθὼς ἐλάλησε Κύριος, ὅτι σήμερον θανατωθήσεται Ἀδωνίας.
Γ Βασ. 2,24 Και λοιπόν, ορκίζομαι στον ζώντα Κυριον, ο οποίος με προητοίμασε και με έβαλεν στον θρόνον του Δαυίδ του πατρός μου, που μου έδωσε τον βασιλικόν αυτόν οίκον, όπως ο Κυριος μίλησε, ορκίζομαι ότι σήμερον θα θανατωθή ο Αδωνίας”.
Γ Βασ. 2,25 καὶ ἐξαπέστειλεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν ἐν χειρὶ Βαναίου υἱοῦ Ἰωδαὲ καὶ ἀνεῖλεν αὐτόν, καὶ ἀπέθανεν Ἀδωνίας ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ.
Γ Βασ. 2,25 Ο βασιλεύς Σολομών έστειλε τον Βαναίαν, υιόν του Ιωδαέ, δια να εκτελέση τον Αδωνίαν. Πράγματι κατά την ημέραν εκείνην εθανατώθη ο Αδωνίας.

Η εκτέλεση του Ιωάβ
Γ Βασ. 2,26 Καὶ τῷ Ἀβιάθαρ τῷ ἱερεῖ εἶπεν ὁ βασιλεύς· ἀπότρεχε σὺ εἰς Ἀναθὼθ εἰς ἀγρόν σου, ὅτι ἀνὴρ θανάτου εἶ σὺ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ, καὶ οὐ θανατώσω σε, ὅτι ᾖρας τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης Κυρίου ἐνώπιον τοῦ πατρός μου, καὶ ὅτι ἐκακουχήθης ἐν πᾶσιν, οἷς ἐκακουχήθη ὁ πατήρ μου.
Γ Βασ. 2,26 Ο βασιλεύς Σολομών είπε προς τον αρχιερέα Αβιάθαρ· “συ πήγαινε εις την Αναθώθ και μένε εκεί στον αγρόν σου, διότι είσαι άξιος θανάτου κατά την ημέραν αυτήν. Ομως δεν θα σε φονεύσω, διότι μετέφερες την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου, καθ' ον χρόνον εζούσεν ακόμη ο πατήρ μου, και διότι υπέστης και συ όλας τας ταλαιπωρίας, τας οποίας υπέστη και ο πατήρ μου”.
Γ Βασ. 2,27 καὶ ἐξέβαλε Σαλωμὼν τὸν Ἀβιάθαρ τοῦ μὴ εἶναι ἱερέα τοῦ Κυρίου, πληρωθῆναι τὸ ῥῆμα Κυρίου, ὃ ἐλάλησεν ἐπὶ τὸν οἶκον Ἡλὶ ἐν Σηλώμ.
Γ Βασ. 2,27 Ο Σολομών εξεδίωξε τον Αβιάθαρ, ώστε να μη είναι πλέον αυτός αρχιερεύς του Κυρίου, και έτσι εξεπληρώθη ο λόγος του Κυρίου, τον οποίον είπε δια την οικογένειαν του Ηλί εις Σηλώμ.
Γ Βασ. 2,28 καὶ ἡ ἀκοὴ ἦλθεν ἕως Ἰωὰβ υἱοῦ Σαρουΐας (ὅτι Ἰωὰβ ἦν κεκλικὼς ὀπίσω Ἀδωνίου, καὶ ὀπίσω Σαλωμὼν οὐκ ἔκλινε), καὶ ἔφυγεν Ἰωὰβ εἰς τὸ σκήνωμα τοῦ Κυρίου καὶ κατέσχε τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου.
Γ Βασ. 2,28 Ο Ιωάβ, ο υιός της Σαρουΐας, ο οποίος ήτο με το μέρος του Αδωνίου και όχι με το μέρος του Σολομώντος, επληροφορήθη την εκδίωξιν και τον περιορισμόν του Αβιάθαρ και εφοβήθη. Κατέφυγε, λοιπόν, εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου και εκρατήθη από τας εξοχάς του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων.
Γ Βασ. 2,29 καὶ ἀπηγγέλη τῷ Σαλωμὼν λέγοντες ὅτι πέφυγεν Ἰωὰβ εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ Κυρίου καὶ ἰδοὺ κατέχει τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου. καὶ ἀπέστειλε Σαλωμὼν ὁ βασιλεὺς πρὸς Ἰωὰβ λέγων· τί γέγονέ σοι, ὅτι πέφυγας εἰς τὸ θυσιαστήριον; καὶ εἶπεν Ἰωάβ· ὅτι ἐφοβήθην ἀπὸ προσώπου σου, καὶ ἔφυγον πρὸς Κύριον. καὶ ἀπέστειλε Σαλωμὼν τὸν Βαναίου υἱὸν Ἰωδαὲ λέγων· πορεύου καὶ ἄνελε αὐτὸν καὶ θάψον αὐτόν.
Γ Βασ. 2,29 Ανήγγειλαν στον Σολομώντα το γεγονός και είπαν, ότι ο Ιωάβ έχει καταφύγει εις την Σκηνήν του Κυρίου και ιδού κρατεί εκεί τα κέρατα του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. Ο βασιλεύς Σολομών έστειλεν άνθρωπον προς τον Ιωάβ και του είπε· “τι σου συνέβη; Διατί κατέφυγες στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων;” Ο Ιωάβ απήντησεν· “εφοβήθην από σε και κατέφυγον προς τον Κυριον”. Ο Σολομών έστειλε τότε τον Βαναίαν, τον υιόν του Ιωδαέ, και του είπε· “πήγαινε και θανάτωσε τον Ιωάβ και θάψε τον”.
Γ Βασ. 2,30 καὶ ἦλθε Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ πρὸς Ἰωὰβ εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ Κυρίου καὶ εἶπεν αὐτῷ· τάδε λέγει ὁ βασιλεύς· ἔξελθε. καὶ εἶπεν Ἰωάβ· οὐκ ἐκπορεύομαι, ὅτι ὧδε ἀποθανοῦμαι. καὶ ἐπέστρεψε Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ καὶ εἶπε τῷ βασιλεῖ λέγων· τάδε λελάληκεν Ἰωὰβ καὶ τάδε ἀποκέκριταί μοι.
Γ Βασ. 2,30 Ο Βαναίας, ο υιός του Ιωδαέ, μετέβη προς τον Ιωάβ εις την Σκηνήν του Κυρίου και του είπε· “αυτά λέγει ο βασιλεύς· Εβγα από αυτού”. Ο Ιωάβ απήντησε· “δεν θα εξέλθω διότι προτιμώ να αποθάνω εδώ”. Ο Βαναίας, ο υιός του Ιωδαέ, επέστρεψεν στον βασιλέα και του είπεν· “αυτά μου είπεν ο Ιωάβ. Αυτήν την απάντησιν μου έδωκεν εις την διαταγήν σου”.
Γ Βασ. 2,31 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ βασιλεύς· πορεύου καὶ ποίησον αὐτῷ καθὼς εἴρηκε, καὶ ἄνελε αὐτὸν καὶ θάψεις αὐτὸν καὶ ἐξαρεῖς σήμερον τὸ αἷμα, ὃ δωρεὰν ἐξέχεεν ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ ἀπὸ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός μου·
Γ Βασ. 2,31 Ο βασιλεύς είπεν εις αυτόν· “πήγαινε και κάμε του, όπως σου είπε· θανάτωσέ τον και θάψε τον. Ετσι δε θα αποπλύνης σήμερα από εμέ και από τον οίκον του πατρός μου το αθώον αίμα το οποίον αναιτίως έχυσεν εκείνος.
Γ Βασ. 2,32 καὶ ἐπέστεψε Κύριος τὸ αἷμα τῆς ἀδικίας αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, ὡς ἀπήντησε τοῖς δυσὶν ἀνθρώποις τοῖς δικαίοις καὶ ἀγαθοῖς ὑπὲρ αὐτὸν καὶ ἀπέκτεινεν αὐτοὺς ἐν ῥομφαίᾳ, καὶ ὁ πατήρ μου Δαυὶδ οὐκ ἔγνω τὸ αἷμα αὐτῶν, τὸν Ἀβεννὴρ υἱὸν Νὴρ ἀρχιστράτηγον Ἰσραὴλ καὶ τὸν Ἀμεσσὰ υἱὸν Ἰεθὲρ ἀρχιστράτηγον Ἰούδα·
Γ Βασ. 2,32 Ετσι ο Κυριος έρριψεν επάνω στο κεφάλι αυτού το αδικοχυμένον από αυτόν αίμα δύο ανθρώπων, οι οποίοι ήσαν αγαθώτεροι και δικαιότεροι από αυτόν και τους οποίους εκείνος εφόνευσε με την ρομφαίαν του. Ο πατήρ μου Δαυίδ δεν είχε γνώσιν εκ των προτέρων ούτε ενέκρινεν εκ των υστέρων τους φόνους εκείνους. Οι δε φονευθέντες υπό του Ιωάβ ήσαν ο Αβεννήρ ο υιός του Νηρ αρχιστράτηγος του Ισραηλιτικού λαού και ο Αμεσσά ο υιός του Ιεθέρ, αρχιστράτηγος της φυλής Ιούδα.
Γ Βασ. 2,33 καὶ ἐπεστράφη τὰ αἵματα αὐτῶν εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ εἰς κεφαλὴν τοῦ σπέρματος αὐτοῦ εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ τῷ Δαυὶδ καὶ τῷ σπέρματι αὐτοῦ καὶ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ καὶ τῷ θρόνῳ αὐτοῦ γένοιτο εἰρήνη ἕως αἰῶνος παρὰ Κυρίου.
Γ Βασ. 2,33 Ετσι δε έπεσαν τα αθώα αίματα εκείνων εις την κεφαλήν αυτού και εις τας κεφαλάς των απογόνων του στον αιώνα. Εις τον Δαυίδ όμως και στους απογόνους του, μάλιστα στον οίκον του και στον θρόνον του, είθε να βασιλεύη αιωνίως η ειρήνη παρά του Θευ”.
Γ Βασ. 2,34 καὶ ἀνέβη Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ καὶ ἀπήντησε αὐτῷ καὶ ἐθανάτωσεν αὐτὸν καὶ ἔθαψεν αὐτὸν ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ.
Γ Βασ. 2,34 Ο Βαναίας ο υιός του Ιωδαέ μετέδη πράγματι στο θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, ευρήκεν εκεί τον 'Ιωαβ, τον εθανάτωσε και τον έθαψεν στο υπόγειον του οίκου του, που ευρίσκεται εις την έρημον.
Γ Βασ. 2,35 καὶ ἔδωκεν ὁ βασιλεὺς τὸν Βαναίου υἱὸν Ἰωδαὲ ἀντ᾿ αὐτοῦ ἐπὶ τὴν στρατηγίαν· καὶ ἡ βασιλεία κατωρθοῦτο ἐν Ἱερουσαλήμ· καὶ Σαδὼκ τὸν ἱερέα ἔδωκεν αὐτὸν ὁ βασιλεὺς εἰς ἱερέα πρῶτον ἀντὶ Ἀβιάθαρ.
Γ Βασ. 2,35 Ο βασιλεύς εγκατέστησε τότε τον Βαναίαν, τον υιόν του Ιωδαέ, αντί του Ιωάβ, ως αρχιστράτηγον. Η δε βασιλεία του Σολομώντος εστερεούτο και ενισχύετο εις την Ιερουσαλήμ. Τον Σαδώκ τον αρχιερέα εγκατέστησεν ο βασιλεύς ως αρχιερέα, αντί του Αβιάθαρ.
Γ Βασ. 2,35α Καὶ ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σαλωμὼν καὶ σοφίαν πολλὴν σφόδρα καὶ πλάτος καρδίας, ὡς ἡ ἄμμος ἡ παρὰ τὴν θάλασσαν.
Γ Βασ. 2,35α Ο Κυριος έδωκεν στον Σολομώντα σύνεσιν και σοφίαν πάρα πολύ μεγάλην και ευρύτητα διανοίας, όπως η άμμος η παρά το χείλος της θαλάσσης.
Γ Βασ. 2,35β καὶ ἐπληθύνθη ἡ φρόνησις Σαλωμὼν σφόδρα ὑπὲρ τὴν φρόνησιν πάντων υἱῶν ἀρχαίων καὶ ὑπὲρ πάντας φρονίμους Αἰγύπτου.
Γ Βασ. 2,35β Η σοφία του Σολομώντος ηυξήθη και επληθύνθη πάρα πολύ, περισσότερον από την σύνεσιν και την σοφίαν όλων των αρχαίων σοφών και όλων των σοφών της Αιγύπτου.
Γ Βασ. 2,35γ καὶ ἔλαβε τὴν θυγατέρα Φαραὼ καὶ εἰσήγαγεν αὐτὴν εἰς πόλιν Δαυὶδ ἕως συντελέσαι αὐτὸν οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον αὐτοῦ. καὶ τὸν οἶκον Κυρίου ἐν πρώτοις καὶ τὸ τεῖχος Ἱερουσαλὴμ κυκλόθεν· ἐν ἑπτὰ ἔτεσιν ἐποίησε καὶ συνετέλεσε.
Γ Βασ. 2,35γ Ο Σολομών επήρε ως σύζυγον την θυγατέρα του Φαραώ, την οποίαν και εγκατέστησεν εις την πόλιν του Δαυίδ στο όρος Σιών, μέχρις ότου αποτελειώση την ανοικοδόμησιν του βασιλικού ανακτόρου. Πρώτον έκτισε τον ναόν του Κυρίου και κατόπιν συνέχισε το κτίσιμον του τείχους της Ιερουσαλήμ. Αυτά ήρχισε και ετελείωσεν εις διάστημα επτά ετών.
Γ Βασ. 2,35δ καὶ ἦν τῷ Σαλωμὼν ἑβδομήκοντα χιλιάδας αἴροντες ἄρσιν καὶ ὀγδοήκοντα χιλιάδας λατόμων ἐν τῷ ὄρει.
Γ Βασ. 2,35δ Εις την υπηρεσίαν του Σολομώντος δια τα έργα αυτά ήσαν εβδομήκοντα χιλιάδες αχθοφόροι και ογδοήκοντα χιλιάδες λατόμοι στο όρος.
Γ Βασ. 2,35ε καὶ ἐποίησε Σαλωμὼν τὴν θάλασσαν καὶ τὰ ὑποστηρίγματα καὶ τοὺς λουτῆρας τοὺς μεγάλους καὶ τοὺς στύλους καὶ τὴν κρήνην τῆς αὐλῆς καὶ τὴν θάλασσαν τὴν χαλκῆν.
Γ Βασ. 2,35ε Ο Σολομών κατεσκεύασε τότε και τα ιερά σκεύη, δηλαδή την θάλασσαν, τα υποστηρίγματα, τους μεγάλους λουτήρας, τους στύλους, την κρήνην της αυλής, την θάλασσαν την χαλκήν.
Γ Βασ. 2,35ζ καὶ ᾠκοδόμησε τὴν ἄκραν καὶ τὰς ἐπάλξεις αὐτῆς καὶ διέκοψε τὴν πόλιν Δαυίδ· οὕτως θυγάτηρ Φαραὼ ἀνέβαινεν ἐκ τῆς πόλεως Δαυὶδ εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς, ὃν ᾠκοδόμησεν αὐτῇ· τότε ᾠκοδόμησε τὴν ἄκραν.
Γ Βασ. 2,35ζ Ανοικοδόμησεν επίσης την ακρόπολιν και τας επάλξεις της και διέκοψεν έτσι την επικοινωνίαν της πόλεως Δαυίδ με την έξω περιοχήν. Ετσι δε η θυγάτηρ του Φαραώ ανέβαινεν από την πόλιν Δαυίδ στον οίκον της, τον οποίον δι' αυτήν είχε κτίσει ο Σολομών. Τοτε ανοικοδόμησε και την ακρόπολιν.
Γ Βασ. 2,35·η καὶ Σαλωμὼν ἀνέφερε τρεῖς ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ὁλοκαυτώσεις καὶ εἰρηνικὰς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον, ὃ ᾠκοδόμησε τῷ Κυρίῳ, καὶ ἐθυμία ἐνώπιον Κυρίου, καὶ συνετέλεσε τὸν οἶκον.
Γ Βασ. 2,35η Ο Σολομών προσέφερε κάθε έτος τρεις θυσίας ολοκαυτωμάτων και ειρηνικών θυσιών στο θυσιαστήριον, το οποίον ανοικοδόμησε προς τιμήν του Κυρίου. Προσέφερεν ακόμη και θυμίαμα προς τον Κυριον. Ετσι απετελείωσε τον ναόν προς δόξαν και τιμήν του Κυρίου.
Γ Βασ. 2,35θ καὶ οὗτοι οἱ ἄρχοντες οἱ καθεσταμένοι ἐπὶ τὰ ἔργα τοῦ Σαλωμών· τρεῖς χιλιάδες καὶ ἑξακόσιοι ἐπιστάται τοῦ λαοῦ τῶν ποιούντων τὰ ἔργα.
Γ Βασ. 2,35θ Οι άνθρωποι, οι οποίοι είχον διορισθή ως επόπται εις τα έργα του Σολομώντος, ήσαν τρεις χιλιάδες εξακόσιοι επιστάται επί των ανθρώπων, οι οποίοι ειργάζοντο εις αυτά τα έργα.
Γ Βασ. 2,35ι καὶ ᾠκοδόμησε τὴν Ἀσσοὺρ καὶ τὴν Μαγδὼ καὶ τὴν Γαζὲρ καὶ τὴν Βαιθωρὼν τὴν ἐπάνω καὶ τὰ Βααλάθ·
Γ Βασ. 2,35ι Ο Σολομών ανοικοδόμησε την Ασσούρ, την Μαγδώ, την Γαζέρ, την επάνω Βαιθωρών και τα Βααλάθ.
Γ Βασ. 2,35κ πλὴν μετὰ τὸ οἰκοδομῆσαι αὐτὸν τὸν οἶκον τοῦ Κυρίου καὶ τὸ τεῖχος Ἱερουσαλὴμ κύκλῳ, μετὰ ταῦτα ᾠκοδόμησε τὰς πόλεις ταύτας.
Γ Βασ. 2,35κ Τας πόλεις όμως αυτάς οικοδόμησε, αφού πρώτον ανοικοδόμησε τον οίκον του Κυρίου και το τείχος το περί την Ιερουσαλήμ.
Γ Βασ. 2,35λ καὶ ἐν τῷ ἔτι Δαυὶδ ζῆν ἐνετείλατο τῷ Σαλωμὼν λέγων· ἰδοὺ μετὰ σοῦ Σεμεΐ υἱὸς Γηρὰ υἱὸς τοῦ σπέρματος τοῦ Ἰεμενὶ ἐκ Χεβρών·
Γ Βασ. 2,35λ Οταν ακόμη εζούσεν ο Δαυίδ, είχε δώσει εντολήν στον Σολομώντα λέγων· “ιδού, μαζή σου ευρίσκεται ο Σεμεΐ, ο υιός του Γηρά, από την φυλήν Βενιαμίν εκ της πόλεως Χεβρών.
Γ Βασ. 2,35μ οὗτος κατηράσατό με κατάραν ὀδυνηρὰν ἐν ᾗ ἡμέρᾳ ἐπορευόμην εἰς Παρεμβολάς,
Γ Βασ. 2,35μ Αυτός εξέφερε φοβεράς κατάρας εναντίον μου κατά την ημέραν, κατά την οποίαν έφευγα εις τας Παρεμβολάς.
Γ Βασ. 2,35ν καὶ αὐτὸς κατέβαινεν εἰς ἀπαντὴν μοι ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην καὶ ὤμοσα αὐτῷ κατὰ τοῦ Κυρίου λέγων· εἰ θανατωθήσεται ἐν ῥομφαίᾳ·
Γ Βασ. 2,35ν Κατά την επιστροφήν μου όμως ήλθεν εις προϋπάντησίν μου και με συνήντησεν στον Ιορδάνην. Εκεί εγώ του ωρκίσθην ενώπιον του Κυρίου, ότι δεν θα εκτελεσθή δια ρομφαίας.
Γ Βασ. 2,35ξ καὶ νῦν μὴ ἀθωώσῃς αὐτόν, ὅτι ἀνὴρ φρόνιμος σὺ καὶ γνώσῃ ἃ ποιήσεις αὐτῷ, καὶ κατάξεις τὴν πολιὰν αὐτοῦ ἐν αἵματι εἰς ᾅδου.
Γ Βασ. 2,35ξ Συ όμως να μη τον απαλλάξης από την ενοχήν του. Είσαι σοφός και συνετός και γνωρίζεις, τι πρέπει να πράξης εις αυτόν, ώστε να κρημνίσης τα γηρατεία του στον άδην εκτελών αυτόν δια το αμάρτημά του”.

Η εκτέλεση του Σεμεΐ
Γ Βασ. 2,36 Καὶ ἐκάλεσεν ὁ βασιλεὺς τὸν Σεμεΐ καὶ εἶπεν αὐτῷ· οἰκοδόμησον σεαυτῷ οἶκον ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ κάθου ἐκεῖ καὶ οὐκ ἐξελεύσῃ ἐκεῖθεν οὐδαμοῦ·
Γ Βασ. 2,36 Ο βασιλεύς Σολομών εκάλεσε τον Σεμεΐ και του είπε· “κτίσε δια τον εαυτόν σου οίκον εντός της Ιερουσαλήμ. Να εγκατασταθής εις την οικίαν αυτήν και δεν θα εξέλθης από εκεί προς οιονδήποτε μέρος.
Γ Βασ. 2,37 καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς ἐξόδου σου καὶ διαβήσῃ τὸν χειμάῤῥουν Κέδρων, γινώσκων γνώσῃ ὅτι θανάτῳ ἀποθανῇ, τὸ αἷμά σου ἔσται ἐπὶ τὴν κεφαλήν σου. καὶ ὥρκισεν αὐτὸν ὁ βασιλεὺς ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ.
Γ Βασ. 2,37 Διότι κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα εξέλθης από την Ιερουσαλήμ και θα περάσης τον χείμαρρον των Κέδρων, μάθε καλά, ότι θα καταδικασθής εις θάνατον. Και συ θα είσαι υπεύθυνος δια την τιμωρίαν σου αυτήν”. Τον ώρκισε δε ο βασιλεύς κατά την ημέραν εκείνην, να σεβασθή την εντολήν του.
Γ Βασ. 2,38 καὶ εἶπε Σεμεΐ πρὸς τὸν βασιλέα· ἀγαθὸν τὸ ῥῆμα, ὃ ἐλάλησας, κύριέ μου βασιλεῦ· οὕτω ποιήσει ὁ δοῦλός σου. καὶ ἐκάθισε Σεμεΐ ἐν Ἱερουσαλὴμ τρία ἔτη.
Γ Βασ. 2,38 Ο Σεμεΐ απήντησε προς τον βασιλέα· “είναι πράγματι καλός ο λόγος αυτός, τον οποίον μου είπες, κύριέ μου βασιλεύ. Οπως διέταξες, έτσι θα κάμη ο δούλος σου”. Και ο Σεμεΐ έμεινε πράγματι εις την Ιερουσαλήμ τρία έτη, χωρίς να εξέλθη από αυτήν.
Γ Βασ. 2,39 καὶ ἐγενήθη μετὰ τὰ τρία ἔτη καὶ ἀπέδρασαν δύο δοῦλοι τοῦ Σεμεΐ πρὸς Ἀγχοὺς υἱὸν Μααχὰ βασιλέα Γέθ, καὶ ἀπηγγέλη τῷ Σεμεΐ λέγοντες· ἰδοὺ οἱ δοῦλοί σου ἐν Γέθ.
Γ Βασ. 2,39 Επειτα όμως από τα τρία αυτά έτη δύο δούλοι του Σεμεί εδραπέτευσαν προς τον Αγχούς, τον υιόν Μααχά τον βασιλέα της Γέθ. Ανήγγειλαν δε στον Σεμεί μερικοί και του είπαν· “ιδού οι δούλοι σου ευρίσκονται εις την Γέθ”.
Γ Βασ. 2,40 καὶ ἀνέστη Σεμεΐ καὶ ἐπέσαξε τὴν ὄνον αὐτοῦ καὶ ἐπορεύθη εἰς Γὲθ πρὸς Ἀγχοὺς τοῦ ἐκζητῆσαι τοὺ δούλους αὐτοῦ, καὶ ἐπορεύθη Σεμεΐ καὶ ἤγαγε τοὺς δούλους αὐτοῦ ἐκ Γέθ.
Γ Βασ. 2,40 Ο Σεμεί εσηκώθη, εσαμάρωσε την όνον του και μετέβη εις Γεθ προς τον βασιλέα Αγχούς, δια να ζητήση τους δούλους του. Ο Σεμεί μετέβη πράγματι και επανέφερε τους δούλους του από την Γέθ.
Γ Βασ. 2,41 καὶ ἀπηγγέλη τῷ Σαλωμὼν λέγοντες ὅτι ἐπορεύθη Σεμεΐ ἐξ Ἱερουσαλὴμ εἰς Γέθ, καὶ ἀπέστρεψε τοὺς δούλους αὐτοῦ,
Γ Βασ. 2,41 Ανήγγειλαν όμως στον Σολομώντα μερικοί το γεγονός αυτό και του είπαν· “ο Σεμεΐ μετέβη από την Ιερουσαλήμ εις Γεθ και επανέφερε τους δούλους του”.
Γ Βασ. 2,42 καὶ ἀπέστειλεν ὁ βασιλεὺς καὶ ἐκάλεσε τὸν Σεμεΐ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· οὐχὶ ὥρκισά σε κατὰ τοῦ Κυρίου καὶ ἐπεμαρτυράμην σοι λέγων· ἐν ᾗ ἂν ἡμέρᾳ ἐξέλθῃς ἐξ Ἱερουσαλὴμ καὶ πορευθῇς εἰς δεξιὰ ἢ ἀριστερά, γινώσκων γνώσῃ ὅτι θανάτῳ ἀποθανῇ;
Γ Βασ. 2,42 Ο Σολομών έστειλεν άνθρωπον και εκάλεσε τον Σεμεΐ και του είπε “δεν σε έβαλα και ωρκίσθης στο όνομα του Κυρίου και δεν σου ετόνισα λέγων· Οτι κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα εξέλθης από την Ιερουσαλήμ και θα μεταβής αριστερά η δεξιά, να γνωρίζης καλά ότι θα εκτελεσθής;
Γ Βασ. 2,43 καὶ τί ὅτι οὐκ ἐφύλαξας τὸν ὅρκον Κυρίου καὶ τὴν ἐντολήν, ἣν ἐνετειλάμην κατὰ σοῦ;
Γ Βασ. 2,43 Διατί δεν εφύλαξες την εντολήν μου, την οποίαν με όρκον ενώπιον του Κυρίου σου είχα δώσει;”
Γ Βασ. 2,44 καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς πρὸς Σεμεΐ· σὺ οἶδας πᾶσαν τὴν κακίαν σου, ἣν οἶδεν ἡ καρδία σου, ἃ ἐποίησας Δαυὶδ τῷ πατρί μου, καὶ ἀνταπέδωκε Κύριος τὴν κακίαν σου εἰς κεφαλήν σου·
Γ Βασ. 2,44 Ο βασιλεύς προσέθεσε τότε προς τον Σεμεΐ· “συ γνωρίζεις όλην την κακίαν σου και ενθυμείσαι βεβαίως, τι έκαμες στον Δαυίδ τον πατέρα μου. Και να ότι σήμερον ο Κυριος θα ρίψη την κακίαν σου αυτήν εις την κεφαλήν σου.
Γ Βασ. 2,45 καὶ ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν εὐλογημένος, καὶ ὁ θρόνος Δαυὶδ ἔσται ἕτοιμος ἐνώπιον Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα.
Γ Βασ. 2,45 Εγώ δε ο βασιλεύς Σολομών, πράττων τούτο, θα είμαι ευλογημένος ενώπιον του Θεού και ο βασιλικός μου θρόνος στερεωμένος από τον Κυριον στους αιώνας των αιώνων”.
Γ Βασ. 2,46 καὶ ἐνετείλατο ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν τῷ Βαναίᾳ υἱῷ Ἰωδαέ, καὶ ἐξῆλθε καὶ ἀνεῖλεν αὐτὸν καὶ ἀπέθανε.
Γ Βασ. 2,46 Ο βασιλεύς Σολομών διέταξε σχετικώς τον Βαναίαν, τον υιόν του Ιωδαέ, ο οποίος εξήλθε και εξετέλεσε τον Σεμεΐ.
Γ Βασ. 2,46α Καὶ ἦν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν φρόνιμος σφόδρα, καὶ σοφός, καὶ Ἰούδα καὶ Ἰσραὴλ πολλοὶ σφόδρα, ὡς ἡ ἄμμος ἡ ἐπὶ τῆς θαλάσσης εἰς πλῆθος, ἐσθίοντες καὶ πίνοντες καὶ χαίροντες.
Γ Βασ. 2,46α Ο βασιλεύς Σολομών ήτο πάρα πολύ συνετός και σοφός. Πολυάριθμοι δε ήσαν οι Ισραηλίται και οι Ιουδαίοι, που ευρίσκοντο υπό την εξουσίαν του. Αυτοί ήσαν τόσοι, όση είναι η άμμος η πλησίον της θαλάσσης. Αυτοί ήσαν τρώγοντες και πίνοντες και ευφραινόμενοι.
Γ Βασ. 2,46β καὶ Σαλωμὼν ἦν ἄρχων ἐν πάσαις ταῖς βασιλείαις, καὶ ἦσαν προσφέροντες δῶρα καὶ ἐδούλευον τῷ Σαλωμὼν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ.
Γ Βασ. 2,46β Ο Σολομών ήτο άρχων όλων των βασιλείων, των οποίων οι κάτοικοι και προσέφεραν δώρα και ήσαν υποτελείς εις αυτόν όλας τας ημέρας της ζωής του.
Γ Βασ. 2,46γ καὶ Σαλωμὼν ἤρξατο ἀνοίγειν τὰ δυναστεύματα τοῦ Λιβάνου,
Γ Βασ. 2,46γ Ο Σολομών ήρχισε τότε να εκμεταλλεύεται τα δάση, τα λατομεία και τα μεταλλεία του όρους Λιβάνου.
Γ Βασ. 2,46δ καὶ αὐτὸς ᾠκοδόμησε τὴν Θερμαὶ ἐν τῇ ἐρήμω.
Γ Βασ. 2,46δ Ετσι δε ανοικοδόμησε την Θερμαί εις την έρημον.
Γ Βασ. 2,46ε καὶ τοῦτο τὸ ἄριστον τῷ Σαλωμών· τριάκοντα κόροι σεμιδάλεως καὶ ἑξήκοντα κόροι ἀλεύρου κεκοπανισμένου, δέκα μόσχοι ἐκλεκτοὶ καὶ εἴκοσι βόες νομάδες καὶ ἑκατὸν πρόβατα, ἐκτὸς ἐλάφων καὶ δορκάδων καὶ ὀρνίθων ἐκλεκτῶν νομάδων·
Γ Βασ. 2,46ε Το δε μεσημβρινόν φαγητόν της αυλής και ακολουθίας του Σολομώντος ήτο τριάκοντα κόροι σημιγδάλι, εξήκοντα κόροι αλεύρι χονδροκοπανισμένο, δέκα εκλεκτά μοσχάρια, είκοσι βόδια καλοθρεμμένα και εκατόν πρόβατα, εκτός από τα ελάφια, τα ζαρκάδια και τα άλλα εκλεκτά και ευτραφή ορνίθια.
Γ Βασ. 2,46ζ ὅτι ἦν ἄρχων ἐν παντὶ πέραν τοῦ ποταμοῦ ἀπὸ Ῥαφὶ ἕως Γάζης, ἐν πᾶσι τοῖς βασιλεῦσι πέραν τοῦ ποταμοῦ·
Γ Βασ. 2,45ζ Ητο βασιλεύς εις όλην την χώραν, η οποία επεκτείνεται πέραν του Ευφράτου ποταμού, από Ραφί μέχρι Γαζης· ήτο βασιλεύς εις όλας τας βασιλείας τας πέραν του ποταμού.
Γ Βασ. 2,46η καὶ ἦν αὐτῷ εἰρήνη ἐκ πάντων τῶν μερῶν αὐτοῦ κυκλόθεν, καὶ κατῴκει Ἰούδα καὶ Ἰσραὴλ πεποιθότες ἕκαστος ὑπὸ τὴν ἄμπελον αὐτοῦ καὶ ὑπὸ τὴν συκῆν αὐτοῦ, ἐσθίοντες καὶ πίνοντες καὶ ἑορτάζοντες ἀπὸ Δὰν καὶ ἕως Βηρσαβεὲ πάσας τὰς ἡμέρας Σαλωμών.
Γ Βασ. 2,46η Επί των ημερών του επικρατούσε από όλα τα γύρω μέρη ειρήνη εις όλην την χώραν και όλοι οι Ισραηλίται κατοικούσαν ήσυχοι και ασφαλείς, καθένας στο αμπέλι του και κάτω από τις συκιές του, τρώγοντες, πίνοντες και εορταζοντες από την Δαν μέχρι της Βηρσαβεέ όλας τας ημέρας, κατά τας οποίας έζησε και εβασίλευσεν ο Σολομών,
Γ Βασ. 2,46θ καὶ οὗτοι οἱ ἄρχοντες τοῦ Σαλωμών· Ἀζαρίου υἱὸς Σαδὼκ τοῦ ἱερέως καὶ Ὀρνίου υἱὸς Νάθαν ἄρχων τῶν ἐφεστηκότων καὶ Ἐδρὰμ ἐπὶ τὸν οἶκον αὐτοῦ καὶ Σουβὰ γραμματεὺς καὶ Βασὰ υἱὸς Ἀχιθαλὰμ ἀναμιμνήσκων καὶ Ἀβὶ υἱὸς Ἰωὰβ ἀρχιστράτηγος καὶ Ἀχιρὲ υἱὸς Ἐδραΐ ἐπὶ τὰς ἄρσεις καὶ Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ ἐπὶ τῆς αὐλαρχίας καὶ ἐπὶ τοῦ πλινθίου καὶ Ζαχοὺρ υἱὸς Νάθαν ὁ σύμβουλος.
Γ Βασ. 2,46θ Αυτοί δε είναι οι άρχοντες του περιβάλλοντος του Σολομώντος· Αζαρίας ο υιός του αρχιερέως Σαδώκ, ο Ορνίας υιός του Ναθαν άρχων των επί μέρους αρχόντων, Εδράμ αρχηγός του βασιλικού οίκου, Σουβά ο γενικός γραμματεύς του κράτους, Βασά ο υιός του Αχιθαλάμ ο υπομνηματογράφος, Αβί ο υιός του Ιωάβ αρχιστράτηγος, Αχιρέ ο υιός του Εδραΐ δια τας μεταφοράς, ο Βαναίας ο υιός του Ιωδαέ αυλάρχης και επόπτης επί της πλινθοποιΐας και Ζαχούρ ο υιός του Ναθαν ήτο σύμβουλός του.
Γ Βασ. 2,46ι καὶ ἦσαν τῷ Σαλωμὼν τεσσαράκοντα χιλιάδες τοκάδες ἵπποι εἰς ἅρματα καὶ δώδεκα χιλιάδες ἵππων.
Γ Βασ. 2,46ι Είχε δε ο Σολομών δια τα πολεμικά του άρματα σαράντα χιλιάδας φορβάδας και δώδεκα χιλιάδας ίππους.
Γ Βασ. 2,46κ καὶ ἦν ἄρχων ἐν πᾶσι τοῖς βασιλεῦσιν ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ καὶ ἕως γῆς ἀλλοφύλων καὶ ἕως ὁρίων Αἰγύπτου.
Γ Βασ. 2,46κ Εβασίλευε δε ο Σολομών εις τα βασίλεια από τον ποταμόν Ευφράτην προς ανατολάς μέχρι των αλλοφύλων προς δυσμάς και μέχρι των συνόρων της Αιγύπτου προς νότον.
Γ Βασ. 2,46λ καὶ Σαλωμὼν υἱὸς Δαυὶδ ἐβασίλευσεν ἐπὶ Ἰσραὴλ καὶ Ἰούδα ἐν Ἱερουσαλήμ.
Γ Βασ. 2,46λ Ο Σολομών, ο υιός του Δαυίδ, εβασίλευσεν επί όλων των Ισραηλιτών έχων πρωτεύουσαν του βασιλείου του την Ιερουσαλήμ.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:35 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- Ο γάμος του Σολομώντα με την κόρη του Φαραώ.
Ο Σολομών ζητάει από το Θεό σοφία. Η σοφή κρίση του Σολομώντα.


Ο γάμος του Σολομώντα με την κόρη του Φαραώ
Γ Βασ. 3,1 Τῆς δὲ βασιλείας ἑδρασθείσης ἐν χειρὶ Σαλωμὼν ἐπιγαμίαν ἐποιήσατο Σαλωμὼν πρὸς Φαραὼ βασιλέα Αἰγύπτου καὶ ἔλαβε τὴν θυγατέρα Φαραὼ καὶ εἰσήγαγεν αὐτὴν εἰς τὴν πόλιν Δαυίδ, ἕως οὗ συνετέλεσεν οἰκοδομῶν τὸν οἶκον ἑαυτοῦ καὶ τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸ τεῖχος Ἱερουσαλὴμ κύκλῳ.
Γ Βασ. 3,1 Αφού δε εστερεώθη πλέον η βασιλεία δια της χειρός του Σολομώντος, ο Σολομών ήλθεν εις συμπεθεριάν με τον Φαραώ τον βασιλέα της Αιγύπτου και επήρεν ως συζυγόν του την θυγατέρα αυτού του Φαραώ, την οποίαν έφερεν εις την πόλιν Δαυίδ, μέχρις ότου ετελείωσε την ανοικοδόμησιν του ιδικού του οίκου, του ναού του Κυρίου και του τείχους του κύκλω από την Ιερουσαλήμ.
Γ Βασ. 3,2 Πλήν ὁ λαὸς ἦσαν θυμιῶντες ἐπὶ τοῖς ὑψηλοῖς, ὅτι οὐκ ᾠκοδομήθη οἶκος τῷ Κυρίῳ ἕως τοῦ νῦν.
Γ Βασ. 3,2 Ο λαός όμως προσέφερε θυσίαν θυμιάματος επάνω εις υψηλούς τόπους, διότι δεν είχεν ακόμη οικοδομηθή ο ναός του Κυρίου μέχρι της ημέρας εκείνης.
Γ Βασ. 3,3 καὶ ἠγάπησε Σαλωμὼν τὸν Κύριον πορεύεσθαι ἐν τοῖς προστάγμασι Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, πλὴν ἐν τοῖς ὑψηλοῖς ἔθυε καὶ ἐθυμία.
Γ Βασ. 3,3 Ο Σολομών ηγάπησε τον Κυριον, επορεύετο σύμφωνα με τας εντολάς, τας οποίας ο Δαυίδ ο πατήρ του του είχε δώσει, αλλά προσέφερε θυσίας και θυμιάματα προς τον Θεόν στους υψηλούς τόπους, διότι δεν είχεν ανοικοδομηθή ο ναός.

Ο Σολομών ζητάει από το Θεό σοφία
Γ Βασ. 3,4 καὶ ἀνέστη καὶ ἐπορεύθη εἰς Γαβαὼν θῦσαι ἐκεῖ, ὅτι αὕτη ὑψηλοτάτη καὶ μεγάλη· χιλίαν ὁλοκαύτωσιν ἀνήνεγκε Σαλωμὼν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον ἐν Γαβαών.
Γ Βασ. 3,4 Εσηκώθη, λοιπόν, κάποτε και επήγε εις την Γαβαών, δια να προσφέρη και εκεί θυσίαν προς τον Θεόν, διότι η μεγάλη αυτή πόλις ευρίσκετο εις ένα πολύ υψηλόν τόπον. Ο Σολομών προσέφερεν ως θυσίαν ολοκαυτώματος χίλια ζώα στο θυσιαστήριον της Γαβαών.
Γ Βασ. 3,5 καὶ ὤφθη Κύριος τῷ Σαλωμὼν ἐν ὕπνῳ τὴν νύκτα, καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Σαλωμών· αἴτησαί τι αἴτημα σεαυτῷ.
Γ Βασ. 3,5 Εκεί δε ο Κυριος παρουσιάσθη στον Σολομώντα κατά την νύκτα στον ύπνον του και του είπεν· “ζήτησέ μου κάτι δια τον εαυτόν σου”.
Γ Βασ. 3,6 καὶ εἶπεν Σαλωμών· σὺ ἐποίησας μετὰ τοῦ δούλου σου Δαυὶδ τοῦ πατρός μου ἔλεος μέγα, καθὼς διῆλθεν ἐνώπιόν σου ἐν ἀληθείᾳ καὶ ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἐν εὐθύτητι καρδίας μετὰ σοῦ, καὶ ἐφύλαξας αὐτῷ τὸ ἔλεος τὸ μέγα τοῦτο δοῦναι τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ θρόνου αὐτοῦ, ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη·
Γ Βασ. 3,6 Ο Σολομών απήντησε· “συ, Κυριε, έδειξες μεγάλην καλωσύνην προς τον δούλον σου τον Δαυίδ τον πατέρα μου, διότι έζησεν αυτός ενώπιόν σου με πίστιν προς σέ, με δικαιοσύνην και ευθύτητα καρδίας απέναντί σου. Συ δε του επεδαψίλευσες το μέγα τούτο καλόν, το να δώσης δηλαδή τον υιόν του να καθήση επί του θρόνου του, όπως μαρτυρεί η ημέρα αυτή.
Γ Βασ. 3,7 καὶ νῦν, Κύριε ὁ Θεός μου, σὺ ἔδωκας τὸν δοῦλόν σου ἀντὶ Δαυὶδ τοῦ πατρός μου, καὶ ἐγώ εἰμι παιδάριον μικρὸν καὶ οὐκ οἶδα τὴν ἔξοδόν μου καὶ τὴν εἴσοδόν μου,
Γ Βασ. 3,7 Και τώρα, Κυριέ μου και Θεέ μου, συ έδωκες εμέ τον δούλον σου αντί του Δαυίδ του πατρός μου. Εγώ δε είμαι μικρόν παιδίον ακόμη και δεν γνωρίζω, πως να πορεύωμαι και να συμπεριφέρωμαι εις την ζωήν μου.
Γ Βασ. 3,8 ὁ δὲ δοῦλός σου ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ σου, ὃν ἐξελέξω λαὸν πολύν, ὃς οὐκ ἀριθμηθήσεται.
Γ Βασ. 3,8 Εγώ ο δούλος σου ευρίσκομαι εν μέσω λαού, τον οποίον συ εξέλεξες και ο οποίος είναι αναρίθμητος.
Γ Βασ. 3,9 καὶ δώσεις τῷ δούλῳ σου καρδίαν ἀκούειν καὶ διακρίνειν τὸν λαόν σου ἐν δικαιοσύνῃ καὶ τοῦ συνιεῖν ἀνὰ μέσον ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ· ὅτι τίς δυνηθήσεται κρίνειν τὸν λαόν σου τὸν βαρὺν τοῦτον;
Γ Βασ. 3,9 Δια τούτο επιθυμώ, να δώσης εις εμέ τον δούλον σου διάνοιαν προσεκτικήν να ακούη και να κρίνη τον λαόν με δικαιοσύνην, να διακρίνη το δίκαιον από το άδικον· διότι ποιός χωρίς την ιδικήν σου βοήθειαν θα ημπορή να κυβερνά τον πολύν και δυσκυβέρνητον τούτον λαόν σου;”
Γ Βασ. 3,10 καὶ ἤρεσεν ἐνώπιον Κυρίου, ὅτι ᾐτήσατο Σαλωμὼν τὸ ῥῆμα τοῦτο,
Γ Βασ. 3,10 Ο λόγος και το αίτημα αυτό του Σολομώντος εφάνη αρεστόν ενώπιον του Κυρίου.
Γ Βασ. 3,11 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς αὐτόν· ἀνθ᾿ ὧν ᾐτήσω παρ᾿ ἐμοῦ τὸ ῥῆμα τοῦτο καὶ οὐκ ᾐτήσω σεαυτῷ ἡμέρας πολλὰς καὶ οὐκ ᾐτήσω πλοῦτον, οὐδὲ ᾐτήσω ψυχὰς ἐχθρῶν σου, ἀλλ᾿ ᾐτήσω σεαυτῷ τοῦ συνιεῖν τοῦ εἰσακούειν κρίμα,
Γ Βασ. 3,11 Και ο Κυριος του είπεν· “επειδή εζήτησες από εμέ αυτό το πράγμα και δεν εζήτησες δια τον εαυτόν σου μακρότητα ημερών, δεν εζήτησες πλούτη, δεν εζήτησες τον θάνατον των εχθρών σου, αλλά εζήτησες δια τον εαυτόν σου σοφίαν και νοητικήν ικανότητα, ώστε να δύνασαι να κρίνης δικαίως,
Γ Βασ. 3,12 ἰδοὺ πεποίηκα κατὰ τὸ ῥῆμά σου· ἰδοὺ δέδωκά σοι καρδίαν φρονίμην καὶ σοφήν, ὡς σὺ οὐ γέγονεν ἔμπροσθέν σου καὶ μετὰ σὲ οὐκ ἀναστήσεται ὅμοιός σοι.
Γ Βασ. 3,12 Ιδού έκαμα εις σέ, όπως μου είπες. Ιδού, σου έδωσα διάνοιαν συνετήν και σοφήν, ομοίαν προς την οποίαν κανείς προηγουμένως από σε δεν είχε και ούτε θα υπάρξη υστερα από σε όμοιός σου.
Γ Βασ. 3,13 καὶ ἃ οὐκ ᾐτήσω, δέδωκά σοι, καὶ πλοῦτον καὶ δόξαν, ὡς οὐ γέγονεν ἀνὴρ ὅμοιός σοι ἐν βασιλεῦσι·
Γ Βασ. 3,13 Αλλά και όσα δεν μου εζήτησες θα σου τα δώσω δηλαδή πλούτον και δόξαν, ώστε να μη υπάρξη άλλος όμοιός σου μεταξύ όλων των βασιλέων.
Γ Βασ. 3,14 καὶ ἐὰν πορευθῇς ἐν τῇ ὁδῷ μου φυλάσσειν τὰς ἐντολάς μου καὶ τὰ προστάγματά μου, ὡς ἐπορεύθη Δαυὶδ ὁ πατήρ σου, καὶ πληθυνῶ τὰς ἡμέρας σου.
Γ Βασ. 3,14 Εάν δε πορευθής κατά το διάστημα της ζωής σου σύμφωνσα με τας εντολάς και τα προστάγματά μου, όπως επορεύθη ο Δαυίδ ο πατήρ σου, θα σου δώσω και μακρότητα ημερών”.
Γ Βασ. 3,15 καὶ ἐξυπνίσθη Σαλωμών, καὶ ἰδοὺ ἐνύπνιον· καὶ ἀνέστη καὶ παραγίνεται εἰς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἔστη κατὰ πρόσωπον τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ κατὰ πρόσωπον κιβωτοῦ διαθήκης Κυρίου ἐν Σιὼν καὶ ἀνήγαγεν ὁλοκαυτώσεις καὶ ἐποίησεν εἰρηνικὰς καὶ ἐποίησε πότον μέγα ἑαυτῷ καὶ πᾶσι τοῖς παισὶν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 3,15 Ο Σολομών εξύπνησε και ενόησε, ποίον ήτο το όνειρόν του. Ηγέρθη, ήλθεν εις την Ιερουσαλήμ, εστάθη ενώπιον του θυσιαστηρίου απέναντι της Κιβωτού της Διαθήκης του Κυρίου εις την Σιών. Εκεί προσέφερεν ολοκαυτώματα και θυσίας ειρηνικάς. Παρέθεσε δε δια τον εαυτόν του και δι' όλους τους δούλους του μέγα συμπόσιον.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:36 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4- Οι αξιωματούχοι του Σολομώντα.

Γ Βασ. 4,1 Καὶ ἦν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν βασιλεύων ἐπὶ Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 4,1 Ο βασιλεύς Σολομών εβασίλευσεν εις όλον τον ισραηλιτικόν λαόν.
Γ Βασ. 4,2 καὶ οὗτοι ἄρχοντες οἳ ἦσαν αὐτῷ. Ἀζαρίας υἱὸς Σαδὼκ
Γ Βασ. 4,2 Οι άρχοντες δέ, οι οποίοι εβοηθούσαν αυτόν, ήσαν οι εξής· Αζαριας ο υιός του Σαδώκ.
Γ Βασ. 4,3 καὶ Ἐλιαρὲφ καὶ Ἀχιὰ υἱὸς Σαβὰ γραμματεῖς. καὶ Ἰωσαφὰτ υἱὸς Ἀχιλὶδ ἀναμιμνήσκων
Γ Βασ. 4,3 Ο Ελιαρέφ και ο Αχιά, ο υιός του Σαβά, οι γραμματείς του βασιλέως. Ο Ιωσαφάτ ο υιός του Αχιλίδ, ο φυλάττων τα αρχεία του βασιλείου.
Γ Βασ. 4,4 καὶ Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ ἐπὶ τῆς δυνάμεως καὶ Σαδὼκ καὶ Ἀβιάθαρ ἱερεῖς
Γ Βασ. 4,4 Ο Βαναίας υιός του Ιωδαέ, ο αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων, ο Σαδώκ και ο Αβιάθαρ, οι αρχιερείς.
Γ Βασ. 4,5 καὶ Ὀρνία υἱὸς Νάθαν ἐπὶ τῶν καθεσταμένων καὶ Ζαβούθ υἱὸς Νάθαν ἑταῖρος τοῦ βασιλέως
Γ Βασ. 4,5 Ο Ορνίας ο υιός του Ναθαν, ο οποίος ήτο αρχηγός των κατά περιοχάς αρχόντων, ο Ζαβούθ ο υιός του Ναθαν, ο έμπιστος φίλος του βασιλέως,
Γ Βασ. 4,6 καὶ Ἀχιὴλ ἦν οἰκονόμος καὶ Ἐλιὰβ υἱὸς Σὰφ ἐπὶ τῆς πατριᾶς καὶ Ἀδωνιρὰμ υἱὸς Ἐφρὰ ἐπὶ τῶν φόρων.
Γ Βασ. 4,6 ο Αχιήλ, ο οποίος ήτο οικονόμος του παλατίου, ο Ελιάβ ο υιός του Σαφ, ο οποίος ήτο επί του οίκου του βασιλέως, ο Αδωνιράμ ο υιός του Εφρά, ο οποίος ήτο επί των μεταφορών.
Γ Βασ. 4,7 καὶ τῷ Σαλωμὼν δώδεκα καθεσταμένοι ἐπὶ πάντα Ἰσραὴλ χορηγεῖν τῷ βασιλεῖ καὶ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ· μῆνα ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ἐγίνετο ἐπὶ τὸν ἕνα χορηγεῖν.
Γ Βασ. 4,7 Ο Σολομών είχε δώδεκα άρχοντας εις ισαρίθμους περιοχάς επί όλου του Ισραηλιτικού λαού, δια να προμηθεύουν εις αυτόν και τον οίκον του όσα εχρειάζοντο προς συντήρησίν του. Ενα μήνα κάθε έτος είχεν αναλάβει έκαστος από αυτούς να χορηγή στον βασιλέα τα προς διατροφήν.
Γ Βασ. 4,8 καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα αὐτῶν· Βενὼρ ἐν ὄρει Ἐφραίμ, εἷς·
Γ Βασ. 4,8 Αυτά δε ήσαν τα ονόματα των κατά περιοχάς αρχόντων αυτών· Ο Βενώρ εις την ορεινήν περιοχήν Εφραίμ,
Γ Βασ. 4,9 υἱὸς Δακὰρ ἐν Μαχεμὰς καὶ ἐν Σαλαβὶν καὶ Βαιθσαμὺς καὶ Αἰλὼν ἕως Βηθανάν, εἷς·
Γ Βασ. 4,9 ο υιός Δακάρ εις την περιοχήν Μεχαμάς, εις Σαλαβίν, εις Βαιθσαμύς και εις Αιλών έως Βηθανάν·
Γ Βασ. 4,10 υἱὸς Ἐσδὶ ἐν Ἀραβώθ, αὐτοῦ Σωχὼ καὶ πᾶσα ἡ γῆ Ὀφέρ·
Γ Βασ. 4,10 ο υιός του Εσδί εις Αραβώθ. Εις αυτόν υπήγετο η Σωχώ και όλη η χώρα Οφέρ.
Γ Βασ. 4,11 Χαναδὰβ καὶ Ἀναφαθέ, ἀνὴρ Ταβλήθ, θυγάτηρ Σαλωμὼν ἦν αὐτῷ εἰς γυναῖκα, εἷς·
Γ Βασ. 4,11 Εις Χαναδάβ και Αναφαθέ ο ανήρ της Ταβλήθ, μιας θυγατρός του Σολομώντος, την οποίαν αυτός είχε λάδει ως σύζυγον.
Γ Βασ. 4,12 Βαανὰ υἱὸς Ἀχιλὶδ Θαανὰχ καὶ Μαγεδδὼ καὶ πᾶς ὁ οἶκος Σὰν ὁ παρὰ Σεσαθὰν ὑποκάτω τοῦ Ἐσραὲ καὶ ἐκ Βηθσὰν ἕως Σαβελμαουλᾶ, ἕως Μαεβὲρ Λουκάμ, εἷς·
Γ Βασ. 4,12 Ο Βαανά ο υιός του Αχιλίδ, έχων δικαιοδοσίαν εις Θαανάχ και Μαγεδδώ και επί όλου του οίκου του Σαν, του ευρισκομένου πλησίον της Σεσαθάν κάτω του Εσραέ και από την Βηθσάν μέχρι Σαβελμαουλά, μέχρι του Μαεβέρ Λουκάμ.
Γ Βασ. 4,13 υἱὸς Γαβὲρ ἐν Ῥεμὰθ Γαλαάδ, τούτῳ σχοίνισμα Ἐρεγαβά, ἣ ἐν τῇ Βασάν, ἑξήκοντα πόλεις μεγάλαι τειχήρεις καὶ μοχλοὶ χαλκοῖ, εἷς·
Γ Βασ. 4,13 Ο υιός Γαβέρ έχων δικαιοδοσίαν εις Ρεμάθ Γαλαάδ. Εις αυτόν υπήγετο η περιοχή Ερεγαβά, η οποία περιελαμβάνετο εις την Βασάν. Εκεί υπήρχον εξήκοντα μεγάλαι πόλεις ωχυρωμέναι με τείχη, εις τας πύλας των οποίων υπήρχαν μοχλοί χάλκινοι.
Γ Βασ. 4,14 Ἀχιναδὰβ υἱὸς Σαδδὼ Μααναΐμ, εἷς·
Γ Βασ. 4,14 Ο Αχιναδάβ, ο υιός του Σαδδώ, εις Μααναΐμ,
Γ Βασ. 4,15 Ἀχιμαὰς ἐν Νεφθαλίμ, καὶ οὗτος ἔλαβε τὴν Βασεμμὰθ θυγατέρα Σαλωμὼν εἰς γυναῖκα, εἷς·
Γ Βασ. 4,15 ο Αχιμαάς εις Νεφθαλίμ. Αυτός έλαβεν ως σύζυγόν του την Βασεμμάθ, θυγατέρα του Σολομώντος.
Γ Βασ. 4,16 Βαανᾶ υἱὸς Χουσὶ ἐν Ἀσὴρ καὶ ἐν Βααλώθ, εἷς·
Γ Βασ. 4,16 Ο Βαανά ο υιός Χουσί εις την Ασήρ και την Βααλώθ,
Γ Βασ. 4,17 Σαμαὰ υἱὸς Ἠλὰ ἐν τῷ Βενιαμίν·
Γ Βασ. 4,17 Ο Σαμαά υιός του Ηλά εις την περιοχήν Βενιαμίν,
Γ Βασ. 4,18 Γαβὲρ υἱὸς Ἀδαΐ ἐν τῇ γῇ Γάδ, καὶ Σηὼν βασιλέως τοῦ Ἐσεβὼν καὶ Ὢγ βασιλέως τοῦ Βασάν· καὶ νασὶφ εἷς ἐν γῇ Ἰούδα·
Γ Βασ. 4,18 Ο Γαβέρ υιός του Αδαῒ εις την χώραν Γαδ και την χώραν του Σηών του βασιλέως της πόλεως Εσεβών και του Ωγ του βασιλέως της χώρας Βασάν. Ο Νασίφ ήτο εις την Ιουδαίαν.
Γ Βασ. 4,19 Ἰωσαφὰτ υἱὸς Φουασοὺδ ἐν Ἰσσάχαρ.
Γ Βασ. 4,19 Δωδέκατος δε ήτο ο Ιωσαφάτ ο υιός του Φουασούδ, εις την περιοχήν Ισσάχαρ.
Γ Βασ. 20 καὶ Ἰσραὴλ πολλοὶ ὡς ἡ ἄμμος ἡ ἐπὶ τῆς θαλάσσης εἰς πλῆθος ἔσθοντες καὶ πίνοντες καὶ εὐφραινόμενοι.
Γ Βασ. 4,20 Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίται ήσαν πολλοί, ωσάν την άμμον της θαλάσσης κατά το πλήθος. Αυτοί έτρωγαν και έπιναν και ηυφραίνοντο.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:38 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5- Η σοφία του Σολομώντα και η ευημερία του λαού.
Προετοιμασία για την ανοικοδόμηση του λαού.


Η σοφία του Σολομώντα και η ευημερία του λαού
Γ Βασ. 5,1 [Καὶ Σαλωμὼν ἦν ἐξουσιάζων ἐν πᾶσι τοῖς βασιλείοις ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ γῆς ἀλλοφύλων καὶ ἕως ὁρίου Αἰγύπτου προσεγγίζοντες δῶρα καὶ δουλεύοντες τῷ Σαλωμὼν πάσας ἡμέρας ζωῆς αὐτοῦ.] Καὶ ἐχορήγουν οἱ καθεσταμένοι οὕτως τῷ βασιλεῖ Σαλωμὼν καὶ πάντα τὰ διαγγέλματα ἐπὶ τὴν τράπεζαν τοῦ βασιλέως, ἕκαστος μῆνα αὐτοῦ, οὐ παραλλάσσουσι λόγον·
Γ Βασ. 5,1 Ο Σολομών εξουσίαζεν εις όλας τας βασιλείας εκείνας, αι οποίαι εξετείνοντο από τον ποταμόν Ευφράτην έως την χώραν των Φιλισταίων και έως εις τα σύνορα της Αιγύπτου. Οι βασιλείς αυτοί προσέφεραν δώρα στον Σολομώντα και ήσαν υποτελείς εις αυτόν όλας τας ημέρας της ζωής του. Οι δε προαναφερθέντες δώδεκα τοπάρχαι επρομήθευον στον βασιλέα Σολομώντα, σύμφωνα με τας εντολάς τας οποίας είχον λάβει, όλα όσα εχρειάζετο δια την βασιλικήν τράπεζαν. Καθε ενας από αυτούς δι' ένα μήνα ανελάμβανε την χορήγησιν, Ολοι δε αυτοί ετηρούσαν με ακρίβειαν την υποχρέωσίν των αυτήν.
Γ Βασ. 5,2 καὶ τὰς κριθὰς καὶ τὸ ἄχυρον τοῖς ἵπποις καὶ τοῖς ἅρμασιν ᾖρον εἰς τὸν τόπον, οὗ ἂν ᾖ ὁ βασιλεύς, ἕκαστος κατὰ τὴν σύνταξιν αὐτοῦ. καὶ ταῦτα τὰ δέοντα τῷ Σαλωμὼν ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ· τριάκοντα κόροι σεμιδάλεως καὶ ἑξήκοντα κόροι ἀλεύρου κεκοπανισμένου.
Γ Βασ. 5,2 Οι τοπάρχαι αυτοί εφρόντιζαν να προμηθεύουν κριθήν και άχυρα δι' όλους τους ίππους και δι' εκείνους, που ήσαν ζευγμένοι εις τα βασιλικά πολεμικά άρματα. Αυτήν δε την τροφοδοσίαν των ίππων έφεραν στον τόπον, όπου εκάστοτε ευρίσκετο ο βασιλεύς. Καθένας από τους τοπάρχας αυτούς έφερε το μερίδιόν του. Τα δε προς διατροφήν απαιτούμενα δια την βασιλικήν τράπεζαν του Σολομώντος ήσαν εκάστην ημέραν τα εξής· Τριάκοντα κόροι σημιγδάλι, εξήκοντα κόροι αλεύρου κοπανισμένου,
Γ Βασ. 5,3 καὶ δέκα μόσχοι ἐκλεκτοὶ καὶ εἴκοσι βόες νομάδες καὶ ἑκατὸν πρόβατα ἐκτὸς ἐλάφων καὶ δορκάδων ἐκλεκτῶν, σιτευτά·
Γ Βασ. 5,3 δέκα εκλεκτά μοσχάρια καλοθρεμμένα, είκοσι βόδια από εκείνα που βόσκουν εις τα λειβάδια, εκατόν πρόβατα, εκτός βέβαια από τα ελάφια και τα ζαρκάδια, τα οποία ήσαν εκλεκτά και καλοθρεμμένα.
Γ Βασ. 5,4 ὅτι ἦν ἄρχων πέραν ποταμοῦ, καὶ ἦν αὐτῷ εἰρήνη ἐκ πάντων τῶν μερῶν κυκλόθεν.
Γ Βασ. 5,4 Ο Σολομών ήτο μέγας βασιλεύς, διότι εκυριαρχούσεν εις χώρας και πέραν του Ευφράτου ποταμού. Και μολονότι τοιαύτην έκτασιν είχεν η βασιλεία του, επικρατούσε εις όλην την περιοχήν εντός και γύρω της αυτοκρατορίας του ειρήνη.
Γ Βασ. 5,5 Καὶ ἔδωκε Κύριος φρόνησιν τῷ Σαλωμὼν καὶ σοφίαν πολλὴν σφόδρα καὶ χύμα καρδίας ὡς ἡ ἄμμος ἡ παρὰ τὴν θάλασσαν.
Γ Βασ. 5,5 Ο Κυριος έδωκεν στον Σολομώντα σύνεσιν και σοφίαν πολλήν και μεγάλην ευρύτητα αντιλήψεως, όση είναι η άμμος, που ευρίσκεται πλησίον εις την θάλασσαν.
Γ Βασ. 5,10 καὶ ἐπληθύνθη Σαλωμὼν σφόδρα ὑπὲρ τὴν φρόνησιν πάντων ἀρχαίων ἀνθρώπων καὶ ὑπὲρ πάντας φρονίμους Αἰγύπτου
Γ Βασ. 5,10 Ο Σολομών απέκτησε πολύ μεγάλην σοφίαν και σύνεσιν, μεγαλυτέραν από την σοφίαν και σύνεσιν όλων των αρχαίων ανδρών και αυτών ακόμη των σοφών της Αιγύπτου.
Γ Βασ. 5,11 καὶ ἐσοφίσατο ὑπὲρ πάντας τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐσοφίσατο ὑπὲρ Γαιθὰν τὸν Ζαρείτην καὶ τὸν Αἰνὰν καὶ τὸν Χαλκὰλ καὶ Δαρδὰ υἱοὺς Μάλ.
Γ Βασ. 5,11 Εγινε σοφώτερος από όλους τους ανθρώπους. Σοφώτερος από τον Γαιθάν τον Ζαρείτην, τον Αινάν, τον Χαλκάλ, τον Δαρδά, οι οποίοι ήσαν υιοί του Μαλ.
Γ Βασ. 5,12 καὶ ἐλάλησε Σαλωμὼν τρισχιλίας παραβολάς, καὶ ἦσαν ᾠδαὶ αὐτοῦ πεντακισχίλιαι.
Γ Βασ. 5,12 Ο Σολομών έγραψε τρεις χιλιάδες αποφθέγματα και παροιμίας και πέντε χιλιάδας ωδάς.
Γ Βασ. 5,13 καὶ ἐλάλησεν ὑπὲρ τῶν ξύλων ἀπὸ τῆς κέδρου τῆς ἐν τῷ Λιβάνῳ καὶ ἕως τῆς ὑσσώπου τῆς ἐκπορευομένης διὰ τοῦ τοίχου καὶ ἐλάλησε περὶ τῶν κτηνῶν καὶ περὶ τῶν πετεινῶν καὶ περὶ τῶν ἑρπετῶν καὶ περὶ τῶν ἰχθύων.
Γ Βασ. 5,13 Ωμίλησε δι' όλα τα δένδρα από τα μεγάλα κέδρα, που υπάρχουν στον Λιβανον, μέχρι του μικρού φυτού του υσσώπου, που φυτρώνει στους τοίχους. Ωμίλησε δια τα ζώα, δια τα πτηνά, δια τα ερπετά και δια τους ιχθύς.
Γ Βασ. 5,14 καὶ παρεγίνοντο πάντες οἱ λαοὶ ἀκοῦσαι τῆς σοφίας Σαλωμὼν καὶ ἐλάμβανε δῶρα παρὰ πάντων τῶν βασιλέων τῆς γῆς, ὅσοι ἤκουον τῆς σοφίας αὐτοῦ.
Γ Βασ. 5,14 Ολοι οι άνθρωποι προσήρχρντο να ακούσουν την σοφίαν του Σολομώντος. Ο δε Σολομών ελάμβανε δώρα από όλους τους βασιλείς της γης, όσοι ήρχοντο να ακούσουν την σοφίαν του.
Γ Βασ. 5,14α Καὶ ἔλαβε Σαλωμὼν τὴν θυγατέρα Φαραὼ αὐτῷ εἰς γυναῖκα καὶ εἰσήγαγεν αὐτὴν εἰς τὴν πόλιν Δαυὶδ ἕως συντελέσαι αὐτὸν τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸν οἶκον ἑαυτοῦ καὶ τὸ τεῖχος Ἱερουσαλήμ.
Γ Βασ. 5,14α Ο Σολομών επήρεν ως σύζυγόν του την θυγατέρα του Φαραώ της Αιγύπτου, την οποίαν και έφερεν εις την πόλιν Δαυίδ και την εγκατέστησεν εκεί, μέχρις ότου ετελείωσε την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου και του ιδικού του ανακτόρου και του τείχους, το οποίον περιέβαλλε την Ιερουσαλήμ.
Γ Βασ. 5,14β τότε ἀνέβη Φαραὼ βασιλεὺς Αἰγύπτου καὶ προκατελάβετο τὴν Γαζὲρ καὶ ἐνεπύρισεν αὐτὴν καὶ τὸν Χανανίτην τὸν κατοικοῦντα ἐν Μεργάβ, καὶ ἔδωκεν αὐτὰς Φαραὼ ἀποστολὰς θυγατρὶ αὐτοῦ γυναικὶ Σαλωμών, καὶ Σαλωμὼν ᾠκοδόμησε τὴν Γαζέρ.
Γ Βασ. 5,14β Τοτε δε ο Φαραώ ο βασιλεύς της Αιγύπτου εξεστράτευσε και κατέλαβε κατ' αρχάς την Γαζέρ, την οποίαν και επυρπόλησε. Κατόπιν υπέταξε τους Χαναναίους, οι οποίοι κατοικούσαν εις την Μεργάβ. Αυτάς δε τας χώρας έδωκεν ο Φαραώ ως προίκα εις την θυγατέρα του, την σύζυγον του Σολομώντος. Ο Σολομών ανοικοδόμησε τότε την πυρποληθείσαν Γαζέρ.

Προετοιμασία για την ανοικοδόμηση του λαού
Γ Βασ. 5,15 Καὶ ἀπέστειλε Χιρὰμ βασιλεὺς Τύρου τοὺς παῖδας αὐτοῦ χρῖσαι τὸν Σαλωμὼν ἀντὶ Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ὅτι ἀγαπῶν ἦν Χιρὰμ τὸν Δαυὶδ πάσας τὰς ἡμέρας.
Γ Βασ. 5,15 Ο δε βασιλεύς της πόλεως Τυρου, ο Χιράμ, έστειλεν ανθρώπους, δια να συγχαρή τον Σολομώντα, ο οποίος ανεδείχθη βασιλεύς αντί του πατρός του, διότι ο Χιράμ ήτο φίλος του Δαυίδ όλας τας ημέρας της ζωής του.
Γ Βασ. 5,16 καὶ ἀπέστειλε Σαλωμὼν πρὸς Χιρὰμ λέγων·
Γ Βασ. 5,16 Ο Σολομών έστειλεν ανθρώπους και παρεκάλεσε τον Χιράμ λέγων·
Γ Βασ. 5,17 σὺ οἶδας τὸν πατέρα μου Δαυὶδ ὅτι οὐκ ἠδύνατο οἰκοδομῆσαι οἶκον τῷ ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ μου ἀπὸ προσώπου τῶν πολέμων τῶν κυκλωσάντων αὐτὸν ἕως τοῦ δοῦναι Κύριον αὐτοὺς ὑπὸ τὰ ἴχνη τῶν ποδῶν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 5,17 “συ γνωρίζεις ότι ο πατήρ μου ο Δαυίδ δεν ημπορούσε να ανοικοδομήση ναόν προς δόξαν και τιμήν του ονόματος του Κυρίου του Θεού μου εξ αιτίας των πολέμων, τους οποίους είχε διεξαγάγει ολόγυρα, μέχρις ότου ο Κυριος υπέταξεν υπό τους πόδας του Δαυίδ όλους αυτούς τους εχθρούς του.
Γ Βασ. 5,18 καὶ νῦν ἀνέπαυσε Κύριος ὁ Θεός μου ἐμοὶ κυκλόθεν· οὐκ ἔστιν ἐπίβουλος καὶ οὐκ ἔστιν ἁμάρτημα πονηρόν.
Γ Βασ. 5,18 Και τώρα Κυριος ο Θεός έδωσεν εις εμέ ειρήνην και ησυχίαν από τους γύρω μου εχθρούς. Κανείς πλέον εχθρός δεν υπάρχει, ούτε και υφίσταται κανένα θέμα επικίνδυνον και πονηρόν, ικανόν να διαταράξη την ειρήνην.
Γ Βασ. 5,19 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ λέγω οἰκοδομῆσαι οἶκον τῷ ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ μου, καθὼς ἐλάλησε Κύριος ὁ Θεὸς πρὸς Δαυὶδ τὸν πατέρα μου, λέγων· ὁ υἱός σου, ὃν δώσω ἀντὶ σοῦ ἐπὶ τὸν θρόνον σου, οὗτος οἰκοδομήσει τὸν οἴκον τῷ ὀνόματί μου.
Γ Βασ. 5,19 Και έτσι εγώ λέγω και επήρα την απόφασιν, να οικοδομήσω ναόν στο όνομα Κυρίου του Θεού μου, όπως είπε Κυριος ο Θεός προς τον πατέρα μου τον Δαυίδ λέγων· Ο υιός σου, τον οποίον εγώ προορίζω να σε διαδεχθή στον βασιλικόν σου θρόνον, αυτός θα οικοδομήση τον ναόν επ' ονόματί μου.
Γ Βασ. 5,20 καὶ νῦν ἔντειλαι καὶ κοψάτωσάν μοι ξύλα ἐκ τοῦ Λιβάνου, καὶ ἰδοὺ οἱ δοῦλοί μου μετὰ τῶν δούλων σου· καὶ τὸν μισθὸν δουλείας σου δώσω σοι κατὰ πάντα, ὅσα ἂν εἴπῃς, ὅτι σὺ οἶδας ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν εἰδὼς ξύλα κόπτειν καθὼς οἱ Σιδώνιοι.
Γ Βασ. 5,20 Και τώρα δώσε εντολήν να κόψουν δι' εμέ ξύλα από τα δένδρα του όρους Λιβάνου. Ιδού οι δούλοι μου είναι εις την διάθεσίν σου, δια να συνεργασθούν με τους ιδικούς σου δούλους. Εγώ δε θα δώσω ως μισθόν δια τους δούλους σου ο,τι συ μου ζητήσης. Ας αναλάβουν οι δούλοι σου το κόψιμο των δένδρων, διότι, όπως και συ γνωρίζεις, δεν υπάρχουν εις την περιοχήν μας ξυλοκόποι ικανοί, όπως είναι οι Σιδώνιοι”.
Γ Βασ. 5,21 καὶ ἐγενήθη καθὼς ἤκουσε Χιρὰμ τῶν λόγων Σαλωμών, ἐχάρη σφόδρα καὶ εἶπεν· εὐλογητὸς ὁ Θεὸς σήμερον, ὃς ἔδωκε τῷ Δαυὶδ υἱὸν φρόνιμον ἐπὶ τὸν λαὸν τὸν πολὺν τοῦτον
Γ Βασ. 5,21 Οταν ο Χιράμ ήκουσε τα λόγια αυτά του Σολομώντος εχάρη πάρα πολύ και είπε· “δοξασμένος ας είναι σήμερον ο Θεός, ο οποίος έδωσεν στον Δαυίδ υιόν τόσον συνετόν ως κυβερνήτην δια τον πολυάριθμον αυτόν λαόν του Ισραήλ”.
Γ Βασ. 5,22 καὶ ἀπέστειλε πρὸς Σαλωμὼν λέγων· ἀκήκοα περὶ πάντων, ὧν ἀπέσταλκας πρός με· ἐγὼ ποιήσω πᾶν θέλημά σου, ξύλα κέδρινα καὶ πεύκινα·
Γ Βασ. 5,22 Ο Χιράμ απήντησε προς τον Σολομώντα και του είπε· “ήκουσα με προσοχήν όλα εκείνα, τα οποία μου παρήγγειλες. Εγώ θα κάμω κάθε τι, που μου εζήτησες, δηλαδή να προμηθεύσω εις σε ξύλα από κέδρον και πεύκην.
Γ Βασ. 5,23 οἱ δοῦλοί μου κατάξουσιν αὐτὰ ἐκ τοῦ Λιβάνου εἰς τὴν θάλασσαν, ἐγὼ θήσομαι αὐτὰ σχεδίας ἕως τοῦ τόπου, οὗ ἐὰν ἀποστείλῃς πρός με, καὶ ἐκτινάξω αὐτὰ ἐκεῖ, καὶ σὺ ἀρεῖς· καὶ ποιήσεις τὸ θέλημά μου, τοῦ δοῦναι ἄρτους τῷ οἴκῳ μου.
Γ Βασ. 5,23 Οι δούλοι μου θα κόψουν και θα καταβιβάσουν αυτά από το όρος Λιβανον εις την θάλασσαν, θα τα τοποθετήσω επάνω εις σχεδίας και θα τα μεταφέρω δια θαλάσσης έως εις την παράλιον περιοχήν, την οποίαν συ θα μου ορίσης. Εκεί εγώ θα τα αποθέσω, και από εκεί εσύ θα τα πάρης. Συ δε θα εκπληρώσης και το ιδικόν μου θέλημα θα δώσης δηλαδή τρόφιμα στον οίκον μου”.
Γ Βασ. 5,24 καὶ ἦν Χιρὰμ διδοὺς τῷ Σαλωμὼν κέδρους καὶ πεύκας καὶ πᾶν θέλημα αὐτοῦ.
Γ Βασ. 5,24 Πράγματι ο Χιράμ εχορηγούσε στον Σολομώντα κέδρα και πεύκα και ο,τι άλλο εκείνος ήθελε.
Γ Βασ. 5,25 καὶ Σαλωμὼν ἔδωκε τῷ Χιρὰμ εἴκοσι χιλιάδας κόρους πυροῦ καὶ μαχεὶρ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ καὶ εἴκοσι χιλιάδας βαὶθ ἐλαίου κεκομμένου· κατὰ τοῦτο ἐδίδου Σαλωμὼν τῷ Χιρὰμ κατ᾿ ἐνιαυτόν.
Γ Βασ. 5,25 Ο δε Σολομών έδιδε τακτικώς στον Χιράμ τέσσαρα και πλέον εκατομμύρια κιλά σίτου και τροφάς δια τον βασιλικόν του οίκον. Ακόμη δε τετρακοσίας είκοσι χιλιάδας και πλέον κιλά ελαίου από τα ελαιοπιεστήρια. Αυτό το ποσόν έδιδε κάθε έτος ο Σολομών στον Χιράμ.
Γ Βασ. 5,26 καὶ Κύριος ἔδωκε σοφίαν τῷ Σαλωμών, καθὼς ἐλάλησεν αὐτῷ· καὶ ἦν εἰρήνη ἀνὰ μέσον Χιρὰμ καὶ ἀνὰ μέσον Σαλωμών, καὶ διέθεντο διαθήκην ἀνὰ μέσον αὐτῶν.
Γ Βασ. 5,26 Ο Κυριος έδωσε σοφίαν στον Σολομώντα, όπως είχεν υποσχεθή εις αυτόν. Και επικρατούσε ειρήνη μεταξύ του Χιράμ και του Σολομώντος. Αυτοί συνήψαν συμφωνίαν μεταξύ των.
Γ Βασ. 5,27 καὶ ἀνήνεγκεν ὁ βασιλεὺς φόρον ἐκ παντὸς Ἰσραήλ, καὶ ἦν ὁ φόρος τριάκοντα χιλιάδες ἀνδρῶν.
Γ Βασ. 5,27 Ο βασιλεύς του Ισραηλιτικού λαού, ο Σολομών, ώρισεν ως αχθοφόρους από όλους τους Ισραηλίτας τριάντα χιλιάδες άνδρας.
Γ Βασ. 5,28 καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς εἰς τὸν Λίβανον, δέκα χιλιάδες ἐν τῷ μηνί, ἀλλασσόμενοι, μῆνα ἦσαν ἐν τῷ Λιβάνῳ καὶ δύο μῆνας ἐν οἴκῳ αὐτῶν· καὶ Ἀδωνιρὰμ ἐπὶ τοῦ φόρου.
Γ Βασ. 5,28 Εστειλε δε αυτούς εις τα όρος Λιβανον, δια να εργάζωνται ανά δέκα χιλιάδες κατά μήνα. Αυτοί ενηλλάσσοντο, ώστε ένα μήνα ήσαν στον Λιβανον και δύο μήνας ευρίσκοντο εις τα σπίτια των. Επόπτης δε αυτών ήτο ο Αδωνιράμ.
Γ Βασ. 5,29 καὶ ἦν τῷ Σαλωμὼν ἑβδομήκοντα χιλιάδες αἴροντες ἄρσιν καὶ ὀγδοήκοντα χιλιάδες λατόμων ἐν τῷ ὄρει,
Γ Βασ. 5,29 Υπήρχον ακόμη εις την υπηρεσίαν του Σολομώντος εβδομήκοντα χιλιάδες αχθοφόροι και ογδοήκοντα χιλιάδες λατόμοι στο όρος.
Γ Βασ. 5,30 χωρὶς τῶν ἀρχόντων τῶν καθεσταμένων ἐπὶ τῶν ἔργων τῷ Σαλωμών, τρεῖς χιλιάδες καὶ ἑξακόσιοι ἐπιστάται οἱ ποιοῦντες τὰ ἔργα.
Γ Βασ. 5,30 Εις αυτούς δεν συμπεριελαμβάνοντο οι επόπται των έργων, τους οποίους είχε διορίσει ο Σολομών και των οποίων ο αριθμός ανήρχετο εις τρεις χιλιάδας εξακοσίους.
Γ Βασ. 5,32 καὶ ἡτοίμασαν τοὺς λίθους καὶ τὰ ξύλα τρία ἔτη.
Γ Βασ. 5,32 Αυτοί εργαζόμενοι επί τρία κατά συνέχειαν έτη ητοίμασαν όλους τους λίθους και τα ξύλα.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:39 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6- Η ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντα. Το εσωτερικό του Ναού.

Η ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντα
Γ Βασ. 6,1 Καὶ ἐγενήθη ἐν τῷ τεσσαρακοστῷ καὶ τετρακοσιοστῷ ἔτει τῆς ἐξόδου υἱῶν Ἰσραὴλ ἐξ Αἰγύπτου, τῷ ἔτει τῷ τετάρτῳ ἐν μηνὶ τῷ δευτέρῳ βασιλεύοντος τοῦ βασιλέως Σαλωμὼν ἐπὶ τὸν Ἰσραήλ, (Κεφ. Ε 31 )
Γ Βασ. 6,1 Κατά το τετρακοσιοστόν τεσσαρακοστόν έτος από της εξόδου των Ισραηλιτών εκ της Αιγύπτου και κατά τον δεύτερον μήνα του τετάρτου έτους, που εβασίλευεν ο Σολομών στον ισραηλιτικόν λαόν,
Γ Βασ. 6,1α καὶ ἐνετείλατο ὁ βασιλεὺς ἵνα αἴρωσι λίθους μεγάλους τιμίους εἰς τὸν θεμέλιον τοῦ οἴκου, καὶ λίθους ἀπελεκήτους. (Κεφ. Ε 32)
Γ Βασ. 6,1α ο βασιλεύς Σολομών διέταξε και μετέφεραν τους μεγάλους και ωραίους λίθους δια τα θεμέλια του ναού. Αυτοί δε οι λίθοι ήσαν απελέκητοι.
Γ Βασ. 6,1β καὶ ἐπελέκησαν οἱ υἱοὶ Σαλωμὼν καὶ οἱ υἱοὶ Χιρὰμ καὶ ἔβαλαν αὐτούς.
Γ Βασ. 6,1β Αυτούς τους λίθους είχον κόψει προηγουμένως οι δούλοι του Σολομώντος και οι δούλοι του Χιράμ από το όρος και κατόπιν, αφού τους επελέκησαν, τους έθεσαν ως θεμέλιον του ναού.
Γ Βασ. 6,1γ ἐν τῷ ἔτει τῷ τετάρτῳ ἐθεμελίωσε τὸν οἶκον Κυρίου ἐν μηνὶ Νισώ, καὶ τῷ δευτέρῳ μηνὶ
Γ Βασ. 6,1γ Κατά δε το τέταρτον έτος και τον μήνα Νισώ, τον δεύτερον αυτόν μήνα, εθεμελίωσεν ο Σολομών τον ναόν του Κυρίου.
Γ Βασ. 6,1δ ἐν ἑνδεκάτῳ ἐνιαυτῷ, ἐν μηνὶ Βαὰλ (οὗτος ὁ μὴν ὁ ὄγδοος) συνετελέσθη ὁ οἶκος εἰς πάντα λόγον αὐτοῦ καὶ εἰς πᾶσαν διάταξιν αὐτοῦ.
Γ Βασ. 6,1δ Κατά δε το ενδέκατον έτος, τον μήνα Βαάλ (αυτός είναι ο όγδοος μην) απεπερατώθη ο ναός του Θεού καθ' όλην την αρχιτεκτονικήν αυτού και την άλλην τάξιν.
Γ Βασ. 6,2 καὶ ὁ οἶκος, ὃν ᾠκοδόμησεν ὁ βασιλεὺς τῷ Κυρίῳ, τεσσαράκοντα ἐν πήχει μῆκος αὐτοῦ καὶ εἴκοσιν ἐν πήχει πλάτος αὐτοῦ καὶ πέντε καὶ εἴκοσιν ἐν πήχει τὸ ὕψος αὐτοῦ.
Γ Βασ. 6,2 Ο οίκος αυτός του Κυρίου, τον οποίον ανοικοδόμησεν ο βασιλεύς Σολομών προς τιμήν του Κυρίου, είχε μήκος μεν τεσσαράκοντα εβραϊκούς πήχεις, πλάτος είκοσι πήχεις και οψος είκοσι πέντε πήχεις.
Γ Βασ. 6,3 καὶ τὸ αἰλὰμ κατὰ πρόσωπον τοῦ ναοῦ, εἴκοσιν ἐν πήχει μῆκος αὐτοῦ εἰς τὸ πλάτος τοῦ οἴκου καὶ δέκα ἐν πήχει τὸ πλάτος αὐτοῦ κατὰ πρόσωπον τοῦ οἴκου. καὶ ᾠκοδόμησε τὸν οἶκον καὶ συνετέλεσεν αὐτόν.
Γ Βασ. 6,3 Εμπρός στον ναόν υπήρχεν η στοα. Το μήκος της προσόψεώς της ήτο τόσοι, πήχεις, όσον ήτο το πλάτος του ναού, δηλαδή είκοσι πήχεις. Το δε βάθος της στοάς, που έφθανε μέχρι του ναού, ήτο δέκα πήχεις. Ετσι ανοικοδόμησε και έφερεν εις πέρας ο Σολομών τον ναόν τούτον του Κυρίου.
Γ Βασ. 6,4 καὶ ἐποίησε τῷ οἴκῳ θυρίδας παρακυπτομένας κρυπτάς.
Γ Βασ. 6,4 Ο βασιλεύς διέταξε και κατεσκεύασαν στον ναόν παράθυρα με κιγκλιδώματα.
Γ Βασ. 6,5 καὶ ἔδωκεν ἐπὶ τὸν τοῖχον τοῦ οἴκου μέλαθρα κυκλόθεν τῷ ναῷ καὶ τῷ δαβὶρ καὶ ἐποίησε πλευρὰς κυκλόθεν.
Γ Βασ. 6,5 Προς τον παρά τον τοίχον του κυρίως ναού χώρον και γύρω από τον ναόν τούτον και από το άδυτον του ναού διέταξεν ο Σολομών και κατεσκεύασαν δωμάτια. Τα δωμάτια ήσαν εις επαλλήλους ορόφους γύρω από τον ναόν.
Γ Βασ. 6,6 ἡ πλευρὰ ἡ ὑποκάτω πέντε πήχεων ἐν πήχει τὸ πλάτος αὐτῆς, καὶ τὸ μέσον ἕξ, καὶ ἡ τρίτη ἑπτὰ ἐν πήχει τὸ πλάτος αὐτῆς· ὅτι διάστημα ἔδωκε τῷ οἴκῳ κυκλόθεν ἔξωθεν τοῦ οἴκου, ὅπως μὴ ἐπιλαμβάνωνται τῶν τοίχων τοῦ οἴκου.
Γ Βασ. 6,6 Ο πρώτος όροφος, ο κατώτερος, είχε πλάτος πέντε πήχεις, ο μεσαίος εξ πήχεις και ο τρίτος επτά πήχεις. Μεταξύ των οικοδομημάτων αυτών και του κυρίως ναού υπήρχε, σεβασμού ένεκεν, μία απόστασις, δια να μη εγγίζουν αυτά τα οικοδομήματα στον τοίχον του ναού.
Γ Βασ. 6,7 καὶ ὁ οἶκος ἐν τῷ οἰκοδομεῖσθαι αὐτὸν λίθοις ἀκροτόμοις ἀργοῖς ᾠκοδομήθη, καὶ σφῦρα καὶ πέλεκυς καὶ πᾶν σκεῦος σιδηροῦν οὐκ ἠκούσθη ἐν τῷ οἴκῳ ἐν τῷ οἰκοδομεῖσθαι αὐτόν.
Γ Βασ. 6,7 Δια την ανοικοδόμησιν του ναού εχρησιμοποιήθησαν συμπαγείς λίθοι, οι οποίοι δεν είχον ανάγκην κατεργασίας. Ησαν μεγάλοι και έτοιμοι. Ετσι δε κανένα σιδερένιο εργαλείον, κανείς πέλεκυς και κανένα σφυρί δεν ηκούσθη στον ναόν κατά το διάστημα της ανοικοδομήσεως.
Γ Βασ. 6,8 καὶ ὁ πυλὼν τῆς πλευρᾶς τῆς ὑποκάτωθεν ὑπὸ τὴν ὠμίαν τοῦ οἴκου τὴν δεξιάν, καὶ ἑλικτὴ ἀνάβασις εἰς τὸ μέσον καὶ ἐκ τῆς μέσης ἐπὶ τὰ τριώροφα,
Γ Βασ. 6,8 Εις το δεξιόν μέρος του ναού, στο ισόγειον των παραπλεύρως οικοδομημάτων, υπήρχε μία πύλη, η οποία με ελικοειδή κλίμακα ωδηγούσε στον μεσαίον όροφον και από εκεί στον τρίτον όροφον.
Γ Βασ. 6,9 καὶ ᾠκοδόμησε τὸν οἶκον καὶ συνετέλεσεν αὐτόν· καὶ ἐκοιλοστάθμησε τὸν οἶκον κέδροις.
Γ Βασ. 6,9 Ο Σολομών οικοδόμησε και έφερεν εις πέρας τον ναόν. Εχρησιμοποίησε δε δια τον ναόν ξυλείαν από κέδρους.
Γ Βασ. 6,10 καὶ ᾠκοδόμησε τοὺς ἐνδέσμους δι᾿ ὅλου τοῦ οἴκου πέντε ἐν πήχει τὸ ὕψος αὐτοῦ, καὶ συνέσχε τὸν σύνδεσμον ἐν ξύλοις κεδρίνοις.
Γ Βασ. 6,10 Ανοικοδόμησε γύρω από τον ναόν και δωμάτια. Το ύψος του κάθε δωματίου ήτο πέντε πήχεις. Δια το όλον αυτό οικοδομικόν συγκρότημα εχρησιμοποίησε κέδρους.
Γ Βασ. 6,11 [Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς Σαλωμὼν λέγων·
Γ Βασ. 6,11 Είπε δε τότε ο Κυριος προς τον Σολομώντα·
Γ Βασ. 6,12 ὁ οἶκος οὗτος, ὃν σὺ οἰκοδομεῖς, ἐὰν ὁδεύῃς τοῖς προστάγμασί μου καὶ τὰ κρίματά μου ποιῇς καὶ φυλάσσῃς πάσας τὰς ἐντολάς μου ἀναστρέφεσθαι ἐν αὐταῖς, στήσω τὸν λόγον μου, ὃν ἐλάλησα πρὸς Δαυὶδ τὸν πατέρα σου
Γ Βασ. 6,12 “ο ναός αυτός, τον οποίον συ οικοδομείς, θα δοξασθή και θα με δόξαση, εάν συ πορευθής σύμφωνα με τα προστάγματά μου και εφαρμόσης τας αποφάσεις μου και φυλάξης όλας τας εντολάς μου, αναστρεφόμενος και ζων σύμφωνα με αυτά. Και τότε εγώ θα τηρήσω και θα εφαρμόσω την υπόσχεσιν, την οποίαν έδωκα στον πατέρα σου Δαυίδ·
Γ Βασ. 6,13 καὶ κατασκηνώσω ἐν μέσῳ υἱῶν Ἰσραὴλ καὶ οὐκ ἐγκαταλείψω τὸν λαόν μου Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 6,13 θα κατασκηνώσω δηλαδή εν μέσω του Ισραηλιτικού λαού και δεν θα εγκαταλείψω ποτέ τον λαόν μου τον ισραηλιτικόν”.

Το εσωτερικό του Ναού
Γ Βασ. 6,14 καὶ ᾠκοδόμησε Σαλωμὼν τὸν οἶκον καὶ συνετέλεσε αὐτόν.]
Γ Βασ. 6,14 Ο Σολομών, οικοδομών κατ' αυτόν τον τρόπον, επεράτωσε την ανοικοδόμησιν του ναού.
Γ Βασ. 6,15 καὶ ᾠκοδόμησε τοὺς τοίχους τοῦ οἴκου ἔσωθεν διὰ ξύλων κεδρίνων ἀπὸ τοῦ ἐδάφους τοῦ οἴκου καὶ ἕως τῶν τοίχων καὶ ἕως τῶν δοκῶν· ἐκοιλοστάθμησε συνεχόμενα ξύλοις ἔσωθεν καὶ περιέσχε τὸ ἔσω τοῦ οἴκου ἐν πλευραῖς πευκίναις.
Γ Βασ. 6,15 Ενέδυσε δε τους εσωτερικούς τοίχους του ναού από το έδαφος έως εις τας δοκούς της οροφής με ξύλα κέδρινα εφαρμοστά. Ολον το δάπεδον του ναού έστρωσε με σανίδας εκ πεύκων.
Γ Βασ. 6,16 καὶ ᾠκοδόμησε τοὺς εἴκοσι πήχεις ἀπ᾿ ἄκρου τοῦ τοίχου τὸ πλευρὸν τὸ ἓν ἀπὸ τοῦ ἐδάφους ἕως τῶν δοκῶν, καὶ ἐποίησε ἐκ τοῦ δαβὶρ εἰς τὸ ἅγιον τῶν ἁγίων.
Γ Βασ. 6,16 Εις το εσωτερικόν του ναού και εις απόστασιν είκοσι πήχεων από την οπισθίαν πλευράν του κυρίως ναού ανήγειρεν από το έδαφος έως εις την οροφήν το δαβίρ, τα άγια των αγίων.
Γ Βασ. 6,17 καὶ τεσσαράκοντα πήχεων ἦν ὁ ναὸς [ὁ ἐσώτατος
Γ Βασ. 6,17 Ο κυρίως ναός είχε μήκος τεσσαράκοντα πήχεις.
Γ Βασ. 6,18 καὶ διὰ κέδρου πρὸς τὸν οἶκον ἔσω πλοκὴν ἐπαναστήσεις καὶ πέταλον καὶ ἀνάγλυφα πάντα κέδρινα οὐκ ἐφαίνετο λίθος.]
Γ Βασ. 6,18 “Με σανίδας εκ κέδρων θα επενδύσης, είπεν ο Θεός, το εσωτερικόν του ναού. Με σανίδας εκ κέδρου, επί των οποίων θα είναι ανάγλυφα σκαλίσματα ανθέων. Αι σανίδες θα εφαρμόζουν μία προς την άλλην, ώστε να μη φαίνεται ο λίθινος τοίχος του ναού”.
Γ Βασ. 6,19 κατὰ πρόσωπον τοῦ δαβὶρ ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου ἔσωθεν δοῦναι ἐκεῖ τὴν κιβωτὸν διαθήκης Κυρίου.
Γ Βασ. 6,19 Το τμήμα του ναού, που ελέγετο Αγια, ήτο έμπροσθεν του αδύτου, το οποίον ευρίσκετο εις το βάθος του ναού. Εχρησίμευε δε το άδυτον, δια να τοποθετήται εκεί η Κιβωτός της Διαθήκης του Κυρίου.
Γ Βασ. 6,20 εἴκοσι πήχεις μῆκος καὶ εἴκοσι πήχεις πλάτος καὶ εἴκοσι πήχεις τὸ ὕψος αὐτοῦ, καὶ παριέσχεν αὐτὸ χρυσίῳ συγκεκλεισμένῳ. καὶ ἐποίησε θυσιαστήριον [κέδρου
Γ Βασ. 6,20 Το άδυτον, τα Αγια των Αγίων, είχον μήκος είκοσι πήχεις και πλάτος επίσης είκοσι πήχεις και ύψος είκοσι πήχεις. Τα εσωτερικά δε τοιχώματα τούτου είχον καλύψει με καθαρόν χρυσόν. Κατεσκεύασεν επίσης και το θυσιαστήριον του θυμιάματος από ξύλα κέδρινα.
Γ Βασ. 6,21 καὶ περιεπύλωσε Σαλωμὼν τὸν οἶκον ἔνδοθεν χρυσίῳ ἀποκλειστῷ καὶ παρήγαγεν ἐν καθηλώμασι χρυσίου.]
Γ Βασ. 6,21 Ο Σολομών ενέδυσεν εσωτερικώς τον ναόν με ελάσματα από καθαρόν χρυσόν, τα οποία εκάρφωσε με χρυσά καρφιά.
Γ Βασ. 6,21 κατὰ πρόσωπον τοῦ δαβίρ, καὶ περιέσχεν αὐτὸ χρυσίῳ.
Γ Βασ. 6,21 Ετοποθέτησε δε εμπρός εις τα Αγια των Αγίων το θυσιαστήριον του θυμιάματος, το οποίον εκάλυψεν επίσης με χρυσόν.
Γ Βασ. 6,22 καὶ ὅλον τὸν οἶκον περιέσχε χρυσίῳ ἕως συντελείας παντὸς τοῦ οἴκου [καὶ ὅλον τὸ ἔσω τοῦ δαβὶρ ἐπετάλωσε χρυσίῳ.]
Γ Βασ. 6,22 Ολα τα εσωτερικά τοιχώματα του ναού, από το δάπεδον και έως την οροφήν, εκάλυψε με χρυσόν. Ολον τον εσωτερικόν χώρον του Αδύτου εκάλυψεν επίσης με ελάσματα χρυσού.
Γ Βασ. 6,23 καὶ ἐποίησεν ἐν τῷ δαβὶρ δύο Χερουβὶμ δέκα πήχεων μέγεθος ἐσταθμωμένον.
Γ Βασ. 6,23 Μέσα δε στον χώρον αυτόν, εις τα Αγια Αγίων, ετοποθέτησε δύο Χερουβίμ, των οποίων το ύψος ήτο δέκα πήχεις με ακρίβειαν μετρημένους.
Γ Βασ. 6,24 καὶ πέντε πήχεων πτερύγιον τοῦ Χερουβὶμ τοῦ ἑνὸς καὶ πέντε πήχεων πτερύγιον αὐτοῦ τὸ δεύτερον, ἐν πήχει δέκα ἀπὸ μέρους πτερυγίου αὐτοῦ εἰς μέρος πτερυγίου αὐτοῦ·
Γ Βασ. 6,24 Η μία πτέρυξ του ενός Χερουβίμ είχε μήκος πέντε πήχεις. Πέντε πήχεις είχε και η άλλη πτέρυξ του ιδίου Χερουβίμ. Ετσι δε ήσαν δέκα πήχεις από το ένα άκρον της μιας πτέρυγος έως το άλλο άκρον της άλλης πτέρυγος του ιδίου Χερουβίμ.
Γ Βασ. 6,25 οὕτως τῷ Χερουβὶμ τῷ δευτέρῳ, ἐν μέτρῳ ἑνὶ συντέλεια μία ἀμφοτέροις.
Γ Βασ. 6,25 Τας αυτάς διαστάσεις είχε και το δεύτερον Χερουβίμ. Αι διαστάσεις και η μορφή ήσαν τα ίδια και δια τα δύο Χερουβίμ.
Γ Βασ. 6,26 καὶ τὸ ὕψος τοῦ Χεροὺβ τοῦ ἑνὸς δέκα ἐν πήχει, καὶ οὕτω τῷ Χεροὺβ τῷ δευτέρῳ.
Γ Βασ. 6,26 Το ύψος του ενός Χερουβείμ ήτο δέκα πήχεις. Επίσης δε δέκα πήχεις ήτο και το ύψος του άλλου Χερουβείμ.
Γ Βασ. 6,27 καὶ ἀμφότερα τὰ Χερουβὶμ ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου τοῦ ἐσωτάτου· καὶ διεπέτασε τὰς πτέρυγας αὐτῶν, καὶ ἥπτετο πτέρυξ μία τοῦ τοίχου, καὶ πτέρυξ Χεροὺβ τοῦ δευτέρου ἥπτετο τοῦ τοίχου τοῦ δευτέρου, καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ἐν μέσῳ τοῦ οἴκου ἥπτοντο πτέρυξ πτέρυγος.
Γ Βασ. 6,27 Και τα δύο Χερουβίμ ευρίσκοντο στο μέσον του χώρου, που ονομάζεται Αγια Αγίων. Είχον ανοικτάς τας πτέρυγάς των και η μία πτέρυξ του ενός Χερουβείμ ήγγιζεν στον τοίχον, η δε άλλη πτέρυξ του άλλου Χερουβείμ στον απέναντι τοίχον. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες των Χερουβίμ ήγγιζαν η μία την άλλην.
Γ Βασ. 6,28 καὶ περιέσχε τὰ Χερουβὶμ χρυσίῳ.
Γ Βασ. 6,28 Ο Σολομών περιέβαλε και αυτά τα Χερουβίμ με χρυσόν.
Γ Βασ. 6,29 καὶ πάντας τοὺς τοίχους τοῦ οἴκου κύκλῳ ἐγκολαπτὰ ἔγραψε γραφίδι Χερουβίμ, καὶ φοίνικες τῷ ἐσωτέρῳ καὶ τῷ ἐξωτέρῳ.
Γ Βασ. 6,29 Με ειδικόν δε εργαλείον εχάραξεν εις όλας τας εσωτερικάς και εξωτερικάς πλευράς του τοίχου του ναού και του αδύτου αναγλύφους μορφάς Χερουβίμ και φοινίκων.
Γ Βασ. 6,30 καὶ τὸ ἔδαφος τοῦ οἴκου περιέσχε χρυσίῳ, τοῦ ἐσωτάτου καὶ τοῦ ἐξωτάτου.
Γ Βασ. 6,30 Το δάπεδον δε του ναού, τόσον του εσωτάτου, του Αγίου των Αγίων, όσον και του εξωτερικού, των Αγίων, εκάλυψε με χρυσόν.
Γ Βασ. 6,31 καὶ τῷ θυρώματι τοῦ δαβὶρ ἐποίησε θύρας ξύλων ἀρκευθίνων εἰς φλιὰς πενταπλᾶς
Γ Βασ. 6,31 Κατεσκεύασε δε και θύραν του αδύτου, της οποίας τα πενταπλά θυρόφυλλα ήσαν από ξύλον αρκεύθου.
Γ Βασ. 6,32 καὶ δύο θύρας ξύλων πευκίνων καὶ ἐγκολαπτὸν ἐπ᾿ αὐτῶν ἐγκεκολαμμένα Χερουβὶμ καὶ φοίνικας καὶ πέταλα διαπεπετασμένα· καὶ περιέσχε χρυσίῳ καὶ κατέβαινεν ἐπὶ τὰ Χερουβὶμ καὶ ἐπὶ τοὺς φοίνικας τὸ χρυσίον.
Γ Βασ. 6,32 Εις τα θυρόφυλλα δέ, που είχαν κατασκευασθή από ξύλα πεύκου, είχαν χαραχθή ανάγλυφοι μορφαί Χερουβίμ, φοινίκων και ανοιγμένων ανθέων. Και αυτά τα ενέδυσε με χρυσόν. Ο χρυσός αυτός κατέβαινε και εις τας αναγλύφους μορφάς των Χερουβίμ και των φοινίκων.
Γ Βασ. 6,33 καὶ οὕτως ἐποίησε τῷ πυλῶνι τοῦ ναοῦ, φλιαὶ ξύλων ἀρκευθίνων, στοαὶ τετραπλῶς.
Γ Βασ. 6,33 Καθ' όμοιον τρόπον κατεσκεύασε θύραν δια τα Αγια του κυρίως ναού. Οι παραστάται αυτής ήσαν από ξύλον αρκεύθου. Το δε άνοιγμά της είχε σχήμα τετραπλεύρου.
Γ Βασ. 6,34 καὶ ἐν ἀμφοτέραις ταῖς θύραις ξύλα πεύκινα· δύο πτυχαὶ ἡ θύρα ἡ μία καὶ στροφεῖς αὐτῶν, καὶ δύο πτυχαὶ ἡ θύρα ἡ δευτέρα, στρεφόμενα·
Γ Βασ. 6,34 Και τα δύο θυρόφυλλα είχον καταακευασθή από ξύλα πεύκης. Το ένα θυρόφυλλον απετελείτο από δύο ξύλινα τμήματα, τα οποία δια στροφίγγων ανοιγόκλειαν. Επίσης και το άλλο θυρόφυλλον είχε κατασκευασθή από δύο ξύλινα τεμάχια, τα οποία δια στροφίγγων επίσης ανοιγόκλειαν.
Γ Βασ. 6,35 ἐγκεκολαμμένα Χερουβὶμ καὶ φοίνικες καὶ διαπεπετασμένα πέταλα καὶ περιεχόμενα χρυσίῳ καταγομένῳ ἐπὶ τὴν ἐκτύπωσιν.
Γ Βασ. 6,35 Επάνω εις αυτά είχαν χαραχθή Χερουβείμ, φοίνικες και άνθη με ανοικτά τα πέταλα. Είχον δε καλυφθή και αυτά με χρυσόν, ο οποίος εξετείνετο μέχρι και των αναγλύφων παραστάσεων.
Γ Βασ. 6,36 καὶ ᾠκοδόμησε τὴν αὐλὴν τὴν ἐσωτάτην τρεῖς στίχους ἀπελεκήτων, καὶ στίχος κατειργασμένης κέδρου κυκλόθεν.
Γ Βασ. 6,36 Εκτισε κύκλω την εσωτερικήν αυλήν με τρεις σειράς απελεκήτων λίθων και με μίαν σειράν από κέδρινα δοκάρια.
Γ Βασ. 6,36α καὶ ᾠκοδόμησε τὸ καταπέτασμα τῆς αὐλῆς τοῦ αἰλὰμ τοῦ οἴκου τοῦ κατὰ πρόσωπον τοῦ ναοῦ.
Γ Βασ. 6,36α Επίσης κατεσκεύασε το καταπέτασμα του προνάου, ο οποίος ευρίσκετο εμπρός στον κυρίως ναόν.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:43 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7
Άλλα κτίσματα του Σολομώντα. Η κατασκευή των σκευών του Ναού.
Τα υλικά για την κατασκευή του Ναού.


Άλλα κτίσματα του Σολομώντα
Γ Βασ. 7,1 Καὶ ἀπέστειλεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν καὶ ἔλαβε τὸν Χιρὰμ ἐκ Τύρου,
Γ Βασ. 7,1 Ο βασιλεύς Σολομών έστειλε και εκάλεσε από την Τυρον τον Χιράμ.
Γ Βασ. 7,2 υἱὸν γυναικὸς χήρας, καὶ οὗτος ἀπὸ τῆς φυλῆς τῆς Νεφθαλίμ, καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἀνὴρ Τύριος, τέκτων χαλκοῦ καὶ πεπληρωμένος τῆς τέχνης καὶ συνέσεως καὶ ἐπιγνώσεως τοῦ ποιεῖν πᾶν ἔργον ἐν χαλκῷ· καὶ εἰσηνέχθη πρὸς τὸν βασιλέα Σαλωμὼν καὶ ἐποίησε πάντα τὰ ἔργα.
Γ Βασ. 7,2 Αυτός ήτο υιός μιας χήρας από την φυλήν Νεφθαλίμ. Ο δε πατήρ του κατήγετο από την Τυρον. Είχεν ειδικότητα εις την κατεργασίαν του χαλκού. Είχεν ανεπτυγμένην την καλαισθησίαν και ήτο πλήρης σοφίας και αντιλήψεως, στο να κατασκευάζη κάθε έργον δια του χαλκού. Αυτός ωδηγήθη στον βασιλέα τον Σολομώντα και ανέλαβε να κατασκευάση όλα τα ιερά σκεύη.
Γ Βασ. 7,3 καὶ ἐχώνευσε τοὺς δύο στήλους τῷ αἰλὰμ τοῦ οἴκου, ὀκτωκαίδεκα πήχεις ὕψος τοῦ στύλου, καὶ περίμετρον τεσσαρεσκαίδεκα πήχεις ἐκύκλου αὐτόν, καὶ τὸ πάχος τοῦ στύλου τεσσάρων δακτύλων τὰ κοιλώματα, καὶ οὕτως ὁ στῦλος ὁ δεύτερος.
Γ Βασ. 7,3 Εχυσε και κατεσκεύασε δύο στύλους δια την είσοδον του ναού. Το ύψος του ενός στύλου ήτο δέκα οκτώ πήχεις, η δε περίμετρός του ήτο δέκα τέσσαρες πήχεις. Αι προεξοχαί των κοίλον ραβδώσεών του είχον πάχος τέσσαρας δακτύλους. Καθ' όμοιον τρόπον κατεσκευάσθη και ο δεύτερος στύλος.
Γ Βασ. 7,4 καὶ δύο ἐπιθέματα ἐποίησε δοῦναι ἐπὶ τὰς κεφαλὰς τῶν στύλων, χωνευτὰ χαλκᾶ· πέντε πήχεις τὸ ὕψος τοῦ ἐπιθέματος τοῦ ἑνός, καὶ πέντε πήχεις τὸ ὕψος τοῦ ἐπιθέματος τοῦ δευτέρου.
Γ Βασ. 7,4 Κατεσκεύασεν επίσης δύο κιονόκρανα, δια να τοποθετηθούν εις τας κορυφάς αυτών των στύλων. Τα έκαμε χωνευτά χάλκινα. Το ύψος του ενός κιονοκράνου ήτο πέντε πήχεις. Πέντε επίσης πήχεις ήτο και το ύψος του κιονοκράνου του άλλου στύλου.
Γ Βασ. 7,5 καὶ ἐποίησε δύο δίκτυα περικαλύψαι τὸ ἐπίθεμα τῶν στύλων, καὶ δίκτυον τῷ ἐπιθέματι τῷ ἑνί, καὶ δίκτυον τῷ ἐπιθέματι τῷ δευτέρῳ.
Γ Βασ. 7,5 Κατεσκεύασε δύο δικτυωτά, δια να περικαλύψη το κιονόκρανον των στύλων. Ενα δικτυωτόν στο κιονόκρανον του ενός στύλου και άλλο δικτυωτόν στο κιονόκρανον του δευτέρου.
Γ Βασ. 7,6 καὶ ἔργον κρεμαστόν, δύο στίχοι ῥοῶν χαλκῶν δεδικτυωμένοι, ἔργον κρεμαστόν, στίχος ἐπὶ στίχον· καὶ οὕτως ἐποίησε τῷ ἐπιθέματι τῷ δευτέρῳ.
Γ Βασ. 7,6 Επίσης κατεσκεύασε δια το κάθε κιονόκρανον ένα καλλιτεχνικόν κρεμαστόν ανάγλυφον. Αυτό απετελείτο από δύο σειράς χαλκίνων ομοιωμάτων καρπών ροδιάς εντός του δικτύου. Ητο δε κρεμαστόν εις δύο σειράς παραλλήλους. Το ίδιο καλλιτεχνικόν έργον έκαμε και δια το δεύτερον κιονόκρανον.
Γ Βασ. 7,7 καὶ ἔστησε τοὺς στύλους τοῦ αἰλὰμ τοῦ ναοῦ· καὶ ἔστησε τὸν στῦλον τὸν ἕνα καὶ ἐπεκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰαχούμ· καὶ ἔστησε τὸν στῦλον τὸν δεύτερον καὶ ἐπεκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Βαάς.
Γ Βασ. 7,7 Τους δύο αυτούς στύλους ετοποθέτησεν εις την είσοδον του ναού. Ετοποθέτησε τον πρώτον στύλον, τον οποίον ωνόμασεν Ιαχούμ. Ετοποθέτησεν έπειτα τον δεύτερον στύλον, τον οποίον ωνόμασε Βαάς.
Γ Βασ. 7,8 καὶ ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν στύλων ἔργον κρίνου κατὰ τὸ αἰλὰμ τεσσάρων πηχῶν.
Γ Βασ. 7,8 Επάνω δε από τους στύλους αυτούς, που είχαν τοποθετηθή εις την είσοδον του ναού, ετοποθετήθη χάλκινον ομοίωμα κρίνου ύψους τεσσάρων πήχεων.
Γ Βασ. 7,9 καὶ μέλαθρον ἐπ᾿ ἀμφοτέρων τῶν στύλων, καὶ ἐπάνωθεν τῶν πλευρῶν ἐπίθεμα τὸ μέλαθρον τῷ πάχει.
Γ Βασ. 7,9 Επάνω δε από αυτό υπήρχεν επιστύλιον και στους δύο στύλους. Εις την άνω επιφάνειαν των επιστυλίων υπήρχε κιονόκρανον με πάχος ίσον προς το επιστύλιον.
Γ Βασ. 7,10 καὶ ἐποίησε τὴν θάλασσαν δέκα ἐν πήχει ἀπὸ τοῦ χείλους αὐτῆς ἕως τοῦ χείλους αὐτῆς, στρογγύλον κύκλῳ τὸ αὐτό· πέντε ἐν πήχει τὸ ὕψος αὐτῆς, καὶ συνηγμένοι τρεῖς καὶ τριάκοντα ἐν πήχει ἐκύκλουν αὐτήν.
Γ Βασ. 7,10 Κατεσκεύασεν επίσης την χαλκίνην θάλασσαν. Η απόστασις του ενός χείλους από το άλλο, η διάμετρος δηλαδή της επιφανείας της θαλάσσης, ήτο δέκα πήχεις. Αυτή ήτο ολόγυρα στρογγυλή. Το ύψος της ήτο πέντε πήχεις, η δε περίμετρος, που περιέβαλλε το χείλος της, ήτο τριάκοντα τρεις πήχεις.
Γ Βασ. 7,11 καὶ ὑποστηρίγματα ὑποκάτωθεν τοῦ χείλους αὐτῆς κυκλόθεν ἐκύκλουν αὐτήν, δέκα ἐν πήχει κυκλόθεν
Γ Βασ. 7,11 Κατω από το χείλος και γύρω-γύρω περιέβαλλον την θάλασσαν αυτήν δέκα υποστηρίγματα απέχοντα το ένα από το άλλο ένα πήχυν.
Γ Βασ. 7,12 καὶ τὸ χεῖλος αὐτῆς ὡς ἔργον χείλους ποτηρίου, βλαστὸς κρίνου, καὶ τὸ πάχος αὐτοῦ παλαιστής.
Γ Βασ. 7,12 Το χείλος της θαλάσσης ήτο ωσάν το χείλος του ποτηρίου, όπως ο βλαστός του κρίνου, το δε πάχος του χείλους αυτού ήτο μία παλάμη.

Η κατασκευή των σκευών του Ναού
Γ Βασ. 7,13 καὶ δώδεκα βόες ὑποκάτω τῆς θαλάσσης, οἱ τρεῖς ἐπιβλέποντες βοῤῥᾶν καὶ οἱ τρεῖς ἐπιβλέποντες θάλασσαν καὶ οἱ τρεῖς ἐπιβλέποντες νότον καὶ οἱ τρεῖς ἐπιβλέποντες ἀνατολήν, καὶ πάντα τὰ ὀπίσθια εἰς τὸν οἶκον, καὶ ἡ θάλασσα ἐπ᾿ αὐτῶν ἐπάνωθεν.
Γ Βασ. 7,13 Κατω από την χαλκίνην αυτήν θάλασσαν υπήρχον δώδεκα ομοιώματα χαλκίνων βοών. Οι τρεις από αυτούς έστρεφον το πρόσωπόν των προς βορράν, οι άλλοι τρεις έβλεπαν προς την Μεσόγειον Θαλασσαν, δηλαδή προς δυσμάς, οι άλλοι τρεις προς νότον και οι άλλοι τρεις έβλεπαν προς ανατολάς. Τα πίσω μέρη των ήσαν εστραμμένα προς το κέντρον εντός της αυλής του ναού. Επάνω εις αυτούς εστηρίζετο η χαλκίνη θάλασσα.
Γ Βασ. 7,14 καὶ ἐποίησε δέκα μεχωνὼθ χαλκᾶς· πέντε πήχεις μῆκος τῆς μεχωνὼθ τῆς μιᾶς, καὶ τέσσαρες πήχεις τὸ πλάτος αὐτῆς, καὶ ἓξ ἐν πήχει τὸ ὕψος αὐτῆς.
Γ Βασ. 7,14 Κατεσκεύασεν επίσης δέκα κινητά χάλκινα πλυντήρια. Το μήκος κάθε τοιούτου δοχείου ήτο πέντε πήχεις, το πλάτος του τέσσαρες πήχεις και το ύψος του εξ πήχεις.
Γ Βασ. 7,15 καὶ τοῦτο τὸ ἔργον τῶν μεχωνὼθ συγκλειστὸν αὐτοῖς, καὶ συγκλειστὸν ἀνὰ μέσον τῶν ἐξεχομένων.
Γ Βασ. 7,15 Τα πλυντήρια δε αυτά είχαν την εξής κατασκευήν· Ησαν κλεισμένα υδατοστεγώς με παραπλεύρους πλάκας. Αι πλάκες αυταί ευρίσκοντο μέσα εις πλαίσια, που προεξείχον.
Γ Βασ. 7,16 καὶ ἐπὶ τὰ συγκλείσματα αὐτῶν ἀνὰ μέσον τῶν ἐξεχομένων λέοντες καὶ βόες καὶ Χερουβίμ, καὶ ἐπὶ τῶν ἐξεχομένων οὕτως· καὶ ἐπάνωθεν καὶ ὑποκάτωθεν τῶν λεόντων καὶ τῶν βοῶν χῶραι, ἔργον καταβάσεως
Γ Βασ. 7,16 Εις τας πλευράς μεταξύ των πλαισίων των προεξεχόντων ήσαν σκαλισμένοι λέοντες, βόες και Χερουβίμ. Αι ίδιαι παραστάσεις υπήρχον και εις τα προεξέχοντα πλαίσια. Επάνω και υποκάτω από τας παραστάσεις των λεόντων και των βοών υπήρχον ανάγλυφοι παραστάσεις, που προεξείχαν τόσον, ώστε να φαίνωνται ότι εκρέμαντο επάνω από τας παραστάσεις των λεόντων και των βοών.
Γ Βασ. 7,17 καὶ τέσσαρες τροχοὶ χαλκοῖ τῇ μεχωνὼθ τῇ μιᾷ, καὶ τὰ προσέχοντα χαλκᾶ καὶ τέσσαρα μέρη αὐτῶν, ὠμίαι ὑποκάτω τῶν λουτήρων.
Γ Βασ. 7,17 Εις κάθε δε τέτοιο δοχείον- λουτήρα υπήρχον τέσσαρες χάλκινοι τροχοί και οι άξονες αυτών, οι εξέχοντες, επίσης χαλκοί. Εις τα τέσσαρα προς τα έξω μέρη των τροχών υπήρχον υποστηρίγματα χάλκινα ομοιάζοντα με ώμον, που υπεβάσταζαν τους λουτήρας αυτούς.
Γ Βασ. 7,18 καὶ χεῖρες ἐν τοῖς τροχοῖς ἐν τῇ μεχωνώθ, καὶ τὸ ὕψος τοῦ τροχοῦ τοῦ ἑνὸς πήχεος καὶ ἡμίσους.
Γ Βασ. 7,18 Επάνω στους τροχούς του κάθε λουτήρος εστηρίζοντο χάλκινοι βραχίονες. Το ύψος εκάστου τροχού ήτο ένας και ήμισυς πήχυς.
Γ Βασ. 7,19 καὶ τὸ ἔργον τῶν τροχῶν ἔργον τροχῶν ἅρματος· αἱ χεῖρες αὐτῶν καὶ οἱ νῶτοι αὐτῶν καὶ ἡ πραγματεία αὐτῶν, τὰ πάντα χωνευτά.
Γ Βασ. 7,19 Οι τροχοί αυτοί ήσαν κατεσκευασμένοι όπως οι τροχοί ενός άρματος· δηλαδή οι βραχίονές των, τα πλευρά και η όλη αυτών κατασκευή ήσαν χωνευτά.
Γ Βασ. 7,20 αἱ τέσσαρες ὠμίαι ἐπὶ τῶν τεσσάρων γωνιῶν τῆς μεχωνὼθ τῆς μιᾶς, ἐκ τῆς μεχωνὼθ οἱ ὦμοι αὐτῆς.
Γ Βασ. 7,20 Εις κάθε λουτήρα υπήρχον τέσσαρα υποστηρίγματα, ένα εις κάθε γωνίαν. Τα υποστηρίγματα αυτά ήσαν κολλημένα στον λουτήρα.
Γ Βασ. 7,21 καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τῆς μεχωνὼθ ἥμισυ τοῦ πήχεος μέγεθος αὐτῆς στρογγύλον κύκλῳ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τῆς μεχωνώθ, καὶ ἀρχὴ χειρῶν αὐτῆς καὶ τὰ συγκλείσματα αὐτῆς, καὶ ἠνοίγετο ἐπὶ τὰς ἀρχὰς τῶν χειρῶν αὐτῆς.
Γ Βασ. 7,21 Εις το άλλο μέρος του λουτήρος υπήρχε το σκέπασμα καθ' όλην την επιφάνειαν, σχήματος κυρτού με κυρτότητα ημίσεος πήχεως. Εις το επάνω μέρος του λουτήρος υπήρχον αι χειρολαβαί, εκεί όπου ήτο το μέρος, στο οποίον ήνοιγε και έκλειεν ο λουτήρ. Ηνοιγε δε και έκλειε με αυτάς τας χειρολαβάς.
Γ Βασ. 7,22 καὶ τὰ συγκλείσματα αὐτῆς Χερουβὶμ καὶ λέοντες καὶ φοίνικες ἑστῶτα, ἐχόμενον ἕκαστον κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἔσω καὶ τὰ κυκλόθεν.
Γ Βασ. 7,22 Επάνω δε εις τα χάλκινα αυτά τεμάχια, τα δια το κλείσιμον και άνοιγμα του λουτήρος, είχον σκαλισθή Χερουβίμ, λέοντες, και φοίνικες όρθιοι. Η κάθε μία δε από τας παραστάσεις αυτάς κατείχε την θέσιν της εσωτερικώς και κύκλω.
Γ Βασ. 7,23 κατ᾿ αὐτὴν ἐποίησε πάσας τὰς δέκα μεχωνώθ, τάξιν μίαν καὶ μέτρον ἐν πάσαις.
Γ Βασ. 7,23 Κατά παρόμοιον τρόπον έκαμε όλους τους δέκα λουτήρας. Είχαν όλοι τας ιδίας διαστάσεις και την αυτήν μορφήν εξ ολοκλήρου.
Γ Βασ. 7,24 καὶ ἐποίησε δέκα χυτροκαύλους χαλκοῦς, τεσσαράκοντα χοεῖς χωροῦντα τὸν ἕνα χυτρόκαυλον μετρήσει τεσσάρων πηχῶν· ὁ χυτρόκαυλος ὁ εἷς ἐπὶ τῆς μεχωνὼθ τῆς μιᾶς ταῖς δέκα μεχωνώθ.
Γ Βασ. 7,24 Κατεσκεύασεν επίσης δέκα μεγάλας χαλκίνας χύτρας. Καθε χύτρα είχε μήκος τέσσαρας πήχεις και εχωρούσε σαράντα αττικούς χόας. Εις κάθε λουτήρα αντιστοιχούσε και μία από τας δέκα αυτάς χύτρας.
Γ Βασ. 7,25 καὶ ἔθετο τὰς πέντε μεχωνὼθ ἀπὸ τῆς ὠμίας τοῦ οἴκου ἐκ δεξιῶν καὶ πέντε ἀπὸ τῆς ὠμίας τοῦ οἴκου ἐξ ἀριστερῶν· καὶ ἡ θάλασσα ἀπὸ τῆς ὠμίας τοῦ οἴκου ἐκ δεξιῶν κατ᾿ ἀνατολὰς ἀπὸ τοῦ κλίτους τοῦ νότου.
Γ Βασ. 7,25 Διέταξε δε ο Σολομών και ετοποθέτησαν τους πέντε λουτήρας εις την δεξιάν πλευράν του ναού και τους άλλους πέντε εις την αριστεράν πλευράν του ναού, την δε χαλκίνην θάλασσαν ετοποθέτησαν προς τα δεξιά του ναού, μεταξύ ανατολής και νότου, ήτοι νοτιοανατολικώς.
Γ Βασ. 7,26 καὶ ἐποίησε Χιρὰμ τοὺς λέβητας καὶ τὰς θερμάστρεις καὶ τὰς φιάλας, καὶ συνετέλεσε Χιρὰμ ποιῶν πάντα τὰ ἔργα, ἃ ἐποίησε τῷ βασιλεῖ Σαλωμὼν ἐν οἴκῳ Κυρίου,
Γ Βασ. 7,26 Κατεσκεύασεν ακόμη ο Χιράμ τους λέβητας, τας θερμάστρας και τας φιάλας. Εφερεν εις πέρας όλα τα έργα του ναού, τα οποία του είχεν αναθέσει ο βασιλεύς Σολομών να κατασκευάση στον οίκον του Κυρίου.
Γ Βασ. 7,27 στύλους δύο καὶ τὰ στρεπτὰ τῶν στύλων ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν στύλων δύο καὶ τὰ δίκτυα δύο τοῦ καλύπτειν ἀμφότερα τὰ στρεπτὰ τῶν γλυφῶν τὰ ὄντα ἐπὶ τῶν στύλων,
Γ Βασ. 7,27 Κατεσκεύασε, δηλαδή, τους δύο στύλους και τα περί τας κεφαλάς των δύο αυτών στύλων περιστρεπτά καλλιτεχνήματα. Τα δύο δίκτυα, δια να σκεπάζουν τα ανάγλυφα ομοιώματα αλυσίδων με τας ελικοειδείς στροφάς που υπήρχον στους στύλους.
Γ Βασ. 7,28 τὰς ῥοὰς τετρακοσίας ἀμφοτέροις τοῖς δικτύοις, δύο στίχοι ῥοῶν τῷ δικτύῳ τῷ ἑνὶ περικαλύπτειν ἀμφότερα τὰ ὄντα τὰ στρεπτὰ τῆς μεχωνὼθ ἐπ᾿ ἀμφοτέροις τοῖς στύλοις,
Γ Βασ. 7,28 Κατεσκεύασε τετρακόσια ομοιώματα καρπών ροδιάς, που υπήρχον εις τα δύο δικτυωτά ανάγλυφα. Δυο σειραί από καρπούς ροδιάς υπήρχον στο κάθε δικτυωτόν. Αυτά εχρησίμευαν, δια να σκεπάζουν τας δύο αναγλύφους ελικοειδείς στροφάς των κιονοκράνων.
Γ Βασ. 7,29 καὶ τὰ μεχωνὼθ δέκα καὶ τοὺς χυτροκαύλους δέκα ἐπὶ τῶν μεχωνὼθ
Γ Βασ. 7,29 Ετσι κατεσκεύασε τους δέκα λουτήρας και τας δέκα χύτρας, αι οποίαι θα ήσαν επάνω στους λουτήρας.
Γ Βασ. 7,30 καὶ τὴν θάλασσαν μίαν καὶ τοὺς βόας δώδεκα ὑποκάτω τῆς θαλάσσης
Γ Βασ. 7,30 Κατεσκεύασε μίαν θάλασσαν και υποκάτω από αυτήν τα δώδεκα χάλκινα ομοιώματα βοδιών.
Γ Βασ. 7,31 καὶ τοὺς λέβητας καὶ τὰς θερμάστρεις καὶ τὰς φιάλας καὶ πάντα τὰ σκεύη, ἃ ἐποίησε Χιρὰμ τῷ βασιλεῖ Σαλωμὼν τῷ οἴκῳ Κυρίου· καὶ οἱ στῦλοι τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ τοῦ οἴκου τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ οἴκου Κυρίου. πάντα τὰ ἔργα τοῦ βασιλέως, ἃ ἐποίησε Χιράμ, χαλκᾶ ἄρδην·
Γ Βασ. 7,31 Κατεσκεύασε τους λέβητας, τας θερμάστρας, τας φιάλας και όλα τα άλλα ιερά σκεύη, τα οποία ο Χιράμ κατ' εντολήν του βασιλέως Σολομώντος ανέλαβε να κατασκευάση δια τον ναόν του Κυρίου. Οι στύλοι, που κατεσκευάσθησαν στον οίκον του βασιλέως και εις τον ναόν του Κυρίου, ήσαν τεσσαράκοντα οκτώ. Ολα δε αυτά ήσαν εξ ολοκλήρου από χαλκόν.
Γ Βασ. 7,32 οὐκ ἦν σταθμὸς τοῦ χαλκοῦ, οὗ ἐποίησε πάντα τὰ ἔργα ταῦτα, ἐκ πλήθους σφόδρα· οὐκ ἦν τέρμα τῶν σταθμῶν τοῦ χαλκοῦ.
Γ Βασ. 7,32 Δεν ήτο δυνατόν δε να υπολογισθή ο χαλκός, ο οποίος εχρησιμοποιήθη δι' όλα αυτά τα έργα, επειδή ήτο πάρα πολύς. Ο χαλκός αυτός ήτο ανυπολόγιστος.
Γ Βασ. 7,33 ἐν τῷ περιοίκῳ τοῦ Ἰορδάνου ἐχώνευσεν αὐτὰ ἐν τῷ πάχει τῆς γῆς ἀνὰ μέσον Σοκχὼθ καὶ ἀνὰ μέσον Σειρά.
Γ Βασ. 7,33 Το χυτήριον δέ, όπου κατεσκεύασαν όλα αυτά τα χάλκινα είδη, ευρίσκετο εις την περιοχήν του Ιορδάνου εις κάποιον αργιλλώδη τόπον μεταξύ Σοκχώθ και Σειρά.
Γ Βασ. 7,34 καὶ ἔδωκεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν τὰ σκεύη, ἃ ἐποίησεν, ἐν οἴκῳ Κυρίου, τὸ θυσιαστήριον τὸ χρυσοῦν καὶ τὴν τράπεζαν, ἐφ᾿ ἧς οἱ ἄρτοι τῆς προσφορᾶς, χρυσῆν,
Γ Βασ. 7,34 Εδωσεν εντολήν ο βασιλεύς Σολομών να κατασκευασθούν επίσης και τα άλλα ιερά χρυσά σκεύη, τα οποία ο ίδιος ο Χιράμ κατεσκεύασε δια τον οίκον του Κυρίου. Δηλαδή το χρυσούν θυσιαστήριον του θυμιάματος, η χρυσή τράπεζα, επάνω εις την οποίαν ετοποθετούντο οι άρτοι της προθέσεως.
Γ Βασ. 7,35 καὶ τὰς λυχνίας πέντε ἐξ ἀριστερῶν καὶ πέντε ἐκ δεξιῶν κατὰ πρόσωπον τοῦ δαβίρ, χρυσᾶς συγκλειομένας, καὶ τὰ λαμπάδια καὶ τοὺς λύχνους καὶ τὰς ἐπαρυστρίδας χρυσᾶς
Γ Βασ. 7,35 Αι χρυσαί λυχνίαι πέντε εξ αριστερών και πέντε εκ δεξιών εντός του χώρου των Αγίων εμπρός εις τα Αγια των Αγίων. Αι λυχνίαι αυταί ήσαν κατασκευασμέναι από καθαρόν χρυσόν μαζή με τα λαμπάδια και τους λύχνους και τα χρυσά λαδικά.
Γ Βασ. 7,36 καὶ τὰ πρόθυρα καὶ οἱ ἧλοι καὶ αἱ φιάλαι καὶ τὰ τρυβλία καὶ αἱ θυΐσκαι χρυσαῖ, σύγκλειστα, καὶ τὰ θυρώματα τῶν θυρῶν τοῦ οἴκου τοῦ ἐσωτάτου, ἁγίου τῶν ἁγίων, καὶ τὰς θύρας τοῦ ναοῦ χρυσᾶς.
Γ Βασ. 7,36 Επίσης αι θύραι, τα καρφιά, αι φιάλαι, τα πινάκια, τα χρυσά θυαιατήρια, ήσαν κατασκευασμένα από καθαρόν χρυσίον. Τα θυρόφυλλα της θύρας του εσωτάτου μέρους του ναού, δηλαδή του Αδύτου, όπως και αι θύραι του ναού, ήτοι των Αγίων, και αυτά ήσαν χρυσά.
Γ Βασ. 7,37 καὶ ἀνεπληρώθη πᾶν τὸ ἔργον, ὃ ἐποίησε Σαλωμὼν οἴκου Κυρίου, καὶ εἰσήνεγκε Σαλωμὼν τὰ ἅγια Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ πάντα τὰ ἅγια Σαλωμών, τὸ ἀργύριον καὶ τὸ χρυσίον καὶ τὰ σκεύη, ἔδωκεν εἰς τοὺς θησαυροὺς οἴκου Κυρίου.
Γ Βασ. 7,37 Ετσι δε ωλοκληρώθη όλον το έργον, το οποίον έκαμεν ο Σολομών, δηλαδή ο οίκος του Κυρίου. Κατόπιν ο Σολομών έφερε και έθεσεν στον ναόν του Κυρίου όλα τα αφιερώματα του πατρός του Δαυίδ και κάθε τι, που αυτός ο ίδιος ο Σολομών είχεν αφιερώσει εις άργυρον, χρυσόν και σκεύη. Ολα αυτά τα αφιέρωσεν στο θησαυροφυλάκιον του ναού του Κυρίου.
Γ Βασ. 7,38 Καὶ τὸν οἶκον ἑαυτῷ ᾠκοδόμησε Σαλωμὼν τρισκαίδεκα ἔτεσι.
Γ Βασ. 7,38 Ο Σολομών ανοικοδόμησε και δια τον εαυτόν του ανάκτορον εις χρονικόν διάστημα δέκα τριών ετών.
Γ Βασ. 7,39 καὶ ᾠκοδόμησε τὸν οἶκον δρυμῷ τοῦ Λιβάνου· ἑκατὸν πήχεις μῆκος αὐτοῦ, καὶ πεντήκοντα πήχεις πλάτος αὐτοῦ, καὶ τριάκοντα πηχῶν ὕψος αὐτοῦ· καὶ τριῶν στίχων στύλων κεδρίνων, καὶ ὠμίαι κέδριναι τοῖς στύλοις.
Γ Βασ. 7,39 Ανοικοδόμησεν επίσης και άλλον οίκον, ο οποίος ως εκ των πολλών κέδρων, που εχρησιμοποιήθησαν, υπενθύμιζε το δάσος του Λιβάνου. Το οικοδόμημα αυτό είχε μήκος εκατόν εβραϊκούς πήχεις, πλάτος πεντήκοντα πήχεις και ύψος τριάκοντα πήχεις. Εις το οικοδόμημα αυτό υπήρχον τρεις σειραί από κεδρίνους στύλους, επάνω δε στους στύλους αυτούς υπήρχον δοκάρια κέδρινα.

Τα υλικά για την κατασκευή του Ναού
Γ Βασ. 7,40 καὶ ἐφάτνωσε τὸν οἶκον ἄνωθεν ἐπὶ τῶν πλευρῶν τῶν στύλων, καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν στύλων τεσσαράκοντα καὶ πέντε ὁ στίχος·
Γ Βασ. 7,40 Εστέγασε δε τον οίκον με σκεπήν από ξύλα κέδρου επάνω από τους στύλους. Ο δε αριθμός των στύλων ήτο εν συνόλω σαράντα πέντε τακτοποιημένων εις τρεις σειράς.
Γ Βασ. 7,41 καὶ μέλαθρα τρία καὶ χώρα ἐπὶ χώραν τρισσῶς·
Γ Βασ. 7,41 Υπήρχον δε τρεις όροφοι, οι οποίοι διαιρούσαν έτσι το οικοδόμημα από την μίαν πλευράν έως εις την άλλην εις τρία επάλληλα τμήματα.
Γ Βασ. 7,42 καὶ πάντα τὰ θυρώματα καὶ αἱ χῶραι τετράγωνοι μεμελαθρωμέναι καὶ ἀπὸ τοῦ θυρώματος ἐπὶ θύραν τρισσῶς.
Γ Βασ. 7,42 Ολαι αι θύραι και οι παραστάται αυτών ήσαν κατασκευασμένα από τετραγώνους σανίδας, θύραι και παράθυρα του οικοδομήματος εξετείνοντο εις τρεις σειράς.
Γ Βασ. 7,43 καὶ τὸ αἰλὰμ τῶν στύλων πεντήκοντα μῆκος καὶ πεντήκοντα ἐν πλάτει, ἐζυγωμένα, αἰλὰμ ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν, καὶ στῦλοι καὶ πάχος ἐπὶ πρόσωπον αὐτῆς τοῖς αἰλαμμίμ.
Γ Βασ. 7,43 Μια δε άλλη στοά μήκους πεντήκοντα πήχεων και πλάτους πεντήκοντα επίσης πήχεων υπήρχε με στύλους συμμετρικώς τοποθετημένους. Εμπρός από αυτήν υπήρχεν άλλη επίσης στοά με στύλους. Εμπρός δε εις αυτήν την στοάν υπήρχεν υψωμένον έδαφος με κλίμακα δια τας άλλας στοάς.
Γ Βασ. 7,44 καὶ τὸ αἰλὰμ τῶν θρόνων, οὗ κρινεῖ ἐκεῖ, αἰλὰμ τοῦ κριτηρίου.
Γ Βασ. 7,44 Ακόμη δε υπήρχε και η στοά των θρόνων, εκεί όπου εδίκαζεν ο βασιλεύς· η στοά δηλαδή του δικαστηρίου.
Γ Βασ. 7,45 καὶ ὁ οἶκος αὐτῶν, ἐν ᾧ καθήσεται ἐκεῖ, αὐλὴ μία ἐξελισσομένη τούτοις κατὰ τὸ ἔργον τοῦτο· καὶ οἶκον τῇ θυγατρὶ Φαραώ, ἣν ἔλαβε Σαλωμών, κατὰ τὸ αἰλὰμ τοῦτο.
Γ Βασ. 7,45 Επί πλέον υπήρχε και ο οίκος, στον οποίον παρέμενεν ο βασιλεύς μαζή με τους αυλικούς του. Ο οίκος αυτός ήτο κτισμένος εις μίαν αυλήν με στοάς κατά παρόμοιον τρόπον κατασκευασμένος. Κατεσκεύασεν επίσης ο Σολομών δια την θυγατέρα του Φαραώ, την οποίαν είχε λάβει ως σύζυγόν του, όμοιον με την στοάν αυτήν οίκον.
Γ Βασ. 7,46 πάντα ταῦτα ἐκ λίθων τιμίων κεκολαμμένα ἐκ διαστήματος ἔσωθεν καὶ ἐκ τοῦ θεμελίου ἕως τῶν γεισῶν καὶ ἔξωθεν εἰς τὴν αὐλὴν τὴν μεγάλην
Γ Βασ. 7,46 Ολα δε αυτά τα οικοδομήματα είχαν κατασκευασθή από ωραίους λίθους, οι οποίοι εκόπησαν και εσκαλίσθησαν κανονικά και είχαν τοποθετηθή από το θεμέλιον έως στους γείσους της οροφής, στο εσωτερικόν των οικοδομημάτων και εις την μεγάλην εξωτερικήν αυλήν.
Γ Βασ. 7,47 τὴν τεθεμελιωμένην ἐν τιμίοις λίθοις μεγάλοις, λίθοις δεκαπήχεσι καὶ τοῖς ὀκταπήχεσι,
Γ Βασ. 7,47 Αυτή δε η αυλή είχε θεμελιωθή με ωραίους μεγάλους λίθους μήκους δέκα η οκτώ πήχεων.
Γ Βασ. 7,48 καὶ ἐπάνωθεν τιμίοις κατὰ τὸ μέτρον ἀπελεκήτων καὶ κέδροις.
Γ Βασ. 7,48 Επάνω δε από αυτούς υπήρχον προσηρμοσμένοι άλλοι ωραιότατοι λίθοι, σύμφωνα με το μέτρον των απελεκήτων λίθων, και ξύλα από κέδρους.
Γ Βασ. 7,49 τῆς αὐλῆς τῆς μεγάλης κύκλῳ τρεῖς στίχοι ἀπελεκήτων καὶ στίχος κεκολαμμένης κέδρου. καὶ συνετέλεσε Σαλωμὼν ὅλον τὸν οἶκον αὐτοῦ.
Γ Βασ. 7,49 Αυτήν δε την αυλήν την περιέβαλλον κύκλω τρεις σειραί από μεγάλους απελέκητους λίθους και μία σειρά δοκάρια από κέδρα καλοκομμένα. Ετσι δε ο Σολομών έφερεν εις πέρας όλον το ανάκτορόν του.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:45 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8
Η μεταφορά της Κιβωτού στο Ναό. Προσευχή του Σολομώντα.
Ο Ναός ως τόπος προσευχής.


Η μεταφορά της Κιβωτού στο Ναό
Γ Βασ. 8,1 Καὶ ἐγένετο ὡς συνετέλεσε Σαλωμὼν τοῦ οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸν οἶκον αὐτοῦ μετὰ εἴκοσιν ἔτη, τότε ἐξεκκλησίασεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν πάντας τοὺς πρεσβυτέρους Ἰσραὴλ ἐν Σιὼν τοῦ ἀνενεγκεῖν τὴν κιβωτὸν διαθήκης Κυρίου ἐκ πόλεως Δαυὶδ (αὕτη ἐστὶ Σιὼν)
Γ Βασ. 8,1 Οταν δε ο Σολομών ετελείωσε την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου και του ιδικού του ανακτόρου εις χρονικόν διάστημα είκοσι ετών, εκάλεσεν όλους τους πρεσβυτέρους του Ισραηλιτικού λαού εις την Σιών, δια να μεταφέρουν την Κιβωτόν της Διαθήκης του Κυρίου από την πόλιν Δαυίδ (αυτή είναι η Σιών).
Γ Βασ. 8,2 ἐν μηνὶ Ἀθανίν.
Γ Βασ. 8,2 Αυτό έγινε κατά τον μήνα Αθανίν.
Γ Βασ. 8,3 καὶ ᾖραν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν
Γ Βασ. 8,3 Οι ιερείς εσήκωσαν και μετέφεραν την Κιβωτόν της Διαθήκης
Γ Βασ. 8,4 καὶ τὸ σκήνωμα τοῦ μαρτυρίου καὶ τὰ σκεύη τὰ ἅγια τὰ ἐν τῷ σκηνώματι τοῦ μαρτυρίου,
Γ Βασ. 8,4 και την Σκηνήν του Μαρτυρίου και τα άγια σκεύη, τα οποία υπήρχον εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.
Γ Βασ. 8,5 καὶ ὁ βασιλεὺς καὶ πᾶς Ἰσραὴλ ἔμπροσθεν τῆς κιβωτοῦ θύοντες πρόβατα καὶ βόας ἀναρίθμητα.
Γ Βασ. 8,5 Κατά την επίσημον εκείνην πομπήν επροπορεύετο της Κιβωτού ο βασιλεύς και όλος ο Ισραηλιτικός λαός. Καθ' οδόν δε εθυσίαζον αναρίθμητα πρόβατα και βόδια.
Γ Βασ. 8,6 καὶ εἰσφέρουσιν οἱ ἱερεῖς τὴν κιβωτὸν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς εἰς τὸ δαβὶρ τοῦ οἴκου, εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων ὑπὸ τὰς πτέρυγας τῶν Χερουβίμ·
Γ Βασ. 8,6 Οταν η πομπή έφθασεν στον ναόν, οι ιερείς έφεραν και ετοποθέτησαν την Κιβωτόν εις την θέσιν της, στο άδυτον του ναού, εις τα Αγια των Αγίων, κάτω από τας πτέρυγας των Χερουβίμ.
Γ Βασ. 8,7 ὅτι τὰ Χερουβὶμ διαπεπετασμένα ταῖς πτέρυξιν ἐπὶ τὸν τόπον τῆς κιβωτοῦ, καὶ περιεκάλυπτον τὰ Χερουβὶμ ἐπὶ τὴν κιβωτὸν καὶ ἐπὶ τὰ ἅγια αὐτῆς ἐπάνωθεν,
Γ Βασ. 8,7 Διότι τα Χερουβίμ είχαν τας πτέρυγάς των ανοιγμένας επάνω από τον τόπον, όπου ευρίσκετρ η Κιβωτός, και εσκέπαζαν με τας πτέρυγάς των την Κιβωτόν και τα άγια, τα οποία υπήρχαν εις αυτήν.
Γ Βασ. 8,8 καὶ ὑπερεῖχον τὰ ἡγιασμένα, καὶ ἐνεβλέποντο αἱ κεφαλαὶ τῶν ἡγιασμένων ἐκ τῶν ἁγίων εἰς πρόσωπον τοῦ δαβὶρ καὶ οὐκ ὠπτάνοντο ἔξω.
Γ Βασ. 8,8 Τα άκρα δε των ιερών ράβδων της Κιβωτού εξείχαν και εφαίνοντο αι κεφαλαί των και από τον άλλον χώρον του ναού. Από τον χώρον όμως τον εκτός του ναού δεν εφαίνοντο αι ράβδοι.
Γ Βασ. 8,9 οὐκ ἦν ἐν τῇ κιβωτῷ πλὴν δύο πλάκες λίθιναι, πλάκες τῆς διαθήκης, ἃς ἔθηκεν ἐκεῖ Μωυσῆς ἐν Χωρήβ, ἃς διέθετο Κύριος μετὰ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐν τῷ ἐκπορεύεσθαι αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου.
Γ Βασ. 8,9 Μέσα εις την Κιβωτόν δεν υπήρχε τίποτε άλλο, παρά μόνον αι δύο λίθιναι πλάκες της Διαθήκης, τας οποίας ο Μωυσής είχε τοποθετήσει μέσα εις αυτήν στο όρος Χωρήβ. Αυταί δε αι πλάκες περιείχον την Διαθήκην, που έκαμεν ο Θεός με τους Ισραηλίτας, όταν αυτοί είχαν εξέλθει από την χώραν της Αιγύπτου και είχαν φθάσει στο όρος Σινά.
Γ Βασ. 8,10 καὶ ἐγένετο ὡς ἐξῆλθον οἱ ἱερεῖς ἐκ τοῦ ἁγίου, καὶ ἡ νεφέλη ἔπλησε τὸν οἶκον·
Γ Βασ. 8,10 Οταν οι ιερείς, μετά την επίσημον αυτήν τελετήν, εξήλθον από τον ναόν, η νεφέλη εγέμισε τον ναόν.
Γ Βασ. 8,11 καὶ οὐκ ἠδύναντο οἱ ἱερεῖς στήκειν λειτουργεῖν ἀπὸ προσώπου τῆς νεφέλης, ὅτι ἔπλησε δόξα Κυρίου τὸν οἶκον.
Γ Βασ. 8,11 Οι ιερείς δεν ημπορούσαν να παραμείνουν εκεί και να προσφέρουν τας υπηρεσίας των εξ αιτίας της νεφέλης, διότι το φως και η θεία λάμψις της εγέμισε τον ναόν τούτον του Κυρίου.

Προσευχή του Σολομώντα
Γ Βασ. 8,14 Καὶ ἀπέστρεψεν ὁ βασιλεὺς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, καὶ εὐλόγησεν ὁ βασιλεὺς πάντα Ἰσραήλ, καὶ πᾶσα ἐκκλησία Ἰσραὴλ εἱστήκει·
Γ Βασ. 8,14 Επειτα ο βασιλεύς εγύρισε το πρόσωπόν του προς τον ισραηλιτικόν λαόν και ευλόγησεν όλον αυτόν τον λαόν. Ολοι δε οι Ισραηλίται εστέκοντο όρθιοι.
Γ Βασ. 8,15 καὶ εἶπεν· εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ σήμερον, ὃς ἐλάλησεν ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ περὶ Δαυὶδ τοῦ πατρός μου καὶ ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ ἐπλήρωσε λέγων·
Γ Βασ. 8,15 Ο βασιλεύς ανέπεμψεν αυτήν την προσευχήν· “Ευλογημένος ας είναι σήμερον ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού, ο οποίος εξεπλήρωσε την υπόσχεσιν, που με το ίδιο του το στόμα είχε δώσει προς τον πατέρα μου τον Δαυίδ, την ανοικοδόμησιν δηλαδή του ναού, λέγων·
Γ Βασ. 8,16 ἀφ᾿ ἧς ἡμέρας ἐξήγαγον τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραὴλ ἐξ Αἰγύπτου, οὐκ ἐξελεξάμην ἐν πόλει ἐν ἑνὶ σκήπτρῳ Ἰσραὴλ τοῦ οἰκοδομῆσαι οἶκον τοῦ εἶναι τὸ ὄνομά μου ἐκεῖ. καὶ ἐξελεξάμην ἐν Ἱερουσαλὴμ εἶναι τὸ ὄνομά μου ἐκεῖ· καὶ ἐξελεξάμην τὸν Δαυὶδ τοῦ εἶναι ἐπὶ τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 8,16 Από την ημέραν, που έβγαλα ελεύθερον τον λαόν μου τον Ισραηλιτικόν εκ της Αιγύπτου, δεν εξέλεξα άλλην πόλιν από την περιοχήν του Ισραηλιτικού λαού, δια να οικοδομήσω τον ναόν μου, δια να είναι και να δοξάζεται εκεί το όνομά μου. Εδιάλεξα την Ιερουσαλήμ ως τόπον, όπου θα αναφέρωνται αι δοξολογίαι και και προσευχαί στο όνομά μου. Ως βασιλέα δε εδιάλεξα τον Δαυίδ, δια να κυβερνήση αυτός τον ισραηλιτικόν λαόν μου.
Γ Βασ. 8,17 καὶ ἐγένετο ἐπὶ τῆς καρδίας τοῦ πατρός μου οἰκοδομῆσαι οἶκον τῷ ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 8,17 Ο πατήρ μου επεθύμησε με όλην του την καρδίαν να ανοικοδομήση τον ναόν προς δόξαν και τιμήν του ονόματος Κυρίου του Θεού του Ισραήλ.
Γ Βασ. 8,18 καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Δαυὶδ τὸν πατέρα μου· ἀνθ᾿ ὧν ἦλθεν ἐπὶ τὴν καρδίαν σου τοῦ οἰκοδομῆσαι οἶκον τῷ ὀνόματί μου, καλῶς ἐποίησας ὅτι ἐγενήθη ἐπὶ τὴν καρδίαν σου·
Γ Βασ. 8,18 Ο Κυριος όμως απήντησε προς τον πατέρα μου τον Δαυίδ· Καλή είναι η επιθυμία της καρδίας σου να οικοδομήσης ναόν προς δόξαν του ονόματός μου. Καλώς έπραξες, που εγενήθη αυτή η επιθυμία μέσα εις την καρδίαν σου.
Γ Βασ. 8,19 πλὴν σὺ οὐκ οἰκοδομήσεις τὸν οἶκον, ἀλλ᾿ ἢ ὁ υἱός σου ὁ ἐξελθὼν ἐκ τῶν πλευρῶν σου, οὗτος οἰκοδομήσει τὸν οἶκον τῷ ὀνόματί μου.
Γ Βασ. 8,19 Αλλά δεν θα οικοδομήσης συ τούτον τον ναόν, ει μη μόνον ο υιός σου, ο οποίος εβγήκεν από τα σπλάγχνα σου. Αυτός θα οικοδομήση τον ναόν προς δόξαν και τιμήν του ονόματός μου.
Γ Βασ. 8,20 καὶ ἀνέστησε Κύριος τὸ ῥῆμα αὐτοῦ, ὃ ἐλάλησε, καὶ ἀνέστην ἀντὶ Δαυὶδ τοῦ πατρός μου καὶ ἐκάθισα ἐπὶ τοῦ θρόνου Ἰσραήλ, καθὼς ἐλάλησε Κύριος, καὶ ᾠκοδόμησα τὸν οἶκον τῷ ὀνόματι Κυρίου Θεοῦ Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 8,20 Ο Θεός εξεπλήρωσεν αυτήν την υπόσχεσιν, την οποίαν είπε προς τον πατέρα μου, διότι εγώ ήλθον εις την θέσιν του πατρός μου, εκάθησα στον θρόνον του Ισραηλιτικού λαού, όπως ακριβώς είχε προαναγγείλει ο Κυριος, και οικοδόμησα τον ναόν αυτόν προς δόξαν του ονόματος Κυρίου του Θεού του Ισραηλιτικού λαού.
Γ Βασ. 8,21 καὶ ἐθέμην ἐκεῖ τόπον τῇ κιβωτῷ, ἐν ᾗ ἐστιν ἐκεῖ διαθήκη Κυρίου, ἣν διέθετο Κύριος μετὰ τῶν πατέρων ἡμῶν ἐν τῷ ἐξαγαγεῖν αὐτὸν αὐτοὺς ἐκ γῆς Αἰγύπτου.
Γ Βασ. 8,21 Εκεί καθώρισα τον τόπον δια την Κιβωτόν, εντός της οποίας υπάρχουν αι πλάκες της Διαθήκης, την οποίαν συνήψεν ο Κυριος με τους προπάτοράς μας, αφού τους έβγαλεν ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου”.
Γ Βασ. 8,22 Καὶ ἀνέστη Σαλωμὼν κατὰ πρόσωπον τοῦ θυσιαστηρίου Κυρίου ἐνώπιον πάσης ἐκκλησίας Ἰσραὴλ καὶ διεπέτασε τὰς χεῖρας αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανόν,
Γ Βασ. 8,22 Εστάθη ο Σολομών όρθιος εμπρός από το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων του Κυρίου ενώπιον όλης της συγκεντρώσεως του Ισραηλιτικού λαού, ήπλωσε τας χείρας του προς τον ουρανόν
Γ Βασ. 8,23 καὶ εἶπε· Κύριε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, οὐκ ἔστιν ὡς σὺ Θεὸς ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ἐπὶ τῆς γῆς κάτω, φυλάσσων διαθήκην καὶ ἔλεος τῷ δούλῳ σου τῷ πορευομένῳ ἐνώπιόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ,
Γ Βασ. 8,23 και είπε· “Κυριε, Θεέ του Ισραηλιτικού λαού, δεν υπάρχει άλλος Θεός, όπως συ, ούτε άνω στον ουρανόν ούτε κάτω εις την γην. Διότι συ εκπληρώνεις την υπόσχεσίν σου και παρέχστο έλεός σου εις εμέ τον δούλον σου, ο οποίος με όλην του την καρδίαν πορεύεται κατά το θέλημά σου ενώπιόν σου,
Γ Βασ. 8,24 ἃ ἐφύλαξας τῷ δούλῳ σου Δαυὶδ τῷ πατρί μου· καὶ γὰρ ἐλάλησας ἐν τῷ στόματί σου καὶ ἐν χερσί σου ἐπλήρωσας ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη.
Γ Βασ. 8,24 όπως εξεπλήρωσες αυτά στον δούλον σου, τον πατέρα μου τον Δαυίδ· διότι όσα με το ίδιο σου το στόμα του υπεσχέθης, τα εξεπλήρωσες σήμερον, κατά την ημέραν αυτήν δια της δυνάμεώς σου.
Γ Βασ. 8,25 καὶ νῦν, Κύριε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, φύλαξον τῷ δούλῳ σου Δαυὶδ τῷ πατρί μου ἃ ἐλάλησας αὐτῷ λέγων· οὐκ ἐξαρθήσεταί σου ἀνὴρ ἐκ προσώπου μου καθήμενος ἐπὶ θρόνου Ἰσραήλ, πλὴν ἐὰν φυλάξωνται τὰ τέκνα σου τὰς ὁδοὺς αὐτῶν τοῦ πορεύεσθαι ἐνώπιόν μου, καθὼς ἐπορεύθης ἐνώπιον ἐμοῦ.
Γ Βασ. 8,25 Και τώρα, Κυριε ο Θεός του Ισραήλ, εκπλήρωσε στον δούλον σου τον Δαυίδ, τον πατέρα μου, όσα υπεσχέθης εις αυτόν λέγων· Δεν θα λείψη άνθρωπος ενώπιόν μου από τους απογόνους σου, ο οποίος θα κάθεται στον βασιλικόν θρόνον του ισραηλιτικού λαού, υπό τον όρον όμως ότι οι απόγονοί σου θα τηρούν τας εντολάς μου και θα πορεύωνται ενώπιόν μου, όπως επορεύθης και συμπεριεφέρθης συ ενώπιόν μου.
Γ Βασ. 8,26 καὶ νῦν, Κύριε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, πιστωθήτω δὴ τὸ ῥῆμά σου τῷ Δαυὶδ τῷ πατρί μου.
Γ Βασ. 8,26 Και τώρα παρακαλώ, Κυριε, Θεέ του ισραηλιτικού λαού, ας αποδειχθή αληθινή και ας πραγματοποιηθή η υπόσχεσις, την οποίαν είπες προς τον πατέρα μου Δαυίδ·
Γ Βασ. 8,27 ὅτι εἰ ἀληθῶς κατοικήσει ὁ Θεὸς μετὰ ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς; εἰ ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ οὐκ ἀρκέσουσί σοι, πλὴν καὶ ὁ οἶκος οὗτος, ὃν ᾠκοδόμησα τῷ ὀνόματί σου;
Γ Βασ. 8,27 ότι δηλαδή, συ ο Θεός θα κατοικήσης μαζή με τους ανθρώπους εις την γην. Εάν ο ουρανός και ο ουρανός του ουρανού δεν είναι ικανοί να σε χωρέσουν, πως θα γίνη κατοικητήριόν σου ο ναός αυτός, τον οποίον εγώ οικοδόμησα προς δόξαν του Ονόματός σου;
Γ Βασ. 8,28 καὶ ἐπιβλέψῃ ἐπὶ τὴν δέησίν μου, Κύριε ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, ἀκούειν τῆς προσευχῆς, ἧς ὁ δοῦλός σου προσεύχεται ἐνώπιόν σου πρός σε σήμερον,
Γ Βασ. 8,28 Σε παρακαλώ όμως, Κυριε, ρίψε ευμενές βλέμα εις την δέησίν μου. Κυριε και Θεέ του ισραηλιτικού λαού, άκουσε την προσευχήν μου, την οποίαν ο δούλός σου απευθύνει προς σε σήμερον.
Γ Βασ. 8,29 τοῦ εἶναι τοὺς ὀφθαλμούς σου ἠνεῳγμένους εἰς τὸν οἶκον τοῦτον ἡμέρας καὶ νυκτός, εἰς τὸν τόπον, ὃν εἶπας· ἔσται τὸ ὄνομά μου ἐκεῖ, τοῦ εἰσακούειν τῆς προσευχῆς, ἧς προσεύχεται ὁ δοῦλός σου εἰς τὸν τόπον τοῦτον ἡμέρας καὶ νυκτός.
Γ Βασ. 8,29 Ας είναι σε παρακαλώ οι οφθαλμοί σου ανοικτοί ημέραν και νύκτα προς τον ναόν τούτον, στον τόπον αυτόν, δια τον οποίον είπες· Θα είμαι εγώ εκεί, δια να ακούω την προσευχήν, την οποίαν θα απευθύνη ο δούλος μου στον τόπον τούτον, ημέραν και νύκτα.
Γ Βασ. 8,30 καὶ εἰσακούσῃ τῆς δεήσεως τοῦ δούλου σου καὶ τοῦ λαοῦ σου Ἰσραήλ, ἃ ἂν προσεύξωνται εἰς τὸν τόπον τοῦτον, καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐν τῷ τόπῳ τῆς κατοικήσεώς σου ἐν οὐρανῷ καὶ ποιήσεις καὶ ἵλεως ἔσῃ.
Γ Βασ. 8,30 Ναι θα ακούης την προσευχήν εμού του δούλου σου και τας προσευχάς του ισραηλιτικού λαού, τας οποίας θα απευθύνουν προς σε από τον ιερόν τούτον τόπον. Θα ακούης τας προσευχάς μας από την ουράνιον κατοικίαν σου και θα κάμης ο,τι σε παρακαλέσουν, δεικνύων έλεος και ευσπλαγχνίαν προς όλους μας.

Ο Ναός ως τόπος προσευχής
Γ Βασ. 8,31 ὅσα ἂν ἁμάρτῃ ἕκαστος τῷ πλησίον αὐτοῦ, καὶ ἐὰν λάβῃ ἐπ᾿ αὐτὸν ἀρὰν τοῦ ἀράσασθαι αὐτόν, καὶ ἔλθῃ καὶ ἐξαγορεύσῃ κατὰ πρόσωπον τοῦ θυσιαστηρίου σου ἐν τῷ οἴκῳ τούτῳ,
Γ Βασ. 8,31 Εάν κανείς αδικήση τον πλησίον του και εκείνος αναγκάση τον αδικήσαντα να πάρη όρκον, θα έλθη ο αδικήσας στο θυσιαστήριον τούτο των ολοκαυτωμάτων του ναού και θα δώση μετά κατάρας ένορκον διαβεβαίωσιν.
Γ Βασ. 8,32 καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ποιήσεις καὶ κρινεῖς τὸν λαόν σου Ἰσραὴλ ἀνομηθῆναι ἄνομον, δοῦναι τὴν ὁδὸν αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ τοῦ δικαιῶσαι δίκαιον, δοῦναι αὐτῷ κατὰ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ.
Γ Βασ. 8,32 Συ δε θα ακούσης από τον ουρανόν την ένορκον αυτήν διαβεβαίωσιν και θα δικάσης αυτόν, όπως και κάθε άλλον Ισραηλίτην, εκφέρων την δικαίαν απόφασίν σου, ώστε να πέση η δικαία τιμωρία σου επί την κεφαλήν του παρανομήσαντος και να δικαιωθή ο δίκαιος, σύμφωνα με το δίκαιόν του.
Γ Βασ. 8,33 ἐν τῷ πταῖσαι τὸν λαόν σου Ἰσραὴλ ἐνώπιον ἐχθρῶν, ὅτι ἁμαρτήσονταί σοι, καὶ ἐπιστρέψουσι καὶ ἐξομολογήσονται τῷ ὀνόματί σου καὶ προσεύξονται καὶ δεηθήσονται ἐν τῷ οἴκῳ τούτω,
Γ Βασ. 8,33 Οταν ο ισραηλιτικός λαός νικηθή από τους εχθρούς του, διότι ημάρτησεν εις σέ, και κατόπιν μετανοήσουν και επιστρέψουν και δοξάσουν το Ονομά σου και σου απευθύνουν προσευχάς και δεήσεις εστραμμένοι προς τον ναόν τούτον,
Γ Βασ. 8,34 καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἵλεως ἔσῃ ταῖς ἁμαρτίαις τοῦ λαοῦ σου Ἰσραὴλ καὶ ἐπιστρέψεις αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν, ἣν ἔδωκας τοῖς πατράσιν αὐτῶν.
Γ Βασ. 8,34 συ θα ακούσης τας δεήσεις των από τον ουρανόν, θα φανής ευσπλαγχνικός εις τας αμαρτίας του ισραηλιτικού λαού, θα απελευθερώσης αυτούς από την αιχμαλωσίαν και ελευθέρους θα τους επαναφέρης εις την χώραν αυτήν, την οποίαν συ έδωκες ως κληρονομίαν στους προπάτοράς των.
Γ Βασ. 8,35 ἐν τῷ συσχεθῆναι τὸν οὐρανὸν καὶ μὴ γενέσθαι ὑετόν, ὅτι ἁμαρτήσονταί σοι, καὶ προσεύξονται εἰς τὸν τόπον τοῦτον καὶ ἐξομολογήσονται τῷ ὀνόματί σου καὶ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν ἀποστρέψουσιν, ὅταν ταπεινώσῃς αὐτούς,
Γ Βασ. 8,35 Οταν δε κλείση ο ουρανός και δεν θα πέση βροχή εις την γην, διότι ημάρτησαν απέναντί σου οι Ισροηλίται, προσευχηθούν δε στον τόπον αυτόν, δοξολογήσουν το Ονομά σου και ξεκόψουν από τας αμαρτίας των, όταν δια της ανομβρίας τιμωρής αυτούς,
Γ Βασ. 8,36 καὶ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἵλεως ἔσῃ ταῖς ἁμαρτίαις τοῦ δούλου σου καὶ τοῦ λαοῦ σου Ἰσραήλ· ὅτι δηλώσεις αὐτοῖς τὴν ὁδὸν τὴν ἀγαθὴν πορεύεσθαι ἐν αὐτῇ καὶ δώσεις ὑετὸν ἐπὶ τὴν γῆν, ἣν ἔδωκας τῷ λαῷ σου ἐν κληρονομίᾳ.
Γ Βασ. 8,36 θα εισακούσης την προσευχήν των από τον ουρανόν, θα γίνης ίλεως εις τας αμαρτίας των δούλων σου των Ισραηλιτών. Θα διδάξης αυτούς και πάλιν την αγαθήν οδόν να βαδίζουν αυτήν, και τότε θα δώσης την βροχήν εις την γην, την οποίαν συ έδωκες ως κληρονομίαν στον λαόν σου τον ισραηλιτικόν.
Γ Βασ. 8,37 λιμὸς ἐὰν γένηται, θάνατος ἐὰν γένηται, ὅτι ἔσται ἐμπυρισμός, βροῦχος, ἐρυσίβη ἐὰν γένηται, καὶ ἐὰν θλίψῃ αὐτὸν ὁ ἐχθρὸς αὐτοῦ ἐν μιᾷ τῷν πόλεων αὐτοῦ, πᾶν συνάντημα, πάντα πόνον,
Γ Βασ. 8,37 Εάν δε πέση λιμός εις την χώραν, εάν απλωθή επιδημία θανατικής νόσου, εάν πνεύση καυστικός άνεμος, εάν πέσουν σμήνη ακρίδων, εάν προσβάλη τα φυτά η ερυσίβη, εάν ο εχθρός πολιορκήση μίαν από τας πόλεις και την φέρη εις δύσκολον θέσιν, γενικώς εάν συμβή κάποιο κακό γεγονός η οδυνηρά νόσος,
Γ Βασ. 8,38 πᾶσαν προσευχήν, πᾶσαν δέησιν, ἐὰν γένηται παντὶ ἀνθρώπῳ ὡς ἂν γνῶσιν ἕκαστος ἁφὴν καρδίας αὐτοῦ καὶ διαπετάσῃ τὰς χεῖρας αὐτοῦ εἰς τὸν οἶκον τοῦτον,
Γ Βασ. 8,38 και κάθε Ισραηλίτης, στον οποίον θα πέση η θλίψις αυτή, σου απευθύνη ολόθερμον προσευχήν και δέησιν, υψώση δε τας χείρας του προς τον ναόν τούτον και προσευχηθή,
Γ Βασ. 8,39 καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου σου καὶ ἵλεως ἔσῃ καὶ ποιήσεις καὶ δώσεις ἀνδρὶ κατὰ τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ, καθὼς ἂν γνῷς τὴν καρδίαν αὐτοῦ, ὅτι σὺ μονώτατος οἶδας τὴν καρδίαν πάντων υἱῶν ἀνθρώπων,
Γ Βασ. 8,39 συ θα εισακούσης την δέησίν του από τον ουρανόν, από το άριστον και πανυπερτέλειον κατοικητήριόν σου, και θα γίνης ίλεως προς αυτόν και θα δώσης στον άνθρωπον αυτόν ανάλογα με την διαγωγήν του, ανάλογα με τας διαθέσεις της καρδίας του, διότι συ μόνος, και κανείς άλλος, γνωρίζεις τας καρδίας των ανθρώπων.
Γ Βασ. 8,40 ὅπως φοβῶνταί σε πάσας τὰς ἡμέρας, ὅσας αὐτοὶ ζῶσιν ἐπὶ τῆς γῆς, ἧς ἔδωκας τοῖς πατράσιν ἡμῶν.
Γ Βασ. 8,40 Αι πράξεις δε αυταί του ελέους και της τιμωρίας σου προς τους ανθρώπους θα έχουν αποτέλεσμα να σε φοβούνται και σε σέβωνται όλας τας ημέρας της ζωής των, όσας θα ζουν εις την γην, την οποίαν συ έδωκες κληρονομίαν στους προπάτοράς μας.
Γ Βασ. 8,41 καὶ τῷ ἀλλοτρίῳ, ὃς οὐκ ἔστιν ἀπὸ λαοῦ σου οὗτος,
Γ Βασ. 8,41 Ακόμη δε και την προσευχήν εκείνου του ξένου, ο οποίος δεν είναι Ισραηλίτης,
Γ Βασ. 8,42 καὶ ἥξουσι καὶ προσεύξονται εἰς τὸν τόπον τοῦτον,
Γ Βασ. 8,42 θα έλθη όμως εις τον τόπον αυτόν να προσευχηθή,
Γ Βασ. 8,43 καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου σου καὶ ποιήσεις κατὰ πάντα, ὅσα ἂν ἐπικαλέσηταί σε ὁ ἀλλότριος, ὅπως γνῶσι πάντες οἱ λαοὶ τὸ ὄνομά σου, καὶ φοβῶνταί σε, καθὼς ὁ λαός σου Ἰσραήλ, καὶ γνῶσιν ὅτι τὸ ὄνομά σου ἐπικέκληται ἐπὶ τὸν οἶκον τοῦτον, ὃν ᾠκοδόμησα.
Γ Βασ. 8,43 συ, Κυριε, θα την εισακούσης από τον ουρανόν, από το τέλειον κατοικητήριόν σου, και θα δώσης εις αυτόν όλα όσα σε παρακαλεί ο ξένος ούτος. Ετσι δε όλοι οι λαοί θα γνωρίσουν το Ονομά σου, θα σε σέβωνται και θα σε φοβούνται, όπως ο ισραηλιτικός λαός, και θα μάθουν ότι είναι αφιερωμένος στο ένδοξον Ονομά σου ο ναός αυτός, τον οποίον εγώ οικοδόμησα.
Γ Βασ. 8,44 ὅτι ἐξελεύσεται ὁ λαός σου εἰς πόλεμον ἐπὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ ἐν ὁδῷ, ᾗ ἐπιστρέψεις αὐτούς, καὶ προσεύξονται ἐν ὀνόματι Κυρίου ὁδὸν τῆς πόλεως, ἧς ἐξελέξω ἐν αὐτῇ, καὶ τοῦ οἴκου, οὗ ᾠκοδόμησα τῷ ὀνόματί σου,
Γ Βασ. 8,44 Οταν δε ο λαός σου εξέλθη εις πόλεμον εναντίον των εχθρών του στον δρόμον, τον οποίον συ υπέδειξες εις αυτούς, και προσευχηθή εν τω ονόματί σου του Κυρίου στρεφόμενος προς την πόλιν, την οποίον συ εξέλεξες και προς τον ναόν, τον οποίον εγώ οικοδόμησα εις δόξαν του Ονόματός σου,
Γ Βασ. 8,45 καὶ σὺ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ τῆς δεήσεως αὐτῶν καὶ τῆς προσευχῆς αὐτῶν καὶ ποιήσεις τὸ δικαίωμα αὐτοῖς.
Γ Βασ. 8,45 συ από τον ουρανόν θα ακούσης την δέησιν αυτών και θα αποδώσης εις αυτούς το δίκαιόν των.
Γ Βασ. 8,46 ὅτι ἁμαρτήσονταί σοι ὅτι οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος, ὃς οὐχ ἁμαρτήσεται καὶ ἐπάξεις αὐτοὺς καὶ παραδώσεις αὐτοὺς ἐνώπιον ἐχθρῶν καὶ αἰχμαλωτιοῦσιν οἱ αἰχμαλωτίζοντες εἰς γῆν μακρὰν καὶ ἐγγύς,
Γ Βασ. 8,46 Εάν δε αμαρτήσουν απέναντί σου, διότι δεν υπάρχει άνθρωπος, ο οποίος να μη αμαρτήση, και τιμωρήσης αυτούς και παραδώσης αυτούς στους εχθρούς των, οι οποίοι θα τους αιχμαλωτίσουν και θα τους μεταφέρουν εις χώραν ευρισκομένην μακράν η πλησίον,
Γ Βασ. 8,47 καὶ ἐπιστρέψουσι καρδίας αὐτῶν ἐν τῇ γῇ, οὗ μετήχθησαν ἐκεῖ, καὶ ἐπιστρέψουσιν ἐν γῇ μετοικίας αὐτῶν καὶ δεηθῶσί σου λέγοντες· ἡμάρτομεν, ἠδικήσαμεν, ἠνομήσαμεν,
Γ Βασ. 8,47 τότε, εάν μετανοήσουν με όλην των την καρδίαν εις την χώραν όπου ωδηγήθησαν αιχμάλωτοι, εάν εις την χώραν της αιχμαλωσίας επιστρέψουν προς σε και προσευχηθούν και είπουν· Ημαρτήσαμεν, ηδικήσαμεν, ηνομήσαμεν·
Γ Βασ. 8,48 καὶ ἐπιστρέψωσι πρός σε ἐν ὅλῃ καρδίᾳ αὐτῶν καὶ ἐν ὅλῃ ψυχῇ αὐτῶν ἐν τῇ γῇ ἐχθρῶν αὐτῶν, οὗ μετήγαγες αὐτούς, καὶ προσεύξονται πρός σε, ὁδὸν γῆς αὐτῶν, ἧς ἔδωκας τοῖς πατράσιν αὐτῶν, καὶ τῆς πόλεως, ἧς ἐξελέξω, καὶ τοῦ οἴκου, οὗ ᾠκοδόμηκα τῷ ὀνόματί σου,
Γ Βασ. 8,48 εάν μετανοήσουν και επιστρέψουν προς σε με όλην των την καρδίαν και με όλην των την ψυχήν εις την χώραν των εχθρών των, όπου ωδήγησες αυτούς και εκεί προσευχηθούν προς σε με το πρόσωπον και την καρδίαν των προς την γην, την οποίαν συ εξέλεξες δι' αυτούς, και προς τον ναόν, τον οποίον εγώ οικοδόμησα προς δόξαν του Ονόματός σου,
Γ Βασ. 8,49 καὶ εἰσακούσῃ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου σου
Γ Βασ. 8,49 συ θα εισακούσης την προσευχήν των από τον ουρανόν από το πανυπερτέλειον κατοικητήριόν σου
Γ Βασ. 8,50 καὶ ἵλεως ἔσῃ ταῖς ἀδικίαις αὐτῶν, αἷς ἥμαρτόν σοι, καὶ κατὰ πάντα τὰ ἀθετήματα αὐτῶν, ἃ ἠθέτησάν σοι, καὶ δώσεις αὐτοὺς εἰς οἰκτιρμοὺς ἐνώπιον αἰχμαλωτευόντων αὐτούς, καὶ οἰκτειρήσουσιν αὐτούς·
Γ Βασ. 8,50 και θα γίνης ίλεως δια τας αδικίας, τας οποίας διέπραξαν ενώπιόν σου και γενικώς δι' όλας τας παραβάσεις και τας ανομίας, τας οποίας διέπραξαν ενώπιόν σου. Θα εμβάλης εις τας καρδίας αυτών, που τους αιχμαλώτισαν, συναισθήματα καλωσύνης και ελέους δι' αυτούς και θα τους ευσπλαγχνισθούν.
Γ Βασ. 8,51 ὅτι λαός σου καὶ κληρονομία σου, οὓς ἐξήγαγες ἐκ γῆς Αἰγύπτου ἐκ μέσου χωνευτηρίου σιδήρου.
Γ Βασ. 8,51 Τούτο δέ, διότι αυτός ο λαός σου είναι ιδικός σου, είναι κληρονομία σου, αυτοί τους οποίους συ ελευθέρους έβγαλες από την Αίγυπτον, από την σιδηράν κάμινον, εις την οποίαν έλυωναν.
Γ Βασ. 8,52 καὶ ἔστρωσαν οἱ ὀφθαλμοί σου καὶ τὰ ὦτά σου ᾐνεῳγμένα εἰς τὴν δέησιν τοῦ δούλου σου καὶ εἰς τὴν δέησιν τοῦ λαοῦ σου Ἰσραὴλ εἰσακούειν αὐτῶν ἐν πᾶσιν, οἷς ἂν ἐπικαλέσωνταί σε,
Γ Βασ. 8,52 Ας είναι λοιπόν οι οφθαλμοί σου, Κυριε, και τα ώτα σου ανοικτά εις την δέησιν του κάθε Ισραηλίτου και εις την δέησιν όλου του Ισραηλιτικού λαού, δια να εισακούης αυτούς εις όλα, όσα θα σε παρακαλέσουν.
Γ Βασ. 8,53 ὅτι σὺ διέστειλας αὐτοὺς σεαυτῷ εἰς κληρονομίαν ἐκ πάντων τῶν λαῶν τῆς γῆς, καθὼς ἐλάλησας ἐν χειρὶ δούλου σου Μωυσῆ ἐν τῷ ἐξαγαγεῖν σε τοὺς πατέρας ἡμῶν ἐκ γῆς Αἰγύπτου, Κύριε Κύριε.
Γ Βασ. 8,53 Διότι συ εξεχώρισες αυτούς από όλους τους άλλους λαούς της γης, δια να γίνουν ιδική σου κληρονομία, όπως εδήλωσες δια του δούλου σου του Μωϋσέως, όταν, Κυριε, Κυριε, έβγαλες τους προγόνους ημών ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου”.
Γ Βασ. 8,53α Τότε ἐλάλησε Σαλωμὼν ὑπὲρ τοῦ οἴκου, ὡς συνετέλεσε τοῦ οἰκοδομῆσαι αὐτόν, Ἥλιον ἐγνώρισεν ἐν οὐρανῷ Κύριος, εἶπε τοῦ κατοικεῖν ἐν γνόφῳ· οἰκοδόμησον οἶκόν μου, οἶκον εὐπρεπῆ σεαυτῷ, τοῦ κατοικεῖν ἐπὶ καινότητος. οὐκ ἰδοὺ αὕτη γέγραπται ἐν βιβλίῳ τῆς ᾠδῆς;
Γ Βασ. 8,53α Εις την περίστασιν αυτήν, όταν δηλαδή ο Σολομών απεπεράτωσε την ανοικοδόμησιν του ναού, ωμίλησε δια τον ναόν και είπεν· “Ο Κυριος εν τη σοφία του έθεσε τον ήλιον στον ουρανόν, δια να φωτίζη τους ανθρώπους, ενώ αυτός ο ίδιος κατοικεί στον γνόφον και μένει αόρατος. Αυτός με διέταξε και μου είπε· Οικοδόμησε τον ναόν μου, σεμνόν και ωραίον στους οφθαλμούς μου, δια να κατοικώ στον καινούργιον αυτόν οίκον”. Αυτά δεν είναι γραμμένα στο βιβλίον εκείνο που ονομάζεται ωδή;
Γ Βασ. 8,54 Καὶ ἐγένετο ὡς συνετέλεσε Σαλωμὼν προσευχόμενος πρὸς Κύριον ὅλην τὴν προσευχὴν καὶ τὴν δέησιν ταύτην, καὶ ἀνέστη ἀπὸ προσώπου τοῦ θυσιαστηρίου Κυρίου ὀκλακὼς ἐπὶ τὰ γόνατα αὐτοῦ καὶ αἱ χεῖρες αὐτοῦ διαπεπετασμέναι εἰς τὸν οὐρανόν.
Γ Βασ. 8,54 Οταν ο Σολομών γονατιστός εμπρός στο θυσιαστήριον του Κυρίου και με τας χείρας υψωμένας προς τον ουρανόν ετελείωσεν όλην την προσευχήν του, την δέησιν αυτήν, ηγέρθη από έμπροσθεν του θυσιαστηρίου,
Γ Βασ. 8,55 καὶ ἔστη καὶ εὐλόγησε πᾶσαν ἐκκλησίαν Ἰσραὴλ φωνῇ μεγάλῃ λέγων·
Γ Βασ. 8,55 εστάθη και ευλόγησεν όλην την συγκέντρωσιν των Ισραηλιτών με μεγάλην φωνήν και είπεν·
Γ Βασ. 8,56 εὐλογητὸς Κύριος σήμερον, ὃς ἔδωκε κατάπαυσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ Ἰσραὴλ κατὰ πάντα, ὅσα ἐλάλησεν· οὐ διεφώνησε λόγος εἷς ἐν πᾶσι τοῖς λόγοις αὐτοῦ τοῖς ἀγαθοῖς, οἷς ἐλάλησεν ἐν χειρὶ δούλου αὐτοῦ Μωυσῆ.
Γ Βασ. 8,56 “ας είναι δοξασμένος ο Κυριος σήμερον, ο οποίος ανέπαυσε τον ισραηλιτικόν του λαόν και επραγματοποίησεν όλα, όσα υπεσχέθη ότι θα κάμη. Καμμία από τας αγαθάς υποσχέσεις, τας οποίας έδωσε δια του Μωϋσέως στον ισραηλιτικόν λαόν, δεν έμεινεν ανεκπλήρωτος.
Γ Βασ. 8,57 γένοιτο Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν μεθ᾿ ἡμῶν, καθὼς ἦν μετὰ τῶν πατέρων ἡμῶν· μὴ ἐγκαταλίποιτο ἡμᾶς μηδὲ ἀποστρέψοιτο ἡμᾶς,
Γ Βασ. 8,57 Είθε Κυριος ο Θεός ημών να είναι μαζή μας, όπως ήτο μαζή με τους προπάτοράς μας. Είθε να μη αποστρέψη ποτέ το πρόσωπόν του από ημάς και να μη μας εγκαταλείψη.
Γ Βασ. 8,58 ἐπικλῖναι καρδίας ἡμῶν ἐπ᾿ αὐτὸν τοῦ πορεύεσθαι ἐν πάσαις ὁδοῖς αὐτοῦ καὶ φυλάσσειν πάσας ἐντολὰς αὐτοῦ καὶ τὰ προστάγματα αὐτοῦ, ἃ ἐνετείλατο τοῖς πατράσιν ἡμῶν.
Γ Βασ. 8,58 Ας ελκύση τας καρδίας μας προς αυτόν, δια να πορευώμεθα συμφώνως προς τας οδούς αυτού, να τηρούμεν όλας τας εντολάς του και τα προστάγματα του, τα οποία διέταξεν στους προπάτοράς μας.
Γ Βασ. 8,59 καὶ ἔστρωσαν οἱ λόγοι οὗτοι, ὡς δεδέημαι ἐνώπιον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν, ἐγγίζοντες πρὸς Κύριον Θεὸν ἡμῶν ἡμέρας καὶ νυκτός, τοῦ ποιεῖν τὸ δικαίωμα τοῦ δούλου σου καὶ τὸ δικαίωμα λαοῦ Ἰσραὴλ ῥῆμα ἡμέρας ἐν ἡμέρᾳ ἐνιαυτοῦ,
Γ Βασ. 8,59 Οι ικευτικοί αυτοί λόγοι, τους οποίους ως δέησιν απηύθυνα προς τον Κυριον και Θεόν μας, ας είναι ενώπιον Κυρίου του Θεού μας ημέραν και νύκτα ως δίκαιον αίτημα εμού του δούλου σου, αλλά και όλου του Ισραηλιτικού λαού καθ' όλας τας ημέρας του έτους,
Γ Βασ. 8,60 ὅπως γνῶσιν πάντες οἱ λαοὶ τῆς γῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός, αὐτὸς Θεὸς καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι.
Γ Βασ. 8,60 δια να μάθουν όλοι οι λαοί της γης ότι Κυριος ο Θεός ημών αυτός είναι ο αληθινός Θεός, και δεν υπάρχει άλλος πλην αυτού.
Γ Βασ. 8,61 καὶ ἔστρωσαν οἱ καρδίαι ἡμῶν τέλειαι πρὸς Κύριον Θεὸν ἡμῶν καὶ ὁσίως πορεύεσθαι ἐν τοῖς προστάγμασιν αὐτοῦ καὶ φυλάσσειν ἐντολὰς αὐτοῦ ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη.
Γ Βασ. 8,61 Αι καρδίαι μας ας είναι αγνοί και καθαραί προς Κυριον τον Θεόν μας, ώστε να πορευώμεθα με οσιότητα σύμφωνα με τα προστάγματά του και να φυλάσσωμεν τας εντολάς του, όπως γίνεται κατά την ημέραν αυτήν”.
Γ Βασ. 8,62 Καὶ ὁ βασιλεὺς καὶ πάντες οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἔθυσαν θυσίαν ἐνώπιον Κυρίου.
Γ Βασ. 8,62 Ο βασιλεύς και όλοι οι Ισραηλίται προσέφεραν κατά την ημέραν εκείνην θυσίας ενώπιον του Κυρίου.
Γ Βασ. 8,63 καὶ ἔθυσεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν τὰς θυσίας τῶν εἰρηνικῶν, ἃς ἔθυσε τῷ Κυρίῳ, βοῶν δύο καὶ εἴκοσι χιλιάδας καὶ προβάτων ἑκατὸν καὶ εἴκοσι χιλιάδας· καὶ ἐνεκαίνισε τὸν οἶκον Κυρίου ὁ βασιλεὺς καὶ πάντες οἱ υἱοὶ Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 8,63 Ο Σολομών προσέφερεν ειρηνικάς θυσίας προς τον Κυριον εικοσιδύο χιλιάδες βόδια, εκατόν είκοσι χιλιάδες πρόβατα και εγκαινίασε ναόν του Κυρίου ο βασιλεύς και όλοι οι Ισραηλίται μαζή με αυτόν.
Γ Βασ. 8,64 τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἡγίασεν ὁ βασιλεὺς τὸ μέσον τῆς αὐλῆς τὸ κατὰ πρόσωπον τοῦ οἴκου Κυρίου· ὅτι ἐποίησεν ἐκεῖ τὴν ὁλοκαύτωσιν καὶ τὰς θυσίας καὶ τὰ στέατα τῶν εἰρηνικῶν, ὅτι τὸ θυσιαστήριον τὸ χαλκοῦν τὸ ἐνώπιον Κυρίου μικρόν· τοῦ μὴ δύνασθαι τὴν ὁλοκαύτωσιν καὶ τὰς θυσίας τῶν εἰρηνικῶν ὑπενεγκεῖν.
Γ Βασ. 8,64 Κατά την ιδίαν εκείνην ημέραν ηγίασεν ο βασιλεύς την εσωτερικήν αυλήν, η οποία ευρίσκεται εμπρός στον ναόν του Κυρίου. Διότι εκεί προσέφερε τας θυσίας των ολοκαυτωμάτων, τας αναιμάκτους θυσίας και τα επί των ειρηνικών θυσιών, επειδή το χαλκούν θυσιαστήριον, που ευρίσκετο ενώπιον του ναού του Κυρίου, ήτο μικρόν και δεν επαρκούσε δια την προσφοράν των ολοκαυτωμάτων και των ειρηνικών θυσιών.
Γ Βασ. 8,65 καὶ ἐποίησε Σαλωμὼν τὴν ἑορτὴν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, καὶ πᾶς Ἰσραὴλ μετ᾿ αὐτοῦ, ἐκκλησία μεγάλη ἀπὸ τῆς εἰσόδου Ἡμὰθ ἕως ποταμοῦ Αἰγύπτου, ἐνώπιον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν ἐν τῷ οἴκῳ, ᾧ ᾠκοδόμησεν, ἐσθίων καὶ πίνων καὶ εὐφραινόμενος ἐνώπιον Κυρίου Θεοῦ ἡμῶν ἑπτὰ ἡμέρας.
Γ Βασ. 8,65 Ο Σολομών κατά την ημέραν εκείνην των εγκαινίων ετέλεσε και την εορτήν της Σκηνοπηγίας και μαζή με αυτόν όλος ο ισραηλιτικός λαός. Ητο μεγάλη συγκέντρωσις ανθρώπων, οι οποίοι ήλθον από βορρά μεν από την είσοδον της Ημάθ, από δε νότου μέχρι και από τον ποταμόν, που υπάρχει εις τα όρια της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου. Αυτοί συνεκεντρώθησαν ενώπιον Κυρίου του Θεού μας στον ναόν, τον οποίον οικοδόμησαν. Ολοι δε έτρωγαν και έπιναν και ευφραίνοντο ενώπιον Κυρίου του Θεού μας επί επτά κατά συνέχειαν ημέρας.
Γ Βασ. 8,66 καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ ἐξαπέστειλε τὸν λαὸν καὶ εὐλόγησαν τὸν βασιλέα, καὶ ἀπῆλθεν ἕκαστος εἰς τὰ σκηνώματα αὐτοῦ χαίροντες καὶ ἀγαθῇ καρδίᾳ ἐπὶ τοῖς ἀγαθοῖς, οἷς ἐποίησε Κύριος τῷ Δαυὶδ δούλῳ αὐτοῦ καὶ τῷ Ἰσραὴλ λαῷ αὐτοῦ.
Γ Βασ. 8,66 Κατά την ογδόην ημέραν ο βασιλεύς απέλυσε τον λαόν, δια να αναχωρήσουν, και ο λαός εδόξασε τον βασιλέα. Καθένας από τους Ισραηλίτας επανήλθεν εις την κατοικίαν του χαίρων και με ευφραινομένην την καρδίαν δια τα αγαθά, που ο Κυριος έδωσεν στον δούλον του Δαυίδ και στον λαόν του τον ισραηλιτικόν.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:47 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Ο Κύριος εμφανίζεται στο Σολομώντα.
Κατοπινές ενέργειες και τα κατασκευαστικά έργα του Σολομώντα.
Οι τακτές θυσίες και ο στόλος του Σολομώντα.
[/u]


Ο Κύριος εμφανίζεται στο Σολομώντα
Γ Βασ. 9,1 Καὶ ἐγενήθη ὡς συνετέλεσε Σαλωμὼν οἰκοδομεῖν τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸν οἶκον τοῦ βασιλέως καὶ πᾶσαν τὴν πραγματείαν Σαλωμών, ὅσα ἠθέλησε ποιῆσαι,
Γ Βασ. 9,1 Οταν ο Σολομών έφερεν εις πέρας την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου και του βασιλικού του ανακτόρου και γενικώς όλα τα άλλα οικοδομήματα, που ηθέλησε να κάμη,
Γ Βασ. 9,2 καὶ ὤφθη Κύριος τῷ Σαλωμὼν δεύτερον, καθὼς ὤφθη ἐν Γαβαών,
Γ Βασ. 9,2 ο Κυριος παρουσιάσθη εις αυτόν δευτέραν φοράν, όπως είχε παρουσιασθή δια πρώτην φοράν εις την Γαβαών,
Γ Βασ. 9,3 καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν Κύριος· ἤκουσα τῆς φωνῆς τῆς προσευχῆς σου καὶ τῆς δεήσεώς σου, ἧς ἐδεήθης ἐνώπιόν μου· πεποίηκά σοι κατὰ πᾶσαν τὴν προσευχήν σου, ἡγίακα τὸν οἶκον τοῦτον, ὃν ᾠκοδόμησας τοῦ θέσθαι τὸ ὄνομά μου ἐκεῖ εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ ἔσονται οἱ ὀφθαλμοί μου ἐκεῖ καὶ ἡ καρδία μου πάσας τὰς ἡμέρας.
Γ Βασ. 9,3 και είπε προς αυτόν· “ήκουσα τα λόγια της προσευχής και της δεήσεώς σου, την οποίαν απηύθυνες προς εμέ. Εξεπλήρωσα όσα μου είχες ζητήσει. Ηγίασα τον ναόν τούτον, τον οποίον οικοδόμησες, δια να δοξάζεται εκεί αιωνίως το όνομά μου και θα είναι εστραμμένοι οι οφθαλμοί μου και η καρδία μου προς τα εκεί πάντοτε.
Γ Βασ. 9,4 καὶ σὺ ἐὰν πορευθῇς ἐνώπιον ἐμοῦ, καθὼς ἐπορεύθη Δαυὶδ ὁ πατήρ σου, ἐν ὁσιότητι καρδίας καὶ ἐν εὐθύτητι καὶ τοῦ ποιεῖν κατὰ πάντα, ἃ ἐνετειλάμην αὐτῷ, καὶ τὰ προστάγματά μου καὶ τὰς ἐντολάς μου φυλάξῃς,
Γ Βασ. 9,4 Εάν δε συ πορευθής ενώπιόν μου, όπως έζησε και επορεύθη ο πατήρ σου Δαυίδ, με οσιότητα καρδίας, με ειλικρίνειαν και ευθύτητα, δια να τηρής όλα όσα παρήγγειλα προς εκείνον και να εφαρμόζης τα προστάγματά μου και τας εντολάς μου,
Γ Βασ. 9,5 καὶ ἀναστήσω τὸν θρόνον τῆς βασιλείας σου ἐν Ἰσραὴλ εἰς τὸν αἰῶνα, καθὼς ἐλάλησα Δαυὶδ πατρί σου λέγων· οὐκ ἐξαρθήσεταί σοι ἀνὴρ ἡγούμενος ἐν Ἰσραήλ.
Γ Βασ. 9,5 εγώ θα δοξάσω και θα στερεώσω τον θρόνον της βασιλείας σου επί του ισραηλιτικού λαού αιωνίως, όπως υπεσχέθην στον πατέρα σου τον Δαυίδ λέγων, ότι δεν θα λείψη απόγονός σου άρχων επί του ισραηλιτικού λαού.
Γ Βασ. 9,6 ἐὰν δὲ ἀποστραφέντες ἀποστραφῆτε ὑμεῖς καὶ τὰ τέκνα ὑμῶν ἀπ᾿ ἐμοῦ, καὶ μὴ φυλάξητε τὰς ἐντολάς μου καὶ τὰ προστάγματά μου, ἃ ἔδωκε Μωυσῆς ἐνώπιον ὑμῶν, καὶ πορευθῆτε καὶ δουλεύσητε θεοῖς ἑτέροις καὶ προσκυνήσητε αὐτοῖς,
Γ Βασ. 9,6 Εάν όμως αποστραφήτε και απομακρυνθήτε από εμέ σεις και τα παιδιά σας και δεν φυλάξετε τας εντολάς μου και τα προστάγματά μου, τα οποία έδωκεν ο Μωϋσής ενώπιόν σας, και πορευθήτε να λατρεύσετε άλλους θεούς και προσκυνήσετε αυτούς,
Γ Βασ. 9,7 καὶ ἐξαρῶ τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τῆς γῆς ἣν ἔδωκα αὐτοῖς, καὶ τὸν οἶκον τοῦτον, ὃν ἡγίασα τῷ ὀνόματί μου, ἀποῤῥίψω ἐκ προσώπου μου, καὶ ἔσται Ἰσραὴλ εἰς ἀφανισμὸν καὶ εἰς λάλημα εἰς πάντας τοὺς λαούς.
Γ Βασ. 9,7 εγώ θα ξερριζώσω τον ισραηλιτικόν λαόν από την γην, την οποίαν έχω δώσει εις αυτούς· και τον ναόν, τον οποίον αφιέρωσα στο όνομά μου, θα τον απορρίψω από το πρόσωπόν μου. Ο ισραηλιτικός λαός θα εξαφανισθή από την πατρίδα του και θα γίνη περίγελως μεταξύ όλων των λαών της γης.
Γ Βασ. 9,8 καὶ ὁ οἶκος οὗτος ἔσται ὁ ὑψηλός, πᾶς ὁ διαπορευόμενος δι᾿ αὐτοῦ ἐκστήσεται καὶ συριεῖ καὶ ἐροῦσιν· ἕνεκεν τίνος ἐποίησε Κύριος οὕτως τῇ γῇ ταύτῃ καὶ τῷ οἴκῳ τούτῳ;
Γ Βασ. 9,8 Ο δε μεγαλοπρεπής και υψηλός αυτός ναός θα έλθη εις τέτοιο κατάντημα, ώστε καθένας, που θα διέρχεται από εμπρός του, θα εκπλήσσεται, θα συρίζη δε εις έκφρασιν απορίας και θα λέγη· Δια ποίαν αιτίαν ο Κυριος έστειλεν αυτό το κακόν εις την γην αυτήν και εις αυτόν τον ναόν;
Γ Βασ. 9,9 καὶ ἐροῦσιν· ἀνθ᾿ ὧν ἐγκατέλιπον Κύριον Θεὸν αὐτῶν, ὃς ἐξήγαγε τοὺς πατέρας αὐτῶν ἐξ Αἰγύπτου, ἐξ οἴκου δουλείας, καὶ ἀντελάβοντο θεῶν ἀλλοτρίων καὶ προσεκύνησαν αὐτοῖς καὶ ἐδούλευσαν αὐτοῖς, διὰ τοῦτο ἐπήγαγε Κύριος ἐπ᾿ αὐτοὺς τὴν κακίαν ταύτην.
Γ Βασ. 9,9 Θα τους δίδεται δε η απάντησις· Επειδή εγκατέλιπαν Κυριον τον Θεόν των, ο οποίος τους έβγαλεν ελευθέρους από την Αίγυπτον, από την χώραν της δουλείας, και παρεδέχθησαν ξένους θεούς και προσεκύνησαν αυτούς και υπεδουλώθησαν εις αυτούς, δια τούτο έστειλεν ο Κυριος εναντίον των αυτήν την τιμωρίαν”.
Γ Βασ. 9,9α Τότε ἀνήγαγε Σαλωμὼν τὴν θυγατέρα Φαραὼ ἐκ πόλεως Δαυὶδ εἰς οἶκον αὐτοῦ, ὃν ᾠκοδόμησεν ἑαυτῷ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις.
Γ Βασ. 9,9α Τοτε ο Σολομών οδήγησε την θυγατέρα του Φαραώ από την πόλιν Δαυίδ στο ανάκτορόν του, το οποίον οικοδόμησε δια τον εαυτόν του κατά τας ημέρας εκείνας.

Κατοπινές ενέργειες του Σολομώντα
Γ Βασ. 9,10 Εἴκοσιν ἔτη ἐν οἷς ᾠκοδόμησε Σαλωμὼν τοὺς δύο οἴκους, τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸν οἶκον τοῦ βασιλέως,
Γ Βασ. 9,10 Εις διάστημα είκοσιν ετών οικοδόμησεν ο Σολομών τα δύο κτιριακά συγκροτήματα, τον ναόν του Κυρίου και το βασιλικόν του ανάκτορον.
Γ Βασ. 9,11 Χιρὰμ ὁ βασιλεὺς Τύρου ἀντελάβετο τοῦ Σαλωμὼν ἐν ξύλοις κεδρίνοις καὶ ἐν ξύλοις πευκίνοις καὶ ἐν χρυσίῳ καὶ ἐν παντὶ θελήματι αὐτοῦ. τότε ἔδωκεν ὁ βασιλεὺς τῷ Χιρὰμ εἴκοσι πόλεις ἐν τῇ γῇ τῇ Γαλιλαίᾳ.
Γ Βασ. 9,11 Ο Χιράμ, ο βασιλεύς της Τυρου, εβοήθησε τον Σολομώντα με κέδρινα ξύλα και με ξύλα από πεύκην, με χρυσόν και με ο,τι άλλο ηθέλησεν ο Σολομών. Τοτε ο βασιλεύς Σολομών έδωσεν στον Χιράμ είκοσι πόλεις εις την Γαλιλαίαν.
Γ Βασ. 9,12 καὶ ἐξῆλθε Χιρὰμ ἐκ Τύρου καὶ ἐπορεύθη εἰς τὴν Γαλιλαίαν τοῦ ἰδεῖν τὰς πόλεις, ἃς ἔδωκεν αὐτῷ Σαλωμών, καὶ οὐκ ἤρεσαν αὐτῷ·
Γ Βασ. 9,12 Ο δε Χιράμ εβγήκεν από την Τυρον και επορεύθη, προς την Γαλιλαίαν, δια να ίδη τας πόλεις, τας οποίας του έδωσεν ο Σολομών και αι οποίαι δεν του ήρεσαν.
Γ Βασ. 9,13 καὶ εἶπε· τί αἱ πόλεις αὗται, ἃς ἔδωκάς μοι, ἀδελφέ; καὶ ἐκάλεσεν αὐτὰς Ὅριον ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης.
Γ Βασ. 9,13 Ο Χιράμ είπε τότε προς τον Σολομώντα· “τι πόλεις είναι αύται, τας οποίας μου έδωσες, αδελφέ μου; Ωνόμασε δε αυτάς “Οριον” και έτσι αυταί ονομάζονται μέχρι της ημέρας αυτής.
Γ Βασ. 9,14 καὶ ἤνεγκε Χιρὰμ τῷ Σαλωμὼν ἑκατὸν καὶ εἴκοσι τάλαντα χρυσίου
Γ Βασ. 9,14 Ο Χιράμ έφερε και προσέφερε προς τον Σολομώντα εκατόν είκοσι τάλαντα χρυσίου.

Τα κατασκευαστικά έργα του Σολομώντα
Γ Βασ. 9,15 Ο βασιλιάς Σολομών επέβαλε αναγκαστική εργασία για να χτίσει το ναό του Κυρίου, το ανάκτορό του, τη Μιλλώ και τα τείχη της Ιερουσαλήμ, καθώς και τις πόλεις Ασώρ, Μεγιδδώ και Γεζέρ.
Γ Βασ. 9,16 Ο Φαραώ, βασιλιάς της Αιγύπτου, είχε κυριέψει τη Γεζέρ και την είχε πυρπολήσει σκότωσε τους κατοίκους της που ήταν Χαναναίοι, κι έδωσε την πόλη προίκα στην κόρη του, όταν την πήρε γυναί­κα του ο Σολομών.
Γ Βασ. 9,17 Γι αυτό ο Σολομών ξα­νάχτισε τη Γεζέρ. Επίσης ανοικοδόμησε την Κάτω Βαιθ-Ορών,
Γ Βασ. 9,18 τη Βααλάθ και την Ταμώρ, στην έρημο της χώρας.
Γ Βασ. 9,19 Επίσης ο Σο­λομών έχτισε όλες τις πόλεις που θα του χρησίμευαν για ν' αποθηκεύει τις προμήθει­ες του, τις πόλεις όπου θα στάθμευαν οι ά­μαξες του και τις πόλεις όπου θα έμεναν οι ιππείς του. Αποπεράτωσε όλες τις κατα­σκευές που είχε σχεδιάσει για μέσα στην Ιερουσαλήμ, στο Λίβανο και σ' όλες τις άλ­λες χώρες της επικράτειας του.
Γ Βασ. 9,20 Ο Σολομών χρησιμοποίησε εργάτες για αναγκαστική εργασία τους απογόνους των κατοίκων της Χαναάν, που οι Ισραηλίτες δεν τους είχαν εξολοθρέψει εντελώς όταν μπήκαν να κατακτήσουν τη χώρα.
Γ Βασ. 9,21 Αυτοί ήταν Αμορραίοι, Χετταίοι, Φερεζαίοι, Ευαίοι και Ιεβουσαίοι. Οι απόγονοι τους εξακολου­θούν να είναι δούλοι μέχρι σήμερα.
Γ Βασ. 9,22 Στους Ισραηλίτες, όμως, δεν επέβαλε ο Σολομών αναγκαστική εργασία. Αυτοί ήταν πολεμι­στές, αξιωματούχοι, άρχοντες και διοικητές στο στράτευμα, στις άμαξες, και στο ιππικό του.
Γ Βασ. 9,23 Πεντακόσιοι πενήντα ήταν οι επιστά­τες που είχαν διοριστεί να εποπτεύουν τους εργάτες, οι οποίοι δούλευαν στα κατασκευ­αστικά έργα του Σολομώντα.
Γ Βασ. 9,24 Όταν η κόρη του Φαραώ έφυγε από την Πόλη Δαβίδ, και εγκαταστάθηκε στο ανά­κτορο που της είχε χτίσει ο Σολομών, τότε αυτός έχτισε τη Μιλλώ.

Οι τακτές θυσίες του Σολομώντα.
Γ Βασ. 9,25 Τρεις φορές τον χρόνο ο Σολομών πρό­σφερε ολοκαυτώματα και θυσίες κοινω­νίας στο θυσιαστήριο που είχε χτίσει στον Κύριο, και έκαιγε θυμίαμα ενώπιον του Κυ­ρίου. Έτσι ο ναός ανταποκρινόταν στο λόγο ύπαρξης του.

Ο στόλος του Σολομώντα
Γ Βασ. 9,26 καὶ ναῦν ὑπὲρ οὗ ἐποίησεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν ἐν Γασιὼν Γαβὲρ τὴν οὖσαν ἐχομένην Αἰλὰθ ἐπὶ τοῦ χείλους τῆς ἐσχάτης θαλάσσης ἐν γῇ Ἐδώμ.
Γ Βασ. 9,26 Εδωσεν επίσης στον Σολομώντα ναυτικόν, δια το οποίον ο βασιλεύς κατεσκεύασε ναύσταθμον εις Γασιών Γαβέρ, που ευρίσκεται πλησίον της Αιλάθ, εις την παραλίαν της Ερυθράς Θαλάσσης παρά την περιοχήν της Ιδουμαίας.
Γ Βασ. 9,27 καὶ ἀπέστειλε Χιρὰμ ἐν τῇ νειὶ τῶν παίδων αὐτοῦ ἄνδρας ναυτικοὺς ἐλαύνειν εἰδότας θάλασσαν μετὰ τῶν παίδων Σαλωμών.
Γ Βασ. 9,27 Δια την επάνδρωσιν δε του ναυτικού τούτου έστειλεν ο Χιράμ από το ιδικόν του ναυτικόν πλήρωμα, ανθρώπους, οι οποίοι εγνώριζαν την θάλασσαν και την τέχνην της ναυσιπλοΐας. Αυτοί ήσαν μαζή με το πλήρωμα των ανδρών του Σολομώντος.
Γ Βασ. 9,28 καὶ ἦλθον εἰς Σωφηρὰ καὶ ἔλαβον ἐκεῖθεν χρυσίου ἑκατὸν εἴκοσι τάλαντα καὶ ἤνεγκαν τῷ βασιλεῖ Σαλωμών.
Γ Βασ. 9,28 Το ναυτικόν τούτο έπλευσεν εις Σωφηρά και έλαβεν από εκεί εκατόν είκοσι τάλαντα χρυσού, τα οποία έφεραν στον Σολομώντα.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Βασιλειών Γ'

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Σεπ 28, 2012 8:50 pm

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10
Η επίσκεψη της βασίλισσας του Σαββά.
Τα πλούτη και η δύναμη του Σολομώντα.


Η επίσκεψη της βασίλισσας του Σαββά
Γ Βασ. 10,1 Καὶ βασίλισσα Σαβὰ ἤκουσε τὸ ὄνομα Σαλωμὼν καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου καὶ ἦλθε πειράσαι αὐτὸν ἐν αἰνίγμασι·
Γ Βασ. 10,1 Η βασίλισσα της χώρας Σαβά ήκουσε την φήμην του ονόματος του Σολομώντος, όπως και τα περί του ονόματος του Κυρίου και ήλθε προς τον Σολομώντα, δια να τον γνωρίση προσωπικώς και να υποβάλη εις αυτόν μερικά αινιγματώδη ερωτήματα.
Γ Βασ. 10,2 καὶ ἦλθεν εἰς Ἱερουσαλὴμ ἐν δυνάμει βαρείᾳ σφόδρα, καὶ κάμηλοι αἴρουσαι ἡδύσματα καὶ χρυσὸν πολὺν σφόδρα καὶ λίθον τίμιον, καὶ εἰσῆλθε πρὸς Σαλωμὼν καὶ ἐλάλησεν αὐτῷ πάντα ὅσα ἦν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς.
Γ Βασ. 10,2 Ηλθεν εις την Ιερουσαλήμ με πολύ μεγάλην συνοδείαν, με καμήλους, αι οποίαι ήσαν φορτωμέναι με αρωματικά προϊόντα, με πολύν χρυσόν και με πολύτιμους λίθους. Παρουσιάσθη στον Σολομώντα και του είπεν όλα, όσα αινιγματώδη είχεν εις την διάνοιάν της.
Γ Βασ. 10,3 καὶ ἀπήγγειλεν αὐτῇ Σαλωμὼν πάντας τοὺς λόγους αὐτῆς· οὐκ ἦν λόγος παρεωραμένος παρὰ τοῦ βασιλέως, ὃν οὐκ ἀπήγγειλεν αὐτῇ.
Γ Βασ. 10,3 Ο Σολομών απήντησεν εις όλους τους αινιγματώδεις αυτής λόγους. Καμμία απορία και ερωτησίς της δεν έμεινε χωρίς απάντησιν εκ μέρους του βασιλέως Σολομώντος. Εις όλας εκείνος απήντησε.
Γ Βασ. 10,4 καὶ εἶδε βασίλισσα Σαβὰ πᾶσαν τὴν φρόνησιν Σαλωμὼν καὶ τὸν οἶκον, ὃν ᾠκοδόμησε,
Γ Βασ. 10,4 Η βασίλισσα της χώρας Σαβά εγνώρισε προσωπικώς πλέον όλην την σοφίαν του Σολομώντος. Είδε δε και τον οίκον, τον οποίον αυτός είχεν οικοδομήσει.
Γ Βασ. 10,5 καὶ τὰ βρώματα Σαλωμὼν καὶ τὴν καθέδραν παίδων αὐτοῦ καὶ τὴν στάσιν λειτουργῶν αὐτοῦ καὶ τὸν ἱματισμὸν αὐτοῦ καὶ τοὺς οἰνοχόους αὐτοῦ, καὶ τὴν ὁλοκαύτωσιν αὐτοῦ, ἣν ἀνέφερεν ἐν οἴκῳ Κυρίου, καὶ ἐξ ἑαυτῆς ἐγένετο.
Γ Βασ. 10,5 Είδε την ποικιλίαν των φαγητών του Σολομώντος, τας κατοικίας, όπου έμειναν οι δούλοι του, την συμπεριφοράν των υπηρετών του, τα ενδύματά του, τους οινοχόους του και τα ζώα, τα οποία καθημερινώς προσεφέροντο προς ολοκαύτωσιν στον Κυριον και εξεπλάγη πάρα πολύ.
Γ Βασ. 10,6 καὶ εἶπε πρὸς τὸν βασιλέα Σαλωμών· ἀληθινὸς ὁ λόγος, ὃν ἤκουσα ἐν τῇ γῇ μου περὶ τοῦ λόγου σου καὶ περὶ τῆς φρονήσεώς σου,
Γ Βασ. 10,6 Είπε δε αυτή προς τον βασιλέα Σολομώντα· “αληθινή ήτο η μεγάλη φήμη σου, την οποίαν εγώ ήκουσα εις την χώραν μου σχετικώς με το πρόσωπόν σου και ειδικώτερα σχετικώς με την σοφίαν σου.
Γ Βασ. 10,7 καὶ οὐκ ἐπίστευσα τοῖς λαλοῦσί μοι, ἕως ὅτου παρεγενόμην καὶ ἑωράκασιν οἱ ὀφθαλμοί μου, καὶ ἰδοὺ οὐκ εἰσὶ τὸ ἥμισυ καθὼς ἀπήγγειλάν μοι· προστέθεικας ἀγαθὰ πρὸς αὐτὰ ἐπὶ πᾶσαν τὴν ἀκοήν, ἣν ἤκουσα ἐν τῇ γῇ μου·
Γ Βασ. 10,7 Τοτε δεν επίστευσα εις αυτά, τα οποία μου έλεγαν οι άνθρωποι, μέχρις ότου ήλθα εδώ και είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Ιδού· εκείνα τα οποία μου είχαν είπει, δεν είναι ούτε τα μισά από όσα πράγματι υπάρχουν. Συ με την προσωπικήν μας γνωριμίαν μου προσέθεσες και με έκαμες να καταλάβω, ότι τα αγαθά τα ιδικά σου είναι πολύ ανώτερα, από όσα είχα ακούσει εις την χώραν μου.
Γ Βασ. 10,8 μακάριαι αἱ γυναῖκές σου, μακάριοι οἱ παῖδές σου οὗτοι οἱ παρεστηκότες ἐνώπιόν σου διόλου, οἱ ἀκούοντες πᾶσαν τὴν φρόνησίν σου·
Γ Βασ. 10,8 Ευτυχισμέναι είναι αι γυναίκες σου, ευτυχισμένοι οι δούλοι σου, οι οποίοι παρίστανται πάντοτε ενώπιόν σου και ακούουν καθημερινώς όλην την σοφίαν σου.
Γ Βασ. 10,9 γένοιτο Κύριος ὁ Θεός σου εὐλογημένος, ὃς ἠθέλησεν ἐν σοὶ δοῦναί σε ἐπὶ θρόνον Ἰσραήλ· διὰ τὸ ἀγαπᾶν Κύριον τὸν Ἰσραὴλ στῆσαι εἰς τὸν αἰῶνα καὶ ἔθετό σε βασιλέα ἐπ᾿ αὐτοὺς τοῦ ποιεῖν κρίμα ἐν δικαιοσύνῃ καὶ ἐν κρίμασιν αὐτῶν.
Γ Βασ. 10,9 Ευλογημένος ας είναι Κυριος ο Θεός σου, ο οποίος ευηρεστήθη εις σε και ευδόκησε να σε εγκαταστήση στον θρόνον βασιλέα του ισραηλιτικού λαού. Τούτο δε έγινε, διότι ο Θεός αγαπά τον ισραηλιτικόν λαόν και θέλει να στερεώση αυτόν στους αιώνας των αιώνων. Δια τούτο εγκατέστησε σε βασιλέα εις αυτούς, δια να αποδίδης εις αυτούς το δίκαιον, όταν αυτοί παρουσιάζονται να κριθούν σχετικώς με τας διαφοράς των”.
Γ Βασ. 10,10 καὶ ἔδωκε τῷ Σαλωμὼν ἑκατὸν εἴκοσι τάλαντα χρυσίου καὶ ἡδύσματα πολλὰ σφόδρα καὶ λίθον τίμιον· οὐκ ἐληλύθει κατὰ τὰ ἡδύσματα ἐκεῖνα ἔτι εἰς πλῆθος, ἃ ἔδωκε βασίλισσα Σαβὰ τῷ βασιλεῖ Σαλωμών.
Γ Βασ. 10,10 Η βασίλισσα έδωσεν στον Σολομώντα εκατόν είκοσι τάλαντα χρυσίου, πολλά λίαν αρωματώδη είδη και πολυτίμους λίθους. Ουδέποτε δε άλλοτε δεν προσεφέρθησαν τόσα πολλά αρωματώδη προϊόντα εις άλλον βασιλέα, από όσα προσέφερεν η βασίλισσα της χώρας Σαβά στον βασιλέα Σολομώντα.
Γ Βασ. 10 ,11 (καὶ ἡ ναῦς Χιρὰμ ἡ αἴρουσα τὸ χρυσίον ἐκ Σουφὶρ ἤνεγκε ξύλα πελεκητὰ πολλὰ σφόδρα καὶ λίθον τίμιον·
Γ Βασ. 10,11 (Το δε ναυτικόν το οποίον είχε δώσει ο Χιράμ στον Σολομώντα και το οποίον μετέφερεν από Σουφίρ χρυσίον, έφερεν επίσης στον Σολομώντα πάρα πολλά πολύτιμα ξύλα και πολυτίμους λίθους.
Γ Βασ. 10,12 καὶ ἐποίησεν ὁ βασιλεὺς τὰ ξύλα τὰ πελεκητὰ ὑποστηρίγματα τοῦ οἴκου Κυρίου καὶ τοῦ οἴκου τοῦ βασιλέως καὶ νάβλας καὶ κινύρας τοῖς ᾠδοῖς· οὐκ ἐληλύθει τοιαῦτα ξύλα ἀπελέκητα ἐπὶ τῆς γῆς, οὐδὲ ὤφθησάν που ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης).
Γ Βασ. 10,12 Και ο βασιλεύς Σολομών με τα πολύτιμα αυτά ξύλα κατεσκεύασε πελεκητά υποστηρίγματα δια τον ναόν του Κυρίου και δια το βασιλικόν ανάκτορον. Κατεσκεύασεν επίσης μουσικά όργανα, νάβλας και κινύρας δια τους μουσικούς, που έψαλλον στον ναόν. Τέτοια δε πολύτιμα ξύλα δεν είχαν βγη ποτέ από άλλα σημεία της γης, ούτε και είχαν παρουσιασθή πουθενά μέχρι της ημέρας εκείνης).
Γ Βασ. 10,13 καὶ ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν ἔδωκε τῇ βασιλίσσῃ Σαβὰ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ὅσα ᾐτήσατο, ἐκτὸς πάντων ὧν ἐδεδόκει αὐτῇ διὰ χειρὸς τοῦ βασιλέως Σαλωμών· καὶ ἀπεστράφη καὶ ἦλθεν εἰς τὴν γῆν αὐτῆς, αὐτὴ καὶ πάντες οἱ παῖδες αὐτῆς.
Γ Βασ. 10,13 Ο βασιλεύς Σολομών έδωσεν εις την βασίλισσαν Σαβά όλα όσα εκείνη ηθέλησεν, όλα όσα του εζήτησεν, εκτός βέβαια εκείνων τα οποία αυτός οικειοθελώς έδωσε προς αυτήν. Η βασίλισσα επέστρεψε κατόπιν αυτών και ήλθεν εις την χώραν της, αυτή και όλοι οι συνοδεύοντες αυτήν δούλοι.

Τα πλούτη και η δύναμη του Σολομώντα
Γ Βασ. 10,14 Καὶ ἦν ὁ σταθμὸς τοῦ χρυσίου τοῦ ἐληλυθότος τῷ Σαλωμὼν ἐν ἐνιαυτῷ ἑνὶ ἑξακόσια καὶ ἐξηκονταὲξ τάλαντα χρυσίου,
Γ Βασ. 10,14 Ο δε χρυσός, ο οποίος κάθε έτος εισήρχετο στο ταμείον του Σολομώντος ήτο εξακόσια εξήκοντα εξ τάλαντα χρυσού.
Γ Βασ. 10,15 χωρὶς τῶν φόρων τῶν ὑποτεταγμένων καὶ τῶν ἐμπόρων καὶ πάντων τῶν βασιλέων τοῦ πέραν καὶ τῶν σατραπῶν τῆς γῆς.
Γ Βασ. 10,15 Εις αυτά δεν συμπεριελαμβάνοντο οι φόροι των υποτελών εις αυτόν, δηλαδή των εμπόρων και όλων των βασιλέων, των εκτός της χώρας, και των διοικητών διαφόρων περιοχών.
Γ Βασ. 10,16 καὶ ἐποίησε Σαλωμὼν τριακόσια δόρατα χρυσᾶ ἐλατά. -τριακόσιοι χρυσοῖ ἐπῆσαν ἐπὶ τὸ δόρυ τὸ ἓν-
Γ Βασ. 10,16 Από τον χρυσόν αυτόν κατεσκεύασεν ο Σολομών τριακόσια δόρατα σφυρηλατημένα. Δια κάθε δε δόρυ εχρειάσθησαν τριακόσιοι χρυσοί σίκλοι.
Γ Βασ. 10,17 καὶ τριακόσια ὅπλα χρυσᾶ ἐλατὰ -καὶ τρεῖς μναῖ ἐνῆσαν χρυσοῦ εἰς τὸ ὅπλον τὸ ἓν- καὶ ἔδωκεν αὐτὰ ὁ βασιλεὺς εἰς οἶκον δρυμοῦ τοῦ Λιβάνου.
Γ Βασ. 10,17 Κατεσκεύασε τριακόσια όπλα από σφυρηλατημένον χρυσόν, δια κάθε όπλον απητήθησαν τρεις μναι χρυσού, και έδωκεν αυτά ο βασιλεύς, να φυλαχθούν στο οικοδόμημα, το οποίον ωνομάζετο δάσος του Λιβάνου.
Γ Βασ. 10,18 καὶ ἐποίησεν ὁ βασιλεὺς θρόνον ἐλεφάντινον μέγαν καὶ περιεχρύσωσεν αὐτὸν χρυσίῳ δοκίμῳ·
Γ Βασ. 10,18 Κατεσκεύασεν ακόμη ο βασιλεύς ένα μεγάλον θρόνον από ελεφαντοστούν, τον οποίον επεχρύσωσε με καθαρόν χρυσίον.
Γ Βασ. 10,19 ἓξ ἀναβαθμοὶ ἐν θρόνῳ καὶ προτομαὶ μόσχων τῷ θρόνῳ ἐκ τῶν ὀπίσω αὐτοῦ καὶ χεῖρες ἔνθεν καὶ ἔνθεν ἐπὶ τοῦ τόπου τῆς καθέδρας, καὶ δύο λέοντες ἑστηκότες παρὰ τὰς χεῖρας,
Γ Βασ. 10,19 Εις τον θρόνον αυτόν υπήρχον εξ σκαλοπάτια. Εις το όπισθεν μέρος του θρόνου υπήρχον προτομαί κεφαλών μόσχων, εκατέρωθεν δε του καθίσματος του θρόνου βραχίονες, δια να στηρίζονται τα χέρια. Υπήρχον δε ακόμη και δύο αγάλματα ορθίων λεόντων πλησίον των βραχιόνων αυτών.
Γ Βασ. 10,20 καὶ δώδεκα λέοντες ἑστῶτες ἐκεῖ ἐπὶ τῶν ἓξ ἀναβαθμῶν ἔνθεν καὶ ἔνθεν· οὐ γέγονεν οὕτως πάσῃ βασιλείᾳ.
Γ Βασ. 10,20 Εις δε τα εκατέρωθεν άκρα των εξ βαθμίδων υπήρχον δώδεκα άλλοι λέοντες. Τέτοιος θρόνος δεν υπήρξεν εις κανένα άλλο βασίλειον.
Γ Βασ. 10,21 καὶ πάντα τὰ σκεύη τὰ ὑπὸ τοῦ Σαλωμὼν γεγονότα χρυσᾶ καὶ λουτῆρες χρυσοῖ, καὶ πάντα τὰ σκεύη οἴκου δρυμοῦ τοῦ Λιβάνου χρυσίῳ συγκεκλεισμένα, οὐκ ἦν ἀργύριον, ὅτι οὐκ ἦν λογιζόμενον ἐν ταῖς ἡμέραις Σαλωμών·
Γ Βασ. 10,21 Επί πλέον δε όλα τα οικιακά σκεύη του Σολομώντος ήσαν χρυσά και οι λουτήρες ακόμη ήσαν χρυσοί. Ολα τα σκεύη του οικοδομήματος, που ελέγετο “δάσος Λιβάνου”, είχαν κατασκευασθή από εξαίρετον χρυσόν. Αργυρος δεν υπήρχε, διότι κατά τας ημέρας του Σολομώντος δεν ελαμβάνετο καθόλου υπ' όψει.
Γ Βασ. 10,22 ὅτι ναῦς Θαρσὶς τῷ βασιλεῖ Σαλωμὼν ἐν τῇ θαλάσσῃ μετὰ τῶν νηῶν Χιράμ, μία διὰ τριῶν ἐτῶν ἤρχετο τῷ βασιλεῖ ναῦς ἐκ θαρσὶς χρυσίου καὶ ἀργυρίου καὶ λίθων τορευτῶν καὶ πελεκητῶν.
Γ Βασ. 10,22 Το ναυτικόν του Σολομώντος μαζή με το ναυτικόν του Χιράμ μετέβαινε δια της Μεσογείου Θαλάσσης εις Θαρσίς. Καθε δε τρία έτη το ναυτικόν του Σολομώντος επέστρεφεν από την Θαρσίς με χρυσίον, με άργυρον, με πολυτίμους λίθους και με πολύτιμα ξύλα.
Γ Βασ. 10,22α Αὕτη ἦν ἡ πραγματεία τῆς προνομῆς, ἧς ἀνήνεγκεν ὁ βασιλεὺς Σαλωμὼν οἰκοδομῆσαι τὸν οἶκον Κυρίου καὶ τὸν οἶκον τοῦ βασιλέως καὶ τὸ τεῖχος Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν ἄκραν, τοῦ περιφράξαι τὸν φραγμὸν τῆς πόλεως Δαυὶδ καὶ τὴν Ἀσσοὺρ καὶ τὴν Μαγδὰλ καὶ τὴν Γαζὲρ καὶ τὴν Βαιθωρὼν τὴν ἀνωτέρω καὶ τὴν Ἰεθαρμὰθ καὶ πάσας τὰς πόλεις τῶν ἁρμάτων καὶ πάσας τὰς πόλεις τῶν ἱππέων καὶ τὴν πραγματείαν Σαλωμών, ἣν ἐπραγματεύσατο οἰκοδομῆσαι ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ γῇ, τοῦ μὴ κατάρξαι αὐτοῦ.
Γ Βασ. 10,22α Αυτή δε ήτο η μεριμνά και η προσεκτική συγκέντρωσις και επιλογή ανθρώπων και πραγμάτων, την οποίαν έκαμεν ο βασιλεύς Σολομών, δια την ανοικοδόμησιν του ναού του Κυρίου, του ιδικού του ανακτόρου, του τείχους της Ιερουσαλήμ, του φρουρίου, δια την ειδικήν περίφραξιν του τμήματος εκείνου της Ιερουσαλήμ, που ελέγετο “πόλις Δαυίδ”, δια το κτίσιμον και την οχύρωσιν της Ασσούρ, της Μαγδάλ, της Γαζέρ, της άνω Βαιθωρών, της Ιεθερμάθ και όλων των πόλεων, όπως επίσης των πολεμικών αρμάτων και των πόλεων, που έμεναν οι ιππείς. Αυτό ήτο το έργον, το οποίον επραγματοποίησεν ο Σολομών δια την ανοικοδόμησιν και οχύρωσιν της Ιερουσαλήμ και των άλλων πόλεων της υπαίθρου, ώστε να μη επέλθη και τας κυριεύση οιοσδήποτε εχθρός.
Γ Βασ. 10,22β πάντα τὸν λαὸν τὸν ὑπολελειμμένον ὑπὸ τοῦ Χετταίου καὶ τοῦ Ἀμοῤῥαίου καὶ τοῦ Φερεζαίου καὶ τοῦ Χαναναίου καὶ τοῦ Εὐαίου καὶ τοῦ Ἰεβουσαίου καὶ τοῦ Γεργεσαίου, τῶν μὴ ἐκ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ὄντων, τὰ τέκνα αὐτῶν τὰ ὑπολελειμμένα μετ᾿ αὐτοῦ ἐν τῇ γῇ, οὓς οὐκ ἐδύναντο οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐξολοθρεῦσαι αὐτούς, καὶ ἀνήγαγεν αὐτοὺς Σαλωμὼν εἰς φόρον ἕως τῆς ἡμέρας ταύτης.
Γ Βασ. 10,22β Ολους τους κατοίκους της Χαναάν, οι οποίοι δεν ανήκον εις την φυλήν του Ισραήλ, δηλαδή τους Χετταίους, τους Αμορραίους, τους Φερεζαίους, Χαναναίους, Ευαίους, Ιεβουσαίους, Γεργεσαίους και οι οποίοι είχον εναπομείνει μετά την κατά κτήσιν της Παλαιστίνης από τους Ισραηλίτας και εζούσαν με τους Ισραηλίτας, αυτούς, τους οποίους οι Ισραηλίται δε ημπόρεσαν να εξολοθρεύσουν, τους υποχρέωσεν ο Σολομών εις μεταφοράς και αγγαρείας μέχρι της ημέρας αυτής.
Γ Βασ. 10,22γ καὶ ἐκ τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ οὐκ ἔδωκε Σαλωμὼν πρᾶγμα, ὅτι αὐτοὶ ἦσαν ἄνδρες οἱ πολεμισταὶ καὶ παῖδες αὐτοῦ καὶ ἄρχοντες καὶ τρισσοὶ αὐτοῦ καὶ ἄρχοντες τῶν ἁρμάτων αὐτοῦ καὶ ἱππεῖς αὐτοῦ.
Γ Βασ. 10,22γ Τους Ισραηλίτας όμως ο Σολομών δεν υπεχρέωσεν στοιαύτας μεταφοράς και αγγαρείας, διότι αυτοί ήσαν στρατιώται ασχολούμενοι με τους πολέμους. Ησαν αυλικοί του, άρχοντες, ανώτεροι αξιωματικοί και αρχηγοί των αρμάτων του και ιππείς αυτού.
Γ Βασ. 10,23 Καὶ ἐμεγαλύνθη Σαλωμὼν ὑπὲρ πάντας τοὺς βασιλεῖς τῆς γῆς πλούτῳ καὶ φρονήσει.
Γ Βασ. 10,23 Με αυτά δε τα έργα του, μάλιστα δέ με τον πλούτον και την σοφίαν, εδοξάσθη ο Σολομών περισσότερον από όλους τους βασιλείς της γης.
Γ Βασ. 10,24 καὶ πάντες βασιλεῖς τῆς γῆς ἐζήτουν τὸ πρόσωπον Σαλωμὼν τοῦ ἀκοῦσαι τῆς φρονήσεως αὐτοῦ, ἧς ἔδωκε Κύριος τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ.
Γ Βασ. 10,24 Ολοι δε οι βασιλείς της γης εζητούσαν να ίδουν τον Σολομώντα και να ακούσουν την σοφίαν, την οποίαν ο Κυριος είχε δώσει εις την διάνοιαν αυτού.
Γ Βασ. 10,25 καὶ αὐτοὶ ἔφερον ἕκαστος τὰ δῶρα, σκεύη χρυσᾶ καὶ ἱματισμόν, στακτὴν καὶ ἡδύσματα καὶ ἵππους καὶ ἡμιόνους τὸ κατ᾿ ἐνιαυτὸν ἐνιαυτῷ.
Γ Βασ. 10,25 Προσέφεραν δε ο καθένας από αυτούς κάθε έτος διάφορα δώρα, σκεύη χρυσά, ιματισμόν, στακτήν και άλλα αρώματα, όπως επίσης ίππους και ημιόνους.
Γ Βασ. 10,26 καὶ ἦσαν τῷ Σαλωμὼν τέσσαρες χιλιάδες θήλειαι ἵπποι εἰς ἅρματα καὶ δώδεκα χιλιάδες ἱππέων, καὶ ἔθετο αὐτὰς ἐν ταῖς πόλεσι τῶν ἁρμάτων καὶ μετὰ τοῦ βασιλέως ἐν Ἱερουσαλήμ. 26α καὶ ἦν ἡγούμενος πάντων τῶν βασιλέων ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ καὶ ἕως γῆς ἀλλοφύλων καὶ ἕως ὁρίων Αἰγύπτου.
Γ Βασ. 10,26 Ο Σολομών είχε τέσσαρας χιλιάδας φορβαδας δια τα πολεμικά του άρματα και δώδεκα χιλιάδας ιππείς. Είχε δε κατανείμει τας φορβάδας αυτάς εις τας πόλεις, όπου υπήρχον τα πολεμικά άρματα εκτός εκείνων, τας οποίας είχεν εις την Ιερουσαλήμ.
Γ Βασ. 10,27 καὶ ἔδωκεν ὁ βασιλεὺς τὸ χρυσίον καὶ τὸ ἀργύριον ἐν Ἱερουσαλὴμ ὡς λίθους, καὶ τὰς κέδρους ἔδωκεν ὡς συκαμίνους τὰς ἐν τῇ πεδινῇ εἰς πλῆθος,
Γ Βασ. 10,27 Ο βασιλεύς Σολομών διέθεσε τον χρυσόν και τον άργυρον εις την Ιερουσαλήμ εις τόσην αφθονίαν, ως εάν ήσαν λίθοι. Κατώρθωσεν επίσης, ώστε τα ξύλα εκ της κέδρου να είναι τόσον άφθονα, όπως αι συκάμινοι εις την πεδιάδα των Φιλισταίων.
Γ Βασ. 10,28 καὶ ἡ ἔξοδος Σαλωμὼν τῶν ἱππέων καὶ ἐξ Αἰγύπτου καὶ ἐκ Θεκουέ, ἔμποροι τοῦ βασιλέως ἐλάμβανον ἐκ Θεκουὲ ἐν ἀλλάγματι·
Γ Βασ. 10,28 Εστελλε δε και αγόραζεν εις την Θεκουέ της Παλαιστίνης δια τους ιππείς του ίππους προερχομένους από την Αίγυπτον, τους οποίους έφερον εκεί οι έμποροι του βασιλέως. Τους ηγόραζε δέ με ανταλλάγματα.
Γ Βασ. 10,29 καὶ ἀνέβαινεν ἡ ἔξοδος ἐξ Αἰγύπτου, ἅρμα ἀντὶ ἑκατὸν ἀργυρίου καὶ ἵππος ἀντὶ πεντήκοντα ἀργυρίου· καὶ οὕτως πᾶσι τοῖς βασιλεῦσι Χεττιΐν καὶ βασιλεῦσι Συρίας κατὰ θάλασσαν ἐξεπορεύοντο.
Γ Βασ. 10,29 Καθε πολεμικόν άρμα, που έβγαινε από την Αίγυπτον, ηγοράζετο εις την Θεκουέ αντί εκατόν αργυρών σίκλων. Καθε δε ίππος αντί πεντήκοντα αργυρών σίκλων. Αυτοί δε οι έμποροι μετέβαινον κατόπιν και μετεπώλουν τα άρματα και τους ίππους, που τους επερίσσευαν, στους Χετταίους βασιλείς και στους βασιλείς της Συρίας και στους κατοικούντας τα παράλια της Μεσογείου Θαλάσσης.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 16 και 0 επισκέπτες