Οι Παραβολές του «Τελώνου και Φαρισαίου» και του «Ασώτου Υιού».
Κυριακή 3 Μαρτίου 2013
γράφει ο Ανάργυρος Φιλώτας
«Ου γάρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ. 9, 13), είπε ο Χριστός στους Φαρισαίους μετά τη θεραπεία του Παραλητικού, τονίζοντας έτσι, ότι δρόμος σωτηρίας υπάρχει μόνο γι αυτούς που δεν δικαιώνουν τον εαυτό τους, αλλά συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους και ζητούν το έλεος του Θεού.
Οι δύο Παραβολές του Τελώνου και Φαρισαίου και του Ασώτου Υιού, με τις οποίες ανοίγει η Αγία μας Εκκλησία το Τριώδιο βασίζονται ακριβώς σ’ αυτή την αντίθεση μεταξύ του Φαρισαίου και του μεγάλου αδελφού, που δικαιώνουν τον εαυτό τους με βάση τα έργα τους και απαιτούν (κατά κάποιο τρόπο) από το Θεό τη σωτηρία τους, και του Τελώνη και του Άσωτου Υιού, που συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους και το βάθος της απομάκρυνσής τους από το Θεό και ικετεύουν απ’ Αυτόν το Έλεός τους, ελπίζοντας την σωτηρία τους.
Η σωτηρία δεν είναι δικαίωμα που αποκτάται με έργα τυπικά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αλλά κενά από αγάπη προς Αυτόν και τον συνάνθρωπο. Αν ήταν έτσι, πολλοί άνθρωποι που δεν πιστεύουν στον αληθινό Θεό, θα μπορούσαν ν’ απαιτήσουν τη σωτηρία τους, επειδή έκαναν καλές πράξεις στη ζωή τους (πχ. ελεημοσύνες) και απέφυγαν τις κακές. Για να σωθεί ο άνθρωπος, λέει ο Απόστολος Παύλος, χρειάζεται «πίστις δι' αγάπης ενεργουμένη» (Γαλ. 5, 6), δηλ. αγάπη προς το Θεό και τήρηση του θελήματός Του με αγάπη προς τον πλησίον.
Η αγάπη εμποδίζει τη σύγκριση με τον συνάνθρωπο, που φέρνει την έπαρση, την αυτοδικαίωση και την κατάκριση, που χαρακτηρίζουν τον Φαρισαίο και το μεγάλο αδελφό. Η αγάπη επίσης «ου ζητεί τα εαυτής» (Κορινθ. Α’ 13, 5), έτσι ο άνθρωπος, που αγαπά το Θεό και το συνάνθρωπο, πράττει τα έργα αγάπης χωρίς υστεροβουλία και απαίτηση ανταπόδοσης.
Ποιος είναι επομένως πιθανότερο και ευκολότερο να σωθεί, εκείνος που βρίσκεται τυπικά κοντά στο Θεό και την Εκκλησία και εκτελεί τα χριστιανικά του καθήκοντα από συνήθεια και υστεροβουλία, εισπράττοντας απ’ αυτά υπερηφάνεια και αυτοδικαίωση, ή εκείνος, που φαίνεται να βρίσκεται τυπικά μακριά από το Θεό και την Εκκλησία, αλλά συναισθάνεται την απομάκρυνση (αμαρτία) του και η καρδιά του δεν έχει ξεχάσει την Αγάπη του Θεού;
Και οι δυο πάσχουν από πνευματικές ασθένειες, αλλά ο ένας συναισθάνεται την κατάσταση του και γι' αυτό μπορεί να αναζητήσει θεραπεία στο Έλεος του Θεού, να αποκατασταθεί σαν τον Άσωτο στην προ της πτώσεως κατάσταση και να συμμετάσχει στο Δείπνο του Πατρός Του, ενώ ο άλλος δεν συναισθάνεται την ύπουλη ασθένεια της υπερηφανείας, που του κατατρώει τα σπλάχνα, και είναι πολύ πιθανό στο τέλος να φτάσει να νομίζει, ότι μπορεί να σωθεί μόνος του, κι έτσι να βρεθεί, σαν το μεγάλο αδελφό, μόνος και πικραμένος έξω από το Δείπνο του Πατρός Του.
Ο Θεός να μας σώζει από τον πειρασμό της υπερηφάνειας, να μας χαρίζει συναίσθηση της αμαρτωλότητας μας, μετάνοια, ακατάκριτο συμμετοχή στο Δείπνο του Πατρός μας και τελικά την επίστροφή στην Αγκαλιά του Πατέρα μας στη Βασιλεία των Ουρανών. Αμην.