ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ
Οι επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι τα πρώτα γραπτά μνημεία της Καινής Διαθήκης και αποτελούν έργα περιστασιακά, γράφτηκαν δηλαδή για να απαντήσουν σε διάφορα ερωτήματα που έθεταν οι νεοϊδρυθείσες εκκλησίες στον Απόστολο.
Κατά τη συγγραφή των επιστολών του ακολουθεί ο Παύλος τους ισχύοντες κανόνες της ελληνικής επιστολογραφίας (προοίμιο που περιέχει τον αποστολέα, παραλήπτη και χαιρετισμό - ανάπτυξη του θέματος - τελικοί χαιρετισμοί) και προσθέτει στο τέλος ιδιόχειρο χαιρετισμό προς δήλωση της γνησιότητας της επιστολής (Ρωμ. 16,22. Α' Κορ. 16,21. Γαλ. 6,11. Κολ. 4,18. Β' Θεσ. 3,17. Φιλ. 19).
Η διάταξη των επιστολών του Παύλου στον κανόνα της Καινής Διαθήκης έγινε ανάλογα με την έκταση τους. Πρώτη δηλ. τοποθετήθηκε η προς Ρωμαίους, που είναι η μεγαλύτερη (16 κεφάλαια) και τελευταία η προς Φιλήμονα (25 στίχοι):
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΑΥΛΟΥ
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 1α
Ρωμ. 1,1 Παῦλος, δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, κλητὸς ἀπόστολος, ἀφωρισμένος εἰς εὐαγγέλιον Θεοῦ
Ρωμ. 1,1 Εγώ ο Παύλος είμαι δούλος του Ιησού Χριστού, αφωσιωμένος ψυχή και σώματι εις αυτόν, κεκλημένος από τον ίδιον στο αποστολικόν αξίωμα, ξεχωρισμένος δια να κηρύττω το χαρμόσυνον μήνυμα της σωτηρίας, την οποίαν ο Θεός προσφέρει στους ανθρώπους.
Ρωμ. 1,2 ὃ προεπηγγείλατο διὰ τῶν προφητῶν αὐτοῦ ἐν γραφαῖς ἁγίαις
Ρωμ. 1,2 Αυτό το κήρυγμα, όπως φαίνεται από τας προφητείας, που περιέχονται εις τας Αγίας Γραφάς, το είχεν υποσχεθή ο Θεός και προαναγγείλει με τους προφήτας του·
Ρωμ. 1,3 περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, τοῦ γενομένου ἐκ σπέρματος Δαυΐδ κατὰ σάρκα,
Ρωμ. 1,3 αφορά δε τον μονογενή Υιόν του, ο οποίος εγεννήθη, κατά το ανθρώπινον, από απόγονον του Δαυΐδ,
Ρωμ. 1,4 τοῦ ὁρισθέντος υἱοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει κατὰ πνεῦμα ἁγιωσύνης ἐξ ἀναστάσεως νεκρῶν, Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν,
Ρωμ. 1,4 απεδείχθη δε σαφώς, ότι ούτος είναι Υιός του Θεού με υπερφυσικήν δύναμιν, που επήγαζε από το Πνεύμα, το οποίον μεταδίδει αγιότητα· επεδείχθη δε Υιός του Θεού ο Κυριος ημών Ιησούς Χριστός ιδιαιτέρως με την εκ νεκρών ανάστασιν του.
Ρωμ. 1,5 δι᾿ οὗ ἐλάβομεν χάριν καὶ ἀποστολὴν εἰς ὑπακοὴν πίστεως ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ,
Ρωμ. 1,5 Δια του Χριστού ελάβομεν, εγώ ο Παύλος και οι άλλοι Απόστολοι, την χάριν και το αποστολικόν αξίωμα, δια να κηρύττωμεν μεταξύ όλων των εθνών την νέαν πίστιν και την εις αυτήν υποταγήν, προς δόξαν του ονόματός του.
Ρωμ. 1,6 ἐν οἷς ἐστε καὶ ὑμεῖς κλητοὶ Ἰησοῦ Χριστοῦ,
Ρωμ. 1,6 Μεταξύ δε των εθνικών συγκαταλέγεσθε και σεις, οι οποίοι έχετε κληθή δια του Ιησού Χριστού.
Ρωμ. 1,7 πᾶσι τοῖς οὖσι ἐν Ῥώμῃ ἀγαπητοῖς Θεοῦ, κλητοῖς ἁγίοις· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ρωμ. 1,7 Απευθύνομαι με την επιστολήν μου αυτήν εις όλους τους πιστούς, που ευρίσκεσθε εις την Ρωμην και οι οποίοι είσθε ιδαιαιτέρως αγαπητοί στον Θεόν και προσκεκλημένοι να γίνετε άγιοι, και εύχομαι να είναι μαζή σας πάντοτε η χάρις και η ειρήνη από τον Θεόν πατέρα μας και από τον Κυριον Ιησούν Χριστόν.
Ρωμ. 1,8 Πρῶτον μὲν εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ πάντων ὑμῶν, ὅτι ἡ πίστις ὑμῶν καταγγέλλεται ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ.
Ρωμ. 1,8 Πρώτον μεν ευχαριστώ τον Θεόν μου δια μέσου του Ιησού Χριστού δι' όλους σας, επειδή η πίστις σας έχει διαλαληθή εις όλον τον κόσμον.
Ρωμ. 1,9 μάρτυς γὰρ μού ἐστιν ὁ Θεός, ᾧ λατρεύω ἐν τῷ πνεύματί μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, ὡς ἀδιαλείπτως μνείαν ὑμῶν ποιοῦμαι,
Ρωμ. 1,9 Μαρτυς μου είναι ο Θεός, τον οποίον λατρεύω με όλην μου την ψυχήν και την καρδίαν, υπηρετών και κηρύσσων το ευαγγέλιον του Υιού αυτού, ότι συνεχώς και αδιακόπως σας ενθυμούμαι,
Ρωμ. 1,10 πάντοτε ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου δεόμενος εἴ πως ἤδη ποτὲ εὐοδωθήσομαι ἐν τῷ θελήματι τοῦ Θεοῦ ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς.
Ρωμ. 1,10 παρακαλών πάντοτε τον Θεόν εις τας προσευχάς μου, μήπως, έστω και τώρα, ευδοκήση κατά το άγιον του θέλημα, και κατευοδωθώ και έλθω εις επίσκεψίν σας.
Ρωμ. 1,11 ἐπιποθῶ γὰρ ἰδεῖν ὑμᾶς, ἵνα τι μεταδῶ χάρισμα ὑμῖν πνευματικὸν εἰς τὸ στηριχθῆναι ὑμᾶς,
Ρωμ. 1,11 Διότι έχω φλογερόν πόθον να σας ίδω, δια να σας μεταδώσω κάποιο πνευματικόν χάρισμα και πνευματικήν ωφέλειαν, ώστε να στηριχθήτε ακόμη περισσότερον εις την κατά Χριστόν πίστιν και ζωήν.
Ρωμ. 1,12 τοῦτο δέ ἐστι συμπαρακληθῆναι ἐν ὑμῖν διὰ τῆς ἐν ἀλλήλοις πίστεως ὑμῶν τε καὶ ἐμοῦ.
Ρωμ. 1,12 Αλλά τούτο σημαίνει ότι και εγώ αισθάνομαι την ανάγκην να παρηγορηθώ και ενισχυθώ μεταξύ σας, όπως και σεις από εμέ, δια της κοινής πίστεως και ημών και εμού, η οποία μας συνδέει.
Ρωμ. 1,13 οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὅτι πολλάκις προεθέμην ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, καὶ ἐκωλύθην ἄχρι τοῦ δεῦρο, ἵνα τινὰ καρπὸν σχῶ καὶ ἐν ὑμῖν καθὼς καὶ ἐν τοῖς λοιποῖς ἔθνεσιν.
Ρωμ. 1,13 Θελω δε να γνωρίζετε καλά, αδελφοί, ότι πολλές φορές εσκέφθην και απεφάσισα να έλθω πλησίον σας, αλλά συνήντησα εμπόδια μέχρι τώρα. Ηθελα δε να έλθω, δια να έχω κάποιον πνευματικόν καρπόν και μεταξύ σας, όπως έχω και μεταξύ των άλλων εθνών.
Ρωμ. 1,14 Ἕλλησί τε καὶ βαρβάροις, σοφοῖς τε καὶ ἀνοήτοις ὀφειλέτης εἰμί·
Ρωμ. 1,14 Αισθάνομαι ότι είμαι υποχρεωμένος να κηρύξω το Ευαγγέλιον και στους Ελληνας και στους βαρβάρους, και στους σοφούς και στους αγραμμάτους.
Ρωμ. 1,15 οὕτω τὸ κατ᾿ ἐμὲ πρόθυμον καὶ ὑμῖν τοῖς ἐν Ῥώμῃ εὐγγελίσασθαι.
Ρωμ. 1,15 Δι' αυτό, καθόσον εξαρτάται από εμέ, είμαι πρόθυμος να κηρύξω το Ευαγγέλιον της σωτηρίας και εις σας, που ευρίσκεσθε εις την Ρωμην.
Ρωμ. 1,16 οὐ γὰρ ἐπαισχύνομαι τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ· δύναμις γὰρ Θεοῦ ἐστιν εἰς σωτηρίαν παντὶ τῷ πιστεύοντι, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καὶ Ἕλληνι.
Ρωμ. 1,16 Διότι δεν εντρέπομαι ποτέ το Ευαγγέλιον του Χριστού, επειδή είναι δύναμις του Θεού, η οποία χαρίζει σωτηρίαν εις κάθε ένα που πιστεύει ειλικρινώς, κατά πρώτον λόγον εις κάθε Ιουδαίον, έπειτα δε εις κάθε Ελληνα και ειδωλολάτρην.
http://www.imgap.gr/file1/AG-Pateres/AG ... %20Rom.htm