Το Μυστήριο του Γάμου

Τα 7 Μυστήρια της Εκκλησίας μας, η χρησιμότητα τους, η απόδειξη της Θείας προέλευσής τους μέσα από την Αγία Γραφή.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Domna » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:35 pm

Η ΑΣΚΗΣΗ, Η ΕΚΚΟΠΗ ΤΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Εικόνα

«Ὁ ὀρθόδοξος ἀσκητισμός δέν εἶναι μόνο γιά τά Μοναστήρια, ἀλλά καί γιά τόν κόσμο» δίδασκε ὁ Γέροντας Πορφύριος.
-Ἡ ἄσκηση τί χρειάζεται, τί κάνει; Εἶναι ἄραγε ἀπαραίτητη στήν ζωή τοῦ Χριστιανοῦ;
­- Χωρίς τήν ἄσκηση εἶναι ἀδύνατη ἡ θεραπεία, ὁ ἁγιασμός τοῦ πιστοῦ. Ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε ὅτι: «Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται καί βιασταί ἁρπάζουσιν αὐτήν». Ἡ ἄσκηση εἶναι ἡ ἅγια βία πού ἀσκεῖ ὁ Χριστιανός στόν ἑαυτό του, γιά νά νικήσει τούς τρεῖς μεγάλους γίγαντες: Τήν ραθυμία (τεμπελιά), τήν λήθη (λησμοσύνη) καί τήν ἄγνοια.
Ἡ Θεία Χάρη μαζί μέ τήν εὐλογημένη καί διακριτική - κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση Πνευματικοῦ ὁδηγοῦ- ἄσκηση δίνει στόν ἄνθρωπο τίς ἀπελευθερωτικές δυνάμεις πού ἀπαιτοῦνται, ὥστε νά νίκήσει τά πάθη του. Κατ’ ἐξοχήν, μάλιστα, ἡ ἄσκηση βοηθεῖ τόν πιστό, ὥστε νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν φιλαυτία του.

Ὅταν κανείς ἔχει ἐγκράτεια, γιά παράδειγμα στό φαγητό, ἀντιστρατεύεται σέ αὐτήν τήν ἐπιθυμία τῆς τροφῆς, πού εἶναι βεβαίως φυσική καί ἀδιάβλητη. Ὅταν ὅμως τίς ἀνάγκες, πού σχετίζονται μέ τήν σωματική μας συντήρηση, τίς ὑπερκαλύπτουμε, τότε ἡ πράξη π.χ. τῆς λήψης τροφῆς γίνεται διαβλητή καί ἁμαρτωλή. Ὅταν τρῶμε παραπάνω ἀπό ὅσο χρειαζόμαστε, πέφτουμε στήν ἁμαρτία, στό πάθος τῆς γαστριμαργίας.
Ὅταν κανείς ἀντιστέκεται λοιπόν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἐπιθυμία, τότε μαθαίνει νά ἀντιστέκεται γενικότερα στό θέλημά του. Καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι πού τόν βοηθάει νά ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά κόβει τό δικό του θέλημα κάθε στιγμή. Ὅταν αὐτό τό κάνει καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, τότε πετυχαίνουν καί οἱ δυό νά ἔχουν τό ἴδιο θέλημα, τότε φθάνουν στήν ἑνότητα.
Ὅταν δέν ἔχουν ἄσκηση, ὅταν δέν ὑποτάσσονται στήν νηστεία πού ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, (τώρα γιά παράδειγμα ἀπ΄τήν Δευτέρα θά ἔχουμε νηστεία γιά ἕνα μήνα, τήν νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων) τότε δέν μποροῦν γενικότερα νά ὑποτάξουν τά διάφορα σαρκικά καί φίλαυτα θελήματά τους καί νά τά ἐλέγξουν. Ὅταν οἱ γονεῖς, οἱ σύζυγοι δέν ὑποτάσσονται στήν Ἐκκλησία, στήν νηστεία, στούς κανόνες Της, τότε γενικότερα συνηθίζουν νά μήν ὑποτάσσονται στόν Θεό. Γενικότερα, μαθαίνουν νά ἔχουν τό δικό τους θέλημα καί νά θέλουν νά τό ἐπιβάλλουν, ὁπότε μετά ὑπάρχει ἡ μεταξύ τους διάσταση. Τότε δέν ὑποτάσσονται καί ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Τά παιδιά ἐπίσης μαθαίνουν νά μήν κάνουν ὑπακοή οὔτε στούς γονεῖς τους οὔτε στό Θεό. Ἔτσι ἡ οἰκογένεια δυσλειτουργεῖ. Ὅταν ὁ καθένας «κόβει τό θέλημά του» καί κάνει τό θέλημα τοῦ ἄλλου (ἐκτός ἁμαρτίας), τότε μιμεῖται τόν Χριστό. Τότε φέρνει τήν εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μέσα του καί γύρω του· ἐπηρεάζει μυστικά καί εὐεργετικά τούς ἄλλους·φέρνει τήν Εἰρήνη-Χριστό στήν οἰκογένειά του.

Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης

http://hristospanagia3.blogspot.com/201 ... _6759.html



Άβαταρ μέλους
Achilleas
Δημοσιεύσεις: 2082
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Achilleas » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:36 pm

Πολύ ενδιαφέρουσα η συγκεκριμένη ιστοσελίδα, με αξιόλογα θέματα και με ειδήσεις εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος.


Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.

Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Domna » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:37 pm

Η επιείκια, η αφοσίωση και η διχόνοια μεταξύ τών συζύγων
24 Σεπτεμβρίου, 2011 — VatopaidiFriend

Εικόνα

Ο ιερός Χρυσόστομος συμβουλεύει

Παράλληλα με την ανιδιοτελή αγάπη θά πρέπει οι σύζυγοι, άνδρες και γυναίκες- προπάντων οι άνδρες- νά καλλιεργούν την επιείκεια, την υπομονή, την ανεκτικότητα, την καλωσύνη πρός τό «έτερον ήμισυ». Τί μεγάλη ευλογία νά είναι επιεικείς και ήμεροι ο ένας πρός τον άλλο πάντοτε!

Η ανοχή και η ηρεμία μπροστά στά λάθη τού άλλου προκύπτει από την αγάπη τού ενός πρός τον άλλο. «Νά ανεχόμαστε, λέει ο άγιος (Απόστολος Παύλος), ο ένας τον άλλο με αγάπη. Πώς είναι δυνατόν» παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος …«νά ανέχεσαι αν είσαι οργίλος και κακόγλωσσος; Πές τον τρόπο: με αγάπη. Αν δεν ανέχεσαι τον πλησίον, πώς θά σέ ανεχθεί ο Θεός; Αν σύ δεν υποφέρεις αυτόν πού είναι σύνδουλός σου, πώς θά σέ ανεχθεί εσένα ο Κύριος;»[1]

Οι γυναίκες επίσης θά πρέπει νά είναι ειρηνικές και αφοσιωμένες στούς άνδρες τους.

Η μεγάλη αγάπη της γυναίκας πρός τον άνδρα και τό αντίστροφο, τούς κάνει νά μήν χάνουν ποτέ την ειρήνη και την καλή της διάθεση.

«Δέν υπάρχει τίποτε, τίποτε πολυτιμότερο» παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος «από τό νά αγαπιέται κανείς τόσο πολύ από την γυναίκα του και νά την αγαπάει»[2].

Η αφοσίωση της γυναίκας στόν άνδρα δεν καταργεί την αγάπη της πρός τον Θεό και την ακόμη μεγαλύτερη αφοσίωσή της σ΄ Αυτόν. Πάντοτε οι πράξεις της θά πρέπει νά είναι σύμφωνες με τό θέλημα τού Θεού. Παρ’ όλη την αφοσίωσή της στόν άνδρα ποτέ δεν συμπράττει μαζί του στην αμαρτία. Καλείται νά τον στηρίζει και νά τον βοηθεί μόνο σ’ αυτά, πού είναι σύμφωνα με τό θέλημα τού Θεού. Γι’ αυτό λέει η Αγία Γραφή ότι επλάσθηκε η Εύα «βοηθός κατ’ αυτόν» (γιά τον Αδάμ), ώστε νά επιτελεί ο Αδάμ ευκολώτερα τό έργο του μπροστά στόν Θεό.

Η οικογένεια παραβάλλεται από τον ιερό Πατέρα Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, με πλοίο. Ο διαπληκτισμός τού άντρα με την γυναίκα μές την οικογένεια, μοιάζει με τον διαπληκτισμό τού κυβερνήτη με τον πηδαλιούχο… Τή στιγμή μάλιστα πού τό πλοίο θαλασσοδέρνεται…

Η διχόνοια τών γονέων επηρεάζει δυσμενώς όλα τά μέλη της οικογένειας. «Όταν οι κυβερνήτες τών πλοίων κάνουν στάση», λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «συμμετέχουν στίς θλιβερές συνέπειες και οι συνταξιδιώτες».

Όταν είναι τό πλοίο ακυβέρνητο, αφού τσακώνεται ο καπετάνιος με τούς ναύτες ή με τον τιμονιέρη, επόμενο είναι νά βυθιστεί· και μαζί μ’ αυτό νά βυθιστούν και όλοι όσοι είναι μέσα σ’ αυτό.

Έτσι συμβαίνει και με την οικογένεια, στην οποία υπάρχει διχόνοια ανάμεσα στόν άντρα και στην γυναίκα. Τά παιδιά τότε, επίσης ταλαιπωρούνται, καθώς και όλα τά υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

«Τίποτε δεν είναι πικρότερο» παρατηρεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «από την μάχη πού γίνεται από τον άνδρα ενάντια στην γυναίκα. Γιατί είναι πικρές, πραγματικά, οι μάχες πού γίνονται ανάμεσα σέ πρόσωπα πού αγαπιούνται, και δείχνουν ότι όταν κανείς διχάζεται με τό ίδιο του τό μέλος, όπως λέγεται, αυτό πρέπει νά προκαλείται από μεγάλη πικρία. Τό μέρος (τό καθήκον), λοιπόν, τών ανδρών είναι νά αγαπούν και τών γυναικών νά υποχωρούν. Εάν λοιπόν καθένας συνεισφέρει τό δικό του μέρος, όλα θά είναι στερεά. και η γυναίκα (τότε) γίνεται φιλική και αγαπιέται»[3].

Τό νά υπάρχει διαμάχη ανάμεσα στούς συζύγους πού υποτίθεται ότι είναι ένας άνθρωπος (οπότε ο καθένας είναι κομμάτι τού άλλου) και αγαπούν σωστά τον Χριστό είναι κάτι τό τελείως αδικαιολόγητο.

Κι όμως η εποχή μας είναι τόσο αλλοτριωμένη ώστε θεωρεί αναμενόμενο, κανονικό και νόμιμο τό νά «τσακώνονται» οι σύζυγοι.

Έχουμε δυστυχώς αποδεχθεί την αρρώστια σάν κάτι τό φυσιολογικό.

Αν ο άνδρας αγαπά πάντα την γυναίκα του, ανεξάρτητα τού πώς αυτή τού φέρεται (σύμφωνα με την εντολή τού Θεού διά τού Αποστόλου Παύλου) και απ’ την άλλη πλευρά η γυναίκα υπακούει στόν άνδρα της, όταν βεβαίως αυτό πού της ζητιέται είναι σύμφωνο με τό θέλημα τού Θεού (σύμφωνα πάλι με την εντολή τού Θεού διά τού Αποστόλου Παύλου) τότε η οικογενειακή ειρήνη είναι απαρασάλευτη (στερεωμένη γερά) σ’ αυτήν την οικογένεια.

Ιερομόναχος Σάββας Αγιορείτης

http://Hristospanagia3.blogspot.com

________________________________________

[1] Πρός Εφεσίους, Ομιλία 9, PG 62, 72

[2] Βλ. Εις Πράξεις, Ομιλία 49, ΕΠΕ, τ. 16Β, σ. 124.

[3] Πρός Κολoσσαείς, Ομιλία 10, PG 62, 365-366. Μή μάχεσθε· ουδέν γάρ ούτως της μάχης ταύτης πικρότερον, όταν παρά ανδρός πρός γυναίκα γίνηται. Αι γάρ πρός τά φιλούμενα πρόσωπα γινόμεναι μάχαι, αύται πικραί· και δείκνυσιν ότι από πολλής πικρίας τούτο γίνεται, όταν πρός τό μέλος αυτού, φησί, τίς διαστασιάζη. Τό μέν ούν αγαπάν τών ανδρών εστι, τό δέ είκειν εκείνων.Εάν ούν έκαστος τό εαυτού εισενέγκη, έστηκε πάντα βέβαια. Από μέν γάρ τού αγαπάσθαι γίνεται και η γυνή φιλική· από δέ τού υποτάσσεσθαι ο ανήρ επιεικής. Όρα δέ ότι και εν τή φύσει ούτω κατεσκεύασται, ώστε τον μέν φιλείν, την δέ υπακούειν.

http://vatopaidi.wordpress.com



Άβαταρ μέλους
ORTHODOXIA
Δημοσιεύσεις: 355
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:09 pm
Τοποθεσία: Ομάδα Διαχείρισης

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό ORTHODOXIA » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:38 pm

Η εισήγηση του Μητροπολίτη Λαγκαδά στην Ιεραρχία για τον Γάμο και την Οικογένεια
Τετάρτη, 05 Οκτώβριος 2011 - Συντάχθηκε από τον Μητροπολίτη Λαγκαδά

Εικόνα

Ὁ γά­μος , ὡς ἔννομη συζυγία, ἀ­πο­τε­λεῖ μί­α ἀ­πὸ τὶς ἀρ­χαι­ό­τε­ρες θε­σμι­κὲς κα­τα­κτή­σεις τοῦ ἀν­θρώ­που, μὲ ἡ­λι­κί­α με­γα­λύ­τε­ρη τῶν εἴ­κο­σι αἰ­ώ­νων. Ἡ συ­ναι­σθη­μα­τι­κή, κοι­νω­νι­κή, πνευ­μα­τι­κὴ καὶ βι­ο­λο­γι­κὴ συ­νάν­τη­ση τῶν ἑ­τε­ρο­φύ­λων, λει­τούρ­γη­σαν ὡς θε­με­λι­ώ­δεις προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιὰ τὴ «θε­σμι­κὴ ἀ­να­γνώ­ρι­ση», ποὺ φαί­νε­ται ὅ­τι ἀ­πα­σχό­λη­σε ἀ­πὸ πο­λὺ ἐ­νω­ρὶς τὴν ἀν­θρώ­πι­νη συλ­λο­γι­κό­τη­τα, πρὶν ἀ­κό­μη δι­α­μορ­φω­θεῖ σὲ ὀρ­γα­νω­μέ­νη κοι­νω­νι­κὴ ζω­ή.

Ἡ σύγ­χρο­νη ἀν­θρω­πο­λο­γι­κὴ ἔ­ρευ­να ἔ­χει ἐν­το­πί­σει τὶς θε­σμι­κὲς ἀ­παρ­χὲς τοῦ γά­μου καὶ τῆς οἰ­κο­γέ­νειας σὲ πο­λὺ πρώ­ι­μες ἱ­στο­ρι­κὲς στιγ­μές, πρὶν ἀ­κό­μη ἐμ­φα­νι­σθοῦν οἱ θε­σμοί τῆς ἐ­ξου­σί­ας, τῆς οἰ­κο­νο­μί­ας ἢ τῆς συλ­λο­γι­κῆς εὐ­θύ­νης.

O­ἱ θε­σμοὶ αὐ­τοί, ἀ­πὸ τὴ στιγμὴ τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας τοῦ ἀν­θρώ­που, μᾶς ἀ­κο­λου­θοῦν χω­ρὶς οὐ­σι­ώ­δεις με­τα­βο­λὲς σὲ ὅ­λα τὰ στά­δια τῶν πο­λι­τι­στι­κῶν, ἀλ­λὰ κυ­ρί­ως τῶν βιο-κοι­νω­νι­κῶν μας ἐ­ξε­λί­ξε­ων.

Ἡ πρώ­τη ἐ­πι­στη­μο­νι­κὴ δι­α­τύ­πω­ση ὁ­ρι­σμοῦ τοῦ γά­μου ἀνήκει εἰς τὸν Μο­δε­στί­νο, Ρω­μαῖ­ο νο­μο­δι­δά­σκα­λο τοῦ 3ου μ.Χ. αἰ­ώ­νος: «Γά­μος κα­λεῖ­ται ἕ­νω­σις ἀν­δρὸς καὶ γυ­ναι­κός, συγ­κλή­ρω­σις τοῦ βί­ου παν­τός, θεί­ου τε καὶ ἀν­θρω­πί­νου δι­καί­ου κοι­νω­νί­α»1. Ὁ ὁ­ρι­σμός τοῦ Μο­δε­στί­νου ἂν καὶ ἐμ­φα­νῶς νο­μι­κι­στι­κὸς δι­α­πνέ­ε­ται καὶ ἀ­πὸ τὸ χρι­στι­α­νι­κὸ πνεῦ­μα, δε­δο­μέ­νης τῆς μελέτης τοῦ συν­τά­κτου του πολ­λῶν χρι­στι­α­νι­κῶν κει­μέ­νων, δι­α­νο­η­τῶν τῆς ἐ­πο­χῆς του.

Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α χω­ρὶς νὰ ἀρ­νεῖ­ται τόν πα­ρα­πά­νω ὁ­ρι­σμό προ­ώ­θη­σε τὴ σχέ­ση ἀν­δρὸς καὶ γυ­ναι­κὸς στὸ ἐ­πί­πε­δο τοῦ μυ­στη­ρί­ου καὶ τοῦ συμ­βό­λου καὶ τὴ θε­ώ­ρη­σε ὡς εἰ­κό­να τῆς βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ. Δὲν εἶ­ναι τυ­χαῖ­ο ὅ­τι ἡ οἰ­κο­γέ­νεια χα­ρα­κτη­ρί­ζε­ται «κατ΄ οἶ­κον ἐκ­κλη­σί­α»2, ὡς ἀ­περ­γα­ζο­μέ­νη τὸ γε­γο­νὸς τῆς σω­τη­ρί­ας γιὰ τὰ μέ­λη ποὺ τὴν ἀ­πο­τε­λοῦν.

Ἄλ­λω­στε, ὁ σκο­πὸς τοῦ γά­μου, δὲν εἶ­ναι ἄλ­λος ἀπὸ αὐ­τὸν ποὺ ὁ­δη­γεῖ τὸν ἄν­θρω­πο στὴν τε­λεί­ω­ση, καὶ ἡ τε­λεί­ω­ση δὲν εἶ­ναι τί­πο­τε ἄλ­λο ἀ­πὸ τὸ γε­γο­νὸς, εἰς τὸ ὁ­ποῖ­ο ἐκ­φρά­ζε­ται ἡ ἐκ­πλή­ρω­σις τοῦ ὑ­παρ­ξια­κοῦ προ­ο­ρι­σμοῦ τοῦ ἀν­θρώ­που, ποὺ εἶ­ναι ἡ θέ­ω­ση.

Στὴν Πα­λαι­ὰ Δι­α­θή­κη, ἡ σχέ­ση τοῦ Θε­οῦ μὲ τὸν λα­ὸ τοῦ Ἰσ­ρα­ὴλ πα­ρο­μοι­ά­ζε­ται μὲ τὸν Θε­ὸ ὡς «νυμ­φί­ο» καὶ τὸν λα­ό του ὡς «νύμ­φη»3. Ἀλ­λὰ ἡ εἰ­κό­να τῆς συ­ζυ­γί­ας χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται καὶ στὴν

1. Παν­δέ­κται, 23,2. Νομ. Ι.

2. Ρωμ. 16, 4

3. Ψαλμ. 18,6, Ιωήλ 2, 16, Ἠσ. 62, 5

Και­νὴ Δι­α­θή­κη γιὰ νὰ ἐκ­φρά­σει τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τῆς νέ­ας ἐν Χρι­στῷ κοι­νω­νί­ας4. Ὁ Χρι­στὸς εἶ­ναι ὁ «νυμ­φί­ος» τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας «νύμ­φης». Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος εὔ­στο­χα χα­ρα­κτη­ρί­ζει τὸν γά­μο ὡς «μέ­γα μυ­στή­ριο», καὶ πα­ραλ­λη­λί­ζει τὴν σχέ­ση ἀν­δρὸς καὶ γυ­ναι­κὸς μὲ τὴν ἕ­νω­ση τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας5.

Καὶ ἀ­κρι­βῶς ἡ ἀ­μοι­βαί­α ἀ­γά­πη τῶν συ­ζύ­γων με­τα­βάλ­λε­ται μὲ τὴν χά­ρη τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος σὲ ἀ­δι­ά­σπα­στη ἕ­νω­ση. Δι­καί­ως, λοι­πόν, ὁ ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος ὁ­ρί­ζει τὸν γά­μο ὡς τὸ «μυ­στή­ριον τῆς ἀ­γά­πης»6.

Ἡ κα­τα­νό­η­ση τοῦ μη­νύ­μα­τος τοῦ μυ­στη­ρί­ου τοῦ γά­μου, τὸ ὁ­ποῖ­ο δυ­στυ­χῶς κα­λύ­πτε­ται συ­χνὰ μὲ τὸν μαν­δύ­α τῶν κο­σμι­κῶν ἐκ­δη­λώ­σε­ων, πι­στεύ­ο­με ὅ­τι ἀ­πο­τε­λεῖ μέ­ρι­μνα τῆς Μη­τρός Ἐκ­κλη­σί­ας γιά τήν ἐ­νη­μέ­ρω­ση τοῦ ποι­μνί­ου της. Ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἡ νέ­α γε­νε­ὰ καὶ γε­νι­κῶς τὸ πλή­ρω­μά της χρει­ά­ζε­ται νὰ βο­η­θη­θοῦν γιὰ νὰ συ­νει­δη­το­ποι­ήσουν πλή­ρως τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο τοῦ μυ­στη­ρί­ου καὶ τὸ ἀν­τί­κρυ­σμα τῆς ἱ­ε­ρο­λο­γί­ας, δη­λα­δή τὶς θε­ο­λο­γι­κές δι­α­στά­σεις καὶ τὴν κοι­νω­νι­κὴ τους ση­μα­σί­α, μὲ ὅ,τι αὐ­τὸ συ­νε­πά­γε­ται.

Ὀρθόδοξα πνευματικὰ δεδομένα

Ὁ Χρι­στὸς μὲ τὴν πα­ρου­σί­α Του στὸν γά­μο τῆς Κα­νά, δείχνει ὅτι Αὐ­τὸς μπο­ρεῖ νὰ προ­σφέ­ρει τὸ και­νούρ­γιο κρα­σὶ τῆς δι­κῆς Του ἀ­γά­πης καὶ νὰ με­τα­μορ­φώ­σει τὴν ζω­ὴ τῶν ἀν­θρώ­πων, ἐ­νώ­νον­τάς τους μὲ τὰ βι­ώ­μα­τα ἐ­κεῖ­να ποὺ ἀ­πορ­ρέ­ουν ἀ­πὸ τὴν καρ­πο­φο­ρί­α τῆς δι­κῆς Του πα­ρου­σί­ας.

Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος εἶ­ναι αὐ­τὸς ποὺ μὲ ἀ­πό­λυ­τη σα­φή­νεια συν­δέ­ει τὸν γά­μο μὲ τὴν ἐν Χρι­στῷ ζω­ὴ, το­νί­ζον­τας πὼς τὸ μέ­γα μυ­στή­ριο, δη­λα­δὴ τὸ γε­γο­νός τῆς ἕ­νω­σης ἀν­δρὸς καὶ γυ­ναι­κός, ἀ­να­δη­μι­ουρ­γεῖ­ται καὶ ἀ­νυ­ψώ­νε­ται στὶς σχέ­σεις τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Τὸ νέ­ο κύ­ριο στοι­χεῖ­ο αὐ­τῆς τῆς σχέ­σε­ως εἶ­ναι ἡ ἀ­γά­πη, καὶ ἡ ἀ­γά­πη ἐκ­φρά­ζε­ται ὡς ἀ­να­γνώ­ρι­ση τῆς ἰ­σο­τι­μί­ας καὶ ἀ­μοι­βαι­ό­τη­τας με­τα­ξὺ τῶν συ­ζύ­γων.

Οἱ σύ­ζυ­γοι ἔ­χουν ὡς πρό­τυ­πο τὴν ζω­ὴ τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Εἶ­ναι ἀ­δύ­να­τη ἡ ἐ­φαρ­μο­γὴ τῆς ἀ­γά­πης με­τα­ξὺ τῶν ἀν­θρώ­πων χω­ρὶς τὴν ἀ­να­φο­ρὰ στὸν Θε­ό καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἄν­δρας ἀ­γα­πᾶ καὶ φρον­τί­ζει τὴν γυ­ναῖ­κα κα­θὼς καὶ ὁ Χρι­στὸς ἠ­γά­πη­σε τὴν Ἐκ­κλη­σί­αν7 Ἡ δὲ γυ­ναί­κα ὑ­πο­τάσ­σε­ται στὸν ἄν­δρα, ὅ­πως ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ὑ­πο­τάσ­σε­ται στὸν Χρι­στό , ἀ­να­γνω­ρί­ζον­τας ἔ­τσι τὴν

4. Ματθ. 22, 1-14, Μαρκ. 2, 20, Λουκ. 5, 35

5. Ἐ­φεσ. 5, 31-32

6. Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τὴν πρὸς Κολοσσαεῖς ἐπιστο-λήν, PG 62, 387

7. Ἐ­φεσ. 5, 25

ὑπερο­χή του ὡς ὑ­πευ­θύ­νου τῆς οἰ­κο­γε­νεί­ας καὶ ἀν­τα­πο­κρι­νο­μέ­νη στὴν ἀ­γά­πη ποὺ τῆς ὀ­φεί­λει ὁ ἄν­δρας.

Ἔ­τσι ὁ γά­μος γί­νε­ται μι­κρο­γρα­φί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ὁ ἁ­γι­α­σμέ­νος ἀπὸ τὸν Παράκλητο μι­κρό­κο­σμός της. Ὅ­ταν ὁ γά­μος ζεῖ μέ­σα στὶς ἐμ­πει­ρί­ες καὶ τὴ χά­ρη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας ἀ­πο­κτᾶ πράγ­μα­τι τὸν χα­ρι­σμα­τι­κὸ του χα­ρα­κτῆ­ρα. Τό­τε μπο­ρεῖ νὰ κρα­τη­θεῖ ἡ τι­μι­ό­τη­τα κι ἡ κα­θα­ρό­τη­τά του.

Τό­τε ἡ οἰ­κο­γέ­νεια ζεῖ καὶ συμ­πε­ρι­φέ­ρε­ται ὡς μι­κρὴ ἐκ­κλη­σί­α, μὲ τὸν Χρι­στὸ πα­ρόν­τα καὶ μὲ ὅ­λα τὰ πράγ­μα­τα κοι­νά· κοι­νὴ προ­σευ­χή, κοι­νὸς ἐκ­κλη­σια­σμός, κοι­νὸ τρα­πέ­ζι, συμ­με­ρι­σμὸς στὶς θλί­ψεις, στοὺς δι­ωγ­μοὺς, ἀλλὰ καὶ στὴ χα­ρά, στὶς ἐπιτυχίες, καὶ τὴν εὐτυχία. Τό­τε ἡ οἰ­κο­γέ­νεια δι­και­ώ­νει τὴν ἀ­πο­στο­λή της ὡς βα­σι­κοῦ πυ­ρῆ­νος τῆς κοι­νω­νί­ας καὶ βέβαια ὡς μυ­στη­ρια­κὴ λει­τουρ­γι­κὴ ἀρ­χὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας γιὰ τὴν πραγ­μά­τω­ση τοῦ σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κοῦ καὶ ἁ­γι­α­στι­κοῦ της ἔρ­γου στὴν ἀν­θρώ­πι­νη κοι­νω­νί­α. Ἡ μι­κρὴ ὅ­μως αὐ­τὴ κοι­νω­νί­α ἀ­γά­πης δὲν μπο­ρεῖ νὰ ἐν­νο­η­θεῖ ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν ἱ­ε­ρο­λο­γι­κὴ εὐ­λο­γί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας καὶ νὰ ἐ­πι­ζή­σει ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν ζω­ὴ καὶ τὴν τρο­φὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ποὺ εἶ­ναι ἡ Θεί­α Εὐ­χα­ρι­στί­α, τὸ τέ­λος πά­σης τε­λε­τῆς καὶ θεί­ου μυ­στη­ρί­ου.

Μί­α οἰ­κο­γέ­νεια, ἔ­ξω ἀ­πὸ τὰ δε­δο­μέ­να τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς δι­δα­σκα­λί­ας καὶ ἔ­ξω ἀ­πὸ τὴν χα­ρι­σμα­τι­κὴ ἰ­δι­ό­τη­τα τῶν με­λῶν τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, εἶ­ναι πι­θα­νόν νὰ ἀ­να­πτύ­ξει ἕ­να ἴ­σως ἐ­πι­τυ­χη­μέ­νο πρό­τυ­πο, ποὺ ὅ­μως σὲ καμ­μιὰ πε­ρί­πτω­ση, τὸ πρό­τυ­πο αὐ­τὸ δὲν ὁ­δη­γεῖ στὴν κάθαρση, στὸν ἁ­για­σμὸ καὶ στὴ θέ­ω­ση. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει μό­νον πῶς μιὰ οἰ­κο­γέ­νεια θὰ εἶ­ναι εὐ­τυ­χι­σμέ­νη μὲ τὰ κρι­τή­ρια τοῦ κό­σμου· ἐ­κεῖ­νο ποὺ πρέ­πει νὰ μᾶς ἀ­πα­σχο­λεῖ εἶ­ναι νὰ με­τα­φέ­ρου­με τὸ μή­νυ­μα πρὸς τὸν λα­ὸ τοῦ Θε­οῦ ὅ­τι ἡ οἰ­κο­γέ­νεια εἶ­ναι ἕ­να ἐρ­γα­στή­ριο σω­τη­ρί­ας καὶ μέ­σα ἀ­πὸ τὴν κοι­νὴ πνευ­μα­τι­κὴ πο­ρεί­α, ὁ ἄν­θρω­πος ἀ­πο­κτᾶ τὸν ἁ­για­σμό, τὴν θέ­ω­ση, τὴν σω­τη­ρί­α του.

«Τὸ μυ­στή­ριον τοῦ­το μέ­γα ἐ­στίν, ἐ­γὼ δὲ λέ­γω εἰς Χρι­στὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκ­κλη­σί­αν»8.

Ὁ Κύ­ριος ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς εὐ­λό­γη­σε καὶ ἐ­ξύ­ψω­σε τὸν ἱ­ε­ρὸ θε­σμὸ τοῦ γά­μου, ἀ­φοῦ τὸ πρῶ­τό Του θαῦ­μα τε­λέ­στη­κε στὸν ἐν Κα­νᾷ γά­μο. Καὶ ἀ­κρι­βῶς, μό­νον ὁ Κύ­ριός μας καὶ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α ἐ­ξα­σφα­λί­ζουν τὶς ἀ­πα­ραί­τη­τες προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιὰ νὰ εἶ­ναι ὁ γά­μος εὐ­τυ­χι­σμέ­νος καὶ νὰ ὁ­δη­γεῖ στὴν σω­τη­ρι­ο­λο­γι­κὴ ἔκ­βα­ση τῆς προσ­δο­κί­ας, ὅ­που ἀ­κυ­ρώ­νον­ται οἱ αἰ­τί­ες τῆς ἀ­πο­τυ­χί­ας του. Οἱ χρι­στια­νοὶ σύ­ζυ­γοι ζοῦν ἐν ἀ­γά­πῃ «κα­θὼς καὶ ὁ Χρι­στὸς ἠ­γά­πη­σε τὴν Ἐκ­κλη­σί­αν καὶ ἑ­αυ­τὸν πα­ρέ­δω­κε ὑ­πὲρ αὐ­τῆς… Οὕ­τως ὀ­φεί­λου­σιν οἱ ἄν­δρες ἀ­γα­πᾶν τὰς ἑ­αυ­τῶν γυ­ναί­κας ὡς τὰ ἑ­αυ­τῶν σώ­μα­τα.

Ὁ ἀ­γα­πῶν τὴν ἑ­αυ­τοῦ γυ­ναῖ­κα ἑ­αυ­τὸν ἀ­γα­πᾶ. Οὐ­δεὶς γάρ τὴν ἑ­αυ­τοῦ σάρ­κα ἐ­μί­ση­σεν ἀλλ΄ ἐ­κτρέ­φει καὶ θάλ­πει αὐ­τὴν κα­θὼς καὶ ὁ Κύ­ριος τὴν Ἐκ­κλη­σί­αν»9.

8. Ἐ­φεσ. 5, 32 9. Ἐφ. 5, 25-27

Ἐ­δῶ ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος δι­α­τυ­πώ­νει ἕ­ναν ὄν­τως ὑ­πέ­ρο­χο ὕ­μνο γιὰ τὴν συ­ζυ­γι­κὴ ἀ­γά­πη καὶ ὁ­ρι­ο­θε­τεῖ τὸ πλαί­σιο εἰς τὸ ὁ­ποῖ­ο μπο­ρεῖ νὰ κι­νεῖ­ται ἡ σχέ­ση τῆς ἀ­μοι­βαι­ό­τη­τος καὶ νὰ οἰ­κο­μοῦν­ται οἱ προ­ϋ­πο­θέ­σεις τῆς ἀ­λη­θι­νῆς ἐ­πι­τυ­χί­ας τοῦ γά­μου. Ἀλ­λὰ καὶ ὁ ἱ­ε­ρὸς Χρυ­σό­στο­μος ἐ­ξυ­μνεῖ τὴν ἀ­μοι­βαί­α συ­ζυ­γι­κὴ ἀ­γά­πη: «μη­δὲν ἔ­στω γυ­ναι­κὶ ἀν­δρὸς τι­μι­ώ­τε­ρον, μη­δὲ ἀν­δρὶ γυ­ναι­κὸς πο­θει­νό­τε­ρον· τοῦ­το πάν­των ἡ­μῶν συγ­κρα­τεῖ τὴν ζω­ὴν τὸ ὁ­μο­νο­εῖν γυ­ναῖ­κα πρὸς ἄν­δραν, τοῦ­το συ­νέ­χει τὸν κό­σμον ἅ­παν­τα. Ὁ κό­σμος ἐκ τῶν πό­λε­ων συ­νέ­στη­σεν, ἡ πό­λις ἐκ τῶν οἰ­κι­ῶν, αἱ οἰ­κί­αι ἐξ ἀν­δρῶν καὶ γυ­ναι­κῶν»10.

Καὶ ὁ Κων­σταν­τί­νος Καλ­λί­νι­κος πα­ρα­τη­ρεῖ: «Διὰ τοῦ χρι­στι­α­νι­κοῦ γά­μου, οἱ ἐρ­χό­με­νοι εἰς γά­μου κοι­νω­νί­αν, εὑ­ρί­σκουν ἀλ­λη­λο­συμ­πλή­ρω­σιν καὶ ἀλ­λη­λο­βο­ή­θειαν. Τὸ πε­ρίσ­σευ­μα τοῦ ἑ­νὸς ἀ­να­πλη­ροῖ τὸ ὑ­στέ­ρη­μα τοῦ ἄλ­λου. Τοι­ου­το­τρό­πως ὁ ἄν­θρω­πος ὁ­λο­κλη­ρώ­νε­ται. Τὸ «ἐ­γώ» εὑ­ρί­σκει τὴν πλή­ρη αὐ­τοῦ ἀ­νά­πτυ­ξη ὅ­ταν συ­ναν­τή­σει τὸ «σύ» καὶ συγ­χω­νευ­θεῖ εἰς ἓν «ἡ­μεῖς».

Ἡ συ­ζυ­γι­κὴ ἀ­γά­πη κρα­τεῖ πάν­το­τε ἐ­νω­μέ­νες τὶς ψυ­χὲς τῶν συ­ζύ­γων καὶ τὶς ὁ­δη­γεῖ στὸ νὰ αἰ­σθά­νον­ται πάν­το­τε τὴν ἀ­γά­πη των κα­θα­ρὴ καὶ αὐ­ξα­νο­μέ­νη. Ὁ σκο­πὸς τοῦ γά­μου εὑ­ρί­σκει τὴν ἐκ­πλή­ρω­σή του μό­νον διὰ τοῦ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ. Μά­λι­στα, ἡ ἀ­γά­πη πρὸς τὸν Χρι­στὸν με­τα­βάλ­λει τὴν οἰ­κο­γέ­νεια ὅ­λη «εἰς ἐκ­κλη­σί­αν κατ΄ οἶ­κον», ἐ­νῶ οἱ νέ­ες ὑ­πάρ­ξεις, οἱ ὁ­ποῖ­ες θὰ ἔρ­θουν στὸν κό­σμο, θὰ ἀ­να­δει­χθοῦν, διὰ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, πο­λί­τες τῆς βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ, καὶ ὄ­χι μό­νον μέ­λη ἐ­κλε­κτὰ τῆς ἐ­πὶ γῆς κοι­νω­νί­ας.

Ἀ­πὸ τὴ χρι­στι­α­νι­κὴ οἰ­κο­γέ­νεια, τὴν εὐ­λο­γη­μέ­νη ἀ­πὸ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ, ἀ­να­δει­κύ­ον­ται οἱ ἐρ­γά­τες τοῦ ἀμ­πε­λῶ­νος τοῦ Κυ­ρί­ου, οἱ δι­ά­κο­νοι τοῦ ἱ­ε­ροῦ θυ­σι­α­στη­ρί­ου, οἰ ἀ­κα­τη­γό­ρη­τοι ἐ­πι­στή­μο­νες, οἱ κοι­νω­νι­κοὶ ἐρ­γά­τες, οἱ κα­λοὶ οἰ­κο­γε­νειά­ρχες, οἱ μο­να­χοί, οἱ ἱ­ε­ρα­πό­στο­λοι, οἱ πρε­σβύ­τε­ροι, οἱ ἐ­πί­σκο­ποι, κλπ.

Οἱ εὐ­λο­γη­μέ­νες ἀ­πὸ τὸν Ἅ­γιον ἐν Τριά­δι Θε­ὸν οἰ­κο­γέ­νει­ες ζοῦν μὲ γνή­σια ἀ­γά­πη. Ἄ­ξί­ζει νά ἀ­να­φέ­ρου­με ὁ­ρι­σμέ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὰ πα­ρα­δείγ­μα­τα: οἱ ἅ­γιοι μάρ­τυ­ρες σύ­ζυ­γοι Ἀ­δρια­νὸς καὶ Να­τα­λί­α, ποὺ μαρ­τύ­ρη­σαν στὴ Νι­κο­μή­δεια. Στὸ συ­να­ξά­ρι ἀ­να­φέ­ρε­ται ὅ­τι ἡ ἁ­γί­α Να­τα­λί­α ἦ­ταν ἐ­κεί­νη ποὺ ἐμ­ψύ­χω­σε τὸν σύ­ζυ­γό της γιὰ τὸ μαρ­τύ­ριο. Ἔ­τσι συμ­βαί­νει μὲ τοὺς συ­ζύ­γους, ζοῦν μὲ τὸν Χρι­στὸ στὴν ψυ­χή τους καὶ δὲν τοὺς χω­ρί­ζει οὔ­τε τὸ μαρ­τύ­ριο οὔ­τε ο θά­να­τος, δι­ό­τι ἡ συ­ζυ­γί­α τους εἶ­ναι «τῷ κάλ­λει τῆς πί­στε­ως ὡ­ρα­ϊ­σμέ­νη».

Οἱ ἅ­γιοι Ἀ­κύ­λας καὶ Πρί­σκιλ­λα, γιὰ τοὺς ὁ­ποί­ους γρά­φει ὁ ἅ­γιος Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος: «ἀ­σπά­σα­σθε Πρί­σκιλ­λαν καὶ Ἀ­κύ­λαν, τοὺς συ­νερ­γούς μου ἐν Χρι­στῷ Ἰ­η­σοῦ, οἵ­τι­νες ὑ­πὲρ τῆς ψυ­χῆς μου τὸν ἑ­αυ­τῶν τρά­χη­λον ὑ­πέ­θη­καν· οἷς, οὐχ ἐ­γὼ μό­νος εὐ­χα­ρι­στῶ ἀλ­λὰ καὶ

1ο. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Περὶ τοῦ μὴ ἀπογινώσκειν τινὰς ἑαυτῶν, PG 51, 369

πᾶ­σαι αἱ Ἐκ­κλη­σί­αι τῶν ἐ­θνῶν καὶ τὴν κατ΄ οἶκον αὐ­τῶν Ἐκ­κλη­σί­αν»11. Πρό­κει­ται γιὰ ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κὴ οἰ­κο­γέ­νεια, ἡ ὁ­ποί­α ἐρ­γά­στη­κε ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κὰ στὴν Ρώ­μη, τὴν Κό­ριν­θο καὶ τὴν Ἔ­φε­σο. Ἐ­πί­σης ὁ εὐ­λο­γη­μέ­νος γά­μος τοῦ Βα­σι­λεί­ου, πα­τρὸς τοῦ Με­γά­λου Βα­σι­λεί­ου καὶ τῆς Ἐμ­με­λεί­ας, προ­σέ­φε­ρε δέ­κα ἀ­στέ­ρας, ποὺ φώ­τι­σαν μὲ τὴν ἁ­γι­α­σμέ­νη τους ζω­ή, τὴν κοι­νω­νί­α, ὡς τί­μια μέ­λη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. Αὐ­τὴ εἶ­ναι ἡ ὀρ­θό­δο­ξη χρι­στι­α­νι­κὴ οἰ­κο­γέ­νεια. Ὅ­λα τὰ ἄλ­λα πε­ρὶ μο­νο­γο­νι­κῆς καὶ ἄλ­λων μορ­φῶν ὑ­πο­τι­θε­μέ­νης οἰ­κο­γε­νεί­ας ἀ­πο­τε­λοῦν πα­σί­δη­λη ὑ­πο­κρι­σί­α, ἡ ὁ­ποί­α ἐ­πι­χει­ρεῖ, ἀ­τυ­χῶς, νὰ δι­και­ο­λο­γή­σει τὰ ἀ­δι­και­ο­λό­γη­τα, τὰ ἐ­φή­με­ρα καὶ τὰ ἐ­φά­μαρ­τα. Ὁ Ἅ­γιος Θε­ὸς ὅ­μως «ἄρ­σεν καὶ θῆ­λυ ἐ­ποί­η­σεν αὐ­τοὺς καὶ εὐ­λό­γη­σεν αὐ­τούς»12.

Στὸ ση­μεῖ­ο αὐ­τὸ πρέ­πει νὰ το­νί­σου­με πὼς τὴν ζω­ὴ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας κο­σμοῦν ἅ­γι­ες οἰ­κο­γέ­νει­ες, οἱ ὁ­ποῖ­ες, ὅ­πως εἴ­πα­με καὶ προ­η­γου­μέ­νως, προ­σέ­φε­ραν τοὺς καρ­ποὺς τῆς ἀ­γά­πης των, τὰ τέ­κνα των, ὄ­χι ἁ­πλῶς ὡς στε­λέ­χη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀλ­λὰ καὶ ὡς ἀ­στέ­ρας τοῦ νο­η­τοῦ στε­ρε­ώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, τοὺς ἁ­γί­ους, δη­λα­δή, τῆς πί­στε­ως. Πάν­το­τε, μί­α οἰ­κο­γέ­νεια ὅ­ταν εἶ­ναι δο­μη­μέ­νη μὲ τὶς ἀρ­χὲς τῶν εὐ­αγ­γε­λι­κῶν ἐ­πι­τα­γῶν, τό­τε ἐκ­φρά­ζει τὸ βί­ω­μα τῆς εὐ­λο­γί­ας τοῦ Θε­οῦ, ὡς μαρ­τυ­ρί­α μέ­σα στὸν σύγ­χρο­νο κό­σμο.

Ἂν λά­βου­με ὑπ΄ ὅ­ψη μας ὅ­τι κοι­νω­νι­ο­λο­γι­κὰ ἡ οἰ­κο­γέ­νεια ἀ­πο­τε­λεῖ τὸ κύτ­τα­ρο μιᾶς κοι­νω­νί­ας, μπο­ροῦ­με νὰ φαν­τα­στοῦ­με ποι­ὰ θὰ ἦ­ταν ἡ ἔκ­βα­ση στὴν ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς κοι­νω­νί­ας μας, ἄν ἐ­πι­κρα­τοῦ­σε σ΄ αὐ­τὴν ἡ ἁρ­μο­νι­κὴ συ­νύ­παρ­ξη τῶν κοι­νω­νι­κῶν κυτ­τά­ρων, δη­λα­δή, τῶν πολλῶν οἰ­κο­γε­νει­ῶν.


Σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα

Οἰ­κτρὴ ἐμφανίζεται ἡ κα­τά­στα­ση τῆς οἰ­κο­γε­νεί­ας μα­κριὰ ἀ­πὸ τὸν Χρι­στό. Ὁ θε­σμὸς τοῦ γά­μου, ὅ­πως καὶ ὅ­λοι οἱ θε­σμοὶ στὶς ἡ­μέ­ρες μας, δι­έρ­χε­ται μιὰ­ ἐ­πι­κίν­δυ­νη κρί­ση, ποὺ τὴν χα­ρα­κτη­ρί­ζει ἡ ἀ­πο­δό­μη­ση τῶν βα­σι­κῶν στοι­χεί­ων, στὰ ὁ­ποί­α στηρίζεται ὁ αὐ­θεν­τι­κὸς τρό­πος δη­μι­ουρ­γί­ας καὶ λει­τουρ­γί­ας τῆς οἰ­κο­γέ­νειας. Συ­νε­χῶς αὐ­ξά­νουν οἱ ἀ­πο­τυ­χη­μέ­νοι γά­μοι καὶ οἱ ναυ­α­γι­σμέ­νες οἰ­κο­γέ­νει­ες. Δὲν μει­ώ­νον­ται, ἀλ­λὰ πολ­λα­πλα­σι­ά­ζον­ται κατ΄ ἕ­τος τὰ δι­α­ζύ­για.

Τὸ ἕ­να τρί­τον πε­ρί­που τῶν γά­μων δι­α­λύ­ον­ται. Θλί­ψη καὶ ἀ­πο­γο­ή­τευ­ση, κο­ρε­σμός, ἀ­η­δί­α, ὀ­δύ­νη, ψυ­χι­κὰ ἀ­δι­έ­ξο­δα καὶ με­λαγ­χο­λί­α, εἶ­ναι τὸ κλί­μα μέ­σα στό ὁ­ποῖ­ο ἐ­κτυ­λίσ­σον­ται καὶ δι­ε­κτρα­γω­νοῦν­ται τὰ ὀ­δυ­νη­ρὰ δρά­μα­τα ἐ­κεί­νων, ποὺ ἀν­τὶ νὰ εὕ­ρουν στὸν γά­μο τὴν εὐ­τυ­χί­α ποὺ ὀνειρεύθηκαν, βρῆ­καν τὴν ἀπόλυτη δυ­στυ­χί­α.

11. Ρωμ. 16, 3-4

12. Γεν. 1, 27

Γε­νι­κὴ εἶ­ναι ἡ ὁ­μο­λο­γί­α ὅ­τι ἡ οἰ­κο­γέ­νεια δι­έρ­χε­ται μιὰ πε­ρί­ο­δο κρί­σεως, ἐ­νῶ ἀ­πο­τε­λεῖ πραγ­μα­τι­κό­τη­τα καὶ ἡ αὔ­ξη­ση τοῦ ἀ­ριθ­μοῦ τῶν πο­λι­τι­κῶν γά­μων καθὼς καὶ τὸ φαινόμενο, μαζί μὲ τὸν γάμο νὰ τελεῖται καὶ ἡ βάπτισις τῶν παιδιῶν. Καὶ ἂν μὲν πρόκειται γιὰ περιπτώσεις μεταναστῶν ποὺ δὲν ἦταν μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀσφαλῶς καὶ δὲν ὑπάρχει πρόβλημα.

Τὸ πρόβλημα ὅμως δημιουργεῖται ὅταν ἡ συγκεκριμένη ἐπιλογὴ εἶναι ἀποτέλεσμα νεοεισάκτου τρόπου ζωῆς. Σὲ κάθε ὅμως περίπτωση, τὸ κυρίαρχο πρόβλημα εἶναι ἡ διάλυση τοῦ γάμου. Βα­σι­κὲς αἰ­τί­ες τῆς κα­τα­στά­σε­ως αὐ­τῆς εἶ­ναι ἡ λαν­θα­σμέ­νη ἐ­κλο­γὴ συ­ζύ­γου, μὲ ἀποτέλεσμα πο­λὺ σύν­το­μα, οἱ «ἄγ­γε­λοί» τους νὰ ἀ­πο­δει­κνύ­ον­ται πρό­σω­πα ἀ­κα­τάλ­λη­λα γιὰ συμ­βί­ω­ση καὶ συμ­πό­ρευ­ση στὴ ζω­ή. Ἐπίσης, ἡ ἔλ­λει­ψη πραγ­μα­τι­κῆς ἀ­γά­πης γεννᾶ ἀδιέξοδα - μό­λις ἐκ­δη­λω­θεῖ, λ.χ. ἕ­να φυ­σι­κὸ ἐ­λάτ­τω­μα, ἡ ἀ­γά­πη ψυ­χραί­νε­ται καὶ σβή­νει -. Ἀ­σή­μαν­τες λε­πτο­μέ­ρει­ες ὁ­δη­γοῦν στὴν κα­θη­με­ρι­νὴ γκρί­νια καὶ τὸ δι­α­ζύ­γιο.

Δὲν εἶ­ναι λί­γες οἱ πε­ρι­πτώ­σεις δι­α­ζυ­γί­ων, ποὺ στη­ρί­ζουν τὴν αἰ­τί­α τους στὴ λε­γο­μέ­νη «ἀ­συμ­φω­νί­α τῶν χα­ρα­κτή­ρων». Ἐπιπλέον, ἡ ἀ­που­σί­α ὑ­ψη­λοῦ σκο­ποῦ στὸν γά­μο, χω­ρὶς δη­λα­δὴ θε­μέ­λια, εἶ­ναι τὸ οἰ­κο­δό­μη­μα τῆς ζω­ῆς, δί­χως ἰ­δα­νι­κὰ καὶ ἀ­ξια­κὰ ἀποθέματα, ὁ­πό­τε οἱ σύ­ζυ­γοι, ὅ­ταν δὲν ἔ­χουν τέ­τοι­α θε­μέ­λια, πά­νω στὰ ὁ­ποῖ­α νὰ οἰ­κο­δο­μή­σουν τὴν ζω­ή τους, τὴν κοι­νή τους πο­ρεί­α, κα­τα­φεύ­γουν στὴν λε­γό­με­νη κο­σμι­κὴ ζω­ή, γιὰ νὰ δι­α­πι­στώ­σουν ὅ­τι οὔ­τε σ΄αὐ­τὴν ὑ­πάρ­χει αὐ­τὸ ποὺ θὰ τοὺς κά­νει εὐ­τυ­χι­σμέ­νους· τὸ κε­νὸ ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νὰ ὑ­πάρ­χει. Ἀκόμη, ἡ κα­θη­με­ρι­νὴ ἐ­κτὸς οἰ­κί­ας ἐρ­γα­σί­α τῆς συ­ζύ­γου, ἔ­χει ὡς ἀ­πο­τέ­λε­σμα νὰ στε­ροῦν­ται τῆς πο­λυ­τί­μου πα­ρου­σί­ας της τὰ παι­διά, ὁ σύ­ζυ­γος καὶ τὰ λοιπὰ μέ­λη τῆς οἰ­κο­γε­νεί­ας.

Βέβαια ἡ ἀ­νερ­γί­α καὶ γε­νι­κώ­τε­ρα ἡ οἰ­κο­νο­μι­κὴ κρί­ση δη­μι­ουρ­γοῦν κα­θη­με­ρι­νὲς τρι­βές, πού ὁ­δη­γοῦν στὴν γκρί­νια καὶ τὴ διάλυση, μὲ θύ­μα τὸν σύζυγο ἢ τὴν σύ­ζυ­γο, ποὺ ἐ­πω­μί­ζε­ται τὴν εὐ­θύ­νη τῶν παι­δι­ῶν ἢ στερεῖται τὴν παρουσία τους, καὶ τὸ βά­ρος τῆς δι­α­λυ­μέ­νης οἰ­κο­γέ­νειας.

Μία ἐπίσης τραγικὴ πρόκληση εἶναι ὅτι σή­με­ρα κα­τὰ κό­ρον προ­βάλ­λον­ται τὰ ἀρ­νη­τι­κὰ στοι­χεῖ­α οἰ­κο­γε­νεια­κοῦ βί­ου. Μέ­σα ἀ­πὸ τη­λε­ο­πτι­κὲς σει­ρὲς καὶ κι­νη­μα­το­γρα­φι­κὰ ἔρ­γα οἱ νέ­οι, ἀ­πὸ τὴν παι­δι­κὴ ἡ­λι­κί­α δέ­χον­ται ἐ­ρε­θί­σμα­τα, ποὺ ἀλ­λο­τρι­ώ­νουν τὸ ὑ­γι­ὲς φρό­νη­μα, μὲ ἀ­πο­τέ­λε­σμα νὰ ἀ­να­πτύσ­σον­ται σχέ­σεις ποὺ δὲν ὁ­δη­γοῦν σὲ σω­στὲς ἀ­πο­φά­σεις καὶ δη­μι­ουρ­γοῦν­ται γά­μοι ἐ­κτὸς τῆς εὐ­λο­γί­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας.

Οἱ λαν­θα­σμέ­νες ἐ­πι­λο­γὲς ἔ­χουν ὡς ἀ­πο­τέ­λε­σμα νὰ προ­κα­λοῦν τὴν δυ­στυ­χί­α στοὺς νέ­ους ἀν­θρώ­πους καὶ δὲν εἶ­ναι λί­γα τὰ προ­βλή­μα­τα ποὺ ἔ­χουν σχέ­ση μὲ τὴν ἐμ­φά­νι­ση φαι­νο­μέ­νων ποὺ κλο­νί­ζουν τὴν οἰ­κο­γε­νεια­κὴ συ­νο­χή, ἰ­δι­αι­τέ­ρως ὅ­ταν ὁ εἷς ἐκ τῶν συ­ζύ­γων ὑ­πο­πίπτει σὲ πα­ρα­βα­τι­κὴ συμ­πε­ρι­φο­ρά, ποὺ ἔ­χει σχέ­ση μὲ τὴν μοι­χεί­α καὶ τὰ συ­να­φῆ πρὸς αὐ­τὴν ἁ­μαρ­τή­μα­τα· καθὼς ἐπίσης καὶ τὸ φαινόμενο ποὺ ἀπάδει πρὸς τὸ ὀρθόδοξον φρόνημα τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας μὲ τὴν θέσπιση τοῦ συμφώνου ἐλευθέρας διαβίωσης καὶ τῆς προσπαθείας νὰ ἐνδυθοῦν μὲ μανδύα νομιμότητος παραβατικὲς συμπεριφορές, ποὺ ἔχουν σχέση μὲ διαστροφὲς καὶ ἀκατανόμαστες νοοτροπίες, οἱ ὁποῖες προσβάλλουν βάναυσα τὰ χρηστὰ ἤθη.

Ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α, ὡς μη­τέ­ρα καὶ τρο­φός, ἀ­σφα­λῶς καὶ δὲν πρέπει νὰ μέ­νει ἀ­πα­θὴς θε­α­τὴς ἐ­νώ­πιον τῆς κρί­σε­ως ποὺ δι­έρ­χε­ται ἡ νε­ο­ελ­λη­νι­κὴ οἰ­κο­γέ­νεια.

Πρό­τυ­πα ξέ­να πρὸς τὴν πα­ρά­δο­σή μας εἰ­σχώ­ρη­σαν στὴ ζω­ὴ τῶν πι­στῶν. Πρὸς τὴν κα­τεύ­θυν­ση αὐ­τὴ ἐρ­γά­ζον­ται με­θο­δι­κὰ δυ­νά­μεις σκο­τει­νές, οἱ ὁ­ποῖ­ες γνω­ρί­ζουν πὼς ἂν κα­τορ­θώ­σουν νὰ δι­α­λύ­σουν τὴν οἰ­κο­γέ­νεια, πέ­τυ­χαν τὸν δι­πλὸ σκο­τει­νὸ σκο­πό τους, δη­λα­δὴ τὴν δι­ά­λυ­ση καὶ τοῦ γέ­νους μας. Φαί­νε­ται ὅτι συχνὰ τὸ ἐπιτυγχάνουν, δι­ό­τι οἱ Ἕλ­λη­νες, ὁ­λο­ὲν καὶ πε­ρισ­σό­τε­ρον ἐ­πηρ­ρε­ά­ζον­ται ἀ­πὸ τοὺς ἐ­χθροὺς τῆς πί­στε­ως καὶ τῆς πα­τρί­δος μας.

Δὲν χά­θη­κε ὅ­μως τὸ πᾶν, καί δὲν εἶ­ναι ἀκόμη ἀρ­γά. Γι΄ αὐ­τὸ τὸν λό­γο, ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α ὀ­φεί­λει νὰ ἐρ­γα­στεῖ καὶ νὰ ἀρ­θρώ­σει λό­γον, ὁ ὁ­ποῖ­ος θὰ στη­ρί­ξει τὴν οἰ­κο­γέ­νεια ποὺ δο­κι­μά­ζε­ται καὶ δι­α­λύ­ε­ται.

Συγ­κε­κρι­μέ­να, ὀ­φεί­λει νὰ ὑ­πεν­θυ­μί­σει γνω­στὲς ἀ­λή­θει­ες, οἱ ὁ­ποῖ­ες ἴ­σως ξε­θώ­ρια­σαν ἀλ­λὰ δὲν ἀ­πορ­ρί­φθη­καν. Καὶ τέ­τοι­ες ἀ­λή­θει­ες εἶ­ναι:

Ὅπου ἀ­που­σιά­ζει ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς ἡ οἰ­κο­γέ­νεια κλυ­δω­νί­ζε­ται.

Ὁ Χρι­στὸς δὲν μει­ώ­νει τὴν εὐ­τυ­χί­α τῆς οἰ­κο­γέ­νειας ἀλ­λὰ τὴν αὐ­ξά­νει καὶ τὴν στη­ρί­ζει.

Ἡ πνευ­μα­τι­κὴ ζω­ή, προ­σευ­χή, ἐ­ξο­μο­λό­γη­ση, θεί­α κοι­νω­νί­α, καὶ γε­νι­κὰ ἡ μυ­στη­ρια­κὴ ζω­ὴ προ­σθέ­τει ποι­ό­τη­τα στὴν οἰ­κο­γε­νεια­κὴ εὐ­τυ­χί­α.

Ἡ οἰ­κο­γε­νεια­κὴ ζω­ὴ δὲν εἶ­ναι καὶ οὔ­τε μπο­ρεῖ νὰ εἶ­ναι ἀ­νέ­φε­λη. Ὅ­ταν ὅμως ἐ­πι­κα­λού­με­θα τὸν Ἅ­γιο ἐν Τριάδι Θε­ὸ μᾶς δί­δει τὴν Χά­ρη Του καὶ ξε­περ­νοῦν­ται οἱ ὅ­ποι­ες δυ­σκο­λί­ες.

Ἡ τε­κνο­γο­νί­α ἀ­πο­τε­λεῖ εὐ­λο­γί­α, δι­ό­τι δι΄ αὐ­τῆς ὁ Δημιουργὸς κα­τέ­στη­σε τὸν ἄν­θρω­πο συ­νερ­γὸ καὶ συν­δη­μι­ουρ­γό Του στὸ ἔρ­γο τῆς δη­μι­ουρ­γί­ας. Αὐ­τὸ ἀ­πο­τε­λεῖ ἰ­δι­αι­τέ­ρα τι­μὴ ἐκ μέ­ρους τοῦ Θε­οῦ πρὸς τὸν ἄν­θρω­πο, ἐ­νῶ τὰ παι­διὰ ποὺ ἔρ­χον­ται στὸν κό­σμο ἔ­χουν ὡς προ­ο­ρι­σμό τους τὴν Βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ, τὸν ἁ­για­σμό καὶ τὴν σω­τη­ρί­α.

Νὰ το­νί­σου­με καὶ νὰ ὑ­πεν­θυ­μί­σου­με ὅ­τι ἡ ἀ­πο­φυ­γὴ τῆς τε­κνο­γο­νί­ας καὶ πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρο οἱ ἐ­κτρώ­σεις, ἀ­πο­τε­λοῦν θα­νά­σι­μο ἁ­μάρ­τη­μα καὶ προ­κα­λοῦν τὸν φι­λάν­θρω­πον Θε­όν. Ἑ­κα­τομ­μύ­ρια ἀ­γέν­νη­τα και ἀ­βά­πτι­στα βρέ­φη βρί­σκουν μαρ­τυ­ρι­κὸ τέ­λος μὲ τὶς φο­νι­κὲς ἐ­κτρώ­σεις, οἱ ὁ­ποῖ­ες πραγ­μα­το­ποι­οῦν­ται ἀ­πὸ τοὺς συγ­χρό­νους Ἡ­ρῶδες καὶ τοὺς συ­νερ­γούς των.

Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ ὀ­φεί­λει διὰ τῶν Ἐ­πι­σκό­πων καὶ τῶν Ἐ­νο­ρι­ῶν νὰ στη­ρί­ξει τοὺς νέ­ους γο­νεῖς, πρῶ­τα πνευ­μα­τι­κά καὶ ἠ­θι­κά, καὶ κα­τὰ δεύ­τε­ρο λό­γο, οἰ­κο­νο­μι­κά. Πῶς ὅ­μως ἡ Ἐκ­κλη­σί­α θὰ συμ­πα­ρα­στα­θεῖ σή­με­ρα οἰ­κο­νο­μι­κὰ στὴ δο­κι­μα­ζο­μέ­νη οἰ­κο­γέ­νεια ὅ­ταν ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται ἡ ἀ­φαί­ρε­ση κά­θε οἰ­κο­νο­μι­κῆς δυ­να­τό­τη­τος ποὺ δι­α­θέ­τει μέ­χρι σή­με­ρα, προ­κει­μέ­νου αὐ­τὴ νὰ ἐ­πι­τε­λέ­σει τὸ κοι­νω­νι­κό της ἔρ­γο;

Πῶς θὰ μπο­ρέ­σει ἡ Ἐκ­κλη­σί­α σή­με­ρα νὰ συμ­πα­ρα­στα­θεῖ, ὅ­ταν ἀ­πὸ τὴν μί­α πλευ­ρὰ ἡ πε­ρι­ου­σί­α της τε­λεῖ οὐ­σι­α­στι­κὰ ὑ­πὸ δή­μευ­ση καὶ ἀ­πὸ τὴν ἄλ­λη πλευ­ρά, διὰ τοῦ λα­ϊ­κι­σμοῦ, κα­τη­γο­ρεῖ­ται ὅ­τι ἔ­χει πλοῦ­τον τὸν ὁ­ποῖ­ον δὲν δι­α­θέ­τει διὰ τὰ ἔρ­γα τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας, ἀλ­λὰ ἀ­σχο­λεῖ­ται μὲ ἐ­πεν­δύ­σεις χρη­μα­τι­στη­ρια­κῆς φύ­σε­ως. Κατ΄ αὐ­τὸν τὸν τρό­πον δη­μι­ουρ­γεῖ­ται πα­ρα­πλη­ρο­φό­ρη­σις εἰς τὸν λα­ὸν καὶ πα­ρα­πι­κρα­σμός εἰς τὶς δο­κι­μα­ζό­με­νες οἰ­κο­γέ­νει­ες.

Λα­τρευ­τι­κὲς καὶ πνευ­μα­τι­κὲς εὐ­και­ρί­ες, ἑ­ορ­τα­στι­κὲς ἐκ­δη­λώ­σεις, κη­ρύγ­μα­τα μὲ κα­τάλ­λη­λα θέ­μα­τα, ὁ­μι­λί­ες, ἡ­με­ρί­δες, ἱ­ε­ρὲς ἀ­πο­δη­μί­ες, ποι­κί­λα ἔν­τυ­πα, ἀ­σφα­λῶς μπο­ροῦν νὰ στη­ρί­ξουν τὴν οἰ­κο­γέ­νεια. Πῶς ὅ­μως νὰ στη­ρι­χθεῖ σή­με­ρα ἡ οἰ­κο­γέ­νεια ὅ­ταν ἀ­πὸ τὴν ἐκ­παί­δευ­ση ἐ­πι­χει­ρεῖ­ται ἀ­φαί­ρε­ση τῆς ὀρ­θο­δό­ξου θρη­σκευ­τι­κῆς ἀ­γω­γῆς τῶν παι­δι­ῶν, καὶ ὅ­ταν ἀ­πό τὴν ἄλ­λη πλευ­ρὰ ἡ Ἐκ­κλη­σί­α εἶ­ναι ἀ­δύ­να­μη νὰ ἐπιτε­λέ­σει αὐ­τὸ τὸ δι­δα­κτι­κό της κα­θῆ­κον, σὲ ἐ­πί­πε­δο κα­τη­χή­σε­ως καὶ δι­δα­σκα­λί­ας, μέ­σῳ τῶν ἰ­δι­κῶν της φο­ρέ­ων καὶ μέ­σῳ τῶν ἰ­δι­κῶν της τρό­πων ποι­μαν­τι­κῆς δι­α­κο­νί­ας;

Γι΄αὐ­τὸ θὰ πρέ­πει νὰ ὑ­πάρ­ξει ἀ­γω­νι­στι­κὴ προ­σπά­θεια, οὕ­τως ὥ­στε, ἡ Ἐκ­κλη­σί­α τῆς Ἑλ­λά­δος νὰ δη­μι­ουρ­γή­σει προ­ϋ­πο­θέ­σεις οἰ­κο­νο­μι­κῆς βι­ω­σι­μό­τη­τας ὅ­λων τῶν ὀρ­γα­νι­σμῶν ποὺ μπο­ροῦν νὰ στη­ρί­ξουν τὸ ποι­μαν­τι­κό καὶ τὸ εὐ­ρύ­τε­ρο κοι­νω­νι­κό ἔρ­γο.

Θὰ πρέ­πει, ἅ­γιοι πατέρες καὶ ἀ­δελ­φοί, νὰ ἐν­νο­ή­σου­με καὶ νὰ κα­τα­νο­ή­σου­με ὅ­τι πρέ­πει νὰ παύ­σου­με νὰ εἴ­με­θα οὐ­ρα­γοὶ μιᾶς πο­ρεί­ας ποὺ ὁ­δη­γεῖ εἰς τὴν βε­βαί­α ἀ­πο­τυ­χί­α καὶ τὴν ἀ­πο­γο­ή­τευ­ση. Ὁ κό­σμος σή­με­ρα εἶ­ναι ἀ­πο­γο­η­τευ­μέ­νος· βλέ­πει τὴν στά­ση μας, βλέ­πει τὴν τα­κτι­κή μας, ποὺ εἶ­ναι ὡρισμένες φορὲς μί­α τα­κτι­κὴ ἀ­πρα­ξί­ας καὶ ἀ­πο­γο­η­τεύ­ε­ται.

Ἐ­ὰν θέ­λου­με νὰ στη­ρί­ξου­με τὴν οἰ­κο­γέ­νεια, στὶς προ­δι­α­γρα­φὲς ποὺ πρὸ ὀ­λί­γου συν­τό­μως ἐ­πε­σημάν­θη­καν, θὰ πρέ­πει νὰ δη­μι­ουρ­γή­σου­με προ­ϋ­πο­θέ­σεις τέ­τοι­ες, ποὺ θὰ ἐ­ξα­σφα­λί­ζουν στὴν Ἐκ­κλη­σί­α τὴν δυ­να­τό­τη­τα νὰ στη­ρί­ζει ἐμ­πρά­κτως τὴν οἰ­κο­γέ­νεια.

Καὶ πρὸς αὐ­τὴν τὴν κα­τεύ­θυν­σιν, ἐ­παι­νε­τὴ ἡ προ­σπά­θεια ποὺ κα­τε­βλή­θη διὰ τὸ τρί­το παι­δὶ τῆς Θρά­κης· ἀλ­λὰ, Ἑλ­λά­δα δὲν εἶ­ναι μό­νον ἡ Θρά­κη· Ἑλ­λά­δα εἶ­ναι ὅ­λη ἡ ἐ­πι­κρά­τεια, πρὸς τὴν ὁ­ποί­α ἡ Ἐκ­κλη­σί­α πρέ­πει νὰ ἀ­να­πτύ­ξει σχέ­δια οὐ­σι­α­στι­κῆς συμ­πα­ρα­στά­σε­ως πρὸς τὴν οἰ­κο­γέ­νεια.

Μό­νον τό­τε θὰ μπο­ρέ­σου­με νὰ συμ­πα­ρα­στα­θοῦ­με στοὺς οἰ­κο­γε­νειά­ρχες ποὺ δο­κι­μά­ζον­ται καὶ μό­νο τό­τε θὰ μπο­ρέ­σου­με νὰ δώ­σου­με θάρ­ρος σ΄ αὐ­τοὺς ποὺ εἶ­ναι ἐ­πι­φυ­λα­κτι­κοί.

Τέλος, οἱ διακριτικὲς πα­ρεμ­βά­σεις μας πρὸς τὴν Πο­λι­τεί­α, θὰ πρέπει νὰ ὑ­πεν­θυ­μί­ζουν τὸ πολύπλευρο χρέ­ος της πρὸς τὴν οἰ­κο­γέ­νεια. Παράλληλα δὲ εἶναι ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία νὰ ἀγωνίζεται σθεναρὰ γιὰ τὴν μα­ταίωση ­ νο­μο­θε­τι­κῶν ρυθ­μί­σεων ποὺ μει­ώ­νουν τὴν ἠ­θι­κὴ καὶ οἰ­κο­νο­μι­κὴ ἀ­ρω­γή πρὸς τὴν σύγχρονη οἰ­κο­γέ­νεια.

Ἡ ὀρ­θό­δο­ξη πα­τρί­δα μας ἔχει τὸ προνόμιο νὰ ζεῖ μέ­σα στὴν Χά­ρη τοῦ Ἁ­γί­ου Θε­οῦ. Τὸ μυ­στή­ριον τοῦ γά­μου ἔ­χει μιὰ ξε­χω­ρι­στὴ θέ­ση στὶς καρ­δι­ές τῶν νέ­ων μας, οἱ ὁ­ποῖ­οι κατὰ πλειοψηφίαν δη­μι­ουρ­γοῦν τὶς οἰ­κο­γέ­νει­ές τους μὲ τὴν εὐ­λο­γί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τοῦ Χρι­στοῦ. Παρὰ τὰ ὅσα συμβαίνουν γύρω μας καὶ τὴν γενικευμένη κρίση ποὺ διερχώμεθα, πι­στεύ­ουν στὸν Θε­ό Πα­τέ­ρα καί ἐμ­πι­στεύ­ον­ται ὡς μη­τέ­ρα τὴν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Χρι­στοῦ.

Ἀ­ξί­ζει γι΄αὐ­τὸ, ἡ Ἁ­γί­α μας Ἐκ­κλη­σί­α νὰ στη­ρί­ξει μὲ κά­θε μέ­σο καὶ μὲ κά­θε τρό­πο τὴν ἑλ­λη­νι­κὴ οἰ­κο­γέ­νεια, ποὺ παρ΄ ὅ­λες τὶς δυ­σκο­λί­ες τῶν κρίσιμων καιρῶν στέ­κε­ται ὄρ­θια καὶ πα­ρα­μέ­νει ἑλ­λη­νορ­θό­δο­ξη καὶ εὐ­λο­γη­μέ­νη.

Πηγή: romfea.gr



Άβαταρ μέλους
ORTHODOXIA
Δημοσιεύσεις: 355
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:09 pm
Τοποθεσία: Ομάδα Διαχείρισης

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό ORTHODOXIA » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:39 pm

Η εισήγηση του Μητροπολίτη Ιλίου Αθηναγόρα στην Ιεραρχία με θέμα:
"Προετοιμασία για το μυστήριο του γάμου και τη δημιουργία μιας χριστιανικής οικογένειας"

Πέμπτη, 06 Οκτώβριος 2011 - Συντάχθηκε απο τον/την Romfea.gr


Εικόνα

Είσηγηση με θέμα: "Προετοιμασία για το μυστήριο του γάμου και τη δημιουργία μιας χριστιανικής οικογένειας", προσεφώνησε κατά την συνεδρία της 2ης Συνεδρίας της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας, ο Σεβ. Μητροπολίτης Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας.

Το Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων "Romfea.gr", δημοσιεύει παρακάτω ολόκληρη την εισήγηση:


Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμε, Πρόεδρε τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας,

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς, οἱ συγκροτοῦντες τό Σεπτόν Σῶμα τῆς Ἱεραρχίας.



Εὑρισκόμενος στό ἱερό τοῦτο βῆμα ἐκφράζω εὐχαριστίας πρός Ἐσᾶς Μακαριώτατε καί τούς Σεβασμιωτάτους Ἀρχιερεῖς τῆς προλαβούσης Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, διότι μέ ἐτιμήσατε ἀναθέτοντάς μου τήν παροῦσα εἰσήγηση πού ἔχει ὡς θέμα της: «Προετοιμασία γιά τό μυστήριο τοῦ γάμου καί τή δημιουργία μιᾶς χριστιανικῆς οἰκογένειας».



Ἕνα περιστατικό πού καταγράφεται στήν Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου ἔρχεται, νομίζω, νά μᾶς βοηθήσει στόν διάλογο πού μποροῦμε νά κάνουμε σχετικά μέ τίς προϋποθέσεις καί τίς προοπτικές γιά μιά ποιμαντκή προετοιμασία τοῦ γάμου.

Τό 830 μ. Χ. ἡ σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορα Μιχαήλ τοῦ Β΄ Εὐφροσύνη προτρέπει τόν προγονό της καί μελλοντικό διάδοχο τοῦ θρόνου Θεόφιλο νά ἐπιλέξει σύζυγο μέ ἕνα πρωτόφαντο καί συνάμα πρωτότυπο τρόπο. Προκειμένου νά προκριθεῖ ἡ καλύτερη συγκέντρωσε στό παλάτι τῆς Κωνσταντινούπολης τίς πιό ὄμορφες ἀρχοντοποῦλες τῆς αὐτοκρατορίας καί ἔδωσε ἕνα χρυσό μῆλο στό Θεόφιλο γιά νά τό προσφέρει σέ ἐκείνη πού θά ἐπέλεγε ὁ ἴδιος νά γίνει γυναίκα του καί μελλοντικά βασίλισσα.

Ἀνάμεσα στίς κοπέλες βρισκόταν καί ἡ ἀρχόντισσα Κασσιανή, ἡ ὁποία ἀπέσπασε ἀπό την ἀρχή τόσο τήν προσοχή ὅσο καί τόν θαυμασμό τοῦ Θεόφιλου. Ὁ Θεόφιλος ὅμως ἐμφορούμενος ἀπό τήν γνωστή ἀνδρική ἔπαρση[1] τήν πλησιάζει καί γεμᾶτος κομπορρημοσύνη γιά τήν ὑπεροχή του τῆς ἀπευθύνει ὑπό τύπον ἀστεϊσμοῦ τήν φράση: «ὡς ἄρα ἐκ γυναικός ἐρρύη τά φαῦλα». Ἡ Κασσιανή ριψοκινδυνεύει τήν πιθανή ἐπιλογή της ὡς συζύγου τοῦ Θεοφίλου καί αὐριανῆς βασίλισσας ἀπαντώντας αὐτό πού ἡ γυναικεία φύση της ἐνισχυμένη ἀπό τή βαθειά θεολογική παιδεία πού διέθετε τήν προέτρεψε: «ἀλλά καί διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω».

Ἡ στιχομυθία αὐτή ἀνάμεσα στό Θεόφιλο καί στήν Κασσιανή, πού μᾶς διασώθηκε, ἀποκαλύπτει μερικές πολύ ἐνδιαφέρουσες ἀλήθειες σχετικά μέ τίς σχέσεις τῶν δύο φύλων καί τή θέση τοῦ γάμου στή ζωή τους. Ὁ Θεόφιλος ἀντιλαμβάνεται τή σχέση ἄνδρα καί γυναίκας ἀνταγωνιστικά μέσα ἀπό τήν προοπτική ἑνός πληγωμένου δημιουργήματος πού ἀπέτυχε καί ἔχασε τήν παραδείσια εὐτυχία ἐξ αἰτίας τῆς γυναίκας Εὔας. Θέλει νά κατακτήσει καί νά καθυποτάξει – κλασσική ἀνδρική στάση μετά τήν πτώση – τήν Κασσιανή, προσεγγίζοντάς την κτητικά[2].

Ἀντίθετα ἡ ποιήτρια Κασσιανή θεωρεῖ τή σχέση ἀνδρός καί γυναικός συμφιλιωτικά. Δέν βλέπει τόν ἄντρα Θεόφιλο ἀνταγωνιστικά. Συνέχεται ἀπό τήν ἱερότητα τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς, πού ἡ γυναικεία φύση της γνωρίζει ὡς σπορά καί γέννηση, καί μέ τήν ἀπάντησή της προσπαθεῖ νά ἐμπνεύσει τόν Θεόφιλο σέ μιά διαφορετική στάση ζωῆς. Γιά τήν Κασσιανή σύμβολο τῆς γυναίκας εἶναι ἡ νέα Εὔα, αὐτή τῆς ἀνόρθωσης, ἡ Παναγία[3]. Ἡ στάση της αὐτή κάνει τόν Θεόφιλο νά τήν προσπεράσει μέ τόν ἐγωϊσμό του πληγωμένο καί νά προσφέρει τό μῆλο στήν Θεοδώρα, ἡ ὁποία ἐγκλωβίσθηκε στήν προοπτική τῆς πρώτης Εὔας καί ἀφήνεται νά κατακτηθεῖ. Μετά τήν ἐξέλιξη αὐτή ἡ Κασσιανή ἐπέλεξε τόν μοναχικό βίο καί μέ τήν προσωπική της ἄσκηση ὁδηγεῖται στήν ἁγιότητα. Πάντως καί ὁ γάμος δέν ἐμπόδισε τήν Θεοδώρα νά ἁγιάσει!

Τό ἱστορικό αὐτό γεγονός θέτει μπροστά μας ἐρωτήματα πού περιμένουν μιά ποιμαντική ἀντιμετώπιση. Οἱ μελλόνυμφοι πού προσέρχονται στό Ναό γιά νά βγάλουν τίς ἄδειες τοῦ γάμου ἀπό ποιές ἀντιλήψεις ἐμφοροῦνται; Μήπως ὁ ἄντρας ταυτίζεται μέ τό Θεόφιλο πού ἔτσι γίνεται σύμβολο ἐκείνων πού ἐπικεντρώνουν τό ἐνδιαφέρον τους στή γυναίκα τῆς πτώσεως ἀγνοώντας τή γυναίκα τῆς καινῆς κτίσεως; Μήπως ἡ γυναίκα ἀρέσκεται νά προβάλλει τή θηλυκότητά της καί καθιστᾶ τόν ἑαυτό της ἀντικείμενο κτητικότητας καί καθυποταγῆς ἀπό τόν μέλλοντα σύζυγό της ἀνταποκρινόμενη στό ὰντρικό παιχνίδι τῆς ἐξουσίας καί τοῦ ἐγωϊσμοῦ[4];

Καί ἔτσι θέτουμε τόν πρῶτο θεμέλιο λίθο γιά τή συζήτηση μας στήν προετοιμασία τοῦ γάμου ἀναφερόμενοι σέ αὐτόν ὡς μυστήριο. Στό πέμπτο κεφάλαιο τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στούς Ἐφεσίους ἀνακαλύπτουμε τήν ξεχωριστή ἔννοια τοῦ χριστιανικοῦ γάμου πού χωρίς νά ὑποτάσσεται στήν ἰουδαϊκή χρησιμοθηρία τῆς ἐπιγάμβρευσης ἤ στήν αὐστηρή προσήλωση στό γράμμα τῶν νόμων τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους συνίσταται στή δυνατότητα ἡ ὁποία προσφέρεται, ἀλλά καί στήν ὑπευθυνότητα πού ἀναμένεται ἀπό τούς δύο συζύγους, ἄνδρα καί γυναίκα, νά μεταποιήσουν τή γαμική συμφωνία ἤ τό γαμικό συμβόλαιο σέ πραγματικότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεoῦ[5].

Ὁ ἄνδρας, ὡς φυσική ὀντότητα, ἑνώνεται στό γάμο μέ τή διαφορετική βιολογικά ὀντότητα τῆς γυναίκας του «εἰς σάρκα μίαν»[6], γίνονται μιά ὕπαρξη, ἀκριβῶς ὅπως ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ τή σάρκωσή Του παύει νά εἶναι μόνο ὁ ἑαυτός Του, δηλαδή μόνον Θεός, καί γίνεται ἐπίσης καί ἄνθρωπος, δηλαδή Θεάνθρωπος, ἔτσι ὥστε ἡ σύναξη τοῦ λαοῦ Του νά μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό σῶμα Του.

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού τόσο συχνά σέ διηγήσεις τοῦ Εὐαγγελίου παρομοιάζεται ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέ γαμήλιο πανηγύρι. Ἐκεῖ βρίσκουν τήν ἐκπλήρωσή τους οἱ ὁράσεις τῶν προφητῶν, πού μιλοῦν γιά τό γάμο τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἐκλεκτό λαό Του, τόν Ἰσραήλ[7]. Καί αὐτή ἐπίσης εἶναι ἡ αἰτία, πού μόνο ἕνας πραγματικά χριστιανικός γάμος μπορεῖ νά εἶναι ξεχωριστός, ὄχι ὡς συνέπεια ἐφαρμογῆς κάποιου ἰδανικοῦ νόμου ἤ κάποιας ἠθικῆς ἐντολῆς, ἀλλά ἐπειδή εἶναι ἕνα μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἰσάγει τόν ἄνθρωπο στήν ἀκατάλυτη καί αἰώνια χαρά καί ἀγάπη[8].

Λάθη, παρανοήσεις, ἀκόμη καί ἐνσυνείδητη ἐπανάσταση ἐνάντια στό θέλημα τοῦ Θεοῦ - δηλαδή ἡ ἁμαρτία – εἶναι πιθανά, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος μετέχει στόν παρόντα φθαρτό καί γεμᾶτο ὀδύνη τρόπο ζωῆς τοῦ κόσμου τούτου, πού βρίσκεται ἐκτός τοῦ χώρου τοῦ Παραδείσου, ὁ ὁποῖος κάποτε εἶχε δωρηθεῖ στόν ἄνθρωπο. Ἡ Ἐκκλησία ἀντιλαμβάνεται πλήρως τήν κατάσταση αὐτή καί γι’ αὐτόν τό λόγο τό μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἀποκαλύπτεται στό γάμο, δέν ὑποβιβάζεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη ποιμαντική σέ συλλογή ἀπό νομικές διατάξεις καί κανονισμούς. Σύμφωνα μέ αὐτή τή θέση κατά τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες στήν πράξη ἀναγνωριζόταν ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς κανονικός ἕνας γάμος πού συναπτόταν σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς κοσμικῆς κοινωνίας. Ποτέ δέν ἐπιχείρησε νά ἀκυρώσει αὐτούς τούς νόμους, οὔτε νά ἀνατρέψει τό κοινωνικό καθεστώς πού τούς νομοθέτησε.[9]

Οἱ πρῶτοι ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς – αὐτοί οἱ ἴδιοι πού, κατά τά ἄλλα, παρέχουν πλήρη ἀναγνώριση στή νομική ἐγκυρότητα τοῦ πολιτικοῦ γάμου, ὁ ὁποῖος συνάπτεται σύμφωνα μέ τούς νόμους τοῦ κράτους – βεβαιώνουν ἐπίσης μέ τόν πλέον κατηγορηματικό τρόπο, ὅτι ἡ ἀπό κοινοῦ μετοχή τῶν νεονύμφων στήν Εὐχαριστία προσδίδει στό γάμο τους τό ἰδιαίτερο χριστιανικό του νόημα. Κάθε ζευγάρι χριστιανῶν πού ἐπιθυμοῦσε νά παντρευτεῖ, ὑφίστατο ὅλες τίς τυπικές διατυπώσεις τῆς ἐγγραφῆς τοῦ γάμου του στό ληξιαρχεῖο, πράξη πού προσέδιδε τήν ἀπαραίτητη νομική ἐγκυρότητα γιά τήν κοσμική κοινωνία. Κατόπιν, μέ τήν ἀπό κοινοῦ μετοχή τους στή Θεία Κοινωνία σέ μιά συνηθισμένη Κυριακάτικη Λειτουργία - ὅπου παρευρισκόταν σέ σύναξη ὅλη ἡ χριστιανική κοινότητα τῆς ὁποίας ἦσαν μέλη - ἐλάμβαναν τήν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου[10]. Μέ τήν πράξη τους αὐτή μετέτρεπαν τό γαμικό πολιτικό τους συμβόλαιο σέ μυστήριο, τό ὁποῖο προσλάμβανε πλέον μιά αἰώνια ἀξία, ἐπειδή ξεπερνοῦσε τά ὅρια τοῦ γήινου τρόπου ζωῆς τους, καθώς ἦταν καταχωρημένο στίς δέλτους τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν[11] καί ὄχι μόνο σέ κάποιο κοσμκό ληξιαρχεῖο.

Ὁ χριστιανικός γάμος, ὡς μυστήριο πλέον, βρίσκεται σέ ἀντίθεση μέ τήν πραγματικότητα – πρακτική καί ἐμπειρική – τῆς μεταπτωτικῆς ἀνθρώπινης φύσης. Στά μάτια τῶν πολλῶν φαντάζει - ὅπως ἄλλωστε καί ἡ ὅλη διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου - ὡς ἀνέφικτη θεωρία, ἕνα ἀπραγματοποίητο ἰδανικό. Ὅμως ὑπάρχει μιά κρίσιμη καί ἀποφασιστική διαφορά ἀνάμεσα στό «μυστήριο» καί στό «ἰδανικό». Τό μυστήριο δέν εἶναι μιά φανταστική, καί γι’ αὐτό ἀνύπαρκτη, ἀφηρημένη ἔννοια. Εἶναι ἕνα ἐμπειρικό γεγονός, στή βίωση τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος δέν πορεύεται μόνος του, ἀλλά ἐνεργεῖ σέ συνεργασία καί κοινωνία μέ τόν Θεό.

Σ’ ἕνα μυστήριο, ἡ γήινη ἀνθρώπινη φύση μετέχει στήν εὐλογημένη θεϊκή πραγματικότητα τοῦ Παρακλήτου, χωρίς οὔτε μιά στιγμή νά παύει νά εἶναι πλήρως ἀνθρώπινη. Ὡς ἐκ τούτου τό μυστήριο δέν εἶναι μιά μαγική πράξη, ἡ ὁποία καταπιέζει τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Ἀντίθετα ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τούς περιορισμούς τῆς ἁμαρτίας[12] καί γίνεται ἕνα «πάσχα-πέρασμα» στήν ὄντως ζωή. Μιά διάπλατα ἀνοικτή θύρα, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν ἀλήθεια[13] τῆς ἀνόθευτης καί ἁγνῆς ἀνθρωπίνης φύσης.

Ἔτσι αὐτό πού κάνει ἕνα ἐκκλησιαστικό γάμο νά διαφέρει ἀπό ὁποιοδήποτε ἄλλο εἶναι ὅτι ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα πού ἑνώνονται μέ αὐτόν «εἰς σάρκαν μίαν[14]» εἶναι ἤδη μέ τό βάπτισμά τους μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ἡ γαμική τους ἕνωση ἐπικυρώνεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα πού κατοικεῖ μέσα τους μέ τό Χρῖσμα πού ἔχουν λάβει, ἐνῶ ἡ ἀπό κοινοῦ μετοχή τους στή θεία Εὐχαριστία βεβαιώνει ὅτι ἀποτελοῦν μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ[15]. Μόνο μιά τέτοια ἀντίληψη γιά τόν ἐκκλησιαστικό γάμο, δηλαδή ὡς οὐσιαστικοῦ μέρους τοῦ μυστηρίου, τοῦ ὁποίου πλήρωση καί ἐκπλήρωση εἶναι ἡ Εὐχαριστία[16], μπορεῖ νά βοηθήσει νά ἐξαλειφθοῦν πολλές συγχύσεις καί παρανοήσεις πού σχετίζονται μέ τό γάμο στή σύγχρονή μας ὀρθόδοξη ποιμαντική πράξη.

Ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἐπέμεινα τόσο πολύ στή διατύπωση τῆς θέσης τοῦ Γάμου ὡς μυστηρίου τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ εἶναι γιά νά τονισθεῖ ὁ μυστηριακός του χαρακτήρας μακριά ἀπό κάθε χρησιμοθηρική κρατική ἤ ἐκκλησιαστική ἐπιδίωξη καί προοπτική. Καί ἐξηγοῦμαι:

Ἀπό τόν ἕκτο μέχρι τόν ἔνατο αἰώνα ἡ βυζαντινή αὐτοκρατορική νομοθεσία εἶχε τήν τάση νά παραχωρεῖ στήν Ἐκκλησία ἕνα σταθερά αὐξανόμενο ἔλεγχο ἐγκυρότητας τῶν συναπτομένων γάμων[17], χωρίς ὅμως μέχρι τότε νά τολμήσει νά ἐπιβάλει τήν Ἀκολουθία τοῦ Στεφανώματος[18] ὡς ὑποχρεωτικό νόμο δεσμευτικό γιά τούς συνάπτοντας γάμο. Τό ἀποφασιστικό καί ὁριστικό βῆμα πρός τήν κατεύθυνση αὐτή πραγματοποιήθηκε ἀπό τήν κρατική ἐξουσία στήν ἀρχή τοῦ δεκάτου αἰώνα μέ τήν ἔκδοση ἀπό τόν Λέοντα ΣΤ΄ τόν Σοφό τῆς 89ης Νεαρᾶς του[19], ὅπου σημειώνεται ὅτι ἄν κάποιος γάμος δέν εὐλογεῖτο ἀπό τούς λειτουργούς τῆς Ἐκκλησίας «δέν θά λογίζεται ἔγκυρος γάμος», ἀλλά μιά παράνομη παλλακεία[20]. Αὐτή ἡ νομοθετική ἀλλαγή μετέβαλε ἐκ θεμελίων, ἄν ὄχι τό νόημα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ γάμου, τουλάχιστον τόν τρόπο κατανόησής του ἀπό τή συντριπτική πλειοψηφία τῶν πιστῶν, πρᾶγμα πού ἰσχύει μέχρι τίς μέρες μας.

Παρόλη τή στενή σχέση πού εἶχε δημιουργηθεῖ ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία καί τήν Πολιτεία κατά τή διάρκεια τοῦ ἔνατου αἰώνα σέ ὅλα τά χριστιανικά κράτη ἡ νομοθετική αὐτή ρύθμιση ἐπέβαλε μιά μεγάλη ἀλλαγή στίς σχέσεις τους, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία ἀνελάμβανε τό βαρύ φορτίο τοῦ καθορισμοῦ τῆς νομικῆς κατοχύρωσης ὅλων ἀνεξαρτήτως τῶν γάμων, ἀκόμη καί αὐτῶν πού βρίσκονταν σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τίς ἐκκλησιαστικές θέσεις καί ἀπόψεις[21].

Βέβαια ἡ καινούργια κατάσταση ἔφερε σέ πλεονεκτική θέση τήν Ἐκκλησία, ἐπειδή τῆς ἐξασφάλισε μιά ὑπεροχική δυνατότητα ἐπίβλεψης[22] τῆς ἠθικῆς κατάστασης πάνω σέ ὅλους τούς πολίτες καί ὄχι μόνο σέ ἐκείνους, πού ὡς πιστοί ἀνῆκαν οὕτως ἤ ἄλλως στό ποίμνιό της. Στήν πράξη ὅμως ὑποχρεωνόταν νά ἐκκοσμικεύσει τήν ποιμαντική της στάση, δηλαδή νά ἀπενεργοποιήσει τούς κανόνες, οἱ ὁποῖοι σωφρόνιζαν τούς παρανομοῦντες πιστούς καί τούς ὁδηγοῦσαν σέ ἔμπρακτη μετάνοια καί νά εὐλογεῖ γάμους, τούς ὁποίους ἡ ἴδια δέν ἐνέκρινε . Πῶς ἦταν δυνατόν πιά νά ἀρνηθεῖ π.χ. τήν ἐκκλησιαστική εὐλογία γιά τό νέο γάμο ἑνός χήρου, ὅταν αὐτή της ἡ ἄρνηση συνεπαγόταν στέρηση τῶν πολιτικῶν του δικαιωμάτων γιά ἕνα ἤ δύο χρόνια; Τό χειρότερο πάντως δέν ἦταν μόνο ἡ εὐλογία τέτοιων γάμων, πού δέν ἐκπληροῦσαν τίς προϋποθέσεις της, ἀλλά τό ὅτι ὄφειλε καί νά τούς διαλύει, ἐκδίδοντας τά διαζύγια.

Σύντομα κάθε εἴδους συμβιβασμοί ἔγιναν πιά ἀναπόφευκτοι γιά τήν Ἐκκλησία. Τό τίμημα πού κλήθηκε νά πληρώσει γιά τήν ἀποδοχή τῆς νέας κοινωνικῆς εὐθύνης, πού τῆς ἐπέβαλε ἡ κρατική ἐξουσία, ἦταν ἀκριβό. Ἡ μέχρι τότε ξεκάθαρη σέ ὅλους θέση της ὅτι ὁ γάμος εἶναι μιά μοναδική καί αἰώνια δέσμευση, ἡ ὁποία εἰκονίζει τήν ἕνωση τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ μέ τή Νύμφη Ἐκκλησία, ἀπαλειφόταν τόσο ἀπό τήν ποιμαντική πρακτική τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καί ἀπό τή συνείδηση τῶν πιστῶν[23].

Ἡ κατάσταση περιπλέχθηκε ἀκόμη περισσότερο ὅταν ὁ αὐτοκτάτορας Ἀλέξιος Α΄ ὁ Κομνηνός (1081-1118) μέ Νεαρά του καθιστοῦσε τήν Ἀκολουθία τοῦ Στεφανώματος - πού πλέον εἶχε καθιερωθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς γαμήλια τελετή - μιά νομική ἀπαίτηση καί γιά τόν γάμο τῶν σκλάβων[24], τούς ὁποίους ἐξαιροῦσε ἡ Νεαρά τοῦ Λέοντα. Χωρίς ἀμφιβολία, πάντως, καθιερώνοντας ἡ Ἐκκλησία μιά Ἀκολουθία τοῦ Στεφανώματος, πού τελεῖτο ξεχωριστά ἀπό τήν Εὐχαριστία, δέν παρέδωσε στή λήθη τήν πεποίθησή της ὅτι ἀνάμεσα στόν ἐκκλησιαστικό γάμο καί τήν Εὐχαριστία ὑφίστατο πάντοτε μιά ἀπόλυτα φυσική σύνδεση καί σχέση καί ὅτι ἡ Εὐχαριστία εἶναι ἡ πραγματική καί ἀληθινή σφραγίδα ἐγκυρότητας τοῦ γάμου[25]. Στήν ἐποχή μας ἡ σύνδεση ἀνάμεσα στό γάμο καί τήν εὐχαριστία πρέπει πάλι νά ἀποκατασταθεῖ. Γιατί, σίγουρα, ἡ Ἐκκλησία δέν διαθέτει καλύτερο τρόπο γιά νά ἀποκαλύψει στά μέλη της τό ἀληθινό μυστηριακό νόημα τῆς πράξης πού τέλεσαν[26].

Β΄

Νομίζω ὅτι ἀφοῦ διατυπώθηκε ἡ θεολογία τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου σέ ἀντιπαράθεση μέ ὅσα λέγονται κατά καιρούς καί περιβάλλονται μέ ἕνα ἐκκλησιαστικό ἔνδυμα, ἔχουμε μιά βάση, ὥστε νά προχωρήσουμε σέ ἑπόμενα βήματα πού ἀποσκοποῦν σέ πρακτικές ποιμαντικές λύσεις στήν προετοιμασία τῶν χριστιανῶν γιά τό μυστήριο τοῦ γάμου.

Ἡ προετοιμασία αὐτή μπορεῖ νά γίνει μέ πολλούς τρόπους:

1) Ἡ βίωση τῆς συζυγίας ὡς μυστηρίου, πού ἀποτελεῖ δρόμο πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεού εἶναι στήν πράξη ὁ θεμέλιος λίθος πάνω στόν ὁποῖο βασίζεται ἡ ἀνάπτυξη τῆς ζωῆς τῶν συζύγων καί τῶν παιδιῶν τους. Στό πλαίσιο αὐτό ἡ ἐπικοινωνία τοῦ ποιμένα μέ τούς μελλονύμφους, ἄν δέν ἐξαντληθεῖ στήν ἔκδοση ἀδείας γάμου, πού ἔχει καταντήσει μιά ἀνούσια γιά ὅλους τούς ἐμπλεκομένους γραφειοκρατική λειτουργία, μπορεῖ νά γίνει ἐξαιρετικά γόνιμη. Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος διψᾶ γιά τή νοηματοδότηση τῆς ζωῆς του, εἰδικώτερα τοῦ γάμου του καί τῶν σχέσεων του γενικώτερα.

Ἡ πραγματικότητα μᾶς πληροφορεῖ ὅτι οἱ μελλόνυμφοι στήν συντριπτική τους πλειοψηφία περιορίζουν τήν προετοιμασία τοῦ γάμου τους στό ἐπίπεδο τοῦ κοινωνικοῦ γεγονότος, ὑποτιμώντας ἤ ἀγνοώντας τήν ἔννοια καί τίς διαστάσεις τοῦ Γάμου ὡς Μυστηρίου πού θεώνει τόν ἄνθρωπο. Παγιδεύονται στή διάρκεια τῆς προετοιμασίας τοῦ γάμου τους, πού μπορεῖ νά καλύψει μεγάλο χρονικό διάστημα μερικές φορές καί πέραν τοῦ ἔτους, στήν ἀντίληψη καί θεώρησή του πού προβάλουν τά περιοδικά ποικίλης ὕλης ἤ καί τά εἰδικά γιά τόν γάμο μέ τίς διαφημίσεις καί τά ἄρθρα πού φιλοξενοῦν. « Στίς ἡμέρες μας αὐτοί πού ὑποδέχονται τούς νεονύμφους καί τούς κατευθύνουν εἶναι οἱ φωτογράφοι ἤ οἱ ἀνθοπῶλες, πού ἐπιμελοῦνται τό στολισμό τοῦ ναοῦ. Ὁ ἱερέας καί ἡ φωνή του χάνονται μέσα στήν ἄτακτη πορεία τῶν νεονύμφων καί τῶν προσκεκλημένων πρός τό κέντρο τοῦ ναοῦ καί τοῦ σολέα ... Ἴσως ἡ κατάσταση ἔχει ὑπερβεῖ τά ὅρια τοῦ κοσμικοῦ καί νά ἀγγίζει τά ὅρια τοῦ βέβηλου».[27]

Ἡ ἀντίληψη καί θεώρηση αὐτή περιορίζει πολύ τόν ὁρίζοντα τῆς προετοιμασίας τοῦ γάμου σέ «τεχνικές λεπτομέρειες», πού ὅμως πρέπει νά ρυθμισθοῦν, ὥστε νά τελεσθεῖ «ὁ τέλειος γάμος». Εἶναι σπουδαῖο, ἑπομένως, τό ζευγάρι νά ἀντιληφθεῖ καί νά βιώσει τό Γάμο τους ὡς “Μυστήριο μέγα”, πού χρειάζεται τήν κατάλληλη πνευματική προετοιμασία.

Οἱ μελλόνυμφοι εἶναι ὰναγκαῖο νά προκληθοῦν ἀπό τή διακριτική συμβουλευτική παρέμβαση τοῦ ἱερέα γιά νά ἐμβαθύνουν στόν ἑαυτό τους χωριστά, ἀλλά καί νά προβληματισθοῦν γιά τήν ἑνότητά τους πρός τήν ὁποία καλοῦνται μέ τό γάμο τους. Μιά τέτοια πρόκληση ἴσως θά συμβεῖ γιά πρώτη φορά στή διαδρομή τῆς ζωῆς τους! Ἴσως γιά πρώτη φορά ἀντιμετωπίσουν τόν ὀρθόδοξο γάμο ὡς μυστήριο «ἀπελεύθερο ἀπό κάθε ἠθικιστική ὑποκρισία καί κοινωνική ματαιοδοξία»[28] Ἕνα μυστήριο στό ὁποῖο «δέν κυριαρχεῖ ἡ τελετή ἀλλά ἀπαιτεῖται ἡ ποιότητα τῶν νυμφευομένων»[29]

Εἶναι συχνό φαινόμενο οἱ μελλόνυμφοι νά μή δίνουν ἔμφαση στήν ποιότητα τῶν σχέσεων καί τῶν προσωπικοτήτων τους. Ὅμως «τα ουσιαστικά προβλήματα της σχέσης των δυο φύλων αρχίζουν μετά την έναρξη της κοινής έγγαμης ζωής»[30]. Μποροῦν λοιπόν οἱ μελλόνυμφοι νά προειδοποιηθοῦν γι’ αὐτά, ὥστε να βοηθηθοῦν στά πρῶτα βήματα τῆς συζυγίας τους καί βέβαια ἀκόμα περισσότερο στή φάση τῆς μετάβασης ἀπό τή δυάδα τῆς συζυγίας στήν τριάδα πού προκύπτει μέ τόν ἐρχομό τοῦ πρώτου τους παιδιοῦ[31]. Ἡ προσαρμογή στή συζυγική ζωή θά δημιουργήσει ἀρκετές προστριβές ἀνάμεσα τους, ὥστε ἀρκετά συχνά νά θεωρεῖται ἀπό τόν ἕνα ἤ καί τούς δυό συζύγους τό χρονικό αὐτό διάστημα ὡς ἀπομυθευτικό.

Ἡ συζυγία, στή πρώιμη αὐτή φάση, ἐλάχιστα, φαίνεται νά μοιάζει μέ τόν πιθανό ἀρραβώνα πού προηγήθηκε ἤ ἀκόμα - ὄχι σπάνιο στίς μέρες μας - μέ τή λεγόμενη «ἐλεύθερη συμβίωση». Πάντως ἄν παραδεχτοῦμε ὅτι τό κοινό σημεῖο αὐτῶν τῶν χρονικῶν στιγμῶν εἶναι ἡ ἀγάπη[32], τότε αὐτή μπορεῖ νά ἀποτελέσει τό θεμέλιο πού πρέπει νά ἀξιοποιηθεῖ ἀπό τόν ποιμένα καί νά τροφοδοτηθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία.

2) Ἕνας ἄλλος τρόπος προετοιμασίας – πού θά πρέπει νά ἀπασχολήσει σοβαρά τούς ποιμαντικούς προβληματισμούς μας καί ἀνήκει στό τομέα πρόληψη - εἶναι ἡ κατήχηση, ἡ ὁποία σήμερα στήν πράξη τελεῖ ὑπό ἐξαφάνιση ἐξαιτίας τῆς ἀδιαφορίας μας. Παρόλες τίς φιλότιμες προσπάθειες πού κάποιοι ἀπό τούς ἱερεῖς μας θά καταβάλλουν κατά τήν ἔκδοση τῆς ἄδειας γάμου τῶν μελλονύμφων, εἶναι παράλογο νά πιστεύουμε ὅτι ἕνας ἐνήλικας π.χ. τῶν τριάντα χρόνων μέ μιά διαδρομή σέ ποικίλους χώρους καί ἰδεολογίες, θά ἀλλάξει ἀπόψεις γιά τόν ἑαυτό του, τό ἄλλο φύλο, τήν ἔννοια τῶν σχέσεων καί τοῦ ἔρωτα, τῆς οἰκογένειας καί τοῦ γάμου, ὅταν, ἴσως γιά πρώτη φορά, συναντήσει ἕνα ἱερέα, ὁ ὁποῖος θά ἔχει διάθεση καί χρόνο νά μιλήσει γιά ὅλα αὐτά τά ζητήματα καί θάναι ἀνοικτός στό διάλογο γιά ἀπαντήσεις σέ ἐνδεχόμενες ἐρωτήσεις.

Ἡ συμβολή στό σημεῖο αὐτό τόσο τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν Θείας Λατρείας καί Ποιμαντικοῦ Ἔργου καί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί Ἐπιμορφώσεως τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου, τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Γάμου, Οἰκογένειας, Προστασίας Παιδιοῦ καί Δημογραφικοῦ Προβλήματος ὅσο καί τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς καί Νεότητος[33] ἦταν, εἶναι καί θά εἶναι σημαντική.

Χρειαζόμαστε προγράμματα μελλονύμφων πού δέν θά ἔχουν «σχολικό» χαρακτήρα μάθησης, ἀλλά κύκλους συναντήσεων διαλόγου καί ἐπικοινωνίας τῶν ζευγαριῶν μέ τούς Ἱερεῖς ἤ καί μέ εἰδικούς, ὅπου αὐτό εἶναι δυνατόν ἤ ἐπιβάλλεται ἀπό τίς ἀνάγκες τῆς κατήχησης. Αὐτά τά προγράμματα θά πρέπει νά καλύπτουν τρεῖς ἄξονες: α) θεολογία τοῦ Γάμου, β) τελετουργική καί συμβολική γλώσσα τῆς ἀκολουθίας τοῦ μυστηρίου τοῦ γάμου καί γ) πνευματικές κατευθύνσεις καί ἀσκητική τῶν συζύγων μέσα στό γάμο[34].

Ἑπομένως ὅλη αὐτή ἡ προβληματική γιά τήν κατήχηση εἶναι ἕνας ἐπιπλέον λόγος γιά νά ἀναλογισθοῦμε σοβαρά τόν ποιμαντικό σχεδιασμό γενικά τῆς κατήχησης ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἡλικία τῶν κατηχουμένων.

3) Ὅλα αὐτά μποροῦν νά λάβουν σάρκα καί ὀστᾶ μόνο μέ εὐαισθητοποιημένους καί παραλλήλως κατάλληλα ἐκπαιδευμένους ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι θά μποροῦν νά ἐργασθοῦν δημιουργώντας ὁμάδες διαλόγου παιδιῶν, ἐφήβων καί ἐνηλίκων, καθώς ἐπίσης καί δομές συμπαράστασης τῶν νέων κυρίως οἰκογενειῶν. Πρέπει μέσα στά ὅρια τῆς ἐνορίας ἡ ποιμαντική τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογένειας νά μήν εἶναι ἀποκεκομμένη ἀπό τήν ποιμαντική τῆς νεότητας. Ἄς πρωτοτυπήσουμε λιγάκι καί ἄς προλάβουμε τή κρατική μέριμνα μέ μιά μορφή διαφυλικῆς ἀγωγῆς καί κατήχησης γιά παιδιά καί ἐφήβους. Θεωρεῖται χρήσιμο νά ὑπάρχει στίς ἐνορίες «συνεργασία τῶν ποιμένων καί τῶν γονέων μέ εἰδικούς ἐπιστήμονες, θεολόγους καί μή, ἔτσι ὥστε νά δημιουργηθοῦν κέντρα ἐνημέρωσης τῶν νέων γιά θέματα τοῦ γάμου καί τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν»[35].



4) Πολλά μπορεῖ νά προσφέρει καί τό κυριακάτικο κυρίως κήρυγμά μας[36], ἐφόσον βέβαια καλλιεργεῖ θεολογικά κριτήρια στούς πιστούς τῶν ἐνοριῶν. Ὅλα ὅσα ἀναφέρθηκαν πιό πάνω δείχνουν τίς τάσεις τίς σύγχρονης κοινωνίας γιά τίς οἰκογενειακές σχέσεις καί τούς ρόλους τῶν μελῶν της. Γίνεται λοιπόν φανερό ὅτι ἡ ποιμαντική τῆς Ἐκκλησίας ἐκφραζομένη καί στό κηρυγματικό της λόγο δέν πρέπει νά στηρίζεται ἀποκλειστικά καί μόνο στά στερεότυπα ἄλλων ἐποχῶν. Μέ τήν πνοή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού δρᾶ στήν Ἐκκλησία ὀφείλει ὁ κηρυγματικός λόγος νά προσαρμοσθεῖ στά νέα δεδομένα καί νά προβληματισθεῖ γιά νά ἀπαντήσει στίς πιεστικές ποιμαντικές ἀνάγκες καί νά συμβάλει θετικά τόσο στήν πρόληψη ὅσο καί στήν θεραπεία τῶν οἰκογενειακῶν σχέσεων καί προβλημάτων[37]. Ἄς γραφεῖ ἕνα εὐσύνοπτο τεῦχος[38] ἤ μιά ποιμαντική ἐπιστολή, πού νά περιέχει μέ σαφήνεια τίς ὑποχρεώσεις τῶν μελλονύμφων καί νά τούς χαρίζεται ὡς εὐλογία ἀπό τίς οἰκεῖες Μητροπόλεις μαζί μέ τήν ἄδεια τοῦ γάμου[39].



5) Σημαντική συμβολή στήν προετοιμασία τῶν μελλονύμφων εἶναι καί ἡ ἐπιμόρφωση τῶν κληρικῶν μας γιά νά εἶναι σέ θέση νά σχεδιάσουν καί νά ὑλοποιήσουν ὅλα τά προηγούμενα. Πρόσφατα τόσο στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή ὅσο και σέ κάποιες Μητροπόλεις λειτουργοῦν προγράμματα ἐπιμόρφωσης τῶν κληρικῶν σέ θέματα ψυχικῆς ὑγείας, ἐξομολόγησης, κηρύγματος, ποιμαντικῆς τῶν ποιμένων, ποιμαντικῆς τῶν πιστῶν καί ἀνάλογα μέ τίς ὑπάρχουσες ἀνάγκες εἰδικότερα σεμινάρια γιά τήν ποιμαντική διακονία στά νοσοκομεῖα καί τίς φυλακές. Ἀλλά καί σέ ὅσες Μητροπόλεις δέν εἶναι εὔκολο νά δημιουργηθοῦν καί νά λειτουργήσουν τέτοια προγράμματα, θά ἄξιζε τόν κόπο οἱ ἐπιχώριοι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες νά συνεργασθοῦν γιά τήν ἐπιμόρφωση τῶν κληρικῶν τῆς ἐπαρχίας τους μέ ὁμόρους τους Μητροπολίτες πού ἔχουν ἀναπτύξει ἀνάλογα προγράμματα.



6) Ἄς προσεχθεῖ ἰδιαίτερα ἡ τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν τῶν Μυστηρίων τοῦ Γάμου καί τῆς Βαπτίσεως, ἀλλά καί τοῦ ἀριθμοῦ πού πρέπει νά τελοῦνται σέ κάθε Ἱερό Ναό, ὥστε νά μειωθεῖ στό ἐλάχιστο ὁ ἀπρόσωπος χαρακτήρας πού ἐπιβάλλεται, ὅταν τελοῦνται πολλά μαζί, ἀλλά καί ὁ κορεσμός τῆς συνήθειας αὐτῶν πού τά τελοῦν, δηλαδή τῶν ἱερέων, καί νά μειωθοῦν ὅσα προβλήματα πηγάζουν ἀπό τήν πίεση πού ὑφίστανται οἱ ἱερεῖς ἀπό τούς πιστούς. Καί στό σημεῖο αὐτό πάλι τό παράδοξο προβάλλει μπροστά μας. Ἐνῶ καταγγέλλουμε τήν ἐκκοσμίκευση, τήν ἀνεχόμαστε μέ τήν ἐγκληματική μας ἀδιαφορία στή διάρκεια τῆς τέλεσής τους.

Τελειώνοντας τήν παρούσα εἰσήγηση θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω ὅτι ἄν ὅλα τά πιό πάνω πρέπει νά ἐφαρμοσθοῦν στούς πιστούς ἀδήριτη προβάλει ἡ ἀνάγκη νά τά ἔχουν ἤδη ἐγκολπωθεῖ καί ἐφαρμώσει οἱ ποιμαίνοντες κληρικοί καί ἰδιαίτερα οἱ ἔγγαμοι. Στίς μέρες μας σέ κάποιες Μητροπόλεις ὑπάρχει ἀριθμός κληρικῶν πού ἔχουν χωρίσει. Γνωρίζουμε κληρικούς πού παντρεύτηκαν δίχως κἄν νά γνωρίζονται μέ τή σύντροφό τους.

Ἀμέσως μετά νά χειροτονοῦνται. Σέ κάποιες ἀπό τίς περιπτώσεις αὐτές ἡ πρεσβυτέρα πρίν ἀπό τήν χειροτονία ἦταν ἤδη ἔγκυος. Ὅλα αὐτά τά σημαντικά καί κομβικά γεγονότα - γάμος τεκνοποιία ἱερωσύνη - γίνονται ταυτόχρονα, δίχως τήν ἀνάλογη ἀπαιτούμενη προετοιμασία[40].

Δέν ἔλειψαν τά τελευταῖα χρόνια ἐκκλήσεις ἀπό διαφόρους ἐκκλησιαστικούς κύκλους πρός τίς κοπέλες ἐκκλησιαστικῶν καί θεολογικῶν σχολῶν νά δεχθοῦν νά γίνουν πρεσβυτέρες. Οἱ μαθητές τῶν σχολῶν αὐτῶν ψάχνουν ἐναγωνίως κοπέλα γιά νά γίνει πρεσβυτέρα. Οὔτε μιά στιγμή δέν περνᾶ ἀπό τό μυαλό μας ἡ προοπτική ἕνας ὑποψήφιος γιά τήν ἱερωσύνη νά ἀναζητήσει ἁπλά σύντροφο καί στή διαδρομή τοῦ ἔγγαμου βίου τους, ἀφοῦ καί οἱ δυό μαζί τό ἀποφασίσουν καί εὐδοκήσει καί ὁ Θεός νά γίνουν ἱερατική οἰκογένεια.

Πιστεύω ὅτι ὡς συνοδικό σῶμα θά ὀφείλαμε περισσότερο νά ἀσχοληθοῦμε μέ τήν προετοιμασία γιά τήν ἔγγαμη ζωή τοῦ ὑποψήφιου ἱερέα ἀλλά καί γιά τήν ἱερατική συζυγία καί τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν μιᾶς ἱερατικῆς οἰκογένειας, παρά νά συζητήσουμε γενικά γιά τήν προετοιμασία τῶν πιστῶν μιά καί οἱ σχετικές συνοδικές ἐπιτροπές ἔχουν κάνει σπουδαῖο ἔργο στόν τομέα αὐτό μέ τίς ἡμερίδες καί τά συνέδρια, οἱ ἐμπεριστατωμένες εἰσηγήσεις τῶν ὁποίων ἔχουν ἤδη δημοσιευθεῖ, καί ἐπιτρέψτε μου νά πῶ, ὅτι σπουδαῖο ἔργο ἔχουν κάνει καί οἱ σχολές γονέων τῶν διαφόρων Ἱερῶν Μητροπόλεων, ὅταν φυσικά ἐκπληροῦν τήν ἀποστολή τῆς δημιουργίας τους.

Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,

Εὐχαριστῶ γιά τήν ὑπομονή Σας.

[1] Ὁ ἀνταγωνισμός ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί τή γυναίκα ἐπισημαίνεται τόσο στή ραβινική παράδοση, ὅσο καί στήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφική σκέψη. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ πρωϊνή προσευχή τοῦ Ἰουδαίου πού εὐχαριστοῦσε τόν Θεό, γιατί δέν τόν ἔκανε ἐθνικό, δοῦλο ἤ γυναίκα (Καραβιδοπούλου Ἰω., Ἀποστόλου Παύλου ἐπιστολές πρός Ἐφεσίους, Φιλιππησίους, Κολασσαεῖς καί Φιλήμονα, Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 1981, σσ. 204-205). Ἐξ ἴσου χαρακτηριστικά εἶναι καί τά ὅσα ἀναφέρουν γιά παράδειγμα ὁ Ἀριστοτέλης Πολιτικά Α΄5, 1254β, 14-15: «ἔτι δέ τό ἄρρεν πρός τό θῆλυ φύσει τό μέν κρεῖττον, τό δέ χεῖρον καί τό μέν ἄρχον, τό δέ ἀρχόμενον» καί ὁ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τόν ἑαυτό του τυχερό γιά τρία πράγματα: «πρῶτον ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος καί ὄχι θηρίο, ἔπειτα ἄνδρας καί ὄχι γυναίκα καί τρίτον ἕλληνας καί ὄχι βάρβαρος» στό Diels H. Kranz W., Die Fragmente der Vorsokratiker, Dublin-Zurich, σ. 72, 28. Πρβλ καί Ἰωαννίδη Θ., Γάμος καί παρθενίᾳ ἐν Χριστῷ, Ἁρμός, Ἀθήνα 1998, σσ. 32-33 καί Ἀδαμτζίλογλου Εὐαν., «Οὐκ ἔνι ἄρσεν καί θῆλυ», University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 33

[2] Πρβλ. Γεν. 5, 16: «καί πρός τόν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου καί αὐτός σου κυριεύσει».

[3] Πρβλ. Ἱεροθέου (Βλάχου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου), Ὅσοι πιστοί, Κείμενα Ὀρθόδοξης Παράδοσης ἤ Παραδεδομένης Πίστης, Ἱερά Μονή Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβάδεια, 1996, σ. 124: «Ἡ ἀποκατάσταση τῆς γυναικείας φύσεως ἔγινε μέ τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ καί τήν γέννησή Του ἀπό τήν Πανάχραντο Μαρία, τήν ὁποία περίμεναν ὅλοι οἱ αἰῶνες».

[4] Πρβλ καί Καλλιακμάνη B. (πρωτοπρ.), Ὁ ἐκκλησιολογικός χαρακτήρας τῆς ποιμαντικῆς, Λεντίῳ ζωννύμενοι ΙΙ, Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 151-152.

[5] Ἐφ. 5, 32: «τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν ἐκκλησίαν»

[6] Ἐφ. 5, 31

[7] Παρ. 9, 2-5: «Ἡ σοφία … ἔσφαξεν τά ἑαυτῆς θύματα / ἐκέρασεν εἰς κρατῆρα τόν ἑαυτῆς οἶνον / καί ἡτοιμάσατο τήν ἑαυτῆς τράπεζαν˙ / ἀπέστειλεν τούς ἑαυτῆς δούλους … λέγουσα˙ / … ἔλθετε φάγετε τῶν ἐμῶν ἄρτων / καί πίετε οἶνον, ὅν ἐκέρασα ὑμῖν …» καί Ματθ.22, 1-14, ὅπου καταγράφεται ἡ παραβολή τῶν βασιλικῶν γάμων, Λουκ. 14, 15-24, ὅπου περιγράφεται ἡ παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου, Ἀποκ. 19, 7-9: «ὅτι ἦλθεν ὁ γάμος τοῦ ἀρνίου καί ἡ γυνή αὐτοῦ ἡτοίμασεν ἑαυτήν … μακάριοι οἱ εἰς τό δεῖπνον τοῦ γάμου τοῦ ἀρνίου κεκλημένοι» κ. ἀ

[8] Α΄ Πετρ. 1, 3-8: «Εὐλογητός ὁ Θεός … ὁ ἀναγεννήσας ἡμᾶς … εἰς κληρονομίαν … τετηρημένην ἐν οὐρανοῖς … ἐν ᾧ … ἀγαλλιᾶσθε χαρᾷ ἀνεκλαλήτῳ καί δεδοξασμένῃ»

[9] Πρβλ. Ἰ. Μέγεντορφ (Πρωτοπρ.), Ὁ Ὀρθόδοξος Γάμος, μεταφρ. Ἀθηναγόρου (Ἀρχιμ. Δικαιάκου, νῦν Μητροπολίτου Ἰλίου Ἀχαρνῶν καί Πετρουπόλεως), Ἀκρίτας, Ἀθήνα 2004, σσ. 43-50.

[10] Ἐπιστολή Ἰγνατίου Ἀντιοχείας πρός τόν Σμύρνης Πολύκαρπο: «Μετά γνώμης τοῦ ἐπισκόπου τήν ἕνωσιν ποιεῖσθαι, ἵνα ὁ γάμος ᾖ κατά Κύριον καί μή κατ’ ἐπιθυμίαν»

[11] Πρβλ. Ἑβρ. 12, 23: «ἐκκλησίᾳ πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς ἀπογεγραμμένων» καί Τερτυλλιανοῦ Ad uxorem (Πρός τήν σύζυγον) PL 1, 1415: “Unde sufficiamus ad enarrandum felicitatem ejus matrimonii quod ecclesia conciliat, et confirmat oblatio et obsignat benedictio, angeli renuntiant” ( «ἀπό ὅπου ὁδηγούμεθα πρός τήν διηγηθεῖσα εὐτυχία ἑνός τέτοιου γάμου, ὁ ὁποῖος προετοιμάζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἑδραιώνεται ἀπό τήν προσφορά τῶν Τιμίων Δώρων – μέ τήν μετοχή δηλαδή στήν Εὐχαριστία - , ἐπισφραγίζεται μέ τήν εὐλογία καί καταχωρεῖται στούς οὐρανίους καταλόγους ἀπό τούς ἀγγέλους »)

[12] Ἰω. 1, 12-13: «ἔδωκεν αύτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τό ὄνομα αὐτοῦ. Οἵ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός, οὐδέ ἐκ θελἠματος ἀνδρός, ἀλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν»

[13] Ἲω. 16, 13: «τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν»

[14] Ἐφ. 5, 31

[15] Γιά τή σχέση ἀνάμεσα στό γάμο καί τήν Εὐχαριστία γίνεται νύξη στήν εὐαγγελική διήγηση τοῦ γάμου τῆς Κανᾶ (Ἰω. 2, 1-11), ἡ ὁποία ἄλλωστε καθιερώθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία νά ἀπαγγέλλεται ὡς εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα στή σύγχρονη ἀκολουθία τοῦ γάμου.

[16] Κατά τόν ἅγιο Νικόλαο τόν Καβάσιλα, τό μεγάλο ὀρθόδοξο θεολόγο τοῦ 14ου αἰώνα, ὅλα τά μυστήρια πού ἐνεργοῦνται στόν ἄνθρωπο χωριστά, βρίσκουν τήν πλήρωση καί τήν ὁλοκλήρωσή τους στή Θεία Εὐχαριστία. Βλ. τό ἔργο του Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, PG 150, 585 καί Νέλλα Παν., Ζῶον θεούμενον, Ἐποπτεία, Ἀθήνα 1979, τό κεφάλαιο «Ἡ ἐν Χριστῷ πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου»

[17] Πρβλ τήν 64η Νεαρά τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ. Ἀργότερα ὁ ἅγιος Φώτιος θά σημειώσει ὅτι: «ὁ γάμος λαμβάνει νομική ὑπόσταση μέ μιά εὐλογία ἤ μέ τήν εὐχή κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Στεφανώματος ἤ μέ τή σύναψη ἑνός συμφωνητικοῦ ἤ συμβολαίου» Ἐπαναγωγή, XVI, 1

[18] Ἡ Ἀκολουθία αὐτή μαρτυρεῖται ἀπό τόν 4ο αἰώνα ὡς τελετή στέψης. Σέ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου (†826) ὑπάρχει ἡ γνωστή τρίτη κατά σειρά εὐχή τῆς σημερινῆς ἀκολουθίας τοῦ γάμου: «Κύριε ἐξαπόστειλον τήν χεῖρα Σου ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου καί ἅρμοσον τόν δοῦλον σου καί τήν δούλην σου …» Ἐπιστολαί I, 22, PG 99, 973. Πάντως ἡ ἐμφάνιση καί παρουσία τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Στεφανώματος δέν σημαίνει ὅτι ἡ τέλεσή της ἀπαιτεῖτο ὁπωσδήποτε ὡς προϋπόθεση γιά ὅλους τούς χριστιανούς πού παντρεύονταν μέχρι τήν ἐποχή ἐκείνη.

[19] Ἡ ἔκδοση τῆς Νεαρᾶς αὐτῆς συμπίπτει μέ τήν ἐμφάνιση τῆς τέλεσης τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Στεφανώματος χωριστά ἀπό τή Θεία Λειτουργία

[20] Βλ. Dain A., Les Novelles de Leon VI, le Sage, Παρίσι 1944, σσ. 294-297, ὅπου παρατίθεται τό ἀρχαῖο ἑλληνικό κείμενο μέ τή γαλλική του μετάφραση. Μετάφρασή του στά νέα ἑλληνικά ὑπάρχει στό Ἰ. Μέγεντορφ, Ὁ Ὀρθόδοξος Γάμος, … σσ. 250-251

[21] Πρίν ἀπό τή Νεαρά αὐτή ἕνας πολίτης τῆς αὐτοκρατορίας μποροῦσε νά συνάψει ἕνα μή ἀποδεκτό ἀπό τήν Ἐκκλησία γάμο, λχ δεύτερο, τρίτο, μεικτό, πού ὅμως θεωροῦνταν νόμιμοι ἀπό τήν κρατική ἐξουσία. Ἄν ὁ πολίτης ἦταν χριστιανός ἡ πράξη του αὐτή ἐπέσυρε ἀνάλογο ἐπιτίμιο ἀπό τούς ἐκκλησιαστικούς κανόνες. Παρ’ ὅλες ὅμως τίς ἐκκλησιαστικές ποινές, αὐτός ὁ χριστιανός πολίτης ἐξακολουθοῦσε νά διατηρεῖ στό ἀκέραιο τά δικαιοπρακτικά του δικαιώματα πού ἀπέρρεαν ἀπό τούς κρατικούς νόμους.

[22] Κάτι πού ἐπιδίωξε ἡ Δυτική Ἐκκλησία καί τό πέτυχε ἑνάμισυ αἰώνα ἀργότερα μέ τή Γρηγοριανή ἤ Κλουνιακή (ἀπό τό μοναστήρι τοῦ Cluny) Μεταρρύθμιση. Πρβλ Καλλιγέρη Α (πρωτοπρ.) Γάμος: Ἀπό τό Μυστήριο στό θεσμό, Μαϊστρος

[23] Ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας Λέοντας ὁ Στ΄, εἰσηγητής καί δημιουργός αὐτῆς τῆς Νεαρᾶς, ἄσκησε ἀργότερα πίεση στόν Πατριάρχη Νικόλαο Α΄ τόν Μυστικό νά εὐλογηθεῖ ὁ τέταρτος γάμος του μέ τή Ζωή Καρβονοψίνα τό 906. Ὁ Νικόλαος ἀρνήθηκε ἀλλά τήν ἄδεια τήν ἔλαβε ἀπό τόν Πάπα. Βλ. Diel Charles, Figures Byzantines, ἔκδ. δ΄, 1909, Ι, σσ. 181-215 καί σέ αγγλική μετάφραση Bell H., Byzantine Portraits, σσ. 172-205

[24] Μέχρι τότε τελοῦσαν τό γάμο τους κατά τή διάρκεια τῆς Εὐχαριστίας, χωρίς νά εἶναι ὑποχρεωμένοι νά ἐπιλέξουν τήν Ἀκολουθία τοῦ Στεφανώματος, πού πολλές φορές ἦταν ἀσύμφορη οἰκονομικά γιά τό πενιχρό τους βαλάντιο

[25] Γιά παράδειγμα, γάμοι πού εἶχαν τελεσθεῖ πρίν ἀπό τό βάπτισμα τοῦ ζευγαριοῦ, δηλαδή χωρίς σύνδεση μέ τή Θεία Λειτουργία, στεροῦνταν ὁποιασδήποτε ἔννοιας μυστηρίου. Ἄν κάποιος, ἤδη παντρεμένος ἤ χωρισμένος, πού πρόσφατα βαπτίσθηκε χριστιανός, σύναπτε δεύτερο γι΄ αὐτόν γάμο μέ μιά χριστιανή, γιά τήν ὁποία αὐτός ὁ γάμος ἦταν ὁ πρῶτος, μποροῦσε στή συνέχεια νά γίνει δεκτός ὡς ὑποψήφιος πρός χειροτονία ἱερέας, ἐπειδή, σύμφωνα μέ τόν 17ο Ἀποστολικό Κανόνα, θεωρεῖτο ὅτι εἶχε παντρευθεῖ μόνο μιά φορά

[26] Βλ. στό Ἰ. Μέγεντορφ, Ὁ Ὀρθόδοξος Γάμος, … τό κεφ. V Ὁ Γάμος ὡς ἀνεξάρτητη ἱεροτελεστία σσ. 63-77

[27] Καλλιακμάνη Β. (πρωτοπρ.), Ἱερότητα καί κοσμικότητα στήν τέλεση τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Γάμου» στό Γάμος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, Πρακτικά Δ’ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου, Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2004, σ. 35

[28] Καρδαμάκη Μ. (πρωτοπρ.), Ἀγάπη καί Γάμος, Ἀκρίτας, Ἀθήνα 1991, σσ. 76-79

[29] Καρδαμάκη Μ. , ὅππ σ. 77

[30] Γιωσαφάτ Μ., Ο Γάμος ως πηγή κατάθλιψης» στό Θεραπεία ζεύγους, Καστανιώτης, Αθήνα 2008, σ. 9

[31] Ὁ ἐρχομός τοῦ παιδιοῦ ἀνακοινώνεται στόν κληρικό μέ τό αἴτημα τῆς νέας μητέρας γιά τό σαραντισμό του. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ προσέγγιση τοῦ ζευγαριοῦ ἀπό πολλούς ἀπό τούς ἱερεῖς μας εἶναι τόσο ψυχρή ὥστε οἱ γονεῖς νιώθουν σάν νά κάνουν τρισάγιο! Ἄγνωστοι μεταξύ ἀγνώστων. Ἄν εἴχαμε τή σωφροσύνη νά ἀντιληφθοῦμε λίγο τό ἄγχος τῆς μητέρας πού ἔχει γεννήσει τό πρῶτο της παιδί, θά προσέχαμε πολύ περισσότερο. Ἄν ἡ στάση μας αὐτή συνδυασθεῖ μέ τήν ἐπιλόχειο «κατάθλιψη» μποροῦμε εὔκολα νά καταλάβουμε ποιά ποιμαντική βαριά ἀμέλεια προκύπτει.



[32] Ὅποια καί ἄν εἶναι ἡ νοηματοδότηση τῆς ἔννοιας ἀπό τούς ἀνθρώπους

[33] Εὔκολα τοῦτο γίνεται κατανοητό ἀπό τά πρακτικά τῶν ἡμερίδων καί τῶν ἐπιστημονικῶν συσκέψεων πού αὐτές οἱ ἐπιτροπές ἔχουν κατά καιρούς διοργανώσει.

[34] Πορίσματα στό Γάμος καί οἰκογένεια, Διαπιστώσεις καί προοπτικές, Πρακτικά τῆς β΄ Διεπιστημονικῆς συσκέψεως, Διορθόδοξον Κέντρον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Πεντέλη, 5-6 Νοεμβρίου 2004, Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2008, σ. 218, ὅπου μάλιστα διατυπώνεται καί ἡ πρόταση ἡ παρακολούθηση τους νά εἶναι ὑποχρεωτική προκειμένου νά ἐκδοθεῖ ἡ ἄδεια γάμου

[35] Πορίσματα στό Γάμος καί οἰκογένεια, Διαπιστώσεις καί προοπτικές, ὅππ

[36] Πολύ μεγάλη προσοχή χρειάζεται καί στό κήρυγμα πού ἀρκετές φορές ἐκφωνεῖται στό τέλος τῆς ἱερολόγησης τοῦ μυστηρίου. Δυστυχῶς λέγονται πολλά ἄκομψα, ἄκαιρα καί κάποτε ἀκόμη καί ἐκτός τῆς πίστης μας ἀπόψεις.

[37] Καλλιακμάνη Β. (πρωτοπρ.), Γάμος καί οἰκογένεια στό Γάμος καί οἰκογένεια, Διαπιστώσεις καί προοπτικές, σ. 192

[38] Μιά ἀξιοπρόσεκτη σχετική ἔκδοση εἶναι ἕνα μικρό ὁδοιπορικό στό μυστήριο τοῦ γάμου – μόλις 70 σελίδες μικροῦ στενόμακρου σχήματος – τοῦ Ἀγνάντου Ν, Σάρκα μία, Ἀκρίτας. Στό ἄνω μέρος κάθε σελίδας ρέει τό ἀρχαῖο κείμενο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ γάμου, ὅπως αὐτό τελεῖται σήμερα, μέ ἀπόδοση στά νέα ἕλληνικά τῶν δυσκολοτέρων λέξεων καί φράσεών της ἐντός παρενθέσεως, ἐνῶ στό ὑπόλοιπο μισό καταγράφεται μιά θεολογική προσέγγιση καί ἑρμηνεία τόσο τοῦ περιεχομένου, ὅσο καί τοῦ τελετουργικοῦ τοῦ μυστηρίου μέ τή μορφή μιᾶς μικρῆς ἱστορίας

[39] Καρακόλη Κ., Συζυγία καί Τεκνογονία, Ἐρωτήματα καί ἀπορίες ἐνός λαϊκοῦ μέλους τῆς Ἐκκλησίας, στό Συζυγία καί Τεκνογονία, Πρακτικά τῆς α΄ Διεπιστημονικῆς συσκέψεως, 13-14 Δεκεμβρίου 2002, Κλάδος Ἐκδόσεων τῆς Ἐπικοινωνιακῆς καί Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 2008, σ. 168

[40] Καραγιάννη Δ., Γονεῖς καί σύντροφοι, στό Συζυγία καί Τεκνογονία, σ. 191

Πηγή: romfea.gr



Άβαταρ μέλους
Achilleas
Δημοσιεύσεις: 2082
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Achilleas » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:40 pm

Ο ευτυχία ενός Γάμου στηρίζεται στη γνήσια και ανυπόκριτη αγάπη.

Εικόνα

Θυμούνται ασφαλώς οι σύζυγοι τη χαρούμενη και ευλογημένη ημέρα του γάμου τους. Όλα τότε ήταν όμορφα και ωραία. Στιγμές ανεπανάληπτες γι΄ αυτούς. Στο βάθος του ορίζοντα ρόδιζε ένα ελπιδοφόρο μέλλον. Μια ιδανική συζυγία. Άστραφτε από χαρά το πρόσωπο τους, καθώς δεχόντουσαν τις ευχές των συγγενών και φίλων για την καινούργια ζωή.

Μα, τη ζωή δεν την κάνουν ευτυχισμένη οι ευχές, όσες κι αν είναι και από όποιους κι αν προέρχονται. Ούτε φυσικά τα υλικά αγαθά, τα χρήματα και οι θέσεις. Πολύ περισσότερο οι υποσχέσεις μεταξύ των συζύγων που δίδονται με ευκολία. Στην αρχή υπόσχονται πολλά και οι δυο. Ο καθένας λέει πως θα είναι αφοσιωμένος στον άλλο για πάντα και θα του ανήκει ολοκληρωτικά σ΄ όλη του την ζωή.

Παρόλα αυτά δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που τα πράγματα γρήγορα μεταβάλλονται. Ξαφνικά ξεσπά η μεγάλη μπόρα στην οικογένεια των ολίγων μηνών, καμιά φορά και ολίγων ημερών. Συμφορά στο σπίτι. Από κάποια μικρή σπίθα άναψε μεγάλη πυρκαγιά. Από εκεί και πέρα αρχίζουν τα δράματα και οι δοκιμασίες. Και διερωτώνται οι συγγενείς, οι φίλοι και οι γνωστοί : « Γιατί? Μα, πώς? Αυτό το ταιριασμένο ζευγάρι, το ευτυχισμένο, το ζηλευτό με τις καλύτερες προϋποθέσεις, τώρα κλυδωνίζεται » ?

Δεν πρέπει να διαφεύγει στους συζύγους ότι η ευτυχία δεν στηρίζεται σε πράγματα εφήμερα. Αυτά παρέρχονται τόσο εύκολα. Στηρίζεται στην αγάπη την γνήσια και ανυπόκριτη. Στην αγάπη χωρίς υπολογισμούς και κρατούμενα. Στην αγάπη που πρέπει να υπάρχει και από τα δυο μέρη. Αυτή η αγάπη με την αίγλη και την ομορφιά της ενώνει αδιάσπαστα τους δύο σε «σάρκα μια». Συσφίγγει δεσμούς. Κάνει τη ζωή χαριτωμένη. Δίνει περιεχόμενο στον εσωτερικό άνθρωπο. Εξουδετερώνει εχθρούς. Φωτίζει σε έργα « ευποιίας και κοινωνίας ». Οδηγεί τους συζύγους στην ίδια επιδίωξη, στον αυτό σκοπό, το ίδιο ιδανικό. Η αγάπη είναι δύναμη. Είναι η βασικότερη χριστιανική αρετή. Πάνω στην αγάπη στηρίζεται η θρησκεία του Εσταυρωμένου.

Την αρετή της αγάπης που θεμελιώνει τη χριστιανική οικογένεια τονίζει πολύ και ο απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα του μυστηρίου του γάμου. Δεν συνιστά απλώς μεταξύ των συζύγων την αγάπη, αλλά και το μέτρο και το βάθος αυτής. « Οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας εαυτών, καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την Εκκλησίαν και εαυτόν παρέδωκε υπέρ αυτής ». Όχι απλώς να φροντίζει και να μεριμνά για τα υλικά πράγματα που την απασχολούν. Η αγάπη προχωρεί περισσότερο. Στη θυσία. Να, ο τέλειος βαθμός της αγάπης. Και αυτό συμβαίνει γιατί η γυναίκα δεν αποτελεί κάτι το ξεχωριστό για τον άνδρα, είναι « οστούν εκ των οστέων του και σάρξ εκ της σαρκός του». Πώς λοιπόν μπορεί το ίδιο σώμα να μην ενδιαφερθεί, όταν πάσχει και υποφέρει κάποιο μέλος του ιδίου σώματος? « Είτε πάσχει εν μέλος, συμπάσχει πάντα τα μέλη», τονίζει ο ίδιος ο απόστολος.

Το ίδιο μέτρο ισχύει και για την αγάπη της συζύγου προς τον άνδρα της. Αυτός είναι η κεφαλή της. « Ο ανήρ εστί κεφαλή της γυναικός ». Γι΄ αυτό κοντά του αισθάνεται ασφάλεια, δύναμη, προστασία, τιμή. Επομένως οφείλει υπακοή και αγάπη. « Αι γυναίκες τοις ιδίοις ανδράσιν υποτάσσεσθε ως τω Κυρίω». Ορίζει και εδώ ο λόγος του Θεού το μέτρο της υπακοής και της αγάπης της συζύγου προς τον άνδρα της. Όπως ακριβώς πρέπει να υποτάσσεται στον Κύριο, τον Σωτήρα και Λυτρωτή. Αυτή την ολοκληρωμένη αγάπη πρέπει να έχουν μεταξύ τους οι σύζυγοι, γιατί θα ζήσουν μια ζωή ολόκληρη κάτω από την ίδια στέγη. Ο καθένας από αυτούς θα έχει τον χαρακτήρα του, τα ελαττώματα του και τις αδυναμίες του. Ασφαλώς δεν θα λείψουν τα πείσματα, οι εγωισμοί, οι ιδιοτροπίες, οι συγκρούσεις. Πότε από τον ένα και πότε από την άλλη θα δημιουργούνται συνεχώς αφορμές για παρεξηγήσεις και αντιθέσεις, για γκρίνιες και προστριβές.

Τι θα συμβεί αν δεν έχει σφυρηλατηθεί ανάμεσα τους η αγάπη? Οι αφορμές και οι αιτίες που θα δίδονται καθημερινά, θα κρατούν την οικογένεια σε διαρκή εκνευρισμό και σε συνεχή αναστάτωση. Θα συντριβεί η αρμονική ζωή. Θα σπάσει ο κρίκος της συζυγικής ενότητας. Θα ψυχρανθούν οι ενωμένες καρδιές και θα δημιουργηθούν ρήγματα στο οικογενειακό σκάφος με απρόβλεπτες συνέπειες. Και αν δεν φθάσουν στη διάλυση, η οικογένεια δεν θα έχει αρμονική ζωή, ηρεμία και κατανόηση.

Η αγάπη ανάμεσα στους συζύγους θα κάμει το έργο της στις κρίσιμες στιγμές. Θα προλάβει κάθε κακό. Είναι ανυπολόγιστη η δύναμη της. Επεμβαίνει και αποκαθιστά τη γαλήνη και την ησυχία. Σβήνει τις αναμμένες φωτιές. Εξουδετερώνει τα πείσματα και τις αντιθέσεις. Κατευνάζει τα πνεύματα. Ανέχεται και υπομένει τα ελαττώματα του άλλου. Επαναφέρει στο οικογενειακό περιβάλλον την ηρεμία και την γαλήνη. Δημιουργεί ένα κλίμα ευχάριστο για την πρόοδο και την ευημερία του σπιτιού.

Είναι ανάγκη λοιπόν επιτακτική, να εφαρμόζουν οι σύζυγοι την προτροπή του Παύλου « ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη ». Πόσο θα είχε να ωφελήσει τη σύγχρονη οικογένεια η εφαρμογή αυτής της συμβουλής! Η αγάπη σκεπάζει με τον μανδύα της σφάλματα και αδυναμίες. Συγχωρεί πάντοτε. Γιατί ο χριστιανισμός δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια πλατιά και απέραντη αγάπη. Ο Παύλος μάλιστα την τοποθετεί ψηλότερα από την πίστη και την ελπίδα « Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα, μείζων δε τούτων η αγάπη ».

Δυστυχώς πολλές οικογένειες στην εποχή μας πάσχουν και δοκιμάζονται από την έλλειψη της αγάπης. Έχουν πολλές φορές άφθονα τα υλικά αγαθά, μα δεν έχουν το ένα, το μοναδικό, το θησαυρό της αγάπης. Δεν τους λείπει τίποτε, και όμως δεν τρώνε γλυκό ψωμί. Πολύ συχνά το όμορφο και ήρεμο οικογενειακό περιβάλλον μεταβάλλεται σε πεδίο συγκρούσεων. Κυριαρχούν οι εγωισμοί και οι αντιθέσεις, είναι παγωμένες οι καρδιές. Έτσι το σπίτι μοιάζει με σκοτεινή και υγρή φυλακή.

Είναι ανάγκη λοιπόν να καλλιεργηθεί μεταξύ των συζύγων η αγάπη. Να μείνει μόνιμη και σταθερή στις καρδιές τους, από την ημέρα του γάμου τους ως την τελευταία τους αναπνοή εδώ στη γη. Η ζωή τους τότε θα μοιάζει με την ζωή των αγγέλων. Η ενότητα που θα δημιουργήσει η αγάπη σε τούτη τη ζωή, θα συνεχιστεί και στον ουρανό. Αυτό εννοεί ο απόστολος του Χριστού όταν λέει « η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει ». Η Βασιλεία του Θεού δεν είναι τίποτε άλλο παρά κοινωνία αγάπης και επιβράβευση της αγάπης. Πιο πολύ ας προσέξουν την αγάπη όσοι υποσχέθηκαν πως θα ζήσουν για πάντα ενωμένοι. Δεν πρέπει τα λόγια τους να μείνουν γράμμα κενό. Πρέπει να γίνουν βίωμα και ζωή.

Και ας έχουν υπόψη τους ακόμη ότι πρέπει ν΄ αγαπιούνται όπως είναι. Ας αφήσουν τα όνειρα, τις φαντασιώσεις, τους οραματισμούς. Τέτοιος είναι ο σύντροφος της ζωής τους και όπως είναι καλούνται να τον αγαπήσουν. Εδώ ευρίσκεται το κλειδί της οικογενειακής ευτυχίας. Μακριά από ψευδαισθήσεις και χίμαιρες. Με άμεση επαφή προς την πραγματικότητα, με διαυγή κρίση θα σταθεί ο ένας στο πλευρό του άλλου και θα διαπλεύσουν τον ωκεανό της συζυγικής ζωής.

Όσοι και όσες είναι συνεπαρμένοι από ψευτορομαντισμούς των μυθιστορημάτων και των κινηματογραφικών έργων, εμπρός στην σκληρή πραγματικότητα τα χάνουν και απογοητεύονται. Η αντίδραση τους είναι κακή, αρρωστημένη, καταστρεπτική. Σαν να έπεσαν από τα σύννεφα. Και είναι φυσικό να πελαγοδρομήσουν και να καταποντισθούν. Και ο ένας λοιπόν και η άλλη είναι άνθρωποι της γής. Φέρνουν μαζί τους την ανθρώπινη ασθένεια και αδυναμία. Είναι ατελείς. Έχουν τα ελαττώματα και τις ελλείψεις τους. « Πτωχός ειμί εγώ και πένης » φωνάζει ο βασιλιάς και προφήτης Δαυίδ. Τέλειος δεν είναι ούτε ο ένας ούτε η άλλη. Ούτε υπάρχει άνθρωπος τέλειος , ιδανικός « καλός » πέρα ως πέρα. Και όπως ο καθένας ανέχεται τον εαυτό του παρά τις ατέλειες του, έτσι καλείται να κατανοεί και να ανέχεται και τον άλλο. Δεν είναι από άλλη πάστα ο άλλος.

«Μα τον περίμενα διαφορετικό. Τον ήθελα ευγενικό, με καρδιά ευαίσθητη, για να αγαπά και να συγχωρεί, να έχει δυνατή θέληση και ανωτερότητα ψυχής. Τον ονειρευόμουνα τρυφερό και ηρωϊκό συγχρόνως, να είναι ο δυνατός που να ξέρει τι πρέπει να θέλει και πως πρέπει να το αποκτήσει».

Έτσι τον περίμενες. Μα, μήπως και εκείνος τέτοια και καλύτερη δεν σε περίμενε και εσένα? Επειδή δεν σε βρήκε όπως σε φανταζόταν, πρέπει να σε περιφρονήσει, να σε μειώσει, να απογοητευθεί? Όχι λοιπόν. Είναι ανάγκη και οι δυό σας να προσγειωθείτε, για να απαλλαχθείτε από πολλά λάθη και δάκρυα και πόνους. Να ζητήσετε, να κατανοήσετε τον «άνθρωπο» και τότε θα κατανοήσει ο ένας τον άλλον. Όχι με άλλο κριτήριο να κρίνετε τον εαυτό σας και με άλλο , με τέλειο κριτήριο, τον σύντροφο της ζωής σας.

Μάλιστα. Τον ίδιο γνώμονα να χρησιμοποιείτε και για τους δυό σας. Αυτό που συγχωρείς και ανέχεσαι στον εαυτό σου, να συγχωρείς και να ανέχεσαι και στον σύντροφο της ζωής σου. Και να αγαπήσετε ο ένας τον άλλο όπως είστε.

Θυμώνει εκείνος? Σου φέρεται με αποτομία και τραχύτητα? Σε πληγώνει με την αυταρχικότητα του ? Υπόμεινε τον. Μακροθύμησε στις αδυναμίες του. Αγάπησε τον έτσι όπως είναι. Και εργάσου. Με υπομονή, με καλοσύνη, με αγάπη, για να τον μαλακώσεις, να τον σμιλεύσεις. Με την πραότητα σου να τον βοηθήσεις σιγά σιγά να αντιληφθεί τις ανωμαλίες του χαρακτήρα του και να τις διορθώσει. Να γίνει και αυτός πράος, σύμφωνα με την παραγγελία του Κυρίου « Μάθετε απ΄εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία ».

Είναι νευρική η σύζυγός σου? Παρουσιάζεται πολύ ευαίσθητη? Δεν δέχεται υποδείξεις? Επιμένει να γίνει το δικό της? Μη λησμονείς ότι το πρώτο καθήκον σου είναι η ανοχή. Θα ανεχθείς τον χαρακτήρα της όπως έχει κι εκείνη υποχρέωση να ανεχθεί τον δικό σου. Αυτό μας συμβουλεύει και ο απόστολος. « Οφείλομεν ημείς οι δυνατοί τα ασθενήματα των αδυνάτων βαστάζειν και μη εαυτοίς αρέσκειν ». Και με προσοχή και αγάπη, με κατανόηση και ταπείνωση, με τέχνη και παιδαγωγικότητα που εμπνέει ο Μέγας Παιδαγωγός, ο Κύριος, θα ζητήσεις να την βοηθήσεις να απαλλαγεί από τις ιδιορρυθμίες του χαρακτήρα της.

Όσοι και όσες δεν κατόρθωσαν να εννοήσουν και τα άλλα σοφά λόγια του αποστόλου Παύλου « ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη » , όσοι δεν ζητούν να καλλιεργήσουν τον εσωτερικό τους κόσμο με την ευαγγελική αλήθεια, αυτοί είναι φυσικό να επαναστατούν στις κακές εκδηλώσεις του χαρακτήρα των άλλων.

Τότε μεταξύ των συζύγων δημιουργείται σιγά σιγά κάποια ψυχρότητα, κάποια απόσταση, ένα πνεύμα ασυνεννοησίας που όλο και μεγαλώνει. Λείπει η συναίσθηση ότι ψυχικά και οι δυο είναι ασθενείς. Και ο ασθενής είναι φυσικό να παρουσιάζει τα ασθενήματα του. Μόνο η αγάπη και η ανοχή που εμπνέει ο Χριστός έχουν ριζική θεραπευτική δύναμη. Λείπουν αυτά? Τότε το ανδρόγυνο αυτό θα συντριβεί στους σκοπέλους των ανόμοιων χαρακτήρων. Αυτό το « ασυμβίβαστο» των χαρακτήρων τι άλλο είναι συνήθως παρά αυτό που περιγράψαμε.

Ας το προσέξουν λοιπόν οι σύζυγοι. Να μάθουν να αγαπούν ο ένας τον άλλον όπως είναι. Να μην ξενίζονται στις αδυναμίες και τα ελαττώματα του άλλου. Να τα αντιμετωπίζουν με μακροθυμία.

Η λέξη μακροθυμία περιέχει ανοχή, αοργησία, υπομονή, καλοσύνη και αγάπη. Όταν αυτά θέσουν ως οδηγό και ρυθμιστή της συμπεριφοράς τους ο ένας προς τον άλλον, τότε εκείνα που διαιρούν τους άλλους, αυτούς θα τους ενώνουν σφικτότερα, θα ευρίσκονται σε επαφή με την πραγματικότητα, θα εννοήσουν βαθιά ότι ο γάμος επιδιώκει και αυτό το σκοπό: Να γνωρίσουν τον « άνθρωπο », να γνωρίσουν ο ένας τον άλλον, για να είναι επιεικείς και πράοι και καλοί και για να συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο με την αλληλοβοήθεια.

ΠΗΓΗ: http://posoagapo.blogspot.com


Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.

Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Domna » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:41 pm

Ο ρόλος των πεθερικών στον Γάμο
Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου 2011

Εικόνα

Μέσα στον γάμο πάνω απ’ όλα στέκεται η συζυγική αγάπη. Πόσα δεν έχουν γραφεί γι’ αυτήν. Η αγάπη προσφέρει όχι γιατί είναι υποχρεωμένη, αλλά γιατί έχει πιστέψει στην αξία του άλλου, έστω και αν πρόκειται για τον εχθρό. Η αγάπη ποιεί «ψυχήν μίαν», δημιουργεί ομοψυχία, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος. Και η γνήσια αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν…πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α΄ Κορ.13, 7-8).

Υπάρχει όμως και ένας απρόβλεπτος παράγοντας, που συχνά επιδρά διαλυτικά στον γάμο και την οικογένεια. Πρόκειται, δυστυχώς, για τους ίδιου τους γονείς. Όπως οι ευχές τους στηρίζουν θεμέλια οίκων, έτσι και οι άκαιρες παρεμβάσεις τους στη ζωή του ανδρογύνου γκρεμίζουν τις οικογένειες.

Πολλοί γονείς, δυστυχώς, δεν μπορούν να καταλάβουν , ότι γάμος σημαίνει νέα φωλιά, που πρέπει να μείνει αυτοκυβέρνητη. Οι γονείς ζητούν την τυφλή αφοσίωση των παιδιών τους ως ανταμοιβή για όσα τους πρόσφεραν στην ζωή. Λησμονούν όμως, ότι, ό,τι κάνουν οι γονείς για τα παιδιά τους είναι το καθήκον τους απέναντί τους, που δεν ζητά έπαινο και ανταμοιβή. Είναι καθολικός νόμος της φύσης, από την φωλιά των χελιδονιών μέχρι την καρδιά της ζούγκλας.

Τα παιδιά δεν είναι τα όργανά τους ώστε να τα χρησιμοποιούν για την ικανοποίηση του εγωισμού τους, το καθήκον των παιδιών απέναντι στους γονείς δεν απαιτείται, αλλά γεννιέται μέσα στην καρδιά τους και προσφέρεται ελεύθερα, αποδεικνύει δε και την σωστή ή όχι γονεϊκή αγωγή. Έτσι δοκιμάζεται και η αγάπη, αν ήταν δηλαδή κτητική-εγωιστική, ή ανιδιοτελής και θυσιαστική.

Η ζωή, ως γνωστό, δεν οπισθοδρομεί, πηγαίνει μπροστά. Δεν είναι οι γονείς τίποτε περισσότερο παρά τα τόξα μέσω των οποίων ο δωρεοδότης Θεός, εκτοξεύει σαν ζωντανά βέλη τα παιδιά μέσα στην ζωή. Μεγαλύτερη χαρά δεν υπάρχει από τον να βλέπουμε τα παιδιά μας να δημιουργούν μια ευλογημένη οικογένεια, θα πρέπει να πάψουμε να τα βλέπουμε ως μέσον της δικής μας ικανοποίησης.

Ας αφήσουμε στην αγάπη και ενότητά τους τα παιδιά μας, έστω και αν εμείς παρατηρούμε καταστάσεις, με τις οποίες δεν συμφωνούμε….

Η παρουσία των γονέων και η παρέμβασή τους στη ζωή των παιδιών τους οφείλει να είναι μόνον συμβουλευτική και υποστηρικτική. Τότε ασφαλώς θ’ αναδεικνύεται ο γάμος και η κοινωνία των μελών της, η οικογένεια, ο μικρός επίγειος παράδεισος, στον οποίο η αληθινή αγάπη έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο και η ένωση αυτή θ’ αποκαλύπτεται πράγματι ως «μυστήριο αγάπης».

Βαρβάρας Καλογεροπούλου-Μεταλληνού
Οικογένεια, αναζητώντας νόημα ζωής

http://imverias.blogspot.com/2011/12/bl ... .html#more



Κρότων
Δημοσιεύσεις: 104
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 12:59 pm
Τοποθεσία: Μάνος, Αθήνα
Επικοινωνία:

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Κρότων » Σάβ Αύγ 18, 2012 1:43 pm

Ο Γάμος
26 Απριλίου 2012

Εικόνα

του Γέροντος Σωφρονίου του Έσσεξ

Το άναρχο, το απόλυτο Είναι μας αποκαλύφθηκε ως Προσωπικό. Αυτό είναι το Προαιώνιο γεγονός του Είναι. Το πώς είναι δυνατό αυτό το Γεγονός θα παραμείνει στην αιωνιότητα απρόσιτο Μυστήριο για όλα τα κτιστά όντα. Όταν όμως γίνεται λόγος για κτιστά πρόσωπα, εννοούμε ότι αυτά έχουν δημιουργηθεί «εν αρχή» (Γεν. 1,26) ως καθαρή δυνατότητα, που οφείλει να πραγματοποιηθεί ως εκείνο τον βαθμό πληρότητος όπου το πρόσωπο γίνεται «καθαρή ενέργεια». Όλη η οδός αυτή της «πραγματώσεως» του προσώπου περνά πλέον οπωσδήποτε από την συνέργεια Θεού και ανθρώπου. Ο άνθρωπος μπορεί να αποκαλυφθεί ως τον έσχατο βαθμό συναντώντας τον Θεό και Πατέρα και να ομοιωθεί εντελώς με Αυτόν. Μπορεί όμως επίσης να αρνηθεί τον Δημιουργό κατά τις αναζητήσεις του για τις μορφές και τις οδούς του είναι.

Επειδή το πρόσωπο είναι η αρχή που φέρει μέσα της όλο το πλήρωμα, είναι φυσικό μπροστά μας να διανοιχθούν όλες οι άβυσσοι του κόσμου με τις θετικές και τις αρνητικές τους μορφές. Συνεπώς, όταν βλέπουμε μέσα μας «διχασμό προσωπικότητος», παρουσία και του ουρανίου Φωτός και του καταχθονίου σκότους, δεν σκεφτόμαστε ότι αυτό είναι πραγματικά «διχασμός» προσωπικότητος… Όχι το φαινόμενο αποτελεί για μάς αποκάλυψη όλων των δυνατοτήτων μας, αλλά το πρόσωπο παραμένει απαράλλακτα ενιαίο και δεν υπόκειται σε καμία «διαίρεση»… Από το Θείο Αγαθό που αποκαλύπτεται ενώπιον μας, και από το κακό που επίσης βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, καλούμαστε να εκλέξουμε ελεύθερα ή το πρώτο ή το δεύτερο… Η αιωνιότητα ανήκει ακριβώς στην αρχή του προσώπου.

Μπορούμε να πούμε ότι όλοι εμείς οφείλουμε να περάσουμε εκείνο το κατώφλι, πέρα από το οποίο βρίσκεται η νέα αρχή της ζωής μας, που συνίσταται στο ότι αρχίσαμε να δημιουργούμε τον ίδιο του εαυτό μας, να γίνουμε οι ίδιοι πατέρες του εαυτού μας, σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Πέρα από το κατώφλι αυτό βρίσκεται η οδός, όπου το κάθε βήμα μας γίνεται εξαιρετικά υπεύθυνο. Το αιώνιο λοιπόν μέλλον μας εξαρτάται και από μας. Δηλαδή εμείς δεν μπορούμε να αναγκάσουμε τον Θεό, όπως ούτε Εκείνος αναγκάζει εμάς· είναι ελεύθερος να μας δώσει τη ζωή Του, αλλά ελεύθερος και να μην την δώσει. Ωστόσο πιστεύουμε ότι, αν είμαστε σύμφωνοι να ζήσουμε μαζί Του, όπως Αυτός είναι, αν κοπιάσουμε να γίνουμε όμοιοι με Αυτόν τηρώντας τις εντολές Του, τότε Εκείνος ποτέ δεν θα αρνηθεί να είναι μαζί μας.

Είθε λοιπόν να μας δώσει ο Κύριος κάποια δύναμη εξ ύψους, για να αποδειχθούμε ικανοί να οικοδομήσουμε τον εαυτό μας σύμφωνα με την εικόνα που μάς δόθηκε· εικόνα (υπόδειγμα), που μας έδωσε ο Χριστός αποκαλύπτοντας με ιδιαίτερη δύναμη πως μπορεί και συνεπώς πως οφείλει ο άνθρωπος να περάσει τη ζωή του.

Ας επιστρέφουμε στο θέμα, που δεν μπορεί να μην ενδιαφέρει όλους μας, και μάλιστα στο θέμα των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων γενικά, και μεταξύ των προσώπων στον γάμο ειδικότερα.

Μία από τις πιο καταστροφικές πλευρές της εποχής μας είναι, όπως νομίζω, η ολοένα αυξανόμενη απώλεια από τους ανθρώπους της χριστιανικής συνειδήσεως σχετικά με τον εαυτό τους και τις διαπροσωπικές σχέσεις τους. Επειδή εξέπεσαν από την πίστη στην Ανάσταση, καταδικάζοντας τον εαυτό τους σε θάνατο όμοιο με τον θάνατο των ζώων, οι άνθρωποι βυθίζονται στην άβυσσο της απογνώσεως. Όλο το νόημα της επίγειας υπάρξεως συνίσταται γι’ αυτούς στο να αρπάξουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μερίδα «απολαύσεων», «ευχάριστων αισθημάτων», έστω και «στιγμιαίας αυτολήθης», και τα όμοια με αυτά.

Με την απώλεια της προσωπικής εικόνας του είναι που μας αποκαλύφθηκε, οι άνθρωποι στην απόγνωσή τους έφθασαν ως την άγρια ιδέα να ανατρέψουν όλα όσα προϋπήρχαν πριν από αυτό το «ταμπού», και να οικοδομήσουν νέα, «ελεύθερη κοινωνία» που να παρέχει τη δυνατότητα μεγαλύτερου αριθμού εμπειριών.

Η γνώμη μου, όχι ως «κληρικού» αλλά ως «προσώπου», είναι ότι η ανθρωπότητα δεν γνώρισε τη μονογαμία εξαιτίας της πτώσεως της. Για τον πεπτωκότα άνθρωπο η πολυγαμία είναι φυσική. Η χριστιανική μονογαμία είναι υπερφυσική είναι κλήση προς την υπευθυνότητα μας για την κατά το δυνατόν βαθύτερη συναίσθηση της προσωπικής αρχής μας. Η προσωπική αγάπη, δηλαδή όταν κάποιος αγαπά ένα πρόσωπο συγκεκριμένο, δεν είναι ψυχική η φυσιολογική, για να μην πούμε συνδεδεμένη με την ανατομία ή, στην καλύτερη περίπτωση, με τον ψυχισμό. Ο προσωπικός γάμος, μιλώντας κυριολεκτικά, δεν επαναλαμβάνεται είναι πάντοτε μοναδικός. Το νόημά του έγκειται στο να μην παραμείνουμε στα όρια της φύσεως, αλλά στην από κοινού προσπάθεια να γίνουμε «ναός» για τη λατρεία του Ανάρχου Πατρός. Τότε ο γάμος γίνεται οδός προς σωτηρία. Κανένας από μας στη δεδομένη μας κατάσταση δεν αποτελεί τελειότητα. Όλοι έχουμε ανάγκη, ώστε και με την Άνωθεν ενέργεια και με την προσπάθεια μας να αναπτυχθούμε στη γνώση του Θεού. Αν κάποιος μάς δεχθεί όπως είμαστε, τότε βεβαίως θα δεχθεί κάτι, που πολύ απέχει από την τελειότητα. Και εμείς επίσης, αν δεχθούμε τον αγώνα να ζήσουμε από κοινού με το δεδομένο πρόσωπο, τότε το δεχόμαστε αυτό όπως είναι. Συνεπώς αντιμετωπίζουμε την αναγκαιότητα αμοιβαίων δημιουργικών προσπαθειών για την απόκτηση της ποθούμενης αιώνιας διαμονής εν τω Θεώ.

Στην Ιταλία ανέκυψε το ζήτημα για τον νόμο σχετικά με το διαζύγιο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι καμία εγκύκλιος του πάπα της Ρώμης δεν πείθει τους ανθρώπους του καιρού μας. Μόνο ελάχιστοι από αυτούς «προβληματίζονται», ενώ οι υπόλοιποι βαθμηδόν θα επαναστατήσουν εναντίον της εξουσίας. Στην εκπεσμένη τους κατάσταση, αποπροσωποποιημένοι άνδρες και γυναίκες, μάλλον άρρενες και θήλεις, θα υποδουλωθούν στους «νόμους της φύσεως».

Ο Γέροντας Σιλουανός τηρούσε τη «μέθοδο» να μεταδίδει στον άνθρωπο τις «βασικές αρχές», μετά την αφομοίωση των οποίων θα μπορέσει ανεξάρτητα να βρίσκει λύσεις στις διάφορες βιοτικές περιστάσεις. Και εγώ νομίζω ότι στην κατά Θεό ζωή μας αυτή είναι η μοναδική αληθινή οδός. Είναι «αντίθετη» προς την επιστημονική, επαγωγική μέθοδο. Και αυτό, διότι η Αποκάλυψη μάς μεταδίδει την προαιώνια ιδέα του Θείου Πατρός μας για τον άνθρωπο, και εμείς βασιζόμαστε στα δεδομένα της Αποκαλύψεως, δηλαδή πορευόμαστε με την απαγωγική μέθοδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι η εμπειρική επαγωγική γνώση αποκλείεται εντελώς στη δική μας περίπτωση, αλλά να γνωρίζουμε ότι από μόνη της είναι ελλιπής.

(Αρχιμ. Σωφρόνιου(Σαχάρωφ), «Το Μυστήριο της χριστιανικής ζωής», σ. 190-194. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου – Έσσεξ)

Πηγή: pemptousia.gr



Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Domna » Σάβ Σεπ 15, 2012 2:46 pm

«ΚΑΙ Ο ΤΙΜΙΟΣ ΓΑΜΟΣ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΟΤΗΤΑ...»

Εικόνα

τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Στὶς 26 Αὐγούστου ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν ἱερὰ μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀδριανοῦ καὶ Ναταλίας οἱ ὁποῖοι ἦταν σύζυγοι. Ἀξίζει τὸν κόπο πρὶν ἀναφέρωμε ὁ,τιδήποτε ἄλλο, νὰ σημειώσωμε κάποια στοιχεῖα ἀπὸ τὴν ὡραία, συγκινητικὴ καὶ θαυμαστὴ ζωὴ τῶν δύο Ἁγίων.

Ἔζησαν, στήν Νικομήδεια, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (298). Ἡ Ναταλία ἦτο Χριστιανή, ἐνῶ ὁ Ἀδριανὸς εἰδωλολάτρης. Παρὰ τὶς προσπάθειες τῆς συζύγου του, ὁ Ἀδριανὸς παρέμενε στὴν «πατρώαν ἀσέβειαν», ὡς ἀναφέρει χαρακτηριστικὰ ὁ Ἱερὸς Ὑμνογράφος.

Ὅμως, οἱ προσευχὲς τῆς θεοσεβοῦς συζύγου του ἔπιασαν τόπο, εἰσακούστηκαν ἀπό τόν Θεὸ καὶ ἔτσι ὁ Ἀδριανὸς, κατὰ τὴν τοῦ Θεοῦ οἰκονομία, ὁδηγήθηκε στὴν εὐσέβεια. Σὲ ἡλικία 28 ἐτῶν, εἶδε 23 νέους, πιστοὺς Χριστιανοὺς, νὰ ὁδηγοῦνται στὸ Μαρτύριο, ἐνῶ τὰ πρόσωπά τους ἔλαμπαν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἀπὸ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἐντυπωσιασμένος ὁ Ἀδριανὸς ἀπὸ ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε, εἶπε στοὺς εἰδωλολάτρες, ὅτι καὶ αὐτὸς πλέον πιστεύει στὸν ἀληθινό Θεό. Συνελήφθη, ἐφυλακίσθη καὶ ἐβασανίσθη φρικτά.

Ἡ εὐσεβὴς Ναταλία, γεμάτη χαρὰ γιὰ τὴν μεταστροφὴ τοῦ συζύγου της στὴν εὐσέβεια, μὲ προσευχὲς καὶ λόγια θερμὰ καὶ μὲ τὴν παρουσία της στὴ φυλακή, στήριξε τὸν σύζυγό της, ὁ ὁποῖος μὲ ἀγαλλίαση καί θαυμαστή καρτερία ὑπέστη θάνατον μαρτυρικό. Ἡ Ναταλία ἔζησε ἀπό κοντά τό μαρτύριο τοῦ συζύγου της καί μέ εὐλάβεια ἀσπαζόταν τά δεσμά του. Οἱ εἰδωλολάτρες θέλησαν νὰ κάψουν τὸ μαρτυρικό του σῶμα, μαζί μέ τά λείψανα τῶν ἄλλων Μαρτύρων, ἀλλὰ δυνατὴ βροχή, σημεῖο μέγα καὶ αὐτό ἀπὸ τὸν Θεό, κατέσβεσε τὴν φωτιά. Ἔτσι ἡ Ναταλία ἔλαβε τὸ σῶμα τοῦ καλλινίνου Μάρτυρος συζύγου της καὶ τὸ ἐνταφίασε μὲ τὶς δέουσες χριστιανικὲς τιμές. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ὑπέστη καὶ ἐκείνη θάνατον μαρτυρικὸ γιὰ τοῦ Χριστοῦ τὴν ἀγάπη καὶ ἐτάφη δίπλα στὸν Ἅγιο σύζυγό της.

Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία γηθοσύνως ψάλλει κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τῶν δύο Ἁγίων Μαρτύρων:
«Γυναικὸς θεόφρονος τοὺς θείους λόγους ἐν καρδίᾳ θέμενος, Ἀδριανὲ μάρτυς Χριστοῦ ἐν τοῖς βασάνοις προσέδραμες, σὺν τῇ συζύγῳ τὸ στέφος δεξάμενος».

Πολλοὶ ἄνθρωποι πιστεύουν ὅτι μόνο οἱ Μοναχοὶ ἁγιάζουν, ἢ γιὰ νὰ εἶμαι ἀκριβέστερος, ὅτι εἶναι πολὺ εὔκολο νὰ φτάσουν στὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν θέωση οἱ μοναχοὶ καὶ ἀσκητὲς καὶ πολὺ δύσκολο νὰ ἁγιάσουν οἱ ἔγγαμοι.

Τὸ ὅτι εἶναι δύσκολος ὁ δρόμος τῆς ἁγιότητος, εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστό. Ὅπως ἐπίσης εἶναι γνωστὸ, ὅτι καί οἱ δύο δρόμοι, μοναχισμός δηλ. καί ἔγγαμος βίος, ὁδηγοῦν στὴν ἁγιότητα. Ὁ κάθε δρόμος ἔχει τὶς δικές του δυσκολίες, τὰ προβλήματά του, τὶς παγίδες τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ καὶ τὶς ὀμορφιές του∙ τὴν γλυκύτητά του καὶ τὶς ἀνεπανάληπτες πνευματικὲς στιγμές.

Τόσον οἱ Μοναχοὶ, ὅσον καὶ οἱ ἔγγαμοι ποὺ βιώνουν τὴν κατὰ Χριστὸν ζωή καὶ πολιτεία εἶναι ἥρωες καὶ μάρτυρες μέσα στὴν κοινωνία καὶ μάλιστα στὴν ἐποχή μας, ἡ ὁποία οὐδόλως διευκολύνει τὶς προσπάθειες γιὰ πνευματικοὺς ἀναβαθμούς.

Δὲν θὰ ἀναφερθῶ σὲ Ἁγίους Ἀσκητὲς καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ θὰ ἀναφέρω παραδείγματα ἐγγάμων Ἁγίων, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ προαναφερθέν, τὰ ὁποῖα μᾶς βεβαιώνουν ὅτι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ περιλαμβάνει εὐωδέστατα ἄνθη, ζεύγη ἁγιόλεκτα, τὰ ὁποῖα μετά ἀπό ἀγῶνες καὶ θυσίες κατὰ Θεὸν, μετά ἀπό πνευματικὴ ζωή, ὁμολογία πίστεως, πόνους καὶ κόπους γιὰ τὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν τους καὶ πολλάκις μαρτύριο τοῦ αἵματος, κοσμοῦν τὸ οὐράνιο στερέωμα.
Τρανὰ παραδείγματα εἶναι:
1. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα, οἱ γονεῖς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
2. Ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ Ἐλισάβετ, οἱ γονεῖς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
3. Ὁ Ἀκύλας καὶ ἡ Πρίσκιλλα (ἑορτάζουν στὶς 13 Φεβρουαρίου).
4. Οἱ Μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Ἐμμέλεια, Νόνα καὶ Ἀνθοῦσα (Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τους τὴν Κυριακή, μετὰ τὴν Ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς).
5. Ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυς Εὐστάθιος μέ τήν σύζυγό του Θεοπίστη καί τά παιδιά τους (20 Σεπτεμβρίου).

Καὶ ἄλλους θὰ ἠδυνάμεθα νὰ ἀναφέρωμε, ἀλλὰ περιοριζόμεθα στοὺς παραπάνω καὶ θεωροῦμε πολὺ ὠφέλιμο νὰ κάνωμε λόγο γιὰ τόν ἀγῶνα καὶ τὶς ἀρετὲς ἐγγάμων Ἁγίων, διότι οἱ ἔγγαμοι ἀδελφοί μας σήμερα, ζοῦν σὲ δύσκολους καιροὺς καὶ σηκώνουν βαρὺ σταυρό, μεγαλώνοντας παιδιὰ μὲ δυσκολίες καί ἀντιμετωπίζοντας πλεῖστα προβλήματα.

Ὑποκλινόμεθα ἐνώπιον αὐτοῦ τοῦ ἀγῶνος καὶ ἐνθυμούμεθα τὸν ἀγῶνα τῶν ἰδικῶν μας γονέων, οἱ ὁποῖοι σὲ ἐποχὲς ἀκόμα πιὸ δύσκολες, ἀγωνίστηκαν καὶ κατώρθωσαν νὰ μᾶς ἀναθρέψουν μὲ τὰ νάματα τῆς πίστεως στὸ Θεὸ, ὥστε νὰ δυνηθοῦμε νὰ ὑπηρετήσωμε τὴν κοινωνία μας, ὁ καθεὶς ἀπὸ τὸ δικό του «μετερίζι» καὶ μὲ τὸν δικό του τρόπο κατὰ τὴν χάρη καὶ τὰ τάλαντα, τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ δοσμένα.

Σημειώνομε, λοιπόν, τά ἐξῆς, ἐνδεικτικά ὡς πρός τά ἐφόδια πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά νὰ σταθῇ ἕνα ζευγάρι στὰ πόδια του καὶ νὰ προχωρήσῃ ὑπερνικώντας τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς, φτάνοντας στόν ἁγιασμό καί τήν σωτηρία.

α) Ἡ ἀκλόνητη πίστη στὸ Θεὸ. Ὅταν τό σπίτι στηρίζεται σ’ αὐτή τήν βάση, ποτέ δέν θά πέσῃ, ὅπως λέγει ὁ ποιητής, μέ τόν δικό του τρόπο:
«Μή φοβηθεῖς τό σπίτι π’ ἄνοιξε
στήν γῆ βαθειά τά θέμελά του
κι ἄς ἔλθουν χίλιοι ἀνεμοστρόβιλοι
καί τήν σκεπή του ἄς ρίξουν κάτω».
( Ἰ. Πολέμης)

Ἄν ἀντιθέτως ὑπάρχουν μόνο τά ὑλικά ἀγαθά καί δέν ὑπάρχει ὁ θεμέλιος, ὅς ἐστιν Ἰησοῦς Χριστός, τό οἰκοδόμημα εὔκολα κατακρημνίζεται καί σωριάζεται σέ φρικτά ἐρείπια.

Αὐτὴ ἡ πίστη γεννᾶ τὴν ἀσφάλεια, τὴν προσευχή, τὴν βεβαιότητα τῆς εὐτυχίας, ἡ ὁποία διασφαλίζεται μὲ τὴν μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης ἡ πίστη στὸ Θεὸ γεννᾶ καὶ στηρίζει τὴν ἀγάπη μέσα στὸ γάμο, ἡ ὁποία κεῖται ὑπεράνω τῆς σαρκικῆς σχέσεως καί συναφείας καὶ ἐκφράζει τὴν θεμελιώδη ἀνθρώπινη ὑπόσταση σύμφωνα μὲ τὴν θεία Εἰκόνα. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὀνομάζει τὸν Γάμο, «Μυστήριο τῆς ἀγάπης». Κατ’ ἀντιστοιχίαν καὶ ὁ Μοναχισμὸς καλεῖται «θεῖον Μυστήριον τῆς ἀγάπης».

β) Ἡ ὑπομονή. Ἡ ζωή εἶναι δύσκολη και γι’ αὐτό χρειάζεται καρτερία, μέ τήν ὁποία τίποτε δέν μπορεῖ νά συγκριθῇ. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέγει περί τῆς ὑπομονῆς: «Ὑπομονῆς ἴσον οὐδέν, ἀλλά αὕτη μάλιστα ἐστίν ἡ βασιλίς τῶν ἀρετῶν, ὁ θεμέλιος τῶν κατορθωμάτων, λιμήν ὁ ἀκύμαντος, ἡ ἐν πολέμοις εἰρήνη, ἡ ἐν κλύδωνι γαλήνη» (Εἰς Ὀλυμπιάδα, Ἐπιστ. ΙΓ΄, 4δ, ΕΠΕ 37, 528)
Εἶναι ἄξιοι θαυμασμοῦ οἱ σύζυγοι, πού μέσα ἀπό πολλές θλίψεις καί δυσκολίες, ἀνέχεια ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ἄλλα δεινά, ἔφτασαν νά ζήσουν μαζί δεκάδες ἐτῶν, ἕως τῆς τελευτῆς τοῦ βίου των, καυχώμενοι γιά τόν ἀγῶνα τους καί τήν ἀνατροφή τῶν παιδιῶν τους. Εἶναι ἐπίσης ἄξιοι ἐπαίνου ὅσοι κατά τούς δύσκολους καιρούς μας, ἀνεβαίνουν μαζί τό δύσκολο δρόμο τῆς ζωῆς γιά νά φτάσουν, μέσα ἀπό τούς ἀγῶνες τῆς εὐλογημένης συζυγίας, στήν θέωση.

γ) Ἡ ταπείνωση, ἡ ὁποία εἶναι λίθος ἄσειστος στό οἰκοδόμημα τῆς οἰκογένειας. Δέν ζεῖ ὁ καθένας γιά τόν ἑαυτό του, ἀλλά ὅλοι μαζί, ὡς κοινωνία προσώπων, μέσα στήν οἰκογένεια. Ἡ ἀρετή αὐτή πρέπει νά ὑπηρετῆται καί νά καλλιεργῆται ἀπό τούς συζύγους πρῶτον, ὥστε καί τά παιδιά νά χαίρωνται στήν ἀτμόσφαιρα τῆς γαλήνης πού προσφέρει ἡ ταπείνωση, ἀφοῦ δι’ αὐτῆς κατανικῶνται τά πάθη.
«Πόσα οὖν τίκτει ὑμῖν ἀγαθά ἡ ταπεινοφροσύνη; Τί βούλει;Τό ἀνεξίκακον, τό ἀόργητον, τό φιλάνθρωπον, τό νήπτικόν, τό προσεκτικόν...» (Εἰς Φιλιπ., Ὁμιλ. Η΄, 5, ΕΠΕ 21, 554). Ἀντιθέτως ὁ ἐγωϊσμός γκρεμίζει τίς σχέσεις, καταστρέφει τήν κοινωνία, ξεθεμελιώνει τά σπίτια, διαλύει τίς συζυγίες.

Φαίνεται, λοιπόν, ἀπό ὅσα ἀναφέραμε παραπάνω, ἀλλά μαρτυρεῖται καί ἀπό τήν ἰδια τήν ζωή, ὅτι καί μέσα στό γάμο ὄχι μόνο εἶναι δυνατόν, ἀλλά ἐπιβάλλεται νά ὑπάρχῃ πνευματική ἄσκηση, ἀφ’ ἑνός μέν γιά τήν εὐτυχία καί τήν προκοπή τῶν συζύγων καί ὅλης τῆς οἰκογενείας, ἀφ’ ἑτέρου δέ γιά τόν στέφανον παρά Κυρίου, πού δίδεται στούς ἀγωνιστάς, οἱ ὁποῖοι νομίμως ἀθλοῦνται στῆς ζωῆς τό στάδιο.

Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, σχετικά μέ τό θέμα μας, πάλι γίνεται δάσκαλός μας. «Μή κώλυμα (τῆς ἁγιότητος) ὁ γάμος;... Ὁ Προφήτης οὐ γυναῖκα εἶχε; Καί οὐκ ἐγένετο κώλυμα τοῦ πνεύματος ὁ γάμος.. Ὁ Μωυσῆς οὐ γυναῖκα ἔσχε; Καί πέτρας ἔρρηξε καί ἀέρα μετέβαλε καί Θεοῦ διελέγετο καί θεήλατον ὀργήν ἀνέστειλεν. Τί δέ Πέτρος, ἡ κρηπίς τῆς Ἐκκλησίας, ὁ μανικός ἐραστής τοῦ Χριστοῦ... ὁ τήν οἰκουμένην περιδραμῶν καί σαγηνεύσας τήν θάλασσαν... οὐκ εἶχε καί οὖτος γυναῖκα;Ναί εἶχεν» ( Εἰς Ἠσ. ὁμιλ. Δ΄, 2,3 ΕΠΕ 8Α,388).

Πιστεύομε, ὅτι πρέπει οἱ νέοι ἄνθρωποι νά πάρουν στά σοβαρά τήν ὑπόθεση τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου καί νά ἀντιληφθοῦν ὅτι ὁ Γάμος μέ ἀσφάλεια καί σιγουριά, ὅπως καί ἡ μοναχική Πολιτεία, ὁδηγεῖ στόν ἁγιασμό καί τήν κατά Χριστόν Ἰησοῦν τελείωση. Οἱ ἐπιπολαιότητες σχετικά μέ τό, ὡς εἴρηται θέμα, ὁδηγοῦν σέ τραγικά ναυάγια καί τούς συζύγους καί ὁλόκληρη τήν οἰκογένεια.

Ὁ Ἱερέας, ὅταν τελειώνῃ τὸ Μυστήριο τοῦ Γάμου, λέγει τὴν εὐχή: «Παράλαβε ( Κύριε) τοὺς στεφάνους αὐτῶν ἐν τῇ Βασιλεία σου...».

Ὁ ἀπώτερος σκοπὸς τοῦ Γάμου εἶναι νὰ βοηθήσῃ τοὺς συζύγους, διά τῆς ἀμοιβαίας καὶ ἀδιαπτώτου ἀγάπης, τῆς κοινῆς μαρτυρικῆς πορείας καὶ ἀσκητικῆς ζωῆς, διά τῆς δημιουργίας ἀπογόνων, ἐφ’ ὅσον δώσει ὁ Θεὸς αὐτὴ τὴν εὐλογία, ὥστε νὰ εἰσέλθουν στὴν Οὐράνια καὶ ἀτελεύτητη Βασιλεία Του.
Δέν μπορεῖ νά σταθῇ σπίτι χωρίς Χριστό, χωρίς ὑπομονή, ταπείνωση, ἀγάπη, προσευχή, πνευματικό ἀγῶνα. Νά λοιπόν, πῶς μέσα ἀπό τήν ἄσκηση τοῦ Γάμου ἁγίασαν, ἁγιάζουν καί θά ἁγιάζουν ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος, τά εὐλογημένα ἀνδρόγυνα.

Τὶς σκέψεις αὐτὲς ἀφιερώνομε μὲ πολλὴ πατρικὴ ἀγάπη σὲ ὅλους τους ἀδελφούς μας, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται μέσα ἀπὸ τὸν τίμιο Γάμο γιὰ τόν ἁγιασμό καί τήν θέωση.

Τοὺς προβάλλομε ὡς παραδείγματα μιμήσεως σὲ ὅσους δὲν βλέπουν τὸν Γάμο ὡς δρόμο ἁγιότητος, ἀλλὰ ὡς ἕνα προσωρινὸ σταθμὸ, ἢ ὡς μιά πρόσκαιρη κατάσταση στὴ ζωή τους. Κυρίως στὰ παιδιά μας ποὺ ἑτοιμάζονται νὰ ἔλθουν εἰς Γάμου κοινωνίαν, ὥστε νὰ ὁλοκληρωθοῦν ὡς προσωπικότητες, κερδίζοντας ὄχι μόνο τοὺς ἐπιγείους ἄθλους, ἀλλὰ καὶ τοὺς οὐρανίους στεφάνους.

Τέλος, παρακαλοῦμε ὅλους τούς, «ἐν τῷ μοναχικῷ βίῳ ἐνασκουμένους καὶ ἱερῶς ἡσυχάζοντας», στὶς προσευχὲς καὶ τὶς λιτὲς των, νὰ μνημονεύουν καὶ τῶν ἐν τιμίῳ Γάμῳ διαβιούντων ἀδελφῶν μας καὶ νά δέωνται ὑπὲρ σωτηρίας τῶν κλυδωνιζομένων ἕνεκα, ὀλιγοπιστίας, ἐλλείψεως ἀγάπης καὶ ὑπομονῆς οἰκογενειῶν, ὥστε νὰ ἔλθουν εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς Ἀληθείας καί νά σωθοῦν.

http://www.anaplastiki.gr/2012/08/blog- ... FRs7q5MgoN



Άβαταρ μέλους
Achilleas
Δημοσιεύσεις: 2082
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm

Re: Το Μυστήριο του Γάμου

Δημοσίευσηαπό Achilleas » Τετ Απρ 17, 2013 9:32 pm

Η ακολουθία του αρραβώνα και η καθιέρωση του θρησκευτικού γάμου

Εικόνα

Η Ακολουθία των μνήστρων ή αλλιώς του αρραβώνα καθιερώθηκε ως ξεχωριστή ακολουθία από αυτή του γάμου στα χρόνια του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Αλεξίου του Κομνηνού κατά το έτος 1084. Η Ακολουθία του αρραβώνα είναι κατά κάποιο τρόπο το προοίμιο, η προεισαγωγή της Ακολουθίας του στεφανώματος. Από την πρώτη κιόλας διατύπωση του σχετικού εισαγωγικού σημειώματος του Ευχολογίου «μετά τήν θείαν Λειτουργίαν… παρίστανται οἱ μέλλοντες ζεύγνυσθαι πρό τῶν ἁγίων Θυρῶν» μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η Ακολουθία του αρραβώνα, ως ιδιαίτερη από αυτή του στεφανώματος, τελούνταν παλιότερα μέσα στον ιερό ναό και μετά τη Θεία Λειτουργία, στον ιερότερο δηλαδή τόπο και την καταλληλότερη στιγμή, προκειμένου να ευλογηθεί και να προσλάβει την απαραίτητη δημοσιότητα ο δεσμός των μελλονύμφων.

Σήμερα όμως επικράτησε η συνήθεια οι δύο Ακολουθίες να τελούνται μαζί σαν μία ενιαία Ακολουθία, γνωστή γενικά ως Ακολουθία του μυστηρίου του γάμου· συνήθεια που υπήρχε εξάλλου και πριν από τον Κομνηνό. Διότι η Εκκλησία από τα πρώτα χρόνια της συστάσεώς της φαίνεται πως ευλογούσε το γάμο των τέκνων της και θα καθόρισε κάποιο απλό τελετουργικό τύπο γάμου. Σ’ αυτό τουλάχιστο το συμπέρασμα θα μπορούσε να καταλήξει κανείς μελετώντας τα ιερά κείμενα της Κ.Δ., στα οποία τονίζεται η πνευματικότητα του γάμου, γίνεται λόγος για τα καθήκοντα των συζύγων και των λοιπών μελών της οικογένειας και γενικά εξαίρεται και εξυψώνεται ο γάμος των μελών της Εκκλησίας του Χριστού σε σύγκριση μάλιστα και αντιπαραβοή προς το γάμο των μη χριστιανών που οι αντιλήψεις τους για το γάμο ήταν διαφορετικές και κατώτερες οπωσδήποτε (πρβλ. και τη γνωστή επιστολή προς Διόγνητον, κεφ. 5).

Η μετέπειτα εκκλησιαστική παράδοση μαρτυρεί ότι ο γάμος ως μυστηριακή πράξη έχει προέλευση αποστολική. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει από πληροφορίες που μας παρέχουν με τα συγγράμματά τους διάφοροι εκκλησιαστικοί Πατέρες και συγγραφείς από τος πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Έτσι, π.χ. ο Ιγνάτιος, επίσκοπος της Αντιόχειας, έχει τη γνώμη ότι ο γάμος πρέπει να τελείται «μετά γνώμης τοῦ ἐπισκόπου», ύστερα δηλαδή από επισκοπική άδεια. Οι μεγάλοι Αλεξανδρινοί θεολόγοι, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και ο πολύς Ωριγένης, μιλούν για το χριστιανικό γάμο, τονίζοντας ο πρώτος από αυτούς ότι ο γάμος «ἁγιάζεται κατά λόγον (με ευλογία δηλ.) τελειούμενος» και ο δεύτερος υποστηρίζοντας ότι ο χριστιανικός γάμος διατελεί στη σφαίρα της Θείας Χάρης. Για το χριστιανικό γάμο μιλούν και οι εκκλησιαστικοί πατέρες της Δύσης, όπως ο Τερτυλλιανός, ο Αμβρόσιος, ο Αυγουστίνος κ.α. Ο πρώτος από αυτούς βεβαιώνει ότι το γάμο συνάπτει η Εκκλησία και τον επισφραγίζει η ευλογία.

Οι τρεις μεγάλοι Ιεράρχες της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν παρέλειψαν να πουν τη γνώμη τους για το χριστιανικό γάμο. Έτσι ο Μ. Βασίλειος υποστηρίζει ότι η ένωση των συζύγων «ἁγιάζεται διά τῆς εὐλογίας» και χαρακτηρίζεται ο γάμος ως «ὁ διά τῆς εὐλογίας ζυγός». Από επιστολή του Γρηγορίου του Θεολόγου μαθαίνουμε ότι κατά την τέλεση του γάμου γινόταν «σύναψις τῶν χειρῶν» των νεονύμφων, ενώ ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά στους χριστιανούς «ἱερέας καλεῖν καί δι᾿ εὐχῶν καί εὐλογιῶν τήν ὁμόνοιαν τοῦ συνοικεσίου συσφίγγειν», πληροφορία που μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η ιερατική ευλογία παρεχόταν όχι μόνο κατά την τέλεση του γάμου αλλά και κατά τη μνηστεία, το αρραβώνιασμα δηλαδή.

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι βρέθηκαν ακόμη και παραστάσεις νεονύμφων με το Χριστό στη μέση να τους στεφανώνει και να τους ευλογεί ως «νυμφαγωγός», ενώ παλιά Ευχολόγια μαζί με διάφορες άλλες ιερουργίες συμπεριλαμβάνουν και διάφορους τύπους ιερολογίας γάμου.

Με την πάροδο του χρόνου, από τα χρόνια του Ιουστινιανού ήδη, άρχισε η Πολιτεία να αποβλέπει στη συνεργασία της με την Εκκλησία, διότι έβλεπε πως η επίδραση των αρχών του Ευαγγελίου στη δημιουργία σωστών οικογενειών και κατ’ επέκταση καλών πολιτών ήταν ευεργετική. Έτσι στην ΟΔ’ (74) Νεαρά του Ιουστινιανού (έτος 538) οριζόταν ότι προς επίσημη αναγνώριση του γάμου απαιτούνταν μετάβαση των νεονύφων «πρός τινα τῶν εὐκτηρίων οἴκων» και μαρτυρία τριών ή τεσσάρων κληρικών ότι οι ελθόντες «εἰς γάμου κοινωνίαν» «συνηρμόσθησαν ἀλλήλοις» σύμφωνα με τη διάταξη της Εκλησίας. Πολύ αργότερα όμως σημειώθηκε οριστική στροφή της Πολιτείας προς την Εκκλησία (έτος 893). Έτσι η ΠΘ’ (89) Νεαρά Λέοντος του Σοφού θεωρούσε νόμιμο το γάμο που ευλογούσε η Εκκλησία. Από τότε και μετά οι μαρτυρίες για ευλογία του γάμου από τον κλήρο είναι όλο και πιο σαφείς.

Η εκκλησιαστική λοιπόν ευλογία με το πέρασμα του χρόνου θεωρήθηκε και από την Πολιτεία σαν ουσιωδέστατο στοιχείο της νομιμοποιήσεως του γάμου. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η αναγνώριση του θρησκευτικού γάμου από την Πολιτεία ως μοναδικού τύπου γάμου δεν έγινε απλώς και μόνο για λόγους σκοπιμότητας, όπως ειπώθηκε παραπάνω, αλλά κυρίως επειδή η Πολιτεία παραδεχόταν και αναγνώριζε τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας σχετικά με το θεοσύστατο θεσμό του γάμου.

Οι όροι «μνήστρα» και «αρραβών»
Ο όρος «μνῆστρον» (το) και στον πληθυντικό «τά μνῆστρα» στην εκκλησιαστική και λειτουργική γλώσσα είναι συνώνυμος του όρου αρραβών. Σημαίνουν και οι δυο την αμοιβαία υπόσχεση συνάψεως γάμου και τα δώρα που ανταλλάσουν μεταξύ τους οι μνηστευόμενοι και ιδίως τους δακτύλιους αρραβώνες, τα δαχτυλίδια. Τα δαχτυλίδια, ή αλλιώς βέρες, δίνονται και φοριούνται από το μνηστήρα και τη μνηστή σαν σημείο και απόδειξη της υπόσχεσης που έδωσαν για την τέλεση του μελλοντικού γάμου τους. Η λέξη μνήστρον έχει αρχαιοελληνική προέλευση· προέρχεται από το ρήμα «μνάομαι» που σημαίνει μνηστεύομαι. Η λέξη αρραβών έχει ληφθεί από τις σημιτικές γλώσσες και σημαίνει κυρίως προκαταβολή ή εγγύηση για εξασφάλιση συμφωνίας, κοινώς καπάρο.

Η βαθύτερη σημασία του εισαγωγικού σημειώματος της Ακολουθίας του Αρραβώνα
Τα διαλαμβανόμενα στην πρώτη παράγραφο του προεισαγωγικού σημειώματος δεν είναι χωρίς σημασία. Αντίθετα μάλιστα· το καθετί κρύβει ένα βαθύ νόημα. Θα μπορούσαμε να σημειώσουμε με κάθε δυνατή συντομία τα εξής· Οι νεόνυμφοι έρχονται στο ναό, που είναι ο επισημότερος και ιερότερος τόπος, να ζητήσουν από το Λειτουργό του Υψίστου να ευλογήσει το δεσμό τους. Είναι η ώρα μετά τη Θεία Λειτουργία και κόσμος πολύς θα παρακολουθήσει τη σχετική ιεροπραξία· έτσι ο μελλοντικός δεσμός τους αποκτά τη δημοσιότητα που επιβάλλεται να αποκτήσει· γιατί τα αποτελέσματα του δεσμού τους δεν αφορούν μόνο αυτούς· θα έχουν αντίκτυπο στην ευρύτερη κοινωνία, μέσα στην οποία θα ζήσουν και θα δημιουργήσουν οικογένεια.

Στέκονται με ευλάβεια «πρό τῶν ἁγίων θυρῶν» και περιμένουν τον Ιερέα να τους οδηγήσει μέσα στο ναό. Η «ἐκ δεξιῶν» θέση του άντρα συμβολίζει ότι αυτός έχει το προβάδισμα· αυτός είναι η κεφαλή· κι αυτό γίνεται όχι για να μειωθεί η γυναίκα, αλλά για την εξασφάλιση της ομαλής συμβίωσης. Προβλέπεται χρυσό δαχτυλίδι για τον άντρα, αργυρό για τη γυναίκα. Πολλοί αυτό το εξηγούν ως εξής· ο άντρας συμβολίζει τον ήλιο, ενώ η γυναίκα τη σελήνη που δανείζεται το φως από τον ήλιο. Όπως όμως είναι γνωτό σ’ όλους μας, με τον καιρό τα δαχτυλίδια επικράτησε να είναι χρυσά και για τους δύο νεόνυμφους. Το γεγονός της απόθεσης των δαχτυλιδιών στην Αγία Τράπεζα σημαίνει πως είναι ήδη καθαγιασμένα. Η κλίση του χρυσού δαχτυλιδιού προς τα αριστερά και του αργυρού προς τα δεξιά και η τοποθέτησή του ενός πολύ κοντά στο άλλο, «σύνεγγυς ἀλλήλων», συμβολίζουν το ενδιαφέρον που πρέπει να δείχνει ο ένας για τον άλλο και το πόσο κοντά πρέπει να βρίσκεται ο ένας στον άλλο για να ζήσουν αρμονικά και να στηρίζουν ο ένας τον άλλο στον δύσκολο αγώνα της ζωής.

Ο Ιερέας έρχεται από το ιερό στο νάρθηκα, που άλλοτε ήταν ο χώρος των κατηχουμένων, ευλογεί προκαταβολικά τους νεονύμφους σχηματίζοντας το σημείο του σταυρού πάνω από τα κεφάλια τους και τους δίνει στο χέρι «κηρούς ἁπτομένους»· με τα αναμμένα κεριά που τους δίνει στο χέρι έχουμε το συμβολισμό των «φρονίμων παρθένων» της γνωστής ευαγγελικής περικοπής· έτσι δηλαδή να αξιωθούν οι νεόνυμφοι να υποδεχθούν τον Κύριο στον παρόντα βίο, αλλά και στο μέλλοντα, ως φρόνιμοι και συνετοί και προνοητικοί και όχι ως ανόητοι, επιπόλαιοι και μωροί. Ύστερα τους οδηγεί στον κυρίως Ναό και τους «θυμιᾷ σταυροειδῶς», για να τους απαλλάξει «ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος», από κάθε σατανική επήρεια και βλαβερή επενέργεια και έτσι, εξαγνισμένοι, να παρακολουθήσουν την ιερολογία του αρραβώνα.
Η αμοιβαία συναίνεση των μελλονύμφων όρος απαραίτητος για την τέλεση της Ακολουθίας του Αρραβώνα

«Καί ἐρωτᾷ αὐτούς ὁ Ἱερεύς, πρός ὁμολογίαν, ἐάν θέλῃ ἡ νύμφη τόν νυμφίον· ὁμοίως καί ὁ νυμφίος τήν νύμφην»*· Απαραίτητη προϋπόθεση για να αρχίσει και πραγματοποιηθεί η Ακολουθία του αρραβώνα, και συφικά του γάμου, είναι η αμοιβαία συναίνεση του γαμπρού και της νύφης για το δεσμό τους. Γι’αυτό και τους καλεί ο Ιερέας να ομολογήσουν αν ο ένας θέλει τον άλλο. Και μόνο σε καταφατική απάντηση και των δύο, μόνο τότε αρχίζει η Ακολουθία. Επειδή όμως η αμοιβαία συναίνεση πολλές φορές δεν είναι καρπός σοβαρού προβληματισμού και πολλής σκέψεως, αλλά επιπόλαιη και επιφανειακή, γι’αυτό επιβάλλεται, κατά κοινή ο ομολογία, μεγάλη προσοχή στην εκλογή του συντρόφου.

Βασικές προϋποθέσεις και απαραίτητοι όροι για ένα μόνιμο δεσμό και για μια ευδόκιμη συζυγία είναι κυρίως δύο· η αμοιβαία κλίση και συμπάθεια, η έλξη δηλ. η ερωτική των νεονύμφων, και η συμφωνία φρονημάτων και διαθέσεων, η συμφωνία δηλαδή των χαρακτήρων τους. Βεβαίως υπάρχει και η άποψη πως οι προϋποθέσεις αυτές δεν είναι και τόσο απαραίτητες, αφού στο γάμο ο δυνατότερος και τελειότερος καλείται να αναπληρώσει τις ελλείψεις και να θεραπεύσει τα ελαττώματα του άλλου, σύμφωνα εξάλλου και με το παράγγελμα του αποστόλου Παύλου· «ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοί τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν» (Ρωμ. ιε´, 1) ή το άλλο· «ἀλλήλων τά βάρη βαστάζετε, καί οὕτως ἀναπληρώσατε τόν νόμον τοῦ Χριστοῦ» (Γαλάτας στ´, 2)*.

Επειδή όμως η σκληρή πραγματικότητα διδάσκει πως μια τέτοια αναπλήρωση και θεραπεία δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση, γι᾿ αυτό πρέπει να θεωρήσουμε ως ασφαλέστερο το να αποβλέπουμε από πριν στο συμπλησιασμό και τη συμφωνία των χαρακτήρων· αυτό υπόσχεται αρμονικότερη τη συμβίωση και παρέχει χώρο και για αμοιβαία συμπλήρωση και αναπλήρωση των ελλείψεων. Επομένως θα μπορούσαμε να πούμε πως και στο θέμα της εκλογής συντρόφου έχει εφαρμογή το αρχαίο εκείνο παράγγελμα «τήν κατά σαυτόν ἔλα» (προστακτική του ρήμ. ἐλάω =ἐλαύνω) για τον άντρα ή (κατά τροποποίηση) «τόν κατά σαυτήν ἔλα» για τη γυναίκα, αν βέβαια αυτό το εκλάβουμε υπό την ευρύτερη έννοια του συμπλησιασμού των ομοίων. Διαφορετικά η αθέτηση αυτού, με όποιο τρόπο κι αν γίνεται, η επιπολαιότητα, η βιασύνη, ο πειραματισμός σε ένα τέτοιο σοβαρότατο θέμα, υπάρχει το ενδεχόμενο, αν όχι η βεβαιότητα, να οδηγήσει σε καταστάσεις που ελάχιστα συντελούν στη γαλήνη του οικογενειακού βίου (βλ. Β. Αντωνιάδη «Ἐγχειρίδιον κατά Χριστόν Ἠθικῆς», τόμος Β´, Εἰδικόν Μέρος, ἐν Κων/πόλει 1927, σ. 248).

Συμπερασματικά λοιπόν και σε γενικές γραμμές θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως, για να ευδοκιμήσει ένας δεσμός και αποβεί ευτυχής μια συζυγία, μέριμνα και φροντίδα καθενός από τους υποψηφίους για γάμο – όσο βέβαια αυτό εξαρτάται από τις δικές του δυνάμεις και στο μέτρο που μπορεί να αντιμετωπίσει με γνώμονα τη λογική ψύχραιμα και ανεπηρέαστα από οποιουσδήποτε συναισθηματισμούς το θέμα της εκλογής – πρέπει να είναι η αναζήτηση τέτοιου συντρόφου που κοντά του κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης οι αρετές του, οι καλές του πλευρές και τα οποιαδήποτε χαρίσματα, με τα οποία τον προίκισε ο Δημιουργός, να μη μείνουν αδρανή και ανενεργά αλλά να καλλιεργηθούν ακόμα περισσότερο και να αποδώσουν, κατά την ευαγγελική ρήση, «καρπόν ἑκατονταπλασίονα» (Λουκ. η´, 8).

Και το σπουδαιότερο· επειδή κάθε άνθρωπος έχει και ελαττώματα και αδυναμίες, ο καθένας από τους υποψησίους θα πρέπει να επιδιώκει, στο μέτρο βέβαια του δυνατού, να είναι τέτοιος ο μέλλων σύντροφός του ώστε κοντά του με τη συνεργασία και την καλή διάθεση οι οποιεσδήποτε αδυναμίες του να βρουν τη θεραπεία τους και, αν είναι δυνατό, προοδευτικά εντελώς να απαλειφθούν. Έτσι, με την αλληλοσυμπλήρωση των συντρόφων, θα σφυρηλατηθεί ο χαρακτήρας τους μέσα από την πολύπλευρη έγγαμη συμβίωση, θα λάμψουν περισσότερο οι προϋπάρχουσες αρετές τους και θα μειωθούν στο ελάχιστο τα ελαττώματά τους· θα πραγματοποιηθεί μ’ άλλα λόγια η ολοκλήρωση των συζύγων ως χαρακτήρων και θα οδηγηθούν στη σωτηριώδη τελείωση στην οποία βέβαια, σαν σε τελικό στόχο, αποβλέπει ο θρησκευτικός γάμος.

Πάντως, για να επανέλθουμε στο σημείο απ’ όπου ξεκινήσαμε, η αμοιβαία συναίνεση των μελλονύμφων για το δεσμό τους, που ορθότατα όχι μόνο όλοι οι λογικοί και πολιτισμένοι άνθρωποι αλλά και η ίδια η Εκκλησία τη θεωρούν απαραίτητη πρϋπόθεση για την τέλεση του μυστηρίου του γάμου, ανατρέχει σε χρόνους αρχαιότατους, αφού στην Π.Δ. ακόμη βλέπουμε τους οικείους της Ρεβέκκας να τη στέλνουν με τον υπηρέτη του Αβραάμ ως σύζυγο του Ισαάκ μόνο ύστερα από τη συγκατάθεσή της· «Καλέσωμεν τήν παῖδα καί ἐρωτήσωμεν τό στόμα αὐτῆς. Καί ἐκάλεσαν Ρεβέκκαν καί εἶπαν αὐτῇ· Πορεύσῃ μετά τοῦ ἀνθρώπου τούτου; ἡ δέ εἶπεν· Πορεύσομαι. Καί ἐξέπεμψαν Ρεβέκκαν…» (Γεν. 24, 57-59).
Η σημασία της εβραϊκής λέξεως «ἀμήν»

5. Αμήν. Λέξη εβραϊκή. Υπήρχε συνήθεια στην εβραϊκή Συναγωγή οι παρόντες να κλείνουν κάθε ευχή με το αμήν. Η συνήθεια αυτή μεταφυτεύτηκε στη χριστιανική Εκκλησία από τους αποστολικούς ακόμη χρόνους. Στη γλώσσα των διάφορων Ακολουθιών της Εκκλησίας μας το αμήν έχει σημασία επιρρηματική και σημαίνει· αληθώς, αληθινά, αλήθεια, έτσι είναι ή· έτσι ας γίνει, μακάρι να γίνει, γένοιτο. Είναι δηλαδή συναίνεση και επιβεβαίωση όσων προηγουμένως έχουν λεχθεί η έκφραση ευχής και ζωηρού πόθου για την πραγματοποίηση αυτών που ειπώθηκαν. Λέγεται και ψάλλεται από το Χορό των ψαλτών που αντιπροσωπεύει το λαό των πιστών που παρακολουθούν την Ακολουθία, πολλές όμως φορές και από τους ίδιους τους πιστούς.
«Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν»

6. «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Η σειρά των δεήσεων που ακολουθούν και εκφωνούνται συνήθως από το Διάκονο λέγεται Συναπτή. Βλ. σχολ. αριθ. 10 της Ακολουθίας του στεφανώματος.
Η τεκνογονία στο γάμο είναι θέλημα και δωρεά του Θεού, συμπληρώνει την ευτυχία των νεονύμφων και συντελεί στην πνευματική τους τελείωση και σωτηρία

7. «Ὑπέρ τοῦ παρασχεθῆναι αὐτοῖς τέκνα εἰς διαδοχήν γένους, καί πάντα τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα». Η απόκτηση τέκνων μέσα από το γάμο είναι διακαής πόθος των νεονύμφων και η δημιουργία οικογένειας συντελεί στην ολοκλήρωση της ευτυχίας τους. Με την τεκνογονία οι νεόνυμφοι δε συνεχίζουν απλά και μόνο το δικό τους γένος, αλλά γίνονται γενικότερα συνεχιστές του ανθρώπινου γένους, συνεχιστές δηλαδή ενός έργου που εμπιστεύθηκε στους ανθρώπους ο ίδιος ο Θεός σύμφωνα με τη διδασκαλία των Ιερών Γραφών και των Πατέρων της Εκκλησίας. Με τη δημιουργία απογόνων γίνονται αποδέκτες του θείου θελήματος (πρβλ. την εντολή του Θεού προς τους πρωτοπλάστους «αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε…» Γεν. 1, 28) και της αξετίμητης δωρεάς να συνεχίσουν αυτοί το έργο του Δημιουργού, συντελώντας έτσι στην αύξηση των μελών της Εκκλησίας και στη δόξα του Τριαδικού Θεού.

Στο αίτημα για απόκτηση τέκνων από τους νεονύμφους που διατυπώνεται στο σημείο τούτο της Συναπτής, ανεξάρτητα αν αυτό δεν πραγματοποιείται πάντοτε, επανέρχεται συχνά πυκνά ο Λειτουργός κατά τη διάρκεια της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου. Παραθέτουμε εδώ συγκεντρωμένα τα χαρακτηριστικότερα χωρία της Ακολουθίας που αναφέρονται στο θέμα και διακρίνονται για την εκφραστική τους ποικιλία· «Παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή εἰς… διαδοχήν τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων» (τελευταία ευχή της Ακολουθίας του αρραβώνα)· «οἱ υἱοί σου ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν, κύκλῳ τῆς τραπέζης σου», «καί ἴδοις υἱούς τῶν υἱῶν σου» (στίχοι από τον 127 Ψαλμό με τον οποίο αρχίζει η Ακολουθία του στεφανώματος)· «ὑπέρ τοῦ παρασχεθῆναι αὐτοῖς… καρπόν κοιλίας πρός τό συμφέρον», «ὑπέρ τοῦ εὐφρανθῆναι αὐτούς ἐν ὁράσει υἱῶν καί θυγατέρων», «ὑπέρ τοῦ δωρηθῆναι αὐτοῖς εὐτεκνίας ἀπόλαυσιν» (αιτήσεις της Συναπτής)· «σόν θέλημά ἐστιν ἡ ἔννομος συζυγία καί ἡ ἐξ αὐτῆς παιδοποιία», «παράσχου τοῖς δούλοις σου τούτοις… σπέρμα μακρόβιον, τήν ἐπὶ τέκνοις χάριν», «ἀξίωσον αὐτούς ἰδεῖν τέκνα τέκνων» (Α´ μεγάλη Ευχή ευλογίας, όπου προβάλλονται και ευλογημένα αντρόγυνα της Αγίας Γραφής και γίνεται μνεία του ευλογημένου «τόκου» τους)· «δός αὐτοῖς καρπόν κοιλίας, καλλιτεκνίαν», «καί ἴδωσιν υἱούς τῶν υἱῶν αὐτῶν, ὡς νεόφυτα ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης αὐτῶν» (Β´ μεγάλη Ευχή ευλογίας)· «χάρισαι αὐτοῖς καρπόν κοιλίας, εὐτεκνίας ἀπόλαυσιν» (Γ´ Ευχή ευλογίας)· «πληθύνθητι ὡς ὁ Ἰακώβ», «πληθύνθητι ὡς ἡ Ραχήλ» (από τις προσωπικές ευχές κατά την «ἔπαρση» των στεφάνων του Νυμφίου και της Νύμφης αντίστοιχα)· «ἡ παναγία… Τριάς… παράσχοι ὑμῖν… εὐτεκνίαν» (ευχή μετά την «ἄρση» των στεφάνων) κ.α.

Με τις συχνές αυτές αναφορές δηλώνεται κατηγορηματικά ότι η τεκνογονία στο γάμο είναι θέλημα Θεού και δωρεά ιδιαίτερα τιμητική για τους νεονύμφους· προβάλλεται ως υποχρέωση και καθήκον των νεονύμφων και τονίζεται εμφαντικά πως η απόκτηση τέκνων είναι συμπλήρωμα της ευτυχίας τους. Δικαίως λοιπόν η Εκκλησία μας δέχεται ότι σκοπός του γάμου είναι η τεκνογονία και δικαιολογείται απόλυτα το επίμονο αίτημα του Λειτουργού προς τον αγαθό οικονόμο και «δοτήρα πάντων τῶν ἀγαθῶν» να χαρίσει στους νεονύμφους τέκνα και πλούσια τη χάρη του και την ευλογία. Αυτή όμως η απόκτηση τέκνων δεν μπορεί στην ουσία να είναι ούτε αυτοσκοπός ούτε ο μόνος σκοπός του γάμου· άλλωστε για διάφορους λόγους δεν πραγματοποιείται πάντοτε και η στειρότητα είναι ένα αρκετά σύνηθες φαινόμενο. Απομένει επομένως να δούμε πώς και γιατί η τεκνογονία εντάσσεται στα πλαίσια της αγωνιστικής πορείας του αντρόγυνου προς την πνευματική τελείωση και σωτηρία του που είναι ο άλλος, πρώτος και κύριος θα λέγαμε, σκοπός του γάμου.

Άν λοιπόν λάβουμε υπόψη μας ότι ο Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι» (Α´ Τιμ. β´, 4) και το γεγονός ότι παρέχει στον κάθε άνθρωπο άφθονες και ποικίλες ευκαιρίες για τη σωτηρία του· αν ο γάμος τελικά, όπως πιστεύει η Εκκλησία μας, αποβλέπει στην πνευματική τελείωση και τη σωτηρία του αντρόγυνου με την καλλιέργεια πνεύματος αλληλοσεβασμού, αλληλοβοήθειας και αλληλοσυμπλήρωσης των συζύγων, πνεύματος αμοιβαίας κατανόησης, ανοχής και αγάπης ανυπόκριτης και με την τιθάσευση των παθών και την απάρνηση του εγώ, τότε απερίφραστα και επιγραμματικά μπορούμε να πούμε ότι και τα τέκνα, χωρίς αμφιβολία, με τις φροντίδες και τους λεπτούς χειρισμούς που χρειάζονται κατά την ανατροφή τους και τη διαπαιδαγώγηση, με την, απαραίτητη πολλές φορές, αυταπάρνηση και αυτοθυσία των γονέων, συντελούν κι αυτά και συνεισφέρουν σ᾿ αυτή την τελείωση και τη σωτηρία του αντρόγυνου.

Μ᾿ αυτό μόνο τον τρόπο αν δούμε το θέμα της τεκνογονίας, θα καταλάβουμε το βαθύτερο νόημα του αιτήματος της Συναπτής της Ακολουθίας του γάμου «ὑπέρ τοῦ παρασχεθῆναι αὐτοῖς… καρπόν κοιλίας πρός τό συμφέρον» (η υπογράμμιση δική μου)· γιατί αναντίρρητα εδώ πρόκειται για το συμφέρον της ψυχής, για τη σωτηρία των νεονύμφων· αυτό άλλωστε είναι κατά κανόνα το νόημα του όρου «συμφέρον» στη γλώσσα την εκκλησιαστική (πρβλ· «τό συμφέρον ποίησον», «πρός τό συμφέρον τῆς αἰτήσεως», «τά καλά καί συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν» από τις Ακολουθίες του Παρακλ. Κανόνα και της Θ. Λειτουργίας).

Έτσι ακόμη μπορούμε να κατανοήσουμε τον αποστολικό λόγο «σωθήσεται δέ (γυνή) διά τῆς τεκνογονίας» (Α´ Τιμ. β, 15), ένα λόγο, ο οποίος, σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν παραπάνω και τη συμμαρτυρία της πείρας, ισχύει βεβαίως εξίσου τόσο για τη γυναίκα όσο και για τον άντρα, για το αντρόγυνο δηλαδή, που μαζί μοχθεί για τα τέκνα και μέσω των τέκνων ποικιλοτρόπως δοκιμάζεται «ὡς ἐν πυρί» η γνησιότητα των αρετών των γονέων. Βλ. και παρακάτω σχολ. αρ. 20, καθώς και τα σχόλια αριθ. 11, 12 και 25 της Ακολουθίας του στεφανώματος.
Η «τελεία ἀγάπη»

8. «Ὑπέρ τοῦ καταπεμφθῆναι αὐτοῖς ἀγάπην τελείαν, εἰρηνικήν». Ίσως στο άκουσμα τούτης της δέησης οι νεαροί μελλόνυμφοι σχηματίσουν τη γνώμη πως δεν είναι και τόσο απαραίτητο να ζητήσουν κάτι τέτοιο από το Θεό, αφού ήδη είναι ίσως ερωτευμένοι και αγαπιούνται φλογερά.

Και όμως η ««τελεία ἀγάπη», η τόσο συντελεστική στην ειρηνική τους συμβίωση, δεν είναι αυτή που εξαφανίζεται, δυστυχώς, πολλές φορές μετά τις πρώτες ευφρόσυνες ημέρες του έγγαμου βίου και την εμφάνιση των πρώτων δυσκολιών και τη διαπίστωση ασυμφωνίας χαρακτήρων. Είναι, αντίθετα, ένα συναίσθημα σταθερό και μόνιμο και έχει το βάθρο της σε πολύ γερά ερείσματα. Είναι κατάκτηση που, για να πραγματοποιηθεί, απαιτούνται εφόδια ψυχικά περισσότερο και αγώνας αδιάλειπτος. Η τέλεια αγάπη είναι δώρο, ευλογία Θεού· είναι εκχυση της χάρης του Θεού που έρχεται να ενισχύσει την καλή και ειλικρινή διάθεση για συνεργασία και να επιβραβεύσει την αγωνιστική προσπάθεια των νεονύμφων. Η τέλεια αγάπη δε σβήνει στο παραμικρό φύσημα του αέρα ούτε και στις πιο μεγάλες μπόρες, στις σκληρές δοκιμασίες· συνεχίζεται «διά βίου» και «μέχρι τοῦ τάφου».

Τέτοια αγάπη παρακαλούμε τον Κύριο να «καταπέμψει» στους μελλονύμφους. Με τέτοια μόνο αγάπη θα μπορέσει να εξασφαλιστεί η ειρηνική τους συμβίωση, να ευδοκιμήσει ο δεσμός τους και να αποκτήσει πνευματικό περιεχόμενο ο γάμος τους, ο οποίος ακριβώς επειδή θεμελιώνεται πάνω στον ειλικρινή και ομόψυχο σύνδεσμο της αγάπης των νεονύμφων γι᾿ αυτό και «μυστήριον τῆς ἀγάπης» ονομάζεται από τον ιερό Χρυσόστομο (Migne Ε.Π. 51, 230).
Η αμοιβαία βοήθεια των νεονύμφων είναι καθήκον τους και συντελεί στην ευδοκίμηση του δεσμού

9. «Ὑπέρ τοῦ καταπεμφθῆναι αὐτοῖς… βοήθειαν». Προφανώς εδώ πρόκειται για την αμοιβαία βοήθεια που πρέπει να παρέχουν οι μελλόνυμφοι ο ένας στον άλλο. Αυτή τη βοήθεια παρακαλούμε τον Κύριο να χαρίσει σ᾿ αυτούς. Ο ένας να είναι βοηθός του άλλου, συμπαραστάτης ειλικρινής και σταθερός. Βοηθός ανιδιοτελής ο ένας του άλλου προς αντιμετώπιση των ποικίλων του βίου αναγκών. Συνεργάτης πολύτιμος ο ένας του άλλου στο δύσκολο έργο της ανατροφής των τέκνων. Πρόθυμος και διακριτικός αρωγός ο ένας στη στήριξη του άλλου σε έργα πνευματικά. Μεγαλόψυχος αναπληρωτής ο ένας των ελλείψεων του άλλου. Καλός οδηγός ο ένας του άλλου σε κάθε έργο αγαθό και σέ καθετί καλό και ψυχικά ωφέλιμο. Ανεκτικός και επιεικής σύντροφος ο ένας στις αδυναμίες και τά ελαττώματα του άλλου.

Αν το παράγγελμα του Παύλου «τό ἐπιεικές ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις» (Φιλιπ. δ, 5) ισχύει για κάθε άνθρωπο, πολύ περισσότερη ισχύ και εφαρμογή πρέπει να έχει στην περίπτωση των συζύγων. Οπλισμένοι με σύνεση, υπομονή, μακροθυμία και υποχωρητικότητα, «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφεσ. δ, 2), και «χαριζόμενοι ἑαυτοῖς» (Κολασ. γ, 13), πρέπει να είναι πρόθυμοι να παραβλέπουν και να μη δίνουν ιδιαίτερη σημασία ο ένας στις ατέλειες και τα μειονεκτήματα του άλλου, αλλά να είναι εξίσου πρόθυμοι και να διορθώνουν ο ένας τον άλλο με πνεύμα καλοσύνης, κατανόησης και αγάπης. Ποτέ δεν πρέπει να ξεχνούν τον προτρεπτικό λόγο του Κυρίου· «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθώς καί ὁ Πατήρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί» (Λουκ. στ´, 36). Όταν τέτοια είναι η παρεχόμενη αλληλοβοήθεια, δεν μπορεί παρά να συντελέσει στην ευδοκίμηση του δεσμού και να καταστήσει το συζυγικό βίο όντως ευτυχή και μακάριο. Πρβλ. και σχόλ. αριθ. 19.
Η αμοιβαία εμπιστοσύνη των νεονύμφων τους εξασφαλίζει τη σύμπνοια και την ομόνοια

10. Η ομόνοια πηγάζει από την αμοιβαία εμπιστοσύνη των νεονύμφων. Όταν κλονίζεται η εμπιστοσύνη, η διχόνοια αρχίζει το διαλυτικό της έργο. Περισσότερα για τό θέμα τούτο βλ. παρακάτω σχολ. αριθ. 47 της Ακολουθίας του στεφανώματος.
Η συζυγική πίστη όρος απαραίτητος για τη μονιμότητα του δεσμού του αντρόγυνου

11. Η συζυγική πίστη είναι όρος απόλυτα αναγκαίος για να μην κλονισθεί και να μη διαλυθεί ο δεσμός του γάμου. Όποιος ατιμάζει το γάμο του και μολύνει τη συζυγική του παστάδα, όποιος «κάνει απιστία», αθετεί δηλ. τη συζυγική πίστη, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το γάμο του στη διάλυση και την καταστροφή. Βλ. και σχόλ. αριθ. αριθ. 16 και 48 της Ακολουθίας του στεφανώματος.
Κληρονόμοι της «επαγγελίας» του Θεού

12. «Καί κληρονόμους αὐτούς τῆς σῆς ἐπαγγελίας ἀναδείξας». Πρόκειται για τήν επαγγελία, την υπόσχεση δηλ. που έδωσε ο Θεός στόν Αβραάμ, τον πατέρα του Ισαάκ, ότι θα δώσει σ᾿ αυτόν και στο «σπέρμα» του τη γή Χαναάν· «δώσω σοι καί τῷ σπέρματί σου… πᾶσαν τήν γῆν Χαναάν» (Γεν. 17, 8)· την υπόσχεση ότι θα καταστήσει τον Αβραάμ γενάρχη μεγάλου έθνους, ότι θα ευλογήσει αυτόν και τους απογόνους του και ότι «ἐν αὐτῷ», κοντά σ᾿ αυτόν δηλ., θα ευλογηθούν «πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς», ολόκληρη η ανθρωπότητα. Λέει σχετικά η Γραφή· «Καί ποιήσω σε εἰς ἔθνος μέγα καί εὐλογήσω σε καί μεγαλυνῶ τό ὄνομά σου, καί ἔσῃ εὐλογητός… καί ἐνευλογηθήσονται ἐν σοί πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς» (Γεν. 12, 2-3). Αυτής της επαγγελίας του Θεού υπήρξαν πρώτοι κληρονόμοι ο Ισαάκ και η Ρεβέκκα, το ευλογημένο αυτό αντρόγυνο. Μέτοχοι όμως της ευλογίας του Αβραάμ και κληρονόμοι της υπόσχεσης του Θεού ότι θα μας αποκαταστήσει, πνευματικά πλέον, στη γη της επαγγελίας, τον παράδεισο δηλαδή, είμαστε όλοι οι «υἱοί Ἀβραάμ», όλοι δηλ. οι απόγονοί του, αφού αυτός βρίσκεται στην κορυφή του γενεαλογικού δέντρου, από το οποίο προήλθε «κατά σάρκα» ο Ιησούς.

Είμαστε, λοιπόν, πράγματι κι εμείς κληρονόμοι της επαγγελίας του Θεού. Με μια όμως προϋπόθεση· ότι θα «περιπατήσουμε», θα βαδίσουμε στον παρόντα βίο «ὡς τέκνα φωτός», ως τέκνα Θεού, «μή ὡς ἄσοφοι, ἀλλ᾿ ὡς σοφοί» (Ἐφεσ. ε´, 8 καί 15). Τότε μόνο θα αναδειχθούν και οι μελλόνυμφοι γνήσια πνευματικά τέκνα του Αβραάμ και κληρονόμοι της επαγγελίας του Θεού· ως αληθινοί δηλαδή πιστοί στην πράξη και στη θεωρία. Τότε μόνο θα έχει πλήρη εφαρμογή και σ᾿ αυτούς η διαβεβαίωση του Κυρίου· «πολλοί ἀπό ἀνατολῶν καί δυσμῶν ἥξουσι καί ἀνακλιθήσονται μετά Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ καί Ἰακώβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. η´, 11).
Ο Νυμφίος της Εκκλησίας

13. «Ὁ τήν ἐξ ἐθνῶν προμνηστευσάμενος Ἐκκλησίαν παρθένον ἁγνήν». Τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη ο όρος έθνη έχει θρησκευτική σημασία· με τόν όρο τούτο αντιδιαστέλλονται προς τον περιούσιο λαο του Θεού, Ισραηλίτες ή Χριστιανούς, όλοι οι άλλοι λαοί της γης· και όσοι ανήκουν στα έθνη λέγονται γενικά εθνικοί. Η Εκκλησία όμως του Χριστού αποτελείται όχι μόνο από τον εκλεκτό λαο του Θεού, αλλά από τους πιστούς όλων των εθνών. Γιατί ο Θεός, ο οποίος «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τιμ. β´, 4), αγάπησε με υπερβολική και ανερμήνευτη στον ανθρώπινο νου αγάπη όλο το ανθρώπινο γένος, όλους αυτούς που αποτελούν την Εκκλησία του.

Γι᾿ αυτό και αποκαλείται «καθολική» η Εκκλησία στο Σύμβολο της Πίστεώς μας. Επειδή δηλ. το χαρμόσυνο μήνυμα του Ευαγγελίου, σύμφωνα με την προτροπή του Κυρίου «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. κη´, 19), κηρύχτηκε σ᾿ όλη την οικουμένη και επειδή αποβλέπει στη δημιουργία μιας παγκόσμιας ποίμνης με έναν ποιμένα, το Χριστό. «Πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης, πανταχοῦ τῶν αἰώνων, πανταχοῦ τῶν χρόνων ἐκτέταται» λέγει για την Εκκλησία ο ιερός Χρυσόστομος και αποφαίνεται ότι την αποτελούν «οἱ πανταχοῦ τῆς οἰκουμένης πιστοί ὄντες καί γενόμενοι καί ἐσόμενοι» (Migne Ε.Π. 55, 470 και 62, 75 αντίστοιχα).

Αυτήν ακριβώς την Εκκλησία, που κάθε άλλο παρά αμόλυντη και ανεπίληπτη ήταν, προαιωνίως την αγάπησε και τη μνηστεύτηκε σαν αγνή κόρη ο Θεός και, «ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλ. δ´ 4), έστειλε τον Υιό Του, ο οποίος σαρκώθηκε, «ἔπαθεν ὡς ἄνθρωπος» και θυσιάστηκε γι᾿ αυτή, προκειμένου να την καθαρίσει από κάθε ρύπο, να την αγιάσει και να τη στήσει, ως Νυμφίος της Εκκλησίας, στο πλευρό του ένδοξη. Περισσότερα όμως για το θέμα τούτο και για τη σχέση του με το μυστήριο του γάμου θα δούμε παρακάτω σε σχετικό σχόλιο πάνω στο αποστολικό ανάγνωσμα της Ακολουθίας του στεφανώματος.
Ο Λειτουργός του Υψίστου επικαλείται το Θεό να ευλογήσει τον αρραβώνα των μελλονύμφων

14. Στις δύο τούτες σύντομες σχετικά αλλά περιεκτικότατες ευχές, στην παρούσα δηλαδή και στην προηγούμενη, ο Ιερέας εύχεται και παρακαλεί το Θεό να ευλογήσει τους μελλονύμφους που δίνουν αμοιβαία υπόσχεση γάμου, να ευλογήσει τον αρραβώνα τους, να τους ενώσει με δεσμό αδιάσπαστο και να τους διαφυλάξει ώστε να ζουν με ειρήνη και ομόνοια, όπως ακριβώς ευλόγησε και το δεσμό του Ισαάκ και της Ρεβέκκας και τους ανέδειξε κληρονόμους της επαγγελίας του.

Ο Θεός του οποίου την ευλογία επικαλείται ο Ιερέας είναι, κατά την πίστη μας, Θεός ελέους και φιλανθρωπίας, είναι Θεός δυνατός, κραταιός και ισχυρός. Αυτός «συνήγαγε εἰς ἑνότητα τά διηρημένα». Αυτός συνδέει με αδιάρρηκτο δεσμό καθετί που είναι προς σύνδεση, όπως αυτή τη στιγμή οι μελλόνυμφοι. Αυτός είναι «ἡ πανταιτία», η «συνεκτική αἰτία» των πάντων, ο μόνος που μπορεί να ενώσει πραγματικά και ουσιαστικά το νέο ζευγάρι. Αυτός είναι «ὁ τά σύμπαντα ἐν τῇ δρακί περιέχων» (Κάθισμα Όρθρου Μ. Δευτέρας), αυτός δηλαδή που κρατάει στη φούχτα Του το σύμπαν. Είναι αυτός που εξασφαλίζει με τούς δικούς του νόμους την αρμονία του σύμπαντος. Είναι «ὁ ποιῶν θαυμάσια μόνος» (Προκείμενον Εσπερινού Πεντηκοστής και Εσπερινού της Αγάπης – Ψαλμ. 76, 85 και 135).

Είναι αυτός που έκανε τον ιερό ψαλμωδό να αναφωνήσει με θαυμασμό το γνωστό· Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα σου Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας! (Ψαλμ. 103, στ. 24). Είναι όμως και ο Θεος της αγάπης και των οικτιρμών. Κινούμενος από αισθήματα συμπάθειας προς τον άνθρωπο μνηστεύθηκε την Εκκλησία, έγινε δηλαδή ο ίδιος μνηστήρας και νυμφίος της Εκκλησίας, μιας Εκκλησίας που δε θα την αποτελούσε πλέον αποκλειστικά ο περιούσιος λαος Του, Ιουδαίοι ή Χριστιανοί, αλλά πάντα τα έθνη, οι εθνικοί, οι ειδωλολάτρες, όλο το ανθρώπινο γένος. Μιας Εκκλησίας που ήταν γεμάτη από σπίλους και ρύπους και επομένως ανάξια να γίνει νύμφη Του. Ο ίδιος όμως από άκρα φιλανθρωπία και αγάπη δέχτηκε να την καθαρίσει με τη σταυρική Του θυσία, να την εξαγνίσει και να τη στήσει δίπλα Του ως «παρθένον ἁγνήν», σαν αγνή κόρη, σαν πραγματική μνηστή και άξια νύμφη. Τόσο το μέγεθος της αγάπης του. Άφατη και ανερμήνευτη η θεία του συγκατάβαση. Αυτό το Θεό επικαλείται στο σημείο τούτο της Ακολουθίας ο Ιερέας να ευλογήσει «τά μνῆστρα ταῦτα», τον προκείμενο δηλαδή αρραβώνα των μελλονύμφων. Πρβλ. και τα δύο προηγούμενα σχόλια αριθ. 12 και 13.
Η τελετή της επίδοσης και ανταλλαγής των δαχτυλιδιών και η συμβολική τους σημασία

15. Με την ανταλλαγή των δαχτυλιδιών των νεονύμφων από τον κουμπάρο και την ευχή του Ιερέα που θα ακολουθήσει τελειώνει η καθαυτό ιεροτελεστία του αρραβώνα. Της ανταλλαγής αυτής προηγήθηκε η επίδοση των δαχτυλιδιών από τον Ιερέα στους νεονύμφους σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζει το Ευχολόγιο. Ο Ιερέας δηλαδή για τον καθένα από τους νεονύμφους, αφού κάνει αρχή από το μνηστήρα, εκφωνεί «ἐις ἐπήκοον πάντων», έτσι δηλαδή ώστε να ακούσουν όλοι όσοι παραβρίσκονται στην τελετή, τρεις φορές το «Ἀρραβωνίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ…» και «Ἀρραβωνίζεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ…», ενώ συγχρόνως μνημονεύει τα ονόματα του μνηστήρα και της μνηστής και αντίστροφα, επικαλούμενος ως μάρτυρα κατά κάποιο τρόπο του γεγονότος της μνηστείας την Αγία Τριάδα, και σφραγίζει στο τέλος με το δαχτυλίδι το κεφάλι του καθενός σχηματίζοντας το σημείο του Σταυρού.

Ύστερα, αφού με ενωμένα τα δαχτυλίδια σχηματίσει και πάλι το σημείο του Σταυρού πάνω από τα κεφάλια των νεονύμφων, περνάει το δαχτυλίδι του καθενός στο δακτυλοθέσιο, στο τέταρτο δηλαδή δάχτυλο του δεξιού χεριού.

Έτσι επισημοποιείται ενώπιον Θεού και ανθρώπων η αμοιβαία υπόσχεση γάμου που έδωσαν οι νεόνυμφοι και επισφραγίζεται με την ανταλλαγή των δαχτυλιδιών από τον παράνυμφο και την τελική Ευχή του Ιερέα που θα επακολουθήσει.

Στο σημείο τούτο πέρα από όσα σημειώσαμε στο σχόλ. αριθ. 3 θα θέλαμε να προσθέσουμε και τα εξής· Η χρήση του δαχτυλιδιού είναι συνήθεια πανάρχαιη και προχριστιανική βέβαια. Πολλοί το θεωρούν δείγμα της υποδούλωσης της γυναίκας στον άντρα που γινόταν εξουσιαστής της με τη μέθοδο της απαγωγής. Το δαχτυλίδι, λένε, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας από τους κρίκους της αλυσίδας με την οποία ο άντρας καταδυνάστευε τη γυναίκα. Άλλοι θεωρούν το δαχτυλίδι λείψανο της συνήθειας που επικρατούσε τις παλιότερες εποχές να εξαγοράζει ο άντρας τη γυναίκα από τον πατέρα της. Τα χρήματα, λένε, είχαν παλιότερα τη μορφή κρίκων και το δαχτυλίδι δεν είναι τίποτε άλλο παρά υπόλειμμα ενός τέτοιου κρίκου. Ειδικότερα η χρήση των γαμήλιων δαχτυλιδιών συνηθιζόταν από πολύ παλιά. Και αποδίδονταν στα δαχτυλίδια του γάμου διάφοροι συμβολισμοί.

Κατά τον Κλήμεντα τον Αλεξανδρέα το δαχτυλίδι που δινόταν από τον άντρα στη γυναίκα χρησίμευε σαν σφραγίδα με την οποία σφράγιζε όλα τα πράγματα του σπιτιού και την αναγνώριζε με τον τρόπο αυτό αντιπρόσωπό του και συγκυβερνήτη του σπιτιού. Άλλοι βλέπουν στα δαχτυλίδια του γάμου άλλο συμβολισμό· υποστηρίζουν δηλαδή ότι από τη στιγμή που ο άντρας και η γυναίκα φορούν το δαχτυλίδι του γάμου παύουν να είναι κύριοι του εαυτού τους και ότι ο ένας παραδίδει τον εαυτό του στην εξουσία του άλλου. Υπάρχει ακόμη η πληροφορία ότι άλλοτε το δαχτυλίδι που προοριζόταν για τον άντρα ήταν από σίδερο και συμβόλιζε την ευρωστία και τη σωματική του δύναμη, ενώ για τη γυναίκα προβλεπόταν χρυσό δαχτυλίδι και συμβόλιζε την απαλότητα και καθαρότητα της γυναίκας. Τι δαχτυλίδια ορίζει το Ευχολόγιο για τον άντρα και τη γυναίκα και ποιά συνήθεια έχει επικρατήσει σήμερα βλ. παραπάνω σχολ. αριθ. 3.

Η επικρατέστερη πάντως άποψη για τη σημασία που έχει στο χριστιανικό γάμο η επίδοση δαχτυλιδιού από τον άντρα στη γυναίκα και αντίστροφα είναι αυτή της προσφοράς· συμβολίζει δηλαδή την προσφορά του ενός προς τόν άλλο σε τρόπο ώστε με τη συνεργασία τους και την αλληλοβοήθεια να οικοδομήσουν και να απαρτίσουν το τέλειο και το πλήρες. Αλλά και η ανταλλαγή των δαχτυλιδιών που γίνεται από τον παράνυμφο συμβολίζει την αμοιβαία αλληλοσυμπλήρωση των νεονύμφων, την αναπλήρωση των ποικίλων ελλείψεων του ενός από τις ικανότητες και τη γενναιοδωρία του άλλου. Μια αναπλήρωση που θα είναι αποτέλεσμα της τέλειας μεταξύ τους αγάπης και θα γίνεται με μεγάλη λεπτότητα και πολλή διακριτικότητα (Βλ. και παραπάνω σχολ. αριθ. 9).

Τέλος για το καθαυτό δακτυλοθέσιο, για τη θέση δηλαδή που παίρνει το δαχτυλίδι στο τέταρτο δάχτυλο του χεριού υπάρχει η εξής παράδοξη εξήγηση· Παίρνει αυτή τη θέση το δαχτυλίδι, διότι από το μέρος αυτό του δακτύλου αναχωρεί, λέει, φλέβα που καταλήγει στην καρδιά, την έδρα της αγάπης!! Πρβλ. Κ. Καλλινίκου «Ὁ Χριστιανικός Ναός καί τά τελούμενα ἐν αὐτῷ», Αθήναι 1958, σελ. 546- 549.
Η μνηστεία του Ισαάκ και της Ρεβέκκας, όπου αποκαλύφθηκε το θέλημα του Θεού, παράδειγμα ευλογημένου αρραβώνα

16. Τη Ρεβέκκα, κόρη του Βαθουήλ, εξέλεξε ως σύζυγο του Ισαάκ ο Ελιέζερ, υπηρέτης του Αβραάμ, που τον έστειλε στη Μεσοποταμία γι᾿ αυτό ακριβώς το σκοπό, να φέρει δηλαδή κατάλληλη νύφη για τον Ισαάκ. Η συνάντηση του Ελιέζερ με τη Ρεβέκκα έγινε στο πηγάδι της πόλεως Ναχώρ, όπου η Ρεβέκκα προθυμοποιήθηκε όχι μόνο να δώσει νερό από το σταμνί της στον Ελιέζερ να ξεδιψάσει, αλλά και να ποτίσει και τις καμήλες του, κάτι που δεν το ζήτησε ο Ελιέζερ. Όταν συνεσταλμένα ο υπηρέτης του Αβραάμ ζήτησε να μάθει αν στο σπίτι του πατέρα της υπήρχε τόπος για να μείνει, εκείνη προθυμότατα απάντησε πως υπήρχε όχι μόνο τόπος για να πλαγιάσει, αλλά και άφθονες τροφές και φαγητά· ακόμη και για τις καμήλες είπε πως υπήρχε τόπος για ξεκούραση και άφθονες ζωοτροφές για να φάνε. Και έτρεξε στο σπίτι της γεμάτη χαρά να αναγγείλει τη συνάντησή της με τον άγνωστο Ελιέζερ, ο οποίος στη συνέχεια φιλοξενήθηκε πλουσιοπάροχα και με απλοχεριά στο σπίτι του πατέρα της.

Η προθυμία και η μεγάλη καλοσύνη της κόρης, η καλοπροαίρετη και η πρόσχαρη διάθεσή της για εξυπηρέτηση και η δαψιλής φιλοξενία που ακολούθησε στάθηκαν η αιτία να επιλεγεί η Ρεβέκκα ως η κατάλληλη νύφη για τον Ισαάκ, γεγονός που ερμηνεύεται βέβαια ως αποκάλυψη του θείου θελήματος για τον ευλογημένο αυτό γάμο (Γεν. 24).
«Στήριξον τόν παρ᾿ αὐτοῖς λαληθέντα λόγον»

17. «Στήριξον τόν παρ᾿ αὐτοῖς λαληθέντα λόγον». Βλ. παραπάνω σχόλ αριθ. 4.
«Σύ γάρ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐδημιούργησας ἄρσεν καί θῆλυ»

18. «Σύ γάρ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐδημιούργησας ἄρσεν καί θῆλυ». Πρβλ. Γεν. 1, 27· «Καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς».
«Παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή εἰς βοήθειαν»

19. «Παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή εἰς βοήθειαν». Πρβλ. Γεν. 2, 18· «Καί εἶπεν Κύριος ὁ Θεός Οὐ καλόν εἶναι τόν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθόν κατ᾿ αὐτόν». Βλ. και σχόλ. αριθ. 9. Την ανωτέρω φράση της Ευχής συναντούμε σχεδόν αυτούσια στην Π.Δ. «Παρά δέ Θεοῦ ἁρμόζεται γυνή ἀνδρί» (Παροιμ. 19, 14).
«Καί (παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή εἰς) διαδοχήν τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων»

20. «Καί (παρά σοῦ ἁρμόζεται ἀνδρί γυνή εἰς) διαδοχήν τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων». Πρβλ. Γεν. 1, 28· «Καί εὐλόγησεν αὐτούς ὁ Θεός λέγων Αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε καί πληρώσατε τήν γῆν καί κατακυριεύσατε αὐτῆς». Πρβλ. και σχόλ. αριθ. 7 (Ακολουθίας του αρραβώνα) και 11 (Ακολουθίας του στεφανώματος).
«Στήριξον τόν ἀρραβῶνα αὐτῶν ἐν πίστει καί ὁμονοίᾳ καί ἀληθείᾳ καί ἀγάπῃ»

21. «Στήριξον τόν ἀρραβῶνα αὐτῶν ἐν πίστει καί ὁμονοίᾳ καί ἀληθείᾳ καί ἀγάπῃ». Βλ. παραπάνω σχόλ. αριθ. 8 καί 10.
Ο Ιωσήφ έγινε κύριος της Αιγύπτου για τη σύνεση και τη φρονιμάδα του και φόρεσε το δαχτυλίδι του Φαραώ

22. «Διά δακτυλιδίου ἐδόθη ἡ ἐξουσία τῷ Ἰωσήφ ἐν Αἰγύπτῳ». Πρόκειται για τη μεγάλη τιμή για την οποία θεωρήθηκε άξιος ο Ιωσήφ από τον ίδιο το Φαραώ μετά την εξήγηση του ονείρου του σχετικά με την επταετή ευθηνία (= αφθονία) της χώρας και τον επταετή λιμό. Λέει η Γραφή· «Εἶπεν δέ Φαραώ τῷ Ἰωσήφ Ἐπειδή ἔδειξεν ὁ Θεός σοι πάντα ταῦτα, οὐκ ἔστιν ἄνθρωπος φρονιμώτερος καί συνετώτερός σου· σύ ἔσῃ ἐπὶ τῷ οἴκῳ μου, καί ἐπὶ τῷ στόματί σου ὑπακούσεται πᾶς ὁ λαός μου· πλήν τόν θρόνον ὑπερέξω σου ἐγώ. εἶπεν δέ Φαραώ τῷ Ἰωσήφ Ἰδού καθίστημί σε σήμερον ἐπὶ πάσης γῆς Αἰγύπτου. καί περιελόμενος Φαραώ τόν δακτύλιον ἀπό τῆς χειρός αὐτοῦ περιέθηκεν αὐτόν ἐπὶ τήν χεῖρα Ἰωσήφ καί ἐνέδυσεν αὐτόν στολήν βυσσίνην καί περιέθηκεν κλοιόν χρυσοῦν περί τόν τράχηλον αὐτοῦ· καί ἀνεβίβασεν αὐτόν ἐπὶ τό ἅρμα τό δεύτερον τῶν αὐτοῦ, καί ἐκήρυξεν ἔμπροσθεν αὐτοῦ κῆρυξ· καί κατέστησεν αὐτόν ἐφ᾿ ὅλης γῆς Αἰγύπτου» (Γεν. 41, 39- 43).
Ο Δανιήλ δοξάστηκε στη Βαβυλώνα για τή σοφία του και τή σύνεσή του και τιμήθηκε με χρυσό μανιάκη από το βασιλιά της χώρας

23. «Διά δακτυλιδίου ἐδοξάσθη Δανιήλ ἐν χώρᾳ Βαβυλῶνος». Ο Δανιήλ, ένας από τους εκλεκτούς νέους της Ιουδαίας που οδήγησε αιχμαλώτους στη Βαβυλώνα ο Ναβουχοδονόσορ, τιμήθηκε και δοξάστηκε υπερβολικά και κατ᾿ επανάληψη κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας για τη σοφία του και τη σύνεσή του. Έτσι βλέπουμε να αναφέρονται τα εξής στην Αγία Γραφή·

α) «Τότε ὁ βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ Δανιήλ μεγαλύνας καί δούς δωρεάς μεγάλας καί πολλάς κατέστησεν ἐπὶ τῶν πραγμάτων τῆς Βαβυλωνίας καί ἀπέδειξεν αὐτόν ἄρχοντα καί ἡγούμενον πάντων τῶν σοφιστῶν Βαβυλωνίας» (Δανιήλ 2, 48). β) «Τότε Βαλτάσαρ ὁ βασιλεύς ἐνέδυσε τόν Δανιήλ πορφύραν καί μανιάκην χρυσοῦν περιέθηκεν αὐτῷ καί ἔδωκεν ἐξουσίαν αὐτῷ τοῦ τρίτου μέρους τῆς βασιλείας αὐτοῦ» (Δανιήλ 5, 29). Σημειώνουμε εδώ ότι ο μανιάκης είναι χρυσό κόσμημα, περιδέραιο, ψέλιο, βραχιόλι, κρίκος, δακτύλιος. Επομένως η φράση της ευχής στο χωρίο τούτο της Π.Δ. πρέπει να αναφέρεται. γ) «Καί κατέστησε (Δαρεῖος ὁ βασιλεύς) σατράπας ἑκατόν εἴκοσι ἑπτά ἐπὶ πάσης τῆς βασιλείας αὐτοῦ καί ἐπ᾿ αὐτῶν ἄνδρας τρεῖς ἡγουμένους αὐτῶν, καί Δανιήλ εἷς ἦν τῶν τριῶν ἀνδρῶν ὑπέρ πάντας ἔχων ἐξουσίαν ἐν τῇ βασιλείᾳ. καί Δανιήλ ἦν ἐνδεδυμένος πορφύραν καί μέγας καί ἔνδοξος ἔναντι Δαρείου τοῦ βασιλέως, καθότι ἦν ἔνδοξος καί ἐπιστήμων καί συνετός, καί πνεῦμα ἅγιον ἐν αὐτῷ» (Δανιήλ 6, 2-4).
Ενα δαχτυλίδι αποκάλυψε την αλήθεια της Θάμαρ και τη δικαίωσε

24. «Διά δακτυλιδίου ἐφανερώθη ἡ ἀλήθεια τῆς Θάμαρ». Την περιπετειώδη ιστορία της Θάμαρ αναφέρει η Γραφή (Γεν. 38). Η Θάμαρ μνημονεύεται και στη «Βίβλο γεννέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ» ως εξής· «Ἰούδας δέ ἐγέννησε τόν Φαρές καί τόν Ζαρά ἐκ τῆς Θάμαρ» (Ματθ. α´, 3). Ο Ιούδας, ένας από τα παιδιά του Ιακώβ, γέννησε τα δύο αυτά παιδιά από τη Θάμαρ που δεν ήταν γυναίκα του αλλά νύφη των παιδιών του Ήρ και Αυνάν. Τώρα πώς συνέβη αυτό και πώς «διά δακτυλιδίου ἐφανερώθη ἡ ἀλήθεια τῆς Θάμαρ» και κάτω από ποιές συνθήκες το δαχτυλίδι του Ιούδα βρέθηκε στα χέρια της Θάμαρ ως «ἀρραβών», ως προκαταβολή δηλαδή και ενέχυρο για την εκπλήρωση κάποιας άλλης υπόσχεσης του Ιούδα, και πώς τελικά αναγκάστηκε ο πεθερός Ιούδας να ομολογήσει για τη νύφη του «δεδικαίωται Θάμαρ ἤ ἐγώ» είναι μια ολόκληρη ιστορία που ο αναγνώστης μπορεί να τη βρει στην Π.Δ. (Γεν. 38).
Το δαχτυλίδι του ασώτου σύμβολο της απελευθέρωσής του από την κυριαρχία της αμαρτίας

25. Λουκά ιε´, 22-23. Το μεγάλο και χαρμόσυνο γεγονός της επιστροφής του ασώτου επισφραγίζεται, εκτός των άλλων, με το δαχτυλίδι που δίνει εντολή ο ουράνιος πατέρας να του δώσουν να το φοράει, όπως ακριβώς φορούν οι κύριοι και οι ελεύθεροι, ελεύθερος καθώς είναι πια και ο ίδιος και όχι σκλάβος των αμαρτωλών του έξεων και κύριος πλέον του εαυτού του.
Η διάβαση της Ερυθράς θάλασσας από τους Εβραίους «ἀβρόχοις ποσίν» ήταν έργο θαυμαστό της δυνάμεως του Θεού

26. «Αὕτη ἡ δεξιά σου, Κύριε, τόν Μωϋσῆν ἐστρατοπέδευσεν ἐν Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ». Η στρατοπέδευση των Εβραίων κοντά στην Ερυθρά θάλασσα με τη σοφή καθοδήγηση του Μωϋσή είναι δείγμα της εύνοιας και της προστασίας του Θεού προς αυτούς και η διάβασή της έργο θαυμαστό της δυνάμεώς του.

«Οἱ υἱοί Ἰσραήλ ἐξεπορεύοντο ἐν χειρί ὑψηλῇ» από την Αίγυπτο (Ἔξοδ. 14, 8) και όταν είδαν τους Αιγυπτίους να τους καταδιώκουν ως τη θάλασσα «ἐξέτεινεν Μωϋσῆς τήν χεῖρα ἐπὶ τήν θάλασσαν», κατά θεία προσταγή, «καί ὑπήγαγεν Κύριος τήν θάλασσαν ἐν ἀνέμῳ νότῳ βιαίῳ ὅλην τήν νύκτα καί ἐποίησεν τήν θάλασσαν ξηράν, καί ἐσχίσθη τό ὕδωρ» (Ἔξοδ. 14, 21). Έτσι «ἀβρόχοις ποσίν» πέρασαν οι υιοί Ισραήλ στην απέναντι όχθη. Τότε, πάλι κατά θεία προσταγή, «ἐξέτεινεν Μωϋσῆς τήν χεῖρα ἐπὶ τήν θάλασσαν, καί ἀπεκατέστη τό ὕδωρ πρός ἡμέραν ἐπὶ χώρας· οἱ δέ Αἰγύπτιοι ἔφυγον ὑπό τό ὕδωρ, καί ἐξετίναξεν Κύριος τούς Αἰγυπτίους μέσον τῆς θαλάσσης. καί ἐπαναστραφέν τό ὕδωρ ἐκάλυψεν τά ἅρματα καί τούς ἀναβάτας καί πᾶσαν τήν δύναμιν Φαραώ τούς εἰσπορευομένους ὀπίσω αὐτῶν εἰς τήν θάλασσαν, καί οὐ κατελείφθη ἐξ αὐτῶν οὐδέ εἷς» (Ἔξοδ. 14, 27- 28). Έντρομος τότε ο Ισραήλ «εἶδε τήν χεῖρα τήν μεγάλην», «ἐφοβήθη ὁ λαός τόν Κύριον καί ἐπίστευσαν τῷ Θεῷ» (Ἔξοδ. 14, 31). Γι᾿ αυτό και περιχαρείς «οἱ υἱοί Ἰσραήλ» έψαλαν τότε·

«Ἡ δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύι· ἡ δεξιά σου χείρ, Κύριε, ἔθραυσεν ἐχθρούς. ἐξέτεινας τήν δεξιάν σου, κατέπιεν αὐτούς γῆ» (Έξοδ. 15, 6 και 12).

Η έξοδος του ισραηλιτικού λαού από την Αίγυπτο και η διάβαση της Ερυθράς θάλασσας, έργο θαυμαστό της αγάπης και της δυνάμεως του Θεού, επαναλαμβάνεται συχνά – πυκνά στα διάφορα Βιβλία της Π.Δ. [π.χ. Ψαλμ. 135, στιχ. 11-14 «(Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ... τῷ) ἐξαγαγόντι τόν Ἰσραήλ ἐκ μέσου αὐτῶν (τῶν Αἰγυπτίων δηλ.)... ἐν χειρί κραταιᾷ καί ἐν βραχίονι ὑψηλῷ... τῷ καταδιελόντι τήν Ἐρυθράν θάλασσαν εἰς διαιρέσεις... καί διαγαγόντι τόν Ἰσραήλ διά μέσου αὐτῆς» κ.ἄ.], αλλά και στην υμνογραφία της Εκκλησίας, όπου, εκτός των άλλων αναφορών, αποτελεί σταθερό σχεδόν θέμα του Ειρμού της α´ ωδής του Κανόνα του Όρθρου (π.χ. «Ἔσωσε λαόν θαυματουργῶν δεσπότης – ὑγρόν θαλάσσης κῦμα χερσώσας πάλαι» της εορτής των Χριστουγέννων, «Βυθοῦ ἀνεκάλυψε πυθμένα καί διά ξηρᾶς οἰκείους ἕλκει ἐν αὐτῷ κατακαλύψας ἀντιπάλους» της εορτής των Φώτων κ.α.π.). Αυτός, λοιπόν, ο Θεός που από αγάπη και με θαυματουργικό τρόπο «καθωδήγησε» τότε «τόν Ἰσραηλίτην λαόν» «πεζεῦσαι δι᾿ αὐτῆς», να περάσει δηλαδή πεζοπορώντας την Ἐρυθρά, και στη συνέχεια «ἔκρυψε» «κύματι θαλάσσης… διώκτην τύραννον», καταπόντισε δηλαδή στην κυματισμένη θάλασσα τους Αιγυπτίους (βλ. αντίστοιχα τους Ειρμούς της α´ ωδής του Κανόνα του Όρθρου της Μ. Δευτέρας και τού Μ. Σαββάτου), είναι σε θέση να προστατεύσει και να ευλογήσει και το δεσμό των μελλονύμφων. Γι᾿ αυτό και τον επικαλείται ο Λειτουργός στο σημείο τούτο της Ευχής (πρβλ. και σχόλ. αριθ. 28).
Το απειρο μεγαλείο του Θεού

27. «Διά γάρ τοῦ λόγου σου τοῦ ἀληθινοῦ οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν καί ἡ γῆ ἐθεμελιώθη». Τα λόγια τούτα της Ευχής μας θυμίζουν τα αντίστοιχα λόγια του ιερού ψαλμωδού «τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν» (Ψαλμ. 32), καθώς και το σχετικό υπέροχο ύμνο προς τα άπειρο μεγαλείο του Θεού «κατ᾿ ἀρχάς σύ, Κύριε, τήν γῆν ἐθεμελίωσας, καί ἔργα τῶν χειρῶν σου εἰσίν οἱ οὐρανοί· αὐτοί ἀπολοῦνται, σύ δέ διαμένεις, καί πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται, καί ὡσεί περιβόλαιον ἑλίξεις αὐτούς, καί ἀλλαγήσονται· σύ δέ ὁ αὐτός εἶ, καί τά ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσιν» (Ψαλμ. 101, στίχ. 26-28). Ο απαράμιλλος αυτός ύμνος, τον οποίο επαναλαμβάνει ο απόστολος Παύλος, αιώνες αργότερα, στην Πρός Εβραίους επιστολή (α´, 10-12) είναι ασύγκριτος σε πλοκή και βάθος νοημάτων και συλλογισμών.

Ο Θεος σ᾿ αυτόν παρουσιάζεται ως Δημιουργός και Κυβερνήτης του σύμπαντος, του ορατού και του αόρατου κόσμου, Θεός αιώνιος, αναλλοίωτος και αμετάβλητος όμως σε σχέση προς το σύμπαν, το οποίο, όπως και η επιστήμη υποστηρίζει, με το πέρασμα του χρόνου θα αλλάξει και θα καταστραφεί. Γι᾿ αυτό και ευλόγως θεωρείται το περιεχόμενο και το μήνυμά του ως μια πλήρης, τέλεια και πειστική πρόταση, που αναφέρεται στην κοσμολογική απόδειξη της υπάρξεως του απειροτέλειου Θεού και που μπορεί να πείσει κάθε αντικειμενικό και ειλικρινή αναζητητή της αλήθειας (βλ. Δημ. Κ. Κωτσάκη, Τό Μεγάλο Πρόβλημα Θεός καί Κόσμος, Ἀθῆναι 1982, σελ. 144-145). Πρβλ. και παραπάνω σχολ. αριθ. 14.
Η θεία ευλογία των νεονύμφων εκφράζεται ως απόλυτη βεβαιότητα

28. «Καί ἡ δεξιά τῶν δούλων σου εὐλογηθήσεται τῷ λόγῳ σου τῷ κραταιῷ καί τῷ βραχίονί σου τῷ ὑψηλῷ». Η άκρα βεβαιότητα και η απόλυτη πεποίθηση στη θεία ευλογία των μνηστευομένων που διατυπώνονται στο σημείο τούτο της Ευχής παρουσιάζονται ως αποτέλεσμα και επακόλουθο των όσων ειπώθηκαν προηγουμένως. Ο ποιητής του ουρανού και της γης, ο Θεος του ελέους και των οικτιρμών θα ευλογήσει τη δεξιά τους «εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν». Βλ. και παραπάνω σχολ. αριθ. 14, 26 και 27.
Τι είναι η Εκτενής

29. Εκτενής. Στη λειτουργική γλώσσα Εκτενής (συνήθως κατά παράλειψη του ουσιαστικού ικεσία ή δέηση) είναι η μακρότατη, η εκτεταμένη δέηση, αυτή δηλαδή που έχει μεγάλη διάρκεια, επειδή περιέχει πολλές παρακλητικές ευχές – αιτήματα. Οι παρακλήσεις αυτές διαδέχονται σωρηδόν η μια τήν άλλη και αναφέρονται στις ποικίλες υλικές και πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου. Ειδικά στη θεία Λειτουργία λέγεται και μεγάλη ικετήριος. Πρβλ. την Εκτενή της Ακολουθίας του στεφανώματος, η οποία ακολουθεί αμέσως μετά το ανάγνωσμα του ιερού Ευαγγελίου, αρχίζει με τό «Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς…», αλλά περιλαμβάνει τέσσερις μόνο συνολικά δεήσεις.
Τι είναι η Απόλυση

30. Απόλυση. Στη λειτουργική γλώσσα η Απόλυση είναι μια μικρή Ακολουθία που επισυνάπτεται στο τέλος όλων γενικά των τελετών της Εκκλησίας. Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τη λήξη των τελετών και απολύει τους πιστούς. Ως προς το περιεχόμενο ποικίλλει ανάλογα προς τις διάφορες τελετές και τελειώνει συνήθως με την ευχή· «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς». Βλ. την Απόλυση στην Ακολουθία του στεφανώματος, η οποία αρχίζει με το «Δόξα σοι, ὁ Θεός, ἡ ἐλπίς ἡμῶν, δόξα σοι» και τελειώνει με το «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων Πατέρων…».

Απόσπασμα από το βιβλίο:
«Μεγαλύνθητι, Νυμφίε… Ἡ ἱερολογία τοῦ θρησκευτικοῦ ὀρθοδόξου Γάμου»
του Θωμᾶ Ν. Ζήση, Φιλολόγου – Γυμνασιάρχου


Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 9 και 0 επισκέπτες