Η δύναμη της πίστεως και της Προσευχής

Πνευματικά θέματα της Ορθόδοξης πίστης μας - Spiritual subjects of our Orthodox faith.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Η δύναμη της πίστεως και της Προσευχής

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Πέμ Σεπ 06, 2012 10:13 pm

Η δύναμη της πίστεως και της Προσευχής
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ


Εικόνα

Θα σας διαβάσω μια μικρή περικοπή του Ευαγγελίου μας: «Τω καιρώ εκείνω εξήλθεν ο Ιησούς εις τα μέρη Τύρου και Σιδώνος. Και ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα εκραύγασεν αυτώ λέγουσα. ελέησόν με, Κύριε, Υιέ Δαυίδ. η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται. Ο δε ουκ απεκρίθη αυτή λόγον. Και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ηρώτων αυτόν λέγοντες απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών. Ο δε αποκριθείς είπεν. ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ. Η δε ελθούσα προσεκύνησεν αυτώ λέγουσα. Κύριε, βοήθει μοι. Ο δε αποκριθείς είπεν. ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις. Η δε είπε. ναι, Κύριε. και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών. Τότε αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή. ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις! Γενηθήτω σοι ως θέλεις. Και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης» (Ματθ. ιε', 21-28 ).

Εδώ βλέπουμε μία γυναίκα Χαναναία, εννοείται ειδωλολάτρισσα, η οποία είχε μία κόρη, που ήταν δαιμονισμένη. και πάρα πολύ φυσικό ήταν να υποφέ­ρη αυτή η μητέρα μαζί με την κόρη. Εκείνη σαν δαιμονισμένη βέβαια δεν καταλάβαινε, όταν το δαιμόνιο την τυραννούσε και την έθλιβε. αλλά η μητέρα βλέπουσα το παιδί της σ' αυτήν την κατάστασι -άρρωστη για πολλά χρόνια- είχε πληγή μέσα της πολύ μεγάλη και φλεγόταν. Οπωσδήποτε θα την πήγε σε γιατρούς, θα έτρεξε εδώ κι εκεί. θεραπεία μηδεμία. Άκουσε ότι στο Ισραήλ υπάρχει ένας άνθρωπος, ένας προφήτης, ο οποίος κάνει θαύματα. Δαιμόνια βγάζει, ασθένειες θεραπεύει, αμαρτωλούς συγχωρεί, τους πάντας δέχεται, κανένα δεν διώχνει. Έτσι πήρε το θάρρος. Σκέφθηκε: «Αυτός θα είναι ο Σωτήρας μου, σ' Αυτόν θα τρέξω. το βλέπω στην πράξι, ότι κάνει τόσες θεραπείες και τόσα καλά στους ανθρώπους».


Και ήρθε. ήρθε με πολλή πίστι και Τον προσκύνησε τον Χριστό μας και του είπε: «Κύριε, η θυγάτηρ μου κακώς, δηλαδή πολύ άσχημα, δαιμονίζεται και υποφέρει τρομερά και θεραπεία από πουθενά. Παρακαλώ, Σε ικετεύω, Σε προσκυνώ, Σε λατρεύω, κάνε τη θεραπεία, κάνε το θαύμα Σου και στο δικό μου κορίτσι». Φαίνεται ότι Τον πίεζε τον Χριστό με τις κραυγές και τις παρακλήσεις της ακολουθώντας από πίσω Του, Τον έθλιβε, Τον κούραζε. Αλλά ο Κύριος δεν κουράζεται. Οι μαθηταί βλέποντας τη Χαναναία να ακολου­θή με τόση επιμονή και νομίζοντας ότι τον Κύριο τον στενοχωρεί, Τον παρεκάλεσαν να την απολύση, να τη διώξη, να τελείωση το θέμα της. Αυτή όμως ήρθε με περισσότερη επιμονή και Τον παρακαλούσε, κι έπεφτε στα πόδια Του λέγοντας: «Κύριε, κάνε έλεος». Τότε ο Κύριος στράφηκε στους αποστόλους Του και είπε: «Δεν ήρθα εγώ εδώ κάτω στη γη να θεραπεύσω αλλοτρίους, παρά μόνον τα χαμένα, τα απολωλότα πρόβατα του Ισραήλ». Επειδή ο Ισραήλ ήταν ο εκλεκτός λαός του Θεού, οι Ισραηλίται πίστευαν ότι αυτοί ήταν αποκλειστικά τα παιδιά του Θεού κι όλους τους άλλους ανθρώπους τους θεωρούσαν για τίποτα. Βέβαια ο Κύριος είχε το σκοπό Του, που το είπε αυτό. Το έκανε για να προκαλέση τη γυναίκα να πέση με περισσότερη θερμότητα, να αναπτύξη περισσότερο τη μεγάλη της πίστι, ώστε να θεατρίση τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους νομοδιδασκάλους, που ενομίζοντο ότι ήταν σπουδαίοι, ότι ήταν τα κατ' εξοχήν παιδιά του Θεού, οι ευπειθείς και υπάκουοι στο νόμο του Θεού. Και στη συνέχεια είπε ο Κύριος: «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις», δηλαδή δεν είναι δυνατόν, δεν είναι καλό να στερήσω τη θεραπεία, την οποία έχω να δώσω στα παιδιά του Ισραήλ και να τη δώσω στα κυνάρια, στα σκυλάκια, όπως ελογίζοντο οι αλλότριοι, οι έξω από την πίστι στο Θεό, οι ειδωλολάτρες.
Όταν αυτή ήκουσε τον Κύριο να λέγη αυτό το πράγμα, φαίνεται ότι πόνεσε πολύ και με το φόβο μήπως αποτύχη αυτής της μεγάλης θεραπείας, αυτού του μεγάλου καλού, αυτής της λυτρώσεως, που προσδοκούσε από τον Κύριο, έπεσε κάτω στα πόδια Του και είπε: «Ναι, Κύριε, πράγματι εμείς είμαστε κυνάρια, ενώ τα παιδιά του Ισραήλ είναι τα παιδιά του Θεού. Αλλά και τα κυνάρια πολλές φορές τρώγουν τα ψιχία, τα ψίχουλα, αυτά που πέφτουν από το τραπέζι των παιδιών!» Σαν να έλεγε: «Ψίχουλα δώσε και σε μένα, μια και λογίζομαι κυνάριο και όχι ένα από τα παιδιά του Ισραήλ τα διαλεχτά». Κι όταν είδε ο Κύριος την τόσο μεγάλη της πίστι, αμέσως της είπε: «Γυναίκα μεγάλη είναι η πίστις σου! Να γίνη ό,τι επιθυμείς!» Κι από την στιγμή εκείνη το κορίτσι της έγινε καλά. Εθριάμβευσε η πίστις!
Έχουμε επίσης και την αιμορροούσα γυνή. Κι αυτή όπως βλέπουμε στο Ιερό Ευαγγέλιο έπασχε επί δώδεκα έτη από χρόνια αιμορραγία. δεν έβρισκε πουθενά θεραπεία. Ξόδεψε πάρα πολλά χρήματα σε γιατρούς και φάρμακα και θεραπεία μηδεμία. Με την πί­στι της στο Χριστό μας Τον πλησίασε. Πίστευε ακράδαντα ότι αν Τον ακουμπήση τον Ιησού, θα γίνη καλά. Και δεν απέτυχε του αιτήματος της καρδιάς της. Ο Χριστός για να δείξη τη μεγάλη της πίστι και τη θεραπεία συγχρόνως, είπε στους μαθητάς Του: «Κάποιος με ακούμπησε, ποιος είναι;» Απάντησαν οι απόστολοι: «Μα, Κύριε, τόσος κόσμος είναι εδώ και οι όχλοι Σε συνθλίβουν και λες τώρα, ποιος Σε ακούμπησε ιδιαίτερα;» «Ναι, κάποιος με ακούμπησε. Εγώ γνώρισα ότι από μένα βγήκε κάποια δύναμι. ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;» Βλέποντας η γυναίκα ότι δεν λανθάνει του Χριστού αυτό που έκανε, Τον πλησίασε και τρέμοντας έπεσε στα πόδια Του κι ομολόγησε ενώπιον όλου του λαού το θαύμα, ότι δηλαδή από τη στιγμή εκείνη που Τον άγγιξε, σταμάτησε η αιμορραγία και εθεραπεύθη αμέσως. Τότε της είπε ο Ιησούς: «Έχε θάρρος, κόρη μου, η πίστις σου σε έσωσε. Πορεύου εις ειρήνην» (Λουκ. η', 43-48).
Και σε μία άλλη παραβολή του Ευαγγελίου βλέπουμε κάποια χήρα να ενοχλή φορτικά, να «υποπιάζη» έναν κριτή, ο οποίος δεν είχε φόβο Θεού και εντροπή ανθρώπων, να την «εκδικήση», δηλαδή να την προστατεύση και να την απαλλάξη από κάτι, που ηδικείτο από κάποιον αντίδικο. Και είδατε τί έκανε ο κριτής της αδικίας; Μετά από την πολλή πίεσι και ενόχλησι, που του δημιούργησε αυτή η γυναίκα, για να την ξεφορτωθή, της έκανε το αίτημα (Λουκ. ιη', 1-8). Εάν αυτός ο κριτής ο αθεόφοβος κατέληξε να κά­νη το αίτημα της χήρας, γιατί τον ενοχλούσε και τον πίεζε, πολλώ μάλλον ο Ουράνιος Πατέρας θα κάνη τα αιτήματα των τέκνων του! Αυτό πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Να αιτούμεθα, να παρακαλούμε, να κρούωμε την θύρα του ελέους του Κυρίου και θα τύχουμε απαντήσεως. Γι' αυτό να πάρουμε το θάρρος, να εγκολπωθούμε την πίστι και να μη σταματήσουμε ποτέ να αιτούμεθα δια της προσευχής τα όσα μας απασχολούν, τόσο σαν αμαρτήματα, όσο και σαν πάθη ή και ακόμη σαν υποθέσεις ζωής. Έχουμε την προσευχή, η οποία τόσα πολλά καλά επιφέρει στον προσευχόμενο, όταν πιστεύη ακράδαντα ότι θα τύχη της απαντήσεως.
Όταν κατέβηκε ο Κύριος από το Όρος Θαβώρ μετά την Μεταμόρφωσι, ήρθε ένας πατέρας ο οποίος είχε κι αυτός παιδί σεληνιαζόμενο και προσέπεσε στα πόδια του Χριστού μας και του είπε: «Κύριε, δέομαί σου, Σε παρακαλώ, ελέησε το παιδί μου, γιατί σεληνιάζεται και κακώς πάσχει. Το ωδήγησα στους μαθητάς σου, αλλά δεν μπόρεσαν να το θεραπεύσουν. Λυπήσου μας και όσο δύνασαι βοήθησέ μας». Και ο Κύριος του είπε: «Εάν μπορής να πιστεύσης ότι δύναμαι να κάνω καλά το παιδί σου, τα πάντα είναι δυνατά σ' αυτόν που πιστεύει». Φοβούμενος δε ο φτωχός μήπως τυχόν δεν πιστεύει, όπως χρειάζεται και όσο χρειάζεται, για να θεραπευθή το παιδί του, λέγει με δάκρυα στον Κύριο: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ μου την απιστία, ενίσχυσέ μου την απιστία, για να γίνη η πίστις μου δυνατή, ώστε το παιδί μου να γίνη καλά». Και τότε ο Κύριος επετίμησε το ακάθαρτο πνεύμα κι αφού εσπάραξε πολύ το παιδί βγήκε από μέσα του, αφήνοντάς το κάτω στη γη σαν νεκρό. Τότε ο Χριστός μας το έπιασε από το χέρι, το σήκωσε και το παρέδωσε στον πατέρα του θεραπευμένο (Ματθ. ιζ', 14-20, Μάρκ. θ', 17-27, και Λουκ. θ', 37-43).
Κι εμείς όταν έχουμε τα αιτήματά μας, όταν έχουμε τις ανάγκες μας, όταν μας προσβάλλη η αμαρτία, μας προσβάλλουν, μας στριμώχνουν, μας πρεσσάρουν τα πάθη, να γονατίζουμε με όλη μας την καρδιά και να φωνάζουμε -ει δυνατόν οι προσευχές μας να συνοδεύωνται από δάκρυα- και τα αιτήματά μας θα γίνουν εισακουστά από τον Θεό. Βλέπουμε και τον Δαυίδ στον ρμ' (140) Ψαλμό του, στον Εσπερινό να λέγη: «Κύριε, εκέκραξα προς Σε, εισάκουσόν μου, εισάκουσόν μου Κύριε». Κύριε κράζω προς Σε, φωνάζω σε Σένα με όλη την καρδιά μου, με όλη την ψυχή μου. ας εισακουσθούν τα λόγια της προσευχής μου, ας έρθουν στα αυτιά Σου και εκπλήρωσε τα αιτήματά μου. «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου». Πράγματι μια τέτοια προσευχή είναι αδύνατον να μην εισακουσθή. Αλλά οι προσευχές μας και ιδιαίτερα οι δικές μου, είναι αυτές που δεν παίρνουν απάντησι. Γιατί; Γιατί όταν προσευχόμαστε ο νους μας δεν είναι εκεί.
Κάποιος ειδωλολάτρης ιερεύς είπε σε κάποιους μοναχούς:
- Όταν εσείς προσεύχεσθε στο Θεό σας, σας απαντά ο Θεός σας;
- Όχι, είπαν οι μοναχοί.
- Εμένα μου απαντά ο θεός μου. Για να μη σας απαντά, λέει, ο Θεός σας, σημαίνει ότι έχετε κακούς λογισμούς. Και είπαν οι πατέρες:
- Όντως έτσι έχει η αλήθεια.
Βέβαια σ' αυτόν απαντούσε ο διάβολος, αλλά οι πατέρες είδαν ότι είπε την αλήθεια. Όταν προσευχώμεθα, ο νους μας, η διάνοιά μας σκορπάει εδώ κι εκεί και δεν ξέρουμε τι λέμε. Κι αφού εμείς δεν καταλαβαίνουμε τι λέμε, πώς θα καταλάβη ο Θεός την προσευχή μας; Γι' αυτό χρειάζεται, όταν προσευχώμεθα, προηγουμένως να συλλάβουμε την αμαρτωλότητά μας, να την κάνουμε αίσθησι και να τοποθετούμεθα με ταπείνωσι και με συντριβή καρδίας. Και όταν γίνη αίσθησις η αμαρτωλότητα μέσα στην καρδιά μας, τότε γίνεται καταστολή του μετεωρισμού. Η δε καταστολή του μετεωρισμού θα δημιουργήση τη διάθεσι και το αμετεώριστο της προσευχής. Τότε τα λόγια μας θα έχουν απήχησι.
Όπως βλέπουμε τον Τελώνη και τον Φαρισαίο. Ο Φαρισαίος έκανε προσευχή πολύ περισσότερη από τον τελώνη κι έλεγε: «Νηστεύω, αποδεκατώ... κ.λπ. και δεν είμαι σαν και τούτον εδώ τον τελώνη τον άδικο, ο οποίος κάνει καταχρήσεις και τόσα άλλα» (Λουκ. ιη' 9-14). Ο μεν Φαρισαίος ήταν δίκαιος, διότι είχε τη δικαιοσύνη, έκανε πράξεις εξωτερικά βέβαια καλές, νήστευε, αγρυπνούσε, έκανε για το «θεαθήναι» ελεημοσύνη, έκανε προσευχές στα σταυροδρόμια όπου σήκωνε ψηλά τα χέρια του, ένιπτε τα χέρια του προτού να φάγη κι όλα τα άλλα τα τυπικά του Νόμου και ενόμιζε κατά τη συνείδησί του ότι ήταν πολύ εντάξει.
Ο τελώνης δεν έκανε πολλή προσευχή. Τί έλεγε; «Ιλάσθητί μοι, Κύριε, τω αμαρτωλώ». Δεν είπε πολλά πράγματα, αλλά τί είχε η προσευχή του; Είχε κάτι το ιδιαίτερο. Ποιο ήταν αυτό; Η αναγνώρισις ότι πράγματι ήταν τελώνης. και οι τελώνες τότε εθεωρούντο άδικοι, είχαν εις βάρος τους την κατηγορία του αμαρτωλού, του τελευταίου ανθρώπου, γιατί έκλεβαν. Κι επομένως ο καημένος ο τελώνης αισθανόταν τις αδικίες του. Πώς θα μπορούσε να σηκώση ο φτωχός κεφάλι και να πη: «Αποδεκατώ όσα κτώμαι και νηστεύω δις του Σαββάτου, ότι κάνω καλές πράξεις και τόσα άλλα;» Αυτός βλέποντας τη μαυρίλα της αδικίας και της αμαρτίας του, έπεσε χάμω και δεν σήκωνε τα μάτια του να κοιτάξη ψηλά, διότι θεωρούσε τον εαυτό του σαν τον πιο τελευταίο άνθρωπο, τον πιο υπεύθυνο αμαρτωλό. Κι όμως αυτό το σκύψιμο, αυτό το ότι δεν τολμούσε να κοιτάξη ψηλά, όλα αυτά ήταν προσευχή, όλα αυτά συγκλόνιζαν τον θρόνο του θείου ελέους. Και κατέβηκε, λέει, ο τελώνης δεδικαιωμένος, ο δε Φαρισαίος καταδικασμένος. Η ταπείνωσις αυτή, το σκύψιμο κάτω με τα μάτια χαμηλά, η εντροπή που ένοιωθε, ο έλεγχος της συνειδήσεως που τον συνείχε, όλα αυτά συνετέλεσαν και κατέβηκε δεδικαιωμένος, δηλαδή συγχωρημένος από τον Θεό.
Το παράδειγμα ιδιαίτερα αυτού του τελώνου μας δίνει το δίδαγμα, μας φωτίζει το δρόμο, μας δίνει την ευκαιρία να σκεφθούμε, να δούμε πως ακούγεται η προσευχή του προσευχομένου. Ας ελέγξουμε λίγο τον εαυτό μας κι ας κάνουμε μία παρατήρησι, μία αυτοεξέτασι. Όταν προσευχηθήκαμε και το μυαλό μας, ο νους μας γύρισε όλο τον κόσμο και δεν καταλάβαμε καν τι είπαμε, νοιώσαμε καμμία αλλοίωσι μέσα μας; Νοιώσαμε ξηρασία σαν να μη κάναμε προσευχή. Αυτή είναι η απάντησις που πήραμε. Το γνωρίσαμε κι αυτό από την πράξι. Όταν όμως σαν τον τελώνη έτσι κι εμείς προσευχώμεθα, γονατισμένοι, με δάκρυα, με ταπείνωσι, με αυτογνωσία, να πιστεύουμε ότι οι προσευχές μας θα τύχουν απαντήσεως.
Η Άννα η Προφήτις, η μητέρα του Σαμουήλ του Προφήτου, ήταν στείρα, όπως γνωρίζουμε από τη Γραφή και δεν είχε παιδιά καθόλου. Η άλλη γυναίκα του ανδρός της είχε πολλά παιδιά. Σαν στείρα πονούσε κι επιθυμούσε κι αυτή να αποκτήση ένα παιδάκι. Ο πόνος αυτός της ψυχής την ωδήγησε στο ναό του Θεού να προσευχηθή. Γονατισμένη μέσα στο ναό γοερώς έκλαιγε και παρακαλούσε το Θεό. Από την πολλή της προσευχή κι από το πολύ δόσιμο στο Θεό, δεν καταλάβαινε τίποτα, τι γινόταν γύρω της, γιατί ήταν εξ ολοκλήρου δοσμένη ψυχή τε και σώματι στο αίτημα. τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι, η καρδιά της φλεγόταν και η φωνή της ανέκραζε γοερώς. Ο Ηλί ο ιερεύς ήταν μέσα στο ιερό, στα Άγια των Αγίων, καθώς και ο υπηρέτης. Λέγει ο υπηρέτης στον ιερέα του Θεού:
- Τί γίνεται μ' αυτή τη μεθυσμένη έξω; Να τη βγάλουμε απ' το ναό.
- Όχι, δεν θα τη βγάλουμε, διότι η ψυχή της είναι κατώδυνος, πονάει πάρα πολύ. Άφησέ την εκεί να εκ­χύση τον πόνο της ενώπιον του Θεού. Και γνωρίζουμε ότι αυτή η προσευχή της έφερε τον καρπό τον άγιο μέσα στην κοιλία της και εγέννησε τον μεγάλο Προφήτη Σαμουήλ.
Βλέπετε, τί προσευχές χρειάζονται για να πάρουμε απάντησι στα αιτήματά μας από τον Θεό και ιδιαίτερα, όταν αυτά είναι σοβαρά και δυσεπίλυτα; Πόσα προβλήματα μας απασχολούν, οικογενειακά, οικονομικά, προβλήματα σχετικά με τα παιδιά, για τα οποία όλοι οι γονείς έχουν τρομερή αγωνία σήμερα, εντός του δικαίου βέβαια. Διότι έξω από το σπίτι καιροφυλακτούν λύκοι και λέοντες να τα καταβροχθίσουν. Επομένως η αγωνία αυτών των ανθρώπων είναι πολύ μεγάλη, γιατί βλέπουμε πως ακριβώς ο σατανάς περιπλέκει τα παιδιά με το δίχτυ του, τα αγκιστρώνει και τα τραβάει έξω από τη θάλασσα και έτσι δημιουργείται όλη αυτή η σήψις και ο ψυχικός θάνατος των παιδιών. Όλα αυτά τα παιδιά θέλουν πολλή προσευχή.
Έχουμε βέβαια πολλά παραδείγματα μητέρων, που η προσευχή τους έσωσε τα παιδιά τους, όπως την Αγία Μόνικα. Όπως γνωρίζετε η Αγία Μόνικα ήταν η μητέρα του Ιερού Αυγουστίνου. Ο Ιερός Αυγουστίνος πριν γίνη «Ιερός», ήταν ο άσωτος Αυγουστίνος, ένας από τους πολύ μεγάλους αμαρτωλούς. Αλλά η αγία αυτή μητέρα δεν γονάτισε προ του μεγίστου κινδύνου, προ της μεγάλης απώλειας του παιδιού της. Δεν δειλίασε, που το έβλεπε στην ασωτεία να καταρρέη συνέχεια, αλλά το θάρρος της ήταν μεγάλο και η πίστις της μεγάλη. Αγωνιζόταν στην προσευχή. ανάλογα και τα δάκρυά της. Και ο πόνος της τον έφερε εις μετάνοιαν. Μετανόησε ο Ιερός Αυγουστίνος. Αλλά και όταν αργότερα έπεσε σε αίρεσι, έκανε άλλον αγώνα μεγάλο η μητέρα, για να τον επαναφέρη στην Ορθόδοξη πίστι. Έφτασε στα Μεδιόλανα και συνάντησε τον Άγιο Αμβρόσιο και έκλαιγε και θρηνούσε μπροστά του εκθέτοντας τα όσα το παιδί της είχε κάνει στη ζωή του. Βλέποντας ο άγιος τα δάκρυα, βλέποντας τον πόνο και την πίστι της, της είπε:
- Γύναι, αυτά τα δάκρυα που χύνεις, δεν θα μείνουν έτσι, θα φέρουν καρπό. Πίστευε ότι το παιδί σου θα αλλάξη. Και άλλαξε και έγινε ο Ιερός Αυγουστίνος, που εορτάζεται μεταξύ των Αγίων από την Εκκλησία μας.
Βλέπετε των μεγάλων μητέρων τα κατορθώματα! Δεν εδειλίασαν, δεν απελπίστηκαν, όταν έβλεπαν τα παιδιά τους να καταστρέφωνται. Ποτέ απελπισία. Η απελπισία είναι πάρα πολύ μεγάλο κακό. Γι' αυτό πρέπει να ενισχύουμε τα παιδιά, να τους σπέρνουμε τον σπόρο της ευσεβείας και να μη χάνουμε το θάρρος μας, διότι ό,τι σπέρνουμε, δεν χάνεται. Εισέρχεται ο σπόρος στην ψυχή τους κι ας φαίνεται ότι τώρα, που είναι στη νεανική τους ηλικία, δεν δέχονται τίποτα, αντιλογούν, βγαίνουν προς τα έξω, δεν έρχονται στην εκκλησία και κάνουν ωρισμένα λάθη. Στο βάθος έχουν πίστι, στο βάθος έχουν ένα πάρα πολύ όμορφο άνθρωπο. Να ξέρετε ότι ο σπόρος αυτός θα βλαστή­ση. Θα έρθη καιρός που ο Θεός θα δώση ούριο άνεμο, θα βρέξη, θα ανατείλη ο ήλιος της δικαιοσύνης και τα παιδιά αυτά θα καρποφορήσουν καρπόν εκατονταπλασίονα. Αν ο Θεός το καλέση, όπως περιμένουμε να γίνη, και αξιωθούν του μαρτυρίου, τότε θα δήτε ότι τίποτα δεν χάθηκε. Διότι ο Χριστός μας σταυρώθηκε για όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα για τα παιδιά, τα οποία στη σημερινή εποχή κινδυνεύουν άμεσα.
Και οι γονείς και η εκκλησία ολόκληρη και ιδιαίτερα εμείς οι πνευματικοί που βλέπουμε τα βαθύτερα του κάθε παιδιού και γνωρίζουμε το τι συμβαίνει, πρέπει να προσευχώμεθα. Να παρακαλούμε νύχτα μέρα και ιδιαίτερα για εκείνα τα παιδιά, που είναι γεννημένα στις αιρέσεις και για εκείνα, που τα έχουν καταστρέψει τα ναρκωτικά και γυρίζουν έρημα μέσα στους δρόμους, χωρίς καμμία σχετική προστασία, χωρίς κανένας να λαβαίνη πρόνοια γι' αυτά. Όλοι έχουν ανάγκη από μια ανακούφισι κι από τον πόνο κι από την ασθένεια κι από τα προβλήματα τα ψυχολογικά, τα οποία είναι μία μόνιμη κατάστασι πλέον στο νεανικό κόσμο.
Εμείς οι χριστιανοί οι οποίοι γνωρίζουμε την αγάπη του Θεού, θα πρέπη να προσευχώμεθα για κάθε πλάσμα επάνω στη γη, για κάθε χαμένο, για κάθε πονεμένο άνθρωπο, για κάθε πονεμένη ψυχή, διότι τότε θα εκπληρώσουμε το χρέος μας απέναντι στον Θεό και τότε θα είμεθα πραγματικά παιδιά του Θεού. Και ο Θεός έτσι κάνει. Είναι απλωμένος σε όλον τον κόσμο, άσχετα αν οι άνθρωποι Τον βλασφημούν, αν ασεβούν, αν Τον έχουν ξεχάσει ή κι αν δεν Τον γνωρίζουν καθόλου. Η αγάπη μας πρέπει να απλωθή, να μην περιορίζεται μόνο στη δική μας οικογένεια ή στη διπλανή μας, αλλά σε όλον τον κόσμο. Οι άγιοι Πατέρες και για τα κτήνη ακόμη είχαν ευσπλαχνία και οικτιρμούς. Τα ελυπούντο και τα αγαπούσαν από την αγιότητα της ψυχής των.
Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν. Όταν δούμε πολέμους και σεισμούς και διάφορα γεγονότα, εγγύς το τέλος. Περιμένουμε πολλά να μας συμβούν σύμφωνα με τις προφητείες των αγίων, εις τους εσχάτους χρόνους θα συμβούν μεγάλα γεγονότα. Και ο λόγος του Θεού και των αγίων είναι αλήθεια. Το άθλημα, το οποίον περιμένουμε να δώσουμε είναι για την πίστι στην Θεανθρωπία του Ιησού, αφού βέβαια πιστεύουμε ότι ο Χριστός ήτο Θεός κι έγινε άνθρωπος κι ότι κατέβηκε στη γη, να δώση τη λύτρωσι και να διώξη το σκοτάδι της απιστίας και της αθεΐας. Κι εμείς σαν στρατιώτες του Χριστού μας, αφού αποτελούμε το στράτευμα του Χριστού, οφείλουμε να προετοιμαστούμε, να οπλισθούμε. Ένα κράτος, όταν αντιληφθή ότι κάποιο άλλο κράτος ετοιμάζει επίθεσι αρχίζει την προετοιμασία της άμυνας και της αντεπιθέσεως. Ούτω πως και εμείς. Και η προετοιμασία είναι γνωστή.
Να πιστεύουμε κατά πρώτον, ότι εάν έχουμε πίστι και ταπείνωσι θα ελκύσουμε την Χάρι κι αυτή τη μεγάλη δύναμι του Χριστού, για να μαρτυρήσουμε. Ποτέ να μη πιστέψουμε και να τολμήσουμε να σκεφθού­με, ότι εμείς μόνοι μας έχουμε αυτή τη δύναμι. Θα λέμε: «Εγώ είμαι αδύναμος, είμαι ανίκανος, είμαι αμαρτωλός, είμαι τίποτα, είμαι μηδέν, είμαι ο πιο άχρηστος άνθρωπος». Μόνον η ταπείνωσις θα ελκύση τη δύναμι του Χριστού και θα νικήση. Διότι όπου ο Χριστός επιφοιτά με την υπερφυσική Του δύναμι, υπέρ φύσιν ποιεί πράγματα. Μη νομίσετε ότι με τις προσωπικές και τις ανθρώπινες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουμε οιανδήποτε ενέργεια και επέμβασι του διαβόλου και των συνεργατών του. Ποτέ. Ο άνθρωπος είναι ασθενικός, δεν έχει καμμία δύναμι να αντιμετωπίση ό­λα αυτά τα δεινά, παρά μόνο με τη δύναμι του Θεού. Να πιστέψουμε ότι, όταν ο Θεός μας καλέση σ' αυτό το μαρτύριο, θα δώση «συν τω πειρασμώ και την έκβασιν» (Α' Κορινθ. ι' 13) κι ότι όταν εν ταπεινώσει δε­χθούμε να δώσουμε αυτή τη μαρτυρία, θα πάρουμε τη Χάρι του Θεού, για να νικήσουμε τον πονηρό και να στεφανωθούμε.
Εν συνεχεία πρέπει να διορθώσουμε τη ζωή μας, να την κάνουμε ορθόδοξη από απόψεως αρετών και αγωνισμάτων, για να αισθανθούμε, να γευθούμε και να πιστέψουμε πραγματικά στον Θεό. Όταν πιστέψουμε ότι ο Χριστός εις τον καιρό των μαρτυρίων έκανε θαύματα στους αγίους και τους ενίσχυε στον αγώνα, θα νοιώσουμε την ύπαρξί Του μέσα μας ζωντανή, όπως την ένοιωσαν οι Μάρτυρες. Βλέπουμε στα μαρτύρια των αγίων, ότι και οι Μάρτυρες και οι Ασκηταί εδέχοντο επίσκεψι θεϊκή, μαρτυρική, οράματα θεία και επεμβάσεις Χάριτος, χωρίς οι γύρω τους να το αντιλαμβάνωνται, κι έτσι έπαιρναν δύναμι. Κι όλα αυτά τους βοηθούσαν και ξεπερνούσαν τη μαρτυρική δυσκολία και έτσι ετελειώνοντο εν Κυρίω. Ο Απόστολος Παύλος σε μία από τις Επιστολές του λέγει: «Δια πίστεως οι άγιοι πάντες κατηγωνίσαντο βασιλείας, ....επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, ...» (Εβρ. ια', 33-40) και τόσα άλλα έπαθον. Δια της πίστεως οι Μάρτυρες κατώρθωσαν όλα αυτά τα μεγάλα. αγωνίσθηκαν εναντίον βασιλέων, εναντίον τυράννων, εναντίον βασάνων, εναντίον του πυρός και τόσων άλλων δεινών και εθριάμβευσαν και εστεφανώθησαν και ηγίασαν.
Αλλά λέμε: Αφού τώρα δεν βλέπουμε αρετή, έχουμε βαθύ σκότος αμαρτίας και απιστίας και ιδιαίτερα στις χώρες αυτές, που μας κατακλύζουν όλες οι θρησκείες, όλες οι φυλές, όλα τα χρώματα, οι σατανιστές, που έχουν μεγάλη ισχύ, και τόσες άλλες δοξασίες και βλασφημίες και αιρέσεις, πώς θα αναδει­χθούν σήμερα οι Άγιοι; Αφού έχει εκλείψει κάθε αρετή, αφού ασκητάς δεν έχουμε τώρα, όπως τα παληά χρόνια, που ηγίαζαν στας ερήμους, αφού η πίστις θα κλονισθή μέχρι τα θεμέλια, ποιοι θα είναι οι Άγιοι των τελευταίων χρόνων;
Και όμως οι Άγιοι δεν θα εκλείψουν μέχρι της συντελείας των αιώνων. Μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία η Εκκλησία θα καρποφορή Αγίους. Και επειδή τα χρόνια αυτά θα είναι πολύ κοντινά και περιμένουμε να δώσουμε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία, οφείλουμε όλοι να προετοιμαζώμεθα και να ενισχύουμε συνεχώς και τα παιδιά μας, έστω και με τα λίγα, που γνωρίζουμε, και να τα τονώνουμε την Ορθόδοξη πίστι και στο μαρτύριο. Όποιος θα αξιωθή να δώση αυτή τη μαρτυρία της πίστεως τα επόμενα χρόνια, τα οποία θα είναι τα τελευταία και τα ένδοξα, αυτός ο Μάρτυς θα είναι δέκα φορές λαμπρότερος εις την Βασιλείαν των Ουρανών από τους προηγουμένους Μάρτυρας, που εορτάζει η Εκκλησία μας. Ας ελπίσουμε κι εμείς, με τη Χάρι του Κυρίου, ότι θα αξιωθούμε αυτής της μεγάλης τιμής του μαρτυρίου στους εσχάτους χρόνους. Αμήν. Γένοιτο.

ΠΗΓΗ: "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ"
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
ΠΟΠΗ
Δημοσιεύσεις: 808
Εγγραφή: Δευτ Ιούλ 30, 2012 3:29 pm
Επικοινωνία:

Re: Η δύναμη της πίστεως και της Προσευχής

Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Πέμ Σεπ 06, 2012 10:18 pm

Η ΑΣΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

Εικόνα

Του μακαριστού Γέροντος και κτήτορος της Μονής του Τιμίου Προδρόμου Essex Σωφρονίου Σαχάρωφ από το βιβλίο "ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΉΣ", εκδ. Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου.

Εις το παρόν κεφάλαιον θα αποπειραθώ να εκθέσω κατά το δυνατόν συντομώτερον τας πλέον ουσιώδεις απόψεις περί της προσευχής του Ιησού, της μεγάλης αυτής ασκήσεως της καρδίας, ως και την πλέον υγιαίνουσαν περί της ασκήσεως ταύτης διδασκαλίαν την οποία συνήντησα εν Αγίω Όρει.

Επί πολλά έτη οι μοναχοί προφέρουν την προσευχήν αυτήν δια του στόματος, μη αναζητούντες τεχνητούς τρόπους ενώσεως του νου μετά της καρδίας. Η προσοχή αυτών συγκεντρούται εις την συμμόρφωσιν της καθ' ημέραν ζωής αυτών προς τας εντολάς του Χριστού. Η αιωνόβιος πείρα της ασκήσεως ταύτης έδειξεν ότι ο νους ενούται μετά της καρδίας δια της ενεργείας του Θεού, όταν ο μοναχός διέλθη την σταθεράν πείραν της υπακοής και της εγκρατείας, όταν ο νους αυτού, η καρδία και αυτό το σώμα του «παλαιού ανθρώπου» ελευθερωθούν επαρκώς εκ της εξουσίας της αμαρτίας. Εν τούτοις και κατά το παρελθόν και κατά τον παρόντα καιρόν οι Πατέρες ενίοτε επιτρέπουν να προσφεύγωμεν εις την τεχνητήν μέθοδον εισαγωγής του νου εις την καρδίαν. Προς τούτο ο μοναχός, δίδων κατάλληλον θέσιν εις το σώμα και κλίνων την κεφαλήν προς το στήθος, νοερώς προφέρει την προσευχήν εισπνέων ησύχως τον αέρα μετά των λέξεων: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, (Υιέ του Θεού)» και έπειτα εκπνέων τελειώνει την προσευχήν: «ελέησον με (τον αμαρτωλόν)». Κατά τον χρόνον της εισπνοής η προσευχή του νου κατ' αρχάς ακολουθεί την κίνησιν του εισπνεομένου αέρος και συγκεντρούται εις το άνω μέρος της καρδίας. Κατά την εργασίαν ταύτην επί τι χρονικόν διάστημα η προσοχή δύναται να διαφυλαχθή αδιάχυτος και ο νους να παραμείνη πλησίον της καρδίας, έτι δε και να εισέλθη εντός αυτής. Η πείρα θα δείξη ότι ο τρόπος ούτος θα δώση εις τον νουν την δυνατότητα να ίδη ουχί αυτήν την φυσικήν καρδίαν, αλλά εκείνο όπερ τελείται εν αυτή: Οποία αισθήματα εισδύουν εν αυτή· οποίαι νοεραί εικόνες προσεγγίζουν αυτήν εκ των έξω. Η τοιαύτη άσκησις θα οδηγήση τον μοναχόν να αισθάνηται την καρδίαν αυτού και να διαμένη εν αυτή δια της προσοχής του νοός μη προσφεύγων πλέον εις οιανδήποτε «ψυχοσωματικήν τεχνικήν».
Η τεχνητή μέθοδος δύναται να βοηθήση τον αρχάριον να ανεύρη τον τόπον, όπου οφείλει να σταθή η προσοχή του νοός κατά την προσευχήν και εν γένει εν παντί καιρώ. Εν τούτοις η πραγματική προσευχή δεν επιτυγχάνεται δια του τρόπου αυτού. Αύτη έρχεται ουχί άλλως, ει μη δια της πίστεως και της μετανοίας, αίτινες είναι η μόνη βάσις δι' αυτήν. Ο κίνδυνος της ψυχοτεχνικής, ως κατέδειξεν η μακρά πείρα, έγκειται εις το ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, οίτινες αποδίδουν καθ΄ υπερβολήν μεγάλην σημασίαν εις την μέθοδον καθ' εαυτήν. Προς αποφυγήν της επιβλαβούς παραμορφώσεως της πνευματικής ζωής του προσευχομένου συνιστάται από παλιών χρόνων εις τους αρχαρίους ασκητάς άλλος τρόπος, κατά πολύ βραδύτερος, αλλ' ασυγκρίτως ορθότερος και ωφελιμώτερος και δη: να συγκεντρούται η προσοχή εις το Όνομα του Ιησού Χριστού και εις τους λόγους της ευχής. Όταν η συντριβή δια τας αμαρτίας φθάση εις ωρισμένον βαθμόν, τότε ο νους φυσικώ τω τρόπω ενούται μετά της καρδίας.

Ο πλήρης τύπος της προσευχής είναι: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Εις τους αρχαρίους ακριβώς αυτός ο τύπος προτείνεται. Εις το πρώτον μέρος της προσευχής ομολογούμεν τον Χριστόν-Θεόν, τον σαρκωθέντα δια την ημών σωτηρίαν. Εις το δεύτερον μέρος εν μετανοία αναγνωρίζομεν την πτώσιν ημών, την αμαρτωλότητα και την λύτρωσιν ημών. Ο συνδυασμός της δογματικής ομολογίας μετά της μετανοίας απεργάζεται την προσευχήν πληρεστέραν κατά το θετικόν αυτής περιεχόμενον. Είναι δυνατόν να καθορίσωμεν στάδια τινα εν τη αναπτύξει της προσευχής ταύτης:

Πρώτον, είναι η προφορική. Λέγομεν την προσευχήν δια των χειλέων, ενώ προσπαθούμεν να συγκεκντρώσωμεν την προσοχήν ημών εις το Όνομα και τας λέξεις.

Δεύτερον, νοερά. Δεν κινούμεν πλέον τα χείλη, αλλά προφέρομεν το όνομα του Ιησού Χριστού και το λοιπόν περιεχόμενον της προσευχής νοερώς.

Τρίτον, νοερά-καρδιακή. Ο νους και η καρδία ενούνται κατά την ενέργεια αυτών· η προσοχή περικλείεται εντός της καρδίας και εκεί προφέρεται η ευχή.

Τέταρτον, αυτενεργουμένη. Η προσευχή στερεούται εν τη καρδία, και άνευ ιδιαιτέρας προσπαθείας της θελήσεως προφέρεται αφ' εαυτής εντός της καρδίας, ελκύουσα προς τα εκεί την προσοχήν του νοός.

Πέμπτον, χαρισματική. Η προσευχή ενεργεί ως τρυφερά φλοξ εντός ημών, ως έμπνευσις Άνωθεν, γλυκαίνουσα την καρδίαν δια της αισθήσεως της αγάπης του Θεού και αρπάζουσα τον νου εις πνευματικάς θεωρίας. Ενίοτε συνοδεύεται μετά της οράσεως του Φωτός.

Η βαθμιαία ανάβασις εν τη προσευχή είναι η πλέον αξιόπιστος. Εις τον εισερχόμενον εις το στάδιον του αγώνος δια την προσευχήν επιμόνως προτείνεται να αρχίζη δια της προφορικής προσευχής, έως ότου αύτη αφομοιωθή υπό του σώματος, της γλώσσης, της καρδίας και της διανοίας αυτού. Η διάρκεια της περιόδου ταύτης διαφέρει εις έκαστον. Όσον βαθυτέρα είναι η μετάνοια, τοσούτον συντομωτέρα η οδός.

Η άσκησις της νοεράς προσευχής δύναται προς καιρόν να συνδέηται μετά της ψυχοσωματικής μεθόδου, τουτέστι να φέρη χαρακτήρα ρυθμικής ή αρρύθμου προφοράς της ευχής δια του νοερού μέσου της εισπνοής κατά το πρώτον μέρος και της εκπνοής κατά το δεύτερον, καθώς περιεγράφη ανωτέρω. Η τοιαύτη εργασία δύναται να είναι ωφέλιμος, εάν έχωμεν πάντοτε κατά νουν ότι εκάστη επίκλησις του Ονόματος του Χριστού πρέπει να συνδέηται αδιαστάτως μετ' Αυτού, του Προσώπου του Χριστού-Θεού. Αλλέως η προσευχή μετατρέπεται εις τεχνητόν γύμνασμα και καταλήγει εις αμαρτίαν εναντίον της εντολής: «Ου λήψει το Όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω» (Εξ. 20,7 και Δευτ. 5,11).

Όταν η προσοχή του νοός στερεούται εν τη καρδία, τότε είναι δυνατός ο πλήρης έλεγχος των τελουμένων εντός της καρδίας, η δε πάλη προς τα πάθη διεξάγεται μετά συνέσεως. Ο ευχόμενος βλέπει τους εχθρούς προσεγγίζοντας εκ των έξω και δύναται να εκδιώξη αυτούς δια της δυνάμεως του Ονόματος του Χριστού. Δια της ασκήσεως ταύτης η καρδία λεπτύνεται και γίνεται διορατική: Διαισθάνεται την κατάστασιν του προσώπου εκείνου, περί του οποίου προσφέρεται δέησις. Κατ' αυτόν τον τρόπον τελείται η μετάβασις εκ της νοεράς προσευχής εις την νοεράν-καρδιακήν, μετά την οποίαν δίδεται η αυτενεργούμενη προσευχή.

Αγωνιζόμεθα να παρασταθώμεν ενώπιον του Θεού εν τη ενότητι και ολότητι της υπάρξεως ημών. Η εν φόβω Θεού επίκλησις του Ονόματος του Σωτήρος συνδεομένη μετά της ακαταπαύστου προσπαθείας τηρήσεως των εντολών , οδηγεί βαθμηδόν εις την μακαρίαν ενότητα όλων των δυνάμεων ημών, των πρότερον εξησθενημένων εκ της Πτώσεως. Κατά τον θαυμαστόν, αλλά δύσκολον και οδυνηρόν αυτόν αγώνα ουδέποτε πρέπει να βιαζώμεθα. Είναι σημαντικόν να αποβάλωμεν τον λογισμόν, όστις εισηγείται εις ημάς την επιτυχίαν του μεγίστου εις τον βραχύτερον δυνατόν χρόνον. Ο Θεός δεν βιάζεται την θέλησιν ημών, αλλ' ούτε εις Αυτόν είναι δυνατόν να επιβάλωμεν δια της βίας να πράξη ο,τιδήποτε. Τα επιτυγχανόμενα δια της βίας της θελήσεως μέσω της ψυχοσωματικής μεθόδου δεν διατηρούνται επί μακρόν, και το κυριώτερον, δεν οδηγούν εις την ένωσιν του πνεύματος ημών μετά του Πνεύματος του Ζώντος Θεού.

Εν ταις συνθήκαις του συγχρόνου κόσμου η προσευχή απαιτεί υπεράθρωπον ανδρείαν, διότι εις αυτήν ανθίσταται το σύνολον των κοσμικών ενεργειών. Διαμονή εν απερισπάστω προσευχή σημαίνει νίκην εφ' όλων των επιπέδων της φυσικής υπάρξεως. Η οδός αύτη είναι μακρά και ακανθώδης, αλλ' έρχεται στιγμή κατά την οποίαν ακτίς του Θείου Φωτός διαπερά το πυκνόν σκότος και δημιουργεί ενώπιον ημών ρωγμήν, δια μέσου της οποίας βλέπομεν την Πηγήν του Φωτός τούτου. Τότε η προσευχή του Ιησού λαμβάνει κοσμικάς και υπερκοσμίους διαστάσεις.

«Γύμναζε δε σεαυτόν προς ευσέβειαν· η γαρ σωματική γυμνασία προς ολίγον εστίν ωφέλιμος, η δε ευσεβεία προς πάντα ωφέλιμος εστίν, επαγγελίαν έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης. Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος· εις τούτο γαρ και κοπιώμεν... ότι ηλπίκαμεν επί Θεώ ζώντι, Ος εστί Σωτήρ πάντων ανθρώπων... Παράγγελλε ταύτα και δίδασκε» ( Α' Τιμ. 4,7-11). Η τήρησις της διδαχής ταύτης του Αποστόλου αποτελεί την πιστοτέραν οδόν προς τον Αναζητούμενον. Είναι αδύνατον να διανοηθώμεν ότι δια τεχνητών μέσων αποκτάται η θέωσις. Πιστεύομεν ότι ο Θεός ήλθεν εις την γην, απεκάλυψε το μυστήριον της αμαρτίας και έδωκεν εις ημάς την χάριν της μετανοίας, ημείς δε προσευχόμεθα: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν», επ' ελπίδι της συγχωρήσεως και της καταλλαγής εν τω Ονόματι Αυτού. Τους λόγους «ελέησόν με τον αμαρτωλόν» δεν εγκαταλείπομεν καθ' όλην την ζωήν ημών. Η τελεία νίκη επί της αμαρτίας είναι δυνατή ουχί άλλως, ει μη δια της ενοικήσεως εν ημίν του Ιδίου του Θεού. Τούτο αποτελεί την θέωσιν ημών, ένεκα της οποίας καθίσταται δυνατή η άμεσος θεωρία του Θεού «καθώς εστί». Το πλήρωμα της χριστιανικής τελειότητος είναι ακατόρθωτον εν τοις ορίοις της γης. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος γράφει: «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε· ο Μονογενής Υιός ο ων εις τον κόλπον του Πατρός Εκείνος εξηγήσατο» (Ιωαν. 1,18). Ο ίδιος δε διαβεβαιοί ημάς ότι εν τω μέλλοντι αιώνι θα συντελεσθή η θέωσις ημών, διότι «οψόμεθα Αυτόν καθώς εστί» (Α' Ιωαν. 3,2). «Πας ο έχων την ελπίδα ταύτην... αγνίζει εαυτόν, καθώς Εκείνος αγνός εστί... πας ο εν Αυτώ μένων ουχ αμαρτάνει· πας ο αμαρτάνων ουχ εώρακεν Αυτόν ουδέ έγνωκεν Αυτόν» (Α' Ιωαν. 3,3 και 6). Είναι ωφέλιμον να διαποτισθώμεν υπό του περιεχομένου αυτής της Επιστολής, ίνα η επίκλησης του Ονόματος του Ιησού γένηται ενεργός, σωτήριος, ίνα «μεταβώμεν» εκ του θανάτου εις την ζωήν» (πρβλ. Α' Ιωαν. 3,14) και λάβωμεν «δύναμιν εξ ύψους» (Λουκ. 24,49).

Εν εκ των πλέον θαυμασίων βιβλίων των ασκητών Πατέρων είναι η «Κλίμαξ» του αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου. Αναγινώσκεται υπό των αρχαρίων μοναχών, αλλά χρησιμεύει και ως αυθεντικόν κριτήριον δια τους τελείους. (Είναι ίσως περιττόν να είπωμεν ότι η τελειότης επί της γης ουδέποτε είναι πλήρης). Παρόμοιόν τι δυνάμεθα να διαπιστώσωμεν και εις ό,τι αφορά εις την προσευχήν του Ιησού. Δι' αυτής προσεύχονται κατά την διάρκειαν πάσης εργασίας απλοί και ευσεβείς άνθρωποι· δι' αυτής αντικαθίστανται αι εκκλησιαστικαί ακολουθίαι· αυτήν «νοερώς» προφέρουν οι μοναχοί , ευρισκόμενοι εν τω ναώ κατά τον χρόνον των ακολουθιών· αύτη συνιστά ωσαύτως το κατ' εξοχήν έργον των μοναχών εν τοις κελλίοις και των ερημιτών-ησυχαστών.
Η εργασία της προσευχής ταύτης συνδέεται στενώτατα μετά της θεολογίας του Θείου Ονόματος. Έχει αύτη βαθείας δογματικάς ρίζας, ως και όλη η ασκητική ζωή των ορθοδόξων: Συμβολίζει αρμονικώς μετά της δογματικής συνειδήσεως. Η προσευχή εις τινας των μορφών αυτής γίνεται αληθώς πυρ καταναλίσκον τα πάθη (βλ. Εβρ. 12,29). Εν αυτή περικλείεται Θεία δύναμις, ήτις ανιστά τους νεκρωθέντας εκ της αμαρτίας. Είναι φως, όπερ λαμπρύνει τον νουν και μεταδίδει εις αυτόν την ικανότητα της διακρίσεως δυνάμεων αίτινες ενεργούν «εν τω κόσμω»· παρέχει ωσαύτως την δυνατότητα της θεωρίας των τελουμένων εντός του νου και της καρδίας ημών: «Διικνουμένη (αύτη) άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών και κριτική ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας» (πρβλ. Εβρ. 4,12).

Η ευλαβής άσκησις της προσευχής ταύτης οδηγεί τον άνθρωπον εις συνάντησιν μετά πολλών εναντιουμένων ενεργειών κεκρυμένων εν τη ατμοσφαίρα. Προσφερομένη εν τη καταστάσει βαθείας μετανοίας διεισδύει εις τον χώρον, όστις κείται πέραν των ορίων «της σοφίας των σοφών και της συνέσεως των συνετών» (Α' Κορ. 1,19). Εις τας πλέον εντατικάς εκδηλώσεις αυτής απαιτεί αύτη ή μεγάλην πείραν ή καθοδηγητήν. Είναι απαραίτητος εις όλους ανεξαιρέτως τους ασκούντας αυτήν η νηπτική περίσκεψις, το πνεύμα της συντριβής και του φόβου του Θεού, η υπομονή εις παν επερχόμενον επ' αυτούς. Τότε γίνεται αύτη δύναμις, ήτις συνάπτει το πνεύμα ημών προς το Πνεύμα του Θεού, παρέχουσα την αίσθησιν της ζώσης παρουσίας της αιωνιότητος εντός ημών, έχουσα ήδη οδηγήσει ημάς δια μέσου αβύσσων σκότους εν ημίν κεκρυμένων.

Η προσευχή αύτη είναι μέγα δώρον του ουρανού προς τον άνθρωπον και την ανθρωπότητα.

Πόσο σημαντική είναι η διαμονή (ίνα μη είπω η άσκησις) εν τη προσευχή, μαρτυρεί και αυτή η πείρα. Θεωρώ επιτρεπτόν να παραβάλω ταύτην προς την φυσικήν ζωήν του κόσμου ημών και να φέρω παραδείγματα εκ των γνωστών εις ημάς γεγονότων της συγχρόνου επικαιρότητος. Οι αθληταί, προετοιμαζόμενοι δια τους προκειμένους εις αυτούς αγώνας, επαναλαμβάνουν επί μακρόν τας αυτάς ασκήσεις, ώστε να εκτελέσουν κατά την στιγμήν της διεξαγωγής αυτών ταχέως και μετά βεβαιότητος, και τρόπον τινά μηχανικώς, πάσας τας κινήσεις, τας οποίας ήδη καλώς αφωμοίωσαν. Εκ του αριθμού των ασκήσεων εξαρτάται και η ποιότης της αποδόσεως. Ιδού, θα διηγηθώ εισέτι γεγονός, όπερ συνέβη εις κύκλον γνωστών εις εμέ προσώπων. Βεβαίως επαναλαμβάνω επί του προκειμένου εκείνα, άτινα ήκουσα εξ ενός εκ των πλησιεστέρων ανθρώπων προς τα πρόσωπα εις τα οποία αναφέρονται.

Εις ευρωπαικήν τινα πόλιν δύο αδελφοί ανυμφεύθησαν σχεδόν συγχρόνως δύο νέας. Η μία εξ αυτών ήτο ιατρός, άνθρωπος οξείας αντιλήψεως και ισχυρού χαρακτήρος. Η άλλη ήτο ωραιοτέρα, δραστήριος, ευγενής αλλ' ουχί καθ' υπερβολήν ευφυής. Ότε επλησίαζεν ο καιρός του τοκετού δι' αμφοτέρας, απεφάσισαν να αποκτήσουν την πρώτην εμπειρίαν ακολουθούσαι την πρότινος εμφανισθείσαν μέθοδον του «ανωδύνου τοκετού». Η πρώτη, η ιατρός, ταχέως κατενόησεν όλον τον μηχανισμόν της πράξεως ταύτης και μετά δύο ή τρία μαθήματα της καθωρισμένης γυμναστικής εγκατέλειψε τας ασκήσεις, πεπεισμένη ότι κατενόησε τα πάντα και ότι κατά την στιγμήν της ανάγκης θα εφήρμοζε τας γνώσεις αυτής. Η άλλη δεν εγνώριζε πολλά περί της ανατομίας του σώματος ούτε διετίθετο να ασχοληθή μετά της θεωρητικής πλευράς της μεθόδου ταύτης, αλλά παρεδόθη απλώς μετά ζήλου εις την επανάληψιν του προδιαγεγραμμένου συμπλέγματος κινήσεων του σώματος. Αφομοιώσασα δε ταύτας επαρκώς, ότε έφθασεν η στιγμή, απήλθε δια το προκείμενον εγχείρημα. Και τί νομίζετε ότι συνέβη; Η μεν πρώτη κατά την στιγμήν του τοκετού εκ των πρώτων ήδη ωδινών δεν ενεθυμήθη τας θεωρίας και έτεκε μετά μεγάλης δυσκολίας, «εν λύπαις» (Γεν. 3,16)· η δε άλλη έτεκεν άνευ πόνων και σχεδόν άνευ δυσκολίας.

Ούτω θα συμβή και εις ημάς. Ο σύγχρονος και πεπαιδευμένος άνθρωπος είναι εις θέσιν να εννοήση τον «μηχανισμόν» της νοεράς προσευχής. Αρκεί να προσευχηθή δύο ή τρεις εβδομάδας μετά τινός ζήλου, να αναγνώση ολίγα βιβλία, και ιδού, ο ίδιος δύναται ήδη εις τα γεγραμμένα βιβλία να προσθέση και το ίδιον αυτού. Κατά την ώραν όμως του θανάτου, όταν η όλη σύστασις ημών υποβάλληται εις βιαίαν διάσπασιν, όταν ο νους θολούται και η καρδία αισθάνηται ισχυρούς πόνους ή εξασθένησιν, τότε πάσαι αι θεωρητικαί ημών γνώσεις εκλείπουν και η προσευχή δύναται να απολεσθή.

Είναι αναγκαίον να προσευχώμεθα επί έτη. Να αναγινώσκωμεν ολίγον, και μόνον ό,τι κατά τον ένα ή τον άλλον τρόπον άπτεται της προσευχής και συνεργεί, κατά το περιεχόμενον αυτού, εις την ενίσχυσιν της έλξεως προς προσευχήν μετανοίας δια της εσωτερικής φυλακής του νοός. Εκ της μακροχρονίου επαναλήψεως η προσευχή γίνεται φύσις της υπάρξεως ημών, φυσική αντίδρασις εις παν φαινόμενον εν τη πνευματική σφαίρα, είτε τούτο είναι φως, είτε σκότος, είτε εμφάνισις αγίων αγγέλων ή δαιμονικών δυνάμεων, χαρά ή λύπη εν ενί λόγω, εν παντί καιρώ και πάση περιστάσει.

Μετά τοιαύτης προσευχής η γέννησις ημών δια την ουράνιον ζωήν δύναται όντως να αποβή ανώδυνος.

Η βίβλος της Καινής Διαθήκης, ήτις αποκαλύπτει εις ημάς τα έσχατα βάθη του ανάρχου Όντος, είναι σύντομος, αλλά και η θεωρία της προσευχής του Ιησού δεν απαιτεί ανάπτυξιν εις πλάτος. Η δια του Χριστού φανερωθείσα τελειότης είναι ανέφικτος εν τοις ορίοις της γης· το πλήθος των πειρασμών, τους οποίους διέρχεται ο ασκών την προσευχήν ταύτην, είναι απερίγραπτον. Η άσκησις της προσευχής ταύτης οδηγεί κατά παράδοξον τρόπον το πνεύμα του ανθρώπου εις συνάντησιν μετά των κεκρυμμένων εν τω «Κόσμω» δυνάμεων. Η δια του Ονόματος του Ιησού προσευχή προκαλεί εναντίον αυτής επίθεσιν εκ μέρους των κοσμικών δυνάμεων, κάλλιον δ' ειπείν, την πάλην μετά «των κοσμοκρατόρων του σκότους του αιώνος τούτου, των πνευματικών της πονηρίας εν τοις επουρανίοις» (πρβλ. Εφεσ. 6,12). Αύτη, ανυψούσα τον άνθρωπων εις σφαίρας κειμένας πέραν των ορίων της γηίνης σοφίας, εις τα υψίστας μορφάς αυτής, απαιτεί «άγγελον πιστόν οδηγόν».

Η προσευχή του Ιησού κατά την ουσίαν αυτής υπέρκειται παντός εξωτερικού σχήματος, εν τη πράξει όμως οι πιστοί ένεκα της ανικανότητος αυτών να σταθούν εν αυτή «καθαρώ νοΐ» επί μακρόν χρόνον, χρησιμοποιούν το κομβοσχοίνιον χάριν πειθαρχίας. Εν τω Αγίω Όρει του Άθω το πλέον διαδεδομένον κομβοσχοίνιον φέρει εκατό κόμβους διηρημένους εις τέσσαρα μέρη των είκοσι πέντε κόμβων. Ο αριθμός των προσευχών και των μετανοιών καθ' ημέραν και νύκτα ορίζεται αναλόγως της δυνάμεως εκάστου και των πραγματικών συνθηκών της ζωής αυτού.


Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η δύναμη της πίστεως και της Προσευχής

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Παρ Νοέμ 10, 2017 10:13 am

Κάντε Προσευχή και θα δείτε θαύματα
Από Dogma 09 Νοεμβρίου 2017

Εικόνα

του μακαριστού Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτη

Έχουμε μεγάλο και σκληρό αγώνα Πρέπει να νικηθούν οι δαίμονες και πρέπει να νικήσει ο χριστιανισμός. Η Ελπίδα σας στο Θεό!Να έχεις πίστη στο Θεό και να κάνεις προσευχή και ο Θεός θα βοηθήσει περισσότερο
από δικηγόρους και περισσότερο από ανθρώπους.

Του κόσμου τους ανθρώπους να έχεις, άμα ο Θεός δεν θέλει, δεν γίνεται τίποτα.Όσα και να πούμε,χιλιάδες κηρύγματα να ακούσετε, αν δεν έρθει το άγιο Πνεύμα για να μας στερεώσει, να μας στηρίξει και να μας βοηθήσει, αν δεν έρθει η χάρις του Θεού, τίποτε δεν κάνουμε. Γι’ αυτό λέει ο απόστολος Παύλος·

«Αυτός δε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και ο Θεός και πατήρ ημών, ο αγαπήσας ημάς και δους παράκλησιν αιωνίαν και ελπίδα αγαθήν εν χάριτι, παρακαλέσαι υμών τάς καρδίας και στήριξαι υμάς εν παντί λόγω και έργω αγαθώ» (Β Θεσ. 2,16-17).

Σας τα είπα αυτά, λέει, και παρακαλώ το Θεό να σας στηρίξει, να σας δυναμώσει, να σας βοηθήσει για να μην πέσετε στην αμαρτία.

Πέτρος να είσαι, Παύλος να είσαι, ασκητής Αντώνιος να είσαι στα βουνά να πας, μην έχεις αυτοπεποίθηση. Να φοβάσαι τον εαυτό σου και να μην του έχεις εμπιστοσύνη. Ο μεγαλύτερος εχθρός μας είναι ο εαυτός μας. Οι άλλοι δεν μπορούν τόσο να σε βλάψουν, όσο μπορείς να βλάψεις εσύ τον εαυτό σου, με τις βλακείες σου, με τις ανοησίες σου, με τα εγκλήματα σου, με τις απατεωνιές σου και με τα σφάλματά σου. Εσύ λοιπόν είσαι ο μεγαλύτερος εχθρός του εαυτού σου.

Να μην έχουμε ποτέ εμπιστοσύνη στον εαυτό μας, αλλά να παρακαλούμε το Θεό για να μας στερεώσει στην πίστη. Γιατί αν έρθει κανένας διωγμός εδώ πέρα –και προφητεύω ότι θα έρθει–, θα γίνουν φοβερά πράγματα· τότε θα πέσει το κόσκινο το μεγάλο. Και θα είμεθα τότε ευτυχείς, αν μείνουν μέσα στην πόλη 100-200 Χριστιανοί. Τους άλλους θα τους πάρει το ρεύμα. Θα τους σηκώσει ως άχυρο, που το φυσά το σηκώνει και το πετά ο άνεμος. Έτσι θα τους σηκώσει όλους αυτή η θύελλα του διαβόλου, αυτός ο άνεμος. Και θα μείνουν μόνο τα βράχια. Όσοι είναι σταθεροί, μόνο αυτοί θα μείνουν κοντάστο Θεό. Τους άλλους θα τους πάρει το ρεύμα του ποταμού και θα τους καταστρέψει και θα τους διαλύσει.

Η προσευχή πανίσχυρο όπλο

Τι πρέπει να κάνουμε, ευρισκόμενοι σ’ αυτό τον αιώνα, σ’ αυτή τη γη, για να μείνουμε με το Χριστό; Ιδού τι μας συμβουλεύει ο απόστολος Παύλος. Ένα όπλο πανίσχυρο, που πρέπει πάντοτε να έχουμε μαζί μας οι Χριστιανοί, είναι η προσευχή. Να μην είμαστε άοπλοι σ’ αυτή την σκληρά μάχη.

«Το λοιπόν προσεύχεσθε, αδελφοί, περί ημών» (Β Θεσ. 3,1).Σ’ αυτά τα χρόνια που ζούμε, σας παρακαλώ πολύ, λέει ο απόστολος,προσεύχεσθε για μένα. Ένας Παύλος παρακαλούσε τους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης να προσεύχονται γι’ αυτόν! Το σκεφτήκατε αυτό; Αν ο Παύλος είχε ανάγκη από τις προσευχές των Χριστιανών, πόσο μάλλον εμείς;

Αλλά εμείς αυτή την προσευχή, που είναι όπλο ισχυρό – πανίσχυρο για όλες μας τις ανάγκες, υλικές και πνευματικές, την αμελούμε.

Έχουμε μεγάλο και σκληρό αγώνα. Πρέπει να νικηθούν οι δαίμονες. Και πρέπει να νικήσει ο Χριστιανισμός. Βοηθήστε και εσείς οι Χριστιανοί. Και σήμερα, αν δεν έχουν επιτυχία οι επίσκοποι και οι ιεροκήρυκες, αιτία είναι ότι δεν προσεύχονται γι’ αυτούς οι Χριστιανοί. Αν πίσω από κάθε επίσκοπο, πίσω από κάθε κήρυκα του ευαγγελίου, υπήρχαν δέκα άνθρωποι να προσεύχονται, για να τους δυναμώνει ο Θεός και να τους φωτίζει, θαύματα θα γίνονταν. Τώρα εμείς είμαστε θεομπαίκτες. Βλέπεις τον κήρυκα του ευαγγελίου να ανεβαίνει στον άμβωνα; Παρακάλεσε το Θεό να τον φωτίσει,για να πει πέντε λόγια σωστά. Βλέπεις τον ιερέα; Παρακάλεσε το Θεό να τον δυναμώσει στον σκληρό αυτό αγώνα που έχουμε.

Κάντε προσευχή και θα δείτε θαύματα

Το πρωί που σηκώνεστε κάνετε προσευχή; Διαβάζετε Γραφή; Ψάλλετε το Θεό;Προσευχή, παιδιά· «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α Θεσ. 5,17). Θα δούμε θαύματα – θα δείτε θαύματα, παιδιά, στη ζωή σας. Τώρα στα γηρατειά μου,κάθομαι καμιά φορά και θυμούμαι τα θαύματα που έκανε ο Θεός στη ζωή μου και δακρύζω. Θαύματα· μικρό παιδί πως εσώθηκα! Είχαμε ένα κήπο μικρό εκεί στο σπιτάκι και ήταν τότε τα πηγάδια ανοιχτά.Και εγώ μικρός ήμουν πολύ ζωηρός. Ξαφνικά, εκεί που έτρεχα, γλιστρώ και πέφτω κάτω στο στόμιο του πηγαδιού. Το σώμα μου το μισό σχεδόν κοιτούσε μέσα στο πηγάδι,ευτυχώς η ισορροπία του σώματος μου ήταν προς τα έξω. Λίγο τι και θα έπεφτα μέσα. Αφού έβλεπα σαν καθρέπτη το νερό. Μόλις κατόρθωσα και γλίτωσα. Αν έπεφτα μέσα, θα είχα πνιγεί. Κάποια προσευχή με έσωσε.

Έχω κι άλλες πολλές περιπτώσεις, μεγάλες. Βλέπει ο άνθρωπος θαύματα στην προσευχή. Λοιπόν έτσι να κάνετε και εσείς και ο Κύριος θα σας σώσει και από σωματικούς κινδύνους και από πνευματικούς κινδύνους· μεγάλα και θαυμαστά θα ποιήσει ο Κύριος. Μεγάλα εν Χριστώ. Όχι εμείς οι μικροί και ανάξιοι, αλλά η δύναμη του Κυρίου, «η Θεία χάρις η πάντοτε τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλειπόντα αναπληρούσα» (ακολ. χειροτ.).

Ο Θεός θα δώσει τη χάρη, όταν υπάρχει ταπείνωση, αγάπη, συναίσθηση ότι είμεθα ένα μηδενικό. Και τα μηδενικά αξιοποιούνται. Διαβάστε το βιβλίο «Ακολούθει μοι». Εκεί στο τέλος γράφει· Τα μηδενικά αξιοποιούνται, όταν υπάρχει μπροστά η μονάδα. Αν έχεις ένα μηδενικό, γίνεται δέκα· αν έχεις δύο μηδενικά, γίνεται εκατό· αν έχεις τρία μηδενικά γίνεται χίλια…

Η συναίσθηση της μηδαμινότητος μας όταν έχουμε μπροστά τον Ένα.

«Έν τω Θεώ ποιήσομεν δύναμιν» (Ψαλμ. 59,14). Θα τα δούμε αυτά. Δεν είναι μύθος ο χριστιανισμός, αλλά είναι μία πραγματικότης την οποία την αισθανόμεθα και καθένας Χριστιανός είναι ένας μικρός Χριστός. Διαβάστε το βιβλίο που συνέστησα και στους ιερείς «Η ζωή Του ζωή μου». Λοιπόν είμεθα σύμφωνοι; Πνευματικοί άνθρωποι να είστε, να προσεύχεστε και για μας και για την Εκκλησία ολόκληρον. Άντε στο καλό, στην ευχή του Χριστού· και δεν πειράζει, παιδάκι μου, θα τραβήξομε εμείς το δρόμο μας. Ο Χριστός «Λοιδορούμενος ούκ αντελοιδόρει» (Α΄ Πετρ. 2,23) και οι απόστολοι έλεγαν «λοιδορούμενοι ευλογούμεν» (Α ΄ Κορ. 4,12).

Aπο το βιβλίο Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ


Πηγή: augoustinos-kantiotis.gr

Αναδημοσίευση από ΔΟΓΜΑ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 6 και 0 επισκέπτες