Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Πνευματικά θέματα της Ορθόδοξης πίστης μας - Spiritual subjects of our Orthodox faith.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Σάβ Μάιος 24, 2014 7:08 pm

Αγίου Αστερίου Αμασείας - Ομιλία εις τον εκ γενετής τυφλόν
Εικόνα
Μόλις ἀκούσαμε τὸν «υἱὸ τῆς βροντῆς», τὸν Ἰωάννη, ἢ μᾶλλον τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἀπὸ ἁλιέα καὶ χειροτέχνη τὸν ἔκαμε συγγραφέα καὶ κήρυκα Θείων ὄντως καὶ ὑψηλῶν ὑποθέσεων, νὰ μᾶς ἐκθέτει τὸ θαῦμα τῆς σωματικῆς καὶ πνευματικῆς ἀναβλέψεως τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ. Στὸ προηγούμενο κεφάλαιο ἀνέλυσε τὴν πολλὴ καὶ ἐκτεταμένη διάλεξη τοῦ Κυρίου, μὲ τὴν ὁποία καθωδηγοῦσε τὸν ἀπειθῆ καὶ δύστροπο ἑβραϊκὸ λαὸ στὴ θεογνωσία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ, ἀπομακρύνοντας τὸν νοῦ τους ἀπὸ τὴν ἔννοια τῆς μοναρχίας· τοὺς ἄνοιγε τὴν πόρτα γιὰ νὰ περάσουν ἀπὸ τὴν νομικὴ παράδοση στὴ Χάρη, ὁδηγώντας τους ὁμαλά ἀπὸ τὴν Παλαιὰ στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπως κάποτε ἀπὸ τὴν ἔρημο πρὸς τὴν πλούσια καὶ εὔφορη γῆ.

Ἀλλὰ, ἂν καὶ φανέρωνε ποικιλοτρόπως καὶ τὴν δικὴ του προΰπαρξη, ὅτι δηλαδὴ ὑπάρχει προαιώνια καὶ βρίσκεται πάντοτε σὲ συνάφεια μὲ τὸν Πατέρα, καὶ φώναζε μὲ σαφήνεια στὰ ὦτα τῶν κωφῶν: «Πρὶν Ἀβραὰμ γενέσθαι ἐγὼ εἰμι», ἐκεῖνοι δὲν ἀντιλήφθηκαν τὴ δύναμη τοῦ λόγου, οὔτε ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο δὲν παρεδέχθηκαν, ἔλεγξαν μὲ κάποια ἐπιστημονικὴ ἀντίρρηση· ἀλλὰ ἀντὶ γιά λόγια πῆραν πέτρες καὶ ἐνῶ βρίσκονταν ἀκόμη μακριὰ ἀπὸ τὸ σταυρό, γύμναζαν τὰ φονικά τους χέρια γιὰ τὴ δολοφονία. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ πάντοτε προέκρινε τὴν μακροθυμία ἐμπρὸς στὸν ὑβριστὴ καὶ βλάσφημο λαό, ἀπέφυγε τὴν ὀργὴ καὶ τὴν ὀχλαγωγία τους· ἀπέδρασε, ὄχι ὅμως μὲ τρόπο ταπεινό, ἀλλὰ θεϊκό· στάθηκε μεταξύ τους, τόσο κοντὰ ὥστε νὰ τὸν φθάνουν μὲ τὰ χέρια τους, ἀλλὰ δὲν τὸν ἔβλεπαν, καὶ ἐνῶ ἄγγιζε τοὺς ἐξοργισμένους, δὲν φαινόταν.

Εἶχαν μείνει τότε ἐμβρόντητοι, φονεύοντας μὲ τὴν προαίρεση, χωρὶς ὅμως νὰ βρίσκουν τρόπο νὰ ἐκτονώσουν τὴν ὀργή τους· ὅμοιοι μὲ τοὺς ἄπειρους κυνηγούς, οἱ ὁποῖοι, ἐὰν φοβίσουν καὶ διώξουν τὸ κυνήγι παράκαιρα καὶ ἔτσι τὸ ἐλάφι βρεῖ διέξοδο σὲ κάποιο δάσος καὶ διαφύγει κρυφά, περιπλανιῶνται χωρὶς λόγο στὴν κοιλάδα περιφέροντας τὰ δίκτυα ἄσκοπα, τραβώντας μαζί τους καὶ τὰ σκυλιὰ χωρίς ἀποτέλεσμα. Ἐγὼ δέ, ἂν καὶ κατὰ τὰ ἄλλα εἶμαι ἀχρεῖος, δὲν λησμόνησα πὼς εἶμαι δοῦλος καὶ ὀφείλω νὰ ἐξεγερθῶ κατὰ τῶν ὑβριστῶν ὑποστηρίζοντας τὸν Δεσπότη μου.

Γι’ αὐτὸ καὶ θὰ φωνάξω στοὺς Ἑβραίους σὰν νὰ εἶναι σήμερα παρόντες καὶ ἔχουν καταληφθεῖ ἀπὸ μανία: Λιθοβολεῖτε, ἀχάριστοι, τὸν Εὐεργέτη; Καὶ ποιὸς σᾶς ξεδίψασε κάποτε ἀπὸ μιά πέτρα; Πετᾶτε πέτρες σ’ αὐτὸν πού νομοθέτησε τὴ ζωή σας μὲ τὶς λίθινες πλάκες; Στὸ λίθο τὸν ἐκλεκτὸ καὶ πολύτιμο πού προφήτευσε ὁ Ἠσαΐας; Στὸ λίθο τὸν νοητὸ πού ἀποσχίσθηκε ἀπὸ τὸν ἀπότομο βράχο χωρὶς ἀνθρώπινο χέρι, ὅπως ὁ θεσπέσιος Δανιὴλ σᾶς δίδαξε; Λιθοβολεῖτε τὸν «λίθον τὸν ἀκρογωνιαῖον», ὁ ὁποῖος συνένωσε τήν Καινή καὶ τήν Παλαιά Διαθήκη; Καὶ ἂν ἐσεῖς δὲν πιστέψετε, «δυνατὸς ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων τούτων ἐγεῖραι τέκνα τῷ Ἀβραὰμ»·δηλαδὴ νὰ συνάξει στὸν Χριστὸ λαὸ περιούσιο, τοὺς ἀπερίτμητους ἐθνικούς.

Αὐτὴ τὴν ἐπαγγελία δέχθηκε καὶ ὁ Ἀβραάμ, ὅταν ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε ὅτι «εὐλογηθήσονται ἐν σοί πάντα τὰ ἔθνη»· διότι βλέποντας ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἀπόρρητη πρόγνωσή του τὸ μέλλον, χάρισε στὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεως ὡς τέκνα ὅλους ἐκείνους ποὺ ἐπρόκειτο στὸ μέλλον νὰ πιστέψουν.Ἐπειδὴ προέβλεπε τὴν ἐπανάσταση τῶν Ἑβραίων, ἀλλὰ καὶ τοὺς λίθους ποὺ θὰ σήκωναν ἐναντίον του τὰ ψευδώνυμα τέκνα του, τὰ εἶχε συμπεριλάβει στοὺς ἀποκηρυγμένους. Καὶ ἐπειδὴ κηρύττοντάς τους τὴν ἀλήθεια, δὲν τοὺς ἔπειθε νὰ εὐσεβοῦν, ἐνῶ ἦταν παρών, κρύφθηκε καὶ ἐνῶ βρισκόταν μπροστά στά μάτια τους, ἐξαφανίσθηκε, ὥστε μὲ αὐτὴ τὴ θαυματουργία του νὰ τοὺς κάνει νὰ ἀποδεχθοῦν καί νά ὁμολογήσουν ὅτι, πράγματι, ἦταν ὁ Χριστὸς καὶ Θεὸς ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ παλαιότερος.

Ἔτσι παρελογίζονταν οἱ ἀνόητοι Ἑβραῖοι, καὶ ὁ Κύριος καὶ Σωτήρας μας σὰν σοφὸς καὶ ἐπιμελής γιατρός, ἀφοῦ τὸ πάθος δὲν ὑποχώρησε μὲ τὴν πρώτη ἐπέμβαση, μεταχειρίζεται ἄλλο τρόπο θεραπείας.

Θέλει νὰ θεραπεύσει αὐτούς πού ἦταν διανοητικά τυφλοί διὰ μέσου ἑνὸς σωματικά τυφλοῦ ποὺ ἔτυχε νὰ βρίσκεται ἐκεῖ, ὁ ὁποῖος δὲν τυφλώθηκε ἀπὸ κάποια ἀρρώστεια, ἀλλὰ εἶχε ἔλθει ἔτσι στὴ ζωή, ἀπὸ λάθος τῆς φύσεως. Βλέποντας, λοιπόν, αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο στάθηκε, ἕτοιμος νὰ τὸν θεραπεύσει μὲ τρόπο ποὺ ξεπερνᾶ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ τέχνη. Ἐπειδὴ ἡ ἰατρικὴ καὶ ἡ θεραπευτική της ἀσχολεῖται μὲ τὰ νοσήματα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα παρουσιάζονται, ὅταν ἤδη ἡ φύση ἔχει φέρει στὸ φῶς ἕναν ἄρτιο ὀργανισμό, καὶ μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἀρρωσταίνουν, δὲν ἀσχολεῖται ὅμως μὲ τὴν θεραπεία μιᾶς σωματικῆς βλάβης ἡ ὁποία ἔχει γεννηθεῖ μαζὶ μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ οὔτε ὅλα τὰ νοσήματα ποὺ συμβαίνουν ἀργότερα μπορεῖ νὰ θεραπεύσει. Καὶ τὸ μαρτυροῦν αὐτὸ οἱ ἀκρωτηριασμένοι ἄνθρωποι, τῶν ὁποίων κανείς γιατρός δέν μπόρεσε να ἀποκαταστήσει τὴ στέρηση τῶν μελῶν.

Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ οἱ μαθητές βλέποντας ἕναν ἄνθρωπο ποὺ δὲν εἶχε δοκιμάσει τὴ μεγαλύτερη ἀπ’ ὅλες ἀπόλαυση τοῦ φωτός, καὶ συμπονώντας τον γιὰ τὸ πάθημα προσπαθοῦσαν νὰ ἀνακαλύψουν τὴν αἰτία αὐτῆς τῆς κάκωσης· ρώτησαν λοιπὸν τὸν Κύριο μὲ ἁπλότητα, γιὰ νὰ μάθουν ἐὰν ἀπὸ δικὴ του ἁμαρτία ἢ ἀπὸ εὐθύνη τῶν γονέων του ἦλθε ἔτσι στὴ ζωή.

Καὶ τὰ δύο ὅμως σκέλη τῆς ἐρώτησης ἔχουν κάτι τὸ ἐπιλήψιμο· διότι δὲν θὰ κατεκρινόταν ἐξαιτίας τῶν γονέων του, ἀφοῦ ὁ Θεὸς δὲν τιμωρεῖ ἄλλον ἀντ’ ἄλλου· οὔτε βέβαια πλήρωνε γιὰ δικὰ του ἁμαρτήματα, ἀφοῦ γεννήθηκε ἔτσι τυφλός. Ἐπειδὴ κανεὶς δὲν ἁμαρτάνει πρὶν ἀπὸ τὴ γέννηση. Ἡ ἐρώτηση λοιπὸν δὲν ἦταν τόσο ἐπιτυχής. Νὰ δοῦμε ὅμως πῶς ἀποκρίθηκε ἡ Ἀλήθεια, ὁ Κύριός μας, στὴν ἐρώτηση. Αὐτὸ τὸ πάθος, μαθηταί μου, λέγει, δὲν προῆλθε ἀπὸ ἁμαρτίες, ἀλλὰ ἀποτελεῖ πρόγευση μελλοντικῆς οἰκονομίας, ὥστε αὐτὸς ποὺ θεωρεῖται κοινὸς ἄνθρωπος νὰ ἐνεργήσει ὑπεράνθρωπα καὶ ὁ Κτίστης τῶν ὅλων, μετὰ τὴν πρώτη δημιουργία νὰ βρεῖ ἀφορμὴ γιὰ νέα. Ἔτσι ἀπὸ τὸ μερικὸ νὰ ἐπιβεβαιώσει τὸ γενικὸ καὶ ὁ σκληρὸς καὶ δύστροπος λαὸς νὰ πεισθεῖ νὰ τὸν προσκυνάει ἀντὶ νὰ τὸν πετροβολεῖ.

Ἂς φωτισθοῦν λοιπὸν μάτια ποὺ δὲν βλέπουν, γιὰ νὰ λάμψει στὶς ψυχὲς τῶν ἀσύνετων ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Ἂς γίνει αὐτὸ τὸ παράδοξο, νὰ πλασθοῦν μάτια, γιὰ νὰ μάθουν οἱ ἐπαναστάτες ὅτι ὁ λεγόμενος υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, ἐὰν πράγματι εἶχε πατέρα τὸν ξυλουργό, θὰ μποροῦσε μὲν νὰ διορθώσει ἕνα σπασμένο σκαμνὶ ἢ νὰ κολλήσει τὰ ξύλα ποὺ ξεκόλλησαν ἢ νὰ στερεώσει κάποια σπασμένη δοκὸ.Δέν θὰ μποροῦσε ὅμως ἄλλος, ἐκτός ἀπὸ αὐτὸν ποὺ ἔχει ἐξ ἀρχῆς τὴν ἐξουσία πάνω στὴ φύση, νὰ φτιάξει ἕνα μέλος ἀνθρώπου καὶ μάλιστα τὸ ὀμορφότερο, τά μάτια, τά ὁποῖα δημιουργοῦνται ἀπὸ τὴ φύση μὲ τὸν πιὸ προσεκτικὸ καὶ πολύπλοκο τρόπο.

Καὶ ἐὰν κάποιος θελήσει νὰ ἐρευνήσει μὲ προσοχὴ τὰ ἀνθρώπινα μέλη, ἰδιαίτερα σ’ αὐτὸ τὸ μέρος τοῦ σώματος θὰ διαπιστώσει τὴν παντοδύναμη καὶ πολυποίκιλη σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τίμησε τὴ μικρὴ περιοχὴ ποὺ καταλαμβάνει αὐτὸ τὸ μέλος, τόσο περίτεχνα. Διότι πέρα ἀπ’ ὅλα τὰ ἄλλα, αὐτὸ τὸ μέλος τὸ διακρίνει μία ἰδιαίτερη χάρη·καὶ εἶναι ἁπαλώτατο καὶ ἄσαρκο, θὰ ἔλεγε κανείς, συνδυάζοντας τὸ τρυφερὸ μὲ τὸ στερεὸ καὶ τὸ μαλακὸ μὲ τὸ σκληρό. Εἶναι διανθισμένο καὶ μὲ διάφορα χρώματα· τὸ κέντρο του εἶναι ζωγραφισμένο μαῦρο· διασπᾶ ὅμως τὴν μονοχρωμία ἕνας συνδυασμὸς ἀπὸ ποικιλόχρωμους ὁμόκεντρους κύκλους ποὺ τὸ περιβάλλει· ὥστε τὸ κεντρικὸ τμῆμα ἔχει καὶ τὸ βαθύτερο χρῶμα, ἐνῶ ἡ περιφέρεια προχωρεῖ βαθμιαίως πρὸς μία ξανθότερη ἀπόχρωση. Αὐτοὺς τοὺς κύκλους τοὺς περιβάλλει ἕνας λευκός χιτώνας γυαλιστερὸς καὶ λαμπερός, ποὺ ἔχει ὅμως καὶ κάτι γιὰ νὰ μειώνει τὴ λευκότητα, μοιάζει δὲ μὲ κρύσταλλο καθαρό. Τὸ κόκκινο βρίσκεται στὴν ἄκρη, ἐκεῖ ποὺ ἀναβλύζει τὸ δάκρυ, ὥστε νὰ δίνει χάρη στὸ λευκὸ καὶ στὸ μαῦρο.

Ἐπίσης, εἶναι ἐσωτερικά, τόσο λεῖος καὶ διαφανής καὶ ὁμοιογενὴς ὡς πρὸς τὴν πυκνότητα, ὥστε νὰ δημιουργεῖ εἴδωλα τῶν μορφῶν ποὺ βρίσκονται ἐμπρός του καὶ νὰ ἀποτυπώνει σὰν ἀκριβὴς καθρέπτης τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν συνομιλητῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ κεντρικὸς κύκλος ὀνομάζεται κόρη, ἀφοῦ στὸ μάτι ποὺ βλέπει τὸν ἀπέναντί του σχηματίζεται ἀνθρώπινη μορφή. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸν σ’ αὐτὸν ποὺ βλέπει σὲ καθρέπτη νὰ μὴν δεῖ μέσα στὸ ὑλικὸ τὰ δικὰ του χαρακτηριστικά, ἔτσι καὶ σ’ ἐκεῖνον ποὺ βλέπει κατὰ πρόσωπο ἕναν ἄνθρωπο εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴ σχηματίσει στὸ μάτι τὴ μορφή του. Οἱ ἄνθρωποι λοιπὸν καθὼς βλέπονται μεταξύ τους γίνονται ὁ ἕνας καθρέπτης τοῦ ἄλλου.

Ἀξιοθαύμαστο κτίσμα λοιπὸν τό μάτι. Αὐτό μοῦ ἀποκαλύπτει τὸν Θεό, ἐξετάζοντας μὲ ἀκρίβεια ὅλη τὴν κτίση καταδείχνοντας ἀπὸ τὰ ἔργα τὸν τεχνίτη. Αὐτὸ ἀπὸ τὰ ὁρατὰ ἐξηγεῖ τὰ ἀόρατα. Μὲ αὐτὸ γνώρισα τὸν ἥλιο καὶ ἔμαθα τὴ διακόσμηση τοῦ οὐρανοῦ, ζωγράφησα τὴν ὀμορφιὰ τῶν ἀστεριῶν, τὴν ὑπόσταση τῆς γῆς, τὴ φύση τῆς θάλασσας, τῶν σπόρων τὴ διαφορά, τῶν φυτῶν τὴν ποικιλία καὶ τῶν χρωμάτων τὴ διαφορετικὴ χροιά· τοῦ σκότους τὴν κατήφεια καὶ τοῦ φωτὸς τὴ λαμπρότητα, καὶ ὅλα γενικά ὅσα ὁ Θεὸς ἔκτισε ἐπαινώντας τα ὡς «καλὰ λίαν». Ὥστε, ἐὰν δὲν ὑπῆρχαν τά μάτια, ἡ κτίση θὰ γήρασκε, χωρὶς νὰ τήν ἔχει δεῖ κανείς, ἀφοῦ κανείς δὲν θὰ ἔβλεπε καὶ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπάρχει μέσα της.

Ἐξ αἰτίας λοιπὸν αὐτῆς τῆς θαυμαστῆς λειτουργίας τῆς ὁράσεως κτίστηκαν καὶ τώρα ἐξ ἀρχῆς μάτια, ὥστε νὰ ἀπομακρύνουμε ἐμεῖς τὶς μικροπρεπεῖς σκέψεις μας, σχετικά μέ τή Θεανθρώπινη ὑπόσταση τοῦ Κυρίου, ἀποβάλλοντας ἀπὸ τὴν ψυχὴ, μὲ τὴ μεγαλειώδη αὐτὴ ἐνέργεια, κάθε ταπεινὴ καὶ γήινη ἀντίληψη γιά Ἐκεῖνον. Γιά νὰ μάθουμε, ἐπίσης,ὅτι τὸ μακάριο φῶς καὶ κάλλος τῆς Θεότητας τὸ δέχθηκε ἕνα πήλινο σκεῦος, διακονώντας ὅπως ὁ λύχνος διακονεῖ τὸ φῶς.

Πραγματοποιεῖ δὲ ὁ Κύριος μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια τὴ θεραπεία καὶ δὲν χρησιμοποιεῖ τὸ λόγο μόνο γιὰ νὰ ἐνεργήσει, αὐτὸς ποὺ μὲ πρόσταγμα μόνον δημιούργησε ὅλο τὸν κόσμο καὶ μὲ δύο μικρὲς λέξεις θεράπευσε τὸν παράλυτο. Ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ στόμα καὶ μὲ τὰ χέρια καὶ μὲ πολλὴ φροντίδα θεραπεύει τὴν τυφλότητα, ὥστε ἀπὸ τὶς ἐνέργειές του νὰ προξενήσει στοὺς ἄπιστους τὴ βεβαία πίστη. Ἔφτυσε στὸ ἔδαφος καὶ ἔφτιαξε λάσπη, χρησιμοποιώντας καὶ τὴ γῆ γιὰ τὴ θεραπεία, ὥστε νὰ δείξει πὼς μὲ ἐκεῖνο τὸ χῶμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶχε πλασθεῖ ἀρχικά ὁλόκληρο τὸ σῶμα δημιουργεῖται τώρα καὶ τὸ μέρος αὐτὸ ποὺ λείπει. Τὸ ἀναμιγνύει δὲ μὲ σάλιο καὶ κολλᾶ ἔτσι τοὺς διάχυτους κόκκους, ὥστε νὰ ἔχουν συνοχή, γιὰ νὰ μᾶς δείξει φανερὰ ὅτι μὲ τὴ δύναμη τοῦ στόματός του ὁ Θεός-Λόγος κατώρθωσε τὰ πάντα. Ἐπειδὴ «τῷ λόγω Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πάσα ἡ δύναμις αὐτῶν».

Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο θεραπεύει μὲ φτύμα: γιὰ νὰ συνεφέρει σέ κατάνυξη καὶ φόβο αὐτοὺς ποὺ λίγο ἀργότερα πρόκειται νὰ τὸν βρίζουν φτύνοντάς τον. Καὶ ὅμως δὲν μείωσε τὸ θράσος τῶν μαινομένων, ἀλλὰ ὑπέμεινε ἐμπτυσμοὺς πολλοὺς ἐκεῖνος ποὺ τὰ κατώρθωσε ὅλα αὐτὰ μὲ τὸ φτύμα. Μὲ τὴν πρώτη αὐτὴ λοιπὸν ἐνέργεια φανερώνει τὴ δημιουργική του δύναμη. Καὶ προστάζοντας τὸν τυφλὸ νὰ πλυθεῖ στοῦ Σιλωὰμ τὴν κολυμβήθρα μᾶς ὑποδεικνύει τὴ σωτηρία διὰ τοῦ ὕδατος, τὴν ὁποία χάρισε ὁ ἀπεσταλμένος (Σιλωὰμ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος). Διότι τότε μόνο βλέπουμε ἀληθινά, ὅταν βγοῦμε ἀπὸ τὸ ἁγιασμένο νερό τοῦ βαπτίσματος. Τότε μᾶς λαμπρύνει τὸ φῶς τῆς χάριτος, ὅταν ἡ δύναμη αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου ἀποπλύνει τὴν ἀκαθαρσία καὶ τὶς κηλίδες τῶν ἁμαρτιῶν. Καὶ ὅλοι ὅσοι μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Σιλωὰμ βαπτιζόμαστε, βλέπουμε τὸ πνευματικὸ φῶς «τὸ φωτίζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον».

Ὢ τοῦ θαύματος καὶ τῆς μεγάλης εὐεργεσίας! Ἔφυγε ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα ὁ πρὸ ὀλίγου τυφλός, στολισμένος στὸ πρόσωπο μὲ τὴν προσθήκη τῶν ματιῶν, βλέποντας καθαρὰ ττόν ἥλιο. Μὲ ἔκπληξη εἶδαν οἱ γείτονες καὶ οἱ γνωστοὶ τὸ γεγονός. Θορυβήθηκαν ἀπὸ τὸν πρωτοφανῆ τρόπο τῆς θεραπείας. Περιφερόταν στὴν πόλη ὁ ἄνθρωπος βλέποντας, γιὰ νὰ βλέπεται ἀπὸ ὅλους τὸ πρωτάκουστο καὶ παράδοξο ἔργο Ἐκείνου ποὺ γεννήθηκε στὴ Βηθλεέμ, τοῦ μικροῦ βρέφους τὸ ὁποῖο στὴ φάτνη τυλίχθηκε μὲ σπάργανα. Ἐπειδὴ αὐτὰ εἶναι ποὺ ἔκαναν τοὺς Ἰουδαίους νὰ ἀπιστοῦν στὴν Θεότητα.

Ὤ, σεῖς, λοιπόν, ἀνόητοι καὶ παχυκάρδιοι, βάλετε στὸ νοῦ σας ὅλους τούς ἀνθρώπους τῶν αἰώνων. Ἀρχίστε ἀπ’ τὸν Ἀδὰμ καὶ ἐρευνῆστε ὅλους τούς μεταγενεστέρους. Βρίσκετε νὰ ἔγινε σὲ κάποιον ἄλλο αὐτὸ πού συνέβηκε τώρα; Ὑπάρχει στὸν κόσμο παράδειγμα παρόμοιας θεραπείας; Ἀλλὰ σεῖς ἐπιμένετε νὰ διασύρετε τὸν Κύριό μου καὶ τὸν ἀποκαλεῖτε τέκνο τοῦ ξυλουργοῦ –«οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ τέκτονος υἱός;»- τοῦ ὁποίου γνωρίζετε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὴν κατοικία. Ἀπαριθμῆστε ὅλα τὰ ταπεινά, φιλονικῆστε, ὑποτιμῆστε τον, ὅσο θέλετε. Ἂν ὅμως τίποτε παρόμοιο δὲν ἔγινε ποτὲ ἀπὸ ἄνθρωπο, οὔτε ὁ κόσμος γνώρισε ἄλλο περιστατικό, τότε ἀνοίξτε τὰ μάτια σας καὶ ἀντικρύστε τὴν ἀλήθεια, κατακρίνοντας τὴν ἄγνοιά σας. Νιφθῆτε καὶ σεῖς στὸν Σιλωὰμ γιὰ νὰ μὴν πεθάνετε τυφλοί.

Ἀλλὰ ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται, καθόλου δὲν συνῆλθαν. Οὔτε μὲ τὰ λόγια θέλησαν νὰ μάθουν, οὔτε ἡ πράξη τοὺς δίδαξε, οὔτε τὰ θαύματα τοὺς προξένησαν σεβασμό. Ἀντίθετα, ἀπὸ τὴν ὑπερήφανη ἀχαριστία τους ἐπιχειροῦσαν μὲ μύριους τρόπους ὅλα νὰ τὰ ἐξαφανίσουν καὶ νὰ τὰ διασύρουν. Ἀλλὰ ἡ κακουργία ἀντιστρεφόταν κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ τους. Διότι ὅσο ἀπιστοῦσαν καὶ μὲ τὶς ἐρωτήσεις τους προσπαθοῦσαν νὰ ἀνατρέψουν τὰ γεγονότα, τόσο περισσότερο ἐπιβεβαιωνόταν ἡ ἀλήθεια. Ἔπαθαν ὅ,τι καὶ τὰ θηρία ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα πληγώθηκαν ἀπὸ κάποιον, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἔχει εἰσχωρήσει βαθειὰ στὰ σπλάγχνα τους τὸ μαχαίρι, ὁρμοῦν ἐξαγριωμένα στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνο, ἀποτελειώνοντας μόνα τους τὴν σφαγή.

Τὴν ἐριστικότητά τους τὴν ἔδειξαν ἀρχικά ψάχνοντας νά ἐπιβεβαιώσουν κατά πόσον τοὺς παρουσιάσθηκε ὁ ἴδιος ὁ τυφλὸς ἢ ἄλλος ἀντὶ γιὰ ἐκεῖνον. Γι’ αὐτὸ σαφῶς τοὺς διεβεβαίωνε ὁ ἄνθρωπος ἐξηγώντας τους καὶ τὴ διαδικασία τῆς θεραπείας, ὅτι δηλαδὴ, τὸ φάρμακο τῆς τυφλώσεως ἦταν ὁ πηλός, μὲ τὸν ὁποῖο τὸν ἔχρισε ὁ Ἰησοῦς· καὶ ὅτι, ὅταν ἐξέπλυνε τὸν πηλὸ στὴν κολυμβήθρα, βρῆκε τὸ φῶς του. Αὐτὰ περιεργάζονταν οἱ γείτονες καὶ τὰ ἔμαθαν, τὰ ἀναζητοῦσαν καὶ οἱ Φαρισαῖοι, ἀλλά αὐτοί δὲν πείθονταν.

Δεύτερο τέχνασμα μὲ τὸ ὁποῖο ἀποπειράθηκαν νὰ διαστρεβλώσουν τὸ γεγονὸς ἦταν ἡ προσπάθειά τους νὰ ἀποδείξουν ὅτι δὲν ἦταν ὁ Χριστὸς ἐκεῖνος ποὺ τὸν θεράπευσε. Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος ἀνεκήρυττε τὸν Σωτήρα καὶ μὲ τὴν ὁμολογία τοῦ κηρύγματος ἀνταπέδιδε τὴ χάρη διαφημίζοντας τὸν εὐεργέτη, ἐκεῖνοι τοῦ ἔκλειναν τὸ στόμα καὶ μὲ τὸ μυαλὸ ζαλισμένο, ἐπειδὴ δέν εἶχαν τί νὰ κάνουν, ἐπανέρχονται πάλι στὴν ἴδια συζήτηση. Περιεργάζονται ἐὰν ἦταν τυφλὸς ἐκ γενετῆς, ἀναζητοῦν τοὺς γονεῖς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐξετάζουν καθετί μὲ ἀκρίβεια, ὄχι γιὰ νὰ βεβαιώσουν τὸ γεγονός, ἀλλὰ γιὰ νὰ βροῦν κάποια ἀφορμὴ νὰ διαψεύσουν τὸ θαῦμα· καὶ ἔτσι, κατασκευάζοντας κάποια ψεύτικη σκευωρία νὰ ἀνατρέψουν τὴν ὁρμητικότητα τοῦ πλήθους ποὺ πίστευσε.

Τί ὑπερβολὴ κακίας! Νὰ πολεμοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ διασύρουν, ἀντὶ νὰ προσκυνοῦν τὸν εὐεργέτη· ἀντὶ νὰ θαυμάζουν τὴν δύναμί του, προσπαθοῦν νὰ παρουσιάσουν σὰν ἀσήμαντα τὰ γεγονότα. Πεισθῆτε καὶ ἀπὸ τοὺς γονεῖς, Φαρισαῖοι, γιὰ τὸ ὅτι ὁ ἄνθρωπος γεννήθηκε τυφλός. Τρέξτε πάλι στὸν τυφλὸ καὶ δεύτερη καὶ τρίτη φορά, γιὰ νὰ σᾶς ἀποκαλύψει ἐκεῖνος τὴν κακία καὶ τὴν ἐπιβουλὴ ποὺ κρύβουν αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα.

Ἀλλὰ σεῖς ὅταν δοκιμάσετε τὴν πρώτη ἀπογοήτευσι, προχωρεῖτε στὴ δεύτερη· ὅταν δοκιμάσετε τὴ δεύτερη, στὴν τρίτη, καὶ οὕτω καθεξῆς. Ἀκολουθεῖτε τὴν πορεία τῆς κακούργου ἀλεποῦς. Εἶστε ἀπὸ παντοῦ περικυκλωμένοι μὲ τὰ δίκτυα τῆς ἀληθείας. Ἀδυνατεῖτε νὰ ἀρνηθῆτε τὸ θαῦμα, δὲν ὑπάρχει ἄλλη διέξοδος. Παρ’ ὅλα αὐτά δὲν ἀμελεῖτε μὲ κάθε τρόπο νὰ περιπλέκετε τὸ πράγμα, ὑφαίνοντας ἱστὸ ἀράχνης μὲ ὅλη σας τὴν τέχνη· ἀνίσχυρη ὅμως καὶ ἀνώφελη εἶναι ἡ ἐπιβουλή σας. Προγονικὴ ἡ ἀρρώστια σας. Ἀπίστων πατέρων ὅμοια τέκνα.

Ἔτσι ἀντιμετώπιζαν κι ἐκεῖνοι τὰ θαύματα τῆς Αἰγύπτου. Σώζονταν ἀπὸ πολέμους παράδοξα καὶ ἀνέλπιστα καὶ ἀπιστοῦσαν σ’ αὐτὸν ποὺ χάριζε τὴν σωτηρία. Τρέφονταν μὲ ὑπερφυσικές τροφὲς καὶ ἦσαν πιὸ ἀχάριστοι κι ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ λιμοκτονοῦν. Ὑποδέχονταν τὸ μάννα ποὺ τοὺς ἀποστελλόταν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ποθοῦσαν τὴ δυσωδία τῶν σκόρδων καὶ τῶν κρεμμυδιῶν τῆς Αἰγύπτου. Μὲ στήλη νεφέλης σκεπάζονταν τὴν ἡμέρα γιὰ νὰ μὴ ταλαιπωροῦνται ἀπὸ τὸ κάψιμο τοῦ ἥλιου καὶ μὲ στήλη φωτεινὴ φωτίζονταν τὴ νύκτα, ἀπολαμβάνοντας ἄλλο, νέο φωστήρα ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σελήνη. Καὶ σὰν νὰ μὴν εἶχαν εὐεργετηθεῖ μὲ καμμιά θεϊκὴ ἐνέργεια, ὅταν ὁ Μωϋσῆς εἶχε ἀνεβεῖ στὸ ὅρος γιὰ νὰ τοῦ δοθεῖ ὁ νόμος καὶ καθυστεροῦσε νὰ ἐπιστρέψει, αὐτοὶ ζητοῦσαν καὶ εὕρισκαν νέους καὶ ἀνύπαρκτους θεούς.

Εἶστε ὄντως κληρονόμοι τῆς ἀχαριστίας τους· καὶ τὸν νόμο δὲν ἀγαπήσατε, καὶ τὴν χάρη μισεῖτε. Σᾶς χρειάζεται ράβδος, φτιαγμένη ὄχι ἀπὸ καρυδιά, γιὰ ἐπιστασία, ἀλλὰ ἀπὸ σίδηρο. Βλέπετε ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἂν καὶ τὸν εἶδε τὸ φῶς, αὐτὸς βρίσκεται στὸ σκοτάδι μέχρι τέτοια ἡλικία. Δὲν ξέρει τί εἶναι ἡ δημιουργία καὶ ὁδηγεῖται ἀπὸ ξένα μάτια. Κάθε μέρα κάθεται μπροστά στὸ ναὸ φανερώνοντας τὴν συμφορά του, γιὰ νὰ προσελκύσει πολλοὺς σὲ ἐλεημοσύνη καὶ ἔχει ὅλη τὴν πόλι μάρτυρα τοῦ πάθους του. Σὲ μιά στιγμὴ τὸν βλέπετε νὰ θεραπεύεται καὶ νὰ βρίσκει το φῶς του, ὄχι μὲ συνδυασμὸ διαφόρων φαρμάκων, οὔτε μὲ χρῆση χειρουργικῶν ἐργαλείων, ἀλλὰ μόνο μὲ λάσπη κι αὐτὴ ἀπὸ φτύμα. Καὶ πῶς δὲν θαμπωνόσαστε, δὲν ἐκφράζετε τήν ἔκπλξή σας, δὲν πέφτετε στὴ γῆ νὰ προσκυνήσετε, ἀπό σεβασμό στὴ θεϊκὴ ἐνέργεια, αὐτὸν πού ἀπὸ τὴ γῆ ἔπλασε τά μάτια;

Ἀντίθετα, σεῖς κινδυνεύετε νὰ διαρραγῆτε ἀπὸ τὸν φθόνο καὶ ζηλεύετε τὸν Θεὸ σὰν ἀντίζηλο, σὰν νά εἴσαστε σεῖς δημιουργοὶ τοῦ Δημιουργοῦ· ζηλεύετε σὰν κοινὸ ἄνθρωπο τὸν Θεάνθρωπο. Διαβάζετε τὰ βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅσα γράφθηκαν ἐκεῖ γιὰ νὰ οἰκονομήσουν τὸ λαό, καὶ ὅσα διδάσκουν γιά τούς βασιλεῖς καὶ τήν ἱστορία τους καὶ παραδέχεσθε ὅσα γράφουν γιὰ τὸν καθένα. Ὅτι, για παράδειγμα, τὸν Μωϋσῆ λίγο ἔλειψε νὰ τὸν ἐκλάβουν ὡς Θεὸ καὶ τὸν Ἐλισσαῖο τὸν ὑπερεθαύμαζαν, καθώς καὶ τὸ δάσκαλό του τὸν Ἠλία πολὺ τὸν ἐξυμνοῦσαν· τιμᾶτε ὡς ἀγγέλους ὅλους τούς ἁγίους κάθε γενεᾶς, οἱ ὁποῖοι ἔλαβαν τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καὶ πραγματοποίησαν τὰ μεγάλα καὶ πασίγνωστα θαύματα. Σὲ τίποτε δὲν ἀμφισβητεῖτε τοὺς ἀρχαίους, οὔτε ἀπιστεῖτε στὶς διηγήσεις τῶν πατέρων σας, μολονότι οἱ ἄνθρωποι ἐκ φύσεως δίδουν λιγότερη πίστη στὴν ἀκοή.

Αὐτὸ ὅμως ποὺ συνέβηκε στὶς ἡμέρες σας μὲ τά μάτια ἐκείνου καὶ τὸ εἴδατε μὲ τά δικά σας μάτια, καί μπορεῖτε μὲ τὰ δάκτυλα νὰ τὸ ψηλαφήσετε καὶ νὰ ἀκούσετε μὲ ἀκρίβεια τὴν ἐξιστόρησή του, αὐτὸ μὲ τόση ἀπιστία καὶ ἀχαριστία κακότροπα τὸ ἐπιβουλεύεσθε, καταπατώντας τὶς προφητεῖες καὶ προσπαθώντας νὰ διαψεύσετε τὴν ἐκπλήρωσή τους. Ἀφοῦ ὅσα βλέπουμε τώρα νὰ πραγματοποιοῦνται, εἶχε προφθάσει ὁ Ἠσαΐας νὰ μᾶς τὰ διδάξει λέγοντας: «Ἰδοὺ ὁ Θεὸς ἡμῶν κρίσιν ἀναταποδίδωσι καὶ ἀνταποδώσει, αὐτὸς ἥξει καὶ σώσει ἡμᾶς. τότε ἀνοιχθήσονται ὀφθαλμοὶ τυφλῶν, καὶ ὦτα κωφῶν ἀκούσονται. τότε ἁλεῖται ὡς ἔλαφος ὁ χωλός, τρανὴ δὲ ἔσται γλῶσσα μογιλάλων» (τότε θὰ πηδᾶ σάν ἐλάφι ὁ κουτσὸς καὶ θὰ γίνει τρανὴ ἡ γλώσσα τῶν κωφαλάλων).

Αὐτὰ δὲν εἶναι λόγια τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ Ἰωάννη οὔτε κάποιου ἀπὸ τὰ πρόσωπα ποὺ ὑποπτεύεσθε, ὥστε νὰ ἀπιστήσετε στὴν ἀλήθεια ὑποθέτοντας ὅτι χαρίζονται στὸν Κύριο καὶ κάνουν διαφήμιση. Εἶναι λόγια τῆς δικῆς σας προφητείας ‒ἐὰν βέβαια ἀναγνωρίζετε τοὺς Προφῆτες σας‒ καὶ μάλιστα τὸν μεγαλύτερο ἀπὸ τοὺς Προφῆτες καὶ διδασκάλους τοῦ Νόμου.

«Τῷ δὲ Θεῶ δόξα, κράτος, τιμὴ καί προσκύνηση νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Ἀμὴν.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Μάιος 25, 2014 11:17 am

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή του Τυφλού
Εικόνα
May 24, 2014
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης


Κυριακή έκτη από του Πάσχα, σήμερα και η Αγία μας Εκκλησία μνημονεύει το θαύμα που πραγματοποίησε ο Κύριος στον εκ γενετής τυφλό, όπως μας το αφηγείται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης.
Ο Ιησούς και οι Μαθητές του, συνάντησαν στο δρόμο έναν εκ γενετής τυφλό. Και η πρώτη απορία των μαθητών ήταν˙ «Κύριε, ποιός αμάρτησε, αυτός ή οι γονείς του, για να γεννηθεί τυφλός;». «Ούτε αυτός, ούτε οι γονείς του», απαντά ο Χριστός, «αλλά για να φανερωθούν τα έργα του Θεού». Και αφού με το σάλιο Του έφτιαξε πηλό, τονίζοντας ότι Αυτός ο ίδιος είναι το φώς του κόσμου, τον έβαλε επάνω στα μάτια του τυφλού και του είπε να πάει να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ.
Ο Κύριος επαναλαμβάνει μπροστά στα μάτια των μαθητών Του το έργο της Δημιουργίας, αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού. Τόσο μεγάλο είναι το θαύμα, ώστε ακόμα και οι γείτονες του πρώην τυφλού, αδυνατούν να πιστέψουν ότι είναι το ίδιο πρόσωπο. Τον ρωτούν επανειλημμένα να τους εξηγήσει πώς, ενώ δεν είχε μάτια, τώρα έχει και βλέπει. Κι εκείνος, με απλότητα τους διηγείται το περιστατικό και με πίστη ομολογεί ότι ο Ιησούς, που τον θεράπευσε, είναι Προφήτης, δηλαδή απεσταλμένος του Θεού.
Κι ενώ ο σωματικά τυφλός τώρα βλέπει, οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι εμμένουν στην πνευματική τους τύφλωση, διώχνοντας από τη συναγωγή όποιον τολμούσε να ομολογήσει τον Χριστό. Αρνούνται αρχικά το θαύμα. Καλούν τους γονείς του τυφλού για να βεβαιωθούν ότι πράγματι γεννήθηκε τυφλός, και τέλος κατηγορούν τον Χριστό ως αμαρτωλό, επειδή έφτιαξε πηλό την ημέρα του Σαββάτου. Στην τύφλωσή τους και την πώρωση της καρδιάς τους, ο μόνος που τολμά να αντισταθεί και να επιχειρηματολογήσει είναι ο θεραπευθείς τυφλός. «Δεν δέχεστε τον Ιησού ως απεσταλμένο του Θεού», τους απαντά, «εκείνο όμως που γνωρίζουμε όλοι είναι ότι ο Θεός δεν ακούει τους αμαρτωλούς, αλλά τους θεοσεβείς. Και από τη στιγμή που πραγματοποίησε ένα τόσο μεγάλο και πρωτάκουστο θαύμα, δεν μπορεί να μην προέρχεται από τον Θεό».
Η πνευματική όμως τύφλωση, η οποία πάντοτε συνοδεύεται από τον εγωισμό, υπαγορεύει στους φαρισαίους να εκφραστούν υπεροπτικά: «εσύ, που γεννήθηκες μέσα στην αμαρτία, τολμάς να μας διδάσκεις;» και με τα λόγια αυτά τον έδιωξαν από τη συναγωγή. Όταν άκουσε ο Ιησούς ότι τον έδιωξαν από τη συναγωγή, τον συνάντησε και τον ρωτά: «πιστεύεις στον υιό του Θεού;» - «και ποιός είναι, Κύριε, για να πιστέψω σε αυτόν;», ρωτά εκείνος. Και όταν ο Χριστός αποκαλύπτεται πλέον στον πρώην τυφλό, τότε εκείνος αναφωνεί «Πιστεύω, Κύριε» και Τον προσκυνάει.
Το κύριο νόημα της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, που αποτελεί και τον λόγο για τον οποίο η Εκκλησία μας την έχει συμπεριλάβει στον κύκλο των Κυριακών του Πεντηκοσταρίου, είναι τα λόγια του Χριστού, ότι˙ «ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου». Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου, είναι εκείνος που μπορεί να ανοίξει τα πνευματικά μας μάτια, ώστε να δούμε την πραγματική διάσταση και κατάσταση της ψυχής μας. Οι φαρισαίοι, παρόλο που καθημερινά μελετούσαν το λόγο του Θεού, από τη στιγμή που δεν δέχονται τον Ιησού αποδεικνύονται τυφλοί και παράλογοι, θεωρούν την αλήθεια και το φως του Χριστού ως απειλή, αμφισβητούν τα θαύματά Του, απιστούν και Τον αρνούνται. Οι ταπεινοί ψαράδες πάλι, από τη στιγμή που γνωρίζουν τον Χριστό, μετατρέπονται σε κήρυκες της Αληθείας, σε Αποστόλους του Ευαγγελίου. Και όχι μόνο αυτοί, αλλά κάθε άνθρωπος που έρχεται σε επαφή με το Χριστό και Τον γνωρίζει, απολαμβάνει αυτού του φωτισμού, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά από τις διηγήσεις του Ευαγγελίου και από τους βίους των Αγίων.
Αυτό ακριβώς το νόημα έχει και η φράση του Χριστού, ότι δηλαδή είναι το φως του κόσμου, όταν και εφόσον βρίσκεται στον κόσμο. Δεν εννοεί εδώ ο Χριστός τη φυσική Του παρουσία. Αλλά την αποδοχή του προσώπου Του και των λόγων Του από τον κόσμο, από την κοινωνία, από τον κάθε άνθρωπο. Για να φωτισθεί ο κόσμος, πρέπει να έρθει ο Χριστός. Για να φωτιστεί πνευματικά ο κόσμος δεν αρκούν οι σοφοί και οι τεχνοκράτες, αλλά χρειάζεται να έλθει το αληθινό Φως, είναι ανάγκη να Τον προσκαλέσουμε και πάλι στη ζωή μας, να Του ανοίξουμε τις θύρες και τα παράθυρα της καρδιάς μας, για να την φωτίσει και να τη ζεστάνει.
Σε μια εποχή που η κοινωνία παραπαίει ανάμεσα στην αδικία, την ατομοκεντρικότητα και την πνευματική σύγχυση, το μεγαλύτερο έλλειμμα είναι αυτό του πνευματικού πλούτου, το έλλειμμα της αγάπης και της γνώσεως του Θεού. Αν θέλουμε να αλλάξει η ζωή μας, και μαζί με εμάς σταδιακά όλος ο κόσμος, τότε οφείλουμε να ανακαινίσουμε τον εσωτερικό μας άνθρωπο, να προσκαλέσουμε και να δεχτούμε τον Αναστάντα Κύριο Ιησού Χριστό, που είναι η οδός και η αλήθεια και η ζωή.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Δευτ Σεπ 08, 2014 7:43 pm

Επισκόπου Θεοφάνους Κεραμέως - Ομιλία εις την Κυριακήν προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού
Εικόνα
Ελάτε σήμερα, ω θεοφιλεστάτη συνάθροισις, ας εορτάσομε τα προεόρτια της ανυψώσεως του ζωηφόρου Σταυρού. Αντηχεί στην ακοή μου η θεσπεσία φωνή του Ευαγγελίου, η οποία προσφωνεί το σταυρικό μυστήριο θέτοντας ως υπόδειγμα το χάλκινο όφι που είχαν κρεμάσει στο ξύλο οι Ισραηλίτες. Και μου γίνονται τα αναγνώσματα προμηνύματα και προκηρύγματα της προσκυνήσεως του Σταυρού. Ας στρέψομε λοιπόν προσεκτικά το βλέμμα μας στα ολόφωτα λόγια του Ευαγγελίου χρησιμοποιώντας αυτά ως προπομπή του βασιλικού σκήπτρου.

Είπεν ο Κύριος: «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς, ο Υιός του ανθρώπου, ο ων εν τω ουρανώ». Καλό είναι να τα είπη αυτά. Πράγματι, η ευαγγελική αυτή περικοπή αποβλέποντας στον σκοπό της ημέρας, απεσιώπησε αυτό που είχε προηγηθεί. Τότε λοιπόν που ήλθε προς τον Κύριον ο νυκτερινός εκείνος μαθητής – καταλαβαίνεις βεβαίως οτι εννοώ τον Φαρισαίο Νικόδημο - και τον εδίδασκε ο Σωτήρ για την «άνωθεν γέννησιν», εκείνος, επειδή ο νους του κατείχετο ακόμη από την ιουδαϊκή παχύτητα, εσύρθη αυτόματα στον χώρο της μήτρας φανταζόμενος γέννησιν σαρκικήν. Όταν λοιπόν ο Κύριος τον είδε να μη τον ακολουθεί στο ύψος του δόγματος αυτού, του λέγει· «Ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ειμή ο εκ του ουρανού καταβάς»· ωσάν να λέγει: Συ μεν, Νικόδημε, είσαι ανεπίδεκτος ουρανίου μυσταγωγίας και προσπαθείς να βρεις κάποια εξήγηση ανθρώπινη· αλλά «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν», ώστε να τα μυηθεί αυτά εκεί, «ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς», εκτός από αυτόν ο οποίος κατέβηκε από τον ουρανό και δογματίζει τα εκεί τρανώς, «ο Υιός του ανθρώπου, ο ων εν τω ουρανώ».

Θα μπορούσε όμως να πει κάποιος· εφ όσον, όταν τα έλεγε αυτά, δεν είχε ακόμη αναχωρήσει προς τους ουρανούς με το πρόσλημμα, όπως τότε μετά την αναβίωσή του από τον κόσμο των νεκρών, που εμπόδιζε την θεοφόρο Μαγδαληνή να τον αγγίσει και αποστέλλοντάς την προς τους Αποστόλους, της έλεγε «Ούττω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα μου», πώς λοιπόν λέγει εδώ ότι κανείς δεν έχει ανέβει στον ουρανό, εκτός από εκείνο τον ίδιο ο οποίος κατήλθεν από τον ουρανό στη γη; Εδώ φανερώνει το δόγμα της άρρητης ένωσης του Θεού Λόγου με εμάς, ότι οι δύο φύσεις ενώθηκαν ασυγχύτως σε μία υπόσταση. Όταν λοιπόν ακούς «ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν, ει μη ο εκ του ουρανού καταβάς», εννόησε την Θεότητα του Λόγου· γι’ αυτό και πρόσθεσε «ο ων εν τω ουρανώ». Είναι πράγματι αφέλεια εδώ να εννοήσομε την σάρκα, ότι ήταν και στον ουρανό και συζητούσε με τον Νικόδημο, τη στιγμή που είχε τρεις διαστάσεις και περιοριζόταν σε έναν τόπο. Ενώ το αναμφισβήτητα θεοσεβές είναι να πιστεύομε ότι εδώ πρόκειται για την υπεράρχιο Θεότητα, η οποία ευρίσκεται ολικώς μέσα στο παν και επάνω από το παν. Όμως το «ούττω αναβέβηκα προς τον Πατέρα μου» που ελέχθη στην μυροφόρο, δήλωνε τη σωματική ανάβαση. Στη συνέχεια λοιπόν προλέγει περί του Πάθους και του Σταυρού. Λέγει δηλαδή· «Ώσπερ Μωυσής ύψωσε τον όφιν εν τη ερήμω, ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου». Είναι, νομίζω, σαφής για τους περισσότερους η ιστορία για την οποία κάνει λόγο εδώ, αλλά για να γίνει πιο εύληπτος για μας η θεωρία, θα προσπαθήσω με συντομία να την ερμηνεύσω το κατά δύναμη και με λίγα λόγια.

Τότε που ο Ισραηλιτικός λαός καθοδηγείτο από τον Μωυσή διά μέσου της ερήμου, επειδή η δουλοπρεπής ηδονή τους διέγειρε την επιθυμία της γαστριμαργίας και ονειροπωλούσαν τον Αιγυπτιακό χορτασμό όπως οι άτακτοι νέοι, παιδαγωγούνται με σφοδρότερες μάστιγες· τους επετέθηκαν όφεις έρποντας μέσα στο στρατόπεδο, οι οποίοι έχυναν θανατηφόρο δηλητήριο σε όσους πλήγωναν με τα δόντια τους. Καθώς δε ο Μωυσής τους έβλεπε να υποκύπτουν ο ένας μετά τον άλλο από τα πλήγματα των θηρίων, κατόπιν θείας συμβουλής κατασκεύασε ένα χάλκινο ομοίωμα φιδιού και έτσι εξουδετέρωσε την δύναμη των αληθινών φιδιών. Και αφού κρέμασε σε ένα ύψωμα το χάλκινο φίδι, ώστε να το βλέπουν όλοι, σταμάτησε τον αφανισμό του λαού απο τα θηρία αυτά. Πράγματι, όποιος έβλεπε στην εικόνα του φιδιού, διότι με κάποια μυστική αντίδραση η θέα του φιδιού εξουδετέρωνε το δηλητήριο.

Το ότι το χάλκινο φίδι ήταν τύπος του ίδιου του Χριστού, το κηρύσσει σαφώς το Ευαγγέλιο και ας μη ταράσσει τους φιλόχριστους η συσχέτιση του μυστηρίου με το αποκρουστικό αυτό ζώο. Εάν ο πατέρας της αμαρτίας ονομάσθηκε από την Αγία Γραφή φίδι, και εκείνο που γεννήθηκε από το φίδι, η αμαρτία δηλαδή, οπωσδήποτε είναι φίδι, συνώνυμο με αυτό που την γέννησε. Και μάλιστα ο Απόστολος μαρτυρεί ότι ο Κύριος έγινε για χάρη μας αμαρτία, αφού ανέλαβε την αμαρτωλή φύση μας· «τον γαρ αμαρτίαν» λέγει «μη ποιήσαντα, υπέρ ημών αμαρτίαν εποίησεν». Προσαρμόζεται άρα κατά αναλογία στον Κύριο το αίνιγμα. Πράγματι, επειδή τα πονηρά φίδια διασκορπίστηκαν έρποντας σε όλο το ανθρώπινο γένος και θανάτωσαν με τις γρατσουνιές της αμαρτίας τη φύση μας, γι’ αυτό το λόγο ο Θεός υποδύεται το ομοίωμα της αμαρτίας, «εν ομοιώματι σαρκός αμαρτίας», όπως λέγει ο Παύλος, «γενόμενος», και έτσι ο άνθρωπος ελευθερώνεται από την αμαρτία δια μέσου εκείνου, ο οποίος έλαβε τη μορφή της αμαρτίας και ήλθε κοντά σ’ εμάς οι οποίοι είχαμε παραδοθεί στο φίδι· δι’ αυτού ο μεν θάνατος που προκαλείται από τα πλήγματα εμποδίζεται, τα δε φίδια αφανίζονται με το Πάθος του Σταυρού. Και έχει μεν καταργηθεί ο θάνατος που προέρχεται απο τα φίδια, η ασέβεια δηλαδή, δεν έχουν όμως παύσει τα πλήγματα. Διότι η επιθυμία που ενυπάρχει στη σάρκα κατά του πνεύματος δεν έχει εξαφανισθεί τελείως· και στους ενάρετους μάλιστα ενεργούνται πολλές φορές τα πλήγματα της επιθυμίας. Εκείνος όμως που βλέπει προς αυτόν ο οποίος υψώθηκε στο ξύλο, απωθεί το πάθος και εξουδετερώνει το δηλητήριο με το φόβο του Θεού σαν με κάποιο φάρμακο. Το να βλέπει κάποιος προς τον Σταυρό είναι αυτό, να γίνει σε όλο του το βίο ως νεκρός για τον κόσμο και σταυρωμένος, να μένει ακίνητος προς κάθε αμαρτία και να καθηλώνει το σαρκικό του φρόνημα με το φόβο του Θεού, κατά τον Ψαλμωδό. Ήλος που θα καθηλώσει τη σάρκα πρέπει να είναι η εγκράτεια.

Ότι το φίδι είναι σύμβολο του μυστηρίου του σταυρού φαίνεται και από μια άλλη ιστορία. Όταν ο Μωυσής απεστέλλετο από τον Θεό να εξαγάγει τον Ισραήλ ο οποίος υπηρετούσε τους Αιγυπτίους, λέγει προς τον Θεό· «Εάν ου πιστεύσωσί μοι, μηδέ εισακούσωσι της φωνής μου, τί ερώ προς αυτούς;». Και ο Θεός του είπε· «Τί τούτό εστι το εν τη χειρί σου;» αυτός απήντησε· «Ράβδος». Και είπε· «Ρίψον αυτήν επί την γην. Και έρριψεν αυτήν, και εγένετο όφις. Και είπε Κύριος προς Μωυσήν·. Έκτεινον την χειρά σου και επιλάβου της κέρκου (την ουρά). Και εγένετο ράβδος εν τη χειρί αυτού». Πρόσεξε ακριβώς εδώ, ότι ο αληθώς κατά φύση Υιός του Θεού είναι σαν κάποια ράβδος του Πατρός· διότι η ράβδος είναι σημείο βασιλείας και δύναμης. Και μάλιστα ο Δαυίδ λέγει «Ράβδος ευθύτητος η ράβδος της βασιλείας σου». Όταν όμως αυτή την έριξε με την ενανθρώπηση και την περιέβαλε με σώμα γήινο, τότε έλαβε την μορφή των πονηριών μας. Σύμβολο δε της πονηρίας είναι το φίδι. Και όπως η ράβδος του Μωυσή, όταν εθηριώθη κατέφαγε τις ράβδους με τις οποίες οι Αιγύπτιοι μάγοι έκαναν τις γοητείες τους, και έπειτα πάλι, όταν την ξαναπήρε στα χέρια του, έγινε αυτό που ήταν πριν, έτσι και η ράβδος του Θεού και Πατρός, που είναι ο Υιός, με την οποία εξουσιάζει τα πάντα, έγινε καθ’ ομοίωση δική μας με σκοπό να εξαφανίσει τα νοητά φίδια, ώστε να μην είναι πλέον τα δαιμόνια θεοί των εθνών. Όταν λοιπόν έφερε σε πέρας την οικονομία, επανήλθε στον ουρανόν σαν στο χέρι του Πατρός και έγινε πάλι ράβδος ευθύτητος και Βασιλείας· έχει καθίσει δε εκ δεξιών του γεννήτορος και μάλιστα με τη σάρκα. Αλλά και με άλλον τρόπο το φίδι εικόνιζε τον Σωτήρα· όπως ακριβώς εκείνος εφαίνετο πως είναι φίδι, στην πραγματικότητα όμως δεν ήταν, έτσι και ο Κύριος «αμαρτίαν ουκ εποίησεν»· και δεν ηταν δίκαιο να λάβει ο κατά φύση αγαθός πείρα του κακού. Όμως στους φαύλους φαινόταν αμαρτωλός· πράγματι στον τυφλό που θεραπεύθηκε έλεγαν· «Δος δόξαν τω Θεώ· ο άνθρωπος ούτος αμαρτωλός έστιν». Αλλά και φάγον και οινοπότην τον ονόμασαν με τα απύλωτα στόματά τους: Και με άλλον τρόπο όμως ο Σωτήρας παρομοιάζεται με το φίδι· διότι το φίδι έχει όχι μόνο θανατηφόρο δηλητήριο, αλλά και ειδικό φάρμακο το οποίο εξουδετερώνει το θανατηφόρο δηλητήριο. Γι’ αυτό οι γιατροί από τις σάρκες των φιδιών κατασκευάζουν αντίδοτο γι’ αυτούς που πλήγηκαν από φίδια. Έτσι και ο Λόγος του Θεού κατεσκεύασε από τη θνητή φύση του Αδάμ το σώμα του, το οποίο κατήργησε το θάνατο. Ο Θεολόγος Γρηγόριος μάλιστα λέγει ότι το φίδι πρέπει να ληφθεί όχι ως τύπος του Κυρίου, αλλ’ ως αντίτυπος· λέγει δηλαδή «το χάλκινο φίδι κρέμεται κατά των φιδιών που δαγκώνουν, όχι ως τύπος του υπέρ ημών παθόντος, αλλ’ ως αντίτυπος· επειδή εκείνο μεν το χάλκινο φίδι εξουδετερώνοντας το δηλητήριο των ομοειδών του φιδιών έσωζε τους πληγέντες ανθρώπους· ο δε Σωτήρ ημών, όταν υψώθηκε στο Σταυρό, κατεξέσχισε την δύναμη των αλλότριων δαιμόνων, τους δε οικείους και ομοειδείς του ανθρώπους τους έσωσε». Εύλογα λοιπόν ο άγιος πατήρ λέγει ότι εκλαμβάνεται ως αντίτυπος. Σύμφωνα δε με το σοφότατο Μάξιμο, το κρεμάμενο φίδι ήταν σύμβολο του θανάτου, του οποίου το φίδι είχε γίνει πρόξενος. Και το τρόπαιο πάνω στο οποίο ανυψώθηκε, εικόνιζε τον Σταυρό· η δε προς αυτόν θέα των πληγωμένων απο τα φίδια, είναι η ομολογία των πιστευόντων. Όποιος λοιπόν ομολογεί θεοπρεπώς το θάνατο του Χριστού, έχει ζωήν αιώνιον. «Ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου». Το «υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου» έχει διπλή έννοια· αφ’ ενός μεν την καθήλωσή του σε ξύλο υψηλό, την οποία καταδέχθηκε για χάρη μας· διότι έπρεπε, αφού αγιάστηκε η γη απο τα άχραντα πόδια του με το βάδισμα και η θάλασσα με την πορεία του πάνω στα κύματα, να αγιαστεί και ο αέρας με την ανύψωσή του στο Σταυρό· αφ’ ετέρου δε δηλώνει τη δόξα με την οποία δοξάστηκε ανθρώπινα διά του Σταυρού. Διότι ενώ φάνηκε ότι κατακρίθηκε, με αυτόν κατακρίνει τον κοσμοκράτορα διάβολο, αφού αποδείχθηκε ανώτερος από τα πάθη στα οποία είχε υποδουλωθεί ο άνθρωπος, τη λύπη δηλαδή και την ηδονή. Από αυτά την μεν ηδονή νίκησε πάνω στο όρος, επειδή ούτε μετέβαλε τους λίθους σε άρτους, ούτε στις άλλες συμβουλές του πειραστού πείστηκε· από δε τη λύπη φάνηκε ανώτερος ιδίως κατά τον καιρό του Πάθους, τότε που ο αντίπαλος τους εξήγειρε όλους εναντίον του. Προδότης ο μαθητής, φυγάδες οι μαθητές, αρνητής ο Πέτρος, μάχαιρα και δάδες και ξίφη, σιαγόνες ραπιζόμενες, ράχις έκδοτος στις πληγές, μάρτυρες ψευδείς, κριτήριο ασεβές, απόφαση απάνθρωπη, στρατιώτες που διασκέδαζαν μετά τη θλιβερή απόφαση με εμπαιγμούς και ειρωνείες και ύβρεις και κτυπήματα με τον κάλαμο, καρφιά και χολή, και όξος και τελευταίον ο Σταυρός. Ποία ήταν λοιπόν η άμυνα κατά των δραστών; «Πάτερ, συγχώρησον αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσιν». Έτσι, αφού νίκησε και τη λύπη με την μακροθυμία, καταστρατηγεί τον αντίπαλον, δεικνύοντας σε μας τον τρόπο της κατ’ αυτού νίκης. Διότι με την αποχή των ηδονών και με την πραότητα προς αυτούς που μας στενοχωρούν και την μακροθυμία, γινόμαστε μιμητές του Δεσπότη και κερδίζουμε για την κατά του πονηρού νίκη έπαθλο τη Βασιλεία των Ουρανών· αυτήν είθε να επιτύχομε όλοι με τη χάρη της υπερφώτου Τριάδος, «η πρέπει πάσα δόξα εις τους αιώνας των αιώνων». Αμήν.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Δευτ Σεπ 08, 2014 7:47 pm

Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού - Ομιλία στην Γέννηση της Θεοτόκου
Εικόνα
Ἐλᾶτε ὅλα τὰ ἔθνη, κάθε ἀνθρώπινη γενιά, καὶ κάθε γλώσσα, καὶ κάθε ἡλικία, καὶ κάθε ἀξίωμα, νὰ γιορτάσουμε μὲ ἀγαλλίαση τὴ γέννηση τῆς παγκόσμιας χαρᾶς. Γιατὶ ἂν οἱ εἰδωλολάτρες, μὲ ψεύτικα δαιμονικὰ παραμύθια ποὺ ξεγελοῦν τὸ μυαλὸ καὶ σκοτεινιάζουν τὴν ἀλήθεια, κι᾿ ἂν ἀκόμα προσφέροντας ὅ,τι εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν τιμοῦσαν γενέθλια βασιλιάδων, ποὺ τοὺς τυραννοῦσαν σ᾿ ὅλη τους τὴ ζωή, πόσο περισσότερο πρέπει ἐμεῖς νὰ τιμοῦμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνώρθωσε ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, ποὺ ἄλλαξε τὴ λύπη τῆς πρώτης μας μητέρας, τῆς Εὔας, σὲ χαρά; Ἐκείνη ἄκουσε τὴν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ: «Μὲ πόνους νὰ γεννᾷς τὰ παιδιά σου». Αὐτή: «Χαῖρε, Κεχαριτωμένη». Ἐκείνη: «Στὸν ἄνδρα σου ἡ ὑποταγή σου». Αὐτή: «Ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου».

Τί ἄλλο λοιπὸν ἀπὸ λόγο νὰ προσφέρουμε στὴ Μητέρα τοῦ Λόγου; Ὅλη ἡ κτίση ἂς γιορτάσει μαζί μας κι᾿ ἂς ὑμνήσει τὸν ἁγιασμένο καρπὸ τῆς ἁγίας Ἄννας. Γιατὶ γέννησε στὸ κόσμο παντοτινὸ θησαυρὸ ἀγαθῶν, δηλ. τὴν Παναγία. Μὲ τὴν μεσολάβηση τῆς Παναγίας ὁ Πλάστης ξανάπλασε πρὸς τὸ καλύτερο ὁλόκληρη τὴν πλάση, μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ, ἀφοῦ ὁ δημιουργικὸς Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἕνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, ἑνώθηκε συνάμα μ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση, ἀφοῦ καὶ ὁ ἄνθρωπος, μετέχοντας σὲ πνεῦμα καὶ σὲ ὕλη, εἶναι σύνδεσμος ὅλης της ὁρατῆς καὶ ἀόρατης δημιουργίας. Ἂς γιορτάσουμε λοιπὸν τὴν λύση τῆς ἀνθρώπινης στειρότητας, γιατὶ πῆρε τέλος γιὰ μᾶς ἡ στέρηση τῶν ἀγαθῶν.

Γιὰ ποιὸ λόγο ὅμως γεννήθηκε ἡ Μητέρα καὶ Παρθένος ἀπὸ γυναίκα στείρα; Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, αὐτὸ ποὺ εἶναι «τὸ μοναδικὰ καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο», ἡ βάση καὶ τ᾿ ἀποκορύφωμα τῶν θαυμάτων, ν᾿ ἀνοίξει τὸ δρόμο του μὲ θαύματα καὶ σιγὰ-σιγὰ ἀπὸ τὰ πιὸ ταπεινὰ νάρθουν τὰ πιὸ μεγάλα.

Ὑπάρχει ὅμως κι ἄλλος λόγος πιὸ ὑψηλὸς καὶ πιὸ θεϊκός. Ἡ φύση, νικημένη ἀπὸ τὴ χάρη, στεκόταν φοβισμένη· δὲν εἶχε τὸ θάρρος καὶ τὴ δύναμη νὰ προχωρήσει αὐτὴ πρώτη. Ὅταν λοιπὸν ἐπρόκειτο νὰ γεννηθεῖ ἡ Θεοτόκος – Παρθένος ἀπὸ τὴν Ἄννα, δὲν τολμοῦσε ἡ φύση νὰ καρποφορήσει πρὶν ἀπὸ τὴ χάρη, ἀλλὰ ἔμενε ἄκαρπη, μέχρις ὅτου βλαστήσει ἡ χάρη τὸν καρπό. Ἔτσι ἔπρεπε, νὰ γεννηθεῖ πρωτότοκη ἐκείνη, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸν «πρωτότοκο ὅλης της δημιουργίας», ποὺ «ὅλα σ᾿ αὐτὸν χρωστοῦν τὴν ὕπαρξή τους».

Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ὅλη ἡ κτίση σᾶς εὐγνωμονεῖ. Γιατὶ μὲ τὴ μεσολάβησή σας δώρισε ἡ πλάση στὸ Δημιουργὸ τὸ πιὸ ὑπέροχο ἀπ᾿ ὅλα τὰ δῶρα· πολυσέβαστη Μητέρα, μοναδική, ἄξια τοῦ Πλάστη. Εὐλογημένος εἶσαι Ἰωακείμ, ἀπ᾿ ὅπου βγῆκε τὸ ἀκηλίδωτο σπέρμα. Θαυμαστὴ μήτρα τῆς Ἄννας, ποὺ μέσα της ἀναπτύχθηκε σιγὰ-σιγά, σχηματίσθηκε καὶ γεννήθηκε πανάγιο βρέφος. Γαστέρα, ποὺ κυοφόρησες μέσα σου τὸν ἔμψυχο οὐρανό, πλατύτερο ἀπὸ τὴν ἀπεραντοσύνη τῶν οὐρανῶν. Ἁλώνι, ποὺ κράτησες ἐπάνω σου τὴ θημωνιὰ τοῦ ζωοποιοῦ σιταριοῦ, ὅπως τὸ δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Ἂν δὲν πέσει ὁ κόκκος τοῦ σιταριοῦ στὴ γῆ καὶ πεθάνει, παραμένει ὁλομόναχος». Μαστοὶ ποὺ θηλάσατε ἐκείνη, ποὺ ἔθρεψε τὸν τροφοδότη τοῦ κόσμου. Θαυμάτων θαύματα καὶ παραδόξων παράδοξα. Γιατὶ ἔτσι ἔπρεπε, ν᾿ ἀνοίξει μὲ τὰ θαύματα ὁ δρόμος, ἀπ᾿ ὅπου μὲ τρόπο ἀνέκφραστο, ἀπὸ ἀγάπη, κατέβηκε κοντά μας ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ.

Ἀλλὰ πῶς νὰ προχωρήσω περισσότερο; Τὸ μυαλό μου σαστίζει, φόβος καὶ λαχτάρα μὲ κυριεύουν. Ἡ καρδιά μου χτυπάει καὶ ἡ γλώσσα μου δέθηκε. Δὲν ἀντέχω στὴ χαρά, μὲ καταβάλλουν τὰ θαύματα, ὁ πόθος μὲ γεμίζει ἐνθουσιασμό. Ἂς νικήσει λοιπὸν ὁ πόθος, ἂς ὑποχωρήσει ὁ φόβος, ἂς τραγουδήσει ἡ κιθάρα τοῦ Πνεύματος: «Ἂς χαροῦν οἱ οὐρανοὶ κι᾿ ἂς πηδήσει ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ γῆ».

Σήμερα ἀνοίγονται οἱ πύλες τῆς στειρώσεως, καὶ παρουσιάζεται θεϊκή, παρθενικὴ πύλη, ποὺ ἀπὸ μέσα της θὰ περάσει καὶ θὰ μπεῖ στὴν οἰκουμένη «σωματικὰ» ὁ Θεός, ποὺ βρίσκεται πέρα ἀπ᾿ ὅλα τὰ ὄντα, ὅπως λέει ὁ Παῦλος, ὁ ἀκροατὴς τῶν ἀνέκφραστων μυστικῶν. Σήμερα ἀπὸ τὴ ρίζα τοῦ Ἰεσσαὶ ξεφύτρωσε κλωνάρι, ποὺ πάνω του βλάστησε γιὰ χάρη τοῦ κόσμου θεοϋπόστατο ἄνθος.

Σήμερα ἀπὸ τὴ γήινη φύση ἔφτιαξε οὐρανὸ πάνω στὴ γῆ, ἐκεῖνος ποὺ ἄλλοτε παλιὰ δημιούργησε μέσα ἀπὸ τὰ νερὰ τὸ στερέωμα καὶ τὸ ἀνέβασε στὰ ὕψη. Κι᾿ ἀληθινὰ ὁ οὐρανὸς αὐτὸς εἶναι πολὺ πιὸ θεϊκὸς καὶ πολὺ πιὸ καταπληκτικὸς ἀπὸ τὸν πρῶτο. Γιατὶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε στὸν πρῶτο οὐρανὸ τὸν ἥλιο, θὰ ἀνατείλει ὁ Ἴδιος στὸ δεύτερο οὐρανό, ἥλιος δικαιοσύνης. Ἔχει δύο φύσεις, κι ἂς λυσσομανοῦν οἱ Ἀκέφαλοι· ἕνα πρόσωπο, μία ὑπόσταση, κι ἂς σκάσουν ἀπ᾿ τὸ κακό τους οἱ Νεστόριοι. Τὸ ἄναρχο φῶς, ποὺ ἔχει τὴν προαιώνια ὕπαρξή του ἀπὸ ἄναρχο φῶς, τὸ ἄυλο καὶ ἀσώματο, παίρνει σῶμα ἀπὸ γυναίκα καὶ «σὰν νυμφίος βγαίνει ἀπὸ νυφικὸ δωμάτιο», καί, μ᾿ ὅλο ποὺ εἶναι Θεός, γίνεται ἔπειτα γήινος ἄνθρωπος. Σὰν «γίγαντας» θὰ τρέξει μὲ χαρὰ τὸ δρόμο τῆς δικῆς μας ζωῆς, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ πάθη θὰ προχωρήσει γιὰ νὰ πεθάνει καὶ νὰ δέσει τὸν ἰσχυρό, τὸ διάβολο, καὶ νὰ τοῦ ἁρπάξει τὴν περιουσία, τὴν ἀνθρώπινη φύση μας, καὶ νὰ ξαναφέρει στὴν οὐράνια γῆ τὸ χαμένο πρόβατο.

Σήμερα ὁ «γιὸς τοῦ μαραγκοῦ», ὁ παντεχνίτης Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ Πατέρας δημιούργησε τὰ πάντα, τὸ δυνατὸ χέρι τοῦ μεγάλου Θεοῦ, ἔχοντας, μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὰν δάχτυλά του, ἀκονίσει τὸ στομωμένο σκεπάρνι τῆς φύσεως, ἔφτιαξε γιὰ τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἔμψυχη σκάλα, ποὺ ἡ βάση της στηρίζεται πάνω στὴ γῆ καὶ τὸ κεφάλι της ἀκουμπάει στὸν οὐρανό, ποὺ πάνω της ἀναπαύεται ὁ Θεός, ποὺ τὴν εἰκόνα της ἀντίκρισε ὁ Ἰακώβ. Ἀπ᾿ αὐτὴ ἀφοῦ κατέβηκε, χωρὶς νὰ μετακινηθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του ὁ Θεός, πιὸ σωστὰ ἀφοῦ ταπεινώθηκε, «φανερώθηκε πάνω στὴ γῆ» καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὰ ὅλα λοιπὸν σημαίνουν ἡ κατάβαση, ἡ συγκαταβατικὴ ταπείνωση, ἡ πολιτεία του πάνω στὴ γῆ, τὴν πιὸ βαθιὰ γνώση, ποὺ δόθηκε στοὺς ἀνθρώπους τῆς γῆς.

Πάνω στὴ γῆ στηρίχθηκε ἡ νοητὴ σκάλα, ἡ Παρθένος· γιατὶ γεννήθηκε ἀπὸ τὴ γῆ· καὶ ἡ κεφαλή της φθάνει στὸν οὐρανό. Ἡ κεφαλή, βέβαια, κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄνδρας· γιὰ τὴν Παρθένο ὅμως μία καὶ δὲν γνώρισε ἄνδρα, ἔγινε κεφαλή της ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ἀφοῦ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔκανε συμφωνία μὲ τὴν Παρθένο κι ἀφοῦ ἔστειλε σὰν κάποιο θεϊκὸ πνευματικὸ σπόρο, τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο του, τὴν παντοδύναμη δύναμή Του. Πραγματικὰ μὲ τὸ εὐλογημένο θέλημα τοῦ Πατέρα, ἔγινε ὑπερφυσικά, χωρὶς μεταβολή, ὁ Λόγος σάρκα, ὄχι μὲ φυσικὴ ἕνωση, ἀλλὰ ξεπερνώντας τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία καὶ «κατασκήνωσε ἀνάμεσά μας». Γιατὶ ἡ ἕνωση τοῦ Θεοῦ μὲ τοὺς ἀνθρώπους γίνεται μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. «Ὅποιος μπορεῖ ἂς τὸ καταλάβει. Ὅποιος ἔχει αὐτιά, ἂς ἀκούσει».

Ἂς ξεφύγουμε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σκέψεις. Ἄνθρωποί μου, ἡ θεότητα εἶναι ἀπαθής, δὲν παθαίνει ἀλλοιώσεις. Ἐκεῖνος ποὺ τὴν πρώτη φορὰ γέννησε ἀναλλοίωτα μὲ τρόπο φυσικό, γεννάει ἀναλλοίωτα τὸν ἴδιο Υἱὸ γιὰ δεύτερη φορὰ μὲ «κατὰ θεία οἰκονομία». Καὶ εἶναι μάρτυρας ὁ Δαβίδ, ὁ προπάτορας τοῦ Θεοῦ, λέγοντας: «Ὁ Κύριος εἶπε σὲ μένα. Ἐσὺ εἶσαι Υἱός μου, ἐγὼ σήμερα σὲ γέννησα». Αὐτὴ ἡ λέξη «σήμερα» δὲν ἔχει θέση στὴν προαιώνια γέννηση, γιατὶ ἡ γέννηση ἐκείνη βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ χρόνο.

Σήμερα χτίζεται ἡ πύλη ποὺ κοιτάει στὴν ἀνατολή, ἀπ᾿ ὅπου ὁ Χριστὸς «θὰ μπεῖ καὶ θὰ βγεῖ», ἀφήνοντάς την κλεισμένη· στὴν πύλη αὐτὴ ὁ Χριστὸς εἶναι «ἡ θύρα τῶν προβάτων». «Ἀνατολὴ» εἶναι τὸ ὄνομα Ἐκείνου, ποὺ μᾶς ὁδήγησε κοντὰ στὸν ἀρχιφωτο Πατέρα. Σήμερα φύσηξαν χαρᾶς πνοές, προμηνύματα τῆς παγκόσμιας Χαρᾶς.

Ἂς χαμογελᾶ πάνω ὁ οὐρανός, κι᾿ ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρὰ της κάτω ἡ γῆ, ἂς πάλλεται ἡ θάλασσα τοῦ κόσμου. Μέσα της γεννιέται τὸ κογχύλι, τὸ στρείδι, ποὺ μὲ τὴν ἀστραπὴ τοῦ Θεοῦ ἀπ᾿ τὰ οὐράνια θὰ συλλάβει στὰ σπλάχνα του, καὶ θὰ γεννήσει τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ στρείδι θὰ βγεῖ ὁ «δοξασμένος βασιλιάς», ντυμένος τὴν πορφύρα τῆς σάρκας, ποὺ ἀφοῦ ἐπισκεφθεῖ τοὺς αἰχμαλώτους θὰ διακηρύξει τὴν ἀπελευθέρωσή τους.

Ἂς πηδᾶ ἀπ᾿ τὴ χαρά της ἡ φύση· γεννιέται ἡ ἀμνάδα, ἡ προβατίνα, ποὺ ἀπ᾿ αὐτὴν ὁ βοσκὸς θὰ ντύσει τὸ πρόβατο, καὶ θὰ ξεσχίσει τὸ ροῦχο τῆς παλιᾶς θανατικῆς καταδίκης μας. Ἂς χορεύει ἡ παρθενία, ἀφοῦ γεννήθηκε ὅπως εἶπε ὁ Ἡσαΐας παρθένος, ποὺ θὰ «συλλάβει στὴν κοιλιά της καὶ θὰ γεννήσει υἱό, ποὺ θὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνομα Ἐμμανουήλ», ποὺ σημαίνει «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας», μάθετε τὸ καλὰ Νεστόριοι κι᾿ ἀναγνωρίστε τὴν ἥττα σας. «Εἶν᾿ ὁ Θεὸς μαζί μας»! Ὄχι ἄγγελος, ὄχι ἀπεσταλμένος, ἀλλὰ ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος θἄρθει καὶ θὰ μᾶς σώσει. «Εὐλογημένος Αὐτὸς ποὺ ἔρχεται στ᾿ ὄνομα τοῦ Θεοῦ· ὁ Κύριος παρουσιάσθηκε μπροστά μας».

Ἂς γιορτάσουμε γιὰ τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου. Χαμογέλασε Ἄννα, «στείρα ποὺ δὲν γεννοῦσες, ξέσπασε σὲ κραυγὲς χαρᾶς, ξεφώνισε, σὺ ποὺ δὲν δοκίμαζες τῆς γέννας πόνους». Πήδησε ἀπ᾿ τὴ χαρά σου Ἰωακείμ, ἀπὸ τὴ θυγατέρα σου «γεννήθηκε τὸ παιδί μας», ὁ υἱὸς ποὺ μᾶς δόθηκε δῶρο καὶ τ᾿ ὄνομά του λέγεται «Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος, δηλ. ἀγγελιοφόρος ποὺ φέρνει τὸ μεγάλο θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, Θεὸς δυνατός», ἡ σωτηρία ὅλου του κόσμου. Ἂς ντροπιαστεῖ ὁ Νεστόριος, κι ἂς κλείσει μὲ τὸ χέρι του τὸ στόμα. Τὸ παιδὶ εἶναι Θεός, πῶς δὲν θάναι Θεοτόκος αὐτὴ ποὺ τὸ γέννησε; «Ἂν κάποιος δὲν ἀναγνωρίζει τὴν ἁγία Παρθένο ὡς Θεοτόκο, βρίσκεται χωρισμένος ἀπ᾿ τὸν Θεό». Αὐτὰ δὲν εἶναι δικά μου λόγια, ἂν καὶ τὰ λέω ἐγώ. Τὰ πῆρα, θεολογικὴ κληρονομιά, ἀπὸ τὸν πατέρα τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Θεολόγο Γρηγόριο.

Καλότυχο ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, κι ἀληθινὰ ἁγνότατο. Ἀπ᾿ τὸν καρπὸ τῶν σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθὼς εἶπε ὁ Κύριος κάπου: «Θὰ τοὺς γνωρίσετε καλὰ ἀπὸ τοὺς καρποὺς ποὺ θὰ κάνουν». Μὲ τὴ ζωή σας δώσατε χαρὰ στὸ Θεὸ καὶ γίνατε ἄξιοι τῆς κόρης ποὺ γεννήσατε. Ζώντας τὴ ζωή σας μὲ ἁγνότητα καὶ ἁγιότητα καρποφορήσατε τὸ στολίδι τῆς παρθενίας, παρθένο προτοῦ νὰ γεννήσει, παρθένο τὴν ὥρα ποὺ γεννοῦσε, καὶ παρθένο ἀφοῦ γέννησε, τὴ μοναδικὴ ποὺ μένει καὶ σὲ νοῦ καὶ σὲ ψυχὴ καὶ σὲ σῶμα πάντοτε παρθένος.

Ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει, ἡ παρθένος ποὺ βλάστησε ἀπ᾿ τὴ δική σας ἁγνότητα νὰ γεννήσει σωματικὰ τὸ μονάκριβο, μονογέννητο φῶς, μὲ τὴν εὐδοκία ἐκείνου ποὺ τὸ γέννησε ἀσώματα. Φῶς ποὺ δὲν γεννάει, ἀλλὰ πάντοτε γεννιέται ἀπὸ φῶς, ποὺ ἡ γέννηση εἶναι ἡ ξεχωριστὴ προσωπική του ἰδιότητα.

Σὲ πόσα θαύματα καὶ σὲ πόσες συμφωνίες ἔγινε ἐργαστήριο αὐτὴ ἡ Κόρη! Ἀφοῦ γεννήθηκε ἀπὸ στείρα, γέννησε μὲ τρόπο παρθενικὸ Ἐκεῖνον, ποὺ ἕνωσε θεότητα καὶ ἀνθρωπότητα, πόνο καὶ ἀπάθεια, τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ νικηθεῖ ἔτσι σ᾿ ὅλα τὸ χειρότερο ἀπὸ τὸ καλύτερο.

Κι᾿ ὅλα αὐτὰ γιὰ τὴ δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολὺ μ᾿ ἀγάπησες, ὥστε μ᾿ ἔσωσες ὄχι μὲ ἀγγέλους, οὔτε μὲ κάποιο ἄλλο δημιούργημα, ἀλλὰ ὅπως ἀκριβῶς ἐσὺ ὁ ἴδιος μὲ ἔπλασες τὴν πρώτη φορά, ἔτσι πάλι ἐσὺ ὁ ἴδιος ἐργάσθηκες καὶ γιὰ τὴν ἀνάπλασή μου. Γι᾿ αὐτὸ χορεύω καὶ λέω μεγάλα λόγια καὶ νιώθω μεγάλη χαρά, καὶ ξαναγυρίζω πάλι πίσω στὴ πηγὴ τῶν θαυμάτων καὶ πλημμυρισμένος μὲ τὸ νάμα τῆς εὐθυμίας, ἁρπάζω τὴν κιθάρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ θεϊκὸ ὕμνο τραγουδῶ στὴ γέννησή της.

Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, ζευγάρι λογικὰ τρυγόνια σωφρονέστατο! Ἐσεῖς, μὲ τὸ νὰ κρατήσετε τὸ φυσικὸ νόμο τῆς σωφροσύνης, ἀξιωθήκατε μὲ δῶρα ὑπερφυσικά· γεννήσατε τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀνέγγιχτη ἀπὸ ἄνδρα. Ἐσεῖς, ἀφοῦ ζήσατε μὲ εὐσέβεια καὶ ὁσιότητα μέσα στὰ ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, γεννήσατε τὴν ἀνώτερη ἀπὸ ἀγγέλους Κόρη, τὴν Κυρία τῶν ἀγγέλων.

Ὦ Κόρη, πανέμορφη καὶ γλυκύτατη. Κρίνο ποὺ ξεφύτρωσες ἀνάμεσα στ᾿ ἀγκάθια, ἀπὸ τὴν πιὸ εὐγενικὴ καὶ βασιλικὴ ρίζα τοῦ Δαβίδ. Χάρη σὲ Σένα, Παρθένε, πλουτίσθηκε ἡ βασιλεία μὲ τὴν ἱεροσύνη. Χάρη σὲ Σένα μετακινήθηκε ὁ νόμος καὶ ἀνακαλύφθηκε τὸ πνεῦμα, ποὺ κρυβότανε κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα, ἀφοῦ ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία πέρασε ἀπὸ τὴ λευιτικὴ στὴ δαβιτικὴ φυλή. Ρόδο (τριαντάφυλλο), ποὺ ξεφύτρωσες μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀγκάθια τῶν Ἰουδαίων, καὶ πλημμύρισες μὲ τὸ θεϊκό σου ἄρωμα τὰ σύμπαντα. Κόρη τοῦ Ἀδὰμ καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένη ἡ μέση καὶ τὰ σπλάγχνα ἀπ᾿ ὅπου βλάστησες.

Εὐλογημένη ἡ ἀγκαλιὰ ποὺ σὲ κράτησε καὶ τὰ χείλη ποὺ ἀπολαύσανε τὰ ἁγνά σου φιλιά, δηλ. τὰ χείλη τῶν γονιῶν σου μονάχα, γιὰ νὰ μείνεις πάντοτε, σ᾿ ὅλα παρθένος.

Σήμερα ἀρχίζει ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου. «Δοξολογῆστε τὸν Κύριο ὅλη ἡ γῆ, τραγουδῆστε καὶ χορέψτε καὶ παῖξτε τὰ ὄργανα»! Φωνάξτε δυνατά, φωνάξτε, μὴ φοβάστε, γιὰ χάρη μας γεννήθηκε ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ στὴν ἁγία Προβατικὴ Πύλη, ἀπ᾿ ὅπου καταδέχθηκε νὰ γεννηθεῖ ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ πῆρε πάνω του τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου.

Σκιρτῆστε βουνά, λογικὲς φύσεις, ποὺ μὲ λαχτάρα ὑψώνεστε στὶς κορυφὲς τῆς πνευματικῆς θεωρίας. Γεννιέται τὸ ἀστραποβόλο ὅρος τοῦ Κυρίου, ποὺ ξεπερνᾶ κάθε ἀγγελικὸ ὄρος καὶ κάθε ἀνθρώπινη μεγαλοσύνη, ἀπ᾿ ὅπου εὐδόκησε ν᾿ ἀποκοπεῖ σωματικὰ τὸ ἀχειροποίητο ἀγκωνάρι, ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος, ὁ Χριστός, ἡ μία ὑπόσταση, ποὺ ἕνωσε τὰ πρὶν χωρισμένα, τὴν θεότητα καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸ σαρκικὸ Ἰσραὴλ σ᾿ ἕνα καὶ μόνο πνευματικὸ Ἰσραήλ. «Ὄρος τοῦ Θεοῦ, γεμάτο ἀπὸ δῶρα, γεμάτο πλούτη, πλούσιο ὅρος, τὸ ὄρος ποὺ πάνω του καταδέχθηκε νὰ κατοικεῖ ὁ Θεός». Τὸ «ἅρμα τοῦ Θεοῦ» ἀγγελοκυκλωμένο μὲ χίλιες – μυριάδες θεοχαριτωμένα χερουβὶμ καὶ σεραφίμ. Ἡ πανάγια κορυφή, ποὺ ξεπερνάει τὸ Σινᾶ, ποὺ δὲν σκεπάζει καπνὸς καὶ σκοτεινιά, θύελλα καὶ τρομερὴ φωτιά, ἀλλὰ ἡ ἀστραφτερὴ λάμψη τοῦ Παναγίου Πνεύματος.

Στὸ Σινᾶ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγραψε, μὲ δάχτυλο τὸ Πνεῦμα, νόμο σὲ πέτρινες πλάκες. Στὴν Παρθένο Μαρία μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μὲ τὸ αἷμα της σαρκώθηκε αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ παρέδωσε λυτρωτικὸ φάρμακο γιὰ τὴ δική μας φύση τὸν Ἑαυτό του. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο τὸ μάννα. Ἐδῶ στὴν Παναγία Αὐτός, ποὺ ἔδωσε τὴ γλυκύτητα στὸ μάννα. Ἂς σκύψει τὸ κεφάλι ἡ περίφημη σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου, ποὺ ἔφτιαξε στὴν ἔρημο ὁ Μωυσῆς, ἀπὸ πολύτιμα καὶ λογιῶν – λογιῶν ὑλικά, καὶ πρὶν ἀπ᾿ αὐτὴ ἡ σκηνὴ τοῦ πατριάρχη Ἀβραάμ, μπροστὰ στὴν ἔμψυχη καὶ λογικὴ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἔμψυχη αὐτὴ σκηνή, ἡ Παναγία, ὑποδέχθηκε ὄχι ἐνέργεια Θεοῦ, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ τὸ ἴδιο τὸ Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ. Ἂς νιώσουν καλὰ πὼς σὲ τίποτα δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μαζί της ἡ «χρυσοσκέπαστη σ᾿ ὅλα της κιβωτὸς» καὶ ἡ χρυσὴ στάμνα ποὺ εἶχε τὸ μάννα καὶ ἡ ἑπτάφωτη λυχνία καὶ ἡ χρυσὴ τράπεζα τῆς προθέσεως κι ὅλα τ᾿ ἄλλα τὰ παλιά. Τὴν τιμή τους τὴν ἔπαιρναν ἀπὸ τὴν Παρθένο ποὺ προεικόνιζαν, σὰν σκιὲς τοῦ ἀληθινοῦ προτύπου.

Σήμερα καινούργιο βιβλίο ἑτοίμασε ὁ Λόγος – Θεός, ποὺ ἔπλασε τὰ πάντα καὶ ποὺ ἀνάβλυσε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Πατέρα, γιὰ νὰ γραφτεῖ ὁ ἴδιος μέσα σ᾿ αὐτὸ σὰν μὲ κοντύλι, μὲ τὴ γλώσσα τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Βιβλίο ποὺ δόθηκε σὲ γραμματισμένο ἄνδρα, καὶ δὲν τὸ διάβασε. Ὁ Ἰωσὴφ δὲν γνώρισε τὴν Μαρία οὔτε τὴ δύναμη τοῦ μυστηρίου, ποὺ ἔκρυβε μέσα της. Παναγία Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, ποὺ ξέφυγες ἀπαρατήρητη ἀπὸ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, καὶ τὰ φλογερὰ βέλη τοῦ πονηροῦ, ποὺ πέρασες τὴ ζωή σου στὸ νυφικὸ θάλαμο τοῦ Πνεύματος, καὶ κρατήθηκες ἀνέγγιχτη γιὰ νὰ γίνεις νύφη Θεοῦ, καὶ Μητέρα τοῦ ἀληθινοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Παναγία Κόρη, ποὺ φανερώθηκες πάνω στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας καὶ γέμισες φόβο τὶς δυνάμεις ποὺ ἀποστάτησαν ἀπὸ τὸν Θεό.

Παναγία Κόρη, τὴν ὥρα ποὺ θήλαζες τὸ γάλα σὲ περιτριγύριζαν οἱ ἄγγελοι. Κόρη ἀγαπημένη ἀπὸ τὸν Θεό, δόξα σ᾿ αὐτοὺς ποὺ σὲ γέννησαν. Θὰ Σὲ μακαρίζουν οἱ γενεὲς τῶν γενεῶν, ὅπως στ᾿ ἀλήθεια τὸ εἶπες προφητικά. Κόρη ἄξια του Θεοῦ, ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἡ ἐπανόρθωση τῆς πρώτης μας μητέρας τῆς Εὔας. Μὲ τὴ γέννησή σου ἀναστήθηκε ἡ πεσμένη.

Ἀστραποβόλημα τῶν γυναικῶν. Ἂν ἡ πρώτη Εὔα, μπαίνοντας στὴ ὑπηρεσία τοῦ φιδιοῦ ἐναντίον τοῦ πρώτου μας πατέρα, τοῦ Ἀδάμ, ἔπεσε στὴν παράβαση, κι ἔτσι «ἦρθε στὸν κόσμο μας ὁ θάνατος», ἡ Μαρία ὑπηρετώντας μὲ ὑποταγὴ τὴ θεία βουλή, ξεγέλασε τὸ φίδι ποὺ μᾶς ξεγέλασε κι ἔφερε στὸν κόσμο τὴν ἀφθαρσία.

Ἀειπάρθενε Κόρη, ποὺ παιδοποίησες, χωρὶς νὰ ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἄνδρα, ἀφοῦ αὐτὸς ποὺ γέννησες ἔχει πατέρα αἰώνιο. Κόρη, γέννημα τῆς γῆς, ποὺ βάσταξες στὴ θεομητορική σου ἀγκαλιὰ τὸν Πλάστη. Οἱ αἰῶνες παράβγαιναν στὸ τρέξιμο ποιὸς θὰ πρωτοπρολάβει νὰ καυχηθεῖ γιὰ τὴ γέννησή σου. Ἀλλὰ ἡ προκαθορισμένη ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐφτίαξε καὶ τοὺς αἰῶνες, νίκησε τὸ συναγωνισμὸ τῶν αἰώνων κι ἔγιναν οἱ τελευταῖοι αἰῶνες πρῶτοι, ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς ἔλαχε νὰ γεννηθεῖς σ᾿ αὐτούς.

Εἶσαι πραγματικὰ ἡ πιὸ πολύτιμη ἀπ᾿ ὅλη τὴν πλάση, γιατὶ μόνο ἀπὸ σένα πῆρε μικρὸ μέρος ὁ Πλάστης τὶς ἀπαρχὲς τῆς δικῆς μας φύσεως. Σάρκα Του ἔγινε ἡ σάρκα σου, καὶ αἷμα Του τὸ αἷμα σου, καὶ γάλα ἀπὸ σένα θήλασε ὁ Θεός, κι ἑνώθηκαν τὰ χείλη σου μὲ τοῦ Θεοῦ τὰ χείλη. Ἀκατανόητα κι ἀνείπωτα θαύματα. Ὁ Θεὸς τῶν ὅλων προγνώρισε ὅτι ἐσὺ ἄξια θὰ γίνεις τῆς ἀγάπης Του καὶ σ᾿ ἀγάπησε, κι ἀπὸ ἀγάπη σὲ προόρισε, καὶ «στοὺς στερνοὺς καιροὺς» σ᾿ ἔφερε στὸ φῶς καὶ σ᾿ ἀνάδειξε μητέρα καὶ τροφὸ τοῦ δικοῦ Του Υἱοῦ καὶ Λόγου.

Λέγουν πὼς τὰ ἀντίθετα γιατρεύουν τ᾿ ἀντίθετά τους, μὰ δὲν μπορεῖ τ᾿ ἀντίθετα καὶ νὰ γεννοῦν τ᾿ ἀντίθετά τους. Μολονότι κάθε πλάσμα ὑφαίνει αὐτό, ποὺ ἀπὸ τὴ φύση τοῦ εἶναι, ἀντιμετωπίζοντας τ᾿ ἀντίθετά του – τὸ κατορθώνει βέβαια ἀπ᾿ τὸν πλοῦτο τῆς δύναμης ποὺ κλείνει μέσα στὴ φύση του. Κι ὅπως ἀκριβῶς «ἡ ἁμαρτία χρησιμοποίησε τὸ καλό, τὴν ἐντολὴ τοῦ Νόμου, γιὰ τὸν θάνατό μου, κι ἔγινε ὑπερβολικὰ ἁμαρτωλή», ἔτσι κι ὁ αἴτιος τῶν καλῶν, ὁ Θεός, μέσα ἀπὸ τ᾿ ἀντίθετό τους, τὸν θάνατο, κατεργάζεται γιὰ μᾶς τὸ καλό, ποὺ τοῦ εἶναι φυσικό. «Ἐπειδὴ ὅπου πλήθυνε ἡ ἁμαρτία, περίσσεψε ἡ χάρη».

Ἂν εἴχαμε φυλάξει τὴν πρώτη μας κοινὴ ζωὴ μὲ τὸν Θεό, δὲν θὰ ἀξιωνόμαστε τὴν πιὸ μεγάλη καὶ τὴν πιὸ θαυμαστὴ ζωὴ μαζί Του. Τώρα ὅμως μὲ τὴν ἁμαρτία, κριθήκαμε ἀνάξιοί της πρώτης μας κοινῆς ζωῆς μὲ τὸν Θεό, γιατὶ δὲν κρατήσαμε τὸ δῶρο, ποὺ μᾶς δόθηκε. Ἀλλὰ μὲ τὴν συμπάθεια τοῦ Θεοῦ ἐλεηθήκαμε καὶ μᾶς πῆρε πάνω του καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του, γιὰ νὰ γίνει πιὸ σίγουρη ἡ κοινὴ ζωὴ μαζί Του. Γιατὶ Αὐτὸς ποὺ μᾶς ἀγκάλιασε καὶ μᾶς ἔκανε σάρκα Του ἔχει τὴ δύναμη νὰ κρατήσει ἀδιάσπαστη τὴν ἕνωση. Ἐπειδὴ δηλαδὴ ὁλόκληρη ἡ γῆ ἔγινε πόρνη καὶ γέννα τέκνα πορνείας, γι’ αυτὸ κι ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «πλανήθηκε μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πορνείας», μακριὰ ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του, ποὺ τὸν ἔκανε λαὸ δικό του μὲ «δυνατὸ χέρι καὶ ψηλὸ βραχίονα», καὶ ποὺ τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς σκλαβιᾶς τοῦ Φαραώ, καὶ τὸν πέρασε μέσα ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, καὶ τὸν ὁδήγησε «μὲ νεφέλη τὴν ἡμέρα καὶ στήλη φωτιᾶς κάθε νύχτα». Καὶ πῆρε στροφὴ ἡ καρδιά τους γιὰ τὴν Αἴγυπτο. Κι ἔγινε ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου «μὴ λαὸς τοῦ Κυρίου», κι᾿ αὐτὸς ποὺ ἐλεήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐλεήθηκε, κι αὐτὸς ποὺ ἀγαπήθηκε, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀγαπήθηκε.

Γι᾿ αὐτὸ γεννιέται τώρα Παρθένος, ἀντίπαλος τῆς προγονικῆς πορνείας κι ἀρραβωνιάζεται μὲ τὸ Θεὸ τὸν ἴδιο, καὶ γεννᾶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Καὶ γίνεται λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν πρῶτα λαὸς τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἦταν ἐλεημένος ἐλεήθηκε, κι ὁ μὴ ἀγαπημένος ἀγαπήθηκε. Γιατὶ ἀπ᾿ αὐτὴ γεννιέται ὁ «ἀγαπητὸς Υἱὸς» τοῦ Θεοῦ, ποὺ σ᾿ αὐτὸν εὐδόκησε ὁ Πατέρας – Θεός.

«Ἀμπέλι καλοκλήματο» βλάστησε ἀπ᾿ τὴν Ἄννα, κι ἄνθισε σταφύλι ὁλογλυκό, πιοτὸ θεϊκό, νὰ τὸ πιοῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ ζήσουν στὸν αἰώνα. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἔσπειραν «δικαιοσύνη» καὶ θερίσανε «καρπὸ ζωῆς». Φωτισθήκανε μὲ τὸ «φῶς τῆς γνώσεως» καὶ ψάξανε νὰ βροῦν τὸν Κύριο, καὶ τοὺς βρῆκε καρπὸς δικαιοσύνης.

Ἂς πάρει θάρρος ἡ γῆ καὶ «γεμίστε χαρὰ τὰ παιδιὰ τῆς Σιῶν γιὰ τὸν Κύριο καὶ Θεό σας», γιατὶ πρασίνισε ἡ ἔρημος. Ἡ στείρα καρποφόρησε. Ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα σὰν μυστικὲς κορφὲς βουνῶν στάλαξαν γλύκα. Νιῶσε χαρά, εὐλογημένη Ἄννα, γιατὶ γέννησες κορίτσι. Γιατὶ αὐτὴ ἡ κόρη θὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πύλη τοῦ φωτός, πηγὴ τῆς ζωῆς, καὶ θὰ ἐξαφανίσει τὸ ἔγκλημα τῆς γυναίκας.

Τὸ πρόσωπο αὐτῆς τῆς κόρης «θὰ ἱκετεύσουν οἱ πλούσιοί του λαοῦ». Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ προσκυνήσουν οἱ βασιλιᾶδες τῶν ἐθνῶν προσφέροντας δῶρα. Τὴν κόρη αὐτὴ θὰ ὁδηγήσεις στὸ Θεό, στὸ βασιλιὰ τῶν ὅλων, ντυμένο στὰ «χρυσὰ κρόσσια» τὰ στολίδια τῶν ἀρετῶν, καὶ στολισμένη μὲ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος, κι «ἡ δόξα τῆς εἶναι μέσα της». Γιατὶ ἂν δόξα κάθε γυναίκας εἶναι ὁ ἄντρας ποὺ στέκεται στὸ πλάι της, τῆς Παναγίας ἡ δόξα εἶναι ἀπὸ μέσα, ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων της.

Ὦ Κόρη ποθητὴ καὶ τρισευλογημένη· «εὐλογημένη μέσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σύ, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῶν σπλάχνων σου». Κόρη, θυγατέρα τοῦ βασιλιᾶ Δαβίδ, καὶ Μητέρα τοῦ βασιλιᾶ τῶν ὅλων, τοῦ Θεοῦ. Θεϊκὸ κι ὁλοζώντανο ἄγαλμα, ἡ εὐφροσύνη τοῦ Θεοῦ ποὺ σὲ ἔπλασε, ποὺ ἔχεις τὸ πνεῦμα σου θεοκυβέρνητο καὶ μόνο στὸ Θεὸ γυρνᾶς τὴν προσοχή σου. Κάθε σου πόθος στρέφει στὸν μόνο ποθητὸ κι ἀγαπημένο. Τὸ θυμό σου χύνεις μοναχὰ στὴν ἁμαρτία καὶ σ᾿ αὐτὸν ποὺ γέννησε τὴν ἁμαρτία. Ζοῦσες ζωὴ ἀνώτερη ἀπὸ τὴ φύση. Ὄχι ζωὴ δική σου, γιατὶ ἐσὺ δὲν γεννήθηκες γιὰ σένα.

Γιὰ τὸν Θεὸ λοιπὸν ζοῦσες, γι᾿ Αὐτὸν ἦλθες στὴ ζωή, Αὐτὸν πιστὰ νὰ ὑπηρετήσεις στὴν παγκόσμια σωτηρία, γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἡ «προαιώνια ἀπόφαση» τοῦ Θεοῦ, ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ἡ δική μας θέωση. Ὁ πόθος σου μὲ θεϊκὰ νὰ τρέφεσαι λόγια, καὶ μὲ τὸ χυμό τους νὰ δυναμώνεις, σὰν «ἐλιὰ ὁλοκαρπη στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ, σὰν δένδρο, ποὺ φυτεύτηκε στὴν ἀκροποταμιὰ» τοῦ Πνεύματος, σὰν δένδρο τῆς ζωῆς, ποὺ καρποφόρησε στὸν καιρὸ ποὺ εἶχε ἀπὸ τὸ Θεὸ ταχθεῖ, Θεὸ ἐνσαρκωμένο, τὴν αἰώνια ζωὴ γιὰ τὰ πλάσματά Του ὅλα. Κρατᾶς κάθε λογισμὸ ποὺ τρέφει κι ὠφελεῖ τὴ ψυχή, καὶ ρίχνεις πέρα, πρὶν κἂν τὸ δοκιμάσεις, κάθε τι ποὺ εἶναι γιὰ σένα ἄχρηστο καὶ βλαβερό. Μάτια «στραμμένα πάντοτε στὸν Κύριο» βλέπουν τὸ αἰώνιο κι «ἀπλησίαστο φῶς».

Αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε τὸν θεϊκὸ λόγο κι εὐφραίνονται μὲ τὴν κιθάρα τοῦ Πνεύματος, ποὺ ἀπὸ μέσα τους πέρασε ὁ Λόγος γιὰ νὰ σαρκωθεῖ. Ὄσφρηση γοητευμένη μὲ τὴν εὐωδιὰ τῶν ἀρωμάτων τοῦ Νυμφίου, ποὺ ἄρωμα θεϊκὸ ξεχύνεται ἐλεύθερα καὶ χρίει τὴν ἀνθρώπινή Του φύση. «Ἄρωμα ποὺ χύθηκε εἶναι τὸ ὄνομά σου» λέγει ἡ ἁγία Γραφή. Χείλη ποὺ δοξολογοῦν τὸν Κύριο καὶ μένουν κολλημένα στὰ δικά Του χείλη. Ἡ γλώσσα κι ὁ οὐρανίσκος ποὺ ξέρουν νὰ διακρίνουν τὰ λόγια του Θεοῦ καὶ ποὺ χορταίνουν μὲ τὴ θεϊκή τους γλυκύτητα. Καρδιὰ καθαρὴ κι ἀμόλυντη, ποὺ βλέπει καὶ ποθεῖ τὸν ἀόρατο Θεό.

Σπλάχνα, ποὺ μέσα τους κατοίκησε ὁ ἀχώρητος, καὶ στῆθος, ποὺ μὲ τὸ γάλα του, τράφηκε ὁ Θεός, τὸ παιδὶ Ἰησοῦς. Πύλη τοῦ Θεοῦ παρθενικὴ γιὰ πάντα. Χέρια, ποὺ κράτησαν τὸν Θεό, καὶ γόνατα, ποὺ ἔγιναν θρόνος ψηλότερος κι ἀπὸ τὰ χερουβίμ.

Μ᾿ αὐτὰ στερεώθηκαν τὰ «παράλυτα χέρια καὶ τ᾿ ἀδύναμα πόδια». Πόδια ὁδηγημένα μὲ τὸ φωτεινὸ λυχνάρι τοῦ θείου νόμου, τρέχουν ἀσταμάτητα πίσω του, ὥσπου κι τράβηξαν τὸν Ποθητὸ σ᾿ αὕτη ποὺ Τὸν ποθοῦσε. Ὁλόκληρη εἶσαι δωμάτιο νυφικὸ τοῦ Πνεύματος, πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν «εὐφραίνουν τὰ ρέματα τοῦ ποταμοῦ», τὰ κύματα δηλ. τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: Πεντάμορφη καὶ πολυαγαπημένη τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἀφοῦ ξεπέρασε τὰ χερουβὶμ κι ἀνέβηκε ψηλότερα κι ἀπὸ τὰ σεραφίμ, ἔγινε πραγματικά του Θεοῦ ἡ πολυαγαπημένη.

Θαῦμα, τὸ πιὸ τρανὸ ἀπ᾿ ὅλα τὰ θαύματα! Γυναίκα νὰ βρίσκεται πάνω ἀπὸ τὰ σεραφίμ, κι αὐτὸ γιατὶ ὁ Θεὸς φανερώθηκε «λιγάκι πιὸ χαμηλὰ ἀπ᾿ τοὺς ἀγγέλους». Σιώπα, Σολομῶν πολύσοφε, καὶ μὴ λές: «Τίποτα καινούργιο κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο». Παρθένε θεοχαριτωμένη, ἅγιε ναὲ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁ πνευματικὸς Σολομώντας, ὁ ἄρχοντας τῆς εἰρήνης, σ᾿ ἔχτισε καὶ σ᾿ ἔκανε κατοικία του, ναέ, ποὺ δὲν στολίζεσαι μὲ χρυσάφι κι ἄψυχες πέτρες, ἀλλὰ λαμποκοπᾶς ἀντὶ χρυσάφι Ἅγιο Πνεῦμα· κι ἀντὶ γι᾿ ἄλλα ἀκριβὰ πετράδια ἔχεις τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, τὸν Χριστό, τὸν ἄνθρακα τῆς θεότητας.

Αὐτὸν παρακάλεσε ν᾿ ἀγγίξει τὰ χείλη μας, γιὰ νὰ μποροῦμε ἁγνισμένοι νὰ Τὸν ὑμνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνακράζοντας: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ», μία φύση τῆς θεότητας μὲ τρία πρόσωπα. Ἅγιος ὁ Θεὸς καὶ Πατέρας, ποὺ εὐδόκησε μέσα σὲ σένα καὶ ἀπὸ σένα νὰ τελεσιουργηθεῖ τὸ μυστήριο, ποὺ εἶχε προκαθορίσει πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Ἅγιος ἰσχυρός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς ὁ Μονογενής, ποὺ σήμερα ἐνεργεῖ τὴν γέννησή σου ἀπὸ στείρα μητέρα, γιὰ νὰ γεννηθεῖ αὐτὸς ποὺ ἦταν μονογενὴς ἀπὸ Πατέρα καὶ «πρωτογέννητος ἀπ᾿ ὁλόκληρη τὴν πλάση», μονογενὴς κι ἀπὸ σένα Παρθένο Μητέρα, πρωτογέννητος «ἀνάμεσά σε πολλὰ ἀδέλφια», ἴδιος μ᾿ ἐμᾶς, Κοινωνὸς χάρη σὲ Σένα στὴ «δική μας σάρκα καὶ στὸ δικό μας αἷμα».

Ὡστόσο δὲν σ᾿ ἄφησε νὰ γεννηθεῖς κι ἐσένα μόνο ἀπὸ πατέρα ἢ μόνο ἀπὸ μητέρα, γιὰ νὰ κρατήσει τὸ προνόμιο τῆς μοναδικῆς γεννήσεως, ὁ μοναδικὸς σ᾿ ὅλα του μονογενής. Αὐτὸς εἶναι στ᾿ ἀληθινὰ ὁ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ Πατέρα καὶ μοναδικὸς μόνο ἀπὸ μητέρα. Ἅγιος ἀθάνατος, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ποὺ μὲ τὴ δροσιὰ τῆς θεότητάς Του σὲ κράτησε σώα ἀπὸ τὴν θεϊκὴ φωτιά. Γιατὶ αὐτὸ προέλεγε αἰνιγματικὰ ἡ βάτος τοῦ Μωυσῆ.

Χαῖρε, πύλη προβατική, ἱερώτατε ναὲ τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ. Χαῖρε, πύλη προβατική, προγονικὴ κατοικία τῆς βασίλισσας. Χαῖρε, πύλη προβατική, ποὺ ἤσουν κάποτε μαντρὶ τῶν προβάτων τοῦ Ἰωακείμ, τώρα ἡ οὐρανομίμητη Ἐκκλησία τῆς λογικῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ. Πύλη, ποὺ κάποτε μία φορὰ τὸ χρόνο δεχόσουν τὸν ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ταράσσοντας τὸ νερό, ἔδινε σ᾿ ἕναν ἄρρωστο τὴ δύναμη καὶ τὸν γιάτρευε.

Τώρα ἔχεις στρατιὲς ἀπὸ δυνάμεις ἀγγέλων, ποὺ δοξολογοῦν μαζὶ μὲ μᾶς τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄβυσσο τῶν θαυμάτων, τὴ πηγὴ ποὺ γιατρεύει ὅλους τους ἀνθρώπους. Μητέρα Θεοῦ, ποὺ δέχθηκε ὄχι ἄγγελο ὑπηρέτη, ἀλλὰ τὸν Ἄγγελο τῆς μεγάλης βουλῆς, ποὺ κατέβηκε πάνω στὸ ἁπαλὸ μαλλὶ ἀθόρυβα σὰν ἄφθονη βροχὴ καλοσύνης, καὶ ξανάφερε σ᾿ ἀκλόνητη ὑγεία καὶ σ᾿ ἀγέραστη ζωὴ ὅλη τὴν ἀρρωστημένη μας φύση, ποὺ ὑποτάχθηκε στὴ φθορά. Χάρη σ᾿ Αὐτὸν ὁ παράλυτός σου ἔτρεξε πηδώντας σὰν ἐλάφι.

Χαῖρε, τίμια προβατικὴ κολυμβήθρα, ἡ χάρη σου ν᾿ αὐξάνει.

Χαῖρε, Μαρία, γλυκύτατη Κόρη τῆς Ἄννας. Σὲ σένα μὲ παρασύρει πάλι ἡ λαχτάρα τῆς ἀγάπης. Πῶς ν᾿ ἀναπαραστήσω τὸ ὅλο σεμνότητα βάδισμά σου; Πῶς τὸ ντύσιμό σου; Πῶς τὸ χαριτωμένο πρόσωπό σου; Τὸ γεροντικό σου φρόνημα στὸ νεαρό σου σῶμα; Σεμνὸ ντύσιμο χωρὶς πολυτέλεια καὶ μαλθακότητα. Βῆμα συγκρατημένο, χωρὶς βιασύνη καὶ χωρὶς νωθρότητα.

Τὸ σοβαρὸ ὕφος, ποὺ γλύκαινε κάποια ἱλαρότητα, κρατημένο πάντα μακριὰ ἀπὸ τοὺς ἄντρες. Κι ἀπόδειξη ὁ φόβος ποὺ ἔδειξες μὲ τὴν ἀπροσδόκητη προσφώνηση τοῦ ἀγγέλου. Πρόθυμη κι ὑπάκουη στοὺς γονεῖς σου· κρατοῦσες τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως στὶς πιὸ μεγάλες ἀποκαλύψεις. Τὰ λόγια σου καλοσυνάτα ἔβγαιναν ἀπὸ ἤρεμη ψυχή.

Καὶ τί χρειάζονται τὰ πολλὰ λόγια, ἄξια νὰ κατοικήσει μέσα σου ὁ Θεός! Μὲ τὸ δίκιο τους σὲ μακαρίζουν ὅλες οἱ γενεές, ἐσένα τὴν πιὸ διαλεχτὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων. Καύχημα τῶν ἱερέων, ἐλπίδα τῶν χριστιανῶν, στήριγμα βασιλιάδων, πολύκαρπη φυτὸ τῆς παρθενίας, γιατὶ ἀπὸ σένα ἁπλώθηκε πλατιὰ ἡ ὀμορφιὰ τῆς παρθενίας. «Ἀπ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες σὺ εἶσαι ἡ εὐλογημένη κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου». Εὐλογημένοι εἶναι ὅσοι σ᾿ ἀναγνωρίζουν Θεοτόκο, καὶ μένουν στὴν κατάρα ὅσοι σ᾿ ἀρνιοῦνται.

Ἱερὸ ζευγάρι, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα, δεχτεῖτε ἀπὸ μένα τούτη τὴν ὁμιλία στὴ γέννηση τῆς Μαρίας. Κόρη τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας καὶ Δέσποινά μου, δέξου τὰ λόγια τοῦ ἁμαρτωλοῦ δούλου σου, ποὺ ὁ πόθος ὅμως τὸν καίει κι ἀπόκτησε Ἐσένα μοναδικὴ ἐλπίδα χαρᾶς, προστάτισσα τοῦ βίου του. Καὶ μεσίτριά του κοντὰ στὸν Υἱό σου καὶ ἐγγύηση γιὰ τὴ σωτηρία του.

Σκόρπισε πέρα τὸ βαρὺ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν μου, καὶ διάλυσε τὸ σύννεφο, ποὺ μοῦ σκοτίζει τὸ μυαλὸ καὶ τὸ παχὺ στρῶμα τῆς ὕλης. Σταμάτησε τοὺς πειρασμοὺς καὶ κυβέρνησε μ᾿ ἐπιτυχία τὴ ζωή μου, καί, παίρνοντάς με ἀπ᾿ τὸ χέρι, ὁδήγησέ με ψηλὰ στὴν οὐράνια εὐτυχία, καὶ στὸν κόσμο σου δῶσε δῶρο τὴν εἰρήνη. Καὶ σ᾿ ὅλους τους κατοίκους τῆς πόλεώς μας, τέλεια τὴν χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια σωτηρία, μὲ τὶς παρακλήσεις τῶν γονιῶν σου κι ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας. Ἂς γίνει ἔτσι! Ἂς γίνει!

«Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μαζί σου, εὐλογημένη σὺ ἀνάμεσα σ᾿ ὅλες τὶς γυναῖκες, κι εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου», ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Σ᾿ αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα μαζὶ καὶ στὸν Πατέρα καὶ στὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Σάβ Σεπ 13, 2014 11:11 am

Ανδρέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης - Λόγος εἰς τήν Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
ΕικόναΕικόνα
Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καταφωτίζεται. Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλη ἡ οἰκουμένη φωταγωγεῖται καί γεμίζει μέ ἀκτῖνες θεϊκῆς χαρᾶς. Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου τό σκοτάδι (τῆς ἁμαρτίας) ἐδιώχθη, καί ἦλθε τό φῶς (τῆς ἀρετῆς). Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὑψούμεθα πνευματικῶς μαζί μέ τόν Σταυρωθέντα Σωτῆρα μας, ἀφήνοντας κάτω τήν γῆ μέ τήν ἁμαρτία, διά νά κερδίσωμε τά ἄνω ἀγαθά. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ὑψώνει μαζί του τήν ἀνθρωπότητα, πού λόγῳ τῆς ἁμαρτίας της, ἦταν πεσμένη κάτω. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ταπεινώνει τήν αὐθάδη ἔπαρσι τῶν δαιμόνων. Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, καί ἡ ἐναντία δύναμις τοῦ Πονηροῦ ὑποχωρεῖ καί ταπεινοῦται. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συναθροίζεται τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί αἱ πόλεις ἑορτάζουν πανηγυρικῶς· οἱ δέ λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τάς ἀναιμάκτους θυσίας εἰς τόν Θεόν. Διότι καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι ὑπόθεσις μεγάλης χαρᾶς, καί ἀποδίωξις τῆς λύπης.

Ἀλλά καί τό νά βλέπῃ κανείς τό τύπον τοῦ Σταυροῦ, πόσον μεγάλο πρᾶγμα εἶναι! Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τόν Σταυρόν, γεμίζει ἀνδρείαν καί διώχνει τήν δειλίαν. Τόσο μεγάλο πρᾶγμα εἶναι ὁ Σταυρός! Καί αὐτός πού τόν κάνῃ κτῆμα του, θά ἔχῃ ἀποκτήσει ἕνα θησαυρόν. Ἴσως νά νομίζετε ὅτι ὀνομάζω θησαυρό τόν χρυσόν, ἤ τά μαργαριτάρια, τούς βαρύτιμους Ἰνδικούς λίθους, διά τά ὁποῖα χαίρουν οἱ σαρκικοί ἄνθρωποι, ἀσχολούμενοι μέ τά μικρά καί ἀνάξια λόγου πράγματα. Ἐγώ ὅμως ὀνομάζω θησαυρόν –καί δικαίως- ἐκεῖνο τό ὡραιότατο καί πολύτιμο πρᾶγμα καί ὄνομα ἐπάνω στό ὁποῖο καί διά τοῦ ὁποίου, ἐπετεύχθη ὅλη ἡ ὑπόθεσις τῆς σωτηρίας μας. Διότι ἐάν δέν ὑπῆρχε ὁ Σταυρός, ὁ Χριστός δέν θά ἐσταυρώνετο. Ἐάν δέν ὑπῆρχε ὁ Σταυρός, ὁ Χριστός -ἡ ἀληθινή ζωή– δέν θά ἐκαρφώνετο ἐπάνω εἰς τό Ξύλον αὐτό· καί ἐάν δέν ἐκαρφώνετο δέν θά ἀνέβλυζον ἀπό τήν Πλευράν οἱ βρύσες τῆς ἀφθαρσίας «αἷμα καί ὕδωρ», τά ὁποῖα ἐστάθησαν καθάρσια ὅλου τοῦ κόσμου. Δέν θά ἐσχίζετο τό χειρόγραφο τῆς ἁμαρτίας· δέν θά εἴχαμε τήν πνευματική ἐλευθερία μας· οὔτε θά ἀπελαμβάναμε τό «ξύλον τῆς ζωῆς»· ὁ Παράδεισος δέν θά ἀνοιγόταν· ἡ «στρεφομένη φλογίνη ῥομφαία» δέν θά ἄφηνε ἐλεύθερη τήν εἴσοδο πρός τήν Ἐδέμ· οὔτε ὁ Λῃστής θά εἰσήρχετο εἰς τόν Παράδεισον.

Διατί τά λέγω αὐτά; Ἐάν δέν ἦτο ὁ Σταυρός, δέν θά ἤρχετο ὁ Χριστός ἐπί τῆς γῆς· καί ἐάν ὁ Χριστός δέν ἤρχετο, δέν θά ὑπῆρχε ἡ Παρθένος. Καί ἐάν δέν ὑπῆρχε ἡ Παρθένος, οὔτε Γέννησις Χριστοῦ δευτέρα θά ὑφίστατο. Δέν θά συνανεστρέφετο ὁ Θεός ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους· δέν θά ὑπῆρχε τόκος, οὔτε φάτνη, οὔτε σπάργανα, οὔτε ὀκταήμερος περιτομή, οὔτε ὑποταγή εἰς τούς γονεῖς Του, οὔτε αὔξησις ἡλικίας, οὔτε αὔξησις σώματος, οὔτε φανέρωσις Αὐτοῦ, οὔτε βάπτισμα, οὔτε θαύματα, οὔτε ὁ προδότης Ἰούδας, οὔτε ἡ δίκη τοῦ Πιλάτου, οὔτε τό θράσος τῶν Ἰουδαίων πού ζητοῦσαν ἐπιμόνως νά σταυρώσουν τόν Ἀθῷον.

Καί ἐάν δέν ὑπῆρχε Σταυρός, δέν θά συνετρίβετο ὁ θάνατος, δέν θά ἐγυμνοῦτο ὁ ᾅδης, δέν θά ἐνεκρώνετο τό πονηρό φίδι, ὁ διάβολος. Δι᾽ αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο καί τίμιο πρᾶγμα ὁ Σταυρός. Μεγάλο, διότι πάρα πολλά ἀγαθά καί εὐεργεσίαι ἔγιναν δι᾽ αὐτοῦ. Τόσο πολλά, καθ᾽ ὅσον καί τά θαύματα καί τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ ὑπερνικοῦν κάθε δύναμι λόγου καί ἐκφράσεως. Εἶναι τίμιον ἐπίσης, διότι ὁ Σταυρός σημαίνει: Θεῖον Πάθος καί τρόπαιον. Πάθος, λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ ἀπαθής Χριστός, ἑκουσίως ὑπέστη σταυρικόν θάνατον· τρόπαιον δέ, διότι ὁ διάβολος ἐτραυματίσθη διά τοῦ Σταυροῦ, καί μαζί του ἐνικήθη καί ὁ θάνατος. Συνετρίβησαν ἐπίσης αἱ πύλαι τοῦ ᾅδου, καί τέλος, ὁ Σταυρός ἔγινε δι᾽ ὅλον τόν κόσμον κοινή σωτηρία.

Ὁ Σταυρός εἶναι ἐλπίς τῶν Χριστιανῶν, σωτήρ τῶν ἀπεγνωσμένων, λιμάνι γι᾽ αὐτούς πού εὑρίσκονται σέ δύσκολες βιωτικές περιστάσεις, ἰατρός γιά τούς ἀσθενεῖς· ἀπομακρύνει τά πάθη, δίδει τήν ὑγεία, δίδει τήν ζωή στούς πνευματικά νεκρούς, καθοδηγεῖ πρός τήν εὐσέβεια, ἀποστομώνει τήν βλασφημία.

Ὁ Σταυρός εἶναι ὅπλο κατά τῶν ἐχθρῶν, πνευματική ῥάβδος διά τούς βασιλεῖς· τό κάλλος τοῦ βασιλικοῦ στέμματος· τύπος πού ἔχει ἕνα βαθύτερο πνευματικό νόημα, ῥάβδος δυνάμεως, εἶναι τό στήριγμα τῆς Πίστεως, πνευματική βακτηρία γιά τά γηρατειά, ὁδηγός τῶν τυφλῶν, φῶς διά τούς ἐσκοτισμένους, παιδαγωγός τῶν ἀφρόνων, διδάσκαλος τῶν νηπίων, συντριβή τῆς ἁμαρτίας, φανέρωσις μετανοίας· ἀποτελεῖ ἐγγύησιν ἀρετῆς καί δικαιοσύνης.

Ὁ Σταυρός εἶναι σκάλα πού ἀνεβάζει εἰς τούς Οὐρανούς· ὁδός, πού ὁδηγεῖ πρός τήν ἀρετήν· εἶναι πρόξενος ζωῆς πνευματικῆς· κατάργησις τοῦ θανάτου, ἀπαλλαγή ἀπό τήν φθορά. Ἔχει τήν δύναμιν νά σβήσῃ τήν φλόγα τῶν παθῶν καί τοῦ αἰωνίου πνευματικοῦ θανάτου· δίδει εἰς τήν ψυχήν τήν παῤῥησία πρός τόν Θεόν· εἶναι τό κλειδί διά τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Ὁ Σταυρός εἶναι φύλαξ κατά τήν νύκτα, πύργος κατά τήν ἡμέρα, χειραγωγός μέσα εἰς τό σκοτάδι, χαλινάρι σέ περιπτώσεις ὑπερβολικῆς χαρᾶς, ψυχαγωγός σέ περιστάσεις θλίψεων, συντελεῖ εἰς συμφιλίωσιν· εἶναι παρακλητικός, φιλικός, ὑπερασπιστής· μᾶς προφυλάττει καί μᾶς βοηθεῖ.

Ὁ Σταυρός εἶναι βοηθός εἰς τούς πειρασμούς μας, σωτήρ εἰς τους κινδύνους, παρήγορος εἰς τάς θλίψεις, βοηθός εἰς τάς ἀνάγκας, κυβερνήτης εἰς τήν θάλασσαν, ἀνακούφισις εἰς τάς συμφοράς. Ὁ Σταυρός φυλάσσει αὐτούς πού ἀναπαύονται τήν νύκτα, ἀγρυπνεῖ μέ τούς ἀγρυπνοῦντας, βοηθᾷ τούς κουρασμένους.

Ὁ Σταυρός εἶναι ἐνδυνάμωσις τῶν ἐξηντλημένων καί ἀδυνάτων, ἀνάπαυσις τῶν κοπιώντων, τροφή τῶν πεινασμένων, ἰσχύς τῶν νηστευόντων, ἐκπαιδευτής τῶν ἀγωνιστῶν, σκέπη τῶν γυμνῶν, σύντροφος εἰς τάς ὁδοιπορίας τῶν ξενιτευόντων.

Ὁ Σταυρός εἶναι σωφρονιστής τῶν πλουσίων, προνοητής διά τούς πτωχούς, προστάτης τῶν χηρῶν, ἀντιλήπτωρ τῶν ὀρφανῶν. Ὁ Σταυρός εἶναι τιμή διά τούς ἄρχοντας, δύναμις διά τούς βασιλεῖς, νίκη διά τούς στρατηγούς, δόξα διά τούς Ἱερεῖς· εἶναι ἐπίσης σύντροφος τῶν Παρθένων, σφραγίς, ἐπικύρωσις καί ἀσφάλεια τῆς ἁγνότητος, σύνδεσμος τῆς συζυγίας.

Ὁ Σταυρός εἶναι φύλαξ τῶν πόλεων, ἀσφάλεια τῶν σπιτιῶν, σύνδεσμος τῆς φιλίας, ὀχύρωμα κατά τῶν ἐχθρῶν, ἀντίπαλος τῶν πολεμίων, διώκτης τῶν παθῶν, σκόνταμα καί ἐμπόδιον τῶν βαρβάρων, βραβευτής τῆς εἰρήνης, συμφιλίωσις τοῦ κόσμου, κατάργησις τῶν ὁρίων, παροχή καί ἐξασφάλισις τῆς ἀγάπης, ὕψος τοῦ οὐρανοῦ, βάθος τῆς γῆς, σύνθεσις ὅλης τῆς κτίσεως, τοῦ μήκους αὐτῆς πού βλέπουμε, καί τοῦ πλάτους τῆς οἰκουμένης· καί διά νά εἰπῶ μέ λίγα λόγια: ὁ Σταυρός εἶναι τό κεφάλαιον τῶν Ἀχράντων Παθῶν τοῦ Χριστοῦ, καί ἡ κορυφή τῶν θαυμάτων πού ἔγιναν δι᾽ ἡμᾶς.

Ὀνομάζεται ἐπίσης δόξα Χριστοῦ καί ὕψος Χριστοῦ· ὁμοίως νοεῖται ὡς ποτήριον ἐπιθυμητόν, καί συμπέρασμα τῶν Παθῶν τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα ὁ Κύριος ὑπέμεινε διά τήν σωτηρίαν μας. Ὅτι δέ ὁ Σταυρός εἶναι δόξα Χριστοῦ, ἄκουσε τόν ἴδιο νά τό λέγῃ· «Νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, καί ὁ Θεός ἐδοξάσθη ἐν Αὐτῷ»· καί πάλιν· «Δόξασόν με Σύ, Πάτερ, παρά σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρό τοῦ τόν κόσμον εἶναι παρά Σοί» καί πάλιν· «Πάτερ, δόξασόν Σου τό ὄνομα. Ἦλθεν οὖν φωνή ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· καί ἐδόξασα καί πάλιν δοξάσω». Δόξαν δέ ἐδῶ λέγει τάς μεταβολάς καί τήν συμπάθειαν τῶν στοιχείων τῆς φύσεως, πού συνέβησαν τότε κατά τήν Σταύρωσιν τοῦ Κυρίου· διότι ἔπρεπε καί αὐτά τά κτίσματα νά συμμετάσχουν εἰς τό Πάθος τοῦ Κτίστου.

Ὅτι δέ, ὁ Σταυρός εἶναι καί ὕψος Χριστοῦ, ἄκουσε τί λέγει ὁ ἴδιος· «Κἀγώ ἐάν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρός ἐμαυτόν» τό ἴδιο λέγει καί ἀλλοῦ· «Καί καθώς Μωϋσῆς ὕψωσε τόν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου». Διατί; «Ἵνα πᾶς», λέγει, «ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ᾽ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον». Βλέπεις ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι δόξα καί ὕψος τοῦ Χριστοῦ;

Θέλεις δέ, νά μάθῃς ὅτι ὅπου ὕψος, ἐκεῖ ἀκολουθεῖ καί δόξα; Ἄκουε τόν Δαυΐδ πού λέγει· «Ὑψώθητι ἐπί τούς οὐρανούς, ὁ Θεός, καί ἐπί πᾶσαν τήν γῆν ἡ δόξα Σου»· Ὁμοίως καί τόν Ἡσαΐα νά λέγῃ ὡς ἐκ προσώπου τοῦ Χριστοῦ· «Νῦν ἀναστήσομαι, λέγει Κύριος, νῦν δοξασθήσομαι, νῦν ὑψωθήσομαι». Ἐπειδή λοιπόν, ὁ Σταυρός εἶναι ὕψος τοῦ Χριστοῦ, ὑψοῦται δέ σήμερα ὁ Σταυρός, ἀκόλουθον εἶναι νά δοξάζεται ὁ Χριστός.

Ὑψοῦται λοιπόν ὁ Σταυρός σήμερα, διά νά δοξασθῇ ὁ Χριστός. Δέν ὑψοῦται ὁ Χριστός, διά νά δοξασθῇ ὁ Σταυρός· ἀλλά ὑψοῦται ὁ Σταυρός, διά νά δοξασθῇ ὁ Χριστός. Δοξάζεται δέ ὁ Χριστός, διά νά ὑψώσῃ καί μᾶς μαζί μέ τόν ἑαυτόν Του. Ὑψώνεται λοιπόν ὁ Σταυρός, καί μαζί του ὑψώνει καί τό φρόνημα τῶν εὐσεβῶν Χριστιανῶν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί δοξάζει μαζί Του καί αὐτούς πού Τόν δοξάζουν. Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, καί συντρίβει τήν ὑπερηφάνεια τῶν δαιμόνων. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί ἐντροπιάζει τόν ἀρχέκακον διάβολον.

Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, καί ἀνορθώνει ἐκείνους πού καταπίπτουν. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί διαλύει τήν ἐντροπήν ἐκείνων πού ἔπεσαν εἰς τήν ἁμαρτίαν. Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, καί γκρεμίζονται τά εἴδωλα. Δοξάζεται ὁ Χριστός, καί τραυματίζεται ὁ διάβολος. Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, ὄχι μόνον διότι ὑψώθη ὁ Χριστός ἐπάνω εἰς αὐτόν, ἀλλά διατί μέ τήν φανέρωσίν του, ἤλεγξε τήν μωρία καί τήν ὑπερηφάνεια τῶν Ἰουδαίων. Ἀπό ποῦ ἐφανερώθη; Ἀπό τά ἔγκατα τῆς γῆς. Πότε ἐφανερώθη; Εἰς τήν ἐποχήν τῶν Βασιλέων πού ἐπίστευσαν εἰς τόν Χριστόν· ὄχι ὅπως μερικοί ἔπλασαν τάχα μέ τήν φαντασία τους, ἐξαπατῶντας τούς πολλούς μέ πιθανολογίας, ἀλλά μέ μίαν θείαν καί ἁπλῆν δύναμιν, μέ μίαν ὄντως ἐπινόησιν σταθερᾶς πίστεως· διότι ἐπρόκειτο διά Θεϊκόν Κειμήλιον.

Μετά δηλαδή τόν σταυρικόν θάνατον, ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου ἀνέστη τριήμερος· οἱ Ἰουδαῖοι λοιπόν γεμᾶτοι φθόνον, καί φοβούμενοι μήπως κάτι τι ἀπό τό σεπτόν καί μακάριον Πάθος διασωθῇ, καί γίνῃ διά μέν τούς Ἰουδαίους ἔλεγχος καί τιμωρία, διά δέ τούς πιστεύοντας εἰς τόν Χριστόν φυλακτήριον, ἔθαψαν μέσα εἰς τήν γῆν τόν θησαυρόν· ἐννοῶ τόν σταυρόν καί ὅλα τά σχετικά μέ αὐτόν: τούς Ἥλους, λέγω, τήν Λόγχην, καί τόν τίτλον τόν ὁποῖον ὁ Πιλᾶτος ἔγραψε καί ἐτοποθέτησε εἰς τόν Σταυρόν. Ἔπειτα ὅταν ὁ Θεός ἀνέθεσε τήν βασιλείαν καί ὅλην τήν Ρωμαϊκήν διοίκησιν εἰς τούς Χριστιανούς, εὐδόκησε τότε νά μᾶς εὐεργετήσῃ μέσῳ μιᾶς Βασιλίδος εὐσεβοῦς γυναικός, πού εἶχε πράγματι βασιλικόν φρόνημα, ὅταν ὁ υἱός της ἦτο Βασιλεύς τῶν Χριστιανῶν.

Ἡ Βασιλομήτωρ αὐτή μέ θείαν σοφίαν, ἄλλοτε μέ βασιλική σοβαρότητα, ἄλλοτε μέ κολακεῖες, εἰς ὅλα ὅμως μέ βασιλική συμπεριφορά, κατώρθωσε νά κάμψῃ τήν σκληράν καρδίαν τῶν Ἰουδαίων. Ἔτσι μέ αὐτήν τήν ἀναζήτησιν καί σχεδόν χωρίς κόπο, ἐφανερώθη ὁ κοινός αὐτός θησαυρός, πού γρήγορα ὁ Θεός ὡς δῶρον ἔδωσε πρός τήν Ἁγίαν αὐτήν γυναῖκα. Αὐτόν λέγω τόν Τίμιον τοῦ Κυρίου Σταυρόν, ὁ ὁποῖος σήμερα ὑψοῦται εἰς ὅλον τόν κόσμον, μαζί μέ ὅλα ἐκεῖνα πού συνετέλεσαν εἰς τήν οἰκονομίαν τοῦ μακαρίου καί σωτηρίου διά τόν κόσμον θείου Πάθους.

Αὐτό λοιπόν ἑορτάζομε σήμερα· διά τοῦτο πανηγυρίζομεν· γιά τό ὅτι ἐφανερώθη σήμερα τό ἅγιον ἐκεῖνο Ξύλον πού ἀπό παλαιά ἐκρύπτετο· γιά τό ὅτι ὁ κρυμμένος θησαυρός, ἔλαμψεν ὡσάν ἄλλος χρυσός μέσα ἀπό τά σπλάγχνα τῆς γῆς· γιά τό ὅτι ἀπεκαλύφθη τό μέχρι τώρα θαμένο ἐπίσημο λάβαρον τῆς Χριστιανωσύνης· γιά τό ὅτι ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ἔπαρσις τῶν δαιμόνων ἠρέμησε, μέ τήν φανέρωσιν τοῦ Σταυροῦ· γιά τό ὅτι αὐτό πού ἀπό τήν φύσι του εἶναι ξίφος κατά τῶν ἐχθρῶν, ἐφανερώθη μέσα ἀπό τήν γῆν· γιά τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔλαβε πάλι τόν στολισμόν της· γιά τό ὅτι τήν «δραχμήν» πού ἔχασε, τήν εὑρῆκαν οἱ Βασιλεῖς.

Αὐτός εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, τό Δεσποτικόν «σημεῖον», τό σωτήριον ὅπλον, ἡ βασιλική δύναμις, τό τρόπαιον τῆς νίκης, τό σημεῖον διαχωρισμοῦ ἀλλά καί τῆς ἑνώσεως τῶν Οὐρανίων καί τῶν ἐπιγείων, ἡ νομοθεσία τῶν πιστῶν, ἡ κορυφή καί ὁ ἐπίλογος τῶν Ἀποστόλων, τό τηλεσκόπιο τῶν Προφητῶν, τό στεφάνι τῶν Μαρτύρων, ὁ ἀῤῥαβών τῶν προσκυνούντων τόν Χριστόν.

Διότι ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ὁ Χριστός προσκυνεῖται· ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἐγνωρίσθη καί ἐπιστεύθη· ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἡ Ἰουδαϊκή θρησκεία κατηργήθη, ἡ εἰδωλολατρεία ἔσβησε, ἡ Χριστιανική Πίστις καί ζωή ἀνέτειλε καί ἐπεκράτησε· ὁ ἀέρας ἡγιάσθη, ἠλευθερώθημεν ἀπό τάς εἰδωλολατρικάς θυσίας, ἐγεύθημεν τήν ἀναίμακτον λατρείαν. Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἔχομε ἀπαλαγῆ ἀπό τάς δαιμονικάς ἀναθυμιάσεις· ἀντιθέτως, μποροῦμε νά μετέχωμε πλέον τῆς Πνευματικῆς εὐωδίας τοῦ «κενωθέντος Μύρου». Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, αἱ γεννήσεις καί καταγωγαί τῶν ψευδοθεῶν τῆς Μυθολογίας ἐξηφανίσθησαν. Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἐγνωρίσαμε τό μυστήριο τῆς θείας Πίστεώς μας· ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἐμάθαμε ὅτι, ἡ ὑπεράρχιος ἀρχή, δηλαδή ὁ Θεός Λόγος, προῆλθε ἐκ τῆς προανάρχου ἀρχῆς, δηλαδή τόν Θεό Πατέρα, ἀχρόνως καί θεοπρεπῶς.

Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἔχομε διδαχθῆ τήν πίστιν εἰς Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα, καί ἀπαλαχθήκαμε ἀπό τήν καταστρεπτική φθορά τῆς εἰδωλολατρικῆς ματαιολογίας καί φλυαρίας. Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ἀπεῤῥίψαμε τίς σκιές τῶν τυπικῶν συμβόλων, καί κατεφωτίσθημεν μέ τό φῶς τῆς ἀληθείας διά τῆς θείας Χάριτος. Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, ὁ θάνατος ἔχει καταφρονηθῆ, οἱ δαίμονες ἔχουν σαστίσει, τά εἴδωλα συνετρίβησαν, αἱ θυσίαι τῶν ζώων ἔχουν ἐκλείψει, τά εἰδωλεῖα ἔχουν καταστραφῆ. Παντοῦ ὑπάρχουν Ἐκκλησίαι, ἱερά θυσιαστήρια, ψαλμῳδίες, ἀγρυπνίες, θεολογικές διδασκαλίες, Βαπτίσματα, συμφιλιώσεις τῶν πιστῶν, θεία μελέτη καί γνῶσις τῶν Ἁγίων Γραφῶν, περιφρόνησις τῶν γηΐνων, κτῆσις τῶν Οὐρανίων, ἕνωσις μέ τόν Θεόν. Καί διατί νά λέγω πολλά; Ἀπό τότε πού ἔχομε τόν Σταυρόν, οἱ ἄνθρωποι συμπολιτεύονται μέ τούς Ἀγγέλους, καί αὐτός ὁ Οὐρανός εἶναι πλέον προσιτός διά τούς ἐπιγείους· ὁ δέ Θεός, διά τῆς θείας Χάριτος καί ἐνεργείας Του, γίνεται πλέον μεθεκτός ἀπό τούς ἀνθρώπους.

Ἀλλ᾽ ὦ Τίμιε Σταυρέ, τό πολυδοξασμένο καύχημα τοῦ Κυρίου καί ἡμῶν! Ὦ Ξύλον ἔνδοξον, ἐπάνω εἰς τό ὁποῖον ὁ Χριστός ἐτεντώθη! Φυτόν πού ἐξασφαλίζει τήν ἀθανασίαν, ἐκ τοῦ ὁποίου ὁ Χριστός ὁ ἀληθινός βότρυς, ἀνέβλυσε γιά μᾶς ποτόν πού δίδει ἀληθινή ζωή. Ὦ Σταυρέ, διά τοῦ ὁποίου ἐσχίσθη τό χειρόγραφον τῆς ἁμαρτίας, καί ἔτσι ἔγινε αἰτία νά γραφῇ τό συμβόλαιον τῆς ἐλευθερίας. Ὦ Σταυρέ, θησαυρέ ἀπείρων ἀγαθῶν! Πρόξενε τοῦ Παραδείσου, κάτοχε τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, σύ πού ἐλευθερώνεις ἀπό τά ἁμαρτήματα καί δίδεις τά κατορθώματα. Σέ ὁ Χριστός μέ τήν Σταύρωσίν Του ἀνέδειξε Ξύλον ἀθανασίας. Σέ ὁ Χριστός, μέ τό νά προσηλωθῇ ἐπάνω σου, ἐτοποθέτησε σάν ἄλλη σκάλα πού ὁδηγεῖς πρός τούς οὐρανούς. Σέ ὁ Χριστός, μέ τό νά κρεμασθῇ ἐπάνω σου, ἀνέδειξε πρόξενον εὐλογίας. Σέ ὁ Χριστός, μέ τό τάνυσμά Του, κατέστησε ἱκανόν νά ἐλευθερώνῃς ἀπό τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας, αὐτούς πού εἶναι δέσμιοι εἰς αὐτήν.

Μέ τό νά ὑψωθῇ ὁ Χριστός μέ τήν θέλησίν Του ἐπάνω στό ἰκρίωμά σου, ὕψωσε μαζί Του τόν κόσμον. Μέ τό νά ὑψωθῇ σέ σένα ὁ Χριστός γιά χάρι δική μας, ἀχρήστευσε τόν ὑψωθέντα χάλκινον ὄφιν. Δέν ὑπάρχει πλέον εἰς τόν δρόμον φίδι πού νά δαγκώνῃ καί νά κεντᾷ τήν πτέρναν. Δέν ὑπάρχει πλέον ὁ «χαλκοῦς ὄφις» ὁ ὁποῖος ὅταν ἐβλέπετο ἐθεράπευσε τά δαγκάματα τῶν φιδιῶν. Δέν ὑπάρχει πλέον τό: «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπί ξύλου». Πῶς, καί μέ ποῖον τρόπον; Μέ τό νά μεταβάλῃ τήν κατάραν εἰς εὐλογίαν ὁ εὐλογημένος Ἰησοῦς, ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶναι πλέον κατηραμένος ὁ σταυρός, ἐπειδή ἡ κατάρα ἐκαρφώθη ἐπάνω εἰς τόν Σταυρόν· αὐτήν τήν κατάραν ὁ Χριστός τήν ἀπεμάκρυνε, ἀντ᾽ αὐτῆς δέ, εἰσήγαγε τήν εὐλογίαν.

Τοῦτος ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, μᾶς ἔφερε ὅλα τά καλά. Τοῦτος ὁ Σταυρός τοῦ Δεσπότου, ἔχει πολλά ὀνόματα. Ὁ Σταυρός ὀνομάζεται: ῥάβδος εὐθύτητος, βασιλείας, δυνάμεως καί κληρονομίας: «Ὁ Θρόνος Σου, ὁ Θεός, εἰς τόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος, ῥάβδος εὐθύτητος ἡ ῥάβδος τῆς Βασιλείας Σου»· «Ἐλυτρώσω ῥάβδον κληρονομίας Σου»· «Ράβδον δυνάμεως ἐξαποστελεῖ Σοι Κύριος ἐκ Σιών». Ὀνομάζεται ἐπίσης βακτηρία: «Ἡ ῥάβδος Σου καί ἡ βακτηρία Σου, αὗταί με παρεκάλεσαν». Ὀνομάζεται καί Ξύλον ζωῆς: «Ξύλον ζωῆς ἐστι πᾶσι τοῖς ἀντεχομένοις αὐτοῦ, καί τοῖς ἐπερειδομένοις ἐπ᾽ αὐτόν ὡς ἐπί Κύριον ἀσφαλής». Εἶναι «Ξύλον πεφυτευμένον», καθώς ἀναφέρει κάπου ὁ Δαυΐδ, «παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων»· ποίων ὑδάτων; τῶν θεοπνεύστων Γραφῶν.

Ὀνομάζεται καί ὑποπόδιον: «Ὑψοῦτε Κύριον τόν Θεόν ἡμῶν, καί προσκυνεῖτε τῷ ὑποποδίῳ τῶν ποδῶν Αὐτοῦ, ὅτι Ἅγιος ἐστι». Ὀνομάζεται καί τόπος: «Εἰσελευσόμεθα εἰς τά σκηνώματα Αὐτοῦ, προσκυνήσωμεν εἰς τόν τόπον, οὗ ἔστησαν οἱ πόδες Αὐτοῦ»· «εἰ δώσω ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς μου καί τοῖς βλεφάροις μου νυσταγμόν καί ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις μου, ἕως οὗ εὕρω τόπον τῷ Κυρίῳ, σκήνωμα τῷ Θεῷ Ἰακώβ».

Τοῦτον τόν Σταυρόν ὑποδηλοῦσε καί συμβολικῶς προεμήνυε ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ, τοποθετώντας τά χέρια του ἐναλλάξ καί σταυροειδῶς ἐπάνω εἰς τά ἐγγόνια του πρός εὐλογίαν. Αὐτόν τόν Σταυρόν πάλιν προτυπῶν ὁ ἴδιος, προσεκύνησεν εἰς τό ἄκρον τῆς ῥάβδου τοῦ υἱοῦ του Ἰωσήφ. Προτύπωσις ἐπίσης τοῦ Σταυροῦ ἦτον ἡ ῥάβδος τοῦ ἰδίου Πατριάρχου Ἰακώβ, ὅταν ἐπέρασε τόν ποταμόν Ἰορδάνην· διότι λέγει: «Ἐν τῇ ῥάβδῳ μου ταύτῃ διέβην τόν Ἰορδάνην». Καί λίγο πιό πρίν ἐφανερώνετο εἰς τόν Ἀβραάμ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, προτυπούμενον ἀνάμεσα εἰς τά κέρατα τοῦ κριοῦ, ὅταν ἐπρόσφερε τήν τυπικήν θυσίαν τοῦ προβάτου, ἡ ὁποία ἦτο μία μυστική προτύπωσις τοῦ Σταυρωθέντος Χριστοῦ.

Σταυροῦ προτύπωσις ἦτο καί ὁ Ἰσαάκ, ὁ ὁποῖος ἐφορτώθη τά ξύλα τῆς θυσίας, καί ἀκολουθοῦσε δρομαίως τόν πατέρα του, ὁ ὁποῖος βιαζόταν νά κάμῃ τήν θυσίαν. Σταυροῦ δύναμιν εἶχε ἐπίσης, ἡ ῥάβδος τοῦ Μωϋσέως, ἡ ὁποία μετεβλήθη εἰς μεγάλον ὄφιν καί μετεμόρφωσε τάς ῥάβδους τῶν Αἰγυπτίων· καί ἄλλας ἀπό αὐτάς κατέπινε, ἄλλοτε πάλιν μετέβαλλε τό νερό τοῦ ποταμοῦ σέ αἷμα, διά νά μή μποροῦν νά πίνουν νερό. Καί ἄλλοτε μέν, ἔβγαζε ἀπό τά νερά βατράχους, ἄλλοτε δέ, ἔῤῥιπτε ἀκρίδας, σκνίπας καί σκότος βαθύ, καί ὅλας τάς ἄλλας ἐκείνας τιμωρίας τῶν Αἰγυπτίων. Σταυροῦ προτύπωσις ἦτο καί ἡ ἰδία αὐτή ῥάβδος τοῦ Μωϋσέως, ὅταν ἐσχίζετο ἡ Ἐρυθρά θάλασσα εἰς δύο μέρη καί ἐδημιουργοῦντο τά ὑδάτινα ἐκεῖνα τείχη διά νά περάσῃ αὐτός μαζί μέ τόν λαόν.

Σταυροῦ προτύπωσις ἐπίσης ἦσαν ὁ «στῦλος τοῦ πυρός» καί ὁ «στῦλος τῆς νεφέλης» διά τῶν ὁποίων ὡδηγοῦσε ὁ Θεός τούς περιπλανωμένους Ἰουδαίους, ὅταν ἔφυγαν ἀπό τήν Αἴγυπτον.

Σταυροῦ προτύπωσιν ἔκαμε καί αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Μωϋσῆς, ἐπάνω εἰς τό ὄρος ἔχοντας ὑψωμένα τά χέρια, ὅταν ὁ Ἱησοῦς τοῦ Ναυῆ ἐπολέμει τούς ἀλλοφύλους Ἀμαληκίτας· καί ὁ μέν Μωϋσῆς ἐστηρίζετο ὑπό τοῦ Ἀαρών καί τοῦ Ὤρ, οἱ δέ Ἰησραηλῖται νικοῦσαν.

Σταυροῦ προτύπωσις ἦτο καί ἡ ῥάβδος πού ἐκτύπησε τήν πέτραν εἰς τήν ἔρημον καί ἀνέδειξε τήν ξηρά γῆν γεμάτην ἀπό τρεχούμενο νερό.

Ἀλλά καί ἡ ῥάβδος πού ἐβλάστησε τά καρύδια τί ἐδήλωνε; Δέν προεικόνιζε φανερά τόν Σταυρόν; Ἀλλά καί ὁ Ἡσαΐας ὁ ὁποῖος ἐπριονίσθη μέ ξύλινο πριόνι, δέν προετύπωνε τόν Σταυρόν; Ἀφήνω νά λέγω ὅτι καί τοῦ Ἀγγέ ἡ σταύρωσις καί τοῦ Σισάρα ἡ ἐν πασσάλῳ καθήλωσις, προτύπουν φανερά τόν Σταυρόν. Ἀλλά καί ἡ μηλωτή τοῦ Προφήτου Ἠλία, μπορῶ νά εἰπῶ, προετύπωνε τήν δύναμιν τοῦ Σταυροῦ, ὅταν ἔσχισε εἰς δύο τά νερά τοῦ Ἰορδάνου ὁ Προφήτης, καί πέρασε ὡς διά ξηρᾶς. Τί νά εἴπωμε δέ, καί διά τό θαῦμα τοῦ Προφήτου Ἑλισσαίου ὅταν ἔῤῥιψε τό ξύλο τῆς ἀξίνης μέσα εἰς τό νερό, καί ἀνείλκυσε τόν σιδερένιο πέλεκυ, ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἦτο βαρύς, ἔγινε ἐλαφρός;

Πράγματι λοιπόν ὁ Σταυρός εἶναι κάτι πολύ μεγάλο, καί σέ πολλά μέρη τῆς Ἁγίας Γραφῆς μαρτυρεῖται ἤ προτυποῦται, καί πολλά θαύματα γίνονται καθημερινῶς μέ τήν δύναμίν του. Πρέπει νά προσκυνοῦμε λοιπόν τόν Σταυρόν, διότι δι᾽ αὐτοῦ ἐγνωρίσαμε τόν Κύριον. Πρέπει νά προσκυνῆται ὁ Σταυρός, διότι δι᾽ αὐτοῦ δοξάζομε τόν Χριστόν. Προσκυνοῦμε τόν Σταυρόν, διότι δι᾽ αὐτοῦ ἐλάβαμε τήν εὐλογίαν, καί ἐλευθερωθήκαμε ἀπό τήν κατάρα. Προσκυνοῦμε τόν Σταυρόν, διότι δι᾽ αὐτοῦ ἐξεμέσαμε τήν πικρή γεῦσι τοῦ «ξύλου τῆς παρακοῆς», καί ἐγεύθημεν τήν γλυκύτητα τῆς σωτηρίας.

Εὐλογημένο αὐτό τό Ξύλον, διά τοῦ ὁποίου εὐλογήθηκαν ὅλα τά ἔθνη. Εἶναι εὐλογημένο αὐτό τό Ξύλον, ἐπάνω εἰς τό ὁποῖον ὁ Θεός Λόγος σωματικῶς ἐσταυρώθη! Ποιό πρᾶγμα θά μποροῦσε νά εἶναι πιό θαυμαστό καί παράδοξον; Νά βλέπῃς δηλαδή ἕνα Θεόν νά σταυρώνεται, καί μάλιστα μαζί μέ λῃστάς; Εἶναι εὐλογημένο τό Ξύλο, διά τοῦ ὁποίου ὁ Λῃστής μπῆκε εἰς τόν Παράδεισον, καί ἡ γεῦσις τοῦ Ξύλου αὐτοῦ, ἀπεμάκρυνε τήν πικράν γεῦσιν (τῆς παρακοῆς καί τῆς ἁμαρτίας)· ποιό πρᾶγμα θά μποροῦσε νά εἶναι πιό θαυμαστό ἀπό αὐτό; Διότι τόν Παράδεισον τόν ὁποῖον ἔκλεισε ὁ Ἀδάμ μέ τήν πτῶσίν του, τοῦτον ἄνοιξε ὁ Λῃστής μέ τήν μετάνοιάν του. Καί ἀπό ἐκεῖ πού ἐξωρίσθη ἐκεῖνος, ἐκεῖ ἐνεγράφη μόνιμος κάτοικος ἐτοῦτος. Πολύ καλή, ἐπιτυχημένη καί θαυμασία ἐναλλαγή! Ἐξῆλθε ὁ ἕνας κλέπτης καί εἰσῆλθε ὁ ἄλλος κλέπτης· ὁ πρῶτος, ἐπειδή ἔκαμε παράβασιν· ὁ δεύτερος, ἐπειδή μετενόησε. Ὁ ἕνας, ἐπειδή ὑπετάγη εἰς τόν διάβολον· ὁ ἄλλος, ἐπειδή ἐσταυρώθη μαζί μέ τόν Κτίστην.

Εὐλογημένο εἶναι τό Ξύλον, ἀπό τό ὁποῖον κατεσκευάσθη ἡ νοητή κιβωτός τῆς Ἐκκλησίας, καί ἡ ὁποία ἔχει τήν δύναμιν νά διασώζῃ τόν κόσμον ἀπό τόν κατακλυσμόν τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι εὐλογημένο τό Ξύλον, ἀπό τό ὁποῖον ἔφαγε ὁ Λῃστής, καί ἠξιώθη τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς. Εὐλογημένο εἶναι τό Ξύλον, ἀπό τό ὁποῖον ἐπειδή δέν ἔφαγε προηγουμένως ὁ Ἀδάμ, ἀντήλαξε τήν ζωήν μέ τόν θάνατον, προσκολληθείς πρός τό «ξύλον τῆς γνώσεως» μέ τήν αὐθάδη ἐκείνην γεῦσιν. Ἔπειτα ἀφοῦ ἔφαγε ἀντελήφθη τόν πλοῦτον του καί εὗρε τήν ἀποκατάστασίν του. Εἶναι εὐλογημένο τό Ξύλον, διά τοῦ ὁποίου οἱ βασιλεῖς νικοῦν τούς ἐχθρούς, καί οἱ στρατηγοί προσφέρουν τά λάφυρα πού κέρδισαν, καί πλήθη στρατιωτῶν συλλαμβάνουν τούς βαρβάρους αἰχμαλώτους. Εἶναι εὐλογημένο τό Ξύλον, διά τοῦ ὁποίου καταστρέφονται τά τόξα, καί οἱ ἀσπίδες γίνονται παρανάλωμα τῆς φωτιᾶς. Εἶναι εὐλογημένο τό Ξύλον, διά τοῦ ὁποίου οἱ ὑπερήφανοι ἐχθροί λυγίζουν, ὑποκύπτουν καί ὑποχωροῦν· τρέπονται εἰς φυγήν οἱ βάρβαροι καί φεύγουν οἱ Σκύθαι πανικόβλητοι «μηδενός διώκοντος».

Λοιπόν, ὑψώσατε σήμερα μαζί μου τήν φωνήν, καί ἄς ἀπευθύνωμε μαζί μέ τήν Ἁγία Γραφή, τά λόγια της, πρός τόν Θησαυρόν τοῦ Σταυροῦ. Καί Θησαυρόν τοῦ Σταυροῦ, ὀνομάζω τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ, τόν Χριστόν, πρός τόν Ὁποῖον πρέπει νά ἀπευθύνωμε τά λόγια μας λέγοντες: «Πάντα τά ἔθνη, ὅσα ἐποίησας, ἥξουσι καί προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν Σου, Κύριε, καί δοξάσουσι τό Ὄνομα Σου, ὅτι μέγας εἶ Σύ καί ποιῶν θαυμάσια, Σύ εἶ ὁ Θεός μόνος». Εἰς Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων· Ἀμήν.

[Ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Ἱεροσολυμίτου (Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης), Λόγος Ι΄, εἰς τήν παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, PG 97, 1017-36]


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Σεπ 14, 2014 11:34 am

Το κήρυγμα της Κυριακής: Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Εικόνα
Εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα την παγκόσμιο Ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού, ο οποίος, κατά τον ιερό υμνογράφο, προτρέπει όλη τη κτίση να ανυμνήσει «τό πάθος τό ἂχραντο τοῦ ἐν αὐτῷ ὑψωθέντος», του Σωτήρα μας Χριστού, ο οποίος με το να θανατώσει πάνω σ’ αυτόν «τόν ἡμᾶς κτείναντα», τον διάβολο, «νεκρωθέντας ἀνεζώωσε, καί κατεκάλλυνε, καί εἰς οὐρανούς πολιτεύεσθαι, ἠξίωσεν ὡς εὐσπλαγχνος, δι’ ὑπερβολήν ἀγαθότητος».
Τιμούμε και προσκυνούμε τον Τίμιο Σταυρό του Χριστού, και ενθυμούμαστε το Πάθος Του και την σταύρωσή Του. Τιμούμε και προσκυνούμε τον Σταυρό εξαιτίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που εκουσίως σταυρώθηκε για να παράσχει σε όλους μας την λύτρωση από τα δεσμά του θανάτου, την ευκαιρία της συγγνώμης και την προοπτική της Αναστάσεως.
Πώς είναι δυνατόν να μη συγκινηθούμε βλέποντας την άπειρο αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο; Πώς είναι δυνατόν να μη θαυμάσουμε, όταν ολόκληρη η κτίση έφριξε μπροστά στο εκούσιο Πάθος του Κυρίου μας, στις μαστιγώσεις, στα ραπίσματα, στο ακάνθινο στεφάνι, στον σταυρό, στη λόγχη και στον θάνατο του Θεανθρώπου; Οι άγγελοι έφριξαν, ο ήλιος σκοτείνιασε, η γη εσείσθη, τα μνήματα ανοίχτηκαν, οι ρωμαίοι στρατιώτες εθαύμασαν, και εμείς εν κατανύξει ψυχής προσκυνούμε και τιμούμε τον Σταυρό του Κυρίου μας, που έγινε από όργανο καταδίκης το Ξύλον της Ζωής, το όπλο κατά του Διαβόλου και το φάρμακο ενάντια στον πνευματικό θάνατο.
Ο σταυρικός θάνατος είναι το Πάσχα της Καινής Διαθήκης. Ο σταυρικός θάνατος είχε αποτέλεσμα όχι γιατί πέθανε κάποιος αθώος, αλλά γιατί εκείνος που πέθανε ήταν ο σαρκωμένος Κύριος.
Υμνούμε και δοξάζουμε «τό μακάριον ξύλον», που πάνω σ’ αυτό πέθανε ο Βασιλεύς της Δόξης, για να σκορπίσει αιώνια ζωή σ’ ολόκληρη την κτίση. Ο Σταυρός του Χριστού είναι το κορύφωμα μαζί και το κλειδί της ευαγγελικής ιστορίας. Η Εκκλησία μας ψάλλει τη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού: «Ἡ ἀήττητος καί ἀκατάλυτος καί θεία δύναμις τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ μή ἐγκαταλείπῃς ἡμᾶς τούς ἀμαρτωλούς».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας κάνουν έναν σοφό παραλληλισμό: Όπως το ξύλο της γνώσεως έγινε αιτία για την καταδίκη του Αδάμ, έτσι το ξύλο του Σταυρού γίνεται η απαρχή της σωτηρίας μας. Και για τον λόγο αυτό ο Σταυρός είναι το καύχημα και το τρόπαιο όλων των χριστιανών. Ο Σταυρός, σύμφωνα και με έναν υπέροχο ύμνο της Εκκλησίας είναι ο φύλακας της οικουμένης, είναι το κόσμημα της Εκκλησίας, είναι το στήριγμα των πιστών, είναι η δόξα των Αγγέλων και των δαιμόνων το τραύμα. Η ιστορία της Εκκλησίας μας έχει πολλά παραδείγματα να μάς υποδείξει από τη ζωή των Αγίων, όπου με μόνο το σημείο του σταυρού έγιναν μέγιστα θαύματα, και θεραπείες ασθενών, και εξορίες δαιμόνων. Αλλά και πολλές φορές, με μόνο το σημείο του σταυρού, οι άγιοι διασώθηκαν και έμειναν αλώβητοι από σαρκοβόρα θηρία ή από δηλητήρια που έδιναν στους μαθητές του Χριστού οι διάφοροι κατά καιρούς εχθροί της πίστεώς μας.
Ο Σταυρός επομένως του Κυρίου μας, ο ποτισμένος με το αίμα του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού, αλλά ακόμη και ο σταυρός που φέρουμε στο λαιμό μας και αυτό ακόμη το σημείο του σταυρού που κάνουμε με πίστη και ευλάβεια, έχει μεγάλη δύναμη και παρέχει μέγιστες ωφέλειες για κάθε πιστό χριστιανό. Γι’ αυτό και η Εκκλησία τον προβάλλει και τον υψώνει ενώπιον μας, και μάς προσκαλεί όλους να προσέλθουμε και να τον προσκυνήσουμε με δέος και με πίστη, και να αγιασθούμε από τον Τίμιο Σταυρό.
Για τον λόγο αυτό ας προσέλθουμε όχι μόνο με πίστη, αλλά και με κατάνυξη ψυχής. Ας προσέλθουμε με αγάπη στην καρδιά μας προς τον Θεό και προς τον πλησίον, ώστε να ελκύσουμε την χάρη, το έλεος και την αγάπη του Θεού και την συγχώρεση των αμαρτιών μας. Ας προσέλθουμε με καθαρή καρδιά, μακριά από πονηρούς λογισμούς, έξω από κάθε κακία, αφού διώξουμε από την καρδιά μας μίσος, ή ζήλεια, ή αντιπάθεια κατά του πλησίον, ή θυμό ή οργή ή κάθε επιθυμία που αντιστρατεύεται στην εντολή της Αγάπης και σε ότι ο Σταυρός του Χριστού εκπροσωπεί.
Αν επιθυμούμε πράγματι η προσκύνηση του Σταυρού να είναι για εμάς αφορμή αγιασμού και σωτηρίας, ας προσπαθήσουμε να γίνουμε μιμητές του Χριστού στην αγάπη, στη συγγνώμη, στην αυτοθυσία.
Ας ανοίξουμε κι εμείς τα χέρια μας, κι ας αγκαλιάσουμε τον πλησίον, τον κάθε συνάνθρωπό μας, κι ας απορρίψουμε από την καρδιά μας το πνεύμα της ατομικότητας, του εγωισμού και της αποξένωσης από τους συνανθρώπους μας. Αντί να ζητάμε πώς θα πάρουμε, ας αναζητούμε πώς θα προσφέρουμε γύρω μας, αυθόρμητα και ανιδιοτελώς, όπως έπραξε ο Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου.
Ο Σταυρός του Κυρίου υπενθυμίζει σε όλο τον κόσμο και στο καθένα από μας ότι, όταν διαλέξουμε τον Σταυρό ως τρόπο της ζωής μας, ως πολίτευμα του εκκλησιαστικού μας βίου, τότε έχουμε και την Ανάσταση. Τότε έχουμε την αληθινή μας ελευθερία, την αληθινή ανάπαυσή μας μέσα στην αγάπη του Θεού και την αγάπη των αδελφών μας, την αληθινή ειρήνη της ψυχής. Και όταν περιστάσεις και θλίψεις και ανάγκες ποικίλες μας κυκλώνουν, υψώνουμε τα μάτια της ψυχής μας και ατενίζουμε με πίστη τον Σταυρό του Χριστού μας. Και με ελπίδα προχωράμε. Σταυρωμένοι και αναστημένοι. Συσταυρωμένοι και συναναστημένοι με τον Ιησού Χριστό.
Ας υψώσουμε και τα δικά μας βλέμματα επάνω στο Γογλοθά, επάνω στον Τίμιο Σταυρό και ας ψάλλουμε μέσα από την καρδιά μας, με πίστη και ελπίδα: «Σταυρέ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῆ δυνάμει σου». «Μνήσθητί μου, Κύριε, ἐν τῇ βασιλείᾳ Σου».


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Σεπ 21, 2014 11:07 am

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή μετά την Ύψωση

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
Εικόνα
«Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν…».
Είναι κάπως εύκολο να ακολουθεί ο άνθρωπος, είτε από εσωτερική παρόρμηση, είτε από συνήθεια, μερικές μόνο τυπικές διατάξεις και μερικές εντολές του χριστιανισμού.
Είναι επίσης κάπως εύκολο να ασκεί τα λατρευτικά του καθήκοντα, να πηγαίνει κάποιες φορές στην Εκκλησία, αν το κάνει κι αυτό – να εκτελεί μερικά άλλα θρησκευτικά καθήκοντα. Δεν είναι όμως αρκετό.
Ο Κύριος, στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, Κυριακή μετά την Ύψωση του τιμίου Σταυρού, μάς ζητάει αν θέλουμε να τον ακολουθήσουμε να σκοπεύουμε σε υψηλότερους στόχους. Απευθύνεται στον κάθε άνθρωπο, κάθε ηλικίας, κάθε μορφωτικού επιπέδου. Και από όλους αυτό που ζητάει είναι απάρνηση του εαυτού μας και άρση του σταυρού. Να αγωνισθούμε εναντίον κάθε τι κατωτέρου που φωλιάζει στην καρδιά μας, εναντίον των παθών μας και του αμαρτωλού εαυτού μας. Και στη θέση τους να καλλιεργήσουμε τις αρετές της ανεξικακίας, της αγάπης, της δικαιοσύνης. Να απαρνηθούμε τον εγωκεντρισμό μας και να ενδιαφερθούμε για τον πλησίον μας. Κι όλα αυτά με διάθεση θυσίας. Σηκώνοντας με υπομονή κάθε σταυρό που θα συναντήσουμε στη ζωή μας, κάθε δυσκολία που θα βρούμε στην επί γης πορεία μας. «Ὃστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».
Αλλά για τον άνθρωπο της εποχής μας, που είναι τόσο επηρεασμένος από το εγωκεντρικό πνεύμα, που δεν θέλει να ακούσει κάτι για προσφορά και θυσία, το μήνυμα αυτό φαίνεται τόσο απόκοσμο, τόσο ξένο, τόσο δυσκολοκατόρθωτο. Δεν είναι εύκολο να απαρνηθείς τον παλαιό άνθρωπο, τον άνθρωπο της αμαρτίας και να σηκώνεις τον σταυρό της θυσίας και της προσφοράς. Δεν είναι εύκολο να υπερνικάς τον εγωκεντρισμό σου για την εξυπηρέτηση του πλησίον σου.
Και γι’ αυτό το παραβλέπει, το προσπερνά ο σύγχρονος άνθρωπος το σύνθημα αυτό. Αυτό που ζητάει να βολευθεί με ένα πιο βολικό χριστιανισμό, στα μέτρα του. Ο χριστιανισμός της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας του φαίνεται βαρύς, δυσβάστακτος. Ας αρκεστούμε, λένε πολλοί – κι αν δεν το λένε το εφαρμόζουν στη ζωή τους, σε μερικές άλλες πιο εύκολες εντολές, ας μείνουμε σε μερικά τυπικά καθήκοντα. Όποιος στην εποχή μας εφαρμόζει την αρετή της αυταπάρνησης, όποιος ζει το πνεύμα της θυσίας, θεωρείται από τους άλλους «καθυστερημένος», έξω από το πνεύμα της εποχής. Και αργά ή γρήγορα θα μείνει στο περιθώριο. Αν κοιτάζουμε τους άλλους και αδιαφορούμε για τον εαυτό μας, γινόμαστε τα θύματα. Οι άλλοι μας προσπερνούν, και ίσως πατήσουν επάνω μας για να ανεβούν. Γι’ αυτό να βολευτούμε όπως μπορούμε, να συμβιβαστούμε κάπως με το πνεύμα της εποχής,
Αυτό το πνεύμα του συμβιβασμού, η ζωή του εύκολου χριστιανισμού, δεν χαρίζει στην ψυχή ειρήνη. Συχνά ο άνθρωπος που ακολουθεί τούτο το μονοπάτι στη ζωή του νοιώθει ανησυχία. Και συγχρόνως, όχι μόνο δεν βοηθάει στην ηθική ανύψωση της κοινωνίας μας, αλλά και, είτε το καταλαβαίνει είτε όχι ο άνθρωπος, ενισχύει την κατάπτωση.
Να όμως που για άλλη μια φορά στο πέρασμα των αιώνων, η φωνή του Κυρίου μας επαναλαμβάνεται. Ο Κύριος, που είναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», φωνάζει στον άνθρωπο του 21ου αιώνα: Όποιος…θέλει να με ακολουθήσει σαν γνήσιος μαθητής μου, όποιος θέλει να είναι αληθινός, σωστός μαθητής μου, όποιος δεν αγαπά τους συμβιβασμούς, ας ακολουθήσει το δύσκολο δρόμο της αυταπάρνησης και της άρσης τους σταυρού.
Πρώτος βέβαια ο ίδιος ο Κύριος βάδισε το δρόμο της υπέρτατης θυσίας και σήκωσε τον σταυρό του, γι’ αυτό θέλει τους μαθητές Του ανθρώπους της προσφοράς και της θυσίας. Τους θέλει σταυροφόρους και όχι ανθρώπους που αγαπούν τις κερκίδες. Ανθρώπους που επιζητούν το στίβο.
Ας ακούγαμε κι εμείς σήμερα τη φωνή αυτή του Κυρίου μας, και ας ακολουθούσαμε στα ίχνη Του. Τότε θα νιώθαμε περισσότερη ειρήνη στη ψυχή μας. Θα νιώθαμε γαλήνη από τη συνείδησή μας που θα μάς επαινούσε. Αλλά και πόση θα ήταν η προσφορά μας στην τόσο δύσκολη εποχή μας. Αμήν.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Νοέμ 09, 2014 2:20 pm

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Ζ΄ Λουκά
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Εικόνα
Δεν υπάρχει άνθρωπος πάνω στη γη που να μη θέλει να γίνει δυνατός, να αποκτήσει δύναμη με την οποία θα κατορθώνει να ξεπερνά τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες της ζωής και να ευδοκιμεί στο έργο του. Κι αν κάποιες στιγμές αισθάνεται να τον κυριεύει η αδυναμία, τόσο περισσότερο νιώθει την ανάγκη να αποκτήσει δύναμη. Ιδιαίτερα όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με αρρώστιες και θανάτους, τότε ζητάει περισσότερο δύναμη.
Κι ο Ιάειρος, ο άρχοντας της συναγωγής, όπως ακούσαμε στην ευαγγελική περικοπή, και η γυναίκα που ήταν δώδεκα χρόνια άρρωστη κατέφυγαν στον Κύριο, για να πάρουν δύναμη και ίαση, που θα τους ελευθέρωνε από την τρομερή δοκιμασία τους. Θάνατος από τη μια, αρρώστια από την άλλη. Δύσκολες καταστάσεις για όσους τις έχουν ζήσει. Και την πήραν πλούσια τη θεία δύναμη. Η γυναίκα θεραπεύτηκε από τη χρόνια και ανίατη αρρώστια της και η κόρη του Ιάειρου επέστρεψε ξανά στη ζωή.
Εκείνη την ημέρα δεν ήταν μόνο τα δύο αυτά πρόσωπα που πλησίασαν τον Κύριο. Πλήθος λαού τον είχε περιβάλλει. «Οἱ ὂχλοι συνέχουσιν αὐτόν» μάς λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Πολλοί είναι αυτοί που πλησιάζουν τον Κύριο, δεν παίρνουν όμως τη θαυματουργική δύναμη, που πήρε ο Ιάειρος και η αιμορροούσα γυναίκα. Κι αυτοί είναι οι αδιάφοροι ή απλώς οι περίεργοι. Είναι αυτοί για τους οποίους λέει η Παλαιά Διαθήκη «ὁ λαός οὗτος τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δέ καρδιά αὐτοῦ πόρρω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ».
Αλλά μήπως και στην εποχή μας δεν υπάρχουν άνθρωποι σαν κι αυτούς;
Η εποχή μας που παρουσιάζει τόση πρόοδο σε κάθε πτυχή της ζωής και τιθασεύει ακόμη και τις δυνάμεις της φύσης, βρίσκεται, συχνά, στην έσχατη πνευματική αδυναμία να αντιμετωπίσει και να λύσει τα προβλήματα που την πιέζουν. Έχει τον παντοδύναμο Κύριο κοντά της, μαζί της. Και είτε δεν τον πλησιάζει καθόλου είτε τον πλησιάζει όχι όπως πρέπει. Τον πλησιάζει με τέτοιο τρόπο, που να μην παίρνει τη δύναμη, τη χάρη και την ευλογία Του.
Είναι οι άνθρωποι που έχουν σαν τύπο τη χριστιανική τους ιδιότητα, που δεν πηγαίνουν συχνά στην Εκκλησία, ίσως τις μεγάλες γιορτές, «για το καλό», όπως λένε, που ποτέ δεν κοινωνούν των αχράντων Μυστηρίων ή αν κάποια φορά κοινωνήσουν το κάνουν από συνήθεια, χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία. Κι όμως θα μπορούσαν όλοι να πάρουν δύναμη από την πηγή της δυνάμεως, τον Ιησού Χριστό, να ενισχυθούν, να λάβουν αποφάσεις ισχυρές, να ανέβουν ψηλά, να παρηγορηθούν στις θλίψεις, να βοηθηθούν στις δύσκολες στιγμές, να γίνουν δυνατοί και νικητές. Αρκεί όμως να πλησιάσουν τον Χριστό όπως πρέπει.
Εδώ ακριβώς έγκειται η διαφορά του αληθινού πιστού από εκείνο που μόνο στο όνομα είναι. Πλησιάζει τον Χριστό με όλη του την καρδιά, με πίστη, με εμπιστοσύνη, με αφοσίωση. Συνδέεται στενά μαζί του και τον κάνει οδηγό της ζωής του.
Οι αληθινά πιστοί δεν έρχονται τυπικά στη θεία Λειτουργία. Συμμετέχουν με προσοχή και ευλάβεια. Προσεύχονται με ταπείνωση. Δεν ακούν με αδιαφορία το κάλεσμα του ιερέα «μετά φόβου Θεοῦ πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», αλλά προσέρχονται στο μυστήριο της ζωής και μεταλαμβάνουν του Σώματος και Αίματος του Κυρίου, ύστερα από ειλικρινή εξομολόγηση, με βαθειά ευλάβεια και θερμή πίστη. Και παίρνουν ζωή από την πηγή της ζωής, της πνευματικής ζωής, της αρετής, της αγιότητος. Παίρνουν θάρρος, ενίσχυση και παρηγοριά. Μελετούν την αλήθεια του Χριστού. Και την μελετούν όχι απλώς για να αποκτήσουν γνώσεις, αλλά για να την αισθάνονται στα βάθη της καρδιάς τους σαν πηγή δύναμη και ενίσχυσης. Σαν θεία και ουράνια τροφή που τρέφει το πνεύμα, την ψυχή, ολόκληρη την ψυχοσωματική ύπαρξη του ανθρώπου.
Πως, λοιπόν, ο άνθρωπος αυτός που συνδέεται κατ’ αυτό τον τρόπο με τον Θεό, να μην αναφωνήσει μαζί με τον προφήτη Δαυβίδ «ἐν τῷ Κυρίῳ ποιήσομεν δύναμιν»; Πώς να μην πει μαζί με τον Απόστολο Πέτρο «ὁ Κύριος πάρεστη καί ἐνεδυνάμωσέ με»; Αυτός ο σύνδεσμος έκανε τον Ιερό Χρυσόστομο μαζί με χιλιάδες πιστούς να λέει «Χριστός μετ’ ἐμοῦ, τίνα φοβηθήσομαι»;
Πραγματικά πόση μεγάλη είναι η δύναμη, η χάρη, η ευλογία που παίρνουν όσοι πλησιάζουν τον Κύριο με τον σωστό τρόπο. Θαυμάζει πράγματι κανείς, ότι ρίχνει μια ματιά στην ιστορία του χριστιανισμού πως παλαιοί και σύγχρονοι «κατηγωνίσαντο βασιλείας, είργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἒφραξαν στόματα λεόντων…»
Πολλοί επιστήμονες απορούν που βρήκαν τη δύναμη οι μάρτυρες και οι ήρωες της πίστεως και πρόσφεραν θυσία και τη ζωή τους ακόμη στο βωμό της αλήθειας. Ο Κύριος ήταν εκείνος που τους έδινε δύναμη, ο Κύριος με τον οποίο είχαν συνδεθεί τόσο στενά.
Οι άνθρωποι αν έχουν κάποια δύναμη την κρατούν για τον εαυτό τους. Ζητούν να την εκμεταλλευθούν εις βάρος των άλλων. Πόσα δεν έχει υποστεί η ανθρωπότητα από τέτοιους ανθρώπους.
Ο Κύριος όμως, που είναι η πηγή της δυνάμεως, αγαθοποιεί, ευεργετεί, και αρέσκεται να την μεταδίδει σε όλους. Αρκεί εμείς να στρεφόμαστε προς την πηγή, να συνδεόμαστε στενά με τον Χριστό, για να παίρνουμε δύναμη. Μια δύναμη που θα μας κάνει αληθινά δυνατούς. Αμήν.
http://www.iak.gr/gr/logoi-arthra/kirigma_kiriakis/Kyriaki_Z_Louka2014.html


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Νοέμ 16, 2014 4:31 pm

Το κήρυγμα της Κυριακής: Ευαγγελιστού Ματθαίου
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Εικόνα
Στη ζωή ορισμένων ανθρώπων υπήρξαν κάποιες στιγμές αποφασιστικές, μεγάλοι σταθμοί για την μετέπειτα πορεία τους, αλλά και για την ιστορία της ανθρωπότητας. Τέτοια ήταν η στιγμή που ο Κύριος στην αρχή του κοσμοσωτήριου έργου του, έφθασε στην πόλη της Καπερναούμ, πλησίασε τον τελώνη Λευΐ και του απηύθυνε δύο μόνο υπέροχες λέξεις: «ἀκολούθει μοι». Με το άκουσμα των λέξεων αυτών, ο τελώνης «ἀναστάς ἠκολούθησεν αὐτῷ», για να γίνει μια μεγάλη μορφή του χριστιανισμού.
Στην εποχή εκείνη τελώνης και αμαρτωλός είχαν καταντήσει να σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Τελώνης ήταν αυτός που εισέπραττε τους δυσβάστακτους φόρους που επέβαλλαν οι Ρωμαίοι στους Ιουδαίους. Η είσπραξη των φόρων αυτών γινόταν με άδικα μέσα, με αποτέλεσμα οι τελώνες κατά την εξάσκηση του επαγγέλματός τους καταντούσαν τύραννοι, απατεώνες, εκμεταλλευτές και απάνθρωποι. Μπορεί να είχαν την εύνοια του κράτους, αλλά δεν είχαν καμία σχέση με τον λαό, που τους φοβόταν και τους μισούσε. Ο τελώνης ήταν άνθρωπος του χρήματος και θεωρούνταν πολύ αμαρτωλός. Η αμαρτία τον είχε απομακρύνει από τον Θεό και τον είχε βυθίσει στις απολαύσεις του κόσμους. Ζούσε μεν μέσα στην κοινωνία, λόγω του επαγγέλματός του, αλλά κατά βάθος δεν τον αγαπούσε κανείς, αφού ήταν μισητός και χωρίς πνευματική αξία. Σε μια τέτοια θέση βρήκε ο Κύριος τον Λευΐ «καθήμενον ἐπί τό τελώνειον» και τον κάλεσε να αφήσει αυτή την άδικη και αμαρτωλή ζωή και να τον ακολουθήσει.
Μόλις ο Κύριος καλεί τον Λευΐ κοντά του, η ψυχή του φλογίζεται και κάνει μια πράξη αληθινού ηρωισμού. Χωρίς να ζητήσει κάποια πίστωση χρόνου για να σκεφθεί, χωρίς να εκφράσει δισταγμό ή την παραμικρή επιφύλαξη, χωρίς να υπολογίσει το προσοδοφόρο επάγγελμά του ή τα σχόλια ορισμένων συναδέλφων του, «καταλιπών ἃπαντα, ἀναστάς ἠκολούθησεν αὐτῷ», σημειώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς.
Ο ιερός Χρυσόστομος λέει ότι η αυταπάρνηση του Ματθαίου ήταν μεγαλύτερη των άλλων μαθητών, διότι εκείνοι όταν ήθελαν μπορούσαν να επανέλθουν στα πλοία και στα δίκτυα, ενώ ο Ματθαίος δεν θα ήταν δεκτός πια στους κύκλους των τελωνών, επειδή οι θέσεις ήταν ελάχιστες και οι υπόλοιποι αμέσως έσπευδαν να τις καταλάβουν.
Όλα αυτά βέβαια θα πέρασαν από το μυαλό του κι όμως τα εγκαταλείπει όλα, αφήνει την σημαντική θέση του, τα πλούτη του, βάζει στο περιθώριο φίλους και κοινωνικές γνωριμίες, κόβει κάθε δεσμό με τις ως τότε συνήθειές του και τον τρόπο ζωής, για να χαράξει μια νέα πορεία. Είχε πράγματι μεγάλη θέληση ο Ματθαίος για να τα περιφρονήσει όλα και να ακολουθήσει τον Χριστό.
Κι από την πρώτη στιγμή γίνεται ο θερμός και αφοσιωμένος μαθητής του Κυρίου. τρία χρόνια παρακολουθεί τον Διδάσκαλο, συμμετέχει στις στερήσεις και τους κόπους των συνεχών οδοιποριών, παρακολουθεί το πάθος. Δέχεται τη χάρη του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής και εργάζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ των Ιουδαίων. Αργότερα μεταδίδει το μήνυμα του Ευαγγελίου μέχρι τα βάθη της Αφρικής. Στα Συναξάρια αναφέρεται ότι τελείωσε την ζωή του με μαρτυρικό θάνατο.
Το έργο του Ματθαίου δεν περιορίσθηκε μόνο στο προφορικό κήρυγμα. Έγραψε και το θεόπνευστο ευαγγέλιό του, το πρώτο στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, με το οποίο διδάσκει, φωτίζει, μορφώνει πνευματικά τους ανθρώπους όλων των αιώνων.
Πράγματι πόσο μεγάλη ηθική επίδραση άσκησε και ασκεί ένας πρώην τελώνης και κατόπιν Απόστολος και Ευαγγελιστής. Μακριά από τον Χριστό θα ήταν ο άγνωστος Ματθαίος και θα ήταν ένα αρνητικό στοιχείο στην κοινωνία. Όταν όμως ακολούθησε τον Χριστό και έγινε μαθητής του, έγινε οικουμενικός Απόστολος και μεγάλη προσωπικότητα.
Αλλά κι εμείς σήμερα έχουμε νιώσει το κάλεσμα της θείας κλήσεως στη ζωή μας. Έχουμε, με διάφορους τρόπους ακούσει την πρόσκληση: «ἀκολούθει μοι». Και ίσως έχουμε πει ένα ναι!
Είπαμε αυτό το ναι, αλλά έχει ανάψει μέσα μας η πίστη μια τέτοια θεία φωτιά, ώστε να αναπλάσει ένα νέο κόσμο; Έχουμε δεχθεί τις απαιτήσεις της ιεράς μας κλήσεως; Έχουμε προβεί σε συγκινητικές ενέργειες και ηρωικά διαβήματα; Πολλοί είναι εκείνοι που δε θα αφήσουν πλούτη και επάγγελμα για να αφοσιωθούν στο έργο του Θεού. Ο δρόμος αυτός είναι για τους λίγους. Λίγοι αλλά εκλεκτοί
Αλλά και από τους πολλούς η κλήση του Θεού έχει απαιτήσεις. Θέλει να ακολουθήσουν την αληθινή χριστιανική ζωή. Να γίνουν «νέοι ἂνθρωποι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Άνθρωποι με ανεκτικότητα και αληθινή αγάπη. Άνθρωποι με ειλικρίνεια και δικαιοσύνη, με τιμιότητα και αγνότητα. Η κλήση και η γνωριμία μας με τον Ιησού απαιτεί να είμαστε πρώτοι στα καλά έργα, στα έργα της αγάπης. Και συγχρόνως πρώτοι στο έργο της ιεραποστολής. Δεν είναι ανάγκη να γυρίσουμε σε πόλεις και χώρες μακρινές για να μεταφέρουμε το μήνυμα του ευαγγελίου, όπως οι Απόστολοι. Μπορούμε όμως να παρουσιάσουμε την αλήθεια του Θεού με το παράδειγμά μας και το λόγο μας παντού, όπου κι αν βρεθούμε.
Αληθινή γιορτή των Αποστόλων και Ευαγγελιστών είναι η μίμηση της ζωής τους. Αυτοί βάδισαν πάνω στα ίχνη του Διδασκάλου τους Ιησού Χριστού. Εμείς ας προσπαθήσουμε να ακολουθήσουμε τα ίχνη τους. Μια τέτοια πορεία θέλει κόπο και αγώνα. Οδηγεί όμως στην αληθινή προσφορά, που δεν είναι άλλη από την αληθινή, την ζωντανή χριστιανική πίστη. Αυτό είναι που ζητάει όχι μόνο ο ουρανός, αλλά και η κάθε εποχή, όπως και η δική μας. Αμήν.
http://www.iak.gr/gr/logoi-arthra/kirigma_kiriakis/Kyriaki_Euaggelistou_Mathaiou2014.html


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Το Κήρυγμα της Κυριακής (και των μεγάλων εορτών)

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Νοέμ 23, 2014 3:02 pm

Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή Θ΄ Λουκά
Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης

Εικόνα
Οι αμαρτίες, οι αδυναμίες και τα πάθη, εφόσον μένουν ελεύθερα και απολέμητα στην καρδιά του ανθρώπου, τον υποδουλώνουν, του σκοτίζουν το νου και τον οδηγούν στις πλέον παράλογες και ολέθριες για τον ίδιο, αποφάσεις και πράξεις. Του δημιουργούν μια κατάσταση αφροσύνης.
Αυτό ακριβώς συνέβη και στον πλούσιο της σημερινής ευαγγελικής περικοπής.
Ο άνθρωπος για τον οποίο μάς μιλάει το σημερινό ευαγγέλιο ήταν πλούσιο, πολύ πλούσιος. Είχε στην ιδιοκτησία του πολλά κτήματα, «χώρας» όπως χαρακτηριστικά λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς. Μεγάλη δηλαδή εκτάσεις, με ποικιλία καλλιεργειών και προϊόντων. Είχε αποθήκες μεγάλες και πολλές. Τα σπίτια του σίγουρα θα ήταν πολυτελέστατα, με πολλούς υπηρέτες. Τίποτα δεν του έλειπε, είχε τα πάντα, ότι ζητούσε η ψυχή του. Σ’ όλα αυτά ήρθε να προστεθεί, την περίοδο εκείνη, η πρωτοφανής ευφορία των κτημάτων του.
Εδώ όμως φαίνεται καθαρά το δράμα του άφρονα πλούσιου. Αντί να ευχαριστήσει τον δωρεοδότη Κύριο για την μεγάλη αυτή ευλογία της πλούσιας σοδειάς και από τα δώρα αυτά του Θεού να προσφέρει κι αυτός στους συνανθρώπους του, ως ιδιοτελής και φίλαυτος βυθίστηκε σε πολλές και καταθλιπτικές μέριμνες, που αφορούσαν τον εαυτό του και μόνον. Διαπίστωσε ότι οι αποθήκες που είχε, όσοι μεγάλες κι αν ήταν, δεν επαρκούσαν να χωρέσουν την πλούσια σοδειά. Κι αυτός δεν ήθελε να χάσει τίποτε από αυτά, ούτε να διαθέσει κάτι για τους πτωχούς, για τους συνανθρώπους του.
Έλεγε ξανά και ξανά, ημέρα και νύκτα, ότι «οὐκ ἒχω ποῦ συνάξω τούς καρπούς μου». «Τούς καρπούς μου», έλεγε, «τά ἀγαθά μου». Τα θεωρεί όλα δικά του. Νομίζει ότι έχει το απόλυτο δικαίωμα επ’ αυτών. Μέσα σ’ αυτή του την παραζάλη της αφροσύνης του δεν σκέφθηκε ότι επιτέλους γι’ αυτά εργάστηκαν οι υπηρέτες του, οι γεωργοί και προ πάντων ότι ο Θεός έφερε ευνοϊκούς τους καιρούς για την πλούσια απόδοση των κτημάτων του.
Ύστερα από πολλές και αγωνιώδεις σκέψεις και συνδυασμούς, βρήκε, όπως νόμιζε, τη λύση. Κατέληξε στην απόφαση να γκρεμίσει τις αποθήκες του και να ανοικοδομήσει άλλες μεγαλύτερες. Να συνάξει εκεί με κάθε επιμέλεια τα πάντα και να μην αφήσει τίποτα να χαθεί, για να έχει άφθονα τα αγαθά, ώστε να τρώει, να πίνει και να ευφραίνεται καθημερινά και για πολλά χρόνια.
Ίσως και να ξεκίνησε την ανοικοδόμηση των νέων αποθηκών. Ίσως και να επιστάτησε με πολύ προσοχή στη συγκομιδή των καρπών. Και γεμάτος από ικανοποίηση έλεγε στον εαυτό του, στην ψυχή του˙ «ψυχή μου, ἒχεις πολλά ἀγαθά κείμενα εἰς ἒτη πολλά˙ ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου». Δεν πρόλαβε όμως να τελειώσει την σκέψη του, τα γεμάτα αφροσύνη λόγια του. Γιατί; Διότι συνέβη σ’ αυτόν το κοινό για όλους τους ανθρώπους γεγονός, ο θάνατος, το οριστικό και αναπόφευκτο τέρμα της επίγειας ζωής. Όλα τα σκέφθηκε, όλα τα υπολόγισε ο άφρονας πλούσιος, για όλα φρόντισε με κάθε σχολαστικότητα. Ένα μόνο δεν ήθελε να σκεφθεί˙ τον θάνατο και την μετά θάνατο αιωνιότητα. Και έτσι έχασε ανεπανόρθωτα τα πάντα και το πλέον χειρότερο, τον ίδιο τον εαυτό του εις αιώνας αιώνων.
«Ἂφρον» του είπε ο Θεός, ανόητε και απερίσκεπτε, σκοτισμένε από τη φοβερή ιδιοτέλεια και υλοφροσύνη, που ήλπιζες για μια μεγάλη και γεμάτη απολαύσεις ζωή, τώρα, αυτό το βράδυ, το οποίο πριν από πολύ καιρό ονειρευόσουν ως αρχή της ευτυχίας σου, οι άγγελοι του σκότους, οι δαίμονες της κολάσεως απαιτούν και θα πάρουν με βία τη ψυχή σου για να την μεταφέρουν όχι στους κόλπους του Αβραάμ, όπου η χαρά και η ευφροσύνη, αλλά στην απερίγραπτη οδύνη της αιώνιας καταδίκης. «Ἃ δέ ἠτοίμασας, τίνι ἒσται;». Δεν είναι πλέον δικά σου. Δεν γνωρίζεις σε ποια χέρια θα καταλήξουν, ίσως και σε εχθρούς σου. Κι όλα αυτά τα οποία ετοίμαζες για τον εαυτό σου, άλλοι θα τα απολαμβάνουν ενώ εσύ θα φλέγεσαι στη γέενα του πυρός του αιωνίου.
Ταλαίπωρος ο άνθρωπος αυτός. Ο Θεός τον ονόμασε άφρονα. Και πραγματικά ήταν άφρονας από την αρχή μέχρι το τέλος, σε όλες τις ιδιοτελείς επιθυμίες, ενέργειες και επιδιώξεις της αχόρταστης καρδιάς του. Κι αν μερικοί τον θεωρούσαν έξυπνο όταν τον έβλεπαν να συγκεντρώνει θησαυρούς, στην πραγματικότητα όμως ήταν άφρονας. Ήταν άφρονας, διότι δεν θέλησε να διδαχθεί ούτε από τη δική του ως τότε πείρα, ούτε από την πείρα των άλλων, ότι τα πλούτη, όσο πολλά κι αν είναι, δεν είναι ικανά να χαρίσουν την αληθινή χαρά στον άνθρωπο. Του δίνουν κάποια προσωρινή τέρψη, κι αυτή ανάμικτη με στυφότητα και πικρία για να αφήσουν αμέσως μετά το κενό και το άγχος, την πλήξη και την ανία μέσα στην ψυχή.
Ήταν άφρονας, διότι δεν σκέφθηκε ότι ο πλούτος δεν είναι πάντοτε ισόβιο κτήμα του ανθρώπου. Μια πυρκαγιά, ένας σεισμός, ένας πόλεμος, μια οικονομική κρίση και τόσα άλλα που γίνονται καθημερινά στον κόσμο είναι ικανά να εξαφανίσουν και τις πιο μεγάλες περιουσίες, να αφήσουν πτωχό και γυμνό τον άλλοτε πλούσιο. Δυστυχώς δεν είναι λίγα τα παραδείγματα τέτοιων καταστροφών. Τα έχουμε ζήσει είτε στο άμεσο περιβάλλον μας είτε στην Πατρίδα μας, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Πόσοι και πόσοι από πλούσιοι μέσα σε λίγες στιγμές έφτασαν στο έσχατο σημείο της φτώχειας.
Ήταν άφρονας ο πλούσιος της παραβολής, διότι δεν έλαβε υπ’ όψιν του ότι τα χρόνια της ζωής του, όσα πολλά και αν φανταζόταν ότι θα είναι, κάποια στιγμή θα έφθανε το τέλος. Κι έπειτα από το αναπόφευκτο αυτό τέλος, θα ανοιγόταν ενώπιον του η αιωνιότητα. Πως θα παρουσιαζόταν μπροστά στον αδέκαστο Κριτή; Ποια καλά έργα θα είχε να του παρουσιάσει; Πως θα λογοδοτούσε για την χρήση των αγαθών που του είχε δώσει ο Θεός; Τότε θα έβλεπε, όπως και είδε, ότι έχασε την ψυχή του για τα λίγα αυτά υλικά αγαθά της περιουσίας του.
Και ο Κύριος, για να επιστήσει την προσοχή όλων μας, μήπως και βρεθούμε κι εμείς στην αφροσύνη του πλούσιου, έκλεισε την παραβολή με το συγκλονιστικό δίδαγμα˙ «οὓτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καί μή εἰς Θεόν πλουτῶν».
Ο καθένας από μας τι θα παρουσιάσει στον Θεό, όταν βρεθεί ενώπιον του; Τι απολογία θα δώσουμε; Χωρίς αγάπη οι πύλες του ουρανού μένουν κλειστές. Όλα περνούν και φθείρονται. Εκείνο που μένει είναι η καλοσύνη και η αγάπη. Για το λόγο αυτό ας αξιολογήσουμε ορθά τη ζωή μας. Ας δούμε ειλικρινά και χωρίς προκαταλήψεις ότι αφορά τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ας ανοίξουμε τα μάτια μας και ας ατενίσουμε το μέλλον χωρίς φόβο. Ας δούμε την κάθε μας πράξη μέσα από το πρίσμα της αιωνιότητας. Αυτό είναι η πραγματική σοφία, η πραγματική σύνεση. Τότε αποβλέπουμε αληθινά στο αιώνιο συμφέρον μας. Ας ανοίξουμε, λοιπόν την καρδιά μας. Ας δώσουμε ανακούφιση και χαρά στους γύρω μας. Αυτό θα μάς βοηθήσει να διατηρήσουμε την ψυχική μας ισορροπία, ξεφεύγοντας από το επικίνδυνο κλείσιμο στον εαυτό μας. Σ’ αυτό θα μάς βοηθήσει πολύ η σκέψη: Αυτό που ζεις, αυτό που σκέφτεσαι, αυτό που κάνεις σε τι αποβλέπει; Αμήν.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 18 και 0 επισκέπτες