Παναγία Κεχρινιώτισσα ΚεφαλλονιάΣτὶς 23 Αὐγούστου ἑορτάζεται ἡ ἀπόδοση τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τὰ λεγόμενα «ἐννιάμερα», ὅπως τὰ λέει ὁ λαός.
Μιὰ ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες, ποὺ πανηγυρίζουν στὴν Κεφαλλονιά, εἶναι καὶ τῆς Παναγίας τοῦ Κεχριώνα ἢ Κεχριωνιώτισσας, ποὺ βρίσκεται λίγο ἔξω ἀπὸ τὸ Ληξούρι. Ἄλλη μιὰ ὀνομασία τῆς Παναγίας μας, ἄλλο ἕνα μεγάλο θαῦμα.
Τὸ μεγαλύτερο ἴσως θαῦμα ποὺ ἔγινε ποτέ, ὅπως μᾶς εἶπε καὶ μᾶς ἀφηγήθηκε ὁ Πρωτοσύγκελος τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Κεφαλληνίας π. Γεράσιμος Φωκᾶς κατὰ τὴν ἐπίσκεψή μας στὸ νησί.
Βρισκόμαστε στὸ ἔτος 1694. Ἡ Κεφαλλονιὰ δεχόταν τὶς ἀνελέητες ἐπιδρομὲς Ἀγαρηνῶν πειρατῶν, ποὺ βεβήλωναν μοναστήρια καὶ λεηλατοῦσαν ὁλόκληρα χωριά.
Σὲ μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐπιθέσεις αἰχμαλωτίστηκαν τρεῖς νέοι ἀπὸ τὴν περιοχὴ τοῦ Ληξουρίου – ὁ Ἰάκωβος, ὁ Γεώργιος καὶ ὁ Ἰωάννης- καὶ ὁδηγήθηκαν σκλάβοι στὴ Βερβερία (Μπαρμπαριά), τὸ σημερινὸ Ἀλγέρι.
Στὸ σκοτεινὸ κελὶ ποὺ τοὺς ἔριξαν, ἄκουγαν τὶς κραυγὲς ἀπὸ τὰ βασανιστήρια τῶν ἄλλων αἰχμαλώτων καὶ μέσα στὴν ἀπελπισία καὶ τὸν τρόμο ποὺ βίωναν, παρακαλοῦσαν τὴν Παναγία νὰ μὴν ἔχουν τὸν ἴδιο μαρτυρικὸ θάνατο.
Στὶς 22 Αὐγούστου 1694, παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Παναγίας τῆς Κεχριωνιώτισσας, οἱ τρεῖς νέοι ἔστρεψαν ξανὰ τὴ σκέψη τους καὶ τὴν καρδιά τους στὴν Παναγία καὶ στὸ χωριό τους ποὺ γιόρταζε.
Ἁλυσοδεμένοι, ὅπως ἦταν, ἀγκαλιάστηκαν σφιχτὰ καὶ μέσα σὲ λυγμοὺς δακρύων προσευχήθηκαν θερμὰ στὴν Παναγία νὰ πεθάνουν στὸν ὕπνο τους, παρὰ ἀπὸ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια.
Καὶ μέσα στὴν ἐξάντληση ἀπὸ τὴν πείνα, τὸ φόβο καὶ τὴν ἀπόγνωση, ἀποκοιμήθηκαν. Καὶ ξύπνησαν, νιώθοντας ἐλαφριὲς τὶς ἁλυσίδες καὶ μὴ μπορώντας νὰ ἀνοίξουν τὰ μάτια τους ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ ἀντίκριζαν μετὰ ἀπὸ τόσο καιρό.
Οἱ θαυματουργὲς πολλὲς εἰκόνες της, μὲ τὰ ἀκοίμητα καντήλια, τὶς ἄσβεστες λαμπάδες ἀπὸ μελισσοκέρι, τὰ μύρια ἀφιερώματα, τὰ ἀσημένια περίτεχνα πουκάμισα, τὶς μετάνοιες, τὰ δάκρυα, τοὺς ἀσπασμούς, τὰ τάματα, τὶς ὑποσχέσεις, τὶς παρακλήσεις καὶ τὶς εὐχαριστίες.
Νηστεύουν, ἐξομολογοῦνται, μεταλαμβάνουν πολλοί.
Σαγηνεύει τὸ ἱερὸ καὶ ὡραῖο πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Σὲ κάνει νὰ καταθέσεις τὸ βάρος σου, τὸν πόνο σου, τὸν πικρὸ λογισμό σου, τὴν ἀθυμία, τὴν κόπωση, τὸν στεναγμὸ καὶ τὴ στεναχώρια σου».
-Οἱ τρεῖς νέοι, γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὴ μεγάλη εὐγνωμοσύνη τους πρὸς τὴν Παναγία μας, ἀποφάσισαν νὰ ἀφιερωθοῦν σὲ Ἐκείνη καὶ μέχρι τὸ τέλος τοῦ βίου τους λάτρευαν τὴ Δέσποινα τοῦ Κόσμου καὶ διακονοῦσαν στὸν ναό της.
Ἐτάφησαν δὲ μέσα σὲ αὐτόν, ὅπου μιὰ ταφόπλακα ἔχει χαραγμένα τὰ ὀνόματά τους. Οἱ βαριὲς ἁλυσίδες τους εἶναι κρεμασμένες γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο τῆς Παναγίας, γιὰ νὰ μαρτυροῦν τὸ ὑπερφυὲς θαῦμα, καὶ κοντὰ στὸ γεφύρι τοῦ χωριοῦ, ὅπου βρέθηκαν οἱ ἴδιοι, ὑπάρχει μαρμάρινο μνημεῖο.
Εἴθε ἡ Παναγία μας νὰ μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ κάθε αἰχμαλωσία, σωματικὴ καὶ ψυχική. Καὶ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴ ζωή μας μὲ τρόπους ποὺ ἐμεῖς δὲν φανταζόμαστε ὅτι ὑπάρχουν.