"Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Κείμενα και συμβουλές των Πατέρων και Μητέρων της Εκκλησίας μας, παλαιότερων και νεώτερων.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

"Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 10:55 am

"Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος"
του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου


Εικόνα

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ! ΜΕΡΟΣ Α΄
(Σημειώσεις του Μητροπολίτη Αχελώου, Δρος Πανεπιστημίου Αθηνών)


Το γεγονός, ότι ο Ελληνικός Λαός, παρέμεινε πιστός στην Ορθοδοξία, παρά τα τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς υπό τον οθωμανικό ζυγό, εγγίζει τα όρα του θαύματος! Το βιβλίο του Μητροπολίτου Αχελώου, «Ἑίμαι Χριστιανός Ορθόδοξος» χαρακτιρίζεται ως «εγχειρίδιο» γιατί γράφτηκε με το σκοπό να το πάρει στα χέρια του κάθε Ελληνας.

Ο Θεός είναι μιά απόλυτη και υπερτέλεια Ύπαρξη αιώνια, αγέννητη, άκτιστη και λογική (έχει δηλαδή νού, σκέψη, λόγο, θέληση και αισθήματα). Ο Θεός είναι «ζωντανός» (Πραξ. 14,15).
Ο Θεός φανερώθηκε στους αρχαίους Ελληνες προγόνους μας στοιχειωδώς με τις διδαχές των μεγάλων σοφών, Ηράκλειτου, Ησιόδου, Ομήρου, Σωκράτη, Πλάτωνα, Αριστοτέλη και πολλών άλλων. (Αγιος Ιουστίνος, φιλόσοφος και μάρτυρας).

Ο Θεός αποκαλύφθηκε αμεσότερα στον αρχαίο σημιτικό λαό των Εβραίων. (και αυτό γιατί εάν φανερωνόταν σε Ελληνες οι οποίοι ήταν η ελίτ της εποχής τότε θα εθεωρείτο μία φιλοσοφία της ελίτ και όχι η θρησκεία που θα οδηγούσε όλους τους ανθρώπους στην Σωτηρία). Ο Υιός ενανθρωπίστηκε ως τελευταίος των πλέον αγρίκων νομάδων, αρχίζοντας από τον γενάρχη τους Αβραάμ (2000 π.Χ.).
Το όνομα του Θεού (τα ονόματα είναι απαραίτητα για να τα διακρίνουμε μια οντότητα, να την προσδιορίζουμε και να την γνωρίζουμε). Ο Θεός μας φανερώθηκε λοιπόν, κατά πρώτον δε στον Μωυσή ως ο υπάρχων πραγματικά. Εγώ είμαι ο ΩΝ! (Έξοδος 3, 1-14). Οι Αγιοι της Εκκλησίας αποκαλούν τον Θεό ή ανώνυμο, ή πολυώνυμο ή υπερώνυμο. Ο Θεός δεν ονομάζεται διότι η φύση ή η ουσία του είναι άγνωστη στους ανθρώπους. Οπως εγραψα και παλαιότερα η λέξη προέρχεται από το ρήμα «θέειν» που σημαίνει κινούμαι, τρέχω. Είναι δηλ μια Υπαρξις που δεν μένει ακίνητη και περιορισμένη στον Εαυτό της, αλλά που αγαπά, που ανοίγεται και σε άλλες υπάρξεςι τις οποίες γεννά είτε δημιουργεί και με τις οποίες σχετίζεται με ακατάλυτους δεσμούς στοργής και αγάπης. Γι αυτό και ο Χριστός ονόμαζε τον Θεό «Πατέρα»(Ματθ. 7,21).

Ο Θεός είναι ενας διότι υπάρχει μόνο μία θεία φύση ή ουσία. Η ανθρώπινη φύση ή ουσία ειναι μία, διακρίνεται όμως σε δύο πρόσωπα. Τον άνδρα και τη γυναίκα. Η μία θεϊκή φύση ή ουσία διακρίνεται σε τρία θεϊκά Πρόσωπα ή Υποστάσεις, τον Πατέρα, τον Υιό και το Αγιο Πνεύμα. Η διάκριση της μίας θείας φύσης σε τρία Πρόσωπα είναι ένα «μυστήριο κρυμμένο από αιώνες» (Κολ. 1,26) που αποκαλύφθηκε στους ανθρώπους από τον ίδιο τον Θεό, δια μέσου της προφορικής και γραπτής θείας Αποκαλύψεως. Οσοι δεν γνώρισαν τη θεία αυτή Αποκάλυψη είναι «μονοθεϊσταί» (πχ μουσουλμάνοι) ή «ἑνοθεϊσταί» (πχ αρχαία Ελληνική θρησκεία), όπου ενοθεϊα είναι η πίστη σε ομάδα πολλών θεών, επικεφαλής της οποίας είναι ένας θεός.

Ο Πατήρ, ο Υιός και το Αγιον Πνεύμα δεν είναι τρείς Θεοί, αλλά τρείς τρόποι υπάρξεως της μιά θείας φύσης ή ουσίας. Τρείς Υποστάσεις και φανερώθηκαν στους ανθρώπους διαδοχικά με αυτήν την σειρά και έτσι τους αναφέρουμε οχι γιατί υπάρχει κάποια προτεραιότητα (ιεραρχία) ή διαφορά μεταξύ τους (στην ουσία). Ο Θεός Πατέρας φανερώθηκε στην Π. Διαθήκη, έπειτα φανερώθηκε ο Υιός του Θεού στην Κ. Διαθήκη και στη συνέχεια το Αγιο Πνεύμα με την επίσημη ίδρυση της Εκκλησίας. Οι άνθρωποι έχουν την ίδια φύση είναι ομοούσιοι και τα τρία θεϊκά Πρόσωπα (κατ)έχουν την ίδα φύση και είναι ομοούσια όχι ομοιούισια. Άλλο το «όμοιο» και άλλο το «ίδιο»).

Ως προς την προέλευση των τριών θεϊκών Προσώπων, το πρώτο Πρόσωπο της Θεότητος είναι αγέννητο και άναρχο, λέγεται δε από εμάς τους ανθρώπους «Πατέρας» διότι είναι η πηγή και η αιτία των δύο άλλων θεϊκών Προσώπων. Ο Θεός Πατέρας γέννησε τον Υιό, δεν τον εδημιούργησε εκ του μηδενός και εκπόρευσε το Αγιον Πνεύμα. Και η γέννηση του Υιού και η εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος έγιναν στην άχρονη και υπερφυσική πραγματικότητα και είναι άρρητα και απόρρητα «έργα» του Θεού Πατρός. Οπως δε εξηγεί ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, τα ονόματα Πατέρας και Υιός είναι παραδείγματα που εμείς οι άνθρωποι χρησιμοποιούμε για την προσέγγιση του μυστηρίου της τριαδικής Θεότητος. Ομως είναι ανεπαρκή διότι στους ανθρώπους ο πατέρας και ο υιός είναι μεν μία ουσία, δεν είναι όμως αχώριστοι ούτε βρίσκονται ο ένας μέσα στον άλλο. Το ίδιο ισχύει και για τα παραδείγματα «ήλιος-φώς-ακτίνα» καθώς και «νούς-λόγος-πνεύμα» διότι όλα αυτά είναι μεν αχώριστα δεν είναι όμως ξεχωριστές υποστάσεις.

Τώρα όσον αφορά την απεικόνιση της Αγίας Τριάδος, ο Θεός Πατέρας είναι άυλη και ασώματη Ύπαρξη δεν έχει σώμα και μορφή και δεν εικονίζεται. Στην ορθόδοξη εικονογραφία, η Αγία Τριάδα παριστάνεται με την φιλοξενία των τριών ανδρών απο τον Αβραάμ (Γεν. 18), που αποτελεί την πρώτη συμβολική φανέρωση της Αγίας Τριάδος. Η ενσάρκωση του Υιού ήταν το γεγονός, στο οποίο βασίσθηκε η Εκκλησία για την καθέρωση της εικονογραφίας. Η πρώτη απεικόνιση της μορφής του Χριστού έγινε θαυματουργικά όταν αποτυπώθηκε στο «άγιο μανδήλιο» (βλ. Μηναίο, 16ης Αυγούστου). Το Άγιο Πνεύμα είναι ασώματο και ανεικόνιστο. Επειδή όμως φανερώθηκε στην βάπτιση ωσεί περιστερά και στην Πεντηκοστή ως πνοή βιαία, εικονίζονται μόνο τα σύμβολα της παρουσίας του δηλ το περιστέρι και οι πύρινες γλώσσες.

Στην εικόνα της Αγίας Τριάδος και του Χριστού αποδίδουμε ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ πρoσκύνηση.



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 10:58 am

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ Β΄

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Ο κόσμος δεν υπήρχε αιώνια, ούτε προήλθε από προϋπάρχουσα αιώνια ύλη, όπως πρέσβευαν οι αρχαίοι Ελληνες φιλόσοφοι (Πλάτων). Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από το μηδέν (εκ του μή όντος), γιαυτό και τα δημιουργήματά του λέγονται κτιστές υπάρξεις (κτιστά όντα). Τα όντα που δημιούργησε τα διακρίνουμς σε τρείς κατηγορίες σε νοερά (τον άυλο και πνευματικό κόσμο των αγγέλων), σε αισθητά (τον υλικό κόσμο των μη λογικών όντων, και τον άνθρωπο, το κορυφαίο αυτό δημιούργημα που είναι και νοερό και αισθητό μαζί και συνδέει τους δύο κόσμους των νοερών και των αισθητών όντων.

Ο Θεός δημιούργησε πρώτα τους αγγέλους που είναι νοερές και άυλες υπάρξεις και γιαυτό είναι αόρατες από τους ανθρώπους. Λέγονται και ασώματοι, καθότι δεν έχουν υλικό σώμα σαν το δικό μας, ωστόσο είναι ατομικές υπάρξεις με ξεχωριστή προσωπικότητα και ιδιαίτερο όνομα. Η Αγία Γραφή αναφέρει τα ονόματα τεσσάρων μόνο αγγέλων, του Μιχαήλ, του Γαβριήλ, του Ραφαήλ και του Ουριήλ. Ο αριθμός τους είναι πολύ μεγάλος «χίλιαι χιλιάδες και μύριαι μυριάδες» (Δαν. 7,10). Οι άγγελοι έχουν σκοπό την εξυπηρέτηση του Θεού στο δημιουργικό και κυβερνητικό έργο του και αποτελούν το στράτευμα του ουρανίου Βασιλέως. Είναι δε οργανωμένοι σε τάγματα ή ταξιαρχίες με αρχηγό τον αρχάγγελο Μιχαήλ. (Ιησ. Ναυή 5,14). Δημιουργήθηκαν σε κατάσταση σχετικής τελειότητας, επειδή ως λογικές και ελεύθερες υπάρξεις έπρεπε και οι ίδιοι να συμβάλουν για την ολοκλήρωση της ύπαρξής τους με την ελεύθερη θέλησή τους. Πριν ακόμη σταθεροποιηθεί και ολοκληρωθεί η φύση των αγγέλων ένας από τους αρχαγγέλους κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του πήρε αρνητική στάση έναντι του Θεού. Η ελεύθερη αυτή επιλογή του διαβόλου προκάλεσε την έκπτωσή του από το αρχαγγελικό του αξίωμα. Ο διάβολος και οι άγγελοι που τον ακολούθησαν σταθεροποιήθηκαν στο κακό και έγιναν μονίμως αντίπαλοι του Θεού και εχθροί του ανθρώπου.

Δημιουργία του κόσμου.

Ο κόσμος δεν είναι αιώνιος έχει αρχή και θα έχει και τέλος. Το τέλος του φυσικού κόσμου θα σημάνει και το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας. Το τέλος του κόσμου (η «συντέλεια») εξαρτάται άμεσα από την αγαθή πρόνοια του Δημιουργού. Ο διάβολος επιθυμεί και επιδιώκει καθημερινά την άμεση καταστροφή του κόσμου και πολλοί άνθρωποι εκούσια ή ακούσια συμβάλλουν σ’αυτό. Ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε έξι Κοσμικές Ημέρες, κάθε μία από αυτές αντιπροσωπεύει μια μεγάλη χρονική περίοδο. Οι έξι Κοσμικές Ημέρες αντιστοιχούν συνολικά σε δεκαπέντε περίπου δισεκατομμύρια χρόνια. Η πρόσφατη επιστημονική ανακάλυψη για την «μεγάλη έκρηξη» έχει προσεγγύσει τις απόψεις των επιστημόνων προς τη διδαχή της Αγίας Γραφής για την δημιουργία του κόσμου από τον Θεό εκ του μηδενός.

Η δημιουργία των αισθητών και μη λογικών υπάρξεων

Αυτά διακρίνονται σε ορυκτά, φυτά και ζώα. Αυτά τα δημιούργησε ο Θεός στην οριστική τους κατάσταση. Η φύση ή ουσία τους δεν μεταβάλλεται. Τα μη λογικά όντα υπάρχουν και πολλαπλασιάζονται «κατά γένος»(Γεν. 1,21).

Εξωγήινες υπάρξεις

Η θεία Αποκάλυψη, ως προς το ευρύτερο θέμα της δημιουργίας και ύπαρξης κτιστών όντων είναι «συμπαντική» (κοσμική), αναφέρεται δηλ σε ολόκληρο το σύμπαν. Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι «εν αρχή, εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν» δηλ το σύμπαν όπως το κατανοούμε σήμερα. Επίσης αναφέρει «Εποίησεν ο Θεός τους αστέρας», Γεν. 1,16 «Οτε εγενήθησαν άστρα», Ιώβ 38,7 «Ο αριθμών πλήθη άστρων» ψαλμ. 146,4). Δεν αποκλείει δε την πιθανότητα να υπάρχουν και άλλα λογικά όντα και υπάρξεις στον αχανή αυτόν κοσμικό χώρο. Στον ίδιο στίχο συνδέει τη δημιουργία του σύμπαντος με τον συγκεκριμένο πλανήτη Γή. «Εν αρχή, αποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την Γήν» Ετσι, σε ένα στίχο έχομε το όλον (το σύμπαν) και το μέρος (τον πλανήτη Γή). Στο δεύτερο στίχο η θεία Αποκάλυλψη γίνεται γεωκεντρική, αναφέρεται δηλ αποκλειστικά στον πλανήτη Γή. «Η δε γή ήν αόρατος και ακατασκεύαστος». Και έτσι η Αγία Γραφή εντοπίζεται στον πλανήτη Γή της οποίας συνοπτικά περιγράφει τον σχηματισμό. Μετά την δημιουργία της Γης, η Γένεση γίνεται ανθρωποκεντρική. Η Αγία Γραφή λοιπόν είναι η Αποκάλυψη (φανέρωση) του Θεού στους κατοίκους του πλανήτη Γή στους «γήινους». Ωστόσο ορισμένα κείμενα, κατά την άποψη ερμηνευτών υπαινίσσονται εξωγήινες υπάρξεις όπως το Ιωαν. 10,16 «και άλλα πρόβατα έχω, ά ουκ έστιν εκ της αυλής ταύτης».

Εάν επομένως υπάρχουν λογικά όντα και σε άλλους πλανήτες του σύμπαντος και αυτές έχουν δημιουργηθεί από τον Θεό. Ολα τα γνωστά ή άγνωστα σε μας όντα είναι κτιστά δημιουργήματα του ενός και μόνου Θεού.

Δημιουργία του ανθρώπου

Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο «κατ’εικόνα». Εικόνα του Θεού σύμφωνα με την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας είναι ο Υιός του Θεού, ο οποίος ως Θεάνθρωπος είναι το προαιώνιαο πρότυπο (μοντέλο, αρχέτυπο) του ανθρώπου (Γεν. 1,27). Ο Θεός έθεσε ως σκοπό του ανθρώπου να γίνει όμοιος (να μοιάσει) με την εικόνα του δηλ τον Θεάνθρωπο, να πετύχει δηλ το «καθ’ομοίωσιν» (Γεν. 1,26). Οπως δηλ ο Θεάνθρωπος είναι «κατά φύσιν» (φυσικός) Υιός του Θεού, έτσι και ο άνθρωπος να γίνει «κατά χάριν» υιός του Θεού. Αυτή είναι μία θεολογική έκφραση που χρησιμοποιούμε όταν αναφερόμαστε στη σχέση ανθρώπου με τον Θεό. Η έννοια είιναι, ότι ο άνθρωπος σχετίζεται επικοινωνεί και ενώνεται όχι με τη φύση ή την ουσία του Θεού, αλλά με την θεϊκή ενέργειά του, που γενικά ονομάζεται και «Χάρις». Οταν, λοιπόν, λέμε ότι ο άνθρωπος λχ ενώνεται με τον Θεό και γίνεται υιός «κατά χάριν», εννοούμε ότι ο άνθρωπος ενώνεται με τη θεϊκή ενέργεια και Χάρη του.

Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Υιός του Θεού ειναί «κατά φύσιν» υιός του Θεού δηλ ομοούσιος. Οπου η λέξη ουσία παράγεται από τη μετοχή «ούσα» του ρήματος «ειμί» (ών, ούσα, όν) και αναφέρεται στα βασικά συστατικά στοιχεία (στον πυρήνα) της ύπαρξης ή ενός συνόλου υπάρξεων λχ η ουσία του ανθρώπου αποτελείται από δύο στοιχεία: ύλη (σώμα) και πνεύμα (ψυχή). Η δε λέξη φύση παράγεται από το ρήμα «φύομαι» σημαίνει κάθε πρόσωπο ή αντικείμενο που «φυτρώνει», που υπάρχει δηλαδή. Με την έννοια αυτή, ο κόσμος στο σύνολό του λέγεται «φύση». Επίσης αναφέρεται στα αναλλοίωτα συστατικά στοιχεία μιάς ύπαρξης ή ενός συνόλου υπάρξεων. Ως εκ τούτου, η λέξη φύση είναι συνώνυμη με τη λέξη ουσία.

Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε την τελευταία κοσμική Ημέρα στα τελευταία 20.000 έως το πολύ 100.000 χρόνια της γεωλογικής περιόδου που λέγεται Πλειόκαινος ή Πλειστόκαινος ή Διλούβιος. Τον δημιούργησε με δύο συστατικά στοιχεία ένα υλικό (το σώμα) και ένα νοερό (την ψυχή).Η Αγία Γραφή όμως λέγει «Επλασεν ο Θεός τον άνθρωπο, χούν από της γής, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γεν. 2,7). Η διαφορά είναι η εξής: ότι τα δύο συστατικά, δημιουργήθηκαν με διαφορετική θεϊκή ενέργεια του Θεού. Το σώμα με την ποιητική (ουσιοποιό) ενέργεια του Θεού, όπως όλα τα υλικά κτίσματα, ενώ η άυλη ψυχή δημιουργήθηκε με τή ζωοποιό θεϊκή ενέργεια.

Ο διαφορετιός τρόπος με τον οποίο δημιουργήθηκαν τα δύο συστατικά του ανθρώπου έχει σαν συνέπεια η μεν ψυχή να είναι αθάνατη επειδή είναι δημιούργημα της ζωοποιού θεϊκής ενέργειας το δε υλικό σώμα ζεί όσο παραμένει ενωμέο με την αθάνατη ψυχή. Οταν όμως χωρισθεί κατά τον θάνατο από την ψυχή πεθαίνει και διαλύεται.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι ενέργεια είναι η ικανότητα ενός προσώπου ή αντικειμένου να παράγει έργο. Η ενέργεια που παράγουν οι λογικές υπάρξεις είναι «φυσική» διότι είναι η ικανότητα και δύναμη της φύσης τους. Οργανο δε που παράγει αυτή τη δύναμη είναι η θέληση. Η ενέργεια που παράγουν τα άψυχα αντικείμενα είναι «μηχανική» διότι είναι προϊόν των διαφόρων μηχανών.

Ενέργεια έχει και ο Θεός ως λογική ύπαρξη. Αυτή προέρχεται από την φύση ή ουσία του και είναι «φυσική». Οργανο που παράγει τη θεϊκή ενέργεια είναι η θέλησή Του που διακρίνεται από τη φύση ή ουσία Του. Επειδή η φύση του Θεού είναι μία, μία είναι και η θεϊκή του ενέργεια. Ωστόσο επειδή η θεϊκη ενέργεια εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους γιαυτό οι άνθρωποι μιλάμε για πολλές θεϊκές ενέργειες ενοόντας πολλούς τρόπους εκδήλωσης της μίας θεϊκής ενέργειας.

Η ενέργεια του Θεού ανάλογα με τον τρόπο που εκδηλώνεται στα δημιουργήματά ονομάζεται με διαφορετικές ονομασίες. Ετσι η ενέργεια με την οποία ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο εκ του μηδενός, λέγεται «Ουσιοποιός» ή «Ποιητική», η ενέργεια με την οποία ο Θεός δίνει τη ζωή στις λογικές υπάρξεις, λέγεται «Ζωοποιός», η ενέργεια με την οποία ο Θεός φωτίζει τις λογικές υπάρξεις, λέγεται «Σοφοποιός» ή «Θεοποιός».

Η φωτιστική κίνηση και ενέργεια με την οποία ο Θεός αποκαλύπτεται (φανερώνεται) στους ανθρώπους είναι α) με τη φυσική δημιουργία δηλ τα δημιουργήματά του και είναι η φυσική αποκάλυψη και β) με τον προφορικό και γραπτό λόγο δηλ την Αγία Γραφή που είναι υπερφυσική αποκάλυψη.

Η Αγιογραφική έκφραση «κατ’εικόνα» σημαίνει ότι στον άνθρωπο, ως λογικό δημιουργημα που είναι, δόθηκαν (χαρίσθηκαν), σε σχετικό, βέβαια, βαθμό και ορισμένες ιδιότητες, οι οποίες χαρακτηρίζουν τη θεϊκή φύση, σε απόλυτο βαθμό. Οι θεϊκές αυτές ιδιότητες τον κάνουν να είναι ορατή «εικόνα» του αοράτου προσώπου του Θεού. Και είναι οι εξής: α) το λογικό (νού, σκέψη, λόγο) β) η θέληση –Ο άνθρωπος, ως λογική ύπαρξη, έχει την ικανότητα να ενεργεί και να πραγματοποιεί όσα σκέπτεται και επιθυμεί γ) η ελευθερία – Ο άνθρωπος εχει την δυνατότητα να αποφασίζει και να ενεργεί ελεύθερα, χωρίς να εξαναγκάζεται οπως άλλους, εσωτερικούς ή εξωτερικούς παράγοντες ούτε ακόμη και από το Θεό! Και δ) η δυνατότητα της αθανασίας –Η ζωοποός θεϊκή ενέργεια και το σώμα του ανθρώπου ήταν ένα προνόμιο και ένα χάρισμα που έδινε στον άνθρωπο τη δυνατότητα της αθανασίας. Ηταν ένας αρραβώνας και μιά εγγύηση για την αθανασία και αιωνιότητα του ανθρώπου. Η αθανασία εξάλλου της ψυχής είναι προϋπόθεση και εγγύηση για την ανάσταση του σώματος.

Ο Θεός δημιούργησε δύο ανθρώπινα πρόσωπα τον άνδρα και τη γυναίκα, κατά το πρότυπο της μιάς θεϊκής φύσης που διακρίνεται σε τρία ομοούσια πρόσωπα. Η διάκριση της ανθρώπινης φύσης σε δύο πρόσωπα έχει δύο σκοπούς: α) την τελείωση και ολοκλήρωση της ανθρώπινης φύσης και β) την διαιώνιση του ανθρώπινου γένους. Ού καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον. Ποιήσωμεν αυτώ βοηθόν κατ αυτόν.....(Γεν. 2,18,21,22)

Εδώ ας σημειωθεί ότι Πρόσωπο λέγεται μία λογική ύπαρξη όταν σχετίζεται και συνδέεται με μιά άλλη λογική ύπαρξη. Αντίθετη έννοια είναι το άτομο, που είναι αυτός που δεν βλέπει κανέναν άλλο, που μένει κλεισμένος στον εαυτό του.

Ενώ όλα τα αισθητά και μη λογικά δημιουργήματ ο Θεός τα δημιούργησε στήν τέλεια και οριστική κατάσταση της ύπαρξής τους τον άνθρωπο τον δημιούργησε σε σχετική κατάσταση και αφετέρου του έδωσε τη δυνατότητα της αλλαγής (τροπής), να μπορεί δηλ και ο ίδιος να συμβάλλει στην τελείωση της φύσης του.

Η ενέργεια αυτή του Δημιουργού είχε μεγάλη και ιδιαίτερη σημασία για τον άνθρωπο. Είχε δηλ ο άνθρωπος το προνόμιο να συντελέσει ο ίδιος για την ολοκλήρωση της ύπαρξής του. Εάν ο Θεός τον δημιουργούσε εξ αρχής τέλειον, τότε, αφενός θα είχε τη φύση του δεδομένη και υποχρεωτική και αφετέρου στην περίπτωση αυτή θα έμοιαζε με τα μή λογικά πλάσματα και δεν θα διέφερε καθόλου από αυτά. Αυτό φανερώνει την αξία και το μεγαλείο του ανθρώπου: άλλη αξία έχει το άγαλμα που παραμένει ακίνητο και αμετάβλητο στην κατάσταση που το δημιούργησε ο γλύπτης του και άλλη ο κάθε άνθρωπος που συνεχώς μορφώνεται, εξελίσσεται και προοδεύει προς την τελειότητα.
Οπως το αεροπλάνο έχοντας φτερά μπορεί να απογειωθεί και να πετάξει για τον προορισμό του έτσι και στον άνθρωπο η δυνατότητα της αλλαγής (της τροπής) που του χάρισε ο Θεός ήταν τα φτερά με τα οποία μπορούσε να κινηθεί και να προχωρήσει προς την ολοκλήρωση της ύπαρξής του.

Ομως οπως το αεροπλάνο χρειάζεται χάρτη και πυξίδα για να κατευθυνθεί προς τον προορισμό του έτσι και στον άνθρωπο έδωσε ο Θεός τις θεϊκές ιδιότητες που του χρειάζονται ωστε να μπορεί να κατευθύνει το σκάφος της ύπαρξής του προς τη σωστή κατεύθυνση. Και οι θεϊκές ιδιότητες συνοψίζονται στο «κατ’εικόνα» με μιά λέξη η θεία Χάρη. Ετσι αξιοποιώντας ο άνθρωπος τη θεία Χαρη οδεύει προς την οριστική τελείωση και ολοκλήρωση της ύπαρξής του.



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 11:00 am

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ Γ΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)


Η ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (ΠΤΩΣΗ)

Ας παρομοιάσουμε την πτήση μας προς τα ουράνια δηλ την πτήση της ύπαρξης του ανθρώπου προς την οριστική τελείωσή του που είναι και ο προορισμός του. Ο πιλότος έχοντας όλα τα απαιτούμενα εφόδια χρησιμοποιεί το πηδάλιον (τιμόνι) για να κατευθύνει το σκάφος του όπου εκείνος θέλει. Στην θέση του πιλότου είναι τώρα ο άνθρωπος που έχοντας την ελεύθερη θέληση («το αυτεξούσιο») σαν πηδάλιο μπορεί να κατευθυνθεί προς τον προορισμό του. Ομως στις πτήσεις συμβαίνουν και αεροπειρατείες όπου οι αεροπειρατές κατευθύνουν το αεροπλάνο σε άλλο προορισμό. Αυτό έκανε και ο διάβολος. Ετσι ο άνθρωπος στο πρώτο και παρθενικό του ταξίδι, δέχθηκε την επίθεση του διαβόλου, ο οποίος χρησιμοποιώντας την απάτη και το ψέμα πείθει τον άνθρωπο να αλλάξει πορεία και να κατευθυνθεί προς μία τελείως αντίθετη πορεία προς τις προδιαγραφές της φύσης και προς το σχέδιο του Θεού!
Ο διάβολος απο υπερηφάνεια και ζηλοφθονία μισούσε και μισεί τον άνθρωπο είναι αντίδικος και εχθρός του και ήτο εξ΄αρχής . Κατέστρωσε λοιπόν το σχέδιό του με βασικό στοιχείο την παραπλάνησή του.

Πρώτος στόχος του είναι να κλονίσει την εμπιστοσύνη του ανθρώπου προς τον Θεό λέγοντάς του ότι ο Θεός δεν τους αγαπά, αλλά τους ζηλεύει και τους φοβάται. Δεύτερος στόχος του να τους οδηγήσει σε λαθεμένη κατεύθυνση ώστε να τους εξοντώσει. Μεταχειρίστηκε λοιπόν την απάτη (τον δόλο), χρησιμοποιώντας το πιο ωραίο και το πιό έξυπνο ζώο αλλά και φίλο των Πρωτοπλάστων, το φίδι. Τους λέγει λοιπόν ότι ο Θεός τους έδωσε λαθεμένα στοιχεία διότι φοβόταν μήπως πετύχαιναν να γίνουν ισόθεοι, και ότι άν ακολουθούσαν τις δικές του οδηγίες όχι μόνο θα πετύχαιναν να φτάσουν στο προορισμό τους αλλά θα πετύχαιναν και αυτό που φοβόταν ο Θεός δηλαδή να γίνουν ισόθεοι! (Γεν. 4, 1-5).

Και τότε οι δύο πρώτοι άνθρωποι πειθόμενοι στις προτάσεις του, αγνόησαν τον χάρτη και την πυξίδα του Θεού δηλ την θεία Χάρη και τις δωρεές του Θεού και κάνοντας κακή χρήση του αυτεξουσίου δηλ της ελευθερίας έστρεψαν την ύπαρξή τους προς την αντίθετη κατεύθυνση. Υστερα από λίγο το σκάφος της ύπαρξής τους έπεσε και συντρίφτηκε προς χαράν του καμουφλαρισμένου αρχιπειρατή διαβόλου. Αυτή η τραγική περιπέτεια ακόμη και στη θεολογική γλώσσα λέγεται «πτώση».

Οι δύο χειρισταί του σκάφους σώθηκαν, όμως η ανθρώπινη φύση τους τραυματίσθηκε θανάσιμα. Τα εξαίρετα χαρίσματα και οι θεϊκές ιδιότητες με τα οποία είχε προικίσει την φύση τους ο Θεός συνετρίβησαν και έγιναν κομμάτια. Εξ αιτίας της πτώσεως ο άνθρωπος έχασε κυρίως την δημιουργική (ποιητική) θεϊκή ενέργεια που είχε δώσει την ύπαρξη στο σώμα του ανθρώπου. Ετσι το σώμα γίνεται πιά οριστικά θνητό.

Ευτυχώς που ο Δημιουργός απο μεγάλη ευσπλαχνία (πορβλέποντας ασφαλώς την θανάσιμη πτώση του ανθρώπου) είχε ενώσει την ψυχή του ανθρώπου με τη ζωοποιό θεϊκή Χάρη του. Ετσι, μετά θάνατο τους σώματος, η ψυχή του ανθρώπου εξακολουθεί να ζεί..

Ο άνθρωπος από την πτώση αυτή δεν είχε μόνο απώλειες αλλά και πολλά τραύματα. Ολόκληρη η φύση του ψυχή και σώμα γέμισε πληγές και τραύματα. Οι άγιοι Πατέρες λένε «η φύση νενόσηκεν»!
Σε μιά πτώση το πρώτο μέρος που τραυματίζεται είναι συνήθως το κεφάλι παθαίνει διάσειση, αμνησία κλπ Ετσι και εξ αιτίας της πτώσεως περιορίσθηκε η εμβέλεια της λογικής λειτουργίας του ανθρώπου. Οι γνώσεις του περιορίσθηκαν, η μάθηση έγινε πολλή δύσκολη ακόμη και οδυνηρή (πρβλ. «όσο ο άνθρωπος μαθαίνει τόσο πολύ περισσότερο πάσχει», Εκκλ. 1,18). Η θέληση του ανθρώπου εξασθένησε, θέλει αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιήσει όσα θέλει και από το άλλο μέρος πραγματοποιεί και ενεργεί όσα δεν θέλει (Ρωμ. 7, 15-24). Μεγάλη ζημιά έπαθε και η διαφυλική φύση του. Τα δύο φύλα, άνδρας και γυναίκα διαχωρίσθηκαν και έγιναν αντίπαλα και εχθρικά. Ανταγωνίζονται μεταξύ τους και αλληλοσυγκρούονται. Οι σχέσεις ξέπεσαν στο βιολογικό επίπεδο. Ο άνδρας κερδίζει το ψωμί του με κόπο και ιδρώτα και η γυναίκα γεννάει τα παιδιά της με ωδίνες. (Γεν. 3, 16-19).

Η ζωή και η ιστορία του μεταπτωτικού ανθρώπου, επειδή δεν συνεχίζεται από τον κανονικό δρόμο αλλά από παράκαμψη, είναι μιά τραγική και οδυνηρή περιπέτεια.

Ο διάβολος βεβαίως συνεχίζει δριμύτερα τις επιθέσεις του στον τραυματισμένο άνθρωπο. Σημερινό παράδειγμα η μόδα, η διαφήμιση και η τηλεόραση που επιδρούν στο κοινωνικό σύνολο, οπως η ομοιοπαθητική «μαγεία», στις πρωτόγονες κοινωνίες. Οι πρωτόγονοι λαοί λχ έφτιαχναν «χαμογελαστές μάσκες» για να έχουν χαρά και ευτυχία ή «αποκρουστικές μάσκες», για να απομακρύνουν τα κακά πνεύματα κλπ. Τα μοντέλα λοιπόν, και οι παραστάσεις που προβάλλουν τα σύγχρονα αυτά μέσα ασκούν βαθύτατη επίδραση στους ανθρώπους, οι οποίοι, με έναν ασυναίσθητο και, επομένως ανελεύθερο και δουλικό τρόπο, μιμούνται τα πρότυπα αυτά στη ζωή τους. Οι άνθρωποι που κυκλοφορούν σήμερα στους δρόμους είναι απομιμήσεις, αντίγραφα (ομοιόμορφα ή και κακέκτυπα) μοντέλων και προτύπων που προβάλλονται από τα μέσα αυτά!

Ομως επειδή ο άνθρωπος μόνος του με τις δικές του δυνάμεις δεν μπόρεσε τελικά να κινηθεί σωστά προς τον προορισμό του καθότι αφενός ήταν κτιστό και σχετικό δημιούργημα και αφετέρου δεν γνώριζε και δεν έβλεπε το πρότυπό του, τον Θεάνθρωπο, που ήταν ακόμη αόρατο (πρβλ. Α΄Τιμ. 3,16), ο Θεός από μεγάλη αγάπη και για να τους βοηθήσει να πετύχουν τον προορισμό του, άρχισε να παρουσιάζει σταδιακά το πρότυπό του τον Υιό του!



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 11:03 am

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ Δ΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Ο Σωτήρ του ανθρώπου φανερώνεται (ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών)


Σε μιά πρώτη μεγάλη χρονική περίοδο, ο Θεός παρουσίαζε τον Υιόν του δια μέσου των κτιστών δημιουργημάτων του (Ρωμ. 1,20). Επειτα, 2000 χρόνια πρό Χριστού, ο Θεός άρχισε να φανερώνει τον Υιό του δια μέσου προφορικών αποκαλύψεων, που έκανε σε αγίους ανθρώπους (τους προφήτες) και σε διάφορους σοφούς (στοιχειωδώς). Οι θεόπνευστες αποκαλύψεις στους αγίους και τους προφήτες, από το 900 πΧ περίπου, άρχισαν να γράφονται και σε βιβλία (βιβλία Π. Διαθήκης).

Οταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου δηλ όταν έφτασε η κατάλληλη εποχή για την ανθρωπότητα, «εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού εις τον κόσμον, γενόμενος εκ γυναικός» (Γαλ. 4,4), «της αγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Με την ενανθρώπηση ή ενσάρκωση του Υιού του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, έγινε ορατό το προτυπο του ανθρώπου: ο Θεάνθρωπος! Ετσι τώρα βλέπουμε πια το πρότυπό μας και μπορούμε (Α΄Ιωαν. 1, 1-3) ευκολώτερα να πετύχουμε τον προορισμό μας, να του μοιάσουμε (Β΄Κορ. 3,18) και να γίνουμε «κατά χάριν» υιοί Θεού (Γαλ. 4, 4-7).
Ο Θεός Πατέρας εξέφρασε την αγάπη του και την ευσπλαχνία του για τους ανθρώπους («ευδόκησε») , ο Υιός του Θεού δέχθηκε εκουσίως και ευχαρίστως να γίνει άνθρωπος και το Αγιον Πνεύμα πραγματοποίησε την ενσάρκωση του Υιού του Θεού.

Γιά την δημιουργία του «δευτέρου ανθρώπου» του Θεανθρώπου (Α΄Κορ. 15.47) το Αγιον Πνεύμα πήρε τα συστατικα της ανθρώπινης φύσης, το σώμα και την ψυχή, από την αγνή σάρκα της Παρθένου Μαρίας και τα ένωσε με το πρόσωπο του Υιού του Θεού. Από την ένωση αυτή προήλθε ο Ιησούς Χριστός.

Ο Χριστός επομένως, είχε δύο φύσεις την θεία και την ανθρώπινη, εν τούτοις δεν είχε και δύο πρόσωπα ή υποστάσεις αλλά ένα πρόσωπο και μία υπόσταση (οντότητα). Οι δύο φύσεις ήταν ενωμένες «ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως και αδιαιρέτως», οπως δίδαξε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Αυτό σημαίνει ότι είχε ένα εγώ, το εγώ του Υιού του Θεού και μία αυτοσυνειδησία, ότι ήτο δηλαδή ταυτόχρονα και Θεός και άνθρωπος, Θεάνθρωπος. Ο Χριστός μιλούσε ως Υιός του Θεού «Εγώ δε λέγω υμίν» (Ματθ. 5,22) και ενεργούσε ως Υιός Θεού «Εγώ σοι επιτάσσω» (Μαρκ. 9,25). Γιά λόγους θεϊκής στρατηγικής, ο Χριστός δεν αποκάλυπτε σε όλους τη θεϊκή του ιδιότητα, παρά μόνο σε πολύ λίγους. Στους πολλούς μιλούσε για το πρόσωπό του, αναφερόμενος στην ανθρώπινη φύση του. Οταν οι αντίπαλοί του τον ρωτούσαν «σύ τίς εί;» απαντούσε πάντοτε, «ο υιός του ανθρώπου» (Ματθ. 8,20).

Σοφοί και διδάσκαλοι δεν έλλειψαν ποτέ από την ανθρωπότητα όμως ο Χριστός δεν ήταν ένας απ’αυτούς. Η διδαχή του, ο λόγος του δεν ήταν ανθρώπινος αλλά θεϊκός, αποκάλυψη του λόγου του Θεού. Ο λόγος του ήταν διαφορετικός από την διδαχή των ηθικοδιδασκάλων και ως προς το περιεχόμενο του.

Ο Χριστός δίδαξε ότι πρώτον, το πρόβλημα του ανθρώπου δεν είναι ηθικό, να γίνει δηλαδή καλός και προσεκτικός στη συμπεριφορά του έναντι Θεού και ανθρώπων (καλός καγαθός), αλλά υπαρξιακό, ότι πρέπει δηλαδή να αναγεννηθεί και αναδημιουργηθεί πνευματικά, από το Αγιο Πνεύμα! «Εάν τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν του Θεού....Αμήν λέγω σοι, εάν τις μη γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Ιωαν. 3, 3-5).
Δεύτερον, δίδαξε ότι η παρούσα ύπαρξη και ζωή του κόσμου και του ανθρώπου είναι η «εσχάτη», ακροτάτη δηλαδή περίοδος της ιστορίας, όχι όμως και η τελευταία, διότι στη συνέχεια θα υπάρξει μιά καινούργια πραγματικότητα αιώνιας και ατέλευτης διάρκειας, στην οποία ο κόσμος και ο άνθρωπος θα ανακαινισθούν και θα μεταμορφωθούν σε τέλεια και οριστική κατάσταση. Την «καινή» αυτή κατάσταση ο Χριστός ονόμαζε «Βασιλεία του Θεού».

Τρίτον, δίδαξε οτι ο Θεός δεν είναι εχθρός και τιμωρός του ανθρώπου, αλλά εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος Πατέρας, που περιμένει τα παιδιά του, τους ανθρώπους, να επιστρέψουν στον «οίκον» της πατρικής του αγάπης. (Λουκ. 15, 11-24).

Ο Χριστός επιτελούσε θαύματα, θεραπευτικές επεμβάσεις σε ανθρώπους που παρουσίαζαν ψυχοσωματικές ατέλεις, ασθένειες και αναπηρίες και έθετε υπό τον έλεγχό του λειτουργίες του φυσικού νόμου (βάδισμα πάνω στη θάλασσα) κλπ. Αυτά τα ενεργούσε όχι με κάποια μαγική τέχνη αλλά με την υπερφυσική δύναμη της θεϊκής του θέλησης. Ο Χριστός, που ως Υιός Θεού ήταν ο δημιουργός του κόσμου και του ανθρώπου, μπορούσε ασφαλώς και να επέμβει θεραπευτικά και διορθωτικά στα δημιουργήματά του αυτά. Άλλωστε, Εκείνος που τελικά θα ανακαινίσει και μεταμορφώσει τον κόσμο και τον άνθρωπο, στην «καινή» κατάσταση της αιώνιας Βασιλείας του Θεού είναι ο Ίδιος ο Χριστός.

Τα θαύματα, εξάλλου, ήσαν «σημεία» που συμβόλιζαν και προανήγγειλαν την ανάπλαση και ανακαίνιση του κόσμου και του ανθρώπου που θα επιτελέσει ο Χριστός στην «καινή» εποχή της Βασιλείας του Θεού.

Ο Υιός του Θεού ήλθε στη γή όχι ως επισκέπτης αλλα για να μείνει μαζί μας παντοτινά. Από το άλλο μέρος ο Θεός είχε διαλέξει ένα λαό, τον οποίο προετοίμαζε μακροχρονίως (2000 χρόνια) και πολύ προσεκτικά για να δεχτεί τον Χριστό. Η Π. Διαθήκη αναφέρει όλες τις πτυχές και τις φάσεις αυτής της προετοιμασίας. Στα θεόπνευστα μάλιστα κείμενά της περιγράφεται με κάθε λεπτομέρεια, το πρόσωπο του Χριστού, τη γέννησή του, τη διδαχή του, τα θαύματά του κλπ.. Ο Χριστός τελικά ως άνθρωπος ήταν απόγονος μιάς ευλογημένης γενιάς, την οποία ο Θεός προετοίμαζε, ειδικότερα για το σκοπό αυτό (βλ Ματθ. 1, 1-16 και Λουκ. 3, 23-38).

Υστερα από τη μεγάλη αυτή προετοιμασία, θα νόμιζε κανείς ότι ήταν φυσικό και λογικό οι άνθρωποι της γενιάς του, να αποδεχτούν τον Χριστό, ο οποίος με λόγο και έργο φανέρωσε τη θεϊκή του ιδιότητα και αποστολή. Αυτό όμως δυστυχώς δεν έγινε. Μόνο λίγοι ομοεθνείς και συμπατριώτες του δέχθηκαν τον Χριστό, η Μητέρα του, ο κατά νόμον πατέρας του (Ιωσήφ), οι συγγενείς του, οι φίλοι του, οι μαθητές του και ένας περιορισμένος αριθμός από τους ακροατές του.

Η θρησκευτιή και πολιτική εξουσία, ειδικότερα, τήρησε αρνητική και σκληρή στάση τον σκοφάντησε, τον πολέμησε τον κατέδωσε στους κατακτητές Ρωμαίους, ως προδότη, και τελικά τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο, ύστερα από μιά σκηνοθετημένη δίκη.

Η ενσάρκωση του Υιού του Θεού έγινε βάσει θεϊκού Σχεδίου. Το Σχέδιο αυτό προέβλεπε την ακριβή ώρα που έπρεπε ο Χριστός να αναμετρηθεί οριστικά με τους αντιπάλους του και, ιδίως με τον διάβολο. Ο Χριστός, ως Θεός, γνώριζε την ώρα αυτή, την ονόμαζε μάλιστα «η ώρα μου» (Ιωαν. 2,4). Επειδή λοιπόν, Εκείνος έκρινε καθε φορά ότι «ούπω ελήλύθει η ώρα αυτού» (Ιωαν. 7,30), απέτρεπε με τη θεϊκή του δύναμη τη σύλληψή του και τον θάνατό του. Οταν λοιπον ο Χριστός έκρινε ότι ήλθε η κατάλληλη αυτή στιγμή («ήγγικεν η ώρα», Ματθ. 26,45) παραδόθηκε εκουσίως, θεληματικά δηλαδή και ελεύθερα στους αντιπάλους του, στο διάβολο και τα όργανά του. Ετσι επέτρεψε να θανατώσουν αυτό που έβλεπαν, την ανθρώπινη δηλαδή φύση του, τήν «σάρκα» του (Ιωαν. 1,14). Ομως, το ανθρώπινο σώμα του Χριστού εκάλυπτε σαν κάλυμμα την θεότητά του. Ο διάβολος λοιπόν και τα όργανά του αφαιρώντας βιαίως το ανθρώπινο κάλυμμα του Χριστού, θανατώνοντας δηλαδή το σώμα του, βρέθηκαν μπροστα σε κάτι που δεν έβλεπαν, αποκάλυψαν δηλαδή, οι ίδιοι, χωρίς βέβαια να το θέλουν, τη θεότητά του. Και η παντοδύναμη ακτινοβολία της θεότητος τους συνέτριψε!

Το πάθος του Χριστού ήταν συντριπτική ήττα του διαβόλου και νίκη του Χριστού, που ολοκληρώθηκε με τον θρίαμβο της Αναστάσεώς του.

«Ελαβε σώμα και Θεώ περιέτυχεν. Ελαβε γήν και συνήντησε ουρανώ. Ελαβεν, όπερ έβλεπε και πέπτωκεν, όθεν ουκ έβλεπε». ( Ι. Χρυσόστομος –Κατηχητικός Λόγος).

Ο σκοπός και η αποστολή του προς την ανθρώπινη φύση επετεύχθη και ολοκληρώθηκε. Η ανθρώπινη φύση, ψυχή και σώμα, στο πρόσωπο του Χριστού είχε ανακαινισθεί και θεωθεί! Μετά λοιπόν την Ανάσταση, η ανθρώπινη φύση του Χριστού, ιδιαίτερα το σώμα του, είχε συσταθεί με νέα δομικά υλικά (άγνωστα και οπωσδήποτε ανύπαρκτα στην παρούσα δομή του υλικού κόσμου, και είχε αποκτήσει νέες διαστάσεις υπάρξεως. Αυτό αποδείχθηκε από το γεγονός ότι για τον αναστημένο Χριστό είχε καταργηθεί πχ η διάσταση του χώρου: ο Χριστός βγήκε από τον τάφο χωρίς να μετακινηθεί ο λίθος καί έμπαινε και έβγαινε «των θυρών κεκλεισμένων εκεί όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων. (Ιωαν. 20,29). «Κύριε, εσφραγισμένου του τάφου υπό των παρανόμων, προήλθες εκ του μνήματος, καθώς ετέχθης εκ της Θεοτόκου. Ούκ έγνωσαν πώς εσαρκώθης, οι ασώματοί σου Αγγελοι, ουκ ήσθοντο πότε ανέστης, οι φυλάσσοντές σε στρατιώται...» Αινοι (Κυριακή, πλ Α΄).

Με άλλα λόγια, η ανθρώπινη φύση του Χριστού μετά την Ανάσταση, ήταν «καινή» είχε δηλαδή αποκτήσει τα στοιχεία και τις διαστάσεις της Βασιλείας του Θεού. Η μεταμορφωμένη φύση του Χριστού ήταν πιά το πρώτο άνθος της καινής μορφής του Παραδείσου. Το δεύτερο όμως σκέλος της αποστολής του, η μεταμόρφωση της φύσης όλων των ανθρώπων και του κόσμου έμεινε ανολοκλήρωτο.

Για το έργο αυτό, το θεϊκό Σχέδιο προέβλεπε μιά άλλη φάση. Πρωταγωνιστής της φάσεως αυτής θα ήταν το Αγιον Πνεύμα, το τρίτο Πρόσωπο της Θεότητος. Το έργο, μάλιστα αυτό εγκαινιάσθηκε πολύ σύντομα, δέκα μόλις μέρες μετά την ανάληψη του Χριστού, με την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στον πρώτο πυρήνα της Εκκλησίας, στούς Μαθητές και την Θεοτόκο.

Το Αγιον Πνεύμα άρχισε να ανακαινίζει και να μεταμορφώνει τη φύση των ανθρώπων και του κόσμου, αφενός, διά των Μυστηρίων της Εκκλησίας και, αφετέρου, δια της κρίσεως του κόσμου και της ιστορίας.

Ο Χριστός με την Ενσάρκωσή του ενώθηκε για πάντα με τους ανθρώπους. Μπορούμε να διακρίνουμε τρείς φάσεις της ουσιαστικής αυτής ένωσης. Η πρώτη άρχισε με την Ενσάρκωσή του. Ο Υιός του Θεού προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, ενώθηκε μαζί της, γεννήθηκε ως Θεάνθρωπος και έζησε μαζί με τους ανρώπους όσο αυτοί το επέτρεψαν (33 χρόνια). Η δεύτερη φάση άρχισε με τη μυστηριακή παρουσία του Χριστού στο χώρο της Εκκλησίας. Η τρίτη και τελευταί φάση είναι η σωματική και ορατή επιστροφή του Χριστού στο τέλος ου επταδικού χρόνου της ιστορίας, κατά την έναρξη της «καινής» 8ης Ημέρας της αιώνιας Βασιλείας του Θεού επί της γής.

Στην Αγία Γραφή, η σωματική επιστροφή του Χριστού στον κόσμο, η Δευτέρα Παρουσία παρουσιάζεται ως κίνηση του Χριστού προς τον κόσμο (Ματθ. 25, 31-46). Στην πραγματικότητα όμως πρόκειτα για την τελική και οριστική κίνηση του κόσμου προς τον Χριστό. Στα έσχατα της ιστορίας, θα πραγματοποιηθεί ο λόγος του Χριστού: «καγώ εάν υψωθώ εκ της γής (Σταυρός, Ανάσταση, Ανάληψη) πάντας ελκύσω προς εμαυτόν» (Ιωάν. 12,32) «Ο Θεός τούς κοιμηθέντας δια του Ιησού άξει (θα συνάξει) συν αυτώ», Α΄Θες. 4,14.



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 11:06 am

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ Ε΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ


Η μακραίωνη γενεαλογική σειρά που προετοίμαζε ο Θεός κατέληγε σε ένα πρόσωπο, μία γυναίκα που συγκέντρωνε όλες τις προσδοκίες Θεού και ανθρώπων για την πραγμάτωση του προαιώνιου Σχεδίου του Θεού, την έλευση του Χριστού στον κόσμο. Το πρόσωπο αυτό είναι η Θεοτόκος. Οι θεόπνευστοι συγγραφείς της Π. Διαθήκης μαζί με το προτραίτο του Χριστού προδιαγράφουν («προτυπώνουν») και το πορτραίτο της Θεοτόκου Μητέρας του. Διαβάζουμε στην Π. Διαθήκη οτι η Θεοτόκος είναι «παρθένος» (Ης. 7,14), «κατάσκιον δηλ παρθένο δάσος» (Αμβ. 3,3), «κρίνον των κοιλάδων» (Ασμα 2,1), «κλίμαξ» (απο την οποία θα κατεβεί ο Θεός στη γή και οι άνθρωποι θα ανέβουν στον ουρανό. Γεν. 28, 12-13), «βασίλισσα» (Ψαλμ. 44,13) κλπ. Η μακραίωνη πρόνοια του Θεού και η μακροχρόνια προσδοκία της ανθρωπότητος συναντήθηκαν στο πρόσωπο της κόρης του Ιωακείμ και της Αννας, «και το όνομα της παρθένου Μαριάμ» (Λουκ. 1,27).

Η σύλληψη του Χριστού έγινε με διαφορετικό τρόπο. Εάν ο Χριστός γεννιόταν με το βιολογικό τρόπο τότε θα ήταν ένας κοινός άνθρωπος και δεν θα διέφερε καθόλου απʼαυτούς. Ομως ο Χριστός είναι ένα και μοναδικό προσωπο στον κόσμο και στην ιστορία, ο Θεάνθρωπος. Ο τρόπος με τον οποίο συνελήφθη ο Χριστός ήταν υπερφυσικός. Η πρωτοβουλία της συλλήωεώς ήταν, καταρχήν θεϊκή και όχι ανθρώπινη. Η σύλληψη του Χριστού δεν έγινε «εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλʼεκ Θεού» (Ιωαν. 1,13).

Η θεϊκή πρωτοβουλία για τη σύλληψη του Χριστού εκδηλώθηκε και ενεργήθηκε από το Αγιο Πνεύμα. Το Αγιον Πνεύμα, εκδηλώνοντας τη μία και κοινή δημιουργική ενέργεια της Τριαδικής Θεότητος προσέλαβε τα συστατικά της ανθρώπινης φύσης (σώμα και ψυχή) από το οργανισμό της παρθένου Μαρίας και τα ένωσε με τη θεία φύση του Υιού ου Θεού. Η ένωση αυτή των δύο φύσεων, της θείας και της ανθρώπινης στο Πρόσωπο του Υιού του Θεού ήταν οντολογική, από αυτή δηλαδή προήλθε μιά καινούγια ύπαρξη, ο Θεάνθρωπος! Ο Χριστός επομένως εξ άκρας συλλήψεως (από την πρώτη στιγμή) ήταν Θεάνθρωπος. (Δ΄Οικουμενική Σύνοδος). Η «εξ άκρας συλλήψεως» ένωση των δύο φύσεων και η δημιουργία «καινής» θεανθρώπινης ύπαρξης, του Χριστού, ήταν σκόπιμη και ανταποκρινόταν στον σκοπό της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού που ήταν η ανακαίνιση και μεταμόρφωση της ανθρώπινης φύσης. Η ανάπλαση και ανακαίνιση του ανθρώπου δεν ήταν ζήτημα ηθικό. Η ηθική διδαχή είχε προηγηθεί (από τους αρχαίους σοφούς, διδασκάλους και προφήτες) αλλά δεν διόρθωσε και δεν άλλαξε τους ανθρώπους. Ο Υιός του Θεού προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την ένωσε με το θεϊκό του Πρόσωπο, ακριβώς γιʼαυτό τον σκοπό δηλαδη για να την αναπλάσει και αναδημιουργήσει με νέες προϋποθέσεις και νέες προδιαγραφές. Ο Χριστός αργότερα, μίλησε για τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο παλαιό και το καινούργιο. Το παλαιό δεν δορθώνεται με «μπαλώματα», αλλά με την αναδημιουργία του (Ματθ. 9,7).

Ο «καινός» τρόπος σύλληψης του Χριστού είχε σαν συνέπεια και «καινόν» τρόπο γέννησής του. Η Θεοτόκος Μαρία γέννησε τον Χριστό «άνευ ωδίνων». Οι ωδύνες του τοκετού είναι συνέπεια της πτώσης (Γεν. 3,16). Στο προσωπο του Χριστού, διακόπηκε η αλυσίδα της κληρονομικής διαδοχής της αλλοτριωμένης και αμαρτωλής ανθρώπνης φύσης. Ο Χριστός, ως «καινή» ύπαρξη που δημιουργήθηκε στον παράδεισο της παρθενικής μήτρας της Θεοτόκου δεν ήταν απόγονος του Αδάμ, αλλά «νέος Αδάμ», γενάρχης μιάς καινούργιας κατάστασης της ανθρωπότητος. Η πρώτη ένδειξη της καινούργιας κατάστασης της ανθρωπότητος ήταν το ότι ο Χριστός κατα τη γέννησή του, δεν προκάλεσε πόνους και δάκρυα στη Μητέρα του! Μιά δεύτερη ένδειξη της «καινής» ανθρώπινης φύσης του Χριστού ήταν το ότι η γέννησή του δεν προκάλεσε φθορά στην παρθενική φύση της Μητέρας του. Η φύση της Θεοτόκου ήταν παρθενική «πριν» και παρέμεινε παρθενική «κατά» και «μετά» τη γέννηση του Χριστού. Ο ανώδυνος τοκετός και η αειπαρθενία της Θεοτόκου είναι «σημεία» της καινής ανθρώπινης φύσης του Χριστού.

Ο Χριστός με το θάνατο και την ανάστασή του κατήργησε το φαινόμενο του θανάτου, αρχικά, στην δική του ανθρώπινη φύση. Η υπερνίκηση αυτή του θανάτου στο προσωπο του Χριστού ήταν μιά εγγύηση ότι η διαδικασία του θανάτου θα καταργηθεί για όλους τους ανθρώπους. Η κατάργηση του θανάτου για όλους τους ανθρώπους δεν έγινε αμέσως διότι η ανθρωπότητα δεν ήταν ακόμη έτοιμη για να δεχτεί την μεγάλη αυτή δωρεά του Χριστού. Η οριστική κατάργηση του θανάτου για όλους τους ανθρώπους που έζησαν και πέθαναν στη γή από την εποχή του Αδάμ θα γίνει με την κοινή ανάσταση των νεκρών που θα συμπέσει με την έναρξη της «καινής» Βασιλείας του Θεού. Μέχρι τότε ο θάνατος εξακολουθεί να ισχύει για όλους ακόμη και για τους αγίους. Η μόνη διαφορά των χριστιανών από τους άλλους ανθρώπους είναι ότι οι χριστιανοί πεθαίνουν με την ελπίδα της αναστάσεως. Για τους χριστιανούς ο θάνατος πιά είναι ενας μεγάλος ύπνος. Γιʼαυτό και στη γλώσσα της Εκκλησίας ο θάνατος λέγεται «κοίμηση»!

Το μεγάλο αυτό γεγονός επιβεβαίωσε ο θάνατος της Θεοτόκου. Διότι ο θάνατός της διήρκησε μόνο τρείς μέρες, όπως και ο θάνατος του Χριστού. Τρείς μέρες μετά το θάνατό της οι Απόστολοι που επισκέφθηκαν τον τόπο του ενταφιασμού της στη Γεθσημανή, βρήκαν τον τάφο της «κενό». Η Θεοτόκος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που αναστήθηκε όπως ο Χριστός. Γιαυτό και ο θάνατος της Θεοτόκου είναι ο πρώτος θάνατος που η Εκκλησία ονόμασε «κοίμηση»! Το νεκρό σώμα της Θεοτόκου, όπως και το σώμα του Χριστού δεν αλλοιώθηκε και δεν διαλύθηκε, κατά τη τριήμερη παραμονή του στόν τάφο. Οταν η Θεοτόκος αναστήθηκε, το σώμα της άλλαξε και απέκτησε τις ιδιότητες της «καινής» υπάρξεως, όπως το σώμα του αναστημένου Χριστού. Η Θεοτόκος, με το αναστημένο σώμα της «μετέστη» στον ουρανό, άρχισε δηλαδή να υπάρχει στις νέες διαστάσεις της Βασιλείας του Θεού. Η ανάσταση και «μετάσταση» της Παναγίας στις διαστάσεις της Βασιλείας του Θεού ήταν και ο δοξασμός της ως Μητέρας του Χριστού. Η παρθένος Μαρία πρόσφερε ταπεινά τον εαυτό της στο Θεό, ως «δούλη Κυρίου», και ο Θεός την εδόξασε με την ανάσταση και τη μετάστασή της στην αιώνια Βασιλεία του.

Ο δοξασμός αυτός της Θεοτόκου είχε και μιά επίγεια διάσταση, με το ότι την ανέδειξε «μεσίτρια» και προστάτιδα του κόσμου. «Εν τη γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας, εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε, μετέστης προς την ζωήν μήτηρ υπάρχουσα της ζωής και ταις πρεσβείαις ταις σαίς λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών». (Απολυτίκιον Κοιμήσεως, 15ης Αυγούστου)

Ο δοξασμός της Θεοτόκου στη Βασιλεία του Θεού είχε σαν συνέπεια το ότι της εξασφάλισε την πρώτη θέση, μετά τον Θεάνθρωπο Αρχηγό της Εκκλησίας. Ο Χριστός δοξάσθηκε «καθεζόμενος εκ δεξιών του Θεού». Η Θεοτόκος δοξάσθηκε με το να τοποθετηθεί «εκ δεξιών του Υιού της», περιβεβλημένη με την ειδική Χάρη να πρεσβεύει και να ενεργεί υπέρ των ανθρώπων. Ειδκότερα πρεσβεύει υπέρ της Εκκλησίας της οποίας είναι και το πρώτο δοξασμένο μέλος της. Εχει επίσης το προνόμιο να χρησιμοποιεί την παντοδύναμη Χάρη του Χριστού και να ενεργεί υπερφυσικές επεμβάσεις (θαύματα) για την προστασία, θεραπεία και κάθε βοήθεια των ανθρώπων που επικαλούνται την πρεσβευτική της ιδιότητα. «Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία προς τον Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς. Αλλά προφθασον, ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι. Τάχυνον εις πρεσβείαν και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε, των τιμώντων σε». Κοντάκιον (Παρακλητικός Κανών)

Η Εκκλησία έχει την Θεοτόκο στο κέντρο της ζωής της. Την θεωρεί παρούσα σε όλες τις συνάξεις της και καταφεύγει συνεχώς στην πρεσβευτική της ιδιότητα. Η Θεοτόκος δεσπόζει στην υμνολογία και την εικονογραφία της Εκκλησίας.

Η εικονογραφία ή αγιογραφία αναφέρετα σε όλα τα περιστατικά της ζωής της. Εχουμε εικόνες που παριστάνουν τους γονείς της, τη σύλληψή της, τη γέννησή της, την είσοδό της στο Ναό, τον ευαγγελισμό κλπ. Η Παναγία ζωγραφίζεται να κρατάει στην αγκαλιά της τον Χριστό, ως βρέφος, γιαυτό και η εικόνα αυτή λέγεται «Βρεφοκρατούσα». Στη σύνθεση αυτή, όταν η Παναγία κρατάει τον Χριστό με το αριστερό της χέρι και με το δεξί της χέρι δείχνει τον Χριστό, η εικόνα λέγεται «Οδηγήτρια». Στή ίδια σύνθεση, όταν ο Χριστός ασπάζεται την Παναγία Μητέρα του, η εικόνα λέγεται «Γλυκοφιλούσα».

Η Θεοτόκος ζωγραφίζεται και μόνη της. Στον τύπο αυτό, η Θεοτόκος παριστάνεται σε στάση προσευχής (πρεσβείας), όρθια και με ανοιχτά και υψωμένα τα δύο της χέρια. Στη στάση αυτή ζωγραφίζεται συνήθως στην μεγάλη κόγχη του Ιερού και λέγεται «Πλατυτέρα». Η Παναγία ζωγραφίζεται επίσης, μαζί με τον Χριστό και τον Πρόδρομο. Η εικόνα αυτή λέγεται «τρίπτυχος» ή «Δέησις». Η Παναγία ζωγραφίζεται δεξιά του Χριστού και ο Πρόδρομος αριστερά. Στην εικόνα αυτή η Θεοτόκος παριστάνεται ως πρεσβευτής του κόσμου και ειδικότερα των γυναικών και ο Πρόδρομος, ως πρεσβευτής των ανδρών. Μπροστά στην εικόνα αυτή λέμε τις εξής προσευχές:

Στον Χριστό,
«Την άχραντον Εκόνα σου προσκυνούμεν, Αγαθέ, αιτούμενοι συγχώρησιν των πταισμάτων ημών, Χριστέ ο Θεός. Βουλήσει γάρ ηυδόκησας σαρκί ανελθείν εν τω σταυρώ ίνα ρύση ους έπλασας εκ της δουλείας του εχθρού. Οθεν ευχαρίστως βοώμεν σοι, χαράς επληρώσας τα πάντα, ο Σωτήρ ημών, παραγενόμενος εις το σώσαι τον κόσμον».

Στην Παναγία,
«Ευσπλαχνίας υπαρχουσα πηγη, συμπαθείας αξίωσον ημάς, Θεοτόκε. Βλέψον εις τον λαόν τον αμαρτήσαντα, δείξον ως αεί την δυναστείαν σου, εις σε γαρ ελπίζοντες, το Χαίρε βοώμεν σοι ως ποτε ο Γαβριήλ, ο των ασωμάτων Αρχιστράτηγος.»

Στον Πρόδρομο,
«Μνήμη δικαίου μετʼεγκωμίων, σοί δε αρκέση η μαρτυρία του Κυρίου, Πρόδρομε. Ανεδείχθης γάρ όντως και προφητών σεβασμιώτερος, ότι και εν ρείθροις βαπτίσαι κατηξιώθης τον κηρυττόμενον. Οθεν της αληθείας υπεραθλήσας, χαίρων ευηγγελίσω και τοις εν Αδη. Θεόν φανερωθέντα εν σαρκί τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου και παρέχοντα ημίν το μέγα έλεος».

Στη εικόνα της Παναγίας και των Αγίων αποδίδουμε τιμητική προσκύνηση.

Οι ορθόδοξοι χριστιανοί ανεγείρουν πολλούς ναούς προς τιμήν της Παναγίας εκφράζοντας έτσι την βαθύτατη πίστη τους στη ζωντανή παρουσία της Θεοτόκου στην Εκκλησία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την Θεοτόκο με ιδιαίτερες Εορτές που γιαυτό λέγονται και «Θεομητορικές».



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Πέμ Σεπ 20, 2012 11:08 am

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ στ΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Οι Αγιοι

Ο Χριστός έγινε δεκτός κατ’αρχάς από μιά μικρή ομάδα ανθρώπων, που την αποτελούσαν η Μητέρα του, οι Μαθητές του, λίγοι συγγενείς και φίλοι καθώς και ένας μικρός αριθμός ακροατών του. Δεκα ημέρες μετά την Ανάληψή του στην κατάσταση της Βασιλείας του Θεού έστάλη το Αγιον Πνεύμα, το Οποίο και τους συγκρότησε σε επίσημο σώμα που πήρε το όνομα «Εκκλησία», δηλ σύναξη λαού. Τα μέλη της πρώτης αυτής Εκκλησίας ονομάζονταν «Μαθηταί».

Οι χριστιανοί της πρώτης Εκκλησίας μεταξύ τους ονομάζονταιν Αγιοι. Την εποχή που άρχισε να αναπύσσεται η Εκκλησία οι «μαθηταί» πληθύνονται και ονομάζονται «χριστιανοί» που σημαίνει οπαδός ου Χριστού. (Πραξ. 11,26). Σήμερα «Αγιοι» λέγονται τα μέλη εκείνα της Εκκλησίας, που πίστευσαν στον Χριστό και έμειναν σταθεροί στην πίστη και την αγάπη του Χριστού μέχρι τέλους. Πολλοί μάλιστα «Αγιοι» λέγονται «Μάρτυρες» διότι υπάεστησαν φρικτά βασανιστήρια (μαρτύρια) για την πίστη τους στο Χριστό. Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί τιμούμε τους Αγίους ως αδελφούς μας και διακεκριμένα μέλη της Εκκλησίας, ανεγείροντας ναούς προς τιμήν τους και παριστάνοντας τις μορφές τους σε εικόνες. Στις εικόνες και τα ιερά Λείψανα των Αγίων προσφέρομε τιμητική προσκύνηση.

Την ιδιαίτερη ημέρα του ειρηνικού ή του μαρτυρικού θανάτου τους την καλούμε «εορτή» ή «μνήμη» του Αγίου. Ο εορταζόμενος Αγιος τιμάται συνήθως με τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Για μερικούς Αγίους η ημέρα της εορτής του λέγεται «Σύναξις» που σημαίνει περιληπτική διήγηση του Βίου και της Πολιτείας του Αγίου που διαβάζεται στη «σύναξη» των πιστών δηλ στη Θ. Λειτουργία.

Σημείο απαραίτητο για την αναγνώριση ενός χριστιανού ως Αγίου είναι η θαυματουργία, η τέλεση δηλαδή θαυμάτων από το συγκεκριμένο αυτόν χριστιανό είτε εν ζωή είτε μετά το θάνατό του. Ως θαύμα θεωρείται και η «αφθορία» ή διατήρηση δηλ ολοκλήρου του σώματος ενός χριστιανού, η ευωδία του και η ανάβλυση μύρου. Το σώμα ενός Αγιου είτε αυτό διατηρείται ολόκληρο είτε σε μικρά υπολείμματα λέγεται άγιο «Λείψανο». Η επίσημη ανακήρυξη ενός χριστιανού ως Αγίου συνδυάζεται και με την ταυτόχρονη αναγνώρισή του εκ μέρους της Εκκλησίας ως «πρεσβευτού» της στην Βασιλεία του Θεού.

Εικόνες

Η εικονογραφία ή αγιογραφία ως τέχνη της Εκκλησίας έγινε δεκτή ύστερα από την έριδα της Εικονομαχίας 726-843, με την έννοια ότι η εικόνα, η υλική δηλαδή και τεχνική αναπαράσταση ενός προσώπου δεν ταυτίζεται με το πρωτότυπό της. Η εικόνα με άλλα λόγια δεν είναι «είδωλο», με την έννοια που είχαν οι αναπαραστάσεις των ειδωλολατρών. Ενα δεύτερο στοιχείο στο οποίο βασίζεται η εκκλησιαστική ζωγραφική τέχνη, είναι ότι η εικονα, εφόσν εικονίζει ενα πρωτότυπο πρόσωπο, λειτουργεί ως μέσον επικονωνίας με το πρόσωπο αυτό. Η σημασία επομένως της εικόνος δεν βρίσκεται στα υλικά στοιχεία της αλλά στην λειτουργία της. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά μπορεούμε να πούμε ότι η εικόνα είνα ένας αγωγός που διαβάζει τις προσευχές των πιστών προς το εικονιζόμενο πρόσωπο και αντίστροφα, ένας αγωγός (κανάλι) που διοχετεύει τη θεϊκή Χάρη στον προσευχόμενο, δια των πρεσβειών του εικονιζόμενου.

Οι ορθόδοξοι μπροστά στις ιερές εικόνες προσευχόμαστε και εκτελούμε διάφορες σωματικές κινήσεις. Αυτές είναι: το σημείο του Σταυρού, η μετάνοια (μικρή η μεγάλη) και ο ασπασμός. Οι κινήσεις αυτές συνιστούν τη λεγόμενη «προσκύνηση» (από την πρόθεση «προς» και το ρήμα «κυνέω –ώ» που σημαίνει κάμπτω το σώμα μου προς τα εμπρός, υποκλίνομαι, ασπάζομα).

Στις εικόνες της Αγίας Τριάδος και του Χριστού, με τις κινήσεις αυτές, αποδίδουμε «λατρευτική προσκύνηση» δηλ αφοσίωση. Στις εικόνες της Θεοτόκου και των Αγίων αποδίδουμε «τιμητική προσκύνηση» δηλ τιμή και σεβασμό.

Διαμόρφωση και Διατύπωση της Χριστιανικής Πίστης - Οι Οικουμενικές Σύνοδοι

ΟΙ πρώτες κατά τόπους εκκλησιαστικές κονότητες βίωναν κυρίως την εν Χριστώ πίστη και ζωή καθώς την παραλάμβαναν από το στόμα των Αποστολων. Ομως ήδη από τα τέλη του 1ου μΧ αιώνος άρχισαν να εμφανίζονται και να κυκλοφορούν λαθεμένες (αιρετικές) απόψεις και διδαχές. Ενας μεγάλος αριθμός αιρέσεων προήλθε από ανάμιξη της νέας πίσεως με θρησκευτικές και φιλοσοφικές αντιλήψεις του ιουδαϊσμού και της ειδωλολατρίας. Από άποψη θεματολογίας, οι αιρέσεις της πρώτης χριστιανικής εποχής αφορούσαν λαθεμένες αντιλήψεις, αφενός για την Αγία Τριάδα («αντιτριαδικές αιρέσεις») και αφετέρου, για το πρόσωπο του Χριστού («χριστολογικές αιρέσεις»). Οι διάφορες λοιπόν αιρέσεις ήταν η αιτία που ανάγκασε την Εκκλησία να προβεί σε επίσημη διατύπωση της χριστιανικής πίστης και αντιμετώπισε με επιτυχία όλες τις αιρέσεις αυτές με το σύστημα των Οικουμενικών Συνόδων. Βασικός καρπός των Οικουμενικών Συνόδων ήταν κυρίως η διαμόρφωση του «Συμβόλου της Πίστεως» στο οποίο δυατυπώνεται περιληπτικά το σύνολο των βασικών θεμάτων της χριστιανικής πίστης. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι είναι επτά.

Ας σημειωθεί εδώ ότι οι «Χιλιασταί» ή «Μάρτυρες του Ιεχωβά» δεν αποτελούν χριστιανική αίρεση, αλλά παγκόσμια οργάνωση με σκοτεινούς σκοπούς, που καλύπτεται κάτω από θρησκευτικές ιδέες.

Το Συνοδικό σύστημα και η «Πενταρχία»

Η Εκκλησία ως θεανθρώπινος οργανισμός αποτελεί ένα σώμα του οποίου Κεφαλή και Αρχηγός είναι ο Χριστός. Στην Εκκλησία ανήκουν όλοι οι χριστιανοί ζώντες και τεθνεότες. Οι ζώντες χριστιανοί είναι το αγωνιζόμενο τμήμα «στρατευομένη Εκκλησία» και οι τεθνεότες που συνιστούν το δοξασμένο τμήμα «θριαμβεύουσα Εκκλησία». Η Εκκλησία είναι μία.

Στα πρώτα χίλια χρόνια της χριστιανικής ιστορίας η Εκκλησία ήταν και διοικητικά μία. Η διοίκηση γινόταν με συνοδικό (δημοκρατικό) σύστημα με βασικό όργανο την «Πενταρχία» η Σύνοδος δηλ των πέντε Επισκόπων των αρχαίων χριστιανικών πόλεων με την εξής σειρά, πρώτος ο Ρώμης, ως Επίσκοπος της πρωτεύουσας του ΡωμαΪκου Κράτους, δεύτερος ο Κωνσταντινουπόλεως, ως Επίσκοπος της δεύτερης Πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας, τρίτος, ο Αλεξανδρείας, ως Επίσκοπος της τρίτης μεγάλης πόλεως, τέταρτος ο Επίσκοπος Αντιοχείας και πέμπτος ο Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Των συνεδριάσεων στης Συνόδου της Πενταρχίας προήδρευε ο Επίσκοπος Ρώμης, ως «πρώτος μεταξύ ίσων».

Διαίρεση της Εκκλησίας

Από το 1000 μΧ ο Επίσκοπος Ρώμης άρχισς να μην αρκείται στην Προεδρία της Πενταρχίας αλλα να διεκδικεί την αρχηγία της Εκκλησίας κάνοντας διάφορους ακροβατισμούς θεολογικούς και ιστορικούς και κατά αυθαίρετη ερμηνεία ισχυρίστηκε ότι ήταν αρχηγός των Αποστόλων! Αρχηγός της Εκκλησίας ως διάδοχος τρόπον τινα του Αποστόλου Πέτρου. Με αυτόν τον τρόο, άλλαζε το διοικητικό σύστημα της Εκκλησίας από συνοδικό (δημοκρατικό) σε μοναρχικό. Οι υπόλοιποι τέσσερεις Επίσκοποι δεν δέχθηκαν την αλλοίωση αυτή του αρχαίου συνοδικού διοικητικού συστήματος δηλ το «Πρωτείον» του Πάπα και έτσι ο Επίσκοπος Ρώμης έμεινε μόνος του και αυτοανακηρύχθηκε Αρχηγός της Εκκλησίας επιβάλλοντας το μοναρχικό σύστημα σε όλες τις Εκκλησίες του Δυτικου κυρίως κόσμου. Το επίσημο Σχίσμα της Εκκλησίας έγινε το 1054 μΧ. Τόσο για το Σχίσμα του 1054 όσο και για το σχίσμα που συνέβη μισό αιώνα αργότερα μέσα στου κόλπους της Δυτικής Εκλησίας (Προτεσταντών) και που είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης αδυναμίας προσυεχόμαστε και παρακαλούμε για μετάνοια των αιρετικών ( «Παύσον τα σχίσματα των Εκκλησιών», Θ. Λειτουργία Μ. Βασιλείου).

Τα μέλη της Εκκλησίας

Τα μέλη της Εκκλησίας διακρίνονται σε δύο τάξεις α) των Ιερωμένων (Κληρικών) και των Λαϊκων. Οι Ιερωμένοι είναι άνδρες στους οποίους με το μυστήριο της ιερωσύνης, παρέχεται το ειδικό χάρισμα του Αγίου Πνεύματος για να ασκουν το τριπλό λειτούργημα (αξίωμα) του Χριστού δηλ το προφητικό (διδαχή), το ιερατικό (λατρεία) και το βασιλικό (διοίκηση).
Οι Λαϊκοί, άνδρες, γυναίκες και μοναχοί, ως ισότιμα μέλη μετέχουν σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής της Εκκλσίας, ανάλογα με το χάρισμα που έχει ο καθένας.

Το ιερατικό χάρισμα ή Ιερωσύνη –Η αποστολική διαδοχή του χαρίσματος

Το χάρισμα της Ιερωσύνης μεταδόθηκε, καταρχάς από τον Χριστό στους Αποστόλους. Ο Χριστός χαρακτήρισε το χάρισμα της Ιερωσύνης ως «εξουσία» αγιοπνευματική, ως χάρισμα δηλαδη και λειτουργία του Αγίου Πνεύματος, για την συνέχιση του έργου του Χριστού στον ιστορικό χρόνο: «Λάβετε Πνεύμα άγιον. Αν τίνων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήτε κεκράτηνται» (Ιωαν. 20, 22-23). Οι Απόστολοι ήσαν οι πρώτοι χαρισματούχοι και αξιωματούχοι της Εκκλησίας. Αυτοί συνειδητοποίησαν σιγά-σιγά ότι η επιστροφή του Χριστού στη γή (Δευτέρα Παρουσία) δεν θα γινόταν στον άμεσο ιστορικό χρόνο και οτι μεταξύ των δύο Παρουσιών του Χριστού θα παρεμβαλόταν ένα μακρύ χρονικό διάστημα. Ετσι σκέφθηκαν ότι το χάρισμα της Ιερωσύνης έπρεπε να μεταδίδεται συνεχώς με μιά διαδικασία (αλυσίδα) παράδοσης και παραλαβής «εως αν ο Κύριος έλθη»(Α΄Κορ. 4,5). Με τη θεόπνευστη σκέψη και απόφαση, οι Απόστολοι άρχισαν να μεταδίδουν το χάρισμα και την πνευματική εξουσία της Ιερωσύνης σε επίλεκτα μέλη των κατά τόπους εκκλησιαστικών κοινοτήτων και με αυτόν τον τρόπο καθιέρωσαν τον θεσμό της διαδοχικής μετάδοσης της Ιερωσύνης που στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται «αποστολική διαδοχή».

Η ανάδειξη αξιωματούχων και διαδόχων των αγίων Αποστόλων γινόταν ως εξής: Καταρχάς τα μέλη της εκκλησιαστικής κοινότηταος εξέλεγαν με ψηφοφορία και κλήρο (εξ οὐ και ο όρος «κληρικός») τον πιό κατάλληλο άνδρα της κοινότητος, έπειτα οι Απόστοιλοι άπλωναν τα χέρια τους, τα ακουμπούσαν πάνω στο κεφάλι του εκλεγμένου πιστού (Πραξ. 6,6, 8,17, εξ’ού και ο όρος «χειροτονία») και προσεύχονταν «ίνα έλθη επ’αυτόν η χάρις του Αγίου Πνεύματος» (Ευχή χειροτονίας). Βασικό στοιχεί της προσευχής των Αποστόλων κατά τή χειροτονία ήταν η «επίκληση» του Αγίου Πνεύματος. Με αυτόν τον τρόπο το Αγιον Πνεύμα εκχυνόταν στην ύπαρξη του χειροτονουμένου και τον αναδείκνυε ηγέτη και ποιμένα της εκκλησιαστικής κοινότητος. Η αποστολική διαδοχή συνεχίζεται μέχρι σήμερα κυρίως με τη χειροτονία των Επισκόπων.

Από τον 2ο μΧ αιώνα λόγω της αύξησης των χριστιανών οι Επίσκοποι δεν επαρκούσαν για να ανταποκριθούν στο ποιμαντικό τους έργο γιαυτό η Εκκλησία επιμέρισε το χάρισμα της Ιερωσύνης σε άλλους δύο βαθμούς στον βαθμό του Πρεσβυτέρου (Ιερέα) και στον βαθμό του Διακόνου. Οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι είναι οι άμεσοι βοηθοί και συνεργάται του Επισκόπου, μετέχουν όμως σε μέρος του ιερατικού χαρίσματος, το «πλήρωμα» του οποίου κατέχει μόνο ο Επίσκοπος. Γιαυτό ο Επίσκοπος είναι εκείνος που μεταδίδει (δια της χειροτονίας) το ιερατικό χάρισμα στούς Ιερείς και Διακόνους. Η ετάδοση του χαρίσματος της Ιερωσύνης στον Επίσκοπο γίνεται από τρείς τουλάχιστον Επισκόπους.

Η χειροτονία των γυναικών

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος είναι πολλά δια διάφορα (Α΄ Κορ. 12, 12-31), αλλά και προσωπικά. Αυτό σημαίνει οι δεν έχουν όλοι οι χριστιανοί τα ίδα χαρίσματα αλλά κάθε χριστιανός έχει το δικό του προσωπικό χάρισμα, ανάλογα με την κλήση του. Ο απόστολος Παύλος διδάσκει ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει να μαλώνουν μεταξύ τους για τα χαρίσματα αλλά να αρκούνται ο καθένα στο δικό του χωρίς να ζηλεύει τον άλλο.

Η Ιερωσύνη θεωρήθηκε εξαρχής θεανδρικό χάρισμα, ως χάρισμα δηλαδή του Χριστού και των διαδόχων του κεχρισμένων ανδρών. Γι αυτό και οι Απόστολοι χειροτονούσαν μόνο άνδρες ως Επισκόπους και Ιερείς της Εκκλησίας (Πραξ. 20, 17-21,18).

Από προτεσταντικούς κύκλους δημιουργήθηκε τελευταία ζήτημα «χειροτονίας» και των γυναικών. Και οι μεν Προτεστάντες που έχουν καταργήσει τα ιερά Μυστήρια και ειδικότερα την ιερωσύνη, αυτό που λένε «χειροτονία» δεν αποτελεί μυστήριο, όπως το εννοεί η Ορθόδοξη (και η Ρωμαιοκαθολική) Εκκλησία,. Η «χειροτονία» δηλαδή τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών, για τους Προτεστάντες, δεν έχει χαρισματικό (μυστηριακό) χαρακτήρα, αλλά είναι ένα απλο τελετουργικό και κοινωνικό λειτούργημα (ministry).

Η Εκκλησία δέχεται μεν στην ισοτιμία και ομοτιμία (οχι ισότητα) των δύο φύλων. Πρεσβεύει όμως ότι η χειροτονία των γυναικών δεν ανταποκρίνεται στον χαρισματικό και προσωπικό χαρακτήρα του μυστηρίου της Ιερωσύνης, το οποίο είναι χάρισμα θεανδρικό, όπως είπαμε. Γι αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχεται την μυστηριακή (χαρισματική) ιερωσύνη των γυναικών.



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Δευτ Οκτ 01, 2012 6:31 pm

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ ζ΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)


Μετά την αποκοπή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ολες οι Εκκλησίες της Ανατολής συνέχισαν την πίστη, τη ζωή και την παράδοση της μίας και αδιαίρετης Εκκλησίας με την ονομασία «Ορθόδοξη Εκκλησία» ή «Ορθοδοξία». Η «Ορθοδοξία» επομένως είναι ένα είδος συνομοσπονδίας που την αποτελούν διάφορες τοπικές (εθνικές) «αυτοκέφαλες» Εκκλησίες. Οι Ορθόδοξες αυτές Εκκλησίες πάλι διοικούνται με το Συνοδικό σύστημα ανανωρίοντας ως Πρόεδρον, τον πρώτο κατά την σειρά των πρεσβείων, δηλαδή τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως. Οι Οθρθόδοξες Εκκλησίες είναι δεκατρείς.

Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως προφωνείται Παναγιώτατος ενώ των άλλων Εκκλησιών Μακαριώτατος. Ο τρόπος χαιρετισμού ορθοδόξων ιερωμένων είναι διαφορετικός απʼότι μεταξύ λαϊκών καθότι έχουν λάβει το χάρισμα της Ιερωσύνης και είναι δοχεία και φορείς της θείας Χάρης της Ιερωσύνης (του Αγίου Πνεύματος). Η σχέση επομένως λαϊκων με τους ορθοδόξους Ιερωμένους είναι κυρίως χαρισματική και ο τρόπος με τον οποίον τους χαιρετούν ιδιαίτερος. Απλώνουν δηλαδή την παλάμη του δεξιού χεριού κάτω από το δεξί χέρι του Ιερωμένου και ασπάζονται την παλάμη του, δεχόμενοι με τον τρόπον αυτό την ευλογία και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Η ορθόδοξη Εκκλησία περιλαμβάνει στους κόλπους της και Μοναχούς και των δύο φύλλων. Αυτοί δεν έχουν μεν το χάρισμα της Ιερωσύνης, έχουν όμως το χάρισμα της απόλυτης αφιέρωσης στον Χριστό και την Εκκλησία. Το χάρισμα είναι τριπλό, αποτελείται δηλαδή από τρία χαρίσματα: της Παρθενίας, της Πτωχείας και της Υπακοής. Η ποικιλία των μορφών του «Βίου και της Πολιτείας» των Μοναχών αποτελεί έκφραση του πνεύματος της ελευθερίας που χαρακτηρίζει τον ορθόδοξο Μοναχισμό. Γίνονται δεκτοί ως μοναχοί ή μοναχές μέλη της Εκκλησίας άνδρες και γυναίκες μετά την ενηλικίωσή τους. Πρίν από την επίσημη εισδοχή τους στις Ιερές Μονές, προηγείται μία περίοδος δοκιμασίας τριών ετών όπου οι υποψήφιοι μοναχοί λέγονται «δόκιμοι».

Οι Οικουμενικές Σύνοδοι «θεοπνεύστως απευθέγζαντο» όσο το δυνατόν ευκρινέστερα, αλλά και «σαφέστατα» τις βασικές αλήθειες της χριστιανικής πίστης όπως λχ την Τριαδικότητα του Θεού, τις δύο φύσεις του Χριστού κ.α. Στην ορθή και σαφή διατύπωση των ορθοδόξων «δογμάτων» συνέβαλε κυρίως η χρήση της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής φιλοσοφικής ορολογίας. Οπως δε ομολογούν οι κορυφαίοι σύγχρονοι Ρώσοι θεολόγοι η χρήση της ελληνικής φιλοσοφικής ορολογίας ήταν έργο της θείας Πρόνοιας, προκειμένου η Εκκλησία να διατυπώσει με ακρίβεια και σαφήνεια το περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης.

Οι Εκκλησίες που αναγνώρισαν το «πρωτείον» του Πάππα, της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής αποτέλεσαν την Ρωμαιοκαθολικήα ή «Δυτική» Εκκλησία. Το διοικητικό σύστημα της είναι μοναρχικό και συγκεντρωτικό. Σύνοδοι όλων των Επισκόπων της Δυτικής Εκκλησίας συγκαλούνται κατά καιρούς στη Ρώμη αλλά οι αποφάσεις τους έχουν μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα. Ο Πάπας τελικά εγκρίνει ή απορρίπτει τις αποφάσεις των Συνόδων αυτών, ακόμη και όταν λαμβάνονται με απόλυτη σχεδόν πλειοψηφία. Η έδρα του Πάπα κο ο διοικητικός οργανισμός της Δυτικής Εκκλησίας βρίσκεται στο «Βατικανό», το οποίο λειτουργεί σαν κοσμικό κράτος. Ως κοσμικό κράτος δυστυχώς χρησιμοποιεί πολιτικοδιπλωματικά και στρατιωτικά μέσα για να υποτάξει δια της βίας, υπό τη δικαιοδοσία του Πάπα τις Ορθόδοξες Εκκλησίες Οι Σταυροφορίες ήταν οι πρώτες μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις όπου η 4η Σταυροφορία το 1204 κατέλαβε και κατέστρεψε την Κωνσταντινούπολη. Αργότερα όταν η Παπική Εκκλησία δεν κατόρθωσε με τη βία να υποτάξει τις Ορθόδοξες Εκκλησίες άλλαξε τακτική και άρχισε να εφαρμόζει ειρηνικά μεν, αλλά δόλια και ύπουλα μέσα για τον ίδιο σκοπό. Ετσι, το 1439 μΧ δημιούργησε το σύστημα της Ουνίας.

Το σύστημα αυτό προβλέπει οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και κοινότητες να διατηρούν την πίστη, τα ήθη και τα έθιμά τους, να υπάγονται όμως στην διοικητική δικαιοδοσία του Πάπα. Οσοι Ορθόδοξοι προσχώρησαν στο πονηρό αυτό σύστημα λέγονται «Ουνίτες» ή «Ελληνόρυθμοι Καθολικοί». Η Ουνία όπως είναι φυσικό αποτελεί ένα άλλο μεγάλο «αγκάθι» που πληγώνει καθημερινά τις σχέσεις της Ορθόδοξης με την Δυτική Εκκλησία και απομακρύνει κάθε ελπίδα για την επανένωσή τους.

Το 1517 μΧ γερμανοί θεολόγoι της Δυτικής Εκκλησίας με επικεφαλής τον Μαρτίνο Λούθηρο διαμαρτηρόμενοι για τις υπερβολές και τις αυθαιρεσίες των Παπών απεσχίσθησαν από την Εκκλησία της Ρώμης. Σχημάτισαν διάφορες χριστιανικές κοινότητες και προέβησαν σε διάφορες μεταρρυθμίσεις στην πίστη (το δόγμα) και τη ζωή της Εκκλησίας. Κύριες κοινότητες είναι οι Αγγλικανοί, Αντιβεντισταί, Βαπτισταί, Εκκλησία Χριστού, Επισκοπελιανοί, Ευαγγελικοί, Κουάκεροι, Λουθηρανοί, Μεθοδισταί, Μαθηταί του Χριστού, Πρεσβυτεριανοί κλπ..

Οι διαμαρτυρόμενοι χριστιανοί κατήργησαν την Ιερωσύνη και την εκκλησιαστική Ιεραρχια και επομένως όλα τα ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας. Ετσι, οι χριστιανοί αυτοί απογυμνώθηκαν τελείως από τη μυστηριακή χάρη. Επίσης διαφοροποιήθηκαν σε πολλά θέματα της πίστεως και της ζωής της Εκκλησίας σε μεγάλο βαθμό, ώστε το μόνο που έμεινε σε μερικές τουλάχιστον Κοινότητες είναι το όνομα "χριστιανοί ή Εκκλησία".



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Δευτ Οκτ 01, 2012 6:32 pm

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ η΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Ο τρόπος ζωής των Ορθοδόξων


Για τον Ορθόδοξο Χριστιανο η Αγία Τριάς, οι Αγγελοι, ο Χριστός, η Παναγία, οι Αγιοι δεν είναι «θρησκευτικές ιδέες» τις οποίες θεωρητικά παραδέχεται (πιστεύει) αλλά ζωντανά πρόσωπα με τα οποία συνδέεται απο τα πρώτα χρόνια της ζωής του στενά και ουσιαστικά μέσα στα πλαίσια του θεανθρώπινου οργανισμού της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία είναι θεοϊδρυτος θεανθρώπινος οργανισμός (θεσμός,σώμα) του οποίου Αρχηγός ή Κεφαλή είναι ο Χριστός (θεικό μέρος) και μέλη οι χριστιανοί (ανθρώπινο μέρος).

Οι Ορθόδοξοι χριστιανοί ενώνονται με τον Χριστό αλλά και μεταξύ τους δημιουργώντας μια κοινωνία αγάπης, ζωής και χαράς. Μεσα στο χώρο της Εκκλησίας προγεύονται τη ζωή και τη χαρά της οριστικής ένωσης και κοινωνίας τους με τον Τριαδικό Θεό που θα γίνει στην αιώνια Βασιλεία του Θεού. Επομένως η Εκκλησία είναι ένα επίγειο πολίτευμα στο οποίο ζούν και πολιτεύονται ως «πολίται της ουρανίου πολιτείας» της Βασιλείας του Θεού.

Το ανθρώπινο σώμα επικοινωνεί με τα μέλη του σώματός του και με το κεφάλι του με τα διάφορα λειτουργικά συστήματα του οργανισμού του, οπως το κυκλοφοριακό σύστημα, το νευρικό το πεπτικό κλπ..με διάφορα λειτουργικά συστήματα. Οι λειτουργείες αυτές είναι εσωτερικές και δεν φαίνονται ωστόσο χάρη σε αυτές τις μυστικές και αόρατες λειτουργίες υπάρχει, ζεί και κινείται ο άνθρωπος. Το ίδιο συμβαίνει και στην Εκκλησία, όπου ο Αρχηγός και Κεφαλή της Χριστός επικοινωνεί με διάφορα λειτουργικά συστήματα με τους πιστούς δηλαδή τα μέλη του σώματος της Εκκλησίας και τους μεταδίδει την θεϊκή ζωή. Με τα ίδια αυτά λειτουργικά συστήματα, οι πιστοί επικοινωνούν με την Κεφαλή και παίρνουν από το Χριστό τη θεϊκή Χάρη. Τα λειτουργικα αυτά συστήματα έχουν και ορατά και αόρατα στοιχεία. Τα ορατά είναι υλικά και προέρχονται από το φυσικό περιβάλλον πχ το νερό, το ψωμί, το κρασί, και τα αόρατα είναι θεϊκά και προέρχονται από το Χριστό όπως λχ η Χάρη, η Αγάπη, η αιώνια Ζωή κλπ. Επιδή η θεϊκή Χάρη και άλλες δωρεές του Χριστού είναι αόρατες και μυστικές γιαυτό και τα λειτουργικά αυτά συστήματα που μεταδίδουν στους πιστούς τις δωρεές αυτές λέγονται ιερά Μυστήρια. Οι λειτουργίες του σώματος της Εκκλησίας διακρίνονται δε σε δύο μεγάλες κατηγορίες στα Ιερά Μυστήρια και τις Αγιαστικές Πράξεις.

Τα ιερά Μυστήρια είναι επτά. Τα Μυστήρια της Εκκλησίας είναι υποχρεωτικά για τα μέλη της διότι δια μέσου αυτών ο Χριστός απεργάζεται την ανακαίνιση και ολοκλήρωση της φύσης και της ύπαρξής των. Τα Μυστήρια είναι το Βάπτισμα, το Χρίσμα, η Θεία Ευχαριστία, η Μετάνοια, ο Γάμος, η Ιερωσύνη, το ιερό Ευχέλαιο.

Αγιαστικές Πράξεις λέγονται λειτουργίες του σώματος της Εκκλησίας που μεταδίδουν στους πιστούς την χάρη και την ευλογία του Θεού σε διάφορα υλικά στοιχεία και είναι προαιρετικές αλλά εξ ίσου σημαντικές για τη ζωή των ορθοδόξων χριστιανών.

Οι Αγιαστικές Πράξεις για τους πιστούς είναι η Προσευχή, η Ευλογία του Ιερέα, η Ευχή του Ιερέα, ο Εξορκισμός, η Ακολουθία (Εσπερινός, Απόδειπνον, Μεσονυκτικόν, Ορθρος, Ωρες, Θεία Λειτουργία), Ευχές εις Λεχώ –Σαραντισμός, Χειροθεσία, η Κηδεία.

Προσευχή- (από την πρόθεση πρός και την λέξη ευχή) είναι λόγια που απευθύνει και συναισθήματα που εκφράζει ο άνθρωπος προς τον Θεό. Ο χριστιανός ορθόδοξος προσεύχεται με διάφοροους τρόπους.

Ο ύμνος –ποίημα που έχει μελοποιηθεί και ψάλλεται μελωδιά, ως άσμα

Η Ευχή –προσευχή που απευθύνει ο ιερεύς.

Η Ευλογία –ευχή με την οποία ο ιερεύς μεταδίδει την θεία Χάρη στους πιστούς ή σε αντικείμενα. Σε αυτήν την περίπτωσή συνδυάζεται με το σημείο του σταυρού, με το οποίο ο ιερεύς σφραγίζει τους πιστούς ή τα αντικείμενα.

Ο Εξορκισμός - ειδική Ευχή, με την οποία ο ιερεύς εκδιώκει τα πονηρά πνεύματα.

Η Ακολουθία –σειρά προσευχών, ευχών και ύμνων που απευθύνοντια τοσο από τον ιερέα όσο και από τους πιστούς.

Η Χειροθεσία – Ακολουθία που γίνεται κατά την ανάθεση διαφόρων εκκληλσιαστικών λειτουργημάτων (ηγουμένου, μοναχού, ιεροψάλτου, νεωκόρου, αναγνώστου κλπ)

Η Κηδεία – είναι η Νεκρώσιμη Ακολουθία της Εκκλησίας.

Οι αγιαστικές Πράξεις για τα υλικά στοιχεία είναι : ο Μικρός Αγιασμός, ο Μεγάλος Αγιασμός, Ευλογία των καρπών της γής, Ευχές για την αποτροπή κακών, Ευχές για ειδικές περιπτώσεις, Ευχές για τους εχθρούς.

Ο Μικρός Αγιασμός – Είναι Ακολουθία με την οποία μεταδίδεται η ευλογία του Θεού στο νερό με τον τίμιο Σταυρό που εμβαπτίζεται μέσα στο νερό. Με αυτόν το τρόπο το φυσικό στοιχείο του νερού γίνεται αγωγός της θείας χάρης και καθαρίζει (αγιάζει) τόσο το ίδιο το νερό όσο και τους πιστούς που το πίνουν η ραντίζονται με αυτό. Με ραντισμό δι’αγιασμού μεταδίδεται η ευλογία του Θεού στον ευρύτερο οικολογικό χώρο όπου κατοικεί και εργάζεται ο ορθόδοξος χριστιανός.

Ο Μεγάλος Αγιασμός –Είναι Ακολουθία που μεταδίδει την ευλογία του Θεού στο νερό του Βαπτίσματος. Η ίδια Ακολουθία γίνεται και κατα την εορτή των Θεοφανείων όπου γίνεται και ο Αγιασμός των Υδάτων με την ρίψη του σταυρού σε θάλασσα, λίμνες, ποτάμια καιδεξαμενές.

Η Εκκλησία με ειδικές Ευχές ευλογεί τις καλλιέργειες, τους σπόρους, τους καρπούς, τα ζώα, τα ιερά σκεύη κλπ. Επίσης με Ειδικές Ευχές ζητάει από τον Θεό την αποτροπή ή την απαλλαγή εκδηλώσεις του φυσικού κακού πχ επιδημίες, πείνα, σεισμό, πλημμύρες, πυρκαγιά, πόλεμο κλπ. Με Ειδικές Προσευχές προσεύχεται για την προστασία των ταξιδιωτών, των ξένων, τια την θεραπεία των αρρώστων, τη σωτηρία των αιχμαλώτων πολέμου κλπ. Προσεύχεται ακόμη και γιά τους εχθρούς, τους αιρετικούς, τους ειδωλολάτρες κλπ..



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Δευτ Οκτ 01, 2012 6:34 pm

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ ι΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Η Θεία Ευχαριστία

Οπως ο άνθρωπος για να ζήσει τρέφεται με διάφορες υλικές τροφές έτσι και Χριστιανός για να ζήσει την καινούργια αναγεννημένη ζωή τρέφεται με καινούργια και ουράνια τροφή που στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται «θεία Ευχαριστία». Η θεία Ευχαριστία είναι το κεντρικό λειτουργικό σύστημα (ιερό μυστήριο) με το οποίο τροφοδοτείται και ζωογονείται ο πνευματικός οργανισμός της Εκκλησίας. Η τέλεση και μετάδοση του μυστηρίου γίνεται σε ειδική Ακολουθία της Εκκλησίας που λέγεται «Θεία Λειτουργία». Η μετάδοση του μυστηρίου λέγεται «θεία Κοινωνία» διότι ο χριστιανός «κοινωνεί», ενώνεται δηλαδή με τον Χριστό και τους αδελφούς του, και «θεία Μετάληψη», διότι μετέχει (λαμβάνει) «κατά χάριν» στην θεότητα του Χριστού.
Ας σημειωθεί ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει χωρίσει τη θεία Κοινωνία από το Βάπτισμα. Ενω βαπτίζει τα βρέφη και τα νήπια, εν τούτοις δεν τα κοινωνεί, παρά μόνο όταν γίνουν 14 χρονών, εξαρτώντας με αυτό τον τρόπο τη θεία Κοινωνία από την ενηλικίωση των παιδιών. Η Ορθόδοξη εκκλησία αντιθέτως, αρχίζει να προσφέρει τη θεία Κοινωνία στα βρέφη και νήπια αμέσως μετά το Βάπτισμα τους, διότι πιστεύει ότι η ανθρώπινη φύση έχει ανάγκη από τη θεία Χάρη και ότι η ενέργεια της θεϊκής Χάρης δεν εξαρτάται από φυσικούς παράγοντες, οπως είναι η ηλικία, η ανάπτυξη της λογικής κλπ..
Η τακτική αυτή των Ορθοδόξων έχει την εξής βαθύτατη σημασία: η θεία Κοινωνία είναι ο Χριστός, είναι ο Θεός, είναι το πάν για τον χριστιανισμό. Τίποτε, λοιπόν, απʼό,τι υπάρχει στον κόσμο δεν μπορεί να συγκριθεί προς αυτό που είναι η θεία Κοινωνία. Γιαυτό και ο χριστιανός, προκειμένου να δεχθεί το μοναδικό αυτό δώρο, απορρίπτει τα πάντα και προσφέρεται νηστικός και πεινασμένος, για να απολαύσει την ουράνια τροφή (πρβλ. «Πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν...»). (Την Ορθόδοξη Λειτουργία και τη σημασία της σας έχω ήδη στείλει αλλά την ξαναστέλνω για όσους δεν την έλαβαν).

Α) Η θεία Κοινωνία των βαπτισμένων νηπίων

Γύρω από τη θεία Κοινωνία των νηπίων υπάρχουν δύο παρεξηγήσεις: μερικοί ισχυρίζονται ότι τα βρέφη και τα νήπια δεν χρειάζεται να κοινωνούν, διότι είναι αθώα και άκακα (αναμάρτητα). Και άλλοι, ενήλικες ορθόδοξοι δεν κοινωνούν με τη δικαιολογία ότι η θεία Κοινωνία είναι μόνο για τα αναμάρτητα νήπια!
Τα βρέφη και τα νήπιακ αν και είναι όντως αθώα και άκακα, εν τούτοις η ανθρώπινη φύση τους είναι ασθενής. Η μεταπτωτική φύση όλων των ανθρώπων απο τη σύλληψή της, έχει μέσα της την πικρή ρίζα της αμαρτίας. Η ρίζα αυτή σιγά-σιγά απλώνεται και σαν ένα τεράστιο πλοκάμι αγκαλιάζει ασφυκτικά ολόκληρη την ψυχοσωματική ζωή του ανθρώπου. Η Εκκλησία επομένως δεν κοινωνεί τα νήπια διότι είναι αθώα και άκακα, αλλά αφενός για να καυτηριάσει τη ρίζα της αμαρτίας με τη θεϊκή φωτιά της θείας Χάρης και, αφετέρου για να θρέψει την καινούργια και αναγεννημένη ύπαρξή τους με την ουράνια τροφή. Οι μητέρες που φέρνουν τα βαπτισμένα βρέφη τους στην Εκκλησία και τα κοινωνούν τακτικά τους προσφέρουν απο την απαλή ηλικία τη δύναμη να νικούν το κακό και την αμαρτία από τη ρίζα και αντίστοιχα να ζούν ως παιδιά του Θεού.

Β) Η θεία Κοινωνία των παιδιών

Τα παιδιά μέχρι 12 χρονών πρέπει να κοινωνούν τακτικά. Γιά τα παιδιά γενικώς δεν προβλέπεται νηστεία πριν απο τη θεία Κοινωνία. Την ημέρα όμως που θα κοινωνήσουν πηγαίνουν νηστικά στην Εκκλησία.

Γ) Η θεία Κοινωνία των ενηλίκων

Οι περισότεροι ορθόδοξοι χριστιανοί δεν έχουν σωστή ενημέρωση για τη θεία Κοινωνία και τη σημασία της. Γιαυτό και δεν κοινωνούν για χρόνια ολόκληρα ή κοινωνούν μιά δύό φορές το χρόνο χωρίς καμία επίγνωση και προετοιμασία. Αλλοι δεν κοινωνούν διότι έχουν σχηματίσει την αντίληψη ότι η θεία Κοινωνία είναι μονο για του άξιους και για τα νήπια. Εχοντας λοιπόν την συναίσθηση ότι είναι αμαρτωλοί δεν κοινωνούν.
Ενα πράγμα που πρέπει λοιπόν να ξεκαθαρισθεί είναι τι σημαίνει άξιος και ποιός είναι άξιος για να κοινωνεί. Απαντώντας σε αυτό το ερώτημα ο Μέγας Βασίλειος διευκινίζει «ούδείς άξιος». Εξάλλου και η Εκκλησία όταν τελειώνει η επίγεια ζωή του χριστιανού ομολογεί με ταπείνωση μπροστά στο Θεό «ουδείς αναμάρτητος».
Η αντίληψη πολλών ότι «δεν είμαι άξιος» προέρχεται από την ιδέα ότι η θεία Κοινωνία είναι «βραβείο» με το οποίο βραυβεύονται οι καλοί και άξιοι χριστιανοί. Πρέπει λοιπόν να ξεκαθαριστεί τι ακριβώς είναι η θεία Κοινωνία. Οι Αγιοι Πατέρες διδάσκουν ότι είναι τροφή και φάρμακο. Οπως το σώμα χρειάζεται υλική τροφή έτσι και ο χριστιανός ως μέλος του σώματος της Εκκλησίας, χρειάζεται θεϊκή τροφή για να ζήσει και αναπτυχθεί στη ζωή της Χάρης. Ετσι λοιπόν όπως η τροφή είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη και τη ζωή του ανθρώπου έτσι και η θεία Κοινωνία είναι απαραίτητη για τη συντήρηση και ανάπτυξη του χριστιανού στην αναγεννημένη ζωή. Οπως τα φάρμακα είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση των ασθενειών έτσι η θεία Κοινωνία είναι το θεϊκό φάρμακο που χρειάζεται να παίρνει απαραιτήτως ισοβίως ο χριστιανός για να αντιμετωπίσει την αλλοτριωμένη κατάσταστη της μεταπτωτικής φύσης του.

Δ) Θεία Κοινωνία και εξομολόγηση

Ενα άλλο θέμα που απασχολεί τους ενήλικες χριστιανούς είναι αν πρέπει να εξομολογούνται πρίν από κάθε θεία Κοινωνία. Η γενική αρχή είναι οτι πρέπει να εξομολογούνται τακτικά. Ο πνευματικός εξομολόγος ως ιατρός τής ψυχής και του σώματος θα ρυθμίζει και τη συχνότητα της θείας Κοινωνίας για τον κάθε συγκεκριμένο χριστιανό. Με την πάροδο του χρόνου όμως και πάντοτε με καθοδήγηση του πνευματικού, ο χριστιανός θα φθάσει σε ένα σημείο που θα μπορεί να κοινωνεί κατά την κρίση του, χωρίς προηγουμένως να εξομολογηθεί. Οταν όμως ο χριστιανός έχει αμφιβολίες για ορισμένες πράξεις του, πρέπει οπωσδήποτε να εξομολογηθεί πριν αποφασίσει να κοινωνήσει. Γενικά επομένως μπορούμε να πούμε ότι η γενική αμαρτωλότητα (αναπόφευκτα λάθη, οι μικρές ανθρώπινες αδυναμίες, οι κακές σκέψεις και επιθυμίες, τα προβλήματα της καθημερινής ζωής κλπ) δεν καθιστούν τον χριστιανό ανάξιο να κοινωνήσει. Στην κατάσταση μάλιστα αυτή στην οποία βρίσκονται σχεδόν όλοι οι χριστιανοί επιβάλλεται η θεία Κοινωνία, διότι η θεϊκή Χάρη του Μυστηρίου, αφενός συγχωρεί όλα τα ακούσια πταίσματα και αμαρτήματα του ανθρώπου και αφετέρου απεργάζεται τον εξαγνισμό του και τη σωτηρία του. Μόνος του ο χριστιανός χωρίς δηλαδή τη θεία Χάρη του Μυστηρίου, ποτέ δεν θα μπορέσει να γίνει άξιος της θείας Κοινωνίας. Ο καλός χριστιανός άλλωστε, ποτέ δεν θα έχει τη συνείδησή του ότι είναι άξιος γιαυτό και κοινωνεί. Η θεία Κοινωνία δεν δίδεται ως αμοιβή και βραβείο, για τις υπαρκτές και ανύπαρκτες αρετές μας, αλλά ως δωρεάν και χάρη από τον έυσπλαχνο και δωρεοδότη Χριστό.
«Κύριε, ο Θεός μου, οίδα, ότι ουκ ειμί άξιος, ουδέ ικανός, ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης του οίκου της ψυχής μου...Αλλʼεπειδή βούλει σύ, ως φιλάνθρωπος οικείν εν εμοί, θαρρών προσέρχομαι». ( Αγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)
Απο το άλλο μέρος όμως, είναι σωστό ότι ορισμένες σοβαρές αμαρτίες εμποδίζουν τον χριστιανό από τη θεία Κοινωνία για λιγότερο ή περισσότερο χρονικό διάστημα. Οι αδικίες αυτές είναι η αδικία, η εκμετάλλευση, η αισχροκερδεία, η ασπλαχνία, η απάτη, η εκδίκηση, η κλοπή, ο φόνος και τα αμαρτήματα ηθικής συμπεριφοράς (πορνεία, μοιχεία κλπ). Γιά τα σοβαρότερα αυτά αμαρτήματα ο χριστιανός πρέπει πρώτα να μετανοήσει και να εξομολογηθεί. Και ο πνευματικός εξομολόγος θα κανονίσει το άν και πότε μπορεί να κοινωνήσει.

Ε) Θεία Κοινωνία και νηστεία

Χρειάζεται νηστεία και πόσες μέρες πριν την θεία Κοινωνία; Η νηστεία και η εξομολόγηση είναι διαδικασίες που προετοιμάζουν πνευματικά και σωματικά τους ενήλικες χριστιανούς και είναι ιδιαίτερα απαραίτητη προκειμένου ο χριστιανός να κοινωνήσει και να γίνει ομοτράπεζος του Θεού. Οι Ορθόδοξοι άλλωστε κοινωνούν πάντοτε νηστικοί. Το πόσες όμως μέρες θα νηστεύει ο κάθε συγκεκριμένος χριστιανός αυτό το ρυθμίζει πάλι ο πνευματικός εξομολόγος. Για τους ηλικιωμένους και τους ασθενείς ο χρόνος της νηστείας περιορίζεται αναλόγως.



Άβαταρ μέλους
Toula
Δημοσιεύσεις: 1962
Εγγραφή: Τρί Ιούλ 31, 2012 3:32 pm
Τοποθεσία: Παναγιώτα, Αμπελόκηποι

Re: "Είμαι χριστιανός Ορθόδοξος" του Μητρ. Αχελώου Ευθυμίου

Δημοσίευσηαπό Toula » Δευτ Οκτ 01, 2012 6:36 pm

ΟΣΑ ΘΑ ΘΕΛΑΜΕ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΜΕ ΜΕΡΟΣ ια΄
(σημειώσεις από το βιβλίο Μητροπολίτου Αχελώου, Είμαι Χριστιανός Ορθόδοξος)

Μετάνοια και Εξομολόγηση «Κύριε ελέησόν με»!

Το αναπόφευκτο της αμαρτίας


Ο χριστιανός και μετά το Βάπτισμα εξακολουθεί να φέρει τη μεταπτωτική αλλοτριωμένη, φθαρτή και θνητή φύση. Η ανθρώπινη φύση του έχει μεν θεραπευθεί από την αρρώστια της αμαρτίας εξακολουθεί όμως να είναι ευπαθής και προσβάλλεται εύκολα από τα μικρόβια της αμαρτίας που αφθονούν στο κονωνικό του περίγυρο. Γίνεται στόχος σφοδροτάτων πειρασμών εκ μέρους του διαβόλου ο οποίος ταπεινωμένος και εξοργισμένος από τα όσα συνέβησαν κατά το Βάπτισμα (απόταξη και διαπόμπευση του σατανά), αντεπιτίθεται με σκοπό να συλλάβει και αιχμαλωτίσει ξανά τον πρώην «υπήκοο»του. Ως εκ τούτου η αμαρτία είναι αναπόφευκτη και για τον βαπτισμένο χριστιανό.
Η Εκκλησία που δεν υποκρίνεται ούτε αυταπατάται, στο τέλος της ζωής κάθε χριστιανού ομολογεί ότι «ουκ εστιν άνθρωπος ός ζήσεται και ουχ αμαρτήσει»! Ο χριστιανός «ως σάρκα φορών και τον κόσμον οικών» (Ευχή Ευχελαίου), αμαρτάνει σχεδόν καθημερινά (πρβλ. «ουδείς καθαρός από ρύπου ενώπιόν σου, ουδ΄αν μία ημέρα ή η ζωή αυτού» (Ευχεή Γονυκλισίας). Η αμαρτία για τον χριστιανό είναι ένα δραματικό γεγονός, διότι κάθε αμαρτία ειναι μιά επανάληψη και διαιώνιση της πτώσης των Πρτοπλάστων! Για τον χριστιανό όμως υπάρχει η δυνατότητα της «κάθαρσης του δράματος», της διόρθωσης και της αποκατάστασης : η δυνατότητα αυτή στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται «μετάνοια».
Η Μετάνοια ως διαδικασία διόρθωσης και αποκατάστασης του κάθε μεταπτωτικού ανθρώπου βασίζεται σε δύο θετικά στοιχεία : την ελευθερία (το αυτεξούσιο) και την τρεπτότητα της ανθρώπινης φύσης. Ως εκ τούτου κάθε μεταπτωτικός άνθρωπος μπορεί να μετανοήσει και να τραπεί προς την καλή αλλοίωση της φύσης του. Ο χριστιανός που αμαρτάνει, μετά το βάπτισμα μπορεί να μετανοεί διότι εξακολουθεί να είναι εικόνα του Θεού, «ει και στίγματα φέρων πταισμάτων» (Νεκρώσιμη Ακολουθία). Μπορεί δηλαδή να απορρίπτει ξανά και ξανά το διάβολο και να επιλέγει πάλι και πάλι τον Χριστό. Μπορεί μεν να αμαρτάνει, να πέφτει, μπορεί όμως και να σηκώνεται (πρβλ. «Οσάκις άν πέσης, έγειραι και σωθήση», (Ευχή Ευχελαίου). Δεν απελπίζεται διότι γνωρίζει ότι η θεία Χάρη και η θεία δύναμη στην οποία καταφεύγει δια του μυστηρίου της Μετανοίας, είναι ο αποφασιστικός θεϊκός παράγων που θα τον οδηγήσει τελικα στην καλή και οριστική ανακαίνιση της φύσης του.

Η Μετάνοια ως μυστήριο της Εκκλησίας

Η Μετάνοια έχει καθιερωθεί ως «μυστήριο» ως εκκλησιαστική δηλαδή διαδικασία που είναι απαραίτητη και αναγκαία για την ολοκλήρωση και τελείωση της ανθρώπινης φύσης. Διακρίνουμε δε τρείς φάσεις του μυστηρίου : Η πρώτη φάση είναι καθαρά προσωπική και αφορά στην εκ μέρους του χριστιανού συνειδητοποίηση και αναγνώριση της αμαρτίας του ή των πολλών του αμαρτιών. Είναι δε προσωπική πράξη και εχει μεγάλη σημασία διότι γίνεται ελεύθερα και με πολλή συναίσθηση και συντριβή. Η φάση αυτή είναι προϋπόθεση της δεύτερης. Δευτερη φάση είναι η εξομολόγηση των αμαρτιών ενώπιον του Ιερέα. Η λέξις προέρχεται από το επίρρημα «έξω» και το ρήμα «ομολογώ» που σημαίνει εξωτερικεύω, ομολογώ ελεύθερα και αβίαστα. Η εξομολόγηση, επομένως, δεν έχει καμιά σχέση με την «ανάκριση» στην οποία ακσείται συνήθως βία, για να επιτευχθεί η ομολογία. Η Εξομολόγηση δεν είναι ιδιωτική απλώς συζήτηση μεταξύ δύο ανθρώπων οπως γίνετι λχ μεταξύ αρρώστου και ψυχιάτρου, αλλά είναι επίσημη Ακολουθία της Εκκλησίας. Ο Ιερεύς φοράει επιτραχήλιο και απευθύνει μιά σειρά προσευχών. Είναι μιά ιερή διαδικασία που γίνεται μεταξύ τριών προσώπων: του Ιερέα, του χριστιανού και του Χριστού, ο οποίος παρίσταται αοράτως. Βασική σημασία για τη φάση αυτή έχει η συνειδητοποίηση και συναίσθηση της αμαρτωλότητος εκ μέρους του χριστιανού, τότε αυτός ομολογεί εκούσια και ελεύερα τα αμαρτήματά του. Η αναγκαστική παραδοχή (και όχι ομολογία) της αμαρτίας υποβαθμίζει την ποιότητα της μετάνοιας, διότι στην περίπτωση αυτή η παραδοχή της αμαρτίας είναι μιά εξωτερική κίνηση των χειλέων, στην οποία δεν συμμετέχει ουσιαστικά ο όλος άνθρωπος. Η φάση αυτή είναι καθοριστική, διότι σ’αυτή ο Ιερέας σχηματίζει μιά πλήρη σχεδόν εικόνα, της πνευματικής καταστάσεως του χριστιανού. Τρίτη φάση : Οταν ο ιερεύς διαπιστώσει ότι η μετάνοια του χριστιανού έχει τα δύο απαραίτητα στοιχεία, τη συναίσθηση και την εκούσια ομολογία, τότε παρέχει την συγχώρηση, διαβάζοντας τη σχετική ευχή. Στην περίπτωση όμως που ο εξομολογούμενος αντιμετωπίζει τον ιερέα ως ανακριτή και όχι μονο δεν παραδέχεται τις αμαρτίες του, αλλά και προσπαθεί να τις δικαιολογήσει («εγώ δεν έκανα τίποτε κακό», «έτσι κάνουν όλοι» κλπ), τότε ο Ιερέυς μπορεί να αναβάλλει τη συγχώρηση, δίδοντας έτσι στον χριστιανό ένα κίνητρο για μιά καλύτερη και ουσιασικότερη μετάνοια.
Για μερικά αμαρτήματα, ο Ιερεύς επιβάλλει ορισμένους κανόνες που στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγονται επιτίμια. Οι κανόνες αυτοί έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα, αποβλέπουν δηλαδή να βοηθήσουν τον χριστιανό για μιά καλύτερη πνευματική πορεία.

Η εξομολόγηση των παιδιών

Τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια μέχρι 12 ετών περίπου θεωρούναι ανεύθυνα γιαυτό και δεν προβλέπεται εξομολόγηση γιαυτά. Ωστόσο οι χριστιανοί γονείς πρέπει να πρεετοιμάζουν τα παιδιά μιλώντας κατά καιρους, για τη διαδικασία της μυστηριακής εξομολογήσεως. Ειδικότερα ήδη από τη νηπιακή ηλικία πρέπει να συνηθίζουν τα παιδιά να αναγνωρίζουν τα λάθη τους και να ζητουν συγνώμη. Ο εγωισμός απλώνει τις ρίζεις του από την νηπιακή ηλικία του ανθρώπου. Είναι ενδεικτικό, ότι μερικά νήπια δυσκολεύονται ακόμη και να προφέρουν τη λέξη «συγνώμη».

Η εξομολόγηση των εφήβων

«Εξομολόγηση» και «έφηβος» είναι δύο εντελώς αντίθετες έννοιες. Εξομολόγηση σημαίνει άνοιγμα της ψυχής και έφηβος σημαίνει εσωστρέφεια, απόλυτο κλείσιμο στο εγώ, προβληματισμένη και συγχυσμένη συνείδηση. Οι έφηβοι απομακρύνονται και αποχωρίζονται ψυχικά πρώτα από τους γονείς τους. Είναι η ηλικία στην οποία αποκόβεται οριστικά (ψυχολογικά) ο ομφάλιος λώρος που συνδέει το παιδί με τους γονείς του. Η έλλειψη και απουσία των γονέων προκαλεί το πρώτο ψυχολογικό τράυμα, τη μοναξιά των εφήβων. Η εφηβική ηλικία είναι η πιό σκληρή περίοδος της ζωής του ανθρώπου διότι νιώθει εντελώς «μόνος»! Η πρώτη επομένως ψυχολογική ανάγκη του εφήβου είναι να ξαναβρεί την πατρική στοργή και την αγάπη. Αυτή την ανάγκη μπορεί να ικανοποιήσει απόλυτα η εύρεση ενός «καλού πνευματικού πατέρα», ενός Ιερέα –εξομολόγου, Η γνωριμία και επικοινωνία των εφήβων με ένα καλό πνευματικό πατέρα συμβάλλει πολύ στην ομαλή ψυχοσωματική ανάπτυξή τους προς την ωριμότητα.

Οι γονείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί στο θέμα της επιλογής του προσώπου του πνευματικού. Ο κίνδυνος είναι διπλός : ή να γνωρίσει το παιδί ένα ακατάλληλο πρόσωπο, ή ακόμη χειρότερα, να πέσει στα δίχτυα πραθρησκευτικών και αιρετικών ομάδων (χιλιαστών, ινδουϊστών, βουδιστών κλπ).




Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 2 και 0 επισκέπτες