Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Γενικότερα θέματα που αφορούν την Ορθοδοξία και το Χριστιανισμό.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Σεπ 04, 2012 6:39 pm

Ένα κείμενο που διάβασα στο blog των φίλων της Μονής Βατοπαιδίου και δημοσιεύω παρακάτω μου έδωσε το έναυσμα να ψάξω γύρω από το θέμα των κρυπτοχριστιανών στην Τουρκία και των Μουσουλμάνων που γίνονται Χριστιανοί φανερά ή κρυφά.

Βλέπετε ο Γέροντας Παΐσιος είπε ότι (μέσα σ' αυτή τη γενιά; ) οι μισοί Τούρκοι θα γίνουν Χριστιανοί. Διαφαίνεται άραγε τέτοια προοπτική σήμερα;

Ψάξτε κι εσείς να βρείτε σχετικό υλικό και δημοσιεύστε το σ' αυτό το χώρο, για να δούμε αν είναι αλήθεια ότι στη γειτονική Τουρκία ο Θεός έχει βρει πρόσφορο έδαφος στις ψυχές και συντελείται ένα πραγματικό θαύμα, όπως ισχυρίζεται το παρακάτω άρθρο.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Σεπ 04, 2012 6:40 pm

Χιλιάδες Τούρκοι προσκυνητές στον Αι-Γιώργη της Πριγκήπου!!!
28 Ιανουαρίου, 2011 — VatopaidiFriend

Εικόνα

Αυτο που γινεται καθε χρονο 23 Απριλιου,δηλαδη του Αγιου Γεωργιου,στην Τουρκια,δεν μπορει παρα να χαρακτηρισθει ως ενα “συγχρονο θαυμα”:διοτι πώς αλλιως να αποκαλεσει κανεις τον συνωστισμο δεκαδων χιλιαδων Τουρκων (δειτε την φωτογραφια αριστερα),που περιμενουν ατελειωτες ωρες προκειμενου να προσκυνησουν την θαυματουργη εικονα του Αγιου Γεωργιου του Κουδουνα,δινοντας παραλληλα σημειωματα με τις παρακλησεις τους!

Οπως χαρακτηριστικα αναφερει και το δημοσιευμα των “Νεων” σχετικα με το θεμα,«και να χιόνιζε, εγώ πάλι θα ερχόμουν στον Αϊ-Γιώργη σήμερα», μου λέει η Σεμά. Είναι μουσουλμάνα, πιστεύει στον Αλλάχ αλλά και στα θαύματα του ΑϊΓιώργη του Κουδουνά! Πέρσι του ζήτησε σπίτι και της το έδωσε! Κάθε χρόνο στις 23 Απριλίου χιλιάδες Τούρκοι συνωστίζονται στην Πρίγκηπο και κάνουν την ευχή τους στον Άγιο.

Η Σεμά μοίραζε ζάχαρη στην έξοδο της εκκλησίας. «Ήρθα εδώ για να τον ευχαριστήσω», μου λέει.

Πρώτη φορά άκουσε για τον θαυματουργό άγιο στην τουρκική τηλεόραση πέρσι. Είδε τις ουρές των Τούρκων που περίμεναν έξω από την εκκλησία με τις ώρες για να ανάψουν ένα κερί και να κάνουν την ευχή τους. Ήταν 23 Απριλίου, αλλά αποφάσισε να πάει έστω και την άλλη μέρα. «Είναι θέμα πίστης. Ο άγιος με άκουσε και πραγματοποίησε την ευχή μου», μου λέει η Σεμά. Θα πάει και του χρόνου για να κάνει μια άλλη ευχή. Και μέχρι τότε θα διαβάσει στα τουρκικά την Καινή Διαθήκη που της έδωσαν κάποιοι προτεστάντες έξω από το μοναστήρι.

«Θέλω να μάθω για τη θρησκεία του άλλου», μου λέει η Σεμά.

Στην πλειονότητά του το μουσουλμανικό ποίμνιο του ΑϊΓιώργη του Κουδουνά αποτελείται από γυναίκες με βαθιά πίστη.

Ακόμη και μαντιλοφορούσες ξεχώριζες στην εκκλησία να προσεύχονται με τις παλάμες ανοιχτές προς τον ουρανό, όπως ακριβώς οι μουσουλμάνοι. Ανηφορίζοντας για το μοναστήρι έβλεπα γυναίκες να ανεβαίνουν ξετυλίγοντας κλωστή μέχρι την είσοδο της εκκλησίας. «Τι σημαίνει η κλωστή;», ρώτησα μία από αυτές. Με κοίταξε στα μάτια και γύρισε αμέσως το πρόσωπό της αλλού. Ύστερα πλησίασα μια άλλη που κρατούσε λάδι. «Θα το πάτε στον άγιο;», τη ρώτησα. Σάστισα όταν είδα ότι και εκείνη έκανε το ίδιο. Με κοίταξε και γύρισε το πρόσωπό της αλλού. Μια κυρία που κατέβαινε από το μοναστήρι μου εξήγησε. «Ούτε κι εσείς δεν πρέπει να μιλάτε όσο ανεβαίνετε. Μπορείτε να μιλήσετε μόνο στην επιστροφή. Όταν πια θα έχετε αφήσει την ευχή πίσω». Κοίταξα γύρω μου. Όλοι ανέβαιναν βουβοί προς τον Αϊ-Γιώργη!

Σε ενα ακομα αρθρο που αξιζει να διαβασετε,αυτο της γνωστης δημοσιογραφου Μαγιας Τσοκλη,αναφερονται τα εξης:

“Αποφάσισα λοιπόν, χωρίς καλά καλά να ξέρω την απόσταση, να πάω στον Αη Γιώργη τον Κουδουνά με τα πόδια. Δίπλα στο χώρο όπου σταθμεύουν τα παετόνια, βρήκα την εκκλησία της Παναγίας. Ηταν Μεγάλη Τετάρτη. Τη λειτουργία παρακολουθούσαν πέντε άτομα από τους σαράντα Ρωμιούς που ζουν μόνιμα στο νησί και να σκεφτεί κανείς ότι στις αρχές του 20ού αιώνα η Ρωμιοί της Πριγκήπου έφταναν τις 15.000 …; Μετά το αντίδωρο, ρώτησα μια κυρία για το προσκύνημα των μουσουλμάνων στον Αη Γιώργη τον Κουδουνά. «Εντύπωση με κάνει, παιδί μου», μου είπε, «αυτό το κακό τα τελευταία 15 χρόνια έγινε. Στο δικό μας τον καιρό, πού τέτοια πράγματα. Μόνο εμείς οι Ορθόδοξοι πηγαίναμε στον Αη Γιώργη …; Πώς μαζεύτηκαν αυτοί τώρα; Δεν είδες τι πουλάνε: κουδούνια και χρυσά κλειδιά για να ανοίγουν σπίτια. Πήγες να δεις; Από κάτω μέχρι πάνω κάνουν ολόκληρους μακαράδες από κλωστή. Τι να πω δεν ξέρω …;», συμπλήρωσε.”

Οσοι εχουν επισκεφθει την Πολη,θα εχουν διαπιστωσει την υπαρξη πολλων “Τουρκων”,οι οποιοι μιλανε απταιστα ελληνικα,φορανε κρυφα σταυρους και στα σπιτια τους διατηρουν βυζαντινες εικονες:ειναι οι λεγομενοι “κρυπτοχριστιανοι”,που υπο το φοβο των…Ιουδαιων,κρατανε κρυφη,αλλα ζωντανη την πιστη τους.Πολλοι απο αυτους,ειναι Ελληνες Κωνσταντινουπολιτες,που προτιμησαν να εξισλαμισθουν για τα ματια του κοσμου,προκειμενου να μην εγκαταλειψουν την αγαπημενη τους Πολη,κατα τις φοβερες διωξεις Χριστιανων το 1955.

Αλλοι-κι εδω ειναι το σημαντικο θεμα-ειναι Τουρκοι,οι οποιοι εγιναν Χριστιανοι εν κρυπτω,ειδικα τα τελευταια χρονια:οι πωλησεις της Αγιας Γραφης ΣΤΑ ΤΟΥΡΚΙΚΑ αγγιξαν τα 8.000.000 (!!!) περυσι,ενω ειναι κοινη η πεποιθηση,ακομα και αναμεσα στους φανατικοτερους μουσουλμανους,οτι οι χριστιανοι πολλαπλασιαζονται συνεχως!

———————————————————————————————————————

Με κομμένη κυριολεκτικά ανάσα παρακολούθησε το κοινό τη διάλεξη του γνωστού Δημοσιογράφου Νίκου Χειλαδάκη, που έγινε στο Δήμο Θέρμης και μεταδόθηκε από τον Τηλεοπτικό Σταθμό 4ε της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, σχετικά με την Ορθοδοξία στη σημερινή Τουρκία.
Ο Δημοσιογράφος, με πολυετή έρευνα, με απολύτως τεκμηριωμένα στοιχεία, πολλά εκ των οποίων δημοσιεύματα του ίδιου του Τουρκικού Τύπου, ακόμα και με βίντεο από εκπομπές της τουρκικής τηλεόρασης, αποκάλυψε μια άλλη, εντελώς άγνωστη και θαμμένη πλευρά της πραγματικότητας στη σημερινή Τουρκία, κατά την οποία δεκάδες, εκατοντάδες βαφτίζονται φανερά πλέον Χριστιανοί Ορθόδοξοι, χιλιάδες είναι εκείνοι που μεταβαίνουν στα Ορθόδοξα προσκυνήματα, Εκκλησιές και Αγιάσματα, ενώ επιφανείς Τούρκοι παρακολουθούν με δέος τη Θεία Λειτουργία!!!!

ΜΠΕΣΤ ΣΕΛΛΕΡ …; ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

Ο Νίκος Χειλαδάκης, ανέφερε πάμπολλες, συγκεκριμένες και επώνυμες περιπτώσεις μουσουλμάνων που ζήτησαν να βαφτιστούν Χριστιανοί, ενώ παρουσίασε τα αποκαλυπτικά στοιχεία έρευνας τουρκικής εφημερίδας, που καταγράφει μόνο τα τελευταία τρία χρόνια στην Τουρκία τον εξωφρενικό αριθμό των 8.000.000 πωλήσεων Αγίων Γραφών, στην τουρκική γλώσσα!!! (σ.σ. πράγμα που δείχνει πως είναι πραγματικά πολλά εκατομμύρια οι Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία, ενώ σύμφωνα με τις Προφητείες του Αγίου Κοσμά για το «1/3 των Τούρκων που θα γίνουν Χριστιανοί» και με βάση το σημερινό πληθυσμό, φαίνεται πως πρόκειται για περίπου 15 με 20 εκατομμύρια ψυχές!!!)

ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ

Ο κ. Χειλαδάκης παρουσίασε επίσης με αδιάσειστα βίντεο τουρκικών καναλιών, τους χιλιάδες κυριολεκτικά Τούρκους «μουσουλμάνους», που κατακλύζουν την Εκκλησία του Αϊ Γιώργη του Κουδουνά, αφήνοντας τάματα, προσκυνώντας τις άγιες εικόνες και πηγαίνοντας σε ατέλειωτες ουρές για να χριστούν με το λαδάκι από το καντήλι του Αγίου!!!
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΚΟΜΒΗΣ
Μια άλλη πάλι εκπληκτική περίπτωση, είναι και εκείνη κοντά στα Άδανα, που όπως ανέφερε ο Νίκος Χειλαδάκης, συγκεντρώνει εκατοντάδες ασθενείς Τούρκους, που γίνονται καλά από μια γυναίκα, η οποία ομολόγησε στην Τουρκική Τηλεόραση, ότι τη θεραπευτική της δύναμη την αντλεί από μια κατακόμβη-σπήλαιο, όπου αγίασαν 7 Χριστιανοί Μάρτυρες!!!

ΤΟ ΑΓΙΑΣΜΑ ΤΟΥ ΤΑΞΙΑΡΧΗ ΜΙΧΑΗΛ

Το συγκλονιστικότερο όμως όλων, είναι εκείνο που ο έγκριτος Δημοσιογράφος ανέφερε για τη Σεβάστεια, ξεκινώντας από το Συναξάρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, όπου αναφέρεται η θεραπεία κάποιου πλουσίου στο Αγίασμα του Ταξιάρχη στη Σεβάστεια!
Εκεί, στο θαυματουργικότατο εκείνο Αγίασμα, είχε χτιστεί περικαλλέστατος Ιερός Ναός, θαύμα αρχιτεκτονικής, που όμως δεν υπάρχει πια.
Αλλά υπάρχει το ΑΓΙΑΣΜΑ του ΤΑΞΙΑΡΧΗ, γεμάτο με εκατοντάδες μικρά ψαράκια, τα οποία γλείφουν τις πληγές, ή τα σημεία πάθησης των δεκάδων χιλιάδων Τούρκων, που πηγαίνουν εκεί από όλο τον κόσμο και γίνονται καλά, μπαίνοντας μέσα στο ΑΓΙΑΣΜΑ!!!
Μάλιστα οι Τούρκοι έχουν χτίσει ξενοδοχεία και δωμάτια για να εκμεταλλευτούν τον «θεραπευτικό» τουρισμό που έρχεται ακόμα και από τη Ρωσία!!!

«ΚΑΝΕΝΑ ΜΕΣΟ ΔΕ ΔΕΧΤΗΚΕ ΝΑ ΠΡΟΒΑΛΕΙ ΤΟ ΥΛΙΚΟ ΜΟΥ»

Και ο επίλογος όμως του Νίκου Χειλαδάκη ήταν εξίσου συναρπαστικός, όταν αποκάλυψε πως αν και δουλεύει χρόνια σε μεγάλες εφημερίδες, καμία εφημερίδα και κανένα Μέσο Ενημέρωσης δε δέχτηκε μέχρι τώρα μέσα στην Ελλάδα να προβάλει όλο αυτό το συγκλονιστικό υλικό, για την Ορθοδοξία μέσα στην Τουρκία!… (σ.σ. Με την εξαίρεση της 4ε)

πηγή: agiosmgefyras.blogspot.com (αναδημοσίευση vatopaidi.wordpress.com)


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Σεπ 04, 2012 6:40 pm

Τούρκος μουσουλμάνος γίνεται Χριστιανός κι αντιμετωπίζει 3 χρόνια φυλάκιση.



Για όσους δεν καταλαβαίνουν Αγγλικά είναι η ιστορία ενός Τούρκου μουσουλμάνου από την Κωνσταντινούπολη, που βαφτίστηκε Χριστιανός και αντιμετωπίζει κατηγορία για προσβολή του Τουρκικού κράτους με ποινή 3 χρόνια φυλάκιση, με χαμόγελο, λέγοντας ότι είναι έτοιμος να υποφέρει για το Χριστό.

Ο δημοσιογράφος με την ευκαιρία λέει λίγα λόγια για το τι συνέβη στους Χριστιανούς της Τουρκίας από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι σήμερα και για την ιστορία της Αγίας Σοφίας.

Πηγή: World News (wn.com)


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
ORTHODOXIA
Δημοσιεύσεις: 355
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 3:09 pm
Τοποθεσία: Ομάδα Διαχείρισης

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό ORTHODOXIA » Τρί Σεπ 04, 2012 6:41 pm

ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ ΚΑΙ ΚΡΥΠΤΟΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ

Κατά την τριήμερη επίσκεψή μου στην πρωτεύουσα του ελληνικού Πόντου, την Τραπεζούντα μου δόθηκε η ευκαιρία να συναντήσω και να συζητήσω για ώρες με κρυπτοχριστιανούς. Η κωνσταντινουπολίτικη καταγωγή μου και η δυνατότητα που είχαμε να μιλούμε την τουρκική, συνετέλεσε στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης.Με τον εντοπισμό του πρώτου κρυπτοχριστιανού το κουβάρι ξετυλίγεται μόνο του και εύκολα μπορείς να επεκτείνεις τον κύκλο γνωριμιών, με κάποιους να είναι αρκετά προσεκτικοί στις αποκαλύψεις τους και κάποιους άλλους λαλίστατοι. Σε κάθε περίπτωση εγκυμονεί ο κίνδυνος να έχεις πέσει σε παγίδα και ο συνομιλητής σου να είναι αστυνομικός υπό κάλυψη.

Εικόνα

Οι περισσότεροι Ελλαδίτες που επισκέπτονται τον Πόντο και είναι αρκετές χιλιάδες βλέπουν με καχυποψία τους κρυπτοχριστιανούς που τους πλησιάζουν όταν ακούν ότι ομιλούν την ελληνική.

Το παράπονο αυτό μου εξέφρασε ένα σοβαρός κρυπτοχριστιανός λέγοντας ότι ενώ οι ίδιοι προσπαθούν να εξυπηρετήσουν τους ομόθρησκούς και ομοεθνείς τους Ελλαδίτες, οι τελευταίοι τους αποφεύγουν.

Μου δόθηκε η ευκαιρία να ακούσω ποντιακή λύρα από έναν επιστήμονα ο οποίος αν και δήλωσε ότι δεν είναι κρυπτοχριστιανός, ανέφερε ότι στην οικογένεια και στο χωριό του πολλοί ήταν αυτοί που μιλούσαν την ελληνική.
Περιττό να σας αναφέρω ότι αριθμός τραγουδιών που τραγουδούσε ήταν στην ελληνική ποντιακή διάλεκτο.

Οι περισσότεροι ελληνικής καταγωγής Πόντιοι στη Μαύρη Θάλασσα προτιμούν τα ποντιακά αντί τα τουρκικά και στη συζήτηση που είχα μαζί τους, από συνήθεια μου μιλούσαν τα ελληνικά του Πόντου και όχι Τουρκικά.

Σύμφωνα με άρθρο του περιοδικού Ακτουέλ (29-10-92) οι κρυπτοχριστιανοί του Πόντου γιορτάζουν το Δεκαπενταύγουστο, τα Χριστούγεννα , τα Θεοφάνια και άλλες γιορτές της Ορθοδοξίας. Μάλιστα, δε, την παραμονή των μεγάλων εορτών τα παιδιά λένε τα κάλαντα.

Ένας κρυπτοχριστιανός μου αποκάλυψε ότι η μητέρα του προτού βάλει το ψωμί στο φούρνο το σταύρωνε. "Τότε , εμείς δεν καταλαβαίναμε το τι σήμαινε αυτό. Νομίζαμε ότι εξυπηρετούσε το κόψιμο του ψωμιού σε τέσσερα μέρη αφού δεν χρησιμοποιούσαμε μαχαίρι. Μετά μάθαμε την αλήθεια ότι επρόκειτο για θρησκευτικό έθιμο των χριστιανών προγόνων μας".Όταν οι τουρκικές αρχές διαπίστωσαν ότι οι κρυπτοχριστανοί άρχισαν να ενδιαφέρονται για την πραγματική τους θρησκεία και να αναζητούν τις ρίζες τους, τους απαγόρευσαν να ομιλούν την ελληνική και δια ροπάλου απαγορεύτηκαν τα μη μουσουλμανικά έθιμα.Ήταν η εποχή του "Εθνοσωτήριου" πραξικοπήματος του 1980. Σημειώθηκαν αρκετά επεισόδια αλλά η τύχη χαμογέλασε τους χριστιανούς με την άνοδο στην εξουσία του Οζάλ (1983) και τους ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς του.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία 20 χρόνια οι κρυπτοχριστιανοί ΄΄ψάχνονται΄΄ για την πραγματική τους ταυτότητα . Όπως μου είπαν απαιτείται κάποιο χρονικό διάστημα έως ότου έλθει η ευλογημένη εκείνη μέρα που άφοβα θα φέρουν στο λαιμό τους τον σταυρό.Οι μορφωμένοι συμμετέχουν σε διεθνή συνέδρια και ζητούν από εμάς τους Έλληνες να τους δώσουμε λίγο χρόνο έως ότου να αποκαλύπτουν την ταυτότητά τους χωρίς τον φόβο του γκρίζου λύκου και του χωροφύλακα.

Εικόνα

Σύμφωνα με το περιοδικό ΑKTUEL ο κρυπτοχριστιανός Λεμάν δήλωσε στον Τούρκο δημοσιογράφο:
"Ναι. Είμαστε Ρωμιοί. Γιατί να απαρνηθούμε την καταγωγή μας";
Δημοσιεύει επίσης την φωτογραφίας της 95χρονης Βεατρίκης η οποία αν και ακούει στο όνομα Φατζά, δεν γνωρίζει ούτε λέξη Tουρκικά.

Αυτό που ζητούν οι Πόντιοι από την Ελλάδα είναι να ενδιαφερθεί περισσότερο για τον ελληνισμό της περιοχής και όχι μόνο για τους Έλληνες της Σικελίας, του χωριού Χαμιντιγιέ Συρίας ή τους απογόνους του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο Πενσαβάρ στα σύνορα Πακιστάν-Αφγανιστάν.

Επερώτηση στη Βουλή των Ελλήνων tο 1992 τρεις βουλευτές της ελληνικής βουλής, κατά τη συζήτηση επερώτησης που αφορούσε τους παλιννοστούντες Ποντίους, επέκριναν την ελληνική πολιτεία επειδή αγνοεί τα αδέλφια μας στον Πόντο.
Πρόκειται για τους βουλευτές Θ.Κατσανέβα, Χ.Καστανίδη και Λ.Κωνσταντινίδη.
Να τι δήλωσαν:

Κατσανέβας: "Η ύπαρξη 300.000 ή και περισσοτέρων Ελλήνων, Ρωμιών, κρυπτοχριστιανών ή εκμουσουλμανισμένων στην Τουρκία, ασφαλώς και πρέπει να ανασυρθεί από τη λήθη της εξωτερικής μας πολιτικής, την ίδια στιγμή που η Τουρκία μιλά για δήθεν καταπίεση της μουσουλμανικής μειονότητας της Δ.Θράκης.
Προτείνεται να διερευνηθεί η δυνατότητα ίδρυσης νέου προξενείου ή η μεταφορά του προξενείου Αδριανούπολης στις περιοχές της Τόνιας όπου κατοικούν οι περισσότεροι Έλληνες".

Καστανίδης : "Η Ελλάδα οφείλει να αποκτήσει μειονοτική πολιτική. Αυτή θα πρέπει να συμπεριλάβει μια σοβαρή κατηγορία ανθρώπων που ζουν στην σημερινή Τουρκία και χαρακτηρίζονται κρυπτοχριστιανοί".

Κωνσταντινίδης: "Βρέθηκα το καλοκαίρι στη Ρωσία και Τουρκία. Συνάντησα εκεί ανθρώπους που βαπτίζουν τα παιδιά τους "Ελλάδα", "Μήδεια", "Πατρίδα" (ένας από τους κρυπτοχριστιανούς που συνάντησα λέγονταν Ερμής). Ο βουλευτής απάγγειλε και ένα απόσπασμα από το βιβλίο: "Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα".
"Μην τυραγνιέσαι Σόνια μουμη βαριοκαρδίζεις θα αλλάξεις το χρόνo όνομα Tουρκικό θα βάλεις.
Άνδρα παίρνεις ολόχρυσο είναι χριστιανοπαίδι στα φανερά Μαχμούτ Αγάς και στα κρυφά Νικόλας και στη Μονή μεσονυκτίς Θα πάτε για στεφάνι.

H τότε Υφυπουργός Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού δεν διαφώνησε με τις εκτιμήσεις των βουλευτών και είπε ότι το ΥΠΕΞ έχει υπόψη του το θέμα. Κρυπτοχριστιανοί στην Κύπρο.

Ο πρώην Υφυπουργός παρά τω Προέδρω Πάτροκλος Σταύρου απαντώντας σε δημοσίευμα της Ελευθεροτυπίας Αθηνών (13-1-2001) για τους κρυπτοχριστανούς της Τουρκίας έγραψε (24-1-01):

"Είναι γνωστό ότι η Τουρκία μετά το 1974 μετέφερε από τα βάθη της Ανατολίας και εγκατέστησε στην Κύπρο δεκάδες χιλιάδες τούρκους. Αρκετοί από αυτούς, άγνωστο πόσοι, που εγκαταστάθηκαν στην Καρπασία, ήταν χριστιανοί. Αλλά και άλλοι, βαθύτερα μουσουλμάνοι, είχαν μέσα τους κοιμούμενη την αρχαία συνείδηση του χριστιανισμού, γιατί όχι και του Έλληνα; Και ήταν πιο ανθρώπινοι προς τους Έλληνες γηγενείς κατοίκους, τους εγκλωβισμένους, όπως τους λέμε. Το προσφιλέστατο διακοσμητικό μοτίβο τους ήταν ο Σταυρός. Τον είχαν κεντημένο σε σεντόνια, πετσέτες και άλλα είδη. "Μας αρέσει, τον βρήκαμε από τους παππούδες μας", δηλώνουν.

Σχόλια Τουρκικού ΤύπουΕφημερίδα Γενή Γιουζγίλ (3-11-1996)"

Έφυγαν οι Έλληνες, έμεινε η γλώσσα τους".

Και σήμερα ακόμη είναι δυνατόν να συναντήσεις ίχνη Ελλήνων στην Τραπεζούντα.
Σε αριθμό χωριών της Τραπεζούντας ομιλείται η ελληνική. Τα περισσότερα παιδιά πρώτα μαθαίνουν την ελληνική και μετά την τουρκική. Άλλαξαν οι ονομασίες των τοπωνυμίων, οι εκκλησίες μετατράπηκαν σε τζαμιά αλλά οι κάτοικοι ομιλούν ακόμη την ελληνική.

Το κεφαλοχώρι Μπεσγιόλ βρίσκεται σε μικρή απόσταση από 5 ελληνόφωνα χωριά .
Ο πληθυσμός τους υπερβαίνει τις 5000. Στην περιοχή Τσαϋκαρά και Οφη υπάρχουν 7 ελληνικά χωριά με πληθυσμό γύρω στις 10.000. Κάποιοι κάτοικοι των χωριών δήλωσαν στον τούρκο δημοσιογράφο:
"Μετά τον πόλεμο στην Κύπρο, κάποιοι συγγενείς μας εγκαταστάθηκαν στην Αμμόχωστο. Αυτοί γλίτωσαν από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε εμείς".
Εφημερίδα Χουριέτ (29-6-1998)"Οι νέοι του χωριού Τσάμπασι -με 2000 κατοίκους- απαιτούν από τις αρχές όπως δια νόμου να απαγορευτεί η ελληνική που ομιλείται επί αιώνες στην περιοχή.

Αιτία του ξεσηκωμού των νέων είναι η στάση της Ελλάδας στην Κύπρο. Ο κοινοτάρχης διαβεβαίωσε τους νέους ότι του λοιπού τα παιδιά δεν θα μαθαίνουν την ελληνική".

Σπύρος Αθανασιάδης (Δημοσιογράφος)
πηγή: taxidiaris.blogspot.com



Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Domna » Τρί Σεπ 04, 2012 6:42 pm

Η συγκλονιστική μαρτυρία ενός τούρκου που έγινε Χριστιανός
21 Φεβρουαρίου, 2011 — VatopaidiFriend

Εικόνα

Πολύτιμοι εν Κυρίω αδελφοί μου, “χαίρετε”!

Κατάφερα τελικά να μαζέψω το κουράγιο μου και, παίρνοντας θάρρος από τα αδέλφια μου του φόρουμ, αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας την “περιπέτειά” μου στον δρόμο της πίστης. Ελπίζω ο αγώνας μου να είναι ενθαρρυντικός και για τους αδελφούς που έχουμε την ίδια πίστη.

Η εν Χριστώ Ζωή μου άρχισε πριν από 6 χρόνια, αδέλφια μου. Προέρχομαι από μουσουλμανική οικογένεια και ζω σε μια συνοικία, όπου βιώνονται έντονα οι επιδράσεις του κοινωνικού περίγυρου και της γειτονιάς. Δυστυχώς στα νιάτα μου άρχισα κι εγώ να σκέφτομαι σαν τους ανθρώπους του περιβάλλοντός μου. Όμως ένιωθα πάντα μέσα μου κάτι ανικανοποίητο, κάποιο κενό. Επιστρέφοντας από το στρατιωτικό η κατάστασή μου επιβαρύνθηκε. Εκτελούσα τα καθήκοντα της (τότε) θρησκείας μου, αλλά δεν έβρισκα εσωτερική ανάπαυση. Επίσης, άρχισα να πληγώνω τους ανθρώπους και, ειδικότερα, εκείνη η εσωτερική μου κατάσταση έφερε το γάμο μου λίγο πριν το διαζύγιο. Είχα αρχίσει να αναζητώ την ευτυχία όχι μέσα στο σπιτικό μου αλλά σε άλλα περιβάλλοντα.

Δεν μπορώ να ξεχάσω ότι την περίοδο του ραμαζανιού (νηστείας) αποφάσισα να επικοινωνήσω με τον Θεό διά της προσευχής. Τον παρακάλεσα να μου δείξει τον σωστό δρόμο, επειδή έκανα κακό στους γύρω μου και τον εαυτό μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το βράδυ, που ήταν το σημείο επιστροφής μου στη Ζωή. Είδα τον Κύριο Ιησού στο όνειρό μου, που πολεμούσε για μένα εναντίον του διαβόλου, σε ένα πεδίο μάχης. Μαζί Του βγήκα νικητής, αλλά το παράξενο ήταν πως αποκάλεσα τον Ιησού Χριστό “Κύριο”. Όταν ξύπνησα και αξιολόγησα την κατάσταση, αναστατώθηκα… Επί μία εβδομάδα έβλεπα το όνειρο αυτό, το είδα 3-4 φορές.

Με τη βοήθεια ενός φίλου μου, βρήκα μια Καινή Διαθήκη. Όταν την πρωτοδιάβασα, δεν κατάλαβα τίποτα. Ήρθα σε επαφή με μια εκκλησία που υπήρχε στη γειτονιά μου. Οι αδελφοί εκεί με βοήθησαν κι εξακολουθούν να βοηθούν στην πνευματική μου πρόοδο. Ξανάρχισα την ανάγνωση της Καινής Διαθήκης. Αδελφοί μου, αυτή τη φορά με φώτισε το Άγιο Πνεύμα. Σιγά-σιγά άρχισα να νιώθω ανάπαυση στην ψυχή μου. Αποδέχτηκα ότι ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ και κατάλαβα ότι είμαι κι εγώ παιδί του ΘΕΟΥ.

Ο δρόμος μου όμως ήταν γεμάτος δυσκολίες. Οι οικείοι μου παρατήρησαν τις αλλαγές μου και δεν με αποδέχτηκαν. Ακόμα και η σύζυγός μου δεν δέχεται πάντα τις αλλαγές μου και, σε μια στιγμή, έφτασε να με αποκαλέσει έτσι: “Ο ΔΑΙΜΟΝΑΣ ΜΕ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ”…

Επιθυμώ και οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μου να γνωρίσουν τον Κύριο και να γίνουν δικοί Του. Μάλιστα, αδέλφια μου, παρά το γεγονός ότι η ζωή μου εν Χριστώ είναι γεμάτη δυσκολίες, εξακολουθώ να βαδίζω τον δρόμο του ΚΥΡΙΟΥ ΜΑΣ. Περνάμε από τη στενή και τεθλιμμένη οδό. Προσεύχομαι να σωθούν κι αυτοί που δεν έχουν βάλει ακόμα στη ζωή τους τον Κύριο. Θα σας παρακαλέσω, επίσης, να προσευχηθείτε, για να αγγίξει ο Κύριος τις ψυχές της κόρης μου και της γυναίκας μου.

Εύχομαι το 2009 να φέρει σε όλους τους πιστούς αδελφούς μου ανάπαυση, ευτυχία και ευλογία. Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΣ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ.

(Μετάφραση από τουρκικό χριστιανικό φόρουμ)

Πηγή: vatopaidi.wordpress.com



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Σεπ 04, 2012 6:42 pm

Ένα διαμάντι από τη χαμένη πατρίδα
3 Μαρτίου, 2011 — VatopaidiFriend

Εικόνα
Πρόσφυγες εγκαταλείπουν την Τραπεζούντα. Έργο του Δημήτριου Βλάχου

Η θεία Κερέκη, πρώτη εξαδέρφη του πατέρα μου, όταν πληροφορήθηκε ότι θα πάω στην Τραπεζούντα, μου έστειλε ένα γράμμα από την Αλεξανδρούπολη, με την παράκληση να βρω το σπίτι της σε μία συνοικία έξω από την πόλη προς τα Πλάτανα.
 Η θεία Κερέκη είχε ένα μωρό τον Κωστή, που της το άρπαξαν βίαια οι Τούρκοι, όταν έδιωχναν τον ελληνικό πληθυσμό από την Τραπεζούντα το 1922. Το δεξί της χέρι ήταν κουλό από το χτύπημα του υποκόπανου στην προσπάθειά της να κρατήσει το παιδί. Η θεία Κερέκη ποτέ δεν ξέχασε τον Κωστή της. Η φωτογραφία του μωρού ήταν φυλαγμένη στο εικονοστάσι μαζί με τα εικονίσματα και το κρεμαστό καντήλι, που είχε φέρει από την πατρίδα. Το παιδί είχε μια χαρακτηριστική ουλή στη δεξιά πλευρά του μετώπου, που έγινε στη γέννα με τα πρωτόγονα μέσα της εποχής και των περιστάσεων.

Στο γράμμα της με παρακαλούσε να ψάξω στο τζάκι του σπιτιού. Σε μια τρύπα, καλυμμένη με τούβλο και σοβά, είχε κρύψει φεύγοντας ένα κουτί με τα χρυσαφικά της και το χρυσό σταυρό του Κωστή. Να άφηνα τα χρυσαφικά, ήθελε μόνο το χρυσό σταυρό του μωρού. Δύσκολη αποστολή.
 Με τη βοήθεια του διαγράμματος της θείας και αγωνία ανακατεμένη με φόβο βρήκα το σπίτι, δεν ήταν δύσκολο. Από μακριά φάνηκε η ελληνική κλασσική αρχιτεκτονική των αρχών του αιώνα με τα σφωνητά κλειδιά στα γείσα των παραθύρων, τη σφυρήλατη πόρτα με τους ωραίους ανάγλυφους καράβολους, τα μπαλκόνια με τις ωραίες σιδεριές και τα καλλιτεχνικά φουρούσια.

Το σπίτι διατηρούνται σε καλή κατάσταση. Χτύπησα την πόρτα με το ρόπτρο. Μου άνοιξε μια γυναίκα. Της εξήγησα ποιος είμαι και ότι ήθελα να δω το σπίτι. Η συνεννόηση ήταν δύσκολη. Κατάλαβα όμως ότι δεν μπορούσε να με δεχτεί, γιατί έλειπε ο άνδρας της στη δουλειά και θα γύριζε το απόγευμα.

Πράγματι το απόγευμα ξαναπήγα στο σπίτι. Ένας εύσωμος άνδρας με υποδέχτηκε. Παρόλη την ηλικία του, γύρω στα 71, ήταν γεροδεμένος με γαλανά λαμπερά μάτια και κόκκινα χείλια. Μετά τις σχετικές ευχαριστίες στα αγγλικά, του έδειξα τη φωτογραφία του μωρού και τους είπα την επιθυμία της θείας Κερέκης. Με κοίταξε βαθιά στα μάτια. Του εξήγησα την ιστορία με το θαμμένο κουτί και ότι επιθυμία της θείας μου είναι να αφήσω όλα τα χρυσαφικά και να πάρω μόνο το χρυσό σταυρό, γιατί ήταν ο βαφτιστικός σταυρός του χαμένου Κωστή της. Η ματιά του εξακολουθούσε να με τρυπάει βαθιά στα μάτια.
 “Εντάξει είπε, θα προσπαθήσω να δω τι μπορώ να κάνω. Περάστε αύριο την ίδια ώρα”.

Σχετικά χαρούμενος, που η αποστολή μου πήγαινε καλά, γύρισα την επόμενη μέρα στο σπίτι. Με περίμενε στο διάδρομο. Η γυναίκα του έλειπε. 
”Πάρτε το κουτί, μου είπε, και δώστε το στη θεία σας”. 
Άνοιξα το παλιό κουτί με συγκίνηση. Μέσα ήταν μερικά χρυσά σκουλαρίκια, ένα περιδέραιο, βραχιόλια, φλουριά από αυτά που έραβαν οι Πόντιες στα γιορτινά φορέματά τους και μερικές χρυσές λίρες. 
”Το σταυρουλάκι του Κωστή δεν βρέθηκε;” ρώτησα.
”Να το σταυρουλάκι, μου απαντά”, και έβγαλε από την τσέπη του ένα χρυσό σταυρό με αλυσίδα. Στο πίσω μέρος έγραφε “Κωνσταντίνος 1921″.
 “Πάρτε όλα τα χρυσαφικά μου είπε, αλλά το σταυρουλάκι θα το κρατήσω εγώ”.
”Μα πως, μήπως είστε κρυπτοχριστιανός;” ρώτησα δειλά. 
”Όχι ακριβώς”, απάντησε κατεβάζοντας το βλέμμα του, “αλλά… εγώ είμαι ο Κωστής…”
Άφωνοι σκύψαμε και φιληθήκαμε…, σαν δυο ξαδέρφια. Η ουλή φαινόταν καθαρά στη δεξιά πλευρά του μετώπου του. Με παρακάλεσε η ιστορία αυτή να μείνει μεταξύ μας. Αλλιώτικα θα κινδύνευε η καριέρα των δύο παιδιών του, που ήταν μόνιμοι αξιωματικοί του τουρκικού στρατού αλλά και η δική του θέση, ως διευθυντού του τελωνείου, επέμεινε… “δεν έχει πια κανένα νόημα…”

Έφυγα χωρίς να πάρω τίποτα. Το κουτί και το περιεχόμενό του ανήκε σ’ αυτόν. 
Όταν γύρισα στην Αθήνα σκεπτόμουν πώς θα παρουσιάσω στη θεία Κερέκη την εμπειρία μου. Ευτυχώς ο Θεός έλυσε με το δικό του τρόπο το πρόβλημα. Η θεία Κερέκη είχε πεθάνει πριν από 10 ημέρες. Δεν είχα καμιά άλλη επαφή με τον Κωστή, “δεν είχε πια κανένα νόημα”.

Πηγή: vatopaidi.wordpress.com


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Zenon
Δημοσιεύσεις: 113
Εγγραφή: Τετ Αύγ 01, 2012 3:07 pm

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Zenon » Τρί Σεπ 04, 2012 6:43 pm

Πώς οι Τούρκοι ασπάζονται την Ορθοδοξία!
20 Σεπτεμβρίου, 2011

Εικόνα

Του Αλεξανδρου Μασσαβετα

Συναντιόμασταν κάθε χρόνο σε μία από τις ελληνικές ενορίες στο Νιχώρι του Βοσπόρου (Γενίκιοϊ), στην ακολουθία της Αναστάσεως, σαν να είχαμε δώσει ραντεβού. Νόμιζα πως ήταν δύο ακόμη ανάμεσα στους πολυάριθμους Τούρκους που προσέρχονται στην ακολουθία από περιέργεια για τα έθιμα του Ελληνορθόδοξου Πάσχα, είτε για να συνεορτάσουν με χριστιανούς φίλους, σε ένα εκκλησίασμα πολυεθνές και πολύθρησκο. Κομψοί, μορφωμένοι, πολυταξιδεμένοι, το ζεύγος Αχμέτ και Νετζλά Οζγκιουνες ανήκουν στους χιλιάδες Τούρκους που επέλεξαν, τα τελευταία χρόνια, να αλλάξουν θρησκεία, και στους ελάχιστους που δεν κρατούν την επιλογή τους αυτή κρυφή. Θέλησαν να μιλήσουν στην «Κ» για την εσωτερική αναζήτηση που τους οδήγησε στην Ορθοδοξία και για το τι σημαίνει να είσαι Τούρκος και χριστιανός, λίγους μήνες πριν μετοικήσουν στο εξωτερικό.
— Αρθρα στον τουρκικό Τύπο που αναφέρονταν στις πρόσφατες βαπτίσεις μουσουλμάνων υποστήριζαν ότι οι περισσότεροι έχουν ελληνική ή αρμενική καταγωγή, και άρα «επιστρέφουν στις ρίζες τους». Αποτέλεσε για εσάς κάποια τέτοια καταγωγή λόγο που σας ώθησε στον χριστιανισμό;
Αχμέτ: Η καταγωγή έπαιξε ρόλο σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά αυτό σίγουρα δεν ισχύει για μας. Εγώ προσωπικά γεννήθηκα στην Καππαδοκία, κάποιοι πρόγονοί μου κατάγονται από τον Καύκασο. Οσο γνωρίζω, στην οικογένειά μας δεν υπήρχαν χριστιανοί. Η προσχώρησή μου στην Ορθοδοξία ήταν αποτέλεσμα προσωπικής αναζήτησης.
Νετζλά: Η μητέρα μου κατάγεται από την Καβάλα και ο πατέρας μου από τον Πόντο. Στην οικογένειά μου κάποιοι μιλούν ρωμαίικα (την τοπική ελληνική διάλεκτο που μιλούν οι εξισλαμισθέντες). Ωστόσο το να αφήσω το Ισλάμ και να καταλήξω στην Ορθοδοξία ήταν προσωπική επιλογή άσχετη με όποια καταγωγή.
Το «ρωμαίικο έθνος»
— Ιστορικά η ταυτότητα του Τούρκου έχει συνδεθεί τόσο στενά με το Ισλάμ, ώστε πολλοί Τούρκοι δεν μπορούν να δεχθούν πώς μπορεί κανείς να είναι Τούρκος και μη μουσουλμάνος. Εσείς πώς αισθάνεστε;
Ν.: Είναι αλήθεια ότι πολύς κόσμος δεν σε θεωρεί «Τούρκο» εάν ανήκεις σε άλλη θρησκεία, ιδίως αν είσαι χριστιανός ή εβραίος. Νομίζει πως δεν ανήκεις απλώς σε διαφορετική θρησκεία, αλλά και σε διαφορετική εθνότητα.
Α.: Αυτό οφείλεται σε λόγους ιστορικούς. Αποτελεί οθωμανική παράδοση ο διαχωρισμός σε εθνότητες (μιλλέτ) με βάση τη θρησκεία. Για παράδειγμα, όλοι οι ορθόδοξοι αποτελούσαν το «ορθόδοξο έθνος» και η διοίκηση δεν έδιδε σημασία στην εθνική τους καταγωγή, π.χ. αν ήταν Βούλγαροι, Σέρβοι ή Ελληνες. Στην Καππαδοκία, απ’ όπου κατάγομαι, αυτό που διαχώριζε τους κατοίκους σε Ρωμιούς και Τούρκους ήταν η θρησκεία. Οι ορθόδοξοι της περιοχής του Ταλάς, της ιδιαίτερης πατρίδας μου, μιλούσαν την τουρκική ως μητρική γλώσσα και τελούσαν ακόμη και τη θεία λειτουργία στην τουρκική. Αυτό που τους ενέτασσε στο «ρωμαίικο έθνος» ήταν η υπαγωγή τους στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η ιστορία όμως των Τούρκων παρέχει και άλλα, διαφορετικά παραδείγματα. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας τουρκικά φύλα ασπάσθηκαν τον χριστιανισμό σε όλη την έκταση της τουρκικής διασποράς. Υπάρχουν Τούρκοι χριστιανοί στην Κεντρική Ασία, οι ορθόδοξοι Γκαγκαούζοι στη Ρουμανία, αλλά και χιλιάδες Τούρκοι της Τουρκίας που έχουν ασπασθεί τον χριστιανισμό. Το ότι είναι χριστιανοί, δεν σημαίνει ότι δεν είναι και Τούρκοι. Και εγώ, λοιπόν, είμαι χριστιανός αλλά 100% Τούρκος, και έχω ως μητρική την τουρκική γλώσσα.
Εξάλλου, ο διαχωρισμός σε εθνότητες με βάση τη θρησκεία είναι πια ξεπερασμένος. Ο κόσμος ακόμη σαστίζει με το γεγονός ότι ένας Τούρκος είναι χριστιανός, αλλά γίνεται σιγά σιγά πιο εύκολα αποδεκτό.
— Με τι ασχολείστε επαγγελματικά;
Ν.: Εχω σπουδάσει διαιτολόγος και παρέχω εθελοντική εργασία.
Α.: Διετέλεσα διευθυντής μεγάλων κρατικών μονοπωλίων και έζησα κάποια χρόνια στις ΗΠΑ. Αργότερα εργάστηκα ως επιχειρηματίας στο Βέλγιο.
Η διαδρομή προς την Ορθοδοξία
— Αχμέτ Μπέη, η απόφασή σας να προσχωρήσετε στον Χριστιανισμό χρονολογείται από την εποχή που ζήσατε σε χριστιανικές χώρες λόγω της καριέρας σας;
Οχι, το έδαφος είχε προετοιμασθεί πολύ νωρίτερα. Δυστυχώς στην Τουρκία ο χριστιανισμός παρουσιάζεται ως κάτι που έρχεται «απ’ έξω». Αυτό είναι λάθος γιατί η Ορθοδοξία αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της περιοχής. Αυτό φαίνεται και από τα προνόμια που έδωσε ο Μωάμεθ ο Πορθητής στο Πατριαρχείο. Από παιδιά έχουμε μια προϊδέαση για τον χριστιανισμό, μέσα από το πρίσμα του Ισλάμ. Πολλοί μουσουλμάνοι αισθάνονται μεγάλο σεβασμό για τους χριστιανούς, σεβασμό που επιβάλλει το ίδιο το Κοράνι, καθώς δέχεται τον Ιησού ως προφήτη. Οι μουσουλμάνοι γενικά τρέφουν σεβασμό και για την Παναγία. Εχετε συναντήσει, φαντάζομαι, τα πλήθη θρησκευόμενων μουσουλμάνων που συρρέουν στις ρωμαίικες εκκλησίες της Πόλης για να προσκυνήσουν τους αγίους και να τους ζητήσουν κάποια χάρη ή βοήθεια. Στην Τουρκία, είμαστε από νωρίς έτοιμοι να δεχθούμε τα μηνύματα του χριστιανισμού.
Αν υπάρχουν κάποια προβλήματα, αυτά οφείλονται στην εκπαίδευση που δέχονται και οι δύο πλευρές και στην άγνοια. Για παράδειγμα, πολλοί μουσουλμάνοι δεν καταλαβαίνουν την έννοια της Αγίας Τριάδας και νομίζουν ότι λατρεύουμε τρεις θεούς, ότι ο χριστιανισμός είναι θρησκεία πολυθεϊστική. Δεν το λέω αυτό επικριτικά, απλά το επισημαίνω ως ένδειξη παραπληροφόρησης. Δεν νομιμοποιούμαι να ασκήσω καμία κριτική στο Ισλάμ, μια θρησκεία την οποία έχω εγκαταλείψει.
— Και η δική σας αναζήτηση, Νετζλά Χανούμ, ξεκίνησε και αυτή στην Τουρκία;
— Ναι, όταν ήμουν στο Πανεπιστήμιο. Η οικογένειά μου ήταν σχετικά θρήσκοι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τηρούσαν κατά γράμμα όλες τις επιταγές του Ισλάμ. Αυτοπροσδιορίζονταν ως μουσουλμάνοι, το ίδιο κι εγώ, ώσπου άρχισα να απομακρύνομαι από το Ισλάμ όταν φοιτούσα στην Αγκυρα. Οι γονείς μου μας είχαν αφήσει αρκετά ελεύθερους στο ζήτημα της θρησκείας. Αφήνοντας το Ισλάμ, αισθάνθηκα ένα κενό το οποίο έπρεπε να γεμίσω. Διάβασα, έψαξα μόνη μου. Αρχισε μία διαδρομή που με οδήγησε στην Ορθοδοξία.
— Η πορεία σας προς την Ορθοδοξία είναι συνεπώς αποτέλεσμα «ντόπιων» εμπειριών, χωρίς επιρροή από το εξωτερικό…
Α.: Η οποιαδήποτε επιρροή από τον χριστιανισμό στην Αμερική και την Ευρώπη μόνο αρνητική θα μπορούσε να είναι. Δεν αισθανόμουν καθόλου άνετα με τους εκεί χριστιανούς. Με απωθούσαν από τον χριστιανισμό, γιατί τον έχουν μετατρέψει σε ψυχοθεραπεία. Πηγαίνουν την Κυριακή στην εκκλησία για να χαλαρώσουν. Αλλά η θρησκεία στοχεύει να γεμίσει κάποιο άλλο κενό. Στην Ευρώπη, ο χριστιανισμός έχει μετατραπεί σε πανηγύρι εκκαθαρισμένο από θρησκευτικές αναφορές. Ας πάρουμε τα Χριστούγεννα ως παράδειγμα: πολύς κόσμος δεν εύχεται πια «Καλά Χριστούγεννα», αλλά «Καλές γιορτές». Στην Ευρώπη, ο κόσμος έχει μια πολύ επιφανειακή σχέση με τον χριστιανισμό. Δεν έχουν γνώση του μηνύματος και της πνευματικότητάς του.
— Οι Χριστιανοί εδώ πώς διαφέρουν από τους Ευρωπαίους;
Ν.: Είμαστε πολύ πιο κοντά στην ουσία και την παράδοση του χριστιανισμού.
Α.: Είμαστε πολύ πιο πιστοί.
Ν.: Εμείς οι δύο τουλάχιστον τηρούμε όσα επιτάσσει η θρησκεία μας. Πηγαίνουμε στην εκκλησία κάθε Κυριακή και διαβάζουμε τις Γραφές για κάποια ώρα μαζί κάθε βράδυ. Και προσευχόμαστε.
— Διατηρείτε σχέσεις με την εδώ ρωμαίικη κοινότητα;
Α.: Διατηρούμε στενές σχέσεις, καθώς τους συναντούμε κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Η ρωμαίικη κοινότητα περιλαμβάνει πολύ συμπαθητικά άτομα και έχουμε δημιουργήσει φιλίες. Καθένας έχει και κάτι να μας δώσει. Οι λειτουργίες γίνονται εκ περιτροπής σε κάποια εκκλησία. Πηγαίνουμε συχνά στις εκκλησίες στο Νιχώρι. Ο Λάκης Βίγκας, πρόεδρος της κοινότητας, βάζει τη Νετζλά να διαβάζει το Πάτερ Ημών στα τουρκικά.
Ν.: Ναι, το διαβάζω για τους τουρκόφωνους πιστούς (γέλια).
— Θα πρέπει να δυσκολεύεστε με την ακολουθία να είναι όλη στα ελληνικά.
Α.: Προετοιμαζόμαστε από το σπίτι για την κάθε Ακολουθία, ώστε να μπορούμε να παρακολουθήσουμε. Εχουμε δίγλωσση έκδοση της Αγίας Γραφής, ώστε να ακολουθούμε και το τουρκικό κείμενο. Είναι σημαντικό να καταλαβαίνει κανείς, να συμμετέχει…
— Η τραυματική εμπειρία της αποστασίας του Παπα-Ευθύμ από το Πατριαρχείο και της ίδρυσης της «Τουρκοορθόδοξης εκκλησίας» τη δεκαετία του 1920 δυσκολεύει ίσως ακόμη την εισδοχή της τουρκικής στις ελληνικές ενορίες της Πόλης, κάτι που έχει ήδη γίνει στα άλλα δόγματα…
Α.: Ναι, σίγουρα… Ελπίζω ότι με το πέρασμα του χρόνου θα υπάρξει και λειτουργία στα τουρκικά στην ορθόδοξη εκκλησία. Σήμερα μόνο το Πιστεύω διαβάζεται και στα τουρκικά. Πρέπει και το ζήτημα με τον Παπα-Ευθύμ να επιλυθεί· δεν είναι δυνατό να υπάρχουν εχθρικές μεταξύ τους εκκλησίες… Ολοι οι ορθόδοξοι πρέπει να υπαγόμαστε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.Σεβάστηκαν την επιθυμία μας
— Είχατε καθόλου αρνητικές αντιδράσεις από τον κοινωνικό σας περίγυρο σχετικά με την αλλαγή θρησκείας; Τρέφετε ανησυχίες;
Α.: Καμία αρνητική αντίδραση δεν είχα, ούτε και μπορώ να πω ότι ανησυχώ.
Ν.: Αρνητική αντίδραση δεν είχα. Η οικογένειά μου εκδήλωσε έκπληξη, αλλά σεβάστηκε την επιλογή μου.
— Εκτιμάτε ότι θα ακολουθήσουν πολλοί στην Τουρκία το παράδειγμά σας, στεφόμενοι στον χριστιανισμό;
Α. και Ν.: Ναι, πολλοί.
— Μέχρι σήμερα, όμως, λίγοι έχουν βαπτισθεί…
Ν.: Γεγονός είναι ότι αυτοί που έχουν βαπτισθεί είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσους το «φανερώνουν». Φοβούνται τις αντιδράσεις του κοινωνικού τους περίγυρου. Είναι χριστιανοί στα κρυφά.
Α.: Ναι, φόβος υπάρχει. Αλλά αυτό πρέπει να αλλάξει, όπως και η στάση της κονωνίας έναντι σε όσους αλλάζουν θρήσκευμα. Πάντως η Ορθόδοξη Εκκλησία εδώ δεν ασκεί κανένα προσηλυτισμό. Σε αντίθεση, μάλιστα, θέτει σε μεγάλη δοκιμασία όσους θέλουν να αλλάξουν θρησκεία. Πρέπει να περάσεις μακρά κατήχηση και ελέγχεται η ειλικρίνεια της θέλησής σου.
— Το να ενταχθείτε στην Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν λοιπόν δύσκολο;
Ν.: Πήρε χρόνο, αλλά το θέλαμε πολύ.
Λάθος η υποβάθμιση του Πατριαρχείου
— Νομίζετε ότι η αναγνώριση από το κράτος και η προβολή του οικουμενικού χαρακτήρα του Πατριαρχείου θα ήταν προς όφελος της Τουρκίας;
Α.: Σαφέστατα. Κατά τη γνώμη μου το Πατριαρχείο είναι ένας θεσμός μέσω του οποίου μπορεί να επέλθει μια προσέγγιση μεταξύ των Τούρκων και των Ορθοδόξων, ζωτικής σημασίας για την Τουρκία. Σε μια Τουρκία που επιθυμεί να ενταχθεί στην Ε.Ε., ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο φέρνοντας τη χώρα κοντύτερα στην Ευρώπη είναι πολύ σημαντικός. Εξάλλου, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η πλέον κατάλληλη για τον διάλογο μεταξύ των θρησκειών, καθώς οι πιστοί της έζησαν πλάι πλάι στους μουσουλμάνους για αιώνες. Δεν λέω ότι αυτή η συμβίωση ήταν πάντα ειρηνική και φιλική, αλλά τουλάχιστον δημιούργησε γέφυρες επικοινωνίας. Δεν καταλαβαίνω πώς είναι δυνατόν κάποιοι στη χώρα μας να θέλουν να υποβαθμίσουν τον ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Εκπλήσσομαι και θλίβομαι.
Το ζήτημα της αναγνώρισης της οικουμενικότητάς του είναι πολύ πιο σημαντικό για τη χώρα μας από ό,τι για την Ελλάδα ή τη Ρωσία, για παράδειγμα. Εάν η κυβέρνηση προωθούσε ενεργά τον ρόλο του Πατριαρχείου μας ως κέντρου της Ορθοδοξίας, θα αναβαθμιζόταν ο διεθνής ρόλος της Τουρκίας στον πνευματικό τομέα. Ορισμένοι εθνικιστικοί κύκλοι στην Αθήνα δεν επιθυμούν να έχει σημαντικό ρόλο το Πατριαρχείο, επειδή βρίσκεται στην Τουρκία. Η δε Ρωσία επιθυμεί να αναγνωριστεί η Μόσχα, αντί της Πόλης, ως κέντρο των ορθοδόξων. Δυστυχώς, είναι πολλοί αυτοί που υπονομεύουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
— Εχετε θορυβηθεί από τις επιθέσεις κατά χριστιανών, όπως η δολοφονία του ιερέα Σαντόρο στην Τραπεζούντα και η σφαγή των χριστιανών στη Μαλάτεια; Ποιοι νομίζετε ότι βρίσκονται πίσω τους;
Α.: Δεν νομίζω ότι παρόμοιο γεγονός θα μπορούσε να λάβει χώρα στην Πόλη. Στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., η Τουρκία αλλάζει θεαματικά. Οι Τούρκοι γίνονται ολοένα και πιο ανοικτοί και ανεκτικοί. Αλλά στις αλλαγές αυτές είναι επόμενο να αντιδρούν κάποια ακραία στοιχεία. Η παρανοϊκή αντίσταση στην πρόοδο συναντιέται σε ακραίους κύκλους παντού. Πρόκειται για σκοτεινές δυνάμεις οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με το κράτος. Είναι περιθωριακοί.

Πηγή: http://fdathanasiou.files.wordpress.com



Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Domna » Τρί Σεπ 04, 2012 6:44 pm

Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία (βίντεο)




Άβαταρ μέλους
mark
Δημοσιεύσεις: 118
Εγγραφή: Παρ Αύγ 03, 2012 7:15 pm
Τοποθεσία: Μαρία, Κοζάνη

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό mark » Τρί Σεπ 04, 2012 6:44 pm

Βιβλίο με τις περισσότερες πωλήσεις στην Τουρκία το Ευαγγέλιο.
Παρασκευή, 06 Ιούλιος 2012 - desk agioritikovima.gr

Εικόνα

Με κομμένη κυριολεκτικά ανάσα παρακολούθησε το κοινό τη διάλεξη του Δημοσιογράφου Νίκου Χειλαδάκη, που έγινε στο Δήμο Θέρμης και μεταδόθηκε από τον Τηλεοπτικό Σταθμό 4Ε της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, σχετικά με την Ορθοδοξία στη σημερινή Τουρκία.

Ο Δημοσιογράφος, με πολυετή έρευνα, με απολύτως τεκμηριωμένα στοιχεία, πολλά εκ των οποίων δημοσιεύματα του ίδιου του Τουρκικού Τύπου, ακόμα και με βίντεο από εκπομπές της τουρκικής τηλεόρασης, αποκάλυψε μια άλλη, εντελώς άγνωστη και θαμμένη πλευρά της πραγματικότητας στη σημερινή Τουρκία, κατά την οποία δεκάδες, εκατοντάδες βαφτίζονται φανερά πλέον Χριστιανοί Ορθόδοξοι, χιλιάδες είναι εκείνοι που... μεταβαίνουν στα Ορθόδοξα προσκυνήματα, Εκκλησιές και Αγιάσματα, ενώ επιφανείς Τούρκοι παρακολουθούν με δέος τη Θεία Λειτουργία!

Ο Νίκος Χειλαδάκης, ανέφερε πάμπολλες, συγκεκριμένες και επώνυμες περιπτώσεις μουσουλμάνων που ζήτησαν να βαφτιστούν Χριστιανοί, ενώ παρουσίασε τα αποκαλυπτικά στοιχεία έρευνας τουρκικής εφημερίδας, που καταγράφει μόνο τα τελευταία τρία χρόνια στην Τουρκία τον εξωφρενικό αριθμό των 8.000.000 πωλήσεων Αγίων Γραφών, στην τουρκική γλώσσα!!! (σ.σ. πράγμα που δείχνει πως είναι πραγματικά πολλά εκατομμύρια οι Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία, ενώ σύμφωνα με τις Προφητείες του Αγίου Κοσμά για το «1/3 των Τούρκων που θα γίνουν Χριστιανοί» και με βάση το σημερινό πληθυσμό, φαίνεται πως πρόκειται για περίπου 15 με 20 εκατομμύρια ψυχές!!!)

Πηγή: http://www.agioritikovima.gr/diethni/77 ... o-me-tis-p



Άβαταρ μέλους
Domna
Δημοσιεύσεις: 340
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 6:36 pm

Re: Κρυπτοχριστιανοί στην Τουρκία.

Δημοσίευσηαπό Domna » Τρί Σεπ 04, 2012 6:45 pm

Η κόρη του Χότζα. Μία Πραγματική ιστορία με κρυπτοχριστιανούς
9 Ιουλίου, 2012 — vatopaidifriend4

Εικόνα

(Η ιστορία δημοσιεύεται για πρώτη φορά στο διαδίκτυο).

Όλη τη μέρα γύριζε ανάμεσα στα δεμένα καράβια. Κατέβαινε στο λιμάνι κι έφευγε το μεσημέρι. Πάλι τ’ απόγιομα για να αποτραβηχτεί το δειλινό. Την άλλη μέρα πάλι το ίδιο. Μόνο σαν είχε κάποια δουλειά ή τις ώρες που ήταν στο τζαμί έλειπε απ’ την προκυμαία. Τον υπόλοιπο καιρό ήταν συνεπής στο δρομολόγιό του.

«Τι θέλεις χότζα στο λιμάνι;» Τον ρώτησε κάποιος.

«Μιλώ με τα καράβια», αποκρίθηκε. «Φέρνουν μηνύματα απ’ όλο τον ντουνιά».

Ήταν και μέρες που δεν φαινότανε καθόλου. Τότε όλοι καταλάβαιναν. Ο χότζας είναι άρρωστος. Κάτι έλειπε απ’ το λιμάνι της Τραπεζούντας.

Οι κινήσεις του κάθε φορά ήταν οι ίδιες. Είχαν μια στερεότυπη επανάληψη. Στην αρχή κοιτούσε από μακριά όλα τα πλοία. Λες κι ήθελε να τα χωρέσει όλα η ματιά του. Ύστερα, σκυφτός, με τα χέρια πίσω, σεργιάνιζε απ’ τη μια άκρη ίσαμε την άλλη. Σε κάθε πλεούμενο στεκότανε προς στιγμή, σαν να το καλημέριζε. Μετά προχωρούσε στο άλλο. Αν σε κάποιο δούλευε το τσούρμο, φόρτωνε, ξεφόρτωνε, μερεμέτιζε, έμενε πιο πολύ παρατηρώντας την κάθε εργασία. Οι ντόπιοι τον ήξεραν και δεν τους πείραζε. Οι άλλοι έδειχναν την ενόχλησή τους. μερικοί, οι πιο νευρικοί, τον έδιωχναν. Τότε κατέβαζε το κεφάλι και για πολλή ώρα ήταν φαρμακωμένος. Εκείνες τις στιγμές μέτραγε τους φίλους του, που άρχιζαν τ’ αστεία για να τον κάνουν να ξεχάσει. Να του πάρουν την πίκρα.

Τους ναυτικούς τους γνώριζε με τα μικρά τους ονόματα. Ακόμη πιο πολύ γνώριζε τις έγνοιες και τα βάσανά τους. Καθώς περιδιάβαζε στο μελίσσι του λιμανιού, σταματούσε εκεί που είχε χτυπήσει ο πόνος.

«Τι κάνει Μεχμέτ το παιδί σου;» ρωτούσε.

«Ψήνεται χότζα».

«Πως ξημερώθηκε;»

«Χάλια».

«Να το πας στο γιατρό. Με τα γιατροσόφια δεν κάνεις τίποτα».

«Αχ χότζα! Θέλει παράδες. Που να τους βρω;»

«Έλα στο σπίτι να τα πούμε».

«Θα έρθω». Μια αχτίδα ελπίδας άρχιζε να φαίνεται.

Άλλον τον φώναζε κοντά. Να μην ακούσουν οι γύρω.

«Πως τα βολεύεις;»

«Κάτι γίνεται χότζα μου. Δόξα στον Αλλάχ».

«Όσκελντιν. Σε σκεφτόμουν ψες βράδυ. Σ’ είχα έγνοια».

«Φχαριστώ χότζα μου». Γλυκαινότανε η καρδιά του που κάποιος τον είχε έγνοια.

Τους ξένους δεν αργούσε να τους γνωρίσει. Συνήθως δίχως δυσκολία. Ήταν όμως και μερικοί που, όχι μόνο δεν απαντούσαν στα καλωσορίσματα του, μα έδειχναν τον κακό χαρακτήρα τους. Άλλοι πάλι τον σιχτίριζαν μόλις τον έβλεπαν απρόσκλητο στο καράβι τους. Πάλι το φαρμάκι ανέβαινε στο στόμα του.

Ήταν πρωί, κοντά στις δέκα, όταν μπήκε στο λιμάνι το τρικάταρτο μπρίκι με την ελληνική σημαία. Ο χότζας έκανε τον καθημερινό του περίπατο κι όλα γύρω είχαν πάρει τη συνηθισμένη όψη τους. τα πληρώματα ήταν στις δουλειές τους. Οι πραματευτάδες συζητούσαν με τους καπεταναίους και τους ατζέντηδες. Οι βαστάζοι μεταφέρανε, τα εμπορεύματα και πιο κει οι ξέμπαρκοι έψαχναν για δουλειά. Το ελληνικό καράβι πλησίασε στο μώλο κι άρχισε τις μανούβρες για να δέσει. Απ’ τη γέφυρα ακουγόταν ο καπετάνιος να δίνει όρντινα ανάμεσα σε βρυχηθμούς και βλαστήμιες κι έξω οι εργάτες αγωνίζονταν να περάσουν τους κάβους στις δέστρες. Ο χότζας, γιομάτος χαρά, καθόταν πιο πέρα. Δεν χόρταινε να βλέπει τους ναυτικούς και γελούσε σαν μικρό παιδί με τα διάφορα απρόοπτα. Πίσω του τα πειραχτήρια του λιμανιού, δείχνοντας κοροϊδευτικά, ξεσήκωσαν τις κινήσεις και τα γέλια του.

Όταν πια έδεσε το καράβι βγήκε ο καπετάνιος και πήγε να παρουσιασθεί στο λιμενάρχη, τον «λιμάν ρεΐση». Μαζί του κι ο γραμματικός με τα πασαπόρτια και τα έγγραφα του καραβιού. Πέρασαν δίπλα του. Τους κοίταξε καλά και τους χαιρέτησε:

«Καλώς μας ήρθατε! Καλώς μας ήρθατε! Είχατε καλό ταξίδι;»

Ούτε που έκαναν τον κόπο να τον κοιτάξουν.

Μέχρι να γυρίσουν, κανείς απ’ το πλήρωμα δεν μπορούσε να βγει στη στεριά. Δυο – τρείς μάζευαν τις σαλαμάστρες κι οι λοιποί, ακουμπισμένοι στην κουπαστή, περιεργάζονταν τον έξω κόσμο. Του φάνηκαν σαν παραπονεμένα παιδιά, τιμωρημένα απ’ το γονιό τους σε περιορισμό. Πήγε κοντά κι άρχισε να τους μιλάει, όπως έκανε και σ’ άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. «Καλώς τα παιδιά». «Πως ήταν το ταξείδι;» «Τι καλά μας φέρατε;»

Κανείς τους δεν απάντησε. Έδειχναν να μην καταλαβαίνουν τη γλώσσα του. συνέχισε όμως να ρωτά, ώσπου κάποιος ναύτης έβαλε τη φωνή:

«Κωνσταντή. Κόπιασε να δεις τι θέλει τούτος δω!»

Ο Κωνσταντής ξεπρόβαλε στο κατάστρωμα. Τον κοίταζε ερευνητικά και μετά πλησίασε στην κουπαστή.

«Θες τίποτα;» τον ρώτησε στα τούρκικα.

«Καλώς ήρθατε. Πως ήταν το ταξίδι; Καλό;» ρώτησε, χαμογελώντας.

Ο άλλος τον κοίταξε ξαφνιασμένος. «Που ξεφύτρωσε τούτος;» αναρωτήθηκε.

«Αχ καημένε» του απάντησε. «Μακριά από το σπίτι σου πουθενά δεν είναι καλά».

Αυτό ήταν. Βρήκε κάπου να κρατηθεί. Πλησίασε ακόμη λίγο κι άρχισε τις ερωτήσεις. Πόσα χρόνια ταξιδεύεις; Έχεις οικογένεια; Μάνα; Πατέρα; Ήξερε να κάνει τον άλλο ν’ ανοίγεται.

Πέρασε η ώρα κι ο χότζας δεν έλεγε να ξεκολλήσει. Μετά τον Κωνσταντή ήταν η σειρά του καπετάν Θανάση. Μπήκε στην κουβέντα και το τζόβενο ο Λευτεράκης, παιδί αμούστακο, που νοσταλγούσε τη μάνα του. Για όλους είχε έναν καλό λόγο. Ένα βάλσαμο.

Κοντά στο μεσημέρι γύρισαν ο καπετάνιος κι ο γραμματικός. Μαζί τους ήταν κι ο βαρδιάνος, ο επιστάτης ο καραντίναζης, ο αρμόδιος για την καραντίνα, να ψάξει να δει όλο το καράβι και το πλήρωμα, μήπως φέρνουν καμιά αρρώστεια. Αν ναι, θα τόστελνε μακριά για ν’ αποφύγει ο τόπος τις επιδημίες. Όμως όλα πήγανε καλά, κι ήρθε η σειρά του τελώνη, του γιουρμπουρλή. Νευρικός, όπως πάντα, βλοσυρός, ανέβηκε να φορολογήσει το φορτίο. Μια διαδικασία που μπορούσε να κρατήσει από λίγα λεπτά, ίσαμε δυο και τρείς ώρες. Ανάλογα πόσο κουβαρντάς ήταν ο καπετάνιος. «Έπεσε το πεσκέσι» σκέφτηκε ο χότζας. Δεν πρόκαμαν ν’ ανέβουν κι ο τελώνης έβγαινε χαρούμενος. Στάθηκε λίγο στη σκάλα, σήκωσε το χέρι και χαιρέτησε όλο το πλήρωμα. Μετά, όταν πάτησε στη στεριά στράφηκε στο χότζα.

«Καλημέρα χότζα μου» του φώναξε κεφάτος. «Τι κάνουν στο σπίτι;»

Χωρίς να περιμένει απάντηση προχώρησε γελώντας. Ο άλλος τον παρακολουθούσε μέχρι ν’ απομακρυνθεί. Μετά πλησίασε πάλι το καράβι.

«Τι μας φέρατε εφέντη ’μ;» ρώτησε τον Κωνσταντή.

«Λάδι χότζα μου, ελιές και σαπούνι απ’ την Κρήτη» του αποκρίθηκε εκείνος.

«Κατάλαβα» έκανε με νόημα.

Έτσι εξηγείται η χαρά του γιουμπρουλή. Φέτος η ντόπια παραγωγή δεν πήγε καλά κι υπάρχει έλλειψη. Θα πληρώθηκε. Λοιπόν, γερά για να βγει το εμπόρευμα. Πλούσιο θάναι και το πεσκέσι που θα πάει σπίτι του. Τόσον καιρό που γυρόφερνε στο λιμάνι είχε μάθει πως γίνεται ο τελωνειακός έλεγχος.

Είχε περάσει η ώρα όταν πήρε το δρόμο για το μαχαλά του. Ήταν χαρούμενος και σιγοψιθύριζε ένα σκοπό. Μια δύναμη τούδινε φτερά στα πόδια και βάδιζε στον ανήφορο καμαρωτός. Λίγοι διαβάτες, που τον συναπάντησαν, τον κοίταζαν με περιέργεια. Τους χαιρέτησε κεφάτος και συνέχισε το δρόμο του. Πριν περάσει το Μεγάλο Κάστρο, που έστεκε βιγλάτορας σ’ ολάκερη την πόλη, γύρισε κι αγνάντευε στο λιμάνι. Το βλέμμα του στάθηκε κατά κει, όπου ήταν το νιοφερμένο καράβι. Ένοιωσε ένα κομμάτι της καρδιάς του να έχε μείνει σ’ αυτό. Θα γύριζε τ’ απόγιομα να τ’ ανταμώσει.

Το ξένο καράβι έμεινε στην Τραπεζούντα πολλές μέρες. Οι έμποροι, μόλις μαθεύτηκε τι φορτίο είχε, έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον. Πήγαν και ζήτησαν όλο το εμπόρευμα. Ο καπετάνιος, όμως, κράτησε πενήντα σακιά σαπούνι και δέκα βαρέλια ελιές. Προτιμούσε, λέει, να τα πουλήσει μόνος του, να πιάσει καλύτερη τιμή. Έτσι κάθε πρωί ξεκίναγε μαζί με το γραμματικό, έπαιρνε ο καθένας δυο – τρείς απ’ το τσούρμο, για βαστάζους, κι άρχιζαν να γράφουν χιλιόμετρα μέσα στους μαχαλάδες. Το βράδυ γύριζαν με τις τσέπες να φουσκώνουν απ’ τους παράδες.

Τετάρτη, μέρα αγοράς. Το λιμάνι έγινε το κέντρο του κόσμου. Ένα πλήθος απίθανων συνδυασμών περιφερότανε από τη μιαν άκρη ίσα με την άλλη. Τούρκοι, χριστιανοί, εβραίοι σπρώχνονταν, φώναζαν, παζάρευαν. Ανάμεσά τους καμήλες, φορτωμένες με ό, τι μπορεί να φανταστεί κανείς, προχωρούσαν τεμπέλικα ή γονάτιζαν εκτοπίζοντας όσους είχαν την τύχη να βρεθούν γύρω τους. Πιο κει βουβάλια, σέρνοντας παραγεμισμένους αραμπάδες, περνούσαν μέσα στο πλήθος, έσπρωχναν πατούσαν, έριχναν τους πάγκους με τις πραμάτιες. Στη στιγμή άρχιζε ο καβγάς. Την ώρα αυτή περίμεναν και τα χαμίνια του λιμανιού να κάνουν τις δικές τους προμήθειες. Γύρω τους κυκλοφορούσαν αδιάφοροι, νυσταγμένοι, οι νιζάμηδες με τις μπλε στολές και τις άσπρες σταυρωτές ζώνες. Οι άνθρωποι του πασά με τα κόκκινα χιτώνια. Κι οι τουρκάλες τυλιγμένες στ’ άσπρα. Με επιμέλεια έκρυβαν όλο το σώμα τους έκτος απ’ τα γιομάτα σαγήνη μάτια.

Ο καπετάνιος σκέφτηκε να εκμεταλλευτεί την περίσταση. Έβγαλε, γρήγορα, τα βαρέλια και τα σακιά που τούχαν απομείνει, ενώ ο γραμματικός, με το πλήρωμα, ξελαριγγιάζονταν μέσα στο πανδαιμόνιο:

«Κιρίτ σαπουνιού, κιρίτ σαπουνιού».

Μετά, αφού είδε πως η δουλειά πήγαινε καλά, πήρε κι αυτός ένα καλάθι με σαπούνι και στάθηκε στην άλλη μεριά της αποβάθρας. Σε λίγη ώρα το καλάθι κόντευε ν’ αδειάσει. Κάποια στιγμή, κι ενώ μέτραγε τα χρήματα που του έδωσαν δυο τουρκάλες, είδε το χότζα να τον παρακολουθεί. «Πάλι αυτός;» σκέφτηκε. Μετά, σαν έφυγαν οι πελάτισσες, τον είδε να πλησιάζει, να παίρνει ένα σαπούνι, να το κοιτάζει καλά και να το μυρίζει.

«Τα θέλω όλα παιδί μου» του λέει. «Θα μου τα φέρεις στο σπίτι;»

Άστραφτε το πρόσωπο του καπετάνιου. Αναπάντεχο το ξεπούλημα! Δεύτερη κουβέντα, δεν περίμενε.

«Μετά χαράς» απάντησε, κι αμέσως ζαλώθηκε το καλάθι.

Μπροστά ο χότζας πίσω ο ξένος ναυτικός, πήραν το Ουζούκ σοκάκ, το δρόμο για το Κάστρο. Πέρασαν το μεγάλο χείμαρο, τον Κουργκούν, και μπήκαν στο Ίτς Καλέ, τον τουρκομαχαλά. Μόλις διάβηκαν την καστρόπορτα φάνηκε δεξιά το Ορτά Χισάρ, το τζάμι που πριν τους Τούρκους ήταν εκκλησιά βυζαντινή. Παναγία η Χρυσοκέφαλος.

Εκεί στάθηκαν λίγο να ξαποστάσουν κι ύστερα συνέχισαν το δρόμο τους. Έστριψαν μια – δυο φορές κι έφτασαν στη μεγάλη πόρτα. Ο χότζας την άνοιξε και πέρασαν σε μια αυλή γεμάτη λουλούδια και δέντρα. Σ’ έναν ανθισμένο κήπο. Ο τούρκος προχώρησε στο βάθος, προς το σπίτι, κι ο καπετάνιος στάθηκε κει μπροστά περιμένοντας να πάρουν το σαπούνι. Καθώς αργούσαν κάθισε σ’ ένα πεζούλι να ξαποστάσει. Η ζέστη ειχ’ αρχίσει για τα καλά κι είχε ιδρώσει στην ανηφόρα. Άναψε τσιγάρο και γυρόφερνε τα μάτια του. Μπροστά του ένας φαρδύς διάδρομος οδηγούσε στο σπίτι, στο βάθος της αυλής. Δεξιά κι αριστερά δυο μικρότεροι, έφερναν στις πλευρές του κήπου. Στη μια άνθιζε κάθε λογής λουλούδι, ενώ στον τοίχο ο κισσός ανέβαινε ανάλαφρος, υφαίνοντας ένα καταπράσινο χαλί. Στην άλλη απλώνονταν σε παράταξη, τα φρουτόδεντρα με τα κλαδιά κατάφορτα, γυρμένα στο έδαφος. Βερυκοκιές, κερασιές, αχλαδιές προετοίμαζαν της απόδοση της κυοφορίας τους.

Την ώρα που παρατηρούσε τις μέλισσες να ερωτοτροπούν στ’ άνθη, είδε το χότζα να βγαίνει απ’ το σπίτι και να του κάνει νόημα να πλησιάσει πιο κοντά. Σηκώθηκε, έτοιμος να παραδώσει το εμπόρευμα, να πληρωθεί και να γυρίσει στο καράβι του. δεν είχε σκοπό να μπει πιο μέσα. Στο τουρκόσπιτο. Ας ερχόταν αυτός εκεί έξω. Ο άλλος, σαν να κατάλαβε τους δισταγμούς του, πήγε τελικά στο μέρος του. Τον έπιασε φιλικά απ’ το μπράτσο και του μίλησε, χαμηλόφωνα, στα ελληνικά:

«Πάρε παιδί μου το καλάθι σου κι έλα μέσα».

Τον κοίταξε ακίνητος, ξαφνιασμένος. Σαν να μη πίστευε στ’ αυτιά του. Σταμάτησε το μυαλό του και προς στιγμή αναρωτήθηκε αν άκουσε καλά. Πραγματικά μίλησε ο χότζας ή κάποια άγνωστη φωνή, στο υποσυνείδητό του;

«Έλα παιδί μου. Πάμε μέσα».

Ο χότζας συνέχιζε να του μιλάει ελληνικά.

Μηχανικά πήρε το καλάθι και προχώρησε προς το σπίτι. Στην πόρτα στάθηκε. Ήξερε πως δεν επιτρέπεται σ’ ένα χριστιανό να μπει σε σπίτι τούρκου. Σαν να κατάλαβε κάτι ο συνοδός του, τον ακούμπησε στην πλάτη και του είπε ευγενικά:

«Έλα παιδί μου, βρίσκεσαι σε σπίτι χριστιανικό! Μη σε ξεγελάει το εξωτερικό μας».

Μπήκαν σ’ ένα καθιστικό, όπου βασίλευε η τάξη, αντάμα με την καθαριότητα. Στους τοίχους όμορφες, πολύχρωμες πάντες, παρίσταναν ναυμαχίες και ήρωες. Γύρω χαμηλά μιντέρια, με φουσκωτά μαξιλάρια και στη μέση ένας σοφράς καλυμμένος με βελούδινο, βυσινί, τραπεζομάντιλο. Το πάτωμα σκεπασμένο, μ’ ένα μεγάλο περσικό χαλί, που έκανε το πόδι να βυθίζεται ηδονικά στην απαλότητά τους.

«Είσαι σε σπίτι χριστιανικό» επανέλαβε ο χότζας κι ένα χαμόγελο άστραψε στο πρόσωπό του.

Ήταν το ίδιο χαμόγελο που είδε εκείνο το πρωινό, όταν έφτασε στην Τραπεζούντα. Ήταν το ίδιο χαμόγελο που έβλεπε κάθε πρωί στην προβλήτα, απέναντι απ’ το καράβι του. «Ο άνθρωπος αυτός ξέρει να σε σκλαβώνει», σκέφτηκε.

«Φαινόμαστε μουσουλμάνοι, μα είμαστε χριστιανοί» συνέχισε ο χότζας. «Έχεις ακούσει για τους κλωστούς, τους κρυπτοχριστιανούς; Έ; Δεν έχεις;» ρώτησε.

Έγνεψε καταφατικά. Κάτι είχε ακούσει, μα που θυμόταν λεπτομέρειες! Ήταν κι αυτό σαν όλα όσ’ ακούμε κάθε μέρα. Ελάχιστα απ’ αυτά γράφονται στη θύμησή μας. Τα πιο πολλά περνούν σα εικόνες, σαν κάτι το φευγαλέο, το άπιαστο. Όταν άκουσε κάποιον να μιλά για τους κλωστούς, ούτε που περίμενε να τους συναντήσει. Γι’ αυτό, ακούγοντας το χότζα, νόμισε πως ξεπέρασε τα όρια της πραγματικότητας.

«Πριν χρόνια γιέ μου» συνέχισε ο γέρος κρυφοχριστιανός «οι παππούδες μας αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν θρησκεία για να ζήσουν. Άλλαξαν όμως, μόνο εξωτερικά.

Κρυφά, μέσα στην καρδιά τους, έμειναν χριστιανοί. Όλοι τους πίστευαν για μουσουλμάνους, μα δεν ήταν. Τη νύχτα ξαναγινόντουσαν χριστιανοί. αμοίφθηκαν με πολλά πλούτη, με τιμές, με αξιώματα. Έχτισαν μέγαρα ζηλευτά. Όμως στα υπόγεια των αρχοντικών τους, έκαναν κρυφές εκκλησιές. Άλλαξε την πίστη του κι ο παπάς τους. Η εκκλησιά τους γίνηκε τζαμί, περάσαμε πριν και της είδαμε, κι αυτός χότζας. Στα κρυφά, όμως, έμεινε χριστιανός και με την άδεια του δεσπότη, παπάς. Κι η παράδοση συνεχίζεται ίσαμε τώρα. Απ’ αυτή τη φαμίλια κρατώ κι εγώ».

Ο καπετάνιος άκουγε απορημένος. Πολλά ερωτήματα τριβέλιζαν το μυαλό του. Άρθρωσε μόνο ένα:

«Οι Τούρκοι, πως δεν σας ανακάλυψαν τόσα χρόνια;»

«Έχει φυλάξει ο Θεός! Χρόνια τώρα ρίχνει στάχτη στα μάτια τους. Αν και γνωρίζουν την ύπαρξή μας, δεν έχουν πιάσει κανένα. Παλιότερα, λένε πως κάποιον ανακάλυψαν και του έκαναν μεγάλα βασανιστήρια. Μαρτύρησε για το Χριστό. Από τότε προσέχουμε. Είναι ένας αγώνας που τον μαθαίνουμε από παιδιά».

Μιλούσε ακόμη ο γέροντας, όταν άνοιξε η πόρτα και φάνηκε μια νέα κοπέλα, που κρατούσε ένα δίσκο με καφέ, γλυκό και νερό. Πίσω της ερχόταν μια μεσόκοπη. Τον καλημέρισαν στα ελληνικά. Ο χότζας έκανε τις συστάσεις –« Η γυναίκα μου κι η θυγατέρα μου»- και συνέχισε τις ιστορίες από τη ζωή τους. Εκείνες ακούμπησαν το δίσκο στο χαμηλό σοφρά και κάθισαν μαζί τους. Χωρίς να το επιδιώξει, τα μάτια του καρφώθηκαν στο όμορφο πρόσωπο της κοπέλας. Κι όσο προσπαθούσε να κοιτάξει αλλού τόσο μια δύναμη τραβούσε το βλέμμα του πάνω της.

«Έτσι παιδί μου πορευτήκαμε τόσα χρόνια». Ο χότζας τέλειωνε τη διήγηση. «Από δω και πέρα τι θα γίνει, μόνο ο Θεός ξέρει».

«Και κάνετε λειτουργίες εδώ, στο σπίτι;» ρώτησε.

Ο γέροντας σηκώθηκε.

«Σου φαίνεται απίστευτο;» το είπε. «Έλα μαζί μου».

Τον κοίταξε χωρίς να κουνήσει απ’ τη θέση του. Η πρόσκληση, για κάτι το άγνωστο, του έφερνε αμηχανία. Κάποια φωνή μέσα του τον συγκρατούσε, τον έκανε δισταχτικό. Ο γέροντας, σαν να κατάλαβε τους φόβους του, είπε πάλι: «Έλα παιδί μου, έλα. Θα σου δείξω το καλύτερο στολίδι μας».

Χωρίς να το καταλάβει είχε σηκωθεί απ’ το κάθισμά του. Απέναντί του το χαμογελαστό πρόσωπο είχε γίνει ένας μαγνήτης, που τον τραβούσε χωρίς να μπορεί ν’ αντισταθεί. Πέρασαν στο διπλανό δωμάτιο, μια σάλα ευρύχωρη, σχεδόν χωρίς έπιπλα. Το πάτωμα ήταν σκεπασμένο μ’ ένα μεγάλο πολύχρωμο χαλί, που έπιανε από τη μια μεριά ως της άλλη. Έσκυψε ο γέροντας κι άρχισε να το μαζεύει. Καθώς το δίπλωνε σιγά – σιγά, εμφανιζόταν το ξύλινο πάτωμα και μετά, εκεί στη μέση μια καταπακτή. Την άνοιξε και του έκανε νόημα να κατεβούν τη μικρή ξύλινη σκάλα. Ήταν πια αργά ν’ αρνηθεί. Θα έπαιζε το ρόλο του ίσαμε το τέλος Ο δισταγμός του είχε μεταβληθεί σε περιέργεια!

Η ξύλινη σκάλα έφερνε σ’ ένα σκοτεινό κελάρι. Στάθηκε λίγο, μέχρι να συνηθίσουν τα μάτια του. Γρήγορα άρχιζε να ξεχωρίζει τα πράγματα, που ήταν στιβαγμένα εκεί κι ο χότζας τον έπιανε απ’ το χέρι και τον οδηγούσε ανάμεσά τους. Έφτασαν στον απέναντι τοίχο και τώρα πια μπορούσε να δει ξεκάθαρα μια χαμηλή πόρτα. Ο άλλος την άνοιξε και φάνηκε αυτό, που πριν είχε ονομάσει «καλύτερο στολίδι». Μια μικρή εκκλησία!

Κοίταζε, άφωνος, χωρίς να περνά μέσα. Δεν ήταν καν βέβαιος αν ζει στην πραγματικότητα ή σε όνειρο. Μπροστά του είχε μια κανονική εκκλησιά, μ’ αναμμένο το ακοίμητο καντήλι στον Εσταυρωμένο. Ο γέροντας τον πήρε απ’ το χέρι. Πέρασαν τη χαμηλή πόρτα. Έκανε το σταυρό του κι’ απ’ το καντήλι πήρε φως κι άναψε τα κεριά, στο μοναδικό μανουάλι. Το ιλαρό φως, καθώς ζωντάνευε, πλημμύριζε το μικρό χώρο κι άρχιζαν να ξεχωρίζουν το τέμπλο, οι εικόνες, η Άγια Τράπεζα. Έπειτα φόρεσε ένα πετραχείλι και στάθηκε να τον κοιτάζει απ’ την Ωραία Πύλη.

«Καλώς ήλθες, στην εκκλησία μας παιδί μου» του είπε. Και πρόσθεσε:

«Χριστόδουλος ιερεύς, αμαρτωλός».

Χωρίς πολλή σκέψη, σαν να τον ωθούσε μια αόρατη δύναμη, έσκυψε και του φίλησε το χέρι. Ξαφνικά είχε αλλάξει τόπο. Είχε μεταφερθεί στην πατρίδα του. Στην εκκλησιά του χωριού του.

Σε λίγο καθισμένοι σε δυο σκαμνιά, μπροστά στην εικόνα του Χριστού, τα έλεγαν σαν δυο παλιοί γνώριμοι. Μιλούσαν γρήγορα. Να προλάβουν να πουν πιο πολλά. Πέρασε μια, πέρασαν δυο ώρες κι όμως ήταν σαν να μην είχαν πει σχεδόν τίποτα. Σειρά του καπετάνιου να εξαγορευτεί. Να πει για τον τόπο του, τη φαμίλια του, τη θάλασσα που είχε σκλαβώσει την καρδιά του. Όλο έλεγε να την παρατήσει και κάθε ταξείδι θα ήταν και το τελευταίο. Μα όσο σχεδίαζε τη ζωή του στη στεριά, τόσο εκείνη τον έδενε πιο γερά στα φουστάνια της. Του ήρθαν βολικά οι δουλειές κι αγόρασε με τον αδερφό του το μπρίκι, που είναι στο λιμάνι. Βρήκαν και τσούρμο καλό, απ’ την πατρίδα τους, την Κρήτη, κι ανοίχτηκαν να καταχτήσουν τα πέλαγα. Ο πατέρας παλιός θαλασσόλυκος, ξαναζούσε τους δικούς του καημούς: «Μανωλιό πιάσ’ τον τράγο απ’ τα κέρατα! Μη σκιάζεσαι». Η μάνα έκλαιγε τη μοίρα της: «Μου πήρε τον άντρα μου παίρνει και τα παιδιά μου. Γιατί Παναγιά μου;» Κι οι αδερφές καμώνονταν τις λυπημένες, μα υπολόγιζαν και στα προικιά, που θάφερναν τ’ αγόρια «να τα έχει καλά η Παναγιά και να τα φυλάγει ο Άη Νικόλας».

«Γυναίκα δεν έχει;» ρώτησε ο κρυφοπαπάς.

Όχι. Ούτε και τ’ αδέρφι του. Γι’ αυτό ξεχνιούνται στα πέλαγα. Όπου βρουν ναύλο, όχι δεν λένε. Απ’ τον Περαία μπορεί να πάνε στη Βεγγάζη κι απ’ εκεί στην Πόλη. Τούτη τη φορά βρέθηκαν στο νησί τους. Εκεί αγόρασαν λάδι και σαπούνι κι ήρθαν εδώ, που έχει έλλειψη. Μετά, θα δουν για πού θα σαλπάρουν. Περιπλάνηση μέσα στα κύματα. Να ποια είναι η ζωή τους!

«Και πως δεν φρόντισες να κάνεις οικογένεια;» ξαναρώτησε ο παπάς.

«Δεν έτυχε».

«Δεν θέλησες;»

«Θέλησα, μα δεν έτυχε. Αυτά είναι τυχερά. Άλλος τα κανονίζει».

«Αυτός ο άλλος που σ’ έφερε στα μέρη μας, στα έχει κανονισμένα».

«Τι λες παπά; Προξενιό μου ετοιμάζεις;» Πανέξυπνος ο Μανωλιός, μπήκε αμέσως στο νόημα.

«Θα σου πω τον καημό μου γιέ μου, και συ κρίνεις!»

Τα δυο μάτια, που τον κοίταγαν, είχαν αρχίσει να βουρκώνουν.

«Η κόρη μου. Το βάσανό μου. Όταν γεννήθηκε όλες οι Μοίρες τη στόλισαν με του κόσμου τις χάρες. Έγινε η πιο όμορφη στο μαχαλά μας, η πιο φρόνιμη, η πιο νοικοκυρά. Όλοι τη ζητούν. Τα πιο άξια παληκάρια μας στέλνουν προξενιές. Μα πώς να την παντρέψω, χριστιανή να πάρει Τούρκο; Πως μπορώ να στείλω το κορίτσι μου στην απώλεια; Να πάρει χριστιανό, εδώ στον τόπο μας, είναι αδύνατο. Το ίδιο κι απ’ τα γύρω χωριά. Όσο να το κάνεις, είμαστε γνωστοί! Και θες το χειρότερο; Το παιδί μου κοντεύει να μαραζώσει. Βλέπει τον καιρό να περνά κι όλο κλείνεται στην κάμαρή του. Κάποτε – κάποτε μου ρίχνει ένα θλιμμένο βλέμμα, που μου μαχαιρώνει την καρδιά. Αχ αυτό το βλέμμα. Τι πόνος είναι για το γονιό. Μια μέρα κατέβηκα εδώ στην εκκλησιά ν’ ανάψω τα καντήλια και το βρήκα να κλαίει, εκεί μπροστά στην Παναγιά. Κατάλαβα. Κάτι έπρεπε να κάνω. Μίλησα με την κυρά μου. Το δίχως άλλο έπρεπε να βρούμε λύση. Σκεφτήκαμε να ψάξουμε για χριστιανό ξενομερίτη, άγνωστο στον τόπο μας. Αλλά που έπρεπε να τον γυρέψουμε; Όταν ζεις την κρυφή ζωή, μερικά πράγματα σου είναι δύσκολα. Και επικίνδυνα. Ένα βράδυ, την ώρα που διάβαζα τ’ απόδειπνο μου σφηνώθηκε μια ιδέα. Να κατεβώ στο λιμάνι. Ναι, στο λιμάνι. Εκεί θα βρω τη λύση. Κατάλαβα. Η ξαφνική ιδέα ήταν απ’ το Θεό. Αυτός θα με οδηγούσε. Έτσι απ’ το άλλο πρωί άρχισα να σεργιανίζω στο μώλο. Πρωί κι απόγιομα. Έκανα τάχα πως χαζεύω τα καράβια, με την ελπίδα πως κάποιο μήνυμα θα μου στείλει ο Θεός. Και δεν άργησε. Το μήνυμα είσαι συ παιδί μου Μανωλιό! Θες να σώσεις μια ψυχή;»

Όσο μιλούσε ο γέρο – παπάς, έμενε με κατεβασμένο το κεφάλι. Μια φωνή μέσα του, μια ισχυρή παρόρμηση, του έλεγε να σηκωθεί, να φύγει. Όχι. Αυτό θα ήτανε κάτι το απάνθρωπο, το τιποτένιο. Θα τον άκουγε ως το τέλος και μετά θα αρνιόταν. Θα του εξηγούσε πως δεν είναι για παντριές και τα τέτοια. Θα του έκοβε τη συζήτηση, να μην τρέφει ψεύτικες ελπίδες. Μια επιτέλους! Τι του ζητάει; Να γίνει ήρωας; Όχι, όχι, δεν το μπορεί. Ένας απλός ναυτικός είναι με ανθρώπινα μέτρα.

Με την τελευταία λέξη του παπά, θέλησε να δώσει τη απάντησή του, μα αυτός τον εμπόδισε.

«Όχι τώρα Μανωλιό μου. Όχι τώρα. Θα σ’ αφήσω μόνο, εδώ στην εικόνα του Χριστού. Συλλογίσου καλά κι ύστερα απάντησέ μου», του είπε κι αμέσως έφυγε απ’ την εκκλησιά.

Τον τύλιξε μια απέραντη μοναξιά. «Να η ευκαιρία. Φύγε». Η φωνή. Όχι, θα ήταν δειλία. Καλύτερα να περιμένει ίσαμε να γυρίσει ο παπάς να του μιλήσει χωρίς περιστροφές, ν’ αρνηθεί, να τελειώνει. Τόσα χρόνια πολλοί προσπάθησαν να τον δέσουν με μια γυναίκα. Η μάνα του, οι θειάδες του, οι προξενήτρες. Αντιστάθηκε γενναία και τα κατάφερε. Τώρα θα τον νικήσει τούτος ο παπάς; Αποκλείεται. Έχασε, λένε, καλές τύχες. Κουραφέξαλα. Η τύχη του είναι καλά κι όχι το πηγάδι. Βρέ αδελφέ, επιτέλους! Δεν ήρθε εδώ, τόσο μακριά απ’ το σπίτι του, για γαμπρός! Σαπούνι και λάδι έφερε τίποτ’ άλλος! Καταλαβαίνει τον καημό του, μα τι να του κάνει; Στο κάτω της γραφής είναι αμέτοχος στα σχέδια και τις φαντασιώσεις τους. καταλαβαίνει την αγωνία του. Ψάχνει να βρει χριστιανό ξενομερίτη, για τη θυγατέρα του. Να μην πέσει σε Τούρκο. Αλλά γιατί αυτόν; Ας περιμένει, μπορεί να βρεθεί άλλος, καλύτερος, να φέρει το μήνυμα του Θεού. Άκου τι του είπε! «Το μήνυμα είσαι συ»! Αν ήθελε ο Θεός να μιλήσει αυτόν θα εύρισκε; Τόσοι υπάρχουν στον ντουνιά. Τίποτα! Άντε να γυρίσει ο παπάς να τελειώνει.

Πάνω στην ώρα ακούστηκαν βήματα στην ξύλινη σκάλα. «Έρχεται να πάρει την απάντηση» σκέφτηκε κι αισθάνθηκε ένα σφίξιμο στα σωθικά του. Πως θα του μιλήσει χωρίς να τον πληγώσει; Τόση ώρα το μυαλό του έτρεχε αλλού και δεν στρώθηκε να βρει τα κατάλληλα λόγια. Έστρεψε το βλέμμα του στη χαμηλή πόρτα της κρυφής εκκλησιάς. Θέλησε να έχει τον πρώτο λόγο.

«Κόπιασε γέροντα. Είμαι έτοιμος» μίλησε προτού τον δει.

Όχι μόνο δεν πήρε απάντηση, μα σταμάτησε και κάθε θόρυβος από δίπλα. «Σαν τι να έπαθε», αναρωτήθηκε κι έκανε να σηκωθεί να δει καλύτερα. Τότε φάνηκε να ξεπροβάλλει το κορίτσι. Κρατούσε ένα δίσκο με καφέ κι είχε σκυμμένο το κεφάλι.

«Ο πατέρα σ’ άφησε μόνο. Θες καφέ;» ψέλλισε με συστολή.

Το μισοσκόταδο της εκκλησιάς έδινε μια ονειρική ομορφιά στο πρόσωπό της. Πλησίασε και με κινήσεις όλο χάρη απόθεσε το δίσκο κοντά του. Μόνος, τώρα χωρίς την παρουσία του πατέρα, μπορούσε να μελετήσει το πλάσμα που ετοιμάσανε να εισβάλει στη ζωή του. εκείνη, σαν να ενοχλήθηκε, έκανε να φύγει, να κρυφτεί απ’ την ερευνητική ματιά. Στα πρώτα της βήματα αισθάνθηκε ένα χέρι να σφίγγει τα σωθικά του. Μια παρόρμηση, μια δυνατή επιθυμία του κίνησε τα χείλη. Αργότερα, ούτε που θυμότανε τι είπε. Ίσως κάτι σαν «κάτσε κοντά μου» ή «μείνε λίγο».

Γύρισε και τον κοίταξε. Το βλέμμα της ζωηρό τον σημάδευε ίσα στο πρόσωπο. Έτσι ακίνητη έμοιαζε με θεά!

«Θα μείνω» απάντησε.

Κι έμεινε!

Όλος ο κόσμος μαζεύτηκε στο μικρό κρυφό εκκλησάκι. Ο χρόνος έπαψε να κυλά. Απέναντί του η ζωή τον κοιτούσε κατάματα. Το μυαλό του σταμάτησε τις περιπλανήσεις απ’ το παρελθόν ίσα με το άγνωστο μέλλον. Γευόταν το σήμερα!

Κανείς, δεν έμαθε ποτέ, τι είπαν τις ώρες που έμειναν μόνοι!

Περασμένο μεσημέρι αποφάσισε ο γέρο – παπάς να κατεβεί στην εκκλησιά. Βρήκε τους δυο να μιλούν πιασμένοι απ’ το χέρι. Στα πρόσωπά τους έλαμπε η ευτυχία. Στάθηκε λίγο στην είσοδο και τους καμάρωνε ενώ άρχισαν τα μάτια του να υγραίνονται. Έκανε ένα βήμα και πέρασε μέσα. Τον άκουσαν. Πρώτα το κορίτσι που πετάχτηκε όρθιο και τον κοίταζε ντροπιασμένο. Μετά κι ο Μανωλιός. Μια μικρή σιωπή κι ύστερα ακούστηκε η απάντηση, που περίμενε ο παπάς:

«Πατέρα».

Λέξη με νόημα!

«Πατέρα, θέλω να τα πούμε».

«Έχουμε καιρό παιδί μου. Έχουμε καιρό» απάντησε ο γέροντας την ώρα που τον έσφιγγε στην αγκαλιά του.

Τα μάτια του άρχισαν να ραίνουν τον κόσμο και το στήθος του να τραντάζεται απ’ τη συγκίνηση. Ξαφνικά, σαν κάτι να τον τίναξε, πετάχτηκε, τράβηξε τη βελούδινη κουρτίνα, που έκλεινε την Ωραία Πύλη και βρέθηκε μπροστά στην Άγια Τράπεζα. Έμεινε λίγο ακίνητος με σκυμμένο το κεφάλι, σαν σε προσευχή, κι ύστερα σωριάστηκε στα γόνατα. Ακούμπησε μ’ ευλάβεια στο μάρμαρο κι άφησε τους λυγμούς να ταράξουν το κορμί του. ύστερα σηκώθηκε αγκάλιασε και τους δυο κι έτσι ενωμένους μαζί του τους πήγε στην κυρά του, να τους δει να κλάψει κι αυτή απ’ τη χαρά της.

Πέρασαν μέρες. Ο καπετάνιος βρήκε κι άλλες αφορμές να πάει στο σπίτι της κοπέλας. Έμενε μόνος μαζί της κι ονειροπολούσε για το μέλλον τους.

Έμαθε πολλά για τη διπλή ζωή τους κι αφουγκράσθηκε την ανάσα τόσων μαρτυρικών προγόνων τους. Μεγάλη η απορία του: Πως κράτησαν τόσα χρόνια!

Μια μέρα πήγε στο ελληνικό προξενείο να θεωρήσει τα χαρτιά του καραβιού. Βρήκε τον πρόξενο και του μίλησε για το αναπάντεχο προξενιό. Μαζί πήγαν και στον Έλληνα μητροπολίτη. Εκείνος, πάλι, δεν έκρυψε τη χαρά του, σαν άκουσε το νέο.

«Γνώριζα, παιδί μου, το δράμα του παπά – Χριστόδουλου» του είπε. «Δυστυχώς ήμουν ανήμπορος να τον βοηθήσω. Χαίρουμαι που η Πρόνοια του Θεού έστειλε εσένα να δώσεις τη λύση».

Νάτο πάλι. Η λύση!

Μετά από δυο μέρες οι άδειες ήταν έτοιμες. Το ίδιο βράδυ έγινε κι ο γάμος στη μικρή εκκλησιά. Γύρω από το νέο ζευγάρι άστραφταν τα πρόσωπα της μάνας και των δυο μικρών αδελφών του κοριτσιού. Κουμπάρος ο Γιωργής, ο αδελφός του γαμπρού. Εκείνη τη νύχτα η συγκίνηση κι η χαρά έπαιζαν κρυφτό στο σπίτι.

Κανείς απ’ το τσούρμο του καραβιού ούτε που υποψιάστηκε την περιπέτεια του καπετάνιου. Ούτε τους είπαν τίποτα οι συχνές επισκέψεις του στον τουρκομαχαλά. Εξάλλου ποιος ευκαιρούσε για τέτοια. Μόνο σαν απόσωσαν τα εμπορεύματα και δεν έβλεπαν να σαλπάρουν, κάποιοι άρχισαν ν’ απορούν για την καθυστέρηση.

«Ψάχνει για ναύλο ο καπετάνιος», απάντησε ο λοστρόμος, που ούτε κι αυτός ήξερε τίποτα.

Έτσι, ανέμελοι, γυρόφερναν στα καπηλιά κι ούτε που νοιάζονταν για το φευγιό τους. Ώσπου τους μάζωξε, ένα δειλινό, ο Γιώργης.

«Τα ξημερώματα κάνουμε πανιά» τους είπε. «Να είστε έτοιμοι».

Στη στιγμή μια ξαφνική ζωντάνια ξύπνησε τα νωθρά κορμιά τους. Μάζεψαν τα υπάρχοντά τους κι άρχισαν να σενιάρουν το καράβι για το ταξίδι. Το βράδυ βγήκαν για λίγο, ν’ αποχαιρετήσουν τις εφήμερες παρέες του λιμανιού και νωρίς ήταν στις θέσεις τους. Το μελίσσι γύρισε στην κυψέλη.

Είχαν περάσει τα μεσάνυχτα και το λιμάνι είχε βυθιστεί στο βαθύτερό του ύπνο. Η ασέληνη νύχτα έδενε μορφές ξωτικών στ’ άλμπουρα κι ο ανάλαφρος ήχος, απ’ την αέναη κίνηση της θάλασσας, δεν ήταν ικανός να ταράξει την απέραντη ησυχία. Αν κάποιες πυγολαμπίδες δεν αναβόσβηναν – σημάδι πως οι ναύτες της νυχτερινής βάρδιας παρηγορούσαν τη μοναξιά τους μ’ ένα τσιγάρο – θα νόμιζε κανείς, πως στο πιο ζωντανό κομμάτι της πόλης, δεν υπήρχε ζωή.

Πιο νωρίς απ’ όλα τα καράβια ησύχασε απόψε το ελληνικό τρικάταρτο μπρίκι. Άλλες βραδιές, οι εύθυμοι ναύτες του, έφευγαν με φωνές και γύριζαν, μια κι ο βάκχος είχε παραλύσει τα πόδια τους. Οι ίδιοι απόψε είχαν αποτραβηχτεί νωρίς, υπάκουοι στις εντολές του καπετάνιου. Μόνος ξύπνιος ο βαρδιάνος της δωδέκατης ώρας. Κρεμασμένος στην κουπαστή κάπνιζε μελαγχολικά, αναπολώντας τις νύχτες στην εσωτερική πλευρά του λιμανιού. Απ’ την ίδια μεριά έφτανε ο αχνός απόηχος της ευθυμίας.

«Το γλεντούν κι απόψε» σκέφτηκε.

Ξάφνου, εκεί που έριχνε ματιές δίχως νόημα, βλέπει να πλησιάζουν γρήγορα τρείς σκιές. Ασυναίσθητα έφερε το χέρι στο ζωνάρι, στη θέση του πιστολιού και στάθηκε μπροστά στη σκάλα να τους κόψει το δρόμο. Ήταν έτοιμος να φωνάξει όταν άκουσε σιγανά τη φωνή του καπετάνιου.

«Μην κάνεις θόρυβο Μαρίνο. Ο καπετάνιος είμαι».

Ναι. Τώρα που ήρθαν κοντά τους γνώρισε. Ο καπετάνιος κι ο Γιωργής. Ο τρίτος; Στάθηκε παράμερα και περίμενε ν’ ανεβούν. «Δεν είναι ναυτικός» σκέφτηκε καθώς έβλεπε τον άλλο να πατά αδέξια στην ξύλινη σκάλα. Καθώς περνούσαν μπροστά του έριξε μια φευγαλέα ματιά. Κατάλαβε! Ήταν τόσο πρόχειρο το μασκάρεμα της κοπέλας. Χαμογέλασε πονηρά. «Μπράβο καπετάνιε!» ψιθύρισε.

Χιόνιζε όταν ο χότζας κατέβηκε στο λιμάνι εκείνο το πρωινό. Στην αρχή κοίταγε από μακριά. Μετά πέρασε μπροστά σ’ όλα τα καράβια. Ύστερα πήρε το δρόμο για το μαχαλά του. Καθώς περνούσε μπροστά απ’ τον καφενέ άνοιξε η πόρτα και ξεπρόβαλε ο λιμάν ρεΐσης.

«Ει, χότζα, χότζα» φώναξε.

Εκείνος γύρισε και τον κοίταξε χαμογελαστός.

«Καλή σου μέρα εφέντη μ’» τον χαιρέτησε.

«Καλοσώρισες. Πέρασες καλά στη Σταμπούλ;»

«Πάντρεψα τη θυγατέρα μου γι’ αυτό έμεινα παραπάνω».

«Να σου ζήσει χότζα μου, να σου ζήσει. Καλούς απογόνους» άρχισε τις ευχές, το ίδιο κι ένας – δυο περίεργοι που έβγαιναν εκείνη την ώρα.

Ο χότζας σήκωσε το χέρι και τους χαιρέτησε. Σκυφτός συνέχισε τον ανηφροικό δρόμο. Σε λίγο τον είχε καταπιεί το άσπρο πέπλο που κάλυπτε την Τραπεζούντα.

ΠΗΓΗ.Το Συναξάρι των κρυφών ονείρων.

Πηγή: http://fdathanasiou.wordpress.com




Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 3 και 0 επισκέπτες