Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Γενικότερα θέματα που αφορούν την Ορθοδοξία και το Χριστιανισμό.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Μαρ 09, 2014 3:20 pm

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Ο μύθος για τον αφορισμό και την κηδεία του

Ανδρέα Νανάκη,
Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου
και Βιάννου *
Εικόνα


Η Εκκλησία και ο Νίκος Καζαντζάκης είναι το θέμα της ανακοίνωσής μου, για το οποίο έχουν γραφεί πολλά και πάμπολλα. Θα προσπαθήσω όμως να καταθέσω τα γενόμενα με ακρίβεια και αντικειμενικότητα.
Εικόνα
Το πρόβλημα βέβαια των σχέσεων του Καζαντζάκη με την Εκκλησία και ειδικότερα τα θρυλούμενα περί αφορισμού του και μη ενταφιασμού του από την Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι επιμέρους ζήτημα των σχέσεων που είχε ο μεγάλος διανοούμενος και στοχαστής με το Θεό, την πίστη και την Εκκλησία. Βέβαια οι μύθοι αυτοί βοηθήθηκαν και από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της εποχής και από τη δυσπιστία συγκεκριμένων κοινωνικών δυνάμεων προς την Εκκλησία, κυρίως εκ του γεγονότος ότι στη δυτική Ευρώπη το Βατικανό στήριξε τα λαϊκά κόμματα. Την ίδια όμως στιγμή η Εκκλησία ζούσε δύσκολες ημέρες στην τότε Σοβιετική Ένωση και στα Κράτη του συμφώνου της Βαρσοβίας.

Στη δημιουργία, διαμόρφωση και διάδοση του μύθου για την απουσία της Εκκλησίας από την κηδεία του Νίκου Καζαντζάκη επέδρασαν και τα πρόσωπα. Συγκεκριμένα ο Αθηνών Θεόκλητος εκλήθη να αντιμετωπίσει την έλευση της σορού του Καζαντζάκη στην Αθήνα, για τον οποίο σίγουρα δεν υπήρξε κανένας αφορισμός από την Εκκλησία. Είχε όμως εισηγηθεί η Εκκλησία της Ελλάδος στην πολιτεία, όταν το 1954 εκδόθηκε ο τελευταίος πειρασμός, να απαγορευθεί η κυκλοφορία των βιβλίων του. Η εντύπωση ότι ο Καζαντζάκης δεν ενταφιάστηκε από την Εκκλησία, προέκυψε από το γεγονός ότι ο Αθηνών Θεόκλητος, που είχε εκλεγεί τον Αύγουστο του 1957, δεν επέτρεψε να εισέλθει η σορός του Καζαντζάκη σε ναό, όταν αφίχθηκε στην Αθήνα το βράδυ της Κυριακής 4 Νοεμβρίου 1957. Το γεγονός αυτό σημαντικότατο, και αναμφίβολα υποτιμητικό για ένα διανοούμενο και στοχαστή που σ’ όλη του τη ζωή αναζητούσε το Θεό, έρχεται να προστεθεί στην απαγόρευση της κυκλοφορίας των βιβλίων του, σε μια εποχή που ένθεν και ένθεν, οι φορείς της εξουσίας στο Δυτικό κόσμο και στην Ανατολική Ευρώπη απαγορεύουν την κυκλοφορία σε βιβλία πολλών στοχαστών και διανοουμένων.

Για την εξόδιο, τη νεκρώσιμη δηλαδή ακολουθία του Καζαντζάκη τα δεδομένα είναι σαφέστατα. Έγινε κανονικά στο Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο με όλα τα προβλεπόμενα από την ορθόδοξη Εκκλησία και μάλιστα προεξήρχε ο Κρήτης Ευγένιος μετά του πρωτοσυγκέλου του.

Τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα της εποχής του θανάτου του Καζαντζάκη μπορούμε επίσης με σαφήνεια να τα προσεγγίσομε και να τα αναλύσομε εν πολλοίς με αντικειμενικότητα.

Στη μετανεωτερικότητα του 21ου αιώνα όλοι συμφωνούμε για το κλίμα της πόλωσης, του φανατισμού και της έντονης ιδεολογικής αντιπαράθεσης που σφράγιζε εκείνη την εποχή, τη συνέχεια του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και της νεωτερικότητας. Οι ιδεολογικές πολώσεις, οι διαχωρισμοί, τα συρματοπλέγματα και τα τείχη, δοκίμαζαν με διακυμάνσεις όχι μόνο την ελληνική, αλλά και σύνολη την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Χώριζαν, φανάτιζαν το κοινωνικό σύνολο, τους διανοούμενους, τους στοχαστές, τους επιστήμονες, τους πολιτικούς και δίχαζαν τους απλούς ανθρώπους σε καλούς και κακούς, σε άσπρους και μαύρους. Μέσα από αυτή την οπτική γωνία μπορούμε να κατανοήσομε την γενικότερη πολεμική που ασκήθηκε από μια μερίδα στον Καζαντζάκη. Αρχή του προβλήματος μπορούμε να θεωρήσομε το 1954 όταν ο πάπας αναγράφει το βιβλίο του Καζαντζάκη «Ο τελευταίος πειρασμός» στα απαγορευμένα βιβλία. Ο Καζαντζάκης τηλεγραφεί στο Βατικανό με τη φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού: «Ad tuum, Domine, tribual appelo» (Στο δικαστήριό σου ασκώ έφεση ώ Κύριε!)

Ενώ όμως μπορούμε να απαντήσομε στα της κηδείας το Νίκου Καζαντζάκη και να προσεγγίσομε την κοινωνία της εποχής, το μείζον και αναπάντητο ερώτημα είναι η σχέση του Καζαντζάκη με το Θεό, με την πίστη , με την Εκκλησία. Ο δάσκαλός μου ο μακαριστός Νίκος Ματσούκας στο έργο του «Η Ελληνική παράδοση στο Νίκο Καζαντζάκη, Θεσσαλονίκη 1989» θα γράψει «Για το Θεό, όσο ξέρω δεν υπάρχει άλλος Νεοέλληνας συγγραφέας που να κάνει τόσο πολύ λόγο όσο ο Καζαντζάκης. Και σε κάθε του γράμμα λέει και ξαναλέει το Θεό, που τον επικαλείται ακόμη και δοξολογικά»[1]. Την ίδια άποψη έχει και ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Τσάτσος: «Από τους σύγχρονους Έλληνες λόγιους και ποιητές, ο θρησκευτικότερος είναι ο Καζαντζάκης. Χωρίς να είναι αυτό που λένε θρησκευόμενος, είναι ο μόνος που παλεύοντας αδιάκοπα με το θρησκευτικό πρόβλημα, αγωνιά να βρει το Θεό»[2]. Ο Καζαντζάκης διαβάζει συναξάρια, θεολογικά και ασκητικά έργα της βυζαντινής παράδοσης, τον απασχολεί η μεταφυσική, αναζητά το Θεό και τελικά καταλήγει με τη θέλησή του στο martinego του Ηρακλείου, και πάλι με τη θέλησή του υψώνεται ένας ξύλινος σταυρός πάνω από τον τάφο του και χαράζεται το επίγραμμά του: «Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι λεύτερος» .

Ο Πρεβελάκης θα γράψει ότι αυτά τα δύο «δεν ομογνωμονούν»[3]. Η σχέση όμως Θεού και ανθρώπου είναι μυστήριο. Δεν είναι στο θέμα της ανακοίνωσής μου, ούτε όμως και στις προθέσεις μου να εισέλθω σ’ αυτό το μυστήριο που συγκλόνιζε τον Καζαντζάκη σ’ όλη του τη ζωή.

Γνωρίζω όμως ότι η πίστη είναι βίωμα. Αποκάλυψη. Εμπειρία προσωπική. «Ὀψόμεθα τῷ Θεῷ καθώς ἐστιν»[4] όπως γράφει Γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ στο ομώνυμο βιβλίο του. Ο Καζαντζάκης μελετά, αναζητά το Θεό και προσπαθεί να Τον γνωρίσει ως στοχαστής και διανοούμενος. Δεν του είναι αδιάφορος ο Θεός και δεν Τον έχει διαγράψει. Δεν έχει όμως απαντήσει, δεν έχει λύσει και δεν έχει ξεκαθαρίσει αυτό το προσωπικό πρόβλημα που κατά κανόνα νοησιαρχικά τον βασανίζει. Αυτό είναι το δράμα του. Ο Κορδάτος, ο Βάρναλης, ο Μάρκος Αυγέρης, η Λιλή Ζωγράφου κι’ άλλοι διανοούμενοι της εποχής του και μεταγενέστεροι έχουν απαντήσει για τη σχέση τους με το Θεό, αλλά και δεν αρέσκονται μ’ αυτή τη διαρκή ενασχόληση του Καζαντζάκη με το Θεό. Τους ενοχλούσε αυτό το γεγονός.

Ο Καζαντζάκης δεν έκλεισε ποτέ το κεφάλαιο του Θεού στη ζωή του. Δεν μπόρεσε να διαγράψει το Θεό. Σ’ αυτό βοήθησε και η παράδοση της Κρήτης. Ο πολιτισμός της. Η παρακαταθήκη που παραδίδεται από γενιά σε γενιά. Συνεπώς ο Καζαντζάκης ανάστημα της πολιτιστικής παράδοσης και της πνευματικής παρακαταθήκης, όπως τη γνωρίζει και τη βιώνει στη γενέτειρά του, την Κρήτη, έχει τη δωρεά της ρωμαλέας δυσεύρετης και δημιουργικής σκέψης με την οποία αναζητά διαρκώς και διακαώς το Θεό. Όμως όλα αυτά γίνονται από και με το κοφτερό μυαλό του.

Επιμένω ότι, ο Καζαντζάκης αναζητά το Θεό με το μυαλό του, στοχάζεται, σκέπτεται και συλλογάται περί Θεού[5]. Όπως οι περισσότεροι διανοούμενοι, σκέπτονται, συλλογιούνται και αμφισβητούν. Ακόμα και ο Σεφέρης που έλαβε το Νόμπελ και δεν έζησε αυτή την έντονη αμφισβήτηση και αναζήτηση του Θεού, γράφει στις δοκιμές του: «Συχνά όταν πηγαίνω στην ακολουθία της Μεγάλης Παρασκευής, μου είναι δύσκολο ν’ αποφασίσω αν ο Θεός που κηδεύεται είναι ο Χριστός ή ο Άδωνις» [6].

Δεν μπήκε όμως ο Καζαντζάκης στην πορεία να προσκαλέσει τη χάρη του Θεού των Πατέρων ημών και με την προσευχή να ελκύσει το έλεος του τριαδικού Θεού μέσα από τη λειτουργική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας. Βέβαια αυτή η ιδεολογική προσέγγιση του Θεού, είναι χαρακτηριστικό της μεταπολεμικής εποχής. Ένα ερώτημά μου προς τους μελετητές του Καζαντζάκη είναι αν αναφέρεται στα έργα του, στην προσευχή και στη δυναμική σχέση που δημιουργείται μεταξύ Θεού και προσευχομένου ανθρώπου, διότι εισερχόμεθα πλέον στην εν Χριστώ πορεία της σχέσης Θεού και ανθρώπου, όπου κυριαρχεί η δωρεά της ταπείνωσης, της απλότητας και της αγάπης. Άλλωστε «ο Θεός αγάπη εστι», κι έτσι πορευόμεθα προς τον επιφανέντα Θεό των Πατέρων ημών.

Μέσα στις ιδεολογικές περιχαρακώσεις και αντιπαλότητες των μέσων του 20ού αιώνα και την έντονη ιδεολογικοποίηση του εκκλησιαστικού λόγου, με συνέπεια να παύει να είναι εκκλησιαστικός και ορθόδοξος, το Βατικανό αποφασίζει την απαγόρευση της κυκλοφορίας του βιβλίου του «Ο τελευταίος πειρασμός». Ήδη το 1948 γράφει το «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Το 1947 στο Παρίσι εκδίδεται «Ο Ζορμπάς».

Μια διευκρίνιση χρήσιμη για τη συνέχεια:

Στην Ελληνική επικράτεια έχομε δύο εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες. Του Οικουμενικού Πατριαρχείου όπου υπάγονται η Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, το Άγιον Όρος και οι Νέες Χώρες και της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, με την Πελοπόννησο, τη Στερεά, τη Θεσσαλία και τα Επτάνησα.

Το 1953 έχομε την πρώτη κίνηση εναντίον του Καζαντζάκη για το έργο του Καπετάν Μιχάλης. Συγκεκριμένα στις 12 Νοεμβρίου 1953 ο Αιμίλιος Χουρμούζιος θα γράψει εγκωμιαστικό άρθρο για τον Καπετάν Μιχάλη. «Εδώ κινείται μια ολόκληρη μικρή πολιτεία και κινείται σύμμετρα, με θαυμαστή και ισόρροπη κατανομή ενδιαφέροντος, δημιουργεί την ατμόσφαιρα της ομαδικής ψυχής χωρίς να παραλείπει τα επιμέρους»[7].

Η Εστία απαντάει στο κείμενο του Χουρμούζιου και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος ζήτησε την απαγόρευση των βιβλίων. Το ζήτημα απασχόλησε τη Βουλή. Οι Κ. Μητσοτάκης, Βουλοδήμος και Τζατζάνης υποβάλουν επερώτηση στη Βουλή και ο υπουργός Εσωτερικών καλείται «να καθορίσει ποία μέτρα σκέπτεται να λάβει η Κυβέρνησις δια την αντιμετώπισιν μιας καταστάσεως, η οποία όπως τονίζεται παραβλάπτει τον πολιτισμό της Χώρας»[8]. Οι αρχηγοί των Φιλελευθέρων Γ. Παπανδρέου και του Δημοκρατικού κόμματος Σβώλος υπογραμμίζουν τις οδυνηρές συνέπειες που θα είχε τυχούσα δίωξη του Καζαντζάκη.

Μετά την απαγόρευση του «Τελευταίου πειρασμού» από το Βατικανό, διαβάζομε στην Ελευθερία (11-5-1954) ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος "θα ασχοληθεί εις μίαν των προσεχών αυτής συνεδριάσεων με το νέον βιβλίον του Νίκου Καζαντζάκη «Ο τελευταίος πειρασμός». Σχετικώς πληροφορούμεθα ότι υπεβλήθη ήδη εις την ιερά Σύνοδον έκθεσις του Μητροπολίτου Χίου, (πρόκειται για τον Παντελεήμονα Φωστίνη), δια το βιβλίον του Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης…» Ο Μητροπολίτης Χίου παραθέτει εις την έκθεσίν του αποσπάσματα από το βιβλίον τα οποία φρονεί ότι προσβάλλουν τον κλήρον και την Εκκλησίαν και κηρύσσουν αθεΐαν".

Το επόμενο έτος 1955 στις 16 Φεβρουαρίου διαβάζομε στο Βήμα ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε ότι δεν θα έπρεπε να κυκλοφορήσουν εις την Ελλάδα τα δύο βιβλία του Ν. Καζαντζάκη «Ο τελευταίος πειρασμός» και «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Βέβαια το όλο ζήτημα προσλαμβάνει και τοπικιστικό χαρακτήρα. Αλλιώς πώς να εξηγήσομε ότι ο εκ Χανίων Νίκος Τωμαδάκης στο σπουδαστήριο της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών «ενώπιον συγκεντρώσεως εκ διανοουμένων, θεολόγων και ικανών αρχιερέων… ανέλυσε το Χριστός ξανασταυρώνεται… το οποίον επέκρινε δριμύτατα και δια το εθνικόν του πνεύμα αλλ’ ιδίως δια το πνεύμα της αυτοκαταστροφής από το οποίον διαπνέεται»[9].

Την επομένη 17 Φεβρουαρίου διαβάζομε επίσης εις το Βήμα ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος «απέστειλε χθες έγγραφον προς το υπουργείον Δικαιοσύνης δια του οποίου ζητεί όπως δυνάμει του άρθρου 14 του Συντάγματος και του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας απαγορευθεί η κυκλοφορία των βιβλίων του Ν. Καζαντζάκη»[10]. Έχει όμως ιδιαίτερη σημασία η απόφασις της Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να παραπέμψει «τον φάκελον της όλης υποθέσεως εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον» διότι «ο Καζαντζάκης κατάγεται εκ Κρήτης και η Εκκλησία της γενέτειράς του υπάγεται στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά και διότι διαμένει στη Μητρόπολη Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας η οποία επίσης υπάγεται στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου»[11]. Κατ’ ουσία η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν είναι ομονοούσα, γι’ αυτό παραπέμπει το θέμα στο Πατριαρχείο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ελεύθερο από τις σκοπιμότητες και τις πιέσεις μιας εθνοκρατικής Εκκλησίας δεν ασχολήθηκε με τον Καζαντζάκη. Είναι δε πολύ χαρακτηριστική η δήλωση του τότε Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα κατά την επίσκεψή του στην Κρήτη το 1961. Όταν ρωτήθηκε για το Νίκο Καζαντζάκη απήντησε ότι «τα βιβλία του Καζαντζάκη κοσμούν την Πατριαρχική βιβλιοθήκη»[12]. Συνεπώς είναι σαφέστατο ότι ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε ποτέ από Εκκλησία.

Για την απόφαση που η Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος λαμβάνει και εισηγείται στην πολιτεία να μη κυκλοφορούν τα βιβλία του Καζαντζάκη αξίζει να συνεκτιμήσομε: Το 1956 Αρχιεπίσκοπος Αθηνών είναι ο 82χρονος Σπυρίδων, μια ισχυρή προσωπικότητα που αναδείχθηκε από την εθναρχούσα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Αθηνών, με σοβαρά προβλήματα υγείας τελευτά σε ένα χρόνο, το Μάρτιο του 1957. Η ασθένεια και το προχωρημένο της ηλικίας του Αθηνών Σπυρίδωνος ο οποίος δεν δίστασε το 1951 να ζητήσει με επίσημη δήλωσή του, να μην εκτελεσθεί η θανατική καταδίκη του Μπελογιάννη, πιστεύω ότι οδήγησε τη Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος σ’ αυτή την αντικαζαντζική απόφαση. Η σχέση Σπυρίδωνος και Εκκλησίας δεν υπήρξε ποτέ ιδεολογικό ζήτημα. Το παράλληλο συναντάμε στους Αθηνών Δαμασκηνό, Χρυσόστομο Χατζησταύρου και Σεραφείμ. Ανάστημα της Εθναρχούσας Εκκλησίας και της Φαναριώτικης παράδοσης ο Σπυρίδων υπό άλλας συνθήκας θα οδηγούσε άλλως τα πράγματα. Θα προσπαθήσω όμως να δω και τα πρακτικά της Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Υποθέτω, θα έλεγα είμαι σίγουρος, ότι ο γηραιός και ασθενής Σπυρίδων για να εκτονώσει κάποιους ιεράρχες εισηγείται στην πολιτεία την απαγόρευση των βιβλίων, γνωρίζοντας ότι η Κυβέρνηση δεν θα λάβει ένα τέτοιο πολιτικό κόστος και την ίδια στιγμή παραπέμπει διπλωματικότατα το ζήτημα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν ασχολείται με το ζήτημα και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, όπως είπαμε, κατά την επίσκεψή του στην Κρήτη το 1961 σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου θα απαντήσει: «Τα βιβλία του Καζαντζάκη κοσμούν την Πατριαρχική βιβλιοθήκη».

Στις 26 Οκτωβρίου 1957 ο Καζαντζάκης αφήνει την τελευταία του πνοή στο Φράυμπουργκ. Την Κυριακή 4 Νοεμβρίου το βράδυ έφθασε η σορός του Καζαντζάκη στην Αθήνα.

Άκαρπες απέβησαν οι προσπάθειες που κατέβαλαν ο Γ. Παπανδρέου και ο κυβερνητικός επίτροπος Θ. Σπεράντζας, φίλοι και οι δύο του Καζαντζάκη, να μείνει η σορός του σε ναό της Αθήνας μέχρι την αναχώρησή της για την Κρήτη. Δυστυχώς ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος δεν τόλμησε το αυτονόητο, φοβούμενος όχι αδίκως, τις αντιδράσεις κάποιων ακραίων χριστιανικών ομάδων που τελικά έδρασαν και στο Ηράκλειο πλησίον του Αγίου Μηνά κατά την κηδεία του Καζαντζάκη. Αποτέλεσμα ήταν η σορός του Καζαντζάκη να παραμείνει στο νεκρικό θάλαμο του Α΄ νεκροταφείου Αθηνών, απόντος και του ιερέα. Κι εδώ όμως βρισκόμαστε μπροστά σε μια άλλη συγκυρία που έχει σχέση με τα πρόσωπα και τα γενόμενα. Ο Αθηνών Θεόκλητος εξελέγη στις 12 Αυγούστου 1957, διαδεχόμενος το Δωρόθεο ο οποίος μετά το Σπυρίδωνα παρέμεινε ένα περίπου χρόνο Αρχιεπίσκοπος, εκδημήσας στις 26 Ιουλίου 1957. Δυόμισι δηλαδή μήνες πριν το θάνατο του Καζαντζάκη, έχει εκλεγεί ο Αθηνών Θεόκλητος με 31 ψήφους σε σύνολο 58. Μείον δηλαδή 27 ψήφους. Θα 'λεγε κανείς ότι κακές συγκυρίες δεν ευνοούν τον Καζαντζάκη και προσδιορίζουν τη στάση της Εκκλησίας της Ελλάδος προς το πρόσωπό του. Ο Κρήτης Ευγένιος Ψαλιδάκης θα αποτελέσει τον από μηχανής Θεό, αν θέλομε όρο της αρχαίας τραγωδίας, που θα αποκαταστήσει τα πράγματα, θα τελέσει ο ίδιος την κηδεία με τον πρωτοσύγκελό του και με συμμετοχή πολλών κληρικών.

Τα δύο αυτά γεγονότα: Πρώτον η απόφαση της Ιερά Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος να ζητήσει από την πολιτεία την απαγόρευση της κυκλοφορίας των βιβλίων του Καζαντζάκη , ενώ την ίδια στιγμή έπεμπε το σχετικό φάκελο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και δεύτερον η άρνηση του μόλις εκλεγέντος Αρχιεπισκόπου Αθηνών Θεόκλητου να εναποτεθεί η σορός του Καζαντζάκη σε ναό των Αθηνών, δημιούργησαν το μύθο ότι ο Καζαντζάκης αφορίστηκε από την Εκκλησία και δεν του έγινε νεκρώσιμη ακολουθία. Τα γεγονότα βέβαια οδηγήθηκαν προς αυτή την κατεύθυνση από τη δυσπιστία συγκεκριμένων κοινωνικών δυνάμεων προς την Εκκλησία, για ευνόητους λόγους, ενώ την ίδια στιγμή οι χριστιανικές οργανώσεις με επικεφαλής τον μετέπειτα Φλωρίνης Αυγουστίνο Καντιώτη, εστρέφοντο εναντίον του Ευγενίου που τέλεσε την κηδεία.

Βέβαια οι μύθοι πλάθονται, θεριεύουν και συνοδεύουν ξεχωριστές προσωπικότητες, μεγάλες μορφές και τέτοιος ήταν ο Καζαντζάκης, ο οποίος δεν αφορίστηκε από την Εκκλησία κι’ ενταφιάστηκε κατά τους κανόνες και την τάξη της ορθόδοξης Εκκλησίας. Τα δύο όμως αυτά γεγονότα ακόμα και σήμερα με τέτοια εξέλιξη στα μέσα ενημέρωσης, δεν στάθηκαν ικανά να διαλύσουν το πέπλο του μύθου για τον αφορισμό και τον ενταφιασμό του Καζαντζάκη.

Η σορός του Καζαντζάκη έφτασε στη γενέτειρά του το Ηράκλειο της Κρήτης, τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου. Τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά έως τις 11 το πρωί της επόμενης ημέρας. Ξεκίνησε η νεκρώσιμη ακολουθία προεξάρχοντος του Μητροπολίτη Κρήτης, μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Ευγενίου Ψαλιδάκη.Εικόνα Στην εξόδιο ακολουθία παρίστατο ο Υπουργός Παιδείας Γεροκωστόπουλος, ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Γ. Παπανδρέου, ο Κ. Μητσοτάκης. Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ι. Θ. Κακρίδης.

Ο Κρήτης Ευγένιος ήτο φυσικό να προεξάρχει της εξοδίου ακολουθίας του Νίκου Καζαντζάκη. Ο ίδιος ως χαρακτήρας ήτο μετριοπαθής και συναινετικός, οι δε σχέσεις του με τον επικεφαλής των εκκλησιαστικών σωματείων Αρχιμανδρίτη Νικόλαο Ξένο, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Ενόπλων Δυνάμεων επί δικτατορίας, δεν ήταν οι καλύτερες. Υπάρχει μάλιστα και εκκλησιαστικό επιτίμιο από τον Ευγένιο προς τον τότε αρχιμανδρίτη Νικόλαο καταχωρημένο στον κώδικα της Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης.

Ο μακαριστός Ευγένιος έπραξε το αυτονόητο. Κήδευσε τη μεγαλύτερη προσωπικότητα ή ένα από τα μεγαλύτερα αναστήματα που στη διαχρονική της πορεία έχει αναδείξει η πόλη του Ηρακλείου και η Κρήτη, παρόλο που δεν έλειψαν οι αντιδράσεις. Γύρω από τον Άγιο Μηνά έκαιγαν εφημερίδες και φωνασκούσαν φανατικοί και ακραίοι θρησκευόμενοι και κατά την ώρα της κηδείας. Η δε «Σπίθα» του τότε Αρχιμανδρίτη και μετέπειτα Μητροπολίτη Φλωρίνης Αυγουστίνου έγραψε μεταξύ άλλων: «Και όμως, τον υβριστήν, τον μυκτηριστήν, τον βλάσφημον τούτον (…) η Ελλάς (…) εκήδευσεν εν πομπή και παρατάξει (…)». «Κατά την κηδείαν παρέστησαν ο Υπουργός των Θρησκευμάτων και Παιδείας, ένας εκ των αρχηγών της αντιπολιτεύσεως, συναρχηγός μεγάλου και ιστορικού κόμματος της Πατρίδος, βουλευταί, πρόεδροι και δήμαρχοι, δημοσιογράφοι, καλλιτέχναι, καθηγηταί, ο Πρύτανις του εν Θεσ/κη Παν/μίου κ. Κακριδής, σπουδασταί της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, οι οποίοι εκράτουν εις τας χείρας των αντί Ευαγγελίων τα βιβλία του Κ., το δε θλιβερώτερον εξ όλων εις την κηδείαν παρέστη και ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Κρήτης κ. Ευγένιος. Ούτος αν και προειδοποιήθη εξ Αθηνών περί της αλγεινής εντυπώσεως, την οποίαν θα εδημιούργει παρά τω ευσεβεί λαώ η δια εκκλησιαστικής ακολουθίας κήδευσις του δεινού υβριστού της αμωμήτου ημών πίστεως, δεν ηθέλησε δυστυχώς να μιμηθή το παράδειγμα του Μ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Θεοκλήτου, όστις ηρνήθη να τεθή εντός ναού της πρωτευούσης, έστω και ολίγας ώρας, ο νεκρός του Κ., αλλ’ υπεχώρησεν ίσως εις πίεσιν κοσμικών παραγόντων και παρέστη. Να ψάλλη ευχάς επικηδείους εις ποίον; Εις ένα Αντίχριστον. Εύγε άγιε Κρήτης! Εξ αφορμής της παρουσίας του Σεβ. Μητροπολίτου Κρήτης εις την κηδείαν του αντιχρίστου, ηκούσαμεν πιστόν της Εκκλησίας τέκνον να λέγη: Πόσον επεθύμουν να ήμην Μητροπολίτης Κρήτης μίαν και μόνον ημέραν, την ημέραν της κηδείας του Κ. δια να κλείσω όλους τους ναούς της πόλεως, δια ν’ απαγορεύσω εις όλους τους ιερείς να παρακολουθήσουν την κηδείαν, δια να είπω προς τους επιμένοντας: πηγαίνετέ τον, κύριοί μου, εις τζαμί, εις Χάβραν, εις στοάν Μασονικήν, πηγαίνετέ τον όπου θέλετε, αλλ’ εις ναόν Ορθόδοξον δεν θα επιτρέψω,…», «Δια την συμμετοχήν σας αυτήν και μόνον, κ. Πρύτανι, εις κηδείαν ενός τοιούτου ασεβούς, του οποίου τα συγγράμματα κατεδίκασεν η Εκκλησία ημών, ο Π. Μητροπολίτης Θεσ/κης κ. Παντελεήμων διαμαρτυρόμενος δεν πρέπει να πατήση εις το Πανεπιστήμιον, σού πρυτανεύοντος, ούτε να επιτρέψει την είσοδόν σου εις ναόν Ορθόδοξον κατά την εορτήν των Τριών Ιεραρχών, οι οποίοι εάν έζων σήμερον θα αφώριζον και θα εξέβαλλον των Ιερών Ναών όλους τους συνευδοκούντας και επαινούντας τα συγγράμματα ενός απίστου και βλασφήμου συγγραφέως.»[13].

Βέβαια γκρίζοι λύκοι, φανατικοί και διχαστικοί, υπάρχουν παντού και πάντοτε. Το ζητούμενο είναι πόσο το συλλογικό σώμα της κοινωνίας βοηθάει και ενισχύει τέτοιες συμπεριφορές, πεποιθήσεις και εκφράσεις ή σέβεται, επιτρέπει και διασφαλίζει την ελεύθερη έκφραση των συνειδήσεων, των πολιτισμών, των θρησκειών και των συμβόλων τους μέσα πλέον στην κοινωνία των πολιτών. Ο Αντώνης Σανουδάκης σε ανακοίνωσή του το 1997 στα σαραντάχρονα της εκδημίας του Καζαντζάκη, μας διασώζει μια σημαντική πληροφορία που όχι μόνο την έχω διασταυρώσει και από άλλες πηγές, αλλά υπήρξα και αυτήκοος μάρτυράς της, μεταγενέστερα περί το 1972. Ο μακαριστός Ευγένιος επικοινώνησε τηλεφωνικά όπως ήταν φυσικό με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και μάλιστα από τον ίδιο τον Πατριάρχη Αθηναγόρα ζήτησε άδεια συμμετοχής για να προεξάρχει της νεκρωσίμου ακολουθίας. Ο Πατριάρχης με τη γνωστή διπλωματική φαναριώτικη γλώσσα του απάντησε για τα της νεκρωσίμου ακολουθίας του Καζαντζάκη, «στα πράγματα αυτά την ευθύνη έχει ο οικείος επίσκοπος».

Στην ακολουθία συμμετείχε και ο πρωτοσύγκελος Φιλόθεος Βουζουνεράκης, ο μετέπειτα Μητροπολίτης Ιεροσητείας. Ο δε Κακρίδης ήτο ο μόνος πρύτανης που παρίστατο στην κηδεία.
Εικόνα
Μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία τη σορό του Καζαντζάκη συνόδευσε στο Μαρτινέγκο ο στρατιωτικός ιερέας π. Σταύρος Καρπαθιωτάκης. Όπως συμβαίνει κατά κανόνα, ένας ιερέας συνοδεύει με πετραχήλι στον τάφο το νεκρό.
Εικόνα
Στον π. Σταύρο Καρπαθιωτάκη με το αιτιολογικό ότι απουσίασε από την υπηρεσία του χωρίς άδεια επεβλήθηκε ποινή φυλάκισης 20 ημερών.

Συνεπώς ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε ποτέ από την Εκκλησία και ετάφη κανονικά, προεξάρχοντος μάλιστα της νεκρωσίμου ακολουθίας του Κρήτης Ευγενίου. Τα περί αντιθέτου λεγόμενα αποτελούν μύθο, δημιουργηθέντα κυρίως από κάποιους κύκλους θρησκευομένων και αθέων, οι οποίοι για δικούς τους λόγους επιζητούσαν και ήθελαν ένα αφορισμένο Καζαντζάκη. Είναι όμως βέβαιο ότι οι μύθοι συνοδεύουν μεγάλες μορφές και τέτοιος υπήρξε ο διανοούμενος, ο στοχαστής διαχρονικός συγγραφέας της Κρήτης, Νίκος Καζαντζάκης.



*Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης και Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Ηρακλείου Κρήτης.



[1] Ν. Ματσούκα, Η ελληνική παράδοση στο Νίκο Καζαντζάκη, Θεσσαλονίκη 19892, σ.55.

[2] Γ. Στεφανάκης, Αναφορά στον Καζαντζάκη, Αθήνα 2007, σ.229.

[3] Π. Πρεβελάκη, Ο Καζαντζάκης: Σχεδίασμα εσωτερικής βιογραφίας, στο Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, Αθήνα 19842, σ. 84.

[4] Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οψόμεθα τω Θεώ καθώς εστιν, Έσσεξ 19963, Ι. Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας.

[5] Πήτερ Μπην, Οκτώ κεφάλαια για το Νίκο Καζαντζάκη, επιμέλεια Σ.Ν. Φιλιππίδης, Αθήνα 2007, σ. 106-177.

[6] Ν. Ματσούκα, ό.π., σ.15.

[7] Καθημερινή, 12 Νοεμβρίου 1953.

[8] Γ. Στεφανάκη, ό.π., σ. 236-237.

[9] Βήμα, 16 Φεβρουαρίου 1955.

[10] Ό.π, 17 Φεβρουαρίου 1955.

[11] Ό.π.

[12] Ε. Κατσουλάκη, Η Σταύρωση του Νίκου Καζαντζάκη, Από το διαδικτυακό τόπο της εφημερίδας GreekNews: http:www.greeknewsonline.com/modules.php?name=News&file=print&sid=850

[13] Σπίθα, Η κηδεία ενός αντιχρίστου, Νοέμβριος 1957, αριθ. φύλ. 199. Παραθέτομε το κείμενο για να προσεγγίσομε το κλίμα της εποχής.

γ Copyright Ιερά Μητρόπολη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου
Αρκαλοχώρι 70300, τηλ.2891024611, fax.2891024612, email: imarkal1@otenet.gr


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Κυρ Μαρ 09, 2014 3:52 pm

Καλά, αλλά δε θα τον κάνουμε και άγιο. Δεν κρίνουμε κανένα, προσευχόμαστε όλοι να σωθούν τελικά, αλλά δεν γίνεται να παραβλέπουμε τα οφθαλμοφανή. Καλή η προσπάθεια δικαιολόγησης της "ιδιορυθμίας" του Καζαντζάκη από το Σεβασμιότατο, αλλά προσωπικά δεν πείσθηκα. Είναι φανερό ότι για τους Κρητικούς ο Καζαντζάκης είναι ένας θρύλος και για μας τους υπόλοιπους Έλληνες ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας. Νομίζω ότι δεν είναι αναγκαίο να τον ανακηρύξουμε και υπέρμαχο της πίστεως. Είναι μια ανακρίβεια, που δεν προσθέτει τίποτε στην αξία του λογοτεχνικού του έργου και πιθανότατα δεν βοηθά ούτε στη σωτηρία της ψυχής του. Ο Θεός μόνο γνωρίζει που βρίσκεται τώρα κι εμείς θα το μάθουμε μόνο στη Δευτέρα Παρουσία.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευτ Ιαν 06, 2014 11:38 am

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό ΜΑΝΩΛΗΣ » Κυρ Μαρ 09, 2014 9:48 pm

Νίκος έγραψε:Καλά, αλλά δε θα τον κάνουμε και άγιο. Δεν κρίνουμε κανένα, προσευχόμαστε όλοι να σωθούν τελικά, αλλά δεν γίνεται να παραβλέπουμε τα οφθαλμοφανή. Καλή η προσπάθεια δικαιολόγησης της "ιδιορυθμίας" του Καζαντζάκη από το Σεβασμιότατο, αλλά προσωπικά δεν πείσθηκα. Είναι φανερό ότι για τους Κρητικούς ο Καζαντζάκης είναι ένας θρύλος και για μας τους υπόλοιπους Έλληνες ένας πολύ μεγάλος συγγραφέας. Νομίζω ότι δεν είναι αναγκαίο να τον ανακηρύξουμε και υπέρμαχο της πίστεως. Είναι μια ανακρίβεια, που δεν προσθέτει τίποτε στην αξία του λογοτεχνικού του έργου και πιθανότατα δεν βοηθά ούτε στη σωτηρία της ψυχής του. Ο Θεός μόνο γνωρίζει που βρίσκεται τώρα κι εμείς θα το μάθουμε μόνο στη Δευτέρα Παρουσία.


ΦΙΛΕ ΝΙΚΟ δε θέλω να έρθω σε αντιπαράθεση με τα γραφόμενα σου και με κανένα άλλο από τη παρέα και ούτε θέλω να τον αγιοποιήσω και να το κάνω υπέρμαχο της πίστης και να προσβάλω κανένα απλά προσπάθησα να σπάσω το μυθο περί αφορεσμού.
Η πηγή είναι γ Copyright Ιερά Μητρόπολη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου Αρκαλοχώρι 70300, τηλ.2891024611, fax.2891024612, email: imarkal1@otenet.gr και του Ανδρέα Νανάκη,
Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου *
Απλά εγώ το βρήκα και το ανέφερα.


Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Κυρ Μαρ 09, 2014 10:18 pm

Μανώλη μου, δεν αμφισβητώ την γνησιότητα του κειμένου, το περιεχόμενό του σχολίασα, στο βαθμό βέβαια, που μου επιτρέπεται να σχολιάζω το κείμενο ενός Ιεράρχη. Δώστε του, λοιπόν, την ανάλογη βαρύτητα.

Πράγματι η πληροφορία, ότι ο Καζαντζάκης ποτέ δεν αφορίστηκε από την Εκκλησία, αλλά αντίθετα κηδεύτηκε με τιμές απ' αυτή, είναι σημαντική και αποτελεί απάντηση στη λάσπη, που ρίχτηκε κατά της Εκκλησίας, με αφορμή τον δήθεν αφορισμό.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Κυρ Μαρ 09, 2014 10:32 pm

Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ μιλά με τον Μακάριο τον Σπηλαιώτη στο Άγιο Όρος
10 Ιαν 2013

Εικόνα

Έχει πολύ ενδιαφέρον ο διάλογος που είχε ο Καζαντζάκης με έναν φημισμένο Αγιορείτη ασκητή της εποχής του, τον Μακάριο τον Σπηλαιώτη, όπως τον καταγράφει ο ίδιος. Διαβάστε κάποια αποσπάσματα που δείχνουν την ανήσυχη φύση του μεγάλου αμφισβητία, την άπιστη πίστη του, που δεν τον άφηνε να ησυχάσει ως το τέλος της ζωής του:

"Ανάμεσα στους ερημίτες τούτους ζούσε τα χρόνια εκείνα, ξακουστός για την αγιοσύνη του, ο Μακάριος ο Σπηλαιώτης. Αυτόν κίνησα να δω από τη στιγμή που πάτησα στο ιερό βουνό, είχα πάρει την απόφαση να πάω να τον δω, να σκύψω να του φιλήσω το χέρι και να του ξομολογηθώ. Έφτασα κατά το μεσημέρι στ' ασκηταριά Πήρα ν' ανεβαίνω πάλι τους βράχους, με καταξέσκισαν τ' αγκρίφια τους, έφτασα στη σπηλιά, ένα πρόσωπο χλωμό, δυο χέρια σκελεθρωμένα κουνήθηκαν στο βάθος κι ακούστηκε γλυκιά ξεπνεμένη φωνή:

Καλώς τον.Έκαμα κουράγιο, μπήκα στη σπηλιά, προχώρησα κατά τη φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, είχε σηκώσει το κεφάλι ο ασκητής, και διέκρινα στο μεσόφωτο το πρόσωπό του άτριχο, φαγωμένο από τις αγρύπνιες και την πείνα, με αδειανούς βολβούς, να γυαλίζει βυθισμένο σε ανείπωτη μακαριότητα τα μαλλιά του είχαν πέσει, έλαμπε το κεφάλι του σαν κρανίο.
Ευλόγησον, πάτερ, είπα κι έσκυψα να του φιλήσω το κοκαλιασμένο χέρι.

Κάμποση ώρα σωπαίναμε κοίταζα με απληστία την ψυχή τούτη που είχε εξαφανίσει το κορμί της, αυτό βάραινε τις φτερούγες της και δεν την άφηνε ν' ανέβει στον ουρανό.

Παλεύεις ακόμα με το Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τον ρώτησα.

Όχι πια, παιδί μου τώρα γέρασα, γέρασε κι αυτός μαζί μου δεν έχει δύναμη παλεύω με το Θεό.

Με το Θεό! έκαμα ξαφνιασμένος κι ελπίζεις να νικήσεις;

Ελπίζω να νικηθώ, παιδί μου μου απόμειναν ακόμα τα κόκαλα αυτά αντιστέκουνται.

Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;

Πιο βολικός; έκαμε A ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.

Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.

Ένας μονάχα δρόμος.

Πώς τον λεν;

Ανήφορο ν' ανεβαίνεις ένα σκαλί από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από τη χαρά στον πόνο στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος διάλεξε.

Είμαι ακόμα νέος καλή ναι η γης, έχω καιρό να διαλέξω.

Άπλωσε ο ασκητής τα πέντε, κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:

Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει ο Χάρος.

Ανατρίχιασα.

Είμαι νέος, ξανάπα για να κάμω κουράγιο.

Ο Χάρος αγαπάει τους νέους η Κόλαση αγαπάει τους νέους η ζωή ναι ένα μικρό κεράκι αναμμένο, εύκολα σβήνει, έχε το νου σου, ξύπνα!

Σώπασε μια στιγμή, και σε λίγο: Είσαι έτοιμος; μου κάνει.

Αγανάχτηση με κυρίεψε και πείσμα.

Όχι! φώναξα.

Αυθάδεια της νιότης! Το λες και καυχιέσαι, μη φωνάζεις δε φοβάσαι;

Ποιος δε φοβάται; Φοβούμαι. Κι ελόγου σου, πάτερ άγιε, δε φοβάσαι;

Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει να φτάσεις στην κορφή της σκάλας, φάνηκε η πόρτα της
Παράδεισος μα θ' ανοίξει η πόρτα αυτή να μπεις; θ' ανοίξει; είσαι σίγουρος;

Δυο δάκρυα κύλησαν από τις κόχες των ματιών του αναστέναξε και σε λίγο: Είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού αυτή νικάει και συχωρνάει τις αμαρτίες του ανθρώπου.

Κι εγώ είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού αυτή λοιπόν μπορεί να συχωρέσει και την αυθάδεια της νιότης.

Αλίμονο να κρεμόμαστε μονάχα από την καλοσύνη του Θεού η κακία τότε κι η αρετή θα μπαίναν αγκαλιασμένες στην Παράδεισο.

Έχω ακουστά, γέροντά μου, πως ένας άγιος, δε θυμάμαι τώρα ποιός, δεν μπορούσε να βρει ανάπαψη στην Παράδεισο. Άκουσε ο Θεός τους στεναγμούς του, τον κάλεσε: «Τί έχεις κι αναστενάζεις;» τον ρώτησε «δεν είσαι ευτυχής; Πώς να μαι ευτυχής, Κύριε;» του αποκρίθηκε A άγιος. Στη μέση μέση της Παράδεισος ένα συντριβάνι και κλαίει. Τί συντριβάνι; Τα δάκρυα των κολασμένων».

Ο ασκητής έκαμε το σημάδι του σταυρού, τα χέρια του έτρεμαν.
Ποιος είσαι; έκαμε με φωνή ξεψυχισμένη ύπαγε οπίσω μου, Σατανά!
Έκαμε πάλι το σταυρό του τρεις φορές, έφτυσε στον αέρα:
Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά, ξανάπε, κι η φωνή του τώρα είχε στερεώσει.

Άγγιξα το γόνατό του που γυάλιζε γυμνό στο μεσόφωτο το χέρι μου πάγωσε.

Γέροντά μου, του κάνω, δεν ήρθα εδώ να σε πειράξω, δεν είμαι ο Πειρασμός είμαι ένας νέος που θέλει να πιστέψει απλοϊκά, χωρίς να ρωτάει, όπως πίστευε ο παππούς μου ο χωριάτης θέλω, μα δεν μπορώ.

Αλίμονό σου, αλίμονό σου, δυστυχισμένε το μυαλό θα σε φάει, το εγώ θα σε φάει. Ο αρχάγγελος Εωσφόρος, που εσύ υπερασπίζεσαι και θες να τον σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στην Κόλαση; Όταν στράφηκε στο Θεό κι είπε: Εγώ. Ναι ναι, άκου, νεαρέ, και βαλ' το καλά στο νου σου: Ένα μονάχα πράμα κολάζεται στην Κόλαση, το εγώ. Το εγώ, ανάθεμά το!"

Ἀπὸ τὴν «Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο» ,ἐκδ. Ἐλ. Καζαντζάκη, 1964.

Πηγή: http://stchronicls.pblogs.gr/2013/01/o- ... gio-o.html


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Captain Yiannis
Δημοσιεύσεις: 250
Εγγραφή: Σάβ Ιούλ 28, 2012 4:51 pm

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Captain Yiannis » Δευτ Μαρ 10, 2014 4:49 pm

Έχεις τίποτα άλλο Μανώλη;;

Και μιλώ ..επί της ουσίας , και όχι γιά αφορισμούς και τα τοιαύτα. :)

Μπορεί να μας πει κάποιος ποιός ήταν ο Καζαντζάκης, πέρα από ένας καλός χειριστής της πένας. ..άλλωστε ...και ο διάβολος, .. δεν είναι ...καλός χειριστής του λόγου ;

Μήπως δεν ήταν ..ένας δαιμονισμένος;;

Μήπως δεν ..εξύβρισε ..με τα γραφόμενα του την Υπεραγία Θεοτόκο;

Μήπως δεν έχει συμβάλει με τα γραφόμενα του, .. στην σημερινή κατρακύλα της κοινωνίας μας;;




Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τετ Μαρ 12, 2014 2:27 pm

Καπετάνιε, αυτά υπονόησα κι εγώ παραπάνω, αλλά με πιο ήπιους τόνους.

Άλλωστε ο αποθανών έχει ήδη κριθεί (δικαιωθεί ή καταδικαστεί) και επομένως ο σχολιασμός επί του χαρακτήρα του δεν έχει και πολύ νόημα. Αντιθέτως έχει νόημα η κρίση επί του έργου του, το οποίο εξακολουθεί να υπάρχει και να ασκεί επιρροή σ΄αυτούς που το διαβάζουν, πιθανόν χωρίς να γνωρίζουν το δηλητήριο που περιέχει. Όποιος γνωρίζει την ύπαρξη του δηλητηρίου και αδιαφορεί ή έχει ανοσία, ας το διαβάζει. Οι περισσότεροι, όμως, δεν έχουμε λόγο να το κάνουμε, ιδίως αφού υπάρχει ελάχιστος χρόνος για διάβασμα, που είναι καλύτερα να διαθέτουμε σε πνευματικά ωφέλιμα βιβλία.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Captain Yiannis
Δημοσιεύσεις: 250
Εγγραφή: Σάβ Ιούλ 28, 2012 4:51 pm

Re: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Δημοσίευσηαπό Captain Yiannis » Τετ Μαρ 12, 2014 4:21 pm

Νίκος έγραψε:Καπετάνιε, αυτά υπονόησα κι εγώ παραπάνω, αλλά με πιο ήπιους τόνους.

Άλλωστε ο αποθανών έχει ήδη κριθεί (δικαιωθεί ή καταδικαστεί) και επομένως ο σχολιασμός επί του χαρακτήρα του δεν έχει και πολύ νόημα. Αντιθέτως έχει νόημα η κρίση επί του έργου του, το οποίο εξακολουθεί να υπάρχει και να ασκεί επιρροή σ΄αυτούς που το διαβάζουν, πιθανόν χωρίς να γνωρίζουν το δηλητήριο που περιέχει. Όποιος γνωρίζει την ύπαρξη του δηλητηρίου και αδιαφορεί ή έχει ανοσία, ας το διαβάζει. Οι περισσότεροι, όμως, δεν έχουμε λόγο να το κάνουμε, ιδίως αφού υπάρχει ελάχιστος χρόνος για διάβασμα, που είναι καλύτερα να διαθέτουμε σε πνευματικά ωφέλιμα βιβλία.


Νίκο , νάναι ευλογημένο, σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να κρίνω κανένα , ..αν και εν τη ρύμη του λόγου ..θα μπορούσε να πεί κανείς ότι το έκανα κατά μία έννοια.

Τα έργα του κρίνω και τίποτα άλλο.

Πάντως λέγοντας ότι ήταν δαιμονισμένος , εννοώ ότι το είπε ο ίδιος, :)
στο έργο του που μαζί με ένα φίλο του πορευόντουσαν προς ένα χωριουδάκι , και κάπου εκεί στο δρόμο μόλις είδε τα φώτα της πολίχνης, σήκωσε το χέρι του και είπε
"θα σας σφάξω όλους ... κλπ, "
και εν συνεχεία απορούσε με τον εαυτό του γιά τα λόγια πούπε .

Κατα βάθος μερικές φορές προσεύχομαι γι αυτόν, να τον συγχωρέσει ο Θεός, γιά τα πεπραγμένα του, ...διότι όπως είπες και 'συ, ο κεκοιμημένος δεδικαίωτε.

Κύριε ελέησον , αυτόν , εμάς και τον κόσμο σου άπαντα ,
...γιατί ..δεν ξέρουμε τι μας γίνεται.



Άβαταρ μέλους
Achilleas
Δημοσιεύσεις: 2082
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm

Ο Τελευταίος Πειρασμός του Καζαντζάκη

Δημοσίευσηαπό Achilleas » Παρ Απρ 28, 2017 12:21 am

Ο Τελευταίος Πειρασμός του Καζαντζάκη


Εικόνα

Ο Τελευταίος Πειρασμός του Καζαντζάκη

Αρχιμ. Ιερόθεος Σ. Βλάχος
(Νυν Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου)


Την εποχή που ήμουν φοιτητής γινόταν πολύς λόγος για τον Καζαντζάκη και τα έργα του, που κυκλοφορού­σαν πάρα πολύ και διαβάζονταν από τους νέους. Επει­δή άκουγα πολλά για τον Καζαντζάκη και για τις περι­πέτειες της ζωής του, ήθελα να έχω προσωπική γνώμη. Γι’ αυτό άρχισα να διαβάζω προσεκτικά και, κατά το δυνατόν, απροκατάληπτα τα έργα του.

Το πρώτο βιβλίο που επέλεξα να διαβάσω ήταν «ο φτωχούλης του Θεού», που ήταν συγγενέστερο στις χρι­στιανικές απόψεις. Διαπίστωνα ότι περιέγραφε θαυμάσια τα γεγονότα, είχε πραγματικά ένα υπέροχο λογοτεχνικό ταλέντο, αφού διατύπωνε τις απόψεις του με ωραίο τρό­πο, δυνατές λέξεις και κυρίως με λεπτότητα εκφράσεων. Όμως κατάλαβα ότι, εν πολλοίς, εξέφραζε έναν μονα­χισμό ξένο προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Δεν μπόρε­σε ποτέ να καταλάβη την ορθόδοξο μοναχισμό. Αυτό ση­μαίνει ότι παρουσίαζε τον μοναχισμό μέσα στα δυτικά πλαίσια, αφού στην Δύση ο μοναχισμός αναπτύχθηκε στην προσπάθεια να σωθή η Εκκλησία. Αντίθετα, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ο μοναχός αγωνίζεται να σωθή ο ίδιος και όχι να σώση την Εκκλησία. Πέρα από αυτό η παρουσίαση του μοναχού ως αντίθετο προς την ανθρώπινη γνώση, ως επιθετικόν προς την κοινωνία και τα γράμματα, η συναισθηματική έξαρση, η πορεία μέχρι την συναισθηματική βίωση του Σταυρού, χωρίς να καταλήγη και στην Ανάσταση, η άγνωστη για την Ορθοδοξία ταύτιση των πληγών του Χριστού με τις σωματικές πλη­γές του ανθρώπου, παρουσιάζουν μια ξένη κατάσταση προς την Ορθοδοξία, είναι ουσιαστικά ξένο σώμα στην Παράδοσή μας. Ο Φραγκίσκος της Ασίζης έφθασε μέ­χρι την βίωση (αρρωστημένα) του Σταυρού του Χριστού, ενώ ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ έφθασε στην εμπειρία της Αναστάσεως, όπως εκφραζόταν στον χαιρετισμό του, «Χριστός Ανέστη, χαρά μου».

Το δεύτερο βιβλίο του Καζαντζάκη που διάβασα ήταν «ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Στο βιβλίο αυτό φαινό­ταν καθαρά η σοσιαλιστική αντίληψη του συγγραφέα. Δεν πρόκειται εδώ να παρουσιάσω τις απόψεις μου για το βι­βλίο και τις ιδέες που περικλείονται σ’ αυτό. Θα αρκεσθώ στην παρουσίαση μερικών εντυπώσεών μου από την ανάγνωση. Πρώτον, διέκρινα μια λογοτεχνία ξεπερασμέ­νη για την εποχή μας. Ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί ωραίες εκφράσεις, περιπεπλεγμένες προτάσεις, ενώ η σύγ­χρονη λογοτεχνία αρκείται στην παρουσίαση της εικόνας με λίγες, λιτές και απλές λέξεις. Δεύτερον, διακρίνεται ο Καζαντζάκης για τον παθολογικό ηδονισμό της περι­γραφής διαφόρων ερωτικών σκηνών, φυσικών και ανωμάλων. Η σύγχρονη ψυχολογία μπορεί να κάνη αναλύ­σεις πάνω στο σημείο αυτό. Τρίτον, ο Καζαντζάκης ου­σιαστικά είναι πουριτανός, εκφράζει το δυτικό πνεύμα. Από την μια επαινεί υπερβολικά τον Παπά-Φώτη, χρη­σιμοποιώντας εκφραστικότατα κοσμητικά επίθετα, από την άλλη κατεβάζει μέχρι τα «τάρταρα» της Κολάσεως τον Παπά-Γρηγόρη. Ξεχωρίζει τους ανθρώπους σε καλούς και κακούς με ανάλογα δικά του αισθήματα. Αυτό συνιστά δυτική και κυρίως πουριτανική αντίληψη, όπως το περιγράφει πολύ ωραία ο Παπά-Φιλόθεος Φάρος, και διαφέρει πολύ από ανάλογες περιγραφές του Παπαδιαμάντη, ο οποίος παρουσιάζει και τα λάθη των Κληρικών, ό­πως και όλων των ανθρώπων, αλλά στέκεται με αγάπη, σεβασμό, περιμένοντας την τελική κρίση από τον Θεό. Ο Παπαδιαμάντης δεν χωρίζει τους ανθρώπους σε κα­λούς και κακούς με κριτήρια ηθικολογικά, αλλά βλέπει την τρεπτότητά τους τόσο προς το κακό όσο και προς το καλό και κυρίως αφήνει τον Θεό να τους κρίνη.

Μελέτησα και άλλα έργα του Καζαντζάκη. Αλλά ε­κείνο που με εντυπωσίασε ήταν η αλληλογραφία που εί­χε με έναν ιερέα που υπηρετούσε στην Αμερική και Ονο­μαζόταν Εμμανουήλ Παπαστεφάνου. Μου έκαναν τερά­στια εντύπωση οι επιστολές του Καζαντζάκη γιατί είναι αρκετά εκφραστικές. Στην αλληλογραφία αυτή διατύπω­νε τις σκέψεις του για τα βιβλία που έγραφε τότε, ζητού­σε την γνώμη του Παπαστεφάνου και γενικά φαίνεται ό­λος ο χαρακτήρας και οι σκέψεις του. Σε μια επιστολή του ο Καζαντζάκης έγραφε στον Παπαστεφάνου: «Γρά­φε μου ταχτικά και μεγάλα γράμματα. Αν αργώ λίγο, μη στενοχωράσαι. Είμαι πνιγμένος σε αγωνία. Η φωνή σου, απ’ την άλλην άκρα του Ωκεανού, με σώζει». Τον παρακαλεί να του στείλη τις σκέψεις του, την «θεογονία» του, για να την περιλάβη στο βιβλίο του «Συμπόσιο». Με­ταξύ των άλλων του γράφει: «Γι’ αφτό σε παρακαλώ θερ­μότατα γράψε μου όσο μπορείς λεπτομερέστερα τη θεο­γονία σου, έτσι θα με βοηθήσεις πολύ να βάλω στο στό­μα σου τα λόγια ακριβώς που σου ταιριάζουν».

Τον καιρό που έγραφε την «ασκητική» του, είχε τα­κτική αλληλογραφία με τον Ιερέα Εμμανουήλ Παπαστε­φάνου, ο οποίος, όπως φαίνεται, διαπνεόταν από τις ί­διες αντιλήψεις. Από το Βερολίνο που βρισκόταν εκείνη την εποχή (1922-1923) ο Καζαντζάκης του έστειλε επιστο­λή με την εξής αρχή: «Άρχισα, αδερφέ Παπαστεφάνου, ένα νέο βιβλίο, μυστικό τέλειο. Salvatores Dei», δηλαδή σωτήρες του Θεού. Στα γράμματά του παρουσιάζει όλο το περιεχόμενό της «ασκητικής του» και τα κεντρικά ση­μεία. Κάπου γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Θεός μου είναι όλο λάσπη, αίματα, επιθυμίες κι δράματα. Δεν είναι ο αγνός, άσπιλος, παντοδύναμος, πάνσοφος, δίκαιος πα­νάγαθος. Δεν είναι φως. Με αγώνα, με κάματο μετουσιόνει τη νύχτα μέσα στα σωθικά του και την κάνει φως. Ανηφορίζει αγκομαχώντας τον ανήφορο της αρετής. Φωνάζει βοήθεια. Δεν μα σώζει. Εμείς τονε σώζομε. Salvatores Dei! Τι θα πει τόνε σώζομε; Σώζομε μέσα απ’ την εφήμερη πήλινη ύπαρξή μας την πνοή την αιώνια, μετουσιόνουμε τη σάρκα, τον αέρα, το νερό και τα κάνομε πνέμα». Και μεταξύ των άλλων συνιστά: «Πρέπει χωρίς άλο να Ιδρύσομε Εκκλησίες στα διάφορα μέρη».

Στην αλληλογραφία αυτή φαίνεται η αγωνία του Κα­ζαντζάκη να δημιουργήση έναν δικό του Θεό. Ο Καζαν­τζάκης πραγματικά πέρασε από πολλά στάδια στην ζωή του. Αυτό φαίνεται εκφραστικότατα σε μια από τις τε­λευταίες επιστολές του, που την έγραψε την 25-4-54. Με­ταξύ των άλλων γράφει:

«Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα:

1 - Θεέ μου, εσύ θα με σώσης·

2 - Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω·

3 - Μαζί θα συνεργαστούμε μαζί θα σωθούμε, Θεέ μου».

Μόνο μέσα από τα πλαίσια αυτά πρέπει να δούμε όλο το έργο του Καζαντζάκη. Έτσι ακριβώς το είδα διαβά­ζοντας κείμενά του, πριν από πολλά χρόνια. Ανέφερα όλα αυτά γιατί τα συνδέω αναπόσπαστα με το βιβλίο του «ο τελευταίος πειρασμός». Πρέπει να ομολογήσω ότι προσπάθησα να διαβάσω και αυτό το βιβλίο, για το οποίο είχε γίνει πολύς λόγος. Πραγματικά, άρχισα να δια­βάσω τις πρώτες σχεδόν 100 σελίδες, αλλά δεν μπόρεσα να συνεχίσω. Ήταν γραμμένο με τέτοια εμπάθεια, διαστρέβλωνε τόσο πολύ τα πράγματα, ώστε παρά την επιθυμία μου να το διαβάσω ολόκληρο, χάρη περιεργείας, ως αντικειμενικός αναγνώστης, δεν το άντεξα. Απλώς αρκέστηκα να διαβάσω αποσπασματικά μερικές σελίδες του. Με την ανάγνωση των πρώτων σελίδων και την α­ποσπασματική ανάγνωση τμημάτων του βιβλίου, αφού η συνείδησή μου διαμαρτυρόταν να το τελειώσω ολόκλη­ρο, συνέλαβα το νόημα και τις «βλασφημίες» του βιβλίου αυτού.

Αργότερα το έτος 1988, το βιβλίο «ο τελευταίος πει­ρασμός» έγινε κινηματογραφική ταινία από τον Σκορτσέζε και παιζόταν σε κινηματογράφους των Αθηνών. Τότε έγινε πολύς λόγος. Υπήρξε και αντίδραση από πλευράς Εκκλησίας και διαφόρων Χριστιανών. Την εποχή εκείνη με παρεκάλεσαν από την Ιερά Σύνοδο να γράψω τις απόψεις μου. Στην συνέχεια το καταχωρώ ολόκληρο το κείμενο, όπως ακριβώς γράφτηκε τότε.

Η προβολή της ταινίας που αναφέρεται στο ψευτο­πρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού δεί­χνει ότι δεν είναι ο πρώτος και τελευταίος πειρασμός του Χριστού και της Εκκλησίας, δείχνει, δηλαδή, ότι ούτε τώρα άρχισε, αλλά ούτε και πρόκειται να τελειώση η αν­τίδραση εναντίον του Χριστού. Ο Συμεών ο Θεοδόχος το έχει προφητεύσει: «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγό­μενον» (Λουκ. β, 34). Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι πειρασμός του Χριστού, γιατί Αυτός δεν υφίσταται καμμία προσβολή από την προβολή, όπως ο ήλιος δεν υφίσταται φθορά από την οποιαδήποτε αμφισβήτηση, αλλά είναι σημαντικός πειρασμός του ίδιου του ανθρώπου. Άλλωστε κάθε Χριστολογικό θέμα αναφέρεται και επεκτείνεται στον άνθρωπο και άρα είναι ανθρωπολογικό και σωτηριολογικό πρόβλημα.

Έτσι με την ταινία αυτή, όπως και με άλλες που έ­χουν παραπλήσιο περιεχόμενο οι άνθρωποι προβάλλουν τον ίδιο τον αρρωστημένο εαυτό τους και τον καθορίζουν αρνητικά. Εάν κάθε κίνηση σκέψεως και κάθε ενέργεια θελήσεως μεταφέρει στον γύρω κόσμο και γνωστοποιεί τα κρυπτογραφημένα μηνύματα του εσωτερικού κόσμου, αυτό πολύ περισσότερο ισχύει για την ταινία του «τελευ­ταίου πειρασμού». Και εάν κάθε εχθρική κίνηση εναντίον του Θεού έχει σημαντικές συνέπειες για την ζωή του αν­θρώπου αυτό το ίδιο συμβαίνει και με την εχθρική κίνη­ση εναντίον του Χριστού, αφού είναι Θεός αληθινός.

Επομένως, δεν αισθανόμασθε τόσο την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον Χριστό, τον οποίο φυσικά ομολογού­με, αλλά κυρίως αισθανόμαστε την ανάγκη να υπερασπίσουμε τον ίδιο τον άνθρωπο. Γιατί κάθε υποτίμηση του Χριστού έχει συνταρακτικές συνέπειες για την σωτηρία του ανθρώπου και γενικά για τον ίδιο τον άνθρωπο. Άλ­λωστε Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός παραδόθηκε στον θά­νατο χωρίς να αντισταθή, ούτε ζήτησε, αλλά και ούτε ά­φησε τους Μαθητάς Του να τον υπερασπίσουν ή να αντισταθούν. Στον Απόστολο Πέτρο που επεχείρησε να Τον υποστηρίξη είπε χαρακτηριστικά: «βάλε την μάχαιραν εις την θήκην» (Ιω. ιη, 11). Αυτός παραδόθηκε «εις χείρας ανθρώπων αμαρτωλών», αλλά στην πραγματικότητα αυτή η παράδοση είναι ζωή για τον άνθρωπο, αφού ο Χρι­στός δοξάσθηκε, αλλά και δόξασε τους ανθρώπους. Ο Χριστός έχει μια ζωή που είναι πέρα από τον θάνατο, εί­ναι στην πραγματικότητα υπέρβαση του θανάτου, αλλά και αυτής της βιολογικής ζωής. Άλλωστε, το εσφαγμένον Αρνίον της Αποκαλύψεως, που είναι ο Ίδιος ο Χρι­στός νικά τελικά το θηρίο της Αποκαλύψεως. Υπάρχει, λοιπόν, ένας διωγμός που είναι δόξα. Και υπάρχει ένας θάνατος που είναι ανάσταση. Άρα το ψευτοπρόβλημα του «τελευταίου πειρασμού» του Χριστού είναι στην πραγματικότητα ένα υπαρκτό πρόβλημα του ίδιου του αν­θρώπου.

Η Εκκλησία και ο σκοπός της

Αυτή μέσα σε γενικές γραμμές είναι και η ατμόσφαι­ρα της Εκκλησίας, που δεν είναι ένας κατεστημένος θε­σμός, αλλά το Σώμα του Χριστού. Σήμερα πολλοί άνθρω­ποι μιλούν για έναν Χριστιανισμό που έφερε έναν καινού­ριο πολιτισμό και άλλαξε ριζικά τις κοινωνικές συνθή­κες ζωής. Δεν μπορεί κανείς να αρνηθή αυτήν την πραγ­ματικότητα. Αλλά πρέπει να τονισθή ότι πολλοί από μας προσδίδουμε στον Χριστιανισμό μια ιδεολογική νοο­τροπία.

Η λέξη Χριστιανισμός χρησιμοποιείται για να δηλώση μια ιδιαίτερη ιδεολογία που είναι έτοιμη να αντιπαραταχθή σε άλλες ανθρωποκεντρικές ιδεολογίες και να δώση και τον δικό της λόγο. Όμως πρέπει να νοιώθουμε τον Χριστιανισμό κυρίως και προ παντός ως Εκκλησία, που δεν υποτάσσεται, αλλά και ούτε συγκαταλέγεται σε καμμιά ιδεολογία. Η ιδεολογία διακρίνεται για τις αν­θρωποκεντρικές και ουμανιστικές ιδέες που δεν έχουν στενή σχέση με την πραγματική ζωή, διαποτίζεται από την διάθεση της επιβολής με κάθε τρόπο και μέσο, χω­ρίς αγάπη και ελευθερία, που αποβλέπει στην απόκτηση οπαδών που θα διαδίδουν τις ιδέες αυτές, που θυσιάζει τους οπαδούς της και καταφέρεται, όταν χρειασθή, ανελέητα εναντίον των εχθρών της. Όμως η Εκκλησία δεν υποτάσσεται σε τέτοια απάνθρωπη νοοτροπία, αλλά εί­ναι η μάνα των ανθρώπων.

Άλλωστε η λέξη Εκκλησία σημαίνει την σύναξη, την συνάθροιση των διεσκορπισμένων. Είναι σημαντικό ότι κατά την διάρκεια της Λειτουργίας στην αποστολική ε­ποχή και μάλιστα κατά την προσφορά του άρτου γιά να γίνη Σώμα Χριστού υπήρχε η εξής προσευχή: «Ώσπερ ην τούτο το κλάσμα διεσκορπισμένον επάνω των ορέων και συναχθέν εγένετο εν, ούτω συναχθήτω σου η Εκκλη­σία από των περάτων της γης εις την σην βασιλείαν».

Αυτό δείχνει και την καθολικότητα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία έχει την πλήρη και ολοκληρωμένη αλήθεια για τον Θεό, τον άνθρωπο και τον κόσμο. Στην Εκκλησία δεν υπάρχουν διαστάσεις και μεμονομένες απολυτοποιήσεις της ζωής. Η Εκκλησία διαθέτει ολόκληρη την αλήθεια, ενώ η αίρεση διακρίνεται για την μερικότητα και την αποσπασματικότητα. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι κάθε αποσπασματικότητα και κάθε υπερτονισμός ενός μέρους της αλήθειας σε βάρος της καθολικότητος όχι μό­νο συνιστά αιρετικό τρόπο ζωής, αλλά ταυτόχρονα συνιστά και ένα σχιζοφρενικό τρόπο ζωής. Άλλωστε, αφού η αίρεση ορίζεται ως επιλογή ενός μέρους της αλήθειας και η σχιζοφρένεια ορίζεται ως υπερτονισμός ενός μέρους και παραθεώρηση ενός άλλου, ή του πληρώμα­τος της καθολικότητος, αυτό σημαίνει ότι κάθε αίρεση συνδέεται στενά με την σχιζοφρένεια, δηλαδή την απομονωμένη λειτουργία της ανθρώπινης προσωπικότητος.

Έτσι, λοιπόν, η Εκκλησία έχουσα όλη την αλήθεια που είναι στην πραγματικότητα όχι αφηρημένη, αλλά υπαρξιακή, αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους και αγωνίζεται να τους οδηγήση στην θέωση, που συνιστά την πνευ­ματική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αντίθετα, πολλές ανθρώπινες επιδιώξεις, που εκφράζονται με τις ιδεολο­γίες και την τέχνη είναι αποσπασματικές, γι’ αυτό και καταλυτικές για την αλήθεια και τον άνθρωπο. Η ται­νία αυτή που τώρα άρχισε να προβάλλεται είναι αποσπασματική, γιατί δείχνει μια πλευρά του Χριστού και μάλι­στα κακοποιημένη.

Το διδασκαλικό έργο της Εκκλησίας

Αφού η Εκκλησία ως Θεανθρώπινο Σώμα και όχι ως ένα ανθρώπινο σωματείο, ως Θεανθρώπινος Οργανισμός και όχι ως μια ανθρώπινη οργάνωση διαθέτει την αλή­θεια και την σωτηρία, επιδιώκει δια των Ποιμένων της να καθοδηγήσει το λαό στη βίωση αυτής της αλήθειας.

Κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος ένα από τα βασι­κά καθήκοντα του Ποιμένος είναι το διδασκαλικό, αφού «διδάσκαλος έστιν όντως». Αν η διδασκαλία είναι απαραίτητη σε όλες τις εποχές, πολύ περισσότερο χρειάζε­ται στην δική μας εποχή, στην οποία επικρατεί ένας θα­νάσιμος συγκρητισμός. Συμβιβάζουμε όλα τα ασυμβίβαστα, λατρεύουμε πολλές θεότητες, καταλήγουμε στην ειδωλολατρεία, απομονώνουμε τις ανθρώπινες λειτουργίες από την ολότητα της ψυχοσωματικής μας υπάρξεως και γενικά διαταράσσουμε την υπάρχουσα ισορροπία.

Είναι λυπηρό να ονομάζεται κάποιος Χριστιανός και μάλιστα να θίγεται όταν αποκληθή διαφορετικά, ενώ αρνείται ή αγνοεί βασικές διδασκαλίες της πίστεως. Και το χειρότερο είναι όταν το κάνη αυτό εν ονόματι μιας κα­κώς νοουμένης τέχνης, μιας επιδερμικής κουλτούρας και μιας ψευδούς ελευθερίας. Βέβαια, η αληθινή τέχνη δεν υπερτονίζει ένα μέρος της ζωής σε βάρος του άλλου, η πραγματική κουλτούρα δεν απορρίπτει βασικές πλευρές της ανθρώπινης ζωής και η ουσιαστική ελευθερία δεν απομονώνεται ή αποξενώνεται από την αληθινή αγάπη. Σε αντίθετη περίπτωση η τέχνη υποβαθμίζει τον άνθρωπο, η κουλτούρα τον νεκρώνει και η ελευθερία οδηγεί την αν­θρώπινη ύπαρξη στο μηδέν.

Γι’ αυτό οι Ποιμένες της Εκκλησίας πρέπει να προ­σφέρουν την Ευαγγελική και εκκλησιαστική αλήθεια στους πιστούς της και να τους αναγεννούν καθημερινά.

Αυτό είναι αναγκαίο και απαραίτητο γιατί αυτή η διδα­σκαλία, επειδή συνδέεται με τις εντολές του Χριστού, εί­ναι θέμα ζωής. Ο Ίδιος ο Χριστός είπε: «ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώ­νιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω. ε’ 24). Άρα ο λόγος του Θεού δεν είναι ένας κενός, φλύαρος, ανθρώπινος λόγος, αλλά θεία Χάρη και θεία ενέργεια και επομένως αναγεν­νά τον άνθρωπο.

Βέβαια, μερικοί σήμερα αισθάνονται ώριμοι και πεπληρωμένοι και δεν θέλουν να δέχωνται πνευματική κα­θοδήγηση από τους Ποιμένας της Εκκλησίας. Ισχυρί­ζονται ότι οι ίδιοι είναι υπεύθυνοι για την ζωή τους και ότι μόνοι τους θέλουν να αναζητήσουν να βρούν την α­λήθεια, γι’ αυτό και αρνούνται κάθε είδους υπευθυνότητα και αρμοδιότητα στους Ποιμένες της Εκκλησίας. Αλλά η πνευματική ωριμότητα έγκειται στην ταπείνω­ση του πνεύματος και στην έλευση της θείας Χάριτος. Ώριμοι δεν είναι εκείνοι που κλείονται ερμητικά στον ε­αυτό τους και τον θέτουν κριτήριο και κέντρο όλου του κόσμου, αλλά όσοι ταπεινώνονται, εξέρχονται από την φρικτή φυλακή του εαυτού τους και αναζητούν την πλη­ρότητα στον Χριστό και την Εκκλησία Του. Και η προ­σφορά της αλήθειας γίνεται δια των γνησίων Ποιμένων.

Ο Χριστός, μιλώντας προς τους Μαθητάς Του είπε: «ο ακούων υμών εμού ακούει και ο αθετών υμάς εμέ αθετεί· ο δε εμέ αθετών αθετεί τον αποστείλαντά με» (Λουκ. ι, 16). Οι Ποιμένες της Εκκλησίας δεν είναι α­πλώς οι αντιπρόσωποι του Χριστού, ωσάν ο Χριστός να κατοική απλώς στους ουρανούς και έχει εκχωρήσει τα καθήκοντα της διακυβερνήσεως της Εκκλησίας στους Ποιμένες, αλλά το μυστήριο της αισθητής παρουσίας του Χριστού πάνω στην γη. Γι’ αυτό και οι Ποιμένες της Εκ­κλησίας είναι εις τύπον και τόπον της Κεφαλής της Εκκλησίας, δηλαδή του Χριστού. Ο ιερός Χρυσόστομος δι­δάσκει ότι έργο του ιερέως είναι να παρακολουθή τις αι­ρετικές διδασκαλίες και ιδέες που κυκλοφορούν, και στην συνέχεια να διδάσκη τον λαό, ώστε να προφυλαχθή από αυτές. Έτσι, πνευματική ωριμότητα διαθέτει ο άνθρω­πος εκείνος, που καθοδηγούμενος από τους Ποιμένες της Εκκλησίας, όπως ο Ισραηλιτικός λαός από τον Μωυσή, εξέρχεται από την γη της Αιγύπτου και πορεύεται προς την γη της επαγγελίας.

Ο Θεάνθρωπος Χριστός

Και ερχόμαστε στο βασικό σημείο το οποίο, δυστυ­χώς, διαστρεβλώνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε. Βασική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι ότι ο Χριστός είναι Θεάνθρωπος, δηλαδή τέλειος Θεός και τέ­λειος άνθρωπος. Η θεία με την ανθρώπινη φύση ενώθηκαν ατρέπτως, αναλλοιώτως, ασυγχύτως και αδιαιρέτως στο Πρόσωπο του Λόγου. Αυτή η πίστη είναι το θεμέλιο της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν πρόκειται για μια λεπτο­μέρεια, που αν κλονισθή ίσως δεν επιφέρει καμμία αλλοίωση στον εκκλησιαστικό Οργανισμό, αλλά για το κεντρικό θεμέλιο της πίστεως. Γιατί, εφ’ όσον ο Χριστός είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας, αυτό σημαίνει ότι αν κλονισθή αυτή η διδασκαλία, τότε αυτομάτως και η Εκκλη­σία συγκαταλέγεται μεταξύ των ανθρωποκεντρικών συ­στημάτων και άρα ο άνθρωπος παραμένει αιωνίως αλύτρωτος.

Είναι χαρακτηριστικός ένας διάλογος που έγινε με­ταξύ του Χριστού και των Μαθητών Του. Τους ερώτησε: «τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου;». Εκείνοι τον πληροφόρησαν ότι τον θεωρούν ως τον Ηλίαν, τον Ιερεμίαν ή έναν από τους άλλους Προφήτας. Και όταν ο Χριστός επανήλθε και ζήτησε την προ­σωπική τους άποψη πάνω στο θέμα αυτό, ο Απόστολος Πέτρος εξ ονόματος όλων απήντησε: «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Με αφορμή αυτήν την ο­μολογία ο Χριστός διεκήρυξε: «μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι, άλλ ο πα­τήρ μου ο εν τοίς ουρανοίς, καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκ­κλησίαν» (Ματθ. ιστ, 13-18). Η πέτρα πάνω στην οποία στηρίζεται η Εκκλησία είναι η ομολογία ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Αυτό σημαίνει ότι όταν κλονίζεται αυτή η πίστη και ομολογία, τότε κλονίζονται τα θεμέλια της Εκκλησίας.

Ο Χριστός, εκτός του ότι είναι αληθινός Θεός, είναι και αληθινός άνθρωπος, δηλαδή σε ένα συγκεκριμένο χρονικό σημείο ενηνθρώπησε, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Όμως υπάρχουν μερικοί σήμερα οι οποίοι όχι μόνον δεν μπορούν να καταλάβουν την θεότητα του Χρι­στού, αλλά ούτε μπορούν να ερμηνεύσουν και την ανθρωπότητα του Χριστού. Ισχυρίζονται ότι ο Χριστός ως άν­θρωπος είχε όλα τα προβλήματα εκείνα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι, κυρίως τα σαρκικά, και έτσι θέλουν να τον ερμηνεύσουν, όπως γίνεται στην ταινία στην οποία αναφερόμαστε.

Το θέμα είναι αρκετά μεγάλο και δεν θέλουμε να κου­ράσουμε τον αναγνώστη με την ανάπτυξη της ορθόδοξης διδασκαλίας πάνω στο κρίσιμο αυτό σημείο. Εκείνο ό­μως που θέλουμε ιδιαιτέρως να υπογραμμίσουμε είναι ότι, ενώ ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση με όλα τα λεγόμενα αδιάβλητα πάθη, εν τούτοις δεν προσέλαβε τα λεγόμενα διαβλητά και αμαρτωλά πάθη, που είναι αποτέλεσμα της πτώσεως του Αδάμ, όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας. Τα αδιάβλητα πάθη τα οποία προσέλαβε ο Χριστός, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό είναι «η πείνα, η δίψα, ο κόπος, ο πόνος, το δάκρυον, η φθορά, η του θανάτου παραίτησις, η δει­λία, η αγωνία, εξ ης οι ίδρωτες, οι θρόμβοι του αίματος, η δια το ασθενές της φύσεως υπό των αγγέλων βοήθεια και τα τοιαύτα, άτινα πάσι τοίς ανθρώποις φυσικώς ενυπάρχουσι». Παρά ταύτα ο Κύριος δεν προσέλαβε τα δια­βλητά πάθη, τα οποία συνιστούν την αμαρτία, γι’ αυτό είναι τελείως αναμάρτητος. Ο Απόστολος Πέτρος έγρα­φε στην Καθολική του επιστολή: «ος αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α, Πετρ. β, 22). Και ο Ίδιος ο Χριστός προκαλούσε τους συγχρό­νους Του: «Τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας;» (Ιω. η, 46).

Επομένως, ο Χριστός δεν είχε τις σαρκικές επιθυμίες και τις επαναστάσεις του σώματος, αφού, όπως λέγει πά­λι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μεγάλος δογματικός θεολόγος της Εκκλησίας,, «ουδέ το σπερματικόν και γεννητικόν είχε ο Κύριος». Και ξέρουμε καλά από την διδα­σκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, ότι το σπερ­ματικό και γεννητικό είναι αποτέλεσμα του προπατορι­κού αμαρτήματος και είναι βλασφημία να υποστηρίζουμε ότι ο Χριστός είχε τέτοια προβλήματα. Ο Χριστός προσέλαβε όλη την ανθρώπινη φύση, γι’ αυτό και δεν εί­ναι κατά φαντασία άνθρωπος, αλλά όμως την προσέλα­βε χωρίς την αμαρτία. Άρα, η αγωνία και ο εσωτερικός πειρασμός για την διάπραξη της αμαρτίας, η αμφιταλάντευση γύρω από το θέμα αυτό, η αποδοχή της αμαρτίας στο επιθυμητικό μέρος της ψυχής, η αγωνιώδης κατάστα­ση του συνδυασμού, πολύ δε περισσότερο η πραγματο­ποίηση της αμαρτίας είναι ξένα προς τον Χριστό και ε­πομένως καθαρά αίρεση και βλασφημία.

Αυτός ο προβληματισμός είναι καρπός και αποτέλεσμα του προβληματισμού του συγγραφέα του βιβλίου πά­νω στο οποίο στηρίχθηκε η ταινία (δηλαδή του Καζαντζάκη), ο οποίος προς το τέλος της ζωής του ομολόγησε: «Τρία τα μεγάλα θεολογικά στάδια που πέρασα. 1. Θεέ μου, εσύ θα με σώσης. 2. Θεέ μου, εγώ θα σε σώσω· 3. Μαζί θα συνεργασθούμε μαζί θα σωθούμε Θεέ μου». Σ’ αυτήν την πορεία φαίνεται η αγωνία του «Θεού» του συγγραφέως, αλλά και η αγωνία του συγγραφέως να σώση τον δικό του «Θεό». Αυτή η αγωνία έχει περάσει και στην ταινία.

Αλλά όλο αυτό το περιεχόμενο είναι άγνωστο στον αληθινό Θεό της Εκκλησίας, δηλαδή τον Θεάνθρωπο Χριστό. Στις φράσεις που αναφέραμε πιο πάνω φαίνεται άφ’ ενός μεν η ανθρωποκεντρικότητα του «θεού», αφ’ ετέρου δε η παντοδυναμία του ανθρώπου και η αυτοθέωσή μας, αφού και εμείς μπορούμε να γίνουμε «Salvatores Dei» δηλαδή «σωτήρες του Θεού»! Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθή ότι στην ταινία παρουσιάζεται η αγωνία του Χρι­στού πάνω στον Σταυρό και η απόδοση σ’ Αυτόν κατα­στάσεων που είναι έξω από το αληθινό Πρόσωπο και το πραγματικό έργο του Θεανθρώπου Χριστού.

Βέβαια, μερικοί ισχυρίζονται ότι χρειάζεται στις ημέ­ρες μας να γίνη μια απομύθευση του Χριστού. Εκτός του ότι αυτή η απομύθευση πρέπει να στραφή και σε άλλες κατευθύνσεις μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι αυτό το έρ­γο είναι στην πραγματικότητα άρνηση της πίστεως, αλλά και αυτής της ίδιας της επιστήμης. Γιατί γνωρίζουμε ότι επιστημονικά κάθε απομύθευση στηρίζεται στην ανακάλυψη νέων κειμένων, νέων χειρογράφων, βάσει των οποίων αναθεωρείται η εικόνα που έχουμε για κάποιο πρό­σωπο και γεγονός. Αλλά στο θέμα του Χριστού δεν έ­χουμε τέτοια κείμενα και χειρόγραφα. Επομένως, η λεγομένη απομύθευση του Χριστού δεν στηρίζεται και επι­στημονικά. Όσοι ισχυρίζονται τέτοιες ιδέες είναι ψευδείς επιστήμονες, αφού στηρίζουν και προσανατολίζουν την επιστήμη τους πάνω σε ιδεολογικές σκοπιμότητες.

Εχθροί και άρρωστοι

Χρειάζεται όμως να τονισθή και μια άλλη αλήθεια, που είναι βασική για την Εκκλησία. Καίτοι υπάρχουν με­ρικοί εχθροί που πολεμούν τον Χριστό και αντιστρατεύονται το έργο της Εκκλησίας, δηλαδή είναι «οι εχθροί του σταυρού του Χριστού», η Εκκλησία δεν τους αντιμετωπίζει ως εχθρούς, άλλ’ ως αρρώστους πνευματικά, αφού έχουν μια περιορισμένη και αποσπασματική θεώ­ρηση της ζωής, και αυτής ακόμη της πίστεως της Εκ­κλησίας. Ένας άρρωστος δεν είναι ποτέ εχθρός. Και έ­χουμε παραδείγματα μέσα στην εκκλησιαστική ζωή, σύμ­φωνα με τα οποία λεγόμενοι εχθροί σε μια δεδομένη στιγ­μή μετεστράφησαν, απέκτησαν καθολική όραση της αλήθειας και έγιναν ομολογητές του Χριστού. Χαρακτη­ριστικό παράδειγμα είναι του αγίου Πορφυρίου του από μίμων, ο οποίος ως μίμος διακωμωδούσε το Βάπτισμα των Χριστιανών. Όταν όμως, κατόπιν θαύματος, αισθάνθηκε την ώρα εκείνη ότι δέχθηκε την Χάρη του Χριστού, ομολόγησε τον Χριστό και υπέστη το μαρτύριο για την δόξα Του, οπότε θεωρείται από την Εκκλησία μάρτυς Ιησού Χριστού. Άλλωστε, όπως αναφέραμε στην αρχή, η Εκκλησία δεν είναι μια ανθρώπινη ιδεολογία, αλλά κυ­ρίως και προ παντός οικογένεια, και μάλιστα πνευματι­κό Νοσοκομείο που θεραπεύει τον άνθρωπο.

Έτσι και εμείς μιμούμενοι τον Χριστό, αντιμετωπίζουμε όλους τους ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση. Γιατί, ενώ τώρα μπορεί να φαίνονται εχθροί, μπορεί να υπάρξη περίπτωση που να αποδειχθούν ομολογητές και μάρτυρες του Χριστού. Επομένως για όλους τους ανθρώπους η Εκκλησία περιμένει την ημέρα εκείνη κατά την οποία οι άρρωστοι, λόγω μιας αποσπασματικότητος, θα αποκτήσουν την καθολική θεώρηση της ζωής. Και αν καμμιά φορά η Εκκλησία φαίνεται λίγο αυστηρή στην αντιμετώπιση μερικών προβλημάτων, αυτό το κάνει από αγάπη, γιατί βλέπει την αίρεση σαν αρρώστεια που κα­ταστρέφει τον ίδιο τον άνθρωπο που την διαθέτει, αλλά αρρωσταίνει και τα υπόλοιπα μέλη της.

Επομένως, η ενδεχομένη «σκληρή» αντιμετώπιση με­ρικών περιπτώσεων δεν πρέπει να τεθή μέσα σε δικανικά σχήματα, αλλά σε θεραπευτικά, ιατρικά. Είναι και­ρός να δούμε την Εκκλησία σαν Νοσοκομείο που θερα­πεύει την μερικώς λειτουργούσα ανθρώπινη προσωπικό­τητα, και τους Κληρικούς ως ιατρούς που θεραπεύουν τον άνθρωπο με την δύναμη του κατ’ εξοχήν θεραπευτού, δη­λαδή του Χριστού.

Η ευθύνη της πολιτείας

Πέρα από όλα αυτά νομίζουμε ότι και η κάθε λογής εξουσία έχει την ευθύνη της πάνω στο θέμα αυτό που ανέκυψε. Και πάλιν θέλουμε να υπογραμμίσουμε εμφαντικά ότι δεν ενδιαφερόμαστε για την προστασία του Χρι­στού, αφού ο Ίδιος είναι ο Κύριος του ουρανού και της γης και επομένως η αυτοζωή, που διακυβερνά τα σύμπαντα και ζωοποιεί όλη την κτίση με τις άκτιστες ενέρ­γειές Του, μαζί με τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, αλλά για την προστασία του ανθρώπου και ταυτό­χρονα την προστασία της ίδιας της πολιτείας. Για την προστασία του ανθρώπου τονίσαμε τα δέοντα πιο πάνω. Για την προστασία της πολιτείας θέλουμε να υπογραμμί­σουμε ότι η εξουσία υπάρχει για να υπηρετή τον λαό και όχι ο λαός για να υπηρετή την εξουσία. Και επειδή ο ορ­θόδοξος λαός στην πλειοψηφία του είναι θρησκευτικός η πολιτεία πρέπει να σέβεται αυτήν την θρησκευτικότη­τα του λαού. Και αυτός ο σεβασμός είναι τιμή και υποχρέωση της πολιτείας.

Άλλωστε το ίδιο το ισχύον Σύνταγμα της χώρας συνετάγη στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Η επίκληση έχει ως εξής: «Σύνταγμα εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος». Και βεβαίως ο Χριστός, που διαστρέφεται από την ταινία που μελετάμε, είναι το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Αυτή δε η επί­κληση του Τριαδικού Θεού από το Σύνταγμα πιστεύουμε πως δεν είναι τυπική, αλλά έκφραση της διαχρονικής ευσέβειας του ελληνικού έθνους, αλλά και έκφραση της επιθυμίας να διευθύνεται αυτός ο λαός βάσει του θελήμα­τος του Τριαδικού Θεού.

Η πολιτεία ενδιαφέρεται για την υγεία των πολιτών της. Δεν χρειάζεται εγρήγορση και προσοχή και σε θέ­ματα πνευματικής υγείας του λαού; Έχουμε την βεβαιό­τητα ότι αυτό είναι απαραίτητο, γιατί σήμερα γίνεται από όλους παραδεκτό ότι τα προβλήματα που μαστίζουν τους ανθρώπους δεν είναι τόσο πολιτικά, κοινωνικά, οικονο­μικά, όσο κυρίως και προ παντός πνευματικά. Και η ύ­παρξη τέτοιων πνευματικών προβλημάτων είναι εκείνη που ναρκοθετεί την υγεία και την ακεραιότητα της κοι­νωνίας. Γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να προστατεύση την πνευματική υγεία του λαού, αλλά να σεβασθή και τον ίδιο τον εαυτό της.

Η ταινία «ο τελευταίος πειρασμός» μας υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει στην πραγματικότητα πειρασμός του Χρι­στού, όπως εννοείται κακώς, αλλά πειρασμός των ανθρώπων. Και πραγματικά πάνω στον Γολγοθά, ενώ ο Χρι­στός δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα σαρκικού πει­ρασμού, αφού ο ίδιος ήταν αναμάρτητος, προσφέρθηκε από αγάπη προς το ανθρώπινο γένος να θυσιασθή, ώστε να ζήση ο κόσμος. Παρά ταύτα το γεγονός της σταυρώσεως υπήρξε πειρασμός για όλο τον κόσμο, για τους άρχοντας του Ισραήλ που σταύρωσαν τον Χριστό, για ό­λους εκείνους που συμμετείχαν στο μεγαλύτερο έγκλη­μα των αιώνων, αλλά και για τους δύο ληστές που σταυ­ρώθηκαν μαζί με τον Χριστό.

Αν δούμε την περίπτωση των δύο ληστών θα διαπι­στώσουμε ότι ο εκ δεξιών ληστής σώθηκε όχι για τα κα­λά του έργα, αφού ήταν εγκληματίας και ληστής, αλλά γιατί ομολόγησε στην θεότητα του Χριστού. Και ο εξ αριστερών ληστής καταδικάστηκε όχι για τα κακά του έρ­γα, αφού δεν ήταν χειρότερος από τον προηγούμενο, αλλά γιατί βλασφημούσε τον Χριστό. Έτσι η θετική ή αρ­νητική αναφορά τους προς τον Χριστό καθόρισε την ζωή τους αιώνια.

Νομίζουμε ότι η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται δια μέ­σου των αιώνων, επομένως και στις ημέρες μας. Εξα­κολουθεί να υπάρχη ένας διαρκής πειρασμός των ανθρώπων σε σχέση με το Πρόσωπο του Χριστού. Άλλοι ομο­λογούν την θεότητα του Χριστού και την αναμαρτησία του ως ανθρώπου και άλλοι βλασφημούν τον Χριστό. Οι πρώτοι σώζονται και οι δεύτεροι καταδικάζονται. Ουσιαστικά δεν καταδικάζονται από τον Χριστό, αλλά αυτοκαταδικάζονται, αφού δεν δέχονται την Χάρη Του.

Ο φόβος μας είναι μήπως η προβολή της ταινίας «ο τελευταίος πειρασμός» γίνει ένας διαρκής και αιώνιος πειρασμός για τον άνθρωπο. Με αυτήν την έννοια στρε­φόμαστε στον Ορθόδοξο ελληνικό λαό και σε κάθε υπεύθυνο και ζητούμε νηφαλιότητα, ψυχραιμία και προ παντός σοβαρότητα.

Πηγή: http://www.impantokratoros.gr


Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 4 και 0 επισκέπτες

cron