Λέει κανείς ψέματα και γίνεται πιστευτός, επειδή οι περισσότεροι σ’ ένα χώρο λένε αλήθεια και έχει αναπτυχθεί μια παράδοση εμπιστοσύνης. Όταν οι ψεύτες σ’ ένα τόπο γίνουν πολλοί, τότε οι υποψίες αυξάνονται, οι επιβεβαιώσεις γίνονται αναγκαίες, οι μάρτυρες είναι απαραίτητοι. Όταν όλοι λένε ψέματα, τότε παύει να έχει σημασία τι λέει κανείς, το ψέμα δεν έχει ισχύ, γιατί και το ψέμα στην αλήθεια στηρίζεται, το ψέμα είναι ένας λόγος που προσποιείται την αλήθεια με ύφος αλήθειας και πρέπει να υπάρχουν άνθρωποι που λένε αλήθεια για να υπάρχει το προσωπείο αυτό να το φορέσει κανείς. Η τέτοια κατάσταση μοιάζει μ’ ένα ύφασμα που δεν μπορείς να το μπαλώσεις είτε γιατί το σχέδιό του έχει χαθεί από τις πολλές φθορές και αλλοιώσεις είτε γιατί οι βελονιές του μπαλώματος δεν βρίσκουν γερό ύφασμα να στηριχτούν.
Λέει κανείς ψέματα και γίνεται πιστευτός, όταν έχει πει αλήθεια άλλες φορές· και αν αυτές οι φορές είναι πολλές, ο ψεύτης γίνεται πιο πολύ πιστευτός. Ο ψεύτης βοσκός του μύθου δεν μπορούσε να στηριχτεί σε καμιά αλήθεια που είχε πεί ο ίδιος προτύτερα…
Λέει κανείς ψέματα και προσπαθεί να στηριχτεί σε μάρτυρες. Είναι πολύ δυσκολότερο να είναι κανείς ψευδομάρτυρας, θέλει ειδική τέχνη παρά να μαρτυρεί την αλήθεια. Γι’ αυτό τελικά το ψέμα με λίγη έρευνα αποκαλύπτεται, χρειάζεται λίγος χρόνος, γι’ αυτό λένε «το ψέμα έχει κοντά πόδια».
Η παραγραφή των αδικημάτων είναι άμυνα των παράνομων και στηρίζεται σ’ αυτό ακριβώς. Λέει κανείς ψέματα και κάνει τη δουλειά του ακόμα κι αν εκείνοι που τον ακούν ξέρουν ότι λέει ψέματα. Ακόμα κι αν ο ίδιος δεν επιμένει ότι λέει
την αλήθεια, όταν του φαίνεται ότι δεν είναι απαραίτητο, αφού δεν βρίσκει αντιδράσεις. Αυτοί που τον ακούν είτε δεν τολμούν να τον διαψεύσουν, επειδή φοβούνται την οργή του, είτε έχουν και οι ίδιοι συμφέρον να μην αποκαλυφθεί, είτε δεν ανακατεύονται στα «κακώς εύ κείμενα». «Εσύ να κάνεις τη δουλειά σου, όταν δεν σε αφορά κάτι», υποδεικνύουν μερικοί, γιατί δεν έμαθαν ή δεν παραδέχονται ότι όλους μας αφορά το ψέμα, η απάτη και η κλεψιά, αφού έτσι είναι με τα κοινωνικά ζητήματα, απλώνονται.
Νομίζω λοιπόν ότι «το ψέμα στηρίζεται στην αλήθεια»· κι αν απότομα γίνουν όλοι ψεύτες δεν θα έχει νόημα η απάτη, δεν θα υπάρχει απάτη, αφού δεν θα υπάρχει πουθενά το γνήσιο για σύγκριση.
Για να μπούμε σε παραδείγματα από τη ζωή μας σ΄ αυτό τον τόπο κατά τα πολλά χρόνια που έχουν περάσει, ένας πολιτικός θα είναι αδύνατο στο μέλλον να υποσχεθεί ότι θα αναδιοργανώσει το κράτος και θα κάνει εξυπηρετικές και δίκαιες τις υπηρεσίες, γιατί δεν θα τον πιστέψει πια κανείς.
Επειδή φτάσαμε στο «μη χειρότερα», ελπίζει κανείς ότι πολλοί πολιτικοί θα καταλάβουν ότι η ώρα να γίνει τούτο ή εκείνο είναι τώρα. Δεν μπορεί πια κανείς π.χ. να πιστέψει ότι τα
φακελάκια είναι «ελάχιστα» ή ότι τα δίνουν στους χειρούργους οι συγγενείς των αρρώστων από καλή διάθεση. Έχουν πια δώσει χωρίς να θέλουν κι οι πιο τίμιοι και το ομολογούν· και γι αυτό υπάρχει για πρώτη φορά ελπίδα ή να νομιμοποιηθούν οι αμοιβές αυτές ή να εκλείψουν. (Τα ποσά κάθε τέτοιας δωροδοκίας διαφέρουν από τις δωροδοκίες
των κρατικών προμηθειών και έργων, αλλά τα περιστατικά είναι περισσότερα και ο εκβιασμός ωμότερος και πιο απάνθρωπος).
Με το να μετρηθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (δεν ξέραμε ότι είναι αμέτρητοι) δυσκολεύεται η ύπαρξη χιλιάδων αργόμισθων. Με το να δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο οι Υπουργικές αποφάσεις, αυτοί που «δεν ήξεραν» γίνονται λιγότεροι και οι συμφωνίες κάτω από το τραπέζι γίνονται πολύ δύσκολες.
Ελπίζει κανείς, όχι επειδή είναι τώρα καλύτεροι οι πολιτικοί ή οι πολίτες, αλλά γιατί το κακό παράγινε. Έγινε τόσο μεγάλη ληστεία στα νοσοκομεία (ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ), ώστε είναι βάσιμο να πιστεύει κανείς ότι δεν θα αγορασθούν πια σε τριπλάσια ή δεκαπλάσια τιμή (όπως συνόψισε ο κ. Βγενόπουλος) εργαλεία και άλλα είδη χωρίς διαγωνισμό ή με φωτογραφικό τέτοιο, ούτε φάρμακα για ανύπαρκτους ασθενείς ή τάχα για κάποιους που δεν ξέρουν τι κάνουν με τα βιβλιάριά τους ο γιατρός, ο ελεγκτής και ένα δυο άλλοι στην περιοχή διπλασιάζοντας απότομα εκεί σ’ ένα χρόνο το κόστος της περίθαλψης.
«…και μην έχοντας πιο κάτω άλλο σκαλί,
να κατρακυλήσεις πιο βαθιά
στου κακού τη σκάλα,
θα αισθανθείς να σου φυτρώνουν –ώ χαρά –
τα φτερά
τα φτερά τα πρωτινά σου τα μεγάλα!…»
έγραψε κι ο Κ. Παλαμάς.
Το ψέμα πρέπει να γράφεται με αι όπως το αίμα. Πίσω από κάθε μίζα υπαλλήλου, πίσω από κάθε δήθεν έλεγχο βρίσκεται ένα ψέμα, που στηρίζει άλλα κακά. Όσο για του δημοσιογράφους, ελπίζω ότι, αντί να κάνουν έρευνες σε άλλες χώρες, αντί για κάθε θέμα να νομίζουν ότι αρκεί να καλέσουν αντιπροσώπους δύο ή τριών κομμάτων χωρίς οι ίδιοι να παίρνουν θέση, θα παύσουν να σιωπούν σε θέματα που ξέρουν ότι «έτσι γίνεται» και θα ψάχνουν να βρούν τι γίνεται εκεί που δεν φαίνεται –ανεξαρτήτως επικαιρότητας.
Μάνος Τσελίκας
Πηγή: Ηλεκτρονικό Περιοδικό "Το Γράμμα", τεύχος 98, σελ. 16