Το «πείραμα του αιώνα»

Θεολογικοί, φιλοσοφικοί και διάφοροι άλλοι προβληματισμοί, πάντοτε όμως με Ορθόδοξο υπόβαθρο.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Achilleas
Δημοσιεύσεις: 2082
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 7:09 pm

Το «πείραμα του αιώνα»

Δημοσίευσηαπό Achilleas » Κυρ Αύγ 26, 2012 2:56 pm

Επιστήμη και Θρησκεία

Με αφορμή το «πείραμα του αιώνα»


Εικόνα


Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης

Με αφορμή το λεγόμενο «πείραμα του αιώνα», για τη διερεύνηση των συνθηκών της δημιουργίας του σύμπαντος, κάποιοι ιδιώτες ανακοίνωσαν δημόσια ότι επιτέλους η ανθρωπότητα «θα βρει το Θεό» ή και θα… «ανακαλύψει αν υπάρχει Θεός». Πάνω σ’ αυτό, επιτρέψτε μου ένα μικρό σχόλιο.

Η διάκριση επιστήμης και πίστης στον Ορθόδοξο κόσμο

Στην αρχαία χριστιανική παράδοση, δηλαδή τη σκέψη των αγίων των πρώτων χιλίων χρόνων και στη συνέχεια της ορθόδοξης Εκκλησίας, η Αγία Γραφή δεν αντιμετωπίστηκε ως πηγή πληροφόρησης για τη δημιουργία του κόσμου. Η γνώση σ’ αυτόν τον τομέα θεωρήθηκε πάντα αντικείμενο της φιλοσοφικής –δηλαδή της επιστημονικής– έρευνας.

Ο μέγας Βασίλειος θεωρεί ότι η Γένεση όχι μόνον δεν περιγράφει λεπτομερώς τη δημιουργία του κόσμου, αλλά και λειτουργεί ως προτροπή για επιστημονική έρευνα: «Ειπών, Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην, πολλά απεσιώπησεν, ύδωρ, αέρα, πυρ, τα εκ τούτων απογεννώμενα πάθη× … παρέλιπε δε η ιστορία, τον ημέτερον νουν γυμνάζουσα προς εντρέχειαν, εξ ολίγων αφορμών παρεχομένη επιλογίζεσθαι τα λειπόμενα» (Γράφοντας “Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τον ουρανό και τη γη”, πολλά αποσιώπησε, το νερό, τον αέρα, τη φωτιά [τα στοιχεία της φύσεως κατά τους αρχαίους] και τις ενώσεις που προέρχονται απ’ αυτά… τα παρέλειψε δε η διήγηση, για να γυμνάσει το δικό μας νου, κάνοντάς μας από μικρές αφορμές να ανακαλύψουμε τα υπόλοιπα), βλ. Μ. Βασιλείου, Εις την Εξαήμερον, Ομιλία Β΄, 3.

Το τονίζω, γιατί επικρατεί σύγχυση: στο χριστιανισμό υπήρχε πάντα σαφής διαχωρισμός επιστήμης και πίστης. Απορρίφθηκε βέβαια η παρέμβαση του ενός χώρου στον άλλο, δηλαδή η απόπειρα κατοχής του Θεού με τα εργαλεία της φιλοσοφίας (ή, σήμερα, της επιστήμης), ενώ η προσπάθεια της θεσμικής Εκκλησίας να ποδηγετήσει την επιστημονική έρευνα ήταν κάτι άγνωστο στον πατερικό χώρο. Συνέβη μόνο στη διαστρεβλωμένη χριστιανοσύνη του ευρωπαϊκού μεσαίωνα.

[Μια παρατήρηση: η 7η Οικουμενική Σύνοδος απορρίπτει ως αιρετικούς εκείνους που σπουδάζουν την ελληνική φιλοσοφία πιστεύοντας τα μεταφυσικά της δόγματα, δηλαδή τις οντολογικές αρχές της (π.χ. ότι ο κόσμος «υπάρχει πάντα»), ενώ αποδέχεται ως χριστιανούς εκείνους που τη σπουδάζουν ως επιστημονικό εργαλείο («δια παίδευσιν»). Ο Θεός, το ξαναείπαμε, δεν ανακαλύπτεται με το στοχασμό, αλλά με την κάθαρση της καρδιάς, μέσα στην οποία συναντιέται με τον άνθρωπο].

Το βιβλίο λοιπόν της Γένεσης δεν είναι βιβλίο κοσμολογίας ούτε βιολογίας. Δε θέλει να δώσει γνώση του πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος, αλλά να θέσει κάποιες θεολογικές αρχές, με βάση τις οποίες προτείνει την κατανόηση του κόσμου, του ανθρώπου και της σχέσης ανθρώπου-κόσμου και ανθρώπου-Θεού. Τέτοιες αρχές είναι π.χ. ότι δεν υπάρχουν πολλοί θεοί, αλλά ένας, ότι τα άστρα, η γη, τα ζώα, τα δέντρα κ.τ.λ. δεν είναι θεοί, αλλά δημιουργήματα, ότι ο άνθρωπος ξεκίνησε από μια ζωή σχέσης με το Θεό, τον οποίο αποστράφηκε, κ.τ.λ.


Η Βίβλος ως πηγή πληροφοριών προς τον αρχαίο άνθρωπο

Ωστόσο, η Γένεση είναι η πιο κοντινή στη δική μας σκέψη κοσμογονία που μας έρχεται από τον αρχαίο κόσμο. Κατ’ αρχάς θεωρεί τον ουρανό, τη γη και όσα περιέχονται σ’ αυτά –ουράνια σώματα, όρη, θάλασσες και όλα τα όντα– ως απλά μέρη του σύμπαντος και όχι ως θεούς. Τα θεωρεί βέβαια δημιουργήματα του Θεού κι όχι προϊόντα χαοτικών συμπτώσεων, αλλά αυτό δεν είναι συνετό να μας κάνει να την απορρίψουμε εκ των προτέρων. Μάλλον το λογικό θα ήταν να θέσουμε το ερώτημα: πώς κατέληξε στο συμπέρασμα ο συγγραφέας ότι υπάρχει Θεός;

Όπως κι αν κατέληξε σ’ αυτό το συμπέρασμα, ακόμη κι αν μας είναι αδιάφορο αν έχει δίκιο ή όχι, είναι βέβαιο πως η Γένεση δε γράφτηκε στο γόνατο.

Επιπλέον, μιλάει όχι για μάχες ή ενώσεις μεταξύ ανθρωπόμορφων θεών, που προκάλεσαν κοσμικές ανακατατάξεις, αλλά για έναν αόρατο, υπερβατικό Θεό, κοσμικών διαστάσεων, που με άυλα μέσα, με το λόγο Του, δημιουργεί κλιμακωτά το σύμπαν, τη γη και τελικά τον άνθρωπο. Κλιμακωτά: η πρώτη διατύπωση της θεωρίας της εξέλιξης βρίσκεται στη Βίβλο. Κατά κάποιους, ο Δαρβίνος, ως Εβραίος, εμπνεύστηκε τη θεωρία της εξέλιξης διαβάζοντας το πρώτο κεφάλαιο της Γένεσης.

Έτσι, σε μας η Γένεση δεν έχει προφανώς να προσφέρει γνώση για τα γεγονότα της κοσμογονίας, στο κοινό όμως, στο οποίο αρχικά απευθύνθηκε, είχε να προσφέρει και τέτοια γνώση. Για να γίνει κατανοητή η διαφορά, ας θυμηθούμε ότι, στον ίδιο ιστορικό χώρο με τον ποιμενικό πολιτισμό της Βίβλου, η απείρως πλουσιότερη και ισχυρότερη αυτοκρατορία της Βαβυλώνας είχε ένα σύνθετο εξωτικό πολυθεϊσμό και μια τυπική μυθική κοσμογονία, με αποκορύφωμα το διαμελισμό της Τιαμάτ από το Μαρδούκ και το σχηματισμό του ουρανού και της γης από τα κομμάτια της

Όμως, παραδόξως, οι αναφορές της Γένεσης στα ίδια τα γεγονότα της κοσμογονίας έχουν αναλογίες με τις προτάσεις τις σύγχρονης επιστήμης για το πώς έγιναν τα πράγματα. Οι αναλογίες αυτές είναι δευτερεύουσες και μπορεί να παραπλανήσουν κάποιους, κάνοντάς τους να νομίσουν πως αυτές είναι που πρέπει να τονιστούν, ενώ το ζητούμενο είναι η αγιότητα του ανθρώπου. Έχουν ωστόσο σημασία, γιατί χτυπούν ένα καμπανάκι που λέει ότι θα ήταν καλό να προσέξουμε τη Γένεση.

Το αποκορύφωμα της αναλογίας ανάμεσα στη Γένεση και τη σημερινή επιστήμη είναι η περιγραφή της δημιουργίας των γήινων όντων (κεφ. 1), που ακολουθεί μια σειρά σχηματική βέβαια, αλλά επιστημονικά σωστή: α) φυτά (χόρτα και δέντρα), β) από το νερό «βγαίνουν» τα ερπετά, τα κήτη και τα πουλιά, γ) από τη γη «βγαίνουν» θηλαστικά και ερπετά (ξανά, γιατί οι δεινόσαυροι έχουν χαθεί), δ) ο άνθρωπος.

Υπάρχει βέβαια μια τερατώδης ανακρίβεια: ο ήλιος, η σελήνη και τα άλλα ουράνια σώματα φαίνεται να δημιουργούνται την τέταρτη μέρα κι όχι την πρώτη, όπως θα περίμενε ο αναγνώστης! Ο μέγας Βασίλειος δίνει μια θεολογική εξήγηση: ο Μωυσής –συγγραφέας της Γένεσης κατά την παράδοση– θέτει τον ήλιο κ.τ.λ. στο μέσον του δημιουργικού χρόνου, γιατί οι αναγνώστες του ζούσαν ανάμεσα σε ισχυρούς ηλιολάτρες. Ήθελε έτσι να τονίσει ότι πρωταρχική πηγή του φωτός και δημιουργός της ζωής δεν είναι ο ήλιος, αλλά ο Θεός –επομένως, ότι ο ήλιος δεν είναι θεός.

Μια επιπλέον εξήγηση είναι ότι γράφει σαν παρατηρητής, που βλέπει να γίνονται «ο ουρανός, η Γη και πάντα τα εν αυτή». Ο ίδιος βλέπει τα ουράνια σώματα την τέταρτη μέρα, όταν ξεκαθαρίζει ο ουρανός από τα πυκνά νέφη της εξάτμισης των υδάτων. Γνωρίζει όμως ότι ημέρα και νύχτα υπάρχουν από την πρώτη μέρα (εννοείται ότι η επτά «ημέρες» δεν είναι 24ωρα: «είτε ημέρα πεις, είτε αιώνας, το ίδιο πράγμα είναι», Μ. Βασίλειος).

Επίσης, η Γένεση και η χριστιανική παράδοση που την ακολουθεί γνωρίζει τη βιολογική συγγένεια του ανθρώπου με τα ζώα: τόσο ο άνθρωπος όσο και τα ζώα δημιουργήθηκαν «εκ της γης» (από το χώμα, τα υλικά της γης), Γεν. 2, 19. «[Χωρίς το Άγιο Πνεύμα] προέχει των θηρίων ο άνθρωπος κατά την έναρθρον φωνήν μόνον, τα δε λοιπά της αυτής εκείνοις διαίτης εστίν, ουκ ων ομοίωσις του Θεού» (Τατιανός ο Σύρος, 2ος αι. μ.Χ.). «Δύο τινών κατά το ακρότατον προς άλληλα διεστηκότων, μέσον εστί το ανθρώπινον, της τε θείας και ασωμάτου φύσεως και της αλόγου και κτηνώδους ζωής» (άγ. Γρηγόριος Νύσσης). Η διαφορά είναι ότι, κατά τη Γένεση και τους χριστιανούς, ο άνθρωπος δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα» (πνευματική) και «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού.




Η διαμάχη επιστήμης και πίστης

Η διαμάχη επιστημόνων και θεολόγων ή εκπροσώπων της θεσμικής Εκκλησίας για την προέλευση του σύμπαντος και της γήινης ζωής ταλαιπώρησε την ευρωπαϊκή διανόηση σε όλο το διάστημα των νεώτερων χρόνων. Ήταν μια διαμάχη για την εξουσία της «πίστης» ή του «ορθού λόγου», που ξεκίνησε το μεσαίωνα με τη διεκδίκηση των επιστημόνων να ερευνούν χωρίς το φόβητρο της Ιεράς Εξέτασης.

Τα πρώτα βήματα στην κήρυξη του πολέμου είχαν γίνει από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, με την καταδίκη των προσπαθειών των πρωτοπόρων της νεώτερης αστρονομίας (απαγόρευση από τον πάπα του Περί των περιφορών των ουρανίων σφαιρών του Κοπέρνικου το 1593, καταδίκη του Γαλιλαίου το 1632), ενώ η επιστήμη εκδικήθηκε, αρχικά με τους διαφωτιστές, που συχνά στρατεύθηκαν με ένταση κατά της Εκκλησίας (όπως ο Βολταίρος), και, το 19ο αιώνα, με τη θεωρία του Δαρβίνου, που χρησιμοποιήθηκε ως όπλο στον αγώνα κατά της εκκλησιαστικής αυθεντίας.

Ωστόσο η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης (Big Bang) για την προέλευση του σύμπαντος ήταν μια έκπληξη: θυμίζει τόσο πολύ την Αγία Γραφή (δημιουργία του κόσμου από το μηδέν), ώστε το 1951 ο πάπας τη χαιρέτισε με ενθουσιασμό! Οι επιστήμονες που την υποστήριζαν κατηγορήθηκαν ότι την επινόησαν για να «αποκαταστήσουν το χριστιανισμό», που η διεθνής επιστημονική κοινότητα καμάρωνε για την κατάργησή του στα μυαλά των «λογικών ανθρώπων» (Simon Singh, Big Bang, εκδ. Τραυλός 2005, σελ. 414-419).

Η θεωρία της εξέλιξης των ειδών θεωρήθηκε βόμβα πολλών μεγατόνων στα θεμέλια του δογματισμού και της δεισιδαιμονίας των χριστιανών, που «επέμεναν ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε έξη μέρες», ότι τα πλάσματα της γης εμφανίστηκαν αυτόματα μ’ ένα πανηγυρικό θεϊκό θαύμα και φυσικά ότι «ο Θεός έπλασε από χώμα» ένα πρώτο ζευγάρι ανθρώπων, από το οποίο προέκυψαν όλοι οι υπόλοιποι.

Φυσικά και η ιστορία του προπατορικού αμαρτήματος θεωρήθηκε μύθος, και μάλιστα μύθος που βύθισε την ανθρωπότητα σ’ έναν ωκεανό ανυπόστατων ενοχών. Η αλήθεια, όπως την ανακάλυψε η επιστήμη, είναι πολύ πιο απλή: ο άνθρωπος δεν είναι παρά η φυσική και «τυχαία» εξέλιξη ενός έμβιου όντος –ένα είδος του ζωικού βασιλείου, στο οποίο ο εγκέφαλος, εντελώς τυχαία, αναπτύχθηκε υπερβολικά, αυτό είναι όλο.

Βέβαια, αφού ο Θεός είναι «η αρχή του κόσμου» κι εμείς βρήκαμε πώς άρχισε ο κόσμος, «αποδείξαμε» ότι δεν υπάρχει Θεός. «Είμαστε απόγονοι των πιθήκων» στη σκέψη του δυτικού ανθρώπου ισοδυναμεί με το «δεν είμαστε κατ’ εικόνα Θεού» και, σε πιο ακραία περίπτωση, «δεν υπάρχει Θεός ή, κι αν υπάρχει, αποκλείεται να είναι ο χριστιανικός Θεός». Φυσικά, η ιδέα ότι η Μεγάλη Έκρηξη, ο σχηματισμός των γαλαξιών, η εμφάνιση και η εξέλιξη της ζωής έγιναν τυχαία και όχι με το σχεδιασμό ενός ανώτατου Νου, δεν είναι «επιστημονικό πόρισμα» αλλά μεταφυσική ερμηνεία, την οποία διδάσκουν αβασάνιστα πολλοί επιστήμονες επειδή στη σκέψη τους κυριαρχεί μια συγκεκριμένη φιλοσοφία.

Στην πραγματικότητα, η θεωρία της εξέλιξης δεν ήταν πλήγμα κατά του χριστιανισμού, αλλά θεωρήθηκε έτσι επειδή ο δυτικός επιστημονικός κόσμος, φέροντας τις αγιάτρευτες πληγές του μεσαίωνα, ένιωθε την ανάγκη να τη δει έτσι. «Ο Δαρβίνος είχε την τύχη να ικανοποιήσει κάθε ένα που ήθελε να εξυπηρετήσει τους ιδιοτελείς σκοπούς του», Μπέρναρντ Σω.

Από ορθόδοξη σκοπιά, το πρόβλημα έχει λυθεί ήδη από τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν ο μέγας Βασίλειος, ερμηνεύοντας την αρχή της Γένεσης στις περίφημες Ομιλίες εις την Εξηαήμερον με τη βοήθεια όλων των επιστημονικών γνώσεων της εποχής του, είπε: «Ου γαρ ελαττούται η επί τοις μεγίστοις έκπληξις επειδάν ο τρόπος καθ’ ον γίνεται τι των παραδόξων εξευρεθή» (δεν ελαττώνεται ο θαυμασμός μας για τα μεγαλεία της δημιουργίας όταν ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο έγιναν, Εις την Εξαήμερον, Ομιλία Α΄, 10). Ο Βασίλειος το έγραψε αυτό, γιατί κάποιοι φανατικοί χριστιανοί της εποχής του γκρίνιαζαν που εξέταζε επιστημονικά τη Γένεση!


Τον Θεό θα Τον βρούμε ποτέ;

Σύμφωνα με τους αρχαίους και τους ορθόδοξους αγίους, ο Θεός είναι ένα Ον εντελώς διαφορετικό από μας. Δεν είναι ανθρωπόμορφος (ό,τι ανθρωπομορφικό φαίνεται να λέει γι’ Αυτόν η Βίβλος, π.χ. ότι μιλάει, περπατάει, οργίζεται κ.τ.λ., θεωρείται συμβολισμός) και φυσικά είναι άστοχο να προσπαθούμε να Τον γνωρίσουμε με τα ερευνητικά εργαλεία της επιστήμης, που προορίζονται για τη γνώση του κόσμου, και όχι του Θεού!

Στο λάθος αυτό έπεσε πρώτη η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μετά το σχίσμα του 1054, που πίστεψε ότι με τη φιλοσοφία θα γνωρίσει το Θεό. Γι’ αυτό ονόμασε τη θεολογία της «σχολαστική» (=των σχολών), δηλ. πανεπιστημιακή. Το ίδιο λάθος συνεχίζουν οι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες του δυτικού κόσμου, και, όταν αποτυγχάνουν να ανακαλύψουν το Θεό, καταλήγουν στο εσφαλμένο «επιστημονικό συμπέρασμα» ότι δεν υπάρχει Θεός.

Κατά τους αρχαίους και τους ορθόδοξους αγίους, ο μόνος τρόπος να γνωρίσουμε το Θεό, είναι να καθαρίσουμε την καρδιά μας από ό,τι μας εμποδίζει να αγαπήσουμε. Αυτή η κάθαρση της καρδιάς είναι που κάνει τον άνθρωπο να έχει «πείραν Θεού» (εμπειρία της παρουσίας του Θεού στη ζωή του). Αν η καρδιά μας είναι γεμάτη εγωισμό, μίσος ή περιφρόνηση η καρδιά μας κλείνει και αφήνει το Θεό απέξω. Πώς θα μπει ο Θεός (που αγαπά ακόμη κι εκείνους που δεν Τον αγαπούν) στην καρδιά ενός ανθρώπου που αγαπά π.χ. μόνο εκείνους που τον αγαπούν;

Φυσικά, το να αγαπά ο άνθρωπος εκείνους που τον μισούν δεν είναι φυσικό, αλλά «υπερφυσικό». Είναι ο σκοπός του αγώνα όλης της ζωής, τον οποίο καλούνται να κάνουν οι χριστιανοί αν θέλουν να δουν, όπως λέμε, «Θεού πρόσωπο». Ό,τι υπάρχει στην Εκκλησία (τελετές, νηστείες, προσευχές κ.τ.λ.) αποσκοπεί στο να εξαλειφθούν έστω και οι σκιές εγωισμού ή μίσους από την καρδιά μας, δηλαδή στην ενίσχυση των ανθρώπων με τη χάρη του Θεού για το υπεράνθρωπο αυτό έργο (μήπως εσείς «δε χρειάζεστε αυτή την ενίσχυση» αλλά αγαπάτε τους εχθρούς σας από μόνος σας, π.χ. – ή μήπως θεωρείτε ανόητο να αγαπά κάποιος τους εχθρούς του;). Η αγάπη ενώνει και η «σωτηρία» κατά το χριστιανισμό είναι η ένωση με το Θεό, που σημαίνει και ένωση αγάπης με όλα τα άλλα όντα στο σύμπαν.

Πηγή: http://www.oodegr.com/oode/epistimi/gen ... hrisk1.htm


Μακάριοι οι πραείς, ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Το «πείραμα του αιώνα»

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Κυρ Αύγ 26, 2012 2:57 pm

Ναυπάκτου: Η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» και το «μποζόνιο του Χίγκς»
Δημιουργήθηκε στις Σάββατο, 07 Ιούλιος 2012 - Συντάχθηκε από τον/την Romfea.gr

Εικόνα

του Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου

Αυτές τις ημέρες ανακοινώθηκε ότι ανακαλύφθηκε το «μποζόνιο του Χίγκς», δηλαδή το έως τώρα αόρατο σωματίδιο, που αντιστοιχεί στο πεδίο του Χίγκς, και προσδίδει μάζα στην ύλη. Είναι στοιχειώδες σωματίδιο, δηλαδή δεν έχει εσωτερική δομή και δεν αποτελείται από άλλα, συστατικά σωματίδια. Είναι εξαιρετικά ασταθές και όταν σχηματισθή, καταρρέει σχεδόν ακαριαία και δίνει άλλα υποατομικά σωματίδια.

Άν και λέγεται και γράφεται ευρέως ότι το «μποζόνιο του Χίγκς» δίνει στα στοιχειώδη σωματίδια την μάζα τους, αυτό δεν είναι απόλυτα σωστό.
Την μάζα την δίνει το πεδίο του Χίγκς, το οποίο δεν την δημιουργεί εκ του μηδενός, αλλά την εμπεριέχει από πριν ως ενέργεια.

Λέγεται «μποζόνιο του Χίγκς», γιατί ο βρεττανός επιστήμων Χίγκς, που ζή ακόμη, πριν πολλά χρόνια είχε ομιλήσει για την ύπαρξή του.
Οι επιστήμονες εδώ και μερικά χρόνια προσπαθούσαν να βρούν τον τρόπο της δημιουργίας του κόσμου, με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» και με τα ανάλογα πειράματα αναζητούσαν να βρούν τα υποατομικά σωματίδια που δίνουν μάζα στην ύλη.

1. Η «Μεγάλη Έκρηξη»

Η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» (Big Bang) που κυριαρχεί σήμερα στην επιστήμη προσπαθεί να ερμηνεύση τον τρόπο της δημιουργίας του Σύμπαντος και του κόσμου.
Οι φυσικοί επιστήμονες ύστερα από διάφορες παρατηρήσεις «συμφωνούν ότι το σύμπαν ξεκίνησε σαν ένα άπειρα πυκνό, μηδενικών διαστάσεων σημείο καθαράς ενέργειας» (Francis Collins).

Σε γενικές γραμμές η θεωρία αυτή είναι η ακόλουθη:

«Σύμφωνα με την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης το Σύμπαν άρχισε από μία αρχέγονη κατάσταση πολύ υψηλής πυκνότητος να διαστέλλεται ταχύτατα, γεγονός που οδήγησε σε μείωση της αρχικής πυκνότητας και πτώση της θερμοκρασίας.

Σύντομα η ύλη κυριάρχησε πάνω στην αντιύλη, ίσως σε μια σειρά από διαδικασίες που προβλέπουν και την διάσπαση των πρωτονίων. Στο στάδιο αυτό πιθανόν να ήταν παρόντες πολλοί τύποι στοιχειωδών σωματιδίων.
Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, η θερμοκρασία του Σύμπαντος μειώθηκε αρκετά και επέτρεψε τον σχηματισμό ορισμένων πυρήνων. Σύμφωνα με την θεωρία, δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες ποσότητες υδρογόνου, ηλίου και λιθίου, οι οποίες επιβεβαιώνονται και από τις σύγχρονες παρατηρήσεις.
Ύστερα από 1.000.000 χρόνια το Σύμπαν είχε ψυχθή σε ικανοποιητικό βαθμό, ώστε να σχηματισθούν άτομα, οπότε κατέστη δυνατόν η ακτινοβολία να αρχίση να ταξιδεύει στον χώρο.

Κατάλοιπο του πρώϊμου Σύμπαντος είναι η ακτινοβολία μικροκυμμάτων του υποβάθρου (περίπου 3 βαθμών Κέλβιν) που ανακαλύφθηκε το 1965 από τους Άρνο Άλαν Πενζίας και Ρόμπερτ Γούντροου Γουίλσον.

Σύμφωνα με την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης, το σημερινό Σύμπαν, εκτός από την συνηθισμένη ύλη και ακτινοβολία πρέπει να είναι επίσης πλήρες με νετρίνα, στοιχειώδη σωματίδια χωρίς μάζα ή ηλεκτρικό φορτίο. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα να ανακαλυφθούν τελικά και άλλα κατάλοιπα του πρώϊμου Σύμπαντος» (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρους Larousse Britanica).

Σχετικά με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης», κατά τον μεγάλο επιστήμονα Φράνσις Κόλλινς, υπάρχει ένα αναπάντητο ερώτημα: «άν το Big Bang κατέληξε σ' ένα σύμπαν που θα συνεχίσει να διαστέλλεται για πάντα, ή αν κάποια στιγμή θα νικήση η βαρύτητα και οι γαλαξίες θα αρχίσουν να συγκλίνουν πάλι μαζί καταλήγοντας σε μια "Μεγάλη Σύνθλιψη"!

Πρόσφατες ανακαλύψεις αδιευκρίνιστων ποσοτήτων γνωστών σαν σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια, που φαίνεται να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος του υλικού του σύμπαντος, κάνουν την απάντηση σ' αυτό το ερώτημα να εκκρεμεί, αλλά οι περισσότερες ενδείξεις προς το παρόν προβλέπουν μάλλον έναν αργό μαρασμό, παρά μια δραματική κατάρρευση».

Ακόμη, η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» θέτει σαφώς το ερώτημα: «τί έγινε πριν από αυτό και ποιός ή τί ήταν υπεύθυνος;». Αυτό το ερώτημα «ασφαλώς δείχνει τα όρια της επιστήμης όσο κανένα άλλο φαινόμενο».

Είναι φυσικό ότι η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» αρχίζει έναν διάλογο μεταξύ επιστήμης και θεολογίας ή στην πραγματικότητα μεταξύ επιστημόνων και θεολόγων.

Μερικοί επιστήμονες φθάνουν στο σημείο να αρνηθούν την ύπαρξη του Θεού και αποδίδουν την δημιουργία του Σύμπαντος στην ύλη, αλλά άλλοι αγνωστικιστές επιστήμονες μπροστά στο θέμα αυτό εκφράζονται ως θεολόγοι, όπως ο αστροφυσικός Robert Jastrow που λέγει: «Τώρα βλέπουμε πώς η αστρονομία οδηγεί σε μια βιβλική άποψη της προέλευσης του κόσμου.

Οι λεπτομέρειες διαφέρουν, αλλά τα ουσιώδη στοιχεία της αστρονομικής και βιβλικής περιγραφής της Γενέσεως είναι τα ίδια.
Η αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στον άνθρωπο, άρχισαν ξαφνικά και απότομα σε μια ορισμένη στιγμή στον χρόνο με μια λάμψη φωτός και ενέργειας».

Ο Φράνσις Κόλλινς παρατηρεί: «Οφείλω να συμφωνήσω (μέ τον Jastrow). Το Big Bang κραυγάζει για μια θεία εξήγηση.

Επιβάλλει το συμπέρασμα ότι η φύση είχε μια ορισμένη αρχή. Δεν μπορώ να δώ πώς η φύση θα μπορούσε να δημιουργήση τον εαυτό της. Μόνο μια υπερφυσική δύναμη που είναι έξω από τον χώρο και τον χρόνο μπορεί να το έχει κάνει αυτό».

2. «Το μποζόνιο του Χίγκς»

Όπως ελέχθη πιο πάνω οι επιστήμονες προσπαθούν να βρούν το υλικό εκείνο που υπήρχε μετά την «Μεγάλη Έκρηξη» και μορφοποίησε το Σύμπαν.
Ο Πίτερ Χίγκς είναι βρεττανός καθηγητής σε διάφορα Πανεπιστήμια της Αγγλίας και στην συνέχεια κατέληξε στο Εδιμβούργο όπου και ζή σήμερα.
Το έτος 1964 διατύπωσε την θεωρία του πεδίου Χίγκς, που έλαβε το όνομά του, σύμφωνα με την οποία θεωρία το πεδίο αυτό διαπερνά το Σύμπαν δίνοντας μάζα στα στοιχειώδη σωματίδια, δηλαδή με την θεωρία αυτή εξηγεί πώς η ύλη αποκτά μάζα.

Η θεωρία αυτή του Χίγκς ταλαιπώρησε τους ερευνητές και όπως γράφει ο καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης, όταν ο Αμερικανός φρυσικός Dick Teresi το 1993 έγραψε ένα βιβλίο για το θέμα αυτό, έκανε λόγο για το «αναθεματισμένο σωματίδιο» («Goddamn particle»).

Όμως, ο εκδότης του έργου θεώρησε την λέξη «αναθεματισμένο» υβριστική και απέδωσε ευφημιστικώς το σωματίδιο ως «σωματίδιο του Θεού» («The God particle») (Εφημερίδα TA NEA). Έτσι, επικράτησε αυτή η ονομασία.
Το 2008 λειτούργησε ο Μεγάλος Επιταχυντής Ανδρονίων του CERN (Οργανισμός για την Πυρηνική Ενέργεια), όπου εργάσθηκαν πολλοί επιστήμονες, ο οποίος προκάλεσε συγκρούσεις δεσμών πρωτονίων με ταχύτητα λίγο μικρότερη από την ταχύτητα του φωτός, με σκοπό να ανακαλυφθούν τα μυστήρια της σωματιδιακής φυσικής και της προέλευσης του Σύμπαντος.

Έτσι, πρόσφατα, έγινε η ανακάλυψη «ενός σωματιδίου αόρατου και θνησιγενούς».

Από τις πληροφορίες που έχουν δημοσιευθή μάθαμε ότι από την διάσπαση των πρωτονίων «προέκυψαν άλλα σωματίδια που παγιδεύονταν στους ογκώδεις ανιχνευτές του CERN και από την μελέτη τους προέκυπταν ίχνη του άφαντου σωματιδίου.

Οπτικά, δεν θα μπορούσε κανείς να το αντικρύσει. Ζεί μόνο για ένα εκατομμυριοστό του δισεκατομμυριοστού του δισεκατομμυριοστού του δευτερολέπτου» (Εφημερίδα TA NEA). Το σωματίδιο αυτό άφησε μερικά ίχνη πίσω του και φάνηκε ότι υπάρχει.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες είναι ένα σωματίδιο «σήμα κατατεθέν ενός πεδίου, που απλώνεται σε ολόκληρο το Σύμπαν, και προσδίδει στα σωματίδια την μάζα που έχουν».

Όταν έγινε η «Μεγάλη Έκρηξη» όλα τα σωματίδια δεν είχαν μάζα, αλλά την «απέκτησαν όταν ενεργοποιήθηκε το πεδίο μετά την Μεγάλη Έκρηξη».

Το σωματίδιο του Χίγκς «αιχμαλωτίζει» τα στοιχειώδη σωματίδια και τα καθιστά βαρύτερα προσδίδοντάς τους μάζα. Έτσι, τα σωματίδια αποκτούν μάζα και ξεχύνονται στο Σύμπαν για να δημιουργήσουν τον κόσμο.

Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς αυτό το «αόρατο» και «θνησιγενές» σωματίδιο μπόρεσε να δημιουργήση όλο το Σύμπαν, αλλά και τόσα όντα - έλλογα και άλογα - που κατοικούν στην γή και όλες τις ομορφιές; Και πώς σε αυτό το σωματίδιο οφείλεται όλη η λογικότητα του ανθρώπου και οι πνευματικές αναζητήσεις του Θεού από τον άνθρωπο;

Πάντως, οι επιστήμονες, παρά την ανακάλυψη αυτή, ισχυρίζονται ότι μένουν πολλά ακόμη σημεία να διευκρινισθούν που δεν μπορούμε τώρα να εξηγήσουμε στο Σύμπαν, όπως η λεγόμενη «σκοτεινή ύλη», που αποτελεί το 25% του Σύμπαντος, οι μαύρες τρύπες και οι «περίφημες έξτρα διαστάσεις».

Ο γνωστός ακαδημαϊκός Δημήτριος Νανόπουλος ισχυρίζεται ότι «τό μποζόνιο του Χίγκς» «ανοίγει τον δρόμο για την ερμηνεία πολύπλοκων καταστάσεων στο Σύμπαν», «μάς βοηθά να κατανοήσουμε περίπου το 4% του Σύμπαντος», ενώ «τό 25% του Σύμπαντος που αποτελείται από την λεγόμενη σκοτεινή ύλη παραμένει ακατανόητο και το Καθιερωμένο Μοντέλο μας είναι άχρηστο» (Εφημερίδα TA NEA).

Το υπόλοιπο του Σύμπαντος φαίνεται ότι αποτελείται από μια τελείως μυστηριώδη οντότητα, την σκοτεινή ενέργεια.

3. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης για την δημιουργία του κόσμου

Είναι ανάγκη να δούμε με συντομία την εκπληκτική διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης για την δημιουργία του κόσμου, που ομοιάζει κατά κάποιον τρόπο με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» με την διαφορά ότι την ερμηνεύει μέσα από την ενέργεια του Θεού, ότι, δηλαδή, ο Θεός με την άκτιστη ενέργειά Του δημιούργησε τον κόσμο.

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης απορρίπτει, όπως το κάνουν όλοι οι άγιοι Πατέρες, την αυτόματη δημιουργία του κόσμου, γιατί όλα έγιναν με την δημιουργική ενέργεια του Θεού και προήλθαν «εκ του μη όντος». Τα πάντα δημιουργήθηκαν «ουκ αυτομάτω τινί συντυχία, κατά τινα άτακτον και τυχαίαν φοράν».

Εκτός από την αρχή της μη «αυτομάτου συντυχίας» για την δημιουργία του κόσμου, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο για την «αθρόαν καταβολήν». Έτσι εξηγεί τον λόγο του Μωϋσέως «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γήν».

Γράφει: «Η ούν αθρόα των όντων παρά της αφράστου δυνάμεως του Θεού καταβο-λή αρχή παρά του Μωϋσέως, ήγουν "κεφάλαιον" κατενομάσθη». Η σύσταση των ό-ντων έγινεν αθρόως: «Ότι αθρόον της των όντων συστάσεως».

Μιά άλλη βασική αρχή που συνδέεται με το προηγούμενο είναι ότι στην κτίση υπάρ-χει ο λεγόμενος «εγκείμενος της κτίσεως λόγος». Ακόμη και όταν δημιουργήθηκε το Σύμπαν, πριν εμφανισθή κάθε μέρος, όλο το Σύμπαν βρισκόταν στο σκοτάδι, γιατί «ούπω γάρ εξεφάνη του πυρός η αυγή υποκεκρυμμένη τοίς μορίοις της ύλης» και έτσι όλα ήταν αόρατα, αφανή και ανακατεμένα. Όταν ο Θεός έδωσε εντολή για την γένεση του κόσμου, τότε αυτό το πύρ που επισκιαζόταν από τα μόρια της ύλης επρόβαλε και αμέσως «τώ φωτί τα πάντα περιηυγάζετο».

Έπειτα, μέσα σε όλη την κτίση υπάρχει ο λόγος του Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο για τον «εγκείμενον της κτίσεως λόγον».

Σε κάθε όν ενυπάρχει κάποιος σοφός και τεχνικός λόγος, έστω κι αν εμείς δεν τον βλέπουμε έτσι, «πάν το γινόμενον, λόγω γίνεται» και τίποτα από εκείνα που δημιουργήθηκαν από τον Θεόν δεν νοείται «άλογον τι και συντυχικόν και αυτόματον». Όταν ο Θεός είπε «γεννηθήτω φώς», ερμηνεύεται ότι αυτό αναφέρεται «εις τον ε-γκείμενον της κτίσεως λόγον».

Αυτός ο λόγος-ενέργεια που ενυπάρχει σε όλα τα όντα χαρακτηρίζεται από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης «οιωνεί σπερματική δύναμις».

Πρόκειται για την πρώτη ορμή του Θεού προς δημιουργία, που υπήρχε «δυνάμει» στην κτίση, όχι όμως και ενεργεία, διότι η γή ήταν ακόμη αόρατη και ακατασκεύαστη.

Η αριστοτελική αρχή του δυνάμει και ενεργεία χρησιμοποιείται από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης για να ερμηνεύση το πώς δημιουργήθηκε η κτίση.

Αυτή η σπερματική δύναμη στα όντα, την οποία έβαλε ο Θεός, ενεργοποιήθηκε με την δύναμη του λόγου Του. Γράφει: «τή μεν δυνάμει τα πάντα ήν εν πρώτη του Θεού περί την κτίσιν ορμή, οιονεί σπερματικής τινος δυνάμεως προς την του παντός γένεσιν καταβληθείσης, ενεργεία δε τα καθ' έκαστον ούπω ήν».

Έτσι, τα διάφορα είδη των όντων ήταν αποτέλεσμα της σπερματικής δυνάμεως και της δημιουργικής ενέργειας του Θεού. Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε την άμορφη ύλη που δεν ήταν άκτιστη, και στην συνέχεια με τον δημιουργικό Του λόγο δημιούργησε τις ποιότητες και έτσι δημιουργήθηκαν τα επί μέρους είδη.

Μέ αυτήν την δύναμη και σοφία που καταβλήθηκαν στην κτίση για την τελείωση κάθε μορίου του κόσμου, «ειρμός τις αναγκαίος κατά τινα τάξιν επηκολούθησεν».

Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης ότι όλα έχουν προκατανοηθή από την σοφία του Θεού «τά δια τινος αναγκαίας τάξεως κατά το ακόλουθον εκβησόμενα».

Γίνεται φανερό ότι η δημιουργία του κόσμου «εν αρχή» και η επί μέρους δημιουργία των όντων, ήτοι το δυνάμει και ενεργεία, η άμορφος ύλη, τα μόρια και η εξέλιξή τους, οι ποιότητες έγιναν με την προσωπική ενέργεια του Θεού, με τον δημιουργικό Του λόγο, που εισήλθε ευθύς εξ αρχής «αθρόως» στην ουσία των όντων.

Από εκεί με την δημιουργική ενέργεια του Θεού προήλθε αυτή η ορμή και το φώς που περιέλουσε την κτίση και δημιούργησε τις ποιότητες των ειδών.

Επομένως, ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό, με την άκτιστη δημιουργική ενέργειά Του και μέσα σε όλη την κτίση υπάρχει η άκτιστη ενέργεια του Θεού που ουσιοποιεί και ζωοποιεί την κτίση.

4. Επιστήμονες και Πατέρες της Εκκλησίας

Επανερχόμενος στην σύγχρονη ανακάλυψη του «μποζονίου του Χίγκς» θέλω να υπενθυμίσω ότι μερικοί αποκάλεσαν αυτό το σωματίδιο ως «σωματίδιο του Θεού».

Άλλοι όμως διετύπωσαν την άποψη ότι κακώς αποδόθηκε ως «σωματίδιο του Θεού», αλλά ο καλύτερος ορισμός είναι «σωματίδιο θεός».

Υφίσταται μεγάλη διαφορά. Άλλο να υποστηρίζη κανείς ότι πρόκειται για έναν τρόπο με τον οποίο ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, και άλλο ότι αυτή η ενέργεια και η ύλη είναι θεός.

Στην δεύτερη αυτή περίπτωση όχι μόνον οδηγείται ο άνθρωπος στον αγνωστικισμό και τον αθεϊσμό, αλλά αποδέχεται τον ματεριαλισμό-υλισμό, ότι δηλαδή αρχή του κόσμου είναι η ύλη.

Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι προσπαθούσαν να απαντήσουν στο ερώτημα πώς δημιουργήθηκε και υπάρχει ο κόσμος καί, όπως λέγει ο Χάϊντεγκερ, ερωτούσαν «γιατί υπάρχει ο κόσμος και όχι το τίποτα».
Μπορούμε να δούμε δύο γενικές απαντήσεις που δόθηκαν για το θέμα αυτό.

Μερικοί προσωκρατικοί φιλόσοφοι, όπως οι λεγόμενοι Ίωνες φυσικοί (Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης), που είναι «εισηγητές της λογικής, αμυθολόγητης κοσμοερμηνείας», μιλούσαν για την ύπαρξη της ύλης από την οποία δημιουργήθηκε ο κόσμος, η οποία ύλη έχει μέσα της δύναμη, οπότε «ύλη και δύναμη είναι ένα» και «η ενέργειά της μηχανική».

Οπότε, ο κόσμος, κατά την ιωνική αντίληψη «είναι υλικός και μηχανικός». Αυτή η «ιωνική φυσική», «η φυσιολογία», όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, «έχει βάση τον ντετερμινισμό» (Χαράλαμπος Θεοδωρίδης).

Άλλοι, οι μεταφυσικοί φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτων, ανέπτυξε την θεωρία των ιδεών, ότι όλα τα όντα είναι αντίγραφα των ιδεών που υπήρχαν στον νού του ανώτατου όντος, του Θεού, ο δε Αριστοτέλης έκανε λόγο για το «πρώτον ακίνητον κινούν».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως είδαμε προηγουμένως και στον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, μελέτησαν τα σχετικά με την δημιουργία του κόσμου με θεολογικό λόγο.

Αρνήθηκαν και τον υλισμό και την μεταφυσική. Έτσι, στις δύο αυτές φιλοσοφικές κατευθύνσεις «εν αρχή ήν η ύλη» και «εν αρχή ήν η ιδέα», αντιπαρέθεσαν το «εν αρχή ήν ο Λόγος».

Ο Θεός είναι πρόσωπο, είναι αγάπη, αφού η αγάπη είναι η άκτιστη ενέργεια του Θεού. Επομένως ο Θεός δεν είναι ούτε ιδέα ούτε ύλη.
Έπειτα, λέγουν ότι ο Θεός εδημιούργησε τον κόσμο «εξ ούκ όντων», «εκ μη υπαρχούσης ύλης» με τον λόγο Του που είναι η άκτιστη ενέργειά Του, η οποία δημιουργεί κτιστά όντα.

Σύγχρονοι επιστήμονες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, ερμηνεύοντας τις νέες ανακαλύψεις.

Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που αποδέχονται κάποια δύναμη που βρίσκεται έξω από τον χώρο και τον χρόνο, η οποία δημιούργησε τον κόσμο.

Στην δεύτερη κατηγορία είναι οι αγνωστικιστές και οι άθεοι που ερμηνεύουν την δημιουργία του κόσμου χωρίς να πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού. Πρόσφατα διάβασα τις απόψεις ενός επιστήμονος που έλεγε: «Είμαστε μια ανακατανομή του τίποτα».

Επίσης έλεγε ότι η «Μεγάλη εικόνα» «πού έχουμε σήμερα για την εμφάνιση κι εξέλιξη του σύμπαντος» σε συνδυασμό με την δαρβινική εξέλιξη των ειδών «ελευθερώνει τον άνθρωπο από πολλά θεμελιώδη και υπαρξιακά ερωτήματα που τον απασχολούν από τότε που υπάρχει» (Δ. Νανόπουλος).

Πάντως, κατά τους Πατέρας, οι επιστήμονες μπορούν να ερευνούν τον κόσμο, να εξετάζουν από τί αποτελείται, πώς έγινε, αλλά δεν μπορούν να εισέρχωνται σε άλλα πεδία, δηλαδή της ύπαρξης ή μη του Θεού.
Άλλωστε, άλλο είναι το έργο της επιστήμης και άλλο το έργο της ορθόδοξης θεολογίας και δεν πρέπει να υπάρχη σύγκρουση ή σύγχυση μεταξύ τους.

Η επιστήμη ερευνά τον κτιστό κόσμο, την ύλη, τα άτομα, τα μόρια, τα πρωτόνια, τα σωματίδια, το κύτταρο, τα γονίδια κλπ. ενώ η θεολογία, που είναι εμπειρία, ασχολείται με το πώς ο άνθρωπος θα γνωρίση τον Θεό-πρόσωπο με τις άκτιστες ενέργειές Του.

Η επιστήμη προχωρεί σε διάφορες ανακαλύψεις οι οποίες πρέπει να ωφελούν και να μη βλάπτουν τους ανθρώπους, και η ορθόδοξη θεολογία δίνει απαντήσεις στις πνευματικές αναζητήσεις του ανθρώπου και στο πώς θα αποκτήση ανιδιοτελή αγάπη προς τον Θεό και τους συνανθρώπους του, σε μια εποχή μάλιστα που όχι μόνον κηρύσσεται «ο θάνατος του Θεού», αλλά και «ο θάνατος του πλησίον».

Τελικά, όσες ανακαλύψεις και αν κάνη η επιστήμη, ο άνθρωπος πεινά και διψά για προσωπικό Θεό, για ανιδιοτελή αγάπη, εσωτερική ειρήνη και ελευθερία, για πληρότητα πνευματική, θέλει να μάθη τί υπάρχει πέρα από την κτίση, τί γίνεται μετά τον θάνατο, τί είναι η αιώνια ζωή κ.ά.

Ο άνθρωπος δεν είναι άλογο όν, αλλά αναπτύσσει πολιτισμό, καλλιεργεί τις πνευματικές αρχές, αναζητά τον Θεό και επιδιώκει να βιώση την αγάπη Του.

Ο άνθρωπος μπορεί να ζήση χωρίς επιστήμη, αλλά δεν μπορεί να ζήση χωρίς Θεό.

Επομένως, η επιστήμη προσπαθεί να δώση μια ερμηνεία για την δημιουργία και την σύσταση του κόσμου, αλλά εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι ποιός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο.

Ο Θεός δεν είναι μια άλογη δύναμη, ούτε ένα ευδαίμον όν, αλλά πρόσωπο, είναι ο Λόγος που δημιούργησε τον κόσμο και μέσα σε όλη την κτίση υπάρχουν οι «λόγοι των όντων», η ενέργεια του Θεού.

Ακόμη ο Θεός προσέλαβε σώμα για να θεώση τον άνθρωπο. Έτσι, ο άνθρωπος πού, κατά τον σημαντικό ορισμό του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, είναι «ζώον ενταύθα οικονομούμενον και αλλαχού μεθιστάμενον και πέρας του μυστηρίου τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον», δεν αναπαύεται σε μερικές ανακαλύψεις, όσο ωφέλιμες κι αν είναι, αλλά αναζητά τον προσωπικό Θεό.

Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6867
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Το «πείραμα του αιώνα»

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Κυρ Αύγ 26, 2012 2:58 pm

Μεσογαίας Νικόλαος: «Δύο λέξεις για το σωματίδιο του Θεού»
Δημιουργήθηκε στις Πέμπτη, 12 Ιούλιος 2012 - Συντάχθηκε από τον/την Romfea.gr

Εικόνα

Πολύς λόγος τις τελευταίες μέρες για το πεδίο higgs και το μποζόνιό του, που ο Leon Lederman oνόμασε «σωματίδιο του Θεού» για την καλύτερη κυκλοφορία του βιβλίου του: «The God Particle: If the Universe Is the Answer, What Is the Question?».

Τελικά, φαίνεται ότι συχνά και οι μεγάλοι επιστήμονες παίζουν αυθαίρετα με τις λέξεις, εκφράζονται υποκειμενικά για τον Θεό ή, όπως ο πολύς Stephen Hawking, που πίστευε στη μη ύπαρξη του περίφημου σωματιδίου, μπορεί να διαψεύδονται.

Όλα δείχνουν ότι η γνώση μας είναι περιορισμένη, δυσανάλογα μεγάλη προς την αλαζονεία μας, που δεν έχει όρια και ότι ο χαρακτηρισμός «σωματίδιο του Θεού» θα ταίριαζε μάλλον στο φωτόνιο, για το οποίο μίλησε ο Ίδιος ο Θεός, όταν είπε: «γεννηθήτω φως και εγένετο φως».

Στην όλη προβληματική των ημερών θεωρούμε ότι αξίζει τον κόπο μια ματιά στο άρθρο του καθηγητή της Θεωρητικής Φυσικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Γεωργίου Γούναρη που ακολουθεί.

Το σωμάτιο Higgs και η φιλοσοφία του
Γεωργίου Ι. Γούναρη, Ομ Καθηγητή τμήματος Φυσικής, Αριστoτέλειον Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης

Εικόνα
Εικόνα 1 Μια γενική άποψη του CERN

Στην εικόνα 2 δίδεται μια περίληψη της ιστορίας της Δημιουργίας σύμφωνα με την σύγχρονη επιστήμη. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι περίπου το 1920 η επιστήμη πίστευε ότι το Σύμπαν ήταν άναρχο. Ότι ο χώρος είναι αιώνιος και η ύλη κατασκευάσθηκε μέσα σ’ αυτόν.

Μόλις τα τελευταία χρόνια εμπεδώθηκε η ιδέα ότι το Σύμπαν έχει αρχή. Όχι μόνον η ύλη, άλλα και αυτός ο χώρος (ο Ουρανός της Αγίας Γραφής ) κατασκευάσθηκε κάποτε. Τίποτε δεν προ»υπήρχε!

Αποτελεί θρίαμβο της Αγίας Γραφής το ότι στα τέλη το 20 αιώνα, η επιστήμη αναγκάστηκε να παραδεχθεί την ύπαρξη μια τέτοιας αρχής. Ειδικότερα όσον αφορά την πρώτη ημέρα της Δημιουργίας, η επιστήμη έφτασε στο σημείο να μπορεί να καταλάβει ακόμη και τις λεπτομέρειες της αγιογραφικής περιγραφής. Μπορούμε να δούμε εκεί ότι η Ημέρα η Μία ξεκίνησε χωρίς αυγή. Από «μεσημβρίας ήρξατο», όπως λέγει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, αλλά είχε ένα ανεπανάληπτο δειλινό, που το ακολούθησε η πρώτη νύκτα2.

Στην καινούργια αυτή θέση της επιστήμης, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας έπαιξε σημαντικότατο ρόλο. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτήν, η πυκνότητα ενέργειας και η θερμοκρασία στην αρχή, ήσαν ΤΕΡΑΣΤΙΕΣ. Και εξ’ αιτίας του πεδίου Higgs, οι μάζες όλων σχεδόν των στοιχειωδών σωματιδίων στην αρχή μηδενιζόταν. Πράγμα το οποίο καθιστούσε τα μαθηματικά εφαρμόσιμα και την φύση κατανοητή. Ο Κύριος θέλησε να κάνει τον Κόσμο λογικό!

Γιατί άραγε ο Κύριος τον έκανε έτσι; Διότι μας έπλασε έτσι ώστε να μπορούμε να εκπληρώσουμε την εντολή Του να κατακυριεύσουμε αυτού.

Εικόνα
Εικόνα 2: Μια επιτομή της ιστορίας του Σύμπαντος.

Το πεδίο Higgs.

- Αν ολόκληρο το Σύμπαν παρομοιασθεί με μια ήρεμη λιμνούλα, τότε το πεδίο Higgs αντιστοιχεί με το νερό της λίμνης. Όπως το «νερό» γεμίζει την λίμνη, έτσι και το πεδίο Higgs κατακλύζει το Σύμπαν και «δυσκολεύει» την κίνηση των σωματίων μέσα σ’ αυτό... Την δυσκολία αυτή την λέμε «μάζα». Κάθε σωμάτιο συναντά διαφορετική «δυσκολία», και συνεπώς αποκτά διαφορετική μάζα.... Μερικά, όπως το φωτόνιο, δεν δυσκολεύονται καθόλου.... και συνεπώς δεν αποκτούν μάζα.

- Στις πρώτες στιγμές της Δημιουργίας (<10^-11 sec μετά την Αρχή) , οι τεράστιες πυκνότητες και θερμοκρασίες δεν άφηναν να μαζευτεί νερό στην λίμνη. Την εποχή εκείνη η λίμνη ήταν άδεια και το πεδίο Higgs μηδενικό. Τίποτε δεν δυσκόλευε την κίνηση των σωματίων.... και κανένα δεν είχε μάζα. Όλα έμοιαζαν με τα φωτόνια και το Φως...

- Η μάζα των στοιχειωδών σωματίων δημιουργήθηκε αργότερα (>10^-11 sec μετά την Αρχή) , όταν έπεσε η πυκνότης και η θερμοκρασία κατέβηκε κάτω στους ~10^16 K, δίδοντας στο πεδίο Higgs μη μηδενική τιμές ...

Εικόνα
Εικόνα 3: Αν το Σύμπαν το φανταστούμε σαν μια τεράστια λίμνη, (χωρίς ακτές και πυθμένα, συγκρινόμενα με τις δικές μας διαστάσεις), τότε το πεδίο Higgs είναι το νερό της λίμνης

Τι είναι το σωμάτιο Higgs;

Είναι τα μικρά «κυματάκια» που δημιουργούνται στην λίμνη όταν ταρακουνήσουμε το νερό της. Το ταρακούνημα που προκαλείται από τον μεγάλο επιταχυντή δημιουργεί τέτοια «κυματάκια». Και αυτά μοιάζει να παρατηρήσαμε!.

Επίλογος

Τελειώνοντας, δεν έχω παρά να δοξάσω το Κύριο Ιησού. Θα μπορούσε να είχε κάνει τον Κόσμο πάνω από τις δυνατότητες μας! Όσο και αν προσπαθούσαμε, να μη μπορούμε να καταλάβουμε τίποτε!

Δεν το έκανε όμως έτσι! Τον έκανε μέσα στις δυνατότητες μας. Ή μάλλον, μας έκανε κατάλληλους για να βασιλεύσουμε επάνω του. Παρ’ όλο που ήξερε ότι ο εγωισμός θα τύφλωνε πολλούς από μας. Όπως τύφλωσε και τον εωσφόρο...

Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 4 και 0 επισκέπτες