Ο Άγιος Εύπλος έζησε και μαρτύρησε κατά την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Διοκλητιανός (3ο μΧ. αιώνα). Γεννήθηκε στη Σικελία, στην πόλη Κατάνη, όπου και ήταν διάκονος της εκεί Εκκλησίας. Ανέπτυξε πλούσια χριστιανική δράση, για την οποία και συκοφαντήθηκε στον άρχοντα Καλβιασιανό. Ο άρχοντας κάλεσε ενώπιον του το θερμό κήρυκα του Ευαγγελίου, από τον οποίο ζήτησε να αρνηθεί την πίστη του και να ασπαστεί τα είδωλα. Ο Εύπλος δήλωσε χωρίς περιστροφές στον Καλβιασιανό ότι δεν επρόκειτο να αρνηθεί τον Ιησού Χριστό και ότι ήταν μάταιη κάθε προσπάθεια από την πλευρά του να τον πείσει να αλλάξει πίστη. Έπειτα από αυτή την ομολογία, ο ηγεμόνας διέταξε να υποβάλουν τον Άγιο σε άγρια βασανιστήρια. Οι ειδωλολάτρες, αφού έσκισαν το σώμα του Εύπλου με σιδερένια νύχια, συνέτριψαν τα πόδια του με σφυριά και στη συνέχεια τον έριξαν στη φυλακή. Όμως οι βασανιστές του Αγίου δεν κατάφεραν να λυγίσουν το φρόνημα του και παρά τις έντονες πιέσεις και τα σκληρά βασανιστήρια ο Εύπλος εξακολουθούσε να δοξάζει τον Κύριο του. Οι δήμιοι τελικά αποκεφάλισαν τον Εύπλο, ο οποίος με τον τρόπο αυτό έλαβε το στέφανο του μαρτυρίου.
Ο Άγιος Ευσέβιος έζησε και μαρτύρησε στα τέλη του 4ου μΧ. αιώνα. Υπήρξε επίσκοπος Σαμοσάτων και ένθερμος αγωνιστής της ορθόδοξης πίστης. Δέχθηκε διώξεις αρχικά από τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, ο οποίος ήταν οπαδός της αίρεσης του Αρείου και καταδίωξε τους υποστηρικτές και υπερμάχους της Ορθοδοξίας. Όμως το γενναίο φρόνημα του Ευσεβίου δε λύγισε από όσα υπέφερε από τους δυσσεβείς, παρά άντεξε με καρτερία τις δοκιμασίες. Όταν πέθανε ο αιρετικός Κωνστάντιος, τον διαδέχθηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός, ο οποίος θέλησε να επαναφέρει τη λατρεία των ειδώλων. Ο Ιουλιανός εξαπέλυσε σκληρότερους διωγμούς κατά των Ορθοδόξων, αλλά ο Ευσέβιος πρόταξε και πάλι την ανδρεία ψυχή του στον αγώνα, αυτή τη φορά κατά των ειδωλολατρών. Αλλά και όταν έγινε αυτοκράτορας ο αιρετικός Ουάλης, ο Άγιος κλήθηκε ξανά να προασπίσει την καθαρότητα της ορθόδοξης πίστης. Για τους αγώνες του ενάντια στην κακοδοξία ο Ουάλης τον απομάκρυνε από τον επισκοπικό θρόνο και τον εξόρισε σε μέρος κοντά στον ποταμό Ίστρο. Μετά το θάνατο του αυτοκράτορα ο Ευσέβιος επέστρεψε στην επισκοπή του, βρήκε όμως μαρτυρικό θάνατο από μια αιρετική γυναίκα, που τον χτύπησε με πέτρα στο κεφάλι.
Ο Αγιος Ευσίγνιος γεννήθηκε στην Αντιόχεια και κατατάχθηκε στο στρατό όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κωνστάντιος ο Χλωρός (305-306 μ.Χ.), πατέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου (306-337). Όταν βρισκόταν στο εκατοστό δέκατο έτος της ηλικίας του, κι ενώ υπηρετούσε ήδη εξήντα χρόνια στο στρατό, αυτοκράτορας ήταν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363 μΧ.), ο οποίος προσπαθούσε να επαναφέρει τη λατρεία των ειδώλων, διώκοντας μάλιστα τους χριστιανούς που αντιστέκονταν. Επισκεπτόμενος την Αντιόχεια, ο αυτοκράτορας Ιουλιανός πληροφορήθηκε ότι ένας γέροντας στρατιώτης ήθελε να τον συναντήσει. Ο αυτοκράτορας δέχθηκε και σεβόμενος το γήρας του Ευσιγνίου πρόσταξε να τον περιποιηθούν. Όταν όμως ο Ευσίγνιος παρουσιάστηκε μπροστά στον Ιουλιανό όχι μόνο δήλωσε με παρρησία οτι ήταν χριστιανός, αλλά δε δίστασε να ελέγξει τον αυτοκράτορα για την επαναφορά της ειδωλολατρίας. Ο Ιουλιανός δε συνετίστηκε από τα σοφά λόγια του γέροντα, αλλά τον ειρωνεύτηκε και έδειξε μεγάλη ασέβεια. Οργισμένος μάλιστα διέταξε να αποκεφαλίσουν τον άγιο άνδρα. Με τον τρόπο αυτό ο Άγιος Ευσίγνιος έλαβε τον τίμιο θάνατο του μαρτυρίου, δοξάζοντας το όνομα του Κυρίου.
Ο πανένδοξος μαρτυράς Άγιος Ευστάθιος καταγόταν από την πόλη Άγκυρα. Για τη χριστιανική του δράση καταγγέλθηκε στον ηγεμόνα της πόλης Κορνήλιο, ο οποίος διέταξε να υποβάλουν τον Ευστάθιο στα φριχτότερα βασανιστήρια. Οι ειδωλολάτρες, αφού του τρύπησαν τους αστραγάλους, πέρασαν σχοινί από τις πληγές και έσυραν τον Άγιο από την Άγκυρα μέχρι το Σαγγάριο ποταμό, στον οποίο και τον έριξαν. Όμως ο Άγιος σώθηκε από θεία πρόνοια, γεγονός που ντρόπιασε τον Κορνήλιο τόσο ώστε αυτοκτόνησε με το μαχαίρι του. Ο Άγιος παρέδωσε το πνεύμα του, αφού πρώτα μετέλαβε της θείας Δωρεάς μέσω περιστεριού που στάλθηκε από τον ουρανό.
Ο Άγιος Ευστάθιος ήταν αρχικά ειδωλολάτρης και ονομαζόταν Πλακίδας. Ήταν αρχιστράτηγος στο ρωμαϊκό στρατό όταν αυτοκράτορας ήταν ο Τραϊανός. Όταν ο Χριστός παρουσιάσθηκε μπροστά του μια μέρα στο δάσος με τη μορφή ελαφιού, ο Ευστάθιος πίστεψε και βαπτίσθηκε μαζί με τη σύζυγο του Θεοπίστη και τα παιδιά του Αγάπιο και Θεόπιστο. Πληροφορηθείς ο αυτοκράτορας ότι ο αξιωματικός του έγινε χριστιανός, τον απέπεμψε από το στρατό και τον εξόρισε μαζί με την οικογένεια του. Μάλιστα, στο δρόμο για την εξορία ο Ευστάθιος χωρίσθηκε από τη σύζυγο του και τα παιδιά του. 'Έπειτα από κάποια χρόνια, ο Τραϊανός χρειάσθηκε ξανά την πολύτιμη προσφορά του Ευσταθίου και τον ανακάλεσε στο στράτευμα του. Οι πολεμικές ικανότητες του Αγίου χάρισαν στον αυτοκράτορα μεγάλες νίκες. Μάλιστα ο Ευστάθιος σε μια από τις εκστρατείες του βρήκε ξανά την οικογένεια του, η οποία όλα αυτά τα χρόνια είχε περάσει πολλές κακουχίες. Λίγο καιρό αργότερα ο Αδριανός, διάδοχος του Τραϊανού, ζήτησε από τον Ευστάθιο να παραστεί σε θυσία που θα γινόταν σε ειδωλολατρικούς θεούς. Ο Ευστάθιος αρνήθηκε και ο αυτοκράτορας διέταξε να τον θανατώσουν, κλείνοντας τον σε πυρακτωμένο χάλκινο βόδι.
Ο άγιος Ευστάθιος έζησε τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου και υπηρέτησε με συνέπεια και σθένος την Ορθοδοξία. Έλαβε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, το 325 μΧ., όπου και ανασκεύασε τις ασεβείς διδασκαλίες του Αρείου. Το 330 μΧ. εκδιώχθηκε από την επισκοπή του από τους βλάσφημους, και μάλιστα με τρόπο δόλιο και ποταπό. Κατηγορήθηκε ότι υπέπεσε σε σαρκικά αμαρτήματα και εξορίσθηκε στους Φιλίππους της Μακεδονίας. Εκατό χρόνια όμως μετά το θάνατο του, η αλήθεια αποκαταστάθηκε, ο Άγιος εγκωμιάσθηκε και τιμήθηκε με το στέφανο της αγιοσύνης. Λέγεται μάλιστα ότι η γυναίκα που τον συκοφάντησε, αρρώστησε βαριά και φανέρωσε την πλεκτάνη.
Ο 'Οσιος Ευστράτιος γεννήθηκε στην περιοχή της Ταρσίας από τον Γεώργιο και την Μεγαθώ, ανθρώπους ευσεβείς και εύπορους, από τους οποίους δέχτηκε χριστιανική αγωγή και μόρφωση. Σε ηλικία 20 ετών, πήρε την απόφαση να μεταβεί στο βουνό Όλυμπος της Βιθυνίας, στο μοναστήρι Αυγάρου, όπου βρισκόταν οι αδελφοί της μητέρας του Γρηγόριος και Βασίλειος. Ο όσιος ασκήθηκε κοντά στους ευσεβείς θείους του και έγινε και ο ίδιος μοναχός. Ο βίος του ήταν ταπεινός και αυστηρός. Δέν κατείχε υλικά αγαθά και πάντα βοηθούσε και υπηρετούσε τους αδελφούς του.Οτρόπος ζωής του τον ανέδειξε σε όσιο άνδρα, ώστε όταν πέθαναν οι ηγούμενοι της μονής, οι μοναχοί του εμπιστεύθηκαντην ηγεμονία της μονής. Την εποχή εκείνη ο Λέων Ε΄ (813-820 μ,Χ.) ανακίνησε την αίρεση της εικονομαχίας. Μεταξύ των χριστιανών που τιμούσαν τις εικόνεςκαι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους ήταν και ο Ευστράτιος, ο οποίος γύρισε στην πατρίδα του και επέστρεψε στη μονή μετά την αναστήλωση των εικόνων. Αφού τέλεσε πολλά θαύματα ετελεύτησε σε ηλικία ενενήντα πέντε ετών.
Τρεις μεγάλες ηρωικές και μαρτυρικές μορφές τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, τον δια τους τίμιους τρόπους του αποκαλούμενο Ευτρόπιο, τον Κλεόνικο και τον Βασιλίσκο. Και οι τρεις έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού και κατάγονταν από την Καππαδοκία του Πόντου. Ήταν επίσης συγγενείς και συστρατιώτες του Αγίου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου του Τήρωνος. Για την πίστη τους στο Χριστό οδηγήθηκαν ενώπιον του ηγεμόνα Ασκληπιοδότου και μαστιγώθηκαν ανηλεώς. Αξιώθηκαν όμως να δεχθούν το θαύμα της ιάσεώς τους με την εμφάνιση του Κυρίου και του ενδόξου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου. Τελικά ο Κλεόνικος και ο Ευτρότπος κοσμήθηκαν με τους στεφάνους της αγιοσύνης δια σταυρικού θανάτου, ο δε Βασίλειος ετελειώθη στηη φυλακή.