ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Βίοι Αγίων, Θαύματα, Κείμενα, Λόγοι και Εικόνες

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Δευτ Ιουν 09, 2014 9:32 am

Ο Άγης Ιουστίνος γεννήθηκε στην πόλη Φλαβία Νεάπολη της Παλαιστίνης στις αρχές του 2ου αιώνα μΧ. Οι ειδωλολάτρες γονείς του φρόνησαν ώστε ο Ιουστίνος να λάβει εξαιρετική μόρφωση, η οποία όμως δεν ήταν αρκετή για να απαντήσει στα ερωτήματα που έθετε το οξύ και ανήσυχο πνεύμα του. Κάποια μέρα, ενώ περπατούσε σε παραλία της Εφέσου και συλλογιζόταν τα φιλοσοφικά ζητήματα που τον απασχολούσαν, συνάντησε ένα γέροντα, ο οποίος και δίδαξε στον Ιουστίνο τη χριστιανική διδασκαλία, δίνοντας έτσι διέξοδο στις πνευματικές ανησυχίες του. Όταν ήταν αυτοκράτορας ο Αντωνίνος Πίος ο Ιουστίνος μετέβη στη Ρώμη, όπου παρέδωσε στον αυτοκράτορα απολογία, στην οποία εξέθετε τις βασικές διδασκαλίες του χριστιανισμού και απεδείκνυε την πλάνη των ειδώλων, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα από την Αγία Γραφή και από τη λογική. Η θεάρεστη δράση του Ιουστίνου, που δεν έπαυε να κηρύττει το λόγο του θεού και να συγγράφει έργα χριστιανικού περιεχομένου, δεν μπορούσε παρά να προκαλέσει την οργή των ειδωλολατρών. Έτσι, ο βαθύς γνώστης της φιλοσοφίας και ευσεβής χριστιανός συνελήφθη και, αφού υπέστη πολλά βασανιστήρια, αποκεφαλίσθη το 765 μ Χ.

Ο Άγιος Ιούστος καταγόταν από τη Ρώμη. Ήταν στρατιώτης και είχε καταταγεί στην επίλεκτη στρατιωτική μονάδα των Νουμερίων. Μέσα στο στράτευμα ξεχώρισε για την ψυχική του γενναιότητα και τη σπάνια ανδρεία του, στοιχεία που τον βοηθούσαν να θριαμβεύει στις μάχες και να τιμάται με πολλαπλά αξιώματα. Σε μια εκστρατεία το στράτευμα του κατά τη διάρκεια της μάχης βρέθηκε σε μεγάλο κίνδυνο και σώθηκε λόγω της αυτοθυσίας των χριστιανών στρατιωτών. Ο Ιούστος τότε θαύμασε τη γενναιότητα τους και θέλησε να γνωρίσει και ο ίδιος το Χριστιανισμό. Από τη πρώτη στιγμή που άκουσε το θείο λόγο ρίζωσε μέσα του η αλήθεια και βρήκε τη δύναμη να ξεφύγει από τα δίχτυα της ειδωλολατρίας. Λέγεται μάλιστα ότι κάποια νύχτα είδε θείο σημάδι στον ουρανό, ένα φωτεινό σταυρό, γύρω από τον οποίο έλαμπε η λέξη «ακολουθεί». Τότε αποφάσισε να βαπτισθεί, γεγονός που εξόργισε τον ηγεμόνα Μαγνέντιο, ο οποίος και τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. Αφού τον έδειραν βάναυσα, τον έριξαν σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου και παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο, για να τιμηθεί με το στέφανο του μαρτυρίου.

Οι Άγιοι Λαυρέντιος, Ξυστός και Ιππόλυτος έζησαν και μαρτύρησαν κατά την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος (249-251 μΧ.). Λίγο προτού ξεκινήσει ο διωγμός εναντίον των χριστιανών ο πάπας Ρώμης Ξυστός, ο οποίος καταγόταν από την Αθήνα, παρέδωσε τα ιερά σκεύη της Εκκλησίας στον αρχιδιάκονο Λαυρέντιο. 'Έπειτα από λίγο καιρό ο Ξυστός συνελήφθη από τον Δέκιο, μπροστά στον οποίο ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Ο αυτοκράτορας διέταξε τότε τον αποκεφαλισμό του Ξυστού και τη σύλληψη του αρχιδιακόνου του. Όταν ο Λαυρέντιος οδηγήθηκε στον Δέκιο, εκείνος του ζήτησε τα ιερά σκεύη της Εκκλησίας, τα οποία ο Λαυρέντιος είχε πουλήσει για να μοιράσει τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι, ο Λαυρέντιος πήρε τις άμαξες τις οποίες του είχαν δώσει για να φορτώσει τους θησαυρούς της Εκκλησίας και έβαλε σε αυτές τους φτωχούς στους οποίους είχε μοιράσει τα χρήματα. Μόλις αντίκρισαν το θέαμα οι ειδωλολάτρες εξοργίσθηκαν και έβαλαν τον Λαυρέντιο πάνω σε σχάρα, κάτω από την οποία έκαιγαν κάρβουνα. Όταν αργότερα ο Ιππόλυτος, ένας ευσεβής χριστιανός, παρέλαβε το τίμιο λείψανο του Λαυρεντίου ο Δέκιος διέταξε να τον θανατώσουν.

Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των οσίων Δαλμάτου, Φαύστου και Ισαακίου. Ο Δαλματίας ήταν στρατιώτης, γρήγορα όμως τη θεοσεβή ψυχή του κυρίευσε η επιθυμία να αφοσιωθεί στον Κοριό και Δημιουργό του. Ξεκίνησε, λοιπόν, μαζί με το γιο του Φαύστο να συναντήσει το μοναχό Ισαάκιο, η φήμη του οποίου είχε φέρει κοντά του πολλούς άνδρες. Ο Δαλματίας διακρίθηκε ανάμεσα στους υπόλοιπους μοναχούς για την αρετή του τόσο ώστε εξελέγη ηγούμενος μετά το θάνατο του ευσεβούς Ισαακίου. Μάλιστα, για τον ενάρετο βίο του ο Δαλμάτιος τιμήθηκε και από τη Γ Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στο 431 μΧ. στην Έφεσο, στην οποία οι Πατέρες ανέδειξαν τον όσιο αρχιμανδρίτη. Το δρόμο του Δαλμάτου, ο οποίος τελείωσε τη ζωή του εν ειρήνη, ακολούθησε ο γιος του Φαύστος, αναδεικνύοντας εαυτόν άξιο διάδοχο του πατέρα του. Όσον αφορά τον όσιο Ισαάκιο, έμεινε ξακουστός για τη στάση την οποία επέδειξε απέναντι στον αιρετικό αυτοκράτορα Ουάλη, όταν αυτός κατά την εκστρατεία του ενάντια στους Σκύθες συνάντησε τον όσιο. Ο Ισαάκιος πέθανε σε βαθιά γεράματα.

Ο όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Ανατολή, αλλά έδρασε στο Βυζάντιο την εποχή του Ουάλεντος, που ήταν οπαδός του αρειανισμού. Όταν οι Οστρογότθοι απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη, ο Ουάλης αναγκάσθηκε να κινήσει πόλεμο εναντίον τους. Τότε ο Ισαάκιος, που διετέλει ηγούμενος, συνάντησε τον άρχοντα και τον συμβούλευσε με τα εξής λόγια: «Δώσε στα ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Ούτε συ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα». Ο άρχοντας όχι μόνο δεν πείσθηκε, αλλά διέταξε να οδηγηθεί ο Άγιος σε βασανιστήρια, από τα οποία με τη βοήθεια του θεού βγήκε χωρίς την παραμικρή βλάβη. Πράγματι, ο Ουάλης νικήθηκε στη μάχη που έδωσε κοντά στην Ανδριανούπολη και μάλιστα, μετά την αιχμαλωσία του από τους Γότθους, κάηκε ζωντανός. Ο όσιος Ισαάκιος, λόγω αυτής της πρόρρησής του, έλαμψε ανάμεσα στο πλήθος των χριστιανών και συνέχισε ήρεμος το έργο του στην Κωνσταντινούποολη. Εξεδήμησε εν ειρήνη σε βαθιά γεράματα.

Ο Άγιος Ίσαυρος και οι συν αυτώ Βασίλειος και Ιννοκέντιος γεννήθηκαν στην Αθήνα και έδρασαν στα τέλη περίπου του 3ου μΧ. αιώνα. Οι Άγιοι αυτοί εγκατέλειψαν την Αθήνα και μετέβησαν στην Απολλωνία, όπου γνώρισαν τον Φιλικά, τον Περεγρίνο και τον Ερμεία, με τους οποίους συνδέθηκαν αδελφικά εν Χριστώ. Όλοι μαζί οι αδελφοί με θέρμη δίδασκαν τη χριστιανική πίστη και έκαναν πράξη με τα έργα τους το λόγο του Κυρίου. Όμως οι ειδωλολάτρες της Απολλωνίας ενοχλήθηκαν από τη θεάρεστη δράση των αδελφικών φίλων και τους διέβαλαν στον έπαρχο Τριπόντιο, ο οποίος διέταξε τον αποκεφαλισμό και των έξι. Με το μαρτυρικό τους θάνατο οι Άγιοι έλαβαν το στέφανο του μαρτυρίου.

Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης - Γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 360 μ. Χ. και απεβίωσε το440 μ.Χ. Προερχόταν από ευσεβή και ενάρετο οικογένεια. Υπηρέτησε την εκκλησία μας ως κατηχητής και δάσκαλος Αλεξανδρείας. Εγκατέλειψε την περιουσία του και αποσύρθηκε σε μοναστήρι στο Πηλιούσιον Όρος. Ερμήνευσε και έγραψε πλήθος επιστολών -σώζονται 2.012- με τις οποίες νουθετούσε, έδινε παραινέσεις και συμβουλές και εξηγούσε θρησκευτικά θέματα.

Ο Άγιος Ισίδωρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ήταν ναύτης του βασιλικού στόλου επί αυτοκρατορίας Δεκίου. Κατήγγειλαν στο Ναύαρχο ότι ο Ισίδωρος ήταν χριστιανός, πράγμα το οποίο επιβεβαίωσε και ο ίδιος και φυλακίσθηκε. Σε παροτρύνσεις του πατέρα του να αλλαξοπιστήσει αρνήθηκε και ο πατέρας του ζήτησε την θανατική του καταδίκη. Ύστερα από βασανιστήρια αποκεφαλίσθηκε και έλαβε από τον Κύριο το στέφανο του μαρτυρίου.

Το ευσεβές και ενάρετο ζεύγος Ιωακείμ και Άννα, η οποία καταγόταν από το γένος του Δαβίδ, προσπαθούσε για πολλά χρόνια να τεκνοποιήσει. Καθημερινά ο Ιωακείμ και η Άννα προσεύχονταν με δάκρυα στα μάτια για να τους χαρίσει ο θεός ένα παιδί. Κι ο θεός όχι μόνο πραγματοποίησε το αίτημα τους, αλλά τους αξίωσε να φέρουν στον κόσμο την Υπεραγία Θεοτόκο, τη γυναίκα που έμελλε να γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου.

Η Εκκλησία μας τιμά και τους όσιους ερημίτες Ιωάννη, Ηρακλαίμονα, Ανδρέα και Θεόφιλο. Οι τέσσερις αυτοί πατέρες μας κατάγονταν από ευσεβείς οικογένειες, γι' αυτό και από πολύ νωρίς γνώρισαν τη χριστιανική αλήθεια και επέλεξαν να αφιερωθούν στον ασκητικό βίο. Αποσύρθηκαν έτσι όλοι μαζί στην έρημο. Εκεί προσεύχονταν ξεχωριστά σε όρη και σπήλαια, ενώ τα Σάββατα και τις Κυριακές μεταλάμβαναν τα άχραντα μυστήρια όλοι μαζί.

Οι Άγιοι Ιουλιανός, Μαρκιανός, Ιωάννης, Ιάκωβος, Αλέξιος, Δημήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος και Μαρία η Πατρικία μαρτύρησαν στην εποχή του αυτοκράτορα Λέοντος Γ, του εικονομάχου. Ο πατριάρχης Αναστάσιος άρχισε να εφαρμόζει το διάταγμα του 728, το οποίο είχε εκδώσει ο Λέων. Όταν λοιπόν ένας αξιωματικός κατέβασε την εικόνα του Χριστού, οι χριστιανοί που έγιναν μάρτυρες του εγκλήματος εξοργίσθηκαν και έριξαν τον αξιωματικό από τη σκάλα στην οποία ήταν ανεβασμένος, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Τότε ο αυτοκράτορας διέταξε τη θανάτωση πολλών εξ αυτών των χριστιανών, μεταξύ των οποίων και οι μάρτυρες των οποίων τη μνήμη γιορτάζουμε σήμερα.

Κατά τα χρόνια του σκληρού αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μΧ.) έζησαν οι επτά παίδες Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος. Ο Δέκιος εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, βασανίζοντας και δολοφονώντας πλήθος κόσμου. Οι επτά νέοι, έπειτα από πολλή σκέψη, αποφάσισαν να μοιράσουν στους φτωχούς τα υπάρχοντα να καταφύγουν σε σπήλαιο, ώστε να μην εξαναγκαστούν να αρνηθούν την πίστη τους. Στο καταφύγιο τους οι παίδες προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριο να τους πάρει κοντά του για να μην πέσουν στα χέρια του Δεκίου. Η προσευχή τους εισακούστηκε και οι νέοι παρέδωσαν το πνεύμα τους. Εκατόν ενενήντα χρόνια μετά, επί βασιλείας Θεοδοσίου Β' του Μικρού, εμφανίστηκε αίρεση που αμφισβητούσε την ανάσταση των νεκρών. Ο αυτοκράτορας ήταν απελπισμένος και δεν ήξερε τι να πράξει. Ο Κοριός απάντησε στις προσευχές του με τον εξής θαυμαστό τρόπο: Ένα παιδί εμφανίσθηκε στην αγορά της Εφέσου, το οποίο αγόρασε ψωμί με νόμισμα της εποχής του Δεκίου. Έκπληκτοι οι κάτοικοι ανέκριναν το παιδί, το οποίο τους οδήγησε στη σπηλιά στην οποία είχε μαζί με τα αδέλφια του παραδώσει το πνεύμα του πολλά χρόνια πριν. Όταν οι Εφέσιοι αντίκρισαν όλα τα παιδιά ζωντανά κατάλαβαν ότι επρόκειτο για απάντηση του θεού στις κακοδοξίες των αιρετικών.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Τρί Ιουν 10, 2014 10:12 am

Οι Άγιοι Ανάργυροι Κύρος και Ιωάννης έζησαν και μαρτύρησαν τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο σκληρός διώκτης των χριστιανών Διοκλητιανός. Η καταγωγή του Κόρου ήταν από την Αλεξάνδρεια και του Ιωάννη από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Ήταν και οι δύο" άριστοι γνώστες της ιατρικής επιστήμης. Προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε όποιον τους είχε ανάγκη χωρίς να αμείβονται. Πέρα όμως από το γεγονός ότι δε ζητούσαν χρήματα, μοίραζαν την περιουσία τους στους απόρους, με αποτέλεσμα να μείνουν και οι δυο φτωχοί. Όμως η προσφορά τους προς τους συνανθρώπους τους δεν περιορίστηκε στην παροχή ιατρικών υπηρεσιών. Οι Άγιοι Ανάργυροι δίδασκαν με κάθε ευκαιρία το λόγο του Ευαγγελίου, καταδεικνύοντας σε πολλούς ανθρώπους το δρόμο της σωτηρίας, αλλά και εμψυχώνοντας τους χριστιανούς που διώκονταν και μαρτυρούσαν για την αγάπη του Χριστού. Η δράση τους αυτή έγινε γνωστή στον ειδωλολάτρη άρχοντα του τόπου, ο οποίος διέταξε τον αποκεφαλισμό τους. Τα άγια λείψανα του Κόρου και του Ιωάννη ενταφιάσθηκαν κρυφά από τους χριστιανούς. Όταν ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ο Αρκάδιος και πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Θεόφιλος βρέθηκαν τα λείψανα των Αγίων. Η ανακομιδή τους έγινε με τρόπο πανηγυρικό.

Ο όσιος Ιωάννης καταγόταν από την Κριμαία και έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Λέοντος Γ΄ του Ισαύρου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και τον ανέθρεψαν σύμφωνα με τις θείες βουλές. Από μικρός ήθελε να αφοσιωθεί στον εκκλησιαστικό βίο, γι' αυτό και φρόντιζε για την πνευματική και ψυχική του ανάταση. Πράγματι, χειροτονήθηκε επίσκοπος Γοτθίας και από τη θέση αυτή καθοδηγούσε και δίδασκε το ποίμνιο του. Όταν ξέσπασαν ταραχές, ο Ιωάννης, μαζί με πολλούς χριστιανούς, κατέφυγε στον Εύξεινο Πόντο, όπου και άφησε, μετά από τις μεγάλες του ταλαιπωρίες, την τελευταία του πνοή.

Ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίος και ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης. Ο Ιωάννης ήταν, όπως και ο αδελφός του Ιάκωβος, ψαράς. Στο κάλεσμα του Κυρίου ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος εγκατέλειψαν την αλιεία και ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό. Ο Ιωάννης ήταν πιστός και αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, κοντά στον οποίο έμεινε μέχρι τη σταύρωση Του. Την ώρα εκείνη μάλιστα ο Κύριος εμπιστεύθηκε τη μητέρα Του σε αυτόν. Δίδαξε τον ευαγγελικό λόγο στη Μικρά Ασία, επιτελώντας πλήθος θαυμάτων και βαπτίζοντας χριστιανούς πολλούς ειδωλολάτρες. Σε βαθιά γεράματα παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο, ενώ βρισκόταν στην πόλη της Εφέσου. Οι μαθητές του ενταφίασαν το λείψανο του έξω από την πόλη, θρηνώντας για τον αγαπημένο τους δάσκαλο. Όταν οι μαθητές του Αγίου ανακοίνωσαν στους χριστιανούς της Εφέσου ότι ο Ιωάννης είχε εκδημήσει προς Κύριον πλήθος κόσμου έτρεξε στον τάφο του για να προσκυνήσει. Όταν όμως τον άνοιξαν, το λείψανο του ένδοξου Αποστόλου δεν ήταν μέσα, γιατί είχε γίνει η μετάσταση του.

Ο Άγιος Ιωάννης ο θεολόγος ήταν ένας από τους δώδεκα μαθητές του Χριστού, και μάλιστα ο πιο αγαπημένος Του. Πατέρας του ήταν ο Ζεβεδαίος και μητέρα του η Σαλώμη, κόρη του Ιωσήφ, του μνηστήρα της Παρθένου Μαρίας. Ο Ιωάννης όχι μόνο ήταν παρών στη σταύρωση του Κυρίου, αλλά ήταν ο μόνος από τους μαθητές Του που δε φοβήθηκε και έμεινε μέχρι τέλους κοντά στον αγαπημένο δάσκαλο του. Μάλιστα ο Ιησούς Χριστός από το σταυρό του μαρτυρίου είπε στο μαθητή Του αναφερόμενος στη Θεοτόκο: «Ιδού η μητέρα σου». Μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος αυτός και ο Πέτρος κήρυτταν παντού το λόγο του Κυρίου. Όταν η Παρθένος Μαρία κοιμήθηκε ο Άγιος πήγε στην Έφεσο της Μικρός Ασίας, όπου με την προσευχή του κατέστρεψε το ναό της Αρτέμιδος και οδήγησε στο δρόμο του θεού τετρακόσιες χιλιάδες ειδωλολάτρες. Ο Άγιος Ιωάννης συνέγραψε το τέταρτο κατά σειρά Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης. Έργο του είναι και η Αποκάλυψη, την οποία έγραψε στην Πάτμο, όπου εξορίσθηκε από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό, διώκτη των χριστιανών. Ο Άγιος Ιωάννης ο θεολόγος έζησε περίπου εκατό χρόνια.

Ιωάννης ο Καλυβίτης Όσιος - Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα μέσα του 5ου αιώνα από τον Ευτρόπιο και την Θεοδώρα. Μικρός ακόμα όταν ήταν κρυφά από τούς γονείς του πήγε στην Μονή των Ακοιμήτων όπου ασκήθηκε στην εγκράτεια. Αργότερα του δημιουργήθηκε η επιθυμία να γυρίσει στους γονείς του, ειδικά όταν έμαθε ότι ο πατέρας του διήγε κοσμική ζωή. Παίρνοντας την συγκατάθεση του ηγουμένου, πήγε και παρουσιάστηκε σαν απλός μοναχός στους γονείς του, οι οποίοι δεν τον αναγνώρισαν, αλλά εντυπωσιάστηκαν από την φυσιογνωμία του και την ευσέβεια των λόγων του και τον παρακάλεσαν να τους επισκέπτεται καθημερινά. Ο 'Όσιος δέχτηκε με την προϋπόθεση να μένει σε ένα καλύβι στην αυλή του σπιτιού. Με την βοήθεια του Θεού κατάφερε σε λίγα χρόνια να επαναφέρει τους γονείς του στον σωστό δρόμο. 'Όταν αποκάλυψε στην μητέρα του ποιος ήταν, ο Κύριος έκρινε πως είχε έρθει η ώρα να τον πάρει κοντά του.

Ο όσιος Ιωάννης ο ομολογητής γεννήθηκε στην Ειιρηνούπολη της Δεκάπολης Συρίας από ευσεβείς γονείς. Όταν ο δάσκαλος του έγινε ηγούμενος της Μονής Δαλμάτων, ο όσιος διορίσθηκε ηγούμενος της Μονής Καθαρών, για δέκα έτη (804-813). Ήταν πολέμιος των εικονομάχων γι' αυτό εξορίσθηκε και φυλακίσθηκε. Πέθανε στην εξορία στην Αφουσία.

Ο όσιος Ιωάννης καταγόταν από τη Ρωσία. Το 1730 αιχμαλωτίσθηκε από τους Τατάρους και πουλήθηκε δούλος σε έναν Τούρκο, ο οποίος προσπάθησε με όλα τα μέσα να παρασύρει τον όσιο να αρνηθεί την πίστη του. Εκείνος όμως ακλόνητος συνέχισε να διακηρύσσει τη μόνη αλήθεια και γι' αυτό υπέστη βαριές θλίψεις και δοκιμασίες. Στο τέλος κατάφερε να απελευθερωθεί και να αποσυρθεί στα όρη για να αφιερωθεί στο μοναχικό βίο. Αφού έζησε με αυστηρή άάσκηση, απεβίωσε ειρηνικά συνεχίζοντας να θαυματουργεί δια του σεπτού λειψάνου του, το οποίο βρίσκεται στο Νέο Προκόπι Ευβοίας.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος γεννήθηκε από τον ιερέα Ζαχαρία και την Ελισάβετ. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην έρημο, όπου ασκήτευε και προετοίμαζε τους ανθρώπους για τον ερχομό του Κυρίου. Αξιώθηκε μάλιστα να βαπτίσει τον Χριστό, τον Υιό του θεού. Κατά την 'εποχή που μεγαλούργησε ο Πρόδρομος, τετράρχης στην Ιουδαία ήταν ο Ηρώδης Αντύπας, ο οποίος είχε συνάψει ανόσιο δεσμό με τη γυναίκα του αδελφού του, Φιλίππου, την Ηρωδιάδα. Ο Ιωάννης έλεγχε δριμύτατα τον άρχοντα για την παράνομη σχέση του και για το λόγο αυτό ο Ηρώδης, παρακινούμενος από την Ηρωδιάδα, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον φυλακίσουν. Σε κάποια γιορτή για τα γενέθλια του τυράννου ο Ηρώδης μεθυσμένος ζήτησε από την κόρη της Ηρωδιάδος τη Σαλώμη, να χορέψει και της υποσχέθηκε ότι θα της προσέφερε ότι αυτή του ζητούσε. Τότε η μητέρα της την παρακίνησε να ζητήσει ως αντάλλαγμα για το χορό της το κεφάλι του Ιωάννη. Ο Ηρώδης δέχθηκε να ικανοποιήσει το αίτημα της Σαλώμης και διέταξε τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη. Το άγιο σώμα του οποίου ενταφιάσθηκε με εξαιρετικές τιμές από τους μαθητές του.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γεννήθηκε το 347 μ.Χ. στην Αντιόχεια από ευσεβείς χριστιανούς, τον Σεκούνδο και την Ανθούσα. Ευφυής καθώς ήταν διακρίθηκε στις επιστήμες και στα γράμματα. Ιδιαίτερα δε εντρύφησε στη μελέτη των ιερών γραφών, αποκτώντας βαθιά θεολογική κατάρτιση. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του αποφάσισε να αφοσιωθεί στο μοναστικό βίο. Ο ένθεος ζήλος του τον οδήγησε στην έρημο, όπου επιδόθηκε στην άσκηση και στην προσευχή. Όταν επέστρεψε στην Αντιόχεια χειροτονήθηκε διάκονος από τον πατριάρχη Μελέτιο. Έπειτα από έξι χρόνια προεχειρίσθη σε πρεσβύτερο από τον πατριάρχη Φλαβιανό Α'. Το 397 μ.Χ. με βούληση του βασιλιά και του κλήρου έγινε πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ιωάννης υπήρξε έξοχος ποιμένας, αλλά και ερμηνευτής των ιερών γραφών. Μάλιστα άφησε ανεκτίμητο συγγραφικό έργο. Όμως η σύγκρουση του με την ασεβή αυτοκράτειρα Ευδοξία τον οδήγησε στην εξορία, και συγκεκριμένα στον Κουκουσό της Αρμενίας. Μεταφερόμενος από τόπο σε τόπο ο Άγιος Ιωάννης εξεδήμησε προς Κύριον, καθώς δεν άντεξε τις ταλαιπωρίες και τις κακουχίες τις οποίες υπέστη.

Ιωάννης ο Χρυσόστομος - Εξορίστηκε από την Βασίλισσα Ευδοξία τρεις φορές, λόγω του ηθικού και άμεμπτου βίου του. Πέθανε κατά την διάρκεια της τρίτης εξορίας του, από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου το 407. Το λείψανό του ενταφιάστηκε στα Κόμανα του Πόντου και έμεινε εκεί για 30 χρόνια. Το 434 έγινε πατριάρχης ένας μαθητής του, ο Πρόκλος, ο οποίος μετά από 4 χρόνια παρακάλεσε τον βασιλιά Θεοδόσιο να μεταφέρει το λείψανο του Αγίου στην Κωνσταντινούπολη. Πράγματι η λάρνακα του Αγίου με τιμές μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, η οποία και τοποθετήθηκε στον Ναό των Αγίων Αποστόλων μέσα στο 'Άγιο Βήμα και κάτω από την Αγία Τράπεζα.

Ο όσιος Ιωάννης είχε τιμηθεί από τον θεό με πνευματική διαύγεια και δυνατό φρόνημα, στοιχεία που τα «επιστράτευσε» στον αγώνα για τη διάδοση της αλήθειας. Συνέγραψε το γνωστό βιβλίο «Κλίμαξ», το οποίο αποτέλεσε οδηγό για το λαό του θεού και στο οποίο περιγράφεται όλη η διαδικασία της πνευματικής ανάβασης των πιστών. Σε ηλικία δεκαέξι ετών εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αποσύρθηκε στο όρος Σινά, όπου και έγινε μοναχός, προσφέροντας ολόψυχα τον εαυτό του στην υπηρεσία του Κυρίου. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε σε μια ερημική περιοχή που ονομαζόταν Θωλάς προκειμένου να ασκητεύσει. Εκεί έμεινε σαράντα ολόκληρα χρόνια κάνοντας σκληρή νηστεία και αγρυπνίες. Όλη τη δύναμη του την αντλούσε από την προσευχή, γι αυτό και έφτασε σε σημείο ηθικής τελειότητας τέτοιο, ώστε να μπορεί να επιτελεί θαύματα.

Οι όσιοι πατέρες Συμεών και Ιωάννης κατάγονταν από την Έδεσσα της Συρίας και έδρασαν την εποχή του βασιλιά Ιουστίνου Α' (518-527 μ.Χ.). Τους έδενε βαθιά φιλία και ταύτιση τόση, που αποφάσισαν να πάνε μαζί στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό. Όταν αντίκρισαν το Τίμιο Ξύλο ένιωσαν τη φλόγα της πίστης να φουντώνει στα στήθη τους και έτσι αποφάσισαν να αφοσιωθούν στον ασκητικό βίο. Αφού αποσύρθηκαν στη Μονή του Αγίου Γερασίμου, έλαβαν το άγιο σχήμα από τον όσιο Νίκωνα. Δεν συμπλήρωσαν όμως εφτά ημέρες στο μοναστήρι και έφυγαν για την έρημο. Εκεί έμειναν σαράντα ολόκληρα χρόνια υπομένοντας τη σκληρή αυτή ζωή με μόνη δύναμη την προσευχή τους. Κατόπιν ο Συμεών επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα για να κηρύξει το Ευαγγέλιο, ενώ ο πνευματικός αδελφός του Ιωάννης έμεινε πίσω στην έρημο. Ο Συμεών μάλιστα κατά την επιστροφή του παρακάλεσε τον Κοριό να του δώσει δύναμη για να βοηθήσει τους πάσχοντες και να επιδοθεί σε αγαθοεργίες. Επίσης του ζήτησε να παραμείνει ανώνυμος, γιατί δεν ήθελε να δοξαστεί και να τιμηθεί επίγεια. Και έτσι έγινε: Ο Συμεών θεράπευσε ασθενείς και φώτισε πολλούς ανθρώπους χωρίς ποτέ να αποκαλύψει το όνομα και την ιδιότητα του. Τελικά πέθανε φτωχός και ταλαιπωρημένος, κερδίζοντας όμως την αιώνια βασιλεία των ουρανών.

Ο Άγιος Ιωάννης έζησε τους χρόνους του βασιλιά Ηρακλείου. Γεννήθηκε στην Κόπρο από τον Επιφάνια και την Κοσμία, ανθρώπους διακρινόμενους για την ευσέβεια τους. Οι θεοσεβείς γονείς μεγάλωσαν τον Ιωάννη δίνοντας του χριστιανική ανατροφή. Όταν μεγάλωσε και υστέρα από βούληση του πατέρα του, ο Ιωάννης νυμφεύθηκε κάποια ενάρετη κόρη, και έφτιαξε μια χριστιανική οικογένεια. Όμως τα παιδιά και η σύζυγος του απεβίωσαν κι έκτοτε ο Ιωάννης αφοσιώθηκε στη μελέτη των γραφών και στην καλλιέργεια των αρετών. Τη μεγάλη περιουσία του την μοίραζε στους φτωχούς, θεωρώντας χριστιανικό καθήκον του την προσφορά προς τον πλησίον. Για τη δράση του αυτή ο Αγιος Ιωάννης ονομάσθηκε Ελεήμων. Μάλιστα, για την ευσέβεια και τη φιλευσπλαχνία του τιμήθηκε από τον θεό με το χάρισμα να επιτελεί θαύματα. Οι αρετές του Ιωάννη ήταν γνωστές σε όλο το χριστιανικό κόσμο. Έτσι, όταν ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόδωρος απεβίωσε, κλήθηκε ο Ιωάννης για να αναλάβει τον πατριαρχικό θρόνο. Από τη νέα του θέση ο Αγιος συνέχισε να ελεεί τους απόρους και να θαυματουργεί. Αφού ποίμανε θεοσεβώς τους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας, εξεδήμησε ειρηνικά προς τον Κύριο.

Ο όσιος Ιωαννίκιος γεννήθηκε το 741 μΧ., όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Λέων Γ ο Ίσαυρος. Ευτύχησε να ανατραφεί από γονείς ευσεβείς και θεοφιλείς, τον Μυριτρίκη και την Αναστασώ, οι οποίοι φρόνησαν να μεγαλώσουν το τέκνο τους σύμφωνα με τις αρχές του Ευαγγελίου. Όταν ο Ιωαννίκιος διήγε την ηλικία των σαράντα ετών κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Στ' να τον ακολουθήσει στην εκστρατεία του κατά των Βουλγάρων. Ο Ιωαννίκιος, γενναίος καθώς ήταν, διακρίθηκε στο πεδίο των μαχών. Ο Κωνσταντίνος για να τον ευχαριστήσει, του προσέφερε μεγάλα αξιώματα και τιμές, τις οποίες ο Αγιος όμως αρνήθηκε, αφού οι κοσμικές τιμές δε σήμαιναν τίποτα γι΄ αυτόν. Αντιθέτως, αποφάσισε να ακολουθήσει τη μοναστική ζωή και πήγε στη Μονή των Αυγάρων. Ακολούθως, επισκέφθηκε πολλούς τόπους, επιτελώντας θαύματα και προλέγοντας τα μέλλοντα. Κάποια στιγμή εισήλθε στη Μονή Αντιδίου, όπου έχτισε ένα κελί, μέσα στο οποίο ησύχαζε. Στον τόπο αυτό και σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων χρόνων παρέδωσε εν ειρήνη το πνεύμα του στον Κύριο.

Ο προφήτης Ιώβ καταγόταν από την Αυσίτιδα, η οποία βρισκόταν στα σύνορα Ιδουμαίας και Αραβίας. Ήταν απόγονος των υιών του Ησαύ και άρα πέμπτος απόγονος του Αβραάμ. Έζησε χίλια εννιακόσια περίπου χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού. Υπήρξε πρότυπο γενναιότητας και υπομονής. Αξιώθηκε να δημιουργήσει μια πολυμελή οικογένεια και να αποκτήσει μεγάλο πλούτο. Δίκαιος λοιπόν και ευσεβής καθώς ήταν, φθονήθηκε από τον Σατανά και πέρασε φοβερές δοκιμασίες. Έχασε τα δέκα παιδιά του και ολόκληρη την περιουσία του και προσβλήθηκε από λέπρα όμως συνέχισε να δοξάζει τον θεό. Ο θεός έτσι σταμάτησε τις δοκιμασίες του, αναγνώρισε τους άθλους του και του χάρρισε πολύ περισσότερα αγαθά από πρώτα.

Ο προφήτης Ιωνάς έζησε επί βασιλείας Αμασίου και Ιεροβοάμ. Κάποτε ο θεός του έδωσε εντολή να πάει στη Νινευή, οι κάτοικοι της οποίας ζούσαν αμαρτωλά, για να προφητεύσει την καταστροφή της. Όμως αυτός ξεκίνησε για την πόλη Θαρσίς. Ενώ βρισκόταν στο πλοίο έπιασε μεγάλη θαλασσοταραχή και οι επιβάτες αποφάσισαν να τραβήξουν κλήρο για να δουν ποιος ήταν ο υπαίτιος. Ο κλήρος έπεσε στον Ιωνά, τον οποίο και έριξαν στη θάλασσα. Τότε ένα κήτος κατάπιε τον προφήτη, ο οποίος έμεινε στην κοιλιά του για τρεις ημέρες χωρίς να πάθει τίποτα. Όταν ο Ιωνάς βγήκε σώος στην ξηρά, πήγε στη Νινευή και με τις προφητείες του έσωσε την πόλη από την καταστροφή. Απεβίωσε στη Σαραάρ.

Οι Άγιοι Ακεψιμάς, Ιωσήφ και Αειθαλάς έζησαν και μαρτύρησαν κατά τους χρόνους που αυτοκράτορας των Περσών ήταν ο Σαπώρ ο Β' (325-379 μΧ.). Οι τρεις άνδρες ήταν γνωστοί για τη χριστιανική δράση τους και για το λόγο αυτό συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν από τον αρχιμάγο Αδραχοσχάρ. Όταν παρουσιάσθηκαν μπροστά στον Πέρση μάγο αυτός τους ρώτησε αν πιστεύουν στον Χριστό. Τότε οι τρεις Άγιοι δε δίστασαν να ομολογήσουν την πίστη τους και να δηλώσουν ότι ο Χριστός είναι η αλήθεια και η ζωή. Η ομολογία τους εξόργισε τον Αδραχοσχάρ, ο οποίος διέταξε να βασανίσουν τους τρεις άνδρες. Συγκεκριμένα, οι ειδωλολάτρες χτύπησαν ανελέητα με αγκαθωτά ραβδιά τον Ακεψιμά. Το σώμα του Αγίου δεν άντεξε τα χτυπήματα και ο Ακεψιμάς παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο. Τον δε Ιωσήφ οι δήμιοι, αφού πρώτα τον μαστίγωσαν και τον κρέμασαν, τελικά τον θανάτωσαν δια λιθοβολισμού. Τον ίδιο θάνατο βρήκε και ο Αειθαλάς. Με το μαρτυρικό τους θάνατο οι τρεις Άγιοι ανήλθαν στεφανηφόροι στην ουράνια βασιλεία.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Σάβ Ιουν 14, 2014 10:40 am

Ο όσιος Ιωσήφ καταγόταν από τη Σικελία. Ο Ιωσήφ ευτύχησε να έχει γονείς ευσεβείς και θεοφιλείς, τον Πλωτίνο και την Αγαθή. Από μικρή ηλικία μελετούσε τις θείες γραφές και διακρινόταν για την αρετή του. Όταν κυριεύθηκε η πατρίδα του κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου έγινε μοναχός. Από εκεί πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου γνώρισε τον Γρηγόριο τον Δεκαπολίτη, μμε τον οποίο κλείσθηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Αντίπα. Επειδή υπήρξε πολέμιος των εικονομάχων, εκδιώχθηκε στη Ρώμη. Επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέθανε το 842 μ.Χ.

Τη σημερινή ημέρα τελούμε την ανάμνηση των Αγίων Αποστόλων Σωσθένους, Ατπτολώ, Κηφά, Τυχικού, Επαφροδίτου, Καίσαρος και Ονησιφόρου. Ο Σωσθένης, που μνημονεύεται και από τον Απόστολο Παύλο, έγινε επίσκοπος Κολοφώνος της Μ. Ασίας. Και όλοι οι υπόλοιποι διετέλεσαν επίσκοποι σε διάφορες περιοχές και εποίμαναν με αγάπη και ταπεινοφροσύνη του λαό του θεού, ξεπερνώντας κάθε πειρασμό που παρουσιαζόταν στο δρόμο τους. Αγωνίσθηκαν μάλιστα κατά της ειδωλολατρίας, προσφέροντας σημαντικά έργα στην Εκκλησία μας. Όταν ολοκλήρωσαν την ιερή αποστολή τους εξεδήμησαν προς Κύριον.

Ο Άγιος Καλλίνικος καταγόταν από την Κιλικία της Μικρός Ασίας. Με ζήλο κήρυττε το λόγο του Ευαγγελίου και οδήγησε πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Οι ειδωλολάτρες τον συνέλαβαν για την ευαγγελική δράση του και τον οδήγησαν στον ηγεμόνα Σακερδώνα. Ο ειδωλολάτρης ηγεμόνας προσπάθησε με κάθε τρόπο να κάμψει το χριστιανικό φρόνημα του Αγίου και να τον πείσει να ασπασθεί τα είδωλα. Όμως ο Καλλίνικος έμενε σταθερός στην πίστη του, παρά τις απειλές του Σακερδώνα, ο οποίος διέταξε το βασανισμό του Αγίου. Αφού υπέβαλαν σε κάθε είδους βασανιστήρια τον Καλλίνικο, στο τέλος τον έδεσαν πίσω από ένα άλογο, το οποίο τον έσυρε διανύοντας απόσταση έντεκα περίπου χιλιομέτρων. Όταν μάλιστα οι στρατιώτες που συνόδευαν τον Άγιο δίψασαν, ο Καλλίνικος με τη δύναμη της προσευχής του επιτέλεσε το εξής θαύμα: Από μια σκληρή πέτρα με τις προσευχές του Αγίου άρχισε να αναβλύζει νερό, το οποίο ξεδίψασε τους στρατιώτες. Η οργή του Σακερδώνα ήταν τόση που διέταξε να ρίξουν τον Καλλίνικο στη φωτιά. Στην πυρακτωμένη κάμινο ο Άγιος Καλλίνικος παρέδωσε το πνεύμα του.

Οι τριάντα τρεις μάρτυρες έζησαν την εποχή που αυτοκράτορες των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Πρώτος συνελήφθη για την πίστη του ο Ιέρων, ο οποίος καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το επάγγελμα του γεωργού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των χριστιανών ο έπαρχος Αγρικόλας, που γνώριζε καλά ότι ο Ιερών κήρυττε τον ευαγγελικό λόγο σε κάθε ευκαιρία, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του προκειμένου να τον ανακρίνει ο ίδιος. Μπροστά στον έπαρχο ο Ιερών δεν ένιωσε φόβο, αλλά γενναία ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Έπειτα από την ομολογία αυτή ο Αγρικόλας διέταξε να βασανίσουν τον Άγιο και να του κόψουν το αριστερό του χέρι. Ο Ιερών υπέστη τρομερά βασανιστήρια, αλλά δε λύγισε, παρά υπέμενε τα μαρτύρια του με υποδειγματική καρτερία. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι χριστιανοί Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και Ιέρων, οι οποίοι την επομένη αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Ιέρωνα.

Οι Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος και Καλλίνικος έζησαν τον 3ο αιώνα μΧ Κατάγονταν όλοι από τη Βιθυνία και κατοικούσαν στην Καισαρεία. Ήταν γόνοι επιφανών οικογενειών και διήγαν ευσεβή και ταπεινό βίο. Μαρτύρησαν όταν ο αυτοκράτορας Δέκιος κήρυξε σκληρό διωγμό εναντίον των χριστιανών. Χωρίς να φοβηθεί τις απειλές των ειδωλολατρών ο Λεύκιος παρουσιάσθηκε οικειοθελώς στον έπαρχο Κουμβρίκιο, στον οποίο και ομολόγησε την πίστη του. Δε δίστασε δε να ελέγξει τον έπαρχο που προσπαθούσε με κάθε μέσο να περιορίσει τη διάδοση του χριστιανισμού. Εξοργισθείς ο Κουμβρίκιος διέταξε το βασανισμό του Αγίου. Αφού υπέστη φρικτά βασανιστήρια, ο Λεύκιος ετελειώθη δι" αποκεφαλισμού. Η γενναία στάση του Αγίου, οδήγησε μπροστά στον ηγεμόνα και τον Θύρσο, ο οποίος ομολόγησε με θάρρος ότι Κύριος και θεός του είναι ο Ιησούς Χριστός. Για την ομολογία του αυτή υπέστη φοβερά βασανιστήρια, από τα οποία όμως, με τη βοήθεια του θεού, βγήκε αλώβητος, γεγονός που οδήγησε στη χριστιανική πίστη τον ειδωλολάτρη ιερέα Καλλίνικο. Οι δυο άνδρες βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Ο Καλλίνικος αποκεφαλίσθηκε, ενώ ο Θύρσος θανατώθηκε με πριόνια από τους δήμιους.

Η Αγία Καλλιόπη έζησε τον 3ο μΧ αιώνα επί αυτοκρατορίας Δεκίου. Πανέμορφη κόρη διακρινόταν για την ομορφιά της και ήταν αφοσιωμένη στο Χριστό. Συνελήφθη στον διωγμό όπου θαμπωμένοι οι κριτές της προσπάθησαν να την σύρουν στη ζωή των ηδονών. Αμετακίνητη καθώς ήταν στην πίστη της βασανίσθηκε και αποκεφαλίσθηκε και έτσι κατατάχθηκε σ' αυτούς που περιφρόνησαν την ζωή τους για τον Χριστό.

Ο Άγιος Καλλιόπιος καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας, περιοχή που βρίσκεται στη Μικρά Ασία, και έζησε και μαρτύρησε επί αυτοκρατορίας Μαξιμιανού. Όταν ο Καλλιόπιος ομολόγησε την πίστη του, εξοργισμένος ο ηγεμόνας της Πομπηιούπολης, διέταξε να βασανισθεί. Πράγματι οι δήμιοι του Μαξίμου έδεσαν τον Καλλιόπιο σε τροχό, κάτω από τον οποίο έκαιγε φωτιά. Όμως ο τροχός σταμάτησε και η φωτιά έσβησε όταν εμφανίσθηκε ξαφνικά άγγελος Κυρίου. Κατόπιν οι ειδωλολάτρες τον έκλεισαν στη φυλακή. Στη συνέχεια ζητήθηκε εκ νέου από τον Καλλιόπιο να αλλαξοπιστήσει, όμως ο Άγιος αρνήθηκε. Τότε καταδικάσθηκε σε σταυρικό θάνατο. Εκτελέσθηκε ανήμερα τη Μεγάλη Παρασκευή.

Ο Άγιος Καλλίστρατος καταγόταν από την Καρχηδόνα. Διδάχθηκε την πίστη στον Χριστό από τους γονείς του, οι οποίοι ήταν άνθρωποι χριστιανοί και ευσεβείς. Ο Καλλίστρατος υπηρετούσε στο στρατό του αυτοκράτορα Διοκλητιανού ως απλός στρατιώτης. Καθώς δεν κρατούσε κρυφή την πίστη του, γρήγορα συνελήφθη από τον ειδωλολάτρη στρατηγό Περσεντίνο. Ο Καλλίστρατος φυλακίσθηκε και βασανίσθηκε ανελέητα, αλλά ούτε στιγμή δεν πέρασε από το μυαλό του η σκέψη να αρνηθεί τον Χριστό. Βλέποντας ο Περσεντίνος ότι το ήθος του Αγίου δεν μπορούσε να καμφθεί με βασανιστήρια, διέταξε να τον κλείσουν σε ένα σάκο και να τον ρίξουν στη θάλασσα. Όμως με θεία παρέμβαση ο σάκος σχίσθηκε και ο Καλλίστρατος μεταφέρθηκε από δυο δελφίνια στην ξηρά σώος και αβλαβής. Το θαύμα αυτό είδαν σαράντα εννέα στρατιώτες, οι οποίοι τότε πίστεψαν στον θεό του Καλλιστράτου. Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό ο Περσεντίνος διέταξε να φυλακισθούν ο Άγιος και οι σαράντα εννέα στρατιώτες. Στη φυλακή ο Καλλίστρατος δίδαξε στους στρατιώτες τις αλήθειες της χριστιανικής πίστης. Τελικά ο Περσεντίνος διέταξε να αποκεφαλισθούν ο Καλλίστρατος και οι σαράντα εννέα μάρτυρες.

Οι Άγιοι μάρτυρες Εφραίμ, Βασίλειος, Ευγένιος, Αγαθόδωρος, Ελπίδιος, Καπίτων και Αιθέριος έζησαν και μαρτύρησαν επί αυτοκρατορίας του Διοκλητιανού. Και οι επτά εστάλησαν από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων σε χώρες ειδωλολατρών για να κηρύξουν το λόγο του Ευαγγελίου. Όλοι οι Άγιοι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο στη Χερσώνα, εκτός από τον Καπίτωνα, ο οποίος σώθηκε ύστερα από επέμβαση του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Καπίτων εξεδήμησε εν ειρήνη προς τον Κύριο.

Ο Απόστολος Καρπός έζησε στα χρόνια του βασιλιά Νέρωνα και συναριθμήθηκε με τους Εβδομήκοντα Μαθητές του Κυρίου. Αρχικά αγωνίσθηκε στην Τρωάδα και στη συνέχεια τιμήθηκε με το αξίωμα του επισκόπου Θράκης. Από τη θέση αυτή φώτισε με τη διδασκαλία του ολόκληρη την οικουμένη και υπήρξε θαυμαστός οδηγός για το ποίμνιο του. Επιτέλεσε μέγιστα θαύματα, θεράπευσε και βοήθησε χιλιάδες ανθρώπους και αγωνίσθηκε δυναμικά ενάντια στους αιρετικούς. Προσήλκυσε ολόκληρες πόλεις και λαούς στην πίστη του Χριστού και μάλιστα μέσω του αγίου βαπτίσματος ξεχώριζε τους πιστούς από τους απίστους. 'Έτσι εξόργισε τους ειδωλολάτρες άρχοντες, οι οποίοι άρχισαν να τον πολεμούν με μένος. Εκείνος όμως ακλόνητος δε δείλιασε στιγμή από την οργή τους και συνέχισε να κηρύττει με θέρμη τη χριστιανική αλήθεια. Η υπομονή και η ευλάβεια του ήταν τόση που συνήθιζε να λέει: «Εφόσον είστε μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη». Ο Άγιος Καρπός γνώριζε και διακήρυττε ότι ο δρόμος για την ένωση με τον θεό δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Αντίθετα χρειάζονται δοκιμασίες και αγώνας. Πέθανε ειρηνικά και θαυματουργεί καθημερινά δια του αγίου λειψάνου του.

Οι Άγιοι μάρτυρες Καρπός, Πάπυλος, Αγαθόδωρος και Αγαθονίκη κατάγονταν από την Πέργαμο. Έζησαν και μαρτύρησαν κατά τους χρόνους που αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο διώκτης των χριστιανών Δέκιος. Ο Καρπός, ο οποίος είχε σπουδάσει, όπως και ο συνεργάτης του Πάπυλος, την ιατρική επιστήμη, ήταν επίσκοπος Θυατείρων. Στην επισκοπή του υπηρετούσε κι ένας ευσεβής χριστιανός, ο Αγαθόδωρος. Για τη χριστιανική τους δράση οι τρεις άνδρες συνελήφθησαν από τον ανθύπατο της Μικρός Ασίας Βαλέριο. Όταν οδηγήθηκαν μπροστά στον ηγεμόνα, αυτός τους ζήτησε να θυσιάσουν στους θεούς των ειδωλολατρών. Όμως οι Καρπός, Πάπυλος και Αγαθόδωρος αρνήθηκαν και ομολόγησαν, χωρίς να φοβηθούν, την πίστη τους στον Χριστό. Έπειτα από την ομολογία τους οι τρεις άνδρες βασανίσθηκαν σκληρά. Μάλιστα, ο Βαλέριος έδωσε εντολή στους δήμιους του να ανάψουν κάμινο και να ρίξουν μέσα τους Αγίους μαζί με την αδελφή του Παπύλου, Αγαθονίκη. Όμως μια καταρρακτώδης βροχή έσβησε τη φωτιά και οι τέσσερις Άγιοι σώθηκαν. Τότε ο ηγεμόνας διέταξε να αποκεφαλίσουν τους τρεις άνδρες και την Αγαθονίκη. Οι Άγιοι με το θάνατο τους κέρδισαν το στέφανο του μαρτυρίου.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Κυρ Ιουν 15, 2014 12:49 pm

Ο Άγιος Κελεστίνος βάδισε με εκπληκτική καρτερία το δρόμο του μαρτυρίου. Ο διακαής πόθος του να επικρατήσει η αληθινή θρησκεία τον ώθησε να κηρύττει με παρρησία το Ευαγγέλιο και να σώζει τις πλανεμένες ψυχές. Οι διαρκείς αγώνες που έδινε ενάντια στο ψεύδος και στις αιρέσεις εξόργισαν τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στις τοπικές αρχές που τον υπέβαλαν σε φριχτά βασανιστήρια. Καθώς δεν μπόρεσαν να ξεριζώσουν από μέσα του τον Χριστό, τον εθανάτωσαν με πυρακτωμένο σίδερο.

Οι Άγιοι Ναζάριος, Γερβάσιος, Προτάσιος και Κέλσιος μαρτύρησαν επί αυτοκρατορίας Νέρωνα (57-68 μΧ.), ο οποίος προέβη σε ανελέητο διωγμό κατά των χριστιανών. Ο Ναζάριος καταγόταν από γονείς θεοσεβείς, οι οποίοι είχαν κατηχηθεί στο χριστιανισμό από τον Απόστολο Πέτρο. Σε νεαρή ηλικία ο Ναζάριος ορφάνεψε και όταν έφτασε στην ηλικία των είκοσι χρόνων ξεκίνησε περιοδεία με σκοπό να κηρύξει στους λαούς το λόγο του Ευαγγελίου. Όταν έφθασε στα Μεδιόλανα γνώρισε τον Προτάσιο και τον Γερβάσιο, δυο ευσεβείς χριστιανούς. Ο Ναζάριος συνέχισε το θεάρεστο έργο του μαζί με τους δύο άνδρες, κατηχώντας στη χριστιανική πίστη πλήθος ειδωλολατρών. Φεύγοντας για τη Γαλλία ο Ναζάριος διάλεξε για ακόλουθο του ένα νεαρό παιδί, τον Κέλσιο. Όταν ο Ναζάριος και ο Κέλσιος επέστρεψαν στα Μεδιόλανα συνελήφθησαν μαζί με τον Γερβάσιο και τον Προτάσιο από τον έπαρχο Ανούλιο. Στην άρνηση τους να προσκυνηθούνε τα είδωλα, ο Ανούλιος διέταξε τον αποκεφαλισμό και των τεσσάρων.

Ο Άγιος Σεβαστιανός και οι συν αυτώ Ζωή, Τραγκυλίνος, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιρβοότιος, Κάστουλος, Μαρκελλίνος και Μάρκος έζησαν την εποχή που ήταν αυτοκράτορες ο Διοκληπανός και ο Μαξιμιανός. Ο Σεβαστιανός ήταν ευσεβής και ενάρετος και καθ' όλη τη ζωή του διακήρυττε την αλήθεια οδηγώντας πολλούς στη χριστιανοσύνη. Ο Μαρκελλίνος και ο Μάρκος, γιοι του ειδωλολάτρη Τρογκυλίνου, διδάχθηκαν και εν συνεχεία ομολόγησαν τη χριστιανική πίστη και για το λόγο αυτό υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια. Όταν οι ειδωλολάτρες θέλησαν να τους αποκεφαλίσουν, οι γονείς τους προσπάθησαν να τους πείσουν να αρνηθούν τον Χριστό για να σώσουν πς ζωές τους. Τότε όμως παρενέβη ο Σεβασπανός, ο οποίος εμψύχωσε τους νέους και μόΛιστα προσέλκυσε στη χριστιανική πίστη τον πατέρα τους. Στη συνέχεια ο ίδιος, ο πρώην ειδωλολάτρης Τραγκυλίνος, οδήγησε στο δρόμο της αλήθειας το στυγνό έπαρχο. Λίγα χρόνια αργότερα ο Σεβασπανός, ο Τραγκυλίνος, οι γιοι του καθώς και οι χριστιανοί Ζωή, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιβούρτιος συνελήφθησαν και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Οι Άγιοι, έπειτα από φρικτά βασανιστήρια, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο και ανήλθαν στεφανηφόροι στην αιώνια βασιλεία.

Τρεις μεγάλες ηρωικές και μαρτυρικές μορφές τιμά η Εκκλησία μας, τον δια τους τίμιους τρόπους του αποκαλούμενο Ευτρόπιο, τον Κλεόνικο και τον Βασιλίσκο. Και οι τρεις έζησαν κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού και κατάγονταν από την Καππαδοκία του Πόντου. Ήταν επίσης συγγενείς και συστρατιώτες του Αγίου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου του Τήρωνος. Για την πίστη τους στο Χριστό οδηγήθηκαν ενώπιον του ηγεμόνα Ασκληπιοδότου και μαστιγώθηκαν ανηλεώς. Αξιώθηκαν όμως να δεχθούν το θαύμα της ιάσεώς τους με την εμφάνιση του Κυρίου και του ενδόξου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου. Τελικά ο Κλεόνικος και ο Ευτρότπος κοσμήθηκαν με τους στεφάνους της αγιοσύνης δια σταυρικού θανάτου, ο δε Βασίλειος ετελειώθη στη φυλακή.

Κλήμης Ιερομάρτυρας - Μεγαλούργησε και μαρτύρησε την εποχή του Διοκλητιανού και Μαξιμιανού. Καταγόταν από την 'Αγκυρα της Γαλατίας.' Έζησε βίο μοναχικό και αργότερα διετέλεσε αρχιερέας και επίσκοπος Αγκύρας. Υπέστη φρικτά βασανηστήρια και στο τέλος αποκεφαλίστηκε.

Ο Άγιος Κλήμης καταγόταν από οικογένεια ειδωλολατρών ευγενών. Οι γονείς του Φαύστος και Ματθιδία διακρίνοντας τη φιλομάθεια του γιου τους του προσέφεραν τις καλύτερες σπουδές που θα μπορούσε να λάβει ένας νέος της εποχής του. Ο ευφυής Κλήμης αναγνώρισε την αλήθεια των λόγων του Αποστόλου Πέτρου, όταν τον άκουσε κάποτε να κηρύττει, και έκτοτε αφιερώθηκε στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου και στη διάδοση του χριστιανισμού. Άνθρωπος ενάρετος και δεινός ερμηνευτής των αγίων γραφών καθώς ήταν, ο Κλήμης αναδείχθηκε το 88 μΧ. περίπου επίσκοπος Ρώμης, διαδεχθείς τον Κλήτο. Υπήρξε άριστος ποιμένας, στηρίζοντας με τους λόγους και τη δράση του τους χριστιανούς που διώκονταν. Συνελήφθη από τον Δομιτιανό, ο οποίος τον εξόρισε σε μια πόλη κοντά στη Χερσώνα. Οι εκεί ειδωλολάτρες θανάτωσαν τον Άγιο δένοντας του μια άγκυρα στο λαιμό και ρίχνοντας τον στη θάλασσα. Όταν ο Άγιος Κλήμης απεβίωσε, τα νερά της θάλασσας υποχώρησαν τρία μίλλια. Κάποιοι χριστιανοί προχώρησαν μέχρι το σημείο όπου είχε υποχωρήσει η θάλασσα και βρήκαν μια λίθινη λάρνακα, η οποία περιείχε το άγιο λείψανο του Κλήμεντος. Αφού προσκύνησαν και αποχώρησαν οι χριστιανοί, η θάλασσα επανήλθε στα όρια της.

Ο Κοδράτος, ο Θεοδόσιος, ο Μανουήλ και άλλοι σαράντα μάρτυρες, κατάγονταν από την Ανατολή. Διακήρυξαν με θάρρος ότι είναι χριστιανοί και τους έκλεισαν στη φυλακή. Υποβλήθηκαν σε πολλά και φοβερά βασανιστήρια. Τελικά τους αποκεφάλισαν όταν όλα τα βασανιστήρια στάθηκαν ανίσχυρα να μεταβάλουν την αφοσίωση τους στον Χριστό.

Ο Απόστολος Κοδράτος διαδέχθηκε στον επισκοπικό θρόνο των Αθηνών τον Πούπλιο, ο οποίος βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Ήταν άνθρωπος με βαθιά καλλιέργεια και άριστη θεολογική κατάρτιση. Κατάφερε με τους Λόγους του να αποστομώσει τους φιλοσόφους, οι οποίοι ενήργησαν ώστε να απομακρυνθεί από την πόλη των Αθηνών. Τότε μετέβη στη Μαγνησία της Μικρός Ασίας, όπου δίδαξε τον ευαγγελικό λόγο και οδήγησε στη σωτηρία πολλούς ειδωλολάτρες. Ο μέγας απολογητής βρήκε μαρτυρικό θάνατο υστέρα από διαταγή του αυτοκράτορα Αδριανού.

Ο Άγιος Κόνων καταγόταν από μια κωμόπολη της Ισαυρίας. Οι γονείς του, όταν έφθασε σε ηλικία γάμου, τον πίεσαν να παντρευθεί, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος προτιμούσε την άγαμη ζωή. Τελικά ενυμφευθη, αλλά συμφώνησε με τη σύζυγο του να ζήσουν εν παρθενία. Λέγεται ότι διδάχθηκε τη χριστιανική πίστη από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, ο οποίος τον βάπτισε και του χορήγησε την ενέργεια να επιτελεί θαύματα. Μετά από αυτό δίδαξε τη χριστιανική πίστη και στους ειδωλολάτρες γονείς του. Ο Κόνων συνελήφθη και βασανίσθηκε από τον ηγεμόνα Μάγνο. Δύο χρόνια αργότερα κάποιοι χριστιανοί τον μετέφεραν σπίτι του, για να τον περιθάλψουν. Εκεί ο Κόνων παρέδωσε την άγια ψυχή του.<![endif]>


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
Φωτεινή
Δημοσιεύσεις: 2060
Εγγραφή: Παρ Νοέμ 29, 2013 9:01 am
Τοποθεσία: Θεσσαλονίκη

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό Φωτεινή » Δευτ Ιουν 16, 2014 1:21 pm

Άγιος Ευθύμιος ο Νέος

Εικόνα

Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 15 Οκτωβρίου εκάστου έτους.

Ο Άγιος Ευθύμιος γεννήθηκε στις μέρες του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Λέοντα Ε’ του Αρμενίου (813 - 820 μ.Χ.), σε κάποια κωμόπολη της Γαλατίας, την Οψώ, που ήταν κοντά στην Άγκυρα (σημερινή πρωτεύουσα της Τουρκίας). Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και ευσεβείς, και ονομάζονταν Επιφάνιος και Άννα. Είχαν και δύο κόρες, την Μαρία, που ήταν πρεσβυτέρα και την Επιφάνια.

Όταν ο Άγιος ήλθε σε κατάλληλη ηλικία, παντρεύτηκε και απόκτησε μία κόρη την Αναστασώ (τη γυναίκα του την έλεγαν Ευφροσύνη). Επειδή όμως επιθυμούσε την μοναχική πολιτεία, αφού τακτοποίησε τις οικογενειακές του υποθέσεις, πήγε σε μοναστήρι, κοντά στον Όσιο Ιωαννίκιο, στον Όλυμπο της Βιθυνίας. Εκεί, μετά από δοκιμασία, γίνεται μοναχός, το 842 μ.Χ., με το όνομα Ευθύμιος, από Νικήτας που ονομαζόταν πρώτα.

Μετά από αρκετά χρόνια ασκήσεως στο κοινόβιο αυτό, ο Ευθύμιος αναχώρησε για το Άγιον Όρος. Από εκεί επέστρεψε στον Όλυμπο και μετά από πολλές περιπέτειες και ταξίδια, ίδρυσε κοντά στη Θεσσαλονίκη τη Μονή Περιστερών το 871 μ.Χ., όπου εγκαταστάθηκε και την ανέδειξε με την άριστη πνευματική ζωή του, σε άριστο πνευματικό κέντρο.

Έτσι λοιπόν, ασκητικά και θεάρεστα αφού έζησε, απεβίωσε ειρηνικά την 15η Οκτωβρίου 894 μ.Χ.

Τη βιογραφία του συνέγραψε ο επίσκοπος Θεσσαλονίκης Βασίλειος, που υπήρξε και μαθητής του Αγίου.

Πηγή:http://www.saint.gr


Μη φοβάσαι, μόνο πίστευε.
Μάρκος ε' 36

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Δευτ Ιουν 16, 2014 2:06 pm

Ο Άγιος Κορνήλιος ήταν Ρωμαίος εκατόνταρχος. Διδάχθηκε το χριστιανισμό από τον Απόστολο Πέτρο, έπειτα από οπτασία που είχαν και οι δυο. Μετά την κατήχηση και τη βάπτιση του ο Κορνήλιος ξεκίνησε περιοδεία προκειμένου να διδάξει το λόγο του Ευαγγελίου. Επισκέφθηκε τη Φοινίκη, την Κύπρο, την Αντιόχεια και την 'Εφεσο. Ο Απόστολος Πέτρος ζήτησε από τον Κορνήλιο να επισκεφθεί και την πόλη Σκέψεων της Μυσίας, της οποίας οι κάτοικοι ήταν ειδωλολάτρες. Ως επίσκοπος της πόλης εκχριστιάνισε και βάπτισε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, γεγονός που προκάλεσε την μήνιν των ειδωλολατρών. Συγκεκριμένα, ο έπαρχος Δημήτριος συνέλαβε τον Κορνήλιο και τον οδήγησε σε ειδωλολατρικό ναό, όπου προσπάθησε να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό. Τότε ο Κορνήλιος, προανήγγειλε μέγα σεισμό, από τον οποίο όμως υποσχέθηκε πως ο Δημήτριος, η σύζυγος του και το παιδί του δεν θα πάθαιναν τίποτα και βγήκε από το ναό. Ακολούθησε πράγματι τρομερός σεισμός, ο οποίος κατέστρεψε το ναό, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν όσοι βρίσκονταν σε αυτόν, εκτός από τον Δημήτριο και την οικογένεια του. Το θαύμα αυτό έγινε η αιτία να πιστέψουν στον Χριστό ο έπαρχος και η οικογένεια του.
Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός έζησαν την εποχή που αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Καρίνας. Ήταν αδέλφια και κατείχαν σε ύψιστο βαθμό την ιατρική επιστήμη, την οποία έθεταν στην υπηρεσία των ανθρώπων, αλλά και του Χριστού, αφού το μόνο αντάλλαγμα που ζητούσαν από τους ασθενείς ήταν να πιστέψουν στη δύναμη του Κυρίου. Πράγματι, τα δυο αδέλφια θεράπευαν όποιον είχε την ανάγκη τους χωρίς να ζητούν ως αμοιβή τους χρήματα (γι' αυτό και ονομάσθηκαν Ανάργυροι). Μάλιστα, όταν κάποιος εύπορος τους πίεζε να δεχθούν χρήματα για να τους ευχαριστήσει για τη θεραπεία του, οι Άγιοι Ανάργυροι του ζητούσαν να δώσει το ποσό σε κάποιον φτωχό ασθενή. Παρά τη φιλεύσπλαχνη δράση τους όμως, οι δυο Άγιοι διώχθηκαν από τον αυτοκράτορα Καρίνο εξαιτίας της χριστιανικής πίστης τους. Ο άρχοντας τους ζήτησε να αρνηθούν τον Χριστό, αλλά αυτοί όχι μόνο δεν υποχώρησαν, παρά κατάφεραν, με θαύμα που επιτέλεσαν, να αποδείξουν στον αυτοκράτορα την πλάνη του και να του δείξουν το δρόμο της σωτηρίας. Μια μέρα που οι Άγιοι μάζευαν θεραπευτικά βότανα σε κάποιο βουνό, ο δάσκαλος τους από φθόνο τους επιτέθηκε με πέτρες και τους δολοφόνησε.

Οι Άγιοι Κοσμάς και Δαμιανός κατάγονταν από την Ασία. Ευτύχησαν να έχουν γονείς δυο ευσεβείς ανθρώπους. Σε νεαρή όμως ηλικία έμειναν ορφανοί από πατέρα. Έκτοτε η μητέρα τους Θεοδότη, υπόδειγμα χριστιανής και μητέρας, αφιέρωσε τη ζωή της στην ανατροφή και στη μόρφωση των παιδιών της. Τους εμφύσησε την αγάπη για τον ενάρετο βίο, έχοντας πάντα ως οδηγό της τις αρχές του Ευαγγελίου. Τα δυο ευσεβή τέκνα της Θεοδότης διέκρινε μεγάλη ευφυΐα και γ' αυτό η μητέρα τους φρόνησε ώστε να σπουδάσουν σε διάφορες σχολές. Πράγματι, τα δυο αδέλφια διδάχθηκαν πολλές επιστήμες, αλλά αφοσιώθηκαν στην εξάσκηση της ιατρικής. Με τις γνώσεις που απέκτησαν θεράπευαν τις ασθένειες των φτωχών ανθρώπων χωρίς ποτέ να ζητήσουν αμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Ακόμα και όταν οι ίδιοι οι ασθενείς που θεραπεύονταν προσέφεραν στους Αγίους χρήματα για να τους ευχαριστήσουν, εκείνοι δεν τα δέχονταν, παρά τους ζητούσαν να τα δώσουν σε όσους είχαν ανάγκη. Επειδή λοιπόν δε δέχονταν να πάρουν αμοιβή, ονομάσθηκαν Ανάργυροι. Απεβίωσαν εν ειρήνη.

Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός υπήρξε Απόστολος του Ευαγγελίου στα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς. Γεννήθηκε στο Μονοδένδρι της Αιτωλίας, είκοσι ετών μετέβη στο Αγιον Όρος, στη Μονή Φιλόθεου όπου έγινε μοναχός. Ο Άγιος δεν ησύχαζε από τον πόθο να βγει και να διδάξει στους σκλαβωμένους Έλληνες τα Άγια Γράμματα. Με θεία αποκάλυψη πήγε στην Κων/πολη και αφού έκανε μαθήματα ρητορικής, πήρε άδεια και όργωσε την Ελλάδα διδάσκοντας τους «ραγιάδες».'Έκτιζε σχολεία, εκκλησίες και πλήθος πιστών τον ακολουθούσε. Απαγχονίστηκε στα χώματα της Βορείου Ηπείρου από τους ασεβείς το έτος 1779.

Οι Άγιοι Ολυμπάς, Ροδίων, Σωσίπατρος, Τέρτιος, Έραστος και Κουάρτος ανήκουν στους εβδομήντα Αποστόλους του Ιησού Χριστού. Αφιέρωσαν τη ζωή τους στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου, προσελκύοντας πολλούς ειδωλολάτρες στη χριστιανική πίστη. Ο Σωσίπατρος χειροτονήθηκε επίσκοπος Ικονίου, όπου και παρέδωσε το πνεύμα του εν ειρήνη, έχοντας προηγουμένως επιτελέσει αξιοθαύμαστο έργο. Ο 'Έραστος ήταν επίσκοπος Πανεάδος. Αφού υπήρξε άριστος ποιμένας των χριστιανών τους οποίους του εμπιστεύθηκε ο θεός, εξεδήμησε ειρηνικά προς τον Κύριον. Ο Κουάρτος υπήρξε επίσκοπος Βηρυτού. Ετελειώθη ειρηνικά, έχοντας οδηγήσει στο δρόμο της σωτηρίας πολλούς ειδωλολάτρες. Οι Άγιοι Ολυμπάς και Ροδίων έλαβαν τον δι' αποκεφαλισμού θάνατον στο μεγάλο διωγμό του Νέρωνα.

Ο Άγιος Κρήσκης, μαθητής του Αποστόλου Παύλου, καταγόταν από τα Μόρα της Λυκίας. Σε όλο το βίο του επέδειξε αξιοθαύμαστη ευσέβεια και είχε κατακτήσει σε βαθμό υψηλό τις χριστιανικές αρετές. Σε αρκετά μεγάλη ηλικία, ο Κρήσκης δεν έπαψε να μάχεται για να νουθετήσει όσους θυσίαζαν στα είδωλα και να αγωνίζεται να τους φέρει στο δρόμο της αλήθειας. Ο έπαρχος της περιοχής έμαθε για τη χριστιανική δράση του γέροντα και έδωσε εντολή να τον βασανίσουν. Ο Άγιος παρέδωσε μαρτυρικά το πνεύμα του στο θεό.

Ο Άγιος Κυπριανός έζησε και μαρτύρησε επί αυτοκρατορίας Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας από επιφανή και πλούσια οικογένεια, η οποία του είχε προσφέρει αξιόλογη μόρφωση. Ο Κυπριανός υπήρξε για πολλά χρόνια ξακουστός μάγος. Σε αυτόν μάλιστα προσέτρεξε κι ένας ειδωλολάτρης, ο Αγλαΐδας, ο οποίος ήταν ερωτευμένος με μια παρθένα, την Ιούστα. Επειδή όμως δεν έβρισκε ανταπόκριση στον ερωτά του ζήτησε από τον Κυπριανό να τον βοηθήσει με τις μαγικές του ικανότητες. Όμως οι ενέργειες του Κυπριανού δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα και γι" αυτό έκαψε τα βιβλία του που περιείχαν τις απατηλές γνώσεις της μαγικής τέχνης και βαπτίσθηκε χριστιανός-Έκτοτε αφοσιώθηκε στο κήρυγμα του ευαγγελικού λόγου, προσελκύοντας στη χριστιανική πίστη πολλούς ανθρώπους. Κατόπιν έγινε ιερέας και αργότερα επίσκοπος Καρχηδόνας. Την Ιούστα τη χειροτόνησε διακόνισσα και τη μετονόμασε σε Ιουστίνη. Για τη χριστιανική τους δράση οι δυο Άγιοι συνελήφθησαν και εξορίστηκαν στη Νικομήδεια. Ο εκεί ηγεμόνας Κλαύδιος υπέβαλε σε πολλά βασανιστήρια τους Αγίους. Στο τέλος διέταξε τον αποκεφαλισμό τους.

Η Αγία Κυριακή είχε γονείς τον Δωρόθεο και την Ευσεβία οι οποίοι ήταν άτεκνοι. Μετά από προσευχές των γονιών της προς τον θεό γεννήθηκε η Αγία ημέρα Κυριακή. Κατά τον διωγμό του Διοκλητιανού οι γονείς της μαρτύρησαν. Την Αγία έστειλαν στον Καίσαρα Μαξιμιανό και από εκεί στον άρχοντα Βιθυνίας Ιλαριανό που της θύμισε ότι η ομορφιά της είναι για απολαύσεις και όχι για βασανιστήρια. Η παρθένος του απάντησε κατάλληλα και εκείνος αφού την βασάνισε διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Αλλά πριν πέσει η σπάθη προσευχόμενη παρέδωσε το πνεύμα της.

Ο όσιος Κυριάκος έζησε και έδρασε την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Θεοδόσιος Β' ο Μικρός (408-405 μ.Χ.). Καταγόταν από γένος ιερατικό. Συγκεκριμένα, ο πατέρας του Ιωάννης ήταν ιερέας στην Εκκλησία της Κορίνθου, ενώ αδελφός της μητέρας του Ευδοκίας ήταν ο επίσκοπος Κορίνθου Πέτρος. Μέχρι τα δεκαοχτώ του χρόνια ο Κυριάκος ήταν αναγνώστης στην Εκκλησία της Κορίνθου. Έπειτα μετέβη στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσει και από εκεί πήγε στη Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου, ο οποίος τον έκανε μοναχό. Ο Κυριάκος διακρίθηκε ανάμεσα στους άλλους ασκητές για τις αρετές και την υπομονή του, καθώς και για την προσήλωση του στην ορθόδοξη πίστη. Λίγο καιρό αργότερα έφυγε από τη Λαύρα του Ευθυμίου και πήγε στη Λαύρα του Σουκά, όπου έγινε επιστάτης του σκευοφυλακίου. Το μεγαλείο του χριστιανού Κυριακού ήταν τέτοιο που ο θεός τον αξίωσε να θαυματουργεί, αλλά και να προλέγει όσα επρόκειτο να συμβούν. Στην ηλικία των εβδομήντα χρόνων ο Κυριάκος έφυγε και από τη Λαύρα του Σουκά και πέρασε από πολλά μοναστήρια. Εξεδήμησε προς Κύριον σε ηλικία εκατόν επτά χρόνων.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Τετ Ιουν 18, 2014 9:42 am

Ο Άγιος Κύριλλος έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Κωνσταντίου (337-361) Καταγόταν από πλούσια και ευσεβή οικογένεια, γι' αυτό και από πολύ νέος δέχτηκε τα νάματα της ευσεβείας. Μετά το θάνατο του επισκόπου Ιεροσολύμων ανήλθε στον επισκοπικό θρόνο και από τη θέση αυτή ποίμανε με αγάπη και αφοσίωση τους πιστούς. Γύρω στο 358 π.Χ. εξορίστηκε από τον επίσκοπο Ακάκιο και τον αυτοκράτορα Κωνστάντιο, επανήλθε όμως λίγα χρόνια αργότερα, μετά το θάνατο του τελευταίου, για να μπορέσει να συνεχίσει το θαυμαστό του έργο.

Ο Αγιος Κύριλλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη όταν ήταν σουλτάνος ο Σουλεϊμάν από τον Πέιο και την Παρασκευή. Οι γονείς του πέθαναν όταν αυτός ήταν σε ηλικία δέκα ετών. Την κηδεμονία του Κυρίλλου ανέλαβε ο μουσουλμάνος αδελφός της μητέρας του, ο οποίος προσπάθησε να τον εξισλαμίσει. Όμως κάτω από την καθοδήγηση ευσεβών πατέρων, ο Κύριλλος πήγε στη Μονή Χιλιανδαρίου και έγινε μοναχός. Οκτώ χρόνια μετά κι ενώ ο Κύριλλος βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη, συκοφαντήθηκε στους Τούρκους από το μουσουλμάνο θείο του. Οι Τούρκοι, αφού προσπάθησαν να τον πείσουν να αρνηθεί την πίστη του, τον έκαψαν ζωντανό στις 6 Ιουλίου 1566.

Οι Άγιοι Πατέρες μας Κύριλλος και Μεθόδιος μεγαλούργησαν κατά τον ένατο μετά Χριστόν αιώνα. Γεννήθηκαν στη Θεσσαλονίκη από οικογένεια επιφανή και θεοσεβή. Μεγαλύτερος από τα δύο αδέλφια ήταν ο Μεθόδιος, ο οποίος γεννήθηκε το 815 μ.Χ., ενώ ο Κύριλλος ήρθε στον κόσμο δώδεκα χρόνια αργότερα, το 827 μ .Χ. Όταν ήταν ακόμη σε νεαρή ηλικία τα δύο αδέλφια μετέβησαν στη Μονή του . Πολυχρονίου, στην Κωνσταντινούπολη, όπου μορφώθηκαν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Η γνωριμία τους με τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φώτιο υπήρξε καθοριστική για την πνευματική και ηθική εξέλιξη τους. Όταν ήταν αυτοκράτορας ο Μιχαήλ Γ ο Φώτιος επέλεξε τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο, που είχαν πλέον φθάσει σε ανώτατο βαθμό θεολογικής κατάρτισης και σοφίας, για να εκτελέσουν έργο θεάρεστο. Συγκεκριμένα, ανετέθη στα δυο αδέλφια να μεταβούν στα έθνη των Σλάβων και να κηρύξουν το λόγο του Ευαγγελίου. Οι δύο Άγιοι με χαρά δέχθηκαν να υπηρετήσουν το θέλημα του θεού και να οδηγήσουν στο δρόμο της σωτηρίας τους λαούς των χωρών αυτών. Στα μέρη αυτά οι Κύριλλος και Μεθόδιος συγκρότησαν και οργάνωσαν εκκλησίες, δίδαξαν την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, αλλά και διέδωσαν το αλφάβητο των Σλάβων που είχαν επινοήσει. Ο Κύριλλος αναπαύθηκε το έτος 869 στη Ρώμη, ενώ ο Μεθόδιος κοιμήθηκε το 885 στη Μοραβία.

Ο Άγιος Κύριλλος έζησε την εποχή του Θεοδοσίου του Μικρού. Ήταν ανιψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξάνδρειας Θεόφιλου, τον οποίο και διαδέχθηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Από τη θέση αυτή καθοδήγησε το ποίμνιο του με αφοσίωση και στοργή και προσήλκυσε πολλούς στην Ορθοδοξία. Η πνευματική του δύναμη και η αγνότητα της καρδιάς του τον ανέδειξαν πρόεδρο της Γ Οικουμενικής Συνόδου, θέση από την οποία καταπολέμησε τους αιρετικούς και αποκατέστησε την αλήθεια. Αφήνοντας ένα πλούσιο πνευματικό έργο ως πολύτιμη κληρονομιά στις μετέπειτα γενιές, εξεδήμησε προς Κύριον εν ειρήνη.

Κύρος και Ιωάννης 'Αγιοι - Ο Κύρος κατάγονταν από την Αλεξάνδρεια. Έγινε μοναχός στον Αραβικό κόλπο. Ο Ιωάννης όταν έμαθε ότι κάνει θαύματα, πήγε και τον βρήκε. Στην συνέχεια έμεινε μαζί του και έγινε και αυτός μοναχός. Θεράπευαν από το κελί τους όλους τους πάσχοντες. Κάποτε έμαθαν ότι οι ειδωλολάτρες έπιασαν μια χριστιανή με τις κόρες της και σκόπευαν να τις βασανίσουν. 'Ηταν η Αθανασία με τις κόρες της Θεοδότη, Θεοκτίστη και Ευδοξία. Αμέσως έτρεξαν κοντά τους για να τις εμψυχώσουν. Τότε οι ειδωλολάτρες βασάνισαν και αυτούς και στην συνέχεια τους αποκεφάλισαν. Το ίδιο έκαναν και με τις τέσσερις γυναίκες.

Οι Άγιοι Ανάργυροι Κύρος και Ιωάννης έζησαν και μαρτύρησαν τα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο σκληρός διώκτης των χριστιανών Διοκλητιανός. Η καταγωγή του Κόρου ήταν από την Αλεξάνδρεια και του Ιωάννη από την Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Ήταν και οι δύο" άριστοι γνώστες της ιατρικής επιστήμης. Προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε όποιον τους είχε ανάγκη χωρίς να αμείβονται. Πέρα όμως από το γεγονός ότι δε ζητούσαν χρήματα, μοίραζαν την περιουσία τους στους απόρους, με αποτέλεσμα να μείνουν και οι δυο φτωχοί. Όμως η προσφορά τους προς τους συνανθρώπους τους δεν περιορίστηκε στην παροχή ιατρικών υπηρεσιών. Οι Άγιοι Ανάργυροι δίδασκαν με κάθε ευκαιρία το λόγο του Ευαγγελίου, καταδεικνύοντας σε πολλούς ανθρώπους το δρόμο της σωτηρίας, αλλά και εμψυχώνοντας τους χριστιανούς που διώκονταν και μαρτυρούσαν για την αγάπη του Χριστού. Η δράση τους αυτή έγινε γνωστή στον ειδωλολάτρη άρχοντα του τόπου, ο οποίος διέταξε τον αποκεφαλισμό τους. Τα άγια λείψανα του Κόρου και του Ιωάννη ενταφιάσθηκαν κρυφά από τους χριστιανούς. Όταν ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ο Αρκάδιος και πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Θεόφιλος βρέθηκαν τα λείψανα των Αγίων. Η ανακομιδή τους έγινε με τρόπο πανηγυρικό.

Κατά τα χρόνια του σκληρού αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μΧ.) έζησαν οι επτά παίδες Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος. Ο Δέκιος εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, βασανίζοντας και δολοφονώντας πλήθος κόσμου. Οι επτά νέοι, έπειτα από πολλή σκέψη, αποφάσισαν να μοιράσουν στους φτωχούς τα υπάρχοντα να καταφύγουν σε σπήλαιο, ώστε να μην εξαναγκαστούν να αρνηθούν την πίστη τους. Στο καταφύγιο τους οι παίδες προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριο να τους πάρει κοντά του για να μην πέσουν στα χέρια του Δεκίου. Η προσευχή τους εισακούστηκε και οι νέοι παρέδωσαν το πνεύμα τους. Εκατόν ενενήντα χρόνια μετά, επί βασιλείας Θεοδοσίου Β' του Μικρού, εμφανίστηκε αίρεση που αμφισβητούσε την ανάσταση των νεκρών. Ο αυτοκράτορας ήταν απελπισμένος και δεν ήξερε τι να πράξει. Ο Κοριός απάντησε στις προσευχές του με τον εξής θαυμαστό τρόπο: Ένα παιδί εμφανίσθηκε στην αγορά της Εφέσου, το οποίο αγόρασε ψωμί με νόμισμα της εποχής του Δεκίου. Έκπληκτοι οι κάτοικοι ανέκριναν το παιδί, το οποίο τους οδήγησε στη σπηλιά στην οποία είχε μαζί με τα αδέλφια του παραδώσει το πνεύμα του πολλά χρόνια πριν. Όταν οι Εφέσιοι αντίκρισαν όλα τα παιδιά ζωντανά κατάλαβαν ότι επρόκειτο για απάντηση του θεού στις κακοδοξίες των αιρετικών.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος ήταν γιος του Κωνσταντίου του Χλωρού και της Αγίας Ελένης. Όταν ο Κωνστάντιος πέθανε, άφησε διάδοχο του το γιο του Κωνσταντίνο. Ο Κοριός, θέλοντας να βοηθήσει τον Κωνσταντίνο στον αγώνα του κατά του Μαξεντίου, σχημάτισε στον ουρανό το σημείο του Τιμίου Σταυρού με την επιγραφή «Εν τούτω νίκα», προσφέροντας του ένα ισχυρότατο όπλο για να καταπολεμήσει τους εχθρούς του. Ο Κωνσταντίνος ενδιαφερόταν πολύ για τα ιερά σεβάσματα των χριστιανών, γι' αυτό έστειλε τη μητέρα του στα Ιεροσόλυμα για να βρει τον Τίμιο Σταυρό. Μετά την εύρεση η Αγία Ελένη, αφού διχοτόμησε τις κεραίες του και έτσι δημιούργησε δύο σταυρούς, τον ένα τον μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Σε ηλικία ογδόντα ετών, το 328 μΧ. παρέδωσε το πνεύμα της στο λατρευτό της Ιησού. Ο γιος της εξεδήμησε και αυτός προς Κύριον το 337 μΧ.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Πέμ Ιουν 19, 2014 7:45 pm

Όταν ο Λάζαρος χτυπήθηκε από βαριά ασθένεια, οι αδελφές του -πιστές διακόνισσες του Κυρίου- έσπευσαν να ζητήσουν τη βοήθεια του Ιησού που τις μέρες εκείνες διέτριβε στην Περαία. Όταν ο Σωτήρας έφθασε στην Ιουδαία, ο Λάζαρος ήταν ήδη νεκρός. Προσήλθε έτσι στον τάφο του και δακρυσμένος πρόσταξε να ανοίξουν το μνημείο. Τότε με υψωμένους τους οφθαλμούς προς τον Θεό και Πατέρα του φώναξε: «Λάζαρε, δεύρο έξω». Αμέσως ο από τετραημέρου σαβανωμένος νεκρός εξήλθε από το μνήμα. Το λαμπρό αυτό θαύμα θυμόμαστε και εορτάζουμε τη σημερινή ημέρα.

Οι Άγιοι Λαυρέντιος, Ξυστός και Ιππόλυτος έζησαν και μαρτύρησαν κατά την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Δέκιος (249-251 μΧ.). Λίγο προτού ξεκινήσει ο διωγμός εναντίον των χριστιανών ο πάπας Ρώμης Ξυστός, ο οποίος καταγόταν από την Αθήνα, παρέδωσε τα ιερά σκεύη της Εκκλησίας στον αρχιδιάκονο Λαυρέντιο. 'Έπειτα από λίγο καιρό ο Ξυστός συνελήφθη από τον Δέκιο, μπροστά στον οποίο ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Ο αυτοκράτορας διέταξε τότε τον αποκεφαλισμό του Ξυστού και τη σύλληψη του αρχιδιακόνου του. Όταν ο Λαυρέντιος οδηγήθηκε στον Δέκιο, εκείνος του ζήτησε τα ιερά σκεύη της Εκκλησίας, τα οποία ο Λαυρέντιος είχε πουλήσει για να μοιράσει τα χρήματα στους φτωχούς. Έτσι, ο Λαυρέντιος πήρε τις άμαξες τις οποίες του είχαν δώσει για να φορτώσει τους θησαυρούς της Εκκλησίας και έβαλε σε αυτές τους φτωχούς στους οποίους είχε μοιράσει τα χρήματα. Μόλις αντίκρισαν το θέαμα οι ειδωλολάτρες εξοργίσθηκαν και έβαλαν τον Λαυρέντιο πάνω σε σχάρα, κάτω από την οποία έκαιγαν κάρβουνα. Όταν αργότερα ο Ιππόλυτος, ένας ευσεβής χριστιανός, παρέλαβε το τίμιο λείψανο του Λαυρεντίου ο Δέκιος διέταξε να τον θανατώσουν.

Οι Άγιοι Φλώρος και Λαύρος ήταν δίδυμα αδέλφια και κατάγονταν από το Βυζάντιο. Οι Άγιοι Πρόκλος και Μάξιμος μύησαν τα δύο αδέλφια στο χριστιανισμό και τους δίδαξαν την τέχνη του λιθοξόου. Όταν οι διδάσκαλοι τους βρήκαν μαρτυρικό θάνατο για την πίστη τους, οι Φλώρος και Λούρος μετέβησαν στα Ουλπιανά της Δαρδανίας, όπου ασκούσαν την τέχνη τους κοντά στον ηγεμόνα Λουκίωνα και διέδιδαν την αλήθεια του Ευαγγελίου. Ο Λουκίωνας έστειλε τους δυο άνδρες στο γιο της βασίλισσας Ελπιδίας Λικίνιο, ο οποίος τους έδωσε χρήματα για να χτίσουν ένα ειδωλολατρικό ναό. Οι Άγιοι, αφού μοίρασαν τα χρήματα στους φτωχούς, άρχισαν με τη βοήθεια αγγέλου την ανέγερση του ναού. Όταν ο ναός ολοκληρώθηκε τα αδέλφια συγκέντρωσαν τους φτωχούς στους οποίους είχαν μοιράσει το ποσό που τους είχε δώσει ο Λικίνιος και, αφού γκρέμισαν τα ξόανα, μετέτρεψαν το ναό σε χριστιανικό. Ο Λικίνιος οργίστηκε τόσο όταν πληροφορήθηκε το γεγονός που διέταξε να ρίξουν τον Φλώρο και τον Λαύρο σ' ένα ξεροπήγαδο, όπου οι Άγιοι παρέδωσαν το πνεύμα τους.

Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των Αγίων Λεοντίου, Υπατίου και Θεοδούλου, οι οποίοι μαρτύρησαν επί αυτοκρατορίας Βεσπασιανού. Ο Λεόντιος, που καταγόταν από την Ελλάδα, είχε φρόνημα θαρραλέο και γι' αυτό κατατάχθηκε στο στρατό. Ενάρετος και οξυδερκής καθώς ήταν, γρήγορα έλαβε το αξίωμα του στρατηγού. Όταν βρισκόταν στην Αφρική διδάχθηκε τη χριστιανική πίστη, στην οποία η τίμια ψυχή του ανταποκρίθηκε με θέρμη. Όμως το γεγονός αυτό πληροφορήθηκε ο ηγεμόνας της Φοινίκης Αδριανός, ο οποίος έστειλε τον Υπάτιο και τον Θεόδουλο να τον συλλάβουν. Οι δυο στρατιώτες διδάχθηκαν από τον Λεόντιο την πίστη στον Χριστό, με αποτέλεσμα ο Αδριανός να διατάξει τη θανάτωση και των τριών.

Οι σαράντα πέντε Άγιοι, η μνήμη των οποίων τιμάται σήμερα, έζησαν και μαρτύρησαν στις αρχές του 4ου αιώνα, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Λικίνιος (308-323 μ.Χ.). Ανάμεσα τους ξεχώρισαν ο Λεόντιος, ο Μαυρίκιος, ο Δανιήλ και ο Αντώνιος, οι οποίοι και κατείχαν υψηλά αξιώματα. Όταν ο Λικίνιος εξαπέλυσε διωγμό εναντίον των χριστιανών οι σαράντα πέντε Άγιοι παρουσιάσθηκαν οικειοθελώς στον ηγεμόνα της Νικόπολης της Αρμενίας Λυσία και με παρρησία ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Ο Λυσίας προσπάθησε να πείσει τους Αγίους να αρνηθούν την πίστη τους και θέλησε μάλιστα να μάθει ποιος ήταν αυτός που τους έπεισε να μη θυσιάζουν στα είδωλα. Όταν οι Άγιοι απάντησαν πως ο Χριστός ήταν εκείνος που τους δίδαξε να μη λατρεύουν ψεύτικους θεούς και να μη θυσιάζουν στα είδωλα, ο Λυσίας εξοργίσθηκε και διέταξε να τους φυλακίσουν. Οι Άγιοι υποβλήθηκαν σε πολλά βασανιστήρια προκειμένου να αναγκασθούν να αρνηθούν τον Ιησού Χριστό, όμως με τη δύναμη που τους έδινε η πίστη τους δε λύγισαν. Στο τέλος ο Λυσίας, αφού διέταξε να τους κόψουν τα χέρια και τα πόδια, τους έριξε στη φωτιά. Με το θάνατο τους οι Άγιοι έλαβαν τους στεφάνους του μαρτυρίου.

Οι Άγιοι Θύρσος, Λεύκιος και Καλλίνικος έζησαν τον 3ο αιώνα μΧ Κατάγονταν όλοι από τη Βιθυνία και κατοικούσαν στην Καισαρεία. Ήταν γόνοι επιφανών οικογενειών και διήγαν ευσεβή και ταπεινό βίο. Μαρτύρησαν όταν ο αυτοκράτορας Δέκιος κήρυξε σκληρό διωγμό εναντίον των χριστιανών. Χωρίς να φοβηθεί τις απειλές των ειδωλολατρών ο Λεύκιος παρουσιάσθηκε οικειοθελώς στον έπαρχο Κουμβρίκιο, στον οποίο και ομολόγησε την πίστη του. Δε δίστασε δε να ελέγξει τον έπαρχο που προσπαθούσε με κάθε μέσο να περιορίσει τη διάδοση του χριστιανισμού. Εξοργισθείς ο Κουμβρίκιος διέταξε το βασανισμό του Αγίου. Αφού υπέστη φρικτά βασανιστήρια, ο Λεύκιος ετελειώθη δι' αποκεφαλισμού. Η γενναία στάση του Αγίου, οδήγησε μπροστά στον ηγεμόνα και τον Θύρσο, ο οποίος ομολόγησε με θάρρος ότι Κύριος και Θεός του είναι ο Ιησούς Χριστός. Για την ομολογία του αυτή υπέστη φοβερά βασανιστήρια, από τα οποία όμως, με τη βοήθεια του θεού, βγήκε αλώβητος, γεγονός που οδήγησε στη χριστιανική πίστη τον ειδωλολάτρη ιερέα Καλλίνικο. Οι δυο άνδρες βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Ο Καλλίνικος αποκεφαλίσθηκε, ενώ ο Θύρσος θανατώθηκε με πριόνια από τους δήμιους.

Ο όσιος Λέων καταγόταν από τη Ραβέννα της Ιταλίας. Η αγωγή που έλαβε από τους ευσεβείς γονείς του, του έδωσε τις βάσεις για μια χριστιανική και ενάρετη ζωή. Το ταπεινό του φρόνημα, η σεμνή πολιτεία του και η θεολογική του κατάρτιση τον έκαναν να διακριθεί ανάμεσα στους συγχρόνους του και με τη χάρη του θεού ανήλθε όλους τους βαθμούς της ιερωσύνης. Αναδείχθηκε επίσκοπος Κατάνης, αξίωμα το οποίο έθεσε στη φροντίδα των φτωχών. Χάρη στις πολλές αρετές του έλαβε το χάρισμα να θαυματουργεί. Ετελειώθη ειρηνικά.

Ο Άγιος Πατέρας μας Λέων, διακρινόμενος για τον ασκητικό και ταπεινό βίο του, διετέλεσε επίσκοπος της πρεσβυτέρας Ρώμης (440-461 μΧ.). Αντλώντας μοναδική δύναμη από τη βαθιά πίστη του οδήγησε στο δρόμο της αλήθειας και της εξύψωσης το ποίμνιο που του εμπιστεύτηκε ο Θεός. Με πρωτοφανή ζήλο αλλά και θαυμαστή σεμνότητα επιστράτευσε τις θεολογικές γνώσεις και τον πνευματικό του πλούτο σ' ένα διαρκή αγώνα ενάντια στους αιρετικούς. Επειδή οι θεομίσητοι αιρετικοί προσπαθούσαν να ανασκευάσουν τα δόγματα των θείων Πατέρων, ο μακάριος Λέων με τη θεία χάρη κατάφερε να απαντήσει γραπτώς στα ερωτήματα που τέθηκαν στη Δ' Οικουμενική Σύνοδο. Συγκεκριμένα διακήρυξε τη συνύπαρξη δύο φύσεων στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, της θεϊκής και της ανθρώπινης. Αφού έζησε με τρόπο υποδειγματικό, ταπεινό, αλλά και αγωνιστικό και αφού έφτασε σε βαθύ γήρας, εξεδήμησε προς Κύριον.

Ο Άγιος Λεωνίδης και οι άγιες γυναίκες κατάγονταν από την Ελλάδα. Συνελήφθησαν στην Τροιζήνα και οδηγήθηκαν στην Κόρινθο. Ο ηγεμόνας Βενούτσος διαπιστώνοντας την πίστη τους έδωσε εντολή να βυθιστούν στην θάλασσα αφού δεθούν με πέτρες. Μαρτύρησαν δε, μία ημέρα προ του Πάσχα, δηλαδή Μεγάλο Σάββατο.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Παρ Ιουν 20, 2014 8:13 pm

Ο Άγιος Λογγίνος μαρτύρησε επί αυτοκρατορίας Τιβερίου (14-37 μ.Χ•)• Πατρίδα του ήταν η Καππαδοκία και υπηρετούσε στο ρωμαϊκό στρατό στα Ιεροσόλυμα με το βαθμό του εκατόνταρχου. Ήταν επικεφαλής αξιωματικός των Ρωμαίων στρατιωτών κατά τη Σταύρωση του Κυρίου. Αφού είδε τα θαύματα που συντελέσθηκαν όταν ο Ιησούς Χριστός παρέδωσε το πνεύμα Του, πίστεψε και αναφώνησε: «Πραγματικά Υιός Θεού είναι Αυτός». Χριστιανός πια ο Λογγίνος παραιτήθηκε από το αξίωμα του και με αξιέπαινο ζήλο διακήρυττε παντού τη θεότητα του Κυρίου. Όμως οι Ιουδαίοι δεν ανέχθηκαν τη στάση του Λογγίνου και χρησιμοποιώντας την επιρροή την οποία είχαν στη ρωμαϊκή εξουσία έπεισαν τον Πόντιο Πιλάτο να διαβάλει τον Άγιο στον αυτοκράτορα Τιβέριο. Συγκεκριμένα, ο Πιλάτος έγραψε στον αυτοκράτορα ότι ο Λογγίνος εγκατέλειψε με τρόπο αυθαίρετο το ρωμαϊκό στρατό και ότι είχε γίνει οπαδός μιας νέας θρησκείας. Αφού ανέγνωσε το γράμμα, ο Τιβέριος διέταξε να αποκεφαλίσουν αμέσως τον Λογγίνο.

Οι τριάντα τρεις μάρτυρες έζησαν την εποχή που αυτοκράτορες των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Πρώτος συνελήφθη για την πίστη του ο Ιέρων, ο οποίος καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το επάγγελμα του γεωργού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των χριστιανών ο έπαρχος Αγρικόλας, που γνώριζε καλά ότι ο Ιερών κήρυττε τον ευαγγελικό λόγο σε κάθε ευκαιρία, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του προκειμένου να τον ανακρίνει ο ίδιος. Μπροστά στον έπαρχο ο Ιερών δεν ένιωσε φόβο, αλλά γενναία ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Έπειτα από την ομολογία αυτή ο Αγρικόλας διέταξε να βασανίσουν τον Άγιο και να του κόψουν το αριστερό του χέρι. Ο Ιερών υπέστη τρομερά βασανιστήρια, αλλά δε λύγισε, παρά υπέμενε τα μαρτύρια του με υποδειγματική καρτερία. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι χριστιανοί Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και Ιέρων, οι οποίοι την επομένη αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Ιέρωνα.

Ο μέγας Ευαγγελιστής Λουκάς καταγόταν από την Αντιόχεια της Συρίας. Στο επάγγελμα ήταν γιατρός, όμως γνώριζε πολύ καλά και την τέχνη της ζωγραφικής. Μάλιστα σε αυτόν αποδίδονται οι πρώτες εικόνες της Θεοτόκου με τον Ιησού Χριστό βρέφος στην αγκαλιά της, καθώς και αυτές των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Στη χριστιανική πίστη κατηχήθηκε από τον Απόστολο Παύλο και έκτοτε αφοσιώθηκε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Περιόδευσε στη Δαλματία, στην Ιταλία, στη Βοιωτία κ.α., οδηγώντας πολλές ψυχές στο δρόμο της σωτηρίας. Όμως ο Λουκάς δεν περιορίσθηκε σε αυτές τις δραστηριότητες. Συνέγραψε το τρίτο κατά σειρά Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης, καθώς και τις πράξεις των Αποστόλων, έργα ανυπολόγιστης θεολογικής αξίας. Αφού ολοκλήρωσε το ευαγγελικό του έργο ο Λουκάς αναπαύθηκε ειρηνικά στη Βοιωτία σε ηλικία ογδόντα ετών. Αργότερα, ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος (337-367 μ.Χ.), διέταξε να μεταφερθεί το λείψανο του μεγάλου Ευαγγελιστή στην Κωνσταντινούπολη, και να τοποθετηθεί κάτω από την Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού των Αγίων Αποστόλων, μαζί με τα λείψανα των Αποστόλων Ανδρέα και Τιμόθεου.

Ο όσιος Λουκάς έζησε το 70ο αιώνα. Καταγόταν από την Ανατολή και έλαβε μέρος στον πόλεμο που ξέσπασε την περίοδο εκείνη κατά των Βουλγάρων. Αν και στις μάχες αυτές σκοτώθηκαν πολλοί στρατιώτες, ο όσιος κατάφερε να σωθεί με τη βοήθεια του Κυρίου. Έτσι μετά τον πόλεμο αποφάσισε να αφιερωθεί στον ασκητικό βίο και για το λόγο αυτό χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Αρχικά επιδόθηκε σε πολυήμερες νηστείες και αργότερα ανέβηκε πάνω σε στύλο, όπου και παρέμεινε σαράντα πέντε χρόνια. Αφού έζησε όλα του τα χρόνια με θαυμαστή υπομονή και γενναιότητα ανήλθε εν ειρήνη προς τον Κύριο.

Ο όσιος Λουκάς γεννήθηκε στη Φωκίδα, καταγόταν όμως από την Αίγυπτο, την οποία οι γονείς του εγκατέλειψαν, επειδή δεν μπορούσαν να αντέξουν τις επιδρομές των Αγαρηνών. Από μικρός ο Λουκάς έδειχνε βαθύ σεβασμό προς τη χριστιανική πίστη και ασκούσε επίπονα το σώμα του και την ψυχή του. Μοίραζε πάντα όλα τα υπάρχοντα του στους φτωχούς, ενώ ο ίδιος υπέμενε μεγάλες κακουχίες. Ο Λουκάς, αφού πήγε στην Πελοπόννησο και με τα θαύματα του θεράπευσε πολλούς ανθρώπους, αποσύρθηκε στο όρος Σείριον, όπου έκτισε μονή. Εκοιμήθη το 953 μ.Χ.

Ο Άγιος ιερομάρτυρας Λουκιανός καταγόταν από τα Σαμόσατα της Συρίας. Οι γονείς του, άνθρωποι θεοσεβείς, μεγάλωσαν τον Λουκιανό συμφωνά με τα χριστιανικά ήθη. Όταν εκείνος έφθασε στην ηλικία των δώδεκα ετών ορφάνεψε. Τότε αποφάσισε να μοιράσει την περιουσία των γονιών του στους φτωχούς και να αφοσιωθεί στη σπουδή των ιερών γραφών. Η θεολογική του κατάρτιση και ο ενάρετος βίος του τον ανέδειξαν επίσκοπο Αντιοχείας. Το αξίωμα του αυτό το υπηρέτησε με σύνεση και αφοσίωση στον ευαγγελικό λόγο, οδηγώντας στη χριστιανική πίστη πολλούς ανθρώπους. Όταν κάποια στιγμή πληροφορήθηκε ότι στη Νικομήδεια κάποιοι χριστιανοί που βασανίζονταν για την πίστη τους είχαν χάσει το θάρρος τους, έφυγε για να τους στηρίξει. Ευρισκόμενος στη Νικομήδεια συνελήφθη από τον αυτοκράτορα Μαξιμιανό, ο οποίος θέλησε να πείσει τον Λουκιανό να αρνηθεί τον Χριστό. Όμως δεν άργησε να διαπιστώσει πως ο άγιος δεν επρόκειτο σε καμία περίπτωση να αλλαξοπιστήσει. Τότε ο Μαξιμιανός διέταξε να τον κλείσουν φυλακή και να μην του δίνουν τροφή και νερό. Ο άγιος Λουκιανός παρέδωσε το πνεύμα του στη φυλακή.

Ο άγιος μάρτυρας Λουκιλλιανός ήταν ιερέας των ειδώλων όταν άκουσε χριστιανικό κήρυγμα. Ο θείος λόγος ρίζωσε βαθιά στην ψυχή του και άρχισε να διακηρύσσει την πίστη του, εξοργίζοντας τον κόμη Λιβάνιο, ο οποίος διέταξε να υποβάλουν τον Λουκιλλιανό σε φρικτά βασανιστήρια. Οδηγήθηκε στη φωτιά μαζί με τέσσερα παιδιά τα οποία είχαν φυλακισθεί για τον ίδιο λόγο. Όμως δυνατή βροχή έσβησε τη φωτιά και έτσι μετέφεραν τον άγιο και τους νέους στο Βυζάντιο όπου μαρτύρησε με σταυρικό θάνατο ενώ τα παιδιά αποκεφαλίσθηκαν. Η παρθένος Παύλη πήρε τα ιερά του λείψανα και τα ενταφίασε, γι' αυτό το λόγο βασανίσθηκε και αποκεφαλίσθηκε.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Σάβ Ιουν 21, 2014 8:28 pm

Ο Άγιος μάρτυρας Λυκαρίων καταγόταν από την Ερμούπολη της Αιγύπτου. Με θαυμαστή παρρησία διακήρυττε την πίστη του, εξοργίζοντας τους ειδωλολάτρες, που τον τιμώρησαν με φρικτά βασανιστήρια. Αρχικά τον φυλάκισαν για μερικές μέρες και κατόπιν τον κάρφωσαν πάνω σε σταυρό. Του άνοιξαν πληγές με σιδερένια νύχια, τον μαστίγωσαν και του κατέκαυσαν τα πλευρά. Έπειτα τον έριξαν σε κάμινο, απ' την οποία όμως βγήκε αβλαβής, με τη βοήθεια του Κυρίου. Τελικά τον αποκεφάλισαν και τιμήθηκε έτσι με το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.

Οι Άγιοι Τερέντιος και Νεονίλα μαρτύρησαν μαζί με τα - παιδιά τους Λυτή, Σάρβιλο, Ιέρακα, Θεόδουλο, Φωκά, Βήλη και Ευνίκη για τη δόξα του Χριστού. Ο Τερέντιος και η Νεονίλα έδωσαν στα παιδιά τους χριστιανική αγωγή, με γνώμονα τις επιταγές του Ευαγγελίου. Έτσι, όταν ξεκίνησε ο διωγμός εναντίον των χριστιανών και η οικογένεια έπρεπε να επιλέξει αν θα έφευγε για να σωθεί ή θα έμενε να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο, κανένα από τα μέλη της δεν επέλεξε το δρόμο της φυγής, αλλά όλοι μαζί αποφάσισαν να περιμένουν με καρτερία ό,τι επρόκειτο να συμβεί. Γρήγορα η οικογένεια, γνωστή καθώς ήταν για τη χριστιανική της δράση, συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες και οδηγήθηκε στο κριτήριο. Εκεί οι Άγιοι με παρρησία ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό, χωρίς να φοβηθούν τις συνέπειες. Έπειτα από την ομολογία τους υπέστησαν πλήθος βασανιστηρίων, τα οποία απέμειναν με υποδειγματική ευψυχία. Όταν οι ειδωλολάτρες συνειδητοποίησαν πως το φρόνημα των Αγίων δεν επρόκειτο να καμφθεί, όποιο μέσο κι αν χρησιμοποιούσαν, τους εκτέλεσαν με αποκεφαλισμό.

Η Αγία Μυροφόρος Μαρία ονομάσθηκε Μαγδαληνή γιατί καταγόταν από τα Μάγδαλα, κωμόπολη μεταξύ της Γαλιλαίος και της Συρίας. Η Αγία όταν πληροφορήθηκε για τη διδασκαλία του Χριστού έσπευσε να τον συναντήσει και τον παρακάλεσε να την απαλλάξει από τα εφτά δαιμόνια που την τυραννούσαν. Ο Κοριός πράγματι τη θεράπευσε και τότε εκείνη, ευγνώμων για την ευεργεσία που της έγινε, αφοσιώθηκε ταπεινά στην υπηρεσία του Σωτήρα της. Τον ακολουθούσε και τον διακονούσε, πιστή μαθήτρια Του, μέχρι και το Πάθος Του. Μάλιστα αξιώθηκε να δει πρώτη την Ανάσταση Του, μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο. Όταν ξημέρωσε πλησίασε τον Πανάγιο Τάφο και είδε πρώτα τους δυο αγγέλους και στη συνέχεια τον ίδιο τον Κύριο, ο οποίος, όταν τον αναγνώρισε και πήγε να τον αγκαλιάσει, της είπε: «Μη μου απτού» (Μη με αγγίζεις). Μετά την Ανάληψη του Κυρίου η Μαρία η Μαγδαληνή πήγε στην 'Έφεσο για να συναντήσει τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Εκεί η Αγία άφησε την τελευταία της πνοή εν ειρήνη και ενταφιάσθηκε στην είσοδο του σπηλαίου στο οποίο αργότερα αναπαύθηκαν οι επτά Παίδες εν Εφέσω.

Οι μάρτυρες της Κυζίκου, δηλαδή ο Θέογνις, ο Ρούφος, ο Αντίπατρος, ο Θεόστιχος, ο Αρτεμάς, ο Μάγνος, ο Θεόδοτος, ο Θαυμάσιος και ο Φιλήμων, κατάγονταν από διάφορους τόπους, αλλά συνελήφθησαν όλοι μαζί στην Κύζικο, την περίοδο των διωγμών. Όταν οδηγήθηκαν για να απολογηθούν στον τοπικό άρχοντα, υπερασπίσθηκαν την πίστη τους με ξεχωριστή παρρησία και σθένος και γι' αυτό ρίχθηκαν στη φυλακή. Εκεί με τις προσευχές τους έπαιρναν δύναμη και συνέχισαν να αγωνίζονται για το Χριστό. Τελικά διατάχθηκε ο αποκεφαλισμός τους και έτσι έλαβαν τους στεφάνους του μαρτυρίου.

Μακάριος 'Όσιος - Έζησε την ζωή του με προσευχή και εγκράτεια σε ένα κελί στην έρημο , όπου πλήθος κόσμου πήγαινε να τον συμβουλευθεί και να ακούσει το κήρυγμά του. Είχε αξιωθεί μάλιστα να κάνει και θαύματα (ανέστησε νεκρό) και να προλέγει τα μέλλοντα. Εκοιμήθη σε βαθύ γήρας.

Η Αγία Μακρίνα ήταν η μεγαλύτερη αδελφή του Μεγάλου Βασιλείου και του Γρηγορίου Νύσσης. Στην ιστορία του χριστιανισμού έχει καταγραφεί ως μία από τις σπουδαιότερες γυναικείες μορφές, καθώς ήταν προικισμένη με πολλά πνευματικά χαρίσματα και εξαίρετο ήθος. Η Μακρινά ήταν μνηστευμένη, αλλά ο μνηστήρας της απεβίωσε νωρίς. Τότε, αρνούμενη τις εγκόσμιες απολαύσεις, αφοσιώθηκε στο μοναστικό βίο και στις αγαθοεργίες. Στάθηκε δίπλα στη μητέρα της και ανέθρεψε τα μικρότερα αδέλφια της σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου, τις οποίες και η ίδια είχε διδαχθεί πολύ νωρίς. Με αυτόν τον τρόπο έζησε, ασκητικά και ταπεινά, μέχρι που πέρασε εν ειρήνη στην αιώνια βασιλεία των ουρανών.

ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΜΑΛΑΧΙΑΣ 3/1 - Έδρασε την εποχή του επιφανούς Ιουδαίου Νεεμία, κατά τους χρόνους δηλαδή που οι Ιουδαίοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ. Ο προφήτης γεννήθηκε στο Σοφερό και ανήκε στη φυλή του Λευΐ. Το όνομά του, το οποίο στα Ελληνικά σημαίνει <<Άγγελος>>, του δόθηκε όχι μόνο για τη σεμνή, άμεμπτη και ηθική ζωή που διήγε, αλλά και γιατί τις προφητείες του τις επιβεβαίωνε αμέσως Άγγελος σταλμένος από τον Θεό. Τον Άγγελο τον έβλεπαν μόνο όσοι είχαν τη χάρι του Θεού, αλλά την φωνή του την άκουγαν όλοι. Επέκρινε συνεχώς τα άνομα και ασεβή έργα του λαού του Ισραήλ, αλλά και των ιερέων του. Με την Θεία χάρι του αξιώθηκε να προφητεύσει τον ερχομό του Προδρόμου του Ιησού Χριστού. Ενεταφιάσθει στον τόπο των προγόνων του, μετά την κοίμησή του.

Οι τριάντα τρεις μάρτυρες έζησαν την εποχή που αυτοκράτορες των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Πρώτος συνελήφθη για την πίστη του ο Ιέρων, ο οποίος καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το επάγγελμα του γεωργού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των χριστιανών ο έπαρχος Αγρικόλας, που γνώριζε καλά ότι ο Ιερών κήρυττε τον ευαγγελικό λόγο σε κάθε ευκαιρία, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του προκειμένου να τον ανακρίνει ο ίδιος. Μπροστά στον έπαρχο ο Ιερών δεν ένιωσε φόβο, αλλά γενναία ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Έπειτα από την ομολογία αυτή ο Αγρικόλας διέταξε να βασανίσουν τον Άγιο και να του κόψουν το αριστερό του χέρι. Ο Ιερών υπέστη τρομερά βασανιστήρια, αλλά δε λύγισε, παρά υπέμενε τα μαρτύρια του με υποδειγματική καρτερία. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι χριστιανοί Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, Θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και Ιέρων, οι οποίοι την επομένη αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Ιέρωνα.

Ο Άγιος Μάμας γεννήθηκε στην Παφλαγονία το 260 μΧ. από γονείς χριστιανούς, οι οποίοι συνελήφθησαν για τη χριστιανική δράση τους και ρίχθηκαν στη φυλακή, όπου και γεννήθηκε ο Άγιος. Οι γονείς του Μάμαντος απεβίωσαν ενώ ήταν φυλακισμένοι και την ανατροφή του βρέφους ανέλαβε μια χριστιανή, που ονομαζόταν Αμμία. Μάλιστα, ο Άγιος συνήθιζε όταν ήταν ακόμα παιδί να ονομάζει τη γυναίκα αυτή «μάμο» και για το λόγο αυτό έλαβε και το όνομα Μαμάς. Όταν βρισκόταν στην ηλικία των δεκαπέντε χρόνων ο Άγιος συνελήφθη από ειδωλολάτρες, οι οποίοι, αφού τον βασάνισαν, του κρέμασαν στο λαιμό σιδερένια ράβδο και τον έριξαν στη θάλασσα. Όμως ο Μάμας σώθηκε με τρόπο θαυματουργικό. Στη συνέχεια συνελήφθη ξανά από τους εχθρούς του Χριστού και υποβλήθηκε σε νέα βασανιστήρια: Αρχικά οι ειδωλολάτρες τον έριξαν σε αναμμένο καμίνι, από το οποίο εξήλθε σώος. Έπειτα έβαλαν απέναντι του άγρια θηρία, τα οποία όμως δεν άγγιξαν τον Άγιο. Τελικά οι ειδωλολάτρες θανάτωσαν τον Άγιο Μάμαντα με τρίαινα, η οποία διαπέρασε τα σπλάχνα του.

Ο Κοδράτος, ο Θεοδόσιος, ο Μανουήλ και άλλοι σαράντα μάρτυρες, κατάγονταν από την Ανατολή. Διακήρυξαν με θάρρος ότι είναι χριστιανοί και τους έκλεισαν στη φυλακή. Υποβλήθηκαν σε πολλά και φοβερά βασανιστήρια. Τελικά τους αποκεφάλισαν όταν όλα τα βασανιστήρια στάθηκαν ανίσχυρα να μεταβάλουν την αφοσίωση τους στον Χριστό.

Οι τριάντα τρεις μάρτυρες έζησαν την εποχή που αυτοκράτορες των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Πρώτος συνελήφθη για την πίστη του ο Ιέρων, ο οποίος καταγόταν από τα Τύανα της Καππαδοκίας και ασκούσε το επάγγελμα του γεωργού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των χριστιανών ο έπαρχος Αγρικόλας, που γνώριζε καλά ότι ο Ιέρων κήρυττε τον ευαγγελικό λόγο σε κάθε ευκαιρία, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιον του προκειμένου να τον ανακρίνει ο ίδιος. Μπροστά στον έπαρχο ο Ιέρων δεν ένιωσε φόβο, αλλά γενναία ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού Χριστό. Έπειτα από την ομολογία αυτή ο Αγρικόλας διέταξε να βασανίσουν τον Άγιο και να του κόψουν το αριστερό του χέρι. Ο Ιερών υπέστη τρομερά βασανιστήρια, αλλά δε λύγισε, παρά υπέμενε τα μαρτύρια του με υποδειγματική καρτερία. Λίγες μέρες αργότερα συνελήφθησαν και οι χριστιανοί Νίκανδρος, Ησύχιος, Βάραχος, Μαξιμιανός, Καλλίνικος, Ξάντικος, Αθανάσιος, Θεόδωρος, Δουκίτιος, Ευγένιος, Θεόφιλος, Ουαλέριος, Θεόδοτος, Καλλίμαχος, Ιλάριος, Γιγάντιος, Λογγίνος, θεμέλιος, Ευτύχιος, Διόδοτος, Καστρίκιος, Θεαγένης, Μάμας, Νίκων, Θεόδουλος, Βοστρύκιος, Ουίκτωρ, Δωρόθεος, Κλαυδιανός, Επιφάνιος, Ανίκητος και Ιέρων, οι οποίοι την επομένη αποκεφαλίσθηκαν μαζί με τον Ιέρωνα.

Κατά τα χρόνια του σκληρού αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μΧ.) έζησαν οι επτά παίδες Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος. Ο Δέκιος εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, βασανίζοντας και δολοφονώντας πλήθος κόσμου. Οι επτά νέοι, έπειτα από πολλή σκέψη, αποφάσισαν να μοιράσουν στους φτωχούς τα υπάρχοντα να καταφύγουν σε σπήλαιο, ώστε να μην εξαναγκαστούν να αρνηθούν την πίστη τους. Στο καταφύγιο τους οι παίδες προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριο να τους πάρει κοντά του για να μην πέσουν στα χέρια του Δεκίου. Η προσευχή τους εισακούστηκε και οι νέοι παρέδωσαν το πνεύμα τους. Εκατόν ενενήντα χρόνια μετά, επί βασιλείας Θεοδοσίου Β' του Μικρού, εμφανίστηκε αίρεση που αμφισβητούσε την ανάσταση των νεκρών. Ο αυτοκράτορας ήταν απελπισμένος και δεν ήξερε τι να πράξει. Ο Κοριός απάντησε στις προσευχές του με τον εξής θαυμαστό τρόπο: Ένα παιδί εμφανίσθηκε στην αγορά της Εφέσου, το οποίο αγόρασε ψωμί με νόμισμα της εποχής του Δεκίου. Έκπληκτοι οι κάτοικοι ανέκριναν το παιδί, το οποίο τους οδήγησε στη σπηλιά στην οποία είχε μαζί με τα αδέλφια του παραδώσει το πνεύμα του πολλά χρόνια πριν. Όταν οι Εφέσιοι αντίκρισαν όλα τα παιδιά ζωντανά κατάλαβαν ότι επρόκειτο για απάντηση του θεού στις κακοδοξίες των αιρετικών.

Μάξιμος ο Ομολογητής - Έζησε την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Κώνστας Β΄. Απεβίωσε το 662 μ. Χ. εξορισμένος στην Θράκη, με κομμένη την γλώσσα του, επειδή υπερασπίστηκε την ανθρώπινη θέληση του Ιησού ενώ οι άλλοι πίστευαν μόνο στην Θεία.

Οι Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης έζησαν και μαρτύρησαν όταν αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός. Ήταν όλοι ευσεβείς και ενάρετοι και ανέπτυξαν πλούσια χριστιανική δράση. Ο Αγιος Ευστράτιος διετέλεσε ανώτερος αξιωματικός, θέλοντας να δοξάσει το όνομα του Χριστού και να διακηρύξει την αλήθεια παρουσιάστηκε στο δούκα Λυσία και ενώπιον του ομολόγησε την πίστη του με θαυμαστή παρρησία. Έπειτα από την ομολογία του Ευστρατίου, ο δούκας διέταξε να τον βασανίσουν. Ο Αγιος βρήκε μαρτυρικό θάνατο μέσα σε πύρινο κολαστήριο. Μαρτυρικό θάνατο υπέστη και ο συμπολίτης του και ιερέας Αυξέντιος, ο οποίος επειδή δεν υπέκυψε στις πιέσεις των ειδωλολατρών να αλλαξοπιστήσει θανατώθηκε με αποκεφαλισμό. Ο Μαρδάριος συνελήφθη επίσης από τον Λυσία, που προσπάθησε να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό. Αντιμετώπισε όμως την ακλόνητη πίστη του Αγίου και γι' αυτό διέταξε να βασανισθεί και να θανατωθεί. Τέλος, ο Ευγένιος και ο Ορέστης, αφού ομολόγησαν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος και αληθινός θεός, παρέδωσαν το πνεύμα τους στον Κύριο με μαρτυρικό θάνατο. Συγκεκριμένα ο Ευγένιος ετελέφθη ύστερα από φρικτά βασανιστήρια, ενώ ο Ορέστης θανατώθηκε σε πυρακτωμένο κρεβάτι.

Οι πέντε Κανονικές, δηλαδή παρθένες μοναχές, Θέκλα, Μαριάμνη, Μάρθα, Μαρία και Εννάθα μαρτύρησαν όταν αυτοκράτορας των Περσών ήταν ο Σαβώριος. Οι μοναχές αυτές διακονούσαν ένα φιλοχρήματο ιερέα, τον Παύλο, ο οποίος καταχραζόταν τα χρήματα που προσέφεραν οι χριστιανοί. Όταν οι Πέρσες ειδωλολάτρες απείλησαν τον Παύλο και τις πέντε Κανονικές, ο ιερέας δε δίστασε να αρνηθεί την πίστη του για να διαφυλάξει τη ζωή του και την περιουσία του. Μάλιστα, όταν οι ειδωλολάτρες αποφάσισαν να θανατώσουν τις πέντε χριστιανές, ο άθλιος αυτός έφθασε στο σημείο να αντικαταστήσει τους δημίους και να τις κατασφάξει με τα ίδια του τα χέρια.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 6 και 0 επισκέπτες