Όταν ο νεαρός Καζαντζάκης επισκέφτηκε το άγιον Όρος, ρώτησε ένα γέροντα:
- Πάτερ, γιατί στο τέλος να μη σωθεί και ο διάβολος?
Και ο γέροντας Μακάριος - κατά την περιγραφή του Καζαντζάκη - του απάντησε:
- Πρόσεξε νεαρέ, γιατί το εγώ θα σε φάει. Ο εωσφόρος, που εσύ υπερασπίζεσαι και θέλεις να τον σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στην κόλαση? Όταν στράφηκε στο Θεό και του είπε: "Εγώ Ναι, ναι, άκου και βάλτο καλά στο νου σου. Ένα μονάχα πράμα κολάζεται στην κόλαση: το "εγώ". Το "εγώ", πανάθεμά το!"
Και τότε εγώ (συνεχίζει ο Καζαντζάκης) τίναξα το κεφάλι πεισμωμένος και του αντιμίλησα:
- Μη το κακολογάς, πάτερ Μακάριε το "εγώ". Με το "εγώ" αυτό ξεχώρισε ο άνθρωπος από το ζώο.
- Όχι νεαρέ μου. Με το "εγώ" αυτό, χωρίστηκε ο άνθρωπος από το Θεό, διόρθωσε ο πατήρ Μακάριος.
Και ο Καζαντζάκης καταλήγει ομολογώντας: "Έφυγα λέγοντας στον εαυτό μου: Έχεις καιρό να βρεις το Θεό. Εξάλλου δεν είχε ξεθωριάσει η λάμψη του Εωσφόρου μέσα μου!
Θλίβεται κανείς βλέποντας έναν -υποτίθεται- "πνευματικό άνθρωπο, να μην μπορεί να καταλάβει ότι η άρνηση του Θεού και η ολέθρια συμπάθειά του για τον αρχιδιάβολο προερχόταν από τον εωσφορικό εγωισμό του.