Πως να περάσω μέσα απο πληγές,
κρατώντας τα όνειρά μου,
τη φρίκη και τις σάρκες να μη δουν,
και χάσουν τη καρδιά τους.
Πως να μυρίσω βροχή,
οικείο δρόμο να βρω,
σε αρένες να παλεύω μια ζωή,
για μια σταγόνα αύριο.
Στις τσέπες μου ένα βότσαλο,
που παίζαμε στην άμμο,
με συντροφεύει μια ζωή,
και τώρα το πετάω.
Στα κύματα που πνίγηκα,
μήπως το λυπηθούνε,
και το ξεβράσουν σε στεριά,
που εμείς δεν θα τη δούμε.
Ζω μέσα σε κενά,
του χρόνου και διαστάσεων,
που ράγισαν με τη ζωή,
που ήθελα να φτάσω.
Δεν έχω φίλους και εχθρούς,
που φτάνουν στη καρδιά μου,
δε βρήκα χώμα ούτε νησί,
μια νύχτα να περάσουν.
Κάθε γουλιά διασκέδασης,
μέσα στη τρικυμία,
με το πιστό μου πλήρωμα,
τη ρούφηξε το κύμα.