ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Ιστορίες για να γελάσουμε ή να κλάψουμε, αλλά οπωσδήποτε για να προβληματιστούμε.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Πέμ Οκτ 04, 2012 10:33 am

Ο Ιάκωβος και ο πασάς...


Τότε που οι Τούρκοι ήταν εδώ, και ζούσαν από το πλιάτσικο, άρπαξε και φάε δηλαδή, έβαλαν στο μάτι ένα μοναστήρι του Αι-Γιάννη και αποφάσισαν να πάνε να το πάρουν. Είπαν μερικοί:
–Θα πάμε τη νύχτα να τους να τους πιάσουμε στον ύπνο, να σκοτώσουμε τους καλογέρους.
–Σταθείτε, τους λέει ο πασάς. Θα τους κάνω εγώ να το παραδώσουν μέρα-καταμεσήμερο, και από μοναχοί τους.
Οι άλλοι παραξενεύτηκαν, αλλά αυτός είχε το σχέδιό του. Μια και δυό λοιπόν κίνησε να πάει να βρει τον ηγούμενο. Τον βρήκε που διάβαζε στο ηγουμενείο.
–Πέτα το βιβλίο πέρα, του λέει ο πασάς, άκουσε προσεκτικά και κάνε όπως θα σου πω. Αλλιώς, ήρθε η ώρα σας.


–Στις διαταγές σου, είπε ο ηγούμενος.
–Άκου. Σε εικοσιτέσσερες ώρες θα ‘χεις αδειάσει στο μοναστήρι και θα ‘χετε φύγει όλοι. Μας χρειάζεται και θα το πάρουμε. Αν δεν ακούσετε το λόγο μου, θα δείτε τη χαντζιάρα μου, και τίναξε το μαχαίρι από το ζωνάρι του, να σκιάξει τον καλόγερο.
–Δεν είναι δικό μας, λέει ο ηγούμενος.
–Τίνος είναι;
–Να, το αφεντικό είπε, κι έδειξε την εικόνα του Αι-Γιάννη. Αν σ’ αφήσει αυτός, πάρ’ το.
–Έχεις όρεξη για χωρατά, λέει ο πασάς, αλλά δε χωρατεύω. Όπως είπαμε και γρήγορα, εκτός αν…
–Εκτός αν…, λέει κι ο ηγούμενος.
–Εκτός αν…, παλιοκαλόγερε, μου λύσεις τέσσερα προβλήματα, που θα σου βάλω. Αν τα καταφέρεις, χάρισμά σας.
–Για πες τα, να τ’ ακούσω.
–Λοιπόν. Θα μου βρεις πόσο απέχει ο ουρανός από τη γη. Πόσο κοστίζω εγώ. Τι βάζω με το νου μου, και θα μου μάθετε και το σκύλο γράμματα.
–Θέλω μια διορία 10 μέρες, λέει ο ηγούμενος.
–Την έχεις, απαντάει ο πασάς.
Ο Τούρκος έφυγε κι ο ηγούμενος έπεσε σε βαριά συλλογή. Τα σκεφτόταν από δω, τα ‘φερνε από κει, δεν έβγαζε άκρη. Γύρισε κατά τον άγιο και είπε:
–Αφέντη, βγάλτα πέρα. Δικό σου είναι το μοναστήρι.
Το μεσημέρι στην τράπεζα ήταν πολύ βασανισμένος. Ούτε έφαγε, ούτε τίποτα.
–Τι έχεις, άγιε ηγούμενε, του είπαν οι καλόγεροι.
–Το και το, τους είπε. Τι θα κάνουμε; Σε δέκα μέρες ξανάρχεται και δε χωρατεύει.
Κανένας δεν είπε τίποτα. Μόνο ο Ιάκωβος, ο μάγειρας, τον πήρε παράμερα και του λέει:
–Άγιε ηγούμενε, μη φοβάσαι τίποτα. Μου δίνεις εμένα τη στολή σου, παραγγέλνεις να μας φέρει το σκύλο και τα υπόλοιπα άσ’ τα όλα πάνω μου.
Τι να ‘κανε κι ο ηγούμενος, μπλοκαρισμένος όπως ήταν απ’ όλες τις μεριές, παράγγειλε να φέρει το σκύλο. Τον πήρε ο Ιάκωβος και τον έδεσε σ’ ένα μέρος, χωρίς να του δίνει τίποτα να φάει.
–Τι έχεις κατά νου, του έλεγαν οι άλλοι. Θα ψοφήσει το σκυλί κι αλίμονό μας. Θα μας κρεμάσει όλους.
–Δεν είναι δική σας δουλειά, απάνταγε ο Ιάκωβος.
Στις δέκα μέρες, ήρθε κι ο πασάς. Ζήτησε κατευθείαν να δει το σκύλο του.
Μόλις τον είδε εκείνος, έκαμε το χαμό. Ήθελε να κόψει το λουρί, να πάει κοντά του.
–Γιατί αδυνάτισε τόσο το σκυλί μου; Θα το πληρώσετε, παλιογκιαούρηδες. Νηστικό τ’ αφήνατε;
–Πασά μου, λέει ο Ιάκωβος. Τόσα γράμματα έμαθε και δύσκολα γράμματα, πώς να μην αδυνατίσει; Δεν διάβασες εσύ ποτέ πασά μου;
–Έμαθε να διαβάζει;
–Θα το δεις και μόνος σου, πασά μου.
Τότε ο Ιάκωβος πήρε ένα βιβλίο, που ανάμεσά του είχε βάλει ψίχουλα, και το άφησε μπροστά στο σκύλο. Το ζώο, όπως ήταν κατανηστικό, μύρισε το ψωμί και όρμησε στο βιβλίο. Με τη γλώσσα του γύριζε τις σελίδες και άου-άου-άου κάνοντας, μάζευε τα ψίχουλα και πήγαινε παρακάτω. Άου-άου-άου και δώσ’ του να γυρίζει άλλη σελίδα, ώσπου το ‘φτασε το βιβλίο στο τέλος.
–Τι γλώσσα το μάθατε; ρώτησε ο πασάς. Δεν καταλαβαίνω.
–Αρχαία ελληνικά, πασά μου, εγώ τούρκικα δεν ήξερα. Ξέρεις εσύ αρχαία ελληνικά;
Ο πασάς δεν ήξερε, ούτε αρχαία, ούτε καθόλου γράμματα. Δεν είχε τι να ειπεί, και το ‘χαψε.
–Τα υπόλοιπα προβλήματα τα ‘λυσες, λέει στον ηγούμενο.
–Λέω πως τα ‘λυσα πασά μου.
–Εμπρός, πόσο απέχει ο ουρανός απ΄ τη γη;
Ο Ιάκωβος είχε γεμίσει ένα τσουβάλι κουβάρια και του λέει:
–Πασά μου, όσο είναι αυτά τα κουβάρια.
–Και πού το ξέρεις; Το μέτρησες;
–Εγώ το μέτρησα. Αν εσύ δεν το πιστεύεις, φέρε το δικό σου μέτρο, ή πιάσε την άκρη από αυτά και πήγαινε μπροστά κι όπου μας βγάλει.
–Καλά, καλά, λέει θυμωμένος. Πες μου πόσο αξίζω εγώ;
–Βέβαια, εσύ είσαι πασάς άνθρωπος κι έχεις αξία, δεν είσαι σαν εμάς τους μαγκούφηδες. Αξίζεις πολλά βέβαια, αλλά πόσο να σε βάλω, έλεγε ο Ιάκωβος κι έξυνε το κεφάλι του, με το χέρι του. Σε … βάζω γύρω στα εικοσιέξι, μπα λίγο παραπάνω…, γύρω στα εικοσιεπτά αργύρια.
–Τι, εγώ, πασάς άνθρωπος, μόνο εικοσιεπτά αργύρια; Θα σε κρεμάσω παλιογκιαούρη.
–Πασά μου, τριάντα πουλήθηκε ο Χριστός μας. Ακριβότερα θα σε βάλουμε εσένα; Παραπάνω απ’ το Χριστό δεν σε κάνω. Κόψε μου το κεφάλι.
Ο πασάς αφού τον έβαλε λίγο πιο κάτω από το Χριστό, σαν καλά του ήρθε. Κατάλαβε ότι τον υπολογίζει.
–Λέγε, τι βάζω με το νου μου, είπε πεισματωμένος.
–Πότε, τώρα που κουβεντιάζουμε;
–Εμ πότε, χτες;
–Πασά μου, εσύ τώρα που κουβεντιάζουμε, λες ότι μιλάς με τον ηγούμενο. Εγώ όμως είμαι ο Ιάκωβος, ο μάγειρας.
Τότε ο πασάς ντροπιασμένος είπε:
–Χάρισμά σας το μοναστήρι, παλιοκαλόγεροι, γιατί είμαι μπεσαλής. Μα άλλη φορά κουβέντα με γκιαούρη δεν πιάνω.
Ε.Κ.


Από το Περιοδικό “Η Δράση μας”, Τεύχος Μαρτίου 2012/ΠΗΓΗ


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Ο ΙΕΡΕΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΖΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Παρ Οκτ 05, 2012 7:43 am

Κάποιος ιερεύς, σε μία αγρυπνία, και ενώ είχε αρχίσει την Προσκομιδή, δυσκολευόταν, τρόπον τινά, με μόνο το φως ενός κεριού να διαβάζει τα ονόματα. Ξαφνικά, διαπίστωσε ότι το φως του κεριού, πού ήταν παραπλεύρως, όλως περιέργως, έγένετο πιο δυνατό! Και τότε αναρωτήθηκε:
-Πώς είναι δυνατόν; Πώς φέγγει περισσότερο τώρα το κερί; Κι όπως γύρισε το κεφάλι του, βλέπει να στέκεται μπροστά του στα τρία τέσσερα μέτρα με πολύ σεβασμό και ευλάβεια ένας Άγγελος.

Στην αρχή απολιθώθηκε, μαρμάρωσε στη θέση του και έκανε αρκετή ώρα να συνέλθη. Αλλά ή παρουσία του Αγγέλου, του γλύκανε την ψυχή κατά τέτοιον τρόπον, ώστε ή κατάνυξη μέσα του να αυξηθεί πολύ, να απόκτηση ή ψυχή του πολύ μεγάλη γλυκύτητα, μία, τρόπον τινά, ένωση με την παρουσία του αγίου Αγγέλου. Και παρόντος του αγίου Αγγέλου, τελείωσε την ιερά Πρόθεσι, είπε το «Ευλογημένη ή βασιλεία...» και άρχισε τη Θεία Λειτουργία. Ό Άγγελος ήταν πάντοτε παρών, μέχρι πού τελείωσε και την Κατάλυσι.

Ό ιερεύς δεν μπορούσε να συγκράτηση την συγκίνηση του, την κατάνυξη και το δέος, πού τον είχε καταλάβει μπροστά σ' αυτήν την παρουσία, διότι ήταν ένα γεγονός, πού του συνέβαινε πρώτη φορά στη ζωή του. Άλλωστε, αυτά τα γεγονότα συμβαίνουν, δεν ξέρω! πιθανόν να κάνω λάθος, μια-δύο φορές στη ζωή ενός ευλαβούς και ταπεινού ιερέως.
Ασφαλώς όμως θα υπάρχουν κι άλλοι άγιοι ευλαβέστατοι και χαριτωμένοι κληρικοί παντός βαθμού, πού έχουν θεϊκές αποκαλύψεις κάπως πιο συχνά! Ό Θεός γνωρίζει...

Ό παππούλης, παρέμεινε στη θέση του. Δεν ξεντύθηκε, κάθισε σε μια καρέκλα μέσα στο ιερό Βήμα και συνεχώς έκλαιγε. Έκλαιγε και δεν μπορούσε να συνέλθη από την κατάνυξη, το δέος και την συντριβή πού ένιωθε. Έτσι παρέμεινε για ώρα πολλή απολαμβάνοντας με συγκίνηση και ταπείνωση όσα βίωσε στη Θεία Λειτουργία με την παρουσία του άγιου Αγγέλου.
Ό διακριτικός και άγιος Γέροντας του με διαβεβαίωσε για την αλήθεια του γεγονότος.

Από τότε ή πίστης του ιερέως αυτού έγινε βράχος ακλόνητος, αυτός δε με πολύ δέος στην καρδιά λειτουργούσε πλέον τα πανάχραντα Μυστήρια.


ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.
ΠΑΤΗΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Σάβ Οκτ 06, 2012 9:35 am

Ο ιστός της αράχνης (Διδακτική ιστορία)

Εικόνα

Κατα τη διάρκεια του Β Παγκόσμιου Πολέμου ένας στρατιώτης έχασε τη μονάδα του μέσα στον χαμό των εκρήξεων και τον πυροβόλων. Εψαξε για τους συμπολεμιστές του αλλά προς μεγάλη του θλίψη δεν μπόρεσε να τους βρει.

Είχε μείνει μόνος του σε κείνο το τόπο. Ακουγε τους εχθρούς να έρχονται κατα το μέρος του. Απεγνωσμένα έψαχνε για καταφύγιο και κάποια στιγμή το μάτι του έπεσε σε κάποιες σπηλιές στα αντυκρινά βράχια. Γρήγορα σκαρφάλωσε και χώθηκε σε μια από αυτές. Παρότι ήταν για την ώρα ασφαλής, διαπίστωσε οτι οι εχθροί δεν θα αργούσαν να σκαρφαλώσουν κι αυτοί, να ψάξουν τις σπηλιές να τον βρούν και να τον σκοτώσουν.

Οση ώρα περίμενε προσευχήθηκε στο Θεό:
"Σε παρακαλώ Θεέ μου, αν θέλεις προστάτεψε με. Παρόλα αυτά ό,τι είναι θέλημα σου σε αγαπώ και σε εμπιστεύομαι"

Οταν τέλειωσε τη προσευχή του ξάπλωσε ήρεμος και άκουγε τους εχθρούς που πλησίαζαν. Σκέφτηκε
"Οπως βλέπω ο Θεός δεν πρόκειται να με βοηθήσει να γλυτώσω αυτή τη φορά"

Τότε παρατήρησε μια αράχνη που ξεκίνησε να υφαίνει τον ιστό της στην είσοδο της σπηλιάς.
"Χα!" σκέφτηκε "Αυτό που θέλω είναι πέτρες και τούβλα και ο Θεός μου έστειλε μια αράχνη και τον ιστό της. Μα τη πίστη μου ο Θεός έχει χιούμορ!"

Καθώς πλησίαζε ο εχθρός απο τη σκοτεινή μεριά της σπηλιάς έβλεπε τους στρατιώτες που εξερευνούσαν την μια σπηλιά ύστερα από την άλλη. Οταν έφτασαν στη δική του ήταν έτοιμος να δώσει την τελευταία του μάχη. Ομως προς μεγάλη του έκπληξη οι στρατιώτες έριξαν μόνο μια ματιά μέσα και συνέχισαν στην επόμενη.

Ξαφνικά συνειδητοποίησε οτι με τον ιστό στην είσοδο της σπηλιάς φαινόταν οτι ήταν κλειστή εδώ και πάρα πολύ καιρό.
¨Θεέ μου, συγχώρεσε με" είπε ο νεαρός στρατιώτης "Είχα ξεχάσει οτι ο ιστός της αράχνης είναι πιο δυνατός από ένα τοίχο φτιαγμένο από τούβλα"!


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Ο ΚΑΡΠΟΣ ΤΗΣ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗΣ

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Κυρ Οκτ 07, 2012 10:41 am

Ένας χριστιανός καθηγητής πανεπιστημίου εξέταζε μία μέρα τους φοιτητές του, καθώς έκαναν προφορική απαγγελία. Όταν σηκώθηκε ένας νεαρός για να αρχίσει την απαγγελία του, δεν κράτησε το βιβλίο του με το σωστό χέρι. Ο καθηγητής τον κατακεραύνωσε: Πάρε το βιβλίο σου στο σωστό χέρι και κάθισε κάτω!
Σε αυτά τα σκληρά λόγια, ο φοιτητής σήκωσε το δεξί του μπράτσο. Το χέρι του ήταν κομμένο! Για μία στιγμή ο καθηγητής δίστασε. Έπειτα πήγε κοντά στον ανάπηρο φοιτητή, άπλωσε το χέρι κι αφού τον αγκάλιασε, του είπε με δάκρυα στα μάτια: Δεν το ήξερα. Μπορείς σε παρακαλώ να με συγχωρέσεις;
Η ταπεινή αυτή απολογία έκανε τρομερή εντύπωση σε εκείνο το νεαρό φοιτητή. Την ιστορία αυτή τη διηγήθηκε κάποιος ύστερα από πολύ καιρό σε μία μεγάλη χριστιανική συγκέντρωση. Τότε σηκώθηκε ένας άντρας προχώρησε μπροστά, γύρισε προς το πλήθος και είπε:
Εγώ ήμουν εκείνος ο φοιτητής. Ο καθηγητής μου με οδήγησε στον Χριστό. Δεν θα μπορούσε όμως να το είχε κάνει ποτέ αυτό, αν δεν είχε επανορθώσει το λάθος του.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Δευτ Οκτ 08, 2012 8:40 pm

Ο ΚΛΕΦΤΟΚΟΤΑΣ.

Ένας παμπόνηρος χωρικός είχε κλέψει δύο κότες από το σπίτι του εφημέριου του. Πως όμως να του το εξομολογηθεί;
Του είπε:
-Έκλεψα δύο κότες από κάποιον.
-Πρέπει να τις επιστρέψεις.
-Αιδεσιμώτατε, τις θέλετε;
-Εγώ όχι! Να τις επιστρέψεις στον ιδιοκτήτη τους.
-Αυτός δεν τις θέλει.
-Τότε κράτησέ τις.
Και τις κράτησε....Ο άνθρωπος τυπικά ήταν εντάξει.
Με διάφορες κουτοπονηριές προσπαθεί ο άνθρωπος να δικαιολογεί τις αμαρτίες του και να υπηρετεί συγχρόνως Θεό και μαμωνά. Αλλά ο Θεός δεν κοροιδεύεται.


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Τρί Οκτ 09, 2012 9:51 pm

Ο ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΑΙΔΟΥΡΑΚΙΑ.




Στην περιοχή του Μγβίμε, όπου ασκήτευε ό Όσιος Σίω ό Σπηλαιώτης, τα θηρία, και κυρίως οι λύκοι, κατασπάραζαν συχνά τα ζώα των ανθρώπων, πού έφθαναν ως εκεί ζητώντας θεραπεία, αλλά και τα γαϊδουράκια, πού είχαν οι ασκητές, για να μεταφέρουν διάφορα φορτία. Ό Όσιος Σίω, βλέποντας τόσο τούς προσκυνητές όσο και τούς μοναχούς να θλίβονται για την απώλεια των υποζυγίων τους, προσευχήθηκε στον Κύριο, να οδηγήσει μπροστά του όλα τα άγρια ζώα πού ζούσαν στον Μγβίμε. Μόλις τελείωσε την παράκληση του και βγήκε από την σπηλιά του, αντίκρισε αναρίθμητα θηρία, μικρά και μεγάλα, να στέκονται εκεί, με σκυμμένα τα κεφάλια, σαν να περίμεναν κάποια εντολή του.
- Ακούστε τί θα σάς πω, άρχισε να τα νουθετεί ό Όσιος. Ό Χριστός γνωρίζει πώς ή καρδιά μου πονά για σάς. Αυτή ή έρημος όμως θα γεμίσει ανθρώπους, πού θα δοξολογούν τον Θεό, γι' αυτό πρέπει να πάτε σε άλλον τόπο. Μόνο ένα από σάς θα μείνει εδώ, για να βόσκει τα γαϊδουράκια των αδελφών. Έτσι θα εξιλεωθείτε για τις ζημιές πού κάνατε.
Σε λίγα λεπτά όλα τα θηρία είχαν εξαφανιστεί, εκτός από έναν λύκο, πού έμεινε ακίνητος μπροστά στον Όσιο, κοιτάζοντάς τον στα μάτια.
- Στον όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είπε εκείνος, σε προστάζω από σήμερα να φυλάς τα υποζύγια των αδελφών. Κάθε πρωί θα τα οδηγείς στην βοσκή και κάθε βράδυ θα τα φέρνεις πίσω. Θα τρως ότι τρώμε κι εμείς. Ζώο ή άνθρωπο δεν θα πειράξεις. Εμπρός, δουλειά τώρα.
Από τότε ό λύκος, ημερωμένος και υποταγμένος στον Όσιο, έβοσκε τα γαϊδουράκια. Σάρκα δεν γεύθηκε ποτέ. Κάθε πρωί έτρωγε ψωμί μουσκεμένο σε νερό, τον ίδιο και τον βράδυ. Ύστερα πήγαινε στην φωλιά του -μια τρύπα σκαμμένη από τον Όσιο Σίω δίπλα στην σπηλιά του- όπου περνούσε την νύχτα. Πέρασαν έτσι έξι χρόνια. Μια μέρα ό λύκος έφερε πίσω τα ζώα νωρίτερα από την συνηθισμένη ώρα και άρχισε ν' αλυχτά παράξενα. Οι Πατέρες δεν άργησαν να διαπιστώσουν πώς έλειπε ένα γαϊδουράκια, πού ανήκε στον μοναχό Κόνωνα. Πιστεύοντας ακράδαντα πώς ό λύκος είχε φάει τον ζώο του, ό Κόνων έτρεξε στην σπηλιά του Οσίου.
- Γέροντα, εξιλεωθείτε αιτίας σου έχασα τον γάιδαρο μου, ξέσπασε θυμωμένος.
Ο πραότατος Σίω δεν ταράχθηκε από την άπρεπή συμπεριφορά του υποτακτικού του. Στον μεταξύ ό λύκος είχε πλησιάσει κοντά τους. Τούς κοιτούσε και κουνούσε την ουρά του, σαν να ήθελε κάτι να τούς πει. Βλέποντας όμως πώς δεν τον καταλάβαιναν, άρπαξε τον ραβδί του Κόνωνα με τα δόντια του κι άρχισε να τον τραβά επίμονα. Τον ακολούθησαν και σε λίγο βρέθηκαν επάνω από ένα βάραθρο. Έσκυψαν με προσοχή και είδαν στον βάθος του τον γαϊδουράκια να κείτεται νεκρό μέσα σε μια λίμνη αίματος. Ήταν φανερό ότι είχε τσακιστεί στον γκρεμό.
Ο Κόνων, μετανοημένος, ζήτησε με δάκρυα συγγνώμη από τον Γέροντα. Ύστερα απώλεια' αυτό τον γεγονός ό Όσιος είπε στον λύκο:
Αρκετά μάς υπηρέτησες. Σ' ευχαριστούμε για τούς κόπους σου. Πήγαινε πια να βρεις τούς συντρόφους σου. Τα γαϊδουράκια θα τα βόσκουν από δώ και πέρα οι αδελφοί


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Τετ Οκτ 10, 2012 9:43 am

Ο μαραγκός και το φέρετρο


Ένας από τους φανατικότερους και σκληρότερους διώκτες της Εκκλησίας του Χριστού ήταν και ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης. Έκανε στόχο του, να εξαλείψει το Χριστιανισμό και να αναβιώσει την ψεύτικη και δαιμονική θρησκεία των ειδώλων.
Κάποτε, για να έχει μια προσωπική ενημέρωση για τα ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ της προσπάθειας του, έκανε μια μεγάλη περιοδεία σε διάφορες επαρχίες της αυτοκρατορίας του. Έφτασε και στην Αντιόχεια. Εκεί συνάντησε έναν παλιό του γνωστό. Τον Χριστιανό Αγάθωνα, που τον γνώριζε από τα νεανικά του χρόνια. `Ο Ιουλιανός θέλησε να τον ειρωνευτεί για την πίστη του στον Χριστό, να του πουλήσει πνεύμα. Τον χαιρέτησε λοιπόν και τον ρώτησε εμπαικτικά:
-Τι γίνεται μ' εκείνον τον μαραγκό από την Γαλιλαία; Πώς πάνε oι δουλειές του; Έχει ακόμα δουλειά;
Ο Αγάθων τότε απάντησε: Βεβαίως, βασιλιά μου. Έχει αρκετή απασχόληση. Τώρα τελευταiα φτιάχνει ένα φέρετρο. Για την μεγαλειότητα σου.
Μετά από 6 μήνες ο Ιουλιανός πέθαινε σε μια μάχη εναντίον των Περσών με την κραυγή: «Νενίκηκάς με, Γαλιλαίε!».
Πράγματι! Με πόση ακρίβεια η Ιστορία δικαιώνει τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που παρατηρούσε:
«Από πόσους πολεμήθηκε η Εκκλησία.. Αλλά ποτέ δεν νικήθηκε! Πόσοι τύραννοι! Πόσοι Στρατηγοί! Πόσοι βασιλείς! Ο Αύγουστος, ο Τιβέριος, o Γάιος, ο Κλαύδιος, ο Νέρων, άνθρωποι με τεράστια δύναμη, την πολέμησαν, ενώ όταν ακόμη στα σπάργανά της. Αλλά δεν κατάφεραν να την ξεριζώσουν... Πού είναι, όσοι πολέμησαν την Εκκλησία;» Δεν γίνεται πια λόγος γι' αυτούς.
Έχουν λησμονηθεί... Που είναι η 'Εκκλησία; Υψώνεται υπεράνω του ουρανού και λάμπει περισσότερο και από τον ήλιο. Είναι οδυνηρό νά κλωτσάει κανείς σε μυτερά καρφιά. Δεν χαλάει τα καρφιά. Τα ποδιά του ματώνει. Τα κύματα δεν την διαλύουν την πέτρα. Αυτά διαλύονται σε αφρό... Τίποτε δεν εiναι δυνατότερο από την Εκκλησία, άνθρωπε. Αν έχεις πόλεμο με έναν άνθρωπο, η θα νικηθείς ή θα νικήσεις. Αν έχεις πόλεμο, όμως, με την Εκκλησία είναι αδύνατον να νικήσεις... Ακουέτωσαν ταύτα "Έλληνες. Ακουέτωσαν Ιουδαίοι...».
Από το βιβλίο ΄΄ΔΙΔΑΞΟΝ ΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΣΟΥ΄΄ Αρχιμ. Σάββα Δημητρέα


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Πέμ Οκτ 11, 2012 6:48 pm

Ο μέγας Μακάριος και οι δυο γυναίκες

Κάποτε, στην ώρα της προσευχής στο κελί του, ο μέγας Μακάριος άκουσε μια φωνή άνωθεν, να του λέγει:

-Μακάριε, πρέπει να ξέρεις, πώς, παρά τις προσευχές και την άσκησή σου, δεν έφτασες ακόμη στα μέτρα της αρετής, πού έχουν ανέβει εκείνες οι δύο γυναίκες, στη τάδε πολιτεία.
Το πρωί ο Γέροντας σηκώθηκε, άρπαξε το ξύλινο ραβδί του και πήρε το δρόμο για την πολιτεία εκείνη. Όταν έφτασε, ρώτησε κι έμαθε, που μένουν εκείνες οι γυναίκες και χτύπησε την πόρτα τους. Βγήκε λοιπόν ή μία γυναίκα και τον υποδέχτηκε στο σπίτι, με πολύ χαρούμενο πρόσωπο. Ώσπου να καθίσει ο Γέροντας να πάρει μια ανάσα, ήρθε και ή άλλη. Τότε τις κάλεσε και τις δυο κοντά του και μόλις κάθισαν τους λέει:

-Έκαμα όλο το δρόμο και υπέμεινα τόση κούραση, ώσπου από την έρημο να φτάσω ίσαμε εδώ. Σάς παρακαλώ, λοιπόν, να μου πείτε ποια είναι ή πνευματική σας εργασία και οί αρετές, πού αγωνίζεστε ν’ ασκείτε.

Εκείνες απαντούν, με πολλή απλότητα

-Πίστεψε μας, άγιε Γέροντα, πώς δεν μένουμε έξω από τα κρεβάτια των συζύγων μας. ποια εργασία πνευματική λοιπόν, περιμένεις από μας;

Όμως, ο Γέροντας τους έβαλε μετάνοια και τις παρακάλεσε να του φανερώσουν την αρετή τους.

Βλέποντας τότε την πολλή υπομονή του, είπαν στον άγιο Γέροντα

-Εμείς είμαστε ξένες για τούτο τον κόσμο, κ’ έτυχε να παντρευτούμε συζύγους, πού ήταν αδέλφια κατά σάρκα’ Από τότε, πού ζούμε σε τούτο το σπίτι με τους άνδρες μας, δεν θυμούμαστε να ‘ χουμε μαλώσει ποτέ μεταξύ μας, ούτε να πούμε άσχημη κουβέντα ή μια στην άλλη. πάντα μας ζούμε, όλα τα χρόνια με ειρήνη και ομόνοια, αγαπημένες. Κάποτε μας ήρθε ένας περίεργος λογισμός: Να εγκαταλείψουμε τους άνδρες μας και να πάμε σ’ ένα γυναικείο μοναστήρι να ζήσουμε. Κάναμε αγώνα και παρακαλέσαμε πολύ τους άνδρες μας να αφήσουν να φύγουμε. Μα δεν τα καταφέραμε να τους πείσουμε. Έτσι, καθώς δεν πετύχαμε αυτό το σκοπό μας, κάναμε μια συμφωνία (οι δυο μας με το Θεό): να μη βγει ποτέ απ’ το στόμα μας κανένας κοσμικός λόγος, αδιαφόρετος.

Ακούγοντας τούτα τα λόγια ό άγιος εκείνος Γέροντας, θαύμασε και είπε:

-Αληθινά δεν παίζει κανένα ρόλο το ν’ ακολουθεί κανείς τον παρθενικό βίο ή τον έγγαμο, το νά’ ναι μοναχός ή κοσμικός, για να του χαρίσει ό Θεός το πνεύμα του και το έλεος του’ εκείνο, πού μονάχα ζητάει από μας είναι ή προαίρεση.

Ό Γέροντας οικοδομήθηκε πνευματικά πολύ από την αρετή τους κ’ επέστρεψε στο κελί του, στην έρημο δοξάζοντας το Θεό»
πηγη:www.vatopaidi.wordpress.com


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Παρ Οκτ 12, 2012 7:25 pm

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΠΟΥ ΕΣΩΣΕ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ.




Ό επίσκοπος Κύρου Θεοδώρητος, ό όποιος έζησε τον Ε μ.Χ. αιώνα, διηγείται πώς μια φορά τον επισκέφθηκε ένας μοναχός, πού ερχόταν από πολύ μακριά. Τον έβαλε να ξεκουρασθή και να φάγη. Όταν έτρωγε ό μοναχός, παρατήρησε ότι χρησιμοποιούσε μόνο το αριστερό του χέρι και ότι το δεξί του ήταν τυλιγμένο με ένα παλιόρασο.
Ό επίσκοπος τον ρώτησε, όχι από περιέργεια άλλα από ενδιαφέρον, γιατί είναι τυλιγμένο το χέρι του και μάλιστα με ένα παλιόρασο τριμμένο, ενώ εφαίνετο από την όλη του ενδυμασία ότι δεν ήταν μοναχός ρακένδυτος. Μάλιστα, θέλησε να το τραβήξει για να δη, όπως υποψιαζόταν, αν υπήρχε κάποια πληγή στο χέρι του μονάχου, αλλά αυτός δεν τον άφησε και το σκέπασε γρήγορα, διότι άρχισε να βγαίνει αφόρητη δυσοσμία.
Κι ό μοναχός διηγήθηκε τα έξης στον επίσκοπο:

-Σεβασμιότατε, εγώ είχα μια μητέρα πολύ όμορφη, πάγκαλη, ή οποία, δυστυχώς, από πολύ νωρίς, άφ ότου χήρεψε, παρεσύρθη στον κακό δρόμο κι έγινε πόρνη. Λόγω δε της μεγάλης ωραιότατος πού είχε, απέκτησε πολύ μεγάλη "πελατεία" και έγινε πολύ πλούσια κι έτσι εγώ μεγάλωνα μέσα στη χλιδή και στα πλούτη.
Όταν όμως μεγάλωσα και άρχισα να καταλαβαίνω τί γίνεται, βδελυσσόμενος αυτήν την κατάσταση της μητέρας μου, απομακρύνθηκα για ένα διάστημα από κοντά της και πήγα σε ένα μοναστήρι.


Πληροφορήθηκα όμως κάποια στιγμή ότι ή μητέρα μου αιφνιδίως πέθανε. Και όλη ή τεράστια εκείνη περιουσία, την οποία είχε κάνει από την αμαρτία, ήταν πλέον δική μου. Πήγα λοιπόν και την περιουσία αυτή την μοίρασα όλη, μέχρι και της τελευταίας δραχμής, στους φτωχούς κι έφυγα για την Έρημο ξανά, προσευχόμενος για τη σωτηρία της μάνας μου. Βέβαια και για τον πατέρα μου, πού όταν είχε κοιμηθή, εγώ ήμουν μωρό.


Πάντα προσευχόμουν όμως στον Θεό, σαν μοναχός πού ήμουν, να με πληροφόρηση εάν οι ελεημοσύνες πού δόθηκαν σε όλα τα τότε γνωστά μοναστήρια, για να προσευχηθούν για την ψυχή της μητέρας μου και να κάνουν πολλά-πολλά σαρανταλείτουργα έπιασαν τόπο. Επήγα λοιπόν στα Ιεροσόλυμα, μετά από έναν χρόνο και διηγήθηκα στον τότε Πατριάρχη το όλο γεγονός. Και εκείνος μου είπε:
--Πολύ καλά έκανες βέβαια και μοίρασες όλη αυτή την τεράστια περιουσία στους φτωχούς και έδωσες στα μοναστήρια για να γίνονται Λειτουργίες στο όνομα της μητέρας σου, αλλά για τις πληροφορίες πού μου ζητάς να μάθεις που βρίσκεται ή ψυχή της μητέρας σου, εγώ δεν είμαι άξιος να σου απαντήσω. Ούτε όμως εδώ στα Ιεροσόλυμα και στα περίχωρα υπάρχει κάποιος προορατικός Γέροντας, πού να μπορεί να σε πληροφόρηση για μια τέτοια μεγάλη αποκάλυψη.


Παίρνοντας λοιπόν την ευχή του Πατριάρχου, πήγα στις Σκήτες της Θηβαΐδος της Αιγύπτου.' Εκεί πράγματι γνώρισα πατέρας και ασκητής πολλούς, πού μου υπέδειξαν έναν Γέροντα, πολύ βαθιά στην Έρημο, ικανό να με βοηθήσει. Κι έτσι με έναν ντορβά στον ωμό, με λίγο νερό και ψωμί ξεκίνησα οδοιπορώντας για να βρω τον Γέροντα αυτόν.
Μου είπαν οι πατέρες ότι: «στην πρώτη σπηλιά πού θα συνάντησης, εκεί θα τον βρεις».
Και πράγματι, ύστερα από οδοιπορία τριάντα ήμερων βρήκα τη σπηλιά και τον άγιο εκείνο άνθρωπο, ό όποιος βγήκε στην είσοδο της σπηλιάς και με υποδέχθηκε.
Εκεί έπεσα στα πόδια του, του έβαλα μετάνοια, φίλησα τις άκρες των δακτύλων του και με δάκρυα στα μάτια του ανέφερα τη ζωή της μητέρας μου και ποιες ήταν οι ενέργειες μου για τη σωτηρία της ψυχής της, με τις ελεημοσύνες και τα σαρανταλείτουργα πού έκανα.
-Παιδί μου, λέει, αυτό πού ζητάς να μάθεις από μένα, είναι κάτι πάρα πολύ μεγάλο. 'Αλλά όμως, αφού έκανες τόσο μεγάλο κόπο και τόσο μεγάλη πορεία τριάντα ήμερων για να φθάσης μέχρι εδώ, θα παρακαλέσουμε τον Θεό και οι δύο μαζί, να μας πει που περίπου βρίσκετε ι ή ψυχή της μητέρας σου.


Βγήκε λοιπόν έξω, στην πόρτα της σπηλιάς, πήρε μια πετρούλα κι έκανε έναν κύκλο, ό άγιος ασκητής και μου είπε:
-Σ αυτόν τον κύκλο μέσα έλα και στάσου όρθιος. Και θα μείνεις εδώ όρθιος, χωρίς να καθίσεις, επτά ήμερες. Ούτε θα φας ούτε θα πιεις ούτε θα κουνηθείς!' Επτά μέρες κι επτά νύχτες όρθιος και ακίνητος διαρκώς θα προσεύχεσαι να ελεήσει ό Θεός να μάς φώτιση και να μάς αποκάλυψη την κατάσταση της ψυχής της μητέρας σου. Θα παρακαλείς τον Θεό συνεχώς με δάκρυα, τα όποια κάθε μέρα θα πρέπει να γίνονται και πιο πολλά. Θα κάνω κι εγώ ακριβώς το ίδιο μέσα στη σπηλιά.
Και πράγματι, λοιπόν, έγινε αυτό, όπως ακριβώς το είπε ό άγιος εκείνος Γέροντας και φημισμένος ασκητής.
Όταν έφθασε λοιπόν ή νύχτα της έβδομης ημέρας, αρπάχθηκε ό νους του μοναχού στον ουρανό και με έκσταση ψυχής είδε τα φοβερά της Βασιλείας του Θεού. Και ότι ό Θεός ένια ι παρών και στην κόλαση και στον παράδεισο. Στον παράδεισο χαίρονται και στην κόλαση πονούν.


Είδε λοιπόν, ας πούμε, στην αριστερή του πλευρά, μία φοβερή λίμνη, έναν βόρβορο γεμάτο ακαθαρσίες, λάσπη και ανυπόφορη δυσωδία. Ένα φοβερό μείγμα, πού έβραζε και κόχλαζε. Μέσα σ αύτη τη φοβερή λίμνη την καιόμενη του πυρός, όπως μας αναφέρει ή Αποκάλυψις, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, είδε να ανεβοκατεβαίνουν οι ψυχές. Πότε να βυθίζονται μέσα σ αυτήν και πότε να ανεβαίνουν ψηλά, να ανέρχονται λίγο σαν να παίρνουν μια αναπνοή και ξανά πάλι μέσα και ξανά πάλι έξω, χωρίς τελειωμό. Είχε την αίσθηση, όπως ακριβώς βράζει κανείς τα φασόλια ή τα ρεβίθια και με τον βρασμό ανεβοκατεβαίνουν αυτά, κατά τον ίδιο τρόπο έβλεπε και τις δυστυχισμένες αυτές υπάρξεις να ανεβοκατεβαίνουν.


Κάποια στιγμή λοιπόν, ανεγνώρισε και τη μητέρα του, της οποίας είδε το κεφάλι. Ανεγνώρισε κι αυτή τον γυιό της πού εύρίσκετο στην άκρη της λίμνης και φώναξε:
-Παιδί μου, ΕΛΕΟΣ!!! ΒΟΗΘΕΙΑ!!!
Και ξαναβυθίοτηκε πάλι μέσα. Και ξαναβγήκε πάλι, ξαναφάνηκε, μέχρι τη μέση τώρα. Και ξαναφωνάζη πάλι "έλεος! έλεος! βοήθεια! βοήθεια!"
-Παιδί μου, βοήθησε με, βοήθησε με!!! Καίγομαι, πνίγομαι, βασανίζομαι, υποφέρω!...
Και ξανά πάλι βυθίστηκε. Και ξαναβγήκε για τρίτη φορά.
-Και τόσος ήταν ό πόνος μου, λέει ό μοναχός, τόση ήταν ή οδύνη μου και τόση ή λαχτάρα μου, πού την ώρα πού ξαναβυθιζόταν, βούτηξα το χέρι μου μέσα, την άρπαξα από τα μαλλιά και με πολλή βία την τράβηξα έξω.


Και δίπλα μου βλέπω μία ωραιότατη χρυσή κολυμβήθρα. Από κάποιο σημείο της, από ένα βράχο...πού δεν ήταν και βράχος, δεν ξέρω τί ακριβώς ήταν! έτρεχε γάργαρο νερό και γέμιζε αυτήν την κολυμβήθρα, χωρίς να γεμίζει και χωρίς να αδειάζει ποτέ. Και πήρα τη μητέρα μου και την έβαλα μέσα σ' αυτήν την κολυμβήθρα και πλύθηκε και καθαρίστηκε και έγινε κατάλευκη σαν το χιόνι. Την έβγαλα κατόπιν από την κολυμβήθρα κι εκεί κάποιοι Νέοι, στα ολόλευκα ντυμένοι, έδωσαν λευκά ρούχα, τυλίχτηκε μ' αυτά και εντάχθηκε μέσα στον χορό των Αγίων.




Κι εκείνη, ανάμεσα στους φωτεινότατους εκείνους Νέους, τούς ολόλαμπρους πού χαίρονταν μέσα στη χαρά της Βασιλείας του Θεού, με ευχαριστούσε συνεχώς και αδιαλείπτως, μέχρι πού ξαναήλθα στον εαυτό μου. Και βρέθηκα το πρωί πού τελείωνε ή έβδομη ημέρα, να είμαι έξω εκεί, μέσα στον κύκλο, παρακαλώντας θερμά για την κατάσταση της ψυχής της μητέρας μου και βεβαίως ύστερα να ευγνωμονώ τον Θεό συνεχώς.
Όταν ό άγιος εκείνος ασκητής με ρώτησε:
-Τί είδες, παιδί μου, αυτό το βράδυ; διηγήθηκα όλα αυτά. Και βεβαίως αναλύθηκα σε λυγμούς και σε ευχαριστίες προς τον Θεό και Σωτήρα μας, για την άπειρη ευσπλαχνία


Του πού έβγαλε την ψυχή της μάνας μου από τον Αδη. Το χέρι μου όμως πού βούτηξε μέσα σ' αυτή την φοβερή κατακαιομένη λίμνη του πυρός, την βρωμερά και δυσώδη και μάλιστα μέχρι τον αγκώνα, ήταν όχι μόνο καμένο -διότι έκαίετο εκείνη ή λίμνη- αλλά και βρωμούσε απαίσια.
--Πάτερ μου, λέω, στον άγιο εκείνο Γέροντα και ασκητή σε παρακαλώ πάρα πολύ, κάνε κάτι και θεράπευσε το χέρι μου.
Κι εκείνος μου είπε:
--Όχι! Μέχρι πού να πεθάνεις, θα το δείχνεις! Είναι ή απόδειξης, για το πόση δύναμη έχει ή Θεία Λειτουργία, τα μνημόσυνα, τα τρισάγια, οι προσευχές με το κομποσκοίνι και οι ελεημοσύνες για έναν κεκοιμημένο. Και σχίζει το ράσο του ό μεγάλος εκείνος ασκητής και Γέροντας και μου λέει:
-Τύλιξε το. Ό τόπος τώρα θα ευωδιάζει. Και για εκείνους πού θα αμφιβάλλουν, θα το ξετυλίγεις για να αποδεικνύεις την αλήθεια της ιστορίας της ψυχής της μητέρας σου.
-Σεβασμιότατε, το τραβήξατε λίγο. Για δείτε το τώρα ολόκληρο! Και ξετύλιξε ολόκληρο το χέρι του. Κι ό δεσπότης δεν άντεξε την "βρώμα" κι έφυγε από το δωμάτιο. Τόσο φοβερή ήταν ή δυσοσμία. Το ράσο όμως εκείνου του κεχαριτωμένου Γέροντος ήταν ράσο αγιασμένο, γι' αυτό είχε και τόση ευωδία.

ΒΙΒΛΙΟΓ. ΓΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΒΙΩΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.
ΠΑΤΗΡ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10076
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ.

Δημοσίευσηαπό ΦΩΤΗΣ » Σάβ Οκτ 13, 2012 9:26 pm

Ο ΠΕΤΡΟΣ.

Πριν πολλά χρόνια και μετά την λήξη του εμφυλίου σπαραγμού και του αδελφοκτόνου πολέμου, σε κάποιο χωριό, έγινε ένας φόνος, για πολιτικούς μάλλον λόγους και εξαιτίας του μεγάλου φανατισμού, που επικρατούσε εκείνη την εποχή.
Κατηγορήθηκε, λοιπόν, κάποιος χωριανός, ο Πέτρος Γ. και με τις μαρτυρίες πέντε συγχωριανών του δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλάκιση.
Ο κατηγορούμενος όμως ισχυρίζετο συνεχώς ότι ήτο αθώος. Κλείσθηκε σε αγροτικές φυλακές, αλλά μέρα-νύχτα διαλαλούσε και μονολογούσε ότι ήτο αθώος.
Σ’ αυτές τις φυλακές πήγαινε μια φορά τον μήνα ένας ….
ευλαβέστατος ιερεύς και λειτουργούσε στο εκκλησάκι που υπήρχε και κατόπιν εδέχετο για εξομολόγηση όσους εκ των φυλακισμένων το επιθυμούσαν. Ύστερα από 5-6 μήνες, πήγε και ο εν λόγω χωριανός στον ευλαβή εκείνον ιερέα και εξομολόγο, και ενώπιον του Αγίου Θεού και μπροστά στο πετραχήλι του Πνευματικού, βεβαίωνε με όρκους ότι ήταν αθώος.
Από τότε που εξομολογήθηκε μέσα στις φυλακές ο Πέτρος Γ., άλλαξε τελείως διαγωγή και έγινε ο άνθρωπος της προσευχής και της μελέτης του Ευαγγελίου, που του δώρησε εκείνος ο καλός ιερεύς. Μέσα σ’ έναν χρόνο αλλοιώθηκε τόσο πολύ, που όλοι οι συγκρατούμενοί του και βαρυποινίτες άρχισαν να τον σέβωνται και να του φέρωνται φιλικά. Και με την Χάρι και τον φωτισμό του Θεού γρήγορα πείσθηκε ο ευλαβής ιερεύς για την αθωώτητά του, ώστε του επέτρεπε να κοινωνή κάθε φορά που λειτουργούσε στις φυλακές.
Ο ιερεύς προσπάθησε κάτι να κάμη μέσω κάποιων δικηγόρων, αλλά οι μάρτυρες ήσαν απολύτως κατηγορηματικοί, γιατί ήσαν δήθεν παρόντες στον φόνο. Παρά ταύτα ο Εξομολόγος πίστευε ότι όντως ήτο αθώος και θύμα σκευωρίας. Ο Πέτρος Γ. όχι μόνο προσηύχετο με το Όνομα του Ιησού Χριστού, που το έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού», αλλά μελετούσε το Ευαγγέλιο και κοινωνούσε των αχράντων Μυστηρίων, σκορπώντας σε όλους τους συγκρατουμένους του πολλή καλωσύνη. Συγχωρούσε δε με όλη του την καρδιά και τους κατηγόρους του και αυτόν ακόμα τον άγνωστο φονιά. Δεν φταίνε, οι καημένοι, έλεγε. Φταίει το πολιτικό και ιδεολογικό πάθος, φταίει και ο διάβολος που τους σκοτείνιασε το μυαλό κι έτσι κρύψανε την αλήθεια. Θεέ μου, συγχώρεσέ τους. και από μένα να ‘ναι συγχωρεμένοι. και χάρισέ τους πλούτη και αγαθά πολλά, αλλά χάρισέ τους προπαντός και ιδιαιτέρως φωτισμό και υγεία.
Έτσι πέρασαν 19 χρόνια. Κατόπιν, λόγω της καλής και αρίστης διαγωγής και επειδή έκανε και στις τότε αγροτικές φυλακές, όπου εμειώνετο η ποινή, αποφυλακίσθηκε. Ήτο πλέον 50 ετών. Στο χωριό όμως δεν έγινε δεκτός, επειδή τον πίστευαν όλοι για φονιά και κυρίως οι συγγενείς του φονευμένου. Έτσι, μετακόμισε σε μια γειτονική πόλι και έκαμε τον εργάτη, τον οικοδόμο και κυρίως τον μαραγκό, δουλειά που την έμαθε στην φυλακή. Η ζωή του όμως εξακολουθούσε να είναι ζωή ενός αληθινού χριστιανού, με την ακριβή συμμετοχή στα Μυστήρια, με την σωστή τήρηση των ευαγγελικών εντολών και ιδιαιτέρως με την προσευχή. Η προσευχή ήταν το οξυγόνο της ζωής του. Η Ευχή και το Ευαγγέλιο ήσαν γι’ αυτόν «άρτος ζωής» και «ύδωρ ζων».
Μία κοπέλα 42 ετών, θεολόγος σε κάποιο Γυμνάσιο της περιοχής, πληροφορήθηκε από τον Πνευματικό των φυλακών, που ήτο και δικός της Πνευματικός, τα πάντα για τον Πέτρο Γ. και ιδιαιτέρως για το πόσο ήτο αφοσιωμένος στον Χριστό και στην Εκκλησία Του. Πήγε, τον βρήκε και κατόπιν τον ζήτησε η ίδια σε γάμο!. Από τον ευλογημένο αυτό γάμο προήλθαν δυό παιδιά, υγιέστατα.
Ύστερα από μερικά χρόνια, στο χωριό που έγινε ο φόνος, κάποιος αρρώστησε βαρειά με ανεξήγητους φοβερούς πόνους σε όλο του το σώμα. Η επιστήμη με τους γιατρούς και τις κλινικές εξετάσεις, που ήσαν προηγμένες, στάθηκαν αδύνατον να τον βοηθήσουν!!! Ούτε καν την αιτία δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν!
Έτσι, μια βραδυά στο σπίτι του, αφού επέστρεψε από το νοσοκομείο, σ’ αυτήν την φοβερή κατάστασι, άρχισε να κραυγάζη μέσα στους φοβερούς του πόνους ότι αυτός ήτο ο φονιάς και με τους 4 ψευδομάρτυρες, τους οποίους εξηγόρασε με μεγάλα χρηματικά ποσά, κατηγόρησαν τον Πέτρο Γ., που συμπτωματικά περνούσε από εκείνο το σταυροδρόμι, την ώρα που έγινε ο φόνος.
Φώναξαν τον αστυνόμο του τμήματος του χωριού, υπέγραψε την ομολογία του κατονομάζοντας και τους 4 ψευδομάρτυρες και συνεργούς του. Ποια νομική διαδικασία ακολουθήθηκε μετά, δεν γνωρίζω. Η ομολογία του όμως έκανε κρότο στο χωριό, προκαλώντας σύγχυσι, ταραχές και πολλές κατάρες, οι οποίες βάραιναν τον φονιά. Παρά ταύτα, η ψυχή του φονιά δεν έφευγε. Κι αυτός εξακολουθούσε να τσιρίζη και να κραυγάζη.
Ο Πέτρος Γ., όπως ήτο επόμενον, το έμαθε. Δεν κίνησε όμως καμιά διαδικασία για την αποκατάστασι της τιμής του με αναθεώρησι της δίκης, με μηνύσεις κατά των ενόχων και άλλων ενδίκων νομίμων μέσων. Αλλά τι έκανε; Πήγε στο σπίτι του φονιά!…Οι πάντες πάγωσαν. Οι περισσότεροι χωρικοί, όταν τον είδαν να περνάη μέσα από το χωριό, από την ντροπή τους κρύφθηκαν. Πάγωσε και ο φονιάς όταν τον αντίκρυσε, και με γουρλωμένα τα μάτια από την έκπληξι και την φρίκη, τον άκουσε να του λέη: Γιώργο, σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά. Και σ’ ευχαριστώ, γιατί ήσουν η αιτία να γνωρίσω τον Χριστό με την Εκκλησία Του και τα άγια Μυστήριά της. Εύχομαι να Τον γνωρίσεις κι εσύ, με μετάνοια και προσευχή!
Τον αγκάλιασε, τον φίλησε και έφυγε, ενώ κάποια δάκρυα κρυφά έτρεχαν από τα μάτια του.
Ο θρίαμβος της δικαιοσύνης του Θεού ήλθε, ύστερα από 35 χρόνια! Αλλά υπήρξε και θρίαμβος της εμπιστοσύνης, της πίστεως και της αδιαλείπτου προσευχής του αδικημένου Πέτρου Γ. στην Πρόνοια του Θεού. Και ταυτόχρονα στέφανος δόξης στην υπομονή και μακροθυμία, που έδειξε τόσα χρόνια. Ευλογήθηκε η μετέπειτα ζωή του, όπως προείπαμε, μ’ έναν χριστιανικό γάμο και με οικογένεια που ήτο «κατ’ οίκον εκκλησία» και με δύο τρισευλογημένα παιδιά. Και μάλιστα, μετά την ολοκάρδια συγχώρησι που έδωσε και την αγάπη που έδειξε προς όλους, πολλαπλασιάσθηκε η ευλογία του Θεού στο σπιτικό του. Είχε την Χάρι του Θεού πάνω του, την ευλογία της Παναγίας, την προστασία των Αγίων και την συμπαράστασι των Αγγέλων.
Εκοιμήθη οσιακώς σε ηλικία 80 ετών, το 1999. Παρών στην κοίμησί του ήτο και ο εννενηντάχρονος ιερεύς των φυλακών, που μού διηγήθηκε αυτό το γεγονός, για να με διαβεβαιώση ότι λίγο πριν το τέλος του Πέτρου Γ., Άγγελοι και Αρχάγγελοι πλημμύρισαν το δωμάτιο του, τους οποίους έβλεπε όχι μόνο ο ψυχορραγών με τα μάτια του, αλλά και ο εν λόγω ιερεύς. Αυτοί και παρέλαβαν την ψυχή του, μετά το τελευταίο σημείον του σταυρού που έκανε ο Πέτρος Γ., λέγοντας:
- Άγγελέ μου! Άγγελέ μου. , δεν την αξίζω αυτή την τιμή. Και τούτο ειπών, εκοιμήθη!.
Ο άνθρωπος αυτός, παρ’ όλο που ήταν έγγαμος και ζούσε μέσα στον σημερινό κόσμο, μετά από την τεράστια και άδικη δοκιμασία και ταλαιπωρία του στην φυλακή, μαζί με βαρυποινίτες, είχε καρπούς της Ευχής, της θείας Κοινωνίας και της ευαγγελικής ζωής. Η έγγαμη ζωή του δεν τον εμπόδισε να λέγη μερα-νύχτα την Ευχή, όπως την έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού».
Από το βιβλίο «Η Ευχή Μέσα στον Κόσμο», Πρωτοπ. Στεφάνου


Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 4 και 0 επισκέπτες