Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Ειδήσεις, Συνεντεύξεις, Βιογραφίες, Σχόλια, Τοπικές Αρχιεπισκοπές

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Πέμ Απρ 28, 2016 9:50 am

Προβληματισμοί σχετικά με την οργάνωση και το περιεχόμενο της Πανορθόδοξης Συνόδου
Πέμπτη 28 Απριλίου 2016 - Νίκος Κοπελιάς

Έντονοι προβληματισμοί εκφράζονται από πολλές πλευρές για το τρόπο οργάνωσης και το περιεχόμενο της Πανορθόδοξης (Αγίας και Μεγάλης) Συνόδου, που διοργανώνει στην Κρήτη τον Ιούνιο (την ημέρα της Πεντηκοστής) το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Στο link μπορείτε να δείτε τις σχετικές επιστολές πολλών Μονών του Αγίου Όρους, που ζητούν τη σύγκληαη της Ιεράς Κοινότητας, για να λάβει θέση πάνω στο θέμα αυτό:

https://hellasforce.files.wordpress.com/2016/04/ceb4ceb5ceb9cf84ceb5-cf84ceb9cf83-ceb5cf80ceb9cf83cf84cebfcebbceb5cf83-ceb5ceb4cf89.pdf

Περιληπτικά αναφέρω κάποιους από τους λόγους των ανησυχιών:

1. Δεν πρόκειται για Οικουμενική Σύνοδο, αλλά απλά σύνοδο προκαθημένων, αφού μόνο οι προκαθήμενοι θα έχουν ψήφο. Πρόκειται επομένως για πλαγία επιβολή του πρωτείου των προκαθημένων έναντι των υπολοίπων Επισκόπων κάθε τοπικής Εκκλησίας.

2. Δεν διευκρινίζεται σαφώς, ότι Εκκλησία είναι μόνο Μία, η Ορθόδοξη και ότι όλες οι άλλες ομολογίες είναι αιρέσεις και όχι εκκλησίες, με τις οποίες μπορεί να συνάψει σχέση.

3. Γίνεται προσπάθεια επιβολής "αλάθητου" της Συνόδου, ώστε οι τοπικές Εκκλησίες να μην μπορούν να αμφισβητήσουν τις αποφάσεις της.

Δυστυχώς, ένα κορυφαίο γεγονός για το μέλλον της Εκκλησίας, τείνει να οδηγήσει σε προβλήματα και πιθανή πολυδιάσπασή της. Θα ήθελα ν' ακούσω και τις δικές σας απόψεις πάνω στο θέμα αυτό.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Πανορθόδοξη Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Πέμ Απρ 28, 2016 11:18 am

Μητρ. Πειραιώς: Πορίσματα της Ημερίδος για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο
Δευτέρα, 28 Μάρτιος 2016 - Από Μητρ. Πειραιως

Εικόνα

"Kαμία Πανορθόδοξη Σύνοδος δεν μπορεί να οριοθετήσει διαφορετικά την μέχρι σήμερα ταυτότητα της Εκκλησίας" αναφέρει μεταξύ άλλων η Μητρ. Πειραιώς σε ανακοίνωση της όπου αναπτύσσει πορίσματα από την Ημερίδα για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο. Αναλυτικά:



Με τη Χάρη και την ευλογία του Αγίου Τριαδικού Θεού, την Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016, πραγματοποιήθηκε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, αίθουσα «Μελίνα Μερκούρη», στο Νέο Φάληρο Πειραιώς, Θεολογική - Επιστημονική Ημερίδα, με θέμα: «ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ: Μεγάλη προετοιμασία, χωρίς προσδοκίες».


Την διοργάνωση, την οποία πραγματοποίησαν οι Ιερές Μητροπόλεις Γλυφάδας, Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως, Κυθήρων και Πειραιώς, καθώς και η Σύναξις Κληρικών και Μοναχών, ετίμησαν με την παρουσία τους σεβασμιώτατοι Αρχιερείς, Καθηγούμενοι και Γερόντισσες Ιερών Μονών, αγιορείτες Πατέρες, κληρικοί, πρόεδροι χριστιανικών Σωματείων και Οργανώσεων, Καθηγητές Θεολογικών Σχολών και Θεολόγοι και γύρω στους χίλιους πιστούς. Την Ημερίδα διοργάνωσε πενταμελής Επιστημονική Επιτροπή: α) ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ, β) ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, γ) ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης, Ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. δ) ο Αρχιμανδρίτης π. Αθανάσιος Αναστασίου, Προηγούμενος της Ι. Μονής του Μεγάλου Μετεώρου, και ε) ο κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης, Καθηγητής της Δογματικής της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. Στην Ημερίδα παρέστη και απηύθυνε χαιρετισμό ο Επίσκοπος Μπαντσέν κ. Λογγίνος της Ουκρανικής Εκκλησίας και ο προϊστάμενος της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας αγίου Όρους π. Σάββας. Επίσης ο Μητροπολίτης Λόσετς της Βουλγαρικής Εκκλησίας κ. Γαβριήλ εκπροσωπήθηκε από τον π. Ματθαίο Βουλκανέσκου, κληρικό της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, ο οποίος και ανέγνωσε τον χαιρετισμό του.


Το γενικό θέμα της Ημερίδος αναπτύχθηκε σε τέσσερις Συνεδρίες από τους εισηγητές: τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεον, Γλυφάδας κ. Παύλον, Κυθήρων κ. Σεραφείμ, και Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμίαν, τους πανεπιστημιακούς καθηγητές, τον πρωτ. π. Γεώργιο Μεταλληνόν, τον πρωτ. π. Θεόδωρο Ζήση, τον κ. Δημήτριο Τσελεγγίδη, τον πανοσ. αρχιμ. π. Σαράντη Σαράντο, Διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, τον πανοσ. αρχιμ. π. Αθανάσιο Αναστασίου, τον πρωτ. π. Πέτρο Heers, διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., τον πρωτ. π. Αναστάσιο Γκοτσόπουλο, Θεολόγο, (Μr. Θεολογίας), εφημέριο Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Πατρών, τον πανοσ. αρχιμ. π. Παύλο Δημητρακόπουλο, Θεολόγο, (Μr. Θεολογίας), Διευθυντή του Γραφείου Αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς, τον κ. Σταύρο Μποζοβίτη, Θεολόγο –Συγγραφέα, μέλος της Αδελφότητος Θεολόγων ο «Σωτήρ» και τον πρωτ. π. Άγγελο Αγγελακόπουλο, Θεολόγο, κληρικό της Ι. Μητροπόλεως Πειραιώς.


Από τις εισηγήσεις και τον επακολουθήσαντα διάλογο προέκυψε και εγκρίθηκε ομοφώνως το παρά κάτω Ψήφισμα- Πόρισμα:

1) Η Θεολογία της Εκκλησίας μας είναι καρπός της Θείας Αποκαλύψεως, εμπειρία της Πεντηκοστής. Δεν νοείται Εκκλησία χωρίς Θεολογία και δεν νοείται Θεολογία έξω από την Εκκλησία, την οποία εξέφρασαν οι Προφήτες, οι Απόστολοι, οι Πατέρες και οι άγιες Σύνοδοι. Όταν μια Σύνοδος δεν θεολογεί ορθοδόξως, δεν μπορεί να είναι γνήσια Ορθόδοξη Σύνοδος, αποδεκτή από το Ορθόδοξο πλήρωμα. Αυτό μπορεί να συμβεί, όταν οι συμμετέχοντες στη Σύνοδο δεν έχουν την πείρα των θεουμένων Πατέρων, η τουλάχιστον δεν ακολουθούν αυτούς, χωρίς να τους παρερμηνεύουν. Στην περίπτωση αυτή τα συνοδικά μέλη διατυπώνουν κακόδοξες διδασκαλίες, η επηρεάζονται από πολιτικές, η άλλες σκοπιμότητες. Η σύγχρονη εκκλησιαστική πραγματικότητα απέδειξε, ότι σήμερα πολλά υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας επηρεάζονται, ως μη όφειλε, από πολιτικούς παράγοντες. Σε πολλές επίσης περιπτώσεις δημιουργούνται στις ενδοεκκλησιαστικές σχέσεις αντιπαλότητες, η κυριαρχούν εθνικιστικές και πολιτικές σκοπιμότητες.


2) Μετά από μια μακρά ιστορία προετοιμασίας της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ενενήντα τριών ετών, διαπιστώνουμε από την θεματολογία, τα προσυνοδικά κείμενα και τις δηλώσεις των διοργανωτών, ότι υπάρχει μεγάλο έλλειμμα Συνοδικότητος, έλλειμμα θεολογικής πληρότητος, σαφήνειας και ακρίβειας των προς συζήτησιν κειμένων και ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα ως προς την θεολογική ορθότητα, με την οποία αυτά είναι διατυπωμένα. Πιο συγκεκριμένα:


3) Η μη συμμετοχή όλων των επισκόπων στην μέλλουσα να συγκληθεί Σύνοδο, αλλά μόνον εικοσιτεσσέρων από κάθε Τοπική Αυτοκέφαλη Εκκλησία, είναι ξένη προς την Κανονική και Συνοδική μας Παράδοση. Τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία μαρτυρούν όχι αντιπροσώπευση, αλλά την μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή επισκόπων από όλες τις επαρχίες της ανά την Οικουμένην Εκκλησίας. Επίσης ο μη χαρακτηρισμός της ως Οικουμενικής, με τον απαράδεκτο ισχυρισμό, ότι δεν μπορούν να συμμετάσχουν σ’ αυτήν οι «χριστιανοί της Δύσεως», έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους αγίους Πατέρες, οι οποίοι συγκροτούσαν τις Άγιες Συνόδους ερήμην των αιρετικών. Κατ’ ακολουθίαν είναι απαράδεκτο οι διοργανωτές της να έχουν την αξίωση το κύρος της να είναι ισοδύναμο και ισάξιο με τις Οικουμενικές Συνόδους. Αλλά ούτε και Πανορθόδοξος, μπορεί να αποκληθεί η εν λόγω Σύνοδος, διότι προφανώς αποκλείεται η συμμετοχή όλων των Ορθοδόξων Επισκόπων.


Εξ’ ίσου αμάρτυρο στην Εκκλησιαστική και Κανονική μας Παράδοση, και γι’ αυτό απαράδεκτο, είναι το σχήμα: μία ψήφος-μία Εκκλησία, με απαραίτητη την ομοφωνία όλων των Τοπικών Εκκλησιών. Ο κάθε επίσκοπος δικαιούται να έχει ιδική του ψήφο, και στις αποφάσεις των μη δογματικών θεμάτων, να ισχύσει η αρχή: «η ψήφος των πλειόνων κρατείτω». Απαράδεκτο θεωρούμε επίσης να προαποφασίζονται τα θέματα και ο τρόπος οργανώσεως της Συνόδου χωρίς το κυρίαρχο σώμα των κατά τόπους Ιεραρχιών των Τοπικών Εκκλησιών να έχει εκφράσει συνοδικώς την επί των θεμάτων αυτών τοποθέτησή των.


4) Οι μέχρι τώρα γενόμενοι Διαχριστιανικοί Διάλογοι της Ορθοδοξίας με την Ετεροδοξία κατέληξαν σε τραγική αποτυχία, την οποία ομολογούν σήμερα και αυτοί οι ίδιοι οι πρωτεργάτες των. Η δήθεν προσφερόμενη βοήθεια μέσω των Διαλόγων για την επιστροφή των Ετεροδόξων στην εν Χριστώ αλήθεια και την Ορθοδοξία διαψεύδεται και αποδεικνύεται ανύπαρκτη. Τελικά οι Διάλογοι εξυπηρέτησαν και προώθησαν τους στόχους της Νέας Εποχής και της Παγκοσμιοποιήσεως. Ένα σημαντικό κενό που παρουσιάζουν τα προς συζήτησιν εν τη μελλούση Συνόδω προσυνοδικά κείμενα, είναι το γεγονός, ότι παραδόξως απουσιάζει σ’ αυτά η κριτική αξιολόγηση της μέχρι σήμερα πορείας τόσο των διμερών Θεολογικών Διαλόγων μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και των λοιπών χριστιανικών κοινοτήτων, όσο και της συμμετοχής της στην Οικουμενική Κίνηση και το Π.Σ.Ε., η οποία υπήρχε στα κείμενα της Γ΄ Προσυνοδικής.


5) Το προσυνοδικό κείμενο με τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» παρουσιάζει κατά συρροή την θεολογική ασυνέπεια, η και αντίφαση. Έτσι, το άρθρο 1 διακηρύσσει την εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξου Εκκλησίας, θεωρώντας αυτήν –πολύ σωστά– ως την «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία». Όμως, στο άρθρο 6 παρουσιάζει μία αντιφατική προς το παραπάνω άρθρο (1) διατύπωση. Σημειώνεται χαρακτηριστικά, ότι «η Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων Χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής». Εδώ γεννάται το εύλογο θεολογικό ερώτημα: Αν η Εκκλησία είναι «ΜΙΑ», κατά το Σύμβολο της Πίστεως και την αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Άρθρ. 1), τότε, πως γίνεται λόγος για άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες; Είναι προφανές, ότι αυτές οι άλλες Εκκλησίες είναι ετερόδοξες. Οι ετερόδοξες όμως «Εκκλησίες» δεν μπορούν να κατονομάζονται καθόλου ως «Εκκλησίες» από τους Ορθοδόξους, επειδή δογματικώς θεωρούμενα τα πράγματα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πολλότητα «Εκκλησιών», με διαφορετικά δόγματα και μάλιστα σε πολλά θεολογικά θέματα. Κατά συνέπεια, ενόσω οι «Εκκλησίες» αυτές παραμένουν αμετακίνητες στις κακοδοξίες της πίστεώς τους, δεν είναι θεολογικά ορθό να τους αναγνωρίζουμε –και μάλιστα θεσμικά– εκκλησιαστικότητα, εκτός της «Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας».


Στο ίδιο άρθρο (6) υπάρχει και δεύτερη σοβαρή θεολογική αντίφαση. Στην αρχή του άρθρου αυτού σημειώνεται το εξής: «Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή». Στο τέλος, όμως, του ίδιου άρθρου γράφεται, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία με την συμμετοχή της στην Οικουμενική Κίνηση έχει ως «αντικειμενικόν σκοπόν την προλείανσιν της οδού της οδηγούσης προς την ενότητα». Εδώ τίθεται το ερώτημα: Εφόσον η ενότητα της Εκκλησίας είναι δεδομένη, τότε τι είδους ενότητα Εκκλησιών αναζητείται στο πλαίσιο της Οικουμενικής Κινήσεως; Μήπως υπονοείται η επιστροφή των δυτικών χριστιανών στη ΜΙΑ και μόνη Εκκλησία; Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται από το γράμμα και το πνεύμα σύνολου του Κειμένου. Αντίθετα, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση, ότι υπάρχει δεδομένη διαίρεση στην Εκκλησία και οι προοπτικές των διαλεγομένων αποβλέπουν στην διασπασθείσα ενότητα της Εκκλησίας.


6) Το ως άνω κείμενο κινείται στα πλαίσια της νέας οικουμενιστικής Εκκλησιολογίας, η οποία έχει εκφραστεί ήδη κατά την Β΄ Βατικανή Σύνοδο. Αυτή η νέα Εκκλησιολογία έχει ως βάση την αναγνώριση του βαπτίσματος όλων των χριστιανικών ομολογιών, (βαπτισματική θεολογία). Οι συντάκτες του κειμένου, προκειμένου να προσδώσουν κανονική εγκυρότητα και συνοδική νομιμότητα στην κακόδοξη αυτή Εκκλησιολογία, επικαλούνται τον 7ο Κανόνα της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου και τον 95ο της ΣΤ΄ Οικουμενικής. Ωστόσο οι εν λόγω Ιεροί Κανόνες ρυθμίζουν μόνο τον τρόπο εισδοχής στην Εκκλησία των μετανοημένων αιρετικών, και δεν αναφέρονται καθόλου στο «εκκλησιαστικό status» των αιρέσεων, ούτε στη διαδικασία διαλόγου της Εκκλησίας με την αίρεση. Ούτε, ασφαλώς, υπονοούν το «υποστατόν» των μυστηρίων των ετεροδόξων, ούτε ότι οι αιρέσεις παρέχουν σώζουσα Θεία Χάρη. Ουδέποτε η Εκκλησία αναγνώρισε και διεκήρυξε εκκλησιαστικότητα στην πλάνη και στην αίρεση. Η «μερίς των σωζομένων» για την οποία ομιλούν οι εν λόγω Ιεροί Κανόνες βρίσκεται μόνο στην Ορθοδοξία και όχι στην αίρεση. Η οικονομία, που εισηγούνται οι παραπάνω Κανόνες, δεν μπορεί να εφαρμοστεί στους Δυτικούς (Ρωμαιοκαθολικούς και Προτεστάντες), γιατί στερούνται τις θεολογικές προϋποθέσεις και τα κριτήρια που θέτουν οι συγκεκριμένοι Κανόνες. Και, επειδή δεν μπορεί να γίνει οικονομία στην δογματική αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας μας, οι Δυτικοί καλούνται να αρνηθούν τις αιρέσεις τους, να τις αναθεματίσουν, να εγκαταλείψουν τις Θρησκευτικές Κοινότητές τους, να κατηχηθούν και να ζητήσουν εν μετανοία την δια του Βαπτίσματος ένταξή τους στην Εκκλησία.


7) Το ίδιο, ως άνω, κείμενο πουθενά δεν αναφέρεται σε κακοδοξίες, η πλάνες, τις οποίες να προσδιορίζει συγκεκριμένα, ωσάν το πνεύμα της πλάνης να μην δραστηριοποιείται πλέον σήμερα. Το κείμενο δεν επισημαίνει καμία αίρεση, και καμία διαστροφή της εκκλησιαστικής διδασκαλίας και ζωής στον εκτός της Ορθοδοξίας ευρισκόμενο χριστιανικό κόσμο. Αντίθετα οι κακόδοξες και αιρετικές παρεκκλίσεις από τη διδασκαλία των Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων χαρακτηρίζονται «παραδεδομένες θεολογικές διαφορές, η τυχόν νέες διαφοροποιήσεις» (§ 11), τις οποίες καλούνται η Ορθόδοξη Εκκλησία και η ετεροδοξία να «υπερβούν» (§ 11). Το ζητούμενο για τους συντάκτες είναι η ενότητα των «Εκκλησιών» και όχι η ενότητα στην Εκκλησία του Χριστού. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει πουθενά πρόσκληση σε μετάνοια και σε άρνηση και καταδίκη των πλανών και ετεροδιδασκαλιών που παρεισέφρησαν στη ζωή των αιρετικών αυτών Κοινοτήτων.


8) Το ως άνω κείμενο κάνει εκτεταμένη αναφορά στο Π.Σ.Ε. (§§ 16-21) και αποτιμά θετικά την συμβολή του στην Οικουμενική Κίνηση, επισημαίνοντας την πλήρη και ισότιμη συμμετοχή των Ορθοδόξων Εκκλησιών σ’ αυτήν και την συμβολή τους «εις την μαρτυρίαν της αληθείας και την προαγωγήν της ενότητος των Χριστιανών» (§ 17). Ωστόσο η εικόνα που μας δίδει το κείμενο σχετικά με το Π.Σ.Ε. είναι ψευδής και επίπλαστη. Κατ’ αρχήν αυτή καθ’ εαυτήν η ένταξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας σ’ έναν οργανισμό που εμφανίζεται ως υπερεκκλησία και η συνύπαρξη και συνεργασία της με την αίρεση συνιστά παραβίαση της κανονικής τάξεώς της και αθέτηση της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας της.

Η θεολογική ταυτότης του Π.Σ.Ε. είναι σαφώς προτεσταντική. Η μαρτυρία της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν έγινε μέχρι σήμερα δεκτή στο σύνολό της από τις προτεσταντικές ομολογίες του Π.Σ.Ε, όπως φαίνεται από την 70ετη ιστορία του. Όλα δείχνουν, ότι το επιδιωκόμενο στο Π.Σ.Ε. είναι η ομογενοποίηση των ομολογιών -μελών του μέσω ενός μακροχρονίου συμφυρμού. Το κείμενο αποκρύπτει την πραγματική εικόνα των μέχρι σήμερα γενομένων Διαλόγων με τις προτεσταντικές ομολογίες-μέλη του Π.Σ.Ε. και το αδιέξοδο στο οποίο αυτοί έχουν φθάσει σήμερα. Πέραν τούτου δεν καταδικάζονται, τα απαράδεκτα από Ορθοδόξου απόψεως κοινά κείμενα των Γενικών Συνελεύσεων του Π.Σ.Ε, (Πόρτο Αλέγκρε, Πουσάν κλπ.) και επί πλέον αποσιωπώνται πλείστα όσα εκφυλιστικά φαινόμενα, τα οποία συναντούμε σ’ αυτό, όπως «Λειτουργία της Λίμα», intercommunion, διαθρησκειακές συμπροσευχές, χειροτονία γυναικών, περιεκτική γλώσσα, αποδοχή του σοδομισμού από πολλές ομολογίες κλπ.


9) Η αλλαγή του Ημερολογίου το 1924 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος ήταν μονομερής και πραξικοπηματική ενέργεια, γιατί δεν έγινε με πανορθόδοξη απόφαση. Διέσπασε την λειτουργική ενότητα μεταξύ των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών και προκάλεσε σχίσματα και διαιρέσεις μεταξύ των πιστών. Στην αλλαγή συνήργησαν και ώθησαν ετερόδοξες ομολογίες και μυστικές εταιρείες, μέσω του πατριάρχου Μελετίου Μεταξάκη. Ήταν προσμονή όλων και δέσμευση των εκκλησιαστικών ηγετών η μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος να συζητήσει και να επιλύσει το θέμα. Δυστυχώς κατά την μακρά προσυνοδική διαδικασία Παπικοί και Προτεστάντες έθεσαν στους Ορθοδόξους νέο θέμα, τον «κοινό εορτασμό του Πάσχα», με συνέπεια να στραφεί προς τα εκεί το ενδιαφέρον και να ατονήσει η συζήτηση για την θεραπεία του τραύματος της λειτουργικής ενότητος στον εορτασμό των ακινήτων εορτών, που προκλήθηκε χωρίς λόγο και ποιμαντική ανάγκη. Στην τελική φάση της Συνόδου και χωρίς συνοδικές αποφάσεις των τοπικών Εκκλησιών το θέμα του Ημερολογίου αποσύρθηκε από τον κατάλογο των θεμάτων, ενώ ήταν το κατ’ εξοχήν επείγον και φλέγον θέμα.


10) Η ιστορία των Οικουμενικών Συνόδων, μας βεβαιώνει ότι αυτές συνεκαλούντο κάθε φορά που κάποια αίρεση απειλούσε την αγιοπνευματική εμπειρία της εκκλησιαστικής αλήθειας και την έκφρασή της από το εκκλησιαστικό σώμα. Αντίθετα, η μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος συγκαλείται όχι για να οριοθετήσει την πίστη έναντι της αιρέσεως, αλλά για να παράσχει θεσμική αναγνώριση και νομιμοποίηση της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Γι’ αυτό και δεν στηρίζεται στην εμπειρία του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά αντίθετα την υποβαθμίζει και την υποτιμά, την περιθωριοποιεί και την παραβλέπει. Η συνολική διαδικασία, η προπαρασκευή και η θεματολογία της Συνόδου είναι αποτέλεσμα επιβολής μιας εκκλησιαστικής ολιγαρχίας, που εκφράζει μια ακαδημαϊκή, αποστεωμένη, άνευρη και αποπνευμάτιστη θεολογία, αποκεκομμένη από το εκκλησιαστικό σώμα. Έσχατος κριτής, της ορθότητας και της εγκυρότητας των αποφάσεων των Συνόδων είναι το πλήρωμα της Εκκλησίας μας, οι κληρικοί, οι μοναχοί και ο πιστός λαός του Θεού, ο οποίος, με την γρηγορούσα εκκλησιαστική και δογματική του συνείδηση επικυρώνει, η απορρίπτει τις αποφάσεις των. Όμως στην μέλλουσα Σύνοδο απουσιάζει παντελώς αυτή η σημαντική παράμετρος, καθ’ ότι, εκφράστηκε επισήμως, ότι φορέας της εγκυρότητας των αποφάσεών της θα είναι η Συνοδικότητα και όχι το Ορθόδοξο Πλήρωμα.


11) Μια άλλη βασική προϋπόθεση γνησιότητας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου είναι η αναγνώριση υπ’ αυτής ως Οικουμενικών των θεωρούμενων ως τοιούτων στη συνείδηση του Ορθοδόξου πληρώματος της Η΄ (879-880) επί ιερού Φωτίου και της Θ΄ (1351), επί αγίου Γρηγορίου Παλαμά, συγκληθεισών, οι οποίες είχαν όλα τα στοιχεία των Οικουμενικών Συνόδων και είχαν καταδικάσει τις αιρετικές κακοδοξίες του Παπισμού. Αλλά τέτοιο ενδεχόμενο δεν προκύπτει από την θεματολογία και τα προσυνοδικά κείμενα.


12) Η ορθόδοξη νηστεία είναι τόσο εδραιωμένη στη συνείδηση των ορθοδόξων ποιμένων και του ορθοδόξου λαού, ώστε δεν χρειάζεται καμία σύντμηση, η προσαρμογή. Οι ποιμένες της Εκκλησίας είναι εκείνοι, οι οποίοι έχουν ανάγκη να αποκτήσουν περισσότερο ορθόδοξη παιδεία και ασκητικό φρόνημα, για να μπορέσουν με το παράδειγμά τους και τον ασύλληπτο πλούτο της αγιοπατερικής γραμματείας να διδάξουν διακριτικά το ποίμνιό τους. Η ορθόδοξη Εκκλησία μας εφαρμόζει χριστοφιλανθρωπότατα σε όλα τα μήκη και πλάτη της οικουμένης την οικονομία σε όλο το μεγαλείο της. Είναι τόσα πολλά τα κείμενα περί νηστείας όλων των αγίων Πατέρων, που αναλύουν τις παθοκτόνες και σωτήριες παραμέτρους της, ώστε δεν αξίζει ο ευτελισμός που υφίσταται από την μινιμαλιστική νοοτροπία των μεταπατερικών ανανεωτών, οι οποίοι κόπτονται για τον σύγχρονο κόσμο. Αν η μέλλουσα Σύνοδος επιβάλει νέες μεταρρυθμίσεις ημερών της νηστείας και τροφών, θα μιμηθεί τον ολοκληρωτισμό, που χαρακτηρίζει το Κανονικό Δίκαιοτου Παπισμού, το οποίο καθορίζει θεσμικά και ασφυκτικά ακόμα και την οικονομία.


13) Κατά την διάρκεια του 20 αιώνος ο Οικουμενισμός εκφυλλίζεται και μεταλλάσσεται σε πανθρησκειακό όραμα. Οι ατέλειωτες διαθρησκειακές συναντήσεις και συμπροσευχές Ορθοδόξων με ηγέτες θρησκειών του κόσμου (π.χ. Ασίζη), μαρτυρούν ότι απώτερος στόχος του Οικουμενισμού είναι η συνένωση των θρησκειών σε ένα τερατώδες σχήμα, την εφιαλτική Πανθρησκεία, η οποία επιδιώκει να εκμηδενίσει τη σώζουσα αλήθεια της Ορθοδοξίας. Η διαθρησκειακή συνεργασία με τις άλλες θρησκείες είναι αδύνατον να δικαιωθεί, ούτε να θεμελιωθεί στην αγία Γραφή και στην Ορθόδοξη Πατερική Θεολογία. Ο θεόπνευστος λόγος του αποστόλου είναι ξεκάθαρος: «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις. Τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; Τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος;» (Β΄Κορ.6,14).Επίσης το ιδανικό της ειρηνικής συνυπάρξεως, το οποίο κατά κόρον προβλήθηκε στους Διαθρησκειακούς Διαλόγους, καθίσταται αδύνατο, διότι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον λόγον του Κυρίου, «ει εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν», (Ιω.15,20), και με τον λόγον του αποστόλου «πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται», (Β΄Τιμ.3,14). Οι μετέχοντες στους μέχρι τώρα γενομένους Διαλόγους, δεν μπόρεσαν δυστυχώς να μεταφέρουν ανόθευτη την Ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, αλλά ούτε και να προσελκύσουν έστω και ένα αλλόθρησκο στην Ορθοδοξία. Αντίθετα μάλιστα έφθασαν στο αξιοθρήνητο κατάντημα να παρασυρθούν σε πλάνες και αιρέσεις και να διατυπώνουν βλάσφημες δηλώσεις, σκανδαλίζοντες τον πιστό λαό του Θεού, παρασύροντες στην πλάνη τους ασθενείς στην πίστη και προκαλούντες έτσι μεγίστη πνευματική φθορά και διάβρωση του Ορθοδόξου φρονήματος. Παρά την πληθώρα των μέχρι τώρα γενομένων Διαλόγων, ο ισλαμικός φανατισμός, όχι μόνον δεν καταστέλλεται, αλλά γιγαντώνεται όλο και περισσότερο,

14) Οι αγώνες των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, μαζί με τους αγώνες των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, θα πρέπει να μας εμπνέουν και να μας οδηγούν για την διαφύλαξη της πολύτιμης παρακαταθήκης μας. Απόπειρα νοθεύσεως της μωσαϊκής θρησκείας, παρατηρούμε και στην Παλαιά Διαθήκη, όπου, στην αρχή, χαναανϊτικά και αργότερα βαβυλωνιακά και αιγυπτιακά στοιχεία απειλούσαν να νοθεύσουν την πίστη στον Ένα Θεό. Μεγάλοι άνδρες (Προφήτες, βασιλείς, πολιτικοί άρχοντες, κλπ.) αγωνίστηκαν με σθένος για την διαφύλαξη της καθαρής μωσαϊκής θρησκείας. Ιδιαιτέρως αγωνίστηκαν κατά των διαφόρων ψευδοπροφητών, οι οποίοι αναφαίνονταν κατά καιρούς.

Συνοψίζοντας τα παρά πάνω, συμπεραίνουμε ότι η μέλλουσα να συγκληθεί Αγία και Μεγάλη Σύνοδος δεν θα είναι ούτε Μεγάλη, ούτε Αγία, διότι με βάση τα μέχρι σήμερα δεδομένα, δεν προκύπτει ότι αυτή θα είναι σύμφωνη με την Συνοδική και Κανονική Παράδοση της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας και ότι θα λειτουργήσει όντως ως γνήσια συνέχεια των αρχαίων μεγάλων Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων.

Ο τρόπος με τον οποίο είναι διατυπωμένα τα δογματικού χαρακτήρος προσυνοδικά κείμενα δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολίας, ότι η εν λόγω Σύνοδος αποσκοπεί να προσδώσει εκκλησιαστικότητα στους ετεροδόξους και να διευρύνει τα κανονικά και χαρισματικά όρια της Εκκλησίας. Ωστόσο, καμία Πανορθόδοξη Σύνοδος δεν μπορεί να οριοθετήσει διαφορετικά την μέχρι σήμερα ταυτότητα της Εκκλησίας. Δεν υπάρχουν επίσης ενδείξεις, ότι η εν λόγω Σύνοδος θα προχωρήσει σε καταδίκη των συγχρόνων αιρέσεων και πρωτίστως της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Αντίθετα μάλιστα όλα δείχνουν ότι η μέλλουσα να συγκληθεί Αγία και Μεγάλη Σύνοδος επιχειρεί να την νομιμοποιήσει και να την εδραιώσει. Ωστόσο, οι όποιες αποφάσεις της με οικουμενιστικό πνεύμα είμαστε απολύτως βέβαιοι, ότι δεν θα γίνουν δεκτές από τον κλήρο και τον πιστό λαό του Θεού, ενώ η ίδια θα καταγραφεί στην εκκλησιαστική ιστορία ως ψευδοσύνοδος.

Πηγή: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Πανορθόδοξη Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Πέμ Απρ 28, 2016 11:39 am

Εισήγηση Μητροπολίτη Ναυπάκτου στην Ημερίδα για την Μεγάλη Σύνοδο
Ι.Μ. Ναυπάκτου. Τετάρτη, 23 Μάρτιος 2016

Εικόνα

Ακολουθεί η εισήγηση τού Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου στήν Θεολογική-Επιστημονική Ημερίδα "Αγια καί Μεγάλη Σύνοδος" τής Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, στό Στάδιο Είρήνης καί Φιλίας, 23 Μαρτίου 2016.

ΠΑΤΗΣΤΕ ΓΙΑ ΝΑ ΤΗΝ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΣΕ PDF

Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Πανορθόδοξη Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Πέμ Απρ 28, 2016 11:47 am

Προτάσεις της Εκκλησίας της Βουλγαρίας για κείμενο της Αγίας Συνόδου
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr. Τετάρτη, 27 Απρίλιος 2016

Εικόνα

Σήμερα, η Ιερά Σύνοδος, πρωτ. νουμ. 9 εν ολομέλεια, υπό την προεδρία της Αυτού Αγιότητος του ο Πατριάρχης Βουλγαρίας Νεόφυτος, πραγματοποιήθηκε τακτική συνεδρίασή της, κατά την οποία συζητήθηκαν θέματα και έγγραφα που σχετίζονται με την επικείμενη Πανορθόδοξη Σύνοδο που προβλέπεται να πραγματοποιηθεί στην Κρήτη από τις 16 έως τις 27 Ιουνίου του τρέχοντος έτους.

Στη συνεδρίαση παρέστησαν οι συνοδικοί Μητροπολίτες: Βράτσης κ. Καλλίνικος, Σλίβεν κ. Ιωαννίκιος, Μεγάλου Τυρνόβου κ. Γρηγόριος, Λόβετς κ. Γαβριήλ, Φιλιππουπόλεως κ. Νικόλαος, Δοροστόλου κ. Αμβρόσιος, Βάρνας καί Μεγάλης Πρεσλάβας κ. Ιωάννης, Νευροκοπίου κ. Σεραφείμ και Ρούσσε κ. Ναούμ.

Απουσίαζαν οι συνοδικοί Μητροπολίτες: Βιδινίου κ. Δομητιανός, Αμερικής, Καναδά καί Αυστραλίας κ. Ιωσήφ, Πλέβεν κ. Ιγνάτιος, Στάρα Ζαγκόρας κ. Γαλακτίων, Κεντρώας και Δυτικής Ευρώπης, κ. Αντώνιος.

Η Ιερά Σύνοδος εξέτασε την επιστολή του Μητροπολίτη Λόβετς κ. Γαβριήλ, συνοδευομένη από εγγραφών των ιερέων της επαρχίας Λόβετς, σε σχέση με το κείμενο που ονομάζεται «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», το οποίο είναι από τα κείμενα που θα υποβληθούν στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας που θα πραγματοποιηθεί στην Κρήτη από τις 16 έως τις 27 Ιουνίου του τρέχοντος έτους, προς υιοθέτηση.

Επίσης η Ιερά Σύνοδος εξέτασε και την επιστολή του Μητροπολίτου Φιλιππουπόλεως κ. Νικόλαος, συνοδευομένη από εγγραφών 240 ιερέων της επαρχίας Φιλιππουπόλεως προς στήριξη της διατυπωμένης γνώμης της επαρχίας Λόβετς για το εν λόγω κείμενο.
Μετά από ψηφοφορία η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε ομόφωνα:

Εν σχέση με το άρθρο 4 του κειμένου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον»

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία υπό της «των πάντων ενώσεως» πάντοτε εννοείτο ότι εκείνοι που έχουν πέσει σε αίρεση ή σχίσμα, πρέπει πρώτα να επιστραφούν στην Ορθόδοξη πίστη και να αποδείξουν υπακοή προς την Αγία Εκκλησία και στη συνέχεια, μέσω της μετάνοιας, μπορούν να ενταχθούν στην Εκκλησία.

Εν σχέση με το άρθρο 5: «Η σύγχρονοι διμερείς θεολογικοί διάλογοι.. επί τω τέλει της αναζητήσεως …της απολεσθείσης ενότητος των Χριστιανών».

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Αγία Ορθόδοξος Εκκλησία, η οποία είναι η μόνη και η ενωμένη, ποτέ δεν απώλεσε την ενότητα της πίστεως και την κοινωνία εν Άγιω Πνεύματι μεταξύ των Χριστιανών και επειδή αυτή θα θριαμβεύει ως το τέλος του κόσμου, όπως είπε ο Κύριος «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18), αυτή η κοινωνία επίσης πάντα θα θριαμβεύει.

Εν σχέση με το άρθρο 6, 16 και άλλα:

Εκτός από την Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχουν άλλες Εκκλησίες, αλλά μόνο αιρέσεις και τα σχίσματα, και να ονομάζονται οι τελευταίες «Εκκλησίες» είναι από θεολογική, δογματική και κανονική άποψη εντελώς λανθασμένο.

Εν σχέση με το άρθρο 12:

Στο άρθρο 12 αναφέρεται ότι «κατά την διεξαγωγήν των θεολογικών διαλόγων κοινός στόχος πάντων είναι η τελική αποκατάστασις της εν τη ορθή πίστει και τη αγάπη ενότητας» και αυτό είναι εντελώς λανθασμένο και απαράδεκτο, διότι πρέπει να διευκρινιστεί και να τονιστεί ότι η επιστροφή στην ορθή πίστη είναι για τους αιρετικούς και τους σχισματικούς και σε καμία περίπτωση δεν σχετίζεται με την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Δόξα τω Θεώ ότι η Βουλγαρική Ορθόδοξη Εκκλησία το 1998 εξήρθε από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, με το οποίο εξέφρασε τη δική της αποδοκιμασία για την λειτουργία του, δεδομένου ότι δεν μπορεί να είναι μέλος μιας οργάνωσης στην οποία αυτή θεωρείται ως «μια εκ των πολλών ή ως κλάδος της μιας Εκκλησίας που ψάχνει και αγωνίζεται για την πραγμάτωση της στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών».

Ένας είναι ο Κύριος, μία είναι η Εκκλησία, όπως λέγεται στο Σύμβολο της Πίστεως.

Η παραπάνω απόφαση της Ιεράς Συνόδου να υποβληθεί, συζητηθεί και να υπερασπίζεται ως τελική, επίσημη και αμετάβλητη θέση της ΒΟΕ-ΒΠ σχετικά με το κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον» της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθόδοξου Εκκλησίας στην Κρήτη το 2016.

Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Πανορθόδοξη Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Πέμ Απρ 28, 2016 11:52 am

Φλωρίνης: ''Στη Μεγάλη Σύνοδο έπρεπε ο καθένας Αρχιερεύς να έχει ψήφο''
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr. Σάββατο, 23 Απρίλιος 2016

Εικόνα

Στην εκπομπή "Αυτοψίες" και στον Δημοσιογράφο Κώστα Μαύριδη, μίλησε ο Σεβ. Μητροπολίτης Φλωρίνης κ. Θεόκλητος.

Ο Σεβασμιώτατος μεταξύ άλλων στην συνέντευξη αναφέρθηκε και στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, η οποία θα πραγματοποιηθεί στην Κρήτη τον Ιούνιο.

"Έπρεπε να τεθούν και πιο σοβαρά θέματα στην Πανορθόδοξη Σύνοδο" ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Θεόκλητος.

Επίσης ο Σεβασμιώτατος τόνισε: "Έστειλα ένα μεγάλο Υπόμνημα στην Ιερά Σύνοδο με τις απόψεις μου και γράφω εκεί ότι θεωρώ κόκκινες γραμμές"

1ον Να κρατηθεί ατόφια η Ορθοδοξία και να μην θιγεί.

2ον Οι άλλες ομολογίες να μην ονομάζονται "Εκκλησίες", διότι λέει το Σύμβολο της Πίστεως: "Ομολογώ...εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν" που είναι η Ορθόδοξος.

3ον Να αναγνωριστούν δύο Μεγάλες Σύνοδοι που καταδίκασαν τον Παπισμό: η 8η και η 9η, που ο λαός τις ονόμασε Οικουμενικές. Είθισθαι, όταν γίνεται μια Μεγάλη Σύνοδος, να αναγνωρίζει τις αποφάσεις και προηγουμένων Μεγάλων Συνόδων.

- "Στη Μεγάλη Σύνοδο" Έπρεπε ο καθένας "Αρχιερεύς" να έχει ψήφο. Αυτοί δεν δίνουν ψήφο. Είναι μια ψήφος [μόνο] του αρχηγού "της αντιπροσωπείας της κάθε Εκκλησίας".

- Είμαστε κατά του Παπισμού και κατά της παγκοσμιοποιήσεως. Τέρμα! Κόκκινη γραμμή! Ήμασταν ένα δένδρο και αυτοί [οι Παπικοί] αποκόπηκαν.

- Η ΔΙΣ θα μαζέψει όλες τις γνώμες των επισκόπων της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα τις επεξεργαστεί η Γραμματεία της και θα τις μεταφέρει στη "Μεγάλη Σύνοδο".

- Έστειλα μια επιστολή [παραίτησης] στη Σύνοδο: "Σας παρακαλώ να με εξαιρέσετε διότι είμαι προχωρημένης ηλικίας. Εξ' άλλου, τις θέσεις μου τις υπέβαλα στην Εκκλησία της Ελλάδος με Υπόμνημα". Και εξαιρέθηκα.

Εκεί [στην Πανορθόδοξη Σύνοδο] δεν θα μπορούσα να πω και τίποτα. Τί να κάνω; Γλάστρες θα είμαστε εκεί!

- Καταλήγω στο Υπόμνημά μου [ως εξής]: "Εύχομαι ο Θεός να φωτίσει τους παρισταμένους, και προ παντός τους ιθύνοντας, τους αρχηγούς όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών, να πάρουν αποφάσεις ωφέλιμες για την Ορθοδοξία"».



Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τετ Μάιος 18, 2016 10:57 am

Ο π. Σάββας Λαυριώτης για τη Μεγάλη Σύνοδο (VIDEO)
Τρίτη, 17 Μάιος 2016 - Από Desk Vimaorthodoxias

Εικόνα

Ο π. Σάββας Λαυριώτης σε τηλεοπτική του συνέντευξη αναφέρθηκε στη Αγία και Μεγάλη Σύνοδο που θα πραγματοποιηθεί σε ένα περίπου μήνα στην Κρήτη.

Παρακολουθήστε τι ανέφερε στην εκπομπή του Blue Sky, «Εντός Εκτός Συνόρων»...



Πηγή: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τετ Μάιος 18, 2016 11:16 am

Ολόκληρη η ημερίδα που συνδιοργάνωσαν αρκετές Μητροπόλεις της Εκκλησίας Ελλάδος σχετικά με την "Αγία και Μεγάλη¨Σύνοδο (VIDEO)

Παραθέτω πιο κάτω από το youtube σε video το σύνολο της ημερίδας, για όποιον έχει την υπομονή να τα παρακολουθήσει:















Πηγή: megasfilippos


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τετ Μάιος 18, 2016 12:35 pm

Μεσογαίας Νικόλαος: ''Αν η Σύνοδος δεν είναι Αγία, δεν θα είναι ούτε Μεγάλη''
Γράφτηκε από τον/την Romfea.gr. Κυριακή, 15 Μάιος 2016

Εικόνα

Του Αιμίλιου Πολυγένη

Εγκύκλιο σημείωμα προς τον ιερό κλήρο και τον ευσεβή λαό της Ιεράς Μητροπόλεως, απέστειλε ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος σχετικά με την σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου στην Κρήτη.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ Η ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ:

Ἀγαπητοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοί,

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

Ἀσφαλῶς θὰ ἔχετε πληροφορηθεῖ ὅτι τὴν Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ γιὰ ἕνα περίπου δεκαήμερο πρόκειται νὰ συνέλθει στὴν Κρήτη ἡ, ὅπως ὀνομάζεται, Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος.

Ἡ Σύνοδος αὐτὴ εἶναι Πανορθόδοξος, μὲ ἄλλα λόγια συμμετέχουν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες μὲ ἀντιπροσωπεῖες τους ἐξ ἀρχιερέων, ἔχοντας ἐπικεφαλῆς τοὺς προέδρους τους, δηλαδὴ τοὺς Πατριάρχες καὶ Ἀρχιεπισκόπους τους. Μερικοὶ τῆς δίνουν χαρακτῆρα Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἂν καὶ γιὰ κάποιους λόγους, ἰδίως τελευταῖα, ἀποφεύγουν νὰ τὴν ὀνομάσουν ἔτσι.

Ἡ Σύνοδος αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἴσως τέτοιου μεγέθους στὴ δεύτερη χιλιετία, δηλαδὴ ἡ μόνη μετὰ τὴν ἀπόσχιση τῆς Ρώμης ἀπὸ τὴν ἑνότητα τῶν ὑπολοίπων Ἐκκλησιῶν, ἤτοι ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως.

Ἀντιλαμβάνεται λοιπὸν κανεὶς τὴ βαρύτητά της καὶ τὶς ἐλπίδες καὶ προσδοκίες ποὺ ἡ σύγκλησή της γεννᾶ. Ὡς ἐκ τούτου, θεωρῶ μέγιστη ποιμαντικὴ εὐθύνη μου νὰ ἀπευθυνθῶ σὲ σᾶς, γιὰ νὰ σᾶς ἐνημερώσω γιὰ τὸ ἦθος καὶ τὴ σημασία της, διότι ὁ λαὸς κατὰ τὴν ἐκκλησιαστική μας παράδοση δὲν εἶναι ἁπλὸς θεατὴς τῶν τεκταινομένων, ἀλλὰ συμμετέχει μὲ τὴν προσευχή, τὸν λόγο του ἢ καὶ τὴν ὑγιῆ ἀντίδρασή του στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

Μία τέτοια Σύνοδος συνέρχεται στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, μὲ σκοπὸ κυρίως πνευματικό, προκειμένου νὰ ἑνώσει τὸ σῶμα τῶν πιστῶν, νὰ τοὺς στηρίξει, νὰ δείξει τὸν δρόμο τῆς ἀληθείας, νὰ θεραπεύσει τὴ σύγχυση καὶ ταυτόχρονα νὰ δώσει τὴ μαρτυρία της στὸν σύγχρονο κόσμο μέσα στὸ πλαίσιο τῆς ἀποστολῆς της, δηλαδὴ νὰ φανερώσει τὴ μία ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ «εἰς πάντα τὰ ἔθνη» κατὰ τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου (Ματθ. κη΄ 29).

Αὐτὸ ὀφείλει νὰ τὸ κάνει στηριζόμενη στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ὀρθὰ ἑρμηνευόμενο, στὴν Ἱερὰ Παράδοση τῶν προηγούμενων Συνόδων, στὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, καὶ φυσικὰ σὲ ἀναφορὰ μὲ τὰ προβλήματα τῆς σύγχρονης ἐποχῆς.

Κατόπιν τούτου, ἀντιλαμβάνεται κανεὶς ὅτι τὸ μήνυμα καὶ ὁ λόγος μιᾶς τέτοιας Συνόδου πρέπει νὰ εἶναι ξεκάθαρα, πολὺ δυνατά, προφητικά, θεόπνευστα. Προσβλέπουμε σὲ αὐτὴν σὰν νὰ ἀνοίγει τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ ὕστερα ἀπὸ χίλια χρόνια συνοδικῆς σιωπῆς, μάλιστα σὲ μιὰ ἐποχὴ «σκολιὰ καὶ διεστραμμένη» (Δευτ. λβ΄ 5), γεμάτη σύγχυση, συμβιβασμούς, ἀδιέξοδα, πλάνες, αἱρέσεις, ἄρνηση, ἀθεϊστικὴ μανία, ἀνατροπὲς διαχρονικῶν ἠθικῶν σταθερῶν, πολυμέτωπη προσβολὴ τῆς ἀνθρώπινης ὀντολογίας, σὲ μία ἐποχὴ παγκόσμιας ἀνασφάλειας, τεχνολογικῆς παντοδυναμίας, ψηφιακῆς αὐτοφυλάκισης, συντονισμένων ὕβρεων κατὰ τοῦ Θεοῦ, μαζικῆς καταστροφῆς ἀρχαιότατων πολιτισμῶν, βίαιας μετακίνησης λαῶν ἀπὸ τὶς ἱστορικὲς ρίζες τους, ἀποκαλυπτικοῦ διωγμοῦ τῶν χριστιανῶν.

Ἡ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶναι «φωνὴ ὑδάτων πολλῶν» (Ψαλμ. κη΄ 3), «φωνὴ καταρρακτῶν» (Ψαλμ. μα΄ 8), νὰ συγκλονίσει τὸν κόσμο, νὰ ἀναστήσει νεκρωμένες ζωές.

Ἂν γιὰ κάτι τέτοιο δὲν εἴμαστε ἕτοιμοι, τότε καλύτερα νὰ περιμένουμε, τότε καλύτερα, ἔστω καὶ τὴν τελευταία στιγμή νὰ ἀναβληθεῖ ἡ Σύνοδος γιὰ ἀργότερα. Τὸ νὰ φωτογραφηθοῦν στὴν Κρήτη τετρακόσιοι ἐπίσκοποι μαζί, μὲ συμβατικὰ χαμόγελα, ἔχοντας προηγουμένως ἀνακατέψει τὸ τίποτα, ἢ ἔχοντας ὑπογράψει κείμενα χωρὶς αἷμα ἀλήθειας καὶ ὕδωρ ζωῆς, χωρὶς τὴ μάχαιρα τοῦ πνευματικοῦ λόγου, μὲ ἀκατανόητες θεολογικὲς διατυπώσεις στοχαστικοῦ ὑποβάθρου, μὲ διάθεση συγκάλυψης τῆς ἀλήθειας καὶ ὡραιοποίησης τῆς πραγματικότητας, ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνον θὰ ἀκυρώσουν τὴν οὐσία τῆς Συνόδου, ἀλλὰ καίρια θὰ πλήξουν τὸ κῦρος τῆς Ὀρθόδοξης μαρτυρίας σήμερα καὶ γιὰ πάντα.

Ἡ Σύνοδος πρέπει νὰ γίνει, μόνο ἂν ἔχει νὰ πεῖ καὶ νὰ δείξει κάτι τόσο δυνατό, ποὺ θὰ ἀναστήσει τὶς ἐλπίδες ὅλων μας, ποὺ θὰ φωτίσει τὸ σκοτάδι μας, ποὺ θὰ ἀκυρώσει τὶς ὑποψίες τῶν πολιτικῶν καὶ ἐγωιστικῶν σκοπιμοτήτων τῆς ἐποχῆς μας, ἀκόμη καὶ ἐκκλησιαστικῶν.

Διψᾶμε γιὰ ἀλήθεια, ὅλη ἡ οἰκουμένη, γιὰ ἐλπίδα, γιὰ φῶς, γιὰ δύναμη, γιὰ ζωή, γιὰ αὐθεντικότητα. Αὐτὰ λείπουν στὶς μέρες μας. Εἴμαστε κορεσμένοι ἀπὸ ψέμα, συμβιβασμό, μετριότητα, ὑποψιάζουσες σκοπιμότητες, πεθαμένες θρησκεῖες, ἄνευρη πίστη, θρησκευτικὲς ὑπερβολὲς χωρὶς περιεχόμενο, ρηχὴ καὶ ἀνόητη ἐπίδειξη, ὑποκριτικοὺς ἐναγκαλισμούς.

Δὲν ἀντέχουμε ἄλλο τὴν ἐκκοσμίκευση, τὸν συγκρητισμό, τὴν ἀσάφεια, τὴ διγλωσσία, τὴ δημοσιοσχεσίτικη θεολογία, τὸν ἐκφυλισμὸ τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ μυστήριο ἀποκάλυψης τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ φανέρωσης τοῦ θελήματός Του σὲ θρησκειακὸ κατασκεύασμα ἐγκόσμιου προσανατολισμοῦ.

Ἐλπίζουμε καὶ προσευχόμαστε ἡ Σύνοδος νὰ δώσει καὶ μαρτυρία ἑνότητος, ποὺ ἀσφαλῶς δὲν εἶναι λίγο, ἀλλὰ ὅμως καὶ λόγο προφητικό. Πράγματι τὸ ὅτι θὰ συναντηθοῦν ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καὶ θὰ διακηρύξουμε ὅτι παρὰ τὶς ποικίλες γλῶσσες καὶ νοοτροπίες, παρὰ τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, παρὰ τὶς μεταξύ μας παρεξηγήσεις καὶ ἀντιθέσεις, ἴσως διαφορὲς ἢ καὶ συγκρούσεις, μοιραζόμαστε ὅμως τὴν μία καὶ αὐτὴν πίστη στὴν Τριαδικὴ θεότητα καὶ στὸν Θεάνθρωπο Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ αὐτὴν τὴν κοινὴ πίστη διακηρύσσουμε καὶ ὁμολογοῦμε, αὐτὸ εἶναι πολὺ μεγάλο καὶ ἅγιο καὶ καθιστᾶ ἀπὸ μόνο του τὴν Σύνοδο Μεγάλη καὶ Ἁγία.

Χρειάζεται ὅμως καὶ ὁ λόγος της νὰ εἶναι θεόπνευστος. Πρέπει νὰ κάνει, ὅπως καὶ οἱ προηγούμενες Σύνοδοι, τομὴ στὴν ἱστορία, νὰ προσδώσει τιμὴ καὶ ἀξία στὴν ἐποχή μας ὅσο τίποτε ἄλλο, νὰ βάλει ἀνεξίτηλη σφραγίδα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Θὰ εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ σήμερα! Ἀλλιῶς δὲν ἀξίζει. Μᾶς ἀρκεῖ ἡ σιωπή Του.

Δὲν θέλουμε νὰ ἀκούσουμε τὸν ἀνθρώπινο λόγο τῶν συγχρόνων ἐπισκόπων οὔτε νὰ μάθουμε πῶς σκέπτονται οἱ πιὸ ἔξυπνοι καὶ μορφωμένοι ἀπὸ αὐτούς.

Θέλουμε νὰ ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὰ χείλη τῶν ἐπισκόπων μας καὶ πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὴν κραυγὴ τῆς Συνόδου μας. Ἂν οἱ σημερινοὶ χριστιανοὶ δὲν παρηγορηθοῦμε, δὲν στηριχθοῦμε καὶ δὲν φωτισθοῦμε, ἂν οἱ ἐπερχόμενες ἐποχὲς δὲν προστρέχουν σὲ αὐτὴν τὴν Σύνοδο ὡς πηγὴ ἀδιάψευστης ἀλήθειας, τότε ποιὸς ὁ λόγος τῆς συγκλήσεώς της; Ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι οὔτε τετριμμένος οὔτε μισὸς οὔτε λίγος.

Καὶ βέβαια δὲν εἶναι λίγα αὐτὰ ποὺ ἔχει νὰ πεῖ καὶ ποὺ πρέπει νὰ πεῖ ἡ Σύνοδος.

Μιὰ χιλιετία ἐμπνευσμένη ἀπὸ θεολογικὴ σοφία σὰν αὐτὴν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, μιὰ ἐμπειρία ἀδιάκοπης συνεχοῦς λατρείας, μάλιστα ἀναλυμένη ἀπὸ θεολόγους Ἁγίους ὅπως ὁ Νικόλαος Καβάσιλας καὶ ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης, μιὰ ζωὴ γεμάτη ὁμολογία καὶ αἷμα νεομαρτύρων, ποτισμένη ἀπὸ ἱδρῶτες μεγάλων ἀσκητικῶν μορφῶν, ὅπως ὁ ἅγιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ καὶ ὁ σύγχρονος ἅγιος Παΐσιος, σφραγισμένη ἀπὸ σημεῖα καὶ θαύματα ἁγίων, μέχρι καὶ τὶς μέρες μας, ὅπως ὁ ἅγιος Νεκτάριος καὶ ὁ ἅγιος Λουκᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κριαίμας, οἱ ἅγιοι τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, τῶν Βαλκανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ ὅλης τῆς οἰκουμένης, μιὰ πορεία μέσα στὴ θάλασσα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ ἐντὸς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἑνότητος εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν ἀποτυπωθεῖ ὡς «καινὸς λόγος» στὸ μήνυμα τῆς Μεγάλης Συνόδου. Σήμερα ποὺ ὁ ἄνθρωπος κατάντησε μία βιολογικὴ μηχανὴ ἢ μία κοινωνικὴ μονάδα ἢ ἐκφυλίσθηκε σὲ ἐφήμερη ὀντότητα ἢ συσκευὴ ἐλεγχόμενης σκέψης, πῶς εἶναι δυνατὸν ἡ Ὀρθόδοξη μαρτυρία τῆς κοινωνίας τοῦ Θεοῦ, διατυπωμένη καὶ ἐμπειρικὰ τεκμηριωμένη μέσα στοὺς ναούς μας καὶ τὰ μοναστήρια μας, στὰ μυστήρια καὶ τὴ ζωή μας νὰ μὴν κατατεθεῖ ὡς στεντόρεια πανορθόδοξη κραυγή στὴν ἐποχή μας;

Μᾶς εἶναι ἀδύνατο νὰ φανταστοῦμε ὅτι σὲ μιὰ ἐποχὴ ὕπουλου καὶ ἀπηνοῦς διωγμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, πρωτοφανοῦς πνευματικῆς ἀσφυξίας, σύγχυσης καὶ «συνοχῆς ἐθνῶν ἐν ἀπορίᾳ ἠχούσης θαλάσσης καὶ σάλου» (Λουκ. κα΄ 25), σὲ μιὰ ἐποχὴ μὲ ἔντονη τὴν ἀγωνία τῶν ἐσχάτων, ἡ Μεγάλη καὶ μοναδικὴ αὐτὴ Σύνοδος τῶν Ὀρθοδόξων θὰ ἀρκεσθεῖ σὲ δελτία τύπου, ἀνακοινωθέντα καὶ φωτογραφήσεις, ὅλα γυμνὰ ἀπὸ νόημα καὶ στεγνὰ ἀπὸ περιεχόμενο.

Ἡ Σύνοδος ὅμως εἶναι καὶ ἡ μόνη ἀπὸ τοῦ Σχίσματος καὶ ἐντεῦθεν. Ἡ ἀπόσχιση τῆς Δύσεως ἀπὸ τὸν ἐκκλησιαστικὸ κορμὸ εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν ἔχει γεννήσει πλάνες, ἑτεροδιδασκαλίες καὶ αἱρετικὲς δοξασίες, γιὰ τὶς ὁποῖες ἴσως ἡ εὐθύνη τῶν σημεριῶν χριστιανῶν τῆς Δύσεως νὰ μὴν εἶναι τόση ὅση συχνὰ παρουσιάζεται.

Ἡ εὐθύνη ὅμως τῆς Συνόδου νὰ μᾶς προστατεύσει ἀπὸ κάθε τέτοιο κίνδυνο, ὄχι ἐλέγχοντας σκληρὰ καὶ ἀνελέητα αὐτοὺς ποὺ ἀνυποψίαστοι κληρονόμησαν τὴν πλάνη, ἀλλὰ προσδιορίζοντάς την μὲ πόνο, ἀγάπη καὶ θεολογικὴ ἀκρίβεια εἶναι τεράστια.

Ὅπως καὶ ἡ εὐθύνη της νὰ προσκαλεῖ πρωτίστως καὶ ταυτόχρονα τοὺς Ὀρθοδόξους σὲ μετάνοια, προκειμένου νὰ ζήσουμε μὲ συνέπεια τὴν ἀλήθεια ἐμεῖς ποὺ εἴχαμε τὴ μεγάλη εὔνοια τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ τὴν κληρονομήσουμε ἢ νὰ τὴν συναντήσουμε στὸν δρόμο μας, εἶναι ἀπροσμέτρητη.

Γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν οἱ ἄλλοι, πρέπει νὰ μετανοοῦμε προηγουμένως ἐμεῖς. Ἂν δὲν ζοῦμε αὐτό, τότε πάσχει ἡ Ὀρθοδοξία ποὺ ὁμολογοῦμε. Καὶ ἂν αὐτὸ δὲν μᾶς τὸ πεῖ ἡ Σύνοδος, τότε μπορεῖ νὰ εἶναι Μεγάλη, ἀλλὰ δὲν θὰ εναι Ὀρθόδοξος.

Εἶναι ἆραγε ὁ οἰκουμενισμὸς αἵρεση; Θὰ μποροῦσε ὑπὸ ὅρους νὰ ἀποτελεῖ εὐλογημένη πρωτοβουλία; Εἶναι ὁ ἀντιοικουμενισμὸς πάντοτε θεάρεστη ὁμολογία;

Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νὰ εἶναι μία καὶ ὄχι καθολικὴ καὶ ἁγία, δηλαδὴ νὰ δίνει ἔμφαση στὴν Ὀρθόδοξη ὁμολογία καὶ ὄχι ἀντίστοιχη ἱεραποστολικὴ μαρτυρία;

Θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι καθολικὴ χωρὶς νὰ εἶναι μία, δηλαδὴ νὰ ἐπιδιώκει τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν θυσιάζοντας τὴν μοναδικότητά της, μὲ ἄλλα λόγια τὴν αὐτοσυνειδησία της ὅτι αὐτὴ ἀποτελεῖ τὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία;

Περιμένουμε ἀπὸ τὴν Σύνοδο αὐτὴ νὰ μᾶς μιλήσει πειστικὰ γιὰ τὴ μοναδικότητα, τὴν ἁγιότητα, τὴν καθολικότητα καὶ ἀποστολικότητα τῆς Ἐκκλησίας μέσα ἀπὸ μία διάλεκτο αὐθεντικοῦ λόγου, μετανοίας καὶ ἔμπρακτης ἁγιότητος πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους, σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους καὶ ὄχι μὲ ὑπερφίαλες θριαμβολογίες ἢ μὲ γλυκόλογα κούφιων κοσμικῶν ἰσορροπιῶν.

Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ μάθουμε ποιὸ εἶναι τὸ «πατροπαράδοτον σέβας», ὑπὲρ τοῦ ὁποίου καὶ μυριάκις οἱ πρόγονοί μας στὴν Κωνσταντινούπολη δήλωναν ὅτι εἶναι διατεθειμένοι νὰ ἀποθάνουν («Οὐκ ἀρνησόμεθά σε, φίλη Ὀρθοδοξία• οὐ ψευσόμεθά σοι, πατροπαράδοτον σέβας•… ἐν σοὶ ἐγεννήθημεν, ἐν σοὶ ζῶμεν, καὶ ἐν σοὶ κοιμηθησόμεθα• εἰ δὲ καλέσοι καιρός, καὶ μυριάκις ὑπὲρ σοῦ τεθνηξόμεθα», Ἰωσὴφ Βρυέννιος)

Ἂν ὁ οἰκουμενισμός μας δὲν εἶναι ἱεραποστολικὸς καὶ προφητικός, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι Ὀρθόδοξος καὶ ἐκκλησιαστικός.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, σᾶς καλῶ ὅλους σὲ ταπεινὴ ἐπαγρύπνηση, σὲ θερμὴ προσευχή, σὲ ἀγῶνα καὶ μετάνοια, ὥστε νὰ δώσει ὁ Θεὸς ἡ Σύνοδος αὐτὴ νὰ ἐκφράσει τὴ δική Του φωνή, ὁ λόγος της νὰ εἶναι πραγματικὰ θεόπνευστος καὶ νὰ ἀναστηθεῖ ἔτσι στὶς καρδιές μας ἡ πεποίθηση ὅτι «ζῇ Κύριος» καὶ σήμερα.

Τὸ ἔχουμε ὅλοι μας, ὅλος ὁ κόσμος, τόση ἀνάγκη! Μόνον ἔτσι ἡ Σύνοδος θὰ εἶναι Ἁγία κατ’ ἀκρίβειαν καὶ ὄχι κατ’ οἰκονομίαν.

Ἂν ἡ Σύνοδος δὲν εἶναι Ἁγία, δὲν θὰ εἶναι οὔτε Μεγάλη, καὶ ἂν δὲν εἶναι Μεγάλη, τότε μεγάλο θὰ παραμείνει τὸ ἐρώτημα τῆς συγκλήσεώς της.

Πηγή: romfea.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Μάιος 24, 2016 12:32 pm

Οι προτάσεις προς την Ιεραρχία για διορθώσεις στα κείμενα της Μεγάλης Συνόδου που προκαλούν συζητήσεις
23 Μαΐου 2016 - του Αντώνη Τριανταφύλλου,

Εικόνα

Στο συνοδικό μέγαρο της Μονής Πετράκη έχουν κληθεί αύριο οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να συζητήσουν για δυο ημέρες τη θεματολογία της επικείμενης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου που θα συγκληθεί σε λιγότερο από ένα μήνα στην Κρήτη.

Τις προηγούμενες ημέρες τα μέλη της Ιεραρχίας έγιναν αποδέκτες μιας πολυσέλιδης επιστολής από την Ιερά Σύνοδο στην οποία τους καλούσε να προσέλθουν στη συνεδρίαση έχοντας μαζί τους τα έξι κείμενα της Ημερήσιας Διάταξης της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, μαζί με ένα μακροσκελέστατο κατάλογο προτάσεων, τροπολογιών, διορθώσεων ή προσθηκών στα κείμενα της πανορθόδοξης Συνόδου, που υποβλήθηκαν από Μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Τα τηλέφωνα, κινητά και σταθερά των Επισκόπων που συμμετέχουν στην Ιεραρχία «πήραν φωτιά» και δεν ήταν λίγοι οι Μητροπολίτες που διάβαζαν ξανά και ξανά το πολυσέλιδο ενημερωτικό γράμμα της Ιεράς Συνόδου, όπου αναλύονταν οι προτεινόμενες αλλαγές στα κείμενα της Αγίας Συνόδου. Ποικίλες είναι οι αντιδράσεις Μητροπολιτών στο περιεχόμενο του πολυσέλιδου αυτού γράμματος και αποτυπώθηκαν σε κατ'ιδίαν συζητήσεις που είχαν τις προηγούμενες ημέρες. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι οι Μητροπολίτες που σε συζητήσεις με το περιβάλλον τους εξέφρασαν ακόμα και την ενόχλησή τους για ορισμένες από τις προτάσεις επί των οποίων αύριο και μεθαύριο θα πρέπει να διεξαχθεί συζήτηση.

Θέτουν θέμα Κανονισμού

Στις πρώτες παραγράφους του Συνοδικού εγγράφου συμπεριλαμβάνεται πρόταση Ιεράρχη σχετικά με την ανάγκη διεξαγωγής συζήτησης για τον Κανονισμό οργάνωσης και λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, καθώς όπως υποστηρίζεται δεν έχει επιτευχθεί ομοφωνία για τον Κανονισμό. Προκειμένου να τεκμηριωθεί η θέση αυτή υπενθυμίζεται η απόφαση της Συνόδου των Προκαθημένων ότι «άπασαι αι αποφάσεις, τόσον κατά τα προπαρασκευαστικά στάδια αυτής, θα λαμβάνωνται καθ΄ομοφωνίαν» (Μήνυμα των Προκαθημένων 6-9 Μαρτίου 2014, παράγραφος 6), αλλά και το γεγονός ότι το Πατριαρχείο Αντιοχείας
στην πρόσφατη Σύναξη των Προκαθημένων στο Σαμπεζύ, τον Ιανουάριο του 2016, δεν ενέκρινε τον Κανονισμό, όπου ο Μητροπολίτης εν Γερμανία του Πατριαρχείου Αντιοχείας Ισαάκ σημείωνε: "Η Εκκλησία της Αντιόχειας έχει αντίθετη άποψη και γι' αυτό δεν συνυπογράφει". Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, το Πατριαρχείο της Αντιόχειας δεν εμφανίζεται να έχει εκφράσει την αντίθεσή του στη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, αλλά φέρεται να θέτει το θέμα επίλυσης της διαφοράς που έχει στις σχέσεις του με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων για τη δικαιοδοσία στο Κατάρ, ζήτημα που το έχει οδηγήσει να διακόψει την Κοινωνία με την Σιωνίτιδα Εκκλησία.

Στην πρόταση αυτή προς την Ιεραρχία, όπως κωδικοποιήθηκε μεταξύ άλλων προτάσεων Ιεραρχών στο ενημερωτικό γράμμα της Ιεράς Συνόδου, αναφέρεται ότι «δεν υπάρχει ομοφωνία» για το ζήτημα του Κανονισμού και «χωρίς έγκυρον Κανονισμόν δεν είναι δυνατόν να συγκροτηθή και να λειτουργήση η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος».

Σε ιδιωτικές συνομιλίες τους αρκετοί Μητροπολίτες εξέφραζαν την απορία τους για το σκεπτικό αυτής της πρότασης. «Από τη στιγμή που η Εκκλησία της Ελλάδος έχει υπογράψει τις αποφάσεις της προσυνοδικής διαδικασίας και οι προκαθήμενοι έχουν καταλήξει στον τρόπο λήψης των αποφάσεων εμείς τι θα κληθούμε να συζητήσουμε στην Ιεραρχία; Μήπως να ζητήσουμε να ξανασυγκληθεί σύναξη των προκαθημένων για να συζητήσει εκ νέου ένα άλλο κανονισμό λήψης αποφάσεων;», διερωτώνται.

Συμμετοχή όλων των Μητροπολιτών στην Μεγάλη Σύνοδο

«Να ετοιμάσουμε βαλίτσες για την Κρήτη και να πάρει ο καθένας μαζί του και ένα αντίσκηνο γιατί είμαστε τόσοι Eπίσκοποι που δεν ξέρω αν θα φτάσουν τα δωμάτια όλων των ξενοδοχείων στα Χανιά για να φιλοξενηθούμε, αν σκέπτονταν και σε άλλες Εκκλησίες κάτι αντίστοιχο» έλεγε τις προηγούμενες ημέρες ένας
Μητροπολίτης της Εκκλησίας της Ελλάδος σε συνομιλία του με στενό του συνεργάτη, όταν διάβασε την δεύτερη από τις προτάσεις Μητροπολιτών για την επικείμενη Μεγάλη Σύνοδο.

Όπως αναγράφεται στο ενημερωτικό, «Ο περιορισμένος αριθμός συμμετοχής εξ εκάστης Εκκλησίας εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον, άρα και των Σεβ. Μητροπολιτών, Μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η μία ψήφος εκάστης Εκκλησίας, άρα και της Εκκλησίας ημών, θεωρούνται υπό τινων Σεβασμιωτάτων αντικανονικά μέτρα» και για αυτό το λόγο «προτείνεται δια τούτο υπ' αυτών, η συμμετοχή εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδο πάντων των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Μελών της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, έχοντες έκαστος ιδικόν του υπεύθυνον λόγον και ψήφον».

Η πρόταση αυτή προκάλεσε ζωηρές συζητήσεις μεταξύ των μελών της Ιεραρχίας. Μερικοί, μάλιστα, όπως και στην πρώτη πρόταση επί του κανονισμού της Συνόδου άφηναν να εννοηθεί ότι τα δύο αυτά ζητήματα, που αποφασίστηκαν ήδη, δεν συνιστούν πρόβλημα για την κανονική διεξαγωγή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. «Με αυτό το σκεπτικό (σσ όσων θέτουν ζήτημα) ίσως θα έπρεπε να αναθεωρήσουμε και το περιεχόμενο Οικουμενικών Συνόδων, εφόσον αποφάσεις τους δεν ελήφθησαν πάντοτε από το σύνολο των τότε Επισκόπων», σημειώνει ένας εκ των Μητροπολιτών της Ελλαδικής Εκκλησίας.

Βελτιώσεις στο κείμενο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω»

Στις συνεδριάσεις της Ιεραρχίας αύριο και μεθαύριο θα τεθούν προς συζήτηση προτάσεις για συντακτικές και νοηματικές βελτιώσεις στο κείμενο για την αποστολή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο. Μια εισήγηση αναφέρει ότι, «Εις την Α' 3 παράγραφον αναγράφεται: “3. Ως προϋπόθεσις ευρυτέρας εν προκειμένω συνεργασίας δύναται να χρησιμεύση η κοινή αποδοχή της υψίστης αξίας του ανθρωπίνου προσώπου. Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι καλούνται να συμβάλουν εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν...”. Επειδή ο πληθυντικός της φράσεως «Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι” είναι δυνατόν να παρερεμηνευθή υπό τινων, ότι εις το κείμενον γίνεται λόγος και αναγνωρίζεται όχι Μία, αλλά πολλαί Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, Επειδή η αναφορά εις την αξίαν του ανθρωπίνου προσώπου έχει ήδη δημιουργήσει αντικρουομένας θεολογικάς συζητήσεις, και Επειδή η φράση «Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι καλούνται να συμβάλουν εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν» είναι δυνατόν να παρερμηνευθή υπό τινων, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται τον συγκρητισμόν,

Προτείνεται η ως άνω παράγραφος να συμπληρωθή και να αναγραφή ως κάτωθι:
“3. Ως προϋπόθεση μίας ευρυτέρας εν προκειμένω συνεργασίας δύναται να χρησιμεύση η κοινή αποδοχή της υψίστης αξίας του ανθρώπου. Η Ορθόδοξος Εκκλησία καλείται να συμβάλη εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν, χωρίς τούτο να συνεπάγεται οποιονδήποτε θρησκευτικόν συγκρητισμόν”».

Επιπλέον προτείνεται αλλαγή του πληθυντικού «των Ορθοδόξων Εκκλησιών» στον ενικό, να επέλθει και στις παραγράφου 16,19 (4 φορές), 20 και 21 του αυτού κειμένου και «Διά τον ίδιον λόγον, προτείνεται να αντικατασταθή η φράσεις “Η αξία του ανθρωπίνου προσώπου.” με την φράσιν “η αξία του ανθρώπου» εις την παράγραφον Α' 1, και η φράσεις «του ανθρωπίνουν προσώπου.” με την φράσιν “του ανθρώπου” εις την παράγραφον Γ' 1, του αυτού κειμένου».

Για το ζήτημα αυτό Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος φαίνεται να εκφράζουν ποικίλες απόψεις. Πάντως, ορισμένοι, σχολιάζοντας ανεπίσημα, εν αναμονή της συζήτησης που θα γίνει στην Ιεραρχία, εμφανίζονται μάλλον ενοχλημένοι σε ότι αφορά προτάσεις για αλλαγές σε διατυπώσεις κειμένων που έχουν τύχει πολύχρονης επεξεργασίας και διαδοχικών εγκρίσεων τόσο κατά τις προσυνοδικές διασκέψεις όσο και κατά τις Συνάξεις των Προκαθημένων - και μάλιστα, σημειώνουν, έχουν ήδη εγκριθεί και από την Εκκλησία της Ελλάδος, όπως και από τις άλλες 14 Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Προτείνεται απόρριψη του κειμένου «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον»

Ζωηρή συζήτηση αναμένεται να υπάρξει επί των προτάσεων για το κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», καθώς σύμφωνα με το ενημερωτικό γράμμα προς τους Μητροπολίτες υπάρχει πρόταση ακόμα και πλήρη απόρριψη του κειμένου (!).

Συγκεκριμένα, μια από τις προτάσεις αναφέρει ότι «Επειδή το κείμενον «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» δικαιώνει τας καινοφανείς αντιλήψεις της «βαπτισματικής θεολογίας», της «διηρημένης εκκλησίας», των «δύο πνευμόνων» και «κλάδων» ή και άλλων ανορθόδοξων θεωριών, αι οποίαι είναι παντελώς αμάρτυροι εις την εθολογίαν των Αγίων Πατέρων της καθ' ημάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, δια της δικαιώσεως αυτών των καινοφανών θεωριών εις την πραγματικότητα το επίμαχον κείμενον αναγνωρίζει εκκλησιαστικότητα εις την κακοδοξίαν και την αίρεσιν, Προτείνεται υπό τινων Σεβασμιωτάτων η τελεία απόσυρσις του κειμένου τούτου από τον Κατάλογον των θεμάτων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης (16-26 Ιουνίου)».

Μια άλλη πρόταση συζήτησης επί του κειμένου αυτού αναφέρει ότι «ο μεν τίτλος του θέματος τούτου έχει με σαφήνεια ορθοδόξως διατυπωθή, το περιεχόμενο όμως αυτού είναι εις πολλά σημεία ασαφές και εις τινα άλλα φαίνεται ανορθόδοξον, διό και σκανδαλίζονται πολλοί και κάποιοι άλλοι διαμαρτύρονται», για το λόγο αυτό «προτείνονται υπό Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον να γίνουν οι εξής συμπληρώσεις, τροποποιήσεις ή αλλαγές» κυρίως σε επίπεδο γραμματικών, συντακτικών και νοηματικών τροποποιήσεων.

Έτεροι Μητροπολίτες προτείνουν την απαλοιφή του μέρους του κειμένου όπου γίνεται λόγος για τις σχέσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών. Πολλοί Επίσκοποι έχουν εκφράσει τον έντονο προβληματισμό τους για την εισήγηση αυτή, καθώς - όπως αφήνουν να εννοηθεί- τυχόν υιοθέτησή της ενδέχεται να αναιρέσει την πολυετή συμμετοχή της Εκκλησίας της Ελλάδος ως μέλους του ΠΣΕ.

Μεταξύ των άλλων αλλαγών που προτείνονται από Μητροπολίτες για το κείμενο των σχέσεων της Ορθόδοξης με τις άλλες Εκκλησίες είναι επαναδιατυπώσεις στα άρθρα του κειμένου για τους διαλόγους με τις άλλες χριστιανικές Εκκλησίες, για την καταδίκη της διαίρεσης και διάσπασης της ενότητας της Εκκλησίας.

Εισήγηση για να μη συζητηθεί το κείμενο για το αυτόνομο

Έντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει σε μερίδα ιεραρχών η πρόταση να μη συζητηθεί το κείμενο για «Το Αυτόνομον και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού». Υπενθυμίζεται ότι το θέμα και το κείμενο αυτού έχουν εγκριθεί από τις προσυνοδικές διαδικασίες και την Σύναξη των Προκαθημένων και έχει υπογραφεί και από την Εκκλησία της Ελλάδος.

«Υπάρχει σοβαρός προβληματισμός περί του θέματος του “Αυτονόμου”. Η αυτονομία είναι μέγας πειρασμός και δύναται να οδηγήση εις κατακερματισμό Κρατών και διάσπασιν λαών και ίσως τείνη εις έξαρσιν του εθνικισμού, όστις έχει καταδικασθή Συνοδικώς και Πανορθοδόξως. Δια τούτους τους λόγους, προτείνεται η μη συζήτηση του κειμένου τούτου εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον». Την ίδια ώρα άλλοι Μητροπολίτες ζητούν την επαναδιατύπωση της παραγράφου 2α με την παράγραφο: «α) Η ζητούσα την Αυτονομίαν αυτής τοπική Εκκλησία, εάν διαθέτη τας αναγκαίας εκκλησιαστικάς, κανονικάς και ποιμαντικάς προϋποθέσεις, υποβάλλει το σχετικόν αίτημα εις την προς ην έχει την αναφοράν αυτής Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν, εξηγούσα και τους σοβαρούς λόγους, οι οποίοι υπαγορεύουν την υποβολήν του αιτήματος αυτής. β. Εκκλησιαστικαί Επαρχίαι περί ων εξεδόθη Πατριαρχικός Τόμος ή Πράξις δεν δύνανται ίνα αιτήσωνται την χορήγησιν αυταίς αυτονομίας, διατηρουμένου του υφισταμένου καθεστώτος».

Απόσυρση του κειμένου για τον γάμο

Τέλος, για το έκτο κείμενο «Το Μυστήριο του Γάμου και τα κωλύματα αυτού» Μητροπολίτες υποστηρίζουν ότι: «α. Εκφράζεται η ανησυχία και ο προβληματισμός περί της ασκήσεως της οικονομίας εις την περίπτωσιν μεικτών γάμων Ορθοδόξων μεθ’ ετερόδοξων. β. Επίσης, προτείνεται η αναφορά εντός του αναφερθέντος κειμένου και του «Συμφώνου Συμβιώσεως» το οποίον ψήφισε προσφάτως το Ελληνικόν Κοινοβούλιον. γ. Το κείμενο τούτο εισάγεται εις την Αγίαν και Μεγάλην Σύνοδον προς έγκρισιν χωρίς ομοφωνίαν» επικαλούμενοι τη μη υπογραφή του από τον Πατριάρχη Γεωργίας και την υποσημείωση του εκπροσώπου του Πατριάρχη Αντιοχείας Μητροπολίτη Ισαάκ ότι «η Εκκλησία του Πατριαρχείου Αντιοχείας έχει αντίθετον γνώμην και γι’αυτό δεν συνυπογράφει» και για αυτούς τους λόγους οι εισηγητές Μητροπολίτες ζητούν από την Ιεραρχία
της Εκκλησίας της Ελλάδος την απόσυρση του θέματος αυτού από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.

Πηγή: amen.gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Μάιος 24, 2016 1:01 pm

Τι λέει η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς για την Πανορθόδοξη
Μάιος 24, 2016 12:05 - Από aktines

Εικόνα

Tι λέει σε ανακοίνωσή της η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς για την Πανορθόδοξη .

Αναλυτικά:

Προς τους Πανοσιολογιωτάτους και
Αιδεσιμολογιωτάτους Κληρικούς, Οσιωτάτους Μοναχούς και
τον ευσεβή πιστό λαό της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς
Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!

Εν όψει της δημοσιεύσεως των κειμένων που θα συζητηθούν στην επικείμενη ‘Πανορθόδοξη’ Σύνοδο, η οποία έχει προγραμματιστεί να λάβει χώρα στην Κρήτη 16-27 Ιουνίου 2016, η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς ανέλαβε την ευθύνη να εξετάσει αυτά τα κείμενα, μαζί με πλήθος άλλων Ιεραρχών, κληρικών και λαϊκών που κάνουν το ίδιο, ενώ συνεχίζονται οι προετοιμασίες της Συνόδου και να συνομιλήσει με το θεοφύλακτο ποίμνιό της και άλλους για τις προτάσεις της, όσον αφορά τα κείμενα της Συνόδου που αποτελούν σημείο ενδιαφέροντος και προβληματισμού πολλών ανθρώπων.

Ενθυμούμεθα, εν προκειμένω αλλά και γενικότερα, τα λόγια του Κυρίου μας προς τον Απόστολο Πέτρο, όταν του είπε ότι το έργο του μέλλοντος Ποιμένος θα είναι να βόσκει τα πρόβατά Του. (Ιω. 21.17) · ομοίως, γι’ αυτούς που αγαπούν τον Χριστό, τροφή είναι να τηρούν επιμελώς ο,τι τους δίδαξε ο Χριστός «εαν αγαπάτε με τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε» (Ιω. 14.15 και 14.23).

Η Ολομέλεια της Ιεραρχίας της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, με ζήλο γι’ αυτές τις θείες εντολές και θέλοντας να εφαρμόσει αυτό που είπε ο δίκαιος Σολομών, «ὑπακούσεται σοφίας τὸ οὖς σου, καὶ παραβαλεῖς καρδίαν σου εἰς σύνεσιν» (Παροιμίες 2.2) εντρύφησε στα κείμενα που τέθηκαν υπ’ όψιν μας, με ταπείνωση, νήψη και υπακοή. Η εργασία αυτή πραγματοποιείται με πνεύμα ελευθερίας από κάθε φόβο ή βιοτική μέριμνα, εφόσον πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο Θεός είναι ο Αρχηγός της Εκκλησίας και όπως Αυτός την οδήγησε διαμέσου των αιώνων μέχρι σήμερα, έτσι θα συνεχίσει να μας καθοδηγεί και να μας προστατεύει τώρα και πάντα, μέχρι την Δευτέρα Παρουσία Του.

Καταθέτουμε επομένως τις παρατηρήσεις μας για ορισμένα από τα εν λόγω κείμενα, ώστε να ενώσουμε τις σκέψεις μας μ’ εκείνους τους πολλούς άλλους, οι οποίοι εργάζονται για να ευοδωθούν όλες οι διορθόδοξες προσπάθειές μας και στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ο Παναγιώτατος Πατριάρχης και τα συνεργαζόμενα μετ’ αυτού, στο προπαρασκευαστικό αυτό στάδιο, μέλη της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ενώ ορισμένα από τα κείμενα, τα οποία παρήχθησαν στις προ-συνοδικές διασκέψεις για να τεθούν υπ’ όψιν της Συνόδου - και ασφαλώς δεν είναι τελικά κείμενα, αλλά κατ΄ ανάγκην προπαρασκευαστικά - δεν μας προβληματίζουν κατά την ανάγνωση και μάλιστα, μερικά εμπεριέχουν στοιχεία χρήσιμης αποσαφήνισης (λ.χ. το κείμενο με τίτλο «Αυτονομία και Μέσα Ανακηρύξεως αυτής»), εντούτοις, σε κάποια άλλα κείμενα, η χρήση αμφιλεγόμενης ορολογίας, η απουσία θεολογικής ακρίβειας και η επιλογή εκκλησιαστικής γλώσσας ξένης προς την ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, απαιτούν σχολιασμό που ίσως οδηγήσει στη διόρθωσή τους. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές σε δύο συγκεκριμένα κείμενα τα οποία τιτλοφορούνται:«Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπό Χριστιανικό κόσμο» και «η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σημερινό κόσμο», ενώ ζητήματα εγείρονται επίσης με το διαδικαστικό κείμενο που φέρει τον τίτλο «Οργάνωση και Διεξαγωγή Εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας».

Το κείμενο «Οι Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπό Χριστιανικό κόσμο»

Δεν μπορούμε να διαβάσουμε το εν λόγω κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο» χωρίς να παρατηρήσουμε την έντονη ανακολουθία που το χαρακτηρίζει, τόσο ως προς την ορολογία όσο και ως προς την εννοιολόγηση · αλλά περισσότερο οδυνώμεθα για την αποτυχία του κειμένου να υιοθετήσει την ορθή Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, κατά τρόπο ενδεδειγμένο για την πλήρη διατράνωση της Αλήθειας του Χριστού σ’ έναν διηρημένο κόσμο. Θεωρούμε ότι αυτό είναι το πιο προβληματικό από τα Προσυνοδικά κείμενα και το οποίο θα χρειαστεί να υποβληθεί σε ουσιαστικές διορθώσεις κατά τις συνεδρίες της Συνόδου, εάν πρόκειται να λάβει μορφή κατάλληλη για έγκριση απ’ αυτήν.

Οι αντιφάσεις-ανακολουθίες όσον αφορά την εκκλησιολογική ορολογία είναι πρόδηλες και έχουν ήδη επισημανθεί από πολλούς (Σεβ. Μητροπολίτη Ναυπάκτου, Σεβ. Μητροπολίτη Λεμεσού, καθώς και άλλους λογιωτάτους Ορθοδόξους κληρικούς και ακαδημαϊκούς θεολόγους). Ενώ το κείμενο ξεκινά με τον προσδιορισμό της αυτοσυνειδησίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας «ούσα η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» (Αρθ. 1), η οποία «εδραιώνει την ενότητα της στο γεγονός ότι ιδρύθηκε από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, καθώς και στην κοινωνία της Αγίας Τριάδος και των Μυστηρίων» (αρθ. 2), εν τούτοις η ορολογία, η οποία χρησιμοποιείται σε όλη την έκταση του υπόλοιπου κειμένου, καθιστά αμφιλεγόμενες αυτές τις κατά κανόνα σαφείς και αληθείς φράσεις. Όχι μόνον η ανακήρυξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας ως «της Μιας» Εκκλησίας δημιουργεί σύγχυση εξαιτίας της επιλογής της φράσης που ακολουθεί - ότι «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν μή εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ᾽αὐτῆς» (αρθ. 6) - αλλά και εξαιτίας των επανειλημμένων αναφορών «διαφόρων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καί Ὁμολογιῶν» (αρθ. 6 & 20). Απουσιάζει παντελώς από το κείμενο η αναφορά στο γεγονός ότι η Εκκλησία όχι μόνον ιδρύθηκε από τον Κύριό μας και Θεό και Σωτήρα Ιησού Χριστό (αρθ. 2), αλλά και ότι είναι Αυτή το μυστικό Σώμα Του, ενιαίο πάντοτε και αδιαίρετο (Εφ. 5.30, Κολ. 1.24).

Παρότι ασφαλώς όλοι αναγνωρίζουν την ιστορική ύπαρξη ομάδων που θέλουν να ακολουθούν τον Σωτήρα, ξεχωριστά από την Ορθόδοξη Εκκλησία, και που μπορεί αφ’ εαυτών να αυτο-προσδιορίζονται ως «εκκλησίες», εντούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησιολογία ουδόλως επιτρέπει τον πλουραλισμό σε αυτό που είναι η ίδια και πρέπει πάντοτε να είναι: η Μία Εκκλησία, το Σώμα του ιδίου του Χριστού. Περιστασιακά είναι δυνατόν, κατά περίπτωσιν, να χρησιμοποιηθεί μία τέτοια ορολογία (λ.χ. ‘άλλες εκκλησίες’), χάριν ευκολίας, αλλά όμως αυτή δεν μπορεί να έχει καμία θέση σε επίσημο έγγραφο της Εκκλησίας, το οποίο πρέπει να χαρακτηρίζεται από σχολαστική ακρίβεια και να απηχεί με σαφέστατο και αδιαμφισβήτητο τρόπο τις ιερές παραδόσεις που εμείς παραλάβαμε από τους θεοφόρους Πατέρες μας και τις οποίες εκείνοι παρέλαβαν από τον Κύριο.

Πιο σοβαρές είναι οι ελλείψεις αυτού του κειμένου, καθόσον αφορά την βασική διάκριση που πραγματεύεται: την Εκκλησία και τις σχέσεις της με τους εκτός Αυτής. Στις καρδιές μας αντηχεί ο λόγος του Ιερομάρτυρος Ιλαρίωνος (Τρόϊτσκυ), ο οποίος μίλησε για το σχίσμα στον Χριστιανικό κόσμο, «Ποιός ευσυνείδητος Χριστιανός δεν διακατέχεται από λύπη στην ψυχή του, όταν βλέπει την εχθρότητα και τη διαίρεση μεταξύ ανθρώπων που θα έπρεπε να είναι ενωμένοι στην πίστη τους, ανάμεσα στους οποίους θα έπρεπε να βασιλεύει η ειρήνη που δόθηκε από τον Χριστό στους Αποστόλους Του και η αγάπη που εκχέεται στις καρδιές των Χριστιανών από το Άγιο Πνεύμα!». Ταυτόχρονα όμως αναγνωρίζουμε, ότι η επέλευση μιάς τέτοιας ειρήνης, σ’ αυτούς που είναι διηρημένοι, μπορεί να έρθει μόνον με την ανακήρυξη του μοναδικού ορθού δρόμου προς την ένωση: της σωτηρίου ζωής που προσφέρεται «εν τη Εκκλησία». Η δε κατανόηση, για το πως αυτοί θα επιστρέψουν στην Μία αδιαίρετη Εκκλησία, ξεκινά με την ορθή κατανόηση του αποχωρισμού τους απ’ αυτήν. Εδώ το κείμενο είναι εξαιρετικά ασαφές. Σε κανένα σημείο του δεν λαμβάνει υπ’ όψιν το παράδειγμα των Αγίων Πατέρων, των Συνόδων και των ιερών Κανόνων της Εκκλησίας, για τον προσδιορισμό της διαίρεσης μεταξύ των Χριστιανών ως απότοκο του σχίσματος και της αιρέσεως (όρων που, παραδόξως, δεν εμφανίζονται πουθενά στο κείμενο), ήτοι σε σχέση με τον αυξανόμενο βαθμό αποκλίσεως και αποκοπής από το Σώμα του Χριστού και την Αλήθεια..[1] Αντιθέτως, το κείμενο υιοθετεί την παρα-εκκλησιολογική προσέγγιση, εντοπίζοντας την διαίρεση εντός ενός πλαισίου ευρέως εννοουμένης «τῆς χριστιανικῆς ἑνότητος» (αρθ. 4), φράση αμφιλεγόμενη στη συνάφεια του κειμένου, η οποία χρησιμεύει για να υπονοήσει μια υπέρτατη «ενότητα των εν Χριστώ πιστευόντων» και η οποία επεκτείνεται πέρα από τη «Μια, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», ενσωματώνοντας πολλές άλλες ομολογίες.[2]

Έτσι, σ’ αυτό το πλαίσιο συνάφειας του κειμένου, μιας ετερόδοξης παρα- εκκλησιολογίας, το κείμενο μιλά για την Χριστιανική ενότητα ως κάτι που «χάθηκε» (αρθ. 5: «τῆς ἀπολεσθείσης ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν») και για την «ἀποκατάστασιν τῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν» ως έναν από τους βασικούς στόχους της Εκκλησίας (αρθ. 4, 5, 12 & 24). Τέτοιες διατυπώσεις έρχονται σε αντίθεση με την κατά τα άλλα έγκυρη διακήρυξη ότι «κατά τήν ὀντολογικήν φύσιν τῆς Ἐκκλησίας ἡ ἑνότης αὐτῆς εἶναι ἀδύνατον νά διαταραχθῇ» (αρθ. 6). Επιπλέον, η ανάμειξη της ορθής διακήρυξης, ότι η Εκκλησία δίδει μαρτυρία «σ’ εκείνους, οι οποίοι είναι εκτός Αυτής», με την πρόταση να εμπλέκεται με τέτοια σώματα «ἐπί τῷ τέλει τῆς ἀναζητήσεως, βάσει τῆς πίστεως καί τῆς παραδόσεως τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τῶν ἑπτά Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τῆς ἀπολεσθείσης ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν» (αρθ. 5), καθιστά σαφές ότι η λεγόμενη «ενότητα», για την οποία γίνεται λόγος, είναι αυτή στην οποία η Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία των εν λόγω Συνόδων δεν αποτελεί παρά ένα κομμάτι ή συστατικό μέρος και όχι το αδιαίρετο όλον, (το Σώμα) το οποίο ο Χριστός συντηρεί πάντοτε ως Νύμφη Του (Εφ. 5.25-26, 32). Σε όλο το παραπάνω, όχι μόνον υπονοείται μια ετερόδοξη εκκλησιολογία, που παρεισέφρησε στο προσχέδιο ενός πιθανού πανορθοδόξου ανακοινωθέντος, αλλά και παραβλέπεται μια μεγάλη ποιμαντική ευκαιρία.

Η αληθινή δυσαρμονία, που παρουσιάζεται σήμερα μεταξύ των Χριστιανών, είναι η απώλεια της ενότητας των ετεροδόξων Χριστιανών με την Ορθόδοξη Εκκλησία· η δε οδός προς την θεραπεία, η οποία μπορεί να καταστήσει την διηρημένη ανθρωπότητα αληθινά ενωμένη, είναι η εν μετανοία αποχώρηση από το σχίσμα και την αίρεση και η επιστροφή στη Μια Εκκλησία, η ενότητα της οποίας ουδέποτε διεταράχθη .[3]

Προσευχόμεθα για την άνωθεν διατήρηση της εν λόγω εσωτερικής ενότητος, όταν αιτούμεθα υπέρ «της των πάντων ενώσεως» στις Ιερές Ακολουθίες, ενώ ταυτόχρονα, τηρούμε στις καρδιές μας την ελπίδα αυτοί που έχουν αποχωρήσει να επιστρέψουν. Ένα πανορθόδοξο ανακοινωθέν, το οποίο αποτυγχάνει να κηρύξει την ευαγγελική αυτή ελπίδα στον κόσμο, δικαίως χάνει την ευκαιρία να φέρει σ’ αυτόν το μήνυμα της σωτηρίας.

Το ίδιο κείμενο εμπεριέχει και άλλες λανθασμένες διατυπώσεις, οι οποίες δεν μπορούν να αγνοηθούν. Κατ’ αρχήν οι παρατηρήσεις του στο 23ο άρθρο, περί της αναγκαιότητας του δια-Χριστιανικού θεολογικού διαλόγου (αφ’ εαυτού καλού και πιθανώς καρποφόρου εγχειρήματος), «ἀποκλειομένης πάσης πράξεως προσηλυτισμοῦ ἤ ἄλλης προκλητικῆς ἐνεργείας ὁμολογιακοῦ ἀνταγωνισμοῦ (αρθ. 23). Η χαλαρή σύνδεση του όρου «προσηλυτισμός» με τον «διο-ομολογιακό ανταγωνισμό» είναι προβληματική, διότι ο Κύριος επιτάσσει το ενεργό κήρυγμα (που οδηγεί στο βάπτισμα) «πάντων των εθνών» (πβ. Ματθ. 28. 19-20) και διαβεβαιώνει την Εκκλησία Του για την ιδιαίτερη απ’ Αυτόν διατήρηση των προσήλυτων - μια πραγματικότητα την οποία υμνούμε στους ψαλμούς των Τυπικών κατά την Θεία Λειτουργία («Κύριος φυλάσσει τους προσυλύτους...», Ψαλ. 145.9). Η κατηγορηματική απαγόρευση του «προσηλυτισμού», ορθώς εννοούμενη από τους Ορθοδόξους προς τους ετεροδόξους, είναι μια σιωπηρή αποδοχή της «ισότητας των ομολογιών» (κάτι το οποίο, δικαίως, από μόνο του λέει το κείμενο, ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτό - πβ. αρθ. 18), δεδομένου ότι αυτό ισοδυναμεί με ομολογία της ιδέας, ότι οι ετερόδοξοι είναι ήδη ενωμένοι με το Σώμα του Χριστού (την Εκκλησία) και επομένως δεν χρειάζεται να μεταστραφούν σ’ αυτήν δια της μετανοίας.

Υποθέτουμε ότι αυτή η σαφώς αντι-ευαγγελική απαγόρευση δεν ήταν στις προθέσεις (των συντακτών) του κειμένου, το οποίο συνδυάζει τον όρο «προσηλυτισμός» με τις «κραυγαλέες εκδηλώσεις διο-ομολογιακού ανταγωνισμού», αλλά ότι, αντιθέτως, χρησιμοποιεί τον όρο σε μια κοινώς αποδεκτή καθομιλουμένη, αναφερόμενη σε δόλιες και συχνά ύπουλες τακτικές, που ενίοτε χρησιμοποιούνται κατά το κήρυγμα του Ευαγγελίου, αντί για αυτό καθεαυτό το κήρυγμα του Ευαγγελίου (εμείς έτσι ερμηνεύουμε την χρήση του όρου στο πρόσφατο κοινό ανακοινωθέν της Αυτού Αγιότητος του Πατριάρχου Μόσχας και του Ρωμαιοκαθολικού Πάπα της Ρώμης).[4] Ωστόσο, ενώ η άτυπη χρήση του όρου, αναφερόμενη σε συμπεριφορικές διαστρεβλώσεις, μπορεί να γίνει δεκτή σε ανεπίσημα και μη δεσμευτικά έγγραφα, εντούτοις είναι ανεπίτρεπτη σε επίσημες εκκλησιολογικές δηλώσεις.

Το κείμενο «Η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σημερινό κόσμο»

Τα προβλήματα που εμπεριέχονται στο κείμενο με τίτλο «η Αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σημερινό κόσμο» είναι πιο λεπτού και θεολογικού χαρακτήρα από τα σχετικά με το κείμενο περί των σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο, αλλά ακριβώς γι’ αυτό το λόγο απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου ήδη έχει επισταμένως επισημάνει τα βασικά ανθρωπολογικά σφάλματα που διατρέχουν όλο αυτό το κείμενο και καθιστούν την, κατά τα άλλα ευγενή, επικέντρωσή του - στο έργο της Ορθοδοξίας για την προώθηση της ειρήνης, την αποτροπή του πολέμου, την μάχη κατά των διακρίσεων, κτλ. - βαθιά προβληματική, μέχρι να διορθωθεί η διατύπωσή του.

Η καρδιά του προβλήματος έγκειται στην επίμονη, μέσα στο κείμενο, χρήση του όρου «ανθρώπινο πρόσωπο» αντί της ορθής χρήσεως του όρου «άνθρωπος» και στην εδραίωση των ανθρωπιστικών αναφορών του κειμένου επί ποικίλων παραλλαγών αυτής της φράσεως.[5] Η χρήση του όρου «ανθρώπινο πρόσωπο» για τον άνθρωπο εμφανίζεται σε αξιοσημείωτο βαθμό στον Ορθόδοξο διάλογο μόνο από την εποχή του Βλαδίμηρου Λόσκυ, (ο ίδιος αυτός αναγνώρισε την καινοτομία του στην χρήση του όρου) · και παρότι έχει περίπου καθιερωθεί στους σύγχρονους διαλόγους, οι άγιοι Πατέρες υπήρξαν συνεπείς στη χρήση του Γραφικού και λειτουργικού όρου «άνθρωπος».[6] Στην Ορθόδοξη Γραμματεία, ο όρος «πρόσωπο» χρησιμοποιείται κυρίως σε σχέση με τα Θεία Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, για να επιβεβαιώσει τη μοναδική Υπόσταση του κάθε Προσώπου - του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος - αλλά επίσης και τη μοναδική υποστατική πραγματικότητα του Μονογενούς Υιού, στον Οποίον η Θεία και η ανθρώπινη φύση συνυπάρχουν «ασυγχύτως, αναλλοιώτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως» (όροι της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου).

Ο όρος αυτός δεν χρησιμοποιείται, σχεδόν ποτέ, για το ανθρώπινο ον (στο οποίο δεν υφίστανται τέτοιες διακρίσεις), παρεκτός όταν η αναφορά στον άνθρωπο γίνεται στο πλαίσιο της Τριαδολογικής ορολογίας, ακριβώς για να καταδειχθεί η απόλυτη διάκριση ανάμεσα στο δημιούργημα-κτίσμα και στο Άκτιστο – διότι αν και ο άνθρωπος είναι «κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν του Θεού», ουδόλως ομοιάζει στην κτιστότητά του, με Αυτόν, ο Οποίος είναι Άναρχος.

Αυτή η διευκρίνηση, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται ίσως υπερβολική ή ακόμη σχολαστική, έχει θεμελιώδη σημασία για την Ορθόδοξη θεολογία και ανθρωπολογία· δηλώνει δε τη ανάγκη για την μέγιστη δυνατή προσοχή, κατά την εξέταση κειμένων, που προορίζονται για ευρύτατη κυκλοφορία (ακόμη και στην προκειμένη περίπτωση, που το κείμενο δεν προτίθεται να μιλήσει για το Τριαδολογικό δόγμα, όπως εδώ, αλλά άθελα θέτει προβληματικά δογματικά ζητήματα). Η εξάπλωση της εσφαλμένης χρήσης του όρου «ανθρώπινο πρόσωπο» για τον άνθρωπο, τα τελευταία 75 χρόνια, έχει οδηγήσει σε πολλές διαστρεβλώσεις της θεολογικής ορολογίας, στο πεδίο της Δογματικής – μία από τις πλέον αξιοσημείωτες είναι η ιδέα ότι υπάρχει «κοινωνίαν τῶν θείων προσώπων» στην Αγία Τριάδα, θέση που διατυπώνεται ρητώς στο εν λόγω κείμενο (αρθ. 2. α).[7] Οι ακριβείς θεολογικές συζητήσεις κατά τον 4ο και τον 5ο αιώνα, ξεκαθάρισαν ότι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι ενωμένοι σε μια αΐδιο κοινωνία ουσίας (με διακριτά υποστατικά ιδιώματα των Τριών Προσώπων - το γεννητόν του Υιού, το εκπορευτόν του Αγίου Πνεύματος και την μοναρχία του Πατρός), και ενώ συνυπάρχουν πάντοτε σε αλληλοπεριχώρηση, δεν υφίσταται μεταξύ τους κοινωνία των Προσωπικών (υποστατικών) Ιδιωμάτων τους.

Η λανθασμένη χρήση του όρου «ανθρώπινο πρόσωπο»,για τον άνθρωπο, ωστόσο, έχει οδηγήσει σε θεωρήσεις, οι οποίες εκλαμβάνουν την κοινωνία του ανθρωπίνου γένους ως εφαρμογή της φύσεως της Αγίας Τριάδος κατά τρόπο αντίθετο στη σαφή διδασκαλία των (θεοφόρων) Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων. Επι πλέον, τέτοια λανθασμένη ορολογία περί της Αγίας Τριάδος δημιουργεί νέα ανθρωπολογικά προβλήματα, τα οποία προκύπτουν από μία θεώρηση «του ανθρωπίνου προσώπου» «ὡς κοινωνίαν προσώπων ἀντανακλώντων κατά χάριν διά τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους τήν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι ζωήν καί κοινωνίαν τῶν θείων προσώπων» (αρθ. 2.α – μία από τις πλέον προβληματικές φράσεις του κειμένου). Παρότι είναι αλήθεια ότι η ελευθερία του ανθρώπου (η θεματική του άρθρου 2), είναι δωρεά που εκπορεύεται από το γεγονός, ότι αυτός έχει δημιουργηθεί «κατ’ εικόνα» του Θεού, εντούτοις ούτε η ζωή του στην ευρύτερη κοινωνία του γένους των ανθρώπων, ούτε η ελευθερία που ασκεί εντός αυτής, είναι συγκρίσιμες με την ελευθερία των Θείων Προσώπων, η οποία εκφράζεται στην αιώνια αλληλοπεριχώρησή τους.

Σε πολλά σημεία του Κειμένου υπάρχουν ενδείξεις αυτής της εσφαλμένης ανθρωπολογίας, οι οποίες συνοψίζονται στην επιθυμία των συντακτών του να προωθήσουν «τη γενική αναγνώριση της υψηλής αξίας του ανθρωπίνου προσώπου» (άρθ. 1.iii) ως πηγή για την αποστολική γλώσσα του κειμένου. Ωστόσο, όταν ο άνθρωπος προσδιορίζεται, εσφαλμένα, ως ανθρώπινο πρόσωπο, το οποίο αντανακλά μια λανθασμένη αντίληψη περί μιας «κοινωνίας των Θείων Προσώπων" στην Αγία Τριάδα, τότε η «υψηλή αξία» του θεωρείται κατ’ ανάγκην με ανακριβείς όρους. Η αξία του ανθρώπου είναι πράγματι υψηλή, αλλά το ορθό θεμέλιο της αξίας του έγκειται ακριβώς στην κτιστή διάκρισή του από τα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, στη ζωή της Οποίας καλείται ωστόσο και την εικόνα της Οποίας ο ίδιος φέρει μυστικά, κάτι που τον καθιστά μοναδικό σε όλη την κτίση, καθότι αυτός μπορεί να φθάσει στην ομοίωση με τον Θεό, μέσω της (κατά χάριν) θεοποίησης της φύσεώς του.

Εν ολίγοις, θέλουμε να τονίσουμε ότι το συγκεκριμένο αυτό κείμενο, για την αποστολή της Εκκλησίας, περιέχει πολλά καλά στοιχεία, όπως είναι η έμφασή του στην ορθή άσκηση της ανθρώπινης ελευθερίας, στην επιδίωξη της ειρήνης και της δικαιοσύνης, στους αγώνες κατά των διακρίσεων, στην αναγνώριση των ποικιλόμορφων προβλημάτων με όρους της κοσμικής και καταναλωτικής ιδεολογίας της σύγχρονης κουλτούρας μας, και ούτω καθεξής - όλοι αυτοί είναι αξιέπαινοι και Θεάρεστοι στόχοι , αλλά όμως, δεν πρέπει να επιδιώκεται η επίτευξή τους με την εφαρμογή εσφαλμένων ανθρωπολογικών και θεολογικών εννοιών. Η φράση «ανθρώπινο πρόσωπο» θα έπρεπε να αντικατασταθεί σε όλη την έκταση του κειμένου με τον πιο ικανοποιητικό όρο "άνθρωπος", ειδικά σε φράσεις-κλειδιά όπως «η αξία του ανθρώπινου προσώπου» (άρθ. 1.iii). Αντίστοιχα, κάποιοι άλλοι αμφιλεγόμενοι ή εσφαλμένα εφαρμοσμένοι ανθρωπολογικοί όροι, πρέπει να ελεγχθούν εξονυχιστικά και να διορθωθούν (όπως η χρήση του όρου "κοινωνικό φύλο-gender", όταν στην πραγματικότητα εννοούν το φύλο–sex). Πβ. Πρόλογος, αρθ. 5 [ii, iii]).

Παρατηρήσεις επί της διαδικασίας και αυθεντίας της Συνόδου

Τέλος, πρέπει να πούμε δύο λόγια σχετικά με τις λειτουργικές διαδικασίες που καθορίστηκαν για τη Σύνοδο, εν σχέσει προς την (δεσμευτική) ισχύ των επισήμων κειμένων που τυχόν θα εγκρίνει, για τον Ορθόδοξο κόσμο.

Δεν είμαστε οι πρώτοι που σχολιάζουμε την εσφαλμένη εκκλησιολογική δήλωση του άρθρο 22 του κειμένου - με τίτλο «Οι σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπό χριστιανικό κόσμο» - η οποία διατείνεται ότι «ἡ διατήρησις τῆς γνησίας ὀρθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον διά τοῦ συνοδικοῦ συστήματος, τό ὁποῖον ἀνέκαθεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀπετέλει τόν ἁρμόδιον καί ἔσχατον κριτήν περί τῶν θεμάτων πίστεως». Οι Ιερές Σύνοδοι της Εκκλησίας, ακόμα και αυτές που θεωρούνται Οικουμενικές στη συνείδηση ​​της Εκκλησίας, ποτέ δεν ήταν «ο αρμόδιος και έσχατο κριτής σε ζητήματα πίστεως,« αλλά μάλλον η Αγιοπνευματοκίνητη επιβεβαίωση του ενός κριτηρίου της Πίστεως, που είναι το ξεκάθαρο θέλημα του Χριστού. Η αληθινή Ορθόδοξη Πίστη δεν διατηρείται «μόνον ... χάρη στο συνοδική θεσμό» της Εκκλησίας, αλλά δια της ακαταγώνιστης ενεργού αρχηγίας του Χριστού επί του Σώματός Του, την οποία οι ορθώς συσταθείσες και δια προσευχής διατηρούμενες ενωμένες Σύνοδοι, φανερώνουν μάλλον, παρά καθορίζουν.

Αυτό επιτυγχάνεται δια της χαρισματικής, Αποστολικής Χάρης, εναποτεθείσας στους Ιεράρχες της Εκκλησίας, η οποία, με τη συνοδική προσευχή και περισυλλογή, αποκαλύπτει μυστικώς το Θέλημα του Θεού, ο Οποίος ομιλεί στους ιερουργούς Του και διαμέσου αυτών. Γι’ αυτόν τον λόγο, εκείνες οι σύνοδοι οι οποίες έχουν αξιολογηθεί από την Εκκλησία ως έχουσες εξουσία δεσμευτική για το έργο και την ζωή αυτής, είναι εκείνες στις οποίες διατηρείται η πλήρης ελευθερία της επισκοπικής χάριτος. Κάθε επίσκοπος εκδηλώνει εξίσου το Αποστολικό χάρισμα και, στη σύνοδο, κάθε επίσκοπος είναι ελεύθερος να υψώσει τη φωνή του στην ολομέλεια της συνάξεως. Μόνο κατά τέτοιον τρόπο δύνανται οι σύνοδοι να αποφανθούν ως έδοξεν… τω αγίω Πνεύματι και ημίν (Πράξεις 15,28) και να διακηρύξουν αυθεντικώς το θέλημα του Κυρίου.

Τόσο οι προσδιορισμοί που έγιναν μέσω της Προσυνοδικής διαδικασίας, όσο και η απόφαση των Προκαθημένων των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως διατυπώνονται στα άρθρα 3, 12 και 13 του «Κανονισμού Οργάνωσης και Λειτουργίας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας», καθιστούν σαφές ότι η Πανορθόδοξη αυτή σύναξη, που πρόκειται να λάβει χώρα φέτος, δεν θα έχει τον χαρακτήρα αυτών των Συνόδων. Εμείς σπεύδουμε να προσθέσουμε, με πνεύμα πληρότητας πίστεως και αγάπης, ότι αυτό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να έχει αξία και σημασία η μέλλουσα σύνοδος. Μάλιστα προσευχόμαστε για να αποβεί μια εποικοδομητική συνάντηση, που θα επιτρέψει την αναβάθμιση του διορθοδόξου διαλόγου και του κοινού έργου που επιτελείται. Ωστόσο, μία σύνοδος, η οποία περιλαμβάνει μόνον έναν προκαθορισμένο αριθμό αντιπροσωπευτικών επισκόπων (άρθ. 3.i) και στην οποία οι ψηφοφορίες για την έγκριση των κειμένων θα γίνονται μ’ ένα καινοτόμο μοντέλο - «μία Εκκλησία, μία ψήφος» - βάσει του οποίου η ψηφοφορία "θα διενεργείται από τις αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες και όχι από κάθε συγκεκριμένο μέλος των κατά τόπους αντιπροσωπειών που εκπροσωπούνται στη Σύνοδο» (άρθ. 12.i), και όπου ρητά δηλώνεται ότι «η ψηφοφορία μίας Εκκλησίας στη Σύνοδο, όχι ενός μέλους της αντιπροσωπείας, δεν αποκλείει την πιθανότητα ένας ή και περισσότεροι ιεράρχες της αντιπροσωπείας μιας συγκεκριμένης αυτοκέφαλης Εκκλησίας να λάβουν αρνητική θέση έναντι προτεινόμενων τροποποιήσεων ή και ολόκληρου κειμένου» (αρθ. 12.ii) και η οποία υποβαθμίζει κάθε τέτοια διαφορετική άποψη" αποτελεί «εσωτερική υπόθεση της Εκκλησίας εκείνης, στην οποία ανήκουν οι ιεράρχες» (αρθ. 12.iii.) - όλα τα προαναφερθέντα σημαίνουν ότι, όποια κείμενα εγκριθούν σε αυτή τη σύνοδο, μπορεί πράγματι να έχουν « μια πανορθόδοξη εγκυρότητα », (αρθ. 13.ii.) αλλά αυτή η εγκυρότητα δεν μπορεί να είναι δεσμευτική ούτε δογματική, αλλά θα αντιπροσωπεύει μόνον την άποψη των ιεραρχών εκείνων, στους οποίους επετράπη, βάσει αυτών των ρυθμίσεων να είναι παρόντες, να εκφράσουν την θέση τους, και να έχουν μια ψήφο.

Αν και είμαστε ικανοποιημένοι με την επιμονή που υπάρχει στο ζήτημα της ομόφωνης συναίνεσης για κάθε τροποποίηση (art. 11.ii), καθώς και της εγκρίσεως των ίδιων των κειμένων (άρθ. 13.i), ως επαρκή διασφάλιση κατά της δυνατότητας επιβολής οποιουδήποτε κειμένου με ψήφο απλώς «κατά πλειοψηφίαν», εντούτοις παραμένει το γεγονός ότι, ακόμη και σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται στη σύνοδο με την ομόφωνη συναίνεση των παρόντων, οι αποφάσεις αυτές δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθούν ότι αποτελούν επαρκή μαρτυρία της συναίνεσης του συνόλου της Εκκλησίας, ως εκ τούτου η αυθεντία εγκυρότητας που φέρουν πρέπει να κριθεί ανάλογα.

Συμπέρασμα

Γράψαμε τα παραπάνω, αφενός για να συμβάλλουμε με ορισμένες καίριας σημασίας διορθώσεις στα κείμενα που πρόκειται να εξεταστούν στην προσεχή σύνοδο, με πνεύμα αδελφικής συνεργασίας, συμφωνίας και υποστήριξης των αδελφών Ιεραρχών και κληρικών των άλλων Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι προαναφέρθηκαν στην παρούσα επιστολή, συμβάλλοντας και αυτοί με παρόμοιο τρόπο· αφετέρου δε θέλουμε δια της παρούσης να καθησυχάσουμε το πιστό ποίμνιο που μας έχει ανατεθεί από τον Χριστό, για την ιδιαίτερη προσοχή με την οποία εξετάστηκαν τα κείμενα αυτά από τους ποιμένες τους. Η διαδικασία αντιμετώπισης των ποιμαντικών αναγκών σε κάθε δεδομένη εποχή, απαιτεί έντονη προσευχή και ασκητική αφοσίωση από όλους τους Χριστιανούς, καθώς και αποφασιστική, αφοσιωμένη εργασία με σκοπό να διασφαλιστεί - σε κάθε επίσημο έγγραφο που δημοσιοποιεί η Εκκλησία - η πιστότητα προς το Ευαγγέλιο μας, την αγία μας παρακαταθήκη.

Όλα αυτά τα κείμενα, τώρα, όπως και σε όλη την πορεία της ιστορίας, διέρχονται από πολλά στάδια προετοιμασίας και αναθεωρήσεως· το γεγονός ότι εμείς, από κοινού με άλλους, έχουμε εντοπίσει σοβαρά προβλήματα σε ορισμένα από τα κείμενα, που εκκρεμεί η εξέτασή τους από την προσεχή Σύνοδο δεν πρέπει επ’ ουδενί να είναι αφορμή για φόβο ή ανησυχία. Το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο πάντοτε καθοδηγεί την Εκκλησία με αγάπη, δεν είναι μακριά από εμάς στις μέρες μας· και η Εκκλησία δεν είναι στην εποχή μας, ούτε ήταν ποτέ, στερημένη από την ηγεσία της Αληθινής Κεφαλής της, του Χριστού και Θεού μας, στον Οποίον εναποθέτουμε πλήρως την πίστη μας οτι Εκείνος θα οδηγήσει το Σώμα Του, την Εκκλησία, σε όλη την αλήθεια.

Ζητούμε τη θερμή προσευχή όλων των πιστών μας, ώστε αυτοί καλώς εστηριγμένοι επί την πέτραν της Εκκλησίας, να μπορούν πράγματι με τις ικεσίες τους να στηρίξουν όλους τους Ιεράρχες οι οποίοι θα εργαστούν για το καλό αυτών των διαλόγων και της μέλλουσας Συνόδου.
Υπεγράφη,
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Διασποράς
+ HILARION,
Metropolitan of Eastern America and New York, President of the Synod of Bishops.
+ MARK,
Archbishop of Berlin and Germany.
+ KYRILL,
Archbishop of San Francisco and Western America, Secretary of the Synod of Bishops.
+ GABRIEL,
Archbishop of Montreal and Canada.
+ PETER,
Bishop of Cleveland.
+ NICHOLAS,
Bishop of Manhattan.
[Μετάφραση από τα Αγγλικά: Χαρά Λιαναντωνάκη]

[1] Π.χ. στην ξεκάθαρη γλώσσα του Μ. Βασιλείου στην 1η Κανονική επιστολή (Επ. 188), καθώς και στον Α’ Κανόνα του, στην ερμηνεία του Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτου για το ίδιο θέμα αλλά και σε πολλά θέματα της Εκκλησίαστικής Παραδόσεως.
[2] Από αυτή την άποψη είμαστε ιδιαίτερα ευγνώμονες στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο, για την σαφήνεια της επιστολής του προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος (18 Ιανουαρίου 2016), όπου εφιστά την προσοχή στην υπονοούμενη παρουσία της λεγόμενης «Βαπτισματικής Θεολογίας", που τίθεται μέσω της αναφοράς του (προσυνοδικού) εγγράφου στον 7ο κανόνα της Β’ 'Οικουμενικής Συνόδου, και στον 9ου Κανόνα της Πενθέκτης και η οποία, σημειώνει ο Σεβασμιώτατος, θέτει υπό αμφισβήτηση την απόφαση των Πατριαρχών, του 1756, σύμφωνα με την οποία το ένα βάπτισμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν έχει όμοιό του και σε άλλες ομολογίες.
[3] Είμαστε ευγνώμονες, ως προς τα προαναφερθέντα σημεία, για τη σαφήνεια που προσέφερε η πρόσφατη επιστολή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανασίου (με ημερομηνία 11 Φεβρουαρίου, 2016), με τις απόψεις του οποίου είμαστε σύμφωνοι.
[4] Δείτε την κοινή δήλωση του Πατριάρχη Κυρίλλου και του Πάπα Φραγκίσκου, 12 Φεβ, 2016, ενότητα 24.
[5] Επισημαίνουμε την προσεκτική ακρίβεια που απαιτείται στο ζήτημα αυτό, καθότι το κείμενο χρησιμοποιεί τόσο κάποιες ορθές αναφορές στον «άνθρωπο», όσο και λανθασμένες αναφορές στο «ανθρώπινο πρόσωπο». Οι τελευταίες, που αποτελούν την καρδιά των θεολογικών προβλημάτων, εντοπίζονται στα εξής ( Άρθρο 1 Τίτλος· 1. Γ, 2.α,γ·3.α· 6.ε). Όσον αφορά τους αναγνώστες αυτών των κειμένων από μεταφράσεις, το πρόβλημα ορισμένες φορές είναι σύνθετο (λ.χ., η ευρέως κυκλοφορηθείσα αγγλική μετάφραση, που δεν είναι μία επίσημη μετάφραση των προ-Συνοδικών Διασκέψεων, δημιουργεί συχνά σύγχυση στο επίμαχο θέμα, επειδή αδυνατεί να διακρίνει ανάμεσα στους διαφορετικούς όρους του επίσημου κειμένου, αποδίδοντας σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις τον όρο άνθρωπος ως «Human person» πβ.. Pref. paras. 2, 4; art. 1.i; multiple instances in 2.i; 6.iii, x; multiple instances in 6.xii, 6.xv).
[6] Σημειώνουμε εδώ μια σημαντική διάκριση που αφορά τη χρήση θεολογικής ορολογίας στη Ρωσική και στην ελληνική γλώσσα: Η Ρωσική διαφοροποιεί τον όρο Лицо (που χρησιμοποιείται αναφορικά με τα Θεία Πρόσωπα, Лицы, της Αγίας Τριάδος) από τον όρο личность, που ενίοτε χρησιμοποιείται αναφορικά με τον άνθρωπο, διότι διατηρεί τη διάκριση ανάμεσα στον τύπο των Προσώπων που προσδιορίζονται στην Τριάδα και στην ύπαρξη των ανθρωπίνων όντων. Συνεπώς, στην επίσημη Ρωσική έκδοση του παρόντος κειμένου η επίμαχη φράση αποδίδεται πάντοτε человеческая личность και όχι человеческое лицо. Απεναντίας, στην ελληνική γλώσσα δεν υφίσταται τέτοια γλωσσολογική διάκριση και ως εκ τούτου η φράση αποδίδεται σε κάθε περίπτωση ως ‘ανθρώπινον πρόσωπον’, όρος εντελώς απαράδεκτος. Αυτό λοιπόν εγείρει, εκτός από ζητήματα θεολογικής ακριβείας και ένα διαδικαστικό πρόβλημα όσον αφορά τα Κείμενα της Συνόδου, επειδή η επίσημη έκδοση του Ρωσικού κειμένου χρησιμοποιεί διαφοροποιημένη ορολογία, που δεν χρησιμοποιείται αντίστοιχα στα ελληνικά. Περαιτέρω ανακολουθία όρων υφίσταται στη γαλλική έκδοση του Κειμένου, που αναφέρει περίπου δώδεκα φορές τον όρο “la personne humaine” (ή μια παραλλαγή αυτού) - αντί για επτά φορές στις εκδόσεις της Ρωσικής γλώσσας και της ελληνικής γλώσσας - χρησιμοποιώντας τον συχνά όπου στο αντίστοιχο ελληνικό κείμενο διαβάζουμε ὁ ἄνθρωπος και στο αντίστοιχο Ρωσικό διαβάζουμε человек (λ.χ. στον Πρόλογο· κεφ. 1.ii.). Κατά συνέπεια έχουμε τρία διαφορετικά Κείμενα μάλλον, με διαφορετικές διακρίσεις και γλωσσικές εκφράσεις, παρά μια τρίπτυχη παρουσίαση ενός ενιαίου κειμένου σε μετάφραση.
[7] Τόσο η Ρωσική όσον και η ελληνική έκδοση περιλαμβάνουν αυτή την εσφαλμένη θεολογική διατύπωση, προσδιορίζοντας την Αγία Τριάδα ως « общение Божественных Лиц » και "Κοινωνία των Θείων Προσώπων

Πηγή: ΕΚΚΛΗΣΙΑ online


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 7 και 0 επισκέπτες