Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Ειδήσεις, Συνεντεύξεις, Βιογραφίες, Σχόλια, Τοπικές Αρχιεπισκοπές

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Ιούλ 05, 2016 12:15 pm

Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, Γιατί δεν υπέγραψα το κείμενο "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον"
1/7/16

Εικόνα

"...επιθυμώ να ενημερώσω τους ενδιαφερόμενους ότι για λόγους συνειδήσεως, επειδή διαφωνώ με το κείμενο αυτό, όπως τελικά διαμορφώθηκε δεν το υπέγραψα".

ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗ ΓΡΑΠΤΗ ΓΝΩΜΗ ΠΟΥ ΚΑΤΕΘΕΣΕ ΣΤΗ "ΜΕΓΑΛΗ" ΣΥΝΟΔΟ:

Λεμεσού Αθανάσιος Για Κείμενο Σχέσεις Με Τον Λοιπόν Χριστιανικόν Κόσμον by thriskeftika blogspot gr


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Ιούλ 05, 2016 2:00 pm

Ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος εξηγεί γιατί δεν υπέγραψε το κείμενο "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον"
29/6/16

Εικόνα

Ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος, ἔχοντας ἐπιστρέψει ἀπὸ τὴν Κρήτη, ὅπου συμμετέσχε στὴν ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀντιλαμβάνεται ὅτι ἔχει τὴν ἐπιτακτικὴ ὑποχρέωση ἐνώπιον τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ τῆς θεοσώστου Μητροπόλεώς του, τοὺς ὁποίους καὶ ἐξεπροσώπησε στὴν ἐν λόγῳ Σύνοδο, καὶ πρὸς γνῶσιν καὶ ἐπίγνωσιν πάντων, νὰ κοινοποιήσει, μέσῳ δημοσίευσης στὴν ἐπίσημη αὐτὴ ἱστοσελίδα τῆς Μητροπόλεώς του, τὸ Ὑπόμνημα, τὸ ὁποῖο συνέταξε καὶ κατέθεσε στὴν Σύνοδο, ἀναφορικῶς πρὸς τὸ θέμα «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον».

Συμπληρωματικὰ καὶ πρὸς ἐνημέρωση ὅσων ἐνδιαφέρονται γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πεπραγμένα, ἀλλὰ καὶ χάριν τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας, δηλώνει καὶ τὰ ἑξῆς:

Τό μόνο κείμενο, τὸ ὁποῖο δὲν ὑπέγραψε κατὰ τὶς ἐργασίες τῆς ἐν λόγῳ Μεγάλης Συνόδου, εἶναι τὸ τελευταῖο συζητηθὲν καὶ ὑπὸ τῶν πλειόνων ἀρχιερέων-μελῶν τῆς Συνόδου συμφωνηθέν, ἀναφορικῶς πρὸς τὶς «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον». Ἡ ἀνάγνωση τοῦ κατωτέρω δημοσιευομένου Ὑπομνήματος τοῦ Πανιερωτάτου Μόρφου δίδει εὔγλωττες ἀπαντήσεις, γιατὶ αὐτὸς δὲν ὑπέγραψε τὸ ὡς ἄνω συμφωνηθὲν κείμενο.

Οἱ σύγχρονοι ἅγιοι Πατέρες Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, Παΐσιος Ἁγιορείτης, Ἰάκωβος Τσαλίκης, Εὐμένιος Σαριδάκης καὶ Σωφρόνιος Σαχάρωφ, τοὺς ὁποίους ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου γνώρισε ἐν ζωῇ καὶ ἀπὸ τὴν διδασκαλία καὶ τὸν βίο τῶν ὁποίων παραθέτει στὸ δημοσιευόμενο Ὑπόμνημά του χαρακτηριστικὰ σχετικὰ ἀποσπάσματα, εἶναι σαφέστατοι ὡς πρὸς τὸ τί καὶ ποιά εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ ποιά ἡ ἐνδεδειγμένη της στάση ἔναντι τῶν ἑτεροδόξων χριστιανῶν. Τὸ σοφὸν ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ εἶναι πάντοτε σαφές. Ὁ Πανιερώτατος Μόρφου λοιπόν, «ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις Πατράσιν», κατέθεσεν ἐνώπιον τῆς Μεγάλης Συνόδου τὴν Πίστιν τῶν Πατέρων ἡμῶν καὶ προφορικῶς καὶ γραπτῶς. Στὰ τῆς Πίστεως πρέπει νὰ «ἀληθεύομεν ἐν ἀγάπῃ». Καί, κατὰ τὸ Κυριακὸ λόγιο, «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς».

Σὲ μία Μεγάλη Σύνοδο, ὅπως ἦταν αὐτὴ τῆς Κρήτης, ἀπαιτεῖται δογματικὴ σαφήνεια τοῦ τί ἐστὶν Ἐκκλησία καὶ τί ἑτερόδοξοι χριστιανοί. Τὸ ἀνωτέρω συμφωνηθὲν σχετικὸ κείμενο ταπεινῶς φρονοῦμε ὅτι πάσχει ἀπὸ ἠθελημένη θεολογικὴ ἀσάφεια. Αὐτὴ τὴν ἀσάφεια οἱ Ποιμένες ἔχουν ὑποχρέωση, τόσο πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους, ὅσο καὶ πρὸς τοὺς ἑτεροδόξους, νὰ τὴν διασαφηνίσουν, ὄχι μόνον ἱστορικῶς, ἀλλὰ πρωτίστως καὶ κυρίως θεολογικῷ τῷ τρόπῳ. Τὸ ἐλπίζουμε καὶ προσευχόμαστε νὰ ἐπιτευχθεῖ σὲ ἑπόμενη Σύνοδο τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.

***
Ὑπόμνημα πρὸς τὴν ἐν Κρήτῃ Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Σύνοδον
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀναφορικῶς πρὸς τὴν εἰδικὴν
Συνεδρίαν αὐτῆς ἐπὶ τοῦ θέματος

«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον»

Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, Οἰκουμενικὲ Πατριάρχα Κωνσταντινου-πόλεως κ. Βαρθολομαῖε καὶ Πρόεδρε τῆς Ἁγίας ταύτης Συνόδου,
Ἅγιοι Προκαθήμενοι τῶν κατὰ τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν,
Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἀγαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,

Ἀναφορικῶς πρὸς τὸ θέμα τῆς παρούσης Συνόδου, «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν Χριστιανικὸν κόσμον», εὐχαριστοῦμεν ἐκ βαθέων τὴν πατρικὴν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ Πρόνοιαν, ἡ ὁποία ἀξιώνει ἡμᾶς νὰ καταθέσωμεν ἐνώπιον Ὑμῶν ἐμπειρίας ἁγίων ἀνθρώπων, ὡς πρὸς τὸ τί εἶναι Ἐκκλησία, καὶ πῶς ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται εἰς τὴν Θεολογίαν τῆς ἐμπειρίας καὶ εἰς τὴν ἁγιοπνευματικὴν ἐμπειρίαν μεγάλων θεολόγων τοῦ συγχρόνου Ὀρθοδόξου κόσμου, ἀνεγνωρισμένου κύρους. Καὶ ταῦτα, καθόσον, κατὰ τοὺς ἁγίους Πατέρας, ἀληθὴς καὶ ἀπλανὴς θεολόγος εἶναι ὁ τῶν παθῶν διὰ τῆς πράξεως, ἤτοι τῆς τηρήσεως τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν, καθαρθείς, φωτισθεὶς διὰ τῆς Τριαδικῆς ἐλλάμψεως καὶ κατὰ χάριν θεωθεὶς διὰ τῆς καθαρᾶς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι προσευχῆς. «Διὰ πολιτείας, ἄνελθε· διὰ καθάρσεως, κτῆσαι τὸ καθαρόν. Βούλει θεολόγος γενέσθαι ποτέ, καὶ τῆς θεότητος ἄξιος; τὰς ἐντολὰς φύλασσε· διὰ τῶν προσταγμάτων ὅδευσον· πρᾶξις γὰρ ἐπίβασις θεωρίας· ἐκ τοῦ σώματος τῇ ψυχῇ φιλοπόνησον», κατὰ τὸν μέγαν ἐν θεολογίᾳ Γρηγόριον τὸν Ναζιανζηνόν. Κατὰ δὲ τὴν ἀπόφανσιν τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Νείλου τοῦ Ἀσκητοῦ, «Εἰ θεολόγος εἶ, προσεύξῃ ἀληθῶς· καί, εἰ ἀληθῶς προσεύξῃ, θεολόγος εἶ.»

Καταθέτομεν λοιπὸν ἐν συνεχείᾳ τὰς ἐν λόγῳ θεολογικὰς ἐμπειρίας, ὡς πρὸς τὸ ἀνωτέρω θέμα, παραθέτοντες καταρχὴν σχετικὰ ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βαρυσημάντου ἔργου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ὅπως κατέγραψε καὶ ἐξέδωκεν αὐτὰς ὁ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀδελφὸς καὶ συλλειτουργός, Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος.

α. «Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι βαπτίζονται καὶ χρίονται, ὅσοι κοινωνοῦν τοῦ Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουν νοερὰ προσευχὴ στὴν καρδιά... Μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι ἔχουν λάβει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα.»

β. «Ὁ Χριστὸς σώζει τοὺς ἀνθρώπους διὰ τῆς Ἐκκλησίας Του καὶ μὲ ὁποιονδήποτε ἄλλο τρόπο Ἐκεῖνος γνωρίζει, ἀλλὰ ἐμεῖς γνωρίζουμε τὸν τρόπο ποὺ σώζεται κανείς, ἤτοι διὰ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ὀρθοδόξου εὐσεβείας, ποὺ εἶναι ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση, ἤ, ὅπως ἀλλοιῶς λέγεται, πράξη καὶ θεωρία.
Ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει σωτηρία. Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὴ σωστικὴ Χάρη σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ὅταν σώζεται κανεὶς ἐκτὸς τῆς ὁρατῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς σώζει αὐτόν. Ἐὰν αὐτὸς εἶναι μέλος ἑτερόδοξο, τότε σώζεται διότι τὸν σώζει ὁ Χριστὸς καὶ ὄχι ἡ ''παραφυάς'', στὴν ὁποία ἀνήκει, διότι μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία ποὺ σώζει, δηλαδὴ ὁ Χριστός.»

γ. «Ὅπου δὲν ὑπάρχει τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ ἀποφανθεῖ περὶ τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων. Κατὰ τοὺς Πατέρας, τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα οὐδέποτε χωρίζεται ἀπὸ τὴν πνευματικότητα... Τὸ κριτήριο τῆς ἐγκυρότητος τῶν Μυστηρίων γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους εἶναι τὸ Ὀρθόδοξο Δόγμα, ἐνῶ γιὰ τοὺς ἑτεροδόξους εἶναι ἡ ἀποστολικὴ διαδοχή. Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση δὲν ἀρκεῖ νὰ ἀνάγουμε τὴν χειροτονία στοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε Ὀρθόδοξο Δόγμα... Ὅπου ὑπάρχει ὀρθὴ διδασκαλία, ὑπάρχει καὶ ὀρθὴ πράξη. Ὀρθοδοξία σημαίνει ὀρθὴ δόξα καὶ ὀρθὴ πράξη.»

δ. «Ὑπάρχει μία ταυτότητα μεταξὺ Ὀρθοδόξου Θεολογίας καὶ Μυστηρίων.»

ε. «Ἡ Ἐκκλησία, ὡς Σῶμα Χριστοῦ, εἶναι τὸ κατοικητήριο τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ . Δὲν μποροῦμε νὰ ξεχωρίσουμε τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, οὔτε καὶ τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὸν Χριστό.
Στὸν Παπισμὸ καὶ Προτεσταντισμὸ γίνεται σαφὴς διάκριση μεταξὺ τοῦ Σώματος καὶ τῆς Ἐκκλησίας... Αὐτὸ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἀδύνατον.»

στ. «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁρατὴ καὶ ἀόρατη... Οἱ ἅγιοι γνωρίζουν ἐκ πείρας τὴ συνύπαρξη ὁρατοῦ καὶ ἀοράτου στοιχείου τῆς Ἐκκλησίας . Ἡ ἐμφάνιση πολλῶν ἁγίων σὲ ζῶντα θεούμενα μέλη τῆς Ἐκκλησίας δείχνει αὐτὴ τὴν πραγματικότητα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀληθινὴ γνώση τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία ἔχουν ὅσοι ἔχουν προσωπικὴ ἐμπειρία.»

Ταῦτα, μεταξὺ πολλῶν ἄλλων παρεμφερῶν, καταθέτει καὶ μαρτυρεῖ τὸ γνήσιον τέκνον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ αὐθεντικὸς συνεχιστὴς τῆς ἀληθοῦς πατερικῆς παραδόσεως, μακαριστὸς πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Ρωμανίδης, καὶ ἐπιμένει νὰ παραπέμπει εἰς τὴν προσωπικὴν ἐμπειρίαν τῶν ἁγίων Πατέρων.

Εἰς τὴν προσωπικὴν ἡμῶν ζωήν, Παναγιώτατε καὶ ἅγιοι ἀρχιερεῖς, ἀνεζητήσαμεν τοιούτους θεοφόρους Πατέρας καὶ Μητέρας. Καὶ ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ ἔδωκεν εἰς ἡμᾶς «ὑπερεκπερισσοῦ ὧν ᾐτούμεθα ἢ ἐνοοῦμεν» (πρβλ. Ἐφεσ. 3, 20), καὶ ἠξίωσεν ἡμᾶς νὰ γνωρίσωμεν ἐκ τοῦ σύνεγγυς καὶ νὰ συναναστραφῶμεν μετὰ γνησίων ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ.

Δύο ἐξ αὐτῶν ὑπῆρξαν οἱ ὅσιοι Γέροντες Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης καὶ Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, τὴν ἁγιότητα τῶν ὁποίων ἀνεκήρυξε προσφάτως τὸ Σεπτὸν Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον. Παραθέτω ἐν συνεχείᾳ χαρακτηριστικὰ ἀποσπά-σματα ἐκ τῆς διδασκαλίας τῶν θεοφόρων τούτων ἀνδρῶν ἀναφορικῶς πρὸς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα, καὶ μάλιστα τὸ θέμα τοῦ μετὰ τῶν ἑτεροδόξων διαλόγου, τοῦ τρόπου προσεγγίσεως τούτων καὶ τῆς εὐθύνης ἡμῶν ἔναντι αὐτῶν.

Ὁ ὅσιος Πορφύριος ἔλεγεν εἰς πνευματικὰ αὐτοῦ τέκνα·
«Ἐσεῖς θὰ κρατήσετε (στοὺς διαλόγους μὲ τοὺς παπικοὺς) καὶ θὰ ἀκολουθήσετε τὴν Ὀρθόδοξη θέση. Ἂν τώρα αὐτοὶ (οἱ παπικοὶ) θέλουν νὰ ἔρθουν μαζί μας, οὔτε μποροῦμε, ἀλλὰ οὔτε καὶ πρέπει νὰ τοὺς ἐμποδίσουμε νὰ ἔλθουν...
Μὴ φοβᾶστε. Οἱ διαθέσεις τοῦ Πάπα ἀνέκαθεν ἦταν νὰ ὑποτάξει τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ θὰ ἔλθει ἡμέρα, ποὺ ὁ διάλογος θὰ ματαιωθεῖ· τίποτε δὲν πρόκειται νὰ γίνει· ἄλλωστε τοὺς Οὐνίτες, αὐτὸ τὸν δούρειο ἵππο, εἶναι φῶς φανάρι ὅτι τοὺς ἐνδιαφέρει νὰ ἀναγνωρίσουν οἱ Ὀρθόδοξοι κεφαλὴν τὸν Πάπα καὶ τίποτε περισσότερο.»

Ὁ δὲ ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης ὑπαγορεύει τὰ ἑξῆς βαρυσήμαντα:
«Πολλοὶ ἅγιοι Μάρτυρες, ὅταν δὲν ἤξεραν τὸ δόγμα, ἔλεγαν: ‘‘Πιστεύω ὅ,τι θέσπισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες.’’ Ἂν κάποιος τὸ ἔλεγε αὐτό, μαρτυροῦσε. Δὲν ἤξερε δηλαδὴ νὰ φέρη ἀποδείξεις στοὺς διῶκτες γιὰ τὴν πίστη του καὶ νὰ τοὺς πείση, ἀλλὰ εἶχε ἐμπιστοσύνη στοὺς Ἁγίους Πατέρες. Σκεφτόταν; ‘‘Πῶς νὰ μὴν ἔχω ἐμπιστοσύνη στοὺς Ἁγίους Πατέρες; Αὐτοὶ ἦταν καὶ πιὸ ἔμπειροι καὶ ἐνάρετοι καὶ ἅγιοι. Πῶς ἐγὼ νὰ δεχθῶ μία ἀνοησία; Πῶς νὰ ἀνεχθῶ νὰ βρίζη ἕνας τοὺς Ἁγίους Πατέρες;’’ Νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὴν παράδοση. Σήμερα, δυστυχῶς, μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκὴ εὐγένεια καὶ πᾶνε νὰ δείξουν τὸν καλό. Θέλουν νὰ δείξουν ἀνωτερότητα καὶ τελικὰ πᾶνε νὰ προσκυνήσουν τὸν διάβολο μὲ τὰ δύο κέρατα. ‘‘Μία θρησκεία,’’ σοῦ λένε, ‘‘νὰ ὑπάρχη’’, καὶ τὰ ἰσοπεδώνουν ὅλα. Ἦρθαν καὶ σ’ ἐμένα μερικοὶ καὶ μοῦ εἶπαν: ‘‘ Ὅσοι πιστεύουμε στὸν Χριστό, νὰ κάνουμε μία θρησκεία.’’ ‘‘Τώρα εἶναι σάν νὰ μοῦ λέτε’’, τοὺς εἶπα, ‘‘χρυσὸ καὶ μπακίρι, χρυσὸ τόσα καράτια καὶ τόσα ποὺ τὰ ξεχώρισαν, νὰ τὰ μαζέψουμε πάλι καὶ νὰ τὰ κάνουμε ἕνα. Εἶναι σωστὸ νὰ τὰ ἀνακατέψουμε πάλι; Ρωτῆστε ἕναν χρυσοχόο: «Κάνει νὰ ἀνακατέψουμε τὴν σαβούρα μὲ τὸν χρυσό;» Ἔγινε τόσος ἀγώνας, γιὰ νὰ λαμπικάρη τὸ δόγμα.’’ Οἱ Ἅγιοι Πατέρες κάτι ἤξεραν καὶ ἀπαγόρευσαν τὶς σχέσεις μὲ αἱρετικό. Σήμερα λένε: ‘‘ Ὄχι μόνο μὲ αἱρετικό, ἀλλὰ καὶ μὲ Βουδδιστὴ καὶ μὲ πυρολάτρη καὶ μὲ δαιμονολάτρη νὰ συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νὰ βρίσκωνται στὶς συμπροσευχές τους καὶ στὰ συνέδρια καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μία παρουσία.’’ Τί παρουσία; Τὰ λύνουν ὅλα μὲ τὴν λογική καὶ δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα. Τὸ εὐρωπαϊκὸ πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ πνευματικά θέματα μποροῦν νὰ μποῦν στὴν Κοινή Ἀγορά.»
«Αὐτό, ποὺ ἐπιβάλλεται σὲ κάθε Ὀρθόδοξο, εἶναι νὰ βάζη τὴν καλὴ ἀνησυχία καὶ στοὺς ἑτεροδόξους, νὰ καταλάβουν δηλαδὴ ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη, γιὰ νὰ μὴν ἀναπαύουν ψεύτικα τὸν λογισμό τους, καὶ στερηθοῦν καὶ σ’ αὐτὴν τὴν ζωὴ τὶς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ στερηθοῦν τὶς περισσότερες καὶ αἰώνιες εὐλογίες τοῦ Θεοῦ.»

Ἕτερος σύγχρονος ὅσιος, μετὰ τοῦ ὁποίου ἠξιώθημεν νὰ συνδεθῶμεν πνευματικῶς, ὑπῆρξεν ὁ ἁγίας μνήμης Γέρων Ἰάκωβος ὁ Τσαλίκης, ὁ «μὲ συγχωρεῖτε». Τὸ προσφάτως ἐκδοθὲν βιβλίον περὶ τῆς ἁγίας αὐτοῦ βιοτῆς , ἀναφέρει καὶ τὸ ἑξῆς χαρακτηριστικὸν περιστατικόν, τὸ ὁποῖον θεωροῦμεν ὅτι ἀφορᾶ καὶ εἰς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα τῆς Συνόδου καὶ ἐνέχει ἰδιαιτέραν ποιμαντικὴν ἀξίαν. Τὸ παραθέτομεν ἐν συνεχείᾳ:
«Ὅταν ἔμεινε γιὰ διανυκτέρευση στὸ Μοναστήρι ἕνας παπικός, ὁ Γέροντας τοῦ φέρθηκε μὲ ἀγάπη. Ὁ ἐπισκέπτης ἦταν καλοπροαίρετος καὶ εἶχε πολλὲς ἀπορίες. Ὁ Γέροντας τοῦ ἐξηγοῦσε μὲ καλωσύνη καὶ πραότητα. Τότε τὸ Μοναστήρι δὲν εἶχε τὴν μεγάλη τράπεζα ποὺ ἔχει τώρα, καὶ ἔτρωγαν ὅλοι μαζὶ (μοναχοί, κληρικοί, λαϊκοὶ) σὲ μιὰ μικρὴ τράπεζα (τραπεζαρία) στὸ ἰσόγειο, δίπλα στὴ βρύση. Εἶχαν προπορευθῆ ὅλοι οἱ ἄλλοι. Κάθησαν στὴν τράπεζα καὶ περίμεναν τὸν Γέροντα. Ὅταν μπῆκε ὁ Γέροντας μέσα, ὅλοι σηκώθηκαν ἀπὸ σεβασμὸ ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ γίνη ἡ συνηθισμένη προσευχὴ τῆς τράπεζας. Ὁ Γέροντας κάθησε, εἶπε καὶ στοὺς ἄλλους νὰ καθήσουν, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ ἄρχισε νὰ τρώη. Ὁ παπικὸς ἦταν πιστός. Παίρνει τὸν λόγο καὶ λέει στὸν Γέροντα: ‘‘Γέροντα, δὲν θὰ κάνωμε προσευχή;’’ Καὶ ὁ Γέροντας ἤρεμα τοῦ ἀπαντᾶ: ‘‘Καλύτερα νὰ κάνωμε σιωπή.’’ Καὶ συνέχισε τὸ φαγητό του. Ἂς κατανοήσουν τὸ πνεῦμα τοῦ ἁγίου Γέροντος ὅσοι ἐπιμένουν στὶς συμπροσευχὲς μὲ τοὺς ἑτεροδόξους.»
Ἄλλος σύγχρονος θεοφόρος πατήρ, τὸν ὁποῖον ἠξιώθημεν νὰ γνωρίσωμεν κατὰ τὴν νεότητα ἡμῶν, εἶναι ὁ τότε ἐφημέριος τοῦ Λεπροκομείου (Νοσοκομείου Λοιμωδῶν Νόσων) Ἀθηνῶν, ἀείμνηστος Γέρων Εὐμένιος Σαριδάκης, γέννημα τῆς ἁγιοτόκου νήσου Κρήτης -ἥτις καὶ φιλοξενεῖ τὴν Σύνοδον ταύτην-, πνευματικὸν τέκνον τοῦ ὁσίου Νικηφόρου τοῦ Λεπροῦ . Παραθέτομεν ἐν συνεχείᾳ θαυμαστὸν γεγονός, τὸ ὁποῖον συνέβη εἰς τὸν Γέροντα Εὐμένιον καὶ σχετίζεται ἀμέσως πρὸς τὸ ὑπὸ ἐξέτασιν θέμα, ὅπως τοῦτο καταγράφεται εἰς ἡμέτερον, προσφάτως ἐκδοθὲν πόνημα . Τοῦ περιστατικοῦ τούτου ἤμην αὐτήκοος (ἐκ τοῦ Γέροντος Εὐμενίου) μάρτυς. Ἀλλ᾽ ἐπειδή, κατὰ τὸ Κυριακὸν λόγιον, «ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθῇ πᾶν ῥῆμα» (Ματθ. 18, 16), εἰς τὸ ὡς ἄνω βιβλίον καταγράφομεν τοῦτο κατὰ τὴν συμμαρτυρίαν τοῦ πνευματικοῦ ἡμῶν ἀδελφοῦ, μοναχοῦ Ἱεροθέου.

«Ὁ Γέροντάς μας, π. Εὐμένιος Σαριδάκης, προσευχόταν κάποτε γιὰ τὸν διάβολο. Τὸν σταμάτησε ὅμως ὁ Θεός, λέγοντάς του ὅτι ἡ προσευχὴ αὐτὴ εἶναι ἀτελέσφορη, ὡς πρὸς τὸ ἐπιδιωκόμενο ἀποτέλεσμα. Κάποτε, ὁ Γέροντας μοῦ ἐκμυστηρεύθηκε ὅτι μνημόνευσε στὴν Πρόθεση τὸν Εὐρωπαῖο γνωστὸ ἀνθρωπιστὴ Ραοὺλ Φολλερώ, παπικὸ στὸ δόγμα, ἐπειδὴ εἶχε εὐεργετήσει τὸ Λεπροκομεῖο καὶ ἦταν πολὺ καλὸς ἄνθρωπος. Τότε, ἄγγελος Κυρίου τοῦ πέταξε τὴ μερίδα ἀπὸ τὸ ἅγιο Δισκάριο τρεῖς φορές. Τὴν τρίτη φορά, τοῦ ἐμφανίσθηκε λέγοντάς του ὅτι ἐκεῖ (στὴν Πρόθεση) ἔχουν θέση μόνο τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Τοῦ ἐξήγησε ὅτι στὸ κομβοσχοίνι του μπορεῖ νὰ βάλει προσευχόμενος τοὺς πάντες, αἱρετικούς, ἑτεροθρήσκους, φονιάδες, ἐγκληματίες, ἀσελγεῖς, τὸ πλήρωμα ὅλης τῆς οἰκουμένης, ζῶντες καὶ κεκοιμημένους. Στὴν εὐχαριστιακὴ Ἀναφορὰ ὅμως, μόνο τοὺς Ὀρθοδόξους, γιατὶ αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὰ μέλη τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.»

Συχνῶς πυκνῶς παραπέμπομεν εἰς τὴν θεόπνευστον ρῆσιν τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα, «Διὰ δὲ τῶν μυστηρίων καὶ ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται, σῶμα οὖσα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους... Σημαίνεται δὲ ἡ Ἐκκλησία ἐν τοῖς μυστηρίοις, οὐχ ὡς ἐν συμβόλοις, ἀλλ᾽ ὡς ἐν καρδίᾳ μέλη… Οὐ γὰρ ὀνόματος ἐνταῦθα κοινωνία μόνον, ἢ ἀναλογία ὁμοιότητος, ἀλλὰ πράγματος ταυτότης.» Ἰδού, λοιπόν, ἡ προσωπικὴ ἐμπειρία τοῦ συγχρόνου ἁγίου πατρὸς Εὐμενίου Σαριδάκη -εἰς τὴν ἁγιότητα τοῦ ὁποίου ἀνεφέρθη ἐνθέρμως ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης εἰς τὸν Προλογικὸν Χαιρετισμὸν Ἑορτολογίου τῆς Μητροπόλεως Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας (ἔτους 2014)-, τί καταθέτει εἰς ἡμᾶς τοὺς περισπουδάστους, μετὰ βροντώδους ἁπλότητος καὶ ἐκπληκτικῆς ἀκριβείας, ἐπικυροῦσα κατὰ πάντα τοὺς θεολογικωτάτους λόγους τοῦ Καβάσιλα. Ὅτι δηλαδὴ «ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις», εἰς τὴν ἱερὰν Πρόθεσιν τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Καὶ τὸ ἀξιοπρόσεκτον εἶναι ὅτι ἄγγελος Κυρίου ἀπεκάλυψε τὴν μεγίστην ταύτην, προικοδοτηθεῖσαν εἰς ἡμᾶς, ἀλήθειαν, περὶ τοῦ τί ἐστὶ δηλονότι Ἐκκλησία, ποῖα τὰ μέλη αὐτῆς καὶ τίς ἡ ἡμετέρα εὐθύνη πρὸς τὰ μὴ ἀποτελοῦντα μέλη αὐτῆς.

Τέλος, παραθέτομεν βαρυσήμαντον κείμενον ἐπιστολῆς τοῦ μεγάλου καὶ συγχρόνου ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, ἱδρυτοῦ τῆς ἐν Ἔσσεξ Ἀγγλίας Πατριαρχικῆς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
«Ἐδῶ ὅμως θέλω νὰ πῶ καὶ λίγα λόγια γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι μιὰ σημαντικὴ μερίδα τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου κλίνει σήμερα νὰ ἀποδεχθεῖ μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ ἐπικίνδυνες αἱρέσεις (Σ.Ε.: ὁ Γέρων ἐννοεῖ ἐνταῦθα τὸν Οἰκουμενιστικὸν Συγκριτισμόν). Αὐτὴ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ διαπίστωση ὅτι δῆθεν στὶς ἡμέρες μας δὲν ὑπάρχει οὔτε μιὰ ἐκκλησία ποὺ νὰ ἔχει διαφυλάξει πλήρως τὴν ἀλήθεια τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ· ὅτι καμιὰ ἐκκλησία δὲν κατέχει σὲ ἀπόλυτο βαθμὸ τὴ γνώση τοῦ μυστηρίου τῆς ἁγίας, χαρισματικῆς χριστιανικῆς ζωῆς σὲ ἠθικὸ καὶ ἀσκητικὸ ἐπίπεδο· ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς ἐκκλησίες, ποὺ ἀποκαλοῦνται χριστιανικές, ἔχουν ἴση χάρη, καὶ γι’ αὐτὸ ὀφείλει νὰ ἐπέλθει ἡ ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν μὲ βάση κάποιον κοινὸ γιὰ ὅλες παρονομαστή.

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ συχνὰ ἐρωτήματα, ποὺ τυχαίνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε, εἶναι τὸ ἐρώτημα ποιός σώζεται καὶ ποιός ὄχι. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ συνήθως σκέπτονται ὅτι σώζεται ὄχι μόνο ὁ Ὀρθόδοξος (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας) ἢ μόνο ὁ Καθολικὸς (σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν), ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἐνάρετοι ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστό. Ἡ ἄποψη αὐτὴ πέρασε ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες καὶ στοὺς πιστοὺς τῶν ὑπολοίπων ἐκκλησιῶν. Ὑπάρχουν πολλοὶ μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, ποὺ ὑποστηρίζουν τὴν ἄποψη αὐτή. Μερικοὶ μάλιστα σκέπτονται ὅτι οὔτε μιὰ ἀπὸ τὶς ὑπάρχουσες ἐκκλησίες δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος, γιατὶ ἡ κάθε μιὰ ἀπὸ αὐτὲς κατὰ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλο βαθμὸ ἔχει παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ἀλήθεια. Οἱ ἴδιοι πάντοτε πιστεύουν ὅτι μόνο τώρα, στὰ τέλη τῶν αἰώνων, συνέλαβαν πλήρως τὸ πνεῦμα τῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ μέχρι τώρα ὅλος ὁ χριστιανικὸς κόσμος, στὴ ροὴ τόσων αἰώνων, βρισκόταν σὲ πλάνη. Λένε ὅτι τώρα ἦρθε ὁ καιρός, ποὺ πρέπει νὰ ἑνωθοῦν ὅλα τὰ διχασμένα μέρη σὲ μιὰ παγκόσμια καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Αὐτή, σύμφωνα μὲ τοὺς ἴδιους, θὰ κατέχει τὴν πλήρη ἀλήθεια ἀπὸ ὅλες τὶς ἀπόψεις, ἂν κατὰ τὴν (παραπάνω) ἕνωση γίνει ἀποδεκτὸ μόνο ἐκεῖνο ποὺ ἀποτελεῖ κοινὸ χαρακτηριστικὸ γιὰ ὅλες τὶς ἐκκλησίες. Ἄλλοι πάλι, φαινόμενο ἀκόμη χειρότερο, διαλογίζονται στὶς καρδιές τους γιὰ κάποιο εἶδος ὑψηλοῦ μυστικισμοῦ, ποὺ ὑπερβαίνει τὰ ὅρια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀντιλήψεως τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ὥστε... δὲν θέλω οὔτε νὰ ἀναφερθῶ περισσότερο σὲ ὅλα αὐτά. Ἐπιθυμῶ μόνο κλείνοντας τὸ θέμα αὐτὸ νὰ πῶ παρενθετικὰ ὅτι πολὺ θὰ ἤθελα (καὶ γι’ αὐτὸ προσεύχομαι στὸν Θεὸ) ἐσεῖς νὰ μὴ πλανηθεῖτε μὲ ὅλα αὐτά, ἀλλὰ νὰ πιστεύετε ἀκράδαντα μὲ τὴν καρδιὰ καὶ μὲ τὸν νοῦ ὅτι ὑπάρχει πάνω στὴ γῆ ἐκείνη ἡ Μία, Μοναδικὴ καὶ Ἀληθινὴ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Κύριος. Ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ διατηρεῖ ἁλώβητη καὶ ἀκέραιη τὴ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ (καὶ ὄχι ξεχωριστὰ μέλη της), κατέχει τὸ πλήρωμα τῆς γνώσεως καὶ τῆς χάριτος καὶ εἶναι ἀλάθητη. Ἐκεῖνο ποὺ γιὰ μερικοὺς δὲν φαίνεται νὰ εἶναι πλήρης διδασκαλία, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ δυνατότητα γιὰ ἐπιστημονικὴ ἐπεξεργασία ποὺ προσφέρει ὁ ἀπεριόριστος καὶ ἀνεξάντλητος πλοῦτος της. Αὐτὸ ὅμως δὲν συγκρούεται καθόλου μὲ ὅ,τι εἴπαμε παραπάνω γιὰ τὴν κατοχὴ τοῦ πληρώματος τῆς γνώσεως.

Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔλαβε τὴν τελική της μορφὴ ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, δὲν ἐπιδέχεται καμιὰ ἀλλαγή. Ὅλη ἡ μετέπειτα ἐπιστημονικὴ ἐργασία πρέπει ἀπαραίτητα νὰ συμφωνεῖ μὲ ὅ,τι ἤδη δόθηκε στὴ θεία ἀποκάλυψη καὶ διατυπώθηκε στὴ διδαχὴ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴ χάρη. Τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος, μπορεῖ νὰ κατέχει μόνο ἡ μία καὶ μοναδικὴ Ἐκκλησία. Ὅλες ὅμως οἱ ἄλλες ἐκκλησίες διαθέτουν χάρη ἐξαιτίας τῆς πίστεως στὸν Χριστό, ὄχι ὅμως στὴν πληρότητα. Μποροῦμε νὰ πιστεύουμε ὅτι καὶ στὶς ἡμέρες μας ἀκόμη ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ποὺ κατὰ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἴσοι μὲ τοὺς μεγάλους ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας τῶν ἀρχαίων χρόνων (τὸ λέω σὲ σχέση μὲ ὅ,τι ἔτυχε νὰ ἀκούσω γιὰ μερικοὺς ἀνθρώπους στὴ Ρωσία), γιατὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ‘‘χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας’’. Ὅλα αὐτὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Ὅποιος ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν πίστη αὐτή, δὲν θὰ σταθεῖ.»
* * *
Παναγιώτατε, ἅγιοι Προκαθήμενοι, ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
Ἐὰν θέλωμεν νὰ εἴμεθα τῇ ἀληθείᾳ «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι», πρέπει νὰ λάβωμεν σοβαρῶς ὑπ᾽ ὄψιν τὴν θεολογικὴν καὶ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἐμπειρίαν αὐτῶν. Καί, μία Σύνοδος, ὡς ἡ παροῦσα, ἡ ὁποία θέλει νὰ εἶναι ἁγία καὶ Μεγάλη, πρέπει ἀναντιρρήτως νὰ λάβει ὑπ᾽ ὄψιν τοὺς ἁγίους καὶ μεγάλους τῆς Πίστεως ἡμῶν.

Αἱ ἀποφάσεις μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου, ἔστω καὶ Διορθοδόξου ἕνεκα κραυγαλέων ἀπουσιῶν, ταπεινῶς φρονοῦμεν ὅτι θὰ τύχωσιν ἀποδοχῆς ὑπὸ κλήρου καὶ λαοῦ εἰς τὸ μέτρον ὅπου εἰς ταύτας ὑπάρχει συμφωνία οὐρανοῦ καὶ γῆς, ἀγγέλων καὶ ἁγίων καὶ ἀνθρώπων. Οἱ χρησιμοποιούμενοι ὅροι εἰς τὰς ἀποφάσεις μιᾶς τοσοῦτον ἱστορικῆς καὶ σημαινούσης Συνόδου, πρέπει νὰ διακρίνωνται διὰ τὴν θεόθεν σοφίαν καὶ τὴν κρυσταλλίνην αὐτῶν θεολογικὴν σαφήνειαν. Αἱ Οἰκουμενικαὶ καὶ Τοπικαὶ Σύνοδοι οὕτω ἀπεφαίνοντο, δογματίζουσαι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, κατὰ τὸ ἀποστολικόν, «ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν» (Πράξ. 15, 28). Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποτελοῦσι τεχνικοὺς ὅρους ἢ νὰ εἶναι ἀποτέλεσμα ‘‘διπλωματικῆς’’ ἀβρότητος αἰ ἀποφάσεις μιᾶς Πανορθοδόξου Συνόδου. Μόνον οὕτω θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ συντελέσωσιν εἰς τὴν τῆς Ἐκκλησίας ἑνότητα καὶ νὰ ἀποτελέσωσι σημεῖον ἀσφαλοῦς θεολογικῆς ἀναφορᾶς εἰς τοὺς μεταγενεστέρους.

Διὰ νὰ μὴν ταλαιπωρήσω λοιπὸν Ὑμᾶς μετὰ ἡμετέρων λόγων, προέκρινα νὰ παραθέσω Ὑμῖν τὴν φωτίζουσαν καὶ συνετίζουσαν ἐπὶ τοῦ πρὸς ἐξέτασιν θέματος ἁγιοπνευματικὴν ἐμπειρίαν συγχρόνων ἁγίων μορφῶν τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.

Αἰτούμενοι τὰς Ὑμετέρας εὐχάς, διατελοῦμεν
Μετὰ τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφικῆς ἀγάπης

Ὁ Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος

Ἐν Κολυμπαρίῳ Κισάμου τῆς Κρήτης, τῇ 24ῃ.06.2016.

Πηγή: ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Ιούλ 05, 2016 2:23 pm

Αναφορές και επισημάνσεις για τη Σύνοδο στην Κρήτη

Εικόνα

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Η Σύνοδος στην Κρήτη των Προκαθημένων και των Μητροπολιτών – εκπροσώπων δέκα εκ των δεκατεσσάρων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών απέτυχε να επιτελέσει το σκοπό της. Χρειάστηκαν 55 χρόνια για να παρουσιαστεί η εικόνα μιας διαιρεμένης Ορθόδοξης ποιμαίνουσας Εκκλησίας.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος δικαίως ήταν δύσθυμος κατά τη λήξη της Συνόδου. «Από την κούραση», μας είπε Μητροπολίτης, που είναι αλήθεια. «Από τη συναίσθηση της ιστορικής του ευθύνης» μας είπε κάποιος άλλος. Πράγματι η ιστορική του ευθύνη είναι μεγάλη. Ως πρόεδρος Της απέτυχε να δείξει στην οικουμένη ενωμένη την Ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι όντως επαχθές για την υστεροφημία του το ότι δεν εκπροσωπήθηκαν στη Σύνοδο τα περίπου δύο τρίτα των Ορθοδόξων Χριστιανών. Η μεγάλη προπαγανδιστική προσπάθεια, που έγινε να προβληθεί πως στη Σύνοδο της Κρήτης ενισχύθηκε η ενότητα των Ορθοδόξων, έπεσε στο κενό. Η πραγματικότητα πίσω από τα στημένα σκηνικά είναι αδυσώπητη.

Επί πλέον, μετά από πενήντα πέντε χρόνια επεξεργασίας των θεμάτων οι συνελθόντες στην Κρήτη Αρχιερείς κατέληξαν αντί Εγκυκλίου, με την οποία θα ενημερώνονταν οι πιστοί για τις αποφάσεις της Συνόδου, σε ένα άσχετο προς τις εργασίες της Συνόδου Μήνυμα! Αυτό είναι μια μέτριας ποιότητας έκθεση ιδεών, που μιλάει επί παντός του επιστητού, από τον φονταμενταλισμό, τη σχέση της χριστιανικής πίστεως με τις επιστήμες (...) και την ...οικολογική κρίση, έως τη σχέση της Εκκλησίας με την πολιτική... Μιλάει για όλα χωρίς να λέγει τίποτε. Ένα μόνο θέμα έξω από αυτά της Συνόδου, αλλά μέσα στις καρδιές όλων των Ορθοδόξων θα έπρεπε να αναφερθεί και δεν αναφέρθηκε. Είναι η βεβήλωση της Αγίας Σοφίας από τους κατακτητές της.

Ακόμη μετά από πενήντα πέντε χρόνια επεξεργασίας στη Σύνοδο κατέληξαν να συζητήσουν μόνο τα έξι, από τα δέκα – εννέα με τη σύμπτυξη δύο - θέματα που είχαν αποφασιστεί το 1976. Αυτά ήσαν η Ορθόδοξος Διασπορά, το Αυτόνομο και ο τρόπος ανακηρύξεώς του, τα κωλύματα γάμου, η νηστεία, η αποστολή της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο και οι σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Δεν συζητήθηκαν το Αυτοκέφαλο και ο τρόπος ανακηρύξεως αυτού, τα Δίπτυχα και το ζήτημα του κοινού ημερολογίου. Πλην του θέματος της σχέσης των Ορθοδόξων με τους ετεροδόξους τα άλλα, όπως προβλεπόταν, δεν παρουσίασαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ούτε στους ίδιους τους συμμετέχοντες στη Σύνοδο. Ίσως μόνο οι λίγες εγκριθείσες τροπολογίες στο θέμα της διασποράς να προκαλέσουν κάποιες αντιδράσεις στα απόντα πατριαρχεία Αντιοχείας και Μόσχας. Πάντως ήσαν τόσο ανιαρά τα θέματα που συζητήθηκαν επί μιαν εβδομάδα στην Κρήτη, ώστε ο κατά τα άλλα πολύ φιλικός και υποστηρικτικός του Φαναρίου Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ. Χρυσόστομος πρότεινε σύντομα να συνεδριάσει πάλι η Σύνοδος για να ασχοληθεί με θέματα που απασχολούν τους πιστούς... Σημειώνεται ότι ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος στην παρέμβασή του στην Ιεραρχία του Μαΐου 2016 τόνισε ότι η Σύνοδος στην Κρήτη δεν μπόρεσε να βρει την ταυτότητά της, απασχολούμενη «με μόνο έξι θέματα άνευρα ανεπίκαιρα, χωρίς ιδιαίτερη στοχοθεσία και μερικά από αυτά είναι αποδεσμευμένα από την παράδοση των Πατέρων».

Μόνο στο θέμα της σχέσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον υπόλοιπο κόσμο υπήρξε αυξημένη δυστοκία στη σύνταξη του τελικού κειμένου. Υπήρξαν σημεία του, στα οποία ο Πατριάρχης Ρουμανίας απείλησε ότι δεν θα τα υπογράψει αν δεν προστεθούν οι τροπολογίες που πρότεινε, οι οποίες και πέρασαν. Τελικά το κείμενο πρέπει να μην έχει ικανοποιήσει το Φανάρι, αλλά δεν ικανοποιεί και το σύνολο του πληρώματος της Εκκλησίας. Για το εν λόγω κείμενο, το σημαντικότερο της Συνόδου, δεν υπήρξε οποιαδήποτε ενημέρωση του Τύπου! Το τελικό κείμενο δόθηκε στη δημοσιότητα χωρίς σχόλια. Και ενώ υπάρχει η πληροφορία ότι υπήρξαν αρχιερείς που δεν το υπέγραψαν, όπως οι Λεμεσού και Μόρφου από την Κύπρο, ή υπέγραψαν με «κάθε επιφύλαξη», όπως ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου, από πλευράς ενημέρωσης τηρείται σιγή ιχθύος, ενώ στα κείμενα που κυκλοφορήθηκαν εμφανίζονται όλοι ότι υπέγραψαν κανονικά......Περισσότερα για το κείμενο των σχέσεων της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους ετεροδόξους θα αναφερθούν στη συνέχεια.
Κατά την εβδομάδα της Συνόδου στην Κρήτη υπήρξε η πρόβλεψη της συμμετοχής των συμμετασχόντων σ’ Αυτήν στη Θεία Λατρεία, αλλά και της παρακολούθησης προγράμματος ψυχαγωγίας με συναυλία και χορούς από βρακοφόρους της Κρήτης....Μητροπολίτης που δεν πήγε στο ψυχαγωγικό πρόγραμμα μας είπε στενοχωρημένος ότι σκέφτεται τους Πατέρες που συμμετέσχον στις Οικουμενικές και Τοπικές Συνόδους πώς περνούσαν την ημέρα τους, τον Μέγα Αθανάσιο, τον Άγιο Σπυρίδωνα και όλους τους υπόλοιπους. Τότε μόνο προσευχή, άσκηση, νηστεία και μελέτη. Τώρα, στην Κρήτη, οι πολλοί λίγη εργασία και στη συνέχεια ανάπαυση σε ξενοδοχεία και ψυχαγωγία...

Στην ενημέρωση του Τύπου πέρα από τη δυσφορία που προκάλεσε ο τρόπος συμπεριφοράς των εξ Αμερικής εθελοντών, που είχαν επιφορτισθεί με την εξυπηρέτηση των δημοσιογράφων, η ενημέρωση ήταν πλημμελής, οπωσδήποτε στα γραπτά κείμενα, ενώ υπήρξε και αγανάκτηση των συμμετασχόντων στη Σύνοδο Αρχιερέων ως προς τη γραμματειακή υποστήριξη και ιδιαίτερα στις μεταφράσεις στη ρωσική γλώσσα.

Η παρουσία της Πολιτείας στην επίσημη έναρξη της Συνόδου στην Κρήτη ήταν κάτι το απαραίτητο. Η σημερινή ελληνική κυβέρνηση αποτελείται από πολλά άθρησκα μέλη, που επιδιώκουν να περιθωριοποιήσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Όμως αντελήφθησαν ότι για σοβαρούς λόγους εθνικούς και θρησκευτικής γεωστρατηγικής ήταν απαραίτητη η παρουσία εκπροσώπων της Κυβέρνησης στην Κρήτη. Κάτι που έγινε. Επί πλέον ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλος άριστα συμπεριφέρθηκε ως οικοδεσπότης, που ήταν, και παρέθεσε γεύμα στους φιλοξενούμενους του πρωθιεράρχες. Επίσης ορθώς παρέστη στην Θεία Λειτουργία της Πεντηκοστής και στον Εσπερινό της Γονυκλισίας, κατά τον οποίο ακολούθησε την τάξη της Εκκλησίας και γονάτισε όπως όλοι οι πιστοί. Μπορεί να υπήρξε δυσανασχέτηση από ορισμένους του κυβερνώντος Κόμματος και όχι μόνο, αλλά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έδειξε παρρησία Χριστιανού πιστού και στη Σύνοδο της Κρήτης εξέφρασε το Σύνταγμα, το οποίο γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον.

Κατακρίνοντας ο Οικουμενικός Πατριάρχης την απουσία των τεσσάρων τοπικών Εκκλησιών (Πατριαρχείων Αντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας και Γεωργίας) συχνά αναφέρθηκε στον εθνοφυλετισμό και στην καταδίκη του από τη Σύνοδο του 1872. Προφανώς υπονόησε ότι εθνοφυλετικοί λόγοι σε συνδυασμό με μιαν αμφισβήτηση των πρεσβείων τιμής του Οικουμενικού Πατριαρχείου οδήγησαν τις τέσσερις Εκκλησίες να μη μετάσχουν στη Σύνοδο της Κρήτης. Ο Πατριάρχης Ρουμανίας Δανιήλ ενοχλήθηκε από τις τόσες αναφορές. του κ. Βαρθολομαίου, γιατί, όπως είπε, φάνηκε ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης καταδικάζει το ίδιο το Έθνος, καταδικάζει δηλαδή μιαν πραγματικότητα και μιαν υψηλή αξία, καταδικάζει τη συλλογική οντότητα που χαρακτηρίζεται από ιστορική, κοινωνική, θρησκευτική, πολιτισμική και, συνήθως, πολιτική ενότητα. Στη συνέχεια ο κ. Δανιήλ διερωτήθηκε αν οι καταστάσεις που βιώνει η Ορθοδοξία σήμερα μοιάζουν με αυτές του βουλγαρικού σχίσματος του 1872 και παρατήρησε ότι το θέμα του εθνοφυλετισμού δεν είναι θέμα της Συνόδου στην Κρήτη και αν θέλει το Φανάρι μπορεί να το φέρει προς συζήτηση σε προσεχή Σύνοδο. Σημειώνεται ότι μη Έλληνες στην εθνότητα Προκαθήμενοι και Μητροπολίτες στις ιδιαίτερες συζητήσεις τους έδειξαν ενοχλημένοι γιατί στις τελεσθείσες Θείες Λειτουργίες προέστησαν μόνο Έλληνες Πατριάρχες και Μητροπολίτες (Σημ. Λ.χ. ο Μητροπολίτης Περγάμου) και γιατί το απολύτως επικρατήσαν στοιχείο κατά τη Σύνοδο ήταν το ελληνικό.

Στην καταληκτήρια συνεδρίαση της Συνόδου ο Οικουμενικός Πατριάρχης μίλησε με θερμά λόγια προς τους ετεροδόξους παρατηρητές. Ιδιαίτερα προς τους εκπροσώπους του Βατικανού και του ΠΣΕ ήταν ιδιαίτερα εκδηλωτικός. «Ορθώς έπραξε» μας είπε Μητροπολίτης, υποστηρικτής του Φαναρίου. Και πρόσθεσε: «Τον Σεπτέμβριο έχουμε τη συνέχεια του θεολογικού διαλόγου με τους Ρωμαιοκαθολικούς και προ ολίγων ημερών συνεδρίασε η Κεντρική Επιτροπή του ΠΣΕ στο Τροντχάϊμ της Νορβηγίας και συγκροτήθηκε η νέα του Εκτελεστική Επιτροπή. Στον θεολογικό διάλογο με τους Ρ/Κ πηγαίνουμε καλά και στα δύο όργανα του ΠΣΕ συμμετέχουμε... Γι’ αυτό δεν πρέπει να τους πικραίνουμε». Σημειώνεται ότι η ΚΕ του ΠΣΕ έχει 20 μέλη, από τα οποία δύο προέρχονται από την Ορθόδοξη Εκκλησία (Σημ. Ένας Πολωνός και ένας Βούλγαρος) δεκατέσσερα από τους Προτεστάντες, ένα από τους Αγγλικανούς και τρία από τους Μονοφυσίτες.... Στη νέα Εκτελεστική Επιτροπή του ΠΣΕ συμμετέχουν τέσσερις Ορθόδοξοι (Σημ. Από τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Μόσχας) δεκαεννέα Προτεστάντες, δύο Μονοφυσίτες και ένας Αγγλικανός.

Ως προς τους Ρωμαιοκαθολικούς μπορεί ο μαζί τους θεολογικός διάλογος να καρκινοβατεί, αλλά το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει προχωρήσει πολύ τη συνεργασία Του μαζί τους. Πέραν της γνωστής θερμής σχέσης, που έχει καλλιεργηθεί του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου με τον Πάπα Φραγκίσκο, υπάρχει μια πολύ προωθημένη συνεργασία μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του π. Ναθαναήλ Συμεωνίδη στην επίσημη εφημερίδα της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής Othodox Observer ( June 2016, p. 10) η Κοινή Επιτροπή Ορθοδόξων και Καθολικών Επισκόπων συνεδρίασε από τις 22 έως τις 24 Μαΐου 2016. Και προσθέτει: «Η εν λόγω Επιτροπή είναι η πρώτη επίσημη συγκέντρωση Ορθοδόξων και Καθολικών Επισκόπων, που έχει ευλογηθεί και υποστηρίζεται και από τις δύο Εκκλησίες και της οποίας συμπροεδρεύουν ο καρδινάλιος Σιν Μάλεϊ της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Βοστώνης και ο Ελληνορθόδοξος Μητροπολίτης Βοστώνης Μεθόδιος». Ο σκοπός της Επιτροπής είναι, όπως σημειώνει ο π. Ναθαναήλ, « να συμβάλει στην αποκατάσταση πλήρους κοινωνίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας και της Καθολικής Εκκλησίας». Πάρα κάτω γράφει ότι ο αρχιδιάκονος Ιωάννης Χρυσαυγής παρουσίασε μιαν περίληψη και σκέψεις για την Ιερά και Μεγάλη Σύνοδο στην Κρήτη και προσθέτει ο π. Ναθαναήλ: «Αναγνωρίζοντας το σημαντικό της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου για την κοινή Χριστιανική μαρτυρία των Καθολικής και Ορθοδόξου Εκκλησιών, η κοινή επιτροπή εξέφρασε τις ελπίδες της ότι η ενότητα μεταξύ των τοπικών αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών θα ωφελήσει τα μέγιστα και την κοινωνία μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων». Από το ρεπορτάζ της επίσημης εφημερίδας της Ελληνορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αμερικής γίνεται φανερό πως το Φανάρι είχε δημιουργήσει μιαν αισιοδοξία στους Καθολικούς και στους Προτεστάντες ότι στη Σύνοδο θα προωθούσε την ένωση μαζί τους. Το τελικό όμως κείμενο της Συνόδου για τις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους ετεροδόξους οπωσδήποτε αποδυνάμωσε σε σημαντικό βαθμό την αισιοδοξία που ήθελε να τους περάσει.

Ένα σοβαρό ζήτημα που πέρασε από τη Σύνοδο της Κρήτης, λόγω της πυγμής που άσκησε το Φανάρι, ήταν η παραβίαση της αρχής της ομοφωνίας. Όπως είναι γνωστό στη Σύνοδο των Προκαθημένων του 2014 είχε ομοφώνως αποφασιστεί ότι «άπασαι αι αποφάσεις τόσον κατά τας εργασίας της Αγίας Μεγάλης Συνόδου, όσον και κατά τα προπαρασκευαστικά στάδια αυτής θα λαμβάνωνται καθ’ ομοφωνίαν». (Βλ. Μήνυμα Προκαθημένων, 6-9 Μαρτίου 2014, παρ. 6). Αφού δεν συμμετέσχον τέσσερις τοπικές Εκκλησίες στη Σύνοδο της Κρήτης δεν μπορούσε να υπάρξει ομοφωνία, άρα δεν έπρεπε να διεξαχθεί η Σύνοδος και ο κ. Βαρθολομαίος όφειλε να αναζητήσει τρόπο, ώστε να επιτύχει την παρουσία όλων των Εκκλησιών. Και όμως διεξήχθη.

Επίσης το Πατριαρχείο της Αντιοχείας δεν είχε υπογράψει τον Κανονισμό λειτουργίας της Συνόδου. Άρα δεν υπήρξε ομοφωνία και χωρίς έγκυρο Κανονισμό δεν θάπρεπε να συγκροτηθεί και να λειτουργήσει η Σύνοδος. Και όμως συνεδρίασε και έλαβε αποφάσεις... Επιπροσθέτως το κείμενο «Το Μυστήριο του Γάμου και τα κωλύματα αυτού» δεν έχει ψηφιστεί ομόφωνα. Ο Πατριάρχης Γεωργίας δεν το έχει καν υπογράψει, ο δε εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αντιοχείας, Μητροπολίτης Ισαάκ αντί υπογραφής έγραψε: «Η Εκκλησία του Πατριαρχείου Αντιοχείας έχει αντίθετη γνώμη και γι’ αυτό δεν συνυπογράφει». Άρα το κείμενο αυτό δεν θάπρεπε να έρθει προς έγκριση στη Σύνοδο με βάση τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8 του Κανονισμού διεξαγωγής Της.... Αυτό το επισήμανε στον Οικουμενικό Πατριάρχη ο Μητροπολίτης Περγάμου, αλλά ο κ. Βαρθολομαίος προχώρησε στη διαδικασία, ως να μην τον άκουσε, ή ως να νόμιζε ότι ήταν ομόφωνη η ψήφιση του κειμένου...

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος στις 24 και 25 Μαΐου 2016 επισήμανε τα ανωτέρω ζητήματα και αποφάσισε να προτείνει, πριν από κάθε άλλη συζήτηση στη Σύνοδο της Κρήτης:
Α. Να υπάρξει ομόφωνη έγκριση του Κανονισμού Οργάνωσης και Λειτουργίας της Συνόδου.
Β. Να υπάρξει ομόφωνη έγκριση του κειμένου «Το Μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού».

Με την απουσία των τεσσάρων Πατριαρχείων η ομοφωνία αποκλειόταν και με βάση την απόφαση του 2014 δεν θάπρεπε να προχωρήσει η Σύνοδος. Και όμως προχώρησε και η αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν φάνηκε να θέτει προς συζήτηση την απόφαση της Ιεραρχίας Της... Αυτό που υποστηρίχθηκε από το Φανάρι, «ας ερχόντουσταν, εμείς προχωράμε» δεν έχει καμία λογική. Αν ήθελε να προχωρήσει θα έπρεπε να είχε θέσει το ζήτημα το 2014. Θα έπρεπε τότε να είχε προτείνει και να είχε αποφασιστεί ότι οι αποφάσεις της Συνόδου και των Προσυνοδικών Επιτροπών λαμβάνονται κατά πλειονοψηφία και όχι με ομοφωνία και ότι ανεξάρτητα από τον αριθμό των Εκκλησιών που θα συμμετείχαν η Σύνοδος θα διεξαγόταν.... Η παρά τα αποφασισθέντα ομοφώνως το 2014 διεξαγωγή της Συνόδου είναι μια λυπηρή εξέλιξη, που προκαλεί ρήγμα στην ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με ευθύνη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικά του κ. Βαρθολομαίου και των άλλων Πρωθιεραρχών και Ιεραρχών, που συμμετέσχον στη Σύνοδο της Κρήτης.

Το τελικό κείμενο της Συνόδου της Κρήτης για το θέμα «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο» εγκρίθηκε – άγνωστο αν ομοφώνως, όπως φαίνεται από τις υπογραφές ή κατά πλειονοψηφία, όπως κυκλοφόρησε η πληροφορία μεταξύ των ψηφισάντων Ιεραρχών – με τροποποιήσεις σε σχέση με εκείνο που ενέκριναν οι Προκαθήμενοι στο Σαμπεζί τον Ιανουάριο του 2016.
Το κείμενο ήταν το σημαντικότερο της Συνόδου, διότι αφορά στην εκκλησιαστική αυτοσυνειδησία της ποιμαίνουσας Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η Ιερά Σύνοδος της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας σε επιστολή της προς τον Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, με ημερομηνία 24 Ιουλίου 2015, είχε τονίσει, μεταξύ των άλλων: « Αδιαμφισβητήτως το κεντρικόν δογματικόν ζήτημα από του Μεγάλου Σχίσματος (1054 μ.Χ) και εντεύθεν, μετά την εμφάνισιν της Διαμαρτυρήσεως (από του 16ου αιώνος) έως και της σήμερον είναι το εκκλησιολογικό ζήτημα, το περί Εκκλησίας ερώτημα». (Σημ. γρ. η υπογράμμιση στο πρωτότυπο).

Στην επιστολή αυτή ζητείται στο κείμενο της σχέσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο να προστεθεί η επικύρωση της Συνόδου του Φωτίου (879/890), ειδικώς δε της διδασκαλίας περί του filioque (Σημ.γρ. Η υπογράμμιση στο πρωτότυπο), το οποίο, όπως γράφεται «ήταν ο κύριος λόγος δια τον χωρισμόν της Εκκλησίας της Ρώμης από το πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Ζητείται ακόμη η επικύρωση των Ησυχαστικών Συνόδων του 14ου αιώνα, οι οποίες «ήσαν η απάντηση στη ρωμαϊκή κατανόηση της θέσεως του Πρώτου στην Εκκλησία (Πρωτείο), στην οποία η απουσία του Αγίου Πνεύματος ανταλλάσσεται από το αλάθητο ανθρώπου τινός».

Για όσους έχουν την άποψη ότι κακώς εγράφη κείμενο σχετικό με την αυτοσυνειδησία της Ορθοδόξου Εκκλησίας σημειώνεται ότι οι Ρωμαιοκαθολικοί στη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού (Σημ. γρ. «Οικουμενική» την ονόμασαν) χαρακτήρισαν ως «το σπουδαιότερο κείμενο» της τη δογματική διάταξη περί Εκκλησίας. Αυτή εγκρίθηκε με 2.151 ψήφους υπέρ και 5 κατά, στις 21 Δεκεμβρίου 1964. Στην εν λόγω Διάταξη τονίζεται ότι «η μοναδική Εκκλησία του Χριστού έχει συσταθεί και οργανωθεί ως κοινωνία μέσα στον κόσμο, έχει τη συγκεκριμένη της ύπαρξη στην Καθολική Εκκλησία, που διοικείται από τον διάδοχο του Πέτρου (Σημ. γρ. Τον Πάπα δηλαδή) και από τους Επισκόπους που βρίσκονται σε κοινωνία μαζί του». Και συνεχίζει: «Για όσους δεν ομολογούν ολόκληρη την πίστη ή δεν διατηρούν την ενότητα της κοινωνίας, κάτω από τον Διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου, η Εκκλησία αισθάνεται πολλούς και διαφόρους δεσμούς...». Κατά τη δογματική Διάταξη της Β΄ Συνόδου του Βατικανού ο σκοπός των δεσμών με τους μη Καθολικούς είναι, «να ενωθούν, κατά τον τρόπο που όρισε ο Χριστός, σε μια ποίμνη, υπό έναν Ποιμένα». Από τότε αρχίζει η «επίθεση αγάπης» του Πάπα Παύλου Στ΄ και των διαδόχων του, την οποία ευχαρίστως αποδέχθηκαν και, με θερμότερο τρόπο, ανταποκρίθηκαν ο αείμνηστος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας και οι μετά από αυτόν Πατριάρχες. Και εμείς λοιπόν, ως Ορθόδοξοι, έπρεπε να επαναβεβαιώσουμε τη δική μας δογματική αλήθεια για την Εκκλησία.

Το προταθέν κείμενο στη Σύνοδο της Κρήτης για τις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο δέχθηκε κριτική από τις Ιεραρχίες και μεμονωμένους Μητροπολίτες, άλλους κληρικούς και από λαϊκούς των τοπικών Εκκλησιών Αντιοχείας, Μόσχας, Σερβίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, Ρουμανίας και Ελλάδος. Το καίριο ζήτημα επί του οποίου επικεντρώθηκε η κριτική ήταν αν οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Προτεστάντες αναγνωρίζονται ως Εκκλησίες.

Στην παράγραφο 6 του προς έγκριση κειμένου γραφόταν: « Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή. Η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής...».
Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφάσισε να προτείνει η εν λόγω πρόταση να τροποποιηθεί και να γίνει: « Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή. Η Ορθόδοξος Εκκλησία γνωρίζει την ιστορικήν ύπαρξιν άλλων χριστιανικών Ομολογιών και Κοινοτήτων μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής...».

Στο τελικό κείμενο η πρόταση διατυπώθηκε ως ακολούθως: «Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή. Παρά ταύτα, η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν ονομασίαν των μη ευρισκομένων εν κοινωνία μετ’ αυτής άλλων ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών...».

Στην παράγραφο 9 στο σχέδιο κειμένου αναγράφεται ότι οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες έχουν χρέος να συμμετέχουν στους θεολογικούς διαλόγους. Στο τελικό κείμενο γράφτηκε πως οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες καλούνται να συμμετέχουν στους θεολογικούς διαλόγους. Στην ίδια παράγραφο και μετά από την επιμονή του Πατριάρχου Ρουμανίας, ο οποίος απείλησε ότι θα αποχωρούσε αν δεν έμπαινε η προσθήκη που πρότεινε, προσετέθη στο σχέδιο κειμένου η ακόλουθη φράση: «Οι διμερείς και πολυμερείς θεολογικοί διάλογοι δέον όπως υπόκεινται εις πανορθοδόξους περιοδικάς αξιολογήσεις».

Αι παράγραφοι 16 έως και 19 αφορούν την παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών. Η πρόταση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ήταν να διαγραφούν και οι τέσσερις. Η πρόταση της απορρίφθηκε και οι παράγραφοι παρέμειναν όπως ήσαν στο προς έγκριση κείμενο. Έμεινε δηλαδή η ασάφεια περί του αν θεωρούνται ή όχι Εκκλησίες οι προτεσταντικές ομάδες. Οι Ρωμαιοκαθολικοί στα κείμενα της Β΄ Βατικανής Συνόδου και στις παπικές εγκυκλίους τις ονομάζουν «χριστιανικές κοινότητες» ή «εκκλησιαστικές κοινότητες».

Στην 20η παράγραφο το προς έγκριση κείμενο έγραφε: «Αι προοπτικαί των θεολογικών διαλόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά των άλλων Εκκλησιών και Ομολογιών προσδιορίζονται πάντοτε επί τη βάσει των κανονικών κριτηρίων της ήδη διαμορφωμένης εκκλησιαστικής παραδόσεως (Κανόνες 7 της Β΄ και 95 της Πενθέκτης Οικουμενικών Συνόδων)».

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος πρότεινε στην εν λόγω παράγραφο να διαγραφεί η λέξη «Εκκλησίες» και να αντικατασταθεί από «Ομολογίες» και «Κοινότητες». Επίσης να προστεθούν και άλλοι Κανόνες Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων και η φράση: «Διευκρινίζεται ότι όταν εφαρμόζεται η κατ’ οικονομίαν εισδοχή Ετεροδόξων δια Λιβέλλου και αγίου Χρίσματος, δεν σημαίνει ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία αναγνωρίζει την εγκυρότητα του Βαπτίσματος ή και των λοιπών μυστηρίων αυτών».

Στο τελικό κείμενο και με επιμονή πάλι του Πατριάρχου Ρουμανίας και άλλων Ιεραρχών η 20ή παράγραφος άλλαξε και διατυπώθηκε ως ακολούθως: «Αι προοπτικαί των θεολογικών διαλόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά του λοιπού χριστιανικού κόσμου προσδιορίζονται πάντοτε επί τη βάσει των αρχών της ορθοδόξου εκκλησιολογίας και των κανονικών κριτηρίων της ήδη διαμεμορφωμένης εκκλησιαστικής παραδόσεως». Διαγράφηκαν οι Κανόνες που υπήρχαν στο προταθέν κείμενο. Η πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν εγκρίθηκε.

Η παράγραφος 21 αναφέρεται στην Επιτροπή «Πίστις και Τάξις». Στο προς έγκριση κείμενο και μετά τα τυπικά, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία παρακολουθεί το έργο της και εκτιμά θετικώς τα θεολογικά της κείμενα, τα οποία « αποτελούν αξιόλογον βήμα εις την Οικουμενικήν Κίνησιν δια την προσέγγισιν των Εκκλησιών» σημειώνεται: « Εν τούτοις η Ορθόδοξος Εκκλησία διατηρεί επιφυλάξεις δια κεφαλαιώδη ζητήματα πίστεως και τάξεως». Στην τελευταία αυτή φράση, πάλι με την επιμονή του Πατριάρχου Ρουμανίας και άλλων Ιεραρχών, στο εγκριθέν κείμενο προστέθηκε η ακόλουθη επεξήγηση: «...Διότι αι μη Ορθόδοξοι Εκκλησίαι και Ομολογίαι παρεξέκλιναν εκ της αληθούς πίστεως της μιας αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας». Η εν λόγω προσθήκη προκάλεσε τη δυσφορία του Οικουμενικού Πατριάρχου, που πάντως υπέγραψε το κείμενο.

Στην παράγραφο 22 του προς έγκριση κειμένου σημειώνεται μεταξύ των άλλων: « Ως μαρτυρεί η όλη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας η διατήρησις της γνησίας ορθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον δια του συνοδικού συστήματος, το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει τον αρμόδιον και έσχατον κριτήν περί των θεμάτων πίστεως».

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, ορθώς και πατερικώς σκεπτομένη, πρότεινε η εν λόγω φράση να αλλάξει με την ακόλουθη: «Ως μαρτυρεί η όλη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας την γνησίαν Ορθόδοξον πίστιν διασφαλίζει η συνείδησις της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Κλήρου και Λαού, η οποία εκφράζεται δια του Συνοδικού Συστήματος, το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει τον αρμόδιον και έσχατον κριτήν περί των θεμάτων πίστεως».

Στο τελικώς εγκριθέν κείμενο η φράση διατυπώθηκε ως ακολούθως: «Ως μαρτυρεί η όλη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η διατήρησις της γνησίας ορθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον δια του συνοδικού συστήματος , το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει την ανωτάτην αυθεντίαν επί θεμάτων πίστεως και κανονικών διατάξεων. (Κανών 6 της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου)».

Η παράγραφος 23 στο προς έγκριση κείμενο αναφέρεται «στην αναγκαιότητα του διαχριστιανικού θεολογικού διαλόγου», κατά τον οποίο «αποκλείεται πάσα πράξις προσηλυτισμού ή άλλης προκλητικής ενεργείας ομολογιακού ανταγωνισμού».

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος πρότεινε στο τέλος της φράσης και μετά τη λέξη «ανταγωνισμού» να τεθεί σε παρένθεση η λέξη Ουνία (π.χ. Ουνία).

Στο τελικό κείμενο έγινε δεκτή η πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος και η Ουνία μπήκε μέσα στο κείμενο. Η φράση διαμορφώθηκε ως ακολούθως: « ...Αποκλειομένης πάσης πράξεως προσηλυτισμού, ουνίας, ή άλλης προκλητικής ενεργείας ομολογιακού ανταγωνισμού».

Το κείμενο τελειώνει με μιαν ευχή: «Δεόμεθα όπως οι χριστιανοί εργασθώσιν από κοινού, ώστε να αποβή εγγύς η ημέρα, καθ’ ην ο Κύριος θα εκπληρώση την ελπίδα των Ορθοδόξων Εκκλησιών και <γενήσεται μία ποίμνη, εις ποιμήν> (Ιωαν.10,16).

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος πρότεινε το κείμενο να διαμορφωθεί ως ακολούθως: « Δεόμεθα όπως οι χριστιανοί εργασθώσιν από κοινού, ώστε να αποβή εγγύς η ημέρα, καθ’ ην ο Κύριος θα εκπληρώση την ελπίδα της Ορθοδόξου Εκκλησίας της επισυναγωγής εις Αυτήν πάντων των εσκορπισμένων και γενήσεται μία ποίμνη είς ποιμήν (Ιωάννου 10,16)».

Η πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν έγινε δεκτή και η ευχή στο τελικό κείμενο έμεινε όπως ήταν στο προταθέν κείμενο.

Επειδή υπήρξε η πληροφορία ότι ο Σέρβος Μητροπολίτης Αθανάσιος Γιέβτιτς ήταν υπέρ της αναγνωρίσεως ως Εκκλησιών των ετεροδόξων και πως διατύπωσε την άποψη ότι ο γέροντάς του Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς είναι παρεξηγημένος ως προς την άποψη του περί των Ρωμαιοκαθολικών παρατίθεται κείμενο του Αγίου σχετικό με τον παπισμό: «...Καμμία αίρεσις δεν εξηγέρθη τόσον ριζοσπαστικώς και τόσον ολοκληρωτικώς κατά του Θεανθρώπου Χριστού και της Εκκλησίας Του, ως έπραξε τούτο ο παπισμός δια του δόγματος περί του αλαθήτου του πάπα – ανθρώπου. Δεν υπάρχει αμφιβολία, το δόγμα τούτο είναι η αίρεσις των αιρέσεων, μία άνευ προηγουμένου ανταρσία κατά του Θεανθρώπου Χριστού».( Ιουστίνου Πόποβιτς «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος», Εκδ. Οίκος «Αστήρ», Αθήναι, 1969, σελ. 159).

Το εγκριθέν κείμενο αφήνει την ασάφεια να δεσπόζει στο πλήρωμα της Εκκλησίας για το ποια είναι τελικά η απόφαση των Πρωθιεραρχών και των Ιεραρχών στη Σύνοδο της Κρήτης, οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Προτεστάντες αποτελούν Εκκλησίες ή όχι; Κατά Ιεράρχη η ασάφεια είναι ηθελημένη, γιατί έτσι η κάθε τοπική Εκκλησία και ο κάθε Ιεράρχης θα εξακολουθεί να ενεργεί κατά συνείδηση και όπως εκείνος νομίζει καλύτερα για την Ορθόδοξη Εκκλησία...

Την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές με επιστολές τους οι Μητροπολίτες Ναυπάκτου Ιερόθεος και Λεμεσού Αθανάσιος επιβεβαιώνουν το ρεπορτάζ του υπογράφοντος και διαβεβαιώνουν ότι δεν υπέγραψαν το κείμενο για τις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον υπόλοιπο Χριστιανικό κόσμο.

Το επίσημο κείμενο της Συνόδου τους φέρνει ότι το υπέγραψαν. Προσκείμενος στο Φανάρι Ελλαδίτης Μητροπολίτης μας είπε πως δεν πρόκειται περί υφαρπαγής της υπογραφής, ούτε περί παραποιήσεως της...Απλώς κάθε Εκκλησία είχε ΜΙΑ μόνο ψήφο, δια του Προκαθημένου Της και εφόσον οι Αρχιεπίσκοποι Κύπρου και Ελλάδος υπέγραψαν το σχετικό κείμενο, τότε ΟΛΟΙ οι Μητροπολίτες των Εκκλησιών Κύπρου και Ελλάδος θεωρήθηκε ότι το υπέγραψαν, έστω και αν ορισμένοι δεν το υπέγραψαν!... Μια ακόμη απόδειξη της ελλείψεως συνοδικότητας στη Σύνοδο της Κρήτης. Στο κείμενό του ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου επιβεβαιώνει ότι για τη στάση του δέχθηκε «σοβαρή πίεση και υβριστική αντιμετώπιση» από Ιεράρχες και ότι «πιέσεις δέχθηκαν και άλλοι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος». Η αποκάλυψη ότι έγιναν υβριστικές επιθέσεις στους Μητροπολίτες που δεν είχαν την ίδια άποψη με το Φανάρι δείχνει ότι στη Σύνοδο πρώτο δεν ήταν ιδανική η ατμόσφαιρα, όπως παρουσιάστηκε, και βεβαίως δεν ήσαν όλες οι αποφάσεις ομόφωνες, σε επίπεδο Ιεραρχών.

Επειδή κατά την ενημέρωση των ΜΜΕ ελέχθη ότι συγκεντρώθηκαν και εψήφισαν τα κείμενα 290 Ιεράρχες, να διευκρινιστεί ότι αυτή η πληροφορία είναι ανακριβής. Τόσοι θα ήσαν αν ήσαν παρούσες και οι 14 τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Με τις δέκα που ήσαν στην Κρήτη ήσαν μόνο 156. Η κάθε τοπική Εκκλησία είχε το δικαίωμα ο Πρωθιεράρχης της να συνοδεύεται με 24 Ιεράρχες maximum. Τον αριθμό αυτόν κάλυψαν μόνο τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Σερβίας και Ρουμανίας. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας είχε στη Σύνοδο της Κρήτης 23 Ιεράρχες, όσους και η Εκκλησία της Ελλάδος, αφού ο Μητροπολίτης Λαρίσης Ιγνάτιος δεν μετέβη στην Κρήτη και δεν αντικαταστάθηκε. Το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων εκπροσωπήθηκε, άγνωστο γιατί, με μόνο πέντε Αρχιερείς, από τους είκοσι που διαθέτει. Για λόγους οικονομίας είπαν ορισμένοι. Δεν επιβεβαιώθηκε η πληροφορία ότι τόσων τις δαπάνες κάλυψε η οργανωτική επιτροπή. Η Εκκλησία της Κύπρου ήταν με όλους τους Αρχιερείς της, δέκα έξι. Επίσης με σχεδόν όλους τους Αρχιερείς τους συμμετέσχον οι Εκκλησίες Πολωνίας (πέντε), Αλβανίας (έξι) και Τσεχίας – Σλοβακίας (τρεις).

Πέντε ακόμη θέματα συζητήθηκαν και εγκρίθηκαν στη Σύνοδο της Κρήτης, εκτός από αυτό, της σχέσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο. Στο κείμενο « Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τον σύγχρονον κόσμον» από την Εκκλησία της Ελλάδος κατετέθησαν τρεις τροπολογίες, από τις οποίες οι δύο εγκρίθηκαν και περιελήφθησαν στο τελικό κείμενο. Στο Α΄ Κεφάλαιο και στην παράγραφο 3 του κειμένου του Σαμπεζί γραφόταν το ακόλουθο: « Ως προϋπόθεσις μιας ευρυτέρας συνεργασίας ( Σημ. γρ. Με τους άλλους χριστιανούς) δύναται να χρησιμεύση η κοινή αποδοχή της υψίστης αξίας του ανθρωπίνου προσώπου. Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι καλούνται να συμβάλουν εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν...Εννοείται ότι η συνεργασία αυτή αποκλείει τόσον τον συγκρητισμόν, όσον και την επιδίωξιν επιβολής οιασδήποτε θρησκείας επί των άλλων». Η Εκκλησία της Ελλάδος ζήτησε αντί «υψίστης αξίας του ανθρωπίνου προσώπου», να γραφεί «υψίστη αξία του ανθρώπου», και στην πολυλεκτική φράση, για την μη αποδοχή του συγκρητισμού, στην οποία λανθασμένα αναφέρονταν «Αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι», να γραφεί « Η Ορθόδοξος Εκκλησία καλείται να συμβάλη εις την διαθρησκειακήν συνεννόησιν και συνεργασίαν, χωρίς τούτο να συνεπάγεται οιονδήποτε θρησκευτικόν συγκρητισμόν». Στο τελικό κείμενο παρέμεινε ο όρος «ανθρώπινο πρόσωπο», ο όρος «Ορθόδοξοι Εκκλησίαι» βελτιώθηκε στο «Αι κατά τόπους Ορθόδοξοι Εκκλησίαι» και η σχοινοτενής πρόταση περιορίστηκε όπως την πρότεινε η Ελλαδική Εκκλησία.

Στο Δ΄ Κεφάλαιο « Η ειρήνη και η αποτροπή του πολέμου» οι συμμετασχόντες στη Σύνοδο της Κρήτης έχασαν τη μεγάλη ευκαιρία να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους προς το χειμαζόμενο και σκληρά δοκιμαζόμενο από αλλοθρήσκους Πατριαρχείο της Αντιοχείας. Έτσι θα έδειχναν ότι, ως Χριστιανοί Ιεράρχες, δεν διακατέχονται από μικροψυχία και μνησικακία για το ότι το εν λόγω Πατριαρχείο απουσίασε από τη Σύνοδο. Όπως είναι γνωστό εξ αιτίας του πολέμου προσωρινά η έδρα του Πατριαρχείου από τη Δαμασκό έχει μεταφερθεί στη Βηρυτό. Είναι η δεύτερη μεταφορά του. Η πρώτη ήταν από την μεγάλη πόλη της Αντιοχείας, που κατέλαβαν οι Τούρκοι, στη Δαμασκό. Το Πατριαρχείο Αντιοχείας έχει απολέσει μεγάλο μέρος του ποιμνίου του και εξακολουθεί να αγνοείται η τύχη του από τριετίας απαχθέντος από τους ισλαμιστές Μητροπολίτη Χαλεπίου Παύλου, κατά σάρκα αδελφού του Πατριάρχου. Στην τρίτη παράγραφο του Δ΄ Κεφαλαίου του τελικού κειμένου γίνεται γενική μνεία «της μονίμου τάσεως αυξήσεως των καταπιέσεων και διώξεων των χριστιανών και άλλων κοινοτήτων, εξ αιτίας της πίστεως αυτών, εις την Μέσην Ανατολήν και αλλαχού, καθώς και αι απόπειραι εκριζώσεως του Χριστιανισμού εκ των παραδοσιακών κοιτίδων αυτού».

Στο θέμα «Η Ορθόδοξος Διασπορά» στο τελικό κείμενο δεν έγιναν αξιομνημόνευτες μεταβολές, σε σχέση με το προταθέν κείμενο. Η κατάσταση στη διαποίμανση της Διασποράς εξακολουθεί να είναι η ίδια. Εξακολουθούν να υπάρχουν σε διάφορες χώρες πολλοί Μητροπολίτες, που η αναφορά τους είναι στα Πατριαρχεία ή στις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες από τις οποίες προέρχονται, εξακολουθούν αυτοί να αποτελούν Επισκοπικές Συνελεύσεις και εξακολουθούν αυτών να προεδρεύουν οι Μητροπολίτες οι προερχόμενοι από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως.

Κάποιοι εκ των Αρχιερέων ζήτησαν να «επανέλθει η κανονικότητα» στη Διασπορά και να υπάρχει στην κάθε χώρα ένας μόνο Επίσκοπος και αυτός να είναι του Φαναρίου. Σ’ αυτούς υπήρξε η απάντηση ότι η κανονικότητα θα ερχόταν όταν η κάθε χώρα αποκτούσε αυτοδιοίκητο (Αυτοκέφαλο) χαρακτήρα διοικήσεως και ο Επίσκοπος της επιλεγόταν από τους Επισκόπους όλων των Ορθοδόξων της κάθε χώρας. Υπήρξε και η άποψη, από μη Έλληνα ποιμενάρχη, με τον οποίο συνομιλήσαμε, ότι οι ξενιτεμένοι αισθάνονται οικεία μόνο στις εθνικές τους Εκκλησίες, που τις βλέπουν ως μια προέκταση της Πατρίδας τους και ένα σοβαρό σύνδεσμο μαζί της και σημείωσε ότι μπορεί το Πατριαρχείο να ονομάζεται και να υποστηρίζει ότι είναι «οικουμενικό» και εναντίον του «εθνοφυλετισμού», αλλά στην ουσία είναι ελληνικό και οι κατά τόπους Εκκλησίες του στη Διασπορά ονομάζονται «Ελληνορθόδοξες».

Ο ίδιος Ιεράρχης μας είπε ότι το Φανάρι έχει σταματήσει το χρόνο μεταξύ 6ου και 11ου αιώνα, στην παντοκρατορία δηλαδή της Ελληνορωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας και του Πατριαρχείου της Βασιλεύουσας, και μεταξύ 15ου και 19ου αιώνα, όταν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το Πατριαρχείο ήταν παντοδύναμο μεταξύ των υποδουλωμένων λαών και διόριζε, όπου νόμιζε, Έλληνες Επισκόπους... Μάλιστα με ρώτησε πώς θα μου φαινόταν σήμερα σε μια χώρα όπως λ.χ. η Ιταλία, στην οποία ζουν 1.000.000 Ρουμάνοι και 20.000 Έλληνες, Επίσκοπός τους να ήταν Έλληνας; Δεν είναι καλύτερα, συνέχισε, να έχουνε Ρουμάνοι και Έλληνες τον δικό τους Επίσκοπο;...Διότι και οι Έλληνες δεν θα αισθάνονταν άνετα με Ρουμάνο Επίσκοπο...

Η Διασπορά είναι μεγάλο ζήτημα και σ’ αυτό είναι ορατός ο ανταγωνισμός μεταξύ Φαναρίου και Μόσχας, που απλώνεται σε όλο τον Πλανήτη. Η Μόσχα και όλες οι μη Ελληνικές τοπικές Εκκλησίες δεν δέχονται την ερμηνεία του Φαναρίου ότι «βαρβαρικές χώρες» είναι όλες εκτός των Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών και επομένως ανήκουν σ’ Αυτό.

Στο θέμα «Η σπουδαιότης της νηστείας και η τήρησις αυτής σήμερον» το τελικό κείμενο επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ της Κανονικής ακριβείας, της «φιλανθρώπου οικονομίας» και της «διακρίσεως των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών», ανάλογα με τις συνθήκες που υπάρχουν σε αυτές. Εκεί που το τελικό κείμενο άλλαξε, σε σχέση με το προταθέν κείμενο του Σαμπεζί, είναι στη νηστεία προ της Θείας Κοινωνίας. Στο προταθέν κείμενο και στην 9η παράγραφο αναγράφεται: «Ωσαύτως το σύνολον των πιστών της Εκκλησίας οφείλει να τηρή τας ιεράς νηστείας και την από μεσονυκτίου ασιτίαν προκειμένου να προσέρχεται τακτικώς εις την Θείαν Μετάληψιν...».

Στο τελικό κείμενο η 9η παράγραφος τροποποιήθηκε ως ακολούθως: «Η προ της θείας κοινωνίας νηστεία τριών ή περισσοτέρων ημερών επαφίεται εις την ευλάβειαν των πιστών, συμφώνως και προς τα λόγια του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου: <...μ’ όλον οπού από τους θείους Κανόνας νηστεία προς της Μεταλήψεως ου διορίζεται, οι δυνάμενοι νηστεύειν προ αυτής και ολόκληρον εβδομάδα, καλώς ποιούσι>». (Ερμηνεία εις τον Κανόνα ιγ΄ της Στ΄ Οικουμενικής Συνόδου, Πηδάλιον σελ. 191). Όμως το σύνολον των πιστών της Εκκλησίας οφείλει να τηρή τας ιεράς νηστείας και την από μεσονυκτίου ασιτίαν προκειμένου να προσέρχηται τακτικώς εις την Θείαν Μετάληψιν...».

Τα Πατριαρχεία Αντιοχείας και Γεωργίας εξέφρασαν έντονες διαφωνίες επί του περιεχομένου του θέματος «Το Μυστήριον του γάμου και τα κωλύματα αυτού».

Ήταν μια από τις αιτίες που δεν προσήλθαν στη Σύνοδο της Κρήτης. Ο Πατριάρχης Γεωργίας δεν υπέγραψε το σχετικό κείμενο στο Σαμπεζί και το Πατριαρχείο Αντιοχείας, δια του εκπροσώπου του, Μητροπολίτη Ισαάκ, αντί υπογραφής ανέγραψε: «Η Εκκλησία του Πατριαρχείου Αντιοχείας έχει αντίθετη γνώμη και γι’ αυτό δεν συνυπογράφει». Σύμφωνα με τον Κανονισμό, που είχε εγκριθεί ομοφώνως, το θέμα περί γάμου δεν θα έπρεπε να συζητηθεί στη Σύνοδο, λόγω του ότι δεν ήρθε με την ομόφωνη γνώμη των Προκαθημένων. Όμως προχώρησε, αφού ο Οικουμενικός Πατριάρχης πήρε επάνω του την ευθύνη.

Οι τροποποιήσεις στο τελικό κείμενο, σε σχέση με το προταθέν από τη Σύνοδο των Προκαθημένων στο Σαμπεζί, τον Ιανουάριο του 2016, είναι στα κωλύματα του γάμου.

Στο προταθέν κείμενο η παράγραφος 5 – υποπαράγραφος i -έγραφε: «Ο γάμος Ορθοδόξων μεθ’ ετεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν ακρίβειαν, μη δυνάμενος να ευλογηθή (Κανών 72 της Πενθέκτης εν Τρούλλω Συνόδου), δυνάμενος όμως να ευλογηθή κατά συγκατάβασιν και δια φιλανθρωπίαν, υπό τον ρητόν όρον ότι τα εκ τούτου τέκνα θέλουν βαπτισθή και αναπτυχθή εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία». Στο τελικό κείμενο αφαιρέθηκε το δεύτερο μέρος της υποπαραγράφου, από το «δυνάμενος» έως το τέλος, που αναφερόταν στην υποχρέωση τα παιδιά να βαπτίζονται και να ανατρέφονται ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Το κείμενο που απέμεινε έχει δύο αναγνώσεις. Η μία είναι πως κωλύονται απολύτως οι γάμοι με ετεροδόξους και η άλλη ότι δια της διαγραφής των υποχρεώσεων που ανελάμβανε το Ορθόδοξο μέλος του ζεύγους αφήνεται η ελευθερία τα παιδιά να μην βαπτισθούν και αναπτυχθούν Ορθόδοξα... Στο τέλος της συζήτησης όλοι οι συμμετασχόντες συμφώνησαν ότι η οικονομία λύνει στην Ορθόδοξη Εκκλησία όλα τα θέματα...
Η εβδόμη παράγραφος του σχεδίου κειμένου του Σαμπεζί έγραφε τα ακόλουθα: «Η εφαρμογή της εκκλησιαστικής οικονομίας σχετικώς (Σημ. γρ. για τους γάμους με ετεροδόξους) οφείλει να αντιμετωπίζεται υπό της Ιεράς Συνόδου εκάστης αυτοκεφάλου Ορθοδόξου Εκκλησίας, συμφώνως προς τας αρχάς των ιερών κανόνων, εν τω πνεύματι της ποιμαντικής διακρίσεως, επί τω σκοπώ της σωτηρίας του ανθρώπου». Στο τελικό κείμενο η εν λόγω παράγραφος ετέθη ως 2η υποπαράγραφος στην παράγραφο 5 και έχει κάποιες τροποποιήσεις. Γράφει: «Η δυνατότης εφαρμογής της εκκλησιαστικής οικονομίας ως προς τα κωλύματα γάμου δέον όπως αντιμετωπίζεται...» (Σημ. Ακολουθεί το ίδιο κείμενο με αυτό του σχεδίου). Οι προστεθείσες λέξεις «δυνατότης εφαρμογής», αντί «εφαρμογής» και το «δέον», αντί του «οφείλει» αφήνουν επίσης περιθώρια «οικονομίας» στις κατά τόπους Εκκλησίες στους γάμους με ετεροδόξους...

Στο θέμα του γάμου και κυρίως στα κωλύματα του εκτός από τις διαφωνίες των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Γεωργίας υπήρξαν στη Σύνοδο της Κρήτης και άλλες ενστάσεις και προτάσεις που δεν πέρασαν. Οι εκπρόσωποι του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας και της Εκκλησίας της Αλβανίας λ.χ. ζήτησαν να επιτραπεί ο δεύτερος γάμος των κληρικών, αν η σύζυγός τους απεβίωσε, τους εγκατέλειψε, ή εμοίχευσε. Η πρόταση δεν έγινε δεκτή. Ορισμένοι επίσης ζήτησαν να αλλάξουν επί το επιεικέστερο οι Κανόνες 53 και 54 της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου. Η πρόταση απερρίφθη γιατί μια Σύναξη Επισκόπων δεν μπορεί να ανατρέψει αποφάσεις Οικουμενικής Συνόδου. Σημειώνεται ότι ο Κανόνας 53 απαγορεύει στον ανάδοχο να παντρεύεται τη χήρα (πολύ περισσότερο τη σύζυγο, ή τη ζωντοχήρα) μητέρα του αναδεκτού του. Και ο Κανόνας 54 απαγορεύει να παντρεύονται ξαδέλφια, ή πατέρας και γιός μητέρα και κόρη ή δύο αδελφές, ή μητέρα και κόρη δύο αδελφούς, ή δύο αδέλφια δύο αδελφές....

Το τελευταίο κείμενο που ετέθη και εγκρίθηκε στη Σύνοδο της Κρήτης ήταν «Το Αυτόνομον και ο τρόπος Ανακηρύξεως αυτού». Αυτό εξελίχθηκε πάλι σε πεδίο διένεξης μεταξύ Φαναρίου και Αθηνών. Στη Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συνεδρίασε στις 24 και 25 Μαΐου τρ. έ., πριν δηλαδή από τη Σύνοδο στην Κρήτη, φάνηκε ο σοβαρός προβληματισμός των μελών της επί του θέματος. Ήταν διάχυτη η φήμη ότι μετά την ψήφιση του εν λόγω κειμένου και με βάση αυτό το Φανάρι θα προχωρούσε στην κήρυξη ως «Αυτόνομης Εκκλησίας» των Μητροπόλεων των «Νέων Χωρών» (Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης και νησιών Ανατολικού Αιγαίου). Αυτός ήταν ο λόγος που ομόφωνα εγκρίθηκε από την Ιεραρχία το κείμενο που πρότεινε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος και το οποίο εξέφραζε αυτούς τους φόβους και προβληματισμούς.
Στην ομόφωνη απόφαση της ΔΙΣ και της Ιεραρχίας τονιζόταν: «Υπάρχει σοβαρός προβληματισμός περί του θέματος του <Αυτονόμου>. Η Αυτονομία είναι μέγας πειρασμός και δύναται να οδηγήση εις κατακερματισμόν Κρατών και εις διάσπασιν λαών και ίσως τείνη εις έξαρσιν του εθνικισμού, όστις έχει καταδικασθή Συνοδικώς και Πανορθοδόξως. Δια τους λόγους τούτους, προτείνεται (Σημ. γρ. Τονίζεται στην απόφαση) η μη συζήτησις του κειμένου τούτου... Επειδή δια το θέμα τούτο γίνονται διάφορα δυσμενή σχόλια και κυρίως ότι πίσω από το κείμενο τούτο υποκρύπτονται διάφορες σκοπιμότητες, προτείνεται στο κείμενο να προστεθή η ακόλουθη παράγραφος: <Εκκλησιαστικαί Επαρχίαι περί των οποίων εξεδόθη Πατριαρχικός Τόμος ή Πράξις δεν δύνανται ίνα αιτήσωνται την χορήγησιν αυταίς αυτονομίας διατηρουμένου απαρρασαλεύτως του υφισταμένου καθεστώτος>».

Την Τετάρτη, 22 Ιουνίου, ήρθε προς συζήτηση το θέμα του Αυτονόμου. Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος έφερε προς συζήτηση την απόφαση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τους φόβους της και την πρότασή της να αποκλεισθεί αυτονόμηση Μητροπόλεων για τις οποίες έχει εκδοθεί Τόμος ή Πράξη. Πριν αρχίσει η συζήτηση ο Πατριάρχης τόνισε ότι διαβεβαιώνει τα μέλη της Συνόδου, ότι δια του κειμένου περί Αυτονόμου δεν έχει πρόθεση να θέσει τέτοιο ζήτημα για τις «Νέες Χώρες». Στην ένσταση γιατί αφού δεν έχει αυτή την πρόθεση, δεν δέχεται να προστεθεί στο κείμενο η πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος απάντησε ότι το λέγει ενώπιον τόσων Αρχιερέων και επομένως ο λόγος του αρκεί. Οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν επέμειναν στο να τεθεί σε ψηφοφορία η πρότασή τους, όμως αμέσως, την 22α Ιουνίου, η Ιερά Σύνοδος εξέδωσε Δελτίο Τύπου, στο όποιο εγράφησαν τα εξής:
«Επί γενομένης προτάσεως – προσθήκης υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος επί του κειμένου «ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΟΝ ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΑΚΗΡΥΞΕΩΣ ΑΥΤΟΥ» ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος διαβεβαίωσε ενώπιον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας ότι σέβεται απολύτως το υφιστάμενο εκκλησιαστικό καθεστώς των Μητροπόλεων των λεγομένων Νέων Χωρών της Εκκλησίας της Ελλάδος και ουδεμία πρόθεση υπάρχει αμφισβητήσεως ή αλλαγής των ισχυόντων».

Στην έκδοση του Δελτίου Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος απάντησε αμέσως με αυθημερόν Ανακοινωθέν της η Αρχιγραμματεία της «Αγίας και Ιεράς Συνόδου», η οποία ελεγχόταν από το Φανάρι:
«Σήμερον Τετάρτην, 22αν Ιουνίου 2016, συζητουμένου ενώπιον της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου του θέματος του Αυτονόμου, επί σχετική δε προτάσει τροπολογίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Α.Θ. Παναγιότης, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος διεβεβαίωσεν ότι το Οικουμενικόν Πατριαρχείον ουδεμίαν πρόθεσιν έχει να χορηγήση αυτονομίαν εις τας Μητροπόλεις των λεγομένων Νέων Χωρών και ότι αύται υπάγονται πάντοτε κανονικώς και πνευματικώς υπό το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, η δε διοίκησις αυτών έχει εκχωρηθεί επιτροπικώς εις την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ελλάδος, την οποίαν η Α.Θ. Παναγιότης και ηυχαρίστησεν δια την τοιαύτην εξυπηρέτησιν προς την Μητέρα Εκκλησίαν».

Με τα δύο Δελτία Τύπου αποτυπώθηκε για μιαν ακόμη φορά η ένταση που υπάρχει στις σχέσεις μεταξύ Φαναρίου και Αθηνών για το θέμα των Μητροπόλεων των Νέων Χωρών, το οποίο είναι πράγματι μείζον εκκλησιολογικά και εθνικά. Η Εκκλησία της Ελλάδος, με το Δελτίο Τύπου Της, θέλησε να προβάλει τη δέσμευση του Πατριάρχη, με τα όσα είπε προφορικά στη Σύνοδο, και να τονίσει ότι ο κ. Βαρθολομαίος σέβεται το υφιστάμενο καθεστώς για τις Μητροπόλεις των λεγομένων Νέων Χωρών, που ανήκουν στην Εκκλησία της Ελλάδος. Απαντώντας το Φανάρι τόνισε ότι οι εν λόγω Μητροπόλεις ανήκουν «κανονικώς και πνευματικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο» και πως η διοίκησή τους έχει εκχωρηθεί στην Εκκλησία της Ελλάδος επιτροπικώς.... Μάλιστα στο τέλος του Πατριαρχικού Ανακοινωθέντος υπάρχει και μια απαράδεκτη, ακόμη και για κοσμική εξουσία, νότα ειρωνείας – ειρωνείας ισχύος –. Ενώ υπάρχει όλη αυτή η γνωστή ένταση την «ευχαριστεί για την εξυπηρέτηση προς την Μητέρα Εκκλησία»...

Σημειώνεται ότι ακόμη και ο μη ειδικός φανατικός υποστηρικτής του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθηγητής του Αστικού Δικαίου, Κων. Βαβούσκος παραδέχεται ότι δια της Πατριαρχικής Πράξεως του 1928 «εδημιουργήθη ιδιόμορφον νομοκανονικόν καθεστώς» ως προς τις Μητροπόλεωις των Νέων Χωρών της Ελληνικής Επικράτειας. Γράφει και μιαν ανακρίβεια, ότι ο Νόμος 3615 του 1928 «εκύρωσε το δια της Πράξεως εν λόγω καθεστώς». Πρόκειται περί οφθαλμοφανούς ανακριβείας, αφού ο Νόμος προηγήθηκε! Ψηφίστηκε στις 10 Ιουλίου του 1928 και η Πράξη αποφασίστηκε στις 4 Σεπτεμβρίου του 1928. Εκ των προτέρων νομοθετική κύρωση Εκκλησιαστικής Πράξης δεν υπάρχει στα παγκόσμια χρονικά. Επίσης στην Εγκύκλιό της 1ης Νοεμβρίου του 1928 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, χωρίς ανταπόδοση των Φαναριώτικων φιλοφρονήσεων, αναφέρει ότι οι Μητροπολίτες των «Νέων Χωρών» «άρτι διοικητικώς υπήχθησαν στην Εκκλησία της Ελλάδος», και τους κανόνες που διέπουν τα καθήκοντά τους, «συμφώνως προς τε τους κειμένους νόμους, ως και προς την σχετικήν Πράξιν του Οικουμ. Πατριαρχείου και την επ’ αυτής απόφασιν της Δ.Ι. Συνόδου». Τους κανόνες αυτούς αποδεχόταν και το Οικουμενικό Πατριαρχείο έως την Πατριαρχία του κ. Βαρθολομαίου...

Ενώ όλα δείχνουν ότι η ένταση μεταξύ των δύο Εκκλησιών είναι πάντα σε επικίνδυνο σημείο ανάφλεξης Μητροπολίτες, προσκείμενοι ιδεολογικά ή συμφεροντολογικά στο Φανάρι, θριαμβολόγησαν διότι ο Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος διαβεβαίωσε ότι δεν θα θέσει υπό τη δικαιοδοσία του τις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών, για το αυτονόητο δηλαδή... Δεν σχολίασαν όμως ότι οι συγκεκριμένες Μητροπόλεις έχουν γίνει πεδίο συνεχούς ενόχλησης της Εκκλησίας της Ελλάδος, με τις σ’ αυτές συνεχείς, ενοχλητικές και πολυδάπανες επισκέψεις του Πατριάρχη...

Για το θέμα των Νέων Χωρών απορίες προκάλεσε η δήλωση του εκπροσώπου Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος στη Σύνοδο της Κρήτης κ. Χάρη Κονιδάρη. Την ώρα που ήσαν γνωστές οι αποφάσεις της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Δελτίο Τύπου Αυτής, καθώς και το Ανακοινωθέν που εξέφραζε τις γνωστές απόψεις του κ. Βαρθολομαίου εκείνος μιλώντας στην ενημέρωση των ΜΜΕ είπε, μεταξύ των άλλων:
« Υπάρχουν πρόσωπα που επιδιώκουν την κρίση στις σχέσεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών, που ζουν μέσα από την αντιπαράθεση και εργάζονται πυρετωδώς για την κρίση. Τα δύο κείμενα (Σημ. γρ. Το Δελτίο Τύπου της Εκκλησίας της Ελλάδος και το Ανακοινωθέν της Συνόδου) κινούνται στην ίδια κατεύθυνση (Σημ.γρ. !!!). Τα πρόσωπα αυτά θέλουν να γεμίσουν με σύννεφα τις σχέσεις των δύο Εκκλησιών. Τα πρόσωπα αυτά ζουν μέσα από την καλλιέργεια της κρίσης στις σχέσεις του Οικ. Πατριαρχείου και της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος. Είναι πρόσωπα τα οποία η ζωή της Εκκλησίας τα προσπερνά, είναι πρόσωπα τα οποία το μόνο που θα πετύχουν να κάνουν είναι να αποτελέσουν θλιβερές υποσημειώσεις στα πολύ σημαντικά κεφάλαια της εκκλησιαστικής ζωής, που γράφονται και εδώ, στα πλαίσια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Από εκεί και πέρα η Εκκλησία της Ελλάδος και προσωπικά ο Προκαθήμενος της, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος και όλα τα μέλη της αντιπροσωπείας αισθάνονται απόλυτα ικανοποιημένοι και χθες και σήμερα και αύριο με την πραγματικά γενναία παρέμβαση του Οικουμενικού μας Πατριάρχης, με την οποία διέλυσε όλα τα σύννεφα τα οποία καλλιεργούσαν τεχνηέντως και για δικούς τους σκοπούς κάποιοι. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ήταν απόλυτα ξεκάθαρος και απέδειξε για μιαν ακόμη φορά ότι διακονεί την ενότητα της Εκκλησίας και ότι κινείται πάντα στο πνεύμα της καταλλαγής. Τόσο ο ίδιος, όσο και ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος είναι εκκλησιαστικοί ηγέτες σοφοί, που διακρίνονται από σύνεση και διάκριση και είναι εκκλησιαστικοί ηγέτες που συνεργάζονται και ο ένας δίνει το χέρι στον άλλο και κυκλοφορούν μαζί για το καλό της Ορθόδοξης Εκκλησίας».

Μητροπολίτης, που του ήταν γνωστή η δήλωση του κ. Χάρη Κονιδάρη, μας διαβεβαίωσε ότι δεν είχε σκοπό με αυτήν να προσβάλει ούτε να θίξει τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, που έκανε δηλώσεις αυστηρές στη Σύνοδο της Ιεραρχίας για το Φανάρι και προσωπικά για τον κ. Βαρθολομαίο, ούτε τα υπόλοιπα μέλη της Ιεραρχίας, για τον προβληματισμό τους περί του Αυτονόμου και των επιπτώσεων αυτού στις Μητροπόλεις των Νέων Χωρών. Στόχος του ήταν νέος στη χειροτονία Μητροπολίτης του Φαναρίου, για τον οποίο υπάρχουν έγκυρες πληροφορίες ότι υπονομεύει την Εκκλησία της Ελλάδος στα κυβερνητικά κλιμάκια, προκαλώντας επικίνδυνη όξυνση στις σχέσεις των δύο τοπικών Εκκλησιών.

Πηγή: ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ

(Πιθανόν να υπάρξει και συνέχεια)


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Ιούλ 05, 2016 2:37 pm

Την προηγούμενη βδομάδα έλειπα σε διακοπές στη Γλύφα Φθιώτιδας κι έτσι δεν είχα τη δυνατότητα να παρακολουθήσω τα γεγονότα των τελευταίων ημερών της Πανορθόδοξης Συνόδου ούτε και τα σχόλια γύρω απ' αυτή.

Τις 2 τελευταίες μέρες προσπαθώ ψάχνοντας τις σχετικές δημοσιεύσεις να καταλάβω, τι τελικά έγινε σ' αυτή τη Σύνοδο και πως μπορεί να επηρεάσει τη ζωή μας ως Ορθόδοξων Χριστιανών άμεσα, αλλά και μελλοντικά.

Χωρίς να έχω καταλήξει πλήρως ακόμη, θεωρώ ότι μάλλον δεν πρόκειται ν΄αλλάξει η ζωή μας απ' όσα ειπώθηκαν ή συνέβησαν σ' αυτή τη Σύνοδο, επειδή:

1) Δεν συμμετείχαν σ' αυτή εκπρόσωποι των μισών και πλέον Ορθόδοξων Χριστιανών
2) Δεν υπήρξε ομοφωνία στο τελικό κείμενο
3) Η διαχείριση της Συνόδου από το Πατριαρχείο, τόσο όσον αφορά την καταπίεση των αντιθέτων φωνών, όσο και τη μεροληπτική ενημέρωση των ΜΜΕ, αφήνει αμφιβολίες για τη δημοκρατικότητα και την ισότιμη συμμετοχή των συνέδρων.
4) Τα συμπεράσματα δεν εισάγουν τίποτε νέο ούτε επιλύουν τα υπάρχοντα προβλήματα, αλλά είναι γεμάτα από ασάφειες, συμβιβασμούς και σκοπιμότητες.

Κρίμα, γιατί χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για την Ορθόδοξη Εκκλησία να γίνει, όπως οφείλει το Φως και Παρηγοριά στον ταραγμένο και σε μεγάλο βαθμό απελπισμένο κόσμο μας. Μήπως τελικά εκείνοι που ζητούσαν αναβολή για καλύτερη προετοιμασία είχαν δίκιο;


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Παρ Ιούλ 08, 2016 1:55 pm

O Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος δεν υπέγραψε το κείμενο "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον"
Παρασκευή, 08 Ιούλιος 2016 09:03 Από thriskeftika.blogspot.gr

Εικόνα

O Μητροπολίτης Μαυροβουνίου Αμφιλόχιος της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μίλησε στον τηλεοπτικό σταθμό "Άτλας" του Μαυροβουνίου για τη Σύνοδο της Κρήτης.

Αναφερόμενος στο κείμενο "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον" είπε ότι το έγγραφο αυτό προκάλεσε έντονες διαμάχες στη Σύνοδο και ότι ο ίδιος θεωρεί ότι ήταν ανεπαρκώς προετοιμασμένο γεγονός που είχε επισημάνει η Αντιπροσωπεία της Σερβικής Εκκλησίας και κατά τις προπαρασκευαστικές συναντήσεις. Ο Μητροπολίτης Αμφιλόχιος απαντώντας σε σχετική ερώτηση ερώτηση του δημοσιογράφου Darko Sukovich είπε χαρακτηριστικά: "Πρέπει να σας πω ότι ήμουν ένας από εκείνους που δεν υπέγραψαν το έκτο κείμενο" δηλαδή το κείμενο για τις "Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον".

Το σχετικό ρεπορτάζ αναφέρει επιπλέον ότι πηγές στην Ελλάδα αναφέρουν ότι το ίδιο κείμενο δεν υπέγραψε ούτε ο Μητροπολίτης Μπάτσκας Ειρηναίος και άλλες πηγές στη Σερβία αναφέρουν ότι το κείμενο δεν υπεγράφη από λίγους Σέρβους επισκόπους.



Αναδημοσίευση από το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τρί Ιούλ 12, 2016 11:45 am

Μητρ. Ναυπάκτου: Λίγο ΜΕΤΑ την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο»
Κυριακή, 10 Ιούλιος 2016 12:11 Από Rousou Mina

Εικόνα

Toυ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέο

Λίγες µέρες πριν την σύγκληση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας», όπως αυτή έχει χαρακτηρισθή τα τελευταία χρόνια, έγραψα ένα άρθρο στο οποίο εξέθετα τις απόψεις µου για την Σύνοδο αυτή. Κατά τον ίδιο τρόπο µετά την σύγκληση της Συνόδου θα καταγράψω τις πρώτες παρατηρήσεις µου που είναι απόρροια όχι στοχασµων, αλλά ιδίας αντιλήψεως, χωρίς να εξαντλώ το µεγάλο αυτό θεµα.

1. Η αποτίµηση του έργου των Συνόδων

Η «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» περάτωσε τις εργασίες της και παρεπέµφθη στην ζωή της Εκκλησίας και την ιστορία της, όπου και θα κριθή. Η ιστορία θα της δώση και την πραγµατική της ονοµασία, γιατί γνωρίζουµε
ότι µερικές Σύνοδοι, ενώ χαρακτηρίσθηκαν ως Οικουµενικές, απορρίφθηκαν από άλλες µεταγενέστερες Συνόδους, καθώς επίσης άλλες Σύνοδοι, ενώ συνεκλήθησαν ως Τοπικές, απέκτησαν οικουµενικό χαρακτήρα. Αυτό οφείλεται στις αποφάσεις τις οποίες έλαβαν και στην αποδοχή τους ή µη από το πλήρωµα της Εκκλησίας.

Γενικά, τις Συνόδους τις κρίνουν όσοι έχουν φωτισµένο νού και θεοπτική εµπειρία, επειδή αυτοί αποτελούν την εγρηγορούσα συνείδηση της Εκκλησίας, ως έχοντες «νούν Χριστού» (Α΄ Κορ. β΄, 16). Μπορεί µερικοί να ειρωνεύωνται τα περί φωτισµου και θεώσεως, αλλά στην πραγµατικότητα αυτή είναι η βάση της ορθοδόξου ζωής, όπως αναλύει θεόπνευστα ο άγιος ∆ιονύσιος ο Αρεοπαγίτης στο κείµενο «περί εκκλησιαστικής Ιεραρχίας» και επισηµαίνουν όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Είναι διαπιστωµένο από όλη την ορθόδοξη βιβλικοπατερική παράδοση ότι οι αυθεντικές προϋποθέσεις µιάς Συνόδου είναι η ησυχαστική-νηπτική
παράδοση των µελών της και η αυθεντική εµπειρική ζωή τους. Στην πρώτη Αποστολική Σύνοδο στα Ιεροσόλυµα οι Απόστολοι είχαν την βεβαιότητα να πούν: «έδοξε γαρ τω Αγίω Πνεύµατι και ηµιν» (Πραξ. ιε΄ , 28).

Καταλάβαιναν την ενέργεια του Αγίου Πνεύµατος όχι στην λογική αλλά στην καρδιά, όπως εκφράζει την εµπειρία αυτή ο Απόστολος Πέτρος, όταν γράφη: «ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πραέος και ησυχίου πνεύµατος, ο εστιν ενώπιον του Θεού πολυτελές» (Α΄ Πετρ. γ΄ , 4).

Ο Απόστολος Παύλος στις επιστολές του γράφει για τους ανθρώπους εκείνους που άγονται από το Άγιον Πνεύµα και αισθάνονται στην καρδιά την κραυγή της υιοθεσίας, τους ψαλµούς και υµνους και τις πνευµατικές ωδές, την συµµαρτυρία του Αγίου Πνεύµατος (Ρωµ. η΄ , 15-16, Γαλ. δ΄, 6. Εφ. γ΄, 16-19. Εφ. ε΄ , 18-19. Κολ. γ΄ , 16).

Αυτήν την αποστολική εµπειρία του Αγίου Πνεύµατος είχαν οι άγιοι Πατέρες, έστω η πλειοψηφία αυτών, που συµµετείχαν στις Οικουµενικές Συνόδους, όπως καταγράφεται στον 1ο Κανόνα της Πενθέκτης Οικουµενικής
Συνόδου. Στον Κανόνα αυτόν, αφού αναφέρονται «οι άγιοι και µακάριοι Πατέρες», των έως τότε Οικουµενικών Συνόδων, στην συνέχεια γράφεται: «πάντων των εν τη εκκλησία του Θεού διαπρεψάντων ανδρών, οι γεγόνασι φωστήρες εν κοσµω λόγον ζωής επέχοντες, την πίστιν κρατείν βεβαίαν». Όταν γράφεται ότι οι άγιοι Πατέρες ήταν «φωστήρες εν κοσµω», που είχαν «λόγον ζωής», εννοείται ότι είχαν την φωτιστική και θεοπτική εµπειρία, και αυτή είναι η βεβαία πίστη την οποία πρέπει να διαφυλάσσουµε και να
εφαρµόζουµε.

Αυτό είχε υπ' όψη του ο π. Ιωάννης Ρωµανίδης και έγραφε: «Η βασική προϋπόθεση όχι µόνον Οικουµενικών Συνόδων, αλλά και Τοπικών Συνόδων είναι ότι, εκείνοι που συνεδριάζουν σε Τοπική Σύνοδο ή σε Οικουµενική Σύνοδο, είναι άνθρωποι οι οποίοι τουλάχιστον βρίσκονται στην κατάσταση του φωτισµου. Αλλά η κατάσταση του φωτισµου δεν αρχίζει όταν πούν την εναρκτήριο προσευχή µιάς Οικουµενικής Συνόδου. ∆εν αρχίζει τότε ο φωτισµος. Οπότε ορισµένοι φονταµελίστ Ορθόδοξοι, δεν ξέρω πως να το περιγράψω, φαντάζονται τους ιστορικούς Επισκόπους σαν τους σηµερινούς Επισκόπους, οι οποίοι ιδέα δεν έχουν από δογµατα, αλλά έχουν δογµατικούς δίπλα τους, δηλαδή συµβούλους οι οποίοι αυτοί τους συµβουλεύουν επάνω στα δογµατα».

Με αυτήν την έννοια κάθε Σύνοδος δεν υπέρκειται της Εκκλησίας, αλλά εκφράζει την ζωή και το φρόνηµα της Εκκλησίας, δηλαδή την εµπειρία και την θεολογία των Αγίων και κρίνεται από αυτούς. Άλλωστε, είναι γνωστός ο λόγος του Αποστόλου Παύλου: «ουκ οίδατε ότι οι άγιοι τον κοσµον κρινούσι;» (Α΄ Κορ. στ΄ 2). ∆ιαβάζοντας τα Πρακτικά των Οικουµενικών Συνόδων παρατηρούµε παντού ότι χρησιµοποιείται η φράση «επόµενοι τοις αγίοις Πατράσι».

Οι Πατριάρχες της Ανατολής το 1848 τόνισαν ότι «ο υπερασπιστής της θρησκείας εστιν αυτό το σωµα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός». Και, φυσικά, µε την λέξη «λαός» δεν εννοείται ο κάθε άνθρωπος που προσπαθεί να κρίνη τα πραγµατα µε την λογική και µε την δική του ιδεολογική προοπτική, αλλά εκείνοι που διαθέτουν νού Χριστού, διότι κατ΄α τον άγιο ∆ιονύσιο τον Αρεοπαγίτη ο ορθόδοξος λαός είναι «η θεωρητική τάξις» µέσα στην Εκκλησία, δηλαδή οι θεούµενοι, οι άγιοι.

Εποµένως, όπως γράφεται στο «Συνοδικό της Ορθοδοξίας», πορευόµαστε «κατά τας των αγίων θεοπνεύστους διδασκαλίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνηµα», δηλαδή συνδέονται στενά οι θεόπνευστες διδασκαλίες των αγίων µε το φρόνηµα της Εκκλησίας.

2. Παρούσες και απούσες Εκκλησίες

Στην «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» παρευρέθηκαν Επίσκοποι, Κληρικοί, µοναχοί και λαικοί σχεδόν απ’ όλο τον ορθόδοξο κοσµο που ζούν στην οικουµένη. Έβλεπε κανείς Κληρικούς και λαικούς που εργάζονται στον ιεραποστολικό τοµεα και στην ζωή της Εκκλησίας µε τις ποικιλόµορφες συνθήκες ζωής (Αµερική, Ευρώπη, Αφρική, Κορέα, Άπω Ανατολή, κλπ.), οι οποίοι κατέθεταν την εµπειρία τους από την εκκλησιαστική διακονία τους. Η Σύνοδος αυτή ήταν ένα παράθυρο που έδειχνε πως λειτουργεί η Ορθόδοξη Εκκλησία στην οικουµένη.

Έχουµε την δυνατότητα να δούµε τον Συνοδικό τρόπο ζωής της Εκκλησίας σε Μητροπολιτικό επίπεδο, µε τις Κληρικολαικές Συνάξεις, και σε ευρύτερο εκκλησιαστικό επίπεδο, όπως στην Ιεραρχία της Εκκλησίας της
Ελλάδος, αλλά πρώτη φορά είχαµε την δυνατότητα να δούµε τον συνοδικό τρόπο ζωής της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο ανώτατο δυνατό επίπεδο, στην Σύναξη των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, µε τους Προκαθηµένους τους και µέρος των Ιεραρχιών τους.

Βεβαίως, έλειπαν τέσσερεις ζωντανές Εκκλησίες, ήτοι τα Πατριαρχεία Αντιοχείας, Ρωσίας, Γεωργίας και Βουλγαρίας. Είχα µεγάλη επιθυµια να έβλεπα στην Σύνοδο αυτή τους εκπροσώπους του µαρτυρικού Πατριαρχείου της Αντιοχείας, το οποίο είναι βουτηγµένο στα άγια αιµατα του µαρτυρίου, να δίνουν την δική τους µαρτυρική εµπειρία, γι’ αυτό στενοχωριόµουν κάθε φορά που γινόταν αρνητική αναφορά στο Πατριαρχείο αυτό, µε αφορµη τις εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες (Κατάρ). Ήθελα ακόµη να είχα µπροστά µου τους εκπροσώπους του Πατριαρχείου της Ρωσίας, που εξήλθαν από µεγάλο διωγµο εβδοµήντα περίπου ετών, να δίνουν την µαρτυρία της πίστεώς τους. Είναι µια πολυπληθής Εκκλησία, την οποία δεν µπορεί κανείς εύκολα να παραβλέψη, παρά τα προβλήµατα που υπάρχουν. Ακόµη, ήθελα να είχα µπροστά µου εκπροσώπους των Πατριαρχείων Γεωργίας και Βουλγαρίας να εκφράζουν την εµπειρία του ζωντανού ποιµνίου τους.

Λόγω των µεταφράσεων των βιβλίων µου και στις γλώσσες αυτές επισκέφθηκα µεταξύ άλλων τα τέσσερα αυτά Πατριαρχεία, είδα την ζωντανή εκκλησιαστική ζωή τους, η οποία επιθυµούσα να εκφρασθή στην Σύνοδο µε ζωντανό τρόπο, ώστε να αποκτήσουµε καθολικότερη προοπτική της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

∆εν γνωρίζω ακόµη εάν και κατά πόσον θα «αντιδράσουν» τα ζωντανά αυτά Πατριαρχεία στις αποφάσεις της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου». Θα ήταν πραγµατι µια δύσκολη εξέλιξη εάν οι Εκκλησίες αυτές συναντηθούν σε µια άλλη Σύνοδο για να κρίνουν τα αποτελέσµατα της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» και έτσι να προκληθούν και άλλα εκκλησιαστικά προβλήµατα. Σε κείµενα που έγραψα σε ανύποπτο χρόνο, έχω εντοπίσει το γεγονός ότι στον δυτικό χώρο, κυρίως στην Αµερική, η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζεται κυρίως από τους ελληνοφώνους, σλαυοφώνους και αραβοφώνους Χριστιανούς, υπάρχουν δε και άλλες γλωσσικές οµάδες.

Αυτό, φαίνεται πολύ επίκαιρο γιατί είναι δυνατόν µετά την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» να φανή µια διάσπαση και διαίρεση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ανάλογα µε τις γλωσσικές και εθνικές εκφράσεις. Πρέπει να καταβληθούν σύντονες προσπάθειες για να παραµείνη ενωµένη η Ορθόδοξη Εκκλησία και να προσφέρη στους ανθρώπους τον µεγάλο θησαυρό της Πατερικής και λατρευτικής Παραδόσεώς της.

3. Τα θεµατα της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου»

Όσοι παρακολούθησαν είτε µέσα από την Σύνοδο είτε από τα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης –τα οποία έκαναν το έργο τους επιλεκτικά– τις εργασίες της Συνόδου αυτής, διεπίστωσαν ότι συζητήθηκαν έξι κείµενα, τα οποία είχαν καταρτισθή από την δεκατία του '70 και '80 και είχαν επικαιροποιηθή από Πανορθόδοξη Επιτροπή µετά την Σύνοδο των Προκαθηµένων που έγινε στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο του 2014. Πρόκειται για έξι θεµατα τα οποία αναφέρονταν στα βασικά επίπεδα της σύγχρονης εκκλησιαστικής ζωής. Θα µπορούσα συγκεφαλαιώνοντας τα έξι αυτά θεµατα να αναφερθώ στα τέσσερα επίπεδα της θεµατολογίας της Συνόδου.

Το πρώτο επίπεδο αναφερόταν στην εσωτερική ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και την διοικητική της οργάνωση, όπως είναι το θεµα της χορηγήσεως «αυτονοµίας» από Αυτοκέφαλες Εκκλησίες και η Ορθόδοξη
«∆ιασπορά» µε τις Επισκοπικές Συνελεύσεις. Το δεύτερο επίπεδο αναφερόταν στην ποιµαντική των Ορθοδόξων Χριστιανών και σε αυτό υπάγονται τα θεµατα της νηστείας και του γαµου. Το τρίτο επίπεδο αναφερόταν στις σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας µε τον λοιπό Χριστιανικό κοσµο που βρίσκεται στην ∆ύση και την Ανατολή. Και το τέταρτο επίπεδο αναφερόταν στα ευρύτερα κοινωνικά, ανθρωπολογικά, οικολογικά προβλήµατα, τα οποία αντιµετωπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος. Αυτά τα θεµατα αντιµετωπίσθηκαν κατά βάση µε την αρχή της οικονοµίας και της φιλανθρωπίας. Το ίδιο έγινε και στις οµιλίες του Οικουµενικού Πατριάρχου κατά την έναρξη, την λήξη και κατά τις δύο Πατριαρχικές θείες Λειτουργίες, στις προσφωνήσεις των Προκαθηµένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Αυτό έγινε και στα δύο βασικά κείµενα της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», ήτοι την Εγκύκλιο που θα σταλή σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες και το Μήνυµα που διαβάσθηκε κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας την Κυριακή των Αγίων Πάντων στον Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Πέτρου και Παύλου Χανίων.

4. Η ιστορική εκκλησιαστική συνέχεια

Κατά την γνωµη µου ένα από τα µεγαλύτερα και σηµαντικότερα σηµεία της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» είναι ότι εξαφάνισε κυριολεκτικά το «παραµύθι», που λεγόταν τόσο καιρό πριν την σύγκληση της Συνόδου, ότι δήθεν αυτή η Σύνοδος συνέρχεται µετά από 1000 - 1200 χρόνια, και µε αυτόν τον τρόπο παρουσιαζόταν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία βρισκόταν σε µια νάρκη επί µια χιλιετία και δεν ησχολείτο µε ποιµαντικά και θεολογικά ζητήµατα. Επανειληµµένως πριν από την Σύνοδο τόνιζα αυτήν την πραγµατικότητα και δηµοσίως παρεκάλεσα τον Οικουµενικό Πατριάρχη και τους άλλους Προκαθηµένους να µας ελευθερώσουν από αυτό το «παραµύθι», το οποίο είχε κατασκευασθή πιθανόν για επικοινωνιακούς λόγους. Κάποιος παράγοντας κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου αυτής µου είπε ότι «αυτό το είπαµε για να προκαλέσουµε το δηµοσιογραφικό ενδιαφέρον»! Έτσι, χρησιµοποιήθηκε ένα επικοινωνιακό επιχείρηµα σε βάρος της θεολογίας της Εκκλησίας. Οµως, επανειληµµένως ο Οικουµενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαίος στις οµιλίες του υπεγράµµιζε ότι η Εκκλησία είναι µια διαρκής σύνοδος, όπως ακριβώς σύνοδος είναι και η θεία Λειτουργία, είναι ένας ζωντανός οργανισµος και παράγει σωτηριολογικούς καρπούς. Επίσης, υπογραµµίσθηκε δεόντως η µεγάλη αξία των Συνόδων επί Μεγάλου Φωτίου και επί αγίου Γρηγορίου του Παλαµα, οι οποίες κατά την συνείδηση της Εκκλησίας, όπως συναντάται σε κείµενα διαφόρων αγίων, Πατριαρχών και επιστηµόνων, αποτελούν τις Η΄ και Θ΄ Οικουµενικές Συνόδους.

Στην Εγκύκλιο της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» που απεστάλη στις Εκκλησίες µετά την λήξη της αναφέρονται και τα εξής: «Η Ορθόδοξος Εκκλησία εν τη ενότητι και καθολικότητι αυτής, είναι η Εκκλησία των Συνόδων, από την Αποστολικήν εν Ιεροσολύµοις σύνοδον (Πραξ. ιε´, 5-29) έως της σηµερον. Η Εκκλησία αυτή καθ’ αυτήν είναι Σύνοδος υπό του Χριστού συνεστηµένη και υπό του Αγίου Πνεύµατος καθοδηγουµένη, συµφώνως προς το αποστολικόν «έδοξε τω Αγίω Πνεύµατι και ηµιν » (Πραξ. ιε’, 28). ∆ια των Οικουµενικών και των Τοπικών συνόδων, η Εκκλησία ευηγγελίσατο και ευαγγελίζεται το µυστήριον της Αγίας Τριάδος, το οποίον εφανερώθη διά της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Το συνοδικόν έργον συνεχίζεται εν τη ιστορία αδιακόπως διά των µεταγενεστέρων, καθολικού κύρους, συνόδων – ως λ.χ. της επί Μεγάλου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Μεγάλης συνόδου (879-880) και των επί αγίου Γρηγορίου του Παλαµα συγκληθεισών Μεγάλων συνόδων (1341, 1351, 1368), διά των οποίων εβεβαιώθη η αυτή αλήθεια της πίστεως, εξαιρέτως δε περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύµατος και περί της µεθέξεως του ανθρώπου εις τας ακτίστους θείας ενεργείας. Προσέτι δε και διά των εν Κωσταντινουπόλει Αγίων και Μεγάλων συνόδων των ετών 1484 διά την αποκήρυξιν της ενωτικής συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1439), των ετών 1638, 1642, 1672 και 1691 διά την αποκήρυξιν προτεσταντικών δοξασιών, ως και του έτους 1872 διά την καταδίκην του εθνοφυλετισµου ως εκκλησιολογικής αιρέσεως».

Φαίνεται καθαρά ότι οι Σύνοδοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως Σύνοδοι «καθολικού κύρους», που σηµαίνει οικουµενικού κύρους, που έχουν αναγνωρισθή απ’ όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία, και οι οποίοι κατεδίκασαν τις αιρέσεις από τις οποίες διαπνέεται ο δυτικός Χριστιανισµος. Θεωρώ ότι αυτή η διαβεβαίωση είναι το µεγαλύτερο θετικό έργο της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου».

5. Εκκλησιολογικοί προβληµατισµοι

Ο ίδιος ο Οικουµενικός Πατριάρχης κατά την λήξη της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» αναφέρθηκε στις δυσκολίες που παρουσιάσθηκαν στην Σύνοδο, και όπως χαρακτηριστικά είπε «δεν ήσαν όλα εύκολα, δεν ήσαν πάντοτε ρόδινα». Έκανε λόγο για στιγµες «οξύτητος, εντάσεως, δυσκολίας, απαισιοδοξίας διά το αποτέλεσµα», όπως επίσης αναφέρθηκε και στην προσευχή των Συνέδρων και πολλών άλλων.

Προηγουµένως κατέγραψα µερικά θετικά σηµεία που παρατήρησα στην Σύνοδο αυτή. Οµως, στην συνέχεια θα πρέπει να σηµειώσω µερικούς εκκλησιολογικούς προβληµατισµούς µου που προήλθαν όχι µόνον από τα κείµενα που ετέθησαν προς συζήτηση, αλλά και από τις παρεµβάσεις των συνέδρων και τις απόψεις που διατυπώθηκαν από τους Αρχιερείς - Μέλη της Συνόδου.

α) Οι Προκαθήµενοι

Σε κείµενό µου που γράφηκε πριν από την σύγκληση της Συνόδου είχα σηµειώσει ότι αυτή η Σύνοδος µπορεί να χαρακτηρισθή ως Σύνοδος των Προκαθηµένων. Πρόκειται για έναν νεώτερο θεσµο που είναι συνέχεια των
συναντήσεων των Πατριαρχών της Ανατολής που παρατηρήθηκε κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας.

Στην Σύνοδο διεπίστωσα ότι επικρατούσε αυτή η εντύπωση, αν και στην πραγµατικότητα ήταν µια διευρυµένη Σύνοδος των Προκαθηµένων. ∆ηλαδή, παρέστησαν οι Προκαθήµενοι µε έναν αριθµο Συνοδικών Αρχιερέων των Εκκλησιών τους. Τον πρώτο λόγο είχαν οι Προκαθήµενοι, οι οποίοι µπορούσαν να αναπτύξουν τις θέσεις τους µε µεγαλύτερη ελευθερία και άνεση χρόνου, αλλά στην συνέχεια είχαν την δυνατότητα να οµιλήσουν και οι Αρχιερείς, οι οποίοι µερικές φορές διαφοροποιούνταν και από τους Προκαθηµένους τους, ενίοτε ασκούσαν και µια εµµεση κριτική. Οπότε, δεν ίσχυε αυτό που ισχυρίζονταν µερικοί ότι οι Αρχιερείς στην Σύνοδο αυτή δεν θα είχαν λόγο και φωνή.

Επειδή οι Προκαθήµενοι εξέθεταν τις απόψεις τους µε τον ιδιαίτερο τρόπο ο καθένας, γι' αυτό κρίνονταν από τα παρόντα µέλη. Έτσι, µου δόθηκε η δυνατότητα να κρίνω και να συγκρίνω την όλη παρουσία των Προκαθηµένων. Χωρίς να το επιδιώκη κανείς αποτιµούσε τον λόγο, την σιωπή, την συµπεριφορά, τις απόψεις και πολλά άλλα των Προκαθηµένων. ∆εν ήταν µια Σύνοδος αφώνων ανθρώπων. Κατά λόγο αντικειµενικότητος θα πρέπει να αναφερθή το όνοµα του Οικουµενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολοµαίου, ο οποίος είχε σηµαντικό ρόλο αφ’ ενός µεν στην σύγκληση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», αφ’ ετέρου δε στην λειτουργία της.

Ως προς το πρώτο σηµείο ο Οικουµενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαίος ήταν αυτός που έδωσε ιδιαίτερη επιτάχυνση στην τελική σύγκληση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου». Είναι γνωστόν ότι αποφασίσθηκε η σύγκλησή της από την Α΄ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη στην Ρόδο το 1961 και η θεµατολογία της Συνόδου καθορίσθηκε από την Α΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη στο Σαµπεζύ της Γενεύης το 1976. Έκτοτε γίνονταν συνεχείς προσυνοδικές διασκέψεις, συνάξεις Προκαθηµένων και πολλές συζητήσεις και επειδή παρατηρούνταν διάφορα προβλήµατα και επειδή προβάλλονταν διάφορες ενστάσεις, γι’ αυτό και αναβαλλόταν συνεχώς η σύγκληση της Συνόδου αυτής. Ο Οικουµενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαίος από την πρώτη στιγµη της Πατριαρχίας του έθεσε στόχο την σύγκληση της Συνόδου αυτής και επιτάχυνε τις διαδικασίες, αναλαµβάνοντας πολλούς κόπους, ταξίδια, και φυσικά το Οικουµενικό Πατριαρχείο συµµετείχε σε όλη αυτήν την προετοιµασία µε πολλές οικονοµικές επιβαρύνσεις.

Ως προς το δεύτερο σηµείο ο Πατριάρχης κ. Βαρθολοµαίος προήδρευσε των εργασιών της Συνόδου µε καλό τρόπο και διηύθυνε τις εργασίες µε τις γνώσεις του, την εµπειρία του και τα ιδιαίτερα χαρίσµατά του. Έδινε τον λόγο σε κάθε ενδιαφερόµενο –ενώ µέχρι τότε διαδιδόταν ότι οι Σύνεδροι δεν θα οµιλούν– µε έξυπνο τρόπο υπερέβη σε µερικά σηµεία τις ασφυκτικές διατάξεις του Κανονισµου, σχολίαζε κάθε παρέµβαση των αγορητών. Επειδή συµµετείχα σε πολλά επιστηµονικά και εκκλησιαστικά συνέδρια, µπόρεσα να εκτιµήσω την δεξιοτεχνία µε την οποία ο Πατριάρχης διηύθυνε τις εργασίες της Συνόδου αυτής, λέγοντας έναν καλό λόγο για τον καθένα. Ήταν ακούραστος, ευχάριστος και ευγενής προς όλους, ακόµη και σε αυτούς που σχολίαζαν αρνητικά κάποια σηµεία των κειµένων. Πρέπει να ειµαστε αντικειµενικοί και να αναγνωρίζουµε τα φυσικά προσόντα και χαρίσµατα των άλλων ανθρώπων.

β) Η Ορθόδοξη Εκκλησία και ο λοιπός Χριστιανικός κοσµος

Το κείµενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον», το οποίο δηµιούργησε την µεγαλύτερη συζήτηση και προκάλεσε τους µεγαλύτερους προβληµατισµούς, δεν ήταν ώριµο και χρειαζόταν περαιτέρω επεξεργασία.

Όσοι παρακολούθησαν από κοντά την προεργασία της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» γνωρίζουν επαρκώς ότι στην θεµατολογία της υπήρχαν δύο θεµατα, το ένα µε τίτλο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον
λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον» και το άλλο µε τίτλο «Η Ορθόδοξος Εκκλησία και η Οικουµενική κίνησις». Τα δύο αυτά θεµατα τελικά συνενώθηκαν σε ένα κείµενο και γι' αυτό προέκυψαν στο τελικό κείµενο διάφορα αντιφατικά σηµεία. Οπότε, ήταν ένα κείµενο το οποίο δεχόταν προσθήκες, αλλαγές κυριολεκτικά µέχρι την τελευταία στιγµη πριν την υπογραφή του, πραγµα το οποίο σηµα΄ινει ότι αφ’ ενός µεν δεν ήταν ώριµο, αφ’ ετέρου δε ότι θα δηµιουργήση διάφορα προβλήµατα στην συνέχεια.

Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίον µερικές Εκκλησίες και επισήµως έθεσαν το θεµα να µην κλείση η συζήτηση και να µην υπογραφή το κείµενο αυτό, αλλά να γίνη περαιτέρω επεξεργασία, ώστε να τεθή προς ψήφιση σε µια επόµενη Μεγάλη Σύνοδο, πραγµα που δεν έγινε αποδεκτό. Θέλω να παρατηρήσω ότι το όλο κείµενο είναι ελλειµµατικό και αντιφατικό ως προς την εκκλησιολογία του, γιατί δεν προσδιορίζει ποιος µετέχει και ποιος δεν µετέχει στην Εκκλησία, τι είναι εκείνοι που απεκόπησαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, και ποια είναι τα όρια µεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και αιρέσεως. Αυτός είναι
ένας βασικός λόγος, µεταξύ των άλλων, που δεν υπέγραψα το τελικό κείµενο. Το έκανα ενσυνειδήτως.

Το πρόβληµα που ανεφύη κατά την διάρκεια των συζητήσεων ήταν τι ακριβώς είναι οι ετερόδοξοι Χριστιανοί και οι οµάδες στις οποίες ανήκουν. Στις Οικουµενικές Συνόδους καταδικάζονταν οι ετερόδοξοι-αιρετικοί, οι
οποίοι είχαν διαφορετική «δόξα»-πίστη από εκείνη που απεκάλυψε ο Θεός στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Αγίους, ενώ στην Σύνοδο της Κρήτης πρώτη φορά γινόταν προσπάθεια για το πως θα υπάρξη επικοινωνία µε τους ετεροδόξους.

Το ερώτηµα που τίθεται είναι: Μπορούµε να κατατάξουµε τους ετεροδόξους στο σχισµα ή στην ακοινωνησία, ότι δηλαδή η οµάδα στην οποία ανήκουν ή η «Εκκλησία» τους είναι σε σχισµα ή σε ακοινωνησία; Για να γίνη κατανοητό αυτό θα πρέπει να συνειδητοποιήσουµε ποιος είναι ο λεγόµενος «λοιπός Χριστιανικός κοσµος» στον οποίο αναφερόταν η επικεφαλίδα του κειµένου αυτού. Κατ' αρχάς, είναι οι Χριστιανοί της Ανατολής, ήτοι οι Νεστοριανοί, οι Μονοφυσίτες, οι Μονοθελήτες, οι οποίοι χαρακτηρίζονται και µε διάφορα ονόµατα, όπως Αντιχαλκηδόνιοι, Προχαλκηδόνιοι, Κόπτες, Αρµένιοι, Μαρωνίτες, κλπ. Οι Νεστοριανοί καταδικάσθηκαν από την Γ΄ Οικουµενική Σύνοδο το (431 µ.Χ.), οι Μονοφυσίτες-Προχαλκηδόνιοι-Αντιχαλκηδόνιοι καταδικάσθηκαν από τις ∆΄ (451 µ.Χ.) και Ε΄ (553 µ.Χ.) Οικουµενικές Συνόδους, και οι Μονοθελήτες καταδικάσθηκαν από την ΣΤ΄ (680 µ.Χ.) Οικουµενική Σύνοδο. Εποµένως, οι Χριστιανικές αυτές οµάδες απεκόπησαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.

Έπειτα, είναι οι Χριστιανοί εκείνοι που ανήκαν στην Παλαιά Ρωµη, οι οποίοι απεκόπησαν από την Εκκλησία λόγω της εισαγωγής της αιρέσεως περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύµατος και εκ του Υιού πρώτα στους
Φράγκους και ύστερα στην Παλαιά Ρωµη (1009 µ.Χ.), αλλά και καταδικάσθηκαν από την Σύνοδο του 1351 για τα περί του actus purus και για το ότι δήθεν στον Θεό υπάρχουν κτιστές ενέργειες µε τις οποίες επικοινωνεί µε τον κοσµο. Ακόµη, από τον αποκοπέντα από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δυτικό Χριστιανισµο απεσχίσθη τον 16ο αιώνα ένα µεγάλο τµηµα που λέγονται Μεταρρυθµιστές, ∆ιαµαρτυρόµενοι, Προτεστάντες, και σε αυτήν την κατηγορία υπάγονται οι Λουθηρανοί, οι Καλβινιστές, οι οπαδοί του Ζβιγκλίου, οι Αγγλικανοί κλπ. Και τους Χριστιανούς αυτούς τους κατεδίκασε η Ορθόδοξη Εκκλησία, διότι εισήγαγαν πολλές αιρέσεις. Το ερώτηµα, λοιπόν, το οποίο τίθεται είναι: Όλοι αυτοί οι Χριστιανοί βρίσκονται σε σχισµα ή σε ακοινωνησία;

Νοµίζω ότι δεν µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε την λέξη σχισµα γι' αυτούς, αφ' ενός µεν διότι, κατά την πίστη µας, η Εκκλησία είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική και δεν σχίζεται, η ενότητά της είναι δεδοµένη, αφ' ετέρου δε διότι έχουν ήδη καταδικασθή ως αιρετικοί από Μεγάλες Συνόδους «καθολικού κύρους». Ούτε µπορούµε όλους αυτούς να τους θεωρήσουµε ότι βρίσκονται σε ακοινωνησία µε την Ορθόδοξη Εκκλησία, γιατί ο όρος ακοινωνησία έχει ένα ειδικό βάρος. Με τον όρο αυτό εννοούνται οι Ορθόδοξες Εκκλησίες εκείνες που προσωρινώς δεν έχουν κοινωνία µε τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, όπως συµβαίνει µεταξύ των Πατριαρχείων Αντιοχείας και Ιεροσολύµων µε αφορµη την εκκλησιαστική δικαιοδοσία στο Κατάρ. Εποµένως, για τους Χριστιανούς που έχουν εισαγάγει αιρέσεις στην πίστη τους δεν µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε ούτε τον όρο σχισµα ούτε τον όρο ακοινωνησία. Περισσότερο µπορούµε να οµιλούµε για το ότι απεσχίσθησαν οι Χριστιανοί αυτοί ή αποµακρύνθηκαν από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η οποία διατηρεί την ενότητά της.

Με αυτήν την έννοια οι Τοπικές και Οικουµενικές Σύνοδοι έκαναν λόγο για αιρετικούς, επειδή διαθέτουν µια διδασκαλία που είναι διαφορετική από την διδασκαλία της Εκκλησίας, και µάλιστα χρησιµοποίησαν βαρύτατες εκφράσεις µε τους Κανόνες τους εναντίον τους. Όταν διαβάση κανείς τον 1ο Κανόνα της Πενθέκτης Οικουµενικής Συνόδου, τότε θα διαπιστώση µε ποιόν τρόπο οµιλούσαν οι Πατέρες στις Οικουµενικές Συνόδους γι' αυτούς που αλλοιώνουν την αποκαλυπτική πίστη. Οι Πατέρες της Πενθέκτης Οικουµενικής Συνόδου τον Άρειο τον αποκαλούν «δυσεβή», διότι δογµάτισε «ετεροθείαν ή πολυθείαν»· τον
Μακεδόνιο τον αποκαλούν «βέβηλον» και τον εξεδίωξαν µαζί µε τους προηγουµένους «εχθρούς της αληθείας», ως δούλον ο οποίος ετόλµησε µε αυθάδεια να εκφέρη ανυπόστατη γνωµη για τον Κύριό του· τον Απολλινάριο τον αποκαλούν «της κακίας µύστην»· τον Νεστόριο τον αποκαλούν «λυρώδη»· τον Ευτυχή τον χαρακτηρίζουν «µαταιόφρονα» κλπ. Και στις περιπτώσεις αυτές χρησιµοποιούν τα ρηµατα «συνεξελαύνοντες», «εκπεπτωκότας» «εξωθείσθω», «εκπιπέπτω» κλπ. Και στο τέλος γράφεται ότι αν κάποιος δεν διαφυλάττη την παραδοθείσα πίστη και δεν ασπάζεται τα δογµατα της ευσεβείας, δεν πιστεύη ούτε κηρύττη µε αυτόν τον τρόπο, αλλά επιχειρεί να βαδίζη αντίθετα µε αυτά «έστω ανάθεµα, κατά τον ήδη εκτεθέντα όρον υπό των προδηλωθέντων αγίων και µακαρίων Πατέρων, και του χριστιανικού καταλόγου, ως αλλότριος, εξωθείσθω και εκπιπέπτω». Αυτό σηµαίνει ότι µνηµονεύονται οι Πατέρες των Οικουµενικών Συνόδων και όχι απλώς οι Σύνοδοι, και οι Πατέρες δεν δέχονταν συµφιλίωση ή συνύπαρξη µε την αίρεση και δεν αντιµετώπισαν τις καταστάσεις αυτές µε έναν σχετικισµο. Στα θεµατα της πίστεως δεν χωρά διπλωµατία.

Για όλες αυτές τις παλαιές και τις νέες οµάδες αιρετικών δεν µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε την λέξη σχισµα ή ακοινωνησία, αλλά περισσότερο να τους χαρακτηρίσουµε ως αποµακρυθέντες από την πίστη και ζωή της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Αυτό δεν λέγεται συντηρητισµος, όπως ισχυρίζονται µερικοί, αλλά ακριβολογία στα θεµατα της πίστεως. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του µακαριστού Αρχιµανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ: «Τρία πραγµατα δεν µπορώ να κατανοήσω: 1) πίστη χωρίς
δογµα, 2) χριστιανισµο έξω από την Εκκλησία, 3) χριστιανισµο χωρίς άσκηση». Αυτό σηµαίνει ότι δεν υπάρχει πραγµατική πίστη στον Θεό έξω από το δογµα που θέσπισαν οι Άγιοι Πατέρες· δεν υπάρχει Χριστιανισµος έξω από την Εκκλησία, που είναι το Σωµα του Χριστού· και δεν υπάρχει Χριστιανισµος
χωρίς άσκηση, χωρίς ησυχασµο.

Παρά ταύτα, µε κάθε ειλικρίνεια θέλω να πω ότι µέσα από όσα διατυπώθηκαν στην Σύνοδο αυτή διέκρινα καθαρότατα έναν σχετικισµο, γιατί κυκλοφορούσε έντονα από όσα λέγονταν και συζητούνταν το περιεχόµενο της θεωρίας των κλάδων, χωρίς να κατονοµάζεται ως τέτοιο, δηλαδή φαινόταν η άποψη ότι έγινε διάσπαση του Χριστιανισµου και ότι σχίσθηκε ο Χριστιανισµος, όπως «σχίσθηκε το ράσο ενός Κληρικού» (!) και ότι όλοι επιδιώκουν την ενότητά του· η θεωρία της περιεκτικότητος, ότι δηλαδή σε όλους τους Χριστιανούς υπάρχει ένα κοινό σηµείο, που είναι το έγκυρο βάπτισµα, δηλαδή η βαπτισµατική θεολογία· και η θεωρία ενός αθεολόγητου ηθικισµου και µιάς αθεολόγητης ποιµαντικής του συγχρόνου ανθρώπου. Η συµµετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Παγκόσµιο Συµβούλιο των Εκκλησιών, ως µέλος αυτού και όχι ως παρατηρητής, αποτελεί έναν προβληµατισµο. Γιατί δεν µπορώ να φαντασθώ τον Μέγα Αθανάσιο και τον Μέγα Βασίλειο να συµµετέχουν σε ένα συµβούλιο των Αρειανών, των Ευνοµιανών, των Μακεδονιανών της εποχής τους. Ούτε µπορώ να φαντασθώ τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαµα να συµµετέχη σε ένα Συµβούλιο µε τον Βαρλαάµ, τον Ακίνδυνο, τον Γρηγορά και τους οπαδούς τους για την αντιµετώπιση διαφόρων κοινωνικών προβληµάτων της εποχής τους. Η διατυπωθείσα άποψη από Προκαθήµενο µιάς Εκκλησίας, η οποία δυστυχώς χειροκροτήθηκε από ορισµένους Συνέδρους, ότι δεν πρέπει να συζητούµε στην Σύνοδο θεολογικά θεµατα, ήταν, κατά την γνωµη µου, από τα πλέον αρνητικά σηµεία της Συνόδου. ∆ιότι αν σε µια τέτοια «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» δεν τίθεται ως βάση η θεολογία της Εκκλησίας και αν όταν θίγονται σοβαρά θεολογικά ζητήµατα δεν τα παρακολουθούν οι Σύνεδροι και µάλιστα διαµαρτύρονται, τότε αυτή η Σύνοδος είναι πολύ προβληµατική από ορθοδόξου θεολογίας και εκκλησιολογίας.

Μάλιστα διατυπώθηκε από κάποιον συνοδικό Αρχιερέα ότι θα πρέπει να καταδικασθή επισήµως ο ευσεβισµος, χωρίς βέβαια να γίνη συζήτηση για την διάκριση µεταξύ ευσέβειας και ευσεβισµου, καθώς επίσης γινόταν λόγος εναντίον του ορθοδόξου «φονταµενταλισµου». Πέραν από την ατυχώς ανερµάτιστη αυτή τοποθέτηση, η οποία ούτε όριζε ούτε αποσαφήνιζε τι εννοούµε µε αυτούς τους όρους, τελικώς δεν
εξεδόθη κάποιο κείµενο εναντίον του ευσεβισµου και του ζηλωτισµου. Ο Οικουµενικός Πατριάρχης παρέκαµψε ευφυώς την ατυχή αυτή πρόταση.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Αρχιεπίσκοπος Βαρσοβίας και Πάσης Πολωνίας κ. Σάββας υποστήριξε ότι στην Πολωνία και σε άλλες βόρειες και ανατολικές χώρες αυτοί οι λεγόµενοι ζηλωτές ήταν εκείνοι που κράτησαν την πίστη κατά την διάρκεια της κοµµουνιστικής περιόδου, φυλακίσθηκαν και µαρτύρησαν.

γ) «Η Εκκλησία: Σωµα Χριστού, εικών της Αγίας Τριάδος»

Στην Εγκύκλιο που απεστάλη από την «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο» στις Εκκλησίες, παρατηρείται και ένα σοβαρό θεολογικό πρόβληµα, επειδή σε αυτήν, εκτός του ότι χαρακτηρίζεται η Εκκλησία ως «Σωµα Χριστού», συγχρόνως χαρακτηρίζεται και «εικών της Αγίας Τριάδος». Επίσης γράφεται στο κείµενο της Εγκυκλίου ότι «η µια, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία είναι θεανθρωπίνη κοινωνία κατ’ εικόνα της Αγίας Τριάδος».

Οµως, η Εκκλησία, κατά την διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, είναι Σωµα Χριστού, η βάση της Εκκλησίας είναι Χριστοκεντρική και όχι Τριαδοκεντρική, αφού ο Χριστός «ο εις της Τριάδος» ενηνθρώπησε, δηλαδή προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την θέωσε. Όταν χαρακτηρίζεται η Εκκλησία «εικών» ή «κατ' εικόνα της Αγίας Τριάδος», τότε από αυστηρής θεολογικής πλευράς γίνεται σύγχυση µεταξύ θεολογίας και οικονοµίας και σύγχυση µεταξύ ακτίστου και κτιστού. Επί πλέον, στην διατύπωση της Εκκλησίας ως εικόνος της Αγίας Τριάδος εµφαίνονται πολλοί προβληµατισµοι ως προς τον συσχετισµο µεταξύ των Εκκλησιών και των υποστατικών ιδιωµάτων των προσώπων της Αγίας Τριάδος!!!

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαµας γράφει ότι όσα γίνονται στα ενδότερα του Τριαδικού Θεού είναι «υπεράγνωστα και υπεράρρητα», δηλαδή «και τα της ουσιώδους ενώσεως» «και τα της υποστατικής διακρίσεως», αλλά και «τα της αµιγούς παντάπασι και αφύρτου συµφυίας» και γι' αυτό όλα αυτά «τελέως
εστιν αµέθεκτα» από τους ανθρώπους και την κτίση. Αυτό σηµαίνει ότι δεν µπορεί να βρεθή στην κτίση κανένα υπόδειγµα της σχέσεως µεταξύ των Προσώπων της Αγίας Τριάδος. «∆ιο ουδ' υπόδειγµα εστι τούτων επί της κτίσεως ευρείν». Η Εκκλησία είναι «Σωµα Χριστού» και «κοινωνία θεώσεως» και όχι εικών της Αγίας Τριάδος.

Επεξηγηµατικά θέλω να επισηµάνω ότι η διατύπωση της Συνοδικής Εγκυκλίου «Η Εκκλησία: Σωµα Χριστού, εικών της Αγίας Τριάδος» είναι διαφορετική νοηµατικά από την διατύπωση της ιδίας Εγκυκλίου ότι η Εκκλησία είναι «θεανθρωπίνη κοινωνία κατ' εικόνα της Αγίας Τριάδος». Η πρώτη διατύπωση απαντάται και στον άγιο Μάξιµο τον Οµολογητή και αφορά την Εκκλησία ως Σωµα Χριστού και ως «τύπον και εικόνα Θεού»,
µε την έννοια ότι η Εκκλησία είναι τύπος και εικών του Θεού «ως την αυτήν αυτώ κατά µιµησιν και τύπον ενέργειαν έχουσαν». Αυτό σηµαίνει ότι η Εκκλησία δεν είναι εικών των ενδοτάτων σχέσεων των Προσώπων της Αγίας Τριάδος, αλλά ότι ο Ίδιος ο Θεός µε την άκτιστη ενέργειά Του έφερε στην ύπαρξη τα όντα και στην συνέχεια «συνέχει και συνάγει και περιγράφει, και αλλήλοις και εαυτώ προνοητικώς ενδιασφίγγει· τα τε νοητά και τα αισθητά». Ο Θεός διατηρεί σε µια ενότητα τα πάντα, χωρίς να υπάρχη σύγχυση, προνοεί για τα όντα και µάλιστα, όπως λέγει ο άγιος Μάξιµος, η Εκκλησία οδηγεί τους πάντες στον Χριστό µε σκοπό την θέωσή τους. Αυτό ερµηνεύεται θαυµάσια από τον άγιο Μάξιµο στην συνέχεια του κειµένου του για το πως η Εκκλησία συνέχει και συγκρατεί τα πάντα σε µια ενότητα. Ο άγιος Μάξιµος δεν οµιλεί για τις σχέσεις των ανθρώπων ως εικόνος των σχέσεων των Προσώπων της Αγίας Τριάδος. ∆εν υπάρχει καµµια πρόσβαση στις σχέσεις της Αγίας Τριάδος.

Η δεύτερη διατύπωση («θεανθρωπίνη κοινωνία κατ' εικόνα της Αγίας Τριάδος») λανθασµένα µε κάποιες τρέχουσες ερµηνείες παραπέµπει στις σχέσεις των ανθρώπων ως εικόνα των σχέσεων της Αγίας Τριάδος. Εξ άλλου η ερµηνεία αυτή απαλείφθηκε ως λανθασµένη από την ίδια την Μεγάλη Σύνοδο µε πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος και συµφωνία του Οικουµενικού Πατριάρχου στο κείµενο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κοσµω».

Στις επιστολές του Απόστολου Παύλου, ιδίως τις προς Εφεσίους, Φιλιππησίους και Κολοσσαείς, και στα κείµενα των Πατέρων της Εκκλησίας γίνεται αναφορά στο ότι η Εκκλησία είναι Σωµα Χριστού και κοινωνία
θεώσεως και δεν παραπέµπουν στις σχέσεις της Αγίας Τριάδος. Ο Θεός µε την άπειρη αγάπη Του «έλαµψεν εν ταίς καρδίαις ηµων προς φωτισµον της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού» (Β΄ Κορ. δ΄, 6), µας ενώνει µε την Εκκλησία Του και διά του Χριστού µετέχουµε της ακτίστου Χάριτος του Τριαδικού Θεού, µετέχουµε των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Ο Απόστολος Παύλος στην προς Κορινθίους επιστολή του γράφει: «ευχαριστούντες τω Θεώ και πατρί τω ικανώσαντι ηµας εις την µερίδα του κλήρου των αγίων εν τω φωτί» (Κολ. α΄, 12).Εποµένως, η Εκκλησία ερµηνεύεται Χριστολογικά. Ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας, η Εκκλησία είναι το Σωµα του Χριστού, εµεις ειµαστε µέλη του Σωµατος του Χριστού και διά του Χριστού µετέχουµε των ακτίστων ενεργειών του Τριαδικού Θεού.

δ) Κανονικά εκκλησιολογικά προβλήµατα

Έντονος προβληµατισµος µου δηµιουργήθηκε όταν γίνωνταν συζητήσεις για την «Ορθόδοξη ∆ιασπορά», το «Αυτόνοµο», «το Μυστήριο του Γαµου και τα κωλύµατα αυτού» και την «σπουδαιότητα της νηστείας και την τήρησή της σηµερα». Πρόκειται για κανονικά ζητήµατα, τα οποία αποτελούν σηµαντικά σηµεία στην όλη εκκλησιαστική ζωή.

Οι αποφάσεις που ελήφθησαν φαίνεται, µε µια επιφανειακή θεώρηση των πραγµάτων, ότι επιλύουν µερικά ζητήµατα, οµως αν κανείς τα εξετάση στο βάθος, θα διαπιστώση ότι θέτουν τις προϋποθέσεις κατακερµατισµου της ενότητος της εκκλησιαστικής ζωής. Θα παραθέσω µερικά παραδείγµατα. Ο όρος «Ορθόδοξος ∆ιασπορά» είναι πολύ περίεργος, διότι, όπως επισηµάνθηκε και µέσα στην Σύνοδο, η ∆ιασπορά συνδέεται κυρίως µε τα έθνη και τις θρησκείες και όχι µε την Εκκλησία που δηµιουργείται σε κάθε τόπο µε την Χάρη του Θεού και τον ζήλο των Ιεραποστόλων. Οι εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες, οι οποίες έχουν δοθή από τις Οικουµενικές Συνόδους, κυρίως την ∆΄ εν Χαλκηδόνι Οικουµενική Σύνοδο, στα παλαίφατα και πρεσβυγενή Πατριαρχεία και στην Εκκλησία της Κύπρου (Γ΄ Οικουµενική Σύνοδος), δεν δικαιολογεί το να δίνεται εκκλησιαστικότητα στην πολιτιστική και εθνικιστική έννοια της λεγοµένης ∆ιασποράς. ∆εν είναι δυνατόν από την µια µεριά να καταδικάζεται ο εθνοφυλετισµος ως αίρεση (το 1872) και από την άλλη να δηµιουργήται ένας εκκλησιαστικός εθνοφυλετισµος, µάλιστα µε απόφαση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Και ναί µεν οι Επισκοπικές Συνελεύσεις λύουν κάποιο ζήτηµα το οποίο υφίσταται
στην λεγόµενη «ορθόδοξη ∆ιασπορά», αλλά στην βάση τους είναι αντικανονικές και διασπούν την εκκλησιαστική ενότητα, γιατί εισάγουν την αρχή του εθνοφυλετισµου.

Έπειτα, το κείµενο περί του «αυτονόµου», δηλαδή της δυνατότητας να χορηγήται από την κάθε Αυτοκέφαλη Εκκλησία αυτονοµια σε µια εδαφική περιοχή, θεωρώ, όπως υποστήριξα στην αγόρευσή µου, ότι θα ανοίξη πολλά εκκλησιολογικά προβλήµατα. Αυτό εννοείται από την άποψη ότι θα δοθή η δυνατότητα σ΄ε κάθε νεώτερη αυτοκέφαλη Εκκλησία να δηµιουργή αυτόνοµες εκκλησιαστικά περιοχές, ύστερα από πίεση εξωγενών παραγόντων και από ενέργειες φιλοπρωτευόντων Κληρικών, παρά τους Κανόνες οι οποίοι δίνουν
αυτό το δικαίωµα στα παλαίφατα Πατριαρχεία. Ακόµη, η χορήγηση αυτονοµιών από τις αυτοκέφαλες Εκκλησίες σε χώρο που ανήκει σε άλλες εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες, και η ευκολία µε την οποία η αυτονοµια µπορεί να εξελιχθή σε αυτοκεφαλία, θέτει µια νάρκη στην ενότητα της Εκκλησίας, γιατί δικαιολογεί τις πολλές διασπάσεις. Είναι µεγάλο εκκλησιολογικό πρόβληµα, όταν η αυτοκεφαλία ερµηνεύεται και κατανοείται ως «αυτοκεφαλαρχία», µάλιστα µέσα από εθνικές και πολιτιστικές διεργασίες. Για το θεµα της ∆ιασποράς και του Αυτονόµου µε όλες τις παραµέτρους της που καθορίσθηκαν από µια τέτοια Σύνοδο, και µάλιστα ως σχετικοποίηση της ισχύος του περιεχοµένου του 28ου Κανόνος της ∆΄ Οικουµενικής Συνόδου, έχει γράψει σηµαντικά κείµενα ο καθηγητής του κανονικού δικαίου της Θεολογικής Σχολής Αθηνών Αρχιµ. π. Γρηγόριος Παπαθωµας.

Ακόµη, η δυνατότητα που δόθηκε στις κατά τόπους Εκκλησίες να εξασκούν την οικονοµια στο θεµα της νηστείας και στο θεµα των κωλυµάτων του γαµου ανοίγει ένα κεφάλαιο διασπάσεως της ταυτότητος των ακολουθιών και της ασκήσεως σε διάφορες Εκκλησίες, που σηµαίνει ότι η οικονοµια, η οποία λειτουργεί για ένα χρονικό διάστηµα ως προσωρινή αναστολή της ακριβείας, θα µετατραπή σε κανονική ακρίβεια και θα διασπά το εκκλησιαστικό ορθόδοξο ήθος σε διάφορες εκκλησιαστικές περιοχές. Τελικά, ακούγοντας όλες τις απόψεις των Συνέδρων κατά την διάρκεια των συζητήσεων επί των θεµάτων αυτών και διαβάζοντας προσεκτικά τα κείµενα, προβληµατίζοµαι έντονα και δεν µπορώ να παρασυρθώ από τον επιπόλαιο ενθουσιασµο µερικών εκκλησιαστικών παραγόντων, που οµιλούν συναισθηµατικά και δηµοσιογραφικά.

6. Οι Παρεµβάσεις µου

Κατά την διάρκεια των συζητήσεων στα έξι κείµενα ζητούσα τον λόγο και εξέθετα µε διάκριση και ειλικρίνεια τις απόψεις µου. Έτσι, οµίλησα µέσα στα περιοριστικά πλαίσια του χρόνου για το ανθρώπινο πρόσωπο, την
Ορθόδοξη ∆ιασπορά, το αυτόνοµο, την νηστεία, για τις εκκλησιολογικές συνέπειες των µικτών γαµων, και για την Εκκλησία. Με την πρώτη ευκαιρία θα δηµοσιευθούν αυτές οι σύντοµες και περιεκτικές παρεµβάσεις µου. Στην ενότητα αυτή θα εκτεθούν τα όσα είπα για την Ορθόδοξη Εκκλησία σε σχέση µε τους ετεροδόξους, γιατί νοµίζω ότι αυτό ήταν το κεντρικό θεµα της Συνόδου αυτής.

Όταν αρχίσαµε την συζήτηση για το κείµενο «Οι σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον», µετά την ανάγνωση του κειµένου και πριν εισέλθουµε στην κατ' άρθρο συζήτηση µου δόθηκε ο λόγος για µια σύντοµη παρέµβαση. Είχα ακούσει µερικούς που προηγήθηκαν και είχα αισθανθή δυσφορία από όσα λέγονταν, γιατί δυστυχώς έφθασαν στο σηµείο να χρησιµοποιήσουν και τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό υπέρ των απόψεών τους.

Στην παρέµβασή µου τόνισα δύο συγκεκριµένα σηµεία. Το πρώτον ότι ενώ στην Α΄ Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη που έγινε στην Ρόδο το 1961 είχαν τεθεί περίπου 100 θεµατα, µε τα οποία θα ησχολήτο η Μεγάλη αυτή Σύνοδος, που τότε φερόταν ως Οικουµενική, οµως στην Α΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη που έγινε τον Νοέµβριο του 1976 στο Σαµπεζύ της Γενεύης καθορίσθηκαν 10 θεµατα, από τα οποία τα 6, µαζί και µε ένα 7ο που συγχωνεύθηκε µε ένα από τα έξι θεµατα, συζητούνται στην Σύνοδο. Στην ίδια Προσυνοδική ∆ιάσκεψη καθορίσθηκαν σε δεύτερη προτεραιότητα 4 σηµαντικά θεµατα, για να συζητηθούν αργότερα, µετά από διορθόδοξη εξέταση. Τα θεµατα αυτά είναι οι πηγές της θείας Αποκαλύψεως, η κωδικοποίηση των ιερών Κανόνων και των κανονικών διατάξεων, η έννοια Εκκλησία, η οικονοµια και ακρίβεια σε σχέση µε τον τρόπο που αποδεχόµαστε τους ετεροδόξους. Συγκεκριµένα για τα θεµατα αυτά γράφεται στο κείµενο: «Ταύτα παραπέµπονται εις ιδιαιτέραν µελέτην των επί µέρους Εκκλησιών προκειµένου ίνα ενδεχοµένως τύχωσι µελλοντικής διορθοδόξου εξετάσεως».

Εποµένως, τα θεµατα «περί Εκκλησίας» και «περί οικονοµίας και ακριβείας» εξέπεσαν από την θεµατολογία της παρούσης Συνόδου. Παρέµεινε δε ένα σηµαντικό βιβλίο που συνέγραψε ο τότε Πρόεδρος της Α΄ Προσυνο
δικής Πανορθοδόξου ∆ιασκέψεως µακαριστός Μητροπολίτης Μύρων Χρυσόστοµος, αργότερα Εφέσου, µε θεµα «Η αναγνώρισις των µυστηρίων των ετεροδόξων στις διαχρονικές σχέσεις Ορθοδοξίας και Ρωµαιοκαθολικισµου».

Το δεύτερο σηµείο είναι ότι στην Γ΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξη ∆ιάσκεψη που έγινε τον Οκτώβριο - Νοέµβριο 1976 στο Σαµπεζύ της Γενεύης εγκρίθηκε το κείµενο «Οι Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κοσµον». Στην ειδική παράγραφο γράφεται ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, αναγνωρίζει την πραγµατική ύπαρξη όλων των χριστιανικών Εκκλησιών και Οµολογιών, αλλά στην συνέχεια υπάρχει µια φράση που δεν την πρόσεξαν πολλοί: η Ορθόδοξος Εκκλησία «πιστεύει ότι αι προς ταύτας σχέσεις αυτής πρέπει να στηρίζωνται επί της υπ' αυτών (δηλαδή των χριστιανικών εκκλησιών και οµολογιών) όσον ένεστι ταχυτέρας και αντικειµενικωτέρας
αποσαφηνίσεως του όλου εκκλησιολογικού θεµατος και ιδιαιτέρως της γενικοτέρας παρ' αυταίς διδασκαλίας περί µυστηρίων, χάριτος, ιερωσύνης και αποστολικής διαδοχής».

Αυτό σηµαίνει ότι οι µη Ορθόδοξοι Χριστιανοί πρέπει να αποσαφηνίσουν την διδασκαλία τους περί των µυστηρίων, περί χάριτος, περί Ιερωσύνης και περί αποστολικής διαδοχής.

Κατέληξα ότι τα θεµατα περί της Εκκλησίας, δεν είναι θεµατα της παρούσης «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου». Είναι εκτός θεµατος και εκτός Κανονισµου.

Τα όσα λέγονται για τον Καρµίρη, τον Τρεµπέλα και κυρίως για τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό τους αδικούν. Μπορεί στα κείµενα αυτών και άλλων να χρησιµοποιήται η λέξη Εκκλησία ως τεχνικός όρος, αλλά η Σύνοδος αυτή δεν µπορεί να παραµένη σε τεχνικούς όρους. Ο όρος Εκκλησία χρησιµοποιείται και κατά οικονοµια και κατ' ακρίβεια. Εδώ πρέπει να χρησιµοποιηθή η ακρίβεια.

Τα χρονικά πλαίσια που είχε κάθε αγορητής ήταν πολύ περιωρισµένα, γι' αυτό όπως το είπα κατά την αγόρευσή µου κατέθεσα ένα κείµενο για να συµπεριληφθή στα Πρακτικά της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» περί του θεµατος αυτού.

Επειδή στην Σύνοδο αυτή γινόταν συνεχής λόγος για τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό ότι οµιλούσε για την ∆υτική Εκκλησία, θα αναφέρω ένα απόσπασµα από ανάλυση που έκανε ο καθηγητής Ιωάννης Καρµίρης, του
οποίου το όνοµα επανειληµµένως αναφερόταν στην Σύνοδο. Ο µακαριστός καθηγητής, σχολιάζοντας την επιστολή του αγίου Μάρκου του Ευγενικού µε τίτλο «τοις απανταχού της γης και των νήσων ευρισκοµένοις ορθοδόξοις χριστιανοίς», γράφει για την στάση του στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας: «∆ια τας ανωτέρω δογµατικάς διαφοράς και παρεκκλίσεις των Λατίνων από "της ορθής πίστεως..., και ταύτα περί την θεολογίαν του αγίου Πνεύµατος", ο Μάρκος Ευγενικός χαρακτηρίζει αυτούς ως αιρετικούς, βεβαιών ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία κατά την εποχήν εκείνην και πιθανώς από των Σταυροφοριών εθεώρει πραγµατι τους Λατίνους ου µόνον ως σχισµατικούς, αλλά και ως αιρετικούς, δεχοµένη τους εξ αυτών προσερχοµένους εις την Ορθοδοξίαν διά χρίσεως αγίου µύρου, τάττουσα ούτως αυτούς µετά των Αρειανών, Μακεδονιανών, Σαββατιανών, Ναυατιανών και λοιπών αιρετικών του δ΄ αιώνος, συµφώνως προς τον ζ΄ κανόνα της Β΄ Οικουµενικής Συνόδου, ον επικαλείται συν τη ις΄ ερωταποκρίσει του Θεοδώρου Βαλσαµώνος. Όθεν εν τη Εγκυκλίω δηλούται, ότι οι Ορθόδοξοι "εσχίσαµεν αυτούς (τους Λατίνους) και απεκόψαµεν του κοινού της Εκκλησίας σωµατος..., ως άτοπα και δυσσεβή φρονούντας και παραλόγως την προσθήκην ποιήσαντας. Ουκούν ως αιρετικούς αυτούς απεστράφηµεν, και διά τούτο αυτών εχωρίσθηµεν... αιρετικοί εισιν άρα και ως αιρετικούς αυτούς απεκόψαµεν...". Και εν Φλωρεντία ο Μάρκος Ευγενικός έλεγε προς την ορθόδοξον αντιπροσωπείαν, "ότι οι Λατίνοι ου µόνον εισί σχισµατικοί, αλλά και αιρετικοί· και τούτο παρεσιώπησεν η Εκκλησία ηµων διά το είναι το γένος εκείνων πολύ και ισχυρότερον ηµων" (J. Harduin, Acta Consiliorum, Parisiis 1715 εξ.), και "ουκ ηθέλησαν (οι προ ηµων) θριαµβεύειν τους Λατίνους ως αιρετικούς, την επιστροφήν αυτών εκδεχόµενοι και την φιλίαν πραγµατευόµενοι" (S. Syropuli, Vera historia unionis non verae, 9,5. σ. 256)». Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, συµφωνα µε τα Πρακτικά και τα αποµνηµονεύµατα της Συνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας, θεωρούσε πάντοτε τους Λατίνους αιρετικούς και το έλεγε στην ορθόδοξη αντιπροσωπεία, αλλά η αντιπροσωπεία της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν ήθελε να το διατυπώνη δηµοσίως για τις δύσκολες συνθήκες της εποχής και ως έκφραση φιλίας, ελπίζοντας την επιστροφή τους.

Επίσης, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός στην επιστολή του που έστειλε προς τους Ορθοδόξους µετά την Σύνοδο Φερράρας Φλωρεντίας, εκτός από τους Λατίνους, τους οποίους χαρακτηρίζει αιρετικούς και γράφει ότι απεκόπησαν από την Εκκλησία, συγχρόνως και για τους «Γραικολατίνους», δηλαδή για τους ορθοδόξους που δέχονται τα λατινικά έθη και δογµατα, γράφει: «Φευκτέον αυτούς, ως φεύγει τις από όφεως, ως αυτούς εκείνους, ή κακείνων πολλώ δήπου χείρονας, ως χριστοκαπήλους και χριστεµπόρους»!

Ανέφερα τα όσα έλεγε και έγραφε ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, γιατί αδικήθηκε και «κακοποιήθηκε» από µερικούς Συνέδρους στην «Αγία και Μεγάλη Σύνοδο».

*

Πριν τελειώσω τις πρώτες συνοπτικές παρατηρήσεις µου από την πρόσφατη Σύνοδο της Κρήτης, θα ήθελα να καταθέσω δυό γενικές επισηµάνσεις. Η πρώτη έχει σχέση µε την αυτοσυνειδησία της Συνόδου. Κατά την
διάρκεια των συζητήσεων κατατέθηκε η άποψη ότι αυτή η Σύνοδος δεν είναι ένα Πανορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο, αλλά «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος». Αυτό σηµαίνει ότι δεν συζητούνται τα θεµατα σε ένα ακαδηµαικό πλαίσιο, αλλά ότι είναι «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» και υπέρκειται κάθε Τοπικής Εκκλησίας οπότε οι αποφάσεις της πρέπει να επιβληθούν σε όλες τις Τοπικές Εκκλησίες. Αυτό ακριβώς µου δηµιούργησε έντονο προβληµατισµο. Κατ' αρχάς οι συζητήσεις γίνονταν σε ένα πλαίσιο γενικό, ενηµερωτικό και συµβιβαστικό- ισορροπιστικό και όχι στην ατµόσφαιρα που ενεργούσαν οι Τοπικές και οι Οικουµενικές Σύνοδοι. Έπειτα, δεν γνωρίζω πως µπορούν να επιβληθούν µερικές αποφάσεις της Συνόδου, τόσο στις παρούσες όσο και τις απούσες Εκκλησίες, όταν µάλιστα δεν προσδιορίζονται και οι συνέπειες της µη συµµορφώσεώς τους στις αποφάσεις αυτές. Ως γνωστόν, οι Οικουµενικές Σύνοδοι προσδιόριζαν την ακοινωνησία, την καθαίρεση και τον αφορισµο, για όσους δεν δέχονταν τις αποφάσεις.

Η δεύτερη επισήµανση έχει σχέση µε τον τρόπο µε τον οποίον γινόταν η ενηµέρωση των εκτός της Συνόδου. Προσωπικά παρατήρησα ότι η ενηµέρωση ήταν επιλεκτική, υπήρχε µια «χειραγώγηση» της ενηµέρωσης των ανθρώπων. Τελικά, αποδεικνύεται περιτράνως ότι η Εκκλησία είναι ένας Θεανθρώπινος οργανισµος, το Θεανθρώπινο Σωµα του Χριστού, και η ζωή αυτού του µυστηρίου δεν µπορεί να περάση µέσα στα ασφυκτικά και στενά πλαίσια της τέχνης και της επιστήµης της επικοινωνίας. Όποιος µάλιστα επιδιώκει να διαχειρισθή δηµοσιογραφικά και επικοινωνιακά την όλη εκκλησιαστική ζωή και την θεολογία της, αυτός προσβάλλει το µυστήριο της Εκκλησίας.

Όλα τα ανωτέρω εγράφησαν µε σύντοµο τρόπο, χωρίς να εξαντλήται το θεµα σε αυτά.

Πηγή: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Captain Yiannis
Δημοσιεύσεις: 250
Εγγραφή: Σάβ Ιούλ 28, 2012 4:51 pm

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Captain Yiannis » Τρί Ιούλ 12, 2016 9:55 pm

εεε μα τι να λέμε τωρα, :)
είναι δυνατόν σε μερικές μέρες να γίνει οποιαδήποτε σύνοδος,
...παρά μόνο γιά τα προκαταρκτικά,...

Ούτε σύνοδος ήταν, ... πόσο μάλλον και αγία.....



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Τετ Ιούλ 13, 2016 10:42 am

Δεν είναι για γέλια Καπετάνιε το θέμα, αλλά μάλλον για πολύ περίσκεψη και προσευχή. Από τον τρόπο που θα διαχειριστούν το Οικ. Πατριαρχείο και οι υπόλοιπες Τοπικές Εκκλησίες, είτε συμμετείχαν είτε όχι, τα συμπεράσματα της Συνόδου, θα εξαρτηθεί, αν η Σύνοδος αυτή θα περάσει, ως ένα ασήμαντο επεισόδιο στη δισχιλιετή ιστορία της Εκκλησίας ή θα δημιουργήσει στο μέλλον και νέα προβλήματα στην ενότητα της Εκκλησίας.

Όπως είπα και παραπάνω, η Σύνοδος δεν έλυσε κανένα πρόβλημα απ' αυτά που ταλανίζουν το σημερινό κόσμο, ενώ παράλληλα δημιούργησε ήδη κάποιες σκιές στις σχέσεις μεταξύ τοπικών Εκκλησιών και απειλεί ν' ανοίξει στο μέλλον πληγές, αν η διαχείριση του αποτελέσματος πέσει σε λάθος χέρια. Ο Θεός να μας λυπηθεί εμάς που βρίσκουμε μόνο μέσα στην Εκκλησία στήριγμα και παρηγοριά στις δοκιμασίες του κόσμου τούτου.

Από τη συζήτηση αυτή όμως προέκυψε και ένα ακόμη ανησυχητικό συμπέρασμα, πόσο βαθιά έχει επηρεάσει τη σκέψη κάποιων "νεωτεριστών" θεολόγων προσκείμενων κυρίως στο Οικ. Πατριαρχείο και κάποιες νέες Τοπικές Εκκλησίες στο "δυτικό" κόσμο, η δυτική θεώρηση περί "Αγίας Τριάδος", "Εκκλησίας" και "ενότητας". Ο Οικουμενισμός εισβάλει σαν δηλητήριο σιγά σιγά, αλλά σταθερά, στο χώρο της Ορθοδοξίας. Μπορεί να μην έχει επηρεάσει ακόμη σε μεγάλο βαθμό την Εκκλησία της Ελλάδος και τις άλλες Ανατολικές Εκκλησίες και σε ακόμη μικρότερο βαθμό το Άγιο Όρος, αλλά είναι μια σημαντική απειλή που στο μέλλον μπορεί να εξελιχθεί επικίνδυνα.

Η πολυδιαφημιζόμενη "ενότητα" των Χριστιανών, Ορθοδόξων και αιρετικών, να μη δώσει ο Θεός να καταλήξει σε διάσπαση μεταξύ των Ορθοδόξων, όπως επιθυμεί σίγουρα ο εχθρός του ανθρώπου.


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.

Άβαταρ μέλους
Captain Yiannis
Δημοσιεύσεις: 250
Εγγραφή: Σάβ Ιούλ 28, 2012 4:51 pm

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Captain Yiannis » Τετ Ιούλ 13, 2016 1:36 pm

Νίκο το χαμόγελο δεν είναι γέλιο, ίσως κάποιες φορές και να είναι χαμόγελο ....πικρό....

Τώρα, .... σε καμία περίπτωση δεν περιμένω ότι θα νικήσει ο πονηρός.

Και Νίκο αλλοίμονό μου και περίμενα νε με λυπηθεί ο Θεός,
διότι τότε δεν θα ήταν Θεός , ...αλλά άνθρωπος με ανθρώπινα συναισθήματα και τότε.....

Κατά τα λοιπά συμφωνώ σε όλα που είπες, έτσι τα βλέπω.



Άβαταρ μέλους
Νίκος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 6863
Εγγραφή: Παρ Ιούλ 27, 2012 11:05 am
Τοποθεσία: Κοζάνη

Re: Η "Αγία και Μεγάλη" Σύνοδος

Δημοσίευσηαπό Νίκος » Δευτ Ιούλ 18, 2016 1:48 pm

Ρωσική Εκκλησία: Αδύνατο να θεωρείται Πανορθόδοξη-Τα έγγραφα που ενέκρινε δεν είναι πανορθοδόξου ομοφωνίας
Δευτέρα, 18 Ιούλιος 2016 09:21 Από mospat

Εικόνα

ΤΙ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ

"Η διεξαγωγή της Συνόδου χωρίς σύμφωνη γνώμη ορισμένων αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών αποτελεί παραβίαση της αρχής αυτής και ως εκ τουτου η γενομένη στην Κρήτη Σύνοδος είναι αδύνατο να θεωρείται Πανορθόδοξη ούτε τα έγγραφα τα οποία ενέκρινε αποτελούν έκφραση της πανορθοδόξου ομοφωνίας" αναφέρει μεταξύ άλλων η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας.

Κατά τη συνεδρία αυτής της 15ης Ιουλίου 2016 η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσσίας ασχολήθηκε με την από 18 έως 26 Ιουνίου 2016 στην Κρήτη γενομένη Σύνοδο Προκαθημένων και Ιεραρχών των δέκα κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Κατά τη συνεδρία αυτής της 13ης Ιονίου 2016 (Πρακτικά № 40) η Ιερά Σύνοδος αφού μελέτησε την κατάσταση, η οποία δημιουργήθηκε εξαιτίας της αποχής μίας σειράς των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών από τη συμμετοχή στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στις προκαθορισμένες ημερομηνίες από 18 έως 26 του τρ. ε. προέβη σε σχετική δήλωση.

Η δήλωση, η οποία την ίδια ημέρα απεστάλη προς τον Παναγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίο και τους Προκαθημένους όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών ειδικότερα δε καλεί σε υποστήριξη της προτάσεως των Εκκλησιών Αντιοχείας, Γεωργίας, Σερβίας και Βουλγαρίας για την αναβολή της Πανορθοδόξου Συνόδου.

Ωστόσο από 18 έως 26 Ιουνίου ε.ε. στην νήσο Κρήτη συνήλθε Σύνοδος με συμμετοχή των δέκα κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες της Αντιοχείας, της Ρωσίας, της Γεωργίας και της Βουλγαρίας να απέχουν από ττις εργασίες αυτής. O Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών κ.κ. Κύριλλος στις 16 Ιουνίου απέστειλε μήνυμα στους Προκαθημένους και τα μέλη των αντιπροσωπειών των κατά τόπους Εκκλησιών, των συνελθόντων στην Κρήτη. Το μήνυμα εκφράζει την πεποίθηση ότι οι διχογνωμίες μεταξύ των μεμονωμένων Εκκλησιών επί θεμάτων προπαρασκευής της Αγίας και Μεγάλη Συνόδου δεν πρέπει να διχάζουν και να αποδυναμώνουν την ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αφού τόνισε τη σπουδαιότητα της φωνής της κάθε τοπικής Εκκλησίας και την έλλειψη σύμφωνης γνώμης του Πατριαρχείου Αντιοχείας για να συγκληθεί η Σύνοδος, ο Αγιώτατος Πατριάρχης Κύριλλος σημείωσε ότι η συνάντηση στην Κρήτη δύναται να συμβάλει στην προετοιμασία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, όπου θα συμμετάσχουν όλες οι κοινώς ανεγνωρισμένες κατά τόπους αυτοκέφαλες Εκκλησίες.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρωσίας μέχρι σήμερα δεν έχει λάβει επισήμως τα κείμενα τα οποία ενεκρίθησαν από τη Σύνοδο στην Κρήτη. Σύμφωνα με πληροφορίες ορισμένοι Ιεράρχες των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίοι συμμετείχαν στη Σύνοδο, δήλωσαν ότι δεν υπέγραψαν το κείμενο «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον» λόγῳ της μη συμφωνίας τους προς το περιεχόμενό του.

Στις 27 Ιουνίου 2016 η Ιερά Σύνοδος της κατά Αντιόχειαν Ορθοδόξου Εκκλησίας προέβη σε δήλωση σχετικά με τη σύγκληση συνελεύσεως στην Κρήτη. Η δήλωση αναφέρει ότι τα κείμενα τα οποία ενεκρίθησαν κατ΄αυτήν δεν δεσμεύουν κατά οποιονδήποτε τρόπο το Πατριαρχείο Αντιοχείας και πάσης Ανατολής, ενώ τονίζει ότι «η αρχή της ομοφωνίας εξακολουθεί να είναι ο βασικός κανόνας ο οποίος διέπει τις διορθοδόξους σχέσεις». Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Αντιοχείας βλέπει την γενομένη συνάντηση ως «μία προκαταρκτική Συνέλευση της Πανορθοδόξου Μεγάλης Συνόδου», ενώ τα έγγραφα αυτής, κατά την Εκκλησία της Αντιοχείας, δεν είναι τελικά, αλλά ανοιχτά προς συζήτηση. Επίσης υπογράμμισε ότι η Εκκλησία της Αντιοχείας ζήτησε την αναβολή της Συνόδου «δια την ενίσχυση της ενότητος της Καθολικής Ορθοδοξίας, ώσπου να εξασφαλιστεί η Ορθόδοξος ομοφωνία περί των επίμαχων θεμάτων της ημερησίας διατάξεως της Συνόδου, και να εκπληρωθούν οι εκκλησιολογικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή όλων των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών». Η δήλωση τονίζει ότι η Σύνοδος, η οποία αρχικώς ήταν προορισμένη να είναι Πανορθόδοξος, συγκλήθηκε με την απουσία τεσσάρων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, «το ποίμνιο των οποίων περιλαμβάνει περίπου το μισό πληθυσμό του συνόλου των Ορθοδόξων Πιστών ανά τον κόσμο».

Στις 9 Ιουλίου 2016 η Αρχιγραμματεία της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Βουλγαρίας ανακοίνωσε ότι μετά την επίσημη λήψη των κειμένων της γενομένης στην Κρήτη Συνόδου θα κοινοποιηθούν στους Μητροπολίτες του Πατριαρχείου Βουλγαρίας για την προσήκουσα μελέτη και κατόπιν αυτής η Ιερά Σύνοδος στη συνεδρία αυής θα τοποθετηθεί για τις αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης.

Η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσσίας δέχεται ότι η γενομένη στην Κρήτη Σύνοδος, στην οποία συμμετείχαν Προκαθήμενοι και Ιεράρχες των δέκα εκ των δεκαπέντε αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών ήταν σημαντικό γεγονός στην συνοδική πορεία της Ορθοδοξίας, αρχής γενομένης από την Πανορθόδοξη Διάσκεψη της Ρόδου το 1961.

Επίσης τονίζει ότι η αρχή της ομοφωνίας ήταν η βάση της πανορθδόξου συνεργασίας καθ΄όλη τη διάρκεια της συνοδικής διαδικασίας. Η διεξαγωγή της Συνόδου χωρίς σύμφωνη γνώμη ορισμένων αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών αποτελεί παραβίαση της αρχής αυτής και ως εκ τουτου η γενομένη στην Κρήτη Σύνοδος είναι αδύνατο να θεωρείται Πανορθόδοξη ούτε τα έγγραφα τα οποία ενέκρινε αποτελούν έκφραση της πανορθοδόξου ομοφωνίας. Ακόμα επεσήμανε τη σχετική θέση της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείο Αντιοχείας.

Τέλος, η Ιερά Σύνοδος ανέθεσε, άμα τῇ λήψει των επισήμως επικυρωθέντων αντιγράφων των εγκεκριμένων από τη ἐν Κρήτῃ Σύνοδο κειμένων, τη δημοσίευση και τη μελέτη αυτών στη Συνοδική Βιβλική-Θεολογική Επιτροπή, η οποία παράλληλα οφείλει να λαμβάνει υπόψη και ενδεχόμενες παρατηρήσεις και κρίσεις των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών, των θεολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, των θεολόγων, των κληρικών, των μοναχών και των λαϊκών. Κατόπιν επισταμένης μελέτης η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει τα πορίσματα αυτής στην Ιερά Σύνοδο.

Πηγή: ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ και ελέησόν με.


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 6 και 0 επισκέπτες

cron