Η συγκλονιστική μεταστροφή ενός 42χρονου αθέου - Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τό Θεό;

Η σχέση της Ορθοδοξίας με τις άλλες θρησκείες.

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Α.Γ.
Δημοσιεύσεις: 824
Εγγραφή: Παρ Φεβ 12, 2016 11:46 pm

Η συγκλονιστική μεταστροφή ενός 42χρονου αθέου - Γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τό Θεό;

Δημοσίευσηαπό Α.Γ. » Τρί Φεβ 16, 2016 3:59 pm

Εικόνα

Η ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ 42ΧΡΟΝΟΥ ΑΘΕΟΥ - ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΟΥ ΜΙΛΗΣΑΤΕ ΠΟΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΟ; - ΤΟ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟ ΑΝΑΦΕΡΕΙ Ο ΚΑΛΟΣ ΚΛΗΡΙΚΟΣ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ Π. ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ἀναφέρει ὁ π. Στέφανος Ἀναγνωστόπουλος:

«Πρίν ἀπό χρόνια, ὅταν ἤμουν ἐφημέριος στόν ἱερό Ναό τοῦ ἁγίου Βασιλείου Πειραιῶς, μέ κάλεσαν νά ἐξομολογήσω ἐκτάκτως, κατόπιν δικῆς του ἐπιθυμίας, ἕνα νέο ἄνδρα, 42 ἐτῶν, τοῦ ὁποίου τ’ ὄνομα, ἦταν Ξενοφῶν.

Ὄταν πῆγα, ἦταν σέ κακή κατάστασι. Ὁ καρκῖνος μέ τίς ραγδαῖες μεταστάσεις τόν εἶχε προσβάλει καί στό κεφάλι. Οἱ μέρες του μετρημένες. Ἦταν μόνος στό θάλαμο, τό διπλανό κρεββάτι ἦταν ἄδειο, κι ἔτσι βρεθήκαμε μόνοι μας. Καί μοῦ εἶπε τά ἑξῆς, γιά τό πῶς πίστευσε, ἀφοῦ ὑπῆρξε, ὅπως τό τόνισε, “σκληρός ἄθεος” κι ἄπιστος.

—Ἦλθα ἐδῶ πρίν ἀπό 35 περίπου μέρες, σ᾽ αὐτό τό δωμάτιο τῶν δύο κλινῶν. Δίπλα μου ἦταν ἤδη κάποιος ἄλλος ἄρρωστος, μεγάλος στήν ἡλικία, 80 περίπου ἐτῶν. Αὐτός ὁ ἄρρωστος, πάτερ μου, παρά τούς φοβερούς πόνους τούς ὁποίους εἶχε στά κόκκαλα —ἐκεῖ τόν εἶχε προσβάλει ὁ καρκῖνος— συνεχῶς ἀναφωνοῦσε “Δόξα Σοι, ὁ Θεός! Δόξα Σοι, ὁ Θεός!...”. Στή συνέχεια ἔλεγε καί πολλές ἄλλες προσευχές, τίς ὁποῖες ἐγώ ὁ ἀνεκκλησίαστος κι ἄθεος τίς ἄκουγα γιά πρώτη φορά. Καί, ὅμως, πολλές φορές μετά ἀπ’ τίς προσευχές του ἠρεμοῦσε —κι ἐγώ δέν ξέρω μέ ποιό τρόπο— καί τόν ἔπαιρνε γλυκύτατος ὕπνος. Ὕστερα ἀπό δυό-τρεῖς ὧρες ξυπνοῦσε ἀπ’ τούς ἀφόρητους πόνους, γιά νά ξαναρχίση καί πάλι: “Ὦ Χριστέ μου, Σ’ εὐχαριστῶ! Δόξα στ’ ὄνομά Σου!... Δόξα Σοι, ὁ Θεός!... Δόξα Σοι, ὁ Θεός!...”.

Ἐγώ μούγκριζα ἀπ’ τούς πόνους, κι αὐτός ὁ συνασθενής μου, μέ τούς ἀφόρητους πόνους, δοξολογοῦσε τό Θεό. Ἐγώ βλασφημοῦσα τό Χριστό καί τήν Παναγία, κι αὐτός μακάριζε τό Θεό, Τόν εὐχαριστοῦσε γιά τόν καρκῖνο τόν ὁποῖο τοῦ ἔδωσε καί τούς πόνους τούς ὁποίους εἶχε. Τότε ἐγώ ἀγανακτοῦσα ὄχι μόνο ἀπ’ τούς φρικτούς πόνους τούς ὁποίους εἶχα, ἀλλά καί γιατί ἔβλεπα αὐτόν, τό συνασθενῆ μου, νά δοξολογῆ συνεχῶς τό Θεό. Αὐτός ἔπαιρνε σχεδόν κάθε μέρα “τή Θεία Μεταλαβιά” κι ἐγώ ὁ ἄθλιος ξερνοῦσα ἀπό ἀηδία.

—Σκάσε, ἐπιτέλους. Σκάσε ἐπιτέλους νά λές συνεχῶς “Δόξα Σοι, ὁ Θεός”! Δέν βλέπεις πώς Αὐτός ὁ Θεός, Τόν ὁποῖο ἐσύ δοξολογεῖς, Αὐτός μᾶς βασανίζει τόσο σκληρά; Θεός εἶναι αὐτός; Δέν ὑπάρχει. Ὄχι! Δέν ὑπάρχει...

Κι αὐτός μέ γλυκύτητα ἀπαντοῦσε:

—Ὑπάρχει, παιδί μου, ὑπάρχει καί εἶναι στοργικός Πατέρας, διότι μέ τήν ἀρρώστια καί τούς πόνους μᾶς καθαρίζει ἀπ’ τίς πολλές μας ἁμαρτίες. Ὅπως ἄν ἤσουν ἀπασχολημένος μέ καμμιά σκληρή δουλειά, ὅπου τά ροῦχα σου καί τό σῶμα σου θά βρωμοῦσαν κυριολεκτικῶς, θά χρειαζόσουν μιά σκληρή βούρτσα γιά νά καθαρισθῆς καλά, κι ἐσύ καί τό σῶμα σου καί τά ροῦχα σου, κατά τόν ἴδιο τρόπο κι ὁ Θεός χρησιμοποιεῖ τήν ἀρρώστια σάν εὐεργετικό καθαρισμό τῆς ψυχῆς, γιά νά τήν προετοιμάση γιά τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Οἱ ἀπαντήσεις του μ’ ἐκνεύριζαν ἀκόμη περισσότερο καί βλασφημοῦσα θεούς καί δαίμονες. Δυστυχῶς οἱ ἀντιδράσεις μου ἦταν ἀρνητικές, μέ τό νά φωνάζω:

—Δέν ὑπάρχει Θεός... Δέν πιστεύω σέ τίποτε... Οὔτε στό Θεό οὔτε σ᾽ αὐτά τά “κολοκύθια” τά ὁποῖα μοῦ λές περί Βασιλείας τοῦ Θεοῦ σου...

Θυμᾶμαι τίς τελευταῖες του λέξεις:

—Περίμενε καί θά δῆς μέ τά μάτια σου πώς χωρίζεται ἡ ψυχή ἀπ’ τό σῶμα ἑνός χριστιανοῦ πού πιστεύει. Εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀλλά τό ἔλεός Του θά μέ σώση. Περίμενε, θά δῆς καί θά πιστεύσης!!!

Καί ἡ μέρα αὐτή ἔφθασε. Ἀπ’ τό νοσοκομεῖο θέλησαν νά βάλουν ἕνα “παραβάν”, ὅπως ἦταν καθῆκον τους, ἀλλά ἐγώ διαμαρτυρήθηκα. Τούς εἶπα:

—Ὄχι, γιατί θέλω νά δῶ πῶς αὐτός ὁ γέρος θά πεθάνη!!!

Τόν ἔβλεπα, λοιπόν, νά δοξολογῆ συνεχῶς τό Θεό. Πότε ἔλεγε κάποια “Χαῖρε” γιά τήν Παναγία, τά ὁποῖα ἀργότερα ἔμαθα ὅτι λέγονται “Χαιρετισμοί”. Κατόπιν σιγοέψαλλε τό “Θεοτόκε Παρθένε”, τό “Ἀπό τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν...”, τό “Ἄξιόν ἐστι”, κάνοντας συγχρόνως καί πολλές φορές τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ.

Σήκωσε κάποια στιγμή τά χέρια του καί εἶπε: “Καλῶς τόν Ἄγγελό μου! Σ’ εὐχαριστῶ, πού ἦλθες μέ τόση λαμπρά συνοδεία νά παραλάβης τήν ψυχή μου. Σ’ εὐχαριστῶ!... Σ’ εὐχαριστῶ!...”. Ἀνασηκώθηκε λίγο, ξανασήκωσε τά χέρια του ψηλά, ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, σταύρωσε τά χεράκια του στό στῆθος του καί κοιμήθηκε!!!

Ξαφνικά τό δωμάτιο πλημμύρισε ἀπό φῶς, λές καί μπῆκαν μέσα δέκα ἥλιοι καί περισσότεροι· τόσο πολύ φωτίσθηκε τό δωμάτιο! Ναί, ἐγώ ὁ ἄπιστος, ὁ ἄθεος, ὁ ὑλιστής, ὁ “ξιπασμένος”, ὁμολογῶ ὅτι ὄχι μόνο ἔλαμψε τό δωμάτιο ἀλλά καί μιά ὡραιοτάτη μυρωδιά ἁπλώθηκε σ᾽ αὐτό, ἀκόμη καί σ᾽ ὁλόκληρο τό διάδρομο, καί, μάλιστα, ὅσοι ἦταν ξυπνητοί καί μποροῦσαν, ἔτρεχαν ἐδῶ κι ἐκεῖ, γιά νά διαπιστώσουν ἀπό ποῦ ἐρχόταν ἡ παράξενη αὐτή μυρωδιά.

Ἔτσι, πάτερ μου, πίστευσα, γι’ αὐτό καί φώναξα γιά Ἐξομολόγο ὕστερα ἀπό τρεῖς μέρες. Τήν ἄλλη μέρα, ὅμως, τά ᾽βαλα μέ τούς δικούς μου, τή μάνα μου καί τόν πατέρα μου, ὕστερα μέ τά δυό μεγαλύτερα ἀδέλφια μου, μέ τή γυναῖκα μου, μέ τούς συγγενεῖς καί τούς φίλους, καί τούς φώναζα καί τούς ἔλεγα:

—Γιατί δέν μοῦ μιλήσατε ποτέ γιά τό Θεό, τήν Παναγία καί τούς Ἁγίους; Γιατί δέν μέ ὁδηγήσατε ποτέ στήν Ἐκκλησία; Γιατί δέν μοῦ εἴπατε ὅτι ὑπάρχει Θεός καί ὑπάρχει καί θάνατος καί κάποτε αὐτή ἡ ψυχή θά χωρισθῆ ἀπ’ τό σῶμα γιά νά δώση τό λόγο της; Γιατί μέ σπρώξατε μέ τή συμπεριφορά σας στήν ἀθεΐα καί στό μαρξισμό; Ἐσεῖς μέ μάθατε νά βλασφημῶ, νά κλέβω, ν’ ἀπατῶ, νά πορνεύω... Ἐσεῖς μέ μάθατε νά εἶμαι πονηρός, καχύποπτος, ζηλιάρης, λαίμαργος, φιλάργυρος καί κακός. Γιατί δέν μοῦ διδάξατε τήν ἀρετή; Γιατί δέν μοῦ διδάξατε τήν ἀγάπη; Γιατί δέν μοῦ μιλήσατε ποτέ γιά τό Χριστό; Γιατί;... Ἀπ’ αὐτή τή στιγμή μέχρι πού νά πεθάνω, θά μοῦ μιλᾶτε μόνο γιά τό Θεό, τό Χριστό, τήν Παναγία, τούς Ἀγγέλους, τούς Ἁγίους. Γιά τίποτε ἄλλο.

Ἔρχονταν οἱ δικοί μου, οἱ συγγενεῖς, φίλοι, γνωστοί, καί τούς ρωτοῦσα τόν καθένα χωριστά ἤ ὅλους μαζί:

—Ἔχετε νά μοῦ πῆτε κάτι σημαντικό γιά τό Θεό; Διότι Αὐτόν θά συναντήσω! Λέγετε. Ἄν δέν ξέρετε, νά μάθετε. Οἱ μέρες περνᾶνε κι ἐγώ θά φύγω.

Καί σ’ ἕνα-δυό ἐπισκέπτες:

—Ἄν δέν ξέρης ἤ ἄν δέν πιστεύης, νά φύγης!...

Τώρα πιστεύω μέ ὅλη μου τήν καρδιά, καί θέλω νά ἐξομολογηθῶ ὅλες τίς ἁμαρτίες μου ἀπό μικρό παιδί...”».

Ἔφυγε μετανοημένος.

Από το Βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Ὁ Ἥχος τῶν Θεϊκῶν Βημάτων, Ἀπό τίς παρυφές τῆς πλάνης στό Χριστό, Μεταστροφές 4, ἐκδ. Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011, τηλ. 2108220542

Πηγή:

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ - COMING HOME - ORTHODOXY



Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 10 και 0 επισκέπτες

cron