Οι Άγιοι Ιουλιανός, Μαρκιανός, Ιωάννης, Ιάκωβος, Αλέξιος, Δημήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος και Μαρία η Πατρικία μαρτύρησαν στην εποχή του αυτοκράτορα Λέοντος Γ, του εικονομάχου. Ο πατριάρχης Αναστάσιος άρχισε να εφαρμόζει το διάταγμα του 728, το οποίο είχε εκδώσει ο Λέων. Όταν λοιπόν ένας αξιωματικός κατέβασε την εικόνα του Χριστού, οι χριστιανοί που έγιναν μάρτυρες του εγκλήματος εξοργίσθηκαν και έριξαν τον αξιωματικό από τη σκάλα στην οποία ήταν ανεβασμένος, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Τότε ο αυτοκράτορας διέταξε τη θανάτωση πολλών εξ αυτών των χριστιανών, μεταξύ των οποίων και οι μάρτυρες των οποίων τη μνήμη γιορτάζουμε σήμερα.
Η οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο την εποχή του Ιουστινιανού (527-565). Από νεαρή ηλικία, αγνοώντας τις συμβουλές παν οικείων της, ακολούθησε το δρόμο της διαφθοράς και της ακολασίας για δεκαεφτά χρόνια. Κάποια στιγμή όμως, οδηγούμενη από θεία πρόνοια, η Μαρία βρέθηκε μαζί με άλλους ασελγείς νέους στα Ιεροσόλυμα τον καιρό που εορταζόταν η προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Η Μαρία θέλησε να εισέλθει στην εκκλησία όπου βρισκόταν ο Σταυρός για να προσκυνήσει, όμως κάποια αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να περάσει την είσοδο του ιερού ναού. Η οσία τότε συνειδητοποίησε ότι η αμαρτωλή ζωή της δεν ήταν αρεστή στα μάτια του Κυρίου και μετανόησε. Ζήτησε από την Παρθένο Μαρία να της επιτραπεί η είσοδος στο ναό, υποσχόμενη ότι θα ακολουθήσει την οδό της σωφροσύνης. Αφού προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό, η Μαρία αποχώρησε αποφασισμένηη να τηρήσει την υπόσχεση της. Αποσύρθηκε στην έρημο του Ιορδάνη, όπου αφιερώθηκε στην ασκητική ζωή για σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια. Όλο αυτό το διάστημα η οσία το πέρασε με προσευχή και νηστεία, χωρίς μάλιστα να δει κανέναν άνθρωπο, παρά μόνο τον ιερομόναχο Ζωσιμά, ο οποίος της πρόσφερε τη θεία Κοινωνία.
Οι δύο χριστιανοί συνελήφθησαν και κλείσθηκαν στη φυλακή, αφού ομολόγησαν την πίστη τους στον ηγεμόνα Μάξιμο. Οι ειδωλολάτρες, αφού έκλεισαν τους άγιους άνδρες για είκοσι ημέρες στη φυλακή, τους οδήγησαν στον τόπο των βασανιστηρίων και τους πίεζαν να αρνηθούν τον Χριστό. Οι δήμιοι τους υπέβαλαν στα αγριότερα βασανιστήρια, τα οποία μάλιστα παρακολουθούσαν και οι γυναίκες των αγίων. Αφού υπέμειναν με καρτερία τα μαρτύρια τους οι Άγιοι Νίκανδρος και Μαρκιανός παρέδωσαν το πνεύμα τους.
Η Αγία Μαρίνα καταγόταν από την Αντιόχεια της Πισιδίας και έδρασε την εποχή του αυτοκράτορα Κλαυδίου. Ήταν μοναχοκόρη και μάλιστα ο πατέρας της ήταν ιερέας των ειδώλων. Δεν είχε συμπληρώσει το δωδέκατο έτος της ηλικίας της όταν πέθανε η μητέρα της και ο πατέρας της ανέθεσε την ανατροφή της σε κάποια χριστιανή γυναίκα. Η Αγία Μαρίνα τότε διδάχθηκε το Χριστιανισμό και άνοιξε την ψυχή της για να δεχτεί το Σωτήρα της Χριστό. Όταν ο έπαρχος Ολύμβριος πληροφορήθηκε τα σχετικά με αυτή, διέταξε να την οδηγήσουν μπροστά του και προσπάθησε με κάθε μέσο να τη μεταπείσει. Μάλιστα, θαμπωμένος από την ομορφιά της, της ζήτησε να γίνει γυναίκα του. Εκείνη αρνήθηκε και συνέχισε να ομολογεί την πίστη της. Γι΄ αυτό και υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Αφού της καταξέσκισαν τις σάρκες με σιδερένια νύχια, την έριξαν στη φυλακή. Όταν την ανέκρινε για δεύτερη φορά και διαπίστωσε ότι παρέμενε ακλόνητη την έκαψε με αναμμένες λαμπάδες. Τότε όμως συνέβη μέγα θαύμα: Οι πληγές της έκλεισαν και όσοι βρίσκονταν εκεί έγιναν αμέσως χριστιανοί. Ο έπαρχος εξοργισμένος διέταξε να την αποκεφαλίσουν και έτσι η Αγία έλαβε το αμάραντο στεφάνι του μαρτυρίου.
Ο Άγιος Μαρίνος καταγόταν από τη Ρώμη. Έζησε και μαρτύρησε επί αυτοκρατορίας Καρίνου. Η οικογένεια του ήταν επιφανής και ο ίδιος είχε τιμηθεί με το αξίωμα του συγκλητικού. Όταν έγινε γνωστή η πίστηη του στον Χριστό συνελήφθη και δέχθηκε πιέσεις προκειμένου να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνος όμως έμεινε σταθερός στην πίστη του και για το λόγο αυτό υποβλήθηκε σε βασανιστήρια, από τα οποία βγήκε αλώβητος. Μάλιστα παραπλάνησε τον αυτοκράτορα, ζητώντας να του επιτρέψει να θυσιάσει σε ειδωλολατρικό βωμό, τον οποίο και συνέτριψε. Έπειτα από το γεγονός αυτό αποκεφαλίσθηκε.
Ο Άγιος Σεβαστιανός και οι συν αυτώ Ζωή, Τραγκυλίνος, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιρβούτιος, Κάστουλος, Μαρκελλίνος και Μάρκος έζησαν την εποχή που ήταν αυτοκράτορες ο Διοκληπανός και ο Μαξιμιανός. Ο Σεβαστιανός ήταν ευσεβής και ενάρετος και καθ' όλη τη ζωή του διακήρυττε την αλήθεια οδηγώντας πολλούς στη χριστιανοσύνη. Ο Μαρκελλίνος και ο Μάρκος, γιοι του ειδωλολάτρη Τροογκυλίνου, διδάχθηκαν και εν συνεχεία ομολόγησαν τη χριστιανική πίστη και για το λόγο αυτό υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια. Όταν οι ειδωλολάτρες θέλησαν να τους αποκεφαλίσουν, οι γονείς τους προσπάθησαν να τους πείσουν να αρνηθούν τον Χριστό για να σώσουν πς ζωές τους. Τότε όμως παρενέβη ο Σεβασπανός, ο οποίος εμψύχωσε τους νέους και μόλιστα προσέλκυσε στη χριστιανική πίστη τον πατέρα τους. Στη συνέχεια ο ίδιος, ο πρώην ειδωλολάτρης Τραγκυλίνος, οδήγησε στο δρόμο της αλήθειας το στυγνό έπαρχο. Λίγα χρόνια αργότερα ο Σεβασπανός, ο Τραγκυλίνος, οι γιοι του καθώς και οι χριστιανοί Ζωή, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιβούρτιος συνελήφθησαν και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Οι Άγιοι, έπειτα από φρικτά βασανιστήρια, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο και ανήλθαν στεφανηφόροι στην αιώνια βασιλεία.
Οι Άγιοι Ιουλιανός, Μαρκιανός, Ιωάννης, Ιάκωβος, Αλέξιος, Δημήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος και Μαρία η Πατρικία μαρτύρησαν στην εποχή του αυτοκράτορα Λέοντος Γ, του εικονομάχου. Ο πατριάρχης Αναστάσιος άρχισε να εφαρμόζει το διάταγμα του 728, το οποίο είχε εκδώσει ο Λέων. Όταν λοιπόν ένας αξιωματικός κατέβασε την εικόνα του Χριστού, οι χριστιανοί που έγιναν μάρτυρες του εγκλήματος εξοργίσθηκαν και έριξαν τον αξιωματικό από τη σκάλα στην οποία ήταν ανεβασμένος, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Τότε ο αυτοκράτορας διέταξε τη θανάτωση πολλών εξ αυτών των χριστιανών, μεταξύ των οποίων και οι μάρτυρες των οποίων τη μνήμη γιορτάζουμε σήμερα.
Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος έζησαν και άθλησαν κατά τον 4ο μΧ αιώνα. Ήταν ταχυγράφοι (νοτάριοι) του πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Παύλου του Ομολογητή, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον πατριάρχη Αλέξανδρο. Τα χρόνια εκείνα τη χριστιανοσύνη απασχολούσε η αίρεση του Αρείου, οπαδός της οποίας ήταν ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος. Ο ασεβής αυτοκράτορας, μεταξύ των άλλων, συνέλαβε τον Παύλο, ο οποίος έμενε πιστός στα δόγματα της ορθής πίστης, και τον εξόρισε στην Αρμενία, όπου βρήκε μαρτυρικό θάνατο από αρειανούς. Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος έμειναν πιστοί στο φρόνημα του Αγίου Πατριάρχη και δεν ενέδωσαν στις πιέσεις των αρειανών. Αντιθέτως, διακήρυτταν σε κάθε ευκαιρία ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ομοούσιος του Πατρός. Ο κακόδοξος Κωνστάντιος δεν ανέχθηκε τη στάση των Αγίων και διέταξε να τους συλλάβουν. Σε όλες τις προσπάθειες του να πείσει τους δύο άνδρες να δεχθούν την αιρετική διδασκαλία του Αρείου ο αυτοκράτορας αντιμετώπιζε την άρνηση τους. Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος βρήκαν τελικά μαρτυρικό θάνατο από τους δημίους του αυτοκράτορα.
Ο Απόστολος Μάρκος καταγόταν πιθανότατα από την Κύπρο, αλλά εγκαταστήθηκε στα Ιεροσόλυμα. Έδρασε κοντά στον Απόστολο Παύλο και διακήρυξε την χριστιανική αλήθεια στην Αίγυπτο, στη Λιβύη, στη Βαρβαρική και στην Πεντάπολη. Τιμήθηκε από τον θεό με το χάρισμα να θαυματουργεί, που έθεσε στην υπηρεσία του ποιμνίου του. Συνέγραψε και Ευαγγέλιο -το κατά Μάρκον- γι' αυτό και ονομάστηκε Ευαγγελιστής. Ο Απόστολος Μάρκος ρίχθηκε στη φυλακή όπου, υπέστη φρικτά βασανιστήρια, κατά τα οποία παρέδωσε το πνεύμα του στον θεό.
Μάρκος ο Ευγενικός - Οι γονείς του ήταν ο Γεώργιος και η Μαρία. 'Έγινε κληρικός ακολουθώντας τον δρόμο του πατέρα του και το 1436 εξελέγει αρχιεπίσκοπος Εφέσου. Διέσωσε την ορθόδοξη πίστη, καθώς ήταν ο μόνος που αρνήθηκε να υπογράψει πρωτόκολλο με το οποίο θα ενώνονταν οι δύο εκκλησίες.
Ο Άγιος Σεβαστιανός και οι συν αυτώ Ζωή, Τραγκυλίνος, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιβούρτιος, Κάστουλος, Μαρκελλίνος και Μάρκος έζησαν την εποχή που ήταν αυτοκράτορες ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός. Ο Σεβαστιανός ήταν ευσεβής και ενάρετος και καθ' όλη τη ζωή του διακήρυττε την αλήθεια οδηγώντας πολλούς στη χριστιανοσύνη. Ο Μαρκελλίνος και ο Μάρκος, γιοι του ειδωλολάτρη Τρογκυλίνου, διδάχθηκαν και εν συνεχεία ομολόγησαν τη χριστιανική πίστη και για το λόγο αυτό υπέστησαν φρικτά βασανιστήρια. Όταν οι ειδωλολάτρες θέλησαν να τους αποκεφαλίσουν, οι γονείς τους προσπάθησαν να τους πείσουν να αρνηθούν τον Χριστό για να σώσουν τις ζωές τους. Τότε όμως παρενέβη ο Σεβαστιανός, ο οποίος εμψύχωσε τους νέους και μάλιστα προσέλκυσε στη χριστιανική πίστη τον πατέρα τους. Στη συνέχεια ο ίδιος, ο πρώην ειδωλολάτρης Τραγκυλίνος, οδήγησε στο δρόμο της αλήθειας το στυγνό έπαρχο. Λίγα χρόνια αργότερα ο Σεβαστιανός, ο Τραγκυλίνος, οι γιοι του καθώς και οι χριστιανοί Ζωή, Νικόστρατος, Κλαύδιος, Κάστωρ και Τιβούρτιος συνελήφθησαν και ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό. Οι Άγιοι, έπειτα από φρικτά βασανιστήρια, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο και ανήλθαν στεφανηφόροι στην αιώνια βασιλεία.
Ο Άγιος Μάρκος έδρασε την εποχή της μονοκρατορίας του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Η βαθιά πίστη και η γενναιότητα του τον ώθησαν σε σπουδαία έργα. Καταρχήν γκρέμισε πολλούς ειδωλολατρικούς ναούς και στη θέση τους ανήγειρε εκκλησίες. Έφερε επίσης χιλιάδες ανθρώπους στο δρόμο της θεογνωσίας και βοήθησε με ελεημοσύνες όσους είχαν ανάγκη. Όταν ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός ο Παραβάτης εξαπολύθηκε διωγμός εναντίον των χριστιανών και έτσι ο Άγιος βρέθηκε στο στόχαστρο των ειδωλολατρών. Στην αρχή κρύφτηκε, προκειμένου να συνεχίσει το έργο του, όταν όμως πλληροφορήθηκε ότι συνελήφθησαν κάποιοι άλλοι αντί αυτού, παραδόθηκε αυτόβουλα στους δόλιους ειδωλολάτρες. Εκείνοι τον ξεγύμνωσαν, του καταπλήγωσαν το σώμα με ραβδισμούς και έπειτα τον έριξαν σε έναν υπόνομο. Εκεί τον άφησαν αρκετές μέρες και όταν τον έβγαλαν του τρύπησαν το σώμα με σακοράφες. Στη συνέχεια τον κρέμασαν, αφού πρώτα του άλειψαν το σώμα με άλμη και μέλι, ώστε να του επιτίθενται μέλισσες και σφήκες. Όλα αυτά τα βασανιστήρια ο Αγιος τα υπέμεινε με πρωτοφανή καρτερία και νεανική ρωμαλεότητα, γεγονός που ώθησε τους βασανιστές του να εγκαταλείψουν την ειδωλολατρία και να προσέλθουν στη χριστιανική πίστη. Έτσι ο Άγιος ετελειώθη έχοντας πετύχει μια θαυμαστή νίκη.
Κατά τα χρόνια του σκληρού αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μΧ.) έζησαν οι επτά παίδες Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος. Ο Δέκιος εξαπέλυσε διωγμό κατά των χριστιανών, βασανίζοντας και δολοφονώντας πλήθος κόσμου. Οι επτά νέοι, έπειτα από πολλή σκέψη, αποφάσισαν να μοιράσουν στους φτωχούς τα υπάρχοντα να καταφύγουν σε σπήλαιο, ώστε να μην εξαναγκαστούν να αρνηθούν την πίστη τους. Στο καταφύγιο τους οι παίδες προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριο να τους πάρει κοντά του για να μην πέσουν στα χέρια του Δεκίου. Η προσευχή τους εισακούστηκε και οι νέοι παρέδωσαν το πνεύμα τους. Εκατόν ενενήντα χρόνια μετά, επί βασιλείας Θεοδοσίου Β' του Μικρού, εμφανίστηκε αίρεση που αμφισβητούσε την ανάσταση των νεκρών. Ο αυτοκράτορας ήταν απελπισμένος και δεν ήξερε τι να πράξει. Ο Κύριος απάντησε στις προσευχές του με τον εξής θαυμαστό τρόπο: Ένα παιδί εμφανίσθηκε στην αγορά της Εφέσου, το οποίο αγόρασε ψωμί με νόμισμα της εποχής του Δεκίου. Έκπληκτοι οι κάτοικοι ανέκριναν το παιδί, το οποίο τους οδήγησε στη σπηλιά στην οποία είχε μαζί με τα αδέλφια του παραδώσει το πνεύμα του πολλά χρόνια πριν. Όταν οι Εφέσιοι αντίκρισαν όλα τα παιδιά ζωντανά κατάλαβαν ότι επρόκειτο για απάντηση του θεού στις κακοδοξίες των αιρετικών.
Ο Άγιος Μαρτίνος γεννήθηκε στο Τόδι της κεντρικής Ιταλίας και έδρασε στα χρόνια που αυτοκράτορας ήταν ο Κώνστας Β', ο οποίος ήταν οπαδός της αίρεσης του Μονοθελητισμού. Ο Μαρτίνος διετέλεσε πάπας Ρώμης από το 649 έως το 655 μΧ, αξίωμα το οποίο έθεσε στην υπηρεσία της Ορθοδοξίας. Για να ααποκαταστήσει την ορθή πίστη συγκάλεσε το 649 μΧ στη Ρώμη Σύνοδο, η οποία ανέτρεψε την αίρεση των Μονοθελητιστών. Επειδή όμως ο Μαρτίνος αποκήρυξε τους αιρετικούς πατριάρχες, συνελήφθη βίαια για να οδηγηθεί αιχμάλωτος στην Κωνσταντινούπολη. Ο αυτοκράτορας φυλάκισε τον Μαρτίνο, ενώ αργότερα τον εξόρισε στη Χερσώνα όπου παρέδωσε το πνεύμα του το 655 Μχ
Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος έζησαν και άθλησαν κατά τον 4ο μΧ αιώνα. Ήταν ταχυγράφοι (νοτάριοι) του πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως Παύλου του Ομολογητή, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον πατριάρχη Αλέξανδρο. Τα χρόνια εκείνα τη χριστιανοσύνη απασχολούσε η αίρεση του Αρείου, οπαδός της οποίας ήταν ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος. Ο ασεβής αυτοκράτορας, μεταξύ των άλλων, συνέλαβε τον Παύλο, ο οποίος έμενε πιστός στα δόγματα της ορθής πίστης, και τον εξόρισε στην Αρμενία, όπου βρήκε μαρτυρικό θάνατο από αρειανούς. Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος έμειναν πιστοί στο φρόνημα του Αγίου Πατριάρχη και δεν ενέδωσαν στις πιέσεις των αρειανών. Αντιθέτως, διακήρυτταν σε κάθε ευκαιρία ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ομοούσιος του Πατρός. Ο κακόδοξος Κωνστάντιος δεν ανέχθηκε τη στάση των Αγίων και διέταξε να τους συλλάβουν. Σε όλες τις προσπάθειες του να πείσει τους δύο άνδρες να δεχθούν την αιρετική διδασκαλία του Αρείου ο αυτοκράτορας αντιμετώπιζε την άρνηση τους. Οι Άγιοι Μαρκιανός και Μαρτύριος βρήκαν τελικά μαρτυρικό θάνατο από τους δημίους του αυτοκράτορα.
________________________________________