Δημοσίευσηαπό aposal » Παρ Μάιος 11, 2018 9:35 am
Αυτή την ιστορία με το ξεμάτιασμα την ακούω πολλά χρόνια. Ακόμη και από πιστούς Χριστιανούς, οι οποίοι παραδέχονται ότι όταν ένιωθαν μεγάλη δυσφορία και ήταν μάτι (ισχυρίζονται ότι ξέρουν πότε έχουν "μάτι") τηλεφωνούσαν στον γνωστό τους που ΗΞΕΡΕ πώς να ξεματιάζει και όντως μετά από λίγο ένιωθαν καλύτερα.
Για να πω την αλήθεια έμεινα άφωνος!
Δεν νοείται Χριστιανός να πιστεύει ότι ένας λαϊκός μπορεί να θεραπεύσει από μάτι και να απευθύνεται σ' αυτόν και όχι στην εκκλησία! Ο διάβολος τελικά (ο πονηρός) καταφέρνει να μας ξεγελάει πολύ εύκολα και έχω την εντύπωση ότι καταφέρνει ακόμη και απέναντι στους πιο προχωρημένους πνευματικά, αρκεί να τους βρει το "κουμπί'.
Ας ξεκαθαρίσουμε κατ' αρχήν τι είναι το "μάτι".
Το μάτι είναι η αυταπάγγελτη (ας μου επιτραπεί η έκφραση) παρέμβαση του διαβόλου ενάντια σε κάποιο άτομο που φθονείται. Όλα ξεκινούν από την ύπαρξη ενός ατόμου που τρέφει αμαρτωλά συναισθήματα για κάποιον άλλον (κακία, ζήλια, φθόνο, οργή και επιθυμία πρόκλησης βλάβης). Αυτά τα συναισθήματα τα γνωρίζει ο διάβολος γιατί ο ίδιος τα γιγαντώνει και αποτελούν γι' αυτόν ένα είδος πρόσκλησης. Καταφθάνει λοιπόν και προξενεί κακό, όχι σ' αυτόν που τα έχει, αλλά σ' αυτόν που φθονείται (ασθένειες, ατυχήματα, πτώσεις).
Το θύμα, αν δεν μετέχει στα μυστήρια της Εκκλησίας (μετάνοια, ειλικρινής εξομολόγηση και Θεία Μετάληψη - μ' αυτή τη σειρά), δεν είναι θωρακισμένο στις έξωθεν απειλές, αλλά ευάλωτο, οπότε υφίσταται τις παραπάνω ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Αυτός λοιπόν που ενεργεί πάνω στο άτομο είναι ο διάβολος, ο οποίος "τρέφεται" από τα αμαρτωλά συναισθήματα αυτού που φθονεί.
Ο διάβολος είναι πιο δυνατός από τον άνθρωπο, επομένως ο άνθρωπος ΔΕΝ έχει τη δύναμη να άρει τις συνέπειες της βασκανίας (μάτιασμα), που προκαλεί ο πονηρός.
Γι' αυτό και τα ξεματιάσματα δεν πρέπει να γίνονται από λαϊκούς. Μόνον από ιερείς οι οποίοι επικαλούνται τη βοήθεια του Θεού και έτσι ξεπερνιέται η δύναμη του διαβόλου.
Σχετικά με το μάτι εμένα μου δημιουργούνται οι εξής απορίες:
1. Πώς είναι δυνατόν να γνωρίζει κάποιος ότι έχει μάτι; Ποιος του το είπε; Το κατάλαβε μόνος του; Για μένα το πιθανότερο είναι η αιτία της δυσφορίας του να οφείλεται αλλού, αλλά να έχει παρασυρθεί από τον πονηρό και να θεωρεί ότι έχει σωστή άποψη.
2. Το δεύτερο λάθος που κάνουμε, μετά την – εσφαλμένη – διάγνωση ότι είμαστε ματιασμένοι, είναι ότι κάπου πρέπει να επιρρίψουμε την ευθύνη. Σ’ αυτόν δηλαδή που (νομίζουμε ότι) μας μάτιασε, οπότε εδώ πέφτουμε σε μεγάλο αμάρτημα.
3. Το τρίτο λάθος είναι ότι δεν πηγαίνουμε στην Εκκλησία να μας λύσει το πρόβλημα, αλλά σε κάποιον (ή κάποια) που ξέρει να ξεματιάζει. Στην περίπτωση αυτή, αν αυτός που ξεματιάζει είναι συνεργός του πονηρού, μπορεί ο πονηρός να άρει μόνος του τις συνέπειες του ξεματιάσματος (εφόσον υπάρχει) και να έχουμε την εντύπωση ότι λύθηκε το πρόβλημα μας. Κερδισμένος είναι φυσικά ο διάβολος γιατί μας έπεισε ότι έχουμε λύσει ένα σοβαρό πρόβλημα ΜΑΚΡΙΑ από την Εκκλησία, οπότε δεν έχουμε λόγο να ξαναπάμε. Μας έκανε πελάτες του δηλαδή.
Τα μάγια είναι κάτι ανάλογο, δηλαδή πάλι παρέμβαση του διαβόλου ενάντια κάποιου ανθρώπου, αλλά είναι δυνατότερα, γιατί γίνονται μέσα στη ιεροτελεστία της λατρείας του σατανά. Εδώ ο πονηρός προσκαλείται και δεν παρεμβαίνει αυταπάγγελτα.
Και στις δύο περιπτώσεις ο Χριστιανός δεν πρέπει να φοβάται. Εφόσον μετέχει στα μυστήρια της Εκκλησίας έχει κάποια θωράκιση. Το πόσο δυνατή είναι η θωράκιση αυτή εξαρτάται από τον ίδιο. Εάν τηρεί το τρίπτυχο μετάνοια – ειλικρινής εξομολόγηση – Θεία Μετάληψη οι παρενέργειες που θα υποστεί θα είναι ελάχιστες. Όσο πιο κοντά στον Θεό είναι τόσο λιγότερες θα είναι. Όσο περισσότερα δικαιώματα έχει δώσει στον διάβολο, τόσο οδυνηρότερες θα είναι οι συνέπειες.
Μελίζεται και διαμερίζεται ο Αμνός του Θεού, ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων (απόσπασμα από τη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου).