Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Ανάλυση και συζητήσεις των βιβλίων της Καινής Διαθήκης

Συντονιστές: Anastasios68, Νίκος, johnge

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Πέμ Οκτ 25, 2018 4:41 pm

Εδώ μπορείτε να δημοσιεύετε ιστορικές μαρτυρίες που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

Οι συνεχείς αποδείξεις για την ύπαρξη του Χριστού
22/08/2018 - 11:41
Εικόνα

Τα ιστορικά και αρχαιολογικά ευρήματα για την ιστορική προσωπικότητα του Ιησού Χριστού, αλλά και τα θαύματά Του, δεν σταματούν!.. Σχεδόν σε καθημερινή βάση όλο και κάποιο νέο δεδομένο έρχεται να προστεθεί!.. Κι όχι μόνον!.. Ο Ιησούς Χριστός, εις πείσμα ορισμένων, κάνει αισθητή την παρουσία Του με νέα θαύματα!.. Ας διαβάσουμε τα κείμενα, που ακολουθούν!..

Εικόνα
Το δημοσίευμα της εφημερίδας «Δημοκρατία» της Δευτέρας 4 Απριλίου 2011.

Ερευνητές έφεραν στο φως το πρώτο πορτρέτο που φτιάχτηκε με τον Ιησού Χριστό

Η ΦΙΓΟΥΡΑ μοιάζει γνωστή. Παραπέμπει σε έναν γενειοφόρο νέο άνδρα με μακριά, σγουρά μαλλιά. Παρ' όλα αυτά, αν και όντας θαμμένο για περίπου 2.000 χρόνια σε ένα σπήλαιο κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, στο ιδιότυπο αυτό πορτρέτο εύκολα μπορεί να διακρίνει κάποιος και τα σημάδια που έχει αφήσει στο μεταλλικό φύλλο το ακάνθινο στεφάνι στο μέτωπο του άνδρα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το πορτρέτο αυτό είναι αποτυπωμένο επάνω σε ένα από τα συνολικά εβδομήντα λεπτά μεταλλικά φύλλα-κώδικες που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και ήδη κάποιοι ερευνητές πιθανολογούν πως ίσως να πρόκειται για το παλαιότερο πορτρέτο του Ιησού Χριστού! Εικόνα που φιλοτέχνησε κάποιος σύγχρονος του που τον ήξερε!

Το μέγεθος του κώδικα είναι μικρότερο από μια πιστωτική κάρτα, ενώ εντυπωσιακό είναι και το γεγονός πως είναι σφραγισμένος από όλες τις πλευρές κι έχει μία τρισδιάστατη απεικόνιση του ανθρώπινου κεφαλιού τόσο στο μπροστινό όσο και στο πίσω μέρος του. Τέλος, εύκολα διακρίνει κανείς επάνω στον κώδικα και το δακτυλικό αποτύπωμα του άγνωστου δημιουργού του. (Εφημερίδα «δημοκρατία», Δευτέρα 4 Απριλίου 2011).

Βρέθηκαν βιβλία με αναφορές στη σταύρωση του Χριστού

Εικόνα

Νέες διαστάσεις για το Θείο Δράμα

Νέα δεδομένα για τα τελευταία χρόνια του Χριστού πρόκειται να δουν το φως της δημοσιότητας μετά από ανακάλυψη 70 μεταλλικών εγχειριδίων με κρυπτογραφημένο υλικό για τη Σταύρωση Του. Τα μεταλλικά βιβλία βρέθηκαν σε σπηλιά της Ιορδανίας και αναμένεται ότι θα φέρουν στο φως άγνωστες πτυχές των πρώιμων χρόνων του Χριστιανισμού.

Το μέγεθος των σελίδων είναι παρόμοιο με πιστωτικής κάρτας και υπάρχουν χαραγμένες εικόνες και σύμβολα, που αναφέρονται στο Μεσσία και ειδικότερα στη Σταύρωση και την Ανάσταση Του. Τα εγχειρίδια είναι δεμένα με μεταλλικό σύρμα, ενώ κάποια από αυτά είναι σφραγισμένα.

«Ίσως είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη στην ιστορία του Χριστιανισμού», σχολιάζει ο βρετανός καθηγητής Αρχαιολογίας και Ιστορίας των Θρησκειών Ντέιβιντ Έλινγκτον, ενώ ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, Φίλιπ Ντέιβις, σχολιάζει ότι «ανάμεσα στα περιεχόμενα διακρίνονται εικόνες που δείχνουν τα τείχη μιας πόλης, ένα σταυρό και ένα τάφο. Είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι πρόκειται για τα Ιεροσόλυμα και τη Σταύρωση του Χριστού».

Για να λυθεί το μυστήριο γύρω από το περιεχόμενο των εγχειριδίων χρειάζεται πρώτα να τα δώσει πίσω ένας Ισραηλινός, ο οποίος υποστηρίζει ότι είναι δικά του και της οικογένειάς του εδώ και εκατό χρόνια. Οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι οι αποκαλύψεις από τα βιβλία αυτά θα ξεπεράσουν αυτές των 900 χειρογράφων της Νεκρής Θάλασσας που βρέθηκαν το 1947. (http://pneymatiko.wordpress.com/)

Και νέο θαύμα!..

Η συχνή παρουσία του Ιησού Χριστού δεν αποδεικνύεται μονάχα από τα θαύματα, που ο Ίδιος κάνει (όπως για παράδειγμα προ ολίγων ημερών σε Εκκλησία της Καλύμνου), αλλά, κυρίως, στις καρδιές των Χριστιανών, που μένει ζωντανός εδώ και 2000 χρόνια!

Εικόνα

Πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελεύθερη Ώρα» της Τετάρτης 6 Απριλίου 2011.

Είναι οι Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί οι οποίοι έχουν συνεχώς αναμμένη στην ψυχή και την καρδιά τους μία αναμμένη λαμπάδα, για να φωτίζει όχι μόνο τον εσωτερικό και πνευματικό τους κόσμο, αλλά για να τους δίνει δύναμη και κουράγιο να αντιπαλέψουν το πνευματικό σκότος που κυριαρχεί στις μέρες μας και κάθε μέρα που περνάει θα είναι πιο σκληρή για κάθε Έλληνα και κάθε πιστό χριστιανό.

Πηγή : iEllada.gr


Ωστόσο πάντοτε θα υπάρχουν κάποιοι που θα βρίσκουν κάτι που θα αντικρούει ακόμη και τα ατράνταχτα ντοκουμέντα που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Εδώ οι επιστήμονες αμφισβητούν ο ένας τον άλλο, τον Χριστό μας δεν θα αμφισβητήσουν; Με τις "ευλογίες" πάντοτε της ΝΤΠ.


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Πέμ Οκτ 25, 2018 8:16 pm

Οι ιστορικές μαρτυρίες για τον Ιησού!..
23/12/12 22:26

Εικόνα

Οι ιστορικές μαρτυρίες για τον Ιησού!..

Επειδή τελευταίως το πρόσωπο του Ιησού Χριστού «βάλλεται πανταχόθεν» και ορισμένοι φθάνουν εις το σημείο να αμφισβητήσουν ακόμη και την ιστορική προσωπικότητά Του, ας διαβάσουμε ποιες ιστορικές μαρτυρίες μιλάνε για τον Θεάνθρωπο!..


Εικόνα

ΠΟΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΜΙΛΑΝΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ;

Υπάρχουν πάρα πολλές, που μπορούμε – για ευκολία μας – να τις κατατάξουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
Α. ΠΗΓΕΣ, ΜΝΗΜΕΙΑ και ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΞΩ – χριστιανικές
Β. ΠΗΓΕΣ, ΜΝΗΜΕΙΑ και ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΣΩ – χριστιανικές – ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ κ.λ.π.

Και πρώτα οι ΕΞΩ – χριστιανικές πηγές, έτσι όπως τις καταγράφει ο ιστορικός ερευνητής κ Σπύρος Φίλος::

Ι. ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΙΟΥΔΑΪΚΕΣ

(α) Ραββινικά κείμενα

«Ύστερα από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ 70 μ.Χ. αναδιοργανώνεται – στα νοτιοδυτικά της Παλαιστίνης – το Ανώτατο Δικαστήριο των Ιουδαίων, στην πόλη Γιάμνια. Από τα γραπτά κείμενα τους έχουμε μαρτυρίες για το πρόσωπο του Ιησού, φυσικά αρνητικές, αλλ’ όμως όλες αυτές μιλούν για την ιστορικότητά του, δείχνοντας σαφώς ότι κανένας δεν αμφισβήτησε την ιστορική ύπαρξή του και τα όσα έκανε. Σύμφωνα με τις γνώμες των πρώτων Ραββίνων καταγράφονται τα έργα του Ιησού, η καταγωγή του από τη Ναζαρέτ, ότι ήταν αμαρτωλός και ασχολήθηκε με τη μαγεία, ότι περιφρόνησε τα λόγια των σοφών, παραπλάνησε τον κόσμο και είπε ότι δεν ήρθε να καταστρέψει, αλλά να συμπληρώσει το Νόμο. Κρεμάστηκε την παραμονή του Πάσχα, με την κατηγορία της αίρεσης και παραπλάνησης του λαού. Αναφέρονται πέντε από τα ονόματα των μαθητών του, που γιάτρευαν αρρώστους στο όνομά του.
Έχουμε, δηλαδή, ένα πορτραίτο του Ιησού, που εξάλλου το γνωρίζουμε και από τα Ευαγγέλια.
Ακόμα, μιλάνε για τον «κρεμασμένο» (Χα – Ταλιούγ), μια ξεκάθαρη μαρτυρία για το σταυρικό του θάνατο. Μιλάνε επιπλέον και για τον «Μπεν – Παντέρα» δηλαδή το «Γιο του Παντέρα» που μερικοί θέλησαν να δώσουν την εξήγηση ότι ο πατέρας του ήταν ένας Ρωμαίος στρατιώτης που ονομάζοντας «Παντέρας». Όμως φαίνεται ότι είναι από παραφθορά της λέξης «Παρθένος» δηλαδή ο «Γιος της Παρθένου». Μερικοί Ραββίνοι, οι Γιωχανάν και Μέγιρ, έκαναν δυσμενή λογοπαίγνια για τη λέξη «Ευαγγέλιο», υψώνοντας τον τόνο της φωνής τους, παραλλάζοντας έτσι μια λέξη σε «΄Αβεν – γκιλλαγιόν» ή «Αβέν – γκιλλαγιόν», που το ένα σημαίνει «Αμαρτία του Περιθωρίου», ενώ το άλλο «Αμαρτία της Πλάκας γραψίματος».
Αυτά δείχνουν ότι ο Ιουδαϊκός κόσμος, καίτοι στο μεγαλύτερο μέρος του βρισκόταν σε θέση άρνησης έναντι στον Ιησού ως Μεσσία, όμως ΠΟΤΕ δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητά του, τα έργα του, τα γεγονότα της ζωής του.

(β) Ο ιστορικός Ιώσηπος (τέλος πρώτου αιώνα μ.Χ.)

Ο Ιώσηπος μας δίνει ένα μεγάλο πλήθος πληροφοριών, στα πολλά του βιβλία. Θα μεταφέρουμε σε νεοελληνική μετάφραση το γνωστό TESTIMONIUM FLAVIANUM, που δίνει τρανταχτή μαρτυρία για τον Ιησού. Γράφει ο Ιώσηπος:
«Γύρω στην εποχή αυτή εμφανίστηκε ο Ιησούς ένας σοφός άνθρωπος, αν βέβαια μπορούμε να τον ονομάσουμε έτσι. Γιατί έκανε θαύματα και δίδασκε τους ανθρώπους, οι οποίοι δέχονταν με χαρά την αλήθεια. Παρέσυρε πολλούς Ιουδαίους, αλλά και Έλληνες. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Χριστός. Όταν λοιπόν τον καταδίκασε ο Πιλάτος σε σταυρικό θάνατο, αφού παραπέμφθηκε από τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν. Γιατί εμφανίστηκε σ’ αυτούς την τρίτη μέρα και πάλι ζωντανός, όπως οι προφήτες είχαν μιλήσει γι’ αυτά και για χιλιάδες άλλα θαυμάσια σχετικά μ’ αυτόν. Ακόμα και σήμερα η φυλή των Χριστιανών, όπως ονομάστηκαν από το όνομά του, δεν έχει πεθάνει».
Ο Ιώσηπος μιλάει μια πεντακάθαρη γλώσσα. Παρόλο που η μαρτυρία αυτή του Ιώσηπου πολεμήθηκε αρκετά, όμως δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

ΙΙ. ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ

(α) Ο Κορνήλιος Τάκιτος, ο μεγαλύτερος Ρωμαίος ιστορικός την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (52 ή 54 – 120 μ.Χ.)
Περιγράφοντας τη μεγάλη φωτιά που κατέστρεψε τη Ρώμη το 64 μ.Χ. αναφέρει τη διαδεδομένη φήμη ότι ο Νέρωνας το έκανε για μεγαλύτερη δόξα και για να την ξαναχτίσει. Στη συνέχεια γράφει:
«΄Ετσι, λοιπόν, για να καταπνίξει τη φήμη, ο Νέρωνας κατηγόρησε και τιμώρησε με τον πιο σκληρό τρόπο μια τάξη ανθρώπων, που ήσαν μισητοί για τα ελαττώματά τους, τους οποίους το πλήθος ονόμαζε Χριστιανούς. Ο Χριστός, από τον οποίον πήραν το όνομά τους είχε εκτελεστεί με εντολή του ανθύπατου Πόντιου Πιλάτου, όταν αυτοκρατόρευε ο Τιβέριος. Η ολέθρια αυτή δεισιδαιμονία, στην αρχή ελεγχόταν, για να ξεσπάσει ολόφρεσκη, όχι στην Ιουδαία, την πατρίδα της επιδημίας αυτής, αλλά στην ίδια τη Ρώμη, όπου όλα τα τρομερά και αισχρά πράγματα του κόσμου μαζεύονται και βρίσκουν πατρίδα».
(Χρονικά XV, 44)
(β) Ο Σουετώνιος, ένας άλλος διάσημος Ρωμαίος ιστορικός (75 – 169 μ.Χ.)
Μιλάει και αυτός για την πυρπόληση της Ρώμης με τα λόγια:
«…υπέστησαν τιμωρίες οι Χριστιανοί, άνθρωποι νέας και κακοποιού δεισιδαιμονίας» (superstitionis novae et maleficae)». (Βίος, Νέρωνα, 16/2)

αλλού, (Βίος του Κλαύδιου 25/4) κάνοντας μνεία του διατάγματος του 53 μ.Χ. γράφει:
«Τους Ιουδαίους, με υποκίνηση του Χρήστου (impulsore Chresto) που θορυβούσαν τους έξωσε από τη Ρώμη».

(γ) Ο Πλίνιος ο Νεότερος, κυβερνήτης της Βιθυνίας, στη Μικρά Ασία (112 μ.Χ.)
Στέλνει επιστολή στον αυτοκράτορα Τραϊανό, ζητώντας συμβουλή για το πώς να αντιμετωπίσει μία θρησκευτική ομάδα που λεγόταν Χριστιανοί και γράφει:
«Συνήθιζαν να συγκεντρώνονται μία ορισμένη μέρα, πριν να ξημερώσει, δοξολογώντας το Χριστό ως Θεό (quasi Deo) και να δένονται με έναν όρκο (sacramentum) για να μην κάνουν καμία κακή πράξη, να απέχουν από κάθε απάτη, κλεψιά και μοιχεία, ποτέ να μην καταπατούν το λόγο τους ή να αρνιούνται κάποια ευθύνη, όταν τους γινόταν η τιμή και τους ανατεθεί.
Έπειτα, χώριζαν, για να ξανασυναντηθούν και πάλι, παίρνοντας μέρος σε ένα συμπόσιο, που είχε όμως ένα καθορισμένο και αγνό χαρακτήρα» (Επιστολή 10/96).

Σε άλλο μέρος γράφει (Επιστολή 10/96):

«Δεν απέμεινε πόλη ή κωμόπολη ή και αγρός ακόμα, στον οποίο να μην έχει μπει το μόλυσμα αυτής (της δεισιδαιμονίας). Οι ναοί των θεών μας ερημώθηκαν και μακρύ χρόνο ήδη δεν προσφέρονται πλέον θυσίες σ’ αυτούς».

(δ) Μaρά Βαρ Σεραπίων, Σύρος Στωϊκός φιλόσοφος (1ος αιώνας μ.Χ.).
Υπάρχουν και ακόμα περισσότερες, και αρχαιότερες πληροφορίες. Μία από αυτές έρχεται από ένα χειρόγραφο στο Βρετανικό Μουσείο, μίας επιστολής του Μαρά Βαρ Σεραπίωνα, που γράφει στο γιο του, το 73 μ.Χ.. Ανάμεσα σε άλλα του λέει και τα ακόλουθα:
«…Τι να πούμε ακόμα, όταν οι σοφοί κακοποιούνται από τους τυράννους… ώστε να μην μπορούν να αμυνθούν; Ποια ωφέλεια είχαν οι Αθηναίοι θανατώνοντας το Σωκράτη; Η πείνα και οι επιδημίες έπεσαν πάνω τους ως κρίση για το έγκλημα. Τι ωφελήθηκαν οι άνθρωποι της Σάμου καίγοντας τον Πυθαγόρα; Μονομιάς η χώρα τους καλύφθηκε από άμμο. Τι ωφελήθηκαν οι Ιουδαίοι εκτελώντας το σοφό βασιλιά τους; Αμέσως μετά το βασίλειό τους αφανίστηκε. Ο Θεός δίκαια εκδικήθηκε το θάνατο των τριών αυτών σοφών ανθρώπων: Οι Αθηναίοι πέθαναν από την πείνα. Οι κάτοικοι της Σάμου αφανίστηκαν από την θάλασσα. Οι Ιουδαίοι καταστράφηκαν και οδηγήθηκαν μακρά από τη γη τους, για να ζήσουν διεσπαρμένοι. Όμως, ο Σωκράτης δεν πέθανε. Έμεινε ζωντανός στη διδασκαλία του Πλάτωνα. Ούτε ο Πυθαγόρας πέθανε. Ζωντάνεψε στο άγαλμα της Ήρας. Ούτε ο σοφός Βασιλιάς (ο Ιησούς) πέθανε. Ζωντανεύει μέσα στη διδασκαλία του».
Ο Εθνικός αυτός φιλόσοφος δίνει ισχυρότατη μαρτυρία για τον Ιησού και μάλιστα σε τόσο αρχαία εποχή, λίγα χρόνια μετά τα συνταρακτικά γεγονότα της Σταύρωσης του Ιησού.

(ε) Ο Εθνικός συγγραφέας Θαλλός, ιστορικός, ( που γράφει γύρω στα 52 μ.Χ.) δηλαδή την ίδια, σχεδόν, εποχή που έλαβε χώρα η θυσία του θανάτου στο Γολγοθά).
Παρόλο που τα έργα του χάθηκαν, όμως περισώθηκε η ακόλουθη μαρτυρία του, από τον Ιούλιο Αφρικανό (221 μ.Χ.):
«Ο Θαλλός στο τρίτο βιβλίο των Ιστοριών του, εξηγεί το σκοτάδι στην έκλειψη του ηλίου, πράγμα παράλογο κατά τη γνώμη μου».
Και βέβαια παράλογο από φυσική άποψη, μια έκλειψη ηλίου σε περίοδο πανσέληνου, όπως ήταν η εποχή του Πάσχα της Σταύρωσης του Ιησού. Όμως έχουμε τη διπλή μαρτυρία:
1. Ότι στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. στη Ρώμη ήταν γνωστή η ιστορία του Πάθους των Ευαγγελίων και
2. Οι εχθροί της Χριστιανικής Πίστης προσπαθούσαν να αρνηθούν αυτή τη μαρτυρία, δίνοντας μία φυσιοκρατική ερμηνεία στα γεγονότα.

ΙΙΙ. ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ (100- 140 μ.Χ.)

Υπάρχει μια πληθώρα μαρτυριών από ανθρώπους που στάθηκαν μακριά από τη Χριστιανική Πίστη, πολέμησαν τις ιδέες της, αρνήθηκαν την πραγματική ενσάρκωση του Ιησού. Οι άνθρωποι αυτοί κινήθηκαν από το 100 μέχρι το 140 μ.Χ. και ήσαν ο Βασιλείδης, ο Βαλεντίνος, ο Μαρκίωνας, ο Πτολεμαίος, ο Ηρακλέων κι άλλοι. Πρόκειται για ανθρώπους ριζοσπαστικούς στις ιδέες τους, που όμως ποτέ δεν αρνήθηκαν την ιστορική παρουσία του Ιησού. Και όλοι αυτοί βρίσκονταν πολύ κοντά στην εποχή δράσης του Ιησού.
Η μαρτυρία αυτή είναι, επομένως, μεγάλης ιστορικής αξίας.

IV. ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΠΟΛΕΜΙΩΝ ΚΑΙ ΕΧΘΡΩΝ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ (1ος – 4ος αιώνας)

Μία σωρεία Εθνικών συγγραφέων που στάθηκαν εχθροί και πολέμιοι του Ιησού, όχι μόνο επιβεβαιώνουν τον Ιησού της Ιστορίας, αλλά ούτε και διανοήθηκαν ποτέ να αμφισβητήσουν την ιστορικότητά του. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται μέσα στο δεύτερο αιώνα μ.Χ., αλλά καθώς θα σημειώσουμε, ακόμα και στον 1ο ή κοντά στον πρώτο, καθώς και τον 3ο αιώνα.
1. Ο Φρόντος από τη Σίρτα της Νουμηδίας, που ήταν στην εποχή του
Ρωμαϊκή αποικία, ρήτορας και δικηγόρος (2ος αιώνας μ.Χ.) υπήρξε ο
πρώτος που διέδωσε ασύστατες κατηγορίες για τους Χριστιανούς.
2. Ο Έλληνας Νεοπυθαγόρειος φιλόσοφος, ο Νουμήνιος, από την Απάμεια της Συρίας (2ος αιώνας μ.Χ.).
3. Ο Λουκιανός (γενν. το 120 μ.Χ., σοφιστής και συγγραφέας από τα Σαμόσατα), στο έργο του «περί της Περεγρίνου τελευτής» δίνει μαρτυρίες για τον Ιησού, μιλάει γι’ αυτόν ως γνωστό πρόσωπο, που έπαθε και σταυρώθηκε, τον ονομάζει σοφιστή και μέγα νομοθέτη των Χριστιανών.
4. Ο Κέλσος, Πλατωνικός (για άλλους Επικούρειος) φιλόσοφος (2ος αιώνας μ.Χ.), στο έργο του «Λόγος αληθής» δεν αμφισβητεί ποτέ την ιστορικότητα του Ιησού.
5. Ο Φλέγων, ένας απελεύθερος δούλος του Αδριανού (76- 138 μ.Χ.) από τις Τράλλεις, έγραψε για το σεισμό και την έκλειψη ηλίου, που συνέβη στη Σταύρωση του Ιησού.
6. Ακόμα και ο Στωϊκός φιλόσοφος Επίκτητος (1ος αιώνας μ.Χ.) σύγχρονος του Νέρωνα, που το 90 μ.Χ. καταφεύγει στη Νικόπολη της Ηπείρου, με την απέλαση των φιλοσόφων από το Δομιτιανό, εξαίρει την περιφρόνηση που έδειχναν οι Χριστιανοί μπροστά στο θάνατο˙ δεν αρνείται την ιστορική παρουσία του Ιησού.
7. Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος (121- 180 μ.Χ.) κατηγορεί τους Χριστιανούς για την αφοβία τους μπροστά στο θάνατο, όμως δεν διανοείται να αρνηθεί τον Ιησού, ως ιστορικό πρόσωπο.
8. Ο Γαληνός (129 -201 μ.Χ.) από την Πέργαμο, συγγραφέας, ο μεγαλύτερος γιατρός της αρχαιότητας, μετά τον Ιπποκράτη, επαινεί την αγνότητα της ζωής των Χριστιανών, επιβεβαιώνοντας την ιστορικότητα του Ιησού.8
9. Ο μεγαλύτερος και δριμύτερος πολέμιος του Ιησού ο Πορφύριος (μαθητής του Πλωτίνου, 3ος αιώνας μ.Χ., όχι μονάχα δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητα του Ιησού, αλλά η γυναίκα του Μαρκέλλα ήταν Χριστιανή και της στέλνει ειδική επιστολή η οποία σώζεται μέχρι σήμερα.
10. Ο Ιεροκλής, (3ος αιώνας μ.Χ.) κυβερνήτης της Βιθυνίας, επομένως πολύ κοντά στην Παλαιστίνη, αλλ’ επίσης και αργότερα στην Αλεξάνδρεια, την εποχή του Διοκλητιανού, κίνησε διωγμούς κατά των Χριστιανών, όμως δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητα του Ιησού.
11. Ο Φιλόστρατος (3ος αιώνας μ.Χ.) συγκρίνει τον Ιησού με τον Απολλώνιο Τυανέα, όμως δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητά του.
12. Το ίδιο και ο Ιάμβλιχος (3ος αιώνας μ.Χ.) συγκρίνει και αυτός τον Ιησού με τον Απολλώνιο Τυανέα, επικυρώνοντας την παρουσία του Ναζωραίου στον ιστορικό χώρο. Εξάλλου, ο Ιάμβλιχος είναι μαθητής του Πορφύριου και δικαιολογείται η αντίθεσή του με τις διακηρύξεις του Ιησού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ιάμβλιχος με το έργο του για την υπεράσπιση της μαγείας μέσω ιεροτελεστιών, έχει μέχρι σήμερα επηρεάσει όλο το σύστημα του αποκρυφισμού, ακόμη και στις μέρες μας.
13. Τα επιχειρήματα των παραπάνω συγγραφέων παίρνει στα χέρια του ένας Χριστιανός Ρωμαίος αυτοκράτορας, αλλά που στην κατάλληλη ώρα πετάει τη μάσκα της Χριστιανοσύνης του και, ανοιχτά, με όλη την επισημότητα, αγκαλιάζει ολόθερμα το πάνθεο των ειδωλολατρικών θεών, κάτω από το Νεοπλατωνισμό του, ο Φλάβιο Κλαύδιος Ιουλιανός (361 – 363 μ.Χ.). Έγραψε βιβλία, από τα οποία σήμερα σώζονται αρκετά έργα του .Ιδιαίτερα με το έργο του «Κατά Γαλιλαίων» στρέφεται με τέλειο μένος ενάντια στους πιστούς του Ιησού, που από αποστροφή και μίσος δεν τους ονομάζει ούτε καν Χριστιανούς. Όμως, ουδέποτε διανοήθηκε να αρνηθεί- και πώς να το κάνε ι- την ιστορικότητα του Ιησού και την επίδρασή του μέσα στην Ιστορία, αλλά και στην αλλαγή σε βάθος της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων σε ολόκληρη την αυτοκρατορία του»..

ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ: Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ!

Μετά τις σαφείς αυτές μαρτυρίες «των θύραθεν μνημονευθέντων ιστορικών» όπως θα έλεγε και ο Επίσκοπος Κατάνης, ο Ιάκωβος (Γεώργιος) Πηλίλης εις το έργο του: «Ο Ιησούς Χριστός», οι οποίοι όμως παρέχουν λίγες ή ελάχιστες πληροφορίες περί του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, έρχονται οι λεγόμενες «Χριστιανικές Γραφές» οι οποίες από μόνες τους αναπληρώνουν πλουσιότατα εκείνο το οποίο λείπει από αυτούς. «Ο Χριστιανισμός – θα γράψη ο εν λόγω Επίσκοπος – ήτο από της εμφανίσεώς του μια φιλολογική θρησκεία και τα επίσημα υπομνήματα αυτού έχουν διασωθή και μεταβιβασθή, εν μέσω των αιώνων, δια της Εκκλησίας».
Υπάρχουν, πρώτον, οι Επιστολές του Απόστολου Παύλου, τις οποίες απέστειλε, κατά περιόδους, εις τις χριστιανικές κοινότητες, που ο ίδιος είχε ιδρύσει, μεταξύ των ετών 50 -64 μ.Χ. οι οποίες αναμφιβόλως αντανακλούν τις κυριαρχούσες αντιλήψεις εις τις κοινότητες την εποχήν αυτήν.
Ο Απόστολος Παύλος εγνώριζε την χριστιανικήν διδασκαλίαν του Κυρίου. Αυτός ήταν και ο λόγος που όλες οι εκθέσεις του, όταν ομιλούν για τον Χριστόν, εννοούν τον «ιστορικόν Ιησούν». Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι κάθε αναφορά του εις τον Ιησούν Χριστόν γίνεται με έμφασιν και ουσίαν, δεδομένου ότι «πρώτος και καλύτερος» αποδέχεται και επαναπαύεται επί της αυθεντίας του Ιησού ως κανόνα ζωής. Δεν είναι αυτός που αξιώνει από τους οπαδούς του να ακολουθούν τον Χριστόν, εννοώντας τον ιστορικόν Ιησούν, ως υπέρτατο παράδειγμα; «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού» λέει εις την Α΄ προς Κορινθίους Επιστολήν, 9 ενώ παρακινεί τους πιστούς να πράξουν το ίδιο:
«Γίνεσθε ουν μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά», θα κηρύξει εις την προς Εφεσίους Επιστολήν.10
«Ολόκληρος η διδασκαλία του Απ. Παύλου βασίζεται επί της ανθρωπίνης εκδηλώσεως του Χριστού και το γεγονός της ανθρωπότητος του Ιησού είναι, απολύτως, ουσιώδες εις την περί της σωτηρίας θεωρίαν αυτού, διότι, «Χριστός απέθανεν υπέρ των αμαρτιών ημών» (Α΄ Κορ. 15:3) και ούτος απέθανεν ως ο Ιησούς ο από Ναζαρέτ και ήτο «εν τη σαρκί» (Ρωμ. 7:5), όταν Ούτος «κατέκρινε την αμαρτίαν» (Ρωμ: 8:3) και ευρίσκετο «εν τω σώματι της σαρκός» (Κολ.1:22), και όταν ο Θεός «κόσμον καταλλάσων ευαυτώ» (Β΄ Κορ. 5:19)», θα γράψη ο Επίσκοπος Κατάνης.
Και τα Ευαγγέλια; Οι Ευαγγελιστές Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς (που ήταν ελληνικής καταγωγής) 11 και Ιωάννης δεν έγραψαν για το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού Χριστού;
Και οι «Πράξεις των Αποστόλων»; Δεν ανέφεραν και αυτές για την ζωήν του Ιησού Χριστού; Και εις το σύνολό τους τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης12 δεν κάνουν τίποτε παρά να υμνούν και να δοξάζουν τον Ιησούν Χριστόν, ως Θεόν, ως Άνθρωπον και ως Πρόσωπο Ιστορικό.
Τι χρείαν άλλην έχομεν μαρτύρων;

--------------

ΠΗΓΗ: Σπύρος Φίλος: «ΥΠΟΘΕΣΗ ΙΗΣΟΥΣ… (Ένας καλοφτιαγμένος μύθος; Επαναστάτης, μάγος, λαοπλάνος ή τι;)». Διάλεξις η οποία εδόθη εις την Νομικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου των Αθηνών, 3 Δεκεμβρίου 1986.

Πηγή : Σακκέτος Άγγελος


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Παρ Οκτ 26, 2018 12:39 pm

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

Εικόνα

ΠΗΓΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ

Η κύρια πηγή πληροφόρησης για τον Ιησού είναι τα Χριστιανικά, κανονικά Ευαγγέλια (σε αντίθεση με τα μη κανονικά ή Απόκρυφα κείμενα). Αυτά τα κείμενα, δεν αποτελούν λεπτομερείς και αναλυτικές βιογραφίες του Ιησού Χριστού, ούτε και είναι έργα καθαρά ιστορικά με την έννοια των έργων Θουκυδίδη ή του Ιώσηπου, ή άλλων ιστορικών της αρχαιότητας. Είναι κείμενα γραμμένα από αιρετικούς συγγραφείς και το καθένα έχει το όνομα κάποιου γνωστού προσώπου από την πρώτη Εκκλησία, όπως «κατά Θωμάν Ευαγγέλιο», «Πράξεις Πέτρου», «Αποκάλυψη Παύλου», «Ευαγγέλιο του Ιούδα» κλπ.

ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός προεξαγγέλεται στην Παλαιά Διαθήκη από τους Προφήτες, ως Μεσσίας Χριστός, υιός Δαβίδ και Υιός ανθρώπου, κεχρισμένος Προφήτης, Βασιλέας και Αιώνιος Αρχιερέας. Τονίζεται η θεία καταγωγή του και το μέγιστο έργο της σωτηρίας πάντων των ανθρώπων. Στις θεοφάνειες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Χριστός, ως άσαρκος Λόγος, φανερώνει την Αγία Τριάδα.

Η ΙΣΤΟΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

Οι αρνούμενοι την ύπαρξη του Χριστού παραμερίζουν αυθαίρετα τα Ευαγγέλια. Αυτά μπορεί να συγγράφτηκαν για θρησκευτικούς σκοπούς αλλά στήριζαν το σκοπό αυτό με γεγονότα πραγματικά και ιστορικά. Αν πάλι σκεφτεί κανείς ότι τα Ευαγγέλια συγγράφηκαν τον 1 αιώνα μ.Χ., λίγο αργότερα από την ύπαρξη του Ιησού, μπορεί να συμπεράνει κανείς την ιστορικότητά του.

Η μαρτυρία των Αποστόλων είναι ιστορικά και επιστημονικά αξιόπιστη. Είναι δυνατό 11 άτομα να πέθαναν, να βασανίστηκαν, να διώχτηκαν για κάτι που ήταν εν γνώση τους ψέμματα; Πότε έχει συμβεί αυτό στην Ιστορία; Ποτέ! Αν οι Απόστολοι θυσιάστηκαν για κάτι που γνώριζαν πως ήταν ψέμματα (αφού λένε κάποιοι πως ο Χριστός δεν υπήρξε) γιατί το έκαναν; Για να κερδίσουν δύναμη και δόξα; Μα πέθαναν μόνοι, καταφρονεμένοι και κυνηγημένοι! Γιατί να πεθάνει κάποιος για κάτι που δεν υπάρχει; Πόσες ευκαιρίες είχαν οι απόστολοι να κερδίσουν κάνοντας συμφωνία με τις αρχές, και δεν το έκαναν; Αν ήξεραν πως λένε ψέμματα τότε γιατί το έκαναν;
Γιατί είχαν γνωρίσει τον Χριστό προσωπικά και πίστευαν πως ήταν ΘΕΟΣ.
Όταν λάβει κανείς επίσης υπ’ όψιν του την κοινή παραδοχή ότι η ιστορική επίδραση του Ιησού και η ηθική κυριαρχία υπήρξε μοναδική και πρωτοφανής, είναι αδύνατο να παραδεχθεί ότι ο Ιησούς αποτελεί θρύλο και μύθο της φαντασίας δημιούργημα. Αυτή η άποψη όχι μόνο ξεφεύγει από τα όρια της λογικής και του πιθανού αλλά κατευθύνεται στα όρια του παράλογου και του ασύστατου. Ότι μπορεί να στηρίζεται επί του ψέματος και του μηδενός αποτελεί άποψη που καμιά σοβαρή διάνοια δεν δύναται να διανοηθεί. Η δυσκολία όμως της επινόησης είναι ανυπέρβλητη καθόσον όχι ένας αλλά περισσότεροι έγραψαν για τον Ιησού και ο καθένας πλούτιζε την εικόνα αυτού με ιδιαίτερα χαραχτηριστικά. Γι’ αυτό διατηρεί μέχρι σήμερα την αξία της η γνώμη του Ρουσσώ:

«Φίλε μου δεν επινοούν κατά αυτόν τον τρόπο. Θα ήταν περισσότερο ακατανόητο το να συμφωνήσουν πολλοί άνθρωποι για να κατασκευάσουν το βιβλίο αυτό, παρά να υπάρξει πραγματικά ένας που να παράσχει με τον βίο του το αντικείμενο της συγγραφής του βιβλίου αυτού. Ποτέ συγγραφείς Ιουδαίοι δεν ήταν δυνατό να επινοήσουν την ηθική αυτή. Το Ευαγγέλιο δεν έχει χαραχτήρες αληθείας τόσο μεγάλους και αμίμητους, ώστε ο επινοητής θα εξέπληττε περισσότερο από τον ήρωα, ο οποίος θα επιτελούσε τα γραφώμενα στο Ευαγγέλιο» (Emile IV).

Ο Ιούλιος ο Αφρικανός, ένας Χριστιανός συγγραφέας, που χρονολογείται γύρω στο 221 μ.Χ., μιλάει για το σκοτάδι που έπεσε επάνω στη γη, στη διάρκεια της Σταύρωσης του Χριστού. Ο Θαλλός, ένας εθνικός συγγραφέας που έζησε τον 1ο αιώνα, στο τρίτο βιβλίο των ιστοριών του, εξηγεί το σκοτάδι σαν έκλειψη ηλίου, πράγμα παράλογο, γιατί δεν μπορεί να γίνει έκλειψη ηλίου σε περίοδο που το φεγγάρι είναι γεμάτο, πράγμα που συνέβαινε την εποχή του Πασχαλινού ολόγιομου φεγγαριού, όταν πέθανε ο Χριστός.

Απ’ αυτή την αναφορά του Ιούλιου του Αφρικανού συμπεραίνεται ότι: (α) Η παράδοση των Ευαγγελίων, ή τουλάχιστον η παραδοσιακή ιστορία του Πάθους, ήταν γνωστή στη Ρώμη, σε μη Χριστιανικούς κύκλους περί τα μέσα του πρώτου αιώνα∙ και (β) ότι οι εχθροί του Χριστιανισμού προσπαθούσαν ν’ αρνηθούν αυτή την Χριστιανική παράδοση, δίνοντας μια φυσιοκρατική ερμηνεία στα γεγονότα που αναφέρει.

Τα έργα όμως του Θαλλού χάθηκαν. Μας είναι γνωστά μόνο από αποσπάσματά τους που παραθέτουν μεταγενέστεροι συγγραφείς. Εκτός απ’ αυτόν κανένας άλλος δεν αναφέρεται συγκεκριμένα στον Χριστιανισμό, σ’ οποιοδήποτε εκτεταμένο μη Χριστιανικό Εθνικό κείμενο του πρώτου αιώνα. Όμως, υπάρχει στο Βρεττανικό Μουσείο ένα ενδιαφέρον χειρόγραφο, το οποίο διασώζει το κείμενο μιας επιστολής που γράφτηκε μετά το 73 μ.Χ., αλλά δεν είναι σίγουρο, πόσο χρόνο μετά. Το γράμμα αυτό το έστειλε ένας Σύριος, ονόματι Μάρα Βαρ – Σεραπίων, στο γιο του. Εκείνη την εποχή ο Μάρα Βαρ – Σεραπίων ήταν στη φυλακή, έγραψε όμως στο γιο του για να τον ενθαρρύνει να κυνηγάει τη σοφία, και τόνιζε πως εκείνοι που θανατώνουν σοφούς άνδρες δυστυχούν. Έφερνε σαν παραδείγματα το θάνατο του Σωκράτη, του Πυθαγόρα και του Χριστού:

«Τι κέρδισαν οι Αθηναίοι θανατώνοντας τον Σωκράτη; Η πείνα κι οι επιδημίες έπεσαν επάνω τους σαν κρίση για το έγκλημα. Τι κέρδισαν οι άνθρωποι της Σάμου καίγοντας τον Πυθαγόρα; Μονομιάς η χώρα τους καλύφθηκε από άμμο. Τι κέρδισαν οι Ιουδαίοι εκτελώντας το σοφό Βασιλιά τους; Αμέσως μετά, το βασίλειό τους αφανίστηκε. Ο Θεός δίκαια εκδικήθηκε το θάνατο των τριών αυτών σοφών ανθρώπων: Οι Αθηναίοι πέθαναν απ’ την πείνα. Οι κάτοικοι της Σάμου αφανίστηκαν απ’ τη θάλασσα. Οι Ιουδαίοι καταστράφηκαν κι οδηγήθηκαν μακρυά απ’ τη γη τους για να ζήσουν διασπαρμένοι. Όμως, ο Σωκράτης δεν πέθανε. Έμεινε ζωντανός στη διδασκαλία του Πλάτωνα. Ούτε ο Πυθαγόρας πέθανε. Ζωντάνεψε στο άγαλμα της Ήρας. Ούτε ο σοφός Βασιλιάς πέθανε. Ζωντανεύει μες τη διδασκαλία Του».

Αυτός ο συγγραφέας δεν μπορεί να είναι Χριστιανός, αλλιώς θα έλεγε πως ο Χριστός είναι ζωντανός, επειδή αναστήθηκε απ’ τους νεκρούς. Ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένας Εθνικός φιλόσοφος, που πρώτος τοποθέτησε τον Χριστό ανάμεσα στους μεγάλους δασκάλους της αρχαιότητας.

Ο Ιουστίνος κι ο Τερτυλλιανός (Ιουστίνος, Απολ. 1/34, Τερτυλλιανός Κατ. Μάρκ IV/9,19) πίστευαν πως η μαρτυρία της απογραφής του Λουκά 2,1, συμπεριλαμβανομένης μάλιστα και της απογραφής του Ιωσήφ και της Μαρίας ήταν δυνατό να βρεθεί στα επίσημα αρχεία της βασιλείας του Αυγούστου, και μάλιστα παρέπεμπαν τους αναγνώστες τους σ’ αυτά, για να επιβεβαιωθούν έτσι για τα γεγονότα της Γέννησης του Κυρίου μας. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως οι ίδιοι συμβουλεύτηκαν τα αρχεία, απλώς, ήσαν αρκετά σίγουροι πως οι μαρτυρίες αυτές διατηρήθηκαν μέσα σ’ αυτά.

Γύρω στο 150 μ.Χ., ο μάρτυρας Ιουστίνος, απευθύνοντας το έργο του, Υπεράσπιση του Χριστιανισμού (Σημ.τ.μετ.: Πρόκειται για την Απολογία Α’), στον Αυτοκράτορα Αντωνίνο τον Ευσεβή, τον παραπέμπει στην αναφορά του Πιλάτου, η οποία, υπέθετε ο Ιουστίνος, πως είχε διασωθεί στα αυτοκρατορικά αρχεία. «Κάρφωσαν τα πόδια μου και τα χέρια μου», λέει, είναι μια περιγραφή των καρφιών, που έβαλαν στα πόδια Του και τα χέρια Του στον Σταυρό. Αφού τον σταύρωσαν, πήραν τα ενδύματα Του και τα μοίρασαν μεταξύ τους. Το ότι πράγματι όλα αυτά έγιναν έτσι, μπορείς να το μάθεις από τις Πράξεις που καταγράφτηκαν επί Πόντιου Πιλάτου» (Απολ. Ι/35). Αργότερα λέει: «Για το ότι έκανε αυτά τα θαύματα μπορείς να βεβαιωθείς από τις «Πράξεις του Πόντιου Πιλάτου» (Απολ. Ι/48).

Ο μεγαλύτερος Ρωμαίος ιστορικός την εποχή της Αυτοκρατορίας ήταν ο Κορνήλιος Τάκιτος, ο οποίος γεννήθηκε μεταξύ του 52 και 54. Γύρω στα εξήντα του, όταν έγραφε την ιστορία της βασιλείας του Νέρωνα, αναφέρει:

«Έτσι, λοιπόν, για να καταπνίξει τη φήμη, ο Νέρωνας κατηγόρησε ως εμπρηστές και τιμώρησε με τον πιο σκληρό τρόπο, για τάξη ανθρώπων, που ήσαν μισητοί για τα ελαττώματά τους, τους οποίους το πλήθος ονόμαζε Χριστιανούς. Ο Χριστός, απ’ τον οποίο πήραν το όνομά τους είχε εκτελεστεί με εντολή του προκουράτορα Πόντιου Πιλάτου, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Τιβέριος. Η ολέθρια αυτή δεισιδαιμονία, στην αρχή ελεγχόταν, για να ξεσπάσει ολόφρεσκη, όχι στην Ιουδαία, την πατρίδα αυτής της επιδημίας, αλλά στην ίδια τη Ρώμη, όπου όλα τα τρομερά κι αισχρά πράγματα του κόσμου μαζεύονται και βρίσκουν πατρίδα» (Χρονικά, XV/44).

Οτιδήποτε κι αν σκεφτεί κανείς για τις μαρτυρίες των αρχαίων Ιουδαίων και Χριστιανών συγγραφέων, θεμελιώνουν χωρίς άλλο, για κείνους που αρνούνται τη μαρτυρία των Χριστιανικών έργων, τον ιστορικό χαρακτήρα του ίδιου του Ιησού. Μερικοί ίσως να παίζουν με την ψευδαίσθηση ενός «Χριστού-μύθου», αλλά, δεν μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο, βάσει των ιστορικών μαρτυριών. Η ιστορικότητα του Χριστού είναι για τον απροκατάληπτο ιστορικό το ίδιο αξιόπιστη, όπως και η ιστορικότητα του Ιούλιου Καίσαρα.

ΟΙ ΚΩΔΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ

2.500 κώδικες περιέχουν ολόκληρη την Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή. 25.000 κώδικες περιέχουν μεγάλα κομμάτια από την Αγία Γραφή, (συνήθως μόνο την Καινή Διαθήκη). Οι παραπάνω κώδικες, προέρχονται από ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο. Σε αντιπαράθεση με άλλους αρχαίους συγγραφείς, έχουμε:

50 μόνο αντίγραφα του Αισχύλου, 100 του Σοφοκλή, 8 του Θουκυδίδη, 200 του Πλινίου, 500 του Ορατίου.

Άρα, από αριθμό σωσμένων κωδίκων, η Αγία Γραφή είναι το πλέον αξιόπιστο κείμενο που έχουμε.

Όσον αφορά την αρχαιότητα των κωδίκων αυτών:

1. Η ιστορία του Θουκυδίδη, εξιστορεί τα γεγονότα της περιόδου 460-400 π.Χ. Δεν σώζεται το πρωτότυπο. Τα 8 διασωθέντα χειρόγραφα, είναι όλα γραμμένα μετά το 900 μ.Χ., δηλαδή 1300 χρόνια μεταγενέστερα!

2. Η Ποιητική του Αριστοτέλη, γράφτηκε το 343 π.Χ. Ο αρχαιότερος κώδικάς της, προέρχεται από το 1100 μ.Χ., δηλαδή είναι 1400 χρόνια μεταγενέστερος!

3. Ο Γαλατικός πόλεμος του Ιουλίου Καίσαρος, γράφτηκε το 50 μ.Χ. Σώζεται σε λίγους κώδικες, που όλοι γράφτηκαν μετά το 1000 μ.Χ.

Αμφισβητεί κανείς τα βιβλία αυτά; Κανείς! Γιατί αμφισβητούμε την Αγία Γραφή;

Ο ερευνητής-συγγραφέας Ian Wilson στο βιβλίο του «ΙΗΣΟΥΣ: ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ» (Εκδόσεις Κονιδάρη), λέει τα εξής: «Οι ανακαλύψεις χειρογράφων της Καινής Διαθήκης δείχνουν μια καθησυχαστική γενική συνοχή. Η αντιγραφή από ένα χειρόγραφο σε άλλο με το χέρι έχει σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα λάθη και παροράματα... Αλλά στο σύνολό τους τα λάθη και οι διαφορές του κειμένου είναι σχετικά ασήμαντα και τα κανονικά ευαγγέλια μπορούν να θεωρηθούν ότι είναι σε μεγάλο βαθμό όπως τα έγραψαν οι συγγραφείς τους. Και μόνον ο πλούτος των παλιών ντοκουμέντων είναι μια από τις πιο εντυπωσιακές πλευρές τους. Αν και από τα έργα του μεγάλου Ρωμαίου ιστορικού Τάκιτου [1ος μ.Χ. αιώνας] υπάρχει μόνον ένα αντίγραφο ενός χειρογράφου, που χρονολογείται από το 12ο αιώνα, υπάρχουν επίσης κάπου 274 χειρόγραφα σε περγαμηνή, κανονικών έργων που βεβαιώνουν την ύπαρξη του Ιησού... που χρονολογούνται μεταξύ του 4ου και 11ου αιώνα, και 88 αποσπάσματα παπύρων που χρονολογούνται μεταξύ 2ου και 4ου αιώνα... Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι τα ευαγγελικά κείμενα ήταν γνήσια παλιά και ότι οι αντιγραφείς τους ήταν λογικά αξιόπιστοι». (σελίδες 43-44).

Είναι αξιοσημείωτο ωστόσο, ότι ο συγγραφέας αυτός δεν πιστεύει στη θεοπνευστία της Βίβλου, και ότι ούτε πιστεύει στον Ιησού. Γι΄ αυτό η ομολογία του, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα! Θα δεχτούμε ότι τα Ευαγγέλια είναι αξιόπιστα ιστορικά κείμενα και πηγές για τον βίο και τη διδαχή του Ιησού; ή θα δεχτούμε τις διάφορες γνώμες των οποιονδήποτε συγγραφέων, που δεν έχουν να παρουσιάσουν κανένα πραγματικό ιστορικό στοιχείο, αλλά αντίθετα, μόνο τις δικές τους υποθέσεις, οι οποίες διαστρεβλώνουν και παρερμηνεύουν τα κείμενα των πραγματικών μαρτυριών αυτών που έζησαν και μίλησαν με τον ίδιο τον Ιησού; Τι θα προτιμήσουμε; Τα κείμενα των αυτόπτων μαρτύρων ή τις από δεύτερο και τρίτο χέρι.... ερμηνείες διάφορων συγγραφέων και μελετητών;

Πηγή : ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Παρ Οκτ 26, 2018 1:09 pm

Οι αποδείξεις για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού είναι παντού... (βίντεο)
28/06/2017 - 15:09 | Τελευταία ενημέρωση: 28/06/2017 - 15:11 ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Εικόνα

Πιστεύετε ότι υπήρξε κάποιος άνθρωπος που ονομαζόταν Άλμπερτ Αϊνστάιν; Ίσως απαντήσετε αμέσως ναι, αλλά γιατί; Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τον έχουν γνωρίσει προσωπικά.

Εντούτοις, αξιόπιστες αναφορές για τα επιτεύγματά του αποδεικνύουν ότι όντως υπήρξε το για πολλούς ιστορικό πρόσωπο του Ιησού Χριστού που αποτελεί τη σφραγίδα της Ορθοδοξίας μας. Η επιρροή της ύπαρξής του γίνεται αισθητή μέσω των επιστημονικών εφαρμογών των ανακαλύψεών του. Λόγου χάρη, πολλοί ωφελούνται από το ηλεκτρικό ρεύμα που παράγεται μέσω της πυρηνικής ενέργειας, η έκλυση της οποίας σχετίζεται στενά με την εφαρμογή της περίφημης εξίσωσης του Αϊνστάιν, E=mc2 (η ενέργεια ισούται με τη μάζα επί την ταχύτητα του φωτός στο τετράγωνο).

Ο ίδιος συλλογισμός εφαρμόζεται στον Ιησού Χριστό—στον άνθρωπο με τη μεγαλύτερη, κατά γενική ομολογία, επιρροή σε όλη την ιστορία. Τα όσα γράφτηκαν για εκείνον και οι ορατές αποδείξεις της επιρροής που άσκησε πιστοποιούν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι όντως υπήρξε.

Όσο ενδιαφέρουσα και αν είναι η πρόσφατη αρχαιολογική ανακάλυψη της επιγραφής με το όνομα του Ιακώβου, που περιγράφτηκε στο προηγούμενο άρθρο, η ιστορικότητα του Ιησού δεν εξαρτάται ούτε από αυτό ούτε από οποιοδήποτε άλλο κατασκεύασμα.

Το γεγονός είναι ότι μπορούμε να βρούμε αποδείξεις για την ύπαρξη του Ιησού στα όσα έγραψαν οι ιστορικοί για τον ίδιο και τους ακολούθους του.

Μαρτυρία Ιστορικών


Λόγου χάρη, εξετάστε τη μαρτυρία του Φλάβιου Ιώσηπου, ενός Ιουδαίου ιστορικού του πρώτου αιώνα, ο οποίος ήταν Φαρισαίος. Αυτός αναφέρθηκε στον Ιησού Χριστό στο βιβλίο Ιουδαϊκή Αρχαιολογία. Αν και μερικοί αμφισβητούν την αυθεντικότητα της πρώτης αναφοράς όπου ο Ιώσηπος κάνει μνεία για τον Ιησού ως τον Μεσσία, ο καθηγητής Λούις Χ. Φέλντμαν του Πανεπιστημίου Γιεσιβά λέει ότι λίγοι αμφισβητούν τη γνησιότητα της δεύτερης αναφοράς.

Εκεί ο Ιώσηπος έγραψε: «[Ο αρχιερέας Άνανος] συγκάλεσε συμβούλιο κριτών και έφερε ενώπιόν του τον αδελφό του Ιησού του λεγόμενου Χριστού Ιάκωβο». (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Κ΄, 200) Ναι, ένας Φαρισαίος, μέλος της αίρεσης της οποίας πολλοί οπαδοί ήταν δηλωμένοι εχθροί του Ιησού, αναγνώριζε την ύπαρξη του “Ιακώβου, του αδελφού του Ιησού”.

Η επιρροή που άσκησε η ύπαρξη του Ιησού έγινε αισθητή μέσω της δράσης των ακολούθων του. Όταν ο απόστολος Παύλος φυλακίστηκε στη Ρώμη περίπου το 59 Κ.Χ., οι προύχοντες των Ιουδαίων τού είπαν: «Σε ό,τι αφορά αυτή την αίρεση, είναι γνωστό σε εμάς ότι παντού μιλούν εναντίον της». (Πράξεις 28:17-22) Αποκαλούσαν τους μαθητές του Ιησού «αυτή την αίρεση». Αν παντού μιλούσαν εναντίον τους, δεν είναι πιθανό ότι οι ιστορικοί θα αναφέρονταν σε αυτούς;

Ο Τάκιτος, ο οποίος γεννήθηκε γύρω στο 55 Κ.Χ. και θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ιστορικούς του κόσμου, αναφέρθηκε στους Χριστιανούς στο έργο του Χρονικά (Annales). Αφηγούμενος πώς επέρριψε ο Νέρων σε αυτούς την ευθύνη για τη μεγάλη φωτιά στη Ρώμη το 64 Κ.Χ., έγραψε: «Ο Νέρων ενοχοποίησε μια ομάδα μισητή για τα βδελύγματά της, αυτούς που ο λαός ονόμαζε Χριστιανούς, και της επέβαλε τα σκληρότερα βασανιστήρια. Ο Κρίστους [Χριστός], από τον οποίο προήλθε το όνομα, καταδικάστηκε στην εσχάτη των ποινών στη διάρκεια της βασιλείας του Τιβέριου από έναν από τους επιτρόπους μας, τον Πόντιο Πιλάτο». Οι λεπτομέρειες αυτής της αφήγησης ταιριάζουν με τις πληροφορίες σχετικά με τον Ιησού της Γραφής.

Ένας άλλος συγγραφέας που αναφέρθηκε στους ακολούθους του Ιησού ήταν ο Πλίνιος ο Νεότερος, ο κυβερνήτης της Βιθυνίας. Περίπου το 111 Κ.Χ., ο Πλίνιος έγραψε στον Αυτοκράτορα Τραϊανό, ρωτώντας τον για το πώς έπρεπε να χειρίζεται τους Χριστιανούς.

Άνθρωποι που είχαν κατηγορηθεί εσφαλμένα ότι ήταν Χριστιανοί, έγραψε ο Πλίνιος, θα επαναλάμβαναν μια επίκληση προς τους θεούς και θα απέδιδαν λατρεία στο άγαλμα του Τραϊανού, απλώς για να αποδείξουν ότι δεν ήταν Χριστιανοί. Ο Πλίνιος συνέχιζε: «Όπως λέγεται, αυτοί που είναι πραγματικά Χριστιανοί είναι αδύνατον να εξαναγκαστούν να συμμορφωθούν με οποιαδήποτε από αυτές τις απαιτήσεις». Αυτό πιστοποιεί ότι πράγματι υπήρξε ο Χριστός, του οποίου οι ακόλουθοι ήταν έτοιμοι να δώσουν τη ζωή τους για την πίστη τους σε εκείνον.

Αφού συνοψίζει τις αναφορές που κάνουν στον Ιησού Χριστό και στους ακολούθους του ιστορικοί των πρώτων δύο αιώνων, Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The Encyclopædia Britannica, έκδοση 2002) συμπεραίνει: «Αυτές οι ανεξάρτητες αφηγήσεις αποδεικνύουν ότι στους αρχαίους χρόνους ακόμη και οι εχθροί της Χριστιανοσύνης ποτέ δεν αμφέβαλαν για την ιστορικότητα του Ιησού, η οποία αμφισβητήθηκε για πρώτη φορά και με ανεπαρκή στοιχεία στο τέλος του 18ου, στη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα».

Μαρτυρία Ακολούθων του Ιησού

«Η Καινή Διαθήκη παρέχει όλες σχεδόν τις αποδείξεις για μια ιστορική ανασύνθεση της ζωής και του τέλους του Ιησού, καθώς και για τις αρχικές Χριστιανικές απόψεις περί της σπουδαιότητάς του», λέει Η Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια (The Encyclopedia Americana). Οι σκεπτικιστές μπορεί να μην αποδέχονται την Αγία Γραφή ως απόδειξη για την ύπαρξη του Ιησού. Εντούτοις, δύο λογικοί συλλογισμοί βασισμένοι σε Γραφικές αφηγήσεις μάς βοηθούν ιδιαίτερα να καταδείξουμε ότι ο Ιησούς πράγματι περπάτησε στη γη.

Όπως αναφέραμε, οι μεγάλες θεωρίες του Αϊνστάιν αποδεικνύουν την ύπαρξή του. Παρόμοια, οι διδασκαλίες του Ιησού αποδεικνύουν ότι εκείνος όντως υπήρξε. Πάρτε για παράδειγμα την Επί του Όρους Ομιλία, μια πασίγνωστη ομιλία που εκφώνησε ο Ιησούς. (Ματθαίος, κεφάλαια 5-7) Ο απόστολος Ματθαίος έγραψε αναφορικά με την απήχηση εκείνης της ομιλίας: «Τα πλήθη [έμειναν] έκπληκτα με τον τρόπο με τον οποίο δίδασκε· διότι τους δίδασκε ως άτομο που είχε εξουσία». (Ματθαίος 7:28, 29) Σχετικά με την επιρροή που είχε αυτή η ομιλία στους ανθρώπους ανά τους αιώνες, ο καθηγητής Χανς Ντίτερ Μπετς παρατήρησε: «Οι επιδράσεις που έχει ασκήσει η Επί του Όρους Ομιλία γενικά ξεπερνούν κατά πολύ τα όρια του Ιουδαϊσμού και της Χριστιανοσύνης ή ακόμη και του Δυτικού πολιτισμού». Ο ίδιος πρόσθεσε ότι αυτή η ομιλία ασκεί «μια ιδιόμορφη παγκόσμια γοητεία».

Εξετάστε αυτά τα περιεκτικά και πρακτικά λόγια σοφίας που βρίσκονται στην Επί του Όρους Ομιλία: «Όποιος σε χαστουκίζει στο δεξί σου μάγουλο, γύρισέ του και το άλλο». «Προσέχετε καλά να μην πράττετε τη δικαιοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους». «Ποτέ μην ανησυχήσετε για την επόμενη ημέρα, γιατί η επόμενη ημέρα θα έχει τις δικές της ανησυχίες». «Μη . . . ρίξετε τα μαργαριτάρια σας μπροστά στα γουρούνια». «Να ζητάτε και θα σας δοθεί». «Όλα όσα θέλετε . . . να κάνουν σε εσάς οι άνθρωποι πρέπει και εσείς, παρόμοια, να κάνετε σε αυτούς». «Μπείτε από τη στενή πύλη». «Από τους καρπούς τους θα τους αναγνωρίσετε». «Κάθε καλό δέντρο παράγει καλούς καρπούς».—Ματθαίος 5:39· 6:1, 34· 7:6, 7, 12, 13, 16, 17.

Αναμφίβολα έχετε ακούσει μερικές από αυτές τις εκφράσεις ή τουλάχιστον την ουσία τους. Πιθανώς αποτελούν παροιμιώδεις φράσεις στη γλώσσα σας. Όλες τους είναι παρμένες από την Επί του Όρους Ομιλία. Η επίδραση που έχει ασκήσει αυτή η ομιλία σε πολλούς λαούς και πολιτισμούς βεβαιώνει με πειστικό τρόπο την ύπαρξη του «μεγάλου δασκάλου».

Ας φανταστούμε ότι κάποιος επινόησε την προσωπικότητα που αποκαλείται Ιησούς Χριστός. Ας υποθέσουμε ότι ήταν αρκετά έξυπνος ώστε να διατυπώσει τις διδασκαλίες οι οποίες στη Γραφή αποδίδονται στον Ιησού. Δεν θα παρουσίαζε άραγε όσο το δυνατόν πιο ελκυστικό τον Ιησού και τις διδασκαλίες του στους ανθρώπους γενικά; Εντούτοις, ο απόστολος Παύλος παρατήρησε: «Και οι Ιουδαίοι ζητούν σημεία και οι Έλληνες ψάχνουν για σοφία· εμείς όμως κηρύττουμε Χριστό κρεμασμένο στο ξύλο, για τους Ιουδαίους σκάνδαλο αλλά για τα έθνη ανοησία». (1 Κορινθίους 1:22, 23) Το άγγελμα για τον Χριστό κρεμασμένο στο ξύλο δεν ήταν ελκυστικό ούτε στους Ιουδαίους ούτε και στα έθνη. Ωστόσο, αυτός ήταν ο Χριστός για τον οποίο κήρυτταν οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα. Γιατί περιέγραφαν τον Χριστό κρεμασμένο στο ξύλο; Η μόνη ικανοποιητική εξήγηση είναι ότι οι συγγραφείς των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών κατέγραψαν την αλήθεια αναφορικά με τη ζωή και το θάνατο του Ιησού.

Άλλος ένας λογικός συλλογισμός που υποστηρίζει την ιστορικότητα του Ιησού βρίσκεται στο κήρυγμα των διδασκαλιών του που έκαναν ακούραστα οι ακόλουθοί του. Μόλις 30 χρόνια αφότου άρχισε ο Ιησούς τη διακονία του, ο Παύλος μπορούσε να πει ότι τα καλά νέα «κηρύχτηκαν σε όλη τη δημιουργία που είναι κάτω από τον ουρανό». (Κολοσσαείς 1:23) Ναι, οι διδασκαλίες του Ιησού διαδόθηκαν σε όλο τον αρχαίο κόσμο παρά την εναντίωση. Ο Παύλος, ο οποίος υπέστη και ο ίδιος διωγμό ως Χριστιανός, έγραψε: «Αν ο Χριστός δεν έχει εγερθεί, το κήρυγμά μας είναι βεβαίως μάταιο και η πίστη μας είναι μάταιη». (1 Κορινθίους 15:12-17) Αν το κήρυγμα για κάποιον Χριστό που δεν είχε αναστηθεί θα ήταν μάταιο, πόσο πιο μάταιο θα ήταν το κήρυγμα για κάποιον Χριστό που δεν είχε υπάρξει ποτέ. Όπως διαβάζουμε στην αναφορά που έκανε ο Πλίνιος ο Νεότερος, οι Χριστιανοί του πρώτου αιώνα ήταν διατεθειμένοι να πεθάνουν για την πίστη τους στον Χριστό Ιησού. Έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή τους για τον Χριστό επειδή ήταν πραγματικό πρόσωπο—είχε περπατήσει στη γη και είχε όντως ζήσει, όπως είναι καταγραμμένο στις αφηγήσεις των Ευαγγελίων.

Έχετε Δει Αποδείξεις

Η πίστη στην ανάσταση του Ιησού Χριστού ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για το Χριστιανικό κήρυγμα. Με τα μάτια της διάνοιάς σας, μπορείτε και εσείς να οραματιστείτε τον αναστημένο Ιησού με το να παρατηρήσετε την επίδραση που ασκεί εκείνος σήμερα.

Λίγες ημέρες προτού κρεμαστεί ο Ιησούς στο ξύλο, ανέφερε μια μεγάλη προφητεία σχετικά με τη μελλοντική του παρουσία. Αποκάλυψε επίσης ότι θα ανασταινόταν και θα καθόταν στα δεξιά του Θεού περιμένοντας τον καιρό για να λογαριαστεί με τους εχθρούς του. (Ψαλμός 110:1· Ιωάννης 6:62· Πράξεις 2:34, 35· Ρωμαίους 8:34) Κατόπιν, θα αναλάμβανε δράση και θα έδιωχνε τον Σατανά και τους δαίμονές του από τους ουρανούς.—Αποκάλυψη 12:7-9.

Πότε θα συνέβαιναν όλα αυτά; Ο Ιησούς έδωσε στους μαθητές του “το σημείο της παρουσίας του και της τελικής περιόδου του συστήματος πραγμάτων”.

Το σημείο για τον προσδιορισμό της αόρατης παρουσίας του περιλάμβανε μεγάλους πολέμους, πείνες, σεισμούς, την εμφάνιση ψευδοπροφητών, την αύξηση της ανομίας καθώς και σοβαρές επιδημίες.

Τέτοιες συμφορές θα έπρεπε να αναμένονται, εφόσον η εκδίωξη του Σατανά του Διαβόλου θα σήμαινε «αλίμονο στη γη». Ο Διάβολος έχει κατέβει στη γη «έχοντας μεγάλο θυμό, καθώς γνωρίζει ότι έχει μικρό χρονικό διάστημα». Επιπρόσθετα, στο σημείο συμπεριλαμβάνεται το κήρυγμα των καλών νέων της Βασιλείας «σε όλη την κατοικημένη γη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη».—Ματθαίος 24:3-14· Αποκάλυψη 12:12· Λουκάς 21:7-19.

Όπως τα κομμάτια ενός παζλ τα οποία ταιριάζουν μεταξύ τους, αυτά που προφήτευσε ο Ιησούς έχουν πραγματοποιηθεί. Από τότε που ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, έχουμε δει τις σύνθετες αποδείξεις που πιστοποιούν την αόρατη παρουσία του Ιησού Χριστού. Εκείνος κυβερνάει ως ο Βασιλιάς της Βασιλείας του Θεού και ασκεί τεράστια επιρροή. Το ότι κρατάτε στα χέρια σας αυτό το περιοδικό αποτελεί απόδειξη πως το έργο κηρύγματος της Βασιλείας επιτελείται σήμερα.


Για να κατανοήσετε περισσότερο την επίδραση που ασκεί το γεγονός ότι ο Ιησούς όντως υπήρξε, χρειάζεται να μελετήσετε τη Γραφή. Γιατί να μη ρωτήσετε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά σχετικά με τις λεπτομέρειες της παρουσίας του Ιησού;

Ο Ιώσηπος, ο Τάκιτος και ο Πλίνιος ο Νεότερος αναφέρθηκαν στον Ιησού Χριστό και στους ακολούθους του

Οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν πεπεισμένοι ότι ο Ιησούς ήταν πραγματικό πρόσωπο

Τα ιστορικά και αρχαιολογικά ευρήματα για την ιστορική προσωπικότητα του Ιησού Χριστού, αλλά και τα θαύματά Του, δεν σταματούν!.. Σχεδόν σε καθημερινή βάση όλο και κάποιο νέο δεδομένο έρχεται να προστεθεί!.. Κι όχι μόνον!.. Ο Ιησούς Χριστός, εις πείσμα ορισμένων, κάνει αισθητή την παρουσία Του με νέα θαύματα!..

Ας διαβάσουμε τα κείμενα, που ακολουθούν!..(*)








Πηγή : PRONEWS

(*) (βρίσκονται αυτούσια στο άρθρο με τίτλο "Οι συνεχείς αποδείξεις για την ύπαρξη του Χριστού").


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη και τα θαύματα του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Σάβ Δεκ 08, 2018 1:59 pm

Πάσχα: Οι Ιστορικές Ενδείξεις της Ανάστασης του Ιησού Χριστού

Εικόνα

Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού, το θεμέλιο του Χριστιανισμού, είναι ένα γεγονός με απολύτως συνεπές ιστορικό υπόβαθρο, πράγμα που φανερώνει ότι η Ανάσταση του Χριστού είναι ένα γεγονός που αδιαμφισβήτητα έλαβε χώρα μέσα στην ανθρώπινη ιστορία.

Θα ήταν εύλογη η απορία ενός απολύτως ορθολογιστικά σκεπτόμενου ανθρώπου, αν είναι θεμιτό να εξετάζεται ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αφού ένα γεγονός όπως η Ανάσταση είναι πέρα από τα όρια της λογικής.

Όμως, μία τέτοια στάση θα ήταν αντιεπιστημονική, διότι αν η επιστήμη ακολουθούσε τον κανόνα «ό,τι δεν κατανοούμε δεν το εξετάζουμε κιόλας», δεν θα είχε γίνει ποτέ καμία πρόοδος στην ανθρώπινη γνώση. Η διερεύνηση αν ένα τέτοιο ζήτημα πίστεως μπορεί να έχει ιστορικό υπόβαθρο, είναι λοιπόν απολύτως θεμιτή διότι ένα συνεπές ιστορικό υπόβαθρο θεμελιώνει περισσότερο την πίστη στο γεγονός της Ανάστασης. Αντιθέτως, μια προκατειλημμένη πίστη όπως αυτή της απόρριψης της Ανάστασης του Χριστού, η οποία στερείται ιστορικού υποβάθρου, δεν μπορεί να σταθεί και θα πρέπει να κατεδαφίζεται.

Η λογική λοιπόν προσέγγιση του θέματος της Ανάστασης, υπαγορεύει μόνον δύο πιθανά ενδεχόμενα:

Έγινε Ανάσταση

Δεν έγινε Ανάσταση


Πάνω σε αυτή την απλή τοποθέτηση στηρίζεται το ζήτημα της ψυχής του ανθρώπου. Διότι μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα ξεκαθαρίζει αν υπάρχει συνέχιση της ζωής ή όχι. Ανάγεται δηλαδή στο ερώτημα αν η ψυχή του ανθρώπου έχει αξία ή όχι. Εδώ λοιπόν έγκειται η σημασία του να εξετάσει κανείς το ζήτημα της Ανάστασης.

Αν η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι ένα αληθινό γεγονός, όλο το οικοδόμημα της χριστιανικής πίστης καταρρέει, όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος στο 15ο κεφάλαιο της Α' προς Κορινθίους επιστολής.

Οι πρώτοι Χριστιανοί βάσισαν τη χριστιανική πίστη στην Ανάσταση του Χριστού θεωρώντας τη ως δεδομένο γεγονός και ως θεμέλιο της σωτηρίας: «εάν ομολογήσης διά του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσης εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή» (Ρωμαίους 10:9)

Η πραγμάτωση του έργου του Χριστού βασίστηκε εσκεμμένα πάνω στην Ανάστασή Του καθώς και ο Ίδιος το διεκήρυττε. Όταν μάλιστα ζητήθηκε από τον Κύριο να πραγματοποιήσει κάποιο σημάδι, Αυτός παρέπεμψε στην Ανάστασή Του ως το πιο αξιόπιστο από όλα τα σημεία και τα θαύματα που είχε κάνει! (βλ. Ματθαίον 12:38-40 & Ιωάννην 2:18-22)

Από τα τέσσερα Ευαγγέλια που αποδεδειγμένα είναι αξιόπιστες ιστορικές πηγές, γνωρίζουμε τα περισσότερα στοιχεία για τα γεγονότα που αφορούν το θάνατο και ταφή του Χριστού από όσα γνωρίζουμε για το θάνατο και την ταφή οποιουδήποτε άλλου προσώπου στην αρχαία Ιστορία. Ο τάφος δεν αμφισβητήθηκε ποτέ ότι είναι άδειος. Το αν αυτό που συνέβη είναι Ανάσταση ή όχι θα το εξετάσουμε. Το γεγονός όμως ότι ο τάφος είναι άδειος ουδέποτε αμφισβητήθηκε από κανέναν. Η σημασία της Ανάστασης μπορεί να είναι ένα θεολογικό ζήτημα, αλλά το γεγονός της Ανάστασης είναι ένα ιστορικό ζήτημα.

Ας δούμε τα ιστορικά γεγονότα:

1. Ο Ιησούς ήταν πράγματι νεκρός

Μαστιγώθηκε άγρια, δάρθηκε και φόρεσε αγκάθινο στεφάνι.


«Τον έφεραν» στο Γολγοθά διότι ήταν πολύ εξαντλημένος και δεν μπορούσε ο ίδιος να κουβαλήσει το σταυρό.

Η σταύρωση ήταν ένα μεγάλο μαρτύριο. Με όλες του τις πληγές και τις φλεγμονές κρεμόταν ημίγυμνος από τα καρφιά και παρά την εξάντλησή του ήταν υποχρεωμένος να κινεί τα πόδια του για να αναπνέει.

Ο θάνατος δεν αργεί να έρθει σε τέτοιες καταστάσεις και μάλιστα ήταν απολύτρωση.

Το αίμα και το νερό που βγήκαν από το τρύπημα της λόγχης, πιστοποιούν ιατρικώς ότι έχει προηγηθεί θάνατος (ο θάνατος δεν προκλήθηκε από το τρύπημα της λόγχης).

Ακόμα κι αν δεν ήταν νεκρός, η λόγχη διαπερνώντας τους πνεύμονες και πιθανότατα και το περικάρδιο, θα τον θανάτωνε αμέσως.

2. Ο τάφος

Γνωρίζουμε επακριβώς ποιός ανέλαβε την ταφή του σώματος του Ιησού.

Γνωρίζουμε τον ιδιοκτήτη του τάφου.

Γνωρίζουμε την τοποθεσία του τάφου.

Περιγράφονται λεπτομερώς οι προετοιμασίες της ταφής.

3. Η ταφή: το σώμα του Χριστού τοποθετείται στον τάφο και ασφαλίζεται

Τα σάβανα τυλίγαν το σώμα πολύ σφιχτά (χρησιμοποιείται η λέξη «έδεσαν») και ήταν κολλημένα πάνω στο σώμα λόγω των αρωματικών ουσιών, σχηματίζοντας ένα συμπαγές σώμα. Ήταν αδύνατον όχι μόνο να βγει ο ίδιος από τα σάβανα αλλά και κάποιος άλλος να ξετυλίξει το σώμα. Επίσης, ακόμα κι αν δεν ήταν νεκρός, η οξεία οσμή του μύρου θα τον έπνιγε.

Η είσοδος του τάφου καλυπτόταν από μία μεγάλη πέτρα που χρειάζονταν αρκετοί άνδρες να την κυλήσουν.

Η είσοδος του τάφου σφραγίστηκε με τη ρωμαϊκή σφραγίδα. Η ρωμαϊκή φρουρά σφραγίζοντας τον τάφο πιστοποίησε ότι έλαβαν ένα συγκεκριμένο νεκρό σώμα. Η δε σφραγίδα προστατευόταν πάση θυσία από τους άψογα εκπαιδευμένους και σκληρά πειθαρχημένους ρωμαίους στρατιώτες καθώς αφενός αντιπροσώπευε την εξουσία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αφετέρου δε η παραβίασή της από τρίτους, επέσυρε τιμωρία θανάτου στους φρουρούς. Με λίγα λόγια, ο τάφος ήταν αδύνατον να παραβιαστεί.

4. Ο τάφος αδειάζει!

Το γεγονός αυτό δεν αμφισβητήθηκε ποτέ, ούτε ακόμη κι από τους εχθρούς του Χριστού. Ήταν δεδομένο και εύκολα επαληθεύσιμο για τους σύγχρονους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Έγιναν κάποιες προσπάθειες να δοθεί μια διαφορετική εξήγηση για το τι συνέβη. Και όλες αυτές οι προσπάθειες δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να επιβεβαιώνουν αφενός ότι ο τάφος ήταν όντως άδειος και αφετέρου ότι οι ενδείξεις ότι ο τάφος ήταν άδειος ήταν πολύ τρανταχτές για να τολμήσει κανείς να ισχυριστεί το αντίθετο.

Το γεγονός ότι τα σφιχτοτυλιγμένα και κολλημένα, με αρωματικές κολλώδεις ουσίες, σάβανα ήταν κενά αλλά και ότι το σουδάριο που κάλυπτε το κεφάλι του Χριστού ήταν τυλιγμένο ξεχωριστά λίγο πιο πέρα, δείχνουν ότι το σώμα είχε βγει από τα σάβανα μόνο του και με ηρεμία.

5. Προσπάθειες εξήγησης του άδειου τάφου

α. Απώλεια των αισθήσεων: Ο Χριστός δεν πέθανε πάνω στο σταυρό αλλά έχασε τις αισθήσεις του. Ενταφιάστηκε ζωντανός και μετά από πολλές ώρες συνήρθε.

Απάντηση: Είδαμε παραπάνω ότι ο Ιησούς ήταν αναμφισβήτητα νεκρός. Αλλά και να μην ήταν, μετά από την ταλαιπωρία που πέρασε και τις πληγές που είχε, χωρίς ιατρική βοήθεια και δεμένος με τα σάβανα και τα έντονα τοξικά μυρωδικά, μάλλον θα κατέληγε παρά θα συνερχόταν. Αλλά και να συνερχόταν, θα ήταν αδύνατον ένας εξασθενημένος και γεμάτος πληγές άνθρωπος, μόνος του να λυθεί από τα σάβανα, να κυλήσει την τεράστια πέτρα, να κατανικήσει τη ρωμαϊκή φρουρά, να περπατήσει αρκετά χιλιόμετρα και να παρουσιαστεί στους μαθητές.

β. Το σώμα του Ιησού εκλάπη: Κάποιοι κατά τη διάρκεια της νύχτας έκλεψαν το σώμα από τον τάφο.

Απάντηση: Οι εχθροί του Ιησού δεν είχαν κανένα κίνητρο και οι φοβισμένοι μαθητές του δεν είχαν καμία δύναμη να κάνουν κάτι τέτοιο. Όποιος επιχειρούσε να κλέψει το σώμα θα έπρεπε είτε να νικήσει πρώτα τη ρωμαϊκή φρουρά είτε να ελπίζει ότι όλοι οι φρουροί θα αποκοιμηθούν (πράγμα αδύνατον) και στη συνέχεια απολύτως αθόρυβα να αποκυλήσει την πέτρα και με βιασύνη να κλέψει το σώμα και όχι να φροντίσει να βγάλει και μάλιστα να τυλίξει τα κολλημένα σάβανα. Το σενάριο της κλοπής τους σώματος οδήγησε μάλιστα τους ρωμαίους στρατιώτες στην αντίφαση να διαδόσουν ότι οι ίδιοι αποκοιμήθηκαν (ενώ ήξεραν ότι αυτό τιμωρείται με θάνατο) αλλά παρόλα αυτά, να γνωρίζουν ότι αυτοί που έκλεψαν το σώμα ήταν, υποτίθεται, οι μαθητές.

γ. Παραισθήσεις: Το γεγονός ότι οι μαθητές είδαν τον Χριστό αναστημένο ήταν μια ομαδική παραίσθηση.

Απάντηση: Παραισθήσεις έχουν συγκεκριμένα είδη ανθρώπων και όταν βρίσκονται σε ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση. Επίσης οι παραισθήσεις είναι πολύ ατομικές και εξαιρετικά υποκειμενικές. Η Καινή Διαθήκη αναφέρει ότι ήρθαν σε επαφή με τον Αναστημένο Χριστό πεντακόσιοι και πλέον άνθρωποι διαφορετικής ψυχοσύνθεσης και σε διαφορετικές ψυχολογικές καταστάσεις, συνθήκες που δεν ευνοούν τη δημιουργία παραισθήσεων, και όλων οι μαρτυρίες συμφωνούν μεταξύ τους. Επίσης πρόσφορο έδαφος για παραισθήσεις δεν υπήρχε διότι κανείς δεν προσδοκούσε να δει τον Κύριο αναστημένο. O Ίδιος άλλωστε δυσκολεύτηκε να τους πείσει για την Ανάστασή Του.

Εφόσον λοιπόν, ενώ ο τάφος αδειάζει, κανένα από τα παραπάνω σενάρια δεν ισχύει, οδηγούμαστε λογικά στο συμπέρασμα ότι έγινε Ανάσταση. Ο μεν τρόπος που έγινε είναι θαυματουργικός αλλά το γεγονός είναι ιστορικό!

Άλλωστε η αφήγηση της Ανάστασης δεν περιέχει κανένα από τα χαρακτηριστικά που διέπουν μια μυθολογία:

'Ενας μύθος χρειάζεται αρκετό χρόνο για να διαδοθεί, ώστε η γενιά της εποχής στην οποία αναφέρεται να έχει παρέλθει για να μην υπάρχει ο κίνδυνος κάποιος να είναι σε θέση να τον διαψεύσει. Η Ανάσταση του Χριστού όμως εθεωρείτο ως αδιάψευστο γεγονός ήδη από την 3η ημέρα μετά το θάνατό Του, ενώ κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και στα χρόνια που επακολούθησαν, κανένας από τη γενιά εκείνη αλλά και από την γεωγραφική περιοχή (Ιερουσαλήμ) δεν βγήκε να διαψεύσει το γεγονός της Ανάστασης.

Οι ενάντιοι αρχιερείς και Φαρισαίοι, είχαν πολλά κίνητρα, εξουσία και μέσα για να καταπολεμήσουν και να καταπνίξουν τη διάδοση του γεγονότος της Ανάστασης. Δεν μπόρεσαν όμως να το επιτύχουν παρά τις απειλές και τους διωγμούς, διότι όλοι ήσαν πεπεισμένοι για την αλήθεια του γεγονότος.

Η αφήγηση Ανάστασης δεν είναι εξωραϊσμένη και διανθισμένη με διάφορα στοιχεία που θα είχαν σκοπό να εντυπωσιάσουν τον αναγνώστη, όπως είθισται στις μυθολογίες.

Τα Ευαγγέλια τοποθετούν ως πρώτους μάρτυρες του γεγονότος της Ανάστασης κάποιες γυναίκες, πράγμα παράλογο για να χρησιμοποιηθεί από το συγραφέα μιας μυθολογίας που θέλει να πείσει για τα γεγονότα που περιγράφει, καθώς την εποχή εκείνη η μαρτυρία μιας γυναίκας δεν είχε καμία αξία και ο λόγος της δεν λαμβανόταν υπόψη σε δικαστήριο.

Θα ήταν αδύνατον οι Χριστιανοί και ιδιαίτερα οι απόστολοι να δέχονταν να θυσιάσουν τη ζωή τους για κάτι το οποίο γνώριζαν πολύ καλά ότι ήταν ένα ψέμα. Μάλλον η αγάπη προς το Διδάσκαλό τους θα είχε μετατραπεί σε μίσος όταν θα συνειδητοποιούσαν ότι ενώ είχαν αφήσει τις οικογένειες και τις περιουσίες τους για να Τον ακολουθήσουν, τελικά οι υποσχέσεις Του αναδεικνύονταν ψευδείς.

Όμως ο Αναστημένος Χριστός φανέρωνε τον Εαυτό Του «διά πολλών τεκμηρίων» για σαράντα ημέρες και σε πεντακοσίους και πλέον ανθρώπους. Φανερώθηκε σε συγκεκριμένα άτομα, σε συγκεκριμένες τοποθεσίες και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές που αναφέρονται λεπτομερώς μέσα στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Μαρκον 16:9-14 & Α’ Κορινθίους 15:6-8). Επίσης, η Ανάσταση ήταν σωματική. Οι μαθητές, ομολογούν ειλικρινέστατα και αντικειμενικά ότι και οι ίδιοι δυσκολεύτηκαν να πειστούν ότι έβλεπαν μπροστά τους τον αναστημένο Χριστό όχι σαν πνεύμα αλλά με σώμα. Και εφόσον βεβαιώθηκαν για αυτό, δεν χωρούσε καμία αμφισβήτηση μέσα τους ότι ο διδάσκαλός τους πράγματι αναστήθηκε.

Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού, ως πραγματικό γεγονός, είχε και έχει αποτελέσματα:

Οδηγεί στη μεταμόρφωση της ζωής του ανθρώπου διά της αναγέννησης και της βάπτισης με Πνεύμα Άγιο. Αναιρείται ο θάνατος ως συνέπεια της αμαρτίας και ο άνθρωπος ελευθερώνεται, αποκτά αιώνια ζωή και γίνεται παιδί του Θεού. Τίποτα από αυτά δεν θα μπορούσε να πραγματοποιείται μέχρι και σήμερα αν ο Χριστός δεν είχε αναστηθεί.

Επιβεβαιώνει την αλήθεια όλων των λόγων του Χριστού, καθώς ο Ίδιος συνέδεσε την αξιοπιστία Του με τη δυνατότητά Του να αναστηθεί εκ νεκρών. Εφόσον λοιπόν αυτό ήταν αληθές και πραγματοποιήθηκε, είναι αληθινά και πραγματοποιούνται κι όλα τα υπόλοιπα τα οποία έχει πει.

Αν ο Χριστός δεν ανασταινόταν, οι μαθητές θα ένιωθαν απογοητευμένοι και προδομένοι από έναν άνθρωπο που τους έπεισε να εγκαταλείψουν τα πάντα και να τον ακολουθήσουν στηριζόμενοι σε μία ψεύτικη ελπίδα. Όμως βλέπουμε τους μαθητές να μεταμορφώνονται σε άφοβους κήρυκες της Ανάστασης και είναι τόσο βεβαιωμένοι για αυτό ώστε δέχονται ακόμα και να πεθάνουν για αυτή την πίστη τους. Aλλά και όλοι οι ανά τους αιώνες κατ’ επίγνωση Χριστιανοί που ομολογούν την προσωπική τους εμπειρία με τον Ιησού Χριστό, γίνονται αληθινοί μάρτυρες της Αναστάσεώς Του.
πηγη Χριστιανισμός & Επιστήμη

Πηγή: NEWSBOMB


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Σάβ Δεκ 22, 2018 1:50 pm



«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Κυρ Δεκ 23, 2018 10:58 pm

Για μία... επιστημονική καληνύχτα!

Αρχαιολογική έρευνα: Βρέθηκε το κελί του Ιησού
23 Δεκεμβρίου 2018 11:37

Εικόνα

Για πρώτη φορά τεκμηριώνεται επιστημονικά ποιος ήταν ο τόπος κράτησης του Θεανθρώπου πριν τη Σταύρωση. Υπήρξε λατρευτικός χώρος κατά την ιουδαιοχριστιανική περίοδο.

Για πρώτη φορά τεκμηριώνεται επιστημονικά πως το παρεκκλήσι των Κλαπών και η Φυλακή του Χριστού στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα ήταν ο τόπος όπου παρέμεινε ο Ιησούς πριν από τη Σταύρωση.

Το «Έθνος της Κυριακής» παρουσιάζει τα αποτελέσματα επιστημονικής έρευνας που με απόλυτο και τεκμηριωμένο τρόπο καθορίζει για πρώτη φορά τον τόπο της προσωρινής φυλάκισης του Ιησού πριν από τη Σταύρωση. Πρόκειται για το παρεκκλήσι των Κλαπών και τη Φυλακή του Χριστού στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα.

Επίσης, για πρώτη φορά ταυτοποιήθηκε ότι η Φυλακή του Χριστού υπήρξε λατρευτικός χώρος όχι τον 12ο αιώνα μ.Χ., αλλά κατά την ιουδαιοχριστιανική περίοδο. Μετά τις εργασίες αποκατάστασης που πραγματοποίησε τον περασμένο Φεβρουάριο Έλληνας αρχιτέκτονας, διδάκτορας και διευθυντής του Τεχνικού Γραφείου του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Θεοδόσιος Μητρόπουλος, τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι αυτά τα δύο παρεκκλήσια που ανήκουν στους Ορθοδόξους είναι από τα αρχαιότερα κομμάτια του Ναού της Αναστάσεως.

Η Φυλακή του Χριστού αποτελεί έναν από τους τέσσερις βασικούς πυλώνες σχεδιασμού του ιστορικού συγκροτήματος του Ναού της Αναστάσεως. Οικοδομήθηκε από τους αρχιτέκτονες Ζηνόβιο και τον πρεσβύτερο βασιλικό εκπρόσωπο Ευστάθιο την περίοδο 326-335 μ.Χ. Οι άλλοι τρεις είναι ο Γολγοθάς, ο Πανάγιος Τάφος και η τοποθεσία εύρεσης του Τιμίου Σταυρού.

«Η Φυλακή του Χριστού αποτελείται σήμερα δύο συνεχόμενα παρεκκλήσια που έχουν ορθογωνική κάτοψη. Το εσωτερικό παρεκκλήσι που φέρει την ονομασία Φυλακή του Χριστού αποτελεί την αυθεντική φυλακή του Κυρίου, ενώ το εξωτερικό παρεκκλήσιο που φέρει και τις κλάπες, το παρεκκλήσιο των Κλαπών, θα καταστεί λατρευτικός χώρος πολύ αργότερα, τον 4ο αιώνα μ.Χ., με την τοποθέτηση της πλάκας των Κλαπών σε επαφή με τον δυτικό τοίχο της φυλακής. Εκεί που εξακριβώσαμε ότι θα πρέπει να υπήρξε το κελί της προσωρινής φυλάκισης του Ιησού», σημειώνει ο Θεοδόσιος Μητρόπουλος.

Το εγχείρημα της αποκατάστασης του μνημείου, επικεντρώθηκε επιτυχώς στην αποκατάσταση του στατικού φορέα με καινοτόμες στερεωτικές επεμβάσεις, στη συντήρηση των λιθοδομών, στην ανάδειξη του μνημείου με κατάλληλο φωτισμό, καθώς και στον εσωτερικό διάκοσμό του.

Πηγή: Έθνος της Κυριακής

Πηγή: news247


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Δευτ Δεκ 24, 2018 2:24 pm

Ιστορικά στοιχεία για τον Χριστό; Κι όμως έχουμε!

Η Γέννηση του Χριστού: Ιστορικά και θεολογικά στοιχεία και οι κατά καιρούς διαστρεβλώσεις τους
3 Δεκεμβρίου 2011

Εικόνα

Το πρόσωπο του Χριστού στο επίκεντρο αμφισβητήσεων

Η ιστορικότητα του Ιησού Χριστού είναι κάτι αυτονόητο για κάθε Χριστιανό, αλλά και για κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο. Σύμφωνα με τη σαφέστατη μαρτυρία της Αγ. Γραφής, ο Ιησούς είναι ένα ιστορικό πρόσωπο, που γεννήθηκε στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, «επί Καίσαρος Αυγούστου», δίδαξε τον Λαό, έκανε θαύματα, σταυρώθηκε «επί Ποντίου Πιλάτου» και αναστήθηκε «τη τρίτη ημέρα». Αλλά και η επιστημονική έρευνα επιβεβαιώνει, όχι βέβαια όλα, αλλά αρκετά από τα στοιχεία του ιστορικού βίου του Ιησού, τα οποία γνωρίζουμε από τα Ευαγγέλια. Ωστόσο, από χώρους εχθρικούς προς τον Χριστιανισμό, είτε «επιστημονικούς» είτε χώρους ιδεολογικά φορτισμένους, εγείρονται κατά καιρούς αμφισβητήσεις της ιστορικότητας του Χριστού και επιστρατεύονται «επιστημονικά» επιχειρήματα για να «στηρίξουν» τις αμφισβητήσεις αυτές. Η προβολή τέτοιων αμφισβητήσεων από μέσα ενημερώσεως και κάθε είδους έντυπα εντείνεται, συνήθως, όσο πλησιάζουν οι μεγάλες εορτές του Χριστιανισμού, προκειμένου να πεισθεί το ευρύ κοινό ότι τα γεγονότα, που εορτάζει η Εκκλησία, είναι ένας μύθος, που στερείται κάθε ιστορικής βάσης.

Παράλληλα, από άλλους ιδεολογικούς χώρους προβάλλεται η παράδοξη αντίληψη ότι η ιστορικότητα του Ιησού δεν είναι απαραίτητο στοιχείο για την κατανόηση της ουσίας της χριστιανικής πίστης. Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο Χριστός δεν ήταν ιστορικό (δηλαδή πραγματικό) πρόσωπο, αλλά μια ιδέα η μια κατάσταση, στην οποία καλείται να φτάσει ο καθένας από μας (η περίφημη «χριστική κατάσταση» των νεοεποχητικών ομάδων). Τέτοιες αντιλήψεις προβάλλονται από νεότερα φιλοσοφικά ρεύματα, από ομάδες και οργανώσεις των ανατολικών θρησκειών και από το κίνημα της Νέας Εποχής. Η έλλειψη γνήσιας Ορθόδοξης κατήχησης έχει ως αποτέλεσμα τέτοιες αντιλήψεις να διαδίδονται ευρύτερα και να γίνονται αποδεκτές ακόμη κι από Χριστιανούς! Στα πλαίσια αυτά τα ιστορικά στοιχεία, που περιέχουν τα Ευαγγέλια, κατανοούνται ως αλληγορίες και σύμβολα, η δε αυθαιρεσία στην ερμηνεία της Αγ. Γραφής (το να ερμηνεύει καθένας όπως νομίζει, προσδίδοντας τις πιο παράδοξες και αντιφατικές αντιλήψεις) γνωρίζει την αποκορύφωσή της. Έτσι στα νεότερα χρόνια ο γερμανός φιλόσοφος Hegel (1770-1831) ισχυρίστηκε ότι, εκείνο που έχει σημασία δεν είναι το ιστορικό πρόσωπο του Χριστού, αλλά η συνδεδεμένη με αυτό ιδέα. Ιστορικά μπορεί να πιστεύει καθένας ό,τι θέλει, όμως, το μόνο που έχει σημασία είναι η ιδέα. Το ίδιο πίστευε και ο Schelling (1775-1854), ενώ μαθητές του Hegel και φιλόσοφοι, όπως οι Schopenhauer (1788-1860), Bruno Bauer (1809-1882) κ.α., αμφισβήτησαν σαφέστερα την ιστορικότητα του Ιησού η την ερμήνευσαν συμβολικά. Δυστυχώς, και γνωστοί προτεστάντες θεολόγοι περί τον R. Bultmann (1884-1976) προέβαλαν την ανάγκη «απομύθευσης» των Ευαγγελίων και της Κ. Διαθήκης γενικά, εισάγοντας μεταξύ άλλων τη διάκριση μεταξύ «ιστορικού Ιησού» και «Χριστού της πίστεως».

Τέλος, επειδή κάθε σταθμός της ζωής του Χριστού έχει και θεολογικό περιεχόμενο, αιρέσεις προτεσταντικών κατά κανόνα καταβολών, αμφισβήτησαν το νόημα των χριστιανικών εορτών. Για παράδειγμα, οι γνωστοί Μάρτυρες του Ιεχωβά ισχυρίζονται ότι «οι εορτές γενικώς και ειδικά αυτή της Γεννήσεως του Κυρίου, δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλά έχει (και έχουν οι εορτές), μια παγανιστική, μη χριστιανική προέλευση, και μάλιστα συχνά συνοδεύονται από ελευθεριάζουσες πράξεις και δραστηριότητες, όπως είναι η οινοποσία, η μέθη, η πορνεία και άλλα» (Τα πάντα δοκιμάζετε, σ. 241). Τονίζουν ότι εορτές δεν μνημονεύονται στην Αγ. Γραφή, παρά μόνο κάτω από αρνητικές περιστάσεις, όπου πάντοτε θανατώνεται κάποιος, όπως τα γενέθλια του Ηρώδη, όπου θανατώθηκε ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής. Τέλος, για την εορτή των Χριστουγέννων προβάλλεται το επιχείρημα ότι ο Χριστός δεν γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου, άρα δεν έχει νόημα να εορτάζουμε αυτή την ημερομηνία, που συνδέεται άλλωστε με την αρχαία λατρεία του ήλιου.

Επειδή στο θέμα της ιστορικότητας του Ιησού Χριστού με βάση τα δεδομένα της επιστήμης έχουμε ασχοληθεί σε προηγούμενα τεύχη του εντύπου μας (41, 59), στο τεύχος αυτό θα ασχοληθούμε με τη σημασία της ιστορικότητας του Κυρίου για τη χριστιανική πίστη, όπως προβάλλεται στην Καινή Διαθήκη, και ιδιαίτερα με κάποια ιστορικά και θεολογικά ζητήματα, που συνδέονται με το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού.

Εικόνα

Η Γέννηση ως ιστορικό γεγονός

Στην Καινή Διαθήκη απουσιάζει εντελώς η αντίληψη ότι ο Ιησούς Χριστός είναι μια ιδέα η ότι η Γέννησή Του είναι ενσάρκωση μιας ιδέας. Αντίθετα, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι είναι συγκεκριμένο ιστορικό πρόσωπο, που γεννήθηκε και έζησε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο και συνδέεται με άλλα ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Για να τονίσουν αυτό ακριβώς οι ιεροί Ευαγγελιστές παραθέτουν γενεαλογίες της καταγωγής του Ιησού, δηλ. αλυσίδες διαδοχικών γεννήσεων, από τις οποίες καταδεικνύεται η καταγωγή του, ως ανθρώπου, από το «γένος» Δαβίδ και Αβραάμ (Ματθ. 1,1-16, Λουκ. 3,24-38). Οι Ευαγγελιστές επισημαίνουν ότι η Γέννηση του Ιησού είχε προφητευθεί από μεγάλους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης πριν από πολλούς αιώνες και ήταν κάτι αναμενόμενο. Η πρώτη σχετική «προφητεία» δίδεται από τον ίδιο τον Θεό αμέσως μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων, σύμφωνα με την οποία «το σπέρμα της γυναικός» (Εκείνος που θα γεννηθεί από μια γυναίκα) θα συντρίψει την κεφαλή του «όφεως» – διαβόλου (Γεν. 3,15). Οι μεγάλοι Προφήτες είχαν δεί συγκεκριμένα γεγονότα, συνδεόμενα με τη Γέννηση: ότι ο Χριστός θα γεννηθεί από παρθένο (Ησ. 7,14), θα καλείται Εμμανουήλ, δηλ. Θεός (Ησ. 7,14), θα γεννηθεί στη Βηθλεέμ (Μιχ. 5,2), θα ονομασθεί Ναζωραίος (Ματθ. 2,23). Είχαν δεί επίσης την προσκύνηση των Μάγων (Ψαλμ. 71,10-11, Ησ. 60,6), την επιστροφή από την Αίγυπτο (Ωσ. 11,1), τον θρήνο για τη σφαγή των νηπίων (Ιερ. 38,15).

Τονίζοντας την ιστορική Γέννηση και καταγωγή του Ιησού, οι Ευαγγελιστές δεν αρνούνται την προύπαρξή Του ως Θεού, ούτε πιστεύουν ότι άρχισε να υπάρχει, όταν γεννήθηκε από την Παρθένο Μαρία. Αντίθετα, τονίζουν ότι προϋπήρχε ως Θεός (ως Υιος του Θεού), και, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», έγινε ανθρωπος για τη σωτηρία μας (Γαλ. 4,4), χωρίς, βέβαια, να πάψει να είναι και Θεός. Ό,τι άρχισε να υπάρχει με τη Γέννηση του Χριστού ήταν η ανθρώπινη φύση Του, την οποία «προσέλαβε» από την Παρθένο Μαρία, δεδομένου ότι ο Χριστός ένωσε στο πρόσωπό Του, κατά παράδοξο για μας τρόπο, δύο τέλειες φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη. Η Κ. Διαθήκη τονίζει ακριβώς ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι ιστορική, πραγματική, όμοια με τη δική μας, δηλ. ο Χριστός δεν ήλθε στον κόσμο «κατά δόκησιν», δηλ. δεν νομίσαμε ότι έγινε άνθρωπος, αλλά έγινε όντως άνθρωπος. Όταν ο Ευαγγελιστής Ιωάννης λέει ότι «ο Λόγος σαρξ εγένετο» (Ιω. 1,14) δεν εννοεί ότι σαρκώθηκε κάποιος αφηρημένος λόγος η ίδέα, κατά το παράδειγμα φιλοσοφικών και θρησκευτικών συστημάτων της εποχής του, αλλ’ ότι σαρκώθηκε ο ενυπόστατος Λόγος του Θεού, Αυτός που αποτελεί ιδιαίτερη υπόσταση, που έχει ξεχωριστή ύπαρξη. Αυτός ο Λόγος, που ταυτίζεται με τον «μονογενή υιόν, τον όντα εις τον κόλπον του πατρός» (Ιω. 1,18), προϋπήρχε κάθε δημιουργίας του Θεού αιωνίως («εν αρχή ην ο Λόγος», Ιω. 1,1) και είναι Θεός («και Θεός ην ο Λόγος», Ιω. 1,1), όπως ακριβώς και ο Πατήρ Του.

Εντάσσοντας τη Γέννηση στο τοπικό και χρονικό της πλαίσιο, οι ιεροί Ευαγγελιστές τονίζουν ότι ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας (Ματθ. 2,1), την εποχή που βασίλευε εκεί ο Ηρώδης (Ματθ. 2,1), όταν ηγεμόνας της Συρίας ήταν ο Κυρήνιος (Λουκ. 2,2) επί Ρωμαίου αυτοκράτορος «Καίσαρος Αυγούστου» (Λουκ. 2,1) και μάλιστα με αφορμή γενική απογραφή, που ο ίδιος είχε διατάξει, για ολόκληρη την αυτοκρατορία («απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην, Λουκ. 2,1), απογραφή, που ήταν η πρώτη της ηγεμονίας του Κυρηνίου στη Συρία (Λουκ. 2,2). Τα παραπάνω πρόσωπα και γεγονότα είναι ιστορικά. Ο Οκταβιανός Αύγουστος ήταν αυτοκράτορας μεταξύ των ετών 31 π.Χ και 14 μ.Χ. Ο Ηρώδης «ο Μέγας» ήταν βασιλιάς στην Ιουδαία (υποτελής στη Ρώμη) στο διάστημα 37 π.Χ – 4 π.Χ. Ο βίαιος χαρακτήρας του επιβεβαιώνεται από εξωβιβλικές πηγές. Είχε διαδοχικά δέκα συζύγους και απέκτησε πολλά παιδιά, αρκετά από τα οποία φονεύθηκαν με εντολή του. Κάποτε εκτέλεσε 45 από τα 70 μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου των Ιουδαίων, δηλ. όλη σχεδόν την πνευματική, οικονομική και πολιτική αριστοκρατία των Εβραίων (Σ. Αγουρίδη, Ιστορία των χρόνων της Κ. Διαθήκης, Θεσ/νίκη 1983, σ. 266). Όποιος γνωρίζει «πόσα μέλη της οικογένειάς του, και ιδίως πόσα παιδιά του εξόντωσε ο Ηρώδης, δεν εκπλήσεται για την ευαγγελική αφήγηση περί της σφαγής νών νηπίων στη Βηθλεέμ» (αυτόθι, σ. 268). Η ηγεμονία του Κυρηνίου επιβεβαιώνεται από τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, XVIII, 1-2), ενώ για την τακτική των συχνών απογραφών στην αυτοκρατορία μαρτυρούν πολλές εξωβιβλικές πηγές.

Με βάση αυτά και άλλα δεδομένα, μπορεί να υπολογισθεί με σχετική ακρίβεια το έτος της Γεννήσεως του Ιησού Χριστού. Η πιο γνωστή απόπειρα στο παρελθόν, στην οποία βασίζεται το ισχύον χρονολογικό σύστημα, έγινε από τον μοναχό Διονύσιο τον Μικρό στη Ρώμη το 562 μ.Χ. Μέχρι τότε ίσχυαν άλλα χρονολογικά συστήματα. Με την επικράτηση, όμως, του Χριστιανισμού και με βάση την πεποίθηση ότι το πρόσωπο του Ιησού τέμνει την ιστορία του κόσμου σε προ Χριστού και μετά Χριστόν εποχή, έπρεπε να ισχύσει ένα χρονολογικό σύστημα με αφετηρία ακριβώς το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού. Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι υπολογισμοί του Διονυσίου με τα δεδομένα της τότε εποχής είναι εσφαλμένοι και ότι, σύμφωνα με σύγχρονους και ακριβέστερους υπολογισμούς, ο ακριβής χρόνος της Γεννήσεως του Χριστού τοποθετείται λίγο πριν το έτος 4 π.Χ.

Εικόνα

Ο αστέρας της Γεννήσεως και η προσκύνηση των Μάγων

Το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού, όπως περιγράφεται στα ιερά Ευαγγέλια, συνοδεύθηκε από υπερφυσικά σημεία, όπως η δοξολογία των Αγγέλων, ο αγγελικός ύμνος («Δόξα εν υψίστοις Θεώ»), η εμφάνιση του Αγγέλου στους Ποιμένες, η «δόξα Κυρίου» που περιέλαμψε τους Ποιμένες της Βηθλεέμ, ο αστέρας που οδήγησε τους Μάγους στο Βρέφος, η προσκύνηση των Μάγων. Θα ήταν παράδοξο να αναμένουμε από την επιστημονική έρευνα να επιβεβαιώσει τέτοια γεγονότα, τα οποία ούτως η άλλως υπερβαίνουν τα όρια του φυσικού. Όμως, από χώρους εχθρικούς στον Χριστιανισμό και περιβελημένους επιστημονικό μανδύα, επιχειρήθηκε να εξηγηθούν κάποια από τα γεγονότα αυτά ως φυσικά, με σκοπό να απογυμνωθεί το γεγονός της Γεννήσεως του Κυρίου από κάθε υπερφυσικό περιεχόμενο.

Έτσι κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι το άστρο, που οδήγησε τους Μάγους, ήταν ένα φυσικό φαινόμενο της εποχής, δηλαδή «σύνοδος πλανητών», είτε Δία και Κρόνου, είτε Δία και Αφροδίτης, που απλώς συνέπεσε τη χρονική εκείνη στιγμή και ήταν ορατή ως αρκετά φωτεινότερο από τα υπόλοιπα άστρο. Τέτοιες ερμηνείες, εκτός του ότι δεν είναι γενικά αποδεκτές επιστημονικώς, δεν ερμηνεύουν το φαινόμενο, που περιγράφει η Βίβλος, και προκαλούν εύλογα ερωτήματα όπως: Πως η «σύνοδος» αυτή οδηγούσε ανθρώπους σε τόσο μεγάλες αποστάσεις; Πώς εξαφανίσθηκε και επανεφανίσθηκε, όταν οι Μάγοι έφθασαν στον Ηρώδη; Πόσο χρόνο διήρκεσε αυτή η «σύνοδος»; Από το βιβλικό κείμενο εξάγεται ότι δύο ολόκληρα χρόνια ταξίδευαν οι Μάγοι για να φθάσουν στο Βρέφος, οδηγούμενοι από τον αστέρα. Έτσι υπολόγισε («ηκρίβωσε») τον χρόνο ο Ηρώδης (Ματθ. 2,7) και διέταξε τη σφαγή των Νηπίων της Βηθλεέμ «από διετούς και κατωτέρω» (2,16). Είναι χαρακτηριστικό ότι η προσκύνηση των Μάγων, κατά το ιερό κείμενο, δεν έγινε στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ, αλλά «εις την οικίαν», όπου διέμενε «το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού» (2, 11). Ισως η ερμηνεία του αγίου Θεοφυλάκτου ότι ο αστέρας ήταν «αγγελική δύναμις» (Άγγελος), που οδηγούσε του Μάγους, είναι πολύ πιο λογική από «επιστημονικές» θεωρίες, όπως οι παραπάνω.

Η καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων

Είναι αληθές ότι η Βιβλική Παράδοση δεν διέσωσε την ακριβή ημερομηνία της Γεννήσεως του Χριστού. Τα ιερά κείμενα δεν παρέχουν καμμιά ασφαλή πληροφορία για την εποχή της Γεννήσεως. Η εινόνα των Χριστουγέννων που έχουμε στον νού μας, με τα χιόνια και το ψύχος, είναι μεταγενέστερης δυτικής προέλευσης και δεν στηρίζεται στα κείμενα. Το Σπήλαιο ήταν μάλλον πρόχειρο κατάλυμα της Θεοτόκου και του Ιωσήφ και όχι χώρος προστασίας από το κρύο. Κατά τον ίδιο τρόπο, η Φάτνη χρησιμοποιήθηκε ως τόπος εναποθέσεως του Βρέφους («κούνια») και όχι ως θερμαντικό μέσο. Πουθενά δεν αναφέρεται χιονόπτωση, βροχή, κακοκαιρία, ψύχος, φαινόμενα άλλωστε πολύ σπάνια για την περιοχή. Η αναφορά σε «ποιμένας … αγραυλούντας και φυλάσσοντας φυλακάς της νυκτός» (Λουκ. 2,8) μάλλον παραπέμπει σε άλλη εποχή. Προσπάθειες χρονολογήσεως με βάση τη σύλληψη του Προδρόμου και την εφημερία του Ζαχαρία στον Ναό δεν έχουν οδηγήσει ασφαλή συμπεράσματα. Ουσιαστικά, η ακριβής ημερομηνία της Γεννήσεως παραμένει άγνωστη.

Αυτό, όμως, δεν εμπόδισε την Εκκλησία να καθιερώσει μια μέρα τιμής για το μεγάλο αυτό γεγονός, αφού σημασία έχει η τιμή του γεγονότος κι όχι η ακριβής ημερομηνία του. Οι πρώτες αναφορές στον εορτασμό της Γεννήσεως υπάρχουν σε κείμενα του πάπα Τελεσφόρου (125-136), σύμφωνα με κάποιους ερευνητές (Ν. Ιωαννίδη «Η εορτή Χριστουγέννων – Θεοφανείων», στο Το Χριστιανικόν Εορτολόγιον, Αθήναι 2007, σ. 132). Σαφέστερες πληροφορίες παρέχουν κείμενα του 3ου μ.Χ. αι., χωρίς αυτό να σημαίνει ότι νωρίτερα η Εκκλησία δεν τιμούσε το γεγονός, περ’ ότι οι συνθήκες της εποχής καθιστούσαν προβληματικό κάθε εορτασμό, λόγω π.χ. των διωγμών του Χριστιανισμού. Είναι ιστορικά βέβαιο, ότι στην Ανατολή τον 3ο μ.Χ. αι. η Γέννηση εορταζόταν μαζί με τη Βάπτιση του Χριστού στις 6 Ιανουαρίου, με το κοινό όνομα «Θεοφάνεια», ως εορτές φανερώσεως του Θεού στον κόσμο. Άλλωστε, η προσωνυμία «Θεοφάνεια» προσιδιάζει περισσότερο στη Γέννηση παρά στη Βάπτιση, γιατί τότε «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμ. 3,16). Στη Δύση η Γέννηση εορταζόταν στις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα που οι εθνικοί λάτρευαν τον φυσικό ήλιο. Ο λόγος του εορτασμού της Γεννήσεως τη μέρα αυτή είναι προφανής: οι Χριστιανοί ήθελαν να διακηρύξουν σε κάθε κατεύθυνση ότι ο κτιστός ήλιος δεν έχει καμμία θεία ιδιότητα και είναι απλώς δημιούργημα του αληθινού Ηλίου της Δικαιοσύνης. Σαφείς αναφορές στην ιδιότητα του Χριστού ως Ηλίου της Δικαιοσύνης υπάρχουν μέχρι σήμερα στην υμνολογία των Χριστουγέννων. Σιγά – σιγά επικράτησε και στην Ανατολή ο εορτασμός της Γεννήσεως στις 25 Δεκεμβρίου. Αυτό έγινε τον 4ο μ.χ. αι., με τη συμβολή των Πατέρων της Εκκλησίας Βασιλείου του Μεγάλου και Γρηγορίου του Θεολόγου.

Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο εορτασμός των μεγάλων εορτών, με αφορμή σταθμούς της ζωής του Χριστού, είναι απόλυτα σύμφωνος με το γράμμα και το πνεύμα της Αγ. Γραφής. Στην Παλαιά Διαθήκη εορτάζονται γεγονότα θαυμαστής σωτηρίας του Λαού του Θεού. Ο ίδιος ο Κύριος προέτρεψε τους Μαθητές να επιτελούν την «ανάμνησιν» του Πάθους Του (Λουκ. 22,19-20). Κατά το παράδειγμα της «αναμνήσεως» του Πάθους και της Αναστάσεως του Χριστού, καθιερώθηκαν οι μεγάλες Δεσποτικές εορτές. Για τη Γέννηση είναι σαφής η μαρτυρία της Κ. Διαθήκης ότι και οι Άγγελοι ανύμνησαν το γεγονός, δοξολογούντες τον Θεό και ψάλλοντες «δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη» (Λουκ. 2,13-14). Αυτό επέδρασε προφανώς καταλυτικά στην πρώϊμη καθιέρωση του εορτασμού της Γεννήσεως του Χριστού από την αρχαία Εκκλησία.

Εικόνα

Το θεολογικό νόημα της Γεννήσεως

Η Γέννηση του Χριστού εκτός από ιστορικό γεγονός είναι «το μέγα της ευσεβείας μυστήριον» (Α’ Τιμ. 3,16), το μεγάλο μυστήριο, που πρέπει να σεβόμεθα. Ποιο ακριβώς είναι το μυστήριο αυτό; Είναι το γεγονός ότι «Θεός εφανερώθη εν σαρκί» (Α’ Τιμ. 3,16), το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Μυστήριο «χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένον, φανερωθέν δε νυν» (Ρωμ. 16,25). Είναι ουσιαστικά το μυστήριο της σωτηρίας μας, το οποίο διακονεί και ενεργεί ο ίδιος ο Υίός του Θεού, ο Οποίος έγινε άνθρωπος ακριβώς για να σώσει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος από τη «δουλεία του εχθρού». Με την έλευσή Του στον κόσμο ο Υιος του Θεού ενώνεται μαζί μας και μας σώζει: αφ’ ενός μεν η ανθρώπινη φύση ενώνεται με τη θεία στο πρόσωπο του Χριστού, αφ’ ετέρου δε καθένας από μας ενώνεται με τον Χριστό κοινωνώντας το Σώμα και το Αίμα Του. Κατά τη σαφή διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας «ό,τι ενώνεται με τον Χριστό, εκείνο και σώζεται» και «εκτός του Χριστού δεν υπάρχει σωτηρία.

Είναι, λοιπόν, δυνατό να μην χαιρόμεθα και να μην πανηγυρίζουμε για την έλευση του Χριστού στον κόσμο; Είναι δυνατό να αδιαφορούμε μπροστά στο μεγάλο γεγονός, στο οποίο βασίζεται η σωτηρία μας; Μόνο όσοι δεν έχουν την παραμικρή αίσθηση η αντίληψη του μυστηρίου της σωτηρίας, του «χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένου», μπορεί να υιοθετούν μια τέτοια στάση. Αν οι Άγγελοι του ουρανού πανηγυρίζουν και ψάλλουν ύμνους για τη δική μας σωτηρία, για την «ειρήνην» και «ευδοκίαν» που ήλθε στον κόσμο («και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία», Λουκ. 2,14), τι πρέπει να κάνουμε εμείς; Να γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία πανηγυρίζει τη Γέννηση του Χριστού, ως γεγονός παραπλήσιο με αυτό της Αναστάσεως. Να γιατί η υμνολογία της αποτελεί έκρηξη χαράς για τη σωτηρία, που ήλθε στον κόσμο. Να γιατί ψάλλει μαζί με τους Αγγέλους: «Χριστός γεννάται, δοξάσατε· Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε· Χριστός επί γης, υψώθητε».

Πηγή: Έντυπο «Ορθοδοξία και αίρεσις» της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, τεύχ. 71, Νοέμβριος – Δεκέμβριος 2010.

Πηγή: ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 5436
Εγγραφή: Παρ Αύγ 04, 2017 1:57 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιστορικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την ύπαρξη του Χριστού.

Δημοσίευσηαπό Αναστάσιος » Τρί Φεβ 26, 2019 7:56 pm

Εξωχριστιανικές μαρτυρίες τού 1ου και τού 2ου αιώνα για τον Χριστό

Εικόνα

https://www.impantokratoros.gr/%CE%A0%CE%B7%CE%B3%CE%AE:%20http:/www.oodegr.com/%20oode/grafi/kd/exwxr.pig1.htm

Κάποιοι που νομίζουν ότι έχουν συμφέρον να βγάλουν τον Χριστό ανύπαρκτο, αναπαράγουν διάφορες αντιστόρητες δηλώσεις, ότι δήθεν ο Χριστός δεν μαρτυρείται από εξωχριστιανικές πηγές. Στη συνέχεια, θα παρουσιάσουμε στοιχεία, για τέτοιες εξωχριστιανικές πηγές, που διασώθηκαν.

Η σπανιότητα των μαρτυριών

Εξωχριστιανικές πηγές δύο αιώνων

1. Φλάβιος Ιώσηπος

2. Πόντιος Πιλάτος

3. Θαλλός

4. Μαρα Βαρ Σεραπίων

5. Τάκιτος

6. Σουετώνιος

7. Πλίνιος ο Νεώτερος

Συγγραφείς τού 2ου αιώνα

8. Νουμήνιος

9. Φλέγων

10. Γαληνός

11. Λουκιανός

12. Κέλσος

13. Μαρτυρίες αιρετικών

14. Ραβινική φιλολογία


Η σπανιότητα των μαρτυριών

Πριν αναφερθούν τις εξωχριστιανικές μαρτυρίες για την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού αξίζει να γίνει ένα σχόλιο για το πλήθος των μαρτυριών αυτών.

Είναι λοιπόν αυτές λίγες. Παρά το γεγονός ότι τα κεντρικά γεγονότα του βίου του Χριστού και των αρχών της Εκκλησίας Του, όπως αυτά μαρτυρούνται στις εξωχριστιανικές πηγές, είναι αρκετά ευκρινή, οι μαρτυρίες αυτές, είναι λίγες. Αν όμως μελετήσει κάποιος τα πράγματα προσεκτικότερα θα δει πως τελικά το περίεργο δεν είναι η σπανιότητα των αναφορών στον Ιησού αλλά το ότι οι σύγχρονοί του, μη χριστιανοί συγγραφείς, έκριναν το έργο του Χριστού άξιο κάποιας μνείας, έστω και περιορισμένης.

Η Εξήγηση είναι, ότι στην εποχή κατά την οποία εμφανίστηκε ο Χριστιανισμός, οι θρησκευτικές εν γένει υποθέσεις, ελάχιστα προκαλούσαν το ενδιαφέρον των φιλοσόφων και της λόγιας τάξης γενικά. Οι διανοούμενοι τότε, θεωρούσαν σύμφωνα με τον Γίββωνα, (αλλά και τα λόγια του ιδίου του Χριστού), όλες τις θρησκείες εξ ίσου ψευδείς. Και μπορεί εξωτερικά να συμμορφωνόντουσαν με τις αξιώσεις τους, εσωτερικά όμως δεν είχαν απλώς κλονιστεί αλλά απιστούσαν εντελώς σε αυτές. Κυρίως η προσοχή των συγγραφέων τότε στρεφόταν σε γεγονότα πολιτικά, ενώ τα φαινόμενα της ιστορίας του πολιτισμού βρίσκονταν σε δεύτερη θέση.

Αν όμως κάθε θρησκεία άφηνε τους συγγραφείς εκείνους αδιάφορους, η θρησκεία των Ιουδαίων προκαλούσε την αποστροφή και την περιφρόνησή τους, περισσότερο από κάθε τι άλλο. Και αυτό γιατί την εποχή εκείνη για τους περισσότερους ο μεν Θεός των Ιουδαίων ήταν ον παράδοξο ακατανόητο και εντελώς ξένο, οι δε Ιουδαίοι ήταν λαός μισητός και άξιος περιφρόνησης και έχθρας μεταξύ των εθνικών. Κατά φυσική συνέπεια λοιπόν και ο Χριστιανισμός που γεννήθηκε στους κόλπους του Ιουδαϊσμού δεν μπορούσε να προκαλέσει το ενδιαφέρων των εθνικών συγγραφέων. Άλλωστε αρχικά θεωρήθηκε ως μία απλώς αίρεση ανάμεσα σε όλες τις άλλες αιρέσεις του Ιουδαϊσμού που σε μεγάλο αριθμό είχαν αναπτυχθεί τότε, και οι οποίες λόγω των μεταξύ τους ερίδων, των αποκρουστικών συνηθειών τους και των τελετών τους ήταν αδύνατο να προκαλέσουν σοβαρό ενδιαφέρον κανενός ειδωλολάτρη παρατηρητή.

Επιπλέον για τους εθνικούς συγγραφείς τα πρώτα έτη του Χριστιανισμού, τότε που δεν είχε φανεί ακόμη ως θρησκευτική κίνηση που έμελλε να σείσει εκ θεμελίων τον κόσμο, ο Ιησούς ήταν απλώς ένας νεαρός Ιουδαίος που εκτελέστηκε από τους συμπατριώτες του όπως τόσοι άλλοι ευγενείς και ευπατρίδες, που κατά χιλιάδες σφάχτηκαν από τον Ηρώδη και τους Ρωμαίους διαδόχους του. Για παράδειγμα, ο Ρωμαίος ηγεμόνας της Παλαιστίνης Πόρκιος Φήστος καθώς εισηγείται στον Βασιλέα Αγρίππα την κατηγορία ενάντια στον Παύλο, μιλάει για τον Χριστιανισμό σαν να πρόκειται για δεισιδαιμονία που αφορά τους Ιουδαίους, για τον ιδρυτή δε του Χριστιανισμού μιλά σαν: "περί τινός Ιησού τεθνηκότος, όν έφασκεν ο Παύλος ζήν"). (Γρηγ. Παπαμιχαήλ, Ο Ιησούς ως ιστορικόν πρόσωπον, εκδ. β' Αθήναι 1923, σελ. 104. Πρβλ. και Πράξεις 24/κδ' 19). Οι συγγραφείς αυτοί δεν αναφέρουν απολύτως τίποτε για τον Θευδά, τον Ιούδα τον Γαυλωνίτη και τον Ματθία Μαργαλώθ, οι οποίοι ήταν σύγχρονοι του Ιησού, διεκδίκησαν το ρόλο του Μεσσία, στράφηκαν εναντίων της Ρωμαϊκής εξουσίας και συντρίφτηκαν από αυτήν. Η σιγή αυτή των εθνικών συγγραφέων σχετικά με τους ψευδομεσσίες εκείνους δεν μας εκπλήττει ούτε προξενεί την απορία μας. Αλλά τότε γιατί απορούμε αν οι ίδιοι συγγραφείς δεν έδειξαν (ιδιαίτερο) ενδιαφέρον ούτε για τον Ιησού; Μήπως και ο Ιησούς στην αρχή δεν θα εκλαμβανόταν από τους μακριά από τον Ιουδαϊσμό εβρισκόμενους εθνικούς συγγραφείς, ως στασιαστής ή ως κάποιος θερμοκέφαλος και παραδοξολόγος, ο οποίος αφού περιέπεσε σε οξεία διάσταση με τους ομοεθνείς του, σταυρώθηκε από αυτούς και κατασυντρίφτηκε κάτω από την Ρωμαϊκή εξουσία;

Βέβαια εμείς σήμερα, κρίνοντες εκ των υστέρων σε εποχή κατά την οποία σημειώθηκαν ήδη στον βίο της ανθρωπότητας οι κολοσσιαίες αλλαγές που επέφερε ο Χριστιανισμός, βρισκόμαστε κάτω από την ισχυρή εντύπωση που προκαλεί στο πνεύμα μας η μεγάλη αυτή μεταβολή. Και περίπου φανταζόμαστε ότι η τεράστια αυτή δύναμη του Χριστιανισμού φάνηκε από την αρχή, όπως την βλέπουμε εμείς σήμερα. Ξεχνάμε ότι το μεγαλοπρεπές αυτό όρος που κατέλαβε όλη την οικουμένη, ρίφθηκε αρχικά στην γη σαν μικρό πετραδάκι, μικρό εξωτερικά αλλά περικλείον θαυμάσια αλλά αφανή δύναμη. Δεν εμφανίστηκε ο Χριστιανισμός ως ώθηση κάποιας βίαιης δύναμης, ή ως σφοδρό πλήγμα κάποιας κεραυνοβόλου ανατροπής, ώστε να γίνει σε όλους αισθητή η εμφάνισή του. Μάλλον η εικόνα της, με αθόρυβο τρόπο αλλά σταθερά συντελούμενης ζύμωσης, που ξένη προς τις θορυβώδεις εκρήξεις σιωπηλά αφομοιώνει όλο το ζυμάρι με την μαγιά που τοποθετήθηκε μέσα σε αυτό, μάλλον λοιπόν αυτή η εικόνα είναι αυτή που ακριβέστερα σκιαγραφεί τον τρόπο με τον οποίον εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε ο Χριστιανισμός. Ποιος λοιπόν θα υποπτευόταν από την αρχή, την μελλοντική επέκταση της νέας πίστης και ποιος θα μπορούσε να υπολογίσει τις τεράστιες συνέπειες τις οποίες θα σημείωνε στην ιστορία του κόσμου η εμφάνισή της; Προφανώς αυτός είναι ένας λόγος που ο Φίλων δεν αναφέρει κάτι. Ο Φίλων, ο οποίος γεννήθηκε το 15 - 21 προ Χριστού και πέθανε το 40 μ. Χ. είναι επόμενο να μη μνημονεύσει πουθενά περί του Ιησού, όχι μόνο γιατί δεν ήταν ιστορικός συγγραφέας αλλά και γιατί δεν πρόφθασε να γνωρίσει καλά την περί τον Ιησού κίνηση, αφού άλλωστε πέθανε σε χρόνους κατά τους οποίος το μίσος των ομοφύλων του κατά του Ιησού ήταν ακόμη άσβεστο και κατά τους οποίος ζούσαν και αυτοί ακόμη οι άρχοντες του έθνους του, που θανάτωσαν τον Ιησού.

Σε αυτά θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι τα τότε μέσα της επικοινωνίας και συγκοινωνίας δεν ήταν τα μέσα της εποχής της πληροφορικής, ούτε καν της εποχής του ατμού. Η μετάδοση κάποιας είδησης από την μία επαρχία στην άλλη απαιτούσε την πάροδο μηνών πόσο μάλλον η ιστορική εξακρίβωσή της από κάποιον μακρινό παρατηρητή.

Και αυτά σε ότι αφορούν σε εκείνους τους εθνικούς συγγραφείς οι οποίοι βρισκόμενοι κάτω από την άμεση επίδραση του ειδωλολατρικού πνεύματος και οι οποίοι αφού δεν κατόρθωσαν να χειραφετηθούν από αυτό περιφρόνησαν τελικά την μωρία του ευαγγελικού κηρύγματος. Αλλά αναμφισβήτητα υπήρξαν και πολλοί από τους διανοουμένους της εποχής εκείνης οι οποίοι εξέτασαν τον Χριστιανισμό και τις περί του ιδρυτή του διηγήσεις με την απαιτούμενη προσοχή. Οι συγγραφείς αυτοί είτε από τον Ιουδαϊσμό είτε από τον εθνισμό προερχόμενοι, αιχμαλωτίστηκαν από το υπερφυές κάλος του Ιησού Χριστού και έγιναν Χριστιανοί. Τέτοιοι υπήρξαν ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς, ο Κορδάτος, ο Αριστείδης, ο Μιλτιάδης, ο Μελίτων, ο Αθηναγόρας και άλλοι, των οποίων οι περί Χριστού μαρτυρίες μπορούν να συναριθμηθούν μαζί με τις μαρτυρίες που προέρχονται από τον εθνικό κόσμο.

Και οι μαρτυρίες αυτές είναι ακόμη περισσότερο αξιολογότερες αφού περιέχονται και σε Απολογίες, τις οποίες απεύθυναν αυτοί προς τους αυτοκράτορες και οι οποίες πήραν κατά κάποιο τρόπο την μορφή προκλήσεως προς τον εθνικό κόσμο. Όπως ορθά παρατηρεί ο de la Boullaye (Jesus et l' histoire, Conference II Paris 1929, σελ 7), ποιο θα πρέπει να ήταν το θάρρος των συγγραφέων αυτών, οι οποίοι σαρκάζοντας χωρίς έλεος τους ασταθείς μύθους του εθνισμού, πρόβαλλαν τα χριστιανικά γεγονότα, ως γεγονότα που έλαβαν χώρα όχι στην αφάνεια αλλά δημοσίως, χωρίς να φοβούνται για τον έλεγχό τους κάτω από το πλήρες φως. Αυτές τις απολογίες τις εξαίρει πολύ ορθά ο de la Boullaye και για τον λόγο ότι εφόσον οι μαρτυρίες αυτές προέρχονται από διάφορα σημεία της σε όλη την οικουμένη εξαπλωθείσα εκκλησία, δηλ. από την Συρία, την Ελλάδα, την Αλεξάνδρεια, την Ρώμη, δεν αποτελούν μόνο την ατομική μαρτυρία των συγγραφέων αλλά εκπροσωπούν και την συλλογική μαρτυρία των εκκλησιών. Γιατί, εφόσον οι εκκλησίες αυτές τις αποδέχτηκαν και τις επιδοκίμασαν, είναι η πιστή απήχηση των δικών τους πεποιθήσεων.

Μετά τις χρήσιμες αυτές εξηγήσεις για να γίνει κατανοητή η σιγή των μη χριστιανών συγγραφέων, ερχόμαστε να εξετάσουμε κάθε μία από τις περισωθείσες σε εμάς μαρτυρίες των συγγραφέων αυτών.

Εξωχριστιανικές πηγές των 2 πρώτων αιώνων που μαρτυρούν την ύπαρξη του Ιησού Χριστού:

1. Φλάβιος Ιώσηπος
2. Πόντιος Πιλάτος
3. Θαλλός
4. Μαρα Βαρ Σεραπίων
5. Τάκιτος
6. Σουετώνιος
7. Πλίνιος ο Νεώτερος
8. Νουμήνιος
9. Φλέγων
10. Γαληνός
11. Λουκιανός
12. Κέλσος
13. Μαρτυρίες αιρετικών
14. Ταλμούδ

1. Ιώσηπος

Πρώτη μνημονεύουμε την μαρτυρία του Ιώσηπου η οποία αποτελεί και την αρχαιότερη περί του Ιησού μαρτυρία των μη Χριστιανών συγγραφέων Ο Ιώσηπος γεννήθηκε το 37 μ. Χ. και πέθανε μεταξύ του 94 και 100. Η πρώτη και μεγαλύτερη αναφορά, το λεγόμενο Testimonium Flavianum (δηλ. Μαρτυρία του Φλαβίου, TF για συντομία), είναι σημείο αμφιλεγόμενο από όσους επιθυμούν να συσκοτίσουν τη σημασία της. Στη συνέχεια θα δείξουμε γιατί τη θεωρούμε αξιόπιστη.

Την μαρτυρία αυτή αποτελεί ένα χωρίο του Ιώσηπου, στο οποίο εκφράζεται πλήρως η περί του Ιησού πίστη της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Νομίζει κανείς ότι αυτός που μας παρέχει την μαρτυρία αυτή δεν είναι κάποιος Ιουδαίος από τους μη πιστεύσαντες, αλλά μάλλον κάποιος Χριστιανός που αναγνωρίζει τον Εσταυρωμένο ως Χριστό και Σωτήρα. Ακριβώς γι' αυτό και κατά τους τελευταίους αιώνες παρουσιάστηκαν αμφισβητήσεις και αμφιβολίες περί της γνησιότητας του χωρίου αυτού. Μολονότι το χωρίο εμπεριέχεται σε όλα τα χειρόγραφα της Ιουδαϊκής αρχαιολογίας του Ιώσηπου, που μας έχουν περισωθεί, εν τούτοις υπήρξαν πολλοί, οι οποίοι ισχυρίστηκαν ότι αυτό αποτελεί παρεμβολή, που παρεισήχθηκε από χριστιανικό χέρι.

Αλλά το ότι μεν το χωρίο προστέθηκε ολόκληρο στο κείμενο του Ιώσηπου από ξένο χέρι αποτελεί υπόθεση αστήρικτη. Γιατί δεν εξηγείται, πως κατορθώθηκε να νοθευτούνε όλα τα χειρόγραφα και δεν περισώθηκε έστω και ένα, που να μαρτυρεί για την νοθεία που συντελέστηκε (Πρβλ. L. de Grandmaison Jesus-Christ, άρθρο στο A. d' Ales, Dictionnaire Apologetique εκδ. δ' 1924, τομ. ΙΙ στ.1296 υπσημείωση). Έπειτα ο Ιώσηπος μνημονεύει σε άλλα σημεία της Αρχαιολογίας του (XVIII 5, 2, XX 9, 1) τον θάνατο του Ιωάννη του βαπτιστού και την καταδίκη του Ιακώβου, του αδελφού "Ιησού του λεγομένου Χριστού". Την αυθεντικότητα των χωρίων αυτών μόνο αυθαιρεσία υπερβαίνουσα κάθε μέτρο και όριο θα μπορούσε να αμφισβητήσει. Δεν εξηγείται λοιπόν, πως αυτός που μιλάει για τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, και που μνημονεύει και τον Ιησού τον λεγόμενο Χριστό, θα σιωπούσε ολότελα και δεν θα έκανε ειδικό λόγο για τον Ιησού.

Αφετέρου όμως προβάλλεται κατά της αυθεντικότητας της μαρτυρίας αυτής πρώτον μεν, ότι η φράση που υπάρχει σε αυτή "ο Χριστός ούτος ην" υποδηλώνει ότι ο Ιώσηπος πίστευε στην μεσσιανική ιδιότητα του Ιησού, γεγονός όμως που αντιλέγεται από τον Ωριγένη («Κατά Κέλσου» Ι, 47 και εις τον Ματθαίον Χ, 17), ο οποίος βεβαιώνει ρητά ότι ο Ιώσηπος δεν πίστευε, έπειτα δε, ότι κανείς από τους Χριστιανούς συγγραφείς δεν μνημονεύει την μαρτυρία αυτή, ούτε ο Ιουστίνος, ούτε ο Τερτυλλιανός, ούτε ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ούτε ο Ωριγένης, ενώ η σημασία της ως απολογητικό τεκμήριο θα ήταν ανυπολόγιστη. Ο πρώτος που την μνημονεύει είναι ο Ευσέβιος (Εκκλ. Ιστορ. Ι, 11).

Όσον δε αφορά στην παρατήρηση ότι η μαρτυρία αυτή αναφέρεται σε όλα τα περισωθέντα σε μας χειρόγραφα του Ιώσηπου, θα μπορούσε να αντιταχθεί ότι κανένα από αυτά δεν ανάγεται σε χρόνους τόσο παλαιούς και ότι το συγκεκριμένο χωρίο δεν βρίσκεται στην ίδια θέση σε όλα τα χειρόγραφα. Από την άλλη, η πολιτική στάση την οποία έλαβε ο Ιώσηπος ο οποίος προσδέθηκε στο άρμα της Ρώμης και ο οποίος για τον λόγο αυτό αποφεύγει επιμελώς κάθε υπαινιγμό αναφερόμενο στις μεσσιανικές ελπίδες του Ισραήλ οι οποίες δημιουργούσαν εθνικά ιδεώδη αντιτιθέμενα στην κοσμοκρατορία της Ρώμης, εξηγεί πλήρως την επί του προσώπου του Χριστού σιγή του Ιώσηπου. (Περί της σιγής αυτής δες Pierre Batiffol, Les silence de Josephe στο Orpheus et l' Evangile, Paris 1910, σελ. 4-24. Τους υπέρ και κατά της γνησιότητας του χωρίου λόγους δες στο Γρηγ. Παπαμιχαήλ, «Ο Ιησούς ως ιστορικόν πρόσωπον», εκδ. β' Αθήναι 1923, σελ. 137-143. Τέλος την ποικίλη βιβλιογραφία, η οποία αποτελείται από την περί αυτού του χωρίου έρευνα και αμφισβήτηση καθώς και τους σχετικούς συγγραφείς, δες στο Hittinger, Apologetique σελ. 410-411). Την μεσάζουσα εν τούτοις γνώμη, σύμφωνα με την οποία στο χωρίο αυτό παρεισήχθησαν αργότερα από χριστιανικό χέρι κάποιες μικρές φράσεις, για λόγους εσωτερικούς δεν μπορούμε να την θεωρήσουμε απίθανη (G. M. Muller, Christusin Flavius Josephus β' εκδ. 1895, σελ. 31-43).

Την γνησιότητα του χωρίου του Ιώσηπου υποστήριξε ο F. C. Burkitt σε μελέτη με τίτλο Josephus and Christ η οποία δημοσιεύτηκε στα Actes du IVe Congres international d' Histoire des religions tenu a Leide du 9 au 13 Septembre 1912, Leide 1913. Την γνώμη του Burkitt υιοθέτησε και υποστήριξε ευφυώς ο A. Harnack (Der judische Geschichtsschreiber Josephus und Jesus Christus στην Internationale Monatschrift VII, 1913 σελ. 1037 και εξής), καθώς και ο W. Emery Barnes στην Contemporary Review του Ιανουαρίου του 1914. Μεταξύ των απεκδεχομένων την γνησιότητα ολοκλήρου του χωρίου συγκαταλέγονται ο Hettinger και ο Godet (Conferences Apologetiques III Les miracles σελ. 5). Ακόμη και ο Ρενάν δεν αμφισβήτησε την αυθεντικότητα του χωρίου (Vie de Jesus σελ. X στην Εισαγωγή).

Στη συνέχεια, παραθέτουμε το χωρίο του Ιώσηπου, εγκλείοντας εντός αγκυλών τις φράσεις εκείνες που πιθανώς παρεισήχθησαν μεταγενεστέρως. Τα έντονα γράμματα δεν αμφισβητούνται από κανέναν σοβαρό ερευνητή:

"Γίγνεται δε κατά τούτον τον χρόνον Ιησούς, σοφός ανήρ [ει γε άνδρα αυτόν λέγειν χρη. Ήν γαρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων των ηδονή ταληθή δεχομένων]. Και πολλούς μεν Ιουδαίους, πολλούς δε και από τού Ελληνικού επηγάγετο. [Ο Χριστός ούτος ην.] Και αυτόν, ενδείξει των πρώτων ανδρών παρ' ημίν σταυρώ επιτετμηκότος Πιλάτου, ουκ επαύσατο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες. [εφάνη γαρ αυτοίς τρίτην έχων ημέραν πάλιν ζων, των θείων προφητών ταυτά τε και άλλα μύρια θαυμάσια περί αυτού ειρηκότων.] εισέτι τε νυν τών Χριστιανών από τούδε ωνομασμένων ουκ επέλιπε το φύλον" (Ιουδαϊκές Αρχαιότητες XVIII 3, 3).

Ακολουθεί ελεύθερη μετάφραση, μόνο των σημείων που δεν αμφισβητούνται:

"Εκείνο το καιρό ήταν ένας σοφός άνδρας ο Ιησούς. Και πολλοί από τους Ιουδαίους και από τα άλλα έθνη τον ακολούθησαν. Ο Πιλάτος τον καταδίκασε να σταυρωθεί και να πεθάνει, καθ' υπόδειξιν ανδρών δικών μας εξουσίας, αλλά εκείνοι που τον αγάπησαν από την αρχή, δεν σταμάτησαν. Από τότε, δεν έπαψε η γενιά αυτών των ονομασμένων Χριστιανών".

Και η ίδια μαρτυρία του Ιώσηπου από το Kitab al - 'Unwan (Βιβλίο του Τίτλου), ιστορία του κόσμου από τη Δημιουργία μέχρι το έτος 941/942μ.Χ., αντιγραμμένο από τον Αγάπιο, άραβα Χριστιανό επίσκοπο Ιεραπόλεως του 10ου αιώνα. Είναι πιο μετριοπαθές κείμενο. Σε μετάφραση από τα Αραβικά στα νέα ελληνικά:

"Εκείνο το καιρό ήταν ένας σοφός που ονομαζόταν Ιησούς. Και η συμπεριφορά του ήταν καλή, και ήταν γνωστός ως άνθρωπος αρετής. Και πολλοί από τους Ιουδαίους και από τα άλλα έθνη έγιναν μαθητές του. Ο Πιλάτος τον καταδίκασε να σταυρωθεί και να πεθάνει. Και εκείνοι που έγιναν μαθητές του δεν εγκατέλειψαν τη διδασκαλία του. Αφηγήθηκαν ότι εκείνος εμφανίσθηκε σε αυτούς μετά τη σταύρωσή του και ότι ήταν ζωντανός. Άρα, ίσως να ήταν ο Μεσσίας για τον οποίο οι προφήτες είπαν θαύματα".

Ας συνοψίσουμε τα επιχειρήματα:

α) Το TF βρίσκεται σε κάθε διασωζόμενο χειρόγραφο των Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων, όπως στον Αμβροσιανό Κώδικα (11ος αι.), στο Βατικανό Κώδικα (14ος αι.) και στο Μαρκιανό Κώδικα (15ος αι.). Για να θεωρήσουμε ότι ολόκληρη η μαρτυρία είναι πλαστή, πρέπει να υποθέσουμε ότι ΟΛΑ ανεξαιρέτως τα αρχαία χειρόγραφα του Ιώσηπου (που υποτίθεται ότι αρχικά δεν ανέφεραν τον Χριστό) ήταν στα χέρια Χριστιανών και μάλιστα ΨΕΥΤΩΝ, οι οποίοι τα αντέγραψαν βάζοντας και τη μαρτυρία.

β) Το TF αναφέρεται αρχικά από τον Ευσέβιο (Εκκλησιαστική Ιστορία 1.11, Demonstratio Evangelicum 3.5). Επίσης αναφέρεται από τον Σωζόμενο (Εκκλησιαστική Ιστορία 1.1), τον Νικηφόρο (Εκκλησιαστική Ιστορία 1.39), τον άγιο Ιερώνυμο (De Viris Illustribus 13, Catal. Script. Eccles. 8), τον άγιο Ισίδωρο τον Πηλουσιώτη (Επιστ. 6.225), τον άγιο Αμβρόσιο, τον Κασσιόδωρο, κ.ά. Φαίνεται πως δεν υπήρχε ΚΑΜΙΑ αμφιβολία για την γνησιότητά του τον καιρό αυτών των πολυγραφότατων συγγραφέων.

γ) Γεννιέται όμως σε αρκετούς μας η ερώτηση: Γιατί δεν αναφέρουν τίποτε για το TF οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς προ του Ευσεβίου, όπως ο Ιουστίνος, ο Ωριγένης, κ.ά; Η απάντηση είναι απλή: ΚΑΝΕΙΣ πολέμιος του Χριστιανισμού κατά τους πρώτους χρόνους της Εκκλησίας δεν αμφισβήτησε την ιστορικότητα του Χριστού, ώστε να πρέπει να την υποστηρίξουν οι αρχαίοι απολογητές.

δ) Πολλοί όμως, ακόμη και χριστιανοί, δεν θεωρούν τον Ευσέβιο Παμφίλου, επίσκοπο Καισάρειας, πολύ αξιόπιστη πηγή. Σκέφτονται: Ο Ευσέβιος στην Εκκλησιαστική Ιστορία του είναι βέβαιος για το ότι ο Χριστός και ο βασιλιάς της Εδέσσης Άγβαρος είχαν "υποτιθέμενη" αλληλογραφία, την οποία κανείς άλλος δεν αναφέρει. Κατ' αυτούς είναι ξεκάθαρο πως του άρεσε να πλάθει φανταστικά κείμενα για να πείσει τους άλλους ότι ο Χριστός ήταν ιστορικός.

Κατ' αρχάς, η Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου ΔΕΝ είναι απολογία, αλλά η πρώτη Εκκλησιαστική Ιστορία που γράφτηκε. Δηλαδή δεν παραθέτει κείμενα για να μας πείσει για κάτι, αλλά απλώς συλλέγει όσες πληροφορίες μπορεί, σχετικά με την Εκκλησία, και φυσικά τον ιδρυτή της το Χριστό. Επίσης, υπάρχουν συγκλονιστικά στοιχεία για την αλληλογραφία του Χριστού με τον Άγβαρο καθώς και για το Άγιο Μανδήλιο (βλ. Άγγελου Π. Σακκέτου, ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ - ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ - ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ σ. 501-534 και 584-591)!!!

ε) Ένα γελοίο επιχείρημα κάποιων είναι ότι η θέση του TF στο κείμενο δεν είναι σίγουρη, εφόσον ο Ευσέβιος (Εκκλησιαστική Ιστορία 2.6) την τοποθετεί πριν τις σημειώσεις του Ιώσηπου που αφορούν τον Πόντιο Πιλάτο, ενώ σήμερα αυτή η παράγραφος είναι μετά απ' αυτές τις σημειώσεις.

Αυτό είναι ΨΕΜΑ. Στο χωρίο αυτό του Ευσεβίου δεν αναφέρεται καν το TF, αλλά μια αναφορά του Ιώσηπου στο Πιλάτο από το Περί του Ιουδαϊκού πολέμου.

ς) Ο Ευσέβιος αναφέρει ότι ο Ιώσηπος γράφει για το Χριστό μετά από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή (Εκκλησιαστική Ιστορία 1.11), ενώ στο κείμενο των Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων, πρώτα αναφέρεται ο Χριστός (18.3.3) και μετά ο Ιωάννης ο Βαπτιστής (18.5.2). Άρα, όπως πιστεύουν οι πολέμιοι της ιστορικότητας του Χριστού, το TF πλαστογραφήθηκε από χριστιανούς και μπήκε σε μερικά χειρόγραφα μετά το χωρίο που αναφέρει τον Ιωάννη. Όμως, πρέπει να έχουμε αυτή την αναφορά από τον Ευσέβιο στην αρχαία ελληνική για να καταλάβουμε ακριβώς τι εννοεί. Ίσως ο Ευσέβιος εννοεί πως ο Ιώσηπος ΠΕΡΑ από το ότι αναφέρει τον Ιωάννη τον ΠΡΟΔΡΟΜΟ του Χριστού, αναφέρει και τον Χριστό.

ζ) Κάποιοι πιστεύουν ότι η παρουσίαση του Χριστού στο TF είναι ιδιαίτερα σύντομη για τον Ιώσηπο. Για παράδειγμα, ο Ιώσηπος αφιερώνει πάνω από διπλάσιο χώρο για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Δεν έχει κάποια σπουδαία βαρύτητα ως επιχείρημα. Ο καθηγητής Sanders γράφει για το TF: "the best objective evidence of the importance of Jesus during his own lifetime. The gospels create the impression that the entire populace was vitally interested in Jesus and what happened to him. Certainly he did attract attention. But if we measure the general impact of prophetic figures by the degree of disturbance they caused, we shall conclude that Jesus was less important in the eyes of most of his contemporaries than were John the Baptist ..." (pp.50-51). Ας μην ξεχνάμε πως το ότι για τη πλειοψηφία των Ιουδαίων, ο Χριστός ήταν ένας ασήμαντος κατάδικος (όπως ήταν λ.χ. οι κοινοί ληστές).

η) Ένας χριστιανός συγγραφέας ποτέ δεν θα έγραφε για τον Θεό του ένα κειμενάκι και πολύ μικρότερο από εκείνο που αφορά τον Πρόδρομό Του Ιωάννη, που όπως ο ίδιος ο Ιωάννης έλεγε, δεν ήταν άξιος να λύσει ούτε τα σανδάλια Του.

θ) Συχνά θεωρείται ότι η φράση "εισέτι τε νυν των Χριστιανών από τούδε ωνομασμένων ουκ επέλιπε το φύλον", που είναι στο τέλος του TF, δείχνει ότι γράφτηκε από κάποιον που έγραψε σε χρονική περίοδο πολύ μεγάλη από εκείνη στην οποία έζησε ο Ιησούς Χριστός στη γη, μάλλον από τον ίδιο τον Ευσέβιο. Όμως, αν λάβουμε υπόψη ότι οι πιστοί κάθε ψευτομεσσία διασκορπίζονταν πάρα πολύ γρήγορα, όπως λέει ξεκάθαρα και ο Γαμαλιήλ (Πράξεις ε'/5 35-39), καταλαβαίνουμε ότι ήταν ασυνήθιστο η πίστη σε κάποιον που θεωρούνταν ψευτομεσσίας από τους ιουδαίους να επιζήσει μερικές δεκαετίες (ο Ιώσηπος συνέγραψε τις Ιουδαϊκές Αρχαιότητες γύρω στο 93 μ.Χ.)!

ι) Κάποιοι κριτικοί ισχυρίζονται ότι το TF είναι εκτός θέματος. Για να ιδούμε, όμως. Το κεφάλαιο 3, όπου βρίσκεται η μαρτυρία ξεκινά με διαμάχες των εβραίων με το Πόντιο Πιλάτο (18.3.1), συνεχίζει με τη κατάχρηση χρημάτων του Ναού από το Πόντιο Πιλάτο (18.3.2), με το Χριστό, ο οποίος καταδικάστηκε από το Πόντιο Πιλάτο (18.3.3), με ένα σκάνδαλο στο ναό της Ίσιδος στη Ρώμη (18.3.4) και τελειώνει με ένα άλλο σκάνδαλο στη Ρώμη, που κατέληξε σε εξορία εβραίων από εκεί (18.3.5). Ποια παράγραφος είναι εκτός, άραγε; Σίγουρα όχι αυτή που μιλάει για το Χριστό.

ια)Ένας άθεος που σε πολλές περιπτώσεις έχει αποδειχτεί "αδιάβαστος", ο βρετανός Steven Carr, προσπαθεί να δείξει ότι δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε ούτε καν τον Αγάπιο, γιατί (όπως λέει) ο Αγάπιος παραθέτει το TF από μνήμης, και όχι όπως γράφτηκε στη πραγματικότητα. Όμως πώς μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι ο Αγάπιος γράφει από μνήμης το κείμενο που υποτίθεται ότι συνέθεσε ο χριστιανός Ευσέβιος; Αν πράγματι είναι έτσι, πώς γίνεται έτσι τυχαία να μην αναφέρει ο Αγάπιος καμιά από τις φράσεις υπό αμφισβήτηση που βρίσκονται στο TF; Ξέρουμε ότι οι Άραβες ήταν τρομερά μορφωμένοι και μελετούσαν και αντέγραφαν πάρα πολύ τα αρχαία έργα. Έτσι, μπορούμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα ότι οι Άραβες είχαν στη διάθεσή τους τα πρώτα χειρόγραφα των Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων και τα αντέγραφαν. Έτσι το TF έφτασε μέχρι τον Αγάπιο.

ιβ) Ίσως κάποιοι να πουν ότι είναι παράξενο που ο Ιώσηπος γράφει για πως ο ρωμαίος Πιλάτος καταδίκασε τον Χριστό, χωρίς να δικαιολογεί το Πιλάτο, εκθέτοντας έτσι τους Ρωμαίους.
Όμως δεν είναι αυτή η πρώτη φορά που αποκαλύπτει όσα άσχημα έκανε ο Πιλάτος ή άλλοι ρωμαίοι! Για παράδειγμα, στο ίδιο κεφάλαιο με το TF και στο επόμενο (δηλαδή στα κεφάλαια 3 και 4 του 18ου βιβλίου), αναφέρονται πολλά αρνητικά για το Πόντιο Πιλάτο, σφαγές κλπ. Η αναφορά στη καταδίκη του Χριστού δεν αλλάζει και πολύ το τοπίο.

ιγ) Ένα επιχείρημα κάποιων είναι το εξής: Ακόμη κι αν οι μαρτυρίες του Ιώσηπου είναι αυθεντικές, είναι πολύ μεταγενέστερες του Χριστού, άρα μη αξιόπιστες.

Αυτό το επιχείρημα δεν είναι λογικό. Εάν ήταν έτσι τα πράγματα, θα έπρεπε να απορρίψουμε τεράστιο μέρος της αρχαίας ιστορίας, καθώς δεν είναι ΟΛΟΙ οι μεγάλοι ιστορικοί αυτόπτες μάρτυρες ΟΛΩΝ των γεγονότων! Για παράδειγμα, όπως ο Harris σημειώνει, οι καλύτερες αναφορές που διαθέτουμε για τον αυτοκράτορα Τιβέριο (14-37μ.Χ.) προέρχονται από ιστορικούς αρκετά μεταγενέστερους, τον Τάκιτο (περ.115μ.Χ.), τον Σουετώνιο (περ.120μ.Χ.) και τον Δίωνα Κάσσιο (230μ.Χ.). Έτσι, δεν μπορούμε να αμφισβητούμε την αξιοπιστία του Ιώσηπου με βάση τη χρονολογία που συνέγραψε τις Ιουδαϊκές Αρχαιότητες.

Έτσι λοιπόν ο Ιώσηπος σε συνδυασμό και με άλλα δύο χωρία της Αρχαιολογίας του, δεν επιβεβαιώνει απλώς την ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού, αλλά και επιβεβαιώνει και άλλα κεντρικά σημεία της ευαγγελικής ιστορίας, την ιστορική δηλαδή ύπαρξη του Ιωάννη "του επικαλουμένου Βαπτιστού" και τον από τον Ηρώδη μαρτυρικό θάνατό του, καθώς και την ιστορική ύπαρξη του Ιακώβου του αδελφοθέου, τον οποίον η ιστορία της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας τον παρουσιάζει ως έναν από τους βασικούς στύλους της. Αλλά και αν ακόμη δεν θέλαμε να λάβουμε καθόλου υπ' όψιν μας το περί Ιησού Χριστού ειδικό χωρίο του Ιώσηπου, θα αρκούσαν τα περί Ιωάννου και Ιακώβου χωρία για να χρησιμεύσουν ως έμμεση μαρτυρία και περί του Χριστού και των Μεσσιανικών του αξιώσεων.

(Στοιχεία των παραπάνω, λήφθηκαν και από τις «Απολογητικές Μελέτες», Παν. Ν. Τρεμπέλα, τομ. Ε', Αθήναι 1973, έκδοση Δ', σελ. 23-37).

2. Μαρτυρία Πόντιου Πιλάτου

Ο Ιουστίνος και ο Τερτυλλιανός βεβαιώνουν, ότι υπήρχαν στα αρχεία της Ρώμης δύο επίσημες εκθέσεις του Ποντίου Πιλάτου στον αυτοκράτορα Τιβέριο, στις οποίες αναφερόταν στα της καταδίκης και σταυρώσεως του Ιησού Χριστού οιοποίες φαίνεται να έχουν χαθεί σήμερα. Ο άγιος μάρτυρας Ιουστίνος αναφέρει δυο φορές με σιγουριά τα γραπτά του Πιλάτου περί Χριστού (Α' Απολογία 35 και 48), καθώς και ο Τερτυλλιανός (Apologeticum 5 και 21, 24). Οι μαρτυρίες δυο πατέρων που έζησαν τόσο κοντά στα γεγονότα αυτά και που τα έγραφαν αυτά σε περίοδο διωγμών, απευθυνόμενοι προς ειδωλολάτρες, έχουν σπουδαίο βάρος. Μάλιστα, φαίνεται πως κάποια στιγμή τα γραπτά του Πιλάτου πλαστογραφήθηκαν με αποτέλεσμα να είναι βλάσφημα, αν πιστέψουμε τον Ευσέβιο (Εκκλησιαστική Ιστορία 9.5.1). Τέλος, τα γραπτά του Πιλάτου αναφέρονται και από τον άγιο Επιφάνιο (Αιρέσεις 50.1). Πάντως τα έγγραφα αυτά, πρέπει να διακριθούν από τα απόκρυφα με τίτλο "Acta Pilati" και "Επιστολή Πιλάτου προς αυτοκράτορα Κλαύδιο" τα οποία κυκλοφόρησαν αργότερα και αποτελούν ψευδεπίγραφες συγγραφές στις οποίες εκδηλώνεται απλά απόπειρα να ανασυντεθούν τα αρχικά έγγραφα. (Πρβλ. Brunet, Les evangiles apocryphes traduits et annotes εκδ. β' σελ. 215-273. Tishendorf, Evangelia apocrypha, 1853 σελ. 413-426? Thilo, Codex apocryphus Novi Testamenti, τομ. Α' σελ. 801-803).

Γνωρίζουμε πως οι έπαρχοι περιοχών της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έγραφαν συχνά στον αυτοκράτορα για τα ζητήματα που απασχολούσαν τις περιοχές τους. Το ίδιο έκανε και ο Πλίνιος ο Νεώτερος, έπαρχος της Βιθυνίας, προς το Τραϊανό. Εξάλλου, είναι τυχαίο που ούτε ο Πιλάτος ούτε ο Τιβέριος εδίωξαν τους Χριστιανούς; Μήπως έπαιξαν κάποιο ρόλο τα όσα είδε ο Πιλάτος που τα έγραψε στο Τιβέριο;

3. Μαρτυρία Θαλλού

Ο Θαλλός ένας απελεύθερος Σαμαρείτης επί Αυτοκράτορος Τιβέριου ήταν εθνικός ιστορικός της Μέσης Ανατολής που έζησε τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Έγραψε την Ιστορία της Ελλάδος και της Ασίας περί το 52 μ.Χ. Σ' αυτό το έργο του αναφέρει και μια έκλειψη ηλίου. Το 221 μ.Χ., ένας Χριστιανός συγγραφέας, ο Sextus Julius Africanus έγραψε ότι «ο Θαλλός, στο τρίτο του βιβλίο εξήγησε το σκοτάδι (μετά την σταύρωση του Ιησού) σαν μια έκλειψη ηλίου». Τα έργα του δεν έχουν διασωθεί, αλλά υπάρχουν πολλές αναφορές σε αυτόν:

Ο Φλάβιος Ιώσηπος (37-100μ.Χ.) αναφέρει ένα Θαλλό, πλούσιο απελεύθερο του αυτοκράτορα που δάνεισε ένα εκατομμύριο δραχμές στον Ηρώδη Αγρίππα (Ιουδαϊκές Αρχαιότητες 18.6.4). Δεν είναι πάντως σίγουρο εάν ο Θαλλός αυτός είναι ο ιστορικός. Πολλοί υποστηρίζουν ότι κανένα χειρόγραφο του Ιώσηπου δεν έγραφε ΘΑΛΛΟΣ αλλά όλα έγραφαν ΑΛΛΟΣ. Το Θ στο ΑΛΛΟΣ το έβαλε ένας μελετητής ονόματι Hudson το 1720, λέγοντας, "I put 'Thallos' in place of 'allos' by conjecture, as he is attested to have been among the freedmen of Tiberius, going by the inscriptions of Gruter" (p. 810, translated from Hudson's Latin). Δηλαδή, ο Hudson δεν άλλαξε τον ΑΛΛΟΣ από βίτσιο, αλλά είχε ο ίδιος μια πηγή σύμφωνα με την οποία ο Θαλλός ήταν απελεύθερος του Τιβερίου! Φαίνεται γυρνάει μπούμερανγκ το "επιχείρημα" των εχθρών της Εκκλησίας!!!

Ο άγιος μάρτυρας Ιουστίνος (100-165 μ.Χ.), αναφέρει ότι ο Θαλλός μαζί με άλλους σημαντικούς συγγραφείς όπως ο Φίλων ο Ιουδαίος και ο Ιώσηπος, μαρτυρούν την αρχαιότητα του προφήτη Μωυσή (Λόγος Προτρεπτικός προς Έλληνας 9).

Ο Θεόφιλος επίσκοπος Αντιοχείας (έγραψε γύρω στο 180 μ.Χ.) αναφέρει πως ο Θαλλός γράφει για τον Βήλο, βασιλιά της Ασσυρίας και τον Κρόνο (Προς Αυτόλυκον Γ' 29).

Ο Τερτυλλιανός (160-220 μ.Χ.), αναφέρει ότι ο Θαλλός, μαζί με το Διόδωρο και άλλους, γράφει πως ο Κρόνος δεν ήταν παρά ένας άνθρωπος (Απολογητικός 10). Παρακάτω αναφέρει πάλι τον Θαλλό μαζί με άλλους όπως τον Απίωνα, και τον κριτικό τους τον Ιώσηπο (Απολογητικός 19)!

Ο Ιούλιος Αφρικανός (έγραψε γύρω στο 221μ.Χ.), πατέρας της χριστιανικής χρονικογραφίας, αναφέρει πως ο Θαλλός έγραψε για την άνοδο του Κύρου, όπως και ο Διόδωρος, ο Πολύβιος, κ.ά. (Χρονικά XXX.2). Επίσης, αναφέρει ότι ο Θαλλός ασχολήθηκε με την ιστορία της Συρίας (Χρονικά XXX.3).

Ο Μινούκιος Φήλιξ (3ος αι.) αναφέρει ότι ο Θαλλός, μαζί με το Διόδωρο και άλλους, γράφει ότι ο Κρόνος ήταν άνθρωπος (Οκτάβιος 22).

Ο Λακτάντιος (240-320), ο "Χριστιανός Κικέρων", αναφέρει ότι ο Θαλλός γράφει πως ο Βήλος, βασιλιάς της Ασσυρίας, ήταν 322 χρόνια πριν το Τρωικό πόλεμο (Επιτομή των Θείων Διδασκαλιών 24).


Γιατί όμως παρέθεσα τις αναφορές αυτές; Για να δείξω:

α) Ότι ο Θαλλός ήταν σύγχρονος του Ιησού Χριστού, εφόσον βλέπουμε ότι ήταν ήδη γνωστός κατά την εποχή του Ιουστίνου και του Θεόφιλου (2ος αι.) και ότι είχε γράψει γι' αυτόν ο Ιώσηπος πιθανά στις Ιουδαϊκές Αρχαιότητες και σε άλλα έργα που δεν έχουν διασωθεί (σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό).

β) Ότι ζούσε στην ίδια περιοχή με το Χριστό, εφόσον μάλλον ο Ιώσηπος το αναφέρει και επειδή τα έργα του έχουν σχέση με τη Μέση Ανατολή (Ασσυρία, Μωυσής κλπ.).

γ) Ότι ήταν σπουδαίος ιστορικός, αφού αναφέρεται τόσες φορές και μαζί με άλλους σπουδαιότατους όπως ο Πολύβιος, ο Διόδωρος ο Σικελός, ο Φίλων ο Ιουδαίος και ο Φλάβιος Ιώσηπος. Άρα ήταν έμπιστος και γνωστός ιστορικός.

Και τώρα σχετικά με τη μαρτυρία, η οποία περισώθηκε από τον Ιούλιο Αφρικανό (221μ.Χ.):"...Σε όλο το κόσμο κυριάρχησε ένα φοβερό σκοτάδι, και οι πέτρες έπεσαν από σεισμό, και πολλά μέρη στην Ιουδαία και σε άλλες επαρχίες έπεσαν κάτω. Τούτον το σκότος ο Θαλλός, στο τρίτο βιβλίο των Ιστοριών του, το εξηγεί ως έκλειψη του ηλίου, πράγμα παράλογο κατά τη γνώμη μου. Καθώς οι Ιουδαίοι εορτάζουν το Πάσχα τη 14η μέρα σύμφωνα με τη σελήνη, και η σταύρωση του Σωτήρα μας πέφτει την ημέρα πριν το Πάσχα, και μια έκλειψη του ηλίου παίρνει μέρος μόνον όταν η σελήνη έρχεται κάτω από τον ήλιο..."(Χρονικά XVIII, 1)

Ας παρατηρήσουμε μερικά πράγματα από το παραπάνω απόσπασμα:

1) Ο Αφρικανός γράφει το παραπάνω απόσπασμα για να αντικρούσει αυτά που είχε γράψει ο Θαλλός. Είναι παράλογο να έπλαθε ο ίδιος ένα φανταστικό κείμενο μόνο και μόνο για να παιδευτεί να το αντικρούσει.

2) Ο Ιούλιος Αφρικανός μας δίνει και βιβλιογραφία!!! Μας λέει ότι η αναφορά του Θαλλού βρίσκεται στο τρίτο βιβλίο του, σε μια εποχή που ο Θαλλός ήταν διάσημος συγγραφέας και εύκολα θα μπορούσε κάποιος να ελέγξει εάν έλεγε την αλήθεια ή όχι ο ίδιος. Ας μην ξεχνάμε πως υπάρχουν και άλλες αναφορές στο έργο του Θαλλού και μετά τον Αφρικανό (Μ. Φήλιξ, Λακτάντιος). Μάλιστα, ο Λακτάντιος αναφέρει και μια λεπτομέρεια για το Βήλο από το Θαλλό που δεν την αναφέρει κανείς άλλος προγενέστερος.

3) Η φράση "τούτο το σκότος" ξεκαθαρίζει ότι ο Θαλλός προσπαθούσε να εξηγήσει το ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ σκοτάδι που συνέβη κατά το θάνατο του Χριστού. Στην επόμενη πρόταση, ο Ιούλιος Αφρικανός τονίζει ακόμη πιο ξακάθαρα πότε συνέβη το αμφιλεγόμενο σκοτάδι.


4. Μαρτυρία Μαρά Βαρ Σεραπίων

Ο Μαρά Βαρ Σεραπίων ήταν Σύρος στωικός που έγραψε ένα γράμμα στο γιο του από τη φυλακή στην οποία βρισκόταν. Το γράμμα αυτό φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο και χρονολογείται μετά το 73 μ.Χ., ίσως και μετά το 135 μ.Χ. και μάλλον όχι μετά το 165 μ.Χ. ΚΑΝΕΙΣ δεν έχει αμφισβητήσει την αυθεντικότητα της μαρτυρίας αυτής, κι έτσι οι ανιστόρητοι επικριτές της ιστορικότητας του Κυρίου μας προσπαθούν να πείσουν πως αυτή δεν αναφέρεται στο Χριστό ή πως δεν είναι έγκυρη. Θα τα αναιρέσουμε αυτά παρακάτω.

Και τώρα η σχετική μαρτυρία:

"...Τι να πούμε ακόμα, όταν οι σοφοί κακοποιούνται από τους τυράννους...ώστε να μην μπορούν να αμυνθούν; Ποια ωφέλεια είχαν οι Αθηναίοι θανατώνοντας το Σωκράτη; Η πείνα και η επιδημία έπεσαν πάνω τους ως κρίση για το έγκλημα. Τι ωφελήθηκαν οι άνθρωποι της Σάμου καίγοντας το Πυθαγόρα; Μονομιάς η χώρα τους καλύφθηκε από άμμο. Τι ωφελήθηκαν οι Ιουδαίοι εκτελώντας το σοφό βασιλιά τους; Αμέσως μετά, το βασίλειό τους αφανίστηκε. Ο Θεός δίκαια εκδικήθηκε το θάνατο των τριών αυτών σοφών ανθρώπων: Οι Αθηναίοι πέθαναν από την πείνα. Οι κάτοικοι της Σάμου αφανίστηκαν από τη θάλασσα. Οι Ιουδαίοι καταστράφηκαν κι οδηγήθηκαν μακριά από τη γη τους, για να ζήσουν διεσπαρμένοι. Όμως, ο Σωκράτης δεν πέθανε. Έμεινε ζωντανός στη διδασκαλία του Πλάτωνα. Ούτε ο Πυθαγόρας πέθανε. Ζωντάνεψε στο άγαλμα της Ήρας. Ούτε ο σοφός βασιλιάς πέθανε. Ζωντανεύει μέσα στη διδασκαλία του".

α) Βλέπουμε ότι αυτός ο "βασιλιάς" των Ιουδαίων:

1. Ήταν βασιλιάς

2. Ήταν πολύ σοφός, τόσο ώστε να συγκρίνεται με το Σωκράτη και το Πυθαγόρα
3. Εκτελέστηκε

4. Εκτελέστηκε από τους Ιουδαίους

5. Εκτελέστηκε λίγο πριν καταλυθεί τον κράτος των Ιουδαίων (70μ.Χ.)

6. Εκτελέστηκε λίγο πριν διασκορπισθούν οι Ιουδαίοι (70μ.Χ.)

7. Ζωντάνευε μέσα από τη διδασκαλία του (στο καιρό ακόμη του Μάρα Βαρ Σεραπίωνα).


Ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι παρά ο Ιησούς Χριστός; Πολλοί ισχυρίζονται πως αναφέρεται σε κάποιον ψευτομεσσία, από αυτούς που αναφέρει ο Γαμαλιήλ:"Πρό γάρ τούτων τών ημερών ανέστη Θευδάς, λέγων είναί τινα εαυτόν, ώ προσεκλίθη αριθμός ανδρών ωσεί τετρακοσίων' ός ανηρέθη, καί πάντες όσοι επείθοντο αυτώ διελύθησαν και εγένοντο εις ουδέν. μετά τούτον ανέστη Ιούδας ο Γαλιλαίος εν ταίς ημέραις τής απογραφής καί απέστησε λαόν ικανόν οπίσω αυτού' κακείνος απώλετο, καί πάντες όσοι επείθοντο αυτώ διεσκορπίσθησαν" (Πράξεις /5/ε΄ 36-37). Δηλαδή: "Σας συνιστώ δε προσοχή, διότι προ των ημερών αυτών, ανεφάνηκε ο Θευδάς, ο οποίος έλεγε για τον εαυτόν του, ότι είναι κάποιος σπουδαίος. Και σε αυτόν προσεκολλήθησαν ως οπαδοί ένας αριθμός ανδρών περίπου τετρακοσίων. Αλλά φονεύθηκε αυτός και όλοι όσοι υπάκουαν σε αυτόν διαλύθηκαν και εκμηδενίστηκαν. Ύστερα από αυτόν ανεφάνηκε ο Ιούδας ο Γαλιλαίος, κατά τη διάρκεια των ημερών που έγινε από τους ρωμαίους η απογραφή. Και παρέσυρε εις στάσιν πολύ λαό, ο οποίος τον ακολούθησε. Αλλά εκείνος θανατώθηκε και χάθηκε και όλοι όσοι τον υπάκουαν διασκορπίσθηκαν". Ο Θευδάς και ο Ιούδας σίγουρα δεν εκπληρώνουν το κριτήριο 7, και μάλλον όχι το 2 και το 4.

Μερικοί θέτουν απεγνωσμένα ως υποψήφιο τον Εσσαίο "Διδάσκαλο της Δικαιοσύνης". Παρόλα αυτά, η πραγματική ιδιότητα αυτού του "Διδάσκαλου της Δικαιοσύνης", που αναφέρεται στο Κουμρανικό χειρόγραφο Εις τον Αβακούμ (1QpHab), δεν είναι βέβαιη. Θεωρείται ότι ήταν ο αρχιερέας Ονίας ο Γ΄(-190 π.Χ.) ή ο Ιούδας ο Εσσαίος (που έζησε υπό Ιωάννη Υρκάνου, βασιλιά της Ιουδαίας 134 π.Χ.-104 π.Χ.). Δεν αναφέρονται πουθενά ως βασιλείς, ούτε υπάρχει κάποια αναφορά στο θανατό τους. Σίγουρα δεν πέθαναν λίγο πριν το 70 μ.Χ.! Και, μάλλον δεν επέζησε η διδασκαλία τους μέχρι την εποχή του Μαρά Βαρ Σεραπίωνος.

β) Ο Πυθαγόρας (περ. 570-475 π.Χ.) και ο Σωκράτης (περ. 470-399 π.Χ.), δεν ήταν ακριβώς σύγχρονοι, ώστε ο Χριστός να βρίσκεται πάρα πολύ "εκτός". Όμως το να αναφέρεται ο Σωκράτης, ο Πυθαγόρας και ο Χριστός δεν είναι πιο "αταίριαστο" χρονολογικά από το να αναφέρεται ο Νεύτων, ο Αϊνστάιν και ο Χώκιγκ μαζί!

γ) Σύμφωνα, με τον Μαρά, οι κάτοικοι της Σάμου έκαψαν τον Πυθαγόρα. Στη πραγματικότητα όμως, ο Πυθαγόρας έφυγε από τη Σάμο γύρω στο 530 π.Χ. και μετανάστευσε στην αποικία του Κρότωνα στη Κάτω Ιταλία. Πέθανε στο Μεταπόντιο. Άρα οι κάτοικοι της Σάμου δεν έκαψαν τον Πυθαγόρα. Και δεν μας είναι γνωστές αυτές οι τιμωρίες που έπληξαν τους Αθηναίους ή τους Σαμιώτες, ούτε το τι ήταν αυτό το άγαλμα της Ήρας. Οπότε, κατά τους επικριτές, αν το γράμμα του Μαρά έκανε λάθος όσον αφορά μια λεπτομέρεια όπως αυτή, πώς μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστη απόδειξη της ιστορικότητας οποιουδήποτε;

Βέβαια, ΑΝ υπάρχουν κάποια "λάθη" στο γράμμα, αυτό δεν σημαίνει πως οτιδήποτε εκείνο γράφει είναι "λάθος". Μην ξεχνάμε πως ο Πυθαγόρας και ο Σωκράτης έζησαν έξι - επτά αιώνες πριν το συγγραφέα, ενώ ο Ιησούς Χριστός το πολύ - πολύ έζησε έναν αιώνα πριν!!! Παρόλα αυτά, δεν είναι σίγουρο πως ο Μαρά κάνει κάποιο σπουδαίο λάθος. Μάλλον ο Πυθαγόρας βασανίσθηκε από τους συμπατριώτες του, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει το νησί. Η έλλειψη ανεκτικότητας πολλών αρχαίων Ελλήνων προς τους φιλόσοφους καθιστά κάτι τέτοιο πολύ πιθανό. Όσον αφορά το άγαλμα της Ήρας, αυτό μπορεί να το έφτιαξε ή να το χρηματοδότησε ο Πυθαγόρας, ή να ήταν τόπος συνάντησης των μαθητών του. Και η Σάμος ίσως επλήγη από καταιγίδα που μετέφερε σκόνη. Μπορεί και να έπεσε επιδημία στην Αθήνα μετά το θάνατο του Σωκράτη. Δεν χρειάζεται να ήταν τρομακτικά μεγάλη.

δ) Οι εχθροί του Χριστού, ανήμποροι, καταφεύγουν στο επιχείρημα ότι η μαρτυρία του Μαρά δεν είναι αξιόπιστη, λόγω του χρόνου συγγραφής. Ισχυρίζονται ότι όλα όσα ήξερε ο Μαρά για το Χριστό, τα έμαθε από χριστιανούς. Πιθανό ο Μαρά να ήταν αυτόπτης μάρτυρας του Χριστού, αλλά και να μην ήταν δεν έχει καμιά απολύτως σημασία. Μόνο αυτόπτες μάρτυρες όλων των γεγονότων γίνονται έγκυροι ιστορικοί; Το ότι εκτιμούσε τα έργα και τις διδασκαλίας του Σωκράτη, του Πυθαγόρα και του Χριστού δείχνει πως ήταν ιδιαίτερα μορφωμένος και είχε δυνατότητα κρίσης. Άρα δεν μπορούμε να υποθέσουμε πως ήταν ένας ηλίθιος, που απλώς "έχαψε" όλα όσα άκουσε. Και το ότι αποκαλεί το Χριστό βασιλιά δεν δείχνει απαραιτήτως επήρεια από Χριστιανούς. Ας μην ξεχνάμε πως σύμφωνα με την επιγραφή του θεοκτόνου Πιλάτου ακόμα, ο Χριστός αναφερόταν ως βασιλιάς!

5. Τάκιτος

Το έργο του Τάκιτου δημοσιεύτηκε μεταξύ του 115 και 117 μ.Χ. και περιλαμβάνει τα γεγονότα της βασιλείας των αυτοκρατόρων Τιβέριου, Καλιγούλα, Κλαυδίου και Νέρωνος. Η μαρτυρία του Τάκιτου για τον Χριστό, είναι μικρή και επιγραμματική. Μιλά για την πυρκαγιά της Ρώμης και για τον διωγμό, που εξ αφορμής της κήρυξε ο Νέρωνας κατά των Χριστιανών. Μιλάει δηλαδή για γεγονός που συνέβη μόλις 30 χρόνια μετά τον θάνατο του Ιησού. Σε ελεύθερη αλλά πιστή μετάφραση το χωρίο του Τάκιτου λέει:

"Η κοινή γνώμη κατηγορεί τον Νέρωνα ως αυτουργό της πυρκαγιάς. Για να κατασιγάσει δε τους θρύλους αυτούς ο Νέρωνας υπέδειξε άλλους ως ενόχους και επέβαλε πρωτοφανείς και μετά πολλής σκέψεως επινοημένες ποινές σε εκείνους τους οποίους για τα βδελυρά και κρυφά έργα μισούσαν και ονόμαζαν κοινώς Χριστιανούς. Δημιουργός του ονόματος τούτου υπήρξε ο Χριστός, ο οποίος επί της αυτοκρατορίας του Τιβερίου υπό του πραίτορα Ποντίου Πιλάτου παραδόθηκε σε τιμωρία. Καταπνιγείσα κατ αρχάς η βδελυρή αυτή δεισιδαιμονία καταπλημμύρισε πάλι όχι μόνον την Ιουδαία αλλά και την πόλη (την Ρώμη). Άρχισαν λοιπόν αρχικά να συλλαμβάνουν εκείνους, οι οποίοι ομολογούνταν ως Χριστιανοί. Έπειτα δε με την υπόδειξη αυτών πλήθος υπερμεγέθες προσώπων συνελήφθη" (Tacit. Annal. XV, 38,44).

Έτσι ο Τάκιτος μας πληροφορεί αφενός για το έτος που πέθανε ο Ιησούς επιβεβαιώνοντας την ευαγγελική ιστορία, αφετέρου μαρτυρεί για την ραγδαία εξάπλωση και επικράτηση της νέας πίστης.


6. Σουετώνιος

Ο Σουετώνιος, σύγχρονος του Τάκιτου, συνέγραψε μεταξύ του 110 και 120 το έργο του περί των 12 αυτοκρατόρων (από τον Αύγουστο μέχρι τον Δομητιανό). Αναφέρει λοιπόν αυτός ότι μεταξύ των Ιουδαίων σημειώθηκε μεγάλη ταραχή εξ αιτίας του Χριστού και ότι γι' αυτό ο αυτοκράτορας Κλαύδιος τους εξόρισε από την Ρώμη. Το γεγονός αυτό συνέβη το 54, είκοσι μόλις χρόνια μετά από το δράμα του Γολγοθά (Vita Claud. C. XXV 4, "Judaeos impulsore Chresto assidue tumultuantes Romae expulsit"). Αλλού πάλι ο Σουετώνιος αναφέρει ότι οι Χριστιανοί εκδιώχθηκαν από τον Νέρωνα λόγω των κακών τους δεισιδαιμονιώv. ("Christiani genus hominum superstitionis novae et maleficae" Vita Neron. XVI 2).

Το ότι εδώ ο Σουετώνιος με το όνομα Chrestus, εννοεί τον Ιησού Χριστό είναι αναμφισβήτητο. Εάν επρόκειτο για κάποιο πρόσωπο άγνωστο στον συγγραφέα ασφαλώς μετά από το όνομα, θα έπρεπε να μπει η αόριστη αντωνυμία (Chresto quodam, Χριστού τινός). Η παράλειψη λοιπόν της αορίστου αντωνυμίας αποδεικνύει ότι ο Χριστός ήταν πρόσωπο πολύ γνωστό και στον Σουετώνιο και στους συγχρόνους του. Επειδή όμως το όνομα Χριστός ήταν ακατάληπτο τότε στους Εθνικούς, ο Σουετώνιος μεταχειρίσθηκε το οικειότερο και ευληπτότερο όνομα Chrestus ή Χρηστός.


7. Πλίνιος

Αναντίρρητα σπουδαιότατη είναι μία επιστολή, που συνέγραψε προς τον Τραϊανό γύρω στο 112 μ.Χ., ο Πλίνιος ο νεότερος, διοικητής της Βηθανίας και σύγχρονος του Τάκιτου και του Σουετώνιου. (Ρlin. Epist. X, XCVI). Από αυτήν πληροφορούμαστε για την πρόοδο και τις κατακτήσεις τις οποίες είχε σημειώσει η νέα πίστη στην Βηθανία, 70 περίπου χρόνια από τον θάνατο του Ιησού. Στην προσπάθειά του να περισυλλέξει ακριβείς πληροφορίες για τους Χριστιανούς, ο Πλίνιος προέβη σε επίμονες έρευνες και ανακρίσεις, τα αποτελέσματα των οποίων υπέβαλε εγγράφως στον αυτοκράτορα Τραϊανό μέσω επιστολής. Με την επιστολή αυτή ο αυτοκράτορας πληροφορείται ότι τίποτε το αξιόποινο δεν βρέθηκε στους οπαδούς της νεοφανείσας θρησκείας. Απλά μαζεύονταν κατά ορισμένη ημέρα, πριν από την ανατολή του ήλιου, και ανέπεμπαν ύμνους προς τον Χριστό σαν Θεό. Κανείς όμως δεν θα μπορούσε να τους κατηγορήσει για έγκλημα, ή για κάποια άλλη αισχρή πράξη ή απάτη ή αθέτηση υποσχέσεως και παραβίαση κάποιας ανειλημμένης υποχρεώσεως. Αυτό που κυρίως παρακίνησε τον Ρωμαίο έπαρχο να εξετάσει το πράγμα, ήταν ο πολύ μεγάλος αριθμός των οπαδών της δεισιδαιμονίας αυτής. "Δεν απέμεινε, λέει, πόλη ή κόμη ή και αγρός ακόμη, στον οποίο να μη εισέδυσε το μόλυσμα αυτής. Οι ναοί των θεών μας ερημώθηκαν και από μακρό ήδη χρόνο δεν προσφέρονται θυσίες σε αυτούς".

8. Συγγραφείς του 2ου αιώνος

Δεν θα έπρεπε τέλος να αντιπαρέλθουμε και την μαρτυρία των εθνικών εκείνων συγγραφέων του β' αιώνα, οι οποίοι επέκριναν τον Ιησού. Αυτοί είναι ο νεοπυθαγόρειος Νουμήνιος (πρώτο μισό του β' αιώνος), ο Φλέγων, δούλος απελεύθερος του Αδριανού και σύγχρονος του Νουμήνιου, ο εκλεκτικός Γαληνός (δεύτερο μισό του β' αιώνος), και επιπλέον ο Λουκιανός και ο Κέλσος. Αυτοί, λοιπόν, σκώπτονται τον Ιησού και μερικοί εκφράζουν για αυτόν ειρωνείες πικρές και σαρκασμούς. Κανείς όμως δεν διανοείται να αμφισβητήσει την ύπαρξή του.

Ο Λουκιανός, για παράδειγμα, στο έργο του "περί Περεγρίνου τελευτής", υπαινίσσεται τον Ιησού και μιλάει για αυτόν σαν να πρόκειται για πολύ γνωστό πρόσωπο, αν και πεθαμένο πριν από πολύ καιρό, και τον αποκαλεί "εσταυρωμένο σοφιστή", "άνθρωπο εν Παλαιστίνη σταυρωθέντα", "μέγαν νομοθέτη των Χριστιανών".

Επίσης, ο εκλεκτικός Πλατωνικός φιλόσοφος Κέλσος, στο σύγγραμμά του "Λόγος αληθής" (το οποίο, παρότι έχει χαθεί, είναι δυνατόν να το ανασυντάξουμε κατά τις κύριες γραμμές του μέσω της αναίρεσής του από τον Ωριγένη), παρουσιάζεται μεν να πιστεύει στις κατά του Ιησού χονδροειδείς ιουδαϊκές μυθοπλασίες, και επιζητεί, εκφυλίζοντας τα θαύματά του Ιησού να τα κοροϊδέψει και να τα περιγελάσει, εντούτοις δεν εκδηλώνει καμία διάθεση να αρνηθεί την ιστορική ύπαρξη του προσώπου του Ιησού. (Ωριγένους, Κατά Κέλσου ΙΙ 10).


9. Μαρτυρίες αιρετικών

Παράλληλα με τις μαρτυρίες του εθνικού κόσμου για τον Ιησού, ο De la Boullaye (Jesus et l' histoire, Conference II Paris 1929, σελ 8), τάσσει και τις μαρτυρίες των αιρετικών των πρώτων αιώνων. Πράγματι η μαρτυρία τους ορθά θα χαρακτηριζόταν ως εξωεκκλησιαστική και για τον λόγο αυτό δεν πρέπει να την προσπεράσουμε. Οι άνθρωποι αυτοί, αρκετά ανεξάρτητοι μέχρι του σημείου να αποσυρθούν από την Εκκλησία, πρωτότυποι, αφού δημιούργησαν νέα θεολογία και συμπαρέσυραν αρκετούς μαθητές, αρκετά κοντά στις αρχές του Χριστιανισμού ώστε να μπορούν να ελέγξουν τις κεντρικές τουλάχιστον γραμμές του βίου του Ιησού Χριστού, δεν μπορούν να παραμεριστούν ως μάρτυρες της ιστορικής υπάρξεώς του. Μερικοί από αυτούς αρνήθηκαν το πραγματικό της σαρκώσεως του Χριστού.

Ο Βασιλείδης κήρυττε το 120 - 140 μ. Χ. στην Αλεξάνδρεια ότι, το σώμα του Χριστού ήταν απλά φαινομενικό και ότι ο Χριστός ήταν άνθρωπος μόνο κατά δόκηση (το ίδιο κήρυτταν ο Ουαλεντίνος και ο Μαρκίων). Και ο θάνατος λοιπόν του Ιησού Χριστού, καθώς και η ανάστασή του ήταν έτσι φαινομενικά και κατά δόκηση. Εν τούτοις, κατά την μαρτυρία του Ιππολύτου, οι αιρετικοί αυτοί δεν αρνούνταν ότι, σε ότι αφορά τον Σωτήρα, όλα έγιναν όπως τα γράφουν τα ευαγγέλια. Δεν αρνούνται ότι ο Ιησούς φάνηκε ανάμεσα στους ανθρώπους μια ορισμένη χρονική περίοδο και ότι σημείωσε την σταδιοδρομία που εξιστορούν τα ευαγγέλια, αλλά λένε ότι όλα αυτά έγιναν φαινομενικά. Και ο μεν Ουαλεντίνος γύρω στο 135-160 μ. Χ. αναγνωρίζει την ιστορική αξία των ευαγγελίων, ο δε Μαρκίων, ο οποίος γεννήθηκε το 85 μ.Χ. και αποσχίστηκε από την εκκλησία της Ρώμης το 140, παραποίησε και ακρωτηρίασε τις Γραφές, παραδεχόταν όμως το πάθος και την ανάσταση του Ιησού, καθώς και το κήρυγμα της σωτηρίας και της μέσω του σταυρού απολυτρώσεως. Οι μαρτυρίες λοιπόν των ανθρώπων αυτών, σε ότι αφορούν στην ύπαρξη του Χριστού δεν είναι δυνατόν να απορριφθούν ως μη έγκυρες. Διότι άνθρωποι, οι οποίοι αποτίναξαν το κύρος της εκκλησίας και δημιούργησαν δική τους κοσμοθεωρία, από τι θα εμποδίζονταν να απορρίψουν ολότελα την παράδοση περί υπάρξεως του Ιησού, αν δεν έβρισκαν αυτή στηριγμένη σε απόλυτα αδιάσειστη βάση;


10. Ραβινική φιλολογία

Μαρτυρίες περί του Χριστού έχουμε και στην ραβινική φιλολογία και πιο συγκεκριμένα στο Ταλμούδ. Τα χωρία της Παλαιάς Ραβινικής φιλολογίας που αφορούν στο Χριστό συλλέχτηκαν καταρχάς από τον Heinrich Laible (Jesus Chrestus im Talmud, Berlin 1891) και στην συνέχεια αναδημοσιεύτηκαν στην άριστη έκδοση του Travers Herford (Christianity in Talmud and Midrash, London 1903).) Ύστερα από αυτόν ο Arnold Meyer στο Handbuch zu den N. T. Apocryphen του E. Hennecke (Tubingen 1904 σελ.51), στη μελέτη του Jesus im Talmud περισυνέλεξε τα σχετικά με τον Ιησού Χριστό σημειούμενα επεισόδια στο Ταλμούδ.

Το Ταλμούδ αποτελεί ογκώδη συλλογή, της οποίας τα διάφορα τμήματα συγγράφτηκαν στην Αραμαϊκή διαδοχικά, μεταξύ της εποχή που έζησε στη γη ο Κύριος, και του τέλους του ε΄ αιώνα. Αποτελούνται από δύο τμήματα: την Μίσχνα = επανάληψη (του Μωσ. Νόμου) που τελείωσε το 220, και την Γεμάρας, η οποία είναι ένα είδος υπομνήματος στην Μίσχνα.

Στο Ταλμούδ γίνεται λόγος για θαυμαστές ιάσεις που έκανε, στο όνομα του Χριστού, κάποιος Ιάκωβος ο οποίος ήταν χριστιανός, και τον οποίον συνάντησε στην Σεπφώριδα της Γαλιλαίας ο ραβίνος Ελιέζερ. Ομοίως μαθαίνουμε για τον ανιψιό ενός ραβίνου ο οποίος είχε δαγκωθεί από ένα φίδι και στον οποίο ένας χριστιανός πρότεινε να θεραπευθεί επικαλούμενος το όνομα του Χριστού. Επίσης διαβάζουμε για δικαστή, χριστιανό προφανώς, διορισμένο από τους Ρωμαίους, ο οποίος επέδειξε στον ραβίνο Γαμαλιήλ Β', που ενδιαφερόταν για την πατρική κληρονομιά της αδελφής του, το χωρίο του Ματθαίου στο οποίο λέγεται ότι ο Χριστός "ουκ ήλθε καταλύσαι τόν νόμον, αλλά πληρώσαι". (Γ. Παπαμιχαήλ, Ο Ιησούς ως ιστορικόν πρόσωπον, εκδ. β' Αθήναι 1923, σελ. 153-154).

Οι αφηγήσεις αυτές του Ταλμούδ, έχουν αρκετά σοβαρή σημασία, διότι όλες ανάγονται στο τέλος του πρώτου και στις αρχές του δευτέρου αιώνος. Ο ραβίνος Ελιέζερ με τον οποίον σχετίζεται η πρώτη αφήγηση, είναι γυναικάδελφος, άρα δε και σύγχρονος του ραβίνου Γαμαλιήλ του Β', στον οποίο αφορά η τρίτη αφήγηση. Ο δε Γαμαλιήλ ο Β' είναι εγγονός του Γαμαλιήλ του Α', ο οποίος τιμωρήθηκε το 70 μ.Χ., ως συμμέτοχος της επαναστάσεως. Δηλαδή οι αφηγήσεις αυτές αναφέρονται σε χρόνους μεταξύ του 90 και του 110 μ.Χ. Η δε είδηση της δεύτερης αφήγησης συμπίπτει περίπου προς το έτος 130 μ.Χ. Έτσι οι ραβίνοι που άκμασαν κατά τα τέλη του α' αιώνος γνωρίζουν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, και μάλιστα κάποιοι από αυτούς είναι ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι του.

Υπάρχει όμως και η περί Ιησού Χριστού εχθρική Ιουδαϊκή παράδοση (Δες Hettinger, Apologetique σελ. 413- 415), η οποία ανάγεται σε μεταγενέστερους χρόνους και στην οποία μέσω συκοφαντικών υπαινιγμών και χαρακτηρισμών καταβάλλεται φροντίδα, να διασυρθεί και εξευτελιστεί ο Ιησούς Χριστός. Κατά την παράδοση αυτή ο Ιησούς Χριστός γεννήθηκε όχι μέσω νομίμου γάμου αλλά, εκ πορνείας, καθώς λέγουν οι πρεσβύτεροι του λαού των Ιουδαίων στα Acta Pilati. (Παράβαλλε Ιουστίνου Απολογ. Α', XXXV και Thilo, Codex apocryph. Nov. Testam., Τομ. Ι, σελ. 526). Κατονομάζεται μάλιστα στην Γεμάρα (Gemara Sanhedrin) και στα Sohabbath της Βαβυλώνας και το όνομα του πατρός του Ιησού, ο οποίος ήταν κάποιος στρατιώτης ονόματι Πανθήρας. Ίσως το όνομα αυτό προέρχεται από παραφθορά της ελληνικής λέξεως Παρθένος. Στο Ταλμούδ δηλώνεται και το όνομα της μητέρα του Ιησού. Και αλλού μεν η μητέρα του Ιησού ονομάζεται Stada, αλλού δε Miriam και της αποδίδεται το επάγγελμα της κομμώτριας. Αυτό γίνεται πιθανότατα λόγω συγχύσεως της Μαρίας της μητρός του Ιησού με την Μαρία την Μαγδαληνή και λόγω παρερμηνείας της λέξεως Μαγδαλαάχ (= Μαγδαληνή, η εκ Μαγδάλων καταγόμενη) πως σημαίνει ό,τι και η λέξη μεγαδδελάχ (=κομμώτρια). (Πρβλ. Herford στοP. L. Couchoud, Le mystere de Jesus, Paris 1924).

Η Γεμάρα μνημονεύει την συνδιάλεξη του δωδεκαετή Ιησού στο ιερό, διαστρέφει όμως αυτήν παρουσιάζοντάς την ως πράξη ασεβή προς τους πρεσβυτέρους (Massechethgalla Schoettgen, Horae Hebraicae, II, 696). Έτσι κατά το Ταλμούδ ο Ιησούς έμαθε την μαγεία στην Αίγυπτο πλησίον του διδασκάλου του ραβίνου Josua και έγινε έτσι μάγος, διαφθορέας και γόης των Ισραηλιτών (Gemara Sanhedrin fol. 107). Με την μαγεία του αυτή και τις γοητείες του ο Ιησούς διέφθειρε τον λαό και έκανε σημεία τα οποία απέδιδε στον εαυτό του σαν να προέρχονταν από την δική του δύναμη (Tract. Schabbat. Fol. 104). Το αποτέλεσμα ήταν, την παραμονή του Πάσχα να τιμωρηθεί, διότι διήγειρε τον Ισραηλιτικό λαό να εγκολπωθεί ξένη θρησκεία. Επειδή δε η διαγωγή του ήταν αδικαιολόγητη, τον σταύρωσαν την παραμονή του Πάσχα (Sanhedrin fol. 43), κατόπιν αποφάσεως του Ποντίου Πιλάτου, όταν ο Ιησούς ήταν 33 ετών (Πληρέστερες λεπτομέρειες δες στο R. T. Herford, Christianity in Talmud and Midrash, 1904 και στο άρθρο του ίδιου Christ in Jewish literature στο Hastings Dictionary of Christ and the Gospels II 876-878; W. Bauer, Das Leben Jesu im Zeitalter der neutestamentlichen Apokryphenσελ. 452-486).

Έτσι η Ιουδαϊκή παράδοση, που περισώθηκε το Ταλμούδ, μαρτυρεί μεν από την μία την ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού, υπαινίσσεται δε από την άλλη την εκτός γάμου γέννησή του από γυναίκα μη συζευγμένη άνδρα, καθώς και ολόκληρη την θαυματουργό δράση του. Δεν αρνείται η Ιουδαϊκή παράδοση ότι ο Χριστός διενεργούσε θεραπείες αλλά αποδίδει αυτές στην παρέμβαση πονηρών δυνάμεων και επαναλαμβάνει περί των θαυμάτων ότι είπαν και οι επί των ημερών του Ιησού πρεσβύτεροι του λαού Φαρισαίοι, οι οποίοι διατείνονταν ότι ο Ιησούς "εν τώ άρχοντι τών δαιμονίων εκβάλλει τά δαιμόνια"

Η κατά του Κυρίου ιουδαϊκή μυθοπλασία, που άρχισε να δημιουργείται από τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους ενώ ζούσε ακόμη ο Χριστός, αυξήθηκε με νέες προσθήκες μετά τον σταυρικό του θάνατο. Γι' αυτό και ο Ιουστίνος στα μέσα του δευτέρου αιώνος κατηγορεί τους άρχοντες των Ιουδαίων, διότι προσπαθούσαν να κυκλοφορήσουν σε όλο τον κόσμο βλασφημίες κατά του Ιησού (Διάλογος προς Τρύφωνα η' 117). Τα πρώτα στοιχεία της μυθιστορίας αυτής, αφού καταγράφηκαν όπως είπαμε στο Ταλμούδ, παρουσιάστηκαν τελικά συμπληρωμένα στο έργο Toledoth Jeschu (=γενεαλογία του Ιησού), το οποίο κατά τον ένατο αιώνα ήταν ήδη γνωστό κατά τις κύριες γραμμές του στον Αγοβάρδο της Λυών (830 μ.Χ.), και το οποίο προκάλεσε θόρυβο κατά την διάρκεια του μεσαίωνα και λίγο αργότερα. Στις αρχές του εικοστού αιώνα ο Γερμανοεβραίος Σαμουήλ Krauss επανεξέδωσε το έργο αυτό, υπό τον τίτλο: Das Leden Jesu nach judischen Quellen, 1902. Οι συκοφαντικές και εν πολλοίς γελοίες μυθοπλασίες που αναγράφτηκαν στην ευτελή αυτή λίβελο, χαρακτηρίστηκαν από τον Meyer ως "έκρηξη ταπεινού φανατισμού, εμπαθούς σαρκασμού και χονδροειδούς φαντασίας". Αναίρεση των μυθευμάτων του Ταλμούδ περί τον Ιησού, τα οποία ενσωματώθηκαν και στο παραπάνω έργο, δημοσίευσε ο καθηγητής H. Laible στο έργο του Jesus Christus im Talmud 1891 (β' εκδ. 1900).

Το γεγονός είναι, ότι ΟΛΟΙ, ακόμα και οι εχθροί του Χριστού, ποτέ δεν αρνήθηκαν την ύπαρξή του στους πρώτους αιώνες μετά Χριστόν. Αυτή η άρνηση, είναι ένα σύγχρονο φαινόμενο, από ανθρώπους που έχουν ιδεολογικούς λόγους να αρνούνται τον Χριστό, και επειδή δεν μπορούν να προσβάλλουν τη διδασκαλία του, προσπαθούν να προσβάλλουν την ύπαρξή του.

Από τα παραπάνω στοιχεία που παρουσιάσαμε, είναι εμφανές, πόσο ανυπόστατες είναι οι κατηγορίες, ότι δήθεν ο Ιησούς Χριστός δεν υπήρξε, επειδή δεν μαρτυρείται από εξωχριστιανικές πηγές. Αποδεικνύεται, ότι όχι μόνο μαρτυρείται, αλλά ότι γίνεται και επισταμένη προσπάθεια από τους προκατειλημμένους εχθρούς του, να διαβάλλουν ή να διαστρέψουν τις μαρτυρίες αυτές, για να στηρίξουν, όχι την αλήθεια, αλλά την προειλημμένη απόφασή τους, να αρνηθούν τον Χριστό, με κάθε τίμημα και μέθοδο.

Έρευνα - Κείμενο
Ραφαήλ

Πηγή: Ιερό Ησυχαστήριο Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου


«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»


Επιστροφή στο

Μέλη σε σύνδεση

Μέλη σε αυτή την Δ. Συζήτηση: 3 και 0 επισκέπτες