Δημοσίευσηαπό ΠΟΠΗ » Παρ Οκτ 12, 2012 5:35 pm
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11
Η αναγνώριση του Δαβίδ ως βασιλιά. Ο Δαβίδ κυριεύει την Ιερουσαλήμ και την κάνει πρωτεύουσα.
Οι ανδρείοι του Δαβίδ.
Η αναγνώριση του Δαβίδ ως βασιλιά
Α Παραλ. 11,1 Καὶ ἦλθε πᾶς Ἰσραὴλ πρὸς Δαυὶδ ἐν Χεβρὼν λέγοντες· ἰδοὺ ὀστᾶ σου καὶ σάρκες σου ἡμεῖς·
Α Παραλ. 11,1 Ηλθεν όλος ο ισραηλιτικός λαός στον Δαυίδ, εις την πόλιν Χεβρών, και του είπον· “ιδού, ημείς είμεθα οστά σου και σάρκες σου. Ανήκομεν εις την αυτήν φυλήν.
Α Παραλ. 11,2 καὶ ἐχθὲς καὶ τρίτην ὄντος Σαοὺλ βασιλέως, σὺ ἦσθα ὁ ἐξάγων καὶ εἰσάγων τὸν Ἰσραήλ, καὶ εἶπεν Ἰσραὴλ Κύριός σοι· σὺ ποιμανεῖς τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ, καὶ σὺ ἔσῃ εἰς ἡγούμενον ἐπὶ Ἰσραήλ.
Α Παραλ. 11,2 Και προηγουμένως, όταν βασιλεύς ήτο ο Σαούλ, συ κυρίως ήσο ο διοικών τον ισραηλιτικόν λαόν, ο δε Κυριος του ισραηλιτικού λαού, ο Θεός, εις σε είπεν ότι θα κυβερνήσης ως καλός ποιμήν τον λαόν μου τον ισραηλιτικόν και συ θα είσαι ο αρχηγός του λαού αυτού”.
Α Παραλ. 11,3 καὶ ἦλθον πάντες πρεσβύτεροι Ἰσραὴλ πρὸς τὸν βασιλέα εἰς Χεβρών, καὶ διέθετο αὐτοῖς ὁ βασιλεὺς Δαυὶδ διαθήκην ἐν Χεβρὼν ἔναντι Κυρίου, καὶ ἔχρισαν τὸν Δαυὶδ εἰς βασιλέα ἐπὶ Ἰσραὴλ κατὰ τὸν λόγον Κυρίου, διὰ χειρὸς Σαμουήλ.
Α Παραλ. 11,3 Ετσι ήλθον όλοι οι πρεσβύτεροι του ισραηλιτικού λαού προς τον βασιλέα εις την Χεβρών. Ο δε βασιλεύς Δαυίδ συνήψεν επίσημον συμφωνίαν με αυτούς ενώπιον του Κυρίου εις την πόλιν εκείνην, την Χεβρών. Οι επίσημοι του ισραηλιτικού λαού έχρισαν βασιλέα τον Δαυίδ, σύμφωνα με τον λόγον, τον οποίον ο Κυριος είχε προαναγγείλει δια του προφήτου Σαμουήλ.
Ο Δαβίδ κυριεύει την Ιερουσαλήμ και την κάνει πρωτεύουσα
Α Παραλ. 11,4 Καὶ ἐπορεύθη ὁ βασιλεὺς καὶ ἄνδρες αὐτοῦ εἰς Ἱερουσαλὴμ (αὕτη Ἰεβούς), καὶ ἐκεῖ οἱ Ἰεβουσαῖοι οἱ κατοικοῦντες τὴν γῆν εἶπον τῷ Δαυίδ·
Α Παραλ. 11,4 Ο βασιλεύς Δαυίδ επορεύθη μαζή με τους άνδρας του εις την Ιερουσαλήμ ( Ιεβούς, όπως ωνομάζετο παλαιότερα). Οι κάτοικοι όμως της χώρας αυτής οι Ιεβουσαίοι του είπαν·
Α Παραλ. 11,5 οὐκ εἰσελεύσῃ ὧδε. καὶ προκατελάβετο τὴν περιοχὴν Σιὼν (αὕτη ἡ πόλις Δαυίδ).
Α Παραλ. 11,5 “Δεν θα εισέλθης εδώ”. Ο Δαυίδ όμως κατέλαβε τον οχυρόν τόπον, την Σιών (αύτη από εδώ και πέρα λέγεται πόλις Δαυίδ).
Α Παραλ. 11,6 καὶ εἶπε Δαυίδ· πᾶς τύπτων Ἰεβουσαῖον ἐν πρώτοις καὶ ἔσται εἰς ἄρχοντα καὶ εἰς στρατηγόν· καὶ ἀνέβη ἐπ᾿ αὐτὴν ἐν πρώτοις Ἰωὰβ υἱὸς Σαρουΐα καὶ ἐγένετο εἰς ἄρχοντα.
Α Παραλ. 11,6 Και είπεν ο Δαυίδ προς τους άνδρας του· “εκείνος ο οποίος πρώτος θα φονεύση ένα Ιεβουσαίον, θα γίνη αρχηγός και στρατηγός”. Πρώτος, ο οποίος ανέβη στον ωχυρωμένον αυτόν τόπον, ήτο ο Ιωάβ ο υιός της Σαρουΐας και εφόνευσεν ένα Ιεβουσαίον. Ετσι δε ανεκηρύχθη αρχηγός.
Α Παραλ. 11,7 καὶ ἐκάθισε Δαυὶδ ἐν τῇ περιοχῇ· διὰ τοῦτο ἐκάλεσεν αὐτὴν Πόλιν Δαυίδ·
Α Παραλ. 11,7 Ο Δαυίδ εγκατεστάθη εις την ωχυρωμένην εκείνην περιοχήν. Δια τούτο και ωνόμασεν αυτήν “Πολιν Δαυίδ”.
Α Παραλ. 11,8 καὶ ᾠκοδόμησε τὴν πόλιν κύκλῳ· καὶ ἐπολέμησε καὶ ἔλαβε τὴν πόλιν.
Α Παραλ. 11,8 Ο Δαυίδ αφού επολέμησε και κατέλαβε την πόλιν αυτήν, την ανοικοδόμησε και ωχύρωσε τα γύρω αυτής μέρη.
Α Παραλ. 11,9 καὶ ἐπορεύετο Δαυὶδ πορευόμενος καὶ μεγαλυνόμενος, καὶ Κύριος παντοκράτωρ μετ᾿ αὐτοῦ.
Α Παραλ. 11,9 Ο Δαυίδ, όσον παρήρχετο ο χρόνος, εμεγάλωνεν εις δύναμιν, διότι Κυριος ο παντοκράτωρ ήτο μαζή του.
Οι ανδρείοι του Δαβίδ
Α Παραλ. 11,10 Καὶ οὗτοι οἱ ἄρχοντες τῶν δυνατῶν, οἳ ἦσαν τῷ Δαυίδ, οἱ κατισχύοντες μετ᾿ αὐτοῦ ἐν τῇ βασιλείᾳ αὐτοῦ μετὰ παντὸς Ἰσραὴλ τοῦ βασιλεῦσαι αὐτὸν κατὰ τὸν λόγον Κυρίου ἐπὶ Ἰσραήλ·
Α Παραλ. 11,10 Αυτοί δε είναι οι αρχηγοί των γενναίων ανδρών, που ήσαν εις την υπηρεσίαν του Δαυίδ και οι οποίοι τον εβοηθούσαν και τον ενίσχυαν μαζή με όλον τον ισραηλιτικόν λαόν εις την βασιλείαν του, ώστε να βασιλεύση στον λαόν σύμφωνα με τον λόγον, τον οποίον ο Κυριος είχε δώσει στον ισραηλιτικόν λαόν.
Α Παραλ. 11,11 καὶ οὗτος ὁ ἀριθμὸς τῶν δυνατῶν τοῦ Δαυίδ· Ἰεσεβάαλ υἱὸς Ἀχαμανὶ πρῶτος τῶν τριάκοντα· οὗτος ἐσπάσατο τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ ἅπαξ ἐπὶ τριακοσίους τραυματίας ἐν καιρῷ ἑνί.
Α Παραλ. 11,11 Αυτός δε είναι ο κατάλογος των ηρώων, που υπηρετούσαν τον Δαυίδ· ο Ιεσεβάαλ, υιός του Αχαμανί, ο αρχηγός των τριάκοντα. Αυτός ανέσυρε κάποτε την ρομφαίαν του και εις την περίστασιν εκείνην εφόνευσε τριακοσίους άνδρας.
Α Παραλ. 11,12 καὶ μετ᾿ αὐτὸν Ἐλεάζαρ υἱὸς Δωδαΐ ὁ Ἀχωχί· οὗτος ἦν ἐν τοῖς τρισὶ δυνατοῖς.
Α Παραλ. 11,12 Επειτα από αυτόν ήτο ο Ελεάζαρ, υιός του Δωδαΐ, ο οποίος κατήγετο από την Αχώχ. Αυτός ήτο ένας από τους τρεις γενναίους άνδρας.
Α Παραλ. 11,13 οὗτος ἦν μετὰ Δαυὶδ ἐν Φασοδομίν, καὶ οἱ ἀλλόφυλοι συνήχθησαν ἐκεῖ εἰς πόλεμον, καὶ ἦν μερὶς τοῦ ἀγροῦ πλήρης κριθῶν, καὶ ὁ λαὸς ἔφυγεν ἀπὸ προσώπου ἀλλοφύλων·
Α Παραλ. 11,13 Αυτός ευρίσκετο μαζή με τον Δαυίδ εις την Φασοδομίν. Οι Φιλισταίοι είχαν συγκεντρωθή εκεί, δια να πολεμήσουν. Εκεί υπήρχεν ένα τμήμα αγρού σπαρμένο με κριθάρι. Ο λαός κατά τον πόλεμον αυτόν εφοβήθη και ετράπη εις φυγήν ενώπιον των Φιλισταίων.
Α Παραλ. 11,14 καὶ ἔστη ἐν μέσῳ τῆς μερίδος καὶ ἔσωσεν αὐτὴν καὶ ἐπάταξε τοὺς ἀλλοφύλους, καὶ ἐποίησε Κύριος σωτηρίαν μεγάλην.
Α Παραλ. 11,14 Ο Ελεάζαρ όμως όρθιος και μόνος εν μέσω του αγρού αυτού έσωσεν αυτόν και εφόνευσε τους Φιλισταίους. Δι' αυτού δε ο Κυριος εχάρισε μεγάλην σωτηρίαν στον ισραηλιτικόν λαόν.
Α Παραλ. 11,15 καὶ κατέβησαν τρεῖς ἐκ τῶν τριάκοντα ἀρχόντων εἰς τὴν πέτραν πρὸς Δαυὶδ εἰς τὸ σπήλαιον Ὀδολλάμ, καὶ παρεμβολὴ τῶν ἀλλοφύλων ἐν τῇ κοιλάδι τῶν γιγάντων.
Α Παραλ. 11,15 Τρεις από τους γενναίους αυτούς άρχοντας κατέβηκαν προς τον Δαυίδ, στον βράχον κοντά στο σπήλαιον Οδολλάμ. Εκεί ευρίσκετο το στρατόπεδον των Φιλισταίων εις την κοιλάδα των γιγάντων.
Α Παραλ. 11,16 καὶ Δαυὶδ τότε ἐν τῇ περιοχῇ, καὶ τὸ σύστημα τῶν ἀλλοφύλων τότε ἐν Βηθλεέμ.
Α Παραλ. 11,16 Ο Δαυίδ ευρίσκετο τότε στον οχυρόν αυτόν τόπον, ενώ μία φρουρά των Φιλισταίων κατά την ιδίαν εποχήν ευρίσκετο εις την Βηθλεέμ.
Α Παραλ. 11,17 καὶ ἐπεθύμησε Δαυὶδ καὶ εἶπε· τίς ποτιεῖ με ὕδωρ ἐκ τοῦ λάκκου Βηθλεὲμ τοῦ ἐν τῇ πύλῃ;
Α Παραλ. 11,17 Ο Δαυίδ ήσθάνθη μίαν ζωηράν επιθυμίαν και είπε· “ποιός τάχα θα μου φέρη να πιώ νερό από το πηγάδι, που ευρίσκεται εις την πύλην της Βηθλεέμ;”
Α Παραλ. 11,18 καὶ διέῤῥηξαν οἱ τρεῖς τὴν παρεμβολὴν τῶν ἀλλοφύλων καὶ ὑδρεύσαντο ὕδωρ ἐκ τοῦ λάκκου τοῦ ἐν Βηθλεέμ, ὃς ἦν ἐν τῇ πύλῃ, καὶ ἔλαβον καὶ ἦλθον πρὸς Δαυίδ, καὶ οὐκ ἠθέλησε Δαυὶδ τοῦ πιεῖν αὐτὸ καὶ ἔσπεισεν αὐτὸ τῷ Κυρίῳ καὶ εἶπεν·
Α Παραλ. 11,18 Οι τρεις αυτοί γενναίοι άνδρες διέσχισαν το στρατόπεδον των Φιλισταίων, επήραν ύδωρ από το φρέαρ, που ευρίσκετο εις την πύλην της Βηθλεέμ, και το έφεραν προς τον Δαυίδ. Αλλά ο Δαυίδ δεν ηθέλησε κατά κανένα τρόπον να το πίη, το έχυσεν ως σπονδήν στον Κυριον και είπεν·
Α Παραλ. 11,19 ἵλεώς μου ὁ Θεὸς τοῦ ποιῆσαι τὸ ῥῆμα τοῦτο, εἰ αἷμα ἀνδρῶν τούτων πίομαι ἐν ψυχαῖς αὐτῶν; ὅτι ἐν ψυχαῖς αὐτῶν ἤνεγκαν αὐτό· καὶ οὐκ ἐβούλετο πιεῖν αὐτό. ταῦτα ἐποίησαν οἱ τρεῖς δυνατοί.
Α Παραλ. 11,19 “Ο Θεός να με ελεήση, ώστε να μη διαπράξω αυτό το πράγμα. Πως είναι δυνατόν να πίω νερό, εφ' όσον ηντλήθη από τους άνδρας αυτούς εκτεθέντας εις θανάσιμον κίνδυνον να χύσουν το αίμα των και να χάσουν την ζωήν των; Αυτοί το έφεραν με άμεσον τον κίνδυνον να χάσουν την ζωήν των”. Δεν ηθέλησε, λοιπόν, ο Δαυίδ να πίη το νερό αυτό. Αυτά δε έπραξαν οι τρεις γενναίοι εκείνοι άνδρες.
Α Παραλ. 11,20 καὶ Ἀβεσαὰ ἀδελφὸς Ἰωάβ, οὗτος ἦν ἄρχων τῶν τριῶν, οὗτος ἐσπάσατο τὴν ῥομφαίαν αὐτοῦ ἐπὶ τριακοσίους τραυματίας ἐν καιρῷ ἑνί, καὶ οὗτος ἦν ὀνομαστὸς ἐν τοῖς τρισίν,
Α Παραλ. 11,20 Ο Αβεσαά, ο αδελφός του Ιωάβ, ήτα αρχηγός των τριών γενναίων ανδρών. Αυτός είχεν ανασύρει την ρομφαίαν του και εφόνευσε τριακοσίους άνδρας κατά τον αυτόν καιρόν. Αυτός ήτο ο πλέον ονομαστός μεταξύ των τριών αυτών ηρώων.
Α Παραλ. 11,21 ἀπὸ τῶν τριῶν ὑπὲρ τοὺς δύο ἔνδοξος, καὶ ἦν αὐτοῖς εἰς ἄρχοντα καὶ ἕως τῶν τριῶν οὐκ ἤρχετο.
Α Παραλ. 11,21 Ητο περισσότερον ένδοξος από τους δύο άλλους, ήτο αρχηγός των, δεν ήτο όμως ίσος προς τους τρεις μαζή.
Α Παραλ. 11,22 καὶ Βαναίας υἱὸς Ἰωδαὲ υἱὸς ἀνδρὸς δυνατοῦ, πολλὰ ἔργα αὐτοῦ ὑπὲρ Καβασαήλ· οὗτος ἐπάταξε τοὺς δύο ἀριὴλ Μωὰβ καὶ οὗτος κατέβη καὶ ἐπάταξε τὸν λέοντα ἐν τῷ λάκκῳ ἐν ἡμέρᾳ χιόνος·
Α Παραλ. 11,22 Ο Βαναίας, ο υιός του Ιωδαέ, ήτο και αυτός ανήρ γενναίος και κατώρθωσε πολλά αξιόλογα έργα εις υπεράσπισιν της πόλεως Καβασαήλ. Αυτός είχε φονεύσει δύο Μωαβίτας ισχυρούς. Αλλοτε είχε κατεβή και εφόνευσε ένα λέοντα, που ευρίσκετο εις λάκκον, κάποιον ημέραν, που είχε πέσει χιόνι.
Α Παραλ. 11,23 καὶ οὗτος ἐπάταξε τὸν ἄνδρα τὸν Αἰγύπτιον, ἄνδρα ὁρατὸν πεντάπηχυν, καὶ ἐν χειρὶ τοῦ Αἰγυπτίου δόρυ ὡς ἀντίον ὑφαινόντων, καὶ κατέβη ἐπ᾿ αὐτὸν Βαναίας ἐν ῥάβδῳ καὶ ἀφείλετο ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ Αἰγυπτίου τὸ δόρυ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτὸν ἐν τῷ δόρατι αὐτοῦ.
Α Παραλ. 11,23 Αυτός επίσης εφόνευσε ένα γιγαντόσωμον Αιγύπτιον, ύψους πέντε πήχεων. Αυτός ο Αιγύπτιος είχεν στο χέρι του ένα δόρυ, ωσάν το αντί των υφαντών. Ο Βαναίας επέπεσεν εναντίον του με την ράβδον του, ήρπασεν από τα χέρια του Αιγυπτίου το δόρυ και τον εφόνευσε με το ίδιο αυτό δόρυ.
Α Παραλ. 11,24 ταῦτα ἐποίησε Βαναίας υἱὸς Ἰωδαέ, καὶ τούτῳ ὄνομα ἐν τοῖς τρισὶ τοῖς δυνατοῖς·
Α Παραλ. 11,24 Αυτά τα κατορθώματα έκαμεν ο Βαναίας, ο υιός του Ιωδαέ. Αυτός έβγαλεν όνομα μεταξύ των τριών γενναίων.
Α Παραλ. 11,25 ὑπὲρ τοὺς τριάκοντα ἦν ἔνδοξος οὗτος καὶ πρὸς τοὺς τρεῖς οὐκ ἤρχετο· καὶ κατέστησεν αὐτὸν Δαυὶδ ἐπὶ τὴν πατριὰν αὐτοῦ.
Α Παραλ. 11,25 Εγινεν ενδοξότερος μεταξύ των τριάκοντα, αλλά δεν έφθασε τους τρεις. Αυτόν ο Δαυίδ τον κατέστησεν αρχηγόν της σωματοφυλακής του.
Α Παραλ. 11 ,26 καὶ δυνατοὶ τῶν δυνάμεων· Ἀσαὴλ ἀδελφὸς Ἰωάβ, Ἐλεανὰν υἱὸς Δωδωὲ ἐκ Βηθλεέμ,
Α Παραλ. 11,26 Οι γενναίοι άνδρες του στρατού του Δαυίδ ήσαν επίσης και οι εξής· ο Ασαήλ αδελφός του Ιωάβ, ο Ελεανάν υιός του Δωδωέ από την Βηθλεέμ.
Α Παραλ. 11,27 Σαμμὼθ ὁ Ἀρωρί, Χελλὴς ὁ Φελωνί,
Α Παραλ. 11,27 Ο Σαμμώθ, ο οποίος κατήγετο από την Αρώρ, ο Χελλής ο οποίος κατήγετο από την Φελών,
Α Παραλ. 11,28 Ὡρὰ υἱὸς Ἐκκὶς ὁ Θεκωί, Ἀβιέζερ ὁ Ἀναθωθί,
Α Παραλ. 11,28 Ο Ωρά ο υιός του Εκκίς που κατήγετο από την Θεκωί, ο Αβιέζερ που κατήγετο από την Αναθώθ,
Α Παραλ. 11,29 Σοβοχαὶ ὁ Ἀσωθί, Ἠλὶ ὁ Ἀχωνί,
Α Παραλ. 11,29 ο Σοβοχαί ο οποίος κατήγετο από την Ασώθ, ο Ηλί ο οποίος κατήγετο από την Αχών,
Α Παραλ. 11,30 Μοοραΐ ὁ Νετωφαθί, Χολὸδ υἱὸς Νοοζὰ ὁ Νετωφαθί,
Α Παραλ. 11,30 ο Μοοραί ο καταγόμενος από την Νετωφάθ, ο Χολόδ υιός του Νοοζά, που κατήγετο από την Νετωφάθ,
Α Παραλ. 11,31 Αἰρὶ υἱὸς Ῥεβιὲ ἐκ βουνοῦ Βενιαμίν, Βαναίας ὁ Φαραθωνί,
Α Παραλ. 11,31 ο Αιρί υιός του Ρεβιέ καταγόμενος από την Γαβαά, η οποία ανήκεν εις την φυλήν του Βενιαμίν, ο Βαναίας ο οποίος κατήγετο από την Φαραθών,
Α Παραλ. 11,32 Οὐρὶ ἐκ Ναχαλὶ Γάας, Ἀβιὴλ ὁ Γαραβαιθί,
Α Παραλ. 11,32 ο Ουρί που κατήγετο από την Ναχάλ, ο Γαας, ο Αβιήλ ο καταγόμενος από την Γαραβαίθ,
Α Παραλ. 11,33 Ἀζμὼθ ὁ Βαρωμί, Ἐλιαβὰ ὁ Σαλαβωνί,
Α Παραλ. 11,33 ο Αζμώθ ο καταγόμενος από την Βαρώμ, ο Ελιαβά ο καταγόμενος από την Σαλαβών,
Α Παραλ. 11,34 υἱὸς Ἀσὰμ τοῦ Γιζωνίτου, Ἰωνάθαν υἱὸς Σωλὰ ὁ Ἀραρί,
Α Παραλ. 11,34 ο υιός του Ασάμ του Γιζωνίτου, ο Ιωνάθαν ο υιός του Σωλά ο καταγόμενος από την Αράρ,
Α Παραλ. 11,35 Ἀχὶμ υἱὸς Ἀχὰρ ὁ Ἀραρί, Ἐλφὰτ υἱὸς Θυροφὰρ
Α Παραλ. 11,35 ο Αχίμ ο υιός του Αχάρ ο καταγόμενος από την Αράρ, ο Ελφάτ ο υιός του Θυροφάρ,
Α Παραλ. 11,36 ὁ Μεχωραθρί, Ἀχία ὁ Φελλωνί,
Α Παραλ. 11,36 ο καταγόμενος από την Μεχωράθρ, ο Αχία ο καταγόμενος από την Φελλών,
Α Παραλ. 11,37 Ἠσερὲ ὁ Χαρμαδαΐ, Νααραὶ υἱὸς Ἀζοβαί,
Α Παραλ. 11,37 ο Ησερέ ο καταγόμενος από την Χαρμαδά, ο Νααραί ο υιός του Αζοβαί,
Α Παραλ. 11,38 Ἰωὴλ υἱὸς Νάθαν, Μεβαὰλ υἱὸς Ἀγαρί,
Α Παραλ. 11,38 ο Ιωήλ ο υιός του Ναθαν, ο Μεβαάλ ο υιός του Αγάρ,
Α Παραλ. 11,39 Σελὴ ὁ Ἀμμωνί, Ναχὼρ ὁ Βηρωθί, αἴρων σκεύη Ἰωὰβ υἱῷ Σαρουΐα,
Α Παραλ. 11,39 ο Σελή ο οποίος κατήγετο από την Αμμών, ο Ναχώρ ο καταγόμενος από την Βηρώθ, ο βαστάζων τα όπλα του Ιωάβ, υιού της Σαρουΐας,
Α Παραλ. 11,40 Ἰρὰ ὁ Ἰεθρί, Γαρὴβ ὁ Ἰεθρί,
Α Παραλ. 11,40 ο Ιρά ο καταγόμενος από την Ιεθρί, ο Γαρήβ ο καταγόμενος επίσης από την Ιεθρί,
Α Παραλ. 11,41 Οὐρία ὁ Χεττί, Ζαβὲτ υἱὸς Ἀχαϊά,
Α Παραλ. 11,41 ο Ουρίας ο Χετταίος, ο Ζαβέτ ο υιός του Αχαϊά,
Α Παραλ. 11,42 Ἀδινὰ υἱὸς Σαιζὰ τοῦ Ῥουβὴν ἄρχων, καὶ ἐπ᾿ αὐτῷ τριάκοντα.
Α Παραλ. 11,42 ο Αδινά ο υιός του Σαιζά, ο οποίος ήτο αρχηγός της φυλής του Ρουβήν, και τριάκοντα άλλοι μαζή με αυτόν.
Α Παραλ. 11,43 Ἀνὰν υἱὸς Μοωχά, καὶ Ἰωσαφὰτ ὁ Ματθανί,
Α Παραλ. 11,43 Ο Ανάν ο υιός του Μοωχά, ο Ιωσαφάτ ο καταγόμενος από την Ματθάν,
Α Παραλ. 11,44 Ὀζία ὁ Ἀσταρωθί, Σαμαθὰ καὶ Ἰειὴλ υἱοὶ Χωθὰμ τοῦ Ἀραρί,
Α Παραλ. 11,44 ο Οζία ο καταγόμενος από την Ασταρώθ, ο Σαμαθά και ο Ιειήλ, υιοί του Χωθάμ, του καταγομένου από την Αράρ,
Α Παραλ. 11,45 Ἰεδιὴλ υἱὸς Σαμερὶ καὶ Ἰωζαὲ ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ ὁ Θωσαΐ,
Α Παραλ. 11,45 ο Ιεδιήλ υιός του Σαμερί και ο Ιωζαέ ο αδελφός αυτού, καταγόμενος από την Θωσά,
Α Παραλ. 11,46 Ἐλιὴλ ὁ Μαωΐ καὶ Ἰαριβί, καὶ Ἰωσία υἱὸς αὐτοῦ, Ἐλλαὰμ καὶ Ἰεθαμὰ ὁ Μωαβίτης,
Α Παραλ. 11,46 ο Ελιήλ ο καταγόμενος από την Μαω, ο Ιαριβί και ο Ιωσία ο υιός αυτού, ο Ελλαάμ και ο Ιεθαμά ο Μωαβίτης,
Α Παραλ. 11,47 Δαλιὴλ καὶ Ὠβὴδ καὶ Ἰεσσιὴλ ὁ Μεσωβία.
Α Παραλ. 11,47 ο Δαλιήλ, ο Ωβήδ και ο Ιεσσιήλ ο οποίος κατήγετο από την Μεσωβία.
Μην ταράζεσθε και μην ανησυχείτε διότι αυτός που γνωρίζει όσα υποφέρετε
και είναι σε θέση να τα εμποδίσει είναι φανερό ότι δεν τα εμποδίζει, επειδή προνοεί και ενδιαφέρεται για σας.