
Στην ιερά Εικόνα της Παναγίας της «Εγγυήτριας των Αμαρτωλών», η Θεοτόκος εικονίζεται με το Θείο Βρέφος στο αριστερό Της χέρι. Ο Χριστός σφίγγει με τα δύο χεράκια Του το δεξὶ χέρι της Μητέρας Του, όπως συνηθίζεται όταν γίνεται μία συμφωνία. Στις τέσσερις γωνίες της Εικόνας υπάρχει η εξής επιγραφή σε στίχους:
«Ἐγὼ εἶμαι ἡ Ἐγγυήτρια τῶν ἁμαρτωλῶν πρὸς τὸν Υἱόν Μου· Ἐκεῖνος Μοῦ ἔδωσε τὰ χέρια Του γι᾿ αὐτούς, ὅτι πάντοτε θὰ Μὲ ἀκούη, ὥστε ὅσοι Μοῦ ἀπευθύνουν πάντοτε τὸ “Χαῖρε”, θὰ ζητήσουν διὰ μέσου Ἐμοῦ νὰ χαίρωνται αἰωνίως».
Tην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ακολουθώντας την παλιά συνήθεια των μοναχών της Παλαιστίνης ασκήτευε στο σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου στην Αθωνίτικη Βίγλα.
Μέσα στο Σπήλαιο υπάρχει ησυχαστήριο και δύο μικρά παρεκκλήσια, του Ακάθιστου Ύμνου και του Αγίου Νικολάου, που έχουν κοινό ναό.
Στο παρεκκλήσιο του Ακάθιστου Ύμνου φυλάσσεται η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Τη βρήκε μετά από όραμα ο Άγιος Αθανάσιος και τη μετέφερε στο Καθολικό της Μεγίστης Λαύρας, η εικόνα όμως, θαυματουργικά γύρισε στο Σπήλαιο.
Νέα απόπειρα μεταφοράς της κατέληξε στο ίδιο αποτέλεσμα. Όρισε τότε ο Άγιος Αθανάσιος να τιμάται πανηγυρικά με ολονύχτια αγρυπνία στο Σπήλαιο, το Σάββατο του Ακάθιστου Ύμνου. Σύμφωνα με την παράδοση, η εικόνα (Παναγία η Εγγυήτρια) ήρθε στο Σπήλαιο από τα Ιεροσόλυμα και είναι η εικόνα την οποία έβαλε εγγυήτρια της αποχής της από τον πρότερο αμαρτωλό βίο η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, όταν αναχώρησε με μόνο εφόδιο δύο φραντζόλες ψωμί και έμεινε στην έρημο επί 40 χρόνια.