Ορθόδοξη Θεολογία και Θρησκειολογία
Δημοσιεύτηκε: Τετ Φεβ 26, 2014 9:03 pm
Το παρακάτω κείμενο...εγράφη από τον µακαριστό πατέρα Αντώνιο Αλεβιζόπουλο
στις 19.2.1992 και απετέλεσε τµήµα µιας ευρύτερης επιστολής που εστάλη τον Οκτώβριο του 1995 από τον ίδιο, ως υπεύθυνο της «Υπηρεσίας Ενηµερώσεως, Διαλόγου και Πολιτισµού»,
η οποία λειτουργούσε τότε, ....
«Προς πρόσωπα κατέχοντα θέσεις ευθύνης στην πνευµατική, κοινωνική και πολιτική ζωή του ευρυτέρου ορθοδόξου χώρου».
.. παρατίθεται εδώ, προκειμένου να τύχει περαιτέρω συζητήσεως, -εάν είναι επιθυμητό-, μετά και τα τελευταία τεκταινόμενα, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Η ευθύνη της ακαδηµαϊκής µας Θεολογίας
H απολογητική της Εκκλησίας µας πρέπει να ξαναβρεί το αληθινό της περιεχόµενο και
τη βασική θέση που της ανήκει δίπλα από την λατρευτική ζωή, το κήρυγµα και την κοινωνία
αγάπης στα πλαίσια της όλης ζωής και δραστηριότητας του σώµατος της Εκκλησίας.
Η απολογητική της Εκκλησίας µας οφείλει σήµερα όσο ποτέ άλλοτε να αποτελέσει
ιδιαίτερο µέληµα στην προσπάθεια για µία ευρύτερη µόρφωση και προετοιµασία των
µελλοντικών στελεχών της Εκκλησίας. Όµως διαπιστώνουµε πως αυτή την θέση δεν την
συµµερίζονται οι παράγοντες εκείνοι, οι οποίοι έχουν την ευθύνη για την εκπαίδευση των
θεολόγων µας.
Μεταξύ πολλών ακαδηµαϊκών θεολόγων, κυριαρχεί ένα πνεύµα που στρέφεται εναντίον
της εκκλησιαστικής απολογητικής. Στον χώρο των Θεολογικών µας Σχολών υψώνεται ένα
περίεργο και ύποπτο µέτωπο εναντίον της άµυνας της Εκκλησίας µας. Αποφεύγεται
συστηµατικά η οριοθέτηση της ορθοδόξου πίστεως και η αντιπαράθεση.
Τόσο η οριοθέτηση όσο και η αντιπαράθεση αξιολογούνται αρνητικά, διότι, δήθεν,
ιδεολογικοποιούν την πίστη. Η απολογητική διακονία δεν έχει πλέον να αντιµετωπίσει µόνο
την πολεµική από µέρους των ποικίλων αιρέσεων, της παραθρησκείας και από µέρους των
ανθρώπων του κόσµου τούτου, πρέπει να αντιµετωπίσει και την εναντίωση των ανθρώπων
µέσα από την Εκκλησία.
Υπάρχει όµως και κάτι περισσότερο ανησυχητικό σ’ αυτή την υπόθεση. Πίσω από την
αρνητική στάση κρύβεται µία διαφορετική αντίληψη περί της µοναδικότητας της
χριστιανικής Εκκλησίας και της εν Χριστώ σωτηρίας.
Κατά την αντίληψη αυτή, ο Χριστός είναι µεν «η οδός», αλλά αυτή την οδό µπορούν να
την βαδίσουν και άνθρωποι εκτός της χριστιανικής Εκκλησίας. Αυτό οδηγεί τους
ακαδηµαϊκούς αυτούς θεολόγους, όταν οµιλούν για τις διάφορες εξωχριστιανικές θρησκείες, να
µην το κάνουν µε κριτικό πνεύµα ούτε να καταβάλουν προσπάθεια οριοθετήσεως της
ορθοδόξου πίστεως. Έτσι, οι νεαροί θεολόγοι µας εκπαιδεύονται σε ένα «ουδέτερο» πνεύµα.
Αυτό το ουδέτερο πνεύµα, το οποίο σήµερα ονοµάζεται «επιστηµονικό» η
«αντικειµενικότητα», καλλιεργήθηκε από ακαδηµαϊκούς θεολόγους πολύ πριν εµφανισθούν οι
διάφορες αποκρυφιστικές, γκουρουϊστικές, νεογνωστικές οµάδες και ψυχολατρείες. Αυτό
αποδεικνύεται και από εκπαιδευτικά εγχειρίδια για τους θεολόγους φοιτητές κατά τις
τελευταίες δεκαετίες. Όχι η οριοθέτηση η η αντιπαράθεση, αλλά η αναζήτηση «κοινών
σηµείων» και «κοινού θρησκευτικού εδάφους» βρίσκεται στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της
ακαδηµαϊκής µας Θεολογίας, άσχετα από το γεγονός ότι υπάρχουν και λαµπρές εξαιρέσεις.
Σύµφωνα µε την νέα τάση ακαδηµαϊκών µας θεολόγων, εισάγεται νέα χριστολογία και
νέα εκκλησιολογία. Γίνεται έµµεση αντιπαραβολή ανάµεσα στην «κατεστηµένη» ή
«ιστορική Εκκλησία», προφανώς µε την «πνευµατική Εκκλησία», στην οποία ανήκουν
δήθεν και οι οπαδοί εξωχριστιανικών θρησκειών. Ο Χριστός ως λογίζεται παντού,
«κοιµάται» την νύκτα των θρησκειών. Δεν χρειάζεται κανείς να ενταχθεί στην «ιστορική
Εκκλησία», για να γίνει µέτοχος των ενεργειών του Αγίου Πνεύµατος, δηλαδή της σωτηρίας(!)
Με αυτήν την τοποθέτηση γίνεται κατανοητό γιατί µεταξύ ακαδηµαϊκών µας θεολόγων
κυριαρχεί η τάση αντικαταστάσεως της Θεολογίας µε τη θρησκειολογία, πράγµα που σηµαίνει
ολοκληρωτική µετατόπιση του πεδίου. Στο επίκεντρο δεν τίθεται πλέον η θεία αποκάλυψη,
αλλά το θρησκευτικό φαινόµενο, η θρησκευτική παράδοση, η θρησκευτική εµπειρία, το πνεύµα
της θρησκείας. Έτσι, γίνεται λόγος για διαφορετικές θρησκείες που όλες κινούνται στο ίδιο
έδαφος (προσδιορίζονται ψυχολογικά) και πρέπει να αξιολογούνται ως «ίσες και όµοιες».
- 38 -Η τάση αυτή ακυρώνει το έργο του θεολόγου και τον µεταβάλλει σε θρησκειολόγο και
µάλιστα µε την έννοια ότι δεν πρέπει να εκφράζει θέση ούτε να προβαίνει σε αντιπαράθεση,
αλλά να µένει «αντικειµενικός παρατηρητής», δηλαδή να εγκαταλείπει κάθε σταθερό και εκ
των προτέρων προσδιορισµένο πνευµατικό έδαφος.
Αυτή η τάση «πέρασε» στην Αµερική και στην Ευρώπη κατά τον περασµένο αιώνα µε
την παρουσία Ινδών γκουρού στο «Κοινοβούλιο των Θρησκειών» (Σικάγο 1893) και µε τη
Θεοσοφία της Ε.Π. Μπλαβάτσκυ. Στη χώρα µας ακούγονται σήµερα επίσηµες φωνές, το
Ποιµαντικό τµήµα της Θεολογικής Σχολής να µετονοµαστεί σε θρησκειολογικό και το µάθηµα
των Θρησκευτικών να αντικατασταθεί µε θρησκειολογικό µάθηµα. Με αυτόν τον τρόπο η
ποιµαντική της Εκκλησίας µας δέχεται επίθεση από τους υπεύθυνους λειτουργούς της
Ορθοδόξου Θεολογίας.
Εναρµόνιση των θρησκειών
Η νέα τάση εναρµονίζεται κατά ένα τρόπο µε την προπαγάνδα εκατοντάδων
παραθρησκευτικών οµάδων που βρίσκουν απήχηση µεταξύ νέων ανθρώπων. Οι οµάδες αυτές
κηρύττουν ότι δεν υπάρχει αξιολογική διάκριση ανάµεσα στις ιδέες η σε οποιεσδήποτε
θρησκευτικές η άλλες απόψεις. Δεν υπάρχει αντικειµενική διαφορά ανάµεσα στην αλήθεια και
στο ψεύδος, στο καλό και στο κακό. Όλα αποτελούν εκδηλώσεις της µίας πραγµατικότητος
(απόλυτος µονισµός) και ποικίλλουν ανάλογα µε το εξελικτικό επίπεδο του κάθε ανθρώπου,
του κάθε λαού στην κάθε εποχή. Δεν χρειάζεται συνεπώς οριοθέτηση, δεν χρειάζεται αντιπαράθεση.
Αυτή η ισοπέδωση η «εναρµόνιση» των θρησκειών, των αξιών, των πολιτισµών,
«περνάει» τώρα και σε νοµικά κείµενα και διεθνείς συµβάσεις και τείνει να κατοχυρωθεί ως
«διεθνές δίκαιο». Επίλεκτα στελέχη του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισµών ανήκουν σήµερα
στο χώρο αυτό του ακατάσχετου συγκρητισµού και αποκρυφισµού και προωθούν την ιδέα της
πανθρησκείας και του παν-πολιτισµού µε ποικίλους τρόπους.
Από τέτοιους κύκλους καταβάλλεται σήµερα συντονισµένη προσπάθεια να καθοριστούν
ενιαία και για ολόκληρη την ανθρωπότητα οι σκοποί της παιδείας («νέα παγκόσµια
εκπαίδευση»), για να δηµιουργηθεί, όπως διακηρύττουν, ένας «νέος παγκόσµιος
πολιτισµός», µία «νέα παγκόσµια ηθική» και µία «νέα παγκόσµια κοσµική
πνευµατικότητα»!
Βέβαια οι επώνυµοι αυτοί παράγοντες των Διεθνών Οργανισµών, κάνουν αυτές τις
σαφείς διακηρύξεις σε εσωτερικά, αποκρυφιστικά έντυπα. Στα κείµενα των Διεθνών
Συµβάσεων γίνεται λόγος για διάφορους πολιτισµούς, αλλά µέσω των ενιαίων σκοπών της
παιδείας επιδιώκεται η σύγκλιση των θρησκειών και πολιτισµών και η ενοποίηση του κόσµου
µε βάση την εναρµόνιση σε όλους τους τοµείς της ζωής.
Η αποφυγή οριοθετήσεως της πίστεως, η υπογράµµιση του «κοινού εδάφους» και του
«κοινού σκοπού» και «στόχου», στον οποίο «φθάνει κανείς από διαφορετικούς δρόµους»,
αφαιρεί από τους νέους ανθρώπους κάθε σταθερό έδαφος κάτω από τα πόδια τους και οδηγεί
στην πλήρη σύγχυση και αβεβαιότητα.
ΠΗΓΗ: περιοδικό Παρακαταθήκη, τ.28 (Ιαν.-Φεβ. 2003).
στις 19.2.1992 και απετέλεσε τµήµα µιας ευρύτερης επιστολής που εστάλη τον Οκτώβριο του 1995 από τον ίδιο, ως υπεύθυνο της «Υπηρεσίας Ενηµερώσεως, Διαλόγου και Πολιτισµού»,
η οποία λειτουργούσε τότε, ....
«Προς πρόσωπα κατέχοντα θέσεις ευθύνης στην πνευµατική, κοινωνική και πολιτική ζωή του ευρυτέρου ορθοδόξου χώρου».
.. παρατίθεται εδώ, προκειμένου να τύχει περαιτέρω συζητήσεως, -εάν είναι επιθυμητό-, μετά και τα τελευταία τεκταινόμενα, στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Η ευθύνη της ακαδηµαϊκής µας Θεολογίας
H απολογητική της Εκκλησίας µας πρέπει να ξαναβρεί το αληθινό της περιεχόµενο και
τη βασική θέση που της ανήκει δίπλα από την λατρευτική ζωή, το κήρυγµα και την κοινωνία
αγάπης στα πλαίσια της όλης ζωής και δραστηριότητας του σώµατος της Εκκλησίας.
Η απολογητική της Εκκλησίας µας οφείλει σήµερα όσο ποτέ άλλοτε να αποτελέσει
ιδιαίτερο µέληµα στην προσπάθεια για µία ευρύτερη µόρφωση και προετοιµασία των
µελλοντικών στελεχών της Εκκλησίας. Όµως διαπιστώνουµε πως αυτή την θέση δεν την
συµµερίζονται οι παράγοντες εκείνοι, οι οποίοι έχουν την ευθύνη για την εκπαίδευση των
θεολόγων µας.
Μεταξύ πολλών ακαδηµαϊκών θεολόγων, κυριαρχεί ένα πνεύµα που στρέφεται εναντίον
της εκκλησιαστικής απολογητικής. Στον χώρο των Θεολογικών µας Σχολών υψώνεται ένα
περίεργο και ύποπτο µέτωπο εναντίον της άµυνας της Εκκλησίας µας. Αποφεύγεται
συστηµατικά η οριοθέτηση της ορθοδόξου πίστεως και η αντιπαράθεση.
Τόσο η οριοθέτηση όσο και η αντιπαράθεση αξιολογούνται αρνητικά, διότι, δήθεν,
ιδεολογικοποιούν την πίστη. Η απολογητική διακονία δεν έχει πλέον να αντιµετωπίσει µόνο
την πολεµική από µέρους των ποικίλων αιρέσεων, της παραθρησκείας και από µέρους των
ανθρώπων του κόσµου τούτου, πρέπει να αντιµετωπίσει και την εναντίωση των ανθρώπων
µέσα από την Εκκλησία.
Υπάρχει όµως και κάτι περισσότερο ανησυχητικό σ’ αυτή την υπόθεση. Πίσω από την
αρνητική στάση κρύβεται µία διαφορετική αντίληψη περί της µοναδικότητας της
χριστιανικής Εκκλησίας και της εν Χριστώ σωτηρίας.
Κατά την αντίληψη αυτή, ο Χριστός είναι µεν «η οδός», αλλά αυτή την οδό µπορούν να
την βαδίσουν και άνθρωποι εκτός της χριστιανικής Εκκλησίας. Αυτό οδηγεί τους
ακαδηµαϊκούς αυτούς θεολόγους, όταν οµιλούν για τις διάφορες εξωχριστιανικές θρησκείες, να
µην το κάνουν µε κριτικό πνεύµα ούτε να καταβάλουν προσπάθεια οριοθετήσεως της
ορθοδόξου πίστεως. Έτσι, οι νεαροί θεολόγοι µας εκπαιδεύονται σε ένα «ουδέτερο» πνεύµα.
Αυτό το ουδέτερο πνεύµα, το οποίο σήµερα ονοµάζεται «επιστηµονικό» η
«αντικειµενικότητα», καλλιεργήθηκε από ακαδηµαϊκούς θεολόγους πολύ πριν εµφανισθούν οι
διάφορες αποκρυφιστικές, γκουρουϊστικές, νεογνωστικές οµάδες και ψυχολατρείες. Αυτό
αποδεικνύεται και από εκπαιδευτικά εγχειρίδια για τους θεολόγους φοιτητές κατά τις
τελευταίες δεκαετίες. Όχι η οριοθέτηση η η αντιπαράθεση, αλλά η αναζήτηση «κοινών
σηµείων» και «κοινού θρησκευτικού εδάφους» βρίσκεται στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων της
ακαδηµαϊκής µας Θεολογίας, άσχετα από το γεγονός ότι υπάρχουν και λαµπρές εξαιρέσεις.
Σύµφωνα µε την νέα τάση ακαδηµαϊκών µας θεολόγων, εισάγεται νέα χριστολογία και
νέα εκκλησιολογία. Γίνεται έµµεση αντιπαραβολή ανάµεσα στην «κατεστηµένη» ή
«ιστορική Εκκλησία», προφανώς µε την «πνευµατική Εκκλησία», στην οποία ανήκουν
δήθεν και οι οπαδοί εξωχριστιανικών θρησκειών. Ο Χριστός ως λογίζεται παντού,
«κοιµάται» την νύκτα των θρησκειών. Δεν χρειάζεται κανείς να ενταχθεί στην «ιστορική
Εκκλησία», για να γίνει µέτοχος των ενεργειών του Αγίου Πνεύµατος, δηλαδή της σωτηρίας(!)
Με αυτήν την τοποθέτηση γίνεται κατανοητό γιατί µεταξύ ακαδηµαϊκών µας θεολόγων
κυριαρχεί η τάση αντικαταστάσεως της Θεολογίας µε τη θρησκειολογία, πράγµα που σηµαίνει
ολοκληρωτική µετατόπιση του πεδίου. Στο επίκεντρο δεν τίθεται πλέον η θεία αποκάλυψη,
αλλά το θρησκευτικό φαινόµενο, η θρησκευτική παράδοση, η θρησκευτική εµπειρία, το πνεύµα
της θρησκείας. Έτσι, γίνεται λόγος για διαφορετικές θρησκείες που όλες κινούνται στο ίδιο
έδαφος (προσδιορίζονται ψυχολογικά) και πρέπει να αξιολογούνται ως «ίσες και όµοιες».
- 38 -Η τάση αυτή ακυρώνει το έργο του θεολόγου και τον µεταβάλλει σε θρησκειολόγο και
µάλιστα µε την έννοια ότι δεν πρέπει να εκφράζει θέση ούτε να προβαίνει σε αντιπαράθεση,
αλλά να µένει «αντικειµενικός παρατηρητής», δηλαδή να εγκαταλείπει κάθε σταθερό και εκ
των προτέρων προσδιορισµένο πνευµατικό έδαφος.
Αυτή η τάση «πέρασε» στην Αµερική και στην Ευρώπη κατά τον περασµένο αιώνα µε
την παρουσία Ινδών γκουρού στο «Κοινοβούλιο των Θρησκειών» (Σικάγο 1893) και µε τη
Θεοσοφία της Ε.Π. Μπλαβάτσκυ. Στη χώρα µας ακούγονται σήµερα επίσηµες φωνές, το
Ποιµαντικό τµήµα της Θεολογικής Σχολής να µετονοµαστεί σε θρησκειολογικό και το µάθηµα
των Θρησκευτικών να αντικατασταθεί µε θρησκειολογικό µάθηµα. Με αυτόν τον τρόπο η
ποιµαντική της Εκκλησίας µας δέχεται επίθεση από τους υπεύθυνους λειτουργούς της
Ορθοδόξου Θεολογίας.
Εναρµόνιση των θρησκειών
Η νέα τάση εναρµονίζεται κατά ένα τρόπο µε την προπαγάνδα εκατοντάδων
παραθρησκευτικών οµάδων που βρίσκουν απήχηση µεταξύ νέων ανθρώπων. Οι οµάδες αυτές
κηρύττουν ότι δεν υπάρχει αξιολογική διάκριση ανάµεσα στις ιδέες η σε οποιεσδήποτε
θρησκευτικές η άλλες απόψεις. Δεν υπάρχει αντικειµενική διαφορά ανάµεσα στην αλήθεια και
στο ψεύδος, στο καλό και στο κακό. Όλα αποτελούν εκδηλώσεις της µίας πραγµατικότητος
(απόλυτος µονισµός) και ποικίλλουν ανάλογα µε το εξελικτικό επίπεδο του κάθε ανθρώπου,
του κάθε λαού στην κάθε εποχή. Δεν χρειάζεται συνεπώς οριοθέτηση, δεν χρειάζεται αντιπαράθεση.
Αυτή η ισοπέδωση η «εναρµόνιση» των θρησκειών, των αξιών, των πολιτισµών,
«περνάει» τώρα και σε νοµικά κείµενα και διεθνείς συµβάσεις και τείνει να κατοχυρωθεί ως
«διεθνές δίκαιο». Επίλεκτα στελέχη του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισµών ανήκουν σήµερα
στο χώρο αυτό του ακατάσχετου συγκρητισµού και αποκρυφισµού και προωθούν την ιδέα της
πανθρησκείας και του παν-πολιτισµού µε ποικίλους τρόπους.
Από τέτοιους κύκλους καταβάλλεται σήµερα συντονισµένη προσπάθεια να καθοριστούν
ενιαία και για ολόκληρη την ανθρωπότητα οι σκοποί της παιδείας («νέα παγκόσµια
εκπαίδευση»), για να δηµιουργηθεί, όπως διακηρύττουν, ένας «νέος παγκόσµιος
πολιτισµός», µία «νέα παγκόσµια ηθική» και µία «νέα παγκόσµια κοσµική
πνευµατικότητα»!
Βέβαια οι επώνυµοι αυτοί παράγοντες των Διεθνών Οργανισµών, κάνουν αυτές τις
σαφείς διακηρύξεις σε εσωτερικά, αποκρυφιστικά έντυπα. Στα κείµενα των Διεθνών
Συµβάσεων γίνεται λόγος για διάφορους πολιτισµούς, αλλά µέσω των ενιαίων σκοπών της
παιδείας επιδιώκεται η σύγκλιση των θρησκειών και πολιτισµών και η ενοποίηση του κόσµου
µε βάση την εναρµόνιση σε όλους τους τοµείς της ζωής.
Η αποφυγή οριοθετήσεως της πίστεως, η υπογράµµιση του «κοινού εδάφους» και του
«κοινού σκοπού» και «στόχου», στον οποίο «φθάνει κανείς από διαφορετικούς δρόµους»,
αφαιρεί από τους νέους ανθρώπους κάθε σταθερό έδαφος κάτω από τα πόδια τους και οδηγεί
στην πλήρη σύγχυση και αβεβαιότητα.
ΠΗΓΗ: περιοδικό Παρακαταθήκη, τ.28 (Ιαν.-Φεβ. 2003).