Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

Διδακτικές Ιστορίες

Ιστορίες για να γελάσουμε ή να κλάψουμε, αλλά οπωσδήποτε για να προβληματιστούμε.

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Τα Χριστούγεννα ενός άθεου!
Εικόνα
ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ Δ. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ



Σημείωμα Συγγραφέα: Το διήγημα που ακολουθεί – και είχαμε πρωτοδημοσιεύσει πέρυσι – δεν έχει σκοπό να δρέψει λογοτεχνικές δάφνες και βραβεία. Αντίθετα, επιδιώκει να αφυπνίσει συνανθρώπους μας που είναι βυθισμένοι στο σκοτάδι της αθεΐας, φέρνοντάς τους στο ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Για έναν λόγο παραπάνω: Διότι τα όσα αναφέρονται βασίζονται σε πραγματικά περιστατικά, με τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλαγμένα για ευνόητους λόγους.



Ξύπνησε πάλι απότομα. Άγρια. Με τον συνεχόμενο ήχο του κουνουδιού, αντί για τον γνώριμο του κινητού του, που χτυπάει σαν ξυπνητήρι κάθε πρωί στις 8.

«Ούτε να κοιμηθεί κανείς δεν μπορεί», σκέφτηκε και άλλαξε πλευρό γκρινιάζοντας. Προσπάθησε να ξαναβυθιστεί στην αγκαλιά του Μορφέα. Μάταια όμως. Το κουδούνι χτύπαγε σαν τρελό, ξανά και ξανά.

«Τι συμβαίνει;», αναρωτήθηκε για λίγο. Γιατί αμέσως άκουσε χαρούμενα ξεφωνητά παιδιών που έλεγαν τα Κάλαντα. Τους είχαν ανοίξει στο κάτω πάτωμα.

Βλαστήμησε δυνατά. Είχε πάρει άδεια από τη δουλειά τις μέρες αυτές, επίτηδες για να ξεκουραστεί. Με ποιο δικαίωμα τον ενοχλούσαν αυτά τα μυξιάρικα;

Τι είναι σήμερα και τραγουδάνε; Μια συνηθισμένη μέρα. Μια ακόμα μουντή, γκρίζα και παγωμένη μέρα του Δεκεμβρίου.

Μετά θυμήθηκε πως είναι Παραμονή Χριστουγέννων. Έσκασε στα γέλια. «Ρε με τι αηδίες κάθονται και παραμυθιάζονται…», φώναξε με θριαμβευτικό, σαρκαστικό χαμόγελο.

Σηκώθηκε, έφτιαξε καφέ και κάθισε στον υπολογιστή. Είχε μήνυμα από τη Λένα στο Facebook, για να συναντηθούν για τα τελευταία ψώνια «πριν γεννηθεί ο Χριστός», όπως του έγραφε.

Όχι, δεν ήταν καμιά θρησκευόμενη η κοπέλα του. Απλά τον πείραζε, ειδικά αυτές τις μέρες, μιλώντας του συνεχώς γι’ αυτά που εκείνος όχι μόνο δεν πιστεύει, αλλά βρίζει κι από πάνω.

Έτσι έκανε και τώρα. Βλαστήμησε ξανά, με τον ίδιο τρόπο που κάνουν εκατομμύρια Έλληνες. Βαριέται να πάει για ψώνια, αλλά αυτό που τον εκνευρίζει περισσότερο είναι αυτή η «γέννηση».

Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι η μητέρα του, που μένει στον πάνω όροφο μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Τον προσκαλεί στο χριστουγεννιάτικο δείπνο, αλλά του βάζει και μια «αγγαρεία» να κάνει, να πεταχτεί δηλαδή μέχρι τον χασάπη της γειτονιάς και να πάρει μερικά μπριζολάκια.

Με τα χίλια ζόρια ντύνεται και βγαίνει έξω. Μια περίεργη γιορταστική ατμόσφαιρα αναδύεται στην πόλη, παρότι η κίνηση στα μαγαζιά είναι περιορισμένη.

Ανοίγει την πόρτα για να μπει στο κρεοπωλείο. Ταυτόχρονα - κατάρα! - βγαίνει ένας ιερέας. Κρατώντας μια τεράστια γαλοπούλα τυλιγμένη σε ζελατίνα.

Τον κοιτάζει με αηδία. Είναι χοντρός, με αυτά τα μούσια και τις μαύρες πλερέζες, που τον κάνουν ακόμα πιο αντιπαθητικό.

«Ρε τον πεινάλα! Κοίτα να δεις τι γαλοπούλα πήρε να φάει ο βούβαλος!», σκέφτεται. «Ε βέβαια, αφού τους πληρώνουμε τους χαραμοφάηδες…!»

Κουνάει το κεφάλι περιπαικτικά. Ναι, φυσικά και είχε δίκιο! Κλασικός παπάς ήταν αυτός, από εκείνους που βλέπει και σιχαίνεται! Κοίτα τι πήρε να φάει, ενώ ο κοσμάκης πεινάει! ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ!

Ξαφνικά, από την γωνία παραδίπλα, ένα χαρούμενο λεφούσι ξεπετάγεται. Πέντε – έξι παιδάκια τρέχουν κοντά στον παπά, με την μητέρα να προσπαθεί να τα φτάσει. Κάνουν χαρά, επειδή βλέπουν τη μεγάλη γαλοπούλα και το γελαστό πρόσωπο του πατέρα τους.

Ο Μηνάς αποστρέφει το βλέμμα του. «Τι τα θέλει τόσα παιδιά ο αργόσχολος», προσπαθεί να δικαιολογήσει τις προηγούμενες σκέψεις του.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ούτε καταλαβαίνει πώς περνάει το πρωινό. Απορροφημένος στον υπολογιστή, ρίχνει τις τελευταίες ματιές στη δουλειά για το σπίτι που του έδωσε ο προϊστάμενος και σε κάτι άρθρα που του έστειλε ο Λευτέρης.

Μα ναι, είναι πολύ ενδιαφέροντα αυτά που του στέλνει ο κολλητός του! «Έτσι θα αντιμετωπίζεις τους χριστιανούληδες όποτε σου κολλάνε», του έχει πει. Και πράγματι! Αισθάνεται σε θέση ισχύος, ειδικά με αυτό το «zeitgeist» που του έστειλε πρόσφατα.

Αλλά και πόσες ακόμα ιστοσελίδες που ενισχύουν τις απόψεις του, δεν έχει καταχωρήσει στα «αγαπημένα»! Εδώ βρίσκεται τώρα, ανταλλάσοντας απόψεις για τα Χριστούγεννα, μαζί με άλλους λογικούς ανθρώπους, που δεν είναι πρόβατα όπως οι Χριστιανοί.

Το δηλητήριο που ξερνάει η οθόνη του υπολογιστή τον έχει εντελώς απορροφήσει. Ώσπου χτυπάει η πόρτα του.

Είναι η Λένα, που τον περίμενε για μια ώρα στο σημείο που είχαν δώσει ραντεβού. Βάζει τις φωνές. Μια τυπική φασαρία ζευγαριού αρχίζει. Και τελειώνει με βρισιές, απειλές και νέα χτυπήματα, πιο δυνατά αυτή τη φορά, στην πόρτα.

«Ωραία», σκέφτεται. «Πάει κι αυτή, να σε δω με ποιον θα πας το βράδυ στο κλαμπ που έχουμε κλείσει, κακομοίρη μου».

Δεν κάθεσαι σπίτι καλύτερα; Τι τις θες εσύ τις γιορτινές ατμόσφαιρες, γι’ αυτά τα παραμύθια; Τι γιορτάζεις;

Άσε που δεν έχουν μείνει και πολλά λεφτά. Πάνε τα παλιά μεγαλεία με τα μπουκάλια σε πανάκριβα κέντρα της παραλιακής. Φέτος έκλεισε με προσφορά, κι αυτή με το ζόρι.

Χέστα λοιπόν όλα! Παράτα τα! Καλύτερα να μην υπάρχουν Χριστούγεννα, για να μην ξοδεύουμε κιόλας!



Δεν πεινάει, ούτε έχει διάθεση να βγει έξω. Κλεισμένος στο δωμάτιό του, παρέα με τα νέα κείμενα του «atheism. net», περνάει καλύτερα την ώρα του.

Με τα χίλια ζόρια ανεβαίνει πάνω, όταν το βραδάκι η μάνα του τον φωνάζει για φαγητό. Έχουν και ορισμένους καλεσμένους συγγενείς, που έχουν έρθει για «ρεβεγιόν».

Δεν τον ενοχλεί αυτό. Ευτυχώς, δεν υπάρχουν θεούσοι εδώ μέσα. Να φάμε, να πιούμε, να παίξουμε και κάνα χαρτάκι, να πούμε και καμιά βλακεία για να περάσει ανώδυνα η ώρα. Όπως κάθε χρόνο δηλαδή, παραμονή Χριστουγέννων. Βαρεμάρα…

Η ώρα περνάει και κατά τις 2 τα μεσάνυχτα, ένας – ένας οι καλεσμένοι φεύγουν. Για στάσου όμως! Υπάρχει ένας ακόμα, που τώρα έφτασε…!

Είναι ο Λευτέρης, ο φίλος του. Το πρότυπό του. Ο μέντοράς του. Έρχεται με αυτό το γνωστό ύφος γεμάτο αυτοπεποίθηση, σιγουριά και ίσως αλαζονεία.



Ωραία, σκέφτεται. Θα το ξενυχτήσουμε απόψε. Θα πούμε δυο κουβέντες σαν άνθρωποι, βρε αδερφέ! Ο Λευτέρης είναι κάτι σαν…γκουρού γι’ αυτόν.

Αναπόφευκτα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους «χριστιανούληδες» και τα Χριστούγεννα τους. Τους ειρωνεύονται και τους οικτίρουν, για τα «παραμύθια» που πιστεύουν. Εκεί κάπου, ο Λευτέρης του πετάει και κάτι «καινούρια».

«Αυτοί κατέστρεψαν την Ελλάδα, φίλε. Έσφαζαν τους Έλληνες, γκρέμιζαν τους ναούς. Η Ελλάδα τελείωσε στην αρχαιότητα, φίλε. Μαζί με τους θεούς μας».



Στέκεται αποσβολωμένος ο Μηνάς.

«Τους ποιους, είπες; Τους θεούς;»

«Ναι, φίλε. Αυτή είναι η θρησκεία μας και όχι ο εβραιοχριστιανισμός. Αυτήν πιστεύω κι εγώ».

Κρύος ιδρώτας λούζει τώρα τον Μηνά. Τον άθεο, που νόμιζε πως ο φίλος του έχει τις ίδιες απόψεις μ’ εκείνον.

«Μα καλά, εσύ δεν μου λες χρόνια τώρα πως δεν υπάρχει κανένας θεός;;; Τι μου λες για δώδεκα θεούς τώρα; Εγώ δεν πιστεύω ούτε σε Έναν!»

«Μη στενοχωριέσαι, Μηνά», του απαντά εκείνος με το γνώριμο, υπεροπτικό ύφος του.

«Έλα να σου δείξω μερικά μπλογκ που γράφουν γι’ αυτά, να δεις πώς συνδυάζονται όλα».

Τον πιάνει από το χέρι. Ο Μηνάς το τραβάει. Μέσα του, αυτή τη στιγμή συμβαίνει μια τιτανομαχία. Γκρεμίζονται οι ιδέες, τα πιστεύω και τα…δεν πιστεύω του. Αισθάνεται προδομένος.

Όχι, δεν θα ακούσει τον “φίλο” του. Εκείνος είναι και παραμένει άθεος. Ορκισμένος κι αμετακίνητος.



«Λευτέρη, είμαι κουρασμένος», του λέει. «Θα πέσω για ύπνο, τα λέμε αύριο».

«Μα…», ίσα που προλαβαίνει να ψελλίσει εκείνος, πριν η πόρτα κλείσει με δύναμη σχεδόν μπροστά στο πρόσωπό του.

Είναι εκτός εαυτού ο Μηνάς. Αρχίζει να βλαστημά ξανά, με τον γνωστό του τρόπο. Βρίζει αυτά που δεν πιστεύει ότι υπάρχουν! Τα παραμύθια!

Όχι, δεν του φαίνεται κωμικό αυτό. Ίσα – ίσα, τον κάνει να αισθάνεται δυνατός.

Βγαίνει στο μπαλκόνι να καπνίσει τσιγάρο. Η ώρα πήγε 5 το πρωί. Κρύο και απόλυτο σκοτάδι, που διακόπτουν μονάχα κάποια – λίγα, είναι η αλήθεια – φωτάκια που αναβοσβήνουν στην απέναντι πολυκατοικία.

Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη σιγή της νύχτας, μια καμπάνα ακούγεται να τη σπάζει. Θα είναι του Αγίου Αντρέα, της Ενορίας της γειτονιάς του.

Σκάει στα γέλια. «Κοίτα να δεις τρέλα που έχει ο κόσμος, αξημέρωτα να πηγαίνει στην Εκκλησία! Τι να κάνει εκεί; Αφού δεν υπάρχει τίποτα!”



«ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ!»

Το λέει και το ξαναλέει. Με μίσος. Με οργή, σαν να θέλει να βρίσει όχι τα Θεία όπως κάνει πάντα, αλλά τον εαυτό του. Ναι, αυτόν υβρίζει με μανία αυτή τη φορά. Ξεσπά.

«Είμαι ένα τίποτα λοιπόν; Μαζί με όλα τα υπόλοιπα στον κόσμο είμαστε ένα τίποτα;»



Η σκέψη αυτή διαπερνά το μυαλό του σαν ηλεκτροσόκ. Αρνείται να δεχθεί ότι όλα είναι μάταια. Πως υπάρχει μόνο η ύλη, που φθείρεται κι εξαφανίζεται.

Εκείνη τη στιγμή, ακούει βιαστικά βήματα στην είσοδο της πολυκατοικίας του. Σκύβει και βλέπει τον Δήμο μαζί με τους δικούς του, να τρέχουν με τα καλά τους προς τη μεριά της Εκκλησίας.

Καλό παιδί ο Δήμος, αλλά λιγάκι «βαρεμένος». Συμμαθητές στο σχολείο, μα ο Μηνάς τον είχε απομακρύνει από κοντά του. Τον έλεγε «χριστιανοταλιμπάν», επειδή συνεχώς του μίλαγε για τον Θεό.

Παρατηρεί αυτές τις σιλουέτες που απομακρύνονται στο σκοτάδι, μέχρι να χαθούν. Κάθεται και σκέφτεται.

Σίγουρα τώρα θα βρίσκονται στην Εκκλησία. Τι μανία κι αυτή; Τι βρίσκουν πια εκεί πέρα;

«Και δεν πάς κι εσύ να δεις;», ακούγεται μια φωνή από μέσα του, που μοιάζει να ξυπνάει από το λήθαργο ετών.

«Εγώ;;; Είπες, εγώ; Να πάω στην Εκκλησία;;; Εγώ ρε;;; Ρε πας καλά; Με τους παπάδες και τις θεούσες; Τι να πάω να κάνω εκεί εγώ;»

«Πήγαινε, αλλά χωρίς το εγώ σου», ακούγεται και πάλι να αντιλαλεί αυτή η φωνή.

Κάθεται ακίνητος ο Μηνάς. Το σκέφτεται και χωρίς πολλά – πολλά, το αποφασίζει!

Σε λίγο, βρίσκεται καθ’ οδόν για την Εκκλησία. Έχει να πάει από το Γυμνάσιο, που τους πήγαιναν μια φορά το χρόνο. Κι αυτός πήγαινε, για να μην πάρει απουσίες.

Έφτασε κιόλας. Μέσα στο σκοτάδι, ο μικρός ναός μοιάζει με φωτεινό πλεούμενο. Με φάρο που σκορπά ελπίδα, ζεστασιά και γαλήνη.

Ανοίγει την πόρτα. Δεν κάνει το σταυρό του, ούτε ανάβει κερί. Κάθεται πίσω – πίσω όρθιος, για να μην τον βλέπουν.

Τα φώτα είναι μισοσβησμένα. Δεν καταλαβαίνει γιατί. Ώσπου ακούγεται ένας περίεργος ύμνος, που κάτι λέει για αγγέλους που δοξάζουν…τον Χριστό!!!

Ανάβουν τότε όλα τα φώτα. Η ατμόσφαιρα γίνεται γιορτινή και οι ψαλμωδίες πλημμυρίζουν τ’ αυτιά του.

Δεν τις ξέρει, αλλά θέλει να τις ψιθυρίσει. Ειδικά αυτό το «Χριστός γεννάται δοξάσατε», το μαθαίνει κάπως με τη συνεχή επανάληψη.

Δεν κάθεται λεπτό. Ούτε καν παρατηρεί τους γύρω του. Αδιαφορεί για τις «θεούσες». Δεν βλέπει τον παπά αν έχει κοιλιά, αν έχει «χρυσάφια» πάνω του κι αν ψέλνει καλά.

Είναι μόνος του, αυτός κι ο Χριστός.



Σε μια μικρή Εκκλησιά της μεγαλούπολης που λέγεται Αθήνα, μια χαραμάδα φωτός αχνοφέγγει.

Δεν είναι ούτε τα χριστουγεννιάτικα στολίδια, ούτε οι φωτισμένοι πλέον ναοί που πανηγυρίζουν.

Αλλά η ψυχή του Μηνά, που επιτέλους έδιωξε το σκοτάδι και γέμισε με Θείο, Ουράνιο ΦΩΣ…!

Δημήτρης Σωτηρόπουλος
http://www.isagiastriados.com/2012-02-2 ... CF%85.html
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Το πείραμα με τα μπαλόνια

Εικόνα
Μία ομάδα 50 ανθρώπων συμμετείχε σ’ ένα συνέδριο. Ξαφνικά, ένας ομιλητής αποφάσισε να κάνει ένα ομαδικό πείραμα.

Έδωσε σε κάθε σύνεδρο από ένα μπαλόνι, και ζήτησε από τον κάθε ένα να γράψει επάνω, με μαρκαδόρο, το όνομά του/της. Έπειτα, μεταφέρθηκαν όλα τα μπαλόνια σε άλλο δωμάτιο. Ακολούθως, οι σύνεδροι κλήθηκαν να πάνε στο δωμάτιο εκείνο και να βρουν, μέσα σε πέντε λεπτά, το μπαλόνι με το όνομά τους.

Έγινε πανζουρλισμός. Ο ένας έσπρωχνε τον άλλον, συγκρούονταν μεταξύ τους, αλληλοδιαμαρτύρονταν, σκέτος χαμός. Όταν πέρασαν τα 5 λεπτά, κανένας δεν είχε βρει το μπαλόνι του.

Έτσι, ο ομιλητής ζήτησε από τον καθένα να πάρει στα χέρια του ένα μπαλόνι στην τύχη, και να το δώσει σε όποιον είχε το όνομα που ήταν γραμμένο πάνω του. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά, όλοι κρατούσαν το δικό τους μπαλόνι. Και στο σημείο αυτό, ο ομιλητής άρχισε επιτέλους να εκφωνεί τον λόγο του:

«Αυτό που έγινε τώρα, είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει στην ζωή μας. Όλοι γυρεύουν και κυνηγούν παντού μετά μανίας την ευτυχία, χωρίς να ξέρουν που βρίσκεται. Εγώ λέω, λοιπόν, ότι η δική μας ευτυχία, αυτή που αφηνιάζουμε να την ανακαλύψουμε, βρίσκεται στην ευτυχία των άλλων ανθρώπων. Δώστε τους χαρά, και θα την βρείτε και εσείς. Αυτός για μένα, τόσο απλά, είναι ο σκοπός της ζωής».

http://www.isagiastriados.com/2012-02-2 ... CE%B1.html
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Η Ευλογία της Απλότητας
Εικόνα
Το 1922 ήρθε από την Μικρασία με τους πρόσφυγες ένα ορφανό Ελληνόπουλο, ονόματι Συμεών. Εγκαταστάθηκε στον Πειραιά σε μια παραγκούλα και εκεί μεγάλωσε μόνο του. Είχε ένα καροτσάκι και έκανε τον αχθοφόρο, μεταφέροντας πράγματα στο λιμάνι του Πειραιά. Γράμματα δεν ήξερε ούτε πολλά πράγματα από την πίστη μας.

Είχε την μακαρία απλότητα και πίστη απλή και απερίεργη. Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου νυμφεύθηκε, έκανε δύο παιδιά και μετακόμισε με την οικογένεια του στη Νίκαια. Κάθε πρωί πήγαινε στο λιμάνι του Πειραιά για να βγάλει το ψωμάκι του.

Περνούσε όμως κάθε μέρα το πρωί από το ναό του αγίου Σπυρίδωνος, έμπαινε μέσα, στεκόταν μπροστά στο τέμπλο, έβγαζε το καπελάκι του και έλεγε: «Καλημέρα Χριστέ μου, ο Συμεών είμαι. Βοήθησέ με να βγάλω το ψωμάκι μου».

Το βράδυ που τελείωνε τη δουλειά του ξαναπερνούσε από την Εκκλησία, πήγαινε πάλι μπροστά στο τέμπλο και έλεγε: «Καλησπέρα Χριστέ μου, ο Συμεών είμαι. Σ” ευχαριστώ που με βοήθησες και σήμερα».

Και έτσι περνούσαν τα χρόνια του ευλογημένου Συμεών. Περίπου το έτος 1950 όλα τα μέλη της οικογενείας του αρρώστησαν από φυματίωση και εκοιμήθησαν εν Κυρίω. Έμεινε ολομόναχος ο Συμεών και συνέχισε αγόγγυστα τη δουλειά του αλλά και δεν παρέλειπε να περνά από τον άγιο Σπυρίδωνα να καλημερίζει και να καλησπερίζει τον Χριστό, ζητώντας την βοήθεια Του και ευχαριστώντας Τον.

Όταν γέρασε ο Συμεών, αρρώστησε. Μπήκε στο Νοσοκομείο και νοσηλεύτηκε περίπου για ένα μήνα. Μια προϊσταμένη από την Πάτρα τον ρώτησε κάποτε: -Παππού, τόσες μέρες εδώ μέσα δεν ήρθε κανείς να σε δει. Δεν έχεις κανένα δικό σου στον κόσμο; -Έρχεται, παιδί μου, κάθε πρωί και απόγευμα ο Χριστός και με παρηγορεί. -Και τι σου λέει, παππού; -«Καλημέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι, κάνε υπομονή». «Καλησπέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι, κάνε υπομονή».

Η Προϊσταμένη παραξενεύτηκε και κάλεσε τον Πνευματικό της, π. Χριστόδουλο Φάσο, να έρθει να δει τον Συμεών μήπως πλανήθηκε. Ο π. Χριστόδουλος τον επισκέφθηκε, του έπιασε κουβέντα, του έκανε την ερώτηση της Προϊσταμένης και ο Συμεών του έδωσε την ίδια απάντηση.

Τις ίδιες ώρες πρωί και βράδυ, που ο Συμεών πήγαινε στο ναό και χαιρετούσε τον Χριστό, τώρα και ο Χριστός χαιρετούσε τον Συμεών. Τον ρώτησε ο Πνευματικός: -Μήπως είναι φαντασία σου;

-Όχι, πάτερ, δεν είμαι φαντασμένος, ο Χριστός είναι.

-Ήρθε και σήμερα;

-Ήρθε.

-Και τι σου είπε;

-Καλημέρα Συμεών, ο Χριστός είμαι. Κάνε υπομονή, σε τρεις μέρες θα σε πάρω κοντά μου πρωΐ – πρωΐ.

Ο Πνευματικός κάθε μέρα πήγαινε στο Νοσοκομείο, μιλούσε μαζί του και έμαθε για την ζωή του. Κατάλαβε ότι πρόκειται περί ευλογημένου ανθρώπου. Την τρίτη ημέρα πρωΐ – πρωΐ πάλι πήγε να δει τον Συμεών και να διαπίστωσει αν θα πραγματοποιηθεί η πρόρρηση ότι θα πεθάνει.

Πράγματι εκεί που κουβέντιαζαν, ο Συμεών φώναξε ξαφνικά: «Ήρθε ο Χριστός», και εκοιμήθη τον ύπνο του δικαίου. Αιωνία του η μνήμη. Αμήν.

Από το βιβλίο ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ.
http://www.isagiastriados.com/2012-02-29-11-16-42.html
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Ένα μωρό ρώτησε το Θεό
Εικόνα
«Μου λένε πως θα με στείλεις στη Γη αύριο, αλλά πώς υποτίθεται πως θα ζήσω εκεί, που είμαι τόσο μικρό και αβοήθητο?»
«Ο φύλακας άγγελός σου θα είναι εκεί να σε περιμένει και θα σε προσέχει.»

Το παιδί ξαναρώτησε, «Πες μου όμως, εδώ στον παράδεισο για να είμαι ευτυχισμένο, δεν έχω παρά μόνο να τραγουδώ και να γελώ.»

Ο Θεός είπε, «Ο φύλακας άγγελός σου θα τραγουδά και θα γελά για σένα. Και θα νιώθεις την αγάπη του και θα είσαι πολύ χαρούμενο.»
Το παιδί όμως ξαναρώτησε, «Και πως θα καταλαβαίνω τί μου λένε οι άνθρωποι όταν μου μιλούν, αν δε ξέρω τη γλώσσα?»

Ο Θεός είπε, «Ο φύλακας άγγελός σου θα σου πει τις πιό όμορφες και γλυκιές λέξεις που θα ακούσεις ποτέ, και με πολύ υπομονή και φροντίδα, ο άγγελός σου θα σου διδάξει πώς να μιλάς.»

«Και ποιος θα με προστατεύει?»

Ο Θεός είπε, «Ο φύλακας άγγελός σου θα σε προστατέψει ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να δώσει την ίδια του τη ζωή.»

Όταν ήρθε η στιγμή ν’ αφήσει τον Παράδεισο, το παιδί ρώτησε με βιασύνη,

«Θεέ μου, εφόσον είναι να φύγω τώρα, πες μου σε παρακαλώ το όνομα του αγγέλου μου.»

«Απλά θα την φωνάζεις, ΜΑΜΑ.»
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Πληρωμένη απάντηση...
Εικόνα
῞Ενας γέροντας χωρικός έθαβε κάποτε στην άκρη του περιβολιού του το γαιδουράκι του που του είχε ψοφήσει...

Κάποιος όμως νεαρός άπιστος που περνούσε εκείνη την ώρα από τον δρόμο θέλησε να τον πειράξει.

- Μπράβο, μπάρμπα-Θωμά, του είπε. ῎Ανθρωπος του Θεού εσύ, ποτέ δεν το περίμενα να θάβεις το γαιδούρι σου χωρίς να το πας στην ᾽Εκκλησία για να σού το διαβάσουν οι παπάδες.

Κι ο γεροθυμόσοφος του απάντησε:

- Μα, το γαιδούρι μου το θάβω χωρίς παπά, διότι, βρε, παιδί μου, δεν πίστευε στον Θεό σαν και σένα καλή ώρα...

(Από το βιβλίο του Κ. Κούρκουλα, ῾ΨΙΧΙΑ ΑΠΟ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ')
http://agiameteora.net/index.php/istori ... ntisi.html
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Η ΓΙΑΓΙΑ ΚΑΙ Ο ΧΑΡΟΝΤΑΣ

Εικόνα

Μιά φορά ήταν μια γριά και κάθε πρωί έβγαινε στο δάσος και μάζευε ξύλα για τη φωτιά της και χορταράκια, για να φάει. Καθώς εγύριζε μια μέρα φορτωμένη στον ώμο τα ξύλα και στην ποδιά της τα χόρτα, στο δρόμο συναντάει τον χάροντα. -Γεια και χαρά σου, χάροντα, του λέει, για ποιον με το καλό;
-Για του λόγου σου θεια, της λέει ο χάροντας. Άντε, ετοιμάσου να σε πάρω. -Τώρα, του λέει, να πάω σπίτι να ξεφορτωθώ και να ετοιμασθώ. Και για νάχω καλό ρώτημα, σαν πως θέλεις να ετοιμασθώ; – Όπως θέλεις εσύ, απαντάει ο χάροντας. Τότε η γριά πηγαίνει στο σπίτι, ανάβει το τζάκι και βάζει να βράσει τα χόρτα. Ύστερα έπιασε να ζημώσει ψωμιά, έφτιαξε και κουλούρια για συγχώρεση. Ύστερα έστρωσε τραπέζι και περίμενε νά ψηθούν τα ψωμιά. Τότε παρουσιάσθηκε o χάροντας και τη ρωτάει: -Ε, ετοιμάστηκες θειά; -Περιμένω γιε μου να βράσουν τα χόρτα, να ξεφουρνίσω το ψωμί και να φαμε. Δεν κάθεσαι και του λόγου σου να φας μαζί μου; -Μα δεν μ’ έχεις κακία θεια, που θά σου πάρω την ψυχή; -Μπα, γιατί να σου΄χω κακία. Όπου την πας την ψυχή μου, θάρχομαι κι εγώ μαζί. -Και το κορμάκι σου, που θα τ' αφήσεις εδώ; ξαναρωτάει ο χάροντας. – Ε, αυτό είναι δική μου υπόθεση, απαντάει η γριά. Εγώ θα το παραδώσω στον Θεό και θα μου το φυλάει. Είδες που βάζομε σταυρό πάνω απ’ τα μνήματα; Απάνω στην ώρα έβρασαν και τα χόρτα, μύρισε και το ψωμί στο φουρνο και η γριά κατέβασε το φαΐ, ξεφούρνισε κι έβαλε στο τραπέζι δυο πιάτα χόρτα και κάμποσες φέτες ψωμί. Ο χάροντας όμως φαίνονταν στενοχωρημένος και δεν ήθελε να φάει. Δεν μου κάνει κέφι να παίρνω ανθρώπους, που δεν κλαίνε, λέει στη γριά. Και δεν μου λές κι εμένα το λόγο; λέει η γριά. Τι σημασία έχει αν κλαίνε ή όχι; «Όταν κλαίνε και θρηνουνε, μόνο τότε είναι δικοί μου και τους πάω στην κόλαση. Όταν είναι ευχαριστημένοι και ήσυχοι, μου τους παίρνει o Θεός και τους πάει ίσια στον Παράδεισο». Γι’ αυτό κι έχεις κακό όνομα, του λέει η γριά. Φάε λίγο να ζεσταθεί η ψυχή σου, να κάνεις το σταυρό σου, μήπως και πάψεις να κολάζεις τον κόσμο. Τότε o χάροντας έσκασε απ’ το κακό του, πετιέται επάνω και φεύγει λέγοντας. -Εσένα έτσι κι έτσι χαμένη σ’ έχω. Τι κάθομαι και χασομερώ μαζί σου. Έτσι έφυγε o χάροντας κι η γριά ζει ακόμα και ποιος ξέρει πόσο ακόμα θα ζει και θα ‘ναι κι ευχαριστημένη και καλόγνωμη.

http://panagiamegalohari.gr/%CE%B7-%CE% ... %B1%CF%83/
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

«Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό»
Εικόνα
Ζούσε κάποτε, σ’ ένα χωριό μία χήρα πολύ φτωχιά με το μοναχογιό της. Για να μεγαλώσει το παιδί της ξενοδούλευε κι επειδή έβαλε σ’ αυτό όλο το μεράκι της,άπ’ τον καημό της αποφάσισε να το σπουδάσει. Πήγε λοιπόν κι έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Παναγία κι έλεγε: «Παναγία μου αξίωσέ με εμένα την αμαρτωλή να σπουδάσω το μοναχογιό μου». Έτσι με χίλιες στερήσεις και προσευχές κατάφερε η φτωχή χήρα να σπουδάσει το γιό της γιατρό.
Κάποια μέρα, με το δίπλωμα στην τσάντα ξεκίνησε ο γιατρός να επισκεφτεί τη μάνα του,που είχε πιά γεράσει, για να την ευχαριστήσει. Η μάνα τον υποδέχτηκε με πολλή χαρά και με βαθιά ευγνωμοσύνη στην Παναγία, που την αξίωσε να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής της.
Την άλλη μέρα, Κυριακή, πηγαίνει και ξυπνάει το γιό της και του λέει: «Σήκω, γιέ μου, να πάμε να ευχαριστήσουμε την Παναγία για την προκοπή σου. Ο γιατρός όμως της αρνήθηκε να πάει στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε, όπως είπε, στα λόγια της και τα θεωρεί ξεπερασμένα.

Η μάνα φαρμακώθηκε, δεν είπε τίποτε, μόνο πήγε μονάχη της κι έκλαψε μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης με ευχαριστία αλλά και πόνο. Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιός της, ο γιατρός, τη ρώτησε: «Ε μάνα, τι κατάλαβες απ’ τα λόγια της εκκλησίας, εσύ, αγράμματη γυναίκα;» Η χήρα δεν απάντησε, μόνο έπιασε ένα καλάθι από την αποθήκη και του λέει: «Γιε μου, το πρωί δεν με άκουσες να ‘ρθείς μαζί μου στην εκκλησία. Συγχωρεμένος να είσαι. Τώρα όμως θέλω να μου κάνεις μία άλλη χάρη και μη μου την αρνηθείς. Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό. «Μα με το καλάθι να σου φέρω νερό, μάνα; Τόσο τα χεις χαμένα»;Λέει εκείνος. «Πήγαινε εσύ για το χατίρι μου, του απαντάει εκείνη, κι ο,τι θέλει ας γίνει».
Παραξενεμένος ο γιατρός, πηγαίνει στο ποτάμι, βουτάει μέσα το καλάθι, το βγάζει και γυρίζει στο σπίτι με το καλάθι άδειο. «Να, μάνα το καλάθι σου, όπως μου το ‘δωσες. Σου την έκανα την χάρη. Βλέπεις εσύ να έχει νερό μέσα;», λέει ο γιατρός.«Ευχαριστώ, γιέ μου, που μ’ άκουσες. Βλέπεις όμως εσύ το καλάθι όπως σου το’δωσα»; Απαντάει η μάνα. «Έ ναί, μόνο που είναι βρεγμένο». «Βλέπεις λοιπόν, γιέ μου, ότι δεν είναι το ίδιο, όπως σου το ‘δωσα; Το πήρες στεγνό, κατάξερο και μου το ‘φερες μουσκεμένο. Έτσι κι εγώ πηγαίνω αγράμματη στην εκκλησία, δεν φέρνω τη σοφία της, αλλά είμαι δροσισμένη άπ’ τη χάρη της και αυτό με συντηρεί τόσα χρόνια και κατάφερα με τη χάρη Της να σε σπουδάσω.
Τότε κατάλαβε ο γιατρός, ότι ο Θεός «εμώρανε την σοφία του κόσμου τούτου… και τα μωρά του κόσμου εξελέξατο…» κι έβαλε μετάνοια στη μάνα του και πήγαν ύστερα μαζί στην εκκλησία κι ευχαρίστησαν την Παναγία.

μακαριστού Οικονόμου π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους
http://panagiamegalohari.gr/%CE%B8%CE%A ... %84%CE%BF/
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Ο γέρος, το παιδί και ο γάιδαρος
Εικόνα
Μια φορά κι έναν καιρό ένας γέρος καβάλα σ’ένα γαϊδουράκι, που το έσερνε ένα αγόρι, διέσχιζε ένα κεφαλοχώρι. Κάποιοι που τον είδαν είπαν: «Για κοίτα το γέρο, μάλλον ξεκούτιανε· απολαμβάνει τον περίπατο χωρίς να υπολογίζει το φτωχό αγόρι που μόλις το κρατούν τα πόδια του!

Ύστερα από λίγο ο γέρος κατέβηκε από το γαϊδούρι και ανέβασε το αγόρι, ενώ εκείνος προπορευόταν σέρνοντάς το από το καπίστρι του. Δεν πρόφτασαν να διανύσουν ούτε εκατό μέτρα και κάποιος τολμηρός σχολίασε μεγαλόφωνα: «Συγχαρητήρια! Οι γέροι να τρεκλίζουν και τα παλιόπαιδα καβάλα. Δεν υπάρχει πλέον σεβασμός στον κόσμο!» Το μικρό αγόρι το άκουσε και έγινε κατακόκκινο σαν την παπαρούνα από την ντροπή του. Παρακάλεσε το γέρο να ανεβεί και εκείνος στο γαϊδούρι και έτσι καβάλα κι οι δυο συνέχισαν την πορεία.

Προτού φτάσουν στην πηγή να ξεδιψάσουν και να ποτίσουν το ζωντανό, τους συνάντησαν κάποιο καραβάνι. Αντί για χαιρετισμό από τους ανθρώπους του καραβανιού δέχτηκαν ομοβροντία επιπλήξεων: «Έχετε σκοπό να ξεκάμετε το ζωντανό; Μήπως θα θέλατε να το φορτώσετε και κανένα αγκωνάρι για να ξεμπερδεύει μια ώρα γρηγορότερα;» είπαν. Χωρίς να μιλήσουν, το παιδί και ο γέρος ξεκαβαλίκεψαν αμέσως και συνέχισαν την πορεία τους αμίλητοι.

Φτάνοντας στην άκρη της άλλης πόλης κουρασμένοι και κάθιδροι ακούνε κάποιον να περνά δίπλα τους ψιθυρίζοντας: «Με τέτοια ζέστη και πάνε με τα πόδια! Τι τον έχουν το γάιδαρο, μόνο για να τον ταΐζουν;». Ο γέρος και το αγόρι αλληλοκοιτάχτηκαν.

-Αγόρι μου, είπε ο γέρος, οργάνωσε τη ζωή σου όπως εσύ νομίζεις ότι είναι ο καλύτερος τρόπος, επιλέγοντας εκείνο που δεν θα βλάψει το συνάνθρωπό σου ή τουλάχιστον που θα προκαλέσει τη μικρότερη ζημιά σε όλους. Έχε υπόψη σου ότι με τον τρόπο που θα ενεργήσεις ποτέ δεν θα συμφωνήσουν οι πάντες. Κάποιοι θα σε αποδεχθούν και κάποιοι όχι. Πάντα όμως θα υπάρχουν εκείνοι που θα σε κριτικάρουν!!!

Από το Διαδίκτυο, διασκευή από τα ισπανικά, Αθανάσιος Γκάτζιος
http://www.isagiastriados.com/2012-02-29-11-16-42.html
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

Μην αναλύεις τα πάντα. Χάνεται η μαγεία!
Εικόνα
Τελικά η υπερβολική ανάλυση των πάντων κάνει κακό κι ας μην το καταλαβαίνουμε. Μας βοηθάει σαφώς να τα «βάζουμε» κάτω εκείνη τη στιγμή, να παίρνουμε μολύβι και χαρτί και να προσπαθούμε να βγάλουμε άκρη. Να δούμε που πάει όλο αυτό που μας απασχολεί. Μήπως όμως έτσι χάνεται η μαγεία;

Κάποια πράγματα δεν πρόκειται να πάρουν ποτέ «μπρος» αν δεν τα σπρώξουμε εμείς. Κάποια αλλά όμως υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν γιατί απλά μια αλληλουχία καταστάσεων οδήγησαν σε αυτό που έχουμε μπροστά μας. Αν το αναλύσουμε, είναι σαν να το πειράζουμε. Δεν το θέλουμε αυτό.

Σε όλο αυτό το «τελετουργικό» που σίγουρα θέλει μαγκιά και θάρρος για να μην το κάνει κάποιος, άλλωστε οι ανασφάλειες είναι μια κρυφή υπερδύναμη, μια λέξη επικρατεί. Το «αν». Αν ήμουν αλλιώς θα είχα κάνει αυτό, αν είχα μιλήσει όταν έπρεπε, αν ήμουν λίγο πιο τολμηρός, αν μπορούσα θα ήμουν εκεί, αν αν αν… Γιατί;

Άσε τα αν και δέξου ότι πέτυχες. Ναι, πέτυχες! Ποιος σου εγγυάται πως αν ήσουν κάτι από αυτά τα αν που ξεστόμισες θα είχες το επιθυμητό αποτέλεσμα; Κι αν ήταν χειρότερα; Σημασία έχει να παλεύεις για αυτό που θες, να μην εγκαταλείπεις αλλά ταυτόχρονα να μη μετανιώσεις ποτέ που ήσουν ο εαυτός σου.

Στο κάτω κάτω όλα αυτά τα αν, σκέφτηκες αν σου ταιριάζουν;

Δέξου τα γεγονότα, δέξου αυτά που έχεις μπροστά σου και προχώρησε με αυτά. Ταυτόχρονα όμως μην συμβιβάζεσαι με τίποτα λιγότερο από το ΟΛΑ και με τίποτα λιγότερο από το ΠΟΛΥ. Μην αναλύεις αυτά που είναι μπροστά σου στην ουσία και μπορείς να καλυφθείς με μια απλή απάντηση. Άλλωστε είπαμε, κερδισμένος είσαι. Κέρδισες όταν όλο αυτό που έφτιαξες «ξεπετάχτηκε» από μέσα σου.
http://panagiamegalohari.gr/%CE%BC%CE%B ... %AF%CE%B1/
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Άβαταρ μέλους
ΜΑΝΩΛΗΣ
Δημοσιεύσεις: 5627
Εγγραφή: Δευ Ιαν 06, 2014 11:38 am
11

Re: Διδακτικές Ιστορίες

Δημοσίευση από ΜΑΝΩΛΗΣ »

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΔΕΟΣ!!!Ο ΚΥΡΙΟΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΥΣ ΜΕ ΜΟΡΦΗ ΜΟΝΑΧΟΥ!!!ΚΙ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ!!!

Εικόνα

Aπίστευτο δέος…

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΝΕΑΡΟΙ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ, ΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΩΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΑΝΑΠΟΦΑΣΙΣΤΟΙ ΑΝ ΘΑ ΤΗΝ ΔΙΑΒΟΥΝ, Η ΟΧΙ …

“ΡΕ ΛΕΥΤΕΡΗ ΔΕΝ ΚΑΝΕΙ ΜΕ ΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ ΜΕΣΑ, ΘΑ ΜΑΣ ΔΙΩΞΟΥΝ…”

“ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΛΕΣ, ΠΕΡΠΑΤΑΤΕ ΚΑΙ ΣΤΟ ΦΙΝΑΛΕ Η ΔΙΚΙΑ ΜΟΥ ΜΑΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΡΩΣΤΗ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΦΗΣΟΥΝ,

ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΛΑ …”

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΕΙΑ ΕΙΡΩΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΑΝΟΙΓΕΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ, ΕΝΩ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΔΥΟ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΚΟΝΤΟΣΤΕΚΟΝΤΑΙ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΚΑΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΔΙΣΤΑΚΤΙΚΟΙ …

ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΚΑΙ ΒΛΕΠΕΙ ΕΝΑ ΜΟΝΑΧΟ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΖΕΙ ΛΙΓΑ ΜΕΤΡΑ ΠΙΟ ΠΕΡΑ …

“ΑΝΟΙΚΤΑ ΕΙΝΑΙ; ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ;” ΡΩΤΑΕΙ ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΤΩΡΑ ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ ΣΤΟ ΧΕΡΙ ΜΕ ΘΡΑΣΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΩΝΙΚΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ …

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΖΕΙ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ …

“ΣΕ ΣΕΝΑ ΜΙΛΑΩ ΠΑΠΑ” ΚΑΙ ΓΥΡΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΦΙΛΟΥΣ ΤΟΥ:

“ΡΕ ΣΕΙΣ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΩΝ ΚΟΥΦΩΝ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;”

ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΑΖΕΥΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΔΙΣΤΑΖΟΥΝ ΝΑ ΜΠΟΥΝ, ΕΝΩ Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΤΟ ΣΚΟΥΠΙΣΜΑ ΚΑΙ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΕ ΤΡΟΜΕΡΗ ΗΡΕΜΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ, ΑΝΑΓΚΑΖΕΙ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΑΚΙΝΗΤΟΙ:

“ΣΒΗΣΤΕ ΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ ΚΑΙ ΜΠΕΙΤΕ, ΑΛΛΙΩΣ ΜΕΙΝΕΤΕ ΕΞΩ ΓΙΑΤΙ ΜΕΣΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ …”

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΣΑΣΤΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ, ΑΛΛΑ ΘΥΜΩΜΕΝΟΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΚΑΙ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΕΙΑ ΑΥΘΑΔΕΙΑ ΑΠΑΝΤΑΕΙ ΣΤΟΝ ΜΟΝΑΧΟ …

“ΓΙΑΤΙ ΑΝ ΔΕΝ ΤΟ ΣΒΗΣΩ, ΤΙ ΘΑ ΠΑΘΩ;”

Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΗΡΕΜΟΣ ΚΑΙ ΜΕ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΠΕΡΙΕΡΓΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΛΕΕΙ:

“ΠΛΗΣΙΑΣΕ ΚΑΙ ΤΡΑΒΑ ΜΙΑ ΡΟΥΦΗΞΙΑ …”

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΥΠΑΚΟΥΕΙ ΧΑΜΟΓΕΛΩΝΤΑΣ ΕΙΡΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΒΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΕΙΣΠΝΕΕΙ ΜΕ ΒΑΘΙΑ ΡΟΥΦΗΞΙΑ, ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΝΑ ΤΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΤΑΙ …

ΟΜΩΣ ΑΜΕΣΩΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΚΠΝΕΥΣΕΙ ΤΟΝ ΚΑΠΝΟ ΚΑΙ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΒΗΧΕΙ ΤΟΣΟ ΕΝΤΟΝΑ ΠΟΥ ΚΙΝΔΥΝΕΥΕΙ ΝΑ ΠΝΙΓΕΙ …

“ΑΝ ΔΕΝ ΒΓΕΙΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΩΡΑ ΑΜΕΣΩΣ ΔΕΝ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙΣ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΠΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΠΝΙΓΕΙΣ ” ΛΕΕΙ Ο ΜΟΝΑΧΟΣ …

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΓΑΙΝΕΙ ΓΡΗΓΟΡΑ ΕΞΩ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΕΙ ΟΤΙ ΟΝΤΩΣ Ο ΚΑΠΝΟΣ ΒΓΑΙΝΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΣΩΘΙΚΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΧΕΤΑΙ ….

ΜΕ ΠΕΙΣΜΑ ΟΜΩΣ ΜΠΑΙΝΕΙ ΠΑΛΙ ΜΕΣΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙ ΤΟΝ ΚΑΠΝΟ ΠΟΥ ΡΟΥΦΗΞΕ ΠΑΛΙ ΑΠΟ ΤΟ ΤΣΙΓΑΡΟ …

ΠΑΘΑΙΝΕΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΟΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΣΒΗΣΕΙ …

ΤΟ ΠΕΤΑΕΙ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΦΙΛΟΥΣ ΤΟΥ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΟΠΟΥ Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΖΕΙ …

Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΕΙΧΕ ΜΕΣΑ ΤΟΥ ΜΙΑ ΕΝΤΟΝΗ ΑΠΟΡΙΑ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΡΥΦΟ ΘΑΥΜΑΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ …

ΔΕΝ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕ ΣΤΑ ΕΝΔΟΤΕΡΑ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΑΛΛΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥ …

“ΘΑ ΜΟΥ ΠΕΙΣ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΠΟΥ ΜΟΥ ΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕ ΑΝΑΓΚΑΣΕΣ ΝΑ ΒΗΧΩ;”

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΤΟΝ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΕ ΣΟΒΑΡΟΤΗΤΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ ΤΟΣΗ ΠΟΥ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΜΙΛΗΣΕΙ ΝΙΩΘΕΙ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΥΣ ΝΑ ΛΙΩΝΟΥΝ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΝ ΚΟΙΤΑΖΟΥΝ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΑΝ ΤΟΝ ΠΙΟ ΣΤΟΡΓΙΚΟ ΠΑΤΕΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΣΑΝ ΠΟΤΕ …

“ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΚΟ ΣΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ”

“ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΝΗ ΓΙΑΤΙ ΜΟΥ ΤΟ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΠΑΤΕΡ;”

“ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΟΝΗ ΣΕ ΑΦΗΝΕΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ Ο ΣΑΤΑΝΑΣ, ΟΤΑΝ ΕΡΧΕΣΑΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΟΜΩΣ, ΑΠΑΙΤΕΙ ΝΑ ΤΗΡΕΙΣ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΕΣ, ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΟΥ ΚΑΛΟ …

ΑΛΗΘΕΙΑ, ΓΙΑΤΙ ΗΡΘΕΣ ΣΗΜΕΡΑ ΕΔΩ;”

“ΗΡΘΑ ΝΑ ΑΝΑΨΩ ΕΝΑ ΚΕΡΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΡΡΩΣΤΗ” …

“ΠΩΣ ΤΟ ΔΕΧΘΗΚΕΣ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΗΡΘΕΣ, ΑΦΟΥ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ;”

“ΠΙΣΤΕΥΩ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΤΟ ΕΙΠΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟ ΥΠΟΣΧΕΘΗΚΑ”

“Η ΜΑΝΑ ΣΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΗΝ, ΟΠΩΣ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΠΙΟ ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΛΕΠΤΟΣ …

ΝΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣ ΠΙΟ ΗΡΕΜΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΦΩΝΕΣ …

ΝΑ ΜΗΝ ΠΡΟΚΑΛΕΙΣ ΦΑΣΑΡΙΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΣΕΒΕΣΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΟΥ …

ΕΤΣΙ ΔΕΝ ΣΟΥ ΕΛΕΓΕ ΕΧΘΕΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ;”

“ΜΑ ΠΩΣ ΤΟ ΞΕΡΕΙΣ ΑΥΤΟ; ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;”

“ΣΟΥ ΕΙΠΑ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΣΥ ΟΦΕΙΛΕΙΣ ΝΑ ΤΟΝ ΑΚΟΥΣ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΡΕΙΣ ΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ, ΑΥΤΟ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΠΡΟΣ ΩΡΑΣ, ΓΙΑΤΙ ΣΕ ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ ΕΚΕΙΝΟΣ ΘΑ ΣΑΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΣΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΔΕΙΝΑ ΠΟΥ ΕΡΧΟΝΤΑΙ …

ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ ΑΝ ΔΕΝ ΒΡΕΙΣ ΤΣΙΓΑΡΟ ΝΑ ΚΑΠΝΙΣΕΙΣ;”

“ΦΟΝΟ, ΓΙΑΤΙ ΧΩΡΙΣ ΦΑΙ ΚΑΙ ΝΕΡΟ ΖΩ,

ΧΩΡΙΣ ΤΣΙΓΑΡΟ, ΟΥΤΕ ΛΕΠΤΟ …”

“ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΟΥ ΜΕΣΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΑΥΤΗ Η ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΨΕΥΤΙΚΗ …

ΜΙΑ ΟΥΤΟΠΙΑ ΣΕ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΣΤΕΡΗΤΙΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΠΟΥ ΣΕ ΚΑΝΕΙ ΟΡΓΑΝΟ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΣΟΥ ΚΑΙ ΔΙΝΕΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΝ ΣΑΤΑΝΑ …

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΣΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΙΠΟΤΑ ΑΠΟ ΟΛΑ ΑΥΤΑ, ΤΟ ΑΝΤΙΘΕΤΟ ΣΕ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΣΕ ΑΦΗΝΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΡΜΑΙΟ ΤΩΝ ΚΑΚΩΝ

ΤΟΥΣ ΕΠΙΒΟΥΛΩΝ ….

ΣΕ ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ Ο ΚΟΣΜΟΣ, ΚΑΙ ΕΣΥ ΜΑΖΙ, ΘΑ ΣΤΕΡΗΘΕΙΤΕ ΒΑΣΙΚΑ ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΘΑ ΞΕΧΑΣΕΙΣ ΤΑ ΠΑΘΗ ΣΟΥ, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΕΧΕΙΣ ΧΡΟΝΟ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΗ ΝΑ ΑΣΧΟΛΗΘΕΙΣ ΜΕ ΑΥΤΑ, ΔΙΝΟΝΤΑΣ ΑΞΙΑ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ, ΠΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ …

Η ΠΕΙΝΑ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΨΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΚΑΚΟ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΘΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ …

ΑΥΤΟ ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΜΑΣΤΙΓΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ, ΓΙΑΤΙ Ο ΦΟΒΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ “ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΟΥΣ” ΑΛΛΟΔΑΠΟΥΣ ΘΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗΣ ΠΟΥ ΘΑ ΥΠΟΣΤΕΙΤΕ …

ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΜΕΣΑ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ ΘΑ ΕΚΛΕΙΨΟΥΝ ΚΑΙ Η ΖΩΗ ΣΑΣ ΘΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΑΦΗΝΟΝΤΑΣ ΠΙΣΩ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ΚΕΡΔΙΣΑΤΕ … ”

“ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΕΤΥΧΕΣ ΝΑ ΜΕ ΤΡΟΜΑΞΕΙΣ, ΑΛΛΑ ΤΙ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙΣ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;”

“ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΣΩΤΗΡΑ ΧΡΙΣΤΟ”

“ΠΩΣ ΘΑ ΤΟ ΠΕΤΥΧΟΥΜΕ ΑΥΤΟ;”

“ΑΝ ΕΙΣΑΙ ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΕΙΧΝΕΙΣ ΟΤΙ ΕΙΣΑΙ ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ, ΗΡΕΜΟΣ, ΥΠΟΜΟΝΕΤΙΚΟΣ ΜΕ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ, ΤΟΤΕ ΕΙΣΑΙ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ …

ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ, ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΣΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΚΑΜΑΡΩΝΕΤΕ ΟΤΙ ΑΓΑΠΑΤΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ …

ΝΑ ΘΥΜΑΣΤΕ ΟΤΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΣΤΙΣ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΠΟΥ ΘΑ ΕΡΘΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑΝ ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΣΕΙ ΑΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΟ …”

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΦΗΝΕΙ ΤΗ ΣΚΟΥΠΑ ΚΑΙ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ ΑΜΙΛΗΤΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ, ΕΝΩ ΤΑ ΤΡΙΑ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΝΑΟ …

ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΜΕ ΕΥΛΑΒΙΑ ΜΕΣΑ, ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΝ, ΔΕΙΧΝΟΝΤΑΣ ΠΟΣΟ ΒΑΘΙΑ ΔΙΕΙΣΔΥΣΑΝ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ …

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΡΩΤΑΕΙ ΤΟΝ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΜΟΝΑΧΟ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΚΑΙ ΑΝΑΒΕ ΤΑ ΚΑΝΤΗΛΙΑ:

“ΠΩΣ ΛΕΝΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΠΟΥ ΣΚΟΥΠΙΖΕ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΛΙΓΟ ΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ; ΜΑΣ ΜΙΛΗΣΕ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΡΩΤΗΣΑΜΕ

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ …”

Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ ΑΠΟΡΗΜΕΝΟΣ ΑΠΑΝΤΑΕΙ:

“ΟΛΟΙ ΟΙ ΜΟΝΑΧΟΙ ΠΟΥ ΖΟΥΝ ΣΤΗ ΜΟΝΗ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΕΔΩ ΚΑΙ ΠΟΛΛΗ ΩΡΑ ΜΕ ΤΟΝ ΗΓΟΥΜΕΝΟ …

“ΚΑΝΕΙΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΖΕ ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΛΕΤΕ …

ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ ΑΛΛΟ ΜΟΝΑΧΟ ΜΟΥ ΜΙΛΑΤΕ;”

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΕΜΕΙΝΑΝ ΑΝΑΥΔΟΙ, ΤΟ ΙΔΙΟ ΚΑΙ Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ ΟΤΑΝ ΤΟΥ ΕΞΗΓΗΣΑΝ ΤΙ ΣΥΝΕΒΗ !!!

panagiamegalohari.gr
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Σοβαρές και αστείες ιστορίες και ποιήματα, Serious and funny stories and poems”