Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Γεγονότα, εικόνες και ντοκουμέντα από το βίο των αγιασμένων μορφών της εποχής μας

Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge

Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΑΝΙΗΛ ΓΟΥΒΑΛΗΣ

Εικόνα


Καλή αντάμωση γέροντα!

Ο π. Δανιήλ Γούβαλης ευρίσκεται, πλέον, στη θριαμβεύουσα Εκκλησία και του ευχόμαστε Καλή Ανάσταση και καλή αντάμωση. Τον παρακαλούμε να μεσιτεύει στον εν Τριάδι Θεό για τα πνευματικά του τέκνα, για την Ορθόδοξη Ιεραποστολή, για την αντιαιρετική ενημέρωση, για όλους εμάς, για όλο τον κόσμο. Τον παρακαλούμε να δέεται στον Κύριο μας για τους αδελφούς μας που έχουν εγκλωβιστεί σε διάφορες αιρέσεις και παραθρησκείες και τη ταχεία απελευθέρωσή τους από αυτές και την ένταξή τους στην Εκκλησία Του.
Προσευχόμαστε να βρουν τα πνευματικά του τέκνα την εν Χριστώ παρηγοριά, μέσα στη χαρμολύπη των στιγμών αυτών του προσωρινού αποχωρισμού με τον κεκοιμημένο Γέροντα της Μαλακάσας. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι θα είναι παρών στο εκκλησάκι του στη Μαλακάσα και θα εύχεται στο Θεό για την απελευθέρωση των μελών της Σκοπιάς που συνεδριάζουν στη περιοχή και την εύρεση από αυτούς της Ορθόδοξης πίστης. Δίκαιοι εις τον αιώνα ΖΩΣΙ …  Να έχουμε την ευχή του.
Όσα πνευματικά παιδιά του π. Παϊσίου και του π. Δανιήλ θέλουν να προσφέρουν στη μνήμη τους, υπέρ αναπαύσεως, κάτι για τα παιδιά , τους ασθενείς, τους νεοφώτιστους, τους κατηχούμενους των Ορθοδόξων Ιεραποστολών, ας δουν ΕΔΩ. Οι Γέροντες μας θα χαίρονται και θα αγάλλονται από τις προσφορές αγάπης των πιστών της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θα εύχονται υπέρ ημών.
Όσοι επισκέπτονται πρώτη φορά το μπλογκ μας, καλό θα ήταν να δουν όλες τις ειδήσεις και όλες τις ανάγκες των Ορθοδόξων Ιεραποστολών και να δουν τους κόπους και τους πνευματικούς μόχθους των Ορθοδόξων ιεραποστόλων.

http://athonikoipateres.gr/?p=13205
Τελευταία επεξεργασία από το μέλος Anastasios68 την Τρί Ιαν 05, 2016 6:49 pm, έχει επεξεργασθεί 2 φορές συνολικά.
Λόγος: Φώτη, μη ξεχνάς να βάζεις τις πηγές στις δημοσιεύσεις σου!
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΑΝΙΗΛ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ

Εικόνα


Δανιήλ Κατουνακιώτης


 Ὁ γέρο-Δανιήλ ἤ Δημήτριος Δημητριάδης κατά κόσμον, γεννήθηκε τό 1844 στή Σμύρνη, τήν πόλη, πού ἔκλαψε ὅσο λίγες πολιτεῖες τόν χαμό τοῦ μικρασιατικοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Οἱ γονεῖς τοῦ ὀνομάζονταν Σταμάτιος καί Μαρία. Ὁ Θεός τούς χάρισε τρεῖς γυιούς, τόν Γεώργιο, τόν Κωνσταντῖνο καί τό Δημήτριο, καί τρεῖς κόρες, τήν Αἰκατερίνη, τήν Ἄννα καί τήν Παρασκευή.
Ἀνάμεσα στούς γυιούς ὁ Δημήτριος ἦταν ὁ μικρότερος. Γιά τήν μητέρα τοῦ ξέρουμε πώς καταγόταν ἀπό τό γένος τῶν «Γενναδοπούλων». Οἱ δέ πρόγονοι τοῦ πατέρα τοῦ προέρχονταν ἀπό τήν Δημητσάνα τῆς Πελοποννήσου.

   Ὁ πατέρας τοῦ Σ. Δημητριάδης ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ὁπλοποιοῦ καί ὁ μικρός Δημήτρης πήγαινε κάθε τόσο κοντά του καί περιεργαζόταν τό ἐργαστήριό του. Μά περισσότερο σύχναζε σ’ ἕνα ἄλλο πνευματικό ὁπλοποιεῖο, πού ἀνῆκε στόν μπάρμπα-Ἀναστάση.
Ἁπλός ἄνθρωπος ὁ μπάρμπα-Ἀναστάσης, μέ λίγα γράμματα, ἀλλά μέ θερμή πίστη καί μεγάλη ἀρετή, ὅπλισε τό Δημήτρη μέ τά «ὄπλα τοῦ φωτός». Τό κατάστημά του, πού ἐφτίαχνε καί πουλοῦσε σαπούνι, τό εἶχε μετατρέψει σέ ἀσκητική παλαίστρα.
Δέν ἔλειπαν ἄπ΄ἐκεῖ οὔτε οἱ κρεμαστῆρες γιά τίς ὁλονύχτιες προσευχές. Ὁ κόσμος συνήθιζε νά τόν λέει «ὁ σαπουντζής ὁ ἅγιος». Καί οἱ νεανικές καρδιές, πού τόν πλησίαζαν, δέχονταν τό λόγο τοῦ Εὐαγγελίου σάν γῆ ἀγαθή. Κάθε Κυριακή μάλιστα ἔπαιρνε τόν ὅμιλό του καί ἔκαναν ἐκδρομές στήν ἁγνή φύση, μακρυά ἀπό τήν πνικτική ἀτμόσφαιρα τῆς πόλεως, μελετοῦσαν, προσεύχονταν, ἀνέπνεαν τό ὀξυγόνο τοῦ Θεοῦ. Δέν μποροῦσε ποτέ νά λησμονήσει ὁ γερό-Δανιήλ σ΄ὅλη του τήν κατοπινή ζωή,
τά ὅσα τοῦ προσέφερε ὁ εὐλογημένος αὐτός ἄνθρωπος.

   Ὁ Δημήτρης διακρινόταν βέβαια γιά τίς ἱκανότητές του στίς σπουδές, πού ἔκανε στήν περιώνυμη Εὐαγγελική Σχολή τῆς Σμύρνης. Πάντοτε ἀρίστευε. Τά σχολικά ὅμως μαθήματα δέν ἤσαν ἱκανά νά τοῦ τραβήξουν ὅλο του τόν πόθο καί τήν φροντίδα.
Ἡ μεγάλη του ἀγάπη ἦταν ἄλλη: τά ἱερά βιβλία, ἡ Ἁγία Γραφή, οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τά μελετοῦσε ἀκατάπαυστα. Οἱ Νηπτικοί, πού ἀσχολοῦνται μέ τά ὕψη τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τόν εἶχαν μαγνητίσει. Καί συνέβη κάτι τό ἀπίστευτο: Τήν Φιλοκαλία, πού ἄλλοι στήν ἡλικία του δέν ξέρουν καλά-καλά ἄν ὑπάρχη, αὐτός κατόρθωσε νά τήν ἀποστηθίζει.
Στίς σελίδες της ὁ γυιός τοῦ ὁπλοποιοῦ εὕρισκε ἀκαταγώνιστα ὄπλα γιά ν’ ἀναμετρηθεῖ μέ τόν ἐχθρό. Ζώντας, λοιπόν, στό δικό της κλίμα δέν ἄργησε νά ξεφυτρώσει μέσα τοῦ σιγά-σιγά ὁ πόθος τῆς ἀφιερώσεως. Ἡ ἰσάγγελη ζωή τῶν μοναχῶν τόν γοήτευσε.

   Σκεφτόταν πιά νά ἐγκαταλείψει ὅσο τό δυνατόν πιό γρήγορα τόν κόσμο. Ἄν θέλετε νά δεῖτε ἀρετή καί ἁγιότητα νά πάτε στό Ἅγιον Ὅρος, τούς ἔλεγε ὁ μπάρμπα-Ἀναστάσης, κάθε φορᾶ πού τοῦ ἐξέφραζαν θαυμασμό γιά τήν ἄσκησή του.
   Τό Ἅγιον Ὅρος! Ὁ Ἄθως! Μεσ’ στόν ὁρίζοντα τῆς καρδιᾶς τοῦ ὁ Δημήτρης ἔβλεπε νά ἀχνοφέγγει τό μεγαλεῖο του τό ἀσκητικό, τό βυζαντινό του μεγαλεῖο. Ἄραγε νά ἦταν αὐτό τό βουνό πού τόν περίμενε στό μέλλον;
   Ἕνας ἁγιορείτης Πνευματικός, πού ἔμενε τότε στήν Σμύρνη, στό μετόχι τῆς μονῆς τοῦ Χιλιανδαρίου, τοῦ εἶχε πεῖ σχετικά:
Ἀνάμεσα σέ τόσους νέους, πού ἐξομολογῶ, σ’ ἐσένα μόνο, παιδί μου, διέκρινα αὐτόν τόν πόθο. Φαίνεται πώς εἶναι θέλημα Κυρίου νά γίνεις καλόγερος στό Ἅγιον Ὅρος.

   Κάθε θεάρεστη ἐπιθυμία ὅμως δοκιμάζεται. Ἦταν φυσικό, λοιπόν, νά δοκιμασθεῖ καί μάλιστα σκληρά καί τοῦ Δημήτρη ἡ ἐπιθυμία, ὅταν πέθανε ξαφνικά ὁ πατέρας του. Τί ἀπροσδόκητος πειρασμός! Τώρα ἔπρεπε νά γίνει αὐτός ὁ προστάτης τῆς οἰκογενείας. Ἀναγκάσθηκε τότε νά κοιτάξει γιά λίγο τό σπίτι του καί ν’ ἀσχοληθεῖ μέ τό ἐμπόριο. Συγχρόνως ὅμως εἶχε ἱδρύσει ἕνα σύλλογο ἀπό εὐσεβεῖς νέους στούς ὁποίους ἐδίδασκε τίς Χριστιανικές ἀλήθειες καί τούς ὠθοῦσε στό δρόμο τῆς ἀρετῆς. Διψοῦσε νά σκορπίσει καί γύρω του τή φλόγα τῆς πίστεως καί τῆς θεοσεβείας.

   Δέν πέρασε ὅμως πολύς καιρός ὅταν ἕνα πρωί πῆρε τήν ἀπόφαση. Μέ τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ του, σέ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν, ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια καί ξεκίνησε νά βρεῖ τό λιμάνι τῆς ψυχῆς του. Κανένας δέν ἤξερε τίποτε.
   Εἶχε ἀκούσει πώς στήν Πελοπόννησο καί στά νησιά τοῦ Αἰγαίου, ὑπάρχουν ἱερά προσκυνήματα καί μοναστήρια μέ ἐνάρετους μοναχούς καί σκέφθηκε νά τά περιοδεύσει. Ἐπισκέφθηκε τό Μ. Σπήλαιο, τήν Ἁγία Λαύρα, τήν Ὕδρα, τήν Τῆνο, τήν Πάρο κ.λ.π. Στήν Πάρο, στό μονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου βρῆκε τόν Πνευματικό π. Ἀρσένιο, πού ἀσκήτευε ἐκεῖ καί ζωντανός ἀκόμα τιμόταν σάν ὅσιος.

   Ἡ συνάντησίς του μέ τόν ἅγιο ἐκεῖνον ἀσκητή ὑπῆρξε σταθμός στή ζωή του. Παρακάλεσε μάλιστα νά μείνει κοντά του. Ὁ ἀσκητής ὅμως, φωτισμένος ὅπως ἦταν ἀπό τό Θεό, τοῦ ὑπέδειξε τήν ἀσκητική παλαίστρα: Νά πᾶς, παιδί μου, καλύτερα στό Ἅγιον Ὅρος, στό Κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος.

   Τόν ἐνίσχυσε πολύ στό ξεκίνημά του. Τοῦ ἔδωσε ἀπό τήν πείρα τοῦ σοφές ὁδηγίες καί συμβουλές. Στό τέλος μάλιστα, προεῖπε πώς θά τελειώσει τή ζωή του στούς πρόποδες τοῦ Ἄθω, ὅπως καί ἔγινε.
   Ἡ μητέρα τοῦ Δημήτρη σ’ ὅλο αὐτό τό διάστημα ἦταν ἀπαρηγόρητη.
Νά φύγει κρυφά! ἔλεγε καί ξανάλεγε. Νά φύγει χωρίς νά μοῦ πεῖ τίποτε! Αὐτό δέν μπορῶ νά τοῦ τό συγχωρήσω. Γιατί; Μήπως ἐγώ δέ σέβομαι τό Θεό; Γιατί δέ ζήτησε τήν εὐχή μου; Ώ, Παναγία μου, σέ θερμοπαρακαλῶ, μήν ἐπιτρέψεις νά γίνει μοναχός, ἄν δέν ἔρθει νά μέ ἀποχαιρετήσει καί νά πάρει τήν εὐχή μου.

   Μετά τήν Πάρο ἐπισκέφθηκε τήν Ἰκαρία, ὅπου γνώρισε ἐνάρετους μοναχούς καί ἔλαβε μεγάλη ὠφέλεια. Ἀνάμεσά τους ξεχώριζε σάν φωτεινό ἀστέρι ὁ Ἱερομόναχος Ἰσίδωρος, μαθητής τοῦ θαυμαστοῦ ἀββᾶ Ἀπολλώ, «τοῦ μετά θάνατον εὐωδιάσαντος».
   Ἐνῶ ἡ εὐσεβής μητέρα ἱκέτευε τή Θεοτόκο, τό πλοῖο μέ τόν γυιό τῆς ἔφευγε ἀπό τήν Ἰκαρία, περνοῦσε τή Χίο καί ἔπλεε πρός βορρᾶν. Τότε –πράγμα ἀνέλπιστο- ἕνας ἀντίθετος ἄνεμος τό ἀνάγκασε νά πλεύσει καί νά προσορμισθεῖ στό λιμάνι τῆς Σμύρνης.

   Ὁ Δημήτρης, χωρίς νά τό περιμένει, ἔπειτα ἀπό ἀπουσία ἐννέα μηνῶν βρέθηκε στήν πατρίδα του. Μέ τίς ἐπίμονες παρακλήσεις κάποιου παλιοῦ φίλου του, πού συνάντησε στήν προκυμαία, ἀποφάσισε νά ἐπισκεφθεῖ τό σπίτι του. Ἡ μητέρα εἶδε τό γεγονός σάν θαῦμα καί δέν ἤξερε πῶς νά εὐχαριστήσει τή Θεοτόκο, γιατί ἄκουσε τίς προσευχές της. Ὅταν ἀργότερα ὁ γυιός τῆς φιλοῦσε τό χέρι της καί τήν ἀποχαιρετοῦσε, τοῦ εὐχήθηκε δακρυσμένη : Τώρα, παιδί μου, πορεύου ἐν εἰρήνη καί ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά σέ προστατεύει στό δρόμο πού διάλεξες.
   Ἄς σημειωθεῖ πώς ἡ εὐσεβής αὐτή γυναίκα ἀπέθανε τό 1892 στόν Ἐπάνω Μαχαλά τῆς Σμύρνης, ἀφοῦ ἀξιώθηκε ἐξ ἀποκαλύψεως νά προγνωρίσει τήν ἡμερομηνία τοῦ θανάτου της.  Ἀπό τέτοιες εὐλογημένες καί ἅγιες μητέρες πῶς νά μή προέλθουν ἅγιοι βλαστοί!
Ἀπό το βιβλίο
Σύγχρονες Ἁγιορείτικες μορφές
Δανιήλ Κατουνακιώτης
σελ. 13-16
Ἐκδόσεις 
Ἱ. Μονής Παρακλήτου 2005
Μεταφορά στό Διαδίκτυο - Ἐπιμέλεια κειμένου :  Ἀναβάσεις
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΑΝΙΗΛ ΣΑΝΤΟΥ ΤΟΥΝΤΟΡ

Εικόνα

π. Δανιήλ Σάντου Τούντορ. Ο Άγιος των ρουμανικών γκούλαγκ! (+17 Νοεμβρίου 1962)

Ο πατέρας Δανιήλ Sandu Tudor Alexandru Τεοντορέσκου γεννήθηκε στις 22 Δεκέμβρη του 1896, από οικογένεια δικηγόρων. Μετά άρχισε να δουλεύει ως δημοσιογράφος διάλεξε το ψευδώνυμο Sandu Tudor. Κατόπιν έγινε μοναχός AΓΑΘΩΝ και στη συνέχεια μεγαλόσχημος μοναχός Δανιήλ. 
Σπούδασε Θεολογία, Φιλοσοφία, και Τέχνες, αλλά χωρίς να απόκτηση πτυχίο. Ήταν και ερασιτέχνης πιλότος αεροπλάνου, δάσκαλος, ποιητής, δημοσιογράφος.
Το 1929, μετά την ανάγνωση ενός άρθρου από μια γυναίκα γαλλίδα δημοσιογράφο που είχε ισχυριστεί ότι επισκέφτηκε το Άγιο Όρος, αποφάσισε να επισκεφθεί και ο ίδιος, και στη συνέχεια να γράψει ένα άρθρο σχετικά με αυτό.
Πήγε με σκοπό να μείνει λίγες μέρες σαν προσκυνητής αλλά κάτι μέσα του τον έκανε μυστηριωδώς βήμα βήμα να θέλει να μείνει περισσότερο. Αντί για λίγες μέρες, πέρασε οκτώ μήνες στο Άγιο Όρος.
Επέστρεψε στη Ρουμανία και το δημοσίευσε στη εφημερίδα του.
Φυλακίστηκε το 1942 για τις αριστερές πολιτικές απόψεις του και απελευθερώθηκε το 1944. Μετά από ένα αεροπορικό δυστύχημα από το οποίο ως εκ θαύματος επέζησε πούλησε όλα τα υπάρχοντά του και αποφάσισε να γίνει μοναχός.Ήρθε στην μονή ANTIM στο Βουκουρέστι το 1945. Εκεί άρχισε μια ομάδα που ονομάστηκε "Rugul Aprins".

Ήταν μια ομάδα μελέτης που διοργάνωνε συνέδρια και ασκούσε την Προσευχή της Καρδιάς . Λόγω αυτού του γεγονότος φυλακίστηκε από τους κομμουνιστές για τρία χρόνια. 
Το 1952 αφέθηκε ελεύθερος και έγινε ιερομόναχος και στη συνέχεια μεγαλόσχημος. Αποσύρθηκε στη σκήτη Rarau στα Καρπάθια.
Δεν ξέρουμε πώς πράγματι πέθανε ο Πατέρας Δανιήλ. Για τελευταία φορά τον είδαν το 1960, σοβαρά άρρωστο στη φυλακή Aiud. Η ληξιαρχική πράξη θανάτου έγραφε ότι ο Πατέρας Δανιήλ πέθανε στις 17 Νοεμβρίου του 1962, από εγκεφαλική αιμορραγία.Το σώμα του το πέταξαν οι κομμουνιστές στους κοινούς τάφους μαζί με χιλιάδες άλλα σώματα.
Ο Πατέρας Μπράγκα, ο οποίος ήταν επίσης μέλος της Rugul Aprins, δήλωσε ότι «ο Πατέρας Δανιήλ πέθανε σε ένα κτίριο φυλακών με ακραίες συνθήκες στο Aiud μετά από τέσσερα χρόνια ύστερα από βασανιστήρια και ξυλοδαρμούς. Ήταν ένας από τους ελάχιστους κρατούμενους που του φορούσαν αλυσίδες για την όλη τη διάρκεια της ποινής».

Θέλω επίσης να δημοσιεύσετε την ακόλουθη ιστορία:
Ο Πατέρας Augustin από την Μονή μας δίνει μια σημαντική μαρτυρία για την αγιότητα του αυτός που θα μπορούσε να ονομαστεί ο Δίκαιος Δανιήλ ο Ομολογητής:
«Ένα χειμώνα, τον πατέρας Δανιήλ τον έβαλαν σε ένα κελί που ονομαζόταν το λευκό κελί ή το ψυγείο κελί.
Λόγω ότι η θερμοκρασία ήταν -30 º Κελσίου. Ήταν ένα κελί χωρίς παράθυρα, με τα περιττώματα και τα ούρα παντού, επειδή εκεί ήταν σίγουρο γραφτό ότι θα πεθάνει -. πρακτικά είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, λόγω του κρύου. 
Είχαν λίγα ρούχα και όπου φυλάσσονται εκεί με πολύ, πολύ λίγη τροφή.
"Και ο γέροντας τοποθετήθηκε εκεί μαζί με ένα γιατρό, ένα πολύ καλό φίλο του. Αφού και οι δύο μπήκαν στο κελί από τρεις φύλακες, ο Πατέρας Δανιήλ αμέσως σήκωσε τα χέρια του σε σημείο σταυρού, και με το πρόσωπό του σε όλα αυτά τα βρώμικα πράγματα, είπε στο γιατρό: "Έλα πίσω από μένα!" Ο γιατρός με την πλάτη του στο πίσω μέρος του Γέροντος στην ίδια θέση έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού Τότε ο γέροντας του είπε:. "Γιατρέ, δεν λέμε τίποτα περισσότερο από: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με, τον αμαρτωλό".
"Και ο γιατρός είπε αργότερα ότι όταν ο Πατέρας Δανιήλ άρχισε να προσεύχεται, ένα εκτυφλωτικό φως μπήκε στο κελί και από εκείνη τη στιγμή έχασε την έννοια του χρόνου.
"Μετά από λίγες μέρες, κάποιοι φύλακες μπήκαν στο κελί, να τον πάρουν ανακάλυψαν ότι επέζησε μέσα εκεί για 8 ημέρες χωρίς νερό, χωρίς τροφή, χωρίς ύπνο ή οτιδήποτε για να φορέσει, στους -30 ° Κελσίου.
"Όταν η βασανιστές μπήκαν στο κελί και άγγιξαν τον Πατέρα Δανιήλ, ήταν θερμότερος από ότι, όταν τον είχαν φέρει στο κελί, και τα πάντα γύρω του είχαν λιώσει».
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ

Εικόνα


Ο ΓΕΡΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΑΓΚΑΣΤΑΘΗΣ

Κ.Ι.: Οι Γέροντες είναι οι φωτεινοί εκείνοι στύλοι της Εκκλησίας, οι οποίοι καθοδηγούν όλους εμάς στον δρόμο της κατά Θεόν τελειώσεως. Οι Γέροντες φτάνουν σε ύψη πνευματικά τέτοια, που μπορούν να διεισδύσουν στις ανθρώπινες ψυχές και να διακρίνουν εκεί που υπάρχει η πλάνη, εκεί που υπάρχει η αμαρτία και οι αδυναμίες και να οδηγήσουν τον πιστό Χριστιανό σε ανώτερες καταστάσεις, πιο κοντά στο Θεό, στα κρείττονα, όπως θα έλεγαν οι Πατέρες. Οι Γέροντες είναι εκείνοι οι φιλόθεοι και οι θεόφρονες που αγάπησαν με πάθος το Χριστό και έζησαν μέσα στο Ευαγγέλιο και το Ευαγγέλιο είναι εκείνο που αναλύουν και βιώνουν.
Στο κεφάλαιο αυτό θα δούμε μια μεγάλη φωτεινή μορφή της σύγχρονης Ελληνικής Ορθοδοξίας, τον Γέροντα Δημήτριο Γκαγκαστάθη, τον οποίο εγνώριζε ο κύριος Στυλιανός Κεμεντζετζίδης απο κοντά, του αφιέρωσε τόμο ειδικό και μας δίδει τις εμπειρίες και μαρτυρίες απ' αυτόν τον μεγάλο Γέροντα.
Κ.Ι.: Κύριε Κεμεντζετζίδη, ας κάνουμε γνωστό τον πατέρα Γκαγκαστάθη, με λίγα βιογραφικά στοιχεία προτού μπούμε στα βαθύτερα και ενδότερα της αγιότητας του.
Σ.Κ.: Μάλιστα. Ευχαριστώ κ. Ιωαννίδη για την πρωτοβουλία που είχατε να αξιοποιηθεί και το σύγχρονο αυτό πνευματικό κεφάλαιο της Ορθοδοξίας και να γίνει ευρύτερα γνωστό στο χώρο των Ορθοδόξων Ελλήνων.
Πρόκειται για μια οσιακή μορφή, καίτοι έζησε ως έγγαμος στον κόσμο. Υπήρξε προικισμένος με πολλά χαρίσματα, με πολλή επιμέλεια, καθαρότητα συνειδήσεως, άλαλο πίστη, βαθειά ταπείνωση και με πληρότητα αγάπης στο Θεό και τον πλησίον.
Γεννήθηκε στις αρχές του αιώνος μας, και συγκεκριμένα γεννήθηκε το 1902 στο χωριό Πλάτανος, όπου αργότερα, επί 42 συναπτά έτη, εχρημάτισε ο καλός ποιμήν των λογικών προβάτων. Εκοιμήθη το 1975, στις 29 Ιανουαρίου εν ειρήνη.
Κ.Ι.: Ο Πλάτανος πού ακριβώς ευρίσκεται;
Σ.Κ.: Είναι μια μικρή κωμόπολη, ένα μεγάλο χωριό, 15 χιλιόμετρα δεξιά από την πόλη των Τρικάλων, στη Θεσσαλία. Ο πατήρ Δημήτριος είχε σημεία θαυμαστά από τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Κι αυτά που παρέλαβε από το Θεό τα καλλιέργησε με φιλότιμο, τα αύξησε και πάντοτε ταπεινά και για τη δόξα του Θεού και μόνον.
Όταν ο Θεός βρει τέτοια σκεύη τα αξιοποιεί, τα πλουτίζει και χαριτώνεται η ζωή τους και κοντά σ' αυτούς και όσοι πλησιάζουν σ' αυτές τις πνευματικές θερμάστρες, σ' αυτά τα λιμάνια.
Ο παπα-Δημήτρης δεν έτυχε σπουδών. Με δυσκολίες ετελείωσε το δημοτικό στο χωριό του. Ήταν βοσκός προβάτων. Όπου κι αν βρισκόταν είχε μνήμη Θεού, μνήμη θανάτου και έκλεινε τα πρόβατα στη στάνη και πήγαινε με δάκρυα και εκκλησιαζόταν. Όταν αυτό δεν μπορούσε να το κάνει, γονάτιζε εκεί που ήταν στα βουνά και έκλαιγε, ζητώντας το έλεος του Θεού, διότι βρισκόταν μακράν του οίκου του Θεού. Διάβαζε με πολλή κατάνυξη βίους αγίων και τους αισθανόταν φύλακες, ευεργέτες και προστάτες. Είχε αίσθηση ζώσα της παρουσίας των. Τους κρατούσε κοντά του η καθαρότης του βίου του. Και όπως ετόνιζε η εργασία φέρνει την αξία. Αισθανόταν πώς θα πρέπει να τον προστατεύουν οι άγιοι και δεν έκανε τίποτε εάν δεν ξεκινούσε από το Θεό κι εάν δεν κατέληγε στο Θεό. Δηλαδή, αν έφευγε το πρωί για να φυλάξει τα πρόβατα, θα περνούσε πρώτα από τους Ταξιάρχες, ένα ναό του 1600, κατανυκτικό, με τοιχογραφίες, που βρισκόταν κοντά στο σπίτι του. Εκεί, έμαθε για το Θεό και από την ευλαβέστατη γιαγιά του και τους ευσεβείς γονείς του τα ιερά γράμματα και του Θεού τα πράγματα. Έλεγε: «να με προστατεύετε, να με φυλάξετε, να γυρίσω και πάλιν στον οίκο σας, να σας πω το ευχαριστώ». Πρώτα στον οίκο του Θεού και μετά στις δουλειές και πάλιν στον οίκο του Θεού και μετά στο σπίτι. Αυτό ήταν το πρόγραμμα της ζωής του.
Κ.Ι.: Δηλαδή, η ζωή του κ. Κεμεντζετζίδη, ήταν δοξολογική ζωή.
Σ.Κ.: Ευχαριστιακή. Όπου κι αν ήταν είχε αναφορά στο Θεό. Στο χωράφι και παντού, στο βουνό, έψαλλε και ευχαριστούσε αδιαλείπτως. Εύρισκε το απερίγραπτο, τη χαρά του Θεού, την ευλογία Κυρίου. Ερχόταν, δηλαδή, στην μακαριά κατάνυξη, στο χαροποιό πένθος, για το οποίο ομιλούν οι Πατέρες. Φυσικά, ο Γέροντας είχε δικό του τρόπο με τον οποίο βίωνε τα του Θεού. Εμείς είμαστε αμέτοχοι αυτών των καταστάσεων και πολλές φορές ούτε καν τα πιάνουμε, σαν νάναι μια ξένη γλώσσα. Θ' αναφέρω ένα περιστατικό που δείχνει ότι τον είχε κατά κάποιο τρόπο εκλέξει ο Θεός για την ιερή του πορεία και την ευλογημένη αποστολή του. Με συνέπεια ευαρέστησε το Θεό. Και τούτο με την άμεμπτο και καθαρή κατά Χριστό πολιτεία του.
Ένα βράδυ ενώ αναπαυόταν στο φτωχό σπίτι του ήρθε ένας γέροντας και τον ξύπνησε, λέγοντας του: «σήκω παιδί μου γρήγορα, το σπίτι θα πέσει». Ξανά, δεύτερη φορά, τον ξύπνησε. Και στο τέλος, τον ξύπνησε κανονικά. Βγαίνουν από το σπίτι και αμέσως το σπίτι έπεσε! Ο γέροντας ήταν ο άγιος Νικόλαος. Είχαν στο χωριό ναό αφιερωμένο στον άγιο Νικόλαο. Αυτός ήρθε και τον προστάτευσε.
Κ.Ι.: Δηλαδή, έπεσε το σπίτι;
Σ.Κ.: Ναι. Μόλις βγήκε ο παπα-Δημήτρης, αμέσως το σπίτι κατέρρευσε.
Κ.Ι.: Είναι εκπληκτικό και θαυμαστό αυτό το γεγονός.
Σ.Κ.: Ούτε τρίχα δεν πέφτει από τον άνθρωπο που τον προστατεύει ο Θεός. Κι' όταν επιτρέψει κάτι για να φανεί η πίστη του, η υπομονή του, το μεγαλείο της αρετής του, θα του δώσει και τα μέσα να το ξεπεράσει: την υπομονή, την μακροθυμία, την αγάπη, τα πνευματικά όπλα, που οι Γέροντες έχουν σε πλεονασμό και έτσι ξεπερνούν και την μεγαλύτερα δοκιμασία και θλίψη. Παρέλειψα να πω ότι ο παπα-Δημήτρης νυμφεύθηκε την Ελισάβετ και απέκτησε εννέα θυγατέρες.
Κ.Ι.: Μόνο θυγατέρες;
Σ.Κ.: Ναι. Κι όταν ήρθε η ώρα να πάει στο στρατό επήγε στους Ταξιάρχες, επροσκύνησε και έκανε συμφωνητικό λέγοντας: «σας ζητώ μια χάρη. Εγώ σας υπηρετώ από μικρό παιδί. Καθαρίζω καντήλια, κάνω ό,τι μπορώ. Θέλω να με φέρετε πίσω χωρίς να με αγγίξει κανένα κακό. Είστε υποχρεωμένοι. Ζητώ κι' εγώ ένα ρουσφέτι».
Επήγε στη Μικρά Ασία. Σε όλους τους κινδύνους που αντιμετώπιζε, τον έσωζαν. Έλεγε: «στη Σμύρνη σφάζουν, κάνουν, εμένα έρχονται, μου δίνουν ένα άλογο και μου λένε: φύγε στον Τζεσμέ. Βρίσκομαι στο τάδε μέρος με τρεις άλλους" σκοτώνονται δύο από 150 ιππείς. Εμένα μου λένε, μη φοβάσαι, εμείς είμαστε μαζί σου. Θα πας εννιά παρά τέταρτο στο τάδε μέρος να προλάβεις το τελευταίο πλοίο για να πας για τη Χίο. Κι όπως είπαν, ούτε ένα μπάτσο από πουθενά».
Αργότερα πέρασε ισχυρές δοκιμασίες, στην εποχή του εμφυλίου πολέμου, επειδή αυτός μιλούσε για Χριστό, πατρίδα, οικογένεια, τον έβαλαν στο στόχαστρο, τον απείλησαν, τον αποκήρυξαν και πολλές φορές αποπειράθηκαν να τον σκοτώσουν και όλο σωζόταν.
Αναφέρω, μια από τις πολλές θαυμαστές περιπτώσεις. Είναι όλα καταγραμμένα στο ημερολόγιο που κρατούσε από μικρό παιδί, το οποίο μας έδωσε σε χειρόγραφα χαριτωμένα, απέριττα, αλλά με μεγαλείο ψυχής και ηρωικό φρόνημα: «Ήρθα, λέει, Κυριακή πρωί. Μόλις πρόλαβα και βγήκα από την εκκλησία. Ήταν 10 ιππείς και μαζί με τον αρχηγό τους 11 και με κυνηγούσαν στον κάμπο. Οι χωρικοί από την μια πλευρά έβλεπαν το θέαμα και οι απέναντι, από το άλλο χωριό, βγήκαν από την εκκλησία, κι' έβλεπαν επίσης το θέαμα».
Κ.Ι.: Τον κυνηγούσαν οι κομμουνιστές αντάρτες;
Σ.Κ.: Ναι. «Με έβριζαν ελεεινά και τρισάθλια. Δεν μπορώ να πω. Τραγόπαπα και άλλα ελεεινά κλπ., και πυροβολούσαν με τα στεν συνέχεια. Οι σφαίρες με τρυπάνε τα ράσα, δεν με τσίμπαγε καμιά. Σαν με φτάσαν στα 50 μέτρα και με περικύκλωσαν, τότε γονάτισα. Σήκωσα τα χέρια στον ουρανό και φώναξα από το βάθος της ψυχής μου. Μιχαήλ αρχιστράτηγε, κινδυνεύω, βοηθήσατε με. Αυτοστιγμεί και οι 11 έγιναν κόκκαλο και άγαλμα. Ο αρχηγός πέφτει από το ζώο κάτω, σπάζει η σπονδυλική του στήλη και αφού είδα εγώ ότι είναι ακίνητοι, ευχαρίστησα το Θεό, τους Ταξιάρχας και τους είπα: να μετανοήσετε, να γίνετε καλοί άνθρωποι, να λέγετε την αλήθεια, νάχετε το Θεό βοήθεια και αφού τους ευλόγησα -χωρίς να με πειράξουν- πήγα απέναντι, όπου περίμενε το χωριό και μπήκα με όλο το λαό μέσα στην εκκλησία και δώσαμε δόξα στο Θεό που έκανε σήμερα θαύμα».
Κ.Ι.: Μα είναι εκπληκτικά αυτά που μας λέτε, είναι μοναδικά πράγματα. Συγκλονίστηκα ολόκληρος. Πέστε μας κι' άλλα.
Σ.Κ.: Όλη η ζωή του ήταν μέσα σε τέτοια γε
γονότα χωρίς να έχει καθόλου ιδέα για τον εαυτό του. Υπέγραφε ο τελευταίος, ο μικρός παπαδάκος, το σκύβαλο της γης. Το πίστευε, το αισθανόταν. Σε κάθε δυσκολία δεν τάχανε. Όταν του έλεγε η πρεσβυτέρα:
«Δεν νοιάζεσαι; τι θα γίνουν αυτά τα κορίτσια; οι άλλοι κάνουν αυτό».
«Θα πεθάνω παπάς, όχι μασκαράς. Για το Χριστό θυσιάζομαι, υπέρ των προβάτων. Τί σήμερα, τί αύριο. Μια ψυχή έχουμε. Θα την παραδώσω στα χέρια του Δημιουργού μου».
Είχε συνέπεια. Τον καλούσαν να τον πάνε στη Μέση Ανατολή. «Εσείς δεν με σώσατε. Οι Ταξιάρχες με σώσαν και θα αφήσω τους προστάτες μου και το λαό μου για να πάω στη Μέση Ανατολή και στην Αθήνα; Όχι εκεί».
Κ.Ι.: Στον Πλάτανο.
Σ.Κ.: Ναι. Και πράγματι τον σκέπαζε ο Θεός και τον φύλαγε: «Εγώ έχω τον Χριστό κυβερνήτη στη ζωή μου. Δεν τον βαλαν οι άνθρωποι καλά στην καρδιά τους για να νιώσουν το μεγαλείο του. Είναι γλυκύς. Δεν τον αλλάζω με τίποτα. Μια ζωή τον παρακαλώ να με αξιώσει κι' εγώ να χύσω το αίμα μου γι' Αυτόν. Κοιμάμαι τόσο αμέριμνα, όπως το πουλί στο αγκάθι και τα ρυθμίζει όλα Αυτός' καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο».
Κ.Ι.: Είχε πλήρη αυτοπαράδοση.
Σ.Κ.: Είχε εξ' ολοκλήρου εμπιστοσύνη στο Θεό, όπως ένα μικρό παιδί. Εξομολογείτο δε με τέτοια καθαρότητα και ειλικρίνεια, που δεν την συναντάμε ούτε και στα μικρά παιδάκια. Όταν επήγαμε μια φορά
να συναντήσουμε τον πατέρα Φιλόθεο Ζερβάκο (με τον πατέρα Δημήτριο) (πήγαμε 2 φορές και ήρθε ο πατήρ Φιλόθεος 2 φορές στο χωριό και συλλειτούργησαν), του λέει ο πατήρ Φιλόθεος. «Είσαι ασθενής. Γιατί έκανες τόσο κόπο και ήρθες μέχρις εδώ;»
Κ.Ι.: Πήγατε στην Πάρο;
Σ.Κ.: Ναι. «Εγώ είμαι ο τελευταίος και ο αμαρτωλός» είπε ο πατήρ Φιλόθεος. «Τα Τρίκαλα έχουν καλούς πατέρες και άξιους».
«Ήρθα όχι μόνος μου. Με έφερε ο Θεός. Ήρθα να ξεπλύνω και να ξεκαθαρίσω την ψυχή μου».
Όταν δε εξομολογείτο ήταν σαν άγγελος. Η χαρά ήταν ζωγραφισμένη και έκδηλος στο πρόσωπο του.
«Τέτοια καθαρή και τελεία εξομολόγηση δεν συνήντησα στα 70 χρόνια που εξομολογώ», είπε ο π. Ζερβάκος. Υπήρξε ένας ζων άγιος.
Κ.Ι.: Αυτά σας τα είπε ο πατήρ Φιλόθεος;
Σ.Κ.: Ναι. Εις δε το βιβλίο του πατρός Δημητρίου Γκαγκαστάθη, το οποίον προλογίζει ο πατήρ Φιλόθεος (στο τέλος γράφει και ο κα-θηγούμενος της Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας, πατήρ Αιμιλιανός), ο οποίος τον έζησε από κοντά και ξέρει πολλές εμπειρίες θαυμαστές τον αποκαλεί «ο άγιος παπα-Δημήτρης Γκαγκαστάθης».
Όταν τον ρωτήσαμε, «γιατί Γέροντα αρχίζετε έτσι τον πρόλογο;» απάντησε.
«Διότι, παιδί μου, είναι άγιος. Όταν μου είπαν για την κοίμηση του, άρχισα να προσεύχομαι και να νηστεύω και να ζητώ απ' τον Θεό να με πληροφορήσει είς ποίαν κατάσταση βρίσκεται. Και κατόπιν από ημέρες μου έδειξε τη δόξα στην οποία ευρίσκεται. Πρόκειται περί αγίου».
Κ.Ι.: Και κάτι για τον π. Φιλόθεο, μια και μιλάμε γι' αυτόν.
Σ.Κ.: Στην κοίμηση του πατρός Φιλόθεου μια οικογένεια δικαστικών, είπε στον πατέρα Πορφύριο: «εκοιμήθη ο πατήρ Φιλόθεος». Εκείνος τους είπε: «να πάτε, κι' εγώ απ' εδώ θα παρακολουθήσω τη νεκρώσιμο ακολουθία. Η Εκκλησία μας απέκτησε ακόμα ένα άγιο λείψανο».
Γυρίζοντας εμείς από την κηδεία, μεσάνυκτα, πήγαμε στον πατέρα Πορφύριο. Ήταν η ώρα 2 μετά τα μεσάνυκτα. Μόλις πήγαμε είπε: «ο παπα-Δημήτρης είναι άγιος άνθρωπος κι' ας μην πέρασαν πολλά χρόνια. Δεν έχει σχέση. Η αγιότης δεν γίνεται από τα πολλά χρόνια. Για μας τους αδυνάτους αργεί η Εκκλησία. Να φροντίσετε να γίνει επίσημα πλέον, για όλη την Ορθοδοξία η ανακομιδή των λειψάνων του».
Οι άνθρωποι του Θεού που γνώρισαν τον π. Δημήτριο τον θεωρούσαν ως σύγχρονο ζώντα άγιο. Μεταξύ αυτών των προσωπικοτήτων που σήμερα λάμπουν στο χώρο της Ορθοδοξίας με την ακτινοβόλο
κατά Θεόν πολιτεία τους υπήρξε και ο π. Αμφιλόχιος της Πάτμου, που είχε και αλληλογραφία με τον παπα-Δημήτρη.
Κ.Ι.: Ο π. Αμφιλόχιος Μακρής;
Σ.Κ.: Μάλιστα. Θεωρούσαν άγιο τον π. Γκαγκαστάθη οι: πατήρ Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο πατήρ Γεώργιος Καψάνης της Ι.Μ. οσίου Γρηγορίου ο ηγούμενος, ο ηγούμενος επίσης Αιμιλιανός και άλλοι σεβαστοί της Ορθοδοξίας σύγχρονοι πατέρες.
Κ.Ι.: Κύριε Κεμεντζετζίδη, να μου επιτρέψετε να σας κάνω μερικά ερωτήματα. Είχε χαρίσματα, όπως το διορατικό, το προορατικό, που έχουν άλλοι Γέροντες και άγιοι της Εκκλησίας μας;
Σ.Κ.: Το Άγιο Πνεύμα ενεργεί ποικιλοτρόπως. Στον ένα το Άγιο Πνεύμα δίνει προφητεία, στον άλλο θαυματουργία, σε τρίτο το χάρισμα της υπομονής. Ο παπα-Δημήτρης είχε το χάρισμα της ζώσης πίστεως, το χάρισμα της υπομονής, της ταπεινώσεως, της αγάπης και έφερνε αποτελέσματα. Όταν πάρεις την αγάπη του Χριστού μέσα σου είναι σαν να παίρνεις την μητέρα όλων των αρετών, γεγονός που δεν το είχαν οι μεγαλύτεροι όλου του κόσμου σοφοί. Να σας πω ένα περιστατικό, απ' τα πολλά. Δεν θα αναφέρω δικά μου περιστατικά, γιατί θα πρέπει να αναφέρω κάποιων άλλων προσώπων, σεβαστών και γνωστών, που έχω σύνδεσμο μαζί τους. Ο ένας εκοιμήθη, ήτο διευθυντής τελωνείου, ευλαβέστατος, σοφότατος, πνευματικοπαίδι του παπα-Δημήτρη και του πατρός Φιλόθεου, ονόματι Αθανάσιος Μουρμούρης. Περνούσε μια σκληρή δοκιμασία, δηλαδή μια συκοφαντία, που αν μπορούσε να βγει θα βρισκόταν στις φυλακές. Έπεσε στο Θεό και τους δύο αυτούς ανθρώπους.
«Μη στενοχωριέσαι, του είπε ο π. Δημήτριος. Ησύχασε, έχει ο Θεός τρόπους. Εμείς το καθήκον μας. Διά της προσευχής, θα δοθεί απάντηση». Η απάντηση θα διδόταν μετά από ένα μήνα στο δικαστήριο. Ο παπα-Δημήτρης έπεσε σε προσευχή. Ήξερε το αποτέλεσμα εκ των προτέρων. Κι' έγινε, όπως το είπε ο παπα-Δημήτρης.
Ένα άλλο πρόσωπο που ζει ακόμη, ήταν έπαρχος στο Σιδηρόκα-στρο, ονόματι Γεώργιος Σαϊδίνης. Εχρημάτισε διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών. Επέρασε μια μεγάλη δοκιμασία επί στρατιωτικής κυβερνήσεως. Πήρε δυσμενή μετάθεση στα Χανιά και στη Σπάρτη. Πήγε δεξιά-αριστερά και δεν πήρε τις προαγωγές του. Έκανε προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας. Ο παπα-Δημήτρης βρισκόταν στο τελευταίο στάδιο της ζωής του. Δοκιμάσθηκε με τον καρκίνο. Στέλνει γράμμα στο Γέροντα και του λέει: «αυτό το πρόβλημα έχω, τί να κάνω». Πέφτει στην προσευχή ο Γέροντας. Είχε δικό του τρόπο. Μόλις είχε κατάνυξη, έπαιρνε την απάντηση. Ήταν αυτό σίγουρο. Δεν άλλαζε με τίποτα. Ήταν σαν να το προϋπέγραφε ο Θεός και του το φανέρωνε. Του λέει: «θα τα πάρεις όλα μαζεμένα. Θα πέσουν στο κενό οι μέχρι τώρα διαβολές και θα σου πει ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου αυτά και αυτά τα πράγματα».
Ο παπα-Δημήτρης ήταν με πυρετό και βαρειά άρρωστος. Έγινε η προσφυγή και είδε ο κύριος Σαϊδίνης τον π. Δημήτριο πίσω από τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου να του λέει τα λόγια αυτά που είχε γράψει στο γράμμα.
Κ.Ι.: Σπουδαίο, πολύ σπουδαίο.
Σ.Κ.: Και κατόπιν τον προήγαγαν και τον έκαναν Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών.
Κ.Ι.: Δηλαδή, έγιναν όπως τα προείπε ο πατήρ Δημήτριος.
Σ.Κ.: Το ίδιο και σε άλλες περιπτώσεις που είχαν σχέση με μας. Έβλεπα ότι ο παπα-Δημήτρης ήταν απ' αυτούς που αναζητούσαν και ικέτευαν το Θεό να τους προσφέρει ευκαιρίες να δείξουν το πλεόνασμα της αγάπης τους προς τον πλησίον.
Η γνωριμία μας υπήρξε όντως δάκτυλος Θεού. Βγάζαμε ένα περιοδικό τότε, τον Άγιο Νεκτάριο, και ο παπα-Δημήτρης είχε πάει στη Μητρόπολη. Εκεί στη Μητρόπολη του λέει ένας κληρικός: «Εσύ αγαπάς τον άγιο Νεκτάριο, δεν το παίρνεις; Έχει καλά πράγματα».
«Μόλις το πήρα», λέει, «κατάλαβα ότι έχετε αγώνα και έχετε δυσκολίες και είπα: παπα-Δημήτρη, να κηρύξεις δεν ξέρεις, να γράψεις δεν ξέρεις, γιατί είσαι αγράμματος και πέφτεις όξω. Να προσευχηθείς δεν ξέρεις». Και μας γράφει ένα γράμμα και μας λέει: «παιδιά μου να με συγχωράτε. Θέλω κι' εγώ μια χάρη. Να μου δώκετε τα ονόματα σας, γιατί εγώ θα τα μνημονεύω, και αισθάνομαι χαρά Θεού, ευλογία Κυρίου, κάτι που δεν περιγράφεται. Μεγάλη υπόθεση».
Κι εμείς τα στείλαμε και του είπαμε πώς είχαμε δοκιμασίες.
Κ.Ι.: Κύριε Κεμεντζετζίδη, από τους διάλογους σας μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια ωφέλιμα από τη ζωή αυτού του νηπίου του Θεού, του παιδιού αυτού της Βασιλείας.
Σ.Κ.: Λοιπόν, κάποτε πήγαμε με ένα πούλμαν από τη Θεσσαλονίκη σε διάφορα προσκυνήματα αλλά και στον Άγιο Νεκτάριο. Έκανε την ακολουθία του με πολλή κατάνυξη. Τότε του είπαμε: δεν φεύγουμε εάν δεν μας πεις λόγο Θεού. Αντέδρασε ως εξής:
«Είμαι αγράμματος, δυσκολεύομαι, δεν ξέρω». Εκοκκίνησε. «Άμα θέλεις διώξε μας». Ανοιξε το στόμα του και πέρασαν ώρες και μιλούσε. Κανείς δεν είπε, φτάνει. Μ
ία ώρα; δύο ώρες; τρεις ώρες; κουραστήκαμε; Όλοι ήμασταν αποσβολωμένοι. Κι' αυτός μέσα στην κατάνυξη, μέσα στο δάκρυ. «Ζωντανή η θρησκεία μας παιδιά μου. Την βλέπετε αυτή την άγια Τράπεζα; Όταν λειτουργώ γεμίζει άρωμα. Ούτε το εκκλησίασμα το αισθάνεται. Έφερα εδώ τον πατέρα Φιλόθεο, έφερα τον τάδε και μου είπαν: «τούτο είναι ειδικό χάρισμα για τους διωγμούς που πέρασες για το όνομα του Χριστού, για να σε παρηγορεί. Και όντας έρχομαι εδώ, μεθάω παιδιά μου. Δεν ξέρω τί γίνεται. Ούτε ξέρω εάν έκανα τη λειτουργία. Γι' αυτό με συγχωρνάτε. Δεν περιγράφεται. Ό,τι αντικείμενο βάζω στην Αγία Τράπεζα, όχι αλλού, γεμίζει άρωμα. Ξέρετε, παιδιά μου, το αισθάνομαι στο «τά Σά εκ των Σών» ή «στό "Αξιον εστί». Τότε κατέρχεται η χάρις. Ούλλο τον κόσμο να σου δώσουν δεν τον θεωρείς τίποτας».
«Μια άλλη φορά ήμουν μέσα στα βουνά διωγμένος; ταλαιπωρημένος. Με κυνηγούσανε για να με σκοτώσουν. Με πήρε ο Ζέρβας. Με εγκατέλειψαν. Παπά άνθρωπο, δεν τον θέλανε. Αλλά ο Θεός δεν με εγκατέλειψε και βρέθηκα σε ένα μέρος, γεμάτο ομίχλη, κι' ο ποταμός πλημμυρισμένος. Δεν μπορούσα να περάσω απέναντι, έκλαιγα σαν μικρό παιδί και έλεγα: «Θεέ μου ή βγάλε με ή πάρε με. Κινδυνεύω, πείνα, ψείρα...» «Εκεί που προσευχόμουν έρχεται ένας νεαρός μ' ένα άλογο και σαν συνήλθα είδα ότι ήμουν στην απέναντι πλευρά του ποταμού. Λέω, τί συνέβηκε σε μένα τον αμαρτωλό; Δοξολόγησα τον Κύριο, κι' έψαχνα τον ευεργέτη. Ένα βράδυ παρουσιάζεται ένας νέος και μου λέει: «παπα-Δημήτρη, με ξέχασες». «Όχι παιδί μου, εγώ ψάχνω τον ευεργέτη μου». «Είμαι ο Γεώργιος. Θυμάσαι το 19... τάδε, στο τάδε μέρος που έκλαιγες κλπ. Ποιος σε έσωσε; Δεν ξέρω. Ψάχνω. Εγώ σε έσωσα και δεν ήρθες ούτε μια φορά να λειτουργήσεις το εξωκκλήσι. Ξυπνάω, κτυπώ την καμπάνα του χωριού, μαζεύω το χωριό, νηστεύουμε και πάμε στο μέρος αυτό. Αυτό το μέρος είχε θαύμα. Ένα δέντρο είχε, ένα κλωνάρι ξερό και στη γιορτή του έτρεχε νερό. Μόνο στη γιορτή του. Και το παίρναμε για αγιασμό. Μετά, επειδή ο κόσμος ήταν αμαρτωλός σταμάτησε το θαύμα. Διότι το θαύμα θέλει πίστη.
Όντας επήγα εγώ κι' έκαμα την Ακολουθία, δηλαδή, το πρωί στη Λειτουργία, είπα στους χωρικούς: «τί λέτε, είναι ο άγιος Γεώργιος εδώ ή δεν είναι; Ζει ο Θεός και βασιλεύει και τον κόσμο προστατεύει; Ελάτε όλοι εδώ. Μαζεύτηκαν. Άη Γιώργη, δεν το κάνω από απιστία, ούτε από περιέργεια, το κάνω για να δυναμώσω την πίστη. Θέλω ναρθείς να παρουσιαστείς, δηλαδή, να κινήσεις το ξερό ξύλο για να ρίξεις τον αγιασμό όπως παλιά. Εκεί, λοιπόν, που προσευχόμουν, άρχισε να τρέχει λίγο λίγο το νερό. Δεν ευχαριστιόμουν, ήθελα περισσότερο, κι' έγινα ενοχλητικός. Θέλω πιο πολύ' και έπεσε, όπως γέμιζαν τα μπουκάλια, βραχήκαν. Αυτή είναι η πίστη μας. Ζωντανή».
Κ.Ι.: Είναι εκπληκτικά αυτά που ακούμε. Τί να πω; Δεν μπορώ να σχολιάσω αυτά τα πράγματα. Είναι του Θεού.
Σ.Κ.: Επειδή τα ζήσαμε άμεσα και προσωπικά μπορούμε να πούμε πως ήταν συνηθισμένο γι' αυτόν φαινόμενο.
Κ.Ι.: Πάντως, εκείνο που μπορεί να πει κανείς για τους αγίους Γέροντες, όπως τον παπα-Δημήτρη Γκαγκαστάθη, είναι ότι τα μακράν διεστώτα ηνώθησαν, δεν υπάρχει γι' αυτούς το εδώ και το επέκεινα. Γι' αυτό κινούνται άνετα και στους δύο χώρους, τόσο τον γήϊνο, όσο και τον ουράνιο.
Ευχαριστώ πολύ κ. Κεμεντζετζίδη γι' αυτές τις εκπληκτικές μαρτυρίες.
Σ.Κ.: Εμείς ευχαριστούμε για την πρωτοβουλία, για την ευκαιρία που μας δώσατε και ευχόμεθα ο παπα-Δημήτρης να γίνει υπόδειγμα για όλους μας στην κατά Χριστόν πολιτεία.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΝΩΧ Ο ΡΟΥΜΑΝΟΣ

Εικόνα


Φέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια από την κοίμηση του γέρο Ενώχ και 20 από αυτήν του γέρο Τιμόθεου, δυο αφανών και περιφρονημένων στη διάρκεια της ζωής τους αγιορειτών, που όμως με τη ζωή, τη σιωπή και τα λίγα λόγια τους βοήθησαν πολλούς και τώρα βοηθούν περισσότερους με τις προς Θεόν μεσιτείες και προσευχές τους. Οι γραμμές που ακολουθούν ας είναι ένα μικρό μνημόσυνο ευγνωμοσύνης.

Ο γέρο Ενώχ ήταν ρουμάνος. Ζούσε στις Καρυές, σε δωμάτιο που του παραχωρούσαν άλλοι μοναχοί στα κελλιά τους. Έφτιαχνε σκούπες από αγριόχορτα (μια απ' αυτές εκτέθηκε το 1997 στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση των αγιορειτικών κειμηλίων). Τις έδινε σε κάποια μοναστήρια, με αντάλλαγμα λίγα τρόφιμα. Αυτά δεν τα ήθελε για τον εαυτό του αλλά για κάποιους ασκητές που ζούσαν στο δάσος, απομονωμένοι κι άγνωστοι στους πολλούς.
Ήταν ρακένδυτος, γεμάτος ψύλλους. Δεχόταν με ευγνωμοσύνη ό,τι του έλεγαν ή του εδιναν. Όταν ένας ηγούμενος τού είπε ότι οι μοναχοί της μονής τον αγαπούν, απάντησε: «Δε βαριέσαι. Ο μοναχός είναι σαν τον σκύλο. Είτε του δώσεις ένα κομμάτι ψωμί, είτε μια κλωτσιά, το ίδιο καλό του κάνεις».
Δεν έλεγε πολλά, αλλά στα λίγα λόγια του διέκρινες τη σοφία του Θεού. Όπως κι άλλοι ρουμάνοι μοναχοί που είχαν «κανόνα», αντί για την «ευχή», να απαγγέλλουν σιγοψιθυρίζοντας όλο το Ψαλτήρι καθημερινά -κάποιοι το είχαν αποστηθίσει- συνήθιζε να το διαβάζει στη σλαβονική μετάφραση, που επικρατούσε στη Ρουμανία μέχρι τον 19ο αιώνα. Όταν τον ρώτησε ο ίδιος ηγούμενος: «Γιατί, στα σλαβονικά, κι όχι στα ρουμανικά; Κι αυτό μετάφραση είναι. Στα σλαβονικά μεταφράστηκε από τα ελληνικά κι εκεί από το εβραϊκό πρωτότυπο», απάντησε: «Μπρε, αυτός που το μετέφρασε στα σλαβονικά ήταν άγιος. Ο ρουμάνος μεταφραστής ήταν άγιος;» 
Με το Άγιο Πνεύμα που είχε μέσα του, ήταν σε θέση να διακρίνει την πνευματικότητα των μεταφραστών, αν αποδίδουν σωστά τον ένθεο λόγο, αν καταστρέφουν ή όχι τα κεκρυμμένα για τους πολλούς νοήματα. (Μια άλλη οπτική στο πρόβλημα της «λειτουργικής μεταρρύθμισης».)
Το 1979 άρχισε να χάνει τις αισθήσεις του και να πέφτει κάτω στις Καρυές. Ο τότε -λόγιος και διάσημος- πρωτεπιστάτης αποφάσισε να τον στείλει εκτός Αγίου Όρους, σε γηροκομείο, για να μη σκανδαλίζει τους προσκυνητές, να διασφαλιστεί η «ευπρέπεια». Τον περιμάζεψαν στη μονή Σταυρονικήτα, όπου και εκοιμήθη μετά από λίγους μήνες. Με τους περισσότερους μοναχούς της μονής να τον περιστοιχίζουν, ξεψύχησε ήρεμα, σαν να κοιμόταν, με το πρόσωπό του να λάμπει και να μεταγγίζει στους γύρω την ακτινοβολία της Χάριτος.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Εικόνα

Εικόνα



Αρχιμ. Επιφάνιος Ι. Θεοδωρόπουλος (27.12.1930 – 10.11.1989) (1)

Μια κορυφαία σύγχρονη εκκλησιαστική μορφή, που ενσάρκωσε το ιδεώδες του Ορθοδόξου κληρικού, ποιμένα και θεολόγου και λάμπρυνε με την ιδιότητα του μέλους την Ένωσή μας, ο μακαριστός Αρχ. π . Επιφάνιος Ι. Θεοδωρόπουλος εκδήμησε εις Κύριον την 10 Νοεμβρίου 1989.
Χιλιάδες πενθούντος λαού κατέκλυσαν τον Ι. Ν. της Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης και τον προ αυτού χώρο για να συμμετάσχουν στην νεκρώσιμη, ακολουθία και να κατευοδώσουν προς την Βασιλεία του Θεού τον πεφιλημένο και πολυσέβαστο πνευματικό τους Πατέρα και Γέροντα.
Το θλιβερό άγγελμα της εκδημίας του μακαριστού π. Επιφανίου είχε πανορθόδοξη απήχηση δεδομένου, ότι η φήμη του είχε υπερβεί ενώ ακόμα ζούσε, τα εθνικά μας σύνορα.
Το μέγεθος της απηχήσεως αύτης εκφράζεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο στο δημοσιευόμενο στην συνέχεια κείμενο του Σεβ. Μητροπολίτου Βανάτου (Σερβίας κ . Α μ φ ι λ ο χ ίου Ράντοβιτς διακεκριμένου πνευματικού αναστήματος του αοιδίμου π. Ιουστίνου Πόποβιτς, κορυφαίου ορθοδόξου θεολόγου του 20ου αιώνος.
1.Κόσμημα συμπάσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το κείμενο του Σεβ. κ. Αμφιλοχίου έχει ως εξής:
«Μάθαμε και έξω από την Ελλάδα δια την εν Κυρίω κοίμηση του π.Επιφανίου Θεοδωροπούλου, του ενάρετου αυτού άνδρα και κοσμήματος όχι μόνον της Εκκλησίας της Ελλάδος άλλα και συμπάσης της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Στον ίδιον χάρισε ο Κύριος την όντως ανάπαυση από πολλούς κόπους και πόνους του, εμείς όμως μείναμε χωρίς ένα απλανή της πίστεως διδάσκαλο, οδηγό πολλών ψυχών, άνδρα ένθεου ζήλου και μεγάλης φιλανθρωπίας. Οι Άνδρες τοιούτου είδους ανήκουν όχι εις ένα μόνον λαόν άλλ’ εις το «έθνος άγιον» του Κυρίου. Η ακτινοβολία των πάντοτε ξεπερνούσε τα στενά όρια του τόπου των πριν ή μετά τον θάνατον των. Τον πολυσέβαστό μας π. Επιφάνιον αξίωσε ο Κύριος της ακτινοβολίας αυτής και πριν ν’ αναχώρησει από τον αιώνα τούτον τον απατηλό. Τώρα που ο Κύριος τον καθάρισε διά των πολλών πόνων και αγώνων του και τον έκαμε συμμέτοχον του Σταυρού και του θανάτου, Του, άλλ’ όπως ακραδάντως πιστεύομε και της Αναστάσεως Του, η ακτινοβολία του θα είναι πιο ζωντανή και αισθητή.
Εκείνος ο οποίος ερχόταν τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα από άλλες ορθόδοξες χώρες, δεν μπορούσε να μην πάρει είδηση της δυναμικής και ιδιαζούσης παρουσίας του π. Επιφανίου στην εκκλησιαστική και θεολογική ζωή της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Καταθέτω την μαρτυρία ότι ο σεβαστός μας Γέροντας, είτε διά του γραπτού λόγου του είτε διά προσωπικής επαφής, πολλές φορές ανέλαβε επάνω του και τις θλίψεις της ψυχής μου διά της ιεράς εξομολογήσεως. Επάνω δε εις την ποιμαντική ράβδον, διά της οποίας ποιμαίνω τήν θεοσύστατη Μητρόπολη μου Βανάτου, γράφει- “ταπεινή προσφορά Α.Ε.Θ.”. Είθε ο πολυεύσπλαχνος Κύριος να είναι το αιώνιο στήριγμα εις τον τους πολλούς στηρίξαντα π. Επιφάνιον διά της βαθείας πίστεως του
και λόγου και φλογερού παραδείγματός του».
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΥΔΟΚΙΜΟΣ ΑΓΙΟΠΑΥΛΙΤΗΣ

Εικόνα


Ο γερω-Ευδόκιμος ο Αγιοπαυλίτης, κατά κόσμον Ευάγγελος Τραυλός, γεννήθηκε το έτος 1910 στο Φανάρι Καρδίτσας. Όταν απολύθηκε από το στρατό, είπε να γράψουν στο φύλλο πορείας Δάφνη, και έτσι δεν πήγε στο χωριό του, αλλά ήρθε κατευθείαν για μοναχός. Ήταν να κοινοβιάσει αλλού. Στάθμευσε για ένα βράδυ στον Άγιο Παύλο, του άρεσε η τάξη κι έμεινε. Τον κράτησαν. Ήταν εγγράμματος, απόφοιτος Σχολαρχείου. Ο Ηγούμενος τον είχε βοηθό του. Το 1935 έγινε η κουρά του.
Η μητέρα του, οι αδελφές του και ο αδελφός του δεν ήθελαν να γίνει μοναχός.
Αυτός, αφότου έγινε μοναχός, ποτέ του δεν πήγε στο χωριό να δει τους συγγενείς του. Και στον κόσμο βγήκε μετά από τριάντα χρόνια, γιατί είχε αιμορραγία ακατάσχετη από τη μύτη και ο γιατρός φοβήθηκε μην πεθάνει.
Μια χρονιά έγινε σεισμός και οι πατέρες κοιμόνταν έξω στον πίσω κήπο, στα πεζούλια. Ο γερω-Ευδόκιμος δεν βγήκε. Κοιμόταν στο κελί του και όταν τον ρωτούσαν γιατί δε φοβάται, απαντούσε:
«Εγώ ήρθα για το Μοναστήρι. Άμα θέλει η Παναγία να ρίξει το Μοναστήρι, τί την θέλω τη ζωή μου;». Ο ίδιος άναβε τα καντήλια και καθ” όλη τη διάρκεια του σεισμού δε βγήκε από το Μοναστήρι.
Μετάνοιες και νηστείες δεν έκανε πολλές.
Με την ευχή ασχολείτο. Δεν ξάπλωσε ποτέ του. Το κελί του ήταν γεμάτο πράγματα άχρηστα. Το παράθυρο δεν το έκλεινε ποτέ, χειμώνα-καλοκαίρι. Ο μόνος κενός χώρος ήταν ένας διάδρομος από την πόρτα ως το σημείο του κρεβατιού.
Κοιμόταν καθιστός και σκεπαζόταν με μία τσέργα. Τον ρωτούσαν γιατί δεν ανάβει φωτιά, και απαντούσε: «Πού είναι τα κρύσταλλα; Δεν βλέπω κρύσταλλα για να βάλω φωτιά». Το ίδιο απαντούσε και όταν του έλεγαν να κλείσει το παράθυρο.
Είχε πηγαίο χιούμορ, αλλά ποτέ δεν κατέκρινε. Να τον έβριζες με τα χειρότερα λόγια, στεκόταν λίγο σιωπηλός και ύστερα έλεγε: «Καλά, Γέροντα, ευχαριστώ», και έφευγε.
Ήταν αγαπητός σε όλους και ανεξίκακος. Ήταν πάντα πρόθυμος και υπάκουος σε όλους που τον καλούσαν σε διακονία. Να τον έβριζες και μετά να του έλεγες, «πάτερ Ευδόκιμε», έλεγε με διάθεση και προθυμία, «ευλόγησον», σαν να μην είχε συμβεί τίποτε.
Κάποτε, όταν συζητούσαν για κάποιο θέμα του Μοναστηριού και είπε ο γερω-Ευδόκιμος τη γνώμη του, κάποιος συνεργεία διαβολική τον αποπήρε λέγοντάς του:
- Πάψε εσύ, δεν είσαι προϊστάμενος.
- Ευλόγησον, έχεις δίκαιο, είπε και έσκυψε το κεφάλι του.
Το χειμώνα μετά την τράπεζα πήγαινε κατ” ευθείαν στην Εκκλησία. Καθόταν σ” ένα στασίδι, κατέβαζε το κουκούλι να μη φαίνεται, άπλωνε το κομποσχοίνι και έλεγε την ευχή. Τον ρωτούσε ένα καλογέρι: «Τι κάνεις, γερω-Ευδόκιμε;». Απαντούσε: «Τον πολεμάω. Βλέπεις το κανόνι;», και έδειχνε το τριακοσάρι του.
Τόσα χρόνια στο Μοναστήρι κανείς δεν τον είδε θυμωμένο ποτέ. Είχε το ακατάκριτον και το αγόγγυστον. Είχε επίσης και φυσική ευγένεια. Όταν ήθελε κάτι, έλεγε: «Πού είσαι, Γέροντα (και τα νέα καλογέρια έτσι τα αποκαλούσε), αν μ” αγαπάς, φέρε μου αυτό».
Συνήθως ήταν με το ράσο και το κουκούλι στην πόρτα. Είχε το διακόνημα του πορτάρη και συμβούλευε τους προσκυνητές.
Ήθελαν να τον κάνουν προϊστάμενο, αλλά αυτός για να αποφύγει κρυβόταν στην ασβεσταριά. Τρεις μέρες τον έψαχναν. Ο Γέροντας τον παρατήρησε και του είπε να παρουσιασθεί στη Σύναξη να πει όχι, αν δε θέλει. Όταν πήγε και του πρότειναν, είπε: «Ευχαριστώ πολύ, Γέροντα, η Παναγία να πληρώσει τον κόπο σας. Έχετε κάτι άλλο;… Ευλογείτε»· και έφυγε.
Τον ρωτούσε κάποιος, αν μετάνιωσε που δεν έγινε προϊστάμενος. «Όχι», απάντησε, «χαίρομαι που δεν φαίνεται η υπογραφή μου σε κάποιο χαρτί».
Συμβουλευόταν τον γερω-Ιωσήφ τον Ησυχαστή, για τον οποίο έλεγε ότι ήταν άγιος άνθρωπος, και από εκείνον έμαθε την ευχή. Την εξασκούσε όχι συστηματικά, όπως άλλοι, αλλά απλά. Είχε προσπάθεια να λέγει όσο συχνότερα μπορούσε την ευχή.
Συμβούλευε: «Παιδί μου, να λες την ευχή συνέχεια, όχι μόνο στον κανόνα. Αν καμιά φορά κουράζεσαι, να το γυρνάς στον πλάγιο του πρώτου και να τη λες λίγο ψαλτά και μετά πάλι νοερώς. Και όταν ανεβαίνεις τις σκάλες, να λες σε κάθε σκαλοπάτι, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» «.
Όταν γήρασε και τον ανέλαβε ο γηροκόμος, πρώτα του άδειασε το κελί από τα άχρηστα πράγματα, το τακτοποίησε και έκλεισε το παράθυρο. Όταν τον έφερε στο κελί του, ο γερω-Ευδόκιμος ρωτούσε: «Καλά, Γέροντα, στο κελί μου πότε θα πάω;¨. Πίστεψε ότι τον είχαν μεταφέρει σε άλλο κελί. Έλεγε: «Πενήντα χρόνια έχω να ξαπλώσω».
Είχε γηροκομήσει αρκετά γεροντάκια και είχε μαζέψει μία σακούλα γυαλιά. Του έλεγε ο γηροκόμος του:
- Εσύ βρήκες εμένα τον ταλαίπωρο και σου δίνω ένα ποτήρι νερό. Εμένα άραγε θα με γηροκομήσει κανείς; Απαντούσε ήρεμα:
- Μην στεναχωριέσαι, Γέροντα, θα σε οικονομήσει ο Θεός, όπως οικονόμησε και μένα. Εφτά γεροντάκια γηροκόμησα και δε μ” άφησε ο Θεός. Και σένα δε θα σ” αφήσει.
Ο γηροκόμος θα γινόταν μεγαλόσχημος και του το ανακοίνωσε. Ο γερω-Ευδόκιμος χάρηκε πάρα πολύ και του ευχήθηκε. Του ζήτησε συμβουλές και του είπε: «Δύο κεφάλαια Καινή Διαθήκη να διαβάζεις κάθε μέρα. Δύο κεφάλαια. Μην τ” αφήνεις. Να κάνεις την Παράκληση, να λες τους Χαιρετισμούς και το κομποσχοίνι. Θα δουλεύεις την ευχή, ώσπου να ακούσεις από μέσα σου τη φωνή. «Αν δεν την ακούσεις, δεν προχώρησες. Όταν θα λες «Κύριε Ιησού Χριστέ», θα ακούς μέσα σου φωνή: «Τι θέλεις;». «Ελέησόν με» «. Το ζούσε. Επίσης έλεγε: «Ούτε ένα σκαλί να μην ανέβεις μέσα στο Μοναστήρι, χωρίς να πεις μία ευχή».
Τον αγαπούσαν οι πατέρες και ο Γέροντας και κάθε βράδυ περνούσαν να τον δουν στα τελευταία του. Όταν κουραζόταν, ενώ ήταν σκεπασμένος με τη φλοκάτη, έβγαζε το κεφάλι του και έλεγε με απλότητα: «Ο πατήρ Ευδόκιμος τώρα θέλει ησυχία, αν με αγαπάτε…», και πάλι σκεπαζόταν.
Έκανε υπακοή στο γηροκόμο. Τον άφησε για πρώτη φορά να του πλύνει το σώμα του. Ύστερα είπε: «Πενήντα χρόνια είχε να δει νερό το κορμάκι μου». Ποτέ του δε γόγγυσε και δεν παραπονέθηκε ούτε ποτέ είπε, «αχ, πονώ». Ήταν πάντα εύχαρις και δοξολογούσε τον Θεόν. Έλεγε: «Δόξα σοι ο Θεός. Εμείς όλα τάχουμε. Πού να δεις στα Νοσοκομεία άλλους χωρίς χέρια και χωρίς πόδια. Εμείς τι έχουμε;»
Τον περιποιόταν ο γηροκόμος και του έλεγε ο γερω-Ευδόκιμος:
- Η Παναγία να πληρώσει τον κόπο σου. Δόξα σοι, ο Θεός! Όλα καλά, όλα πλούσια. Καλά περνάμε.
- Εδώ καλά περνάμε, γερω-Ευδόκιμε, εκεί τι θα κάνουμε;
- Και εδώ καλά και εκεί καλύτερα.
- Πώς το” χεις τόσο σίγουρο ότι θα σωθούμε;
- Γέροντα, πώς να μην το” χω σίγουρο; Εμείς για τη σωτηρία μας ήρθαμε εδώ. Πενήντα χρόνια αγωνιζόμαστε. Αν βρω δυσκολία, θα φωνάξω το Γέροντα, τον Άγιο Παύλο: «Γέροντα, μισόν αιώνα σε διακόνησα, τώρα δε θα με βοηθήσεις;», και ήταν σίγουρος ότι θα εισακουστεί.
Και έλεγε στο καλογέρι το γηροκόμο του: «Μην πτοείσαι, Γέροντα. Ο Γέροντάς μας δε θα μας αφήσει». Πριν καταπέσει, πήγαινε πού και πού στο Νοσοκομείο. Μια φορά τον επισκέφτηκε ο Ηγούμενος και τον ρώτησε:
- Τι κάνεις; Είσαι καλά; Σου λείπει τίποτε;
- Όχι, δόξα τω Θεώ. Μόνο τα πνευματικά.
Έκανε λεπτομερή εξομολόγηση και κοινωνούσε κάθε μέρα στα τελευταία του. Την τελευταία ημέρα της ζωής του πριν από την ακολουθία είχε το βλέμμα του προσηλωμένο προς τα πάνω και δε μιλούσε. Τον ρώτησε ο γηροκόμος, αν βλέπει κάτι, και με το πηγαίο χιούμορ του απάντησε:
- Όχι ακόμα, αργότερα θα σου πω, χωρίς να γυρίσει να τον δει.
- Βάραινες. Μήπως φεύγεις; Τον ξαναρώτησε.
- Όχι ντε… Θα σου το έλεγα.
- Μήπως να φέρουμε να σε κοινωνήσουμε τώρα;
- Να τελειώσει η Λειτουργία!
Στη δοξολογία πήγε να τον δει. Αισθανόταν χαρά ανεξήγητη, που όλο αυξανόταν, όσο πλησίαζε στο κελί του. Επικρατούσε σιγή και όταν μπήκε στο κελί είδε το γερω-Ευδόκιμο τελειωμένο. Η ψυχή του είχε πετάξει προς τον ποθούμενο Κύριο και στο πρόσωπό του έμενε ένα πλατύ χαμόγελο. Ήταν μεγάλη Σαρακοστή, Δ” Κυριακή των Νηστειών, του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, 16 Μαρτίου του έτους 1987, και ο γερω-Ευδόκιμος διήνυε το 77ο έτος της ηλικίας του. Το απόγευμα έγινε η κηδεία του.
Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
Από την ασκητική και ησυχαστική Αγιορείτικη παράδοση
Εκδόσεις Ιερόν Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος» σελ. 216-223
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Εικόνα

Εικόνα



 Γέροντας στή Ι.Μ.Μ.Λαύρας πέρασε τά τελευταία 12-14 χρόνια της ζωής του. εκεί οι πατέρες τόν γηροκόμησαν. Στήν αρχή έμενε μόνος του σ’ ενα παλιό κελλί πάνω από τήν Τράπεζα-Μαγειρείο της Μονής. Τό δωμάτιό του δέν είχε σχεδόν τίποτε.
‘Εκλεινε τήν πόρτα του. Θά έπρεπε νά χτυπήσεις δυνατά καί νά φωνάξεις πολύ, γιά νά ακούσει καί νά σου ανοίξει. Η βαρηκοΐα του, πού είχε αρχίσει από τόν καιρό, πού ζούσε ως αναχωρητής στή Βίγλα, όλο καί επιδεινωνόταν. Τό ίδιο καί η ασθένεια των οφθαλμών του. Παρόλα τά προβλήματα υγείας δέν αφήνει τήν εγκράτεια, τήν προσευχή, τήν ακτημοσύνη, τήν αγρυπνία, τόν εγκλεισμό καί τίς «τρέλλες». 

Συνεχίζει ἀταλάντευτα τήν νηστεία του

Έτρωγε ελάχιστα, κάνοντας καθημερινά «ενάτη»[1] δηλ. τρώγοντας στίς 3 μ.μ. περίπου. Κοινωνούσε κάθε Σάββατο. ετοιμαζόταν καί κατέβαινε στήν εκκλησία.
Όταν «βάρυνε»[2] πολύ, μεταφέρθηκε στό Νοσοκομείο της Μονής (ήταν στά 1997), όπου τόν διακόνησαν κατά καιρούς διάφοροι πατέρες.
Συνέχισε αταλάντευτα τήν νηστεία του: Δευτέρα, Τετάρτη καί Παρασκευή έτρωγε μία φορά τήν ημέρα· τίς άλλες ημέρες έτρωγε από δύο φορές. Ποτό έπινε μόνο νερό κρύο. Ρωτούσε:
-«Τί φαγητό έχει σήμερα;»
 Ό,τι είχε του τό άλεθαν.έτρωγε 5-6 κουταλιές- τό πολύ μέχρι 10- καί μετά φώναζε δυνατά:
-«Στόοοοπ!!!!  Φτάνει!!!.» Καί απευθυνόμενος στούς διακονητές, πού του έφερναν τό φαγητό έλεγε:
-«Εσείς είστε όρθιοι, περπατάτε. Εγώ είμαι ξάπλα. Δέν πρέπει νά φάω περισσότερο».
Ποτέ δέν έτρωγε κάτι ιδιαίτερο παρόλες τίς ασθένειές του. Πάντα έτρωγε ό,τι έτρωγαν καί οι άλλοι πατέρες στήν κοινή Τράπεζα του Μοναστηριού.
Δέν συγκατέβαινε ποτέ στήν ανθρώπινη αδυναμία καί τήν σάρκα, παρόλο τό προχωρημένο της ηλικίας του.
-«Τώρα δέν έχω πόλεμο» μου έλεγε «αλλά πάλι δέν ξέρω, δέν ξεθαρρεύω».
Πρόσεχε πολύ καί καταπολεμούσε μέ όλη του τήν προαίρεση, τούς σαρκικούς μολυσμούς -ακόμη καί τούς ακούσιους- πού προέρχονται συνήθως από τό πολύ φαγητό, τόν πολύ ύπνο αλλά καί από τήν κατάκριση.
 Όταν κοιμήθηκε ζύγιζε περίπου 35 κιλά!.
Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας γράφει, πώς μέ τήν αύξηση του βάρους αυξάνουν καί οι σαρκικοί πειρασμοί στόν άνθρωπο.
Θυμάμαι καί κάποιον άλλο σύγχρονο ασκητή, μακαριστό τώρα, στήν Κερασιά, ο οποίος αναφερόμενος σ’ έναν παχύσαρκο προσκυνητή, μου είπε γεμάτος απορία, θαυμασμό καί συμπάθεια (γιά τά πολλά κιλά του):
-«Πως τά αντέχει τόσα πάθη!! Πως τά κουβαλάει τόσα πάθη;;!!». Μου έκανε εντύπωση η ταύτιση πού έκανε εκείνος ο Γέροντας τον παθών μέ τά πολλά κιλά.

                    
«-Πεθαίνει σήμερα κανείς ἀπό νηστεία; -Μπααα!!!»



- «Άμα δέν φας μέχρι τήν εννάτη, τόν έθαψες τό διάβολο». επίσης μέ συμβούλευε:
-«Στό Κελλί νά τό κάνετε μονοφαγία», δηλ. εννοούσε νά καθιερώσουμε νά τρώμε μία φορά τήν ημέρα.
Άλλοτε, πού του έλεγα νά νηστέψω, μου έλεγε:
-«Εσύ δέν μπορείς νά νηστέψεις». Ηξερε αλλά καί «έβλεπε» μέ τό χάρισμα πού είχε, ότι είχαμε πάρα πολλές δουλειές-διακονήματα μέ πολύ σωματικό κόπο.
-«Γιά νά νηστέψεις πρέπει νά ΚΑΘΕΣΑΙ!!!» μου τόνισε.
Άλλοτε μου μιλούσε γιά τό ακατάστατο φαγητό. Βγαίνει κανείς στόν κήπο τήν εποχή, πού έχει πολλά φρούτα καί λαχανικά καί τρώει πολύ.
-«Δόστου κεράσια, δόστου τό ένα, τό αλλο...».Όταν σάν νά μέ «έβλεπε» μπροστά του...
Άλλοτε μου είπε μέ πολλή έμφαση χτυπώντας μάλιστα τήν κοιλιά του:
-«Η σωτηρία μας εξαρτάται από τούτο εδωωω!!» (καί χτυπούσε δυνατά τήν κοιλιά του)...
«Πεθαίνει σήμερα κανείς από τή  νηστεία!!!;;;...ΜΠΑααααα!!!...».
Όταν του είπα γιά τό Γέροντά μας, ότι είχε κάνει κάποτε 40 ημέρες νηστεία-ασιτία θαύμασε:
-«Έκανε αυτό τό πράγμα ο παπα-Μάξιμος; Αυτό είναι πολύ μεγάλο!!!» είπε.
Στή Μ. Λαύρα, παρόλα τά προβλήματα υγείας, συνέχισε νά αγωνίζεται, χωρίς νά παρεκκλίνει από τό ασκητικό του πρόγραμμα. Κάποια φορά, σέ μία επίσκεψή μου, μέσα στήν Μ. Σαρακοστή (πρέπει νά ήταν στά 1991) μου έδειξε τό «μεσημεριανό» του, πού φύλαγε μέσα σ’ ένα κρεμαστό «φανάρι» μέ σίτα[3]: ένα πιάτο μέ μερικά πλατειά λαχανόφυλλα ωμά.
-«Αυτό είναι τό φαΐ μου γιά σήμερα» είπε. Στή συνέχεια μέ ρώτησε:
- «Τί ώρα είναι»;
Του είπα.
-«Βλέπεις», μου λέει. «Μέ απασχολεί. Δέν έχω ελευθερωθεί. Έχω γαστριμαργία. Έχω τό νου μου πότε θά έλθει η ώρα γιά νά φάω (περίμενε νά έλθει εννέα μέ τό βυζαντινό)». Είχε αυτομεμψία. Πάλευε νά ελευθερωθεί τελείως από τήν επιθυμία γιά γήινη τροφή.
Κάποια φορά σέ μιά από τίς επισκέψεις μου στό παμπάλαιο κελλί του στή Λαύρα μου λέει:
-«Θέλω νά ξαναγυρίσω στό παλιό μου πρόγραμμα».
-«Εσύ τί λές;»
Ζητούσε συμβουλή από έναν αρχάριο μοναχό, αυτός πού είχε λειώσει στήν ασκηση, στήν προσευχή καί στήν μελέτη των Πατέρων!!!
Εγώ δέν είχα καταλάβει καλά. Παρ’ ολα αυτά του είπα:
-«Όχι».
-«Γιά νά τό λές κάπου τό ξέρεις, κάπου τό διάβασες, είσαι γνωστικός εσύ» μου λέει.
Του άρεσε, πού συζητούσαμε μέ βάση τά Πατερικά βιβλία. Τόν Ευεργετινό τή Φιλοκαλία καί τόν «Κλίμακα» (όπως τόν αποκαλούσε) τά «έπαιζε στά δάχτυλα».
-«Γιά τό πως πρέπει νά ζείς (εννοούσε σάν Μοναχός)» μου έλεγε, «θά τά βρείς όλα στή Φιλοκαλία, στό λόγο του Οσίου Γρηγορίου του Σιναίτου. Πως πρέπει νά τρως, πως νά κοιμάσαι κλπ»[4].  



Ἡ τέλεια ἀκτημοσύνη του.

Είχε σχεδόν πλήρη ακτημοσύνη.
Όσο ήταν σχετικά καλά φρόντισε γιά τήν «περιουσία» του.
Σέ μία επίσκεψή μας μέ τόν μακαριστό π. Παρθένιο, μας τήν «παρέδωσε».
Ήταν:
α) ένας επιδιορθωμένος αρκετά μεγάλης χωρητικότητας τρίχινος τορβάς, ετσι τροποποιημένος πού νά φοριέται σάν σακκίδιο στήν πλάτη,
β) Ένα χιλιομπαλωμένο ζωστικό μέ τεράστια μπαλώματα διαφορετικού χρώματος, ραμμένα πρόχειρα μέ σπάγγο καί σακκοράφα καί
γ) δύο τεράστια βιβλία (Ευεργετινός καί Φιλοκαλία)  μέ πολλά χαρτάκια ανάμεσα στά φύλλα τους, (σημειώσεις, παραπομπές κ.λ.π.) πού τώρα πιά δέν έβλεπε νά τά διαβάσει. Τά ήξερε όμως σχεδόν απ’εξω.

Ήθελε παρόλη τήν ηλικία του νά ξαναγίνει ερημίτης· νά έλθει καί νά μείνει κάπου στήν έρημο.
Μας έλεγε ότι ήθελε νά μείνει μαζί μας στήν Κερασιά.
Σέ άλλη επίσκεψή μου όταν είχε «βαρύνει» πολύ, λίγο πρίν κοιμηθεί μου είπε:
-«Κοίταξε! ‘οταν πεθάνω νά μου κάνεις 40Λείτουργο!... Είσαι υποχρεωμένος!... αφού σέ σας έδωσα τά πράγματά μου!». Ήταν απόλαυση νά τόν ακούς μέ τί ένταση, επιθυμία καί χαριτωμένη απαίτηση τό έλεγε.
Απόσπασμα από τό βιβλίο: Ιερομ. Σάββα αγιορείτου: ένας από τούς τελευταίους.

[1] Στήν 9 τό ἀπόγευμα μέ τήν Βυζαντινή (Ἁγιορείτικη) ὥρα. Σύμφωνα μέ τήν Ἁγιορείτικη ὥρα τό ἡμερονύκτιο ἀρχίζει μέ τήν δύση τοῦ ἡλίου, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ὥρα 12.
[2] Ἐπιδεινώθηκε ἡ σωματική του ὑγεία.
[3] Κυβικό ντουλάπι μέ τοιχώματα μεταλλικά διάτρητα ὥστε νά ἀερίζεται τό περιεχόμενό του (συνήθως κάτι φαγώσιμο» καί συγχρόνως νά προστατεύεται ἀπό τά ποντίκια, τά ἔντομα κ.λ.π.
[4] Ὑπάρχει στόν Ε΄ Τόμο τῆς Φιλοκαλίας, ἔκδοση Παπαδημητρίου, Ἀθήνα 1976, σελ.90. Ὁ λόγος ἐπιγράφεται: Τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, Περί τοῦ πῶς πρέπει νά λέγῃ ὁ καθένας τήν προσευχήν.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ

Γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης.


Γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης. Ενας σύγχρονος κρυφός άγιος των ημερών μας (1931 – 1999)

Σύντομα βιογραφικά στοιχεία.
Ο π.Ευμένιος γεννήθηκε το 1931 στην Εθιά Μονοφατσίου Ηρακλείου Κρήτης και ήταν το όγδοο παιδί μιας ευσεβούς οικογένειας.Στούς δύσκολους καιρούς για την πατρίδα μας ο Θεός επέτρεψε να δοκιμαστεί με ποικίλους πειρασμούς ,που τον ακολούθησαν μέχρι του τέλους της επίγειας ζωής του.Πειρασμούς ,που τους θεωρούσε και τους αντιμετώπιζε σαν μια μεγάλη ευλογία του Θεού στην ζωή του .Η ανέχεια,η φτώχεια και ο πόνος της ορφάνιας από τον πατέρα του δεν στάθηκαν εμπόδιο στην λαμπρή πορεία που διέγραψε στην επίγεια ζωή του.Από μικρή ηλικία ανακάλυψε την κλήση του και εκάρη μοναχός στην μοννή της μετανοίας του στον Άγιο Νικήτα ,που σήμερα είναι ένα σπουδαίο προσκύνημα.

Ένα σπουδαίο γεγονός σημάδεψε την ζωή.. ήταν χειμώνας του 1944 και βρισκόταν στο πατρικό του σπίτι στο χωριό του την Εθιά.Καθόταν κοντά στο τζάκι και ζεσταινόταν όταν έπεσε μια αστραπή από την καμινάδα επάνω του ,καιένα κατάλευκο φως όχι μόνο τον περιέλουσε αλλά μπήκε μέσα του.

¨Τότε ένοιωσε απερίγραπτη χαρά που νόμιζε ότι δεν είχε σώμα και δεν αισθανόταν καθόλου το βάρος του. Από την ημέρα αυτή άλλαξε πιο πολύ. Ένιωθε κάτι να τον ωθεί να εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Αφοσιώθηκε ακόμα περισσότερο στον θεό ,άλλαξε η διάθεσή του και φαινόταν σαν να ζούσε εκτός κόσμου. Είχε μεθύσει από τον φωτισμό του Αγίου φωτός. Δεν είχε όρεξη για τα εγκόσμια και από τότε έβαλε το λογισμό της αποταγής του κόσμου για τον μοναχισμό.

Ο πατήρ Ευμένιος εγκατέλειψε τα εγκόσμια σε ηλικία 17 ετών το 1948 όπου πήγε στην Ιερά Μονή του Αγίου Νικήτα ,έμεινε δόκιμος 4 χρόνια και στις 7-4-1951 εκάρη μοναχός .Το έτος 1964 έγινε μεγαλόσχημος στο ίδιο μοναστήρι και στις 19-4-1975 χειροτονήθηκε Ιερομόναχος και πήρε το όνομα Ευμένιος.
Ο Διάβολος βλέποντας σε τι επρόκειτο να εξελιχθεί τον ταλαιπώρησε αφάνταστα με την δαιμονική επήρεια, αλλά η Παναγία μας τον παίρνει από τα νύχια του και τον ελευθερώνει στο ένδοξο μοναστήρι της τον Κουδουμά. Κάποια ασθένεια τον φέρνει στο Νοσοκομείο Λοιμωδών της Αθήνας .Εκεί θα αρχίσει το ποιμαντικό του έργο, που μπροστά του γονατίζουν οι έχοντες θεολογικά πτυχία και εκκλησιαστικά αξιώματα.
Θα γίνει ο παράκλητος των ποιμένων ,με την προσευχή του ο ιατήρας των ασθενούντων και με την υπερβολική του ελεημοσύνη η ανακούφιση των φτωχών. Από την εν θεού σοφία του θα γίνει η λύση σε αμέτρητα οικογενειακά προβλήματα ,με το προορατικό του χάρισμα θα γίνει η τόνωση της πίστης των ανθρώπων ,με τις υποδειγματικές του λειτουργίες ο απαράμιλλος υπηρέτης του Αγίου θυσιαστηρίου.

Το φιλάσθενο της κράσης του του επέβαλλε να βρίσκεται πάντα κοντά σε τόπο ,που η ιατρική φροντίδα ήταν άμεση.Έτσι ο Θεός θέλησε ο γέροντας να Τον διακονήσει στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Αθηνών στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού.

Τα χαρίσματά του δεν άργησαν να γίνουν γνωστά ,αν και ο ίδιος έκρυβε τις αρετές του και δεν επιθυμούσε εγκώμια από τον κόσμο.Ο Γέροντας Πορφύριος έλεγε για τον Γέροντα Ευμένιο. «Να πηγαίνετε να παίρνετε την ευχή του Γέροντα Ευμένιου,γιατί είναι ο κρυμμένος Άγιος των ημερών μας.Σαν τον Γέροντα Ευμένιο βρίσκει κανείς κάθε διακόσια χρόνια.»
Τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και την 23η Μαίου 1999 παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο και τάφηκε ,σύμφωνα με την επιθυμία του στον τόπο που γεννήθηκε
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Άβαταρ μέλους
ΦΩΤΗΣ
Δημοσιεύσεις: 10075
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 19, 2012 12:18 pm
12
Τοποθεσία: ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΜΑΣ.

Δημοσίευση από ΦΩΤΗΣ »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΒΙΤΤΗΣ

Εικόνα

Εικόνα




π.Ευσεβιος Βιττης.

Ένας άνθρωπος απλός, ξεχωριστός, ταπεινός, με πολλές γνώσεις και πνευματικά χαρίσματα, πατερικά βιώματα και θεϊκή φώτιση, πολυγραφότατος, δάσκαλος που αφιέρωσε τη ζωή του για τη σωτηρία της ψυχής των συνανθρώπων του.


Έτσι χαρακτηρίζουν οι μαθητές του τον ιερομόναχο πατέρα Ευσέβιο Βίττη, ο οποίος εκοιμήθη την Τεταρτη βραδυ σε ηλικία 82 ετών, στο ησυχαστήριό του στη θέση Φαιά Πέτρα Σιδηροκάστρου, όπου προσευχόταν τα τελευταία χρόνια. Η επιθυμία του ήταν να μη γίνει γνωστός ο θάνατός του πριν την ταφή του και η κηδεία του να γίνει από έναν απλό κληρικό και έναν λαϊκό, χωρίς κόσμο. Η εκκλησία επέλεξε όμως να τον αποχαιρετήσει όπως άξιζε στη μοναδικότητά του. Η εξόδιος ακολουθία έγινε στο μετόχι της μονής Αγίου Γρηγορίου, στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στη Σταυρούπολη, από τον μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Βαρνάβα, τον μητροπολίτη Σιδηροκάστρου Μακάριο και τον μητροπολίτη Κουλουέζ Μελέτιο. Αν και δεν ανακοινώθηκε η κηδεία, πλήθος κόσμου συνέρευσε στον ναό για να απευθύνει το ύστατο χαίρε στον πνευματικό δάσκαλο. Ακολούθησε η ταφή του στο ησυχαστήριο της Φαιάς Πέτρας, όπου για πρώτη φορά επιτράπηκε η παρουσία γυναικών.
"Ο Ευσέβιος ήταν πόλος έλξης χιλιάδων ψυχών, πάσης τάξεως, ένας πνευματικός που αναγνωρίστηκε σε όλη την διάρκεια της ζωής του από λόγιους ανθρώπους", περιγράφει ο κ. Στυλιανός Κεμετσετζίδης, ιδιοκτήτης του εκδοτικού οίκου "Ορθόδοξη Κυψέλη", μαθητής του ιερομόναχου και εκδότης ενός μέρους των βιβλίων του. "Ήταν πολύ ταπεινός. Δεν ήθελε να μπαίνει το όνομά του στα βιβλία και υπέγραφε με το ψευδώνυμο Κεχρί, δηλαδή κάτι ασήμαντο. Με πολλή προσπάθεια τον έπεισα να βάζουμε όνομα. Δεν δεχόταν επίσης να φωτογραφηθεί, ούτε μιλούσε για τον εαυτό του. Δεν ήθελε ούτε ποσοστό από τις πωλήσεις των βιβλίων. Δεν τον ενδιέφεραν τα χρήματα. Είχε χαρίσματα θεϊκά και επίκτητα", λεει ο κ. Κεμετσετζίδης.
Η είδηση της κοίμησης του Ευσεβίου μεταδόθηκε στους μαθητές του και σε χώρες του εξωτερικού, όπου ο ιερομόναχος έδρασε φιλανθρωπικά. "Ήρθα από τη Ρουμανία. Ενδιαφερόμαστε να μεταφράσουμε τα βιβλία του", αναφέρει ο κ. Οβίδιος Λαζαρέσκου.


Ο ιερομόναχος Ευσέβιος
Ο ιερομόναχος Ευσέβιος Βίττης καταγόταν από την Πτολεμαΐδα. Ξεκίνησε το ιερατικό του έργο ως κληρικός στη Σουηδία. Το ιερό ησυχαστήριο του Αγίου Νικολάου στο Rattvik της Σουηδίας είναι εξ ολοκλήρου έργο του. Είχε αποσυρθεί εκεί στις αρχές του 1973, με σκοπό να αφιερωθεί στην προσευχή, στην περισυλλογή και στη συγγραφή. Ο π. Ευσέβιος τηρούσε το τυπικό του Αγίου Όρους, και όπως καταγράφηκε σε δελτίο της μητροπόλεως Σουηδίας και Πάσης Σκανδιναβίας (1979), αποτελούσε αυτό επί σειρά ετών "την ακοίμητον λυχνίαν της Μητροπόλεως Σουηδίας και το ψυχικόν θεραπευτήριον των πιστών". Οι επισκέπτες του ιερού ησυχαστηρίου εύρισκαν σ' αυτό ανάπαυση ψυχής, παρηγορία και τον δρόμο της σωτηρίας. Το 1980 ο π. Ευσέβιος, κατόπιν προτροπής του πνευματικού του, επέστρέψε στην Ελλάδα.
 

Για τον π.Ευσέβιο μου μίλησε  πριν από χρόνια η φίλη μου Α. η οποία τον είχε γνωρίσει στη Σουηδία. Η Α. την εποχή εκείνη περνούσε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής της και αποφάσισε να πάει να τον βρει, στο ησυχαστήριο του Αγίου Νικολάου κοντά στην πόλη Ratvik. Η πρόσβαση  ήταν δύσκολη σε εκείνη την ερημική περιοχή αλλά η φίλη μου τα κατάφερε να φτάσει στο ησυχαστήριο μετά από αρκετές δυσκολίες. Ήταν καλοκαίρι και το τοπίο ήταν υπέροχο, γεμάτο έλατα. Ο γέροντας που δεν ήξερε τίποτα για τον ερχομό της, την αποκάλεσε με το όνομά της και την έβαλε να φάει σε ένα τραπέζι που είχε ετοιμάσει εκ των προτέρων . Το γεύμα και το τραπέζι ήταν όλα προετοιμασμένα για δύο άτομα. Στο ησυχαστήριο δεν υπήρχε κανένας άλλος.
Η Α. ρώτησε τις απορίες της, έκλαψε, παραπονέθηκε, εξομολογήθηκε και ένιωσε την ψυχή της πραγματικά ανάλαφρη. Ήταν τόσο χαρούμενη και απαλλαγμένη από τα ψυχικά της βάρη που μονολόγησε σχεδόν: το μόνο επιπλέον  πράγμα που θα ήθελα αυτή τη στιγμή είναι να δω αυτό υπέροχο δάσος χιονισμένο. Σε λίγα  λεπτά άρχισαν να χορεύουν νιφάδες και  ένα απαλό άσπρο σεντόνι σκέπασε τα πάντα μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού!
Μετά από τις διηγήσεις της φίλης μου ο άντρας μου κι  εγώ αποφασίσαμε να πάμε να πάρουμε την ευχή του γέροντα στο χωριό κοντά στο Σιδηρόκαστρο όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια.  Αυτό έγινε πριν  από 15 χρόνια. Είχαμε τα παιδιά μικρά. Ο γιος μου -3 ετών τότε- ήταν πολύ άτακτος. Τα πήραμε κι αυτά μαζί.  Ο γέροντας δεν μας γνώριζε ούτε μας περίμενε.
Δεν ήταν εύκολο να δει κανείς το γέροντα  και να συνομιλήσει μαζί του. Προτιμούσε να προσεύχεται μέσα στο δάσος. Όλη μέρα γυρίζαμε από μοναστήρι σε μοναστήρι μήπως και τον πετύχουμε αλλά προς μεγάλη μας απογοήτευση δεν φαινόταν πουθενά. Πήραμε ευλογία από τα προσκινήματα αυτά και αργά το απόγευμα καταλήξαμε στο γεροκομείο της περιοχής-εκεί μας είπαν ότι θα τον βρούμε- αλλά η πόρτα του μικρού γραφείου του ήταν κλειδωμένη. Τα παιδιά είχαν κουραστεί,  σκεφτόμασταν να γυρίσουμε πια στο ξενοδοχείο όταν ανακαλύπτουμε ένα σημείωμα στην πόρτα:
«περιμένετε ως τις 5.30, θα γυρίσω».
Περιμέναμε. Στις 5.30 εμφανίστηκε ο γέροντας ιλαρός. Λες και μας ήξερε χρόνια μας πήρε στο γραφειάκι, έβγαλε την ανακοίνωση από την πόρτα και αρχίσαμε να συζητάμε. Είχα την έγνοια μου στα παιδιά και ιδιαίτερα στον μικρό. Σκεφτόμουν ότι δεν θα μας αφήσει να κουβεντιάσουμε ήρεμα. Ο γέροντας έβγαλε ένα κουτί με σοκολάτες και μας πρόσφερε. Και πάλι το μυαλό μου πήγε στις αντιδράσεις των παιδιών και ήμουν έτοιμη να τους πω: «μία να πάρετε» αλλά άκουσα τη γλυκιά φωνή του γέροντα να τους λέει σχεδόν συνωμοτικά: «βάλτε το χέρι και πάρτε πολλές ...;πολλές ...;» Τα παιδιά έκπληκτα με αυτή την  ασυνήθιστη φιλοξενία πήραν 1-2 αλλά ο γέροντας επέμενε να πάρουν κι άλλες. Ο άντρας μου κι εγώ ρωτήσαμε το γέροντα για διάφορα θέματα. Η καρδιά μας αναπαύθηκε με τις απαντήσεις του. Ήταν γλυκός και σοφός μαζί, όπως όλοι οι άγιοι. Η συζήτηση συνεχίστηκε αρκετή ώρα μέσα σε μια ατμόσφαιρα γαλήνης και γλυκύτητας. Ξαφνικά θυμήθηκα τα παιδιά, μου φάνηκε παράξενο που δεν έκαναν τη συνηθισμένη τους φασαρία. Γύρισα και τα κοίταξα: κοιμόνταν ήσυχα ήσυχα αγκαλιασμένα και γαληνεμένα.  Και τότε κατάλαβα πώς οι άγιοι μας φέρνουν τη γαλήνη του Θεού στη ζωή μας.
Την ευχή του να έχουμε.
Κύριε είσαι παντογνώστης. Γνωρίζεις πολύ καλά ότι Σε αγαπώ. Αξίωσέ με να Σε υπηρετώ με αφοσίωση και με αγάπη μέχρι την τελευταία μου αναπνοή.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βιογραφικά στοιχεία των Αγιασμένων Μορφών της Εποχής μας - Biografical Comments for the Sanctified Figures of Our Time”