
Ο Απόστολος Παύλος λέει:
"26 οσάκις γάρ αν εσθίητε τον άρτον τούτον και το ποτήριον τούτο πίνητε, τον θάνατον τού Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ού αν έλθη. 27 ώστε ός αν εσθίη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον τού Κυρίου αναξίως, ένοχος έσται τού σώματος και τού αίματος τού Κυρίου. 28 δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ τού άρτου εσθιέτω και εκ τού ποτηρίου πινέτω. 29 ο γάρ εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει, μη διακρίνων το σώμα τού Κυρίου. 30 διά τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί. 31 ει γάρ εαυτούς διεκρίνομεν, ουκ αν εκρινόμεθα, 32 κρινόμενοι δε υπό τού Κυρίου παιδευόμεθα, ίνα μη σύν τώ κόσμω κατακριθώμεν." (Κορινθ. Α 11, 26-31)
Επομένως σύμφωνα με τον Απόστολο των Εθνών είμαστε εμείς προσωπικά υπεύθυνοι απέναντι στο Θεό να κρίνουμε τον εαυτό μας πριν προσέλθουμε στο Άγιο Ποτήριο, αν πλησιάζουμε μετά φόβου, πίστεως και αγάπης. Αν διακρίνουμε μέσα μας έστω και μια σκιά, που παρά την τακτική εξομολόγηση και την άδεια του Πνευματικού μας, βαρύνει την ψυχή μας τόσο ώστε να μην μπορούμε να προσφέρουμε το σώμα μας και την ψυχή μας στον Κύριο για να κατοικήσει, τότε πρέπει να το ξανασκεφτούμε.
Ο ίδιος ο Χριστός αναφέρει μια τέτοια περίπτωση:
"23 εάν ούν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σού, 24 άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν τού θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τώ αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου. " (Ματθ. 5, 23-24)
Εάν δηλαδή διαπιστώσουμε ότι μέσα στην καρδιά μας υπάρχει κάποιο εμπόδιο στη σχέση μας μ' ένα συνάνθρωπό μας, πρέπει εφόσον μπορούμε να τακτοποιήσουμε πρώτα το πρόβλημα με τον αδελφό μας κι ύστερα να πλησιάσουμε Εκείνον που η απέραντη Αγάπη του δε συμβιβάζεται με τις ανθρώπινες μικροκακίες.
Επομένως δεν αρκεί να έχουμε ενεργή πνευματική ζωή και τακτική επαφή με τον Πνευματικό μας, πρέπει να είμαστε πάντοτε σε εγρήγορση, μήπως μετά την τελευταία επαφή με τον Πνευματικό μας έχει μεσολαβήσει κάποιο γεγονός, που μας εμποδίζει να κοινωνήσουμε. Αυτό όμως να το κάνουμε με διάκριση κι όχι με έπαρση ή υπερβολική αυστηρότητα, που είναι και τα δυο δείγμα εγωισμού.
Σε κάθε περίπτωση πλησιάζουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας με αίσθηση αναξιότητας, αλλά με πίστη και ελπίδα στην Αγάπη Του και το Μέγα Έλεός Του.
"Οίδα, Κύριε, ότι αναξίως μεταλαμβάνω του αχράντου σου Σώματος και του τιμίου σου Αίματος, και ένοχος ειμί, και κρίμα εμαυτώ εσθίω και πίνω, μη διακρίνων το Σώμα και Αίμα σου του Χριστού και θεού μου. αλλά τοις οικτιρμοίς σου θαρρών, προσέρχομαί σοι τω ειπόντι: Ο τρώγων μου την Σάρκα και πίνων μου το Αίμα, εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ. Σπλαγχνίσθητι ουν, Κύριε, και μη παραδειγματίσης με τον αμαρτωλόν, αλλά ποίησον μετ’ εμού κατά το έλεός σου. και γενέσθω μοι τα ’Αγια ταύτα εις ίασιν, και κάθαρσιν, και φωτισμόν, και φυλακτήριον, και εις αποτροπήν πάσης φαντασίας και πονηράς πράξεως και ενεργείας διαβολικής, κατά διάνοιαν της εν τοις μέλεσί μου ενεργουμένης. εις παρρησίαν και αγάπην την προς σε. εις διόρθωσιν βίου και ασφάλειαν . εις αύξησιν αρετής και τελειότητος. εις πλήρωσιν εντολών, εις Πνεύματος Αγίου κοινωνίαν, εις εφόδιον ζωής αιωνίου, και εις απολογίαν ευπρόσδεκτον την επί του φοβερού βήματός σου. μη εις κρίμα, ή εις κατάκριμα." (Ευχή Β του Μεγάλου Βασιλείου, Από την Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως)