Αγαπητά μέλη και επισκέπτες, καλώς ήρθατε στο ανανεωμένο μας φόρουμ!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
Με πολλή χαρά περιμένουμε τις νέες σας δημοσιεύσεις!
ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
Συντονιστές: Νίκος, Anastasios68, johnge
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 25γ
Ματθ. 25,25 καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν.
Ματθ. 25,25 Και επειδή εφοβήθηκα, επήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου μέσα εις την γην. Ιδού έχεις αυτό που σου ανήκει”.
Ματθ. 25,26 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα!
Ματθ. 25,26 Αποκριθείς δε ο Κυριος αυτού του είπε· “δούλε πονηρέ και οκνηρέ! Εγνώριζες ότι εγώ θερίζω εκεί όπου δεν έσπειρα και μαζεύω από εκεί όπου δεν εσκόρπισα.
Ματθ. 25,27 ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ.
Ματθ. 25,27 Επρεπε λοιπόν συ να καταθέσης τα χρήματά μου στους τραπεζίτας και όταν εγώ θα ερχόμουν, θα έπαιρνα με τον τόκο του αυτό που είναι ιδικόν μου.
Ματθ. 25,28 ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα.
Ματθ. 25,28 Παρτε, λοιπόν, από αυτόν το τάλαντον και δώστε το εις εκείνον, που έχει τα δέκα τάλαντα.
Ματθ. 25,29 τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Ματθ. 25,29 Διότι εις εκείνον ο οποίος με την εργασίαν και την τιμιότητά του έχει αυξήσει αυτό που του εδόθη, θα του δοθούν και άλλα πολλά με το παραπάνω. Από εκείνον δε που του εδόθησαν μεν χαρίσματα, αλλά δεν τα εκαλλιέργησε, θα του αφαιρεθή, και αυτό που του εδόθη.
Ματθ. 25,30 καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
Ματθ. 25,30 Και τον άχρηστον αυτόν πονηρόν δούλον βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πυκνό σκοτάδι της κολάσεως· εκεί θα είναι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων”.
Ματθ. 25,31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,
Ματθ. 25,31 Οταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου με όλην την δόξαν αυτού και μαζή με αυτόν όλοι οι άγγελοί του, τότε θα καθίση στον θρόνον του, τον λαμπρόν και ένδοξον.
Ματθ. 25,32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
Ματθ. 25,32 Και θα συναχθούν εμπρός του όλα τα έθνη της γης από της δημιουργίας του Αδάμ μέχρι της συντελείας του κόσμου και θα χωρίση αυτούς μεταξύ των με όσην ευκολίαν χωρίζει ο ποιμήν τα πρόβατα από τα ερίφια.
Ματθ. 25,33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.
Ματθ. 25,33 Και θα θέση τα μεν πρόβατα εις τα δεξιά του τα δε ερίφια εις τα αριστερά.
Ματθ. 25,34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Ματθ. 25,34 Τοτε θα στραφή ο βασιλεύς εις εκείνους που θα ευρίσκωνται εις τα δεξιά του και θα πη· “ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομήσατε την βασιλείαν των ουρανών, η οποία έχει ετοιμασθή για σας από τότε που εθεμελιώνετο ο κόσμος.
Ματθ. 25,35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με,
Ματθ. 25,35 Διότι επείνασα και μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και με εποτίσατε, ήμουν ξένος που δεν είχα τόπον να μείνω, και με επήρατε στο σπίτι σας.
Ματθ. 25,36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με.
Ματθ. 25,36 Ημουν γυμνός και με ενεδύσατε, αρρώστησα και με επισκεφθήκατε, εις την φυλακήν ήμουν και ήλθατε να με ιδήτε”.
Ματθ. 25,25 καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε ἔχεις τὸ σόν.
Ματθ. 25,25 Και επειδή εφοβήθηκα, επήγα και έκρυψα το τάλαντόν σου μέσα εις την γην. Ιδού έχεις αυτό που σου ανήκει”.
Ματθ. 25,26 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ! ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα!
Ματθ. 25,26 Αποκριθείς δε ο Κυριος αυτού του είπε· “δούλε πονηρέ και οκνηρέ! Εγνώριζες ότι εγώ θερίζω εκεί όπου δεν έσπειρα και μαζεύω από εκεί όπου δεν εσκόρπισα.
Ματθ. 25,27 ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις, καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ.
Ματθ. 25,27 Επρεπε λοιπόν συ να καταθέσης τα χρήματά μου στους τραπεζίτας και όταν εγώ θα ερχόμουν, θα έπαιρνα με τον τόκο του αυτό που είναι ιδικόν μου.
Ματθ. 25,28 ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα.
Ματθ. 25,28 Παρτε, λοιπόν, από αυτόν το τάλαντον και δώστε το εις εκείνον, που έχει τα δέκα τάλαντα.
Ματθ. 25,29 τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ.
Ματθ. 25,29 Διότι εις εκείνον ο οποίος με την εργασίαν και την τιμιότητά του έχει αυξήσει αυτό που του εδόθη, θα του δοθούν και άλλα πολλά με το παραπάνω. Από εκείνον δε που του εδόθησαν μεν χαρίσματα, αλλά δεν τα εκαλλιέργησε, θα του αφαιρεθή, και αυτό που του εδόθη.
Ματθ. 25,30 καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων.
Ματθ. 25,30 Και τον άχρηστον αυτόν πονηρόν δούλον βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πυκνό σκοτάδι της κολάσεως· εκεί θα είναι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων”.
Ματθ. 25,31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ,
Ματθ. 25,31 Οταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου με όλην την δόξαν αυτού και μαζή με αυτόν όλοι οι άγγελοί του, τότε θα καθίση στον θρόνον του, τον λαμπρόν και ένδοξον.
Ματθ. 25,32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων,
Ματθ. 25,32 Και θα συναχθούν εμπρός του όλα τα έθνη της γης από της δημιουργίας του Αδάμ μέχρι της συντελείας του κόσμου και θα χωρίση αυτούς μεταξύ των με όσην ευκολίαν χωρίζει ο ποιμήν τα πρόβατα από τα ερίφια.
Ματθ. 25,33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων.
Ματθ. 25,33 Και θα θέση τα μεν πρόβατα εις τα δεξιά του τα δε ερίφια εις τα αριστερά.
Ματθ. 25,34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου.
Ματθ. 25,34 Τοτε θα στραφή ο βασιλεύς εις εκείνους που θα ευρίσκωνται εις τα δεξιά του και θα πη· “ελάτε σεις οι ευλογημένοι του Πατρός μου και κληρονομήσατε την βασιλείαν των ουρανών, η οποία έχει ετοιμασθή για σας από τότε που εθεμελιώνετο ο κόσμος.
Ματθ. 25,35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με,
Ματθ. 25,35 Διότι επείνασα και μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και με εποτίσατε, ήμουν ξένος που δεν είχα τόπον να μείνω, και με επήρατε στο σπίτι σας.
Ματθ. 25,36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με.
Ματθ. 25,36 Ημουν γυμνός και με ενεδύσατε, αρρώστησα και με επισκεφθήκατε, εις την φυλακήν ήμουν και ήλθατε να με ιδήτε”.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 25δ
Ματθ. 25,37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν;
Ματθ. 25,37 Τοτε θα αποκριθούν προς αυτόν οι δίκαιοι και θα πουν· “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον και σε εθρέψαμε η διψασμένον και σου εδώσαμε νερό;
Ματθ. 25,38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν;
Ματθ. 25,38 Ποτε δε σε είδαμεν ξένον και σε περιμαζέψαμε η γυμνόν και σε ενεδύσαμεν;
Ματθ. 25,39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
Ματθ. 25,39 Ποτε δε σε είδαμε ασθενή η φυλακισμένον και ήλθαμε εις επίσκεψίν σου;”
Ματθ. 25,40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Ματθ. 25,40 Και θα αποκριθή εις αυτούς ο βασιλεύς· “Αληθινά σας λέγω, κάθε τι που εκάματε, δια να εξυπηρετήσετε ένα από τους αδελφούς μου, που φαίνονται άσημοι και ελάχιστοι μέσα εις την κοινωνίαν, το εκάματε εις εμέ” (Ο Χριστός, ο βασιλεύς, που είναι ο Υιός του Θεού αλλά και υιός του ανθρώπου, τους πάσχοντας, τους πτωχούς και γυμνούς, αυτούς τους οποίους οι ματαιόδοξοι και υπερήφανοι περιφρονούν, τους θεωρεί αδελφούς του, τέκνα του ουρανίου Πατρός και τους περιβάλλει με όλην του την αγάπην. Δι'αυτό και κάθε βοήθειαν που τους προσφέρεται την θεωρεί ως προσφερομένην εις αυτόν τον ίδιον).
Ματθ. 25,41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
Ματθ. 25,41 Τοτε θα πη και εις εκείνους, που στέκονται εις τα αριστερά του· “φύγετε μακρυά από εμέ σεις οι καταράμενοι και πηγαίνετε στο αιώνιον πυρ, που έχει ετοιμασθή δια τον διάβολον και τους πονηρούς αγγέλους του.
Ματθ. 25,42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,
Ματθ. 25,42 Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε.
Ματθ. 25,43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Ματθ. 25,43 Ξενος ήμουν και δεν με επήρατε στο σπίτι σας, γυμνός και δεν με ενεδύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν με επισκεφθήκατε”.
Ματθ. 25,44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
Ματθ. 25,44 Τοτε θα αποκριθούν και αυτοί λέγοντες, “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένο η διψασμένον η ξένον η γυμνόν η ασθενή η φυλακισμένον και δεν σε υπηρετήσαμεν;”
Ματθ. 25,45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Ματθ. 25,45 Τοτε θα αποκριθή εις αυτούς και θα είπη· “αλήθεια σας λέγω· εφ' όσον δεν εκάματε τα καλά αυτά εις ένα από αυτούς, που ο κόσμος θεωρεί πολύ μικρούς, ούτε εις εμέ εκάματε”.
Ματθ. 25,46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Ματθ. 25,46 Και θα απέλθουν αυτοί μεν εις την αιωνίαν κόλασιν μαζή με τον διάβολον, οι δε δίκαιοι εις την αιωνίαν ζωήν μαζή με τον Θεόν. (Ετσι η δικαία κρίσις θα έχη γίνει, το δίκαιον θα αποδοθή και η ασάλευτος αποκατάστασις θα πραγματοποιηθή).
Ματθ. 25,37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν;
Ματθ. 25,37 Τοτε θα αποκριθούν προς αυτόν οι δίκαιοι και θα πουν· “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένον και σε εθρέψαμε η διψασμένον και σου εδώσαμε νερό;
Ματθ. 25,38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν;
Ματθ. 25,38 Ποτε δε σε είδαμεν ξένον και σε περιμαζέψαμε η γυμνόν και σε ενεδύσαμεν;
Ματθ. 25,39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε;
Ματθ. 25,39 Ποτε δε σε είδαμε ασθενή η φυλακισμένον και ήλθαμε εις επίσκεψίν σου;”
Ματθ. 25,40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Ματθ. 25,40 Και θα αποκριθή εις αυτούς ο βασιλεύς· “Αληθινά σας λέγω, κάθε τι που εκάματε, δια να εξυπηρετήσετε ένα από τους αδελφούς μου, που φαίνονται άσημοι και ελάχιστοι μέσα εις την κοινωνίαν, το εκάματε εις εμέ” (Ο Χριστός, ο βασιλεύς, που είναι ο Υιός του Θεού αλλά και υιός του ανθρώπου, τους πάσχοντας, τους πτωχούς και γυμνούς, αυτούς τους οποίους οι ματαιόδοξοι και υπερήφανοι περιφρονούν, τους θεωρεί αδελφούς του, τέκνα του ουρανίου Πατρός και τους περιβάλλει με όλην του την αγάπην. Δι'αυτό και κάθε βοήθειαν που τους προσφέρεται την θεωρεί ως προσφερομένην εις αυτόν τον ίδιον).
Ματθ. 25,41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ.
Ματθ. 25,41 Τοτε θα πη και εις εκείνους, που στέκονται εις τα αριστερά του· “φύγετε μακρυά από εμέ σεις οι καταράμενοι και πηγαίνετε στο αιώνιον πυρ, που έχει ετοιμασθή δια τον διάβολον και τους πονηρούς αγγέλους του.
Ματθ. 25,42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,
Ματθ. 25,42 Διότι επείνασα και δεν μου εδώσατε να φάγω, εδίψασα και δεν με εποτίσατε.
Ματθ. 25,43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με.
Ματθ. 25,43 Ξενος ήμουν και δεν με επήρατε στο σπίτι σας, γυμνός και δεν με ενεδύσατε, άρρωστος και φυλακισμένος και δεν με επισκεφθήκατε”.
Ματθ. 25,44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι;
Ματθ. 25,44 Τοτε θα αποκριθούν και αυτοί λέγοντες, “Κυριε, πότε σε είδαμε πεινασμένο η διψασμένον η ξένον η γυμνόν η ασθενή η φυλακισμένον και δεν σε υπηρετήσαμεν;”
Ματθ. 25,45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Ματθ. 25,45 Τοτε θα αποκριθή εις αυτούς και θα είπη· “αλήθεια σας λέγω· εφ' όσον δεν εκάματε τα καλά αυτά εις ένα από αυτούς, που ο κόσμος θεωρεί πολύ μικρούς, ούτε εις εμέ εκάματε”.
Ματθ. 25,46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Ματθ. 25,46 Και θα απέλθουν αυτοί μεν εις την αιωνίαν κόλασιν μαζή με τον διάβολον, οι δε δίκαιοι εις την αιωνίαν ζωήν μαζή με τον Θεόν. (Ετσι η δικαία κρίσις θα έχη γίνει, το δίκαιον θα αποδοθή και η ασάλευτος αποκατάστασις θα πραγματοποιηθή).
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 26α
Ματθ. 26,1 Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς πάντας τοὺς λόγους τούτους εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ·
Ματθ. 26,1 Και όταν ετελείωσε ο Ιησούς όλους αυτούς τους λόγους, είπε προς τους μαθητάς του·
Ματθ. 26,2 οἴδατε ὅτι μετὰ δύο ἡμέρας τὸ πάσχα γίνεται, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς τὸ σταυρωθῆναι.
Ματθ. 26,2 “γνωρίζετε ότι έπειτα από δύο ημέρας γίνεται η εορτή του πάσχα και ο υιός του ανθρώπου θα παραδοθή δια να σταυρωθή”.
Ματθ. 26,3 τότε συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ἀρχιερέως τοῦ λεγομένου Καϊάφα,
Ματθ. 26,3 Τοτε οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι προεστοί του λαού, που συμμετείχαν στο Μεγάλο Συνέδριον, συγκεντρώθηκαν εις την οικίαν του αρχιερέως, ο οποίος ωνομάζετο Καϊάφας.
Ματθ. 26,4 καὶ συνεβουλεύσαντο ἵνα τὸν Ἰησοῦν δόλῳ κρατήσωσι καὶ ἀποκτείνωσιν.
Ματθ. 26,4 Και κατόπιν συσκέψεως απεφάσισαν ομοφώνως να συλλάβουν με δόλον τον Ιησούν και να τον φονεύσουν.
Ματθ. 26,5 ἔλεγον δέ· μὴ ἐν τῇ ἑορτῇ, ἵνα μὴ θόρυβος γένηται ἐν τῷ λαῷ.
Ματθ. 26,5 Είπαν δε μεταξύ των, να μη τον συλλάβουν κατά την εορτήν του πάσχα, δια να μη γίνη θόρυβος και αναταραχή στον λαόν.
Ματθ. 26,6 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γενομένου ἐν Βηθανίᾳ ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ,
Ματθ. 26,6 Οταν δε ο Ιησούς ήλθε εις την Βηθανίαν, εις την οικίαν Σιμωνος του λεπρού,
Ματθ. 26,7 προσῆλθεν αὐτῷ γυνὴ ἀλάβαστρον μύρου ἔχουσα βαρυτίμου, καὶ κατέχεεν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἀνακειμένου.
Ματθ. 26,7 προσήλθε εις αυτόν μία γυναίκα με ένα δοχείον από αλάβαστρον γεμάτο από μύρον πολύτιμον και έχυνε αυτό άφθονον εις την κεφαλήν του, καθώς αυτός είχε καθίσει εις την τράπεζαν του φαγητού.
Ματθ. 26,8 ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠγανάκτησαν λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη;
Ματθ. 26,8 Οι δε μαθηταί, όταν είδαν τούτο, ηγανάκτησαν και έλεγαν· “διατί χάνεται ματαίως το πολύτιμον αυτό μύρον;
Ματθ. 26,9 ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς.
Ματθ. 26,9 Διότι θα ημπορούσε αυτό να πωληθή αντί πολλών χρημάτων και να δοθή το αντίτιμον στους φτωχούς”.
Ματθ. 26,10 γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τί κόπους παρέχετε τῇ γυναικί; ἔργον γὰρ καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ.
Ματθ. 26,10 Ο Ιησούς όμως αντελήφθη την δυσφορίαν των και τους είπε· “διατί στενοχωρείτε την γυναίκα; Διότι αυτή έκαμε εις εμέ ένα καλόν και αξιέπαινον έργον.
Ματθ. 26,11 τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.
Ματθ. 26,11 Διότι τους πτωχούς τους έχετε πάντοτε μαζή σας και ημπορείτε, οπόταν θέλετε να τους βοηθήτε, εμέ όμως δεν θα με έχετε πάντοτε μαζή σας.
Ματθ. 26,12 βαλοῦσα γὰρ αὕτη τὸ μύρον τοῦτο ἐπὶ τοῦ σώματός μου, πρὸς τὸ ἐνταφιάσαι με ἐποίησεν.
Ματθ. 26,12 Διότι αυτή η γυναίκα, που έχυσε το μύρον τούτο στο σώμα μου, το έκαμε σαν προετοιμασίαν δια τον ενταφιασμόν μου.
Ματθ. 26,13 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον τοῦτο ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη εἰς μνημόσυνον αὐτῆς.
Ματθ. 26,13 Σας διαβεβαιώνω δε, ότι οπουδήποτε και αν κυρηχθή το ευαγγέλιον τούτο-και θα κηρυχθή εις όλον τον κόσμον-θα διαλαληθή επίσης και αυτό που έκαμε σήμερον αυτή εις αλησμόνητον ανάμνησίν της”. (Καθε προσφορά, που γίνεται προς τον Κυριον από ευλαβή και αφωσιωμένην καρδίαν, αποκτά αιωνίαν αξίαν).
Ματθ. 26,14 Τότε πορευθεὶς εἷς τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Ἰούδας Ἰσκαριώτης, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπε·
Ματθ. 26,14 Τοτε ένας από τους δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, επήγε προς τους αρχιερείς και είπε·
Ματθ. 26,15 τί θέλετέ μοι δοῦναι, καὶ ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια.
Ματθ. 26,15 “τι θέλετε να μου δώσετε και εγώ θα σας τον παραδώσω;” Εκείνοι δε του εμέτρησαν τριάκοντα αργυρά νομίσματα.
Ματθ. 26,1 Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς πάντας τοὺς λόγους τούτους εἶπεν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ·
Ματθ. 26,1 Και όταν ετελείωσε ο Ιησούς όλους αυτούς τους λόγους, είπε προς τους μαθητάς του·
Ματθ. 26,2 οἴδατε ὅτι μετὰ δύο ἡμέρας τὸ πάσχα γίνεται, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς τὸ σταυρωθῆναι.
Ματθ. 26,2 “γνωρίζετε ότι έπειτα από δύο ημέρας γίνεται η εορτή του πάσχα και ο υιός του ανθρώπου θα παραδοθή δια να σταυρωθή”.
Ματθ. 26,3 τότε συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ, εἰς τὴν αὐλὴν τοῦ ἀρχιερέως τοῦ λεγομένου Καϊάφα,
Ματθ. 26,3 Τοτε οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι προεστοί του λαού, που συμμετείχαν στο Μεγάλο Συνέδριον, συγκεντρώθηκαν εις την οικίαν του αρχιερέως, ο οποίος ωνομάζετο Καϊάφας.
Ματθ. 26,4 καὶ συνεβουλεύσαντο ἵνα τὸν Ἰησοῦν δόλῳ κρατήσωσι καὶ ἀποκτείνωσιν.
Ματθ. 26,4 Και κατόπιν συσκέψεως απεφάσισαν ομοφώνως να συλλάβουν με δόλον τον Ιησούν και να τον φονεύσουν.
Ματθ. 26,5 ἔλεγον δέ· μὴ ἐν τῇ ἑορτῇ, ἵνα μὴ θόρυβος γένηται ἐν τῷ λαῷ.
Ματθ. 26,5 Είπαν δε μεταξύ των, να μη τον συλλάβουν κατά την εορτήν του πάσχα, δια να μη γίνη θόρυβος και αναταραχή στον λαόν.
Ματθ. 26,6 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γενομένου ἐν Βηθανίᾳ ἐν οἰκίᾳ Σίμωνος τοῦ λεπροῦ,
Ματθ. 26,6 Οταν δε ο Ιησούς ήλθε εις την Βηθανίαν, εις την οικίαν Σιμωνος του λεπρού,
Ματθ. 26,7 προσῆλθεν αὐτῷ γυνὴ ἀλάβαστρον μύρου ἔχουσα βαρυτίμου, καὶ κατέχεεν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἀνακειμένου.
Ματθ. 26,7 προσήλθε εις αυτόν μία γυναίκα με ένα δοχείον από αλάβαστρον γεμάτο από μύρον πολύτιμον και έχυνε αυτό άφθονον εις την κεφαλήν του, καθώς αυτός είχε καθίσει εις την τράπεζαν του φαγητού.
Ματθ. 26,8 ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠγανάκτησαν λέγοντες· εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη;
Ματθ. 26,8 Οι δε μαθηταί, όταν είδαν τούτο, ηγανάκτησαν και έλεγαν· “διατί χάνεται ματαίως το πολύτιμον αυτό μύρον;
Ματθ. 26,9 ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς.
Ματθ. 26,9 Διότι θα ημπορούσε αυτό να πωληθή αντί πολλών χρημάτων και να δοθή το αντίτιμον στους φτωχούς”.
Ματθ. 26,10 γνοὺς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· τί κόπους παρέχετε τῇ γυναικί; ἔργον γὰρ καλὸν εἰργάσατο εἰς ἐμέ.
Ματθ. 26,10 Ο Ιησούς όμως αντελήφθη την δυσφορίαν των και τους είπε· “διατί στενοχωρείτε την γυναίκα; Διότι αυτή έκαμε εις εμέ ένα καλόν και αξιέπαινον έργον.
Ματθ. 26,11 τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ᾿ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.
Ματθ. 26,11 Διότι τους πτωχούς τους έχετε πάντοτε μαζή σας και ημπορείτε, οπόταν θέλετε να τους βοηθήτε, εμέ όμως δεν θα με έχετε πάντοτε μαζή σας.
Ματθ. 26,12 βαλοῦσα γὰρ αὕτη τὸ μύρον τοῦτο ἐπὶ τοῦ σώματός μου, πρὸς τὸ ἐνταφιάσαι με ἐποίησεν.
Ματθ. 26,12 Διότι αυτή η γυναίκα, που έχυσε το μύρον τούτο στο σώμα μου, το έκαμε σαν προετοιμασίαν δια τον ενταφιασμόν μου.
Ματθ. 26,13 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον τοῦτο ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη εἰς μνημόσυνον αὐτῆς.
Ματθ. 26,13 Σας διαβεβαιώνω δε, ότι οπουδήποτε και αν κυρηχθή το ευαγγέλιον τούτο-και θα κηρυχθή εις όλον τον κόσμον-θα διαλαληθή επίσης και αυτό που έκαμε σήμερον αυτή εις αλησμόνητον ανάμνησίν της”. (Καθε προσφορά, που γίνεται προς τον Κυριον από ευλαβή και αφωσιωμένην καρδίαν, αποκτά αιωνίαν αξίαν).
Ματθ. 26,14 Τότε πορευθεὶς εἷς τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Ἰούδας Ἰσκαριώτης, πρὸς τοὺς ἀρχιερεῖς εἶπε·
Ματθ. 26,14 Τοτε ένας από τους δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, επήγε προς τους αρχιερείς και είπε·
Ματθ. 26,15 τί θέλετέ μοι δοῦναι, καὶ ἐγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν; οἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια.
Ματθ. 26,15 “τι θέλετε να μου δώσετε και εγώ θα σας τον παραδώσω;” Εκείνοι δε του εμέτρησαν τριάκοντα αργυρά νομίσματα.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 26β
Ματθ. 26,16 καὶ ἀπὸ τότε ἐζήτει εὐκαιρίαν ἵνα αὐτὸν παραδῷ.
Ματθ. 26,16 Και από τότε εζητούσε ευκαιρίαν, δια να τον παραδώση (σύμφωνα με τας οδηγίας των αρχιερέων).
Ματθ. 26,17 Τῇ δὲ πρώτῃ τῶν ἀζύμων προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες αὐτῷ· ποῦ θέλεις ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ πάσχα;
Ματθ. 26,17 Κατά δε την παραμονήν του πάσχα, η οποία ελέγετο και πρώτη ημέρα του πάσχα, διότι ετοίμαζαν οι Εβραίοι τα άζυμα, ήλθαν οι μαθηταί προς τον Ιησούν λέγοντες· “που θάλεις να σου ετοιμάσωμεν, δια να φάγης το πάσχα;”
Ματθ. 26,18 ὁ δὲ εἶπεν· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν πρὸς τὸν δεῖνα καὶ εἴπατε αὐτῷ· ὁ διδάσκαλος λέγει, ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστι· πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου.
Ματθ. 26,18 Ο δε Ιησούς είπεν· “πηγαίνετε εις την πόλιν προς τον δείνα και ειπέτε του· ο διδάσκαλος λέγει· Ο καιρός μου δια να τελειώσω το έργον μου πλησιάζει. Εις το σπίτι σου απόψε, παραμονήν του εβραϊκού πάσχα, θα εορτάσω μαζή με τους μαθητάς μου το νέον πάσχα”.
Ματθ. 26,19 καὶ ἐποίησαν οἱ μαθηταὶ ὡς συνέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα.
Ματθ. 26,19 Και έκαμαν οι μαθηταί, όπως ο Ιησούς τους είχε οδηγήσει και ετοίμασαν τα κατά το πάσχα.
Ματθ. 26,20 Ὀψίας δὲ γενομένης ἀνέκειτο μετὰ τῶν δώδεκα.
Ματθ. 26,20 Οταν δε ήλθε η εσπέρα, ο Κυριος μαζή με τους δώδεκα εξάπλωσε κοντά στο τραπέζι σύμφωνα με την συνήθειαν που είχαν τότε οι άνθρωποι να κάθωνται κατά το φάγητον.
Ματθ. 26,21 καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με.
Ματθ. 26,21 Και καθώς έτρωγαν είπε· “σας διαβεβαιώνω, ότι ένας από σας θα με προδώση”.
Ματθ. 26,22 καὶ λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;
Ματθ. 26,22 Εκείνοι ελυπήθηκαν παρά πολύ και ήρχισαν να λέγουν ο καθένας δια τον εαυτόν του· “μήπως είμαι εγώ, Κυριε;”
Ματθ. 26,23 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμβάψας μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ τρυβλίῳ τὴν χεῖρα, οὗτός με παραδώσει.
Ματθ. 26,23 Ο δε Κυριος απεκρίθη· “Εκείνος που εβούτηξε μαζή μου το χέρι στον ζωμόν του πιάτου, αυτός θα με παραδώση.
Ματθ. 26,24 ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾿ οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος.
Ματθ. 26,24 Ο μεν υιός του ανθρώπου απέρχεται από την ζωήν αυτήν, όπως ακριβώς είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφήν περί αυτού· αλλοίμονον όμως στον άνθρωπον εκείνον, δια του οποίου ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται· προτιμότερον θα ήτο δι' αυτόν να μη είχε γεννηθή ο άνθρωπος εκείνος”.
Ματθ. 26,25 ἀποκριθεὶς δὲ Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν εἶπε· μήτι ἐγώ εἰμι, ῥαββί; λέγει αὐτῷ, σὺ εἶπας.
Ματθ. 26,25 Ελαβε δε τον λόγον ο Ιούδας, ο οποίος και τον παρέδωσε, και είπε· “μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;” Απήντησε εις αυτόν ο Ιησούς· “Συ είπες, ότι είσαι συ”. (φράσις που σημαίνει· Το είπες μόνος σου, όπως είπες, έτσι είναι· συ πράγματι είσαι αυτός που θα με παραδώση).
Ματθ. 26,26 Ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου·
Ματθ. 26,26 Ενώ δε αυτοί έτρωγαν, επήρε ο Ιησούς τον άρτον και αφού ευχαρίστησε τον έκοψε εις τεμάχια και έδιδε στους μαθητάς και είπε· “λάβετε φάγετε· τούτο είναι το σώμα μου”.
Ματθ. 26,27 καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες·
Ματθ. 26,27 Και αφού επήρε το ποτήριον και ηυχαρίστησε έδωκε αυτό στους μαθητάς και είπε· “πίετε από αυτό όλοι,
Ματθ. 26,28 τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
Ματθ. 26,28 διότι τούτο είναι το αίμά μου, με το οποίον επικυρώνεται η νέα διαθήκη και το οποίον χύνεται δια την συγχώρησιν των αμαρτιών και την σωτηρίαν πολλών.
Ματθ. 26,29 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω ἀπ᾿ ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν αὐτὸ πίνω μεθ᾿ ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου.
Ματθ. 26,29 Σας λέγω δε ότι δεν θα ξαναπιώ από το προϊόν αυτό της αμπέλου από την στιγμήν αυτήν και μέχρι της ημέρας εκείνης, όταν εις την ατελείωτον χαράν της βασιλείας του Πατρός μου θα το πίνω μαζή σας νέον, πνευματικόν και χαροποιόν”.
Ματθ. 26,30 Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν. τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς·
Ματθ. 26,30 Και αφού έψαλαν ύμνους, εξήλθαν στο όρος των Ελαιών. Τοτε λέγει προς αυτούς ο Ιησούς·
Ματθ. 26,16 καὶ ἀπὸ τότε ἐζήτει εὐκαιρίαν ἵνα αὐτὸν παραδῷ.
Ματθ. 26,16 Και από τότε εζητούσε ευκαιρίαν, δια να τον παραδώση (σύμφωνα με τας οδηγίας των αρχιερέων).
Ματθ. 26,17 Τῇ δὲ πρώτῃ τῶν ἀζύμων προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες αὐτῷ· ποῦ θέλεις ἑτοιμάσωμέν σοι φαγεῖν τὸ πάσχα;
Ματθ. 26,17 Κατά δε την παραμονήν του πάσχα, η οποία ελέγετο και πρώτη ημέρα του πάσχα, διότι ετοίμαζαν οι Εβραίοι τα άζυμα, ήλθαν οι μαθηταί προς τον Ιησούν λέγοντες· “που θάλεις να σου ετοιμάσωμεν, δια να φάγης το πάσχα;”
Ματθ. 26,18 ὁ δὲ εἶπεν· ὑπάγετε εἰς τὴν πόλιν πρὸς τὸν δεῖνα καὶ εἴπατε αὐτῷ· ὁ διδάσκαλος λέγει, ὁ καιρός μου ἐγγύς ἐστι· πρὸς σὲ ποιῶ τὸ πάσχα μετὰ τῶν μαθητῶν μου.
Ματθ. 26,18 Ο δε Ιησούς είπεν· “πηγαίνετε εις την πόλιν προς τον δείνα και ειπέτε του· ο διδάσκαλος λέγει· Ο καιρός μου δια να τελειώσω το έργον μου πλησιάζει. Εις το σπίτι σου απόψε, παραμονήν του εβραϊκού πάσχα, θα εορτάσω μαζή με τους μαθητάς μου το νέον πάσχα”.
Ματθ. 26,19 καὶ ἐποίησαν οἱ μαθηταὶ ὡς συνέταξεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἡτοίμασαν τὸ πάσχα.
Ματθ. 26,19 Και έκαμαν οι μαθηταί, όπως ο Ιησούς τους είχε οδηγήσει και ετοίμασαν τα κατά το πάσχα.
Ματθ. 26,20 Ὀψίας δὲ γενομένης ἀνέκειτο μετὰ τῶν δώδεκα.
Ματθ. 26,20 Οταν δε ήλθε η εσπέρα, ο Κυριος μαζή με τους δώδεκα εξάπλωσε κοντά στο τραπέζι σύμφωνα με την συνήθειαν που είχαν τότε οι άνθρωποι να κάθωνται κατά το φάγητον.
Ματθ. 26,21 καὶ ἐσθιόντων αὐτῶν εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με.
Ματθ. 26,21 Και καθώς έτρωγαν είπε· “σας διαβεβαιώνω, ότι ένας από σας θα με προδώση”.
Ματθ. 26,22 καὶ λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;
Ματθ. 26,22 Εκείνοι ελυπήθηκαν παρά πολύ και ήρχισαν να λέγουν ο καθένας δια τον εαυτόν του· “μήπως είμαι εγώ, Κυριε;”
Ματθ. 26,23 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ὁ ἐμβάψας μετ᾿ ἐμοῦ ἐν τῷ τρυβλίῳ τὴν χεῖρα, οὗτός με παραδώσει.
Ματθ. 26,23 Ο δε Κυριος απεκρίθη· “Εκείνος που εβούτηξε μαζή μου το χέρι στον ζωμόν του πιάτου, αυτός θα με παραδώση.
Ματθ. 26,24 ὁ μὲν υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑπάγει καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ· οὐαὶ δὲ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι᾿ οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται· καλὸν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος.
Ματθ. 26,24 Ο μεν υιός του ανθρώπου απέρχεται από την ζωήν αυτήν, όπως ακριβώς είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφήν περί αυτού· αλλοίμονον όμως στον άνθρωπον εκείνον, δια του οποίου ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται· προτιμότερον θα ήτο δι' αυτόν να μη είχε γεννηθή ο άνθρωπος εκείνος”.
Ματθ. 26,25 ἀποκριθεὶς δὲ Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν εἶπε· μήτι ἐγώ εἰμι, ῥαββί; λέγει αὐτῷ, σὺ εἶπας.
Ματθ. 26,25 Ελαβε δε τον λόγον ο Ιούδας, ο οποίος και τον παρέδωσε, και είπε· “μήπως είμαι εγώ, διδάσκαλε;” Απήντησε εις αυτόν ο Ιησούς· “Συ είπες, ότι είσαι συ”. (φράσις που σημαίνει· Το είπες μόνος σου, όπως είπες, έτσι είναι· συ πράγματι είσαι αυτός που θα με παραδώση).
Ματθ. 26,26 Ἐσθιόντων δὲ αὐτῶν λαβὼν ὁ Ἰησοῦς τὸν ἄρτον καὶ εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς καὶ εἶπε· λάβετε φάγετε· τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου·
Ματθ. 26,26 Ενώ δε αυτοί έτρωγαν, επήρε ο Ιησούς τον άρτον και αφού ευχαρίστησε τον έκοψε εις τεμάχια και έδιδε στους μαθητάς και είπε· “λάβετε φάγετε· τούτο είναι το σώμα μου”.
Ματθ. 26,27 καὶ λαβὼν τὸ ποτήριον καὶ εὐχαριστήσας ἔδωκεν αὐτοῖς λέγων· πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες·
Ματθ. 26,27 Και αφού επήρε το ποτήριον και ηυχαρίστησε έδωκε αυτό στους μαθητάς και είπε· “πίετε από αυτό όλοι,
Ματθ. 26,28 τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν.
Ματθ. 26,28 διότι τούτο είναι το αίμά μου, με το οποίον επικυρώνεται η νέα διαθήκη και το οποίον χύνεται δια την συγχώρησιν των αμαρτιών και την σωτηρίαν πολλών.
Ματθ. 26,29 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω ἀπ᾿ ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν αὐτὸ πίνω μεθ᾿ ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου.
Ματθ. 26,29 Σας λέγω δε ότι δεν θα ξαναπιώ από το προϊόν αυτό της αμπέλου από την στιγμήν αυτήν και μέχρι της ημέρας εκείνης, όταν εις την ατελείωτον χαράν της βασιλείας του Πατρός μου θα το πίνω μαζή σας νέον, πνευματικόν και χαροποιόν”.
Ματθ. 26,30 Καὶ ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν. τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς·
Ματθ. 26,30 Και αφού έψαλαν ύμνους, εξήλθαν στο όρος των Ελαιών. Τοτε λέγει προς αυτούς ο Ιησούς·
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 26γ
Ματθ. 26,31 πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης·
Ματθ. 26,31 “όλοι σεις κατά την νύκτα αυτήν θα σκανδαλισθήτε και θα κλονισθή η πίστις σας προς εμέ. Διότι έτσι έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· Με την ιδικήν μου συγκατάθεσιν θα κτυπηθή ο ποιμήν, δηλαδή εγώ, και θα διασκορπισθούν τα πρόβατα του ποιμνίου, δηλαδή σεις.
Ματθ. 26,32 μετὰ δὲ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν.
Ματθ. 26,32 Οταν όμως αναστηθώ, θα σας προϋπαντήσω εις την Γαλιλαίαν, όπου και θα συναντηθώμεν”.
Ματθ. 26,33 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι.
Ματθ. 26,33 Ο Πετρος όμως αποκριθείς του είπε· “εάν όλοι θα σκανδαλισθούν δ' όσα θα συμβούν εις σε, εγώ όμως ποτέ δεν θα σκανδαλισθώ”.
Ματθ. 26,34 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με.
Ματθ. 26,34 Είπε εις αυτόν ο Ιησούς· “σε διαβεβαιώνω, ότι αυτήν την νύκτα, πριν ο πετεινός λαλήση, συ θα έχης κλονισθή τόσον πολύ, ώστε τρεις φορές θα με έχης αρνηθή”.
Ματθ. 26,35 λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· κἂν δέῃ με σύν σοι ἀποθανεῖν, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι. ὁμοίως δὲ καὶ πάντες οἱ μαθηταὶ εἶπον.
Ματθ. 26,35 Λεγει εις αυτόν ο Πετρος· “και αν ακόμη χρειασθή να αποθάνω μαζή σου, δεν θα σε απαρνηθώ”. Και όλοι οι μαθηταί τα ίδια και παρόμοια έλεγαν.
Ματθ. 26,36 Τότε ἔρχεται μετ᾿ αὐτῶν ὁ Ἰησοῦς εἰς χωρίον λεγόμενον Γεθσημανῆ, καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς· καθίσατε αὐτοῦ ἕως οὗ ἀπελθὼν προσεύξωμαι ἐκεῖ.
Ματθ. 26,36 Τοτε έρχεται μαζή με αυτούς ο Ιησούς εις μίαν περιοχήν, που ελέγετο Γεθσημανή, και λέγει στους μαθητάς· “καθήστε εδώ και περιμένετε, έως ότου υπάγω και προσευχηθώ εκεί”.
Ματθ. 26,37 καὶ παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ τοὺς δύο υἱούς Ζεβεδαίου ἤρξατο λυπεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν.
Ματθ. 26,37 Και αφού επήρε μαζή του τον Πετρον και τους δύο υιούς του Ζεβεδαίου, ήρχισε να λυπήται και να καταλαμβάνεται από μεγάλην στενοχωρίαν.
Ματθ. 26,38 τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ.
Ματθ. 26,38 Τοτε λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “πλημμυρισμένη από βαθυτάτην λύπην είναι η ψυχή μου, ώστε κινδυνεύω να αποθάνω από αυτήν. Μείνατε εδώ και αγρυπνήστε μαζή μου”.
Ματθ. 26,39 καὶ προελθὼν μικρὸν ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον αὐτοῦ προσευχόμενος καὶ λέγων· πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ.
Ματθ. 26,39 Και αφού επροχώρησε ολίγον, έπεσε με το πρόσωπον αυτού καταγής προσευχόμενος και λέγων· “Πατερ μου, αν είναι δυνατόν, ας περάση από εμέ το ποτήριον τούτο. Πλην όμως ας μη γίνη όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις συ”.
Ματθ. 26,40 καὶ ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ εὑρίσκει αὐτοὺς καθεύδοντας, καὶ λέγει τῷ Πέτρῳ· οὕτως οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι μετ᾿ ἐμοῦ!
Ματθ. 26,40 Και έρχεται στους μαθητάς και τους ευρίσκει να κοιμώνται και λέγει στον Πετρον· “έτσι λοιπόν σεις που προ ολίγου είπατε ότι και την ζωήν σας θα εθυσιάζετε δι' εμέ, δεν ημπορέσατε ούτε μίαν ώρα να αγρυπνήσετε μαζή μου!
Ματθ. 26,41 γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής.
Ματθ. 26,41 Αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μη περιπέσετε εις πειρασμόν, που θα σας βυθίση εις την άρνησιν· το μεν πνεύμα είναι πρόθυμον και έχει αγαθήν διάθεσιν, αλλ' η ανθρωπίνη σαρξ είναι ασθενής”.
Ματθ. 26,42 πάλιν ἐκ δευτέρου ἀπελθὼν προσηύξατο λέγων· πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τὸ ποτήριον παρελθεῖν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἐὰν μὴ αὐτὸ πίω, γενηθήτω τὸ θέλημά σου.
Ματθ. 26,42 Και πάλιν δευτέραν φορά απήλθε και προσηυχήθη λέγων· “πάτερ μου, εάν δεν είναι δυνατόν να παρέλθη από εμέ αυτό το ποτήριον και οπωσθήποτε πρέπει να το πίω, δια την σωτηρίαν των ανθρώπων, ας γίνη το θέλημά σου”.
Ματθ. 26,43 καὶ ἐλθὼν εὑρίσκει αὐτοὺς πάλιν καθεύδοντας· ἦσαν γὰρ αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοὶ βεβαρημένοι.
Ματθ. 26,43 Και ήλθεν πάλιν προς τους μαθητάς του και τους εύρε να κοιμώνται, διότι τα μάτια των ήσαν βαρειά από την νύστα.
Ματθ. 26,44 καὶ ἀφεὶς αὐτοὺς ἀπελθὼν πάλιν προσηύξατο ἐκ τρίτου τὸν αὐτὸν λόγον εἰπών·
Ματθ. 26,44 Και αφήσας αυτούς επήγε πάλιν και προσευχήθη τρίτην φοράν και είπε τα ίδια λόγια προς τον Πατέρα.
Ματθ. 26,45 τότε ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· καθεύδετε τὸ λοιπὸν καὶ ἀναπαύεσθε! ἰδοὺ ἤγγικεν ἡ ὥρα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἁμαρτωλῶν.
Ματθ. 26,45 Τοτε έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και τους λέγει· “κοιμάσθε, λοιπόν, και αναπαύεσθε! Ιδού έφθασεν η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χέρια αμαρτωλών.
Ματθ. 26,31 πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης·
Ματθ. 26,31 “όλοι σεις κατά την νύκτα αυτήν θα σκανδαλισθήτε και θα κλονισθή η πίστις σας προς εμέ. Διότι έτσι έχει γραφή εις την Παλαιάν Διαθήκην· Με την ιδικήν μου συγκατάθεσιν θα κτυπηθή ο ποιμήν, δηλαδή εγώ, και θα διασκορπισθούν τα πρόβατα του ποιμνίου, δηλαδή σεις.
Ματθ. 26,32 μετὰ δὲ τὸ ἐγερθῆναί με προάξω ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν.
Ματθ. 26,32 Οταν όμως αναστηθώ, θα σας προϋπαντήσω εις την Γαλιλαίαν, όπου και θα συναντηθώμεν”.
Ματθ. 26,33 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι.
Ματθ. 26,33 Ο Πετρος όμως αποκριθείς του είπε· “εάν όλοι θα σκανδαλισθούν δ' όσα θα συμβούν εις σε, εγώ όμως ποτέ δεν θα σκανδαλισθώ”.
Ματθ. 26,34 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι ὅτι ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με.
Ματθ. 26,34 Είπε εις αυτόν ο Ιησούς· “σε διαβεβαιώνω, ότι αυτήν την νύκτα, πριν ο πετεινός λαλήση, συ θα έχης κλονισθή τόσον πολύ, ώστε τρεις φορές θα με έχης αρνηθή”.
Ματθ. 26,35 λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· κἂν δέῃ με σύν σοι ἀποθανεῖν, οὐ μή σε ἀπαρνήσομαι. ὁμοίως δὲ καὶ πάντες οἱ μαθηταὶ εἶπον.
Ματθ. 26,35 Λεγει εις αυτόν ο Πετρος· “και αν ακόμη χρειασθή να αποθάνω μαζή σου, δεν θα σε απαρνηθώ”. Και όλοι οι μαθηταί τα ίδια και παρόμοια έλεγαν.
Ματθ. 26,36 Τότε ἔρχεται μετ᾿ αὐτῶν ὁ Ἰησοῦς εἰς χωρίον λεγόμενον Γεθσημανῆ, καὶ λέγει τοῖς μαθηταῖς· καθίσατε αὐτοῦ ἕως οὗ ἀπελθὼν προσεύξωμαι ἐκεῖ.
Ματθ. 26,36 Τοτε έρχεται μαζή με αυτούς ο Ιησούς εις μίαν περιοχήν, που ελέγετο Γεθσημανή, και λέγει στους μαθητάς· “καθήστε εδώ και περιμένετε, έως ότου υπάγω και προσευχηθώ εκεί”.
Ματθ. 26,37 καὶ παραλαβὼν τὸν Πέτρον καὶ τοὺς δύο υἱούς Ζεβεδαίου ἤρξατο λυπεῖσθαι καὶ ἀδημονεῖν.
Ματθ. 26,37 Και αφού επήρε μαζή του τον Πετρον και τους δύο υιούς του Ζεβεδαίου, ήρχισε να λυπήται και να καταλαμβάνεται από μεγάλην στενοχωρίαν.
Ματθ. 26,38 τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ.
Ματθ. 26,38 Τοτε λέγει εις αυτούς ο Ιησούς· “πλημμυρισμένη από βαθυτάτην λύπην είναι η ψυχή μου, ώστε κινδυνεύω να αποθάνω από αυτήν. Μείνατε εδώ και αγρυπνήστε μαζή μου”.
Ματθ. 26,39 καὶ προελθὼν μικρὸν ἔπεσεν ἐπὶ πρόσωπον αὐτοῦ προσευχόμενος καὶ λέγων· πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο· πλὴν οὐχ ὡς ἐγὼ θέλω, ἀλλ᾿ ὡς σύ.
Ματθ. 26,39 Και αφού επροχώρησε ολίγον, έπεσε με το πρόσωπον αυτού καταγής προσευχόμενος και λέγων· “Πατερ μου, αν είναι δυνατόν, ας περάση από εμέ το ποτήριον τούτο. Πλην όμως ας μη γίνη όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις συ”.
Ματθ. 26,40 καὶ ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς καὶ εὑρίσκει αὐτοὺς καθεύδοντας, καὶ λέγει τῷ Πέτρῳ· οὕτως οὐκ ἰσχύσατε μίαν ὥραν γρηγορῆσαι μετ᾿ ἐμοῦ!
Ματθ. 26,40 Και έρχεται στους μαθητάς και τους ευρίσκει να κοιμώνται και λέγει στον Πετρον· “έτσι λοιπόν σεις που προ ολίγου είπατε ότι και την ζωήν σας θα εθυσιάζετε δι' εμέ, δεν ημπορέσατε ούτε μίαν ώρα να αγρυπνήσετε μαζή μου!
Ματθ. 26,41 γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής.
Ματθ. 26,41 Αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μη περιπέσετε εις πειρασμόν, που θα σας βυθίση εις την άρνησιν· το μεν πνεύμα είναι πρόθυμον και έχει αγαθήν διάθεσιν, αλλ' η ανθρωπίνη σαρξ είναι ασθενής”.
Ματθ. 26,42 πάλιν ἐκ δευτέρου ἀπελθὼν προσηύξατο λέγων· πάτερ μου, εἰ οὐ δύναται τοῦτο τὸ ποτήριον παρελθεῖν ἀπ᾿ ἐμοῦ ἐὰν μὴ αὐτὸ πίω, γενηθήτω τὸ θέλημά σου.
Ματθ. 26,42 Και πάλιν δευτέραν φορά απήλθε και προσηυχήθη λέγων· “πάτερ μου, εάν δεν είναι δυνατόν να παρέλθη από εμέ αυτό το ποτήριον και οπωσθήποτε πρέπει να το πίω, δια την σωτηρίαν των ανθρώπων, ας γίνη το θέλημά σου”.
Ματθ. 26,43 καὶ ἐλθὼν εὑρίσκει αὐτοὺς πάλιν καθεύδοντας· ἦσαν γὰρ αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοὶ βεβαρημένοι.
Ματθ. 26,43 Και ήλθεν πάλιν προς τους μαθητάς του και τους εύρε να κοιμώνται, διότι τα μάτια των ήσαν βαρειά από την νύστα.
Ματθ. 26,44 καὶ ἀφεὶς αὐτοὺς ἀπελθὼν πάλιν προσηύξατο ἐκ τρίτου τὸν αὐτὸν λόγον εἰπών·
Ματθ. 26,44 Και αφήσας αυτούς επήγε πάλιν και προσευχήθη τρίτην φοράν και είπε τα ίδια λόγια προς τον Πατέρα.
Ματθ. 26,45 τότε ἔρχεται πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· καθεύδετε τὸ λοιπὸν καὶ ἀναπαύεσθε! ἰδοὺ ἤγγικεν ἡ ὥρα καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἁμαρτωλῶν.
Ματθ. 26,45 Τοτε έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και τους λέγει· “κοιμάσθε, λοιπόν, και αναπαύεσθε! Ιδού έφθασεν η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδεται εις χέρια αμαρτωλών.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 26δ
Ματθ. 26,46 ἐγείρεσθε ἄγωμεν· ἰδοὺ ἤγγικεν ὁ παραδιδούς με.
Ματθ. 26,46 Σηκωθήτε, πηγαίνομεν· ιδού επλησίασε αυτός, που πρόκειται να με παραδώση”.
Ματθ. 26,47 Καὶ ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ Ἰούδας εἷς τῶν δώδεκα ἦλθε, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ὄχλος πολὺς μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων ἀπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ.
Ματθ. 26,47 Και ενώ ακόμη αυτός ωμιλούσε, ιδού ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, ήλθε, και μαζή με αυτόν πολύς όχλος, όλοι ωπλισμένοι με μαχαίρια και ξύλα, σταλμένοι από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού.
Ματθ. 26,48 ὁ δὲ παραδιδοὺς αὐτὸν ἔδωκεν αὐτοῖς σημεῖον λέγων· ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστι· κρατήσατε αὐτόν.
Ματθ. 26,48 Εκείνος δε που θα τον παρέδιδε, ο Ιούδας, είχε δώσει εις αυτούς σημείον λέγων· “εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι ο Ιησούς· να τον συλλάβετε”.
Ματθ. 26,49 καὶ εὐθέως προσελθὼν τῷ Ἰησοῦ εἶπε· χαῖρε, ῥαββί, καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
Ματθ. 26,49 Και αμέσως επλησίασε τον Ιησούν και είπε· “χαίρε, διδάκαλε”, και με υποκριτικήν εγκαρδιότητα τον εφίλησε πολλές φορές.
Ματθ. 26,50 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει; τότε προσελθόντες ἐπέβαλον τὰς χεῖρας ἐπὶ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐκράτησαν αὐτόν.
Ματθ. 26,50 Ο δε Ιησούς είπεν εις αυτόν· “φίλε, σκέψου, δια ποίον έργον έχεις έλθει εδώ;” Τοτε επλησίασαν οι άλλοι, έβαλαν τα χέρια των επάνω στον Ιησούν και τον συνέλαβαν.
Ματθ. 26,51 καὶ ἰδοὺ εἷς τῶν μετὰ Ἰησοῦ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἀπέσπασε τὴν μάχαιραν αὐτοῦ, καὶ πατάξας τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον.
Ματθ. 26,51 Και ιδού ένας από εκείνους που ήταν μαζή με τον Ιησούν, άπλωσε το χέρι, ετράβηξε το μαχαίρι του, εκτύπησε τον δούλον του αρχιερέως και του έκοψε το αυτί.
Ματθ. 26,52 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται.
Ματθ. 26,52 Τοτε λέγει εις αυτόν ο Ιησούς· “βάλε το μαχαίρι σου πίσω εις την θέσιν του· διότι όσοι επήραν μαχαίρι εναντίον του πλησίον των, θα πεθάνουν με μαχαίρι.
Ματθ. 26,53 ἢ δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοι πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων;
Ματθ. 26,53 Η νομίζεις ότι δεν μπορώ εγώ αυτήν την στιγμήν να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξη ολογυρά μου περισσοτέρας από δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;
Ματθ. 26,54 πῶς οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι;
Ματθ. 26,54 Εάν όμως κάτι τέτοιο γίνη, πως θα πραγματοποιηθούν αι Γραφαί, αι οποίαι προλέγουν ότι έτσι πρέπει να συμβούν τα γεγονότα;”
Ματθ. 26,55 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς ὄχλοις· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθετε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων συλλαβεῖν με· καθ᾿ ἡμέραν πρὸς ὑμᾶς ἐκαθεζόμην διδάσκων ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ οὐκ ἐκρατήσατέ με.
Ματθ. 26,55 Εκείνην την ώρα είπεν ο Ιησούς προς τους όχλους· “σαν να ήμουν ληστής, εβγήκατε με μαχαίρια και ρόπαλα να με συλλάβετε· κάθε ημέραν εκαθόμουν κοντά σας διδάσκων στον ναόν και δεν με επιάσατε.
Ματθ. 26,56 τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ τῶν προφητῶν. Τότε οἱ μαθηταὶ πάντες ἀφέντες αὐτὸν ἔφυγον.
Ματθ. 26,56 Αλλά αυτό όλο έγινε, δια να εκπληρωθούν όλα όσα έγραψαν οι προφήται”. (Η ενοχή εκείνων μένει, διότι εν επιγνώσει ενήργησαν κατά του αθώου. Η δε Γραφή τα προείπε διότι θα εγίνοντο, και δεν έγιναν διότι τα προείπε η Γραφή). Τοτε οι μαθηταί όλοι τον αφήκαν και έφυγαν.
Ματθ. 26,57 Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν.
Ματθ. 26,57 Εκείνοι δε αφού επιασαν τον Ιησούν, τον έφεραν στον Καϊάφαν, τον αρχιερέα, όπου οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνεκεντρώθησαν
Ματθ. 26,58 ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει αὐτῷ ἀπὸ μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως, καὶ εἰσελθὼν ἔσω ἐκάθητο μετὰ τῶν ὑπηρετῶν ἰδεῖν τὸ τέλος.
Ματθ. 26,58 Ο δε Πετρος τον ακολουθούσε από μακρυά έως την αυλήν του αρχιερέως και εισελθών εκάθισε μέσα μαζή με τους υπηρέτας, δια να ιδή ποίον τέλος θα είχε αυτή η υπόθεσις.
Ματθ. 26,59 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὅπως θανατώσωσιν αὐτόν,
Ματθ. 26,59 Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλα τα μέλη του συνεδρίου, που ήσαν παρόντα, εζητούσαν ψευδομαρτυρίαν εναντίον του Ιησού, δια να τον καταδικάσουν εις θάνατον
Ματθ. 26,60 καὶ οὐχ εὗρον· καὶ πολλῶν ψευδομαρτύρων προσελθόντων, οὐχ εὗρον. ὕστερον δὲ προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες
Ματθ. 26,60 και δεν ευρήκαν. Μολονότι δε πολλοί ψευδομάρτυρες είχαν προσέλθει να καταθέσουν, δεν ευρήκαν καμμίαν αληθοφανή ψευδομαρτυρίαν. Υστερον δε προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες
Ματθ. 26,46 ἐγείρεσθε ἄγωμεν· ἰδοὺ ἤγγικεν ὁ παραδιδούς με.
Ματθ. 26,46 Σηκωθήτε, πηγαίνομεν· ιδού επλησίασε αυτός, που πρόκειται να με παραδώση”.
Ματθ. 26,47 Καὶ ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἰδοὺ Ἰούδας εἷς τῶν δώδεκα ἦλθε, καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ὄχλος πολὺς μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων ἀπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ πρεσβυτέρων τοῦ λαοῦ.
Ματθ. 26,47 Και ενώ ακόμη αυτός ωμιλούσε, ιδού ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, ήλθε, και μαζή με αυτόν πολύς όχλος, όλοι ωπλισμένοι με μαχαίρια και ξύλα, σταλμένοι από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού.
Ματθ. 26,48 ὁ δὲ παραδιδοὺς αὐτὸν ἔδωκεν αὐτοῖς σημεῖον λέγων· ὃν ἂν φιλήσω, αὐτός ἐστι· κρατήσατε αὐτόν.
Ματθ. 26,48 Εκείνος δε που θα τον παρέδιδε, ο Ιούδας, είχε δώσει εις αυτούς σημείον λέγων· “εκείνον που θα φιλήσω, αυτός είναι ο Ιησούς· να τον συλλάβετε”.
Ματθ. 26,49 καὶ εὐθέως προσελθὼν τῷ Ἰησοῦ εἶπε· χαῖρε, ῥαββί, καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
Ματθ. 26,49 Και αμέσως επλησίασε τον Ιησούν και είπε· “χαίρε, διδάκαλε”, και με υποκριτικήν εγκαρδιότητα τον εφίλησε πολλές φορές.
Ματθ. 26,50 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἑταῖρε, ἐφ᾿ ᾧ πάρει; τότε προσελθόντες ἐπέβαλον τὰς χεῖρας ἐπὶ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἐκράτησαν αὐτόν.
Ματθ. 26,50 Ο δε Ιησούς είπεν εις αυτόν· “φίλε, σκέψου, δια ποίον έργον έχεις έλθει εδώ;” Τοτε επλησίασαν οι άλλοι, έβαλαν τα χέρια των επάνω στον Ιησούν και τον συνέλαβαν.
Ματθ. 26,51 καὶ ἰδοὺ εἷς τῶν μετὰ Ἰησοῦ ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἀπέσπασε τὴν μάχαιραν αὐτοῦ, καὶ πατάξας τὸν δοῦλον τοῦ ἀρχιερέως ἀφεῖλεν αὐτοῦ τὸ ὠτίον.
Ματθ. 26,51 Και ιδού ένας από εκείνους που ήταν μαζή με τον Ιησούν, άπλωσε το χέρι, ετράβηξε το μαχαίρι του, εκτύπησε τον δούλον του αρχιερέως και του έκοψε το αυτί.
Ματθ. 26,52 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ἀπόστρεψόν σου τὴν μάχαιραν εἰς τὸν τόπον αὐτῆς· πάντες γὰρ οἱ λαβόντες μάχαιραν ἐν μαχαίρᾳ ἀποθανοῦνται.
Ματθ. 26,52 Τοτε λέγει εις αυτόν ο Ιησούς· “βάλε το μαχαίρι σου πίσω εις την θέσιν του· διότι όσοι επήραν μαχαίρι εναντίον του πλησίον των, θα πεθάνουν με μαχαίρι.
Ματθ. 26,53 ἢ δοκεῖς ὅτι οὐ δύναμαι ἄρτι παρακαλέσαι τὸν πατέρα μου, καὶ παραστήσει μοι πλείους ἢ δώδεκα λεγεῶνας ἀγγέλων;
Ματθ. 26,53 Η νομίζεις ότι δεν μπορώ εγώ αυτήν την στιγμήν να παρακαλέσω τον Πατέρα μου και να παρατάξη ολογυρά μου περισσοτέρας από δώδεκα λεγεώνας αγγέλων;
Ματθ. 26,54 πῶς οὖν πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ ὅτι οὕτω δεῖ γενέσθαι;
Ματθ. 26,54 Εάν όμως κάτι τέτοιο γίνη, πως θα πραγματοποιηθούν αι Γραφαί, αι οποίαι προλέγουν ότι έτσι πρέπει να συμβούν τα γεγονότα;”
Ματθ. 26,55 Ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς ὄχλοις· ὡς ἐπὶ λῃστὴν ἐξήλθετε μετὰ μαχαιρῶν καὶ ξύλων συλλαβεῖν με· καθ᾿ ἡμέραν πρὸς ὑμᾶς ἐκαθεζόμην διδάσκων ἐν τῷ ἱερῷ, καὶ οὐκ ἐκρατήσατέ με.
Ματθ. 26,55 Εκείνην την ώρα είπεν ο Ιησούς προς τους όχλους· “σαν να ήμουν ληστής, εβγήκατε με μαχαίρια και ρόπαλα να με συλλάβετε· κάθε ημέραν εκαθόμουν κοντά σας διδάσκων στον ναόν και δεν με επιάσατε.
Ματθ. 26,56 τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῶσιν αἱ γραφαὶ τῶν προφητῶν. Τότε οἱ μαθηταὶ πάντες ἀφέντες αὐτὸν ἔφυγον.
Ματθ. 26,56 Αλλά αυτό όλο έγινε, δια να εκπληρωθούν όλα όσα έγραψαν οι προφήται”. (Η ενοχή εκείνων μένει, διότι εν επιγνώσει ενήργησαν κατά του αθώου. Η δε Γραφή τα προείπε διότι θα εγίνοντο, και δεν έγιναν διότι τα προείπε η Γραφή). Τοτε οι μαθηταί όλοι τον αφήκαν και έφυγαν.
Ματθ. 26,57 Οἱ δὲ κρατήσαντες τὸν Ἰησοῦν ἀπήγαγον πρὸς Καϊάφαν τὸν ἀρχιερέα, ὅπου οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι συνήχθησαν.
Ματθ. 26,57 Εκείνοι δε αφού επιασαν τον Ιησούν, τον έφεραν στον Καϊάφαν, τον αρχιερέα, όπου οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνεκεντρώθησαν
Ματθ. 26,58 ὁ δὲ Πέτρος ἠκολούθει αὐτῷ ἀπὸ μακρόθεν ἕως τῆς αὐλῆς τοῦ ἀρχιερέως, καὶ εἰσελθὼν ἔσω ἐκάθητο μετὰ τῶν ὑπηρετῶν ἰδεῖν τὸ τέλος.
Ματθ. 26,58 Ο δε Πετρος τον ακολουθούσε από μακρυά έως την αυλήν του αρχιερέως και εισελθών εκάθισε μέσα μαζή με τους υπηρέτας, δια να ιδή ποίον τέλος θα είχε αυτή η υπόθεσις.
Ματθ. 26,59 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι καὶ τὸ συνέδριον ὅλον ἐζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὅπως θανατώσωσιν αὐτόν,
Ματθ. 26,59 Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και όλα τα μέλη του συνεδρίου, που ήσαν παρόντα, εζητούσαν ψευδομαρτυρίαν εναντίον του Ιησού, δια να τον καταδικάσουν εις θάνατον
Ματθ. 26,60 καὶ οὐχ εὗρον· καὶ πολλῶν ψευδομαρτύρων προσελθόντων, οὐχ εὗρον. ὕστερον δὲ προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες
Ματθ. 26,60 και δεν ευρήκαν. Μολονότι δε πολλοί ψευδομάρτυρες είχαν προσέλθει να καταθέσουν, δεν ευρήκαν καμμίαν αληθοφανή ψευδομαρτυρίαν. Υστερον δε προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 26ε
Ματθ. 26,61 εἶπον· οὗτος ἔφη, δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν οἰκοδομῆσαι αὐτόν.
Ματθ. 26,61 κατέθεσαν· “αυτός είπε· ημπορώ να κρημνίσω τον ναόν του Θεού και εις τρεις ημέρας να τον οικοδομήσω πάλιν”.
Ματθ. 26,62 καὶ ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· οὐδὲν ἀποκρίνῃ; τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν;
Ματθ. 26,62 Και εγερθείς ο αρχιερεύς είπεν εις αυτόν· “Τιποτε δεν αποκρίνεσαι; Τι καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
Ματθ. 26,63 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· ἐξορκίζω σε κατὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ματθ. 26,63 Ο δε Ιησούς εσιωπούσε. Και λαβών τον λόγον ο αρχιερεύς είπε εις αυτόν· “σε ορκίζω στον Θεόν τον ζώντα να μας είπης εάν συ είσαι ο Χριστός, ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού”.
Ματθ. 26,64 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· σὺ εἶπας· πλὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου καθήμενον ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ.
Ματθ. 26,64 Λεγει εις αυτόν ο Ιησούς· “το είπες συ, και όπως είπες είναι, ότι είμαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού· πλην όμως σας λέγω τούτο, από τώρα θα δήτε τον υιόν του ανθρώπου να κάθεται, ως Θεάνθρωπος που είναι, εκ δεξιών του παντοδυνάμου Θεού και να έρχεται επάνω εις τας νεφέλας του ουρανού”.
Ματθ. 26,65 τότε ὁ ἀρχιερεὺς διέῤῥηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ λέγων ὅτι ἐβλασφήμησε· τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων; ἴδε νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ.
Ματθ. 26,65 Τοτε ο αρχιερεύς, από αγανάκτησιν τάχα καληφθείς, έσχισε, σύμφωνα με την συνήθειαν που επικρατούσε, τα ενδύματά του λέγων ότι “ο Χριστός εβλασφήμησε. Τι μας χρειάζονται πλέον οι μάρτυρες; Ιδού όλοι σας ηκούσατε την βλασφημίαν του.
Ματθ. 26,66 τί ὑμῖν δοκεῖ; οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· ἔνοχος θανάτου ἐστί.
Ματθ. 26,66 Λοιπόν τι γνώμην έχετε;” Εκείνοι δε αποκριθέντες όλοι μαζή είπαν· “είναι ένοχος να καταδικασθή εις θάνατον”.
Ματθ. 26,67 τότε ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐῤῥάπισαν
Ματθ. 26,67 Τοτε έπτυσαν αυτόν στο πρόσωπον και τον εκτύπησαν στον τράχηλον, άλλοι δε τον ερράπισαν
Ματθ. 26,68 λέγοντες· προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;
Ματθ. 26,68 λέγοντες· “προφήτευσε σε μας, Χριστέ, ποιός είναι εκείνος που σε κτύπησε;”
Ματθ. 26,69 Ὁ δὲ Πέτρος ἔξω ἐκάθητο ἐν τῇ αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη λέγουσα· καὶ σὺ ἦσθα μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Γαλιλαίου.
Ματθ. 26,69 Ο δε Πετρος εκάθητο έξω εις την αυλήν και τον επλησίασε εκεί μία μικρά δούλη, η οποία του είπε· “και συ ήσουν μαζή με τον Ιησούν τον Γαλιλαίον”.
Ματθ. 26,70 ὁ δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων· οὐκ οἶδα τί λέγεις.
Ματθ. 26,70 Αυτός δε ηρνήθη εμπρός εις όλους εκείνους λέγων· “δεν ξέρω τι λες”.
Ματθ. 26,71 ἐξελθόντα δὲ αὐτὸν εἰς τὸν πυλῶνα εἶδεν αὐτὸν ἄλλη καὶ λέγει αὐτοῖς· ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου.
Ματθ. 26,71 Οταν δε εξήλθε εις την θολωτήν μεγάλην πόρτα της αυλής, τον είδε μία άλλη δούλη και είπεν εις αυτούς· “εκεί και αυτός ήτο μαζή με τον Ιησούν τον Ναζωραίον”.
Ματθ. 26,72 καὶ πάλιν ἠρνήσατο μεθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον.
Ματθ. 26,72 Και πάλιν ηρνήθη με όρκον ότι “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”.
Ματθ. 26,73 μετὰ μικρὸν δὲ προσελθόντες οἱ ἑστῶτες εἶπον τῷ Πέτρῳ· ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ· καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ.
Ματθ. 26,73 Επειτα από ολίγον επλησίασαν τον Πετρον εκείνοι, που εστέκοντο εις την αυλήν και του είπαν· “χωρίς αμφιβολίαν και συ είσαι ένας από αυτούς, διότι και η προφορά σου σε φανερώνει”.
Ματθ. 26,74 τότε ἤρξατο καταθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον· καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησε.
Ματθ. 26,74 Τοτε ήρχισε αυτός να καταριέται και να ορκίζεται ότι· “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”. Και αμέσως ελάλησε ο πετεινός.
Ματθ. 26,75 καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς.
Ματθ. 26,75 Τοτε εθυμήθηκε ο Πετρος τον λόγον του Ιησού, ο όποιος του είχε πη· “πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις φορές συ θα με απαρνηθής”. Και εξελθών έξω από την αυλήν έκλαυσε πικρά δια το βαρύ αμάρτημά του.
Ματθ. 26,61 εἶπον· οὗτος ἔφη, δύναμαι καταλῦσαι τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ καὶ διὰ τριῶν ἡμερῶν οἰκοδομῆσαι αὐτόν.
Ματθ. 26,61 κατέθεσαν· “αυτός είπε· ημπορώ να κρημνίσω τον ναόν του Θεού και εις τρεις ημέρας να τον οικοδομήσω πάλιν”.
Ματθ. 26,62 καὶ ἀναστὰς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· οὐδὲν ἀποκρίνῃ; τί οὗτοί σου καταμαρτυροῦσιν;
Ματθ. 26,62 Και εγερθείς ο αρχιερεύς είπεν εις αυτόν· “Τιποτε δεν αποκρίνεσαι; Τι καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
Ματθ. 26,63 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἐσιώπα. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἀρχιερεὺς εἶπεν αὐτῷ· ἐξορκίζω σε κατὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος ἵνα ἡμῖν εἴπῃς εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.
Ματθ. 26,63 Ο δε Ιησούς εσιωπούσε. Και λαβών τον λόγον ο αρχιερεύς είπε εις αυτόν· “σε ορκίζω στον Θεόν τον ζώντα να μας είπης εάν συ είσαι ο Χριστός, ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού”.
Ματθ. 26,64 λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· σὺ εἶπας· πλὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι ὄψεσθε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου καθήμενον ἐκ δεξιῶν τῆς δυνάμεως καὶ ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ.
Ματθ. 26,64 Λεγει εις αυτόν ο Ιησούς· “το είπες συ, και όπως είπες είναι, ότι είμαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού· πλην όμως σας λέγω τούτο, από τώρα θα δήτε τον υιόν του ανθρώπου να κάθεται, ως Θεάνθρωπος που είναι, εκ δεξιών του παντοδυνάμου Θεού και να έρχεται επάνω εις τας νεφέλας του ουρανού”.
Ματθ. 26,65 τότε ὁ ἀρχιερεὺς διέῤῥηξε τὰ ἱμάτια αὐτοῦ λέγων ὅτι ἐβλασφήμησε· τί ἔτι χρείαν ἔχομεν μαρτύρων; ἴδε νῦν ἠκούσατε τὴν βλασφημίαν αὐτοῦ.
Ματθ. 26,65 Τοτε ο αρχιερεύς, από αγανάκτησιν τάχα καληφθείς, έσχισε, σύμφωνα με την συνήθειαν που επικρατούσε, τα ενδύματά του λέγων ότι “ο Χριστός εβλασφήμησε. Τι μας χρειάζονται πλέον οι μάρτυρες; Ιδού όλοι σας ηκούσατε την βλασφημίαν του.
Ματθ. 26,66 τί ὑμῖν δοκεῖ; οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· ἔνοχος θανάτου ἐστί.
Ματθ. 26,66 Λοιπόν τι γνώμην έχετε;” Εκείνοι δε αποκριθέντες όλοι μαζή είπαν· “είναι ένοχος να καταδικασθή εις θάνατον”.
Ματθ. 26,67 τότε ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ καὶ ἐκολάφισαν αὐτόν, οἱ δὲ ἐῤῥάπισαν
Ματθ. 26,67 Τοτε έπτυσαν αυτόν στο πρόσωπον και τον εκτύπησαν στον τράχηλον, άλλοι δε τον ερράπισαν
Ματθ. 26,68 λέγοντες· προφήτευσον ἡμῖν Χριστέ, τίς ἐστιν ὁ παίσας σε;
Ματθ. 26,68 λέγοντες· “προφήτευσε σε μας, Χριστέ, ποιός είναι εκείνος που σε κτύπησε;”
Ματθ. 26,69 Ὁ δὲ Πέτρος ἔξω ἐκάθητο ἐν τῇ αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη λέγουσα· καὶ σὺ ἦσθα μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Γαλιλαίου.
Ματθ. 26,69 Ο δε Πετρος εκάθητο έξω εις την αυλήν και τον επλησίασε εκεί μία μικρά δούλη, η οποία του είπε· “και συ ήσουν μαζή με τον Ιησούν τον Γαλιλαίον”.
Ματθ. 26,70 ὁ δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν αὐτῶν πάντων λέγων· οὐκ οἶδα τί λέγεις.
Ματθ. 26,70 Αυτός δε ηρνήθη εμπρός εις όλους εκείνους λέγων· “δεν ξέρω τι λες”.
Ματθ. 26,71 ἐξελθόντα δὲ αὐτὸν εἰς τὸν πυλῶνα εἶδεν αὐτὸν ἄλλη καὶ λέγει αὐτοῖς· ἐκεῖ καὶ οὗτος ἦν μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου.
Ματθ. 26,71 Οταν δε εξήλθε εις την θολωτήν μεγάλην πόρτα της αυλής, τον είδε μία άλλη δούλη και είπεν εις αυτούς· “εκεί και αυτός ήτο μαζή με τον Ιησούν τον Ναζωραίον”.
Ματθ. 26,72 καὶ πάλιν ἠρνήσατο μεθ᾿ ὅρκου ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον.
Ματθ. 26,72 Και πάλιν ηρνήθη με όρκον ότι “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”.
Ματθ. 26,73 μετὰ μικρὸν δὲ προσελθόντες οἱ ἑστῶτες εἶπον τῷ Πέτρῳ· ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ· καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ.
Ματθ. 26,73 Επειτα από ολίγον επλησίασαν τον Πετρον εκείνοι, που εστέκοντο εις την αυλήν και του είπαν· “χωρίς αμφιβολίαν και συ είσαι ένας από αυτούς, διότι και η προφορά σου σε φανερώνει”.
Ματθ. 26,74 τότε ἤρξατο καταθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον· καὶ εὐθέως ἀλέκτωρ ἐφώνησε.
Ματθ. 26,74 Τοτε ήρχισε αυτός να καταριέται και να ορκίζεται ότι· “δεν γνωρίζω τον άνθρωπον”. Και αμέσως ελάλησε ο πετεινός.
Ματθ. 26,75 καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος αὐτῷ ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς.
Ματθ. 26,75 Τοτε εθυμήθηκε ο Πετρος τον λόγον του Ιησού, ο όποιος του είχε πη· “πριν αλέκτωρ λαλήσει τρεις φορές συ θα με απαρνηθής”. Και εξελθών έξω από την αυλήν έκλαυσε πικρά δια το βαρύ αμάρτημά του.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 27α
Ματθ. 27,1 Πρωΐας δὲ γενομένης συμβούλιον ἔλαβον πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὥστε θανατῶσαι αὐτόν·
Ματθ. 27,1 Οταν δε έγινε πρωϊ έκαμαν συμβούλιον όλοι οι πρεσβύτεροι του λαού εναντίον του Ιησού, δια να εύρουν αιτίαν, ώστε να τον θανατώσουν.
Ματθ. 27,2 καὶ δήσαντες αὐτὸν ἀπήγαγον καὶ παρέδωκαν αὐτὸν Ποντίῳ Πιλάτῳ τῷ ἡγεμόνι.
Ματθ. 27,2 Και αφού τον έδεσαν, τον έσυραν από εκεί και τον παρέδωσαν στον Ποντιον Πιλάτον, τον Ρωμαίον ηγεμόνα.
Ματθ. 27,3 Τότε ἰδὼν Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν ὅτι κατεκρίθη, μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ τοῖς πρεσβυτέροις
Ματθ. 27,3 Τοτε ο Ιούδας, ο οποίος τον είχε παραδώσει, όταν είδε ότι ο Ιησούς κατεδικάσθη από το συνέδριον, κατελήφθη από μεταμέλειαν (όχι όμως από πραγματικήν μετάνοιαν, που θα τον οδηγούσε πλησίον του Χριστού) και σαν να ησθάνετο αβάστακτον βάρος δια τα τριάκοντα αργύρια, τα έδωσε πίσω στους αρχιερείς και πρεσβυτέρους
Ματθ. 27,4 λέγων· ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον. οἱ δὲ εἶπον· τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει.
Ματθ. 27,4 λέγων· “ημάρτησα, διότι παρέδωσα αίμα αθώον”. Εκείνοι δε είπον· “και τι μας μέλει εμάς; Συ θα δώσης λόγον δι' αυτό”.
Ματθ. 27,5 καὶ ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο.
Ματθ. 27,5 Και αφού έριψεν με αγανάκτησιν τα αργύρια στον ναόν, έφυγε απελπισμένος και επήγε και εκρεμάσθη.
Ματθ. 27,6 οἱ δὲ ἀρχιερεῖς λαβόντες τὰ ἀργύρια εἶπον· οὐκ ἔξεστι βαλεῖν αὐτὰ εἰς τὸν κορβανᾶν, ἐπεὶ τιμὴ αἵματός ἐστι.
Ματθ. 27,6 Οι δε αρχιερείς επήραν τα αργύρια και είπαν· “δεν επιτρέπεται να τα βάλωμε στο ταμείον του ναού, διότι είναι τιμή αίματος, το οποίον μετ' ολίγον θα χυθή”.
Ματθ. 27,7 συμβούλιον δὲ λαβόντες ἠγόρασαν ἐξ αὐτῶν τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως εἰς ταφὴν τοῖς ξένοις·
Ματθ. 27,7 Αφού δε έκαμαν συμβούλιον ηγόρασαν με αυτά τον αγρόν του κεραμιδά, ως τόπον ταφής των ξένων (οι οποίοι συνέβαινε να αποθνήσκουν εις την Ιερουσαλήμ).
Ματθ. 27,8 διὸ ἐκλήθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς αἵματος ἕως τῆς σήμερον.
Ματθ. 27,8 Δι' αυτό και ο αγρός εκείνος έχει ονομασθή μέχρι σήμερα “αγρός αίματος”.
Ματθ. 27,9 τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν διὰ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· καὶ ἔλαβον τὰ τριάκοντα ἀργύρια, τὴν τιμὴν τοῦ τετιμημένου ὃν ἐτιμήσαντο ἀπὸ υἱῶν Ἰσραήλ,
Ματθ. 27,9 Τοτε εξεπληρώθη αυτό που είχε λεχθή δια του προφήτου Ιερεμίου, ο όποιος έλεγε· “και έλαβον τα τριάκοντα αργύρια, την τιμήν του ανεκτιμήτου, τον οποίον μερικοί από τους υιούς Ισραήλ τόσον είχαν εκτιμήσει,
Ματθ. 27,10 καὶ ἔδωκαν αὐτὰ εἰς τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως, καθὰ συνέταξέ μοι Κύριος.
Ματθ. 27,10 και έδωκαν αυτά δια τον αγρόν του κεραμιδά, όπως με καθωδήγησε ο Κυριος”.
Ματθ. 27,11 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις.
Ματθ. 27,11 Ο δε Ιησούς εστάθη όρθιος εμπρός στον ηγεμόνα και τον ηρώτησε ο ηγεμών λέγων· “συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;” Ο δε Ιησούς του απήντησε· “συ λέγεις ότι είμαι ο βασιλεύς”.
Ματθ. 27,12 καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο.
Ματθ. 27,12 Και ενώ κατηγορείτο από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους, αυτός δεν έδωσε καμμίαν απάντησιν.
Ματθ. 27,13 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι;
Ματθ. 27,13 Τοτε λέγει εις αυτόν ο Πιλάτος· “δεν ακούεις πόσα καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
Ματθ. 27,14 καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ ἓν ῥῆμα, ὥστε θαυμάζειν τὸν ἡγεμόνα λίαν.
Ματθ. 27,14 Και δεν απήντησεν εις αυτόν ούτε ένα λόγον, ώστε ο ηγεμών να θαυμάζη παρά πολύ την γαλήνην και το ηθικόν μεγαλείον του δεσμώτου.
Ματθ. 27,15 Κατὰ δὲ ἑορτὴν εἰώθει ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον, ὃν ἤθελον.
Ματθ. 27,15 Κατά την εορτήν δε του πάσχα είχε την συνήθειαν ο ηγεμών να απολύη ένα κατάδικον χάριν του λαού, εκείνον τον οποίον ήθελαν. (Επειδή δεν είχε το θάρρος να απολύση τον Ιησούν ως αθώον, όπως εξ αρχής τον είχε αναγνωρίσει, εκέφθη να τον απολύση κατά χάριν).
Ματθ. 27,1 Πρωΐας δὲ γενομένης συμβούλιον ἔλαβον πάντες οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ κατὰ τοῦ Ἰησοῦ ὥστε θανατῶσαι αὐτόν·
Ματθ. 27,1 Οταν δε έγινε πρωϊ έκαμαν συμβούλιον όλοι οι πρεσβύτεροι του λαού εναντίον του Ιησού, δια να εύρουν αιτίαν, ώστε να τον θανατώσουν.
Ματθ. 27,2 καὶ δήσαντες αὐτὸν ἀπήγαγον καὶ παρέδωκαν αὐτὸν Ποντίῳ Πιλάτῳ τῷ ἡγεμόνι.
Ματθ. 27,2 Και αφού τον έδεσαν, τον έσυραν από εκεί και τον παρέδωσαν στον Ποντιον Πιλάτον, τον Ρωμαίον ηγεμόνα.
Ματθ. 27,3 Τότε ἰδὼν Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν ὅτι κατεκρίθη, μεταμεληθεὶς ἀπέστρεψε τὰ τριάκοντα ἀργύρια τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ τοῖς πρεσβυτέροις
Ματθ. 27,3 Τοτε ο Ιούδας, ο οποίος τον είχε παραδώσει, όταν είδε ότι ο Ιησούς κατεδικάσθη από το συνέδριον, κατελήφθη από μεταμέλειαν (όχι όμως από πραγματικήν μετάνοιαν, που θα τον οδηγούσε πλησίον του Χριστού) και σαν να ησθάνετο αβάστακτον βάρος δια τα τριάκοντα αργύρια, τα έδωσε πίσω στους αρχιερείς και πρεσβυτέρους
Ματθ. 27,4 λέγων· ἥμαρτον παραδοὺς αἷμα ἀθῷον. οἱ δὲ εἶπον· τί πρὸς ἡμᾶς; σὺ ὄψει.
Ματθ. 27,4 λέγων· “ημάρτησα, διότι παρέδωσα αίμα αθώον”. Εκείνοι δε είπον· “και τι μας μέλει εμάς; Συ θα δώσης λόγον δι' αυτό”.
Ματθ. 27,5 καὶ ῥίψας τὰ ἀργύρια ἐν τῷ ναῷ ἀνεχώρησε, καὶ ἀπελθὼν ἀπήγξατο.
Ματθ. 27,5 Και αφού έριψεν με αγανάκτησιν τα αργύρια στον ναόν, έφυγε απελπισμένος και επήγε και εκρεμάσθη.
Ματθ. 27,6 οἱ δὲ ἀρχιερεῖς λαβόντες τὰ ἀργύρια εἶπον· οὐκ ἔξεστι βαλεῖν αὐτὰ εἰς τὸν κορβανᾶν, ἐπεὶ τιμὴ αἵματός ἐστι.
Ματθ. 27,6 Οι δε αρχιερείς επήραν τα αργύρια και είπαν· “δεν επιτρέπεται να τα βάλωμε στο ταμείον του ναού, διότι είναι τιμή αίματος, το οποίον μετ' ολίγον θα χυθή”.
Ματθ. 27,7 συμβούλιον δὲ λαβόντες ἠγόρασαν ἐξ αὐτῶν τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως εἰς ταφὴν τοῖς ξένοις·
Ματθ. 27,7 Αφού δε έκαμαν συμβούλιον ηγόρασαν με αυτά τον αγρόν του κεραμιδά, ως τόπον ταφής των ξένων (οι οποίοι συνέβαινε να αποθνήσκουν εις την Ιερουσαλήμ).
Ματθ. 27,8 διὸ ἐκλήθη ὁ ἀγρὸς ἐκεῖνος ἀγρὸς αἵματος ἕως τῆς σήμερον.
Ματθ. 27,8 Δι' αυτό και ο αγρός εκείνος έχει ονομασθή μέχρι σήμερα “αγρός αίματος”.
Ματθ. 27,9 τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν διὰ Ἱερεμίου τοῦ προφήτου λέγοντος· καὶ ἔλαβον τὰ τριάκοντα ἀργύρια, τὴν τιμὴν τοῦ τετιμημένου ὃν ἐτιμήσαντο ἀπὸ υἱῶν Ἰσραήλ,
Ματθ. 27,9 Τοτε εξεπληρώθη αυτό που είχε λεχθή δια του προφήτου Ιερεμίου, ο όποιος έλεγε· “και έλαβον τα τριάκοντα αργύρια, την τιμήν του ανεκτιμήτου, τον οποίον μερικοί από τους υιούς Ισραήλ τόσον είχαν εκτιμήσει,
Ματθ. 27,10 καὶ ἔδωκαν αὐτὰ εἰς τὸν ἀγρὸν τοῦ κεραμέως, καθὰ συνέταξέ μοι Κύριος.
Ματθ. 27,10 και έδωκαν αυτά δια τον αγρόν του κεραμιδά, όπως με καθωδήγησε ο Κυριος”.
Ματθ. 27,11 Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔστη ἔμπροσθεν τοῦ ἡγεμόνος· καὶ ἐπηρώτησεν αὐτὸν ὁ ἡγεμὼν λέγων· σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; ὁ δὲ Ἰησοῦς ἔφη αὐτῷ· σὺ λέγεις.
Ματθ. 27,11 Ο δε Ιησούς εστάθη όρθιος εμπρός στον ηγεμόνα και τον ηρώτησε ο ηγεμών λέγων· “συ είσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων;” Ο δε Ιησούς του απήντησε· “συ λέγεις ότι είμαι ο βασιλεύς”.
Ματθ. 27,12 καὶ ἐν τῷ κατηγορεῖσθαι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν πρεσβυτέρων οὐδὲν ἀπεκρίνατο.
Ματθ. 27,12 Και ενώ κατηγορείτο από τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους, αυτός δεν έδωσε καμμίαν απάντησιν.
Ματθ. 27,13 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· οὐκ ἀκούεις πόσα σου καταμαρτυροῦσι;
Ματθ. 27,13 Τοτε λέγει εις αυτόν ο Πιλάτος· “δεν ακούεις πόσα καταθέτουν αυτοί εις βάρος σου;”
Ματθ. 27,14 καὶ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῷ πρὸς οὐδὲ ἓν ῥῆμα, ὥστε θαυμάζειν τὸν ἡγεμόνα λίαν.
Ματθ. 27,14 Και δεν απήντησεν εις αυτόν ούτε ένα λόγον, ώστε ο ηγεμών να θαυμάζη παρά πολύ την γαλήνην και το ηθικόν μεγαλείον του δεσμώτου.
Ματθ. 27,15 Κατὰ δὲ ἑορτὴν εἰώθει ὁ ἡγεμὼν ἀπολύειν ἕνα τῷ ὄχλῳ δέσμιον, ὃν ἤθελον.
Ματθ. 27,15 Κατά την εορτήν δε του πάσχα είχε την συνήθειαν ο ηγεμών να απολύη ένα κατάδικον χάριν του λαού, εκείνον τον οποίον ήθελαν. (Επειδή δεν είχε το θάρρος να απολύση τον Ιησούν ως αθώον, όπως εξ αρχής τον είχε αναγνωρίσει, εκέφθη να τον απολύση κατά χάριν).
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 27β
Ματθ. 27,16 εἶχον δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον λεγόμενον Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,16 Είχαν δε τότε ένα κατάδικον διαβόητον δια τα πολλά του εγκλήματα, ο όποιος ελέγετο Βαραββάς.
Ματθ. 27,17 συνηγμένων οὖν αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τίνα θέλετε ἀπολύσω ὑμῖν; Βαραββᾶν ἢ Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν;
Ματθ. 27,17 Ενώ δε εκείνοι ήσαν συγκετρωμένοι εμπρός στο πραιτώριον, τους ηρώτησεν ο Πιλάτος· “ποίον θέλετε να απολύσω προς χάριν σας; Τον Βαραββάν η τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;”
Ματθ. 27,18 ᾔδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον παρέδωκαν αὐτόν.
Ματθ. 27,18 Διότι είχε εννοήσει πολύ καλά, ότι ένεκα φθόνου τον παρέδωσαν.
Ματθ. 27,19 Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ αὐτοῦ λέγουσα· μηδέν σοι καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾿ ὄναρ δι᾿ αὐτόν.
Ματθ. 27,19 Ενώ δε αυτός εκάθητο εις την δικαστικήν έδραν, έστειλε προς αυτόν η γυναίκα του και του είπε· “πρόσεχε να μην αναμιχθής εις την υπόθεσιν του δικαίου εκείνου, διότι πολλά έπαθα σήμερα ένεκα αυτού στο όνειρόν μου”.
Ματθ. 27,20 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν ἀπολέσωσιν.
Ματθ. 27,20 Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν εν τω μεταξύ τους όχλους να ζητήσουν τον Βαραββάν, να θανατώσουν δε τον Ιησούν.
Ματθ. 27,21 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἡγεμὼν εἶπεν αὐτοῖς· τίνα θέλετε ἀπὸ τῶν δύο ἀπολύσω ὑμῖν; οἱ δὲ εἶπον· Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,21 Ελαβε δε τον λόγον ο ηγεμών και είπεν εις αυτούς· “ποίον θέλετε από τους δυό να σας απολύσω;” Εκείνοι δε εφώναξαν· “τον Βαραββάν”.
Ματθ. 27,22 λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τί οὖν ποιήσω Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; λέγουσιν αὐτῷ πάντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,22 Τους λέγει ο Πιλάτος· “Τι λοιπόν να κάμω τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;” Λεγουν εις αυτόν όλοι, “να σταυρωθή”.
Ματθ. 27,23 ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη· τί γάρ κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς ἔκραζον λέγοντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,23 Ο δε ηγεμών είπε· “διατί να σταυρωθή; Ποίον κακόν έκαμε;” Εκείνοι δε ακόμη περισσότερον εκραύγαζαν λέγοντες· “να σταυρωθή”.
Ματθ. 27,24 ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῶός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε.
Ματθ. 27,24 Οταν είδε ο Πιλάτος ότι καμμίαν ωφέλειαν δεν έφερε η παρέμβασις του υπέρ του Ιησού, αλλά μάλλον προκαλούσε θόρυβον και αναταραχήν, αφού επήρε νερό εξέπλυνε καλά τα χέρια του εμπρός στον όχλον λέγων· “είμαι αθώος από το αίμα του δικαίου τούτου· εις σας θα πέση η ευθύνη και το κρίμα”.
Ματθ. 27,25 καὶ ἀποκριθεὶς πᾶς ὁ λαὸς εἶπε· τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν.
Ματθ. 27,25 Και απεκρίθη όλος ο λαός και είπε· “το αίμα αυτού ας πέση επάνω εις ημάς και επάνω εις τα τέκνα μας”. (Και ο Πιλάτος ήτο ένοχος, διότι δεν ετόλμησε, καθ' ο καθήκον ως δικαστής είχε, να απολύση τον αθώον, και οι Εβραίοι ακόμη περισσότερον διότι επέμειναν και εσταύρωσαν τον Σωτήρα και ευεργέτην των).
Ματθ. 27,26 τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν φραγελλώσας παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ.
Ματθ. 27,26 Τοτε τους αφήκεν ελεύθερον τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν, αφού διέταξε και τον εμαστίγωσαν με το φραγγέλιον, τον παρέδωσε δια να σταυρωθή.
Ματθ. 27,27 Τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος παραλαβόντες τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον συνήγαγον ἐπ᾿ αὐτὸν ὅλην τὴν σπεῖραν·
Ματθ. 27,27 Τοτε οι στρατιώται του ηγεμόνος, αφού παρέλαβαν τον Ιησούν εις την αυλήν του πραιτωρίου, εμάζεψαν γύρω από αυτόν όλην την φρουράν.
Ματθ. 27,28 καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν περιέθηκαν αὐτῷ χλαμύδα κοκκίνην,
Ματθ. 27,28 Και αφού τον εγύμνωσαν από τα ενδύματά του, τον ενέδυσαν με κόκκινον μανδύαν, δια να τον εμπαίξουν ως βασιλέα.
Ματθ. 27,29 καὶ πλέξαντες στέφανον ἐκ ἀκανθῶν ἐπέθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ κάλαμον ἐπὶ τὴν δεξιὰν αὐτοῦ, καὶ γονυπετήσαντες ἔμπροσθεν αὐτοῦ ἐνέπαιζον αὐτῷ λέγοντες· χαῖρε ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων·
Ματθ. 27,29 Επλεξαν δε ακάνθινον στέφανον και έβαλαν αυτόν στο κεφάλι του αντί για στέμμα· του έδωκαν καλάμι στο δέξι του χέρι αντί για σκήπτρο και αφού εγονάτισαν εμπρός του τον ενέπαιζαν λέγοντες· “χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
Ματθ. 27,30 καὶ ἐμπτύσαντες εἰς αὐτὸν ἔλαβον τὸν κάλαμον καὶ ἔτυπτον εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,30 Και αφού τον έπτυσαν, επήραν το καλάμι και εκτυπούσαν την κεφαλήν του.
Ματθ. 27,16 εἶχον δὲ τότε δέσμιον ἐπίσημον λεγόμενον Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,16 Είχαν δε τότε ένα κατάδικον διαβόητον δια τα πολλά του εγκλήματα, ο όποιος ελέγετο Βαραββάς.
Ματθ. 27,17 συνηγμένων οὖν αὐτῶν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τίνα θέλετε ἀπολύσω ὑμῖν; Βαραββᾶν ἢ Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν;
Ματθ. 27,17 Ενώ δε εκείνοι ήσαν συγκετρωμένοι εμπρός στο πραιτώριον, τους ηρώτησεν ο Πιλάτος· “ποίον θέλετε να απολύσω προς χάριν σας; Τον Βαραββάν η τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;”
Ματθ. 27,18 ᾔδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον παρέδωκαν αὐτόν.
Ματθ. 27,18 Διότι είχε εννοήσει πολύ καλά, ότι ένεκα φθόνου τον παρέδωσαν.
Ματθ. 27,19 Καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ βήματος ἀπέστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ γυνὴ αὐτοῦ λέγουσα· μηδέν σοι καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾿ ὄναρ δι᾿ αὐτόν.
Ματθ. 27,19 Ενώ δε αυτός εκάθητο εις την δικαστικήν έδραν, έστειλε προς αυτόν η γυναίκα του και του είπε· “πρόσεχε να μην αναμιχθής εις την υπόθεσιν του δικαίου εκείνου, διότι πολλά έπαθα σήμερα ένεκα αυτού στο όνειρόν μου”.
Ματθ. 27,20 Οἱ δὲ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι ἔπεισαν τοὺς ὄχλους ἵνα αἰτήσωνται τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν ἀπολέσωσιν.
Ματθ. 27,20 Οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν εν τω μεταξύ τους όχλους να ζητήσουν τον Βαραββάν, να θανατώσουν δε τον Ιησούν.
Ματθ. 27,21 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἡγεμὼν εἶπεν αὐτοῖς· τίνα θέλετε ἀπὸ τῶν δύο ἀπολύσω ὑμῖν; οἱ δὲ εἶπον· Βαραββᾶν.
Ματθ. 27,21 Ελαβε δε τον λόγον ο ηγεμών και είπεν εις αυτούς· “ποίον θέλετε από τους δυό να σας απολύσω;” Εκείνοι δε εφώναξαν· “τον Βαραββάν”.
Ματθ. 27,22 λέγει αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· τί οὖν ποιήσω Ἰησοῦν τὸν λεγόμενον Χριστόν; λέγουσιν αὐτῷ πάντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,22 Τους λέγει ο Πιλάτος· “Τι λοιπόν να κάμω τον Ιησούν, τον λεγόμενον Χριστόν;” Λεγουν εις αυτόν όλοι, “να σταυρωθή”.
Ματθ. 27,23 ὁ δὲ ἡγεμὼν ἔφη· τί γάρ κακὸν ἐποίησεν; οἱ δὲ περισσῶς ἔκραζον λέγοντες· σταυρωθήτω.
Ματθ. 27,23 Ο δε ηγεμών είπε· “διατί να σταυρωθή; Ποίον κακόν έκαμε;” Εκείνοι δε ακόμη περισσότερον εκραύγαζαν λέγοντες· “να σταυρωθή”.
Ματθ. 27,24 ἰδὼν δὲ ὁ Πιλᾶτος ὅτι οὐδὲν ὠφελεῖ, ἀλλὰ μᾶλλον θόρυβος γίνεται, λαβὼν ὕδωρ ἀπενίψατο τὰς χεῖρας ἀπέναντι τοῦ ὄχλου λέγων· ἀθῶός εἰμι ἀπὸ τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου· ὑμεῖς ὄψεσθε.
Ματθ. 27,24 Οταν είδε ο Πιλάτος ότι καμμίαν ωφέλειαν δεν έφερε η παρέμβασις του υπέρ του Ιησού, αλλά μάλλον προκαλούσε θόρυβον και αναταραχήν, αφού επήρε νερό εξέπλυνε καλά τα χέρια του εμπρός στον όχλον λέγων· “είμαι αθώος από το αίμα του δικαίου τούτου· εις σας θα πέση η ευθύνη και το κρίμα”.
Ματθ. 27,25 καὶ ἀποκριθεὶς πᾶς ὁ λαὸς εἶπε· τὸ αἷμα αὐτοῦ ἐφ᾿ ἡμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ τέκνα ἡμῶν.
Ματθ. 27,25 Και απεκρίθη όλος ο λαός και είπε· “το αίμα αυτού ας πέση επάνω εις ημάς και επάνω εις τα τέκνα μας”. (Και ο Πιλάτος ήτο ένοχος, διότι δεν ετόλμησε, καθ' ο καθήκον ως δικαστής είχε, να απολύση τον αθώον, και οι Εβραίοι ακόμη περισσότερον διότι επέμειναν και εσταύρωσαν τον Σωτήρα και ευεργέτην των).
Ματθ. 27,26 τότε ἀπέλυσεν αὐτοῖς τὸν Βαραββᾶν, τὸν δὲ Ἰησοῦν φραγελλώσας παρέδωκεν ἵνα σταυρωθῇ.
Ματθ. 27,26 Τοτε τους αφήκεν ελεύθερον τον Βαραββάν, τον δε Ιησούν, αφού διέταξε και τον εμαστίγωσαν με το φραγγέλιον, τον παρέδωσε δια να σταυρωθή.
Ματθ. 27,27 Τότε οἱ στρατιῶται τοῦ ἡγεμόνος παραλαβόντες τὸν Ἰησοῦν εἰς τὸ πραιτώριον συνήγαγον ἐπ᾿ αὐτὸν ὅλην τὴν σπεῖραν·
Ματθ. 27,27 Τοτε οι στρατιώται του ηγεμόνος, αφού παρέλαβαν τον Ιησούν εις την αυλήν του πραιτωρίου, εμάζεψαν γύρω από αυτόν όλην την φρουράν.
Ματθ. 27,28 καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν περιέθηκαν αὐτῷ χλαμύδα κοκκίνην,
Ματθ. 27,28 Και αφού τον εγύμνωσαν από τα ενδύματά του, τον ενέδυσαν με κόκκινον μανδύαν, δια να τον εμπαίξουν ως βασιλέα.
Ματθ. 27,29 καὶ πλέξαντες στέφανον ἐκ ἀκανθῶν ἐπέθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ κάλαμον ἐπὶ τὴν δεξιὰν αὐτοῦ, καὶ γονυπετήσαντες ἔμπροσθεν αὐτοῦ ἐνέπαιζον αὐτῷ λέγοντες· χαῖρε ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων·
Ματθ. 27,29 Επλεξαν δε ακάνθινον στέφανον και έβαλαν αυτόν στο κεφάλι του αντί για στέμμα· του έδωκαν καλάμι στο δέξι του χέρι αντί για σκήπτρο και αφού εγονάτισαν εμπρός του τον ενέπαιζαν λέγοντες· “χαίρε, ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
Ματθ. 27,30 καὶ ἐμπτύσαντες εἰς αὐτὸν ἔλαβον τὸν κάλαμον καὶ ἔτυπτον εἰς τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,30 Και αφού τον έπτυσαν, επήραν το καλάμι και εκτυπούσαν την κεφαλήν του.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Re: ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 27γ
Ματθ. 27,31 καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν χλαμύδα καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι.
Ματθ. 27,31 Και όταν τον ενέπαιξαν όσον ήθελαν, έβγαλαν από αυτόν την χλαμύδα, του εφόρεσαν τα ενδύματά του και τον ωδήγησαν, δια να τον σταυρώσουν.
Ματθ. 27,32 Ἐξερχόμενοι δὲ εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,32 Καθώς δε έβγαιναν από την πόλιν, ευρήκαν ένα άνθρωπον, που κατήγετο από την Κυρήνην και ωνομάζετο Σιμων, αυτόν ηγγάρευσαν να σηκώση μέχρι του Γολγοθά τον σταυρόν του Ιησού.
Ματθ. 27,33 Καὶ ἐλθόντες εἰς τόπον λεγόμενον Γολγοθᾶ, ὅ ἐστι λεγόμενος κρανίου τόπος,
Ματθ. 27,33 Και αφού ήλθαν εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όνομα που σημαίνει “τόπος κρανίου”,
Ματθ. 27,34 ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε πιεῖν.
Ματθ. 27,34 του έδωσαν να πιή ξύδι ανακατεμένον με χολήν, δια να του φέρη κάποιαν προσωρινήν ναρκώσιν. Εκείνος όμως αφού το εδοκίμασε, δεν ήθελε να το πιή.
Ματθ. 27,35 σταυρώσαντες δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια αὐτοῦ βαλόντες κλῆρον,
Ματθ. 27,35 Αφού δε τον εσταύρωσαν, εμοίρασαν μεταξύ των με κλήρον τα ενδύματά του οι στρατιώται.
Ματθ. 27,36 καὶ καθήμενοι ἐτήρουν αὐτὸν ἐκεῖ.
Ματθ. 27,36 Και καθήμενοι εκεί τον εφρουρούσαν.
Ματθ. 27,37 καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν αὐτοῦ γεγραμμένην· οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
Ματθ. 27,37 Και ετοποθέτησαν στον σταυρόν, επάνω από την κεφαλήν του, γραμμένην την κατηγορίαν του· “αυτός είναι ο Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
Ματθ. 27,38 Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων.
Ματθ. 27,38 Τοτε σταυρώνονται μαζή με αυτόν δύο λησταί, ένας εκ δεξιών και άλλος εξ αριστερών. (Και τούτο, δια να εξευτελισθή ακόμη περισσότερον ο Χριστός και να προβληθή εις τα μάτια όλων ως ένας από τους καταδικασμένους εις θάνατον κακούργους).
Ματθ. 27,39 Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν
Ματθ. 27,39 Εκείνοι δε που επερνούσαν από τον δρόμον κοντά στον σταυρόν, τον εβλασφημούσαν και εκινούσαν τα κεφάλια των
Ματθ. 27,40 καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ.
Ματθ. 27,40 λέγοντες· “συ λοιπόν, είσαι που θα εκρήμνιζες τον ναόν και εις τρεις ημέρας θα τον ξανάκτιζες! Σώσε τώρα τον ευατόν σου. Εάν πράγματι είσαι υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρόν”.
Ματθ. 27,41 ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον·
Ματθ. 27,41 Παρομοίως δε και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζή με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και τους Φαρισαίους και έλεγαν ειρωνικώς·
Ματθ. 27,42 ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ·
Ματθ. 27,42 “άλλους έσωσε, τον ευατόν του όμως δεν ημπορεί να σώση. Εάν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεόν βασιλεύς του Ισραήλ, ας κατεβή από τον σταυρόν και θα πιστεύσωμεν εις αυτόν.
Ματθ. 27,43 πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ῥυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός.
Ματθ. 27,43 Εχει στηρίξει την πεποίθησίν του στον Θεόν. Ας τον σώση τώρα από τον σταυρόν, αν πράγματι τον θέλη. Διότι ο ίδιος είπε, ότι είμαι υιός Θεού”.
Ματθ. 27,44 τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν.
Ματθ. 27,44 Κατά τον ίδιον τρόπον και οι λησταί, που είχαν σταυρωθή μαζή του, τον ύβριζαν.
Ματθ. 27,45 Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης.
Ματθ. 27,45 Από δε την δωδεκάτην ώραν έως τας τρστο απόγευμα έγινε σκοτάδι εις όλην την γην.
Ματθ. 27,31 καὶ ὅτε ἐνέπαιξαν αὐτῷ, ἐξέδυσαν αὐτὸν τὴν χλαμύδα καὶ ἐνέδυσαν αὐτὸν τὰ ἱμάτια αὐτοῦ, καὶ ἀπήγαγον αὐτὸν εἰς τὸ σταυρῶσαι.
Ματθ. 27,31 Και όταν τον ενέπαιξαν όσον ήθελαν, έβγαλαν από αυτόν την χλαμύδα, του εφόρεσαν τα ενδύματά του και τον ωδήγησαν, δια να τον σταυρώσουν.
Ματθ. 27,32 Ἐξερχόμενοι δὲ εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ.
Ματθ. 27,32 Καθώς δε έβγαιναν από την πόλιν, ευρήκαν ένα άνθρωπον, που κατήγετο από την Κυρήνην και ωνομάζετο Σιμων, αυτόν ηγγάρευσαν να σηκώση μέχρι του Γολγοθά τον σταυρόν του Ιησού.
Ματθ. 27,33 Καὶ ἐλθόντες εἰς τόπον λεγόμενον Γολγοθᾶ, ὅ ἐστι λεγόμενος κρανίου τόπος,
Ματθ. 27,33 Και αφού ήλθαν εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, όνομα που σημαίνει “τόπος κρανίου”,
Ματθ. 27,34 ἔδωκαν αὐτῷ πιεῖν ὄξος μετὰ χολῆς μεμιγμένον· καὶ γευσάμενος οὐκ ἤθελε πιεῖν.
Ματθ. 27,34 του έδωσαν να πιή ξύδι ανακατεμένον με χολήν, δια να του φέρη κάποιαν προσωρινήν ναρκώσιν. Εκείνος όμως αφού το εδοκίμασε, δεν ήθελε να το πιή.
Ματθ. 27,35 σταυρώσαντες δὲ αὐτὸν διεμερίσαντο τὰ ἱμάτια αὐτοῦ βαλόντες κλῆρον,
Ματθ. 27,35 Αφού δε τον εσταύρωσαν, εμοίρασαν μεταξύ των με κλήρον τα ενδύματά του οι στρατιώται.
Ματθ. 27,36 καὶ καθήμενοι ἐτήρουν αὐτὸν ἐκεῖ.
Ματθ. 27,36 Και καθήμενοι εκεί τον εφρουρούσαν.
Ματθ. 27,37 καὶ ἐπέθηκαν ἐπάνω τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ τὴν αἰτίαν αὐτοῦ γεγραμμένην· οὗτός ἐστιν Ἰησοῦς ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
Ματθ. 27,37 Και ετοποθέτησαν στον σταυρόν, επάνω από την κεφαλήν του, γραμμένην την κατηγορίαν του· “αυτός είναι ο Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων”.
Ματθ. 27,38 Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων.
Ματθ. 27,38 Τοτε σταυρώνονται μαζή με αυτόν δύο λησταί, ένας εκ δεξιών και άλλος εξ αριστερών. (Και τούτο, δια να εξευτελισθή ακόμη περισσότερον ο Χριστός και να προβληθή εις τα μάτια όλων ως ένας από τους καταδικασμένους εις θάνατον κακούργους).
Ματθ. 27,39 Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν
Ματθ. 27,39 Εκείνοι δε που επερνούσαν από τον δρόμον κοντά στον σταυρόν, τον εβλασφημούσαν και εκινούσαν τα κεφάλια των
Ματθ. 27,40 καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ.
Ματθ. 27,40 λέγοντες· “συ λοιπόν, είσαι που θα εκρήμνιζες τον ναόν και εις τρεις ημέρας θα τον ξανάκτιζες! Σώσε τώρα τον ευατόν σου. Εάν πράγματι είσαι υιός του Θεού, κατέβα από τον σταυρόν”.
Ματθ. 27,41 ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον·
Ματθ. 27,41 Παρομοίως δε και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μαζή με τους γραμματείς και τους πρεσβυτέρους και τους Φαρισαίους και έλεγαν ειρωνικώς·
Ματθ. 27,42 ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς Ἰσραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ·
Ματθ. 27,42 “άλλους έσωσε, τον ευατόν του όμως δεν ημπορεί να σώση. Εάν είναι πράγματι ο σταλμένος από τον Θεόν βασιλεύς του Ισραήλ, ας κατεβή από τον σταυρόν και θα πιστεύσωμεν εις αυτόν.
Ματθ. 27,43 πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ῥυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός.
Ματθ. 27,43 Εχει στηρίξει την πεποίθησίν του στον Θεόν. Ας τον σώση τώρα από τον σταυρόν, αν πράγματι τον θέλη. Διότι ο ίδιος είπε, ότι είμαι υιός Θεού”.
Ματθ. 27,44 τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν.
Ματθ. 27,44 Κατά τον ίδιον τρόπον και οι λησταί, που είχαν σταυρωθή μαζή του, τον ύβριζαν.
Ματθ. 27,45 Ἀπὸ δὲ ἕκτης ὥρας σκότος ἐγένετο ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης.
Ματθ. 27,45 Από δε την δωδεκάτην ώραν έως τας τρστο απόγευμα έγινε σκοτάδι εις όλην την γην.
Αν θέλεις εύνοια Θεού να ʽχεις και ευλογία
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.
Αφιερώσου ολόκαρδα, κάνʼ το με προθυμία.