
Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει το "έτσι θέλω" ή "αυτό θέλω". Αυτές είναι κραυγές του "παλαιού ανθρώπου" και δεν έχουν καμιά σχέση με την Ορθόδοξη πνευματικότητα.
Όποιος δεν ξέρει να υπακούει και να υποτάσσσεται, δεν έχει το πνεύμα της ελευθερίας. Γιατί, ελευθερία, δε σημαίνει τι θέλω, αλλά τι είναι ορθό. Όχι τι δικαιώματα έχω, αλλά τι καθήκοντα και τι ευθύνες. Υπακούω, σημαίνει πως ακούω με προσοχή και σεβασμό κάποια συμβουλή, ή κάποια επιταγή και συμμορφώνομαι σ' αυτή. Ακριβώς, αυτή μου η προσπάθεια για συμμόρφωση, είναι ένδειξη ελευθερίας. "Η υπακοή είναι δυναμική λειτουργία προσωπικής ελευθερίας".
Όποιος υπακούει στο Θεό, υπακούει και στους ανθρώπους του Θεού. Εάν κάθε άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού, ο "άγιος" είναι το γνήσιο και αυθεντικό αποτύπωμα του Θεού. Ο "υποτακτικός-όπως λέγεται στην ασκητική γλώσσα- υποτάσσεται στο Γέροντα "ως εν Χριστώ". Δεν έχει "ίδιον θέλημα". Το θέλημά του ταυτίζεται με τοι θέλημα του Γέροντα. Σκέφτεται και ενεργεί όπως εκείνος. Η υπακοή του είναι ένας εκούσιος θάνατος της φιλαυτίας. Είναι μία υπέρβαση της φύσης στο "υπέρ φύσιν".
Ο υποτακτικός που βαδίζει στο δρόμο της τελείωσης, είναι θεληματικά αφοσιωμένος στο Γέροντά του. Ίσως κάποτε χρειαστεί να υπακούσει και σ' εντολές παράδοξες, φαινομενικά, ακόμα και παράλογες. Γνωρίζει ωστόσο, ότι όλα γίνονται από αγάπη και σοφία πνευματική. Η ζωή του υποτακτικού γίνεται ένα με τη ζωή του Γέροντα. Αισθάνεται να αναπαύεται η ψυχή του μέσα στο χώρο της ύπαρξης του Γέροντά του. Γι' αυτό και είναι πρόθυμος με κάθε θυσία να φέρει σε πέρας κάθε εντολή του.
Όλο το κεφάλαιο της ταπείνωσης βρίσκεται στην υπακοή, αλλά και όλη η δύναμη της υπακοής βρίσκεται στην ταπείνωση. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι "κάν νεκρούς αναστήση ο ευγνώμων υπήκοος, κάν δάκρυον κτήσηται, κάν απαλλαγήν πολέμων, λογίζεται πάντως ως η πνευματικού πατρός ευχή τούτο πεποίηκε". Ο ευγνώμων, δηλαδή, υποτακτικός, και αν ακόμα αναστήσει νεκρούς, κι αν αποκτήσει το χάρισμα των δακρύων ή την απαλλαγή απ' τους πολέμους των παθών, όλα αυτά τα θεωρεί κατορθώματα του πνευματικού του πατέρα. Έτσι, δεν αφήνει τον εαυτό του να υπερηφανευθεί.
Συχνά υπακούμε, αλλά μονάχα κατά το φαινόμενο. Εσωτερικά γογγύζουμε και αντιδρούμε. Ενώ εκτελούμε την εντολή που μας δόθηκε, η εσωτερική μας διάθεση είναι αρνητική. Έχουμε δηλαδή, μία υποκριτική υπακοή. Ποιά τότε η αρετή μας? "Του γογγύζοντος παν έργον αδόκιμον και άχρηστον και πάση αρετή ανεπιτήδειον", θα πει ο άγιος Εφραίμ.
Η υπακοή είναι και αφάλεια. Είναι σιγουριά. Είναι ειρήνη και ανάπαυση ψυχής. Μας ασφαλίζει από πλάνες και παγίδες και πτώσεις. Μας απαλλάσσει από λάθη και σφάλματα. Μας χαρίζει την ελευθερία του πνεύματος και μπορούμε να κοιμόμαστε χωρίς εφιάλτες. "Όσο περισσότερο ο άνθρωπος είναι ταπεινός και υποταγμένος, τόσο περισσότερο είναι ειρηνικός και συνετός", λέει η "Μίμηση του Χριστού".
Δεν ταιριάζει στους χριστιανούς αυθάδεια γλώσσας.Ο αντίλογος σε μία ελεύθερη, είναι καλός και χρήσιμος, ίσως και αναγκαίος. Αντίλογος όμως στο θέμα της υπακοής, είναι πράξη αυθάδειας και ανταρσίας. Οι στιγμές της υπακοής, είναι στιγμές σιωπής, μιας δυναμικής σιωπής, ανώτερης από χίλιες διδασκαλίες. "Καιρός του σιγάν και καιρός του λαλείν" (Εκκλ. Γ' 17).
Όσοι ζουν "ως τέκνα υπακοής", είναι τέκνα αναγεννημένα, τέκνα αναστάσεως. Κατά τον όσιο Θαλάσσιο, "εντολής υπακοή, νεκρών έστιν ανάστασις, τη γαρ αρετή κατά φύσιν επακολουθεί η ζωή". Με την υπακοή στην εντολή του Θεού, επιτυγχάνεται η ανάσταση της ψυχής, η αρετή ή καινούργια ζωή.
Οι μοναχοί συνηθίζουν να λένε: "υπακοή ζωή, παρακοή θάνατος". Όλοι οι διδάσκαλοι του μοναχισμού επιμένουν στο σημείο αυτό.
Είναι αδύνατο χωρίς την υπακοή ν' απαλλαγεί η ψυχή απ' τα πάθη της κενοδοξίας, της φιλαυτίας και της υπερηφάνειας.
Πηγή: Από το βιβλίο του Μιχαήλ Μιχαηλίδη "ΑΠΑΘΕΙΑ"